Μενελεω το βελος ἀποκρουεται , ὡς μη ἐπι τα καιριωτατα ἐμπεσοι , εἰκαζων μητρι κηδομενῃ κοιμωμενου αὐτῃ του βρεφους ,
βακχειακον σπανιον ἐστιν , ὡστε , εἰ και που ποτε ἐμπεσοι , ἐπι βραχυ εὑρισκεσθαι , οἱον ὁ ταυρος δ
9999969 ἐμποδιζειν
ἐμπεποδισαι . τα μεντοι του νου ἰδια οὐδεις ἀλλος εἰωθεν ἐμποδιζειν : τουτου γαρ οὐ πυρ , οὐ σιδηρος ,
τον Φιλιππον ἐν ταις διαβολαις φερων , αἰτιωμενος δε τινας ἐμποδιζειν τους της πολεως καιρους , ἀει το παρον λυμαινομενος
9999965 συνεργουσης
προσλαμβανον θεραπειαν ὡσπερ χωραν οἰκειαν μη μαλλον εὐσθενει και καλλικαρπει συνεργουσης τῃ φυσει της τεχνης : ἀλλ ' οὐκ ἐστιν
ἐκ των ὀπισθεν μερων παρισταμενοι προεωθουν , πολλα της τεχνης συνεργουσης εἰς την κινησιν . κατεσκευασε δε και χελωνας τας
9999964 συναχθεισης
τιμαις παραπεμποντες εἰς την πολιν . ἐκκλησιας δε μετα τουτο συναχθεισης , ἐν ᾑ διηνεγκαν ὑπερ αὐτου τας ψηφους αἱ
πειθομενων δε αὐτων ἀπειλουντες πολεμησειν αὐτοις μετα των συμμαχων . συναχθεισης οὐν περι τουτων ἐκκλησιας , ὁ Περικλης , δεινοτητι
9999964 ἐμποριαν
, τι ὠφελουνται ; ἠ τοσουτον αὐτων πλεονεκτουμεν κατα την ἐμποριαν , ὡστε παντα τα ἀγαθα παρ ' αὐτων λαμβανομεν
της δε φανερας ἐκοινωνουν . ἐργασαμενου δε Διοδοτου κατ ' ἐμποριαν πολλα χρηματα πειθει αὐτον Διογειτων λαβειν την ἑαυτου θυγατερα
9999964 παραλλαγην
ἡ δε δευτερα δυο , ἐπι τετραγωνον ἐγηγερμενη , μιαν παραλλαγην ἐχουσα παρα της ἐπι της βασεως γωνιας , ὑπο
γαρ τον ἰχθυν ἐγχυλον , μικραν ἐχοντα των ὠμων την παραλλαγην , οὐχ οἱον ὑγραν τροφην ἐπιζητουσιν , ἀλλ '
9999964 κατεστησαντο
μεθ ' ὁπλων διαπραττονται , ἠ και προ τουτου φοβησαντες κατεστησαντο την τοιαυτην πολιτειαν . ἠ οὐχ οὑτως ; Οὑτω
των παλαιοτερων οὐδεμιαν ἡκει μνημην , αὐτοι δε ἀρεσαν σφισι κατεστησαντο Ἠλειοι . δρομου μεν δη και παλης ἐτεθη παισιν
9999964 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999964 φυλαττεϲθαι
χλιαρῳ ϲπογγιζομεν : πυρια γαρ ἐπι τουτων οὐ ϲυμφερει : φυλαττεϲθαι γαρ δει , μη ποτε ἀποτευχθῃ ἡ ἐνδον κολληϲιϲ
εἰϲ ὠτα ἐγχυϲιϲ , ἐπιδηματοϲ θερμου ὑποθεϲιϲ τῳ γενειῳ : φυλαττεϲθαι δε αἰφνιδιαν ἐξ ὑπνου διεγερϲιν , καπνον , κονιορτον
9999964 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999963 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999963 ἀντειχοντο
ὡς και οἱ φιλοσοφοι : οἱ δε ῥητορες ἀδιαφορως καλουσιν ἀντειχοντο : ἐφροντιζον και ἀντεποιουντο και ἐπεμελοντο , ἐρωτι δηλονοτι
ὁτι , οἰμαι , της σεμνοτητος ὡς οἱον τε μαλιστα ἀντειχοντο και κρειττονα ἠ κατα τους πολλους τα ἠθη παρειχοντο
9999963 μεγαλοπρεπεια
φειδωλια περι χυδαιων τινων ἠ φροντιδα ἠ συλλογην ποιουμενη . μεγαλοπρεπεια . μεγαλοπρεπεια ἐστιν ἑξις βελτιστη περι δαπανας , ἁς
ἀληθειας του ταχους των ἐργων . Ἐν δε τοις ἡρωϊκοις μεγαλοπρεπεια μεν τις ἐν ταις κινησεσι διαφαινεται , το δ
9999962 ὁποτεροι
δητ ' ἐγνωκας ὡς οὐδεν λεγεις ; και των θεατων ὁποτεροι πλειους σκοπει . και δη σκοπω . τι δηθ
ἐκεινοις οὐ ξυμμαχησειν και σφισι προσιεναι και οὐ διαμελλησειν περισκοπουντας ὁποτεροι κρατησουσιν . ναυσταθμον δε ἐπανα - χωρησαντας και ἐφορμηθεντας
9999962 κυαμους
μελικρατου παλαιου ἐνσταζουσαν ἠ κροκον μετα του οἰνου τριψασαν ἠ κυαμους τους Αἰγυπτιους . ὑγραινονται δε τοις τοιουτοις του γαλακτος
και εὐτελη τα τοιαυτα γινεται . Ἡ ὀροβακχη φθειρει τους κυαμους και τους ἐρεβινθους περιπλεκομενη . το ζιζανιον , το
9999962 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999962 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999962 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999962 ἀμετοχος
: μεγαλοφωνον τελλεται : γινεται ἀναλκιν : ἀδυνατον ἀμοιρος : ἀμετοχος ἀγαλλων : καλλωπιζων λαγετας : ἡγεμονας μεμαοτας : προθυμους
την οἰκειαν της φυσεως ληξιν ἀνακαμπτειν . ὁ δε κοσμος ἀμετοχος της ἐν τοις λεχθεισιν ἀταξιας ἐστιν . ἐπει ,
9999962 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999962 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999962 ἀφανης
προς την δεδεμενην : ἡ δε αὐτικα ὑδωρ ἐγενετο και ἀφανης ἠν . ὁμως δε το ξιφος εἰς το ὑδωρ
της νυκτος ἐκεινης . Τῃ δ ' ὑστεραιᾳ , ἐπειδη ἀφανης ἠν ὁ ἀνηρ , ἐζητειτο οὐδεν τι μαλλον ὑπο
9999962 κοιλιαν
: διαγνωσις δ ' αὐτων πριν μεν ἐσθιειν ἀναπτυξαντι την κοιλιαν , ἐσθιοντι δε κατα την πρωτην εὐθεως ὀδμην τε
τουϲ ἐπιληπτουϲ . ὁ δε Ἀρμενιακοϲ καθαιρει μεν κατω την κοιλιαν , ἐϲτι δε κακοϲτομαχοϲ . Λιθοϲπερμον , οἱ δε
9999961 Ἀπολλοφανης
τι οὐ ποιησει , εἰπειν φασιν αὐτον ὁτι ἠν αὐτῳ Ἀπολλοφανης ὁ Πυδναιος ξενος και φιλος , ἐπειδη δε δολοφονηθεις
δε . Ἀρτεμιδωρος δ ' ὁ Ἀριστοφανειος ποτηριον ποιον . Ἀπολλοφανης δε Κρησι : και λεπαστα μ ' ἁδυοινος εὐφρανει
9999961 παραλληλα
αἱ κοιναι αὐτων τομαι παραλληλοι εἰσιν . Δυο γαρ ἐπιπεδα παραλληλα τα ΑΒ , ΓΔ ὑπο ἐπιπεδου του ΕΖΗΘ τεμνεσθω
ΒΓ παραλληλοι εἰσιν ἀλληλαις . παλιν , ἐπει δυο ἐπιπεδα παραλληλα τα ΝΗΞ , ΒΕΓ ὑπο τινος ἐπιπεδου του ΑΗΚ
9999961 προσεδοκησεν
ᾡ μολις ἠ οὐδ ' ὁλως ὡν ἐκ πλεονεξιας τευξεσθαι προσεδοκησεν ἐφιξεται . οὑτος μεν οὐν διδοτω δικας της φιλαργυριας
του παθους Ῥηγιον κτισθεις ' ὠνομασθη . και τοὐναντιον οὑ προσεδοκησεν ἀν τις ἀπεβη . συνεζευχθη μεν γαρ τα τεως
9999961 κινδυνευοντα
το σφοδρον του πυρετου ἐκτος τε κινδυνου ποιησας τον καμνοντα κινδυνευοντα διαφθαρηναι ὑπο των ἀκαιρων καταπλασματων και ἐνεματων , ὡς
το δε [ ἐργον ] της γνωμης . Ἀναγκη δε κινδυνευοντα περι αὑτῳ και που τι και ἐξαμαρτειν . Οὐ
9999961 κυαμοις
. μετα δε το ἁλωναι κακουργουντα Ξενοτιμον ὑπηρετην ἐν τοις κυαμοις , οὑτως ἡ των φυλλων χρησις ἐπε - νοηθη
των ἀρτιων ἠ και περιττων . ταὐτον δε τουτο και κυαμοις ἠ καρυοις ἠ ἀμυγδαλαις , οἱ δε και ἀργυριῳ
9999961 βελτιον
, ὡστε και το χειρον προς το χειρον ὡς το βελτιον προς το βελτιον , οἱον ὡς ὀμμα προς ὀμμα
ἀναμφισβητητως ἀγαθον ἐστι : ποιον γαρ ἀν τις πραγμα οὐ βελτιον πραττοι σοφος ὠν ἠ ἀμαθης ; Τι δε ;
9999961 καταλληλα
και σφοδροτητα ἐργαζηται . ἐστωσαν δ ' ἁπαντα μετρια και καταλληλα κατα τε ποιοτητα και ποσοτητα τῃ του καμνοντος φυσει
μη καταλληλα ἐν τοις προκειμενοις , ταυτα δια της ἐγκλισεως καταλληλα ποιησαι , των ἀγρων μου ὁ καρπος , τῳ
9999961 διαιρεθεισης
οὐσαν την στιγμην και οἱον λανθανουσαν ὑστερον ἀναφαινεσθαι το και διαιρεθεισης γραμμης δυο σημεια γιγνεσθαι ποιειται : οὐ γαρ δη
και τεταρτου Νισου , και της Ἀττικης εἰς τετταρα μερη διαιρεθεισης , ὁ Νισος την Μεγαριδα λαχοι και κτισαι την
9999961 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999961 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999961 θαλαμοι
γυμνασιον : το δε ὀψοποιοις χωρα : το δε , θαλαμοι παλλακισιν : το δε , συμποσιον : το δε
εὐχεσθαι , ἀλλα μη κατα το τυχον . . τεγεοι θαλαμοι : ἡ διπλη , ὁτι ὑπερῳοι ἠσαν , διο
9999961 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999960 κινδυνευσαντες
' ὡρας , εἰ μεν ἑξ εἰη ταγματα , δυο κινδυνευσαντες , εἰ δε πεντε , δυσιν ἐτι μικρον ἐπιθεντες
ἐναντιων φοβηθεντες , ἀλλ ' ἐν τοις σωμασι τοις ἑαυτων κινδυνευσαντες , τροπαιον μεν των πολεμιων ἐστησαν , μαρτυρας δε
9999960 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999960 κρατησας
αὐτοις κατα κρατος , αὐτους νικησας και των ἐλεφαντων ἑξηκοντα κρατησας , εἰς Ῥωμην ἀπεστειλε . και θαυμα Ῥωμαιοι ἐσχον
ἀγωνισται ; Οὐδαμως , ἀλλα εἱς ἐξ ἁπαντων , ὁ κρατησας αὐτων . Εἰτα , ὠ Σολων , ἐπι τῳ
9999960 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999960 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε
9999960 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999960 πτερυγος
καθ ' ἡμας μετα τον ἐπ ' ἀκρας της νοτιου πτερυγος της Παρθενου , ἐπειχεν δε κατα το αʹ ἐτος
των Ἀρκτων Ὀφεως , της δε Λυρας και της δεξιας πτερυγος του Ὀρνιθος τα ἀνωθεν , του δε Κηφεως το
9999960 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999960 ἐλεγοντο
συνημμενα και τα διεζευγμενα . προς δη ταυτα τοιουτοι τινες ἐλεγοντο λογοι : καθολου ταυτα εἰναι συστηματα συνεχη ὡν οἱ
ἐδυνατο , ἀπεθνῃσκε δε δυσωδιας τινος τῳ τραυματι ἐγγινομενης : ἐλεγοντο δε χριειν τα βελη μαλαχης ἰῳ . ἐχομενοι δε
9999960 ποιησετε
γαρ ἀν οὑτος τι παθῃ , ταχεως ὑμεις ἑτερον Φιλιππον ποιησετε , ἀνπερ οὑτω προσεχητε τοις πραγμασι τον νουν :
πολλα ὁμολογησητε ἐν τῳ παροντι και σφοδρα , οὐδεν πλεον ποιησετε . Ταυτα μεν τοινυν προθυμησομεθα , ἐφη , οὑτω
9999960 κυριευσαντες
Αἰγιου τους Ἀριστοδημου μισθοφορους μεταπεμψαμενοι παλιν ἐπεθεντο τῃ φρουρᾳ και κυριευσαντες της ἀκρας την μεν πολιν ἠλευθερωσαν , των δε
ἀδοξως βιουντες . χρηματων γαρ ἐξ ἀσεβειας και παρα φυσιν κυριευσαντες δια γοητειαν νυν εἰσιν περιβλεπτοι . και Ξενοκρατης δε
9999960 ὁποτερα
τα δε ἀδικα , ἐχεις εἰπειν ὁποτερα τα δικαια και ὁποτερα τα ἀδικα ; Ἐμοι μεν τοινυν δοκει ἐν μεν
ἀττα ζητητεα πλην ὀνοματων , ἁ ἡμιν ἐμφανιει ἀνευ ὀνοματων ὁποτερα τουτων ἐστι τἀληθη , δειξαντα δηλον ὁτι την ἀληθειαν
9999960 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999960 γραψωμεν
ἀν δη περι τα Θ Κ Λ Μ Ν σημεια γραψωμεν ἐλλειψιν , ὁ ἐλασσων αὐτης ἀξων διαμετρος ἐσται του
θκ ἐκβληθεισης ἐφ ' ἑκατερα , ἐαν κεντρῳ τῳ θ γραψωμεν ἰσον τῳ ἐκκεντρῳ τον μλνξ , δηλον ὡς οὑτος
9999960 Ἑλλανικος
τους δ ' ἀλλους μοι ἐτικτον ἐνι μεγαροισι γυναικες ] Ἑλλανικος νϚ . . * . . Ε : Μηριονης
ὑπ ' ἐμου λεγομενοις , Ἡσιοδος τε και Ἑκαταιος και Ἑλλανικος και Ἀκουσιλαος και προς τουτοις Ἐφορος και Νικολαος ἱστορουσι
9999960 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999959 δριμυτατον
' αὐτους χρη μεθ ' ἁλων ἐπι πλειστον . Ἀδαρκιον δριμυτατον ἐστι και θερμαντικωτατον : διο και καθ ' αὑτο
παντι καιρῳ προϲ ἀχωραϲ τεμνον και διαφορουν και ἀποκρουομενον , δριμυτατον δε ἐϲτι . διαφορει δε καλλιϲτα και κρινου ῥιζα
9999959 ἀκριβολογεισθαι
. Ὀνυχιζειν και ἐξονυχιζειν ταὐτον , τιθεται δε ἐπι του ἀκριβολογεισθαι : το δε ἀπονυχιζειν το τας ὑπεραυξησεις των ὀνυχων
κυμινα πριστειν † : ὁτι δει τον ἐν κακοις ὀντα ἀκριβολογεισθαι . Κακον κακῳ ἑπεται . Κενην ψαλλεις : ἐπι
9999959 κεισθωσαν
ἐπι δε την ΕΓ ἡ ΞΛΟ , και τῃ ἰσαι κεισθωσαν ἡ τε ΞΠ και ἡ ΡΜ , και ἐπεζευχθωσαν
ἑκατερος ῥυπτικης τε ἁμα και θερμης εἰσι δυναμεως , και κεισθωσαν ἐν τῃ τριτῃ ταξει των θερμαινοντων τε και ξηραινοντων
9999959 τελικην
δε ὁθεν γινεται πρωτου μη ἐνυπαρχοντος , ἱνα εἰπῃ την τελικην ἀρχην : αὑτη γαρ ἐξωθεν ἐστι του πραγματος .
οὐ δυναται : ὡστε ἐχοι ἀν και ποιητικην αἰτιαν και τελικην : του γαρ ἀγαθου χαριν και ἐστι τα ἀκινητα
9999959 ἐγχειριδιον
πολιτειας . ‖ Τι ἐστι : Το [ γαρ ] ἐγχειριδιον σου [ , και τα ἑξης ] ‖ ;
. εἰ γαρ ἐγω ἐν ἀγορᾳ πληθουσῃ λαβων ὑπο μαλης ἐγχειριδιον λεγοιμι προς σε ὁτι ” Ὠ Πωλε , ἐμοι
9999959 ἰσχυροτεροι
οὐρανου τεταγμενοι : θεου μεν ἀσθενεστεροι , ἀνθρωπου δ ' ἰσχυροτεροι : θεων μεν ὑπηρεται , ἀνθρωπων δε ἐπισταται :
γε μεντοι οἱ ὑπο ταις ὠμοπλαταις ἠν παχεις ὠσιν , ἰσχυροτεροι τε και εὐπρεπεστεροι ὡσπερ ἀνδρος φαινονται . και μην
9999959 χιτωνισκους
τους παλμους , εἰ σωτηριοι : πολλακις δε και τους χιτωνισκους ἀναστειλαντες , εἰ περιπληθης ἐσθ ' ἡ γαστηρ ἐξεταζουσιν
ἐδειτο γαρ Χαιρεας ἐρανον συνεφηβοις ἀπενεγκειν . ὀθονας γαρ και χιτωνισκους τι ἀν λεγοιμι ; και ὁλως ἑρμαιον τι ἡμιν
9999959 μεγαλοπρεπης
και μεγεθος ἐχοντων ῥυθμων ἀξιωματικη γινεται συνθεσις και γενναια και μεγαλοπρεπης , δια δε των ἀγεννων τε και ταπεινων ἀμεγεθης
ἀλλα τοιαυτα οὐκ ὀλιγα . Ἡ συντομια δε πη μεν μεγαλοπρεπης , και μαλιστα ἡ ἀποσιωπησις πη δε μικροπρεπης .
9999959 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999959 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999959 προτερῳ
ζῳον ἠ δικαιοσυνην παν ἀγαθον ” . και ἐν τῳ προτερῳ μεντοι των Ἀποδεικτικων εἰπων ὡς ἐπι των τα καθολου
ἐστι δε ὁ Ἀπις ἐξ ἀγελης θεος , ἐπι τῳ προτερῳ χειροτονουμενος ὡς πολυ καλλιων και σεμνοτερος των ἰδιωτων Βοων
9999959 συνιστησι
του ἑλκε δ ' ὁμου και νευρην μεν μαζῳ πελασεν συνιστησι την ἐντασιν γεγενημενην , εἰθ ' ἑξης λεγει ,
ἀνευ του ἑνος , ὡστε και την ὑπαρξιν ἡ μεθεξις συνιστησι , τουτο δε ἐστι , την διακρισιν ἡ ἑνωσις
9999959 γληχωνος
ἐγκαθισμασι τε χρησθαι δι ' ἀφεψηματος τηλεως , λινοσπερματος , γληχωνος , ἀρτεμισιας , σικυου ἀγριου ῥιζης και φυλλων ,
ἀψινθιου , πεντανευρου , χαμαιδρυος , πρασιου , καλαμινθης , γληχωνος , ὀριγανου , θυμου , θριθακος , εὐφορβιου ,
9999959 Ἐπιδαμνον
ἑβδομηκοντα ναυσι και πεντε δισχιλιοις τε ὁπλιταις ἐπλεον ἐπι την Ἐπιδαμνον Κερκυραιοις ἐναντια πολεμησοντες : ἐστρατηγει δε των μεν νεων
Κολπῳ Ἰλλυριων ἐν δεξιᾳ εἰσπλεοντι τουτον περι που την παλαιαν Ἐπιδαμνον , οἱ δη βαρβαροι ὀντες το ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι
9999959 φαλακρους
οἱ κωμικοι εἰσηγον δια γελωτα . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Εὐπολις : † ἐποιησα τῳ φαλακρῳ κἀδωρησαμην †
ὠνειδισε . , ὑβρισε . . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Ἑρμιππος τις ἠν κωμικος ποιητης : εἰσηξε δε
9999959 μνημονευσομεν
παισι προ της πορφυρας την περιπορφυρον : και οὐ παλαια μνημονευσομεν , ἀλλα σχεδον χθες και πρωην , ὁ μεν
εὑρησεις και προς ἐμπυϊκους ποιειν δυναμενας . ἀλλα και ἐνταυθα μνημονευσομεν των κυριως προς ἐμπυϊκους ἁρμοζοντων βοηθηματων . προτερον τας
9999959 Κορινθος
ὡρμημενοις ἀφιστασθαι ἐπιλεγειν τον Κορινθιον οὐκ ἀνεξεται ταυτα ὁ Διος Κορινθος . μεμνηται ταυτης και Πινδαρος . . . ,
Θεσπρωτιδος Ἐφυρη : ἐστι γαρ και ἀλλη Ἐφυρη , ἡ Κορινθος ὡν ἐντος : προς θαλασσαν , ὡς εἰναι ἰσθμον
9999959 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999959 ἐπεισθη
του Ἀμιλκου διαταξαμενου μη διαρπαζειν τους στρατιωτας , Οὐοδοστωρ οὐκ ἐπεισθη και πολλους ἀπεβαλε των στρατιωτων . οὑτως ἐν παντι
δεσμωτων , προσποιησαμενος βουλεσθαι τἀμα δι ' ἐκεινου μαθειν . ἐπεισθη και ἐδεξατο τον ἀνθρωπον . ἐμελλε δ ' ἐκεινος
9999959 κοι
: ϲυμφερει δε και τῳ ὀρρῳ του γαλακτοϲ ὑπαγειν την κοι - λιαν , ἀλλα μη ἀπο των τυρων δοτεον
ἐντυχον - ] τοδε τι π [ ] [ ] κοι ! ! ! ! [ ] [ ] τις
9999959 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999959 προσφερεσθω
ὁσα τας ὑστερας παυει της ὀδυνης , και σιτια διαχωρητικα προσφερεσθω . Ἠν δε ἡ γαστηρ θερμαινηται , ὑποκλυζειν ὁτι
. εἰ δ ' ἀναλαμβανειν ἐθελοιεν ἡδονης ἑνεκα , ὀλιγη προσφερεσθω και μαλλον μετα την τροφην : οὑτω γαρ ἀβλαβεστερον
9999959 χαλεπους
ἠ τους κυνας ποιουσι : τους μεν γαρ κυνας τους χαλεπους τας μεν ἡμερας διδεασι , τας δε νυκτας ἀφιασι
προθυμιᾳ χρησαμενος . ὁθεν ἐν τῃ πολιτειᾳ περιβοητος ἐγενετο και χαλεπους ἐφ ' ἑαυτῳ τους ἐχθρους ἐπεσπασατο τους τε μεγαλων
9999959 ἐπιφανες
παρεκαλει τε γραψαντα και τα των ἀλλων Ἀλβανων ὀνοματα των ἐπιφανες τι κατα την μαχην διαπραξαμενων φερειν ὡς αὐτον ,
βασιλεων ἱεροπρεπως το τεμενος ναῳ τε και στοαις λευκολιθοις : ἐπιφανες δ ' ἐποιησαν Ῥωμαιοι το ἱερον , ἀφιδρυμα ἐνθενδε
9999959 ἀγουσης
' ἡμων ἀντιλαμβανοντες ; λεωφορου γαρ δημοσιας της προς ἀνατολην ἀγουσης ἀπο της δυσεως δια μεσου τησδε χωρουσης της πολεως
χρονον , ἐφασκον , της χωρας ἀμαθεστερον τα περι διαιταν ἀγουσης , ὁ ἀνηρ οὑτος τοις κοινοις ἐπιστας οὐ μονον
9999959 φυλακτεον
ϲταλτικοιϲ κολλυριοιϲ ἐνδοθεν το βλεφαρον : την δε ἐξωθεν διαιρεϲιν φυλακτεον ἐν διαϲταϲει κατα παϲαν την θεραπειαν μαλακωτερα τα φαρμακα
ἁπλουϲτερων πυρετων και ἐπι ϲτομαχου ἀνατροπηϲ και ὀξυκρατῳ προϲκλυζομεν . φυλακτεον δε τον ἐγχρονιϲμον και μαλιϲτα ἐπι των εὐπαθη την
9999959 θαυμασιων
καταρρυτον εἰναι , και Ὀφιουσσα . Ἀριστοτελης ἐν τῳ περι θαυμασιων ἀκουσματων φησιν ὁτι ἐν Τηνῳ τῃ νησῳ φασιν εἰναι
, ὁ την ἡμεραν οὐ βλεπει , ὡς Ἀριστοτελης περι θαυμασιων , τους δε Λωτοφαγους καθευδειν ἑξαμηνον . Γερμη ,
9999959 ἐνερθεν
ἀνειρομενῃ λελιητο . ἱζε δ ' ἐπι χθαμαλῳ σφελαϊ κλιντηρος ἐνερθεν λεχρις ἐρεισαμενη λαιῃ ἐπι χειρι παρειην , ὑγρα δ
κατ ' εὐφρονην , ἐσθλα σοι πεμπειν τεκνῳ τε γης ἐνερθεν ἐς φαος , τἀμπαλιν δε τωνδε γαιᾳ κατοχα μαυρουσθαι
9999959 ἀμελησας
ἀλλων ὀλιγον φροντιζειν , κἀν διαρραγωσιν ἐπαινουντες . ἠν δε ἀμελησας ἐκεινων ἡδυνῃς περα του μετριου την ἱστοριαν μυθοις και
του στερητικου α ἀσπαλιευς . ἀφροντιστησας : ἀμεριμνησας , ἠ ἀμελησας , ἀπο του ἀφροντινω μετα του στερητικου α :
9999959 ἐπιεικειᾳ
εἰσιν ἀσυμφορα τῃ ἀρχῃ , οἰκτος , κολακεια και ἀπραγμοσυνη ἐπιεικειᾳ : συγγνωμῃ . βραχεα : οὐδ ' ὁλως .
ἀστεος αὑτων ἐκρατησαν . κρατησαντες δε εὐψυχιᾳ τους ἐχθρους , ἐπιεικειᾳ τους οἰκειους ἐνικησαν . χρησαμενοι δ ' ἀμφοτεροις ,
9999959 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια
9999959 αἰσχιστα
Κλαυδιος : και μεχρι πολλης ὡρας ἠγριωμενοι τε και τα αἰσχιστα κατ ' ἀλληλων ὀνειδη λεγοντες οὑτοι διετελεσαν . ταις
ταυτης και του ὀνοματος τυγχανουσιν , ἐπειτα χρονον τινα ὑβρισαντες αἰσχιστα και ταχιστα ἀπολλυνται ; οὐκουν τοτε , ἐπειδαν ἀρωσι
9999959 ληφθεντα
ἀλλως εὐ κεινται : και ἀλλα ὁσα πρωϊαιτερον ἠ ὀψιαιτερον ληφθεντα : και οἱ διαχειρισμοι , οἱον ἠ ξηραναι ,
. αἱ μεν οὐν τα δυο [ τα ] πρωτα ληφθεντα πυκνα ὁριζουσαι λιχανοι εἰρηνται : ἡ δε το τριτον
9999959 βαρυτατου
τον τριτον : εἰτα τριτην μεν διεζευγμενων τον ἀπο του βαρυτατου δευτερον του μετα την ὀξυτεραν διαζευξιν τετραχορδου , και
τυγχανοντων , και οὐδε εἱς ἀν εἰποι τον ἀπο του βαρυτατου , φερε εἰπειν , ἐπι το βαρυ λαμβανομενον ἑτερον
9999959 προσεδοκα
ταις παρ ' ἐλπιδας εὐπραγιαις ἐπαιρομενος , παντα ῥᾳδιως χειρωσασθαι προσεδοκα . ἠν δε αὐτον τα ἀναπειθοντα οὐ μικρα ἐς
χρηστον τι μηνυσων , ἠλθε μειδιων και διηγειτο και δωρα προσεδοκα των λογων . ὁ δε αὐτον τε σιγαν ἐκελευε
9999959 μισθους
δε , ὠ θαυμασιε φης γαρ και μαντις εἰναι και μισθους οὐκ ὀλιγους ἐπι τῳ τοιουτῳ ἐξελεξας ἀχρι του και
και ὁμιλιας , ὁστις αὐτην μελλει καλως θεασεσθαι και τους μισθους των ἐπαινων αὐτοθεν κομιεισθαι . ἐγω δε τοσουτον ἐτι
9999959 κλιναις
πατηρ ὁστις πολλους μεν παιδας παρεδωκε μνημασι , πολλαις δε κλιναις σωματα τουτων [ γε ] φερουσαις ἠκολουθησεν , ἀθλιος
και ἀσχημονουντα . ἐκπιπτουσων των ἠλεκτρων : ἰδιως τα ταις κλιναις ἐπιβαλλομενα ἐλεφαντινα οὑτως ἐκαλουν ἠλεκτρα . μεταφορᾳ οὐν κεχρηται
9999959 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999959 πεσουσης
γαρ ἡ κοπρος οὐσα βοηθει : εὐλογως δε και χιονος πεσουσης και ἐαν ἀναζυμωμενης της γης ἐπιγενηται ψυχη και παχνη
φλασθεν πηρωθηναι της μητρος πληγεισης κατα το ἐμβρυον , ἠ πεσουσης , ἠ ἀλλου τινος βιαιου παθηματος προσγενομενου τῃ μητρι
9999959 ἐδεικνυμεν
ἀχροιαν ἡ τριτη δυναμις ἡ θρεπτικη , ἡν ἐξ ἡπατος ἐδεικνυμεν ὁρμασθαι , την διαγνωσιν λαμβανει . ὁταν οὐν ἐπι
οἰκεται δ ' ἐκλαιομεν δεσποιναν , ὀμμα δ ' οὐκ ἐδεικνυμεν ξενωι τεγγοντες : Ἀδμητος γαρ ὡδ ' ἐφιετο .
9999959 παρεστησεν
παρασχων ἱκανος : δια του ἱκανος το ἀξιοπιστον του ποιητου παρεστησεν . οὐκ ἀν οὐν νησων κτἑ . : συλλογισμος
Βρισηιδα . . ὡς γενομενον λεγει , γινομενον δε οὐ παρεστησεν . . . . . Β Κ Λ .
9999959 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999959 Λεπιδος
δ ' ὁ μεν Καισαρ ἐκ Δικαιαρχειας , ὁ δε Λεπιδος ἐκ Λιβυης , Ταυρος δ ' ἐκ Ταραντος ἐπιπλευσεισθαι
πυρινον ἀλευρον ἠ ἀλφιτα . Προς τα Χειρωνεια ἑλκη . Λεπιδος χαλκου ⋖ ι , κηρου ⋖ ι , στυπτηριας
9999959 ἀγραφου
την ἐγγραφον πραγματικην ἀναγομενων προβληματων αὑται διαφοραι . της δε ἀγραφου πραγματικης προβληματων ὁμοιως εἰσι διαφοραι ἑπτα , κατα ἀμφισβητησιν
ὁρᾳς ὁτι φανερως ὁ νομος ἀναιρει την κρισιν : της ἀγραφου παραδειγμα : ἱερεια μυουμενον ἀπεκτεινε τυραννον , και φευγει
9999959 γυναικεια
: Σαρρᾳ γουν οὐ διαλεξεται , πριν ἐκλιπειν ἐκεινην τα γυναικεια παντα και ἀναδραμειν εἰς ἁγνευουσης παρθενου ταξιν . ἀλλ
ὡσπερ ἀπο δακτυλων ῥοδοδακτυλος . και δακτυλιος και δακτυλιδια τα γυναικεια , και δακτυλιογλυφος και δακτυλιογλυφια παρα Πλατωνι . και
9999958 ἀποκαθαιρει
. και ὁ χυλοϲ δε του καρπου τα ἐν ὀφθαλμοιϲ ἀποκαθαιρει . Δρυοϲ ἁπαντα τα μορια ϲτυφουϲηϲ μετεχει ποιοτητοϲ ,
, χρηϲιμον δε ἐϲτι προϲ πιτυρα και ἀχωραϲ και ἐφηλειϲ ἀποκαθαιρει και το προϲωπον λευκαινει και ἀποϲμηχει και προϲφατον ποιει
9999958 ἐντιμοι
ὑπο Χειρωνι την παιδευσιν ταυτην ὁπως θεοφιλεις τε ἠσαν και ἐντιμοι ἀνα την Ἑλλαδα , λελεκται δε και καθ '
ἐκ πτωχων πλουσιοι γεγονασιν , οἱ δ ' ἐξ ἀδοξων ἐντιμοι , ἐνιοι δε τας ἰδιας οἰκιας των δημοσιων οἰκοδομηματων
9999958 συνεμαχησαν
την προαιρεσιν : και αἰνιξαι ἐξ ὡν ἐπι Μαραθωνα οὐ συνεμαχησαν κινδυνευουσῃ τῃ πολει : εἰτα εἰςβαλλεις εἰς την καταστασιν
δε Θουκυδιδης παλιν ζητουμενου , δια τι οἱ Κερκυραιοι οὐδενι συνεμαχησαν , ἀπο της γνωμης ἐπιχειρησας το αὐτο συνεστησε τε
9999958 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999958 Κορινθον
. Κορινθος παις ἠν του Διος , ἐκτισε δε την Κορινθον . και ἀποθανοντα τουτον ἐσεβοντο οἱ Κορινθιοι . Κερκυραιοι
ὀλιγοτητα ἐκβιασθεντες , συνεθεντο τῳ Λευκιῳ και εὐθυς ἠκολουθουν ἐπι Κορινθον , μηχανηματα φεροντες . . . . , .

Back