ἐλαιου ἀνα οὐγγιας πεντε : νιτρου οὐγγιας ἑξ : μυελου ἐλαφειου οὐγγιας δυο : σκοροδων κοκκους διακοσιους τριακοντα . Χρω
ἐξαρταν δε αὐτην δι ' ἐριου ἀπο λυκοβρωτου προβατου ἠ ἐλαφειου δερματοϲ . ἡ δε των αἰγων κοπροϲ δριμυτερα τε
9999985 ἀναγκασαι
ἀνταποδιδοντες ἀλληλοις [ εὐλαβηθητι ] , και μη βουλου με ἀναγκασαι λεγειν ἐκεινο το ” εἰ ἐγω , ὠ Σωκρατες
Κρεοντα δεσποζοντ ' ἐμου οὐδε σθενοντα μειζον , ὡστ ' ἀναγκασαι δραν τας Ἀθηνας ταυτ ' : ἀνω γαρ ἀν
9999985 ἐλαμβανομεν
και ἐπιστατησαι . . . . . το δε τεκμηριον ἐλαμβανομεν ἐκ των Μητροδωρου Ἰωνικων : ἱστορει γαρ ὁτι Σμυρναιοι
οὑτως γαρ δοξουσι πλειους προτασεις ἐκ τριων ὁρων γινεσθαι . ἐλαμβανομεν δε τας ἀντιστροφας προς την τελειωσιν των ἀτελων συλλογισμων
9999984 ἐπιτεταμενως
λοχια και ἐμμηνα κινει ἀρτεμισια πολλη κατα των ὑποχονδριων . ἐπιτεταμενως δ ' ἀγει , ὡστε και ἐμβρυα ἐκβαλλειν ,
ἐξωμματωται . το γαρ ἐξωμματωσθαι ἐστι το ἀποβεβληκεναι , ἠ ἐπιτεταμενως ὁραν . ἡ γαρ ἐξ ἐπιτασιν δηλοι , ὡς
9999984 Ποντικου
γ : συν ὀξυμελιτι καταπλασσε . Το πολυαρχειον . Κηρου Ποντικου # α , μυρου ναρδου # α , τερεβινθινης
δʹ . κοπτε και ἀναλαμβανε μελιτι ἑφθῳ και διδου καρυου Ποντικου το μεγεθος μεθ ' ὑδατος θερμου πινειν κοτυλ .
9999984 ἀπολαμβανομενης
. . ὁτι το ἀπο τησδε τῳ ὑπο δοθεισης και ἀπολαμβανομενης ὑπο καθετου ἑως δοθεντος . . ὁτι συναμφοτερος ἡδε
δυνησονται το περιεχομενον ὀρθογωνιον ὑπο της Κ εὐθειας και της ἀπολαμβανομενης ὑπ ' αὐτων προς τῳ Ζ σημειῳ ὑπερβαλλον εἰδει
9999984 ἀσθενεστερος
μεν ἀποστησονται Θετταλοι , τῃ δε πολει προσθησονται , κἀκεινος ἀσθενεστερος και οὑτοι μειζους γενησονται . ἀξιως της πολεως ]
το πνευμα ὁ υἱος του θεου ἐστιν . ἐπειδη γαρ ἀσθενεστερος τῃ σαρκι ἠς , οὐκ ἐδηλωθη σοι δι '
9999984 πλινθιον
στατας και ὑπερεισεις αὐτους ταις καταζυγισιν . καταστησαμενος δε το πλινθιον οὑτως σφυραν συμμετρον λαβων εἰσελαυνε τους σφηνας ἐναλλαξ ἑκαστον
αὐτους μετριως , και το τηνικαδε θεις ἐπι κροταφον το πλινθιον ἐπι στερεου τινος ὑποθεματος τυπτε μειζονι σφυρᾳ και εἰσωθει
9999984 ἐξεληλεγκται
, και ἐπειδαν φανερος ὑμιν γενηται δωροδοκων , ἐτι μαλλον ἐξεληλεγκται φενακιζων ὑμας , ἀλλα τιμωρησασθ ' ὑμων αὐτων και
ἠ χρηματων ἐπιθυμων . εἰ μεν οὐν ὁστις ᾐτιαθη και ἐξεληλεγκται , πονηρος μεν οὑτος , φευγει γαρ , πονηρος
9999984 Ἡρακλειου
ἀπυρος τῃ ὀγδοηκοστῃ . Κλεονακτιδην , ὁς κατεκειτο ἐπανω του Ἡρακλειου , πυρ ἐλαβε πεπλανημενως : ἠλγεε δε κεφαλην ἐξ
της Εὐρωπης μερων ἀρξαμενος , περιπλει πασαν αὐτην μεχρι του Ἡρακλειου πορθμου και των Γαδειρων της νησου . Εἰθ '
9999983 κηρυττεσθαι
ὡρᾳ : ταχεως . ἡμερων ὀργην τριων : παρα το κηρυττεσθαι σιτια ἡμερων τριων τοις στρατιωταις ⌈ : ἐπαιξεν οὐν
δ ' ἐν τῳ θεατρῳ μακαριους : και τουτους μεν κηρυττεσθαι φασιν , ἐκεινους δε ἀποκηρυττεσθαι , δηλον ὁτι παρα
9999983 ἐναρμονιον
τον Ἀρχυταν ἐνδειν του μετριου , μη μονον αὐτου το ἐναρμονιον ἀλλα και το τε χρωματικον και το διατονικον ἑκατερον
. τρια μεν τοινυν οὑτος ὑφισταται γενη , το τε ἐναρμονιον και το χρωματικον και το διατονικον : ἑκαστου δε
9999983 εὐδαιμον
ἑτερον τι , ἐξ ὡν φησιν , ἠ το παρασιτειν εὐδαιμον νομιζων . και μην οὐδε τῳ τυχοντι ἀνδρι περιτεθεικε
βασιλεως , ὁσοι τε κολακες τραπεζης [ και ] το εὐδαιμον γαστρι και τοις αἰσχιστοις μετρουσιν , ὑπεμιμνησκον αὐτον της
9999983 ναυμαχειν
ἀνεχωρησαν . Ἀθηναιοι ἐν Αἰγος ποταμοις τετρακις ἀνηχθησαν προς το ναυμαχειν . Λυσανδρος ὁ Λακων οὐκ ἀντανηγετο . οἱ μεν
ἐπιμενοντος οἱς ἀπ ' ἀρχης διε - γνωκει , μη ναυμαχειν διχα του Καλουισιου : γνωμῃ δε αὐτου παρα τε
9999983 καταληκτικου
τροχαϊκη , ἀλλα διμετρων δυο μεν ἀκαταληκτων , ἑνος δε καταληκτικου . οἰκοι λεοντες : παροιμια παρα τους ἐν τῃ
Το ιβʹ προσοδιακον διμετρον καταληκτικον ἀπο ἐλασσονος Ἰωνικου και χοριαμβου καταληκτικου . Το ιγʹ τροχαϊκον τριμετρον ἀκαταληκτον , ὁ καλειται
9999983 εὑρασθαι
νυν , οἱ μεν αὐτεων ἀδυνατα εἰναι λεγουσιν ἀνθρωποισι τελος εὑρασθαι μαντικης : οὐ γαρ εἰναι μιν οὐτε πιστην οὐτε
την τιμην εὐνουν πολιτην και σωφρονα . εἰ δ ' εὑρασθαι την ἀρχην οὐχ ὑπωπτευσεν , πως οὐ σφοδρα δουναι
9999983 εὐδαιμονειν
πατριδα , κἀν νησιωτης ᾐ , κἀν παρ ' ἀλλοις εὐδαιμονειν δυνηται , και διδομενην ἀθανασιαν οὐ προσησεται , προτιμων
ἐχεγγυον το ἐντιμον ἐν γηρᾳ ἐσεσθαι . Το δ ' εὐδαιμονειν οὐκ ἀνευ του εὐνομειν , το δ ' εὐνομειν
9999983 ἀπολαυσεις
λαμπρα φυσωμεν και πνευσαντες μεγα και συντονον πλησιστιοι προς τας ἀπολαυσεις των παθων φερομεθα και οὐ προτερον στελλομεν τας ἀνειμενας
οἱ δε ἱπποποταμοι ζῳον ἀδικωτατον . ἀντι του οὐδενος κακου ἀπολαυσεις , οὐδεν πεισῃ . . ὡσπερ ὀρνιν ὀρφανον :
9999983 λαμβανομενης
παλιν δυο εὐθειαι εἰσιν αἱ ΚΛ ΛΘ ἐξωθεν της ΛΜ λαμβανομενης , ὁ ἀρα της ΚΛ προς ΛΘ λογος συγκειται
ὡς ἡ ΘΝ προς ΝΞ , της ΖΝ κοινου ὑψους λαμβανομενης οὑτως το ὑπο των ΘΝΖ προς το ὑπο των
9999983 ἀφικομενης
και ἡ τυχη του πολεμου τας ἑκατερων γνωμας ἐκρινεν . ἀφικομενης δε της του Σεβηρου δυναμεως ἐς την Γαλ -
πολλας ἐλπιδας εἰχε λιμῳ πιεσθεντας παραδωσειν αὐτῳ τα ὁπλα . ἀφικομενης δ ' εἰς Ῥωμην περι τουτων ἀγγελιας Κοιντος Φαβιος
9999983 κτισαντος
διοικητης , τριτον δε ὁτι ἀπ ' ἐκεινου του πρωτον κτισαντος τας Συρακουσας . . εἰ δ ' εἰη μεν
λιμνη Βοιβιας , ἀπο Βοιβου του Γλαφυρου του τας Γλαφυρας κτισαντος . ἐστι και ἐν Κρητῃ Βοιβη της Γορτυνιδος .
9999983 μεταγενεστεροις
δε ψογος τιμωρια φαυλοτητος ἀνευ πληγης . καλον δε τοις μεταγενεστεροις ὑποκεισθαι , διοτι βιον οἱον ἀν τις ἑληται ζων
. παντα γαρ ἁ ἠκουσεν και εἰδεν γραψας κατελειψεν τοις μεταγενεστεροις πασι του της ἀληθειας πνευματος . ὁμοιως δε και
9999983 φθειρεσθαι
; εἰτα ἐξ ἀρχης ἐρεις , τι κηδεμονος ἰδιον το φθειρεσθαι , το μηδεν αἰσχρον πασχειν , ἐαν το ἐπιμελεισθαι
χρονος ὁ παρελθων και ὁ μελλων , ἐν χρονῳ δε φθειρεσθαι το νυν οὐ δυνατον : συμπαρεκτεινοιτο γαρ ἀν το
9999983 φροντιστηριον
δε και κοινωνικωτατον σοφια , συγκλειει μεν οὐδεποτε το ἑαυτης φροντιστηριον , ἀναπεπταμενη δε ἀει δεχεται τους ποτιμων διψωντας λογων
. [ . . ] ψυχων σοφων τουτ ' ἐστι φροντιστηριον : ἐνταυθ ' ἐνοικους ' ἀνδρες , οἱ τον
9999983 ἀναγραψομεν
〚 ἀλλα περι μεν τουτων τα κατα μερος μικρον ὑστερον ἀναγραψομεν , περι δε της του ποταμου φυσεως και των
των προπαιδευματων και περι κακωσεως , ἑξης τον περι φυγαδων ἀναγραψομεν τοπον . μεμνηται γαρ πολλαχου των ἀποδιδρασκοντων , καθαπερ
9999983 παραχωρησεως
, ἡ δ ' ὑπο ΘΑΜ γωνια της κατα πλατος παραχωρησεως , οἱων μεν εἰσιν αἱ β ὀρθαι τξ ,
ἀποτεμνομενης αὐτου καθ ' ἑκαστον ἐφ ' ἑκατερα τα μερη παραχωρησεως . ἐπει δε και μεγιστος οὑτος ὁ κυκλος θεωρειται
9999983 ἀποτελεσματα
ἐπι τριτους και ἐπι τεταρτους „ : ἐπι γαρ τα ἀποτελεσματα και ὡς ἀν ἐγγονα των λογισμων στειχουσιν αἱ τιμωριαι
οὐ το τυχον και αὐταις συμβαλλομεναις προς τα των καιρων ἀποτελεσματα , ταις μεν του Κρονου προς τους καθολικους των
9999983 κοσμησαντες
' ἀγεθ ' ὁπλιζεσθε και ἐξελθωμεν ἐπ ' αὐτους σωματα κοσμησαντες ἐν ἐντεσι δαιδαλεοισιν . Ταυτ ' εἰπων ἀνεπεισε καθοπλιζεσθαι
ἀλλα και δια πρεσβειας ἀπειποντων τῃ πολει μη πεμπειν , κοσμησαντες ὁμου τους τε θεωρους και τους ὁπλιτας ἀπεστειλαν ,
9999983 συμπιπτοντων
μεθ ' ἁλμης [ ἐν ] οἰνῳ κεκραμενης . Των συμπιπτοντων ταις κυουσαις ἐπειδη ταυτα μαλιστα ἐνοχλει , το περισσαινειν
, λογων μεν παντα μεστα και ψιθυρισματων , σοφιστων σοφισταις συμπιπτοντων , ἐργου δε ἐρημια δεινη : και το θρυλουμενον
9999983 τυγχανοντος
κηρωτης ἀνιεναι μιξει . συμβαινει δ ' ἐνιοτε του φαρμακου τυγχανοντος ἰσχυροτερου συντηκεσθαι τι της σαρκος ὡς ῥυπαρον και ὑγρον
Μεγαλου κολπου του παρα την ἐκτος Γαγγου Ἰν - δικην τυγχανοντος σταδιοι ͵͵α͵βφνʹ . Οἱ δε συμπαντες ἀπο του πεμπτου
9999983 φαινομενην
τῳ ηʹ ἀστρῳ ἀπο ἑῳας φαινομενης ἐπιτολης ἐπι την ἑσπεριαν φαινομενην ἐπιτολην . Παλιν ἐπει το θʹ τῳ μʹ κατα
Καρκινου μοιρας β . και διηχθω ἡ ΔΖΚΝ εὐθεια την φαινομενην μοιραν την της σεληνης περιεχουσα : το μεν ἀρα
9999983 δεδομενης
και μεγεθει δεδομενη ᾐ , ἡ κορυφη αὐτου ἁψεται θεσει δεδομενης εὐθειας : ἑτερα δε τοιαυτα : ἐαν εὐθειας τῳ
ἀριθμον ἡ πλευρα τουτου ἑκαστον ἐχῃ σημειον ἁπτομενον εὐθειας θεσει δεδομενης , των τριων μη προς γωνιαις ὑπαρχοντων τριγωνου χωριου
9999983 φυλαττοντων
ταυτην την τελειαν ποιησεται αὐξησιν ἀπο παντων των περιστατικων , φυλαττοντων μονον ἑν τι τουτων ἀνεξεταστον , ὁ την μεταληψιν
. Κατα πολυπληθειαν δε φυλης ἑκαστης το μεγεθος του τειχους φυλαττοντων . Ἐπειτα οὑτως ἀφ ' ἑκαστης φυλης τους δυναμενους
9999983 προσυπακουστεον
μεχρι τελους ταυτης της ἡμερας . μεχρι του δευρο : προσυπακουστεον το λατρις ἠ το θης : Μοιρας δολωσας :
φησιν ὁτι το ὀν οὐδεν ἐστιν , και δηλον ὁτι προσυπακουστεον το ἀληθες ἠ ψευδος , ἐπει ἀπορον ἐσται :
9999983 μαλακτικον
δια μελιτος ἠ της Σεραπιωνος μηλινης ἠ της Μνασεου , μαλακτικον μεντοι . Κηρου οὐγγιας ιστ , ἁλος κοινου ,
ἐϲτι δε και λεπτομερεϲ την οὐϲιαν , και δια ταυτα μαλακτικον τε ἐϲτι μετριωϲ και διαφορητικον ὡϲαυτωϲ και δηλονοτι ϲυμπεπτικον
9999983 παραδεισου
ἀναστα και πορευου μετα του υἱου ἡμων Σηθ πλησιον του παραδεισου , και ἐπιθετε γην ἐπι τας κεφαλας ὑμων και
τυχων κληρονομησαι την ἀφθαρσιαν . Ἐκβληθεις δε Ἀδαμ ἐκ του παραδεισου , οὑτως ἐγνω Εὐαν την γυναικα αὐτου , ἡν
9999983 ἀκου
ἐκλαμπει λογος . θαρσησον , ὠ παι , και λογων ἀκου ' ἐμων : ἰδειν γαρ ὀψιν την ἐμην ἀμηχανον
και ποδος διαρριφα : θριαμβοδιθυραμβε , κισσοχαιτ ' ἀναξ , ἀκου ' ἀκουε ταν ἐμαν Δωριον χορειαν . Λακων ὁ
9999982 ἀποστησαι
τοσονδε αὐτους δειμα ὡς προσαγοντων δεινων κατεσχεν ὡστε μη δυνασθαι ἀποστησαι της ἐκπληξεως . . δεξιος . : . .
κτησασθαι τα ἑαυτου μονα . ἀδυνατου γαρ ὀντος του παντας ἀποστησαι της κλοπης εὑρε πορον ὁ νομοθετης δι ' οὑ
9999982 γεγενησθαι
το ἑν το οὐδετερον ὡς ἀπο της ὠ ἑν κλητικης γεγενησθαι : ὡς γαρ εἰρηται το εἱς οὐκ ἐχει κλητικην
ἀφ ' ὡν οὐδενος οὐδεμιη δυναιτ ' ἀν αὐξησις ὑδατος γεγενησθαι . Το μεν οὐν αἰτιον του ὑδρωπος ἠδη εἰρηται
9999982 γελασαντα
δεισθαι του Λυδου . προβαλλομενων δε την ἱκετηριαν των Ἐφεσιων γελασαντα φασι τον Κροισον και δεξαμενον πραως το στρατηγηθεν τοις
, τι οὐ διηλθες ἡμιν ; Και τον Ζηνωνα ἐφη γελασαντα φαναι : Αὐτου , ὠ Σωκρατες , δεωμεθα Παρμενιδου
9999982 στρατευσαντων
δε τους αὐτους καιρους Καρχηδονιων τριακοντα μυριασιν ἐπι την Σικελιαν στρατευσαντων , Γελων ὁ Συρακουσιων ἀφηγουμενος ἑνι στρατηγηματι και ἀκαρει
] ἐχθες και πρῳην , Ἀθηναιων τηλικαυταις δυναμεσιν ἐπι Συρακουσας στρατευσαντων , οἱ πατερες ἡμων οὐδε τον ἀπαγγελουντα την συμφοραν
9999982 ἀνοσιους
, εἰς την οἰκιαν ἀναλαμβανων ἀνθρωπους πονηρους , περιεργους , ἀνοσιους περι τους φυσαντας , ἀχαριστους , μεμισημενους ὑπο των
ἐστι του δικαιου , ὁθεν και τους πανυ ὀντας ἀδικους ἀνοσιους λεγομεν . κρειττον δε ἐστιν εἰπειν ὁτι διαφερει ὁσιον
9999982 λογιοις
περι αὐτης . οἰμαι δε σε την αὐτην και τοις λογιοις θεοις δωσειν χαριν . δει δε σε νομιζειν και
τον ἀνδρα και τον νουν ἀπεφηναμεν , τον μεν πεισθεντα λογιοις ἐκ δυσαποσπαστων ἀφελκυσθεντα , τον δε νουν , ὁτι
9999982 ἀποκαταστησαι
και την μεταβολην του πολιτευματος εἰς τον ἐξ ἀρχης κοσμον ἀποκαταστησαι προθυμουμενος αὐτος τ ' ἀναφανδον , ὡσπερ και προτερον
Δεομεθα σου , μακροθυμησον ἐφ ' ἡμας : ἰδωμεν πως ἀποκαταστησαι σοι δυναμεθα . κἀγω ἀνυπερθετως προεφερον αὐτοις το χειρογραφον
9999982 ἀπολυσασθαι
παραδειγματων σεμνων και κατορθωματων λαμπρων και το καθ ' αὑτον ἀπολυσασθαι και δειξαι ὡς δια το ἐθος ἡ πολις ,
, πολλην ἀναγκην ὁρω κἀμοι περι τουτων εἰπειν και πρωτον ἀπολυσασθαι τας κατ ' ἐμαυτου διαβολας . ὠνειδισται γαρ μοι
9999982 ἡμερωτατον
, ἐν Αἰγυπτῳ δε κολοιου μεγεθος και φθογγη διαφορος : ἡμερωτατον δ ' ἡ ἰβις , πελαργω - δης μεν
θυγατερας δοκιμου ἀνδρος . εἰ δε οἱ θεοι ἰσασι το ἡμερωτατον ζῳον και το ἀγριωτατον , οὐδε ἡμιν ἐκμελες τας
9999982 ἐπικουρησαι
εἰς θαλασσαν , ἐτι δε ἐφορμων τῳ λιμενι παντα βουλομενον ἐπικουρησαι διεκωλυεν . ταχυ δε των ἐπιτηδειων ἐξαναλωθεντων τοσαυτην περι
του των πραγματων ὀχλου , δι ' ὁν οὐδ ' ἐπικουρησαι των ῥητορων τοις πενησιν ἐστι σοι . λεξουσι μεν
9999982 ἐξετασαι
. Ἀξιον τοινυν , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , κἀκειν ' ἐξετασαι , πως ποθ ' οἱ παλαι τας τιμας ἐνεμον
ἀγαθας οὐσας φυσει και μητερων χρηστοτητος οὐκ ἀπολειπομενας : παλιν ἐξετασαι δει την αἰτιαν , δι ' ἡν ἐβουληθη Περικλης
9999982 φθαρεντων
. ἰσως και συνηργησεν αὐτῳ δαιμων τις . των ναυτικων φθαρεντων οἱ ἐν Ψυτταλειᾳ εὐαλωτοι γεγενηνται . της ἀπολομενης .
τῃ μοιρᾳ του θανατου . . των οἰχομενων ] των φθαρεντων . . καλυψαι ] ἀφανισαι . . ὀτοτοι ,
9999982 ἀπολυσας
Σολων εἰς τας Ἀθηνας μετενεγκειν , ὁν ὠνομασε σεισαχθειαν , ἀπολυσας τους πολιτας ἁπαντας των ἐπι τοις σωμασι πεπιστευμενων δανειων
γενεσθαι : ὁ μεν ἐτυχε δικην τινα δικασας ὀρθως και ἀπολυσας ἐγκληματος του μεγιστου ἀδικως συκοφαντουμενον ἀνθρωπον , ὁ δε
9999982 ἀπολις
ἀδιαγωγος ἀδικος ἀνισος ἀκοινωνητος ἀσυμβατος ἀσπονδος πλεονεκτης κακονομωτατος ἀφιλος ἀοικος ἀπολις στασιωδης ἀτακτος ἀσεβης ἀνιερος ἀνιδρυτος ἀστατος ἀνοργιαστος βεβηλος ἐναγης
, ὁτι ἐνδεχεται . ἰδετε με , ἀοικος εἰμι , ἀπολις , ἀκτημων , ἀδουλος : χαμαι κοιμωμαι : οὐ
9999982 παραληγουσαν
βραχυνουσι του καρις την ληγουσαν . ἑτεροι δε ἐκτεινοντες την παραληγουσαν , ἐκτεινουσι και την ληγουσαν . ὁμοιως το ψηφις
υ ἡ λεουσι δοτικη , ἠμελλεν ἐλαττονα ἐχειν την ἰδιαν παραληγουσαν της παραληγουσης των ἀλλων πτωσεων , ὁπερ ἐστιν ἀτοπον
9999982 ἀνοσιου
ὁ μυθος δηλοι , ὡς οὐ χρη τινα ἐπι διαθεσει ἀνοσιου ἀνδρος πεποιθεναι πωποτε , κἀν πολλην αὐτῳ την εὐνοιαν
, πικραν πικραν ἰδουσα δυσελεναν , φονευομαι διολλυμαι σφαγαισιν ἀνοσιοισιν ἀνοσιου πατρος . μη μοι ναων χαλκεμβολαδων πρυμνας ἁδ '
9999982 Μελητον
Ὀνοματα . Τουσδε Ἀνδρομαχος ἐμηνυσεν : Ἀλκιβιαδην , Νικιαδην , Μελητον , Ἀρχεβιαδην , Ἀρχιππον , Διογενη , Πολυστρατον ,
: ἐντευθεν φασι τον Ἀριστοφανην χαριζομενον τοις περι Ἀνυτον και Μελητον γεγραφεναι το δραμα διαβαλλοντα εἰς ἀθεοτητα τον Σωκρατην .
9999982 εὐδαιμονουντων
εὐ πιπτουσιν οἱ Διος κυβοι : ἐπι των εἰς παντα εὐδαιμονουντων . οἱ δε , ἐπι των ἀξιως τιμωρουμενων ,
ἀπροσδοκητως ὑπο ἀνθρωπων σωζομενων : και ἐπι των δια τινος εὐδαιμονουντων , ὡσανει ἐλεγεν : ἀνθρωπος τῳ ἀνθρωπῳ θεσει θεος
9999981 ἀποπειρασθαι
. Γ σκιμαλιζειν ἐστι το τῳ μικρῳ δακτυλῳ των ὀρνιθων ἀποπειρασθαι εἰ ᾠοτοκουσιν . ἐνταυθα δε παιζει , οἱον των
χειμωνος ὡρᾳ . ἀει δε μεχρι τοσουτου σοι των γυμνασιων ἀποπειρασθαι προσηκει , μεχρις ἀν μηκετι κοπον ἐμποιῃ το γυμνασιον
9999981 Θηβαιου
το κοινον . . . . Κυπριδος Ἁρμονιαν ] Δερκυλος Θηβαιου τινος Δρακοντος , Ἀρεως δε υἱου φησιν εἰναι την
ἀοιδιμοι Ἑλλαδος ἐρεισμ ' Ἀθαναι , και ὁτι Πινδαρου του Θηβαιου το ἐπος τουτο ἐστι και ὁτι ἐζημιωσαν αὐτον Θηβαιοι
9999981 Πολυπερχοντος
ἀκοντιστων και τοξοτων και των καταπελτικων βελων . του δε Πολυπερχοντος ἀνακαθαιροντος παντα τον τοπον του πτωματος και τοις θηριοις
προσεθεντο . μιας δ ' οὐσης αὐτῃ βοηθειας της παρα Πολυπερχοντος συνεβη και ταυτην συντριβηναι παραδοξως : ὁ γαρ ὑπο
9999981 ἀπολαμβανομενην
, ἐσται , ὡς ὁλη ἡ διηγμενη προς την ἐκτος ἀπολαμβανομενην μεταξυ της παραλληλου και της τομης , οὑτως τα
την ὑποτεινουσαν ἀχθῃ τις εὐθεια , ἡ ἀχθεισα προς την ἀπολαμβανομενην ὑπο της ἀχθεισης και μιας των περιεχουσων την ὀρθην
9999981 ἐκπιπτων
. ἁμα γαρ διαθερμαινεται και το ἐντος και ὁ ἱδρως ἐκπιπτων λυει την λειποθυμιαν . ψυχεται δε και τα θερμα
πλησιον δε και ὁ Ἀραξης ἐμβαλλει τραχυς ἐκ της Ἀρμενιας ἐκπιπτων : ἡν δε ἐκεινος προωθει χουν πορευτον ποιων το
9999981 μανθανομεν
προτερον , ὑστερον ταυτας λαμβανομεν , πως ταυτας γινωσκομεν και μανθανομεν ἀνευ προϋπαρχουσης γνωσεως ; κειται γαρ ὁτι πασα μαθησις
ἐπει τουτο ὑστερον ἡμιν εὑρισκεται , ἀλλ ' ἐξ αὐτων μανθανομεν ὁτι ἀπο του Ἡρακλεους καταγονται . ὑστερον δε τῃ
9999981 δικαστηριον
νομιμα το ψηφισμ ' εἰρηται . Δευτερον δ ' ἑτερον δικαστηριον το των ἀκουσιων φονων φανησεται συγχεων , τοὐπι Παλλαδιῳ
οὐκ εἰσαγωγιμον την δικην οὐσαν . ἀλλ ' εἰς ποιον δικαστηριον εἰσελθωμεν , ἀνδρες δικασται , εἰ μη προς ὑμας
9999981 τελευτησαντων
λεγουσιν οὐκ ἀν τις ῥᾳδιως συγκαταθοιτο . Ταφας δε των τελευτησαντων ἰδιως οἱ κατα την Αἰθιοπιαν ποιουνται : ταριχευσαντες γαρ
, το δε σωμα ἰνδαλλομενον ἡμων ἑκαστοις ἑπεσθαι , και τελευτησαντων λεγεσθαι καλως εἰδωλα εἰναι τα των νεκρων σωματα ,
9999981 γινομενη
ὀνομασι και ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ἐτι δε ἡ γινομενη ἐκ δυο ὀνοματων την αὐτην ταξιν ἐχει τῃ ἀποτομῃ
, ἀμβλυωπια δε ἀμυδροτηϲ του ὁραν ὑπο τινοϲ ἀδηλου αἰτιαϲ γινομενη . θεραπεια δε ἁρμοζει κοινωϲ μεν ἡ ἐπι των
9999981 ἀποκαθιστασθαι
και οὐχ ἁδρον , ὁν καλουσι καμακιαν , και οὐκ ἀποκαθιστασθαι παλιν σπειρομενον : τουτο μεν οὐν ὡς παυροις συμβαινον
ἐν ἡμεραις Ϟʹ ηʹʹ , και ἐπι το α σημειον ἀποκαθιστασθαι . και τον ἑαυτου κυκλον διαπορευθεις ὁμαλως τον των
9999981 ἐσχατου
φυσει τινος τοπου ὡρισμενου , οἱον του μεσου ἠ του ἐσχατου , ἠ προς το τυχον , το δε πορρωτερον
το χαρακτηριστικον , ἐπι δε των ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν ,
9999981 κατεσκευασμενου
κατ ' ἀρχας οὐδεν ἀμεινον του ῥοδινου του χωρις ἁλων κατεσκευασμενου ψυχροτατου κατα του βρεγματος διαβρεχομενου : ἐστω δε μη
δυσι πλειονων των τετταρακοντα , και καθισαντων ἐπι τινος ἡμικυκλιου κατεσκευασμενου περαν της λιμνης , ἡ μεν βαρις καθελκεται ,
9999981 προσενεχθεις
Ἀντιπατρῳ δουναι περι της πολεως . ὁ δε φιλανθρωπως αὐτοις προσενεχθεις συνεχωρησεν ἐχειν την τε πολιν και τας κτησεις και
ποιει και ὁ της μορεας ὀπος , ἐριῳ καθαπερ πεσσος προσενεχθεις μαλιστα ἐπι των δυσαισθητον ἐχοντων την ἑξιν . πολλοις
9999981 ἐκλεγομενοι
και περι ὑδατος ἀλλοι μεν κρισιν ποιουσιν εἰς σταθμον ἀποβλεποντες ἐκλεγομενοι το κουφοτερον : και τινες και ὑδροστατας κατασκευαζουσι δι
στυρακων μηλα χρυσα ἐχοντες , χιλιοι τον ἀριθμον , ἀριστινδην ἐκλεγομενοι ἐκ των μυριων Περσων των Ἀθανατων καλουμενων . και
9999981 ἐνδεικτικον
. Ὁτι ὑποστασιν καλουσιν το ἐμφασιν ἐχον και παθους τινος ἐνδεικτικον , καθαπερ το Δημοσθενικον : „ οὑτως ὠργισθη και
οὐ προς παν σημειον ἀντιλεγομεν , ἀλλα προς μονον το ἐνδεικτικον ὡς ὑπο των δογματικων πεπλασθαι δοκουν . το γαρ
9999981 βουλομενης
το κακον ὡμολογουν και ταυτα της του γηρως φιλοτιμιας παντα βουλομενης εἰδεναι δοκειν . ἀνελογιζομεθα τοινυν τον ἐμπροσθεν χρονον μεχρι
, το δ ' ἐκει ὁρωμενον ἀει μεταφερειν εἰς ἀλλο βουλομενης , το μεν ἀθροον αὐτῃ παν παρειναι οὐκ ἠθελεν
9999981 θυλακον
σωμα καλεσας , και το πτισσε , πτισσε τον Ἀναξαρχου θυλακον , αὐτον γαρ Ἀναξαρχον οὐ μη πτισῃς ποτε .
Θησεως Εὐριπιδου . θυλακιον : ὡς αὐτου βασταζοντος ⌈ ἐλεγε θυλακον . ἀγαλμα ] ἀγαλμα λεγεται , ἐφ ' ᾡ
9999981 χαριστηριον
και κατεπαυον της ὀργης . Οὑ δη χαριν ἡ Μεγακλω χαριστηριον αὐταις ὑπερ της μητρος ἀνεθηκε στηλας χαλκας και ἀνα
Ἀπολλωνι πεμπειν εἰκονα χρυσην , ἐπι καταδικῃ του ἀρχοντος , χαριστηριον δε τῳ θεῳ παρα Ἀθηνων . Σωκρατει γουν ὑπισχνειται
9999981 ἀνεγκλητον
εἰναι την συμβουλιαν . ἀταρ οὐ παντη τον Αἰτωλον ἀφηκεν ἀνεγκλητον ὁ πρεσβυτης ὁ Πυλιος . το δε ἐγκλημα ἐστιν
οὐ μεντοι ὁσα διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν
9999981 ἀναφορικον
το Μ ἐπαγοιτο : Οἰον οἰστρος οἰκος . το οἱος ἀναφορικον δασυνεται . το οἱμος οἱμω δασυνεται . Ἡ ΑΥ
των μοιρων ἀπογραφεσθαι γνωμονα ἡλιακον : ἐπειτα εἰσελθοντας εἰς το ἀναφορικον κατα το γεννητικον κλιμα σκοπειν , τι μερος παρακειται
9999981 εὑρεθεντων
, διαλειπει νβ : οὐδενος δε των ἐν τοις τονοις εὑρεθεντων ἀριθμων οὑτος ἐστιν ἡμισυς , οὐτε του ρη οὐτε
και αὐτων τουτων των ἐκ της δευτερας του μηκους εἰσαγωγης εὑρεθεντων ἑξηκοστων λαβοντες το αὐτο μερος , ὁσον και αὐτα
9999981 κατηγορικου
δια του πεμπτου τροπου των ὑποθετικων δεικνυμενου , του δε κατηγορικου λημματος ὀντος . οἱον ἡ διαμετρος του τετραγωνου τῃ
γαρ τουτο ἐστι το ζητουμενον . πασα δε ὑποθεσις δια κατηγορικου λογου κατασκευαζεται παντως . τις γαρ οὐκ οἰδεν ὁτι
9999981 συμβολοις
και Βραγχιδαις τας ἀποθεσπισεις δια λογων , ἀλλα νευμασι και συμβολοις το πλεον , ὡς και παρ ' Ὁμηρῳ „
, ὁν τροπον ζωγραφοι γραφουσι ποταμους , ῥευμασι δε και συμβολοις τοις οἰκειοις ὑποφαινομενος λειμωσι τε παρα τας ὀχθας αὐτου
9999981 ἀπολαυων
τῳ λοιπῳ δημῳ των νεκρων , ἐμοι δοκειν , τοσουτον ἀπολαυων του μνηματος , παρ ' ὁσον ἐβαρυνετο τηλικουτον ἀχθος
ἑτοιμον ἠν ἀπολωλεναι κρυμῳ τε και νιφασιν , οὑτω φαιδρας ἀπολαυων ἐπορευετο της ἀκτινος , ὡστ ' ἐαρ ὀνομαζοντες την
9999981 ἀποδοτεον
ἐν οὐδενι κινδυνῳ καθεστηκοτι ; ἀλλα και το δανειον μαλλον ἀποδοτεον τῳ δανεισαντι ἠ ἑταιρῳ χαριστεον , ἀλλ ' οὐδε
δε μερεσιν ἑκαστοις θεον ἠ δαιμονα ἠ και τινα ἡρωα ἀποδοτεον , ἐν δε τῃ της γης διανομῃ πρωτοις ἐξαιρετα
9999981 ποιητικους
ὑπερ τα ἀτομα και ὑπερ τους καθολου λογους τους τε ποιητικους και τους γνωστικους αἱ κυριως ἀρχαι . οὐδε τα
τοις σωμασιν μαλιστα προσεδρευειν τ ' ἀριστους τῳ ποθῳ , ποιητικους , ἰταμους , προθυμους , εὐπορους ἐν τοις ἀποροις
9999981 συνελαμβανον
στενωπους , των δε περι ταις ἁλισκομεναις οἰκιαις μαχομενων . συνελαμβανον δε του ἐργου τοις ἐνδον και γυναικες ἀπο των
. ἐπει δε αὐτους ἐπι των ἀγρων νυκτος ἐπελθοντες λῃσται συνελαμβανον , οἱ δε ἐκ των πυργων ἐβαλλον και πυρ
9999981 διαλεκτικους
αἰχμαλωτους : τους Γαλατας μιμουμενος κἀγω κατακαυσειν ηὐξαμην τοις δαιμοσι διαλεκτικους τρεις των παρεγγεγραμμενων . και μην φιλοσοφειν φιλολογειν τ
μενειν , ἠν μη τους φυσικους ἐκεινος ἐπιτριψῃ και τους διαλεκτικους ἐπιστομισῃ και την Στοαν κατασκαψῃ και την Ἀκαδημιαν καταφλεξῃ
9999981 παρακολουθουντων
κατα συμβολικον τροπον , ὁς οὐδεν δυναται των συστατικων ἠ παρακολουθουντων ἐμφαινειν . εἰ δε το ποιουμενον καθα δεδηλωκαμεν ἁτε
φασιν οἱ περι τον Καρυστιον Ἀντιγονον , ὑπο των γνωριμων παρακολουθουντων . Αἰνεσιδημος δε φησι φιλοσοφειν μεν αὐτον κατα τον
9999981 πατρια
αὐτον καθαρῃ του μυσους ; ἐαν , φησιν , ἡ πατρια γη πιῃ το αὐτων αἱμα . ἐνθεν και αὐτοχθονας
ὡς ἑτερως φιλοσοφουντας εὑρεθησεται ὁ σκεπτικος , κατα μεν τα πατρια ἐθη και τους νομους λεγων εἰναι θεους και παν
9999981 ἀναγνωστεον
. βηναι ] ἐπιβηναι . ἡμετερα + καθ ' ὁμαλισμον ἀναγνωστεον το νυν και ἀνευ τονου , ἱν ' εἰη
ἐσαν οἱ πεπλοι παμποικιλοι : ἡ διπλη , ὁτι ἐγκεκλιμενως ἀναγνωστεον οὑτως δυο τονοις , καιτοι πυῤῥιχιακης οὐσης της λεξεως
9999981 προστακτικου
. . νηα ἁλις χρυσου και χαλκου νηησασθαι : ἀντι προστακτικου . . . . . οἱ κε σε δωτινῃσι
ἀντι του πειρω . χρωνται δε τῳ ἀπαρεμφατῳ ἐπι ἑνικου προστακτικου και πληθυντικου ὁμοιως , γραφειν λεγοντες ἀντι του γραφετε
9999981 ἐρρωμενοι
ἑτερων ἀπεδεικνυ Μαγνος ἐτι νοσουντας . οἱ δε ὑγιαινοντες και ἐρρωμενοι χαριν ὡμολογουν τοις θεραπευσασιν : ἀλλ ' ἐκρατει των
, τιμωμενοι , [ παλιν ] ὑγιεινοι , πιονες , ἐρρωμενοι , ἁβροδιαιτοι , θρυπτομενοι , πονον οὐκ εἰδοτες ,
9999981 τετραπλασιον
ὑπο ΒΑ , ΑΓ μετα του ὑπο ΑΒ , ΒΓ τετραπλασιον ἐστι του ἀπο ΑΔ . ἀλλα το μεν ὑπο
ἐκ της διαγωνιου , τριπλασιον ἐκ τουτου του θεωρηματος , τετραπλασιον ἐκ του μηκει διπλασιους εἰναι τας πλευρας , πενταπλασιον
9999981 διαφορητικωτερον
ἐκθλιβομενων γινεται : το μεν γαρ κικινον λεπτομερεστερον τε και διαφορητικωτερον ἐστιν , ὁμοιον μαλιστα τῳ ἐκ της ἐλαιας ἐλαιῳ
και γινεται μαλακτικωτερον : εἰ δε λαβῃ ἐλαιον , γινεται διαφορητικωτερον . Ἡ δι ' ἀσπιδων διαφορητικη χοιραδων και των
9999981 χρηστηριον
. . . Οὐνομα δε τῃ πολι ταυτῃ ὁκου το χρηστηριον ἐστι Βουτω , ὡς και προτερον ὠνομασται μοι :
' Ἀρισταιον φασι μετα την Ἀκτεωνος τελευτην ἐλθειν εἰς το χρηστηριον του πατρος , και τον Ἀπολλω προειπειν αὐτῳ την
9999981 μαλακον
ϲτομαχου την χειρα ἐχοντα , τῳ δε βραχιονι ὑπαυχενιον ὑποβεβληϲθω μαλακον ἐχον ὑφ ' αὑτῳ δερμα χαριν του ταϲ ἐπιρροιαϲ
μητε λεπιδας ἐχοντα μητε τραχυ μητε ὀστρακωδες το δερμα , μαλακον δ ' οὑτως ὡς ἀνθρωπος : ἐστι δε ταυτα
9999981 συντιθεμενοι
ἐξ ἑκατερωθεν ἱστασθαι και οἱονει ὑπερασπιζειν αὐτων , οὑτοι οὐν συντιθεμενοι μετα των τετραγωνων παντως τετραγωνους ποιουσιν : οἱον μεταξυ
ἐστι τετραγωνος . και ἁπλως παντες οἱ κατα ταξιν περιττοι συντιθεμενοι τοις γινομενοις τετραγωνοις ἀλλον τετραγωνον ποιουσιν . ἐπι των
9999981 διδαξαντος
Ἀμφιονα ἐπινοησαι τον Διος και Ἀντιοπης , του πατρος δηλονοτι διδαξαντος αὐτον . πιστουται δε τουτο ἐκ της ἀναγραφης της
τα ἐς Εὐρωπην ποιησας φησιν Ἀμφιονα χρησασθαι λυρᾳ πρωτον Ἑρμου διδαξαντος : πεποιηκε δε και περι λιθων και θηριων ,
9999981 ὀνομαζομενην
την Αἰθιοπιαν ἀλλας τε πλειους και μιαν εὐμεγεθη , την ὀνομαζομενην Μεροην , ἐν ἡι και πολις ἐστιν ἀξιολογος ὁμωνυμος
ἀνειναι τας Νυμφας ταυτας χαριζομενας τῃ Ἀρτεμιδι μεγιστην πηγην την ὀνομαζομενην Ἀρεθουσαν . ταυτην δ ' οὐ μονον κατα τους
9999981 φερομενην
τοιϲ μηροιϲ τα γονατα δια το την ὑϲτεραν προϲ ἐπιγαϲτριον φερομενην κατ ' εὐθυ του ϲτομιου γινεϲθαι , δια δε
- μεν τον ἐλαυνοντα δαιμονα τα ἡμετερα . οὐκουν εὐ φερομενην ἐμβαλουμεν εἰς κακον τι την πολιν , ἀλλα σειομενην
9999981 Παλλαντιον
, κατεσχε δε λοφον Κερμαλον , ὁν ἀπο του παιδος Παλλαντιον ἐκαλεσε , και ὑπερ αὐτου νεων εἱσατο Πανι .
κατεστησατο . Οἱ δε Ἀβοριγινες και των Ἀρκαδων οἱ το Παλλαντιον κατοικουντες , ὡς του τε Κακου τον θανατον ἐγνωσαν
9999981 ἀτακτων
τα γαρ λαμβανομενα προτερον και ὑστερον ὑπεναντια ἐστιν : ἐξ ἀτακτων γαρ τεταγμενα γενεσθαι φασιν , ἁμα δε ἀτακτον εἰναι
του κοσμου φυσιν λεκτεον εἰναι μακραιωνα , την ταξιν των ἀτακτων , την ἁρμονιαν των ἀναρμοστων , την συμφωνιαν των
9999981 δαιμονιον
πορευεσθαι μετα πολλων , και ἀφικνεισθαι σφας εἰς τοπον τινα δαιμονιον , ἐν ᾡ της τε γης δυ ' εἰναι
οὐν την ὑψηλοφροσυνην πολλοι ἐκενωθησαν ὑψουντες ἑαυτους : μεγα γαρ δαιμονιον [ ἐστιν ] [ ἡ αὐθαδεια ] [ και
9999981 δολοις
, ἑτερα δε παλιν ἀλλην . δολοῤῥαφεων : των ἐπι δολοις ἐῤῥαμμενων . κολπων : δικτυων . Κυρτοισιν : σκευεσιν
περικαθηται , ἐπιτηρει . Δαιννυμενος : εὐωχουμενος . τεχνῃσιν : δολοις . πανουργιαις . ἑλων : λαβων . δυσμηχανον :
9999981 ψηφισματων
τουτουσι , Εὐβουλου και Ἀριστοφωντος και Διοπειθους των περι τουτων ψηφισματων ὀντων , οὐκ ἐμων , ὠ λεγων εὐχερως ὁ
δ ' ἡμετεραν ἀπατην νομιζεις ἁ γ ' ἐπι των ψηφισματων τε και ξυμμαχων και ὁλως ὑπερ ὡν προκειται σκεψις

Back