, τριψας βοτρυν ἐκαλεσε τον θεραποντα και εἰπεν , ὡς ἐζησεν μεχρις οὑ καρποφορησῃ ἡ ἀμπελος , και ἐμελλε πινειν
δε μη ἐκωλυσεν ὁ Ζευς τετραγωνισας , μονα ἐτη ξδʹ ἐζησεν ἀν . Ἀλλη . Ἡλιος Ἰχθυσι μοιρᾳ κεʹ ηʹ
9999954 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999954 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999954 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999953 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999953 συλλογιστικη
καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη προτασις ἁπλως πασα ἡ κοινη καταφασις ἠ ἀποφασις τινος
λαμβανοιτο τα ἐναντια ἀλληλοις ἠ τα ἀντικειμενα : οὐδε γαρ συλλογιστικη ἡ των τοιουτων ἐκλογη , ὡς αὐτικα δη μαλα
9999952 λογιστικη
λογον ἐχειν δυ ' αὐτας εἰναι . Τι δε ; λογιστικη και μετρητικη ἡ κατα τεκτονικην και κατ ' ἐμπορικην
: ὀρεκτικον δε οὐκ ἀνευ φαντασιας : αὑτη δε ἠ λογιστικη ἠ αἰσθητικη , ὡς κἀν τοις περι φαντασιας ἐλεγετο
9999952 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999952 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999952 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999952 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999951 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999950 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999949 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999949 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999949 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999949 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999948 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999947 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999947 τετραπλασιῳ
ἡ μονας , τον δις δια πασων ποιουσιν , ἐν τετραπλασιῳ γαρ . ὁ δε θ προς τον η τον
δια πασων ἐν διπλασιῳ και ἡ δις δια πασων ἐν τετραπλασιῳ . . . § : προς δε τουτοις οὐδ
9999947 ἠμελησεν
μη χρησαμενος οὐκ ἀγαθον ἐχων ἀπωλεσεν , ἀλλα κτησασθαι δυναμενος ἠμελησεν . ἐστι δε το μεν ἐχοντα ἀπολεσαι κατηγοριας ἀληθως
ἀπελαυνεσθω , ὁτι μη ταις ἀνω δυναμεσιν ἐξ ἰσου τροφης ἠμελησεν : εἰθ ' ὑπ ' ἀλογου σοφιας μεχρι των
9999946 ἀποθανῃ
δηλονοτι ὁ καμνων , ταις ἰδιαις χερσιν , ἑως οὑ ἀποθανῃ εἰς τας χειρας αὐτου μαλασσομενος , θεραπευθησεται παντως ἀπο
. , : Πανηβοι Λιβυες , ὁταν αὐτοις ὁ βασιλευς ἀποθανῃ , το μεν σωμα κατορυττουσι , την δε κεφαλην
9999946 μακαριοτητα
το βεβαιον ἐχουσιν , οὐκ ἀποβαλειται ὁ εὐδαιμων την προσουσαν μακαριοτητα δια τυχης μετακλισιν . ἀει γαρ ἠ μαλιστα παντων
. Ὡν ἡ σοφια παρασκευαζεται εἰς την του ὁλου βιου μακαριοτητα πολυ μεγιστον ἐστιν ἡ της φιλιας κτησις . Ἡ
9999946 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999946 ἀνεχωρησε
κατα σπουδην δε της ἐλασεως οὐσης , το μεν θηριον ἀνεχωρησε , παρεδραμε δε και ὁ τρωσας και οἱ λοιποι
πολλακις τουτο ποιησας ὠφεληθη μηδεν , μετ ' ὀργης εἰπων ἀνεχωρησε : „ ἀλλ ' ἐγωγε μωροτερος ἀν ὑμων εἰην
9999946 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999946 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999946 γραμματικη
οὐκουν ἐπει οὐδεν ἐστιν εἰδησις παρα τον εἰδοτα , οὐδε γραμματικη τι παρα τον εἰδοτα γραμματικον , ὡς οὐδε περιπατησις
, συμβαινειν ἀπο ἐμπειριας την γνωσιν , ὡς και ἡ γραμματικη γνωσις ἐστι τινων , ὡν αὐτος παρατιθησιν . Ἀλλοι
9999946 στενη
ἀποτομος παντοθεν , ἀνοδος δε ἐς αὐτην μια και αὐτη στενη τε και οὐκ εὐπορος , οἱα δη παρα την
. ἀμφιβαλων : περιξ αὐτου . λευρη : πλαγια , στενη , ὁμαλη . Γαστηρ : ὁ κολπος , το
9999945 ἀπεστερησε
Νειλῳ και τοις μετα τουτους μεγαλοις . ταυθ ' ἡμας ἀπεστερησε μεν των παρα σου περι του λογου γραμματων ,
προοπτησαντα χλιαινειν παλιν , ἠ μη προοπτησαντα συντελειν ταχυ , ἀπεστερησε της τεχνης την ἡδονην . εἰς τους σοφιστας τον
9999944 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999944 μαντικη
μετενεχθηναι και ῥαβδοι και πελεκεις και σαλπιγγες και ἱεροποιιαι και μαντικη και μουσικη , ὁσῃ δημοσιᾳ χρωνται Ῥωμαιοι . τουτου
, ἁ ῥᾳδιως λανθανειν δυναται μη ὀντα : ἡ δε μαντικη [ δε ] ταυτα και ἰατρικη και σοφια .
9999944 ἀνακτορα
: Τηνερος Ἀπολλωνος υἱος βασιλευς των Θηβων Τηνερου τ ' ἀνακτορα τα του Τηνερου μαντεια και βασιλεια . ὁ δε
τα μουσεια δικαστηρια καθισταναι και πρατηριον ποιειν του δικαιου τα ἀνακτορα των Μουσων και ἀναφυρειν τους μανθανοντας τοις δικαζομενοις ,
9999944 ἐμαρτυρησεν
αὐτου . οὐδ ' ἀν εἱς ἐτι δηπου τουτ ' ἐμαρτυρησεν , εἰ μη τις και παρην διατιθεμενῳ τῳ πατρι
ὀν το μαντευεσθαι , ὁπερ και των ποιητων ἠδη τις ἐμαρτυρησεν , ἀλλα κἀν ἀποκρινηται το ἐρωτηθεν , εἰκαζει τα
9999944 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999943 παλλακιδα
οὐσης : ἐλευθεραν μεν οὐ δει γημαι , ἀλλα δουλην παλλακιδα μαλλον δει : και γαρ ὁ Ζυγος μοιχειαν ἐπιφερει
ἐπι σημειοις φαρμακων ὁ ἀριστευς ἐτελευτα μητρυιαν ἐχων και αἰχμαλωτον παλλακιδα και ἀντεγκαλουσιν ἀλληλαις : ἐνταυθα μονη ἡ βουλησις και
9999943 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999943 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999943 δρομευς
τ ' εἰη φερειν . και παλιν ὁ μεν ποδωκης δρομευς ῥᾳδιως παρεπεσθαι τοις βραδυτεροις δυναιτ ' ἀν : ὁ
: κωλον οὐν ἐκπλεθρον μεγα πηδημα ὡς ὑπερβαινειν πλεθρον : δρομευς ἱππος : ὁ στεφανος θαυμαστην ῥυσιν του φθαρτικου πυρος
9999943 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999943 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999943 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999943 νοσουν
, ἐαν τις ἱματιον ἀποδωται κιβδηλον ἠ σκευος ἠ κτηνος νοσουν τε και ἀχρηστον , ἀναγκη αὐτο ἀπολαμβανειν , ὡστε
ἀντι σφριγωσης και ἀθλητικης ὀντως | εὐεξιας οὐδεν ὁτι μη νοσουν κατασκευασαντες και τον πληρη και ναστον , ὡς ἐφη
9999942 ἐγκωμια
ἱστοριαι τε και συγγραφαι , δικαι τε και συμβουλαι και ἐγκωμια : και ὁρισμους ἀν διαλεγοιμεθα ἑκαστος , ἐπει δυνατον
. του βουθυτειν αὐτῳ κατ ' ἐνιαυτον και της ἀρετης ἐγκωμια τε και ὑμνους κατεδειξεν ᾀδειν τους νεους . Ὁτι
9999942 ἡγεμονες
δ ' οἱ φθονου και βασκανιας ἑταιροι , πονηρας ἀγελης ἡγεμονες , ἐλαυνουσιν αὐτας της κατα φυσιν χρησεως . αἱ
ἀφεικεναι . πορευομενοι δε ἀφικοντο εἰς κωμας ὁθεν ἀπεδειξαν οἱ ἡγεμονες λαμβανειν τα ἐπιτηδεια . ἐνην δε σιτος πολυς και
9999942 ἐγνωρισεν
ὁρᾳ τα λειψανα του παιδιου και πενθει την τροφην και ἐγνωρισεν ὠν του δειπνου πατηρ : γνωρισας μαινεται και σπαται
ἡμιν πολλακις και ἀλλα το της ψυχης σου φιλοπονον ἀριδηλως ἐγνωρισεν , ἀνδρων ἀριστε και φιλομαθεστατε , οὐχ ἡττον δε
9999942 ἀποδοιη
αἰτιαις μεταβαλλεται , και τας διαγνωσεις ἀσφαλεστατα τῳ λογῳ ἀν ἀποδοιη , ἀλλ ' ὁ μεν περι διαγνωσεως λογος ἠδη
χαυνον ἐκπεμποι τον ἠχον , οὐτε ἀν ὁλοκληρους και σαφεις ἀποδοιη τας λεξεις , εἰ δια βραχυτητα του πνευματος ὑποκλεπτοι
9999942 συγγραμμα
το ἐντελως μαθειν ἡμας τας πεντε φωνας τελος λαβειν το συγγραμμα , ἀλλ ' ἐπειδη προς εἰσαγομενους ἐποιειτο τον λογον
γεγραφασιν . . ἐνιοι μεν οὐν Πυθαγοραν μηδε ἑν καταλιπειν συγγραμμα φασι το δε φερομενον ὡς Πυθαγορου Λυσιδος ἐστι του
9999942 ἐξεπεσεν
Διονυσοδωρος δε ἀλλο τι γελοιον ἐφωραθη πεποιηκως : σκυφος γαρ ἐξεπεσεν ἐκ του κολπου ἐξανασταντος αὐτου . εἰτ ' ἀπολογουμενος
ἐσωθεν : εἰ δε μη , ἐς τοὐναντιον , ᾑ ἐξεπεσεν . Ἀγκων δε ἠν ἐσω ἠ ἐξω ἐκβῃ ,
9999942 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999942 ἐλυπησεν
ἐτι τοιουτον , ἀλλ ' ἐχων ἁς εἰπον ὑπερβολας οὐκ ἐλυπησεν , ἀλλ ' ἀποχρην ἡγησατο ὁμοιαν την ἑαυτου πολιτειαν
Ἰασων δε λαβων Γλαυκην την Κρεοντος οὐ μικρως την Μηδειαν ἐλυπησεν , ἡ φαρμακοις Γλαυκην ἀνελουσα και Κρεοντα και τους
9999942 ἀγημα
ἐκπληξις : πηγη . θραυσις . κλαυσις . ἀπωλεια . ἀγημα : το προιον του βασιλεως ταγμα ἐλεφαντων και ἱππων
δε τους καλουμενους ἑταιρους ἐννακοσιους και το Πευκεστου και Ἀντιγενους ἀγημα , τριακοσιους ἐχον ἱππεις μιᾳ περιειλημμενους εἰλῃ , ἐπ
9999942 τεταρτῳ
Ἡροδοτου : ἐν τῳ τριτῳ τα Θουκυδιδου : ἐν τῳ τεταρτῳ ἁπερ εἰπεν ὁ Ξενοφων και ὁ Θεοπομπος . εἰσι
ποιησαι ἐν τρισι μησι , την δικην δ ' εἰσαγειν τεταρτῳ μηνι , ὡσπερ νυνι : της δ ' ἀρχης
9999941 ἀπειριᾳ
και το τοιουτον οἱον εἰ ἐστι τινα αὐτου ἐν τῃ ἀπειριᾳ φθαρτικα . ἀλλ ' εἰ τουτο ἐστιν ἀδηλον αὐτῳ
δυναστειαν ἠ τῳ μαχομενοι κρατειν . βαρβαρους δε οὑς νυν ἀπειριᾳ δεδιτε μαθειν χρη , ἐξ ὡν τε προηγωνισθε τοις
9999941 ἐδωκαν
ἡμιν ἀρτους πυρινους , αὐτοι δε κεγχρον ἑφθην ἠσθιον . ἐδωκαν δε και οἰνον ἡμιν πιειν , ὑδωρ αὐτοι πινοντες
Λυδοι μεν ἐπασχαλαντες [ συμφοραισι δισχελιοις στατηρας [ ἀμμ ' ἐδωκαν , αἰ κε δυναμεθ ' ἰρ [ ἐς πολιν
9999941 θυγατρασι
παντα τον χρονον διατριβην ἀφθαρτον ἐν τῃ θαλασσῃ συν ταις θυγατρασι του Νηρεως ταις θαλασσιαις . * δη . *
αὑται νομον θεμεναι σφισι αὐτῃσι ὁρκους ἐπηλασαν και παρεδοσαν τῃσι θυγατρασι μη κοτε ὁμοσιτησα τοισι ἀνδρασι μηδε οὐνοματι βωσαι τον
9999941 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999941 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999941 ἀπελογειτο
ἐπι σφισι της αἰτιας . ἐπειδη δ ' οὐδεις οὐκετι ἀπελογειτο , ἀνεδωκαν οἱ δημαρχοι την ψηφον ταις φυλαις τιμημα
ταραχης εἰς την αὐλην , ὁ βασιλευς μεταπεμψαμενος τον ἀδελφον ἀπελογειτο μετα δακρυων , μη πιστευειν τῳ την βασιλειαν ἐπιχειρουντι
9999941 ἐτιμωρησατο
διανοιᾳ χρηται λεγων , ὁτι τον ἐκ πορνης ὁ νομος ἐτιμωρησατο , ὁ δε τῃ διανοιᾳ ὁ διωκων ταὐτον εἰναι
τῳ νοστῳ ὑπεμεινε και ὁπως τους ἐπιβουλευοντας τῳ οἰκῳ αὐτου ἐτιμωρησατο . ἐξ ὡν δηλος ἐστι παριστας δια μεν της
9999941 διεφθειρετο
ἐγεινετο εἰς τα σωματα προσθεσις , κἀν ? ? ? διεφθειρετο ῥαιδιως ? ? ? τα σωματα . * ὁθεν
ἠ γαρ ἐξημβλουτο τα ἐμβρυα , ἠ κατα τους τοκους διεφθειρετο ἐστιν ἁ και τας φερουσας συνδιαλυμηνα - μενα .
9999941 ἀπεστω
ἡ μεγαλαυχια και ἡ κακοηθεια και το βρενθυεσθαι και λαρυγγιζειν ἀπεστω , και το διασιλλαινειν τα των ἀλλων και οἰεσθαι
ἐστω και μη πολυ ἀποδεων του ὑπεροπτης εἰναι ἐλεος τε ἀπεστω λεγοντος : ὁ γαρ μη ἀντιβολησαι ξυγχωρων τι ἀν
9999940 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999940 λῃστηρια
ἀλλ ' ἐκεινοι μεν ὁρμητηριοις ἐχρησαντο τοις τοποις προς τα λῃστηρια , αὐτοι πειρατευοντες ἠ τοις πειραταις λαφυροπωλια και ναυσταθμα
προτερον Κλεοπατρα . εὐφυους γαρ ὀντος του τοπου προς τα λῃστηρια και κατα γην και κατα θαλατταν , ἐδοκει προς
9999940 ἀγαλμα
ἐστιν ἱερον ἐν δεξιᾳ και Κορης : λιθου δε το ἀγαλμα ποδων ὀκτω μαλιστα : ταινιαι δε ἐπεχουσι δια παντος
εἰ δε μη κινοιτο τοιουτον , ἀψυχον ἠν ἐκεινο το ἀγαλμα και ἀμοιρον θειας ἐπιπνοιας . οὑτω διεγνω το ἀρρητον
9999940 ὑβρισεν
, φερε , εἰ δ ' ἐν ἀλλῳ τινι καιρῳ ὑβρισεν , οὐκ ἀν ἠν δεινον ; εἰ δ '
ἐφ ' ἁπασι τοις ἑαυτῳ νενεανιευμενοις ἐπεθηκεν , ἐμου μεν ὑβρισεν το σωμα , τῃ φυλῃ δε κρατουσῃ τον ἀγων
9999940 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999940 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999940 συστατικη
ἐστι δε κωμῳδια μιμησις πραξεως καθαρτικων παθηματων και του βιου συστατικη τυπουμενη δι ' ἡδονης και γελωτος : οἱα ἡ
φασι το κατα τοπον μεταβατικον , διαφορα ὀν τῳ ζῳῳ συστατικη , αὐτῳ μεν τελευταια ἐστιν , ὡς μηκετι μετ
9999940 ἐλαβετο
. ὡς δε οὐ συνιει , ὁ δε τῳ στοματι ἐλαβετο , και ὠρεξεν οἱ , και εἱπετο ἐκεινος ,
ὑμιν ὡς ἀν δυνωμαι ἀριστα . ἀκουσας ταυτα ὁ Ἀγησιλαος ἐλαβετο της χειρος αὐτου και εἰπεν : Εἰθ ' ,
9999940 ἐκινδυνευσεν
μηδεν προσηκοντων κηδεται . παις ποτε λουομενος ἐν τινι ποταμῳ ἐκινδυνευσεν ἀποπνιγηναι : ἰδων δε τινα ὁδοιπορον τουτον ἐπι βοηθειαν
και ἀποθετον . ἐφ ' οἱς φωραθεις ἐν ταις Ἀθηναις ἐκινδυνευσεν ἀν , εἰ μη ἐφυγεν . και μετ '
9999940 συνηλθε
ἀνδρι , και ἐτεκε τεκνον : ὁ γουν ταυτης ἀνηρ συνηλθε τῃ Προκνῃ , ὁ γνους ἡ Φιλομηλη ἀναιρει το
Ἀμυνανδρος τε , ὁ Ἀθαμανων βασιλευς , ἐς συμμαχιαν Ἀντιοχῳ συνηλθε δια τοιασδε προφασεως : των τις Μακεδονων Ἀλεξανδρος ,
9999940 μειρακιωδες
γαρ σχηματιουμεν , φιλοτιμεισθαι δοξομεν , φιλοτιμια δε ἐν ἐπιστολῃ μειρακιωδες . κυκλον δε ἀποτορνευειν ἐν μεν ταις βραχυτεραις των
οὐν οὐκ ἐπιτηδειωςφρονιμωτατος δ ' ἀνθρωπων γενομενος διεβαλλεν αὐτο ὡς μειρακιωδες , ἱνα ὑπερεωρακως αὐτου μαλλον ἠ ἀπολειπομενος φαινοιτοτα δε
9999940 φανεισα
ἐκ της Ταναγρας , ἐκελευσε κατ ' ὀναρ ἡ Δημητηρ φανεισα αὐτοις ἀκολουθησαι τῳ γινομενῳ ἠχῳ , και ὁπου ἀν
, οὐδ ' ἠν γενηται . Ῥαφη δε ἐν ἑλκει φανεισα , ὀστεου ψιλωθεντος , πανταχου της κεφαλης του ἑλκεος
9999940 ἐσιωπησεν
οὐκ ἀν ἐχοις εἰπειν , ὁτι και προς Φιλιππον ἀπελθων ἐσιωπησεν : οὑτω γαρ γεγονεν : οὐδ ' ὁτι συνεβουλευσεν
θυσιας σαφως λεγει , περι δε της δοσεως των δωρων ἐσιωπησεν , ἀρκεσθεις τῳ ἀνω κεφαλαιωδως εἰρημενῳ . . κνημας
9999940 βουλευτικη
. περι ταυτα δε ἡ ἐπιστημη , ἡ δε φρονησις βουλευτικη και οὐκ ἐστιν ἐπιστημη . ἐπει δε συμπεραινομενος και
. πας γαρ ὁ προαιρουμενος βουλευομενος προαιρειται . διο και βουλευτικη ὀρεξις ἡ προαιρεσις καθ ' αὑτην ἀποδιδοται . πως
9999939 συμβουλευτικῳ
μαρτυς Δημοσθενης , ἐν οἱς μεν ἐγυμνασατο , πανυ εὐδοκιμωντῳ συμβουλευτικῳ φημι και δικανικῳ , ἐν δε τῳ πανηγυρικῳ του
ὁ Δημοσθενης ἡμιν κατα τον πολιτικον λογον ἐν τε τῳ συμβουλευτικῳ και δικανικῳ και ὁ Πλατων ἐν τῳ πεζῳ πανηγυρικῳ
9999939 ἰδιωτικως
λεγομενους κολλικας . φασι δε κολλαβους και τα της μουσικης ἰδιωτικως λεγομενα καβαλια . Θ . ἐπαινω : Οὐ βουλομαι
διακεκοσμηκως . ὁ γαρ ἰδων ταυτα μη φαυλως μηδ ' ἰδιωτικως , οὐδεις οὑτως ἀθεος ἀνθρωπων ποτε πεφυκεν , ὁς
9999939 ἐκομισαντο
Αἰγοσθενοις ἐδειπνησαν ὡς ἐδυναντο : τῃ δ ' ὑστεραιᾳ ἐλθοντες ἐκομισαντο τα ὁπλα . και ἐκ τουτου οἰκαδε ἠδη ἑκαστοι
ἐτων οὐ μονον την ἐλευθεριαν , ἀλλα και την χωραν ἐκομισαντο την αὑτων . ἐπει γαρ ἡττηθησαν ἐν Λευκτροις ὑπο
9999939 διεφυλαξεν
προσανεχοντας ὁς ἐμοι τε και τοις προγονοις ἡμων την βασιλειαν διεφυλαξεν , οὐ μονον ἀπολυω της ἐκ των προσαπεσταλμενων ὑπο
, βασιλει πεμψον αὐτην : και γαρ αὑτη με σοι διεφυλαξεν ὡς ἀδελφου γυναικα παραλαβουσα . “ ” οὐδεν ἐστιν
9999939 πημα
ἐβραχεν . Οἱ δε κυδοιμου ἀργαλεου μνωοντο , μετα σφισι πημα τιθεντες . Και τοτ ' ἀρ ' Αἰνειαο μολε
νομῳ ; Ὁρα , τιθεισα τονδε τον νομον βροτοις μη πημα σαυτῃ και μεταγνοιαν τιθῃς : εἰ γαρ κτενουμεν ἀλλον
9999939 Ἀπολλωνι
δοξης ἠρεν ἡ Πυθια ἀνειπουσα Δελφοις , ὁποσων ἀπηρχοντο τῳ Ἀπολλωνι , μοιραν και Πινδαρῳ την ἰσην ἁπαντων νεμειν .
οἱ περι των Ἀθηνησιν ἑορτων γεγραφοτες Πυανεψιωνος ἑβδομηι τα Πυανεψια Ἀπολλωνι ἀγεσθαι φασι . . . . Σκιρον : .
9999939 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999939 συμφωνιᾳ
ἀσπασομενον και βιωσομενον κατα την του ὁλου διαταξιν ἁρμονιᾳ και συμφωνιᾳ προς ἐργα λογων και προς λογους ἐργων . των
κιονες και προς ἀλληλους και προς αὑτον ἑκαστος μιᾳ χρωμενοι συμφωνιᾳ προσθηκαις ἁψιδων ἀναβαινοντες ἀχρι των ἀνεχοντων κιονων του τεμενους
9999939 Ἀνδρομαχης
Μολοσσιαν ὀνομαζειν . Διο τον Αἰακιδην ὑπ ' αὐτης ὑπεκτεθηναι Ἀνδρομαχης , προς το , εἰ δια την ἀπαιδιαν Ἑρμιονης
, φησιν ὁ Ἀρισταρχος , προκαταχρησαμενος ὁ ποιητης τῳ της Ἀνδρομαχης προσωπῳ κατα την προς Ἑκτορος κοινολογιαν , ἀπεσχησθαι νυν
9999939 στυπτηριην
την ἑδρην , σμυρναν τριψας λειην και κηκιδα , και στυπτηριην αἰγυπτιην κατακαυσας , ἑν και ἡμισυ προς τἀλλα ,
τα αὐτα . Ὀξος ὡς ὀξυτατον λευκον , μελι , στυπτηριην αἰγυπτιην , νιτρον ὡς ἀριστον ἡσυχως φρυξας , χολης
9999939 αἰσθησεσι
μεν παντελως ἀμοιρα , μονοις δε μετεστι θεοις : ὡς αἰσθησεσι γε και ὁρμαις πολλων ἠδη ζῳων της ἀκριβειας και
ἐφη : της ἀνθρωπινης συγγενη φυσεως φυσιν ἀλλαις ἰδεαις και αἰσθησεσι κεραννυντες ὡσθ ' ἑτερον ζῳον εἰναι φυτευουσι τα ἡμερα
9999939 χαλεποτητα
ὁρωντες οἱ Λακεδαιμονιοι τεταραγμενην την δυναμιν των ἐναντιων δια την χαλεποτητα της διαβασεως , καιρον ἐλαβον εὐθετον προς την ἐπιθεσιν
πασιν μεσον τεμειν , τοις τε φευγουσιν της ἀρχης την χαλεποτητα ὑμιν και τοις της ἀρχης παλιν ἐρωσιν τυχειν ,
9999938 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999937 βουλοιτο
πολλα ; εἰ μη ἀρα και τας στιγμας μοναδας εἰναι βουλοιτο και τετραχως αὐτων ὁρωμενων ἐκ πασων αὐτων ἀριθμους πλεκοι
ὁ σκοπος , ἀλλα μεταχωρειν δυναμενος : τις ἀν οὐν βουλοιτο εἰκῃ πλειονα ἐκβαλλειν βελη ; και γαρ το λεγομενον
9999937 ψηφισματι
μεν την Βοιωτιαν ἁπασαν ἐποιησε Θηβαιοις , γραψας ἐν τῳ ψηφισματι , ἐαν τις ἀφιστηται πολις ἀπο Θηβαιων , βοηθειν
ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , βοηθησοντ ' Ἀριοβαρζανῃ , προσγραψαντες τῳ ψηφισματι μη λυοντα τας σπονδας τας προς τον βασιλεα .
9999937 ἐπεμεληθη
ἐζηλωσεν , ἁπερ εἰωθασι ποιειν σχεδον ἁπαντες οἱ τυραννοι . ἐπεμεληθη δε και των προσοδων και της των ὁπλων και
ἐπιταφιος . ὑστερον δε νικησας Ἡρακλης καταγωνισαμενος τον Νεμεαιον λεοντα ἐπεμεληθη του ἀγωνος τα πολλα ἀνορθωσαμενος , και Διος εἰναι
9999937 τετραπλευρῳ
. ἐστι δε και το ΒΕΗ τριγωνον ἰσον τῳ ΛΕ τετραπλευρῳ , και ἐστι το ΑΕΖ τριγωνον ἰσον τῳ ΒΗΕ
χειμερινην , παραπλησια κατα το εἰδος τραπεζιῳ , σχηματι γεωμετρικῳ τετραπλευρῳ , ἀπο Γαδειρων ἀρξαμενη , ἠτοι του Ἡρακλεωτικου πορθμου
9999937 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999937 Ὀλυμπιονικην
των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και αὐτη παιδα Ὀλυμπιων ἀγωνιστην
, ἠγουν την συνηθειαν , τιμα και τον ἀνδρα τον Ὀλυμπιονικην , τον εὑροντα ἀρετην , ἀντι του εὐφημιαν ἑνεκα
9999937 ἐνεπλησεν
, οἰμαι , ἀνατειλας ἡλιος τον ζοφον του ἀερος φωτος ἐνεπλησεν , οὑτως και ἀρετη ἀνατειλασα ἐν ψυχῃ την ἀχλυν
τας ἀφ ' ἑαυτου προσβαλον κηρας ἀσης και ἀδημονιας αὐτον ἐνεπλησεν ἠ πιανθεν ἀμετρως ἀπολαυσει ἡδονων ἀμβλυτερας τας εἰς το
9999937 ἐφυλασσεν
ὑφειλατο νομην καλλιστην , και εἱρξας εἰς την σφετεραν αὐλην ἐφυλασσεν . Ὁθεν τον δεσποτην φασι ζητειν παρα τοις ποιμεσι
κατεσχεν την πολιν . Ὁτι Ἀντιοχος βουλομενος κρατησαι Δαμασκου ἡν ἐφυλασσεν Διων , ἐπηγγειλε τῃ στρατιᾳ και τῃ χωρᾳ πασῃ
9999937 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999937 ἐφυλαξαν
Φλιασιοι , Ξενοφιλος δε Χαλκιδευς των ἀπο Θρᾳκης Χαλκιδεων . ἐφυλαξαν μεν οὐν τα ἐξ ἀρχης ἠθη και τα μαθηματα
τρεις οἱ μεν ἐν συνεχειᾳ γραψαντες το μετρον παντως ἀναπαιστους ἐφυλαξαν , Ἀλκμαν δε που και σπονδειους παραλαμβανει . Το
9999937 ἀπετελεσε
ὑπερ γην ἐστιν ὁ εἰ συνδεσμος συναψας την της ἑνωσεως ἀπετελεσε φαντασιαν . και ἐστι το ἑν των τοιουτων λογων
ὀρη ἐγενετο , ὁσον λεπτον ταυτης , ἐκμυζηθεν την θαλασσαν ἀπετελεσε . ποια δε ὀρη ἐγεννησε ; τα κατοικητηρια των
9999936 κρατιστῳ
των βαρυτερων ἀθλων , εἰ ὁ στεφανος ἐδιδοτο μη τῳ κρατιστῳ , ἀλλα τῳ διαπραξαμενῳ ; οὐδεις ἀν ποτ '
ἡ τοτε ἠν του Οὐολουσκων ἐθνους ἐπιφανεστατη τε κἀν τῳ κρατιστῳ μαλιστα τοπῳ κειμενη . στρατοπεδευσας δε πλησιον της πολεως

Back