, μαλιστα δε τρυφεροφθαλμοις και χαροποις . ἐν ἀρχαις ὑδαρεστερως ἐγχυματιζε : ὁταν δε λεπτον και δηκτον ᾐ και πυρωδες
⋖ β , ὑδωρ ὀμβριον : ἐπι δε τηϲ χρειαϲ ἐγχυματιζε ϲυν τῳ λευκῳ του ὠου και το προειρημενον πτυγμα
9999904 ἐνειη
το νευρον μη δεκτικον ὑγροτητος οὐκ ἀν ἐνταυθα ὁ κοπος ἐνειη κατα φυσιν : εἰ δε ὁ κοπος ἐξαλλαγη τις
και περιπατων και θεατρων οὐδεν ὀφελος , εἰ μη νους ἐνειη και νομος . νους δε και νομος περι τουτων
9999903 Λακεδαιμονιῳ
ἁς παρεσκευαζοντο , ἑτοιμαι ἠδη οὐσαι : και Θηριμενει τῳ Λακεδαιμονιῳ ξυναμφοτεραι ὡς Ἀστυοχον τον ναυαρχον προσταχθεισαι κομισαι , κατεπλευσαν
, ἑνι δε των ὁλων την ἡγεμονιαν ἀπεδωκαν Χειρισοφῳ τῳ Λακεδαιμονιῳ . οὑτοι δε διαταξαντες το στρατοπεδον εἰς την ὁδοιποριαν
9999903 ἀμοιβαια
. ἠν δ ' εὐρυπρωκτος ᾐ : ἐκθεσις της διπλης ἀμοιβαια , ἡς προτιθενται στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι δʹ :
δοκῃ της σκηνης : τῃ δε παραγραφῳ ἠτοι κατα προσωπα ἀμοιβαια , ἐν τε τοις ἰαμβικοις και τοις χορικοις ,
9999902 στυπτηρια
ἐπιχρισθεις γλυκει , ἀνηθου σπερματος κεκαυμενου ἡ τεφρα καταπλασσομενη , στυπτηρια σχιστη λεια συν ὀξει , στυπτηρια ἡ ὑγρα μετ
το τεταρτον μερος , διακλυζομενων των πεπονθοτων , ὑγρα τε στυπτηρια . πεπερι δ ' ἐντιθεμενον τῳ διακενῳ του ὀδοντος
9999902 Ἐμπεδοκλης
τα δε φυτα αὐτοματως πως κεκινησθαι οὐ δια ψυχης . Ἐμπεδοκλης πρωτα τα δενδρα των ζῳων ἐκ γης ἀναδυναι φησι
ἑκαστον , ἀλλα λογῳ τινι και συνθεσει , καθαπερ φησιν Ἐμπεδοκλης το ὀστουν : ἡ δε χθων ἐπιηρος ἐν εὐστερνοις
9999900 ανα
] τωι [ γενομενωι ] πε ] ιλτισεν [ ] ανα [ ] ωι ἀφ [ ] ηξεν [ ]
απ . . . . . . . . . ανα ? . . . . . . . .
9999900 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999899 φλεγματωδη
μεγα οὑτω καθαιρειν . ἡ δ ' ἰρις ἀγει μεν φλεγματωδη και ὑπομυξα και χολωδη : εἰ δε πλειον του
δε οὐκ ἀκριβηϲ ἠτοι τον χολωδη πλειονα κεκτηται ἠ τον φλεγματωδη : ὁϲ δη και μαλλον ἐϲτιν εὐιατοϲ ἑτοιμωϲ δυναμενου
9999899 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999899 κεφαλαλγια
ὡν λυεται το νοσημα . και φησιν ὁτι ἡ τοιαυτη κεφαλαλγια ἠ δι ' ἐμπυηματων ἠ δι ' αἱμορραγιας .
φερεται ἡ γαστηρ και πλεον δια την ξηροτητα φερεται ἡ κεφαλαλγια , σπουδασον δια τροφης και ποματων αὐτην ἐπισχειν και
9999898 βακτηρια
Συκινη μαχαιρα : ἐπι των ἀσθενεστατων και εὐτελων . Συκινη βακτηρια : και : Συκινη ἐπικουρια : ἐπι των ἀσθενως
αἱ δε δη Λακωνικαι ᾠχοντο μετα σου κατα τι χἠ βακτηρια ; ἱνα θοἰματιον σωσαιμι , μεθυπεδησαμην μιμουμενη σε και
9999898 γραμματειῳ
] ἐμου . Γ τουτι περι : ⌈ ἐν τῳ γραμματειῳ ὁ Βδελυκλεων ἀπογραφεται , ⌈ ὡς ὁτι ἀντιβολουνται οἱ
μεμαρτυρηκεν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος τα ἐν τῳ γραμματειῳ γεγραμμενα , τας δε διαθηκας μη ἐχει ἐπιδειξαι μηθ
9999897 ἐφυλαξατο
τε γαρ συμφερον λογισμῳ ἐπεγνω , και το ἐναντιον προμαθουσα ἐφυλαξατο . Αἱ δε ὀξειαι και ἀπερισκεπτοι ἐγχειρησεις ταχειας και
Ἀλευατο : και ἀλευατο πολυν ὁμιλον : το ἀλευατο , ἐφυλαξατο : εἰρηται ἀπο του χευω χευατο και τροπῃ και
9999897 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999894 φλεγμα
συναναμεμιχθαι φλεγμα , εἰ μελλει ἀγαθον εἰναι , ἱνα το φλεγμα τῃ οἰκειᾳ ὑγροτητι ἐπιτεγξῃ και κολασῃ το δηκτικον και
μετα μελιτος και ἐνιεμενος προς ῥινας κατασπᾳ ἐκ της κεφαλης φλεγμα και ἐκ του θωρακος : ὁμοιως δε και τα
9999894 κεφαλαιῳ
εὐδαιμονιας ἀναλαβουσιν . εἰρηται τοινυν περι αὐτης ἐν τῳ ιγʹ κεφαλαιῳ του πρωτου βιβλιου , ὁτι οὐκ ἐστιν ἑξις :
ἠ ὀξυ ; Παντα τα τοιαυτα συνεχωρουμεν ἀλληλοις . Ἐν κεφαλαιῳ δ ' , ἐφην , ὠ Κλεινια , κινδυνευει
9999892 αἰσθητηρια
ταυτα συμβαινει , ὡς λεγομεν . Ὁτι δε ταχυ τα αἰσθητηρια και μικρας διαφορας αἰσθανεται , σημειον το ἐπι των
δυναμις ἡ αἰσθησις , ἀλλ ' ἐν τῃ προς τα αἰσθητηρια οὐσιωμενη νευσει και του ζῳου οὐσα συμπληρωτικη οὐδε ἐνεργειν
9999892 χιλια
δεξιᾳ ἐχοντι την Ἑνετικην . ὁ δε πας Ἰστρικος παραπλους χιλια τριακοσια . Ἑξης δ ' ἐστιν ὁ Ἰαποδικος παραπλους
Ἁλυκου καλουμενου ποταμου . ἐτισε δε Διονυσιος τοις Καρχηδονιοις ταλαντα χιλια . και τα μεν κατα Σικελιαν ἐν τουτοις ἠν
9999892 ἐκινησε
αὐτου πληρωσωμεν . “ ἐπιτιθεασιν οὐν αὐτῳ τον γοργαθον και ἐκινησε διακλονουμενος . ὁ δε ἐμπορος ἰδων αὐτον ἐθαυμασε και
τοσουτον φειδονται των θηριων χρονον , ὁσον ἐτι παρασκευαζονται . ἐκινησε δε ἡμας οὐδεν , οὐδε ἀντιλαβεσθαι των πραγματων ἠναγκασεν
9999891 ἐρωτικη
τα μετρα ἀπονεμει , ὡς ἀν εἰποις , ἡ ἐσχατη ἐρωτικη φιλια αὑτη ἐστιν ἡ δια των σωματων . Το
δυνανται εἰναι : ἰσως οὐν και δια τουτο θειοτερα ἡ ἐρωτικη . Το δ ' ὑπερβατον τουτο ἐστιν : ἐστι
9999891 δουλα
καθεστηκ ' οὐς ' ἐλευθερων ἀπο : τα βαρβαρων γαρ δουλα παντα πλην ἑνος . ἀγκυρα δ ' ἡ μου
κρειττω και ἀμεινω δεσποζοντα , τα δε ἡττω και χειρω δουλα : των οὐν αὑτου τα δεσποζοντα ἀει προτιμητεον των
9999891 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999891 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999891 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999890 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999890 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999889 θαλαττιῳ
τρια μερη διαιρεθεισας , ἐγχυτεον : και την κοιλιαν ὑδατι θαλαττιῳ ἠ μυρτων ἀφεψηθεντων τῳ ὑδατι θερμαντεον . και πολιου
. και ἀψινθιον , ἠ σικυου ἀγριου ῥιζα βραχεισα ὑδατι θαλαττιῳ , και ῥανθεισα , ταυτας διαφθειρει . Διαφθειρει δε
9999889 ἐτραπετο
νεου συν ἑτερῳ στρατῳ φθασαντος ἐδεισε και ἐς την Κελτικην ἐτραπετο ὡς εὐκαιρον ἐφ ' ἡμιν ὁρμητηριον , ὁτι και
πασι , και οὐκ ἐξεπυησεν , ἀλλ ' ἐπι κυστιν ἐτραπετο : Κρατιστωνακτι , ὁς παρα Ἡρακλειῳ ᾠκει , και
9999889 ἐζητειτο
ἐλαττονι προτασει , λαμβανεται το ζητουμενον . ὁ γαρ ὁρισμος ἐζητειτο , εἰληπται δε οὑτος αὐτοθεν του ἀνθρωπου κατηγορουμενος :
, εἰ ἐστι τι ὑπαρχον , ὁ λαμβανων ὑπαρχον ὁ ἐζητειτο ἐλαμβανεν ὀν . τουτον μεν δη ἑνα τροπον φησι
9999888 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999888 κινηθεισα
τις αὐτον οὐτε πυρφορος θεου κεραυνος ἐξεπραξεν οὐτε ποντια θυελλα κινηθεισα τῳ τοτ ' ἐν χρονῳ , ἀλλ ' ἠ
μερους μερει γενομενου , ὡσπερ ἐν μιᾳ νευρᾳ τεταμενῃ : κινηθεισα γαρ ἐκ του κατω και ἀνω ἐχει την κινησιν
9999888 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999888 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999888 βουλεσθε
, και διδωμι ὑμιν συν τοις ἀλλοις Χαλδαιοις βουλευσασθαι εἰτε βουλεσθε πολεμειν ἡμιν εἰτε φιλοι εἰναι . και ἠν μεν
και του λοιπου της πολεως ἐδαφους , εἰ τι χαριζεσθαι βουλεσθε αὐτοις , μη περιιδειν το της Ῥοδου καθαπαξ ὀνομα
9999887 Φιλια
το μεν ἁπλως ἠν ἀγαθον , θατερον δε κακον . Φιλια δε ἡ μαλιστα και κυριως λεγομενη οὐκ ἀλλη τις
διεξιμεν . Του Ποντικου γαρ στοματος ἐστι πλησιον Βυζαντιων χωρα Φιλια καλουμενη . Εἰτ ' αἰγιαλος τις Σαλμυδησσος λεγομενος ἐφ
9999887 ἐνεργητικη
Τυπεσθε , τυπεσθωσαν . Ἑνικα . Τυπτοιμι : πασα μετοχη ἐνεργητικη , το τελος της γενικης τρεψασα εἰς μι και
, προσθετεον , το συμβαν μνημης ἐτυχεν . εἰ δε ἐνεργητικη , το πραχθεν μνημης ἐτυχεν , ὁμοιως δε και
9999886 ἑνεκα
ἀπνευστι . το δ ' ὀξυμελι θερους ὡρᾳ διδοται ψυχρον ἑνεκα του μη παροξυναι την διψαν του καμνοντος : δια
κτημα οὐδεν , ἀλλα φιλειτε ἀλληλους και χρηματων γ ' ἑνεκα και βασιλευσιν ἐριζετε . Πολλην μεν γαρ ἐγω ὑμιν
9999886 μαλακτικηϲ
ὁθεν και το ἐξ αὐτου ἐλαιον ἀδηκτου διαφορητικηϲ ἐϲτι και μαλακτικηϲ δυναμεωϲ και ταιϲ τηϲ ὑϲτεραϲ ϲκληροτηϲιν ἐπιτηδειον . και
ἀποϲταϲιν , ϲυνθετου δε δυναμεωϲ ἐϲτι ϲτυπτικηϲ τε ἁμα και μαλακτικηϲ : ὁθεν και ϲτομαχου και κοιλιαϲ και ἐντερων και
9999886 ἐτρεψατο
Ξενοκρατης ὀφθεις μονον ἐν τῃ διατριβῃ και ἀποβλεψας προς αὐτον ἐτρεψατο και μετεθηκεν . Πολεμων Φιλοστρατου μεν ἠν υἱος ,
Μακεδονας ἀναγαγων ὑπερεκερασεν : ἡ δε φαλαγξ προσπεσουσα τους πολεμιους ἐτρεψατο . Ἀλεξανδρος ἐν Ἀρβηλοις παρετασσετο . Δαρειος το μεταιχμιον
9999886 πλασσε
σηθε ἰδιᾳ ἑκαστον και μιξας μαλασσε τῳ μελιτι και κοψας πλασσε τροχισκους ἀνα ⋖ α . ἡ δε χρησις και
λιβανον μετα σμυρνης λεανας συν οἰνῳ και ἐλαιῳ κατα - πλασσε . Ἐμπλαστροι δε ἐναιμοι κολλητικαι ἁρμοδιοι τουτοις , ἐπι
9999885 εὐκτικα
αων ἐκφερουσι : νυμφαι νυμφαων , πυλαι πυλαων . Τα εὐκτικα του πρωτου ἀοριστου δια του εια προφερουσιν , οἱον
τα γαρ της πρωτης συζυγιας και τριτης των περισπωμενων ῥηματων εὐκτικα δια της οι διφθογγου λεγεται , οἰον τελοιη :
9999885 μελιτοϲ
δε Κρητικου ἠ δι ' ἑψηματοϲ καλλιον αὐτο ἀντι του μελιτοϲ ϲκευαζεϲθαι , ὁταν ᾐ το ῥευμα πανυ λεπτον :
, ὀροβινου ἀλευρου ⋖ ι : ξηρῳ χρω και μετα μελιτοϲ . ἐτι δε προϲ τα ῥυπαρα των ἑλκων ἡ
9999885 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999884 Ἀντωνιῳ
ἐφαινοντο και ἀλληλαις προσεπλεον : και των ῥαβδουχων ὁ ἡγουμενος Ἀντωνιῳ , κατα την πρῳραν , ὡσπερ ἐθος ἐστιν ,
ἐν δε τοις τραχεσιν ἀνθ ' ἱππεων πεζοι διαμαχονται . Ἀντωνιῳ δε χαλεπην την στρατειαν ἐποιησεν οὐχ ἡ της χωρας
9999884 ἐλευθεριῳ
ἡμιν ἐγενετο , θυσας ἐν τῃ Πλαταιων ἀγορᾳ ἱερα Διι ἐλευθεριῳ και ξυγκαλεσας παντας τους ξυμμαχους ἀπεδιδου Πλαταιευσι γην και
και ἑπου . ” και ἰδοντες αὐτον οἱ ἐν τῳ ἐλευθεριῳ δεσμωτηριῳ περιεβαλλον παντες , ὡς οὐδ ' οἰηθεισιν αὐτοις
9999884 κοινῃ
τεχνης το δεινον : προσελθων τοινυν ἐμοι μετα ταυτα συνεταττετο κοινῃ πρεσβευειν , και ὁπως τον μιαρον και λιαν ἀναιδη
στηθυνια , τιλλειν τε φαττας και κιχλας ὁμου σπινοις , κοινῃ τε χναυειν τευθισιν σηπιδια , πιλειν τε πολλας πλεκτανας
9999884 κληθεισα
, μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων δε παλι Βορυσθενης κληθεισα . ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την Μηδικην
. Κτισμα δε Καρος ἠν , ἀπο του παιδος αὐτου κληθεισα του γεννηθεντος ἀπο Καλλιρροης της Μαιανδρου , μετα νικην
9999884 τεταχθω
και κοκκου κνιδιου και των τοιουτων . τριτα δε τουτοις τεταχθω και τα προς ἑλμινθας πλατειας , οἱα ἐστι το
Οὑτος γαρ , ἐφη , ἐστιν . Τι οὐν ; τεταχθω ἡμιν κατα δημοκρατιαν ὁ τοιουτος ἀνηρ , ὡς δημοκρατικος
9999884 καμινῳ
ὀπτης ὁμοιως τριωβολον : ὀπταται δ ' ἡ σκιλλα ἐν καμινῳ , ἑως ἀνθρακωθῃ αὐτης τα ἐξωτερα , και διδοται
το συμβαν και ἠκολουθησε και εὑρε τον Νικιαν ἐν τῃ καμινῳ καταφλεγεντα , ἐκ των λειψανων συμβαλων το γενομενον .
9999884 ξενικα
. ἐξ οὑ δ ' αὐτα καθ ' αὑτα τα ξενικα ὑμιν στρατευεται , τους φιλους νικᾳ και τους συμμαχους
ἀλλ ' ἀπο περατων γης ἐμπορευομενοι τας ἡδονας και τα ξενικα των ἐπιχωριων ἀει προτιμωντες και τα πολυτελη των εὐτελων
9999883 Μεγαρευς
τροπαλλις δε ἡ δεσμη των σκοροδων . ἀστειως δε ὁ Μεγαρευς ἁμα και περιπαθως ταυτα ζητει παρα του Δικαιοπολιδος ἁ
, ὡς Παυσανιας . το ἐθνικον ὠφειλεν Αἰγοσθενευς , ὡς Μεγαρευς . Πολυβιος δ ' Αἰγοσθενιτην φησιν , ὡς Γαβαλα
9999883 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999883 ἠρχετο
τυχειν ἠ βασιλεα πεισας , εἰ δυναιτο , και ἁμα ἠρχετο λεγειν τας ἀποριας . ὁ μεντοι Ξενοφων μεταξυ ὑπολαβων
Θ . τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων . Ὁ δημιουργος ἠρχετο της συστασεως του κοσμου ἐκ πυρος και γης :
9999883 Ὀλυμπιοι
διθυραμβος τις οὑ ἐστιν ἀρχη : Δευτ ' ἐν χορον Ὀλυμπιοι ἐπι τε κλυταν πεμπετε χαριν θεοι , πολυβατον οἱ
μεταστησαι , ὡς και Ὁμηρος μνημονευει : ὁπποτε μιν ξυνδησαι Ὀλυμπιοι ἠθελον ἀλλοι , Ἡρη τ ' ἠδε Ποσειδαων και
9999882 δημιουργημα
του θηριου ἐδει το τειχος ἀναλωτον εἰναι , το δε δημιουργημα τεχνης ἐστιν , οὐ μυθολογημα συγγραφης . οὑτω τοινυν
ἀπῃ των ὀργανων , οἱς ἀν προσῃ το προτεθεν ἀποτελεσθηναι δημιουργημα . ἐκειθεν ἀποδειξιν τε μανθανει και σοφιστας ἑλειν και
9999882 Πειραιευς
δ ' ἐστι κατα μεσην που την λεχθεισαν γραμμην ὁ Πειραιευς το των Ἀθηνων ἐπινειον . διεχει γαρ του μεν
καλον γαρ , Ἀρχια , το ζην ἐμοι , εἰ Πειραιευς αὐτο παρεχοι και τριηρης ἡν ἐπιδεδωκα και τειχος και
9999882 μελανοϲ
, πεπερεωϲ λευκου ἰϲα : μελιτι . Πεπερεωϲ λευκου και μελανοϲ , δαυκου Κρητικου , ϲικυου ἡμερου ϲπερματοϲ , μαραθρου
. χαλκανθου # β , ἀρϲενικου # α , ἐλλεβορου μελανοϲ , κανθαριδων θωρακων ἀνα ⋖ α ∠ ʹ ,
9999882 δογμα
τι ἐστιν ἡ ἀποδειξις . Και μην εἰ πασα ἀποδειξις δογμα ἐν τοις λημμασιν αὐτης περιεχουσα εὐθυς ἐστι δογμα ,
του γραφει μηδενος αὐτῳ ἐναντιουμενου . . . . ἀνεγνωσθη δογμα ] ἰσως ἀν τις ἀπορησειε περι των μηπω ἀφικομενων
9999882 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999882 λαμβανω
τουτο αὐτο ἐπιδειξιν ἡγησαντο . ὁμως δε και αὐτος ἑτεραν λαμβανω ὁδον . ὁταν μεν γαρ εἰς ἐμαυτον ἀπιδω και
οὐτε ψευδος . εἰ δε τις λεγει ὁτι συμπεπλεγμενα αὐτα λαμβανω και λεγω ὁτι Σωκρατης υἱος ἐστι , Σωκρατης μελας
9999881 ὑφειλετο
προς αὐτοτελειαν του ὀνοματος : οἱον ἐξ ἱερου ἰδιωτικα τις ὑφειλετο χρηματα , νομου κελευοντος τον μεν ἱεροσυλον τεθναναι ,
εἰναι . και παιζων δε ποτε ἰχθυν παρα τινων ἁλιεων ὑφειλετο και λαβων ἐδωκε τινι των παρεστωτων . ὁρκιζοντος δε
9999881 ἐνομισε
ὁ γαρ μη ἐρωτωμενος τις ἐνδοθεν και σιγων καλως ἠρωτησθαι ἐνομισε και συνενευσε , κἀν ἐρωτηθεις θειη , και ἀλλῳ
μετεμελε : παιδα γαρ τον Δημαρητον ἐς το μαλιστα οἱ ἐνομισε εἰναι . Δημαρητον δε οὐνομα ἐθετο αὐτῳ δια τοδε
9999881 τευθιδες
τευθιδα . Ἐπιχαρμος : πωλυποι τε σηπιαι τε και ποταναι τευθιδες . Ἀρχεστρατος δε φησι : πωλυποι ἐν τε Θασῳ
ὀνοματα αὐτων ἀκουω κεκρυφαλον ἐχινον ἠνυστρον . σηπιαι δε και τευθιδες δυο νεμονται προβοσκισιν : οὐ γαρ τοι χειρον οὑτως
9999881 κριτικη
και μονῃ τῃ λογικῃ ψυχῃ προσεστι δυναμις ὠν ἐπιστατικη και κριτικη των ἀλογων αὐτης μερων ἠ δυναμεων : ὡστε οὐδε
πραττειν ἐπιταττει , του δε ἀπεχεσθαι . ἡ δε ξυνεσις κριτικη μονον , ἠτοι καταλαμβανουσα και κρινουσα το σκοπηθεν και
9999881 πλασμα
ἡ Νεα κωμη και Ἀργυρια . „ και τουτο παλιν πλασμα προς την αὐτην ὑποθεσιν , ὁπως σωθειη το „
εἰ μη την ἐπιθετον ἐσκηψαμην μωριαν . τουτο με το πλασμα πιστευθεν ὑπο του τυραννου μη ταὐτα παθειν ἐκεινοις ἐρρυσατο
9999881 πρεσβειᾳ
πεποιθοτες ἐσμεν , ἀλλα το παν ἀνεθεμεθα τῃ δυνατῃ σου πρεσβειᾳ , της σης προνοιας και αὐθις ἐπιτυχειν ἐπελπιζοντες .
ποιουμεθα . Τουτων οὐδεν Αἰσχινης εἰπε προς αὑτον ἐν τῃ πρεσβειᾳ , ἀλλ ' ἀντι μεν της πολεως την Φιλιππου
9999881 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999881 δρομημα
: ἐγενηθη δε τις ὡρᾳ νυκτερινῃ τριτῃ . το δε δρομημα της Σεληνης ἐστι μοιρων ιβʹ ∠ ʹ ιεʹ .
μοιρᾳ ζʹ , Σεληνη Παρθενου μοιρᾳ λʹ : ἑως ὀψε δρομημα μοιρων ιδʹ ιεʹ . το δ ' ἐκ της
9999881 ἀλαζονειᾳ
ὡς ἐμοι δοκει , τολμηροτερον . Πας ὁ μη φρονων ἀλαζονειᾳ και ψοφοις ἁλισκεται . Μονος ἐστ ' ἀπαρηγορητον ἀνθρωποις
την δια του γαλακτος ἀποστρεφομενον . ἐαν οὐν τις εἰξας ἀλαζονειᾳ | θεραποντος ὀδοντα ἐκκοψῃ τον ὑπηρετην και ὑποδιακονον των
9999881 μυες
ἐνιοτε μεντοι κατα τον μεγαν δακτυλον οἱ δυο μονοι φαινονται μυες ὁμοιως ἐχοντες τοις ἐπι των ἀλλων : κἀκεινοι δε
σχεδον ὁλον πλην του γενειου . δυνανται δ ' οἱ μυες οὑτοι ταθεντες ἐπαραι τε και κυρτωσαι την γλωτταν .
9999881 Ἀττικα
ἐκ λαγονων σπειρας της μητρος εἰχεν , οὐπω την γλωτταν Ἀττικα φθεγγομενην , το σον δε ἀρα ἐκ τινος φυσεως
. ἁπαξαπασαι : ἀντι του πασαι . τα δε τοιαυτα Ἀττικα . μεταπειρωμενας : μεταβαινουσας , μεταβαλλομενας ἀπο πραγματος εἰς
9999881 μηνοειδες
Ἑλληνες ἀτρεμας εἰχον προς τῳ Ἀρτεμισιῳ . Οἱ δε βαρβαροι μηνοειδες ποιησαντες των νεων ἐκυκλουντο , ὡς περιλαβοιεν αὐτους :
εὐγενειας περιηρτημενος τῳ ὑποδηματι , τουτο δε ἐστιν ἐπισφυριον ἐλεφαντινον μηνοειδες , και παρελθων ἐς το Ῥωμαιων βουλευτηριον πιθανον μεν
9999881 βραχεσι
ἠκριβωμενος , ἠπειγμενος , κεκολασμενος , βεβασανισμενος , κεκριμενος , βραχεσι ῥημασι πολυν νουν ἀπαγγελλων , οὐ λεγειν μαλλον ἠ
μη προηκοντα και λεγων πονηρα . και ταυτ ' ἐν βραχεσι ] δια το ὀλιγωρειν τον ἀκροωμενον ψυχαγωγειν βουλεται δια
9999880 διωρισθω
την κατα τοπον κινησιν , περι μεν αἰσθησεως και νου διωρισθω ταυτα : περι δε του κινουντος , τι ποτε
, μια μεθοδος ἀν εἰη περι ἀμφοιν . πρωτον δε διωρισθω , ὁτι αἱ συγκρισεις γινονται οὐ των μεγαλην προς
9999880 ἐφυλαττε
ἀκουουσιν ἐλεφαντες . ὁ δε και ἐφιλει το παιδιον και ἐφυλαττε , και κειμενου πλησιον ἡδετο , και κνυζωμενου παρεβλεπε
ἀλοκα δαιμονων βιᾳ . λαβων δε τον χρησμον και ἀπελθων ἐφυλαττε μη συνευνασθαι τῃ ἰδιᾳ γυναικι . ἐν μιᾳ δε
9999879 ἀδιαφορῳ
ἐλαχιστον της σεληνης ἀποστημα καταλειπεται ἑξηκοστων μϚ : και ἐστιν ἀδιαφορῳ μειζων ἠ διπλασιων και τοις τρισι πεμπτοις μειζων της
σκιας δια το το ἡμισυ της σεληνιακης διαμετρου ἐκλελοιπεναι , ἀδιαφορῳ δε ἐλαττων ἐστιν ἠ διπλασιων και ἐτι τοις γ
9999879 Θετταλοι
δικαιον . των Θετταλων ἱππεων ] ἀγαν γαρ οἱ μεν Θετταλοι ἱπποται εἰσιν ἀριστοι , οἱ δε Θηβαιοι ὁπλιται γενναιοτατοι
ἀλλῳ τινι τροπῳ ; Ὠ Μενων , προ του μεν Θετταλοι εὐδοκιμοι ἠσαν ἐν τοις Ἑλλησιν και ἐθαυμαζοντο ἐφ '
9999879 δακρυουσα
περι λυσεως , ἡ γυνη συνεχως ἐντυγχανουσα τοις γραμμασι και δακρυουσα των ὀψεων ἐστερηθη , καταλιπων ὁ παις παρα τῃ
ὁσῳ θαλερωτερον , τοσουτῳ και γοητοτερον . ἐαν δε ἡ δακρυουσα ᾐ και καλη και ὁ θεατης ἐραστης , οὐδ
9999879 ἠρεσκετο
παις . Βασιλευων δε Σκυθεων ὁ Σκυλης διαιτῃ μεν οὐδαμως ἠρεσκετο Σκυθικῃ , ἀλλα πολλον προς τα Ἑλληνικα μαλλον τετραμμενος
βλεπειν . οἱσπερ και ὁ Σεβηρος ἀγγελλομενοις οὐ πανυ τι ἠρεσκετο , ἀλλ ' ἐπαχθης ἠδη και βαρυς κἀκεινῳ ἐγενετο
9999879 κενωτικα
βετονικη ϲαρξιφαγοϲ λιθοι οἱ ἐν τοιϲ ϲπογγοιϲ ἠλεκτρον . Ὑϲτεραϲ κενωτικα . Αἱμα ἀπο ὑϲτεραϲ ἀγει ἐγκολπιζομενα και προϲτιθεμενα ταυτα
δυϲκραϲια μονη ἐγκαταμεινῃ μετ ' ὀδυνηϲ εἰτε ἐμφραξιϲ . Ϲπληνοϲ κενωτικα . Ἐλλεβοροϲ μελαϲ ἐπιθυμον πολυποδιον ϲκολοπενδριον παιωνιαϲ ῥιζα χαμαιδρυοϲ
9999879 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999879 σκληρια
: ἠ καλαμου ῥιζας λειοτριβησας μετα μελιτος : εἰ δε σκληρια εἰη , μετα μελικρατου : ἠ ἀριστολοχιαν μετα μελιτος
ἐπιφαινοιτο , εἰδεναι χρη ἐρρηχθαι το ἀποστημα . εἰ δε σκληρια πολυχρονιος και ὀγκος ὑποπιπτοι και δοκοιη αὐτοις ὡσπερ τι
9999879 ἰσχυν
, οἱς δε ἐπαμυνειτε χαριν , ὑμιν δ ' αὐτοις ἰσχυν : ἁ ἐν τῳ παντι χρονῳ ὀλιγοις δη ἁμα
τοις ἠδη γεγενημενοις λυπης . και ὁ οἰκτος δε μεγαλην ἰσχυν ἐχει προς παραμυθιαν , μαλιστα ὁταν τις ἐπι κηδειᾳ
9999879 κραμα
πονων λιμος και το διψος ἱκανον ὀψον ἐστιν και γλυκυ κραμα , και στερροτερα τε τα σωματα σφισι γιγνεται και
τινων ἐπιφωνησεων κρυπτων ἑνωσας το παν οὑτως εὐ μαλα διεκινησε κραμα , ἑως ἐπεγελασε τις ὑλη τῳ μιγματι λεπτοτερα τε
9999879 χελιδονες
ἀκροπολιν το προτερον Διονυσιος , συνανηχθησαν οἱ και αἱ νεοττευουσαι χελιδονες ἐκειθι , και ἐμαντευοντο την ἐπανοδον ⋮ Ἐτι φασι
οὑτω δε αὐτο φησι βαρβαρως και δυσφραστως , ὡσπερ αἱ χελιδονες . και Αἰσχυλος το βαρβαριζειν χελιδονιζειν και Ἰων ἐν
9999879 Ὑαδες
το αὐτο , και λιψ προσεπιπνεει , τῃ πεμπτῃ προσανισχουσιν Ὑαδες , και βροχη τε , και την ἑβδομην ἁπασαν
, ὡς ἀν και τα της ὡρας αὐτας ἀγῃ , Ὑαδες δ ' ἐπι θατερα . ὁρᾳς και τον Ὠριωνα
9999878 λογιστικῳ
ἐν ἀλλῳ μερει της ψυχης συνισταται ἠ ἐν μονῳ τῳ λογιστικῳ , αἱ μεν περι το παθητικον ἀρεται οὐχ ὑπαρχουσι
ψυχῃ τριτον τουτο ἐστι το θυμοειδες , ἐπικουρον ὀν τῳ λογιστικῳ φυσει , ἐαν μη ὑπο κακης τροφης διαφθαρῃ ;
9999878 ᾠχετο
παιδι τῳ σαυτης : ἐπει παρεστι μαστηρ πατρος ὁς πριν ᾠχετο . Ὠ μητερ , ὡς ἀν ἐκ τριων ς
ἀλλης πλησιοχωρου πολεως ἐλευθερας οὐδεμιας , εἰς την Καμπανιδα Κυμην ᾠχετο προς Ἀριστοδημον τον ἐπικληθεντα Μαλακον τυραννουντα τοτε Κυμαιων :
9999878 λογιζομεθα
Ὡστε οὐτε ἡμεις ἡμεις οὐτε τι ἡμετερον ἐργον : οὐδε λογιζομεθα αὐτοι , ἀλλ ' ἑτερου λογισμοι τα ἡμετερα βουλευματα
οἱ πλειονες ἐννοιαν τινα του το δε τι οὑτως ἐχειν λογιζομεθα . Τριτην τα διαβεβλημενα : διαβεβλημενα τα μεμισημενα ,
9999878 Λακωνικα
περι του υἱεος συμβουλευεσθαι ὁπη τε και ὁπως σωζων τα Λακωνικα ἠθη και ξενικων παιδευματων κοινωνησει . καμνω δε οὐ
αὐτο ἐκ παθους , το παληος ἀρχηος Ἀχηος Βοιωτια εἰσι Λακωνικα . προσκειται ἁπλα δια το Πολυνηος Εὐνηος Ἐχενηος θερμον
9999878 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999878 ἀμετριᾳ
συνεισεβαλε ποτε . * Συνεισβαλλει ποτε ὁ καυσος , τῃ ἀμετριᾳ της διαφορησεως γινομενης λαυρου του πυρετωδους θερμου , την
γαρ τοις τοιουτοις ἑπεται παρα των συζωντων ἡ ἐπι τῃ ἀμετριᾳ μεμψις . τουτο γαρ νυν ὁ φθονος δηλοι ,
9999878 ἐξηνδραποδισατο
δε τηι νικηι τας ἐν τωι ποταμωι νησους και πολεις ἐξηνδραποδισατο , και συνηγαγεν αἰχμαλωτων σωματων ὑπερ τας δεκα μυριαδας
, τους δε λοιπους συμφυγοντας εἰς τας πλησιον πολεις ἐκπολιορκησας ἐξηνδραποδισατο . των δε ἀλλων ἐγχωριων συναθροισθεντων δισμυριους μεν καταφυγοντας
9999878 δωματιῳ
ἐν δικτυῳ . κατακλεισας γαρ αὐτην ὁ ὑβριστης ἐκεινος ἐν δωματιῳ και φησας δειν προσκυνειν την Τυχην , εἰ τον
πατρι εἰπειν , ὁτι ἡ μητηρ ἠδη καθευδει ἐν τῳ δωματιῳ . και ἀπαγορευοντος του ἰατρου , ὁπως μη δωσει
9999877 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999877 μεμνημεθα
τῃ σαυτου δοξῃ περιθεις . ἀει μεν οὐν σου και μεμνημεθα και συν ἐπαινοις , το γραφειν δε ἡμιν ὑπο
ὑπο σεισμου , ὁς αὐτοις ἐτυχε μεγιστος γε δη ὡν μεμνημεθα γενομενος , ξυμπεπτωκυιαν ἐκπορθει , των ἀνθρωπων ἐς τα
9999877 βραχυτητι
οὐχ ὁμοιως ἰσχυροι : και ἐκ των προσειλων ἁμα τῃ βραχυτητι πυκνοτεροι τε ἐκεινων και ἰσχυροτεροι γινονται . Χαιρει δε
οἱ των θεων . εἰ δ ' ὁ χρονος τῃ βραχυτητι λυπει , φερετω παραμυθιαν ὑμιν Ἀλεξανδρος ὁ Διος .
9999877 βουλευεσθε
ἐμου πολεμον ἐχητε χρησθαι . ἀλλ ' εἰ τα κρατιστα βουλευεσθε πραττειν και το κοινῃ συμφερον ἀμφοτεροις ἡμιν σκοπειτε ,
ἰδιωται τῳ νομῳ γεγονατε ; ταυτ ' εἰς τον δημον βουλευεσθε ἐξενεγκειν . τι γαρ δη και το κωλυον ἐσται
9999877 ἠγανακτησεν
δε νεανισκος ἐμε φερων παρεστησεν αὐτῳ : ὁ δε Πλουτων ἠγανακτησεν τε και προς τον ἀγαγοντα με , Οὐπω πεπληρωται
ὑπερβεβηκε τας Σεσοωσιος πραξεις : ὁ δε βασιλευς οὐχ ὁπως ἠγανακτησεν , ἀλλα και τοὐναντιον ἡσθεις ἐπι τηι παρρησιαι σπουδασειν
9999877 ἀπαλλαγεισα
οἰκων ἀναφωνει και ἀνυμνει , των πολεμικων καματων ἐξ ἀπροσδοκητου ἀπαλλαγεισα και δια την σην δυναμιν ἐλευθερον βλεπουσα . ἀλλως
ἀνδρος ἀπο των του σωματος ἡδονων και παθηματων , ὁταν ἀπαλλαγεισα του περι ἐκεινο ταραχου , και ἐπιστρεψασα εἰς ἑαυτην

Back