των ἀγωνων . τροποι δε καταστασεως εἰσι ΙΒ , ὡς Ἀψινης ἐν τῃ περι των μερων του λογου τεχνῃ φησιν
πιστευθηναι καλην οἱα εἰργασατο σκεψασθε . ὡς ἐν τῳ Λυσανδρῳ Ἀψινης , Λυσανδρος ἀρχην ὑποδειξας καλην : ἠ παλιν ἐπ
9999981 ὑπακουστεον
προκατελαβον ἰασομενοι . . . . της τριμηνου ] προθεσμιας ὑπακουστεον . . δοξαν ] ἀντι του δοκησιν , ὑποληψιν
δε φιλτατοις : γραφεται και ἀμφω τεκνα : ἀνωρμησεν : ὑπακουστεον το ἐλεγομεν : οἱ Θηβαιοι : ἐν δε τοις
9999979 ποιητικου
γεγραπται δε Ἰαδι διαλεκτῳ . ὁ δε λογος ἐκ του ποιητικου προσωπου προς ἐρωμενον : ὁθεν και το ἐπιγραμμα Ἀϊτης
του εἰδικου αἰτιου γνωσιν , ὁτι και κατα την του ποιητικου αἰτιου γνωσιν δυναται ἡ σοφια εἰναι δεικνυσιν : ἐν
9999978 λειοτατου
ἑτερον και τας βρογχοκηλας , ἐχει δε οὑτως . Ἁλος λειοτατου και χνοωδεστατου , ψιμμυθιου , ἀνα λιτραν α ,
του γαλακτοϲ ϲκευαϲθεντι δια μελικρατου , εἰτα μιξαντεϲ αὐτῳ ἐπιθυμου λειοτατου ⋖ γ . ἐρρεθη δε ἡ ϲκευαϲια του ὀρου
9999977 ἀποφατικου
του ἐναντιου , το μεν καθολου καταφατικον ὑπο του καθολου ἀποφατικου , ὁ ἐστι και αὐτο ἐν δυο σχημασι ,
και δια πλειστων συλλογισμων : ἀλλα και δια του καθολου ἀποφατικου , ὁ και αὐτο ἐν δυο τε σχημασι και
9999977 φιλονεικουντων
βροτων . Βοτρυς προς βοτρυν πεπαινεται : ἐπι των ἐξισουσθαι φιλονεικουντων . Βουζυγης : ἐπι των πολλα ἀρωμενων . Ὁ
ἐνικα μαχην . Εἰ δε τις ἐρει των προς ἁπαντα φιλονεικουντων , ὁτι τουτον ἰσως ἐγραψε τον λογον ταις Ἀριστοτελους
9999977 καταρτισμου
: ταυτα γαρ τα ἐνεργηματα ἀνεμποδιστως γινομενα δηλοι το του καταρτισμου τελος . ἐνεστι δε και ἐξ ἀντιπαραβολης της προς
των ὀλισθηματων πραγματειᾳ ἐκτεθειμαι . τεκμηριον δ ' ἐσται του καταρτισμου , ἐπι μεν του πηχεως ἡ ἀνεμποδιστος της χειρος
9999977 ἀσθενεστερας
Τρωες , οὐ μην ὁσονπερ οἰεται . γυναικας μεν ἀνδρων ἀσθενεστερας εἰναι φημι , εἰναι δε παρα την παιδευσιν των
και θερος ἐπι το ἐλαττον : μαλλον γαρ ἐλαττους και ἀσθενεστερας ἐπαινετεον . ἐαρ δε και μετοπωρον ἐπι το μαλλον
9999977 ἀπαντησει
μοιραν , και εἰ μεν κακοποιῳ ἡ του συνδεσμου λυσις ἀπαντησει , πολ - λων κακων παραιτια γινεται , εἰ
, ἀλλα τα μεν ταγματα εἰς ἑκαστον ἀριθμον , ὡς ἀπαντησει , ποιειν , προς το ποσον των ὀντων σωματων
9999976 θρηνητικον
. βοᾳν : Κραζειν . ἰου , ἰου : Ἐπιρρημα θρηνητικον . . τι δητα σοι τιμημα : Ἐπεβαλλον γαρ
ἰου ” ⌈ το ἐπι χαρας περισπαται , το δε θρηνητικον ὀξυνεται . χροιαν ] χρωμα . . ἰδειν .
9999976 μεγασθενης
τ ' Οἰδιπου σκια : μελαιν ' Ἐρινυς , ἠ μεγασθενης τις εἰ . ἠε . ἠε . δυσθεατα πηματα
τ ' Οἰδιπου σκια : μελαιν ' Ἐρινυς , ἠ μεγασθενης τις εἰ . συ τοι νιν οἰσθα διαπερων ,
9999976 κινδυνευοντας
' αὐτην ταυτην ἠφειδουμεν ἡδεως . ὁθεν σεσωκαμεν μεν Ἡρακλειδας κινδυνευοντας ὑπ ' Εὐρυσθεως πανταπασιν ἐκτετριφθαι , και δι '
των προγονων διηγηματα , ὁτι ἐθος εἰχον ἐκεινοι σῳζειν τους κινδυνευοντας . ὁτι φυσις ὑμιν ἐξ ἀρχης σῳζειν τους κινδυνευοντας
9999976 διαφορητικοις
καππαρεως και τοις τοιουτοις : ἐξωθεν δε μαλακτικοις φαρμακοις και διαφορητικοις : οἱον τῃ κωφῃ , τῃ κιτρινῃ : πολλην
και περιπατοις και ταις ἀλλαις κινησεσιν , ἐτι δε χρισμασι διαφορητικοις ταχεως ἐκκενωσαι του πληθους , εἰ μη ἀρα σοι
9999976 ἐνδεχομενης
ἐν τῳ πρωτῳ σχηματι αἰει ἐν τῃ ἐξ ὑπαρχουσης και ἐνδεχομενης μιξει τοιουτου γινομενου του συμπερασματος . εἰ δε ἡ
[ καταφατικης συλλογιστικη ἡ συζυγια ] οὐσης [ δε ] ἐνδεχομενης καταφατικης γινεται παλιν το πρωτον σχημα καθολου καταφατικην ἐνδεχομενην
9999976 ἐπικρατουσαν
ἀρτον ἠ κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐπικρατουσαν ἑκαστῳ διαθεσιν . ὀστρακοις των ὀνομαζομενων ἰδιων ὀστρεων κεκαυμενοις
κριθινον ἀλευρον ἠ πυρινον ἠ ἀλφιτα κατα την ἐν ἑκαστῳ ἐπικρατουσαν διαθεσιν . ἡ δ ' ἀγρια προς μεν τας
9999975 συγγενειαν
, ἀλληγοριας δε και μυθους ἐπινοησαντες και τοις κοσμικοις παθημασι συγγενειαν πλασαμενοι μυστηρια κατεστησαν , και πολυν αὐτοις ἐπηγον τυφον
Ἡρακλεους φιλον τον ὀνομαζομενον Φολον . οὑτος γαρ δια την συγγενειαν θαπτων τους πεπτωκοτας Κενταυρους , και βελος ἐκ τινος
9999975 εὐδαιμονιας
ἑτερων κλητον Ἀθηνηθεν ἐλθοντα νεων ἀρχην κτησασθαι μακαριστον , πηλικης εὐδαιμονιας το Ἀθηναιους εἰναι τους μεταπεμπομενους ; ἐγω δε ἡσθην
τι ἁπαντες ἀνθρωποι . αἱ δε ἀπαρχαι εἰσι νηες γεμουσαι εὐδαιμονιας , και ὁ τι ἀν ἡ φυσις ἀριστον τεκῃ
9999975 ἀποκλινας
παραστηματι διεξερχομενου πολλη τις αἰδως τον Ἀλεξανδρον εἰσηλθε , και ἀποκλινας προς ἑνα των ἑταιρων εἰπεν ἀλλ ' εἰ μη
συνανθρωπισιν ἀρνησαμενος και της οἰκειας σαρκος ἀποχωρησας τῃ σχεσει και ἀποκλινας προς το νοερωτερον και θειοτερον ἱκανην ἐχει προς μακαριοτητα
9999975 ἐπιτυγχανειν
και ὑπερ αὐτον και ἐνδοτερως : το δε κατορθουν τῳ ἐπιτυγχανειν του σκοπου : μοναχως δε ἐστιν ἐπιτυγχανειν του σκοπου
ἀλληλων παραταξεις ὁρωντας , ἐπισημαινεσθαι την στυγνοτεραν μαλλον τῃ ὀψει ἐπιτυγχανειν ἐν ταις μαχαις ἠπερ την ἐν ὁπλοις λαμπουσαν ,
9999975 κρητικον
Ἠλειων . Γ εἰτα ἐν ἐκθεσει τρισυλλαβοι βʹ κατα ποδα κρητικον . ξυνανελκετον και σφω ] εἰτα ἐν ἐκθεσει ἀναπαιστικον
Το δε παιωνικον εἰδη μεν ἐχει τρια , το τε κρητικον και το βακχειακον και το παλιμβακχειακον : ὁ και
9999975 ἐπικρατουϲαν
κατα μεν την ἐντεριωνην την ὀξειαν ποιοτητα και ξηραντικην δυναμιν ἐπικρατουϲαν ἐχει , ὡϲ τηϲ τριτηϲ εἰναι ταξεωϲ των ξηραινοντων
φλεγμονων ὡϲ διαφορουντι : προτερευει δε το Ἰνδικον . Λυϲιμαχιον ἐπικρατουϲαν ἐχει την ϲτυπτικην δυναμιν : ὁθεν τραυματα τε κολλᾳ
9999975 ἑλκομενης
εἰς τα κενωματα των ἀπενεχθεντων κατα τα πλαγια των ἀγγειων ἑλκομενης της τροφης και καταχωριζομενης ” . ἀλλ ' οὐδε
τον τοπον ἐνιοτε λαμβανειν ἀνακλωμενης της ἡμετερας ὀψεως ἀπο της ἑλκομενης ὑγροτητος ὑπ ' αὐτου προς τον ἡλιον . δια
9999975 συναπτουσης
ἐν εἱρκταις ἀποθνῃσκουσιν , και μαλιστα ἀλλοτριωθεντων των ἀγαθοποιων . συναπτουσης δε Ἀρει σφαγησονται . Φυλακτεον δε και ταυτα .
ποιεισθαι της Σεληνης ληγουσης και προς τους ἀγαθοποιους σχηματιζομενης ἠ συναπτουσης . παραφυλαττεσθαι δε ἱνα μητε ἐν Κριῳ μητε ἐν
9999975 ἀνακαθαιρειν
: αὑτη κολλαν τραυματα μεγαλα δυναται και τα ῥυπαρα ἑλκη ἀνακαθαιρειν και τα παχυτερα των ἑλκων ἰασθαι και προστελλειν κολπους
: διο και ὁϲα ταϲ μεγιϲταϲ ἐϲχαραϲ ἐχει μετα μελιτοϲ ἀνακαθαιρειν δυναται . ἐϲτι δε και πινομενη των καθαιροντων .
9999975 καθαραν
' ἐπιτρεπει την κρισιν Παριδι τῳ Πριαμου ψηφον ἐναργη και καθαραν ἐξενεγκων , ὁτι και φρονησεως και σοφιας και ῥωμης
ἀκαθαρτου αὐτου εἰσπνεομενου , ἀποκαθαιρεται δικην ἰσθμου το ἀκαθαρτον και καθαραν την εἰσπνοην του ἀερος ποιειται . Τα δε παθη
9999975 ἑλκους
ὀγκος φυμα καλειται . τουτο το φυμα εἰωθε δι ' ἑλκους κρινεσθαι . εἰ οὐν γενηται ἑλκος , ἀγαθον :
ἐπι κεφαλης , ἠτοι ῥαφας κεχαλασμενας βουλομενοι συναγαγειν , ἠ ἑλκους ἐκπεπταμενα χειλη , και ποτε και προσστειλαι και κολλησαι
9999975 ἀσθενεστερους
ὀντων , διοτι χωρις αἰτιας χρωμενοι πολλῃ κακιᾳ προπηλακιζουσι τους ἀσθενεστερους . ἠν δε και ἐν τοις εἰρημενοις γενεσιν ἡ
το δεξιον κερας ταξας των ἱππεων και των ἐλεφαντων τους ἀσθενεστερους ἀπεδειξεν ἡγεμονα των παντων Φιλιππον : τουτῳ δε διεκελευσατο
9999975 ἀποστροφος
και ὁ κατ ' ἐπεμβασιν Ἀρης και ἡ Σεληνη Αἰγοκερῳ ἀποστροφος : μετεωρος ἡ ἡμερα . ἠν δε και εἰς
ἀναδεχονται , ἐπαν ὁ γαμοστολος ἐκκεντρος τυχῃ ἠ του δαιμονος ἀποστροφος : ποταπαις δε , ἡ των ζῳδιων και ἀστερων
9999975 Σικελους
τις ἱστορια παραδεδοτο , διοτι καθ ' ὁν καιρον τους Σικελους ἐκβαλοιεν τους κατασχοντας τον τοπον τουτον της Ἰταλιας ,
κερδιον εἰη : τους ξεινους ἐν νηϊ πολυκληϊδι βαλοντες ἐς Σικελους πεμψωμεν , ὁθεν κε τοι ἀξιον ἀλφοι . ”
9999975 εὐδαιμονεστερος
, ἱνα , καθ ' ὁσον αὐτῳ δυναμις , εὐδαιμονων εὐδαιμονεστερος ᾐ . ὁ δε γενναιος τυραννος οὐ μακαριων εἰναι
λυποιτο λυπας ἀρα τοιουτου ὀντος του βιου , οὐκ ἐσται εὐδαιμονεστερος ὁ του κοσμιου ἠ του ἀκολαστου ; ὁ μεν
9999975 προσαγορευομενοι
ὀρος διειργει της Σκυθιας , ἡν κατοικουσι των Σκυθων οἱ προσαγορευομενοι Σακαι : την δε τεταρτην την προς δυσιν ἐστραμμενην
τον Νειλον . Παροικουσι δε τουτοις οἱ ῥιζοφαγοι και ἑλειοι προσαγορευομενοι δια το ἐκ του παρακειμενου ῥιζοτομουντας ἑλους κοπτειν λιθοις
9999975 λογισμον
και τις σκληρος και δυσκαταμαχητος . ὑπευθυνους δε τους μηδεπω λογισμον παρεχομενους μηδε εὐθυνας της ἀρχης ἡς ἐπιστευθησαν . ΓΘ
μεν παθη καταρχειν , ὁρον δε και περας εἰναι τον λογισμον . Ἀκουειν γουν παρεστι : δυο γαρ αὑται φυσει
9999975 κατασχουσης
των παντων εὐροιας και πλουτου και της λοιπης αὐτους χορηγιας κατασχουσης . τουτο δε δηλον ἐκ της ἐτι και νυν
αἱ φυλετικαι ψηφοφορουσιν ἐκκλησιαι . αὑτη λυσις ἐγενετο της τοτε κατασχουσης ταραχης την πολιν . Και μετ ' οὐ πολυ
9999975 ἀναγκασθεντες
δυνατοι φερειν την ὑμετεραν ἀρχην ἠ οἱτινες ὑπο των πολεμιων ἀναγκασθεντες ἀπεστησαν , ξυγγνωμην ἐχω : νησον δε οἱτινες ἐχοντες
ἐς Ὠρωπον . Ἀθηναιοι δε κατα ταχος και ἀξυγκροτητοις πληρωμασιν ἀναγκασθεντες χρησασθαι , οἱα πολεως τε στασιαζουσης και περι του
9999975 Δημοσθενους
λεξιν , πασαν δε την Πλατωνος , πασαν δε την Δημοσθενους : ἀμηχανον γαρ εὑρειν τουτων ἑτερους ἐπεισοδιοις τε πλειοσι
Μαρσυας ἐν εʹ των περι Ἀλεξανδρου ἱστορει λεγων Μαργιτην ὑπο Δημοσθενους καλεισθαι τον Ἀλεξανδρον . ἐκαλουν δε τους ἀνοητους οὑτω
9999975 στενοτερα
ὁσον διπηχεις : τα δε φυλλα χαμελαιᾳ ὁμοια , πλην στενοτερα και λιπαρωτερα , ὑπογλισχρα ἐν τῳ διαμασασθαι και κολλωδη
διελειν κατοπτευοντων ἡμων το καταγμα . ὁταν δε τα περατα στενοτερα ὀντα εἰστρεπηται και το καταγμα σκεπηται , εἰωθα προς
9999975 ἀναισθητου
χειρον . ἐνθεν ἡ λογικη της ἀλογου και πασης της ἀναισθητου φυσεως τιμιωτερα , ταυτης δε ὡς ἑνοειδεστερα μαλλον ἡ
ἐμανθανον . Μηδεποτε μηδεις Μεγαρεων γενοιτο σοφωτερος : ἐπι του ἀναισθητου . Χαριεντιζομενοι δε τουτο ἐλεγον . Μηδε μελι ,
9999975 μουσαν
' ἐκ παντα τετυκται . μηδε τινα τολμαν ἀιδειν ἀδοκιμον μουσαν μη κριναντων των νομοφυλακων , μηδ ' ἀν ἡδιων
αἰτιαι γενομεναι . ἠ οὑτως : οὐ μελπῃ τοιαυτην ἐχων μουσαν , ἐν ᾑ χαριτες εἰσι χοροποιοι , τουτεστι ποιητικαι
9999975 ἀσθενεστεραν
μειζονα δυναμιν , σχολαιοτερον τον πολεμον ἐχρητο , εἰ δε ἀσθενεστεραν , νεους και φιλοκινδυνους τας ἐπιθεσεις ποιειν προετρεπετο .
ἐφην , λεγεις ; ἀρα γε την μεν λεπτοτεραν ὁπερ ἀσθενεστεραν , την δε παχυτεραν ὁπερ ἰσχυροτεραν ; Τουτ '
9999975 παραλληλογραμμου
ΑΜ παραλληλος . ἡ ἀρα ὑπο ΛΘΖ γωνια του ΕΘ παραλληλογραμμου τῃ ὑπο ΓΜΔ γωνιᾳ του ΓΔ παραλληλογραμμου ἰση ἐστιν
μεχρι του ἑτερου μερους της ἐπιφανειας διχα τμηθησεται ὑπο του παραλληλογραμμου . ἠχθω δια του Ε σημειου παρα τον ἀξονα
9999975 διδομενη
γινωσκειν , ὁτι ἐπι πασης δυσκρασιας θερμης συμμετρως και δεοντως διδομενη , ὡσπερ και ἀλλο τι , βοηθειν ὀξυτατα δυναται
χολη του ἱππου καταγλυκαινομενη ἐν μολυβδινῳ ἀγγειῳ ἰσχυρας πραξεις ἀποτελει διδομενη ἐν οἰνῳ ἀνθρωπῳ και ἀναπαυσιν ἀποτελει . Της δε
9999975 Καλλισθενους
ἐστιν ἡ των μετρονομων , ὡς Δειναρχος ἐν τῳ Κατα Καλλισθενους . ἠσαν δε τον ἀριθμον ⌈ ιʹ ⌉ ,
Φοινικωδη καλεισθαι . οὐκ ἀν οὐν εἰη το λεγομενον ὑπο Καλλισθενους ἀληθες , ὁτι ἀπο Φοινικων της Συριας των την
9999975 ἀναγκαιοτατα
την δε ὡς δι ' ἐπιπεδου . ταυτι μεν τα ἀναγκαιοτατα και ἐξ ἀστρολογιας κυριωτατα προς την των Πλατωνικων ἀναγνωσιν
, τῳ ὀντι μοναδα βιον ἀναδεδεγμενον , προς μονον τα ἀναγκαιοτατα χρωμενον των γειτονων ἐνιοις . εὐκτικον μεν οὐν εἰναι
9999974 σπεισασθαι
ἠτοι χαλεπον και ἀσπονδον και ἀστοργον , παρα το μη σπεισασθαι φιλιαν προς ἀλληλους . * φερει κοτον : ἐπαγει
τον Ξενοφωντα ἐπεδεικνυεν ἁ λεγοιεν , και οὐκ ἀν ἐφη σπεισασθαι , εἰ Ξενοφων βουλοιτο τιμωρησασθαι αὐτους της ἐπιθεσεως .
9999974 φιλονεικος
την θηραν ὁ Ἐρως αὐτῳ , και , ἁτε δη φιλονεικος θεος , ἀντιταττομενον ἰδων και βεβουλευμενον , ὡς ᾠετο
τουτο . ἀνδρων : ἀνθρωπων . Δυσμαχος : ἀπιστος , φιλονεικος , δυστυχης , δυσπειθης κατα του διηγεισθαι . ἀτρεκεεσσι
9999974 γυναικειου
ὀντας ἠναγκασαν . ὁ γουν μοσχος οὐκ ἐξ ἁπαντος του γυναικειου κοσμου κατασκευαζεται , ἀλλ ' ἐκ των ἐνωτιων |
ὡσπερ ἐπι των ὀφθαλμων , ἐπιχεομενον ἠρεμα χλιαρον μετα γαλακτος γυναικειου , ὡσαυτως μετα τινος των ἀνωδυνων κολλουριων . και
9999974 ἐναρμονιων
δαιμονιως μηχανωμενος κερασματα τινων μελων διατονικων τε και χρωματικων και ἐναρμονιων , δι ' ὡν ῥᾳδιως εἰς τα ἐναντια περιετρεπε
τεσσαρων ἠ των ὁμοιων . γενει δε τα διατονικα των ἐναρμονιων ἠ χρωματικων , ἠ τα χρωματικα ἠ ἐναρμονια των
9999974 ἐντιμος
γινεται λιθουμενος ἐκ της μεταλλου τρεις ἐχων ὑποστασεις , ὡν ἐντιμος λιθος μεν εὐγνωστος πελει . παντες δε ἀγνοουντες αὐτον
ἡ παλαιοτατη των ἀρετων , ἡ τιμια , δικη , ἐντιμος δικαιοσυνη . Μετα : ἐν . ἐχει : εἰχεν
9999974 μακρολογειν
των ἀλλων ἡλικιων φυλαττοι την νοσον . Και τι δει μακρολογειν ; νυν γαρ ὑμιν αἱρεσις ἠ μισουμενοις διατελειν ἠ
παρων ] ἱκανος οὐτε ὁ καιρος ? ] ἁρμοττων τῳ μακρολογειν ] , οὐτε ῥαιδι - ον ] ἑνα ὀντα
9999974 θηλειαις
οὐδεμιᾳ προς το καλον και γενναιον συνεργημα . ταις δε θηλειαις εἰ και τα ποηματα κατα το συνεχον ἐποηθη ,
ὑπερ τον Τιγρητα και το Βακτριων φυλον οὑτως ἐπιμαινεσθαι ταις θηλειαις φασιν : γυναικες μεν γαρ τουτων ἑκαστῳ πολλαι :
9999974 κινησαι
μεγαλην ἀνα χειρα λαμπονται , και οἱ μελεων διακεκριται ἀλλων κινησαι χειμωνας , ὁτ ' ἠελιῳ συνιωσιν . Ἀλλα τα
ἀπολογειται . περιεισι δε καθαπερ οἱ ἀρρωστοι , εὐλαβουμενος τι κινησαι των καθισταμενων , πριν πηξιν λαβειν . ὀρεξιν ἁπασαν
9999974 γιγνωσκουσιν
μη κατα ζητησιν την ἡμετερην ἀπεσταλμενους . ὁτι δε οὐ γιγνωσκουσιν ἡμεας , οὐκ ἐν θωματι ποιεομαι : οὑτω γαρ
ἀρξωνται του ῥοφηματος . Τοδε γε μην και φυλασσουσι και γιγνωσκουσιν , ὁτι μεγαλην την βλαβην φερει , ἠν ,
9999974 διδαχθεντες
ἐκλυσαι . Νικομηδους δε και Ἀτταλου συγχωρειν ὑποκρινομενων οἱ Βιθυνοι διδαχθεντες ἐλεγον οὐκ εἰναι δυνατοι φερειν ἐτι την ὠμοτητα την
ἀριστερων ἐπι τα δεξια ἀστραπας αἰσιους , εἰτε παρα Τυρρηνων διδαχθεντες , εἰτε πατερων καθηγησαμενων κατα τοιονδε τινα , ὡς
9999974 συμβαινουσαν
εἰς το βουλευτηριον : ἰατροι τε δια νοσον σκοτωδη ἑκαστοτε συμβαινουσαν αὐτῳ και τοτε προσπεσουσαν : ἡ τε γυνη παντων
ταις χερσι καταρτισμον , την | δε εἰς το ἐμπροσθεν συμβαινουσαν καταγραψω χαριν του δυναμενην συνθεωρηθηναι παραιτιαν ὠφελειας γενεσθαι .
9999974 ἀναπαυσασθαι
: δειν γαρ ἐφασκον οἱ ναυται και ὑδρευσασθαι και αὐτους ἀναπαυσασθαι , μελλοντας εἰς μακρον ἐμπεσεισθαι πλουν . Κατηγετο δε
φαγειν τε και πιειν και ἀφροδισιασαι , ἡδεως δ ' ἀναπαυσασθαι τε και κοιμηθηναι , περιμειναντας και ἀνασχομενους , ἑως
9999974 Ταραντινοις
εἰ δ ' ἐπι την Σειριτιν τραποιντο , προσθησειν τοις Ταραντινοις το Μεταποντιον ἐν πλευραις οὐσι . Πολεμουντας δ '
' ὀλιγων εἰς Ταραντα διεσωθη . ταχθεις δε παρα τοις Ταραντινοις ἐν τῃ των μισθοφορων ταξει και πολλαις και παραβολοις
9999974 ἀγαθοποιους
Φαρμουθι κϚʹ . ὡροσκοπον οἱ πλειους ἐφερον Καρκινῳ βουλομενοι που ἀγαθοποιους κεντρωσαι , εὑρομεν δε ἡμεις ἐκ των πραγματων Διδυμοις
μερος συλλογιζεσθαι σινωθησεσθαι το πλοιον . ἐπιτηρειν δε χρη τους ἀγαθοποιους ἐν τῳ ὑπογειῳ ἠ μαρτυρουντας τῳ τοπῳ , ἐστω
9999974 ποιμενες
Ἰωνικοις και ἀττιγοι . Οἱ δε τα προβατα νεμοντες , ποιμενες καλουνται , και προβατεις , και μηλαται : το
τ , τοι βουται και τοι ποιμενες ἀντι του οἱ ποιμενες . Την ἐκεινος ἀντωνυμιαν τηνος λεγουσιν , ἀφαιρουντες το
9999974 ἁρμονιαν
προς τον αὐτον τουτον θεον , και μικρου διαλυουσι την ἁρμονιαν του παντος εἰς την της θεομαχιας τολμαν δυσσεβεσι κοσμοις
οἰκειον αὑτοις κοσμον . διοπερ ἠσαν ἰδιοι καθ ' ἑκαστην ἁρμονιαν αὐλοι και ἑκαστοις αὐλητων ὑπηρχον αὐλοι ἑκαστῃ ἁρμονιᾳ προσφοροι
9999974 ἐπιτεταμενη
βελος ὀξυ . ἀχος δε ἐστι συγχυσις ψυχης , λυπη ἐπιτεταμενη : σαφες δε ἐκ του λεγειν τον ποιητην :
θερμασιας ; Δυο : ἠ γαρ ἀνειμμενη ἐστιν , ἠ ἐπιτεταμενη , τοὐτεστιν ἠ ἡττον , ἠ μαλλον : οὐκουν
9999974 μετοπωρου
ἐπικρατουντα κατακλειειν αὐτην εἰς την γην : και ἐαρος και μετοπωρου μαλλον , ἀνωμαλους γαρ ταυτας εἰναι τας ὡρας :
ἐχει δε ἡ Λιλαια και προς τας του ἐτους ὡρας μετοπωρου και ἐν θερει και ἠρος ἐπιτηδειως : τον δε
9999974 γυναικειους
παιδων δ ' ἐζυγη ξυναγονει . και τρις γοναισι τους γυναικειους πονους ἐκαρτερησα : ἀρουραν οὐκ ἐμεμψατο του μη ἐξενεγκειν
τους στημονι ὁμοιους ὑπ ' ἰσχνοτητος . Φερεκρατης δε τους γυναικειους πλοκαμους πλοκαδας καλει . τας μεντοι συνεστραμμενας μετα ῥυπου
9999974 οἰκειοτατους
θυειν και συγκαλουντες ἐπι την θυσιαν τους φιλους και τους οἰκειοτατους καταρωνται μεν τοις τεκνοις , λοιδορουνται δε ταις γυναιξι
τον υἱον . Οὐκουν περιφανως ἐπιδεικνυω ὑμιν και αὐτους τους οἰκειοτατους Νεαιρας ταυτησι καταμεμαρτυρηκοτας ὡς ἐστιν ξενη , Στεφανον τε
9999974 ἀποπλευσαι
κομιδῃ σφοδρα οὐσαν εὐδαιμονα και τοθ ' ὑστερον εἰς αὐτην ἀποπλευσαι . καταλεγει δ ' αὐτου και ἀδελφους δυο ,
τριηραρχος , οὐκ ἐχων δε χρηματα τοις ναυταις χορηγειν ἐσπευδεν ἀποπλευσαι , παρωξυνεν ἐτι μαλλον ὁ Θεμιστοκλης τους τριηριτας ἐπ
9999974 θειοτατου
ἁπαντων των ὀντων τον κοσμον μη ὑπο καλλιστου τινος και θειοτατου δημιουργου γεγονεναι , ἀλλ ' ἐκ ταυτοματου . μετα
: και γαρ οἱ μεμνημενοι περι των ὑπο Ἀρχιμηδους του θειοτατου κατασκευασθεντων ἐκκαυσαι οὐ δι ' ἑνος ἐμνημονευσαν πυριου ἀλλα
9999974 ἑνδεκατον
αὐτο τῃ αὐτου τελειοτητι και ἐνεργειᾳ . Ἐστι μεν τουτο ἑνδεκατον ἐν τῃ των προβληματων ἐκθεσει , δεκατον δε νυν
τε των του Αὐγεου βοσκηματων και τον της ὑδρας , ἑνδεκατον ἐπεταξεν ἀθλον παρ ' Ἑσπεριδων χρυσεα μηλα κομιζειν .
9999974 ἀναμνησθεντες
ὁπως μηδεις φονος ἐν τῃ πολει γενησεται : ἀλλ ' ἀναμνησθεντες των καιρων , παρ ' οὑς εὐ πεπονθοτες εὐ
βουλης ἠ τον Ἀρειον παγον προσβλεπετε , της Ἀριστογειτονος κρισεως ἀναμνησθεντες ἐγκαλυψασθε : οὐ γαρ ἐχω πρᾳοτερον προσφθεγμα τοις ἐξημαρτηκοσιν
9999974 κινησομεν
βιαζεσθαι . ἐπι μεν οὐν των ἀκουσιων οὐτε γνωμης αἰτησιν κινησομεν οὐτε ἀντιθεσιν ἐξωθεν οὐδεμιαν ὡν ἐφαμεν ἐν τοις ὁρικοις
σπανει τροφης ἠ χρηματων . και ἀπο τουτων οὐν ἐλεον κινησομεν λογου χαριν . και ὁ τεως συν πασι τρυφων
9999974 σοφωτατος
ἀλλως ἐχον ἠ οὑτως . παντως δε πλειστας τεχνας παντων σοφωτατος εἰ ἀνθρωπων , ὡς ἐγω ποτε σου ἠκουον μεγαλαυχουμενου
εἰς κοιτην προς δυναμιν . [ Ἀλλο ᾡπερ ἐχρησατο ὁ σοφωτατος Ἀλεξανδρος . ] Πυρεθρου ⋖ βʹ . κοστου ⋖
9999974 τρισμυριους
περι τετρακισχιλιους και ἐννακοσιους , του δ ' ἰσημερινου ὡς τρισμυριους τριακοσιους . , : . . . του γαρ
των μεν ἱππεων διαβιβαζει περαν του ποταμου του Πιναρου ἐς τρισμυριους μαλιστα τον ἀριθμον και μετα τουτων των ψιλων ἐς
9999974 ἀναγκαιης
μανια , κινησις . ἀναγκαιης : ἠ της φυσικης . ἀναγκαιης : βιαστικης , της κατ ' ἀναγκην γινομενης τοις
, τεως μεν μετα των Ἑλληνων ἐοντες ἐμαχοντο ὑπ ' ἀναγκαιης ἐχομενοι προς την βασιλεος στρατιην : ὡς δε εἰδον
9999974 μηνης
και ποταμους ἱστησιν ἀφαρ κελαδεινα ῥεοντας , ἀστρα τε και μηνης ἱερας ἐπεδησε κελευθους . της μεν , ἀπο μεγαροιο
προοιμια , ἀρχην ἐχοντα ” ἀμφι μοι ἠελιοιο περικλειτοιο τε μηνης / ἑσπετε μοι Μουσαι ” , τινα δε των
9999974 αἰσχυνεσθαι
τας πυλας και περιεσκοπει , ἐρομενου τινος τι περισκοπει , αἰσχυνεσθαι ἐφη , μη ὀφθῃ , ὡσπερ ἐκ πορνειου ἐξιων
τοις νεοις γιγνομενον , ὁ παρακελευονται λεγοντες ὡς δει παντα αἰσχυνεσθαι τον νεον . ὁ δε ἐμφρων νομοθετης τοις πρεσβυτεροις
9999974 συγχωρησαντων
την Ὀργαδα την ἱεραν : ὁρισται δ ' ἐγενοντο , συγχωρησαντων Μεγαρεων , Λακρατειδης ὁ ἱεροφαντης και ὁ δαιδουχος Ἱεροκλειδης
, ὁπως ἐπιτρεψωσιν αὐτῳ Αἰσωπειον μυθον εἰπειν . των δε συγχωρησαντων αὐτῳ ἀρξαμενος ἐλεγε : ” Δημητρα και χελιδων και
9999974 καθαρωτατον
ὑγρου δεξασθαι , ἐγχεας ὑδωρ ἀφηψημενον ἠ διηθημενον ἠ ὁτι καθαρωτατον , ἐπισταξαι του γαλακτος σταγονας ὁσον τον ἀριθμον ι
και το καθαρωτατον . ἐστι δε λεπτοτατον μεν αἱμα και καθαρωτατον το ἐν τῃ κεφαλῃ , παχυτατον δε και θολωτατον
9999974 μαθηματικοις
ἀστοχον τι λεγοιμεν περι του θειου Πλατωνος φησαντες αὐτον τοις μαθηματικοις σωμασι την φαντασιαν ἡμων τοπον ποιειν , ὡσπερ τοις
, ἠ τον ὁρισμον ἀποκρινομεθα ἐσχατον , ὡς ἐν τοις μαθηματικοις , οἱον δια τι αἱδε ἰσαι ; ὁτι ἐν
9999974 Ἀριστονικου
της Καλλιξενου Ζωγραφων τε και ἀνδριαντοποιων ἀναγραφης και ἐκ των Ἀριστονικου Περι του ἐν Ἀλεξανδρειαι Μουσειου και ἐκ των Ἀριστοτελους
. . . οὐ γεγονε μετα Σολωνα κρειττων οὐδε εἱς Ἀριστονικου νομοθετης : τα τ ' ἀλλα γαρ νενομοθετηκε πολλα
9999974 ἐλευθεριους
των ἀλλοτριων ὀρεγονται . ἀξιον δ ' ἐννοησαι ὡς και ἐλευθεριους ὁ τοιουτος πλουτος παρεχεται . Σωκρατης τε γαρ οὑτος
: διο και τους ἐπι πλεον δαπανηρους καιπερ οὐκ ὀντας ἐλευθεριους ὁμως φιλουσι , διοτι ὁμοιον τι ἐχουσι τοις ἐλευθεριοις
9999974 εὐδαιμονεστατος
μεγιστον τε ἁμα και ὑγιεινοτατον βιον . Πομπιλιος Νουμας ὁ εὐδαιμονεστατος των Ῥωμαιων βασιλεων και μαλιστα περι την θεραπειαν των
παιδειας μετεσχεν , και τινα ἐργα ἐπραξε , και ὡς εὐδαιμονεστατος ἀνθρωπων ἐγενετο , τουτο δε ἀλλο τι βουλεται τῳ
9999974 ἀνταρκτικου
κδʹ : λοιπαι ιβʹ . αἱς προσθετεον τας ἀπο του ἀνταρκτικου μεχρι του θερινου παλιν μοιρας λʹ και τας ἀπο
κυκλου δια του κεντρου της σφαιρας ἑως του κεντρου του ἀνταρκτικου . παρειληπται δε , ἱνα εἰδωμεν , ὁτι περι
9999974 δωδεκατος
εἰς τμηματα ιβʹ ἁ καλειται ζῳδια , ὁτι πρωτος ὁ δωδεκατος ἀριθμος δεχεται τους θειους εʹ λογους τους μουσικους ,
δεκατος ποιητικος , παραινεσεις γεγραφως : ἑνδεκατος ἀνδριαντοποιος Φωκαευς : δωδεκατος ἐπιγραμματων ποιητης λιγυρος : τρισκαιδεκατος Μαγνης , Μιθραδατικα γεγραφως
9999974 μαχεσασθαι
στεγης και της ἀνεχουσης τον κεραμον : τουτον τον ἀνδρα μαχεσασθαι την μαχην την ἐντος Ἀλτεως προς Λακεδαιμονιους Ἠλειων .
παλλων δ ' ὀξεα δουρα κατα στρατον ᾠχετο παντῃ ὀτρυνων μαχεσασθαι , ἐγειρε δε φυλοπιν αἰνην . οἱ δ '
9999974 ἀνατομης
ἀποτελειν , ψευδος ἐστι . πρωτον μεν γαρ δια της ἀνατομης οὐχ εὑρισκεται : δευτερον δε ἐπι των παρθενων ἐχρην
καλουμενα δε ὁπλα ] δια τινος ὀπης [ μαλλον δε ἀνατομης πλατειας ] οὐσης ἐν τῳ ΑΒ τοιχῳ ἐπειληθῃ περι
9999974 κιθαριστου
τις γαρ ὀνησις εὐφωνου ἡσυχαζοντος ἠ μη αὐλουντος αὐλητου ἠ κιθαριστου μη κιθαριζοντος ἠ συνολως τεχνιτου τα κατα την τεχνην
εἰτα ] ἀπο κοινου το ” ἐδει “ . εἰς κιθαριστου : οὑτως Ἀττικοι . ἐσπουδαζον γαρ περι την κιθαραν
9999974 εὐδοκιμον
ἐν ἀρχουσῃ τῃ πολει και δυναμιν γενναιαν περιβεβλημενῃ εὐελπις ὠν εὐδοκιμον αὐτῳ φανεισθαι την τεχνην : το δε ἠν ἀρα
στεφανουσα και χρυσῳ τῳ στεμματι . ἐαν μεν σχῃ γενος εὐδοκιμον , μετα το προοιμιον ποιησῃ του βασιλεως το ἐγκωμιον
9999974 ἀπελιπον
ἑν εἰδος εὐεργεσιας ἐπεδειξαντο , ἀλλ ' οὐδεν εἰδος εὐεργεσιας ἀπελιπον , δεξαμενοι μεν την φυγην και την πραξιν αὐτοις
Κεφαληνια . Ἐπανειμι δε παλιν ἐπι την ἠπειρον , ὁθεν ἀπελιπον . Μετα ταυτα πολις Ἀλυζια , και κατα ταυτην
9999974 κλεισαι
. . ἀνακλιναι : το ἀνοιξαι , και γαρ το κλεισαι ἐστι το ἀσφαλισαι : Ὁμηρος : ἠμεν ἀνακλιναι πυκινον
συγχωρω : δειναι γαρ αἱ Διος , οἰμαι , πυλαι κλεισαι παροδον παντι νοσηματι : τοσουτον δ ' ἀν ἐχοιμι
9999973 συγκρισεις
ἐναντιουμενον : διοπερ ἐν ταις πραγματικαις , ἡνικα ποιουμεθα τας συγκρισεις , οὐ χρη τον ἀμφισβητουντα ψεγειν , ἀλλα κἀκεινον
και περι αὐτων των παθων , εἰ διακρισεις τινες και συγκρισεις ταυτα : ἐπειτα οὐκ αὐτα οἱς διαφερει εἰρηκεν .
9999973 καταρα
οὐχ ὑπαρξει σωτηρια , ἀλλα ἐπι παντας ὑμας καταλυσις , καταρα . και τοις ἐκλεκτοις φως και χαρις και εἰρηνη
πολιν συνεχοντες και φυλασσοντες . θ ἀρα τε : και καταρα ἡν κατηρασατο αὐτους ὁ Οἰδιπους ὁ πατηρ αὐτων .
9999973 κατοικισαι
ὡς βασιλευς Δαρειος ἐβουλευσατο Φοινικας μεν ἐξαναστησας ἐν τῃ Ἰωνιῃ κατοικισαι , Ἰωνας δε ἐν τῃ Φοινικῃ , και τουτων
καταβαλλοντας φορον , την δε δευτεραν ἀπαγαγειν ἐν Κωνσταντινουπολει και κατοικισαι , την δε τριτην ἀνδραποδισας διεδωκε τοις στρατιωταις :
9999973 μυστικων
βασιλεως δυναστου ἀστρονομιας χρηματισμων , θεων ἐπιφανειας , μαντειας , μυστικων ἠ ἀποκρυφων πραγματων κοινωνιας . ιʹ πραξεως δοξης προκοπης
και εὐγαμος ἐσται και ἀλλοτριων κυριος και ἀπο παλαιων ἠ μυστικων ὠφεληθησεται και πολλα δραμειται ἐν διαφοροις τοποις και ἐπι
9999973 τουτεστι
, γινονται Ϡ : και το ἡμισυ της βασεως , τουτεστι τα ιε , ἐφ ' ἑαυτα , γινονται σκϚ
δε την αὐτην ἐν ἑκατερῳ των τονων δυναμιν ἐχειν , τουτεστι την της μεσης , ἀκολουθησουσιν αἱ των λοιπων ἁπαντων
9999973 εὐδοκιμειν
ἀν πλεονακις ἐξεταζῃ τις αὐτα , ἀναγκη τους τουτων αἰτιους εὐδοκιμειν . οὐ μην ἀλλα μοι δοκουσιν αὐτοι φανερον καθισταναι
, ἱπποσυνῃ και τοις ἀλλοις . παρα παντων δια το εὐδοκιμειν . της του Ἀδραστου θυγατρος Ἀργειας , ἡν Πολυνεικης
9999973 καταληκτικης
δε βουλει , περιοδος καταληκτικη ἐξ ἰαμβικης συζυγιας και τροχαϊκης καταληκτικης . το βʹ χοριαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον ἐκ χοριαμβου και
το αʹ περιοδικον καταληκτικον , ἐξ ἰαμβικης συζυγιας και τροχαικης καταληκτικης : το βʹ ἰαμβικον διμετρον ἀκαταληκτον : το γʹ
9999973 βασιλευσαντι
ἐν τῃ Ἑβραιων . ὁ μεν δη ἐν Ἁλικαρνασσῳ Μαυσωλῳ βασιλευσαντι Ἁλικαρνασσεων πεποιηται , μεγεθος δε οὑτω δη τι ἐστι
παιδες ἐκ της προτερης γυναικος , Γωβρυεω θυγατρος , και βασιλευσαντι ἐξ Ἀτοσσης της Κυρου ἑτεροι τεσσερες : των μεν
9999973 πεμπομενα
δε γλυφην ἐν τηι σφραγιδι Καρυατιδας ὀρχουμενας . τα δε πεμπομενα σιτια τωι Κλεαρχωι τους συνδεδεμενους στρατιωτας ἀφαιρεισθαι , και
προς δε τας δαπανας μετριως , ἀν μη παντα τα πεμπομενα καταναλισκηται : προς δε τας θεωριας λαμπρως , ἐαν
9999973 μυθεισθαι
και , ποθεν παρωνομασται μυθος : και φασιν ἀπο του μυθεισθαι , ὁ σημαινει το λεγειν , και ὁ ἀληθης
Ἀλλοις ἀλγεα τἀμα γελως πελει , οὐδε τι με χρη μυθεισθαι παντεσσιν : ἁλις εἰδυια και αὐτη . νυν δ
9999973 ὑπερμεγεθεις
[ την ] ἀτιμιαν φεροντες , ἐπεμψαν αὐτῳ δυο λεοντας ὑπερμεγεθεις : ὑφ ' ὡν διασπαραχθεις τον βιον ἐξελιπε .
των χυδαιων : βουκολια δε ἐν αὐτῃ πλειστα και ἀνδρες ὑπερμεγεθεις τῳ σωματι και μελανες τῃ χροιᾳ . Μητροπολις δε
9999973 Θουλης
και οἱ την Βρεττανικην και Ἰερνην ἰδοντες οὐδεν περι της Θουλης λεγουσιν , ἀλλας νησους λεγοντες μικρας περι την Βρεττανικην
ὁ παραλληλος ἀπεχει του ἰσημερινου μοιρας ξγ και γραφεται δια Θουλης της νησου . λʹ . ὁπου δε ἡ μεγιστη
9999973 κἀκεινης
και της αἰτιας του εἰναι τι αἰτιον αἰτιαν παρασχειν , κἀκεινης ἀλλην , και μεχρις ἀπειρου . ἀδυνατον δε ἀπειρους
προς την μνημην ὁ μεν ἐφιστησι κἀν τοσουτῳ Ἑλενης ἐπεισοδιον κἀκεινης ἐκ της ὁμοιοτητος τεκμηραμενης , πανυ γαρ αἱ γυναικες
9999973 δεσποτειαν
γενωνται . ἀλλα συ γε , ὠ ψυχη , την δεσποτειαν και ἡγεμονιαν ταυτην ἀργαλεωτεραν της ἐπαχθους δουλειας νομισασα ,
ὀρθως τα νυν διοικειται δια την σφοδρα δουλειαν τε και δεσποτειαν , τελος ἐχετω . Πανυ μεν οὐν . Τα

Back