Νηραβιος , ὡς του Τορρηβος Τορρηβιος . Νηρικος , πολις Ἀκαρνανιας , ἡν Ὁμηρος ἀκτην φησιν ἠπειροιο , ἡτις ἐστιν
λεγομενη . ἀπο δε Λευκαδος ἑξης Παλαιρος και Ἀλυζια της Ἀκαρνανιας εἰσι πολεις , ὡν ἡ Ἀλυζια πεντεκαιδεκα ἀπο θαλαττης
9999973 μυστηριον
τουτο , πολλα τε βεβαμμενου χρυσου το θειον και ἀμεταδοτον μυστηριον . Ἐπειτα και το σωμα της μαγνησιας προσερεται .
, και εἰς ἑν ἐργον συντεινουσιν . Νοησον οὐν το μυστηριον , τεκνον , του φαρμακου της χηρας . Ἡ
9999972 ποιητικης
παιδικην ἀγωγην ἐφυλαξαν μεχρι των τελειων ἡλικιων , και δια ποιητικης ἱκανως σωφρονιζεσθαι πασαν ἡλικιαν ὑπελαβον : χρονοις δ '
” ; καιτοι λαβομενος ἀν ἐγω των Ἀθηνων ἐπι της ποιητικης ἐξουσιας ἐπεισηγον ἀν ἐρωτας θεων και κρισεις και κατοικησεις
9999972 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999972 χαλκους
και Ἀπολλωνος εἰσι Προοψιου . και ἐν Παρνηθι Παρνηθιος Ζευς χαλκους ἐστι και βωμος Σημαλεου Διος : ἐστι δε ἐν
κρωμακισκος οὑτοσι γαλαθηνος . Ἡνιοχος Πολυευκτῳ : ὁ βους ὁ χαλκους ἠν ἀν ἑφθος δεκαπαλαι , ὁ δ ' ἰσως
9999972 συλλογιστικος
τουτῳ και το Α ὑπαρχει παντι οἱον τῳ Γ , συλλογιστικος οὑτος ὁ λογος . ἐαν δε οὑτως εἰπω ,
γε πως ἐξει το πραγμα ; ὁ δε κατα συστολην συλλογιστικος : ἀλλα μην ἡμερα ἐστιν , φως ἀρα ἐστιν
9999972 πλαττουσι
δ ' ἐν Κιλικιᾳ , τινες δ ' ἐν Συρια πλαττουσι τον μυθον τουτον , οἱ δ ' ἐν Πιθηκουσσαις
ἀετωδες και την κεφαλην ὁποιαν οἱ χειρουργουντες γραφουσι τε και πλαττουσι . φλογωδεις δε τους ὀφθαλμους φησιν αὐτου . νεοττιας
9999972 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999971 Λακεδαιμονιον
κατα την ὀγδοην και τριακοστην , ὁτε νικησαι μεν Εὐτελιδαν Λακεδαιμονιον , την δε ἰδεαν ταυτην μηκετι ἀγωνισασθαι παιδα ἐν
τοτε ἐτυχον ἐπιδημουντες , συνηρπαζον δε παντα τινα και ὁν Λακεδαιμονιον σαφως ὀντα ἠπισταντο και ὁτῳ κουρας ἠ ὑποδηματων ἑνεκα
9999971 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999971 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999971 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999971 οἰκοδεσποτειαν
δε ὁ της Ἀφροδιτης και ὁ του Ἀρεως ἁμα την οἰκοδεσποτειαν λαβωσι της πραξεως , ποιουσι βαφεας , μυρεψους ,
συγκρασεως . ὁ μεν οὐν του Κρονου ἀστηρ μονος την οἰκοδεσποτειαν της ψυχης λαβων και αὐθεντησας του τε Ἑρμου και
9999970 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999970 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999970 πιστωσασθαι
δ ' ἀπεριοριστον , ὀλιγα των ὁσα μεγαληγοριας ἀποτελεστικα του πιστωσασθαι το προκειμενον ἑνεκα και δη διεξιμεν . ἀποδειξιν ὁ
τις ὑπολαβοι , οὐδε δια της εἰς ἀδυνατον δειξεως δυνατον πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου
9999970 εὐδαιμονιαν
το δ ' ὁτι συχνας διδωσιν ἡ ποιητικη ἀφορμας προς εὐδαιμονιαν δηλον ἐκ του την ὀντως κρατιστην και ἠθοποιον φιλοσοφιαν
ἑκτεον . αἰει [ ] δε των εὐπαγων ἑνεκα προς εὐδαιμονιαν και των κατασκευαζομενων [ ] τους λογους ποιητεον [
9999970 μισθουσθαι
ἱλαριας μετεχειν , ἐναντια δε ἀγοραζειν , οἰκιας ἠ χωρας μισθουσθαι ἠ μετοικιζεσθαι , ἐκτιτρωσκειν δε ἐπικινδυνον και ταις αὐτοματως
δε Ταυρῳ σπειρειν , φυτευειν και ἀργην γην γεωργειν , μισθουσθαι δε χωραν ἀσυμφορον , ἐν δε Διδυμοις γεωργειν και
9999970 καλαμινθης
δυναμενων , οἱον ἠ πευκεδανου ἠ καστοριου ἠ γληχωνος ἠ καλαμινθης ἠ θυμου , και ἐπιχριειν το μετωπον ἠ καστοριῳ
κηρου δρ . ηʹ , Ἀμμωνιακου δρ . ιϚʹ , καλαμινθης δρ . θʹ , κεδριας δρ . ιηʹ ,
9999969 ἁρμονιαις
ἐπιτεινειν και ἀνιεναι τας χορδας , ἀλλα το δυνασθαι ταις ἁρμονιαις χρησθαι προσφορως και δυνασθαι ὁπου μεν καταστελλειν τα παθη
περι Δαμωνα : ἐν γουν ταις ὑπ ' αὐτου παραδεδομεναις ἁρμονιαις των φερομενων φθογγων ὁτε μεν τους θηλεις ὁτε δε
9999969 ἐπαγγελιας
, κυριε μου Ἁβρααμ , ὁτι και καρπον κοιλιας ἐξ ἐπαγγελιας ἡμιν ἐδωρησαντο τον Ἰσαακ ; ἐκ γαρ των τριων
ὁ τεχνικος περι των λογικων διαλαμβανων στασεων εἰκοτως κατα τας ἐπαγγελιας ἐπι τας νομικας μεταβεβηκε , και ζητησειε δ '
9999969 ποιη
Ὁ μεν οὐν Ἱππαρχος ἐπεχειρησε μεν και την τοιαυτην διορθωσιν ποιη - σασθαι . πανυ δ ' ἀναισθητως ἀνεπιστατως και
δε και σκυλτικος ἐν ἀρχῃ , ὑστερον δε και κερδη ποιη - σει και προκοπας και ἐχθρων ταπεινωσιν . ἐπι
9999969 Αἰγυπτιον
ὁτε ἠκουσε του Μεμνονος ὁ σεβαστος Ἀδριανος . Μεμνονα πυνθανομαν Αἰγυπτιον , ἀλιω αὐγαι αἰθομενον , φωνην Θηβαικω ' πυ
” και ὁ μεν ἀπηλθεν : ἐγω δε προς τον Αἰγυπτιον εἰσελθων τυπτων τε αὐτον πυξ κατα των προσωπων και
9999969 ἐξαμαρτανειν
παντων οἰομαι των εἰρημενων χρησιμωτατον ἐσεσθαι και του μη πολλα ἐξαμαρτανειν τους παραληψομενους την ἀρχην αἰτιωτατον , μη δια βιου
οἰνον ἠ δι ' ὀργην ἠ τιν ' ἀλλην αἰτιαν ἐξαμαρτανειν ἐπιχειρουντας αὐτοι παροξυνουσιν , οὐδεμι ' ἐστιν ἐλπις σωτηριας
9999969 ὀλυμπιας
Λευκιος Οὐαλεριος και Αὐλος Μαλλιος , παρα δ ' Ἠλειοις ὀλυμπιας ἠχθη ἐνενηκοστη ἐνατη , καθ ' ἡν ἐνικα σταδιον
την ὑπατικην ἀρχην διεδεξαντο Λευκιος Πλατιος και Λευκιος Παπιριος , ὀλυμπιας δ ' ἠχθη τριτη προς ταις ἑκατον δεκα ,
9999969 ἀποφαντικως
παραταξωμαι : προς τι με ἐρωτᾳς τοδε : ἐπιθυμια : ἀποφαντικως , ἀντι του : ἐαν μαχησησθε , παντως ἀπολεισθε
ἐστι δε και λογικως περι τουτων , τουτ ' ἐστιν ἀποφαντικως και πρεποντως τῃ λογικῃ θεωριᾳ , ζητειν . πρεπει
9999969 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999969 ἀναγεγραφθαι
, οὐτε τον τοπον , ἐν ὡι συμβαινει την συνθηκην ἀναγεγραφθαι , διεσαφησεν ἡμιν οὐτε τους ἀρχοντας τους δειξαντας αὐτωι
ἡκιστα και δια τουτο χρονον τον αὐτον της φαντασιας ἀμφοτεροις ἀναγεγραφθαι . ὁ μεν οὐν ἀρχιοινοχοος οἰνοφλυγιαν , ὁ δε
9999969 θεραποντι
μοι χρηματα γραψαντας και κατασημηναμενους δουναι την ἐπιστολην τῳ Κροισου θεραποντι φερειν . ταυτα δε ὁσα ἐλεγε και γραψας και
' ἠν , ἱππῳ δε Ποδαργος και κυνι Ληθαργος και θεραποντι Βαβης : Θεσσαλος , ἐκ Κρητης , Μαγνης γενος
9999969 κατεφαγεν
ἡ γη και οὑς διεμερισαντο τα θηρια , και οὑσπερ κατεφαγεν το πυρ δια τους ἐμους λογους : νυν ἐγνωκα
ἐκλεξασθαι τουτους προὐτρεπετο . και ὁ λεων θυμωθεις τον ὀνον κατεφαγεν . εἰτα τῃ ἀλωπεκι μεριζειν ἐκελευσεν . ἡ δ
9999968 καταπληκτικως
. ἐτι δ ' αὐτοις τεθορυβημενοις ἐπεφανησαν οἱ Περσαι διεσκευασμενοι καταπληκτικως και μετα βοης ἐπιφερομενοι . οἱ δ ' Ἑλληνες
. διαφθειρει δε και τας ποιμνας των ἐγχωριων , και καταπληκτικως ἀγωνιζεται προς ὁλα συστηματα των ποιμενων και κυνων ἀγελας
9999968 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999968 συμπλεκομενα
ὁμονοητικην κοινωνιαν συμπλεκοντα και προς αὐτην ἐν μετροις τοις προσηκουσι συμπλεκομενα . Τοιαυτα δη οὐν νοεισθω των πρωτων θειων γενων
αὐτῳ τινα τε και ὁποσα και πως ἐχει προς ἀλληλα συμπλεκομενα τε και διαιρουμενα δεδηλωται . ἐκ δε τουτων φανερον
9999968 λογιστικου
Τας δε της ψυχης πως ; Ἐπιθυμητικου , θυμοειδους , λογιστικου . Ἠ ταις διαφοραις των ἐνεργειων , αἱ γινονται
εἰη ἀν και ἡ ἑκαστου τελειοτης : του μεν δη λογιστικου μερους τελειοτης ἐστιν ἡ φρονησις , του δε θυμικου
9999968 ὑπεναντιως
μεγιστα , ἀλλ ' ἐξοριζειν μονον μετα των τεκνων , ὑπεναντιως τοις Δερβιξι : και γαρ ἐπι μικροις οὑτοι σφαττουσι
και ὡσαυτως περιπολουντων , των δ ' ἀνομοιως τε και ὑπεναντιως διτταις περιοδοις χρωμενων , χορειας τε παντων ἐμμελεις νομοις
9999968 Ἀρχιγενους
και του περιτοναιου γεγονε ρβʹ . Περι ἑλκωθεισης μητρας , Ἀρχιγενους ργʹ . Θεραπεια των ἐν τῃ μητρᾳ ἀνθρακωδων ἑλκων
κοιλιας ἐπεχομενης κζʹ Περι ἐμπνευματωσεως κηʹ Περι εἰλεου και χορδαψου Ἀρχιγενους κθʹ Περι των ὑπο δριμεος χυμου ὀδυνωμενων το κωλον
9999968 Μιλησιους
και το τειχος ὑπερελθοντες ἁθροοι τε ἐντος γενομενοι κατεκαινον τους Μιλησιους . ἐνθα δη κατ ' ἀγνοιαν ἀποθνῃσκει και Διογνητος
τειχων ἐξω προσωρμισαντο . Καισαρ Ἐπικρατη Μιλησιον οἰκετην πεμπει προς Μιλησιους παρακαλων χρηματα ἐπιδανεισαι : οἱ δε παραχρημα ἐπεμψαν .
9999968 Μεσουρανουσι
πρωτος και ἀπο μεσημβριας παρακειμενος τῳ ποδι του Ὠριωνος . Μεσουρανουσι δε των ἀλλων ἀστερων ἐν μεν τῃ ἀρχῃ της
τῃ κεφαλῃ , ἐσχατος δε ὁ ἐν τοις ποσι . Μεσουρανουσι δε των ἀλλων ἀστερων πρωτοι μεν του Λεοντος ὁ
9999968 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999968 ποιητικοι
περι ἰδεων γενικων λογον , ἀκριβεστερον λεξομεν . Ἐτι καλλους ποιητικοι και οἱ κατα συζυγιαν μερισμοι δια τας ἰσοκωλιας ,
μεν ἐπι των ποδων β ἀστερες της αὐτης ἐνεργειας εἰσι ποιητικοι τῳ τε του Ἑρμου και ἠρεμα τῳ του Ἀρεως
9999968 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999968 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999968 φορουντα
της ἀκροασεως . ἰδοντα δ ' ἐκεινον χλαμυδα και καυσιαν φορουντα και κρηπιδα , καταγελασαντα „ το παλαιον ” φαναι
σωτηρος ἑλησθε , ἠδη χρη γεραον , πολιον σφοδρα κρατα φορουντα οἰνον , ὑγραν χαιταν λευκῳ πεπυκασμενον ἀνθει πινειν ,
9999968 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999968 πικροτατον
ἐστι το κρεας : το δε αἰτιον , πεφυκεν εἰναι πικροτατον . Εἰναι δε ἀλογα μεν ζῳα , φυσικην δε
σον ἐστιν , ὁμοια σε τῳ Σαλαιθῳ ποιειν , ὁς πικροτατον κατα μοιχων θεις τοις Κροτωνιαταις νομον και θαυμαζομενος ἐπ
9999968 ὑπουσης
το της χορηγιας , χρηματων βασιλικων ἠ τινος μεγαλης ἰδιωτικης ὑπουσης οὐσιας , ἐν πολλῃ και ἀφθονῳ κυλινδουμενον ἀσελγειᾳ μεχρι
ὁρμαις ἑπομενος και μηδεμιαν ἐων ὑποσκελιζεσθαι : διο και της ὑπουσης δυναμεως ἐστιν ὁτε πλεον ἐνεανιευετο | δυναμιν ἀκαθαιρετον το
9999968 ὑποπτευσας
ἐφ ' ὡν δε το ψυχρον ἐφοβηθην δουναι ἠ φλεγμονην ὑποπτευσας εἰναι κυριου μοριου ἠ δια το την δυναμιν ἀσθενειν
Σωκρατει τῳ Ἀθηναιῳ περι της πορειας . και ὁ Σωκρατης ὑποπτευσας μη τι προς της πολεως ὑπαιτιον εἰη Κυρῳ φιλον
9999968 συμπτωσις
ῥυσιν ; ἀπο γαρ της συμπτωσεως οὐ δυνανται , ὁτι συμπτωσις οὐ μονον ἐπι ῥυσει κενουμενων των σωματων γινεται ,
ἀρσιν της ἁφης . σστʹ . Συστολη ἐστι συναγωγη και συμπτωσις τουτων κατα μεν αἰσθησιν οὐ κινουσα , τῳ δε
9999968 χορου
ἰαμβικον μονομετρον ἀκαταληκτον . ἐπι τωι τελει κορωνις εἰσιοντος του χορου . + το προοιμιον εὐκτικον . θεους ] τους
ἰαμβων . # . σον ἐργον ὠ πρεσβυτα : εἰσθεσις χορου στροφης μεν λογον ἐχουσα δια το ἐχειν και ἀντιστροφον
9999968 κλινομενη
ὁτι πασα εὐθεια ἑνικων εἰς ς ληγουσα μετα μακρας περιττοσυλλαβως κλινομενη και μη συναιρουμενη κατα την γενικην προσθεσει του ι
Και ἐστιν εἰπειν , ὁτι οὐδεποτε γενικη δια του ντ κλινομενη πασχει ἀποκοπην κατα την αἰτιατικην , οἱον Ξενοφων Ξενοφωντος
9999968 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999968 θεραπαιναις
ἐλθειν ἐπειγεσθαι , δεδιεναι δ ' ὡς ἐν νυκτι και θεραπαιναις το ὑποπτον , μεθ ' ἡμεραν ἡξειν ἐφη .
, την Περσεφονην * ἐβλαψε : ἐπετρεψεν θεραπναις ἠγουν ταις θεραπαιναις ἠ τοποις προς ξενιαν ἐπιτηδειοις . * ὑλην :
9999968 ἀμαρακινου
και διαιταν παραπληϲιωϲ και ἀκοπα τα δια γλευκινου ἐλαιου και ἀμαρακινου και των ὁμοιων ϲκευαζομενα . Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια .
, σκοροδον , κρομμυον , ταυρου χολη , ἰρινου και ἀμαρακινου ὑποσταθμη . Ὑδωρ ψυχρον , ἀειζῳον , ἀνδραχνη ,
9999968 στρατευματι
τῃ ἐπιγιγνομενῃ ἡμερᾳ ἐξηταζοντο και ἐλαθον αὐτους παντι ἠδη τῳ στρατευματι ἐκ της Κατανης σχοντες κατα τον Λεοντα καλουμενον ,
' αὐ Κυρος ταυτα ἰδων περιισταται τον λοφον τῳ παροντι στρατευματι , και προς Χρυσανταν πεμψας ἐκελευε φυλακην του ὀρους
9999968 κατεχουσης
δυσπειθης , ἀλλα καιπερ τοσαυτης τρυφης και ἀπονιας τον νυν κατεχουσης βιον , ὁμως σπανιος ἐστιν ὁ μη και δι
εἰς το θεατρον εἰσπηδωντος ὁπως τυχοι , και τοιαυτης αἰσχυνης κατεχουσης την πολιν , ᾐδειν μεν οὐδ ' ὁτιουν τουτων
9999968 συμπασαν
αὐτον Ἱππαρχον εἰκαζεται λεγεσθαι ὁσον χιλιων σταδιων , ὡστε την συμπασαν κατ ' Ἐρατοσθενη κεφαλαιουσθαι ἐννακισχιλιων ἑξακοσιων : αὐτος συντετμηκε
, ὡς φησιν Ἀσκληπιαδης ὁ Μυρλεανος . Ῥωμαιοι δε την συμπασαν καλεσαντες ὁμωνυμως Ἰβηριαν τε και Ἱσπανιαν το μεν αὐτης
9999968 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999968 κυριωτεραν
ἐγχειρωσιν , ὑμας ἀξιω μοι βοηθειν ἁπαντας , και μη κυριωτεραν την τουτων ἐχθραν της παρ ' ὑμων χαριτος μοι
δε την ἰδιαν τυχην την ἐμην της κοινης της πολεως κυριωτεραν εἰναι φησι , την μικραν και φαυλην της ἀγαθης
9999968 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999968 δευτερως
μετεχομενος νοει , ἁτε ὠν και αὐτος , εἰ και δευτερως , τῃ οὐσιᾳ ἐνεργεια . ἐπι δε της μερικης
τας πολιτειας την μεν πρωτως ἐχειν φησιν , την δε δευτερως , δηλον ὁτι ἡ μεν πρωτευει , ἡ δε
9999967 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999967 Κυρηναιους
αὐτος Στρατονικος σπαταλωνας και θερμοποτας θεωρων ἐφη αὐτους λευκους εἰναι Κυρηναιους . και αὐτην δε την Ῥοδον ἐκαλει μνηστηρων πολιν
, ὡσπερ ἐκ του ὀλεθρου , τους Ῥοδιους ἐκαλει λευκους Κυρηναιους και μνηστηρων πολιν , την Ἡρακλειαν Ἀνδροκορινθον , το
9999967 Παφλαγονιας
δεκατῳ Βιθυνιακων : Δαιδαλα Μαυσωλων . : Ἀμαστρις , πολις Παφλαγονιας , . . . ἀπο γυναικος Περσιδος Ἀμαστριδος ,
περιπλους . Βιθυνιας περιπλους ἀπο του Ἱερου Διος Οὐριου . Παφλαγονιας περιπλους . Ποντων των δυο περιπλους . * *
9999967 τεταρτην
τρεις οὐ ποιει συμβεβηκοτα ἡ Πλατωνικη ὑπογραφη , την δε τεταρτην , τουτ ' ἐστι την δευτεραν και μερος ,
, την νεαν και προσφατον κληδονα , οἱτινες φυλασσοντες την τεταρτην φυλακην προκαθημεθα : λυσον βλεφαρων : ἀντι του :
9999967 καθεστωτα
και φαινομενα πτερυγωματα καλειται , τροπῳ τινι χειλη του κολπου καθεστωτα . παχεα δ ' ἐστι και σαρκωδη και προς
την περισπωμενην , γενησεται δωδεκα . τα δε κοινα τρια καθεστωτα τας ἑπτα προσῳδιας καθ ' ἑκαστον ἐπιδεχεται , και
9999967 Σικελιωται
οἱ πολεμιοι σκηνας ἐπι τας ναυς ἐφευγον . οἱ δε Σικελιωται διωκοντες παρα ταις ναυσι τους πλειστους διεφθειραν . Σελινουντιοι
δη λογους εἰπεν . Οὐτε πολεως ὠν ἐλαχιστης , ὠ Σικελιωται , τους λογους ποιησομαι οὐτε πονουμενης μαλιστα τῳ πολεμῳ
9999967 πλεονασμου
ἀφ ' οὑ και μεχρι νυν , κατ ' εὐχην πλεονασμου ὑγροτητος , και ἐν τοις ὑδραγωγιοις των χωριων γεμοντες
δια του ω : ὁμοιως δε και ὁσα ἐχει ἀπο πλεονασμου το η κατα την τριτην ἀπο τελους : οἱον
9999967 συλλαβας
δε , ἐπει ἑωρα τα εἰς σος ληγοντα ὑπερ δυο συλλαβας ὀξυνομενα , τῳ η παραληγομενα , ἑτερον ἐχοντα σ
δια διφθογγου γραφεται . Τα δια του υρος ὑπερ δυο συλλαβας , εἰτε κυρια , εἰτε προσηγορικα , εἰτε ὀξυτονα
9999967 μυστηριων
και οὐ πανυ χρη καταγελαν ἀμυητον ὀντα . Πανυ γουν μυστηριων , ὠ Ζευ , δει ἡμιν , ὡς εἰδεναι
λογιοις και ἀστειοις και πολιτικοις και τινα ἐπιγνωσεται των κεκρυμμενων μυστηριων και ποτε λυπηθησεται δι ' ἁ προειπομεν . εἰ
9999967 ἐπιφανες
παρεκαλει τε γραψαντα και τα των ἀλλων Ἀλβανων ὀνοματα των ἐπιφανες τι κατα την μαχην διαπραξαμενων φερειν ὡς αὐτον ,
βασιλεων ἱεροπρεπως το τεμενος ναῳ τε και στοαις λευκολιθοις : ἐπιφανες δ ' ἐποιησαν Ῥωμαιοι το ἱερον , ἀφιδρυμα ἐνθενδε
9999967 σκαμμωνιας
τουτῳ νεωστι και λεβορου Φωκικου μεταποτεον , δοτεον δε και σκαμμωνιας αὐτῳ νεωστι και προσφατως αὐτης ἐπισκευασθεισης , ὡστε τον
κραμβης χυλου , γλυκυσιδης , πρασου χυλου , πηγανου , σκαμμωνιας . οἱ δε στυπτικοι την ἐναντιαν χρειαν ὡς προς
9999967 γινομενῃ
οὑ ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν τῃ ὑπο της ΔΓ γινομενῃ ἐπιφανειᾳ , ὑψος δε το αὐτο : και ὁλον
οὐκ ἐνεργειᾳ λεγω κατα περιοχην οὐδε τῃ κατ ' αὐξησιν γινομενῃ μεταβολῃ του γενους και των σωματων , ἀλλα τῃ
9999967 λογισμος
ἐστιν ὑποληψις ἀνευ ἀποδειξεως , διο και ἀβεβαιος , και λογισμος δε ἀπαταται πολλακις τῳ μηδε την ὑλην , περι
μονον ἀφ ' ἑαυτων ἐνδιδῳη . ταυτα δε νηφων μεν λογισμος οὐκ ἀνεχεται , μεθῃ δε κατεσχημενος και ὡσπερ ἐξοινος
9999967 συνισταμενα
ὑπο των αὐτων αἰτιων γινομενα και περι τα αὐτα χωρια συνισταμενα . ἐπιπολαια μεντοι ἡ κατασκευη αὐτων και οὐκ ἐνδιαθετος
γαστερα , παυσεις τον στροφον . Τα ἐν τῳ πνευμονι συνισταμενα παθη ὀξος δριμυ χλιανθεν και ἐγχυθεν ἰαται : ἠ
9999967 δοτικης
ἑξης . Αἱ κατα το πρωτον και δευτερον προσωπον της δοτικης ὀξυνο - μεναι την κατα το τριτον περισπωμενην ἐχουσι
και πληθυντικα πρωτου και δευτερου προσωπου , δηλονοτι γενικης και δοτικης και αἰτιατικης , προς τρια πληθυντικα τριτου προσωπου ,
9999967 ἀσπαραγος
ἀρνογλωσσου τα φυλλα και μαλλον τα ξηρα , ἀρον , ἀσπαραγος μυακανθινος , ἀσταφις ἀγρια , ἀσφοδελου ἡ ῥιζα ,
φυεται πλη - σιον της ῥαμνου και αὐτης της ῥαμνου ἀσπαραγος , εἰτα και ὁ καρπος της πευκης , ὡς
9999967 θεμελιους
Θρᾳκων ὁ μυς ἀργιλος καλειται , σκαπτοντων δε εἰς το θεμελιους καταβαλεσθαι πρωτος μυς ὠφθη . . . Αὐταριαται :
και ἐξουσιαν λαμβανειν και μαλιστα των προς βορραν τοπων , θεμελιους τιθεναι οἰκοδομης ἀνευ του στεγαζειν , ποταμους διαιρειν ,
9999967 Μιλησιων
οὐ πολυ της Σχεδιας ὑπερθεν . μετα δε το των Μιλησιων τειχος ἐπι το Σεβεννυτικον προϊοντι στομα λιμναι εἰσιν ,
το ἐθνικον Ἀρταιοτειχιτης . Ἀρτακη , πολις Φρυγιας , ἀποικος Μιλησιων . Δημητριος δε νησιον εἰναι φησι και Τιμοσθενης λεγων
9999967 Κρητικοις
Ἐλυμνιατης . Ἐλυρος , πολις Κρητης , ὡς Ξενιων ἐν Κρητικοις . ὁ πολιτης Ἐλυριος . Ἐλωρος , πολις Σικελιας
ἐναντια ἡγησαμενον ἀνεθεσαν οἱ Αἰτωλοι . ἐστι δε ἐν τοις Κρητικοις ὀρεσι και κατ ' ἐμε ἐτι Ἐλυρος πολις :
9999967 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999967 τραχηλοις
το φιλοκοσμον : χρυσοφορουσι τε γαρ , περι μεν τοις τραχηλοις στρεπτα ἐχοντες περι δε τοις βραχιοσι και τοις καρποις
σειομενοι τους ἀναβαινειν ἐπ ' αὐτους ἐπιχειρουντας ἀποσειοιντο , τοις τραχηλοις αὐτων ἐμβαλλονται κυκλῳ τομας και κατ ' αὐτας τους
9999967 νεανικον
' ἀφ ' ἑκαστου πραγματος συμβησεται διαλελογισθαι δρᾳ τι και νεανικον και θερμον . Ἀπολλον , ὡς δυσαρεστον ἐστ '
τελευτων δη οἰμαι φαιμεν ἀν εἰς ἑν τι τελεον και νεανικον ἀποβαινειν αὐτο ἠ ἀγαθον ἠ και τοὐναντιον . Τι
9999967 μελικρητου
ἠν φυσει φλεγματωδης ᾐ : κνεωρου ποσον τριψας , διειναι μελικρητου κοτυλῃ αἰγινητικῃ , τουτεῳ κλυσαι : ἠν δε χολωδης
ἠν οὐν φλεγματωδεα ᾐ , κνηστρου ὁσον ποσιν διιεναι ξυν μελικρητου κοτυλῃ , και κλυσαι . Καθαρτικον μαλθακον ὑδωρ ἀγει
9999967 τιμωρησασθαι
των ὁσιων χρηματων , ἠ τον τουτους πειρωμενον σῳζειν μη τιμωρησασθαι ; και τι κωλυσει ἁπαντας εἰναι πονηρους , ὠ
ὁτι καλον , ὑπηκοον ἐχειν υἱον , ὁτι δικαιον αὐτον τιμωρησασθαι , ὁτι συμφερει , ἱνα ὠσιν οἱ παιδες πειθηνιοι
9999967 μανιωδεις
θηρας και χρησιμωτατας , ἀναγωγους δε γιγνομενας ματαιους τε και μανιωδεις και δυσπειθεστατας . ὁμοιως δε και των ἀνθρωπων τους
ἐπιθυμιαν λαβρῳ χρωμενοι τῳ ποτῳ και μεθυσθεντες εἰς ὑπνον ἠ μανιωδεις διαθεσεις τρεπονται . διο και πολλοι των Ἰταλικων ἐμπορων
9999967 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999967 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999967 Ὑδρου
ἀνατελλουσης ὁ μεν Ἀρατος φησι δεδυκεναι τα τε λοιπα του Ὑδρου και τον Κενταυρον , ἀνατεταλκεναι δε τον Νοτιον Ἰχθυν
δʹ δʹ ὁ ἐπ ' ἀκρου του ποδος κοινος του Ὑδρου . . . . . . . . .
9999967 ἰσχυροτατοις
παντῃ ἀπομαχος ὑπερανῳκισμενη τε της κορυφης του λοφου και τειχεσιν ἰσχυροτατοις ὠχυρωμενη . ἐγνω οὐν δειν λογους πρωτον προσφερειν τοις
δε εἰσω βελων ἐγενοντο , πρωτον μεν ἀνακωχευσαντες μικρον ἀκροβολισμοις ἰσχυροτατοις ἐχρησαντο , τοξευμασι τε και λιθοις τοις ἀπο των
9999967 ὀπισθιοις
των λιποθυμιων εἰσβολαις , ποτε δε και σικυας προσβαλλειν τοις ὀπισθιοις και ἐμπροσθιοις μερεσι του στομαχου , ἐπι πλευρα τε
αἱ τρυγονες οὐ μονον τῳ στοματι , ἀλλα και τοις ὀπισθιοις μερεσιν ἠχουσι . Ταττεται δε ἐπι των πολλα λαλουντων
9999967 ἐξαναστας
ἀνεπαυετο . μυος δε δια της χαιτης αὐτου διαδραμοντος ταραχθεις ἐξαναστας φοβερον ἀπεβλεπεν . ἀλωπεκος δε καταγελωσης εἰπεν : ”
. λεοντος κοιμωμενου μυς τῳ σωματι ἐπεδραμεν : ὁ δε ἐξαναστας και συλλαβων αὐτον οἱος τε ἠν καταθοινησασθαι . του
9999967 ἀπουσης
μεν και ταις ἀλλαις ἀρεταις γινεται χωρα και τοπος , ἀπουσης δε οὐδε ὁτιουν ὀφελος οὐδ ' ἐκεινων οὐδεμιας .
και κινησει κινειται . Ἐνταυθα δε κινησει μεν κινειται , ἀπουσης δε ἠρεμει ἐστερημενον της ὀφειλομενης κινησεως . Ἐπειτα δε
9999967 ὁποτεροι
δητ ' ἐγνωκας ὡς οὐδεν λεγεις ; και των θεατων ὁποτεροι πλειους σκοπει . και δη σκοπω . τι δηθ
ἐκεινοις οὐ ξυμμαχησειν και σφισι προσιεναι και οὐ διαμελλησειν περισκοπουντας ὁποτεροι κρατησουσιν . ναυσταθμον δε ἐπανα - χωρησαντας και ἐφορμηθεντας
9999967 ἐνεργητικος
. Ἐαν τυπωμεντυπητετυπωσιν . Ἑνικα . Ἐαν τυπτωμαι : ὁ ἐνεργητικος ἐνεστως των ὑποτακτικων προσθεσει της μαι παθητικος γινεται ,
: ἡ φωνη ἀοριστου ἠ παρακειμενου , οὐδεποτε δε παρακειμενος ἐνεργητικος ἀοριστῳ εἰς α ληγοντι συνεπεσεν , εἰ μη οὑτος
9999967 καθαιρεσει
φιλεριν και λογων πιθανοτητας ὡσπερ τινας συμβολας και ἐρανους ἐπι καθαιρεσει του καλου ποριζοντα και ἀκρατῳ φλεγομενον και καταμεθυοντα ἀρετης
, ὁσα δη ἐγκωμιαζομεν ἠ ψεγομεν . δει δε μη καθαιρεσει των ἐξεταζομενων αὐξειν τα ἡμετερα , οὑτω γαρ οὐ
9999967 ῥητορικον
λεγεις ; ἠ οἰειὁτι Γοργιας ᾐσχυνθη σοι μη προσομολογησαι τον ῥητορικον ἀνδρα μη οὐχι και τα δικαια εἰδεναι και τα
ἐκεινους εἰπον τους λογους . ἀναλογια ἀριθμητικη και γεωμετρικη . ῥητορικον . ὁ πολιτικος φιλοσοφος κρειττονως ἐπισταται τα εἰδωλα της
9999967 ποιητρια
ἑτερα ἐν τῃ Λεσβῳ ἐγενετο Σαπφω , ἑταιρα , οὐ ποιητρια . Λεγει Ἡσιοδος , την ἀηδονα μονην ὀρνιθων ἀμοιρειν
; καιτοι Σαπφω , γυνη μεν προς ἀληθειαν οὐσα και ποιητρια , ὁμως ᾐδεσθη το καλον της ἁβροτητος ἀφελειν λεγουσα
9999967 ἀφροδισιων
ἐστι και δυσυποβιβαστος , ἐτι δε φρικοποιος και γεννητικος χολης ἀφροδισιων τε ἐφεκτικος . αὐξονται δ ' ἐν τοις κηποις
ἐκριθη . Καυσος , ϠΧΔΡΚΥ . Ἐν Ἀβδηροισι Νικοδημον ἐξ ἀφροδισιων και ποτων πυρ ἐλαβεν . Ἀρχομενος δε ἠν ἀσωδης
9999967 δεξιως
διαλλαττει ποιητης τε ποιητου και ῥητωρ ῥητορος , το συντιθεναι δεξιως τα ὀνοματα . και δη και τοις ἀρχαιοις πολλη
, τῃ κατα Παρθυαιων νικῃ κεκοσμητο : τουτων δε αὐτῳ δεξιως και ὑπερ πασαν εὐχην προχωρησαντων ἐπεστειλε τῃ τε συγκλητῳ
9999967 Παλαιστινην
το πλεον της οἰκουμενης ἐπελθων ἁπαντα σοι πιστευων παραδους την Παλαιστινην ἀγειν λαμπροτητος ἀφορμας παρεδωκεν . ἀλλ ' εἰς ταυτα
και την θαυμαστην σοφιαν των Χριστιανων ἐξεμαθεν , περι την Παλαιστινην τοις ἱερευσιν και γραμματευσιν αὐτων ξυγγενομενος . και τι
9999967 μυριαδων
δε πεζοι των Περσων ἠσαν μεν οὐκ ἐλαττους των δεκα μυριαδων , ὀπισθεν δ ' ἐπιτεταγμενοι την ἡσυχιαν ἠγον ,
τῳ ζῳδιακῳ εἰς δωδεκα τεμνομενου ἑκαστον των δωδεκατημοριων γενησεται σταδιων μυριαδων τρισχιλιων διακοσιων πεντηκοντα : δυο δε δωδεκατημοριων το ἀπο

Back