ταϲ ὑδριαϲ ⋖ ιβ ϲανδαρακηϲ ⋖ δ ἀϲβεϲτου ⋖ η ἀρϲενικου ⋖ η κονιαϲ ἀπο ϲυκινων ξυλων διηθιϲμενηϲ κοτυλαϲ β
ῥιζων . Χαρτου κεκαυμενου λι . β , τιτανου , ἀρϲενικου , ϲανδαραχηϲ ἀνα # α : ἀρνογλωϲϲου χυλῳ ἀναλαμβανε
9999984 καταληκτικου
τροχαϊκη , ἀλλα διμετρων δυο μεν ἀκαταληκτων , ἑνος δε καταληκτικου . οἰκοι λεοντες : παροιμια παρα τους ἐν τῃ
Το ιβʹ προσοδιακον διμετρον καταληκτικον ἀπο ἐλασσονος Ἰωνικου και χοριαμβου καταληκτικου . Το ιγʹ τροχαϊκον τριμετρον ἀκαταληκτον , ὁ καλειται
9999984 ἀπορουντα
μεν Βιγιλαν ῥᾳδιως ἐπι τῃ κατ ' αὐτου ἁλωναι πραξει ἀπορουντα αἰτιας , ἐφ ' ᾑπερ το χρυσιον κομιζοι ,
ἀψυχα ὀντα τα συγγραμματα μη δυνασθαι λογον δουναι προς τον ἀπορουντα ἁτε δη το αὐτο φθεγγομενα και μη δυναμενα ἀποριαν
9999984 ἀκου
ἐκλαμπει λογος . θαρσησον , ὠ παι , και λογων ἀκου ' ἐμων : ἰδειν γαρ ὀψιν την ἐμην ἀμηχανον
και ποδος διαρριφα : θριαμβοδιθυραμβε , κισσοχαιτ ' ἀναξ , ἀκου ' ἀκουε ταν ἐμαν Δωριον χορειαν . Λακων ὁ
9999984 ἀρχαιοτατους
: Παμφως δε , ὁς Ἀθηναιοις των ὑμνων ἐποιησε τους ἀρχαιοτατους , οὑτος ἀκμαζοντος ἐπι τῳ Λινῳ του πενθους Οἰτολινον
μεν Αἰγυπτιους , οἱ δε Φρυγας φασιν , Ἑλληνων δε ἀρχαιοτατους Ἀθηναιους και τους πριν Πελασγους , νυν δε Ἀρκαδας
9999983 παραγραφικου
τεχνικος : τρεις δε εἰσι τῃ ἀληθειᾳ : του γαρ παραγραφικου ἀει ἀφ ' ἑνος και περιστατικου κινουμενου , οἱον
κακου βιου : εἰ γαρ και Μαϊωρ ἐκβαλλει τουτον του παραγραφικου τον τροπον λεγων ὡς εἰ μεν διαφορα ἠσαν τα
9999983 πανηγυρικου
ποιησει λογων ἀριστος πανηγυρικων γινεται δια τε των προειρημενων περι πανηγυρικου λογου παντων τε και ὡσαυτως και ἐτι δια των
τουτῳ πλεοναζων τῳ εἰδει παρα τα ἀλλα εἰδη παντα του πανηγυρικου , ταις μεν ἀπο της ἀφελειας αὐτης ἡδοναις πολλαις
9999983 δουλικον
φιλῳ συνειναι και τραπεζης και στεγης κοινωνειν οὐ μεγαλοψυχον ἀλλα δουλικον και κολακικον και ταπεινον : ταπεινοι γαρ οἱ κολακες
του Μανης . προς δε τα ἀνδραποδα και ὀνομα εἰπε δουλικον . ὡσει ἐλεγε τους δουλους Μανας . οὑτω γαρ
9999983 ἀκουστης
πολλα προσεξευρε , προλογους φυσιολογιας ῥητορειας ἀναγνωρισμους , ὡς δη ἀκουστης γενομενος Ἀναξαγορου και Προδικου και Πρωταγορου . δοκει δε
αἱρεσεως , τας ἀφορμας λαβων παρα Ἡροφιλου , οὑ και ἀκουστης ἐγενετο . θελοντες δε ἀπαρχαϊζειν ἑαυτων την αἱρεσιν ,
9999983 ἀπολαμβανομενην
, ἐσται , ὡς ὁλη ἡ διηγμενη προς την ἐκτος ἀπολαμβανομενην μεταξυ της παραλληλου και της τομης , οὑτως τα
την ὑποτεινουσαν ἀχθῃ τις εὐθεια , ἡ ἀχθεισα προς την ἀπολαμβανομενην ὑπο της ἀχθεισης και μιας των περιεχουσων την ὀρθην
9999983 προστακτικου
. . νηα ἁλις χρυσου και χαλκου νηησασθαι : ἀντι προστακτικου . . . . . οἱ κε σε δωτινῃσι
ἀντι του πειρω . χρωνται δε τῳ ἀπαρεμφατῳ ἐπι ἑνικου προστακτικου και πληθυντικου ὁμοιως , γραφειν λεγοντες ἀντι του γραφετε
9999982 εὐδαιμονειν
πατριδα , κἀν νησιωτης ᾐ , κἀν παρ ' ἀλλοις εὐδαιμονειν δυνηται , και διδομενην ἀθανασιαν οὐ προσησεται , προτιμων
ἐχεγγυον το ἐντιμον ἐν γηρᾳ ἐσεσθαι . Το δ ' εὐδαιμονειν οὐκ ἀνευ του εὐνομειν , το δ ' εὐνομειν
9999982 ἀναγεγραπται
κεντρου ἐστι του κυκλου , ἀφ ' οὑ το εἰκοσαεδρον ἀναγεγραπται : ἡ ΚΛ ἀρα ἑξαγωνου ἐστι πλευρα του εἰρημενου
ΖΒ δυο εὐθυγραμμα , ἁ ἐτυχεν , δεδομενα τῳ εἰδει ἀναγεγραπται τα ΑΖΒ , ΖΗ , λογος ἀρα ἐστι του
9999982 εὐδαιμονουντων
εὐ πιπτουσιν οἱ Διος κυβοι : ἐπι των εἰς παντα εὐδαιμονουντων . οἱ δε , ἐπι των ἀξιως τιμωρουμενων ,
ἀπροσδοκητως ὑπο ἀνθρωπων σωζομενων : και ἐπι των δια τινος εὐδαιμονουντων , ὡσανει ἐλεγεν : ἀνθρωπος τῳ ἀνθρωπῳ θεσει θεος
9999982 φορουντας
δυομενον ἑωρακασιν . Θεοπομπος δε χιλιους φησιν αὐτων ἀνδρας ἁλουργεις φορουντας στολας ἀστυπολειν : ὁθεν και βασιλευσι σπανιον ἠν τοτε
αὐτων ἐν τῳ πεζῳ μετεβαλε των ὁπλων την σκευην : φορουντας γαρ μικρα δορατια και ἐπιμηκεστερα ὁπλα κατα τους Κελτικους
9999982 μητροπολεως
της Αἰαιας Αἰαιος . Νυμφαιον , πολις Ταυρικη μεταξυ Παντικαπαιου μητροπολεως και Θεοδοσιας , ὡς φησι Στραβων . το ἐθνικον
” ἐαν δε τινες ἐν ταις ὁμοροις ἐξω μιας της μητροπολεως ἐθελοντες βωμους ἠ ἱερα ἠ τινας εἰκονας ἠ ἀνδριαντας
9999982 παρακολουθουντων
κατα συμβολικον τροπον , ὁς οὐδεν δυναται των συστατικων ἠ παρακολουθουντων ἐμφαινειν . εἰ δε το ποιουμενον καθα δεδηλωκαμεν ἁτε
φασιν οἱ περι τον Καρυστιον Ἀντιγονον , ὑπο των γνωριμων παρακολουθουντων . Αἰνεσιδημος δε φησι φιλοσοφειν μεν αὐτον κατα τον
9999982 παραιτησεως
ὑπο δυστυχιας ἐπαθον αὐτο . και μην ὁ χορος αὐτωι παραιτησεως ὡσπερ ὁ του Εὐριπιδου οὐδεν ἐδεηθη . ἀμφω γαρ
, εἰ τι ὠφελει , στερισκωμεθα . ῥηθησεται δε οὐ παραιτησεως μαλλον ἑνεκα ἠ μαρτυριου και δηλωσεως προς οἱαν ὑμιν
9999982 χρονικου
την ἐν τοπῳ και την εἰς τοπον : και ἀντι χρονικου ἐπιρρηματος του τοτε . ἐπι μεν οὐν του ἐνταυθοι
εὐθειας , οἱον εὐθυ χωριον : το δε εὐθεως ἀντι χρονικου ἐπιρρηματος . ἀρα και ἀρα διαφερει : ὁ μεν
9999982 τυγχανοντος
κηρωτης ἀνιεναι μιξει . συμβαινει δ ' ἐνιοτε του φαρμακου τυγχανοντος ἰσχυροτερου συντηκεσθαι τι της σαρκος ὡς ῥυπαρον και ὑγρον
Μεγαλου κολπου του παρα την ἐκτος Γαγγου Ἰν - δικην τυγχανοντος σταδιοι ͵͵α͵βφνʹ . Οἱ δε συμπαντες ἀπο του πεμπτου
9999982 εὐδαιμονεστερον
του ἐναντιου αὐτῳ και προς ὁ ἐμελλεν ἡ ἐξετασις γιγνομενη εὐδαιμονεστερον ἀποφαινειν αὐτο : θνητον μεντοι εἰναι τουτο , εὐμηχανωτατον
: ἐκεινου δε περι πως ἀν φαιημεν ; ποτερον ἀν εὐδαιμονεστερον τε και βελτιω ἡγησαιμεθα εἰναι ἀνθρωπον , εἰ ὡς
9999982 ἀρυσασθαι
καλαμωνα . χαλασαντων οὐν κρανος των στρατιωτων ἐπι το ὑδωρ ἀρυσασθαι , νομισας στρατιωτην κατιεναι , ἱκετευων ἐληφθη . ὡς
και ἀρυσανας τινες καλουσι και ἀρυστηρας και ἀρυστιχους ἀπο του ἀρυσασθαι . ὁθεν και ἡ ἀρυταινα . παρα Πολυβιῳ δε
9999982 ναυμαχειν
ἀνεχωρησαν . Ἀθηναιοι ἐν Αἰγος ποταμοις τετρακις ἀνηχθησαν προς το ναυμαχειν . Λυσανδρος ὁ Λακων οὐκ ἀντανηγετο . οἱ μεν
ἐπιμενοντος οἱς ἀπ ' ἀρχης διε - γνωκει , μη ναυμαχειν διχα του Καλουισιου : γνωμῃ δε αὐτου παρα τε
9999981 ἐπιτεταμενως
λοχια και ἐμμηνα κινει ἀρτεμισια πολλη κατα των ὑποχονδριων . ἐπιτεταμενως δ ' ἀγει , ὡστε και ἐμβρυα ἐκβαλλειν ,
ἐξωμματωται . το γαρ ἐξωμματωσθαι ἐστι το ἀποβεβληκεναι , ἠ ἐπιτεταμενως ὁραν . ἡ γαρ ἐξ ἐπιτασιν δηλοι , ὡς
9999981 ὑποδεξασθαι
ἀδυνατον . οὐ γαρ οἱον τε παντας ὁμου φιλοσοφησαι και ὑποδεξασθαι τα παρα του θεου ἀει προσφερομενα ἀγαθα προς εὐζωϊας
ὁπερ οἱ πολλοι ἀποκοτταβιζειν καλουσιν , εὐτρεπιστεα τουτῳ λεκανη τις ὑποδεξασθαι το ἐπαναπλεον του ποτου : και γαρ ἱνα ἐξεμουσι
9999981 ὠφελεισθαι
ὠφελειν μη ἐπιφερουσα , τι δε των ἐν τῳ βιῳ ὠφελεισθαι παρεχομενη , οἱον ἡ μεν το φρονειν , καθαπερ
οἱ δε φιλοι , ἀν τις ἐπιστηται αὐτοις χρησθαι ὡστε ὠφελεισθαι ἀπ ' αὐτων , τι φησομεν αὐτους εἰναι ;
9999981 κατεσκευασμενου
κατ ' ἀρχας οὐδεν ἀμεινον του ῥοδινου του χωρις ἁλων κατεσκευασμενου ψυχροτατου κατα του βρεγματος διαβρεχομενου : ἐστω δε μη
δυσι πλειονων των τετταρακοντα , και καθισαντων ἐπι τινος ἡμικυκλιου κατεσκευασμενου περαν της λιμνης , ἡ μεν βαρις καθελκεται ,
9999981 ἐγχειρειν
ἀξιαν εὑρειν : ἁμαρτημα γαρ οὐ φορητον , τοιουτοις πραγμασιν ἐγχειρειν , ἀφ ' ὡ και τα της προπετειας ἐλεγχεται
γινεται , προς ἁ δει μη πανταπασιν ἀποκνειν , ἀλλα ἐγχειρειν προβαλλομενους ἀει την ἀγαθην ἐλπιδα . τουτους δε ἐγω
9999981 ἀπολογησασθαι
ἑν ἀντιθεντες ἐξετασομεν : το γαρ διελειν και χωρις μεν ἀπολογησασθαι δι ' ὁλων των κεφαλαιων , χωρις δε κατηγορησαι
ἐγω λεγω , και οἰηθητε δειν προς ἐκεινους πρωτον με ἀπολογησασθαι : και γαρ ὑμεις ἐκεινων προτερον ἠκουσατε κατηγορουντων και
9999981 ἑλικων
ἐξαπινης θρωσκουσι , και ἐφθασεν οὐας ὀπωπη , ὁττι πολυπλαγκτων ἑλικων τετορημενος ὁλκος νωθρα μολις σπαιρουσαν ἐδεξατο κεντορα φωνην ,
, διδου ἀναγαργαριζεσθαι και διακρατειν . ἠ ῥοδων , ἠ ἑλικων ἀμπελου , ἠ βατου , ἠ κυνοσβατου , ἠ
9999981 γλυκερον
μεστος δ ' ἀνεκειμην . ὡς δε ἰδον ξανθον , γλυκερον , μεγαν , εὐκυκλον , ἁβρον Δημητρος παιδ '
, ὁσσα βιοφθοριην πεμπει κατα γαιαν ἁπασαν , ἐνδοξον βιοτης γλυκερον τελος ἐσθλον ὀπαζοις . Λευκοθεαν καλεω Καδμηιδα , δαιμονα
9999981 προσυπακουστεον
μεχρι τελους ταυτης της ἡμερας . μεχρι του δευρο : προσυπακουστεον το λατρις ἠ το θης : Μοιρας δολωσας :
φησιν ὁτι το ὀν οὐδεν ἐστιν , και δηλον ὁτι προσυπακουστεον το ἀληθες ἠ ψευδος , ἐπει ἀπορον ἐσται :
9999981 παρεχουσι
ἐπειδη αἱ δευτεραι οὐσιαι τῳ καθ ' ὑποκειμενου λεγεσθαι φαντασιαν παρεχουσι του ἐν ὑποκειμενῳ εἰναι , δεικνυσιν ὁτι οὐκ εἰσιν
” : οἱ μεν γαρ βοσκοντες τροφας τα αἰσθητα παντα παρεχουσι τῳ των αἰσθησεων ἀλογῳ και ἀπληστῳ θρεμματι , δι
9999981 τετραπλασιον
ὑπο ΒΑ , ΑΓ μετα του ὑπο ΑΒ , ΒΓ τετραπλασιον ἐστι του ἀπο ΑΔ . ἀλλα το μεν ὑπο
ἐκ της διαγωνιου , τριπλασιον ἐκ τουτου του θεωρηματος , τετραπλασιον ἐκ του μηκει διπλασιους εἰναι τας πλευρας , πενταπλασιον
9999981 ποιητικων
εἰπον , οὐτε μην ἐπιδειξαι , ὡς ἐπι συγγενη των ποιητικων μαθηματων ὁ νεος ἀπηντηκεν . ἀλλα ἀπο του μυθου
καλουμενος δια την γειτονιαν : πεμπτος Ταρσευς , γεγραφως περι ποιητικων ζητηματων ἁ λυειν ἐπιχειρει . Τον δη φιλοσοφον Ἀθηνοδωρος
9999981 τελευτησαντος
Δεινιᾳ πολεμων ταυτας τας διαθηκας διεθετο , ἐπειτα ὡς ἐκεινου τελευτησαντος ἐπεμελειτο τε των ἡμετερων ἁπαντων και αὐτους ἐπαιδευεν εἰς
: ἀλλ ' οἱον συνεκπνεοντα , και συσβεννυμενον ταις του τελευτησαντος τυχαις . οἱ δε ὑστερον προς ἁπαντας διαφορως .
9999981 φερομενην
τοιϲ μηροιϲ τα γονατα δια το την ὑϲτεραν προϲ ἐπιγαϲτριον φερομενην κατ ' εὐθυ του ϲτομιου γινεϲθαι , δια δε
- μεν τον ἐλαυνοντα δαιμονα τα ἡμετερα . οὐκουν εὐ φερομενην ἐμβαλουμεν εἰς κακον τι την πολιν , ἀλλα σειομενην
9999981 ὑπολαμβανουσι
δε καταρωμενων και καθαπερει το μυσος εἰς ἐκεινον τρεποντων : ὑπολαμβανουσι γαρ μισητον εἰναι παντα τον ὁμοφυλῳ σωματι βιαν προσφεροντα
ἑκατερον . Ὁσοι δε μεταγραφουσι το εὐρυτερη βεβαυια , τοιουτον ὑπολαμβανουσι το ἑξης : εὐρυτερη μεν βεβηκυια σφενδονη : μειουται
9999981 φροντιστηριον
δε και κοινωνικωτατον σοφια , συγκλειει μεν οὐδεποτε το ἑαυτης φροντιστηριον , ἀναπεπταμενη δε ἀει δεχεται τους ποτιμων διψωντας λογων
. [ . . ] ψυχων σοφων τουτ ' ἐστι φροντιστηριον : ἐνταυθ ' ἐνοικους ' ἀνδρες , οἱ τον
9999981 μαλακον
ϲτομαχου την χειρα ἐχοντα , τῳ δε βραχιονι ὑπαυχενιον ὑποβεβληϲθω μαλακον ἐχον ὑφ ' αὑτῳ δερμα χαριν του ταϲ ἐπιρροιαϲ
μητε λεπιδας ἐχοντα μητε τραχυ μητε ὀστρακωδες το δερμα , μαλακον δ ' οὑτως ὡς ἀνθρωπος : ἐστι δε ταυτα
9999981 φροντιστεον
. Οὐκ ἀρα , ὠ βελτιστε , πανυ ἡμιν οὑτω φροντιστεον τι ἐρουσιν οἱ πολλοι ἡμας , ἀλλ ' ὁτι
τοδε τουδε κατασκευαζειν και ὁτι διαφορα οὐσιωδης . δευτερον δε φροντιστεον του ταξαι τας διαφορας τον δεοντα τροπον : ταξεις
9999981 συνισταμενης
ἀνδρια και σωφροσυνη , περι μεν το θυμικον της ἀνδριας συνισταμενης , περι δε το ἐπιθυμητικον της σωφροσυνης . Ἑτερου
ὀντος : ψευδος γαρ το παραπαν οὐκ εἰναι ταυτης μη συνισταμενης της κοινωνιας . δια ταυτ ' οὐν λογον πρωτον
9999981 ἀναγομενα
ἑτερα τελη ἀναγεται , δηλον ὁτι τα ὑφ ' ἑτερα ἀναγομενα οὐκ ἐστι τελεια , ὡς εἰναι δηλον ἐντευθεν ,
, μαλλον δε πασα ἀναγκη τα ὑπο τα προς τι ἀναγομενα ἀναγεσθαι και ὑπο ἀλλην τινα κατηγοριαν : εἰρηται γαρ
9999981 τελευτησαντας
οὐτε ζωντας οὐτε ἀποθανοντας , ἀλλα τους ἐν τῃ μαχῃ τελευτησαντας των συμμαχων ἁπαντας θαψω . και κρατησας τῳ πολεμῳ
πλοιων και μηχανων ἐπεσκευασεν , οἱ δε Ῥοδιοι τους μεν τελευτησαντας των πολιτων ἐθαψαν , τα δε ὁπλα των πολεμιων
9999981 τελειωσεως
ἐστιν ἰσον τῳ αἱ λεχθεισαι δυναμεις σπουδης , βελτιωσεως , τελειωσεως | ἐπιλειψουσι μεν οὐδεποτε , ἀλλοτε δε ἀλλοις ἐνομιλησουσιν
μηνα φθορα του ἐμβρυου , ὠμοτοκια δε ἡ συνεγγυς της τελειωσεως προ ὡρας ἀποτεξις : τα δε μη φθαρεντα ἐμβρυα
9999981 ἀσθενεστερος
μεν ἀποστησονται Θετταλοι , τῃ δε πολει προσθησονται , κἀκεινος ἀσθενεστερος και οὑτοι μειζους γενησονται . ἀξιως της πολεως ]
το πνευμα ὁ υἱος του θεου ἐστιν . ἐπειδη γαρ ἀσθενεστερος τῃ σαρκι ἠς , οὐκ ἐδηλωθη σοι δι '
9999981 προφορικου
. Ἐστι δε και πρωτος τῃ φυσει ὁ ἐνδιαθετος του προφορικου , ἐπει και συναναιρει μεν αὐτον , οὐ συναναιρειται
ἑτεροκινητα και συν ἑτεροις ἐκφωνουμενα αὐτα καθ ' αὑτα του προφορικου οὐ τυγχανουσιν . Ὡς οὐν οἱ ἐργαται ἐπι μεν
9999981 στρατευομενοι
και μη τον δεινα πυνθανησθε τι πραττει ἀντι του ἱνα στρατευομενοι των ἀγαθων μεταλαμβανητε . και αἱ κατασκευαι μεν ἀπο
Ἑλλαδος πασης ἀνω και κατω φερομενης , πλεοντες ὁμου και στρατευομενοι ᾠκιζον την πολιν , ὡσπερ τινες φρουριον ἠ στρατοπεδον
9999981 χαριστηριον
και κατεπαυον της ὀργης . Οὑ δη χαριν ἡ Μεγακλω χαριστηριον αὐταις ὑπερ της μητρος ἀνεθηκε στηλας χαλκας και ἀνα
Ἀπολλωνι πεμπειν εἰκονα χρυσην , ἐπι καταδικῃ του ἀρχοντος , χαριστηριον δε τῳ θεῳ παρα Ἀθηνων . Σωκρατει γουν ὑπισχνειται
9999981 τεταραγμενοις
γενομενος , προσπεσων τοις πολεμιοις κεκμηκοσιν ἐν τῃ διωξει και τεταραγμενοις ἐν τῃ των σκευοφορων ἁρπαγῃ πολλους μεν αὐτων διεφθειρεν
ἱενται ἐπ ' αὐτους . ἀσυντακτοις δ ' ἀνθρωποις και τεταραγμενοις και ὑπο του δρομου συγκεκομμενοις τα πνευματα πολλοι και
9999981 σημαινουσαν
τινα , ἀμφωτιδες , † την ἀμφι την περι † σημαινουσαν . . . . ἀμφονον : ἰστεον , ὁτι
. οὑτως Ὠρος . ἐγω δε εὑρον ἐν τοις Ῥητορικοις σημαινουσαν την λεξιν οἰκιαν τινα ἀπο Βατωνος ἐπωνομασμενην δεσποτου .
9999981 τεταρταιου
και μελιλωτα . οἰδα δε και ἐπιθηματι πολλακις χρησαμενος ἐπι τεταρταιου καιρῳ πανυ εὐκρατῳ , καθαπερ ἐπι τριταιου προ του
γαρ οἱον ἀρχη και ῥιζα πεφυκεν ὁ μελαγχολικος χυμος του τεταρταιου δη πυρετου , ὁς ἐκκρινομενος ἠδη ἀφεισθαι δεικνυσι τον
9999981 Ἰσαιου
και Λυκουργου ἐκ των της ὑβρεως λογων , και τα Ἰσαιου ἐκ των κατα Διοκλεους ὑβρεως . εὑροις δ '
την διαβολην ταυτην εἰχεν ἑκατερος . ἐμοι γουν οἱ μεν Ἰσαιου τε και Δημοσθενους λογοι , κἀν περι ἀληθεις και
9999981 Ποντικου
γ : συν ὀξυμελιτι καταπλασσε . Το πολυαρχειον . Κηρου Ποντικου # α , μυρου ναρδου # α , τερεβινθινης
δʹ . κοπτε και ἀναλαμβανε μελιτι ἑφθῳ και διδου καρυου Ποντικου το μεγεθος μεθ ' ὑδατος θερμου πινειν κοτυλ .
9999981 ἀπηλλαγμενων
ὁλκην ἰσαι τῳ πρωτῳ στεφανῳ . ἠδη δε ἡμων ἡδεως ἀπηλλαγμενων του σωφρονειν ἐπεισβαλλουσιν αὐλητριδες και μουσουργοι και σαμβυκιστριαι τινες
ἀνῃρεθη μετα τινος πρεσβυτου των του γενους αὐτου προς ταπεινους ἀπηλλαγμενων . το μεν οὐν προφανη αὐτον γεγενησθαι δια το
9999980 ἀδικουντα
κατ ' ἀγοραν , ὁπως μηδεν ἀδικῃ μηδεις , τον ἀδικουντα δε κολαζειν , πληγαις μεν και δεσμοις δουλον και
ὁ ῥητωρ και καθολικοις λογοις ἐχρησατο : ὡστε οὐκ ἐστιν ἀδικουντα και ἐπιορκουντα και ψευδομενον δυναμιν βεβαιαν κτησασθαι , ὁπερ
9999980 ἐπιμνησθηναι
ὑπερ το ὑδωρ το ἐκκεχυμενον . πειρασομαι δ ' ὁμως ἐπιμνησθηναι αὐτων . και ὡς ὁρᾳς , ἠδη ἀποσοβω παρ
διο και τους ποιητας αὐτης και συγγραφεις των ἱστοριων οὐκ ἐπιμνησθηναι φησιν Ἑκαταιος ὁ Ἀβδηριτης , οὐδε των κατ '
9999980 ἀνακτεον
δε νοτον μη τῳ βορεᾳ , προς ἐκεινην την αἰτιαν ἀνακτεον την μεριζουσαν ἑκατερα κατα τους τοπους : παρ '
ὁ τριπους ἠ ἡ ἑστια , εἰς ταυτα την βλαβην ἀνακτεον . τραπεζα δε τριποδος οὐδεν διαφερει οὐδε ἀλλο τι
9999980 ἰσχυροτατος
μετατρεψει | οὐτε δεσμα ἀπερυξει οὐτε μην | ὁ παντων ἰσχυροτατος θανατος ‖ ἐπιληξει : τοὐναντιον δε ταυτα και |
, εἰργεν ἀν του θερους ἐτι μαλλον την ἀναβασιν , ἰσχυροτατος γ ' ὠν αὐτος αὑτου τοτε κἀκει πολλῳ ,
9999980 ἐσχατου
φυσει τινος τοπου ὡρισμενου , οἱον του μεσου ἠ του ἐσχατου , ἠ προς το τυχον , το δε πορρωτερον
το χαρακτηριστικον , ἐπι δε των ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν ,
9999980 προσαναγκαζειν
; δει γαρ δη τα γε τοιαυτα πειθειν , οὐ προσαναγκαζειν . εἰ δ ' ὁ μη τουτο δυναμενος ἐκεινῳ
ὑπηκοων σωφρονουντων : ὡς καλον τα γε τοιαυτα βασιλεα και προσαναγκαζειν . ἡμας μεν οὐν ἐκ τουτων προσερει τις εὐδαιμονας
9999980 ἀναμαρτητον
ἀνεμεινε περας . Τεχνιτην ἐδειξας ἐν οἱς ἐπεσταλκας , οὐκ ἀναμαρτητον ἀνδρα . ἐμε δε αὐτο τουτο διηλλαξε το δεινον
ἐστι δ ' αὑτη μηδεποτε γενεσθαι παντα χρηστον μηδ ' ἀναμαρτητον : ὁσα δ ' ἠ κινδυνευοντας ἐδει προνοησασθαι ,
9999980 ἀπολυσασθαι
παραδειγματων σεμνων και κατορθωματων λαμπρων και το καθ ' αὑτον ἀπολυσασθαι και δειξαι ὡς δια το ἐθος ἡ πολις ,
, πολλην ἀναγκην ὁρω κἀμοι περι τουτων εἰπειν και πρωτον ἀπολυσασθαι τας κατ ' ἐμαυτου διαβολας . ὠνειδισται γαρ μοι
9999980 πρακτικου
, ἀρεται ὑστερον ἐκλαμπουσιν . ἐνιοτε γαρ τις γεγονεν ἀπο πρακτικου τινος ἀνδρος , εἰθ ' οἱ ἐκεινου ἀπογονοι ἀπρακτοι
γαρ λεγωμεν εἰναι θανατου μελετην την φιλοσοφιαν , ἐκ του πρακτικου τελους αὐτην ὁριζομεθα , ὁταν δε γνωσιν των ὀντων
9999980 ἀπαιδευτων
συνετως . ἀναβαλλεσθαι . ἀντι του προοιμιαζεσθαι . των γαρ ἀπαιδευτων και το ἐνδυμα και το σχημα θορυβωδες . ἀλλοι
δε ἐπιλανθανομενων της χαριτος . Ἀμουσοτερα Λειβηθριων : ἐπι των ἀπαιδευτων . Λειβηθριον γαρ ὀρος Πιερικον , οὐτε μελους ἁπλως
9999980 κρατουντος
λογος τῳ παθει και ἐν ταὐτῳ μενειν οὐ δυναται : κρατουντος μεν γαρ λογου φρουδος ἡ ἡδονη , νικωσης δε
μονον ἐκ της του παιδος τελευτης ἐμοι λογιστεον την του κρατουντος ἀναιρεσιν , ἀλλα και τροπον ἑτερον . φονεα με
9999980 πληθυντικων
ἀρχομενης ἀπο δασεος συμφωνου : ὁθεν ἐν τῃ δοτικῃ των πληθυντικων ἐπειδη ἀπεστη το δασυ της δευτερας συλλαβης , λεγω
Ἀτρειδαις Ἀτρειδαισι . τουτο δε γινεται , ἐπειδη πασα δοτικη πληθυντικων θελει ἐχειν προ του ι το σ ἠ δυναμει
9999980 ἀποκαθαιρειν
το ἐπικειμενον τῃ μηνιγγι αἱμα ἐριῳ περι μηλωτριδα ὀξυκρατῳ βεβρεγμενῳ ἀποκαθαιρειν και τοτε ῥοδινον ἐλαιον ἐπισταζειν τῃ μηνιγγι , ἐπειτα
ὀσμη το τοιουτο . δυναται δε στυφειν , θερμαινειν , ἀποκαθαιρειν τα ἐπισκοτουντα ταις κοραις και τα κοιλα των ἑλκων
9999980 ἀγωνισασθαι
ποταμου Ὁμηρον . τινες δε συνακμασαι φασιν αὐτους ὡστε και ἀγωνισασθαι ὁμοσε ἐν Αὐλιδι της Βοιωτιας , ποιησαντα γαρ τον
ἐστιν ἀνθρωποις ἰσχυρα και βεβαια ἀνευ του παρ ' ὑμιν ἀγωνισασθαι , ταυτα παντα πεποιηκως Φορμιων οὑτοσι , και πολλα
9999980 αἰρομενης
μετεωροτερους των τοπων , δαψιλους της ἀναθυμιασεως προς το ὑψος αἰρομενης . ταυτα δ ' ὑπο των ἐτησιων ἐλαυνεσθαι ,
διοπερ ἡμεις προς ταυτην μαλιστα κομιουμεν τας ἀποριας , ἐπειπερ αἰρομενης αὐτης οἰχησεται και ἡ μεταβλητικη κινησις . Πριν δε
9999980 ἐπεχουσης
ὡς ἀν ἠδη της ἡλικιας το μεν σφοδροτερον της ὁρμης ἐπεχουσης , τας δε των ἡδονων ὀρεξεις χαλιναγωγουσης . και
Μωυσης ἁ προὐδιδαχθη τερατα , νομισας τους θεασομενους ἐκ της ἐπεχουσης ἀπιστιας εἰς πιστιν των λεγομενων μεταβαλειν . ἡ δε
9999980 ὑποτεινουσης
ποιει ⃞ον . Και ἐαν παντα παραβαλωμεν παρα τον της ὑποτεινουσης και καθετου ἑνος των ὀρθογωνιων , δεησει τον ὑποτεινουσης
ἑκατερας των ἐντος , τουτεστι των ἐπι της πλευρας της ὑποτεινουσης την γωνιαν την ἐφεξης τῃ αὐτῃ ἐκτος γωνιᾳ .
9999980 μαλακος
: μωραινειν , και βλακευματα αἱ εὐηθειαι . βλαξ : μαλακος , χαυνος , ἐκλελυμενος ἠ μωρος . βουνος :
' , ὡσπερ εἰρηται μοι και ἑτερωθι , ἐπιχειρειν ὁλως μαλακος ὠν και μονον ἐγνωκως ἀμυνεσθαι τους ἐπιπλεοντας . Καισαρι
9999980 προγεγενημενης
προ της συλληψεως , οὑτω και ἑπταμηνα νομιζεσθαι οὐκ ὀντα προγεγενημενης της συλληψεως , δυναμενης δε της μητρας εἰς καταμηνια
ἠ του Δαιμονος ἠ και της Ἀναγκης ἠ ἐπι της προγεγενημενης εἰτε συνοδου εἰτε πανσεληνου . δια γαρ τησδε της
9999980 Λεοντινοις
περιπορευομενος ὠχυρου και σιτον παρεκομιζεν : ἐπιμελεστατα δε τας ἐν Λεοντινοις ἀκροπολεις ἐτειχισε και τον ἐκ των πεδιων σιτον εἰς
μεταβολην ἐλεησαντες ἀθωον ἀφηκαν . Διονυσιος οὐκ ἐς μακραν ἐν Λεοντινοις περιστησας αὐτοις την ἑαυτου δυναμιν ἁπαντας κατηκοντισεν . Διονυσιος
9999980 ὑπομνησεως
της κατα τον ἐνεστωτα συνθεσεως . κατεφαγον φαμεν οὐδεμιας οὐσης ὑπομνησεως του ἐνεστωτος , και ἐτι κατοισω οὐκ οὐσης χρησεως
φιλοσοφοι την γνωσιν . Ἐπειδη ἐστι και ἀλλη συντομος παραδοσις ὑπομνησεως χαριν κεφαλαιωδης , ἡ σφοδρα ἐστι συντομος και πανυ
9999980 πιστευειν
και λογῳ χρωμενος ἀναιρησει λογον , ἐτι δε ὁμολογων ψευδεσθαι πιστευειν ἑαυτῳ φησι δειν . Ἀξιον δε ζητησαι ποθεν και
ἀπουλωτικῳ ἑτερῳ , μητε σαρκωτικῳ χρησθαι , ἀλλα μονῃ ταυτῃ πιστευειν : ποιει και προς ἀνθρωποδηκτους και κυνοδηκτους και θηριοδηκτους
9999980 ἐλαμβανομεν
και ἐπιστατησαι . . . . . το δε τεκμηριον ἐλαμβανομεν ἐκ των Μητροδωρου Ἰωνικων : ἱστορει γαρ ὁτι Σμυρναιοι
οὑτως γαρ δοξουσι πλειους προτασεις ἐκ τριων ὁρων γινεσθαι . ἐλαμβανομεν δε τας ἀντιστροφας προς την τελειωσιν των ἀτελων συλλογισμων
9999980 δικαστηριον
νομιμα το ψηφισμ ' εἰρηται . Δευτερον δ ' ἑτερον δικαστηριον το των ἀκουσιων φονων φανησεται συγχεων , τοὐπι Παλλαδιῳ
οὐκ εἰσαγωγιμον την δικην οὐσαν . ἀλλ ' εἰς ποιον δικαστηριον εἰσελθωμεν , ἀνδρες δικασται , εἰ μη προς ὑμας
9999980 θεασασθαι
το προσω ἀει : εἰ δε βουλοιτο ποτε ἐς τοὐπισω θεασασθαι , πας ἐπιστρεφεται . ὀξυωπεστατον δε ἐστι ζῳων ,
ὠφεληθησεσθαι νομιζων ἀπο της συνουσιας τἀνδρος , παλαι μεν ἐπεθυμει θεασασθαι τον ἀνδρα και συγγενεσθαι αὐτῳ : ἐπει δε ἡκεν
9999980 ἀποπειρασθαι
. Γ σκιμαλιζειν ἐστι το τῳ μικρῳ δακτυλῳ των ὀρνιθων ἀποπειρασθαι εἰ ᾠοτοκουσιν . ἐνταυθα δε παιζει , οἱον των
χειμωνος ὡρᾳ . ἀει δε μεχρι τοσουτου σοι των γυμνασιων ἀποπειρασθαι προσηκει , μεχρις ἀν μηκετι κοπον ἐμποιῃ το γυμνασιον
9999980 ἐνικων
Μεσσηνιοι και Διονυσιου μισθοφοροι συστραφεντες ἀπηντησαν . γενομενης δε μαχης ἐνικων οἱ Μεσσηνιοι και πλειους των πεντακοσιων ἀπεκτειναν . εὐθυ
: ἐπειτα δε ὡσπερ οὑτοι ὁπλισαμενοι τους πεζους τοτ ' ἐνικων , νυν οὑτω και οἱ ἱππεις αὐτων παρεσκευασμενοι προς
9999980 συγγενικον
ἐλευσεται ] † ἀφιξεται θηλυσπορος ] ἠγουν θηλεια συγγενη ] συγγενικον γαμον ] † συναφειαν ἀνεψιων ] ἐξαδελφων ἐπτοημενοι ]
. νοθῳ : ἀπο κοινου το ἐρραψας : ὁμογνιον : συγγενικον . ἀντι του : προς ὁμογνιου Διιος . ἀνεψιοι
9999980 εὐδαιμων
τα νυν , οὐκ οἰδα : οἰδα γε μην ὡς εὐδαιμων οὑτος ὁ χωρος , ἐν ὁτῳ Χρυσης και καθηται
ἀφικομην . ἐλθοντα δε με ὁ ταυτῃ λεγομενος αὐ βιος εὐδαιμων , Ἰταλιωτικων τε και Συρακουσιων τραπεζων πληρης , οὐδαμῃ
9999980 κυριας
ἡ λεγουσα το ζῳον ἐμψυχον . Κατα μεν οὐν τας κυριας προτασεις . δειξας ὁτι πας συλλογισμος κατηγορικος ἁπλους ἐκ
νομον . Οὐκουν ἐναντιον , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , τῳ κυριας εἰναι τας δωρειας , ὁσας ὁ δημος ἐδωκε ,
9999980 αἰτιωτατος
ἐπιτηδειοτατης προς θεους ὁμιλιας ὑπαρ τε και κατα τους ὑπνους αἰτιωτατος τοις περι αὐτον , ὁπερ οὐτε ὑπο ὀργης τεθολωμενῃ
τους βασιλεις Λουκιος Ἰουνιος Βρουτος ὁ της Ταρκυνιου μαλιστα καθαιρεσεως αἰτιωτατος , και Ταρκυνιος Κολλατινος ὁ της Λουκρητιας ἀνηρ ,
9999980 ἀκουσαις
Δια , ὠ Σωκρατες , ἀλλα τοτε μεν ἀν αὐτων ἀκουσαις ὡς διδακτον , τοτε δε ὡς οὐ . Φωμεν
ἰδοις ἠ ὀφθαλμοις ; Οὐ δητα . Τι δε ; ἀκουσαις ἀλλῳ ἠ ὠσιν ; Οὐδαμως . Οὐκουν δικαιως [
9999980 νοεισθαι
οὑτως του ἑτερου τουτων μη ὑπαρχοντος οὐδε το λοιπον δυναται νοεισθαι . και ἀλλως , φασιν οἱ ἀπορητικοι , το
: ἀνευ γαρ της κοιλανσεως της ἐν ῥινι οὐ δυνατον νοεισθαι : ὁμοιως δε και ἐπι των ἀλλων των τοιουτων
9999980 κρατουντας
θεριστας ἡγειτο μεγα οὐδεν ἀμωντας , τους δε των ἀριστων κρατουντας δρυτομους ἐκαλει και ταυτης ἑαυτον της μαχης ἠξιου μαλλον
, γλωσσης χαριν δε παντ ' ἀπαγγελει ταδε προς τους κρατουντας : οὑς ἰδοιμ ' ἐγω ποτε θανοντας ἐν κηκιδι
9999980 Βυζαντιους
ὡς ἐκρατησεν ὑποσπονδους ἀφεισα , αὐθις Εὐβοεας ἀπο Φιλιππου , Βυζαντιους , Περινθιους , Χερρονησιτας , Χαλκιδεας το καθ '
ἀσχολουμενων δια νυκτος αὐτοις μηχανημασιν ἀφανης ἠν . Φιλιππος ἐπολιορκει Βυζαντιους ἐχοντας οὐκ ὀλιγην χειρα συμμαχων . τουτους ἀπολιπειν την
9999980 Περιανδρον
αὐτου καταγνοντα φαναι : χαλεπα τα καλα . Φασι δε Περιανδρον τον Κορινθιον κατ ' ἀρχας μεν εἰναι δημοτικον ,
ἐξουσιᾳ παροινει εἰς το μειρακιον . Ἡ δε παροινια αὑτη Περιανδρον μεν ἐπαυσεν ὑβριζοντα , το δε μειρακιον ἐποιησεν ἐξ
9999980 σκοπον
ἐπι των προσωπων : τουτο δε πεποιηκε προς τον ἰδιον σκοπον τον ὁρισμον ἀποδους : και γαρ αὐτος οὐ βουλεται
ἱκανην ἐξ ὡν ἐδρασε προτερον , ἐθηρασε τον του πολεμιου σκοπον , οἰομενος ἐπιθεσθαι τουτῳ ἐκεινον νυκτος , ὁ δη
9999980 φυλαττεσθαι
παθειν ἀναμενειν τα δεινα , ἑτερους δε πασχοντας ὁρωντες οὐ φυλαττεσθαι , οὐδε φροντιζειν της πολεως παλαι κατα πολλους και
. ἐλεγον δε και τουτο , τας δυσχωριας ὁτι δεοι φυλαττεσθαι οὐδεν ἡττον ἠ τα θηρια : πολλους γαρ ἠδη
9999980 φιλονεικειν
μελετωμεν τον αἰτουντα την δωρεαν . Οὐ λειπουσιν ἀρα τοις φιλονεικειν βουλομενοις ἐριδος ἀφορμαι . ἀνηρ ὁλην πατριδα τυραννιδος ἐλευθερωσας
φυσει γαρ δυσερις πασα γυνη , και το πραγμα πεισει φιλονεικειν ἀμφοτερας , την μεν παλαι συνοικησασαν Ἀχιλλει , την
9999980 νικησεις
σε συν ἁρματι ταχει , δι ' οὑ συ δηλονοτι νικησεις , ἀπελθων δια των ἐγκωμιων παρα τον Κρονιον λοφον
την γυναικα μονος ι ἀγωνιζου , εἰπε την δικην : νικησεις γαρ α κληρονομησεις την μητερα β οὐ κληρονομησεις τον
9999980 κονιορτον
ποιεισθαι τας ἀναστροφας τῃδε κἀκεισε . ὡς δε πλειστον ἐπανεστησε κονιορτον ἐπισκοτων ταις των πολεμιων ὀψεσιν , ὁ μεν ἐλαθε
καπνος ἠ ἀηρ ἠ πυρ γενοιτο , ἀλλα και εἰς κονιορτον ἀναλυθεισα . Παρεστι γουν ὁραν , ὁτι και τα
9999980 συμβαλλει
τα ὀνοματα αὐτων Μορφη και Κλυτη . ὡς φιλοσοφος δε συμβαλλει τουτο ὁτι εὐγενεις και πλουσιαι κατηρξαντο της πορνειας ,
αἰξ βους ἐλαφος και τα λοιπα τετραποδα : τα δε συμβαλλει προτερον τα στοματα , ὡς ἐχιδναι και περιστεραι και
9999980 ἀκοντισαι
ὁσον εἰς διακονιαν ἐχει : ἀλλα και τουτους τας λογχας ἀκοντισαι ἐδεησεν . ἐνθενδε ἐπλεομεν τα μεν πρωτα ταις αὐραις
γραψαντες : μη γαρ ἀν εἰς τον ἡλιον βελη Ξερξην ἀκοντισαι , μηδ ' εἰς την θαλασσαν πεδας καθειναι ,
9999980 θερμαινουσι
, ἐξ ὡν εἰπομεν ὀφειλειν διαγινωσκειν , εὐδηλον ὁτι τοις θερμαινουσι δει κεχρησθαι παντι τροπῳ , οὐ μονον ἐδεσμασι τοιουτοις
λευκα χρω - ματα ἠ μελαινουσι τα μελαινα , ὡς θερμαινουσι τα θερμα παθος ἐμποιουντα παρωνυμον ἑαυτοις : εἰ γαρ
9999980 εὑρασθαι
νυν , οἱ μεν αὐτεων ἀδυνατα εἰναι λεγουσιν ἀνθρωποισι τελος εὑρασθαι μαντικης : οὐ γαρ εἰναι μιν οὐτε πιστην οὐτε
την τιμην εὐνουν πολιτην και σωφρονα . εἰ δ ' εὑρασθαι την ἀρχην οὐχ ὑπωπτευσεν , πως οὐ σφοδρα δουναι
9999980 ἐπιθυμητικου
γινεται ἀρετη : του μεν θυμοειδους ἀνδρεια , του δε ἐπιθυμητικου σωφροσυνη , του δ ' αὐ φιλοχρηματου και φιλοκερδους
ψυχης : ἡ δε δυναμις και ἑξις ἐρρωμενη ἐστι του ἐπιθυμητικου , και λεγεται και αὐτη ἐπιθυμια , οἱον ἐπιθυμητικως

Back