Ἑλληνικον γενεαν ἑβδομην ἠδη την ἐπ ' ἐμου διαμενει παντος ἀρχουσα τοπου : ἐθνος δε οὐδεν ὡς εἰπειν ἐστιν ,
μοχθηροις , ὡσπερ φορτιον βασταζουσα το σωμα , και οὐκ ἀρχουσα ἀλλ ' ἀρχομενη . αὑτη κακια ψυχης . τοὐναντιον
9999989 ἀρχουσης
' ἑκαστης νεως συχνους ἀνδρας ἐκβιβασας εἰς ἐνεδραν ἀπεκρυψεν , ἀρχουσης δε ἡμερας κατα τους ἐνεδρευοντας ταις ναυσιν ἀνεκωχευεν ,
δη του ἐτυφθη , προσθεσει της σομαι και συστολῃ της ἀρχουσης . Ὁ παθητικος μελλων δευτερος ὁ τυπησομαι ἀπο του
9999981 συνεχουσα
σφοδρα τ ' εἰχε προχειρα ταυτι : ” φυσις ἡ συνεχουσα με και διαλυσεται δη . “ ὁ μεν οὐδεν
δυναμις και ἐπ ' αὐτης της ἀοριστου και ἀλογου φυσεως συνεχουσα το σκεδαστον αὐτης και εἰς ὁρον πως τιθεισα .
9999980 ὑπαρχουσα
δε μοιρα τωνδε και τουτων , ἡτε πατρωϊον και πατρικη ὑπαρχουσα ἐχει τον εὐφρονα και εὐτυχη ποτμον και εὐδαιμονιαν παραγενομενη
νενομικα και διαφεροντως ἐκτετιμηκα . λαβουσα οὐν , ὠ και ὑπαρχουσα και προς ἐμου νομιζομενη κυρια , την ἐμην ἁπασαν
9999979 χαιρουσαν
καχαλω καγχαλω . παρα το ἐν χαλασματι εἰναι την ψυχην χαιρουσαν , εἰ γε το ἐναντιον ἐν τῃ λυπῃ συνεσταλται
με παρα το εἰωθος και τῳ προσωπῳ και τοις ὀφθαλμοις χαιρουσαν ὠ Γλυκεριον ἠροντο , τι σοι τηλικουτον γεγονεν ἀγαθον
9999978 ψηφισαμενης
βαθος ἀβυσσον και τουτ ' ἐπι πολλας ἡμερας διαμειναι . ψηφισαμενης δε της βουλης οἱ ἐπι των Σιβυλλειων χρησμων ἐπισκεψαμενοι
πολεμους μεχρι του καθ ' ἡμας χρονου διατετελεκε . Ταυτα ψηφισαμενης της βουλης και πρεσβευτας ἑτερους ἑλομενης δεκα ἀνδρας ἐκ
9999978 ἀποδιδρασκων
ἀπο Σελευκου εἱς . οὑτος , ὡς φησι Πολυβιος , ἀποδιδρασκων ἐκ της αὐλης ἐνιοτε τους θεραπευοντας , οὑ τυχοι
Σελευκου εἱς : περι οὑ φησι Πολυβιος ταδε , ὡς ἀποδιδρασκων ἐκ της αὐλης ἐνιοτε τους θεραπευοντας οὑ τυχοι της
9999978 μεσουρανουσης
ὁταν ἡ διαστασις των μοιρων της τε ὡροσκοπουσης και της μεσουρανουσης ἐλαττων ᾐ των Ϙ μοιρων , ἡ διαστασις της
” . ταυτης γαρ „ ὑψι μαλα „ φερομενης και μεσουρανουσης , οὐχ ὁ Τοξοτης ἀνατελλει , ἀλλ ' ὁ
9999978 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999977 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999977 χαρακτηριζεται
, εἰπων δε το ζῳῳ εἰναι ἐσημανε καθ ' ὁ χαρακτηριζεται , τουτ ' ἐστι το εἰδος : το γαρ
τῳ θεῳ , δηλον ἐντευθεν : οἱς γαρ το θειον χαρακτηριζεται , τουτοις και ὁ τελειος φιλοσοφος χαρακτηριζεται : και
9999977 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999977 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999977 ἀνιουσα
τας ἀναποδεικτους και ἀμεσους προτασεις , ἡ δε ἐξ ὑποθεσεως ἀνιουσα ἐπι τας ἀνυποθετους ἀρχας . Ἡ μεν δη πρωτη
ῥαχις ταπεινη κατα μικρον προσαυξανεται μεχρι των κατα το ἀκρωμιον ἀνιουσα χωριων : συναρθρουται δ ' αὐτῃ κατα τουτο ἡ
9999977 ἀποδειξις
ἀποδειξις . και δη προδηλος μεν προδηλου οὐ δυναται τυγχανειν ἀποδειξις , ἐπει το προδηλον οὐ χρῃζει ἀποδειξεως , ἀλλ
εἰ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : εἰ οὐκ ἐστιν ἀποδειξις , ἐστιν ἀποδειξις : ἠτοι δε ἐστιν ἀποδειξις ἠ
9999977 δημιουργησαντος
παντα ποιησαντος και ἑνος μονου , τῃ δε αὐτου θελησει δημιουργησαντος τα ὀντα : τουτο γαρ ἐστι το σωμα ἐκεινου
τα δε [ τινα ] τουτοις ἀνομοια κεκτημενος θεληματι του δημιουργησαντος πνευματος μετειληφεν ὑλικου . τα δε καθ ' ἑκαστα
9999977 συνεστησαντο
γενομενοι ἀστρο - λογοι διωρθωσαντο το πλεοναζον της ἡμερας και συνεστησαντο την ἑκκαιεβδομηκονταετηριδα συνεστηκυιαν ἐκ δ ἐννεακαιδεκαετηριδων , αἱτινες περιεχουσι
μηνας και ὁλας ἡμερας και ὁλους ἐνιαυτους . Πρωτην δε συνεστησαντο την περιοδον της ὀκταετηριδος , ἡτις περιεχει μεν μηνας
9999977 ὑπερβαλλουσης
ἀνδρων , ἐνδοξου δε και μεγαλοπρεπους προαιρεσεως ἡς προειλοντο , ὑπερβαλλουσης ? ? ? δε ἀρετης και ἀνδραγαθιας ? ?
, και οὑτως ἀν ἐχοι την ἐνδειξιν της ἀπορου και ὑπερβαλλουσης . Ἐκεινο μην οὐκ ἀξιον παρελθειν ἀνεπισημαντον ὁτι ἡ
9999977 συμπρεσβεις
τα γε δη καταγελαστα παντελως , ἐφ ' οἱς οἱ συμπρεσβεις ἐνεκαλυψαντο , ὡς ἐξενισε τους πρεσβεις τους Φιλιππου ,
. Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , καλει μοι τους συμπρεσβεις και την μαρτυριαν αὐτων λεγε . Ἐπειδη τοινυν ,
9999977 ἁρπαζοντων
τουτεστι της φυσεως ἡμων δεηθεισης αὐτων ἐπενοηθησαν : οἱον πολλων ἁρπαζοντων και φονων ἐκ τουτων γινομενων ὁ νομοι της ἁρπαγης
ἀναιδεια ὑμιν ἐμποδων γενηται τους καδισκους ἀνατρεποντων ἠ τας ψηφους ἁρπαζοντων ἠ ἀλλο τι περι την ψηφοφοριαν ἀκοσμουντων , δειξατε
9999977 μεσουρανουσα
νοησον τον γεννηθεντα τοτε . ὡροσκοπων ὁ Ἡλιος , Μηνη μεσουρανουσα , χωρις γαρ των κακοποιων , τους γεννηθεντας νοει
τους ἀμφοτερους ὀφθαλμους σινωματα διδουσιν . ὁ Ἡλιος ὡροσκοπων , μεσουρανουσα Μηνη , Κρονος ἀναφερομενος , Ἀρης δε κακοδαιμων ,
9999977 ἀκρωτηριον
Κανταβριος , περιγρα - φεται οὑτως . Μετα το Νεριον ἀκρωτηριον ἑτερον ἀκρωτηριον , ἐφ ' οὑ Σηστιου βωμοι ,
Τροιζηνος . Χαλκιδικης : Χαλκις πολις Εὐβοιας . Σουνιον : ἀκρωτηριον της Ἀττικης . νησοιο . . . Παρθενιης :
9999977 κατειδως
κακα . ὁπερ εἰ οὑτως εἰποις , νοησεις το οὐ κατειδως οὑτως , ἀντι του οὐ γινωσκων . το ἐαν
. χαλεπον ὁταν τις ὡν πιῃ πλεον λαλῃ , μηδεν κατειδως , ἀλλα προσποιουμενος . ὀργῃ παρα λογισμος ποτ '
9999976 ὀρεινα
ὡς γε τῳ τυπῳ και ἁπλως εἰπειν , ὁτι μαλλον ὀρεινα τα ἀγρια και εὐθενει τα πλειω και μαλλον ἐν
τῳ ξηροτερα ποιειν και πυκνοτερα και ξυνεστηκοτα μαλλον οἱον τα ὀρεινα των πεδεινων και ἐτι μαλλον των ἐπομβρων : εὐπνουστερα
9999976 ἀποδεικνυων
πεδαις δεσμευων εἰς τας συνεργασιας ἐνεβαλλε , τους δε νομεις ἀποδεικνυων οὐτ ' ἐσθητας οὐτε τροφας ἐχορηγει τας ἁρμοττουσας .
, ὁ δε διωκων ἀδικον αὐτο δια των ἐναντιων λογισμων ἀποδεικνυων . ἐν μεν γαρ ἀντιληψει λεγοντος του φευγοντος εἰ
9999976 φερουσης
ἰχνους λαβεσθαι οἱος τε ὠν οὐδε ἀρχης ἡστινοσουν ἐπιδραξασθαι εἰσω φερουσης , ὁτε δε ὁ προφητης ἐκεινος ἀναπετασας τα προπυλαια
ἀπο των αὐτων φυτευομενων αἱ θ ' ὁλως ἀκαρπιαι μη φερουσης της χωρας . Ἐκ δυοιν γαρ ἠ και πλειονων
9999976 ἀπολαυουσι
τρις την γην του ἐτους καρπον , ὡς τελειων ἀγαθων ἀπολαυουσι των τροφιμωτατων ἐκ των ζωογονων δυναμεων των ἐπι της
σθενος ὁραν του φωτος : ὁ ἐστιν : οὐ πασης ἀπολαυουσι της του φωτος ἡδονης οἱ πενητες . σημειωσαι γνωμην
9999976 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999976 κατεπλευσαν
παρεδοσαν . μετα δε την ναυμαχιαν οἱ μεν Κορινθιοι καταπλαγεντες κατεπλευσαν εἰς Πελοποννησον , οἱ δε Κερκυραιοι θαλαττοκρατουντες της κατ
ὁτι ἡ Μυτιληνη ἑαλωκεν . βουλομενοι δε το σαφες εἰδεναι κατεπλευσαν ἐς Ἐμβατον της Ἐρυθραιας : ἡμεραι δε μαλιστα ἠσαν
9999976 Κυρηναιους
αὐτος Στρατονικος σπαταλωνας και θερμοποτας θεωρων ἐφη αὐτους λευκους εἰναι Κυρηναιους . και αὐτην δε την Ῥοδον ἐκαλει μνηστηρων πολιν
, ὡσπερ ἐκ του ὀλεθρου , τους Ῥοδιους ἐκαλει λευκους Κυρηναιους και μνηστηρων πολιν , την Ἡρακλειαν Ἀνδροκορινθον , το
9999976 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999976 συνεμαχησαν
την προαιρεσιν : και αἰνιξαι ἐξ ὡν ἐπι Μαραθωνα οὐ συνεμαχησαν κινδυνευουσῃ τῃ πολει : εἰτα εἰςβαλλεις εἰς την καταστασιν
δε Θουκυδιδης παλιν ζητουμενου , δια τι οἱ Κερκυραιοι οὐδενι συνεμαχησαν , ἀπο της γνωμης ἐπιχειρησας το αὐτο συνεστησε τε
9999976 νομιζομενα
μεν ἐχωρισθη της ἐν ταὐτῳ ἡμιν συνουσιας , τα δε νομιζομενα συνετελεσαμεν και κοινῃ και ἰδιᾳ τιμωντες ἐκεινον , ἐχωριζομεθα
τα καλα και τα αἰσχρα ἀρτεον ὡς ? ψευδως ? νομιζομενα ? , ὁτι οὐ ? ? πασι ταὐτα ἐστιν
9999976 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999976 θανουσα
δυστυχης : κατα ποντον ἠ καθ ' ὑλαν : ἱνα θανουσα κατα ποντον ἠ κατα την ὑλην ἐν φροντιδι ὠ
τεκνον , θνηισκειν ς ' : ἀδελφους δ ' ὠφελεις θανουσα σους . σοφως † κελευεις † : μη τρεσηις
9999976 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999975 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999975 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999975 θανουσης
εἰργειν : ἐγω δε σου προμηθιαν ἐχω . ἠ της θανουσης θαλαμον ἐσβησας τρεφω ; και πως ἐπεσφρω τηνδε τωι
μονον γαρ ζωσης αὐτης βλαπτει ὁ ἰος , ἀλλα και θανουσης , οὐ μονον ζωα βλαπτει , ἀλλα και φυτα
9999975 λειοτατης
, ἡ δε συνθεσις ἐστιν αὑτη . Λιθαρ - γυρου λειοτατης δραχμας κ . ψιμμυθιου , ἰου , ἀνα οὐγγιας
χηνος ἠ νησσης νεοσφαγους θερμον διδοναι ἠ τριφυλλου της ἀσφαλτωδους λειοτατης ὁσον κοχλιαρια α ἠ β μεθ ' ὑδατος κοτυλων
9999975 προσαγορευσαι
το μεν πρωτον αὐτην ἀπο της συναγωγης και συνοικησεως Συνναια προσαγορευσαι , μετα δε ταυτα παρεφθαρμενως ὑπο των πλησιοχωρων Συνναδα
των ἐν ἐκεινοις τοις τοποις , Ἀργωιον ἀπο της νεως προσαγορευσαι , και μεχρι τωνδε των χρονων διαμενειν αὐτου την
9999975 θεραπευομεν
ἡμεις δ ' ὑπερ ἡμων αὐτων λεγοντες και το σον θεραπευομεν . μαλλον δε της μεν σης ἀπολογιας και ἡμεις
ἐχειν οἰκειοτερον : ἐπει και του σωματος ἀει το καμνον θεραπευομεν και πλειονα ποιουμεθα προνοιαν ποδων ἠ ὀφθαλμων , ὁταν
9999975 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999975 ὑπαρχουσης
ὁ Ἀριστοτελης ἐκ της μειζονος ἀναγκαιας της δ ' ἐλαττονος ὑπαρχουσης ἀναγκαιον φησιν συναγεσθαι την ἐλαττονα προς τῳ ἀναγκαιῳ λαμβανων
κωδιου και δυειν προσκεφαλαιων . τοιαυτης δε της σκληροτατης στρωμνης ὑπαρχουσης , ἐξεστι λογιζεσθαι την κατα τον λοιπον βιον τρυφην
9999975 ἐφανησαν
ὠφελιμοι δοκουσιν εἰναι : οἱ Θηβαιοι δηλονοτι . ʃ ὠφελιμοι ἐφανησαν ὑμιν δηλονοτι , ἠ και ὠφελιμωτεροι . και οἱ
Ἁρμονιδου τεκτηναμενου , ἠ ὁτου δη προ Ἁρμονιδου , νηες ἐφανησαν στρογγυλαι τε και ὁλκαδες , και χρονῳ ὑστερον ἐν
9999975 ὑπουσης
το της χορηγιας , χρηματων βασιλικων ἠ τινος μεγαλης ἰδιωτικης ὑπουσης οὐσιας , ἐν πολλῃ και ἀφθονῳ κυλινδουμενον ἀσελγειᾳ μεχρι
ὁρμαις ἑπομενος και μηδεμιαν ἐων ὑποσκελιζεσθαι : διο και της ὑπουσης δυναμεως ἐστιν ὁτε πλεον ἐνεανιευετο | δυναμιν ἀκαθαιρετον το
9999975 πεντακοσιοις
και προδοτην ⌈ ὀντ ' ⌉ εἰσαγγειλας και ἐξελεγξας ἐν πεντακοσιοις και δισχιλιοις των πολιτων ὁτι μισθωσας αὑτον Πυθοκλει κατ
ἱππεων τετρακοσιων , μαλα θρασεως ἐπειχθεις ἐπεπεσε τοις χιλιοις και πεντακοσιοις εὐναζομενοις ἐτι περι πολιν Ὑριαν και ἐκπληξας ἀμαχει παρελαβε
9999975 πολυειδης
εἰς το τρεπομενον και πασχον καθηκουσιν . Ἡ μεντοι γενεσις πολυειδης οὐσα και ἐκ διαφεροντων συνισταμενη τῃ οἰκειᾳ μεν ἐναντιωσει
της ὀνομασιας ἀπο του περι αὐτον σχηματος . ἐστι δε πολυειδης και πολυκινητος , ἐκ της των ἀνωμαλων και ἀτακτων
9999975 θελουσαν
ἐρωτευομενας νεανισκος ξενοδοχησας προς τους παιδας αὐτου ἐφη : Την θελουσαν κερασατε και την θελουσαν ἀφροδισιασατε . κἀκειναι εἰπον :
γαμων γενεσθαι . ὁ δε μη λογοισι πειθων τοτε μη θελουσαν ἀγχει : μετα γαρ νεων ὁ Βακχος μεθυων ἀτακτα
9999975 ἀποδειξιν
ἀποδειξιν και πιστιν των ψιλως διηγηθεντων , εἰτα την παρεκθεσιν ἀποδειξιν οὐσαν του κρινομενου βιου : ἐσκοπει γαρ ὡς ἐπι
μιας ἐστι και ὁλης φιλοσοφιας θεωρειν : μεταχειριζεται δε την ἀποδειξιν οὑτω . το ὀν και το ἑν μια φυσις
9999975 συγχωρησομεν
, τον μεν πραως τε και ἐκ μειζονων διαλειμματων ἐντρεχοντα συγχωρησομεν : εἰ δε συντονος τε εἰη και σφοδρος και
τυραννων δωρεαι . δρασομεν τ ' , εἰ και ταυτα συγχωρησομεν αὐτοις , ὁμοια τοις προς ἡδονην θεραπευουσι τους καμνοντας
9999975 συγγραφεως
Θηβης Θεοπομπος . : παμπονηροι δ ' οἱ Θεοπομπου του συγγραφεως ἀποπολιται και ἀφεταιροι και ἀπαθηναιοι . : το μεντοι
εἰρημενων ἡττον ἐν ἁπασαις ἱστοριαις ζητουμεν , την αὐτου του συγγραφεως διαθεσιν , ᾑ κεχρηται προς τα πραγματα περι ὡν
9999975 ἐλατηριου
. δʹ νιτρου ἐρυθρου . . . δραχ . αʹ ἐλατηριου . . . . . δραχ . αʹ .
κενοι και θλαϲπεωϲ ϲπερμα ἐνιεμενον , και ὁ χυλοϲ του ἐλατηριου και το δι ' αὐτου ἠ το δια των
9999975 λευκοτερα
ἐπι βουβωσιν οὐ πυῤῥοτερα τα οὐρα ἐστιν , ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον
κρομμυον και σκιλλα και οἰνος , εἰς ὁσον ἀν ᾐ λευκοτερα , ἡττον ἐστι θερμα : τα δ ' ὑποξανθα
9999975 Καλλικρατους
πελαγος κατεποντωσαν . . . : Καλλιστρατος δε φησιν ὁ Καλλικρατους ὁ δημαγωγος και αὐτος προς μεν τας ἡδονας ἠν
και Περσεως . ὁ μεν δη ταυτα ἐλεγεν ὑπο διδασκαλιᾳ Καλλικρατους : ἀναστας δε μετ ' αὐτον Ξενωνἠν δε ὁ
9999975 ταχυτερα
βασιληιον : εὑρων δε τουτο ὁ Δαρειος και γνους ὡς ταχυτερα αὐτος ἠ σοφωτερα ἐργασμενος εἰη , ἐλυσε . Βασιλεα
οὐσης της θερμοτητος , και τα μεσα της διαστολης ἐστι ταχυτερα , ὡστε τα περατα μη πολλῳ των μεσων εἰναι
9999975 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999975 εἰσαγουσα
πλευρᾳ χρωμενη τῃ δεδομενῃ εὐθειᾳ περιεχουσῃ το ἐμβαδον τας λοιπας εἰσαγουσα πλευρας οὐτε ἐλλειπουσας κατα την ἐκτασιν οὐτε περιττευουσας το
και αἱ πτωσεις . παλιν δια το εἰπειν ὡρισμενην φυσιν εἰσαγουσα ἐξεβαλεν μονον τα ἀοριστα ὀνοματα : εἰτα τελευταιον εἰπων
9999975 Περιπατητικων
ἐνεργειᾳ εἰναι . Ἀρα οὐν ἀποβλητος ἐστι παντελως ὁ των Περιπατητικων λογος ; φαμεν οὐν οὐδαμως : τριττων γαρ ὀντων
Περιπατητικοι μαλιστα τουτο το μερος ἐξηκριβωσαντο . το δε των Περιπατητικων ὀνομα ἐκ τοιαυτης γεγονεν αἰτιας . φασιν ὁτι ὁ
9999974 δηλουσα
. Τι ἐστι μεταληψις ; λεξις ἐκ συνωνυμιας το ὁμωνυμον δηλουσα . Συνεστιον : συνοικον , ὁμοδιαιτον . Ἐξ οὑ
προς την διαιρεσιν : ἐαν μεν γαρ ᾐ ἡ χρεια δηλουσα , ὁποια ἐστι τα πραγματα , μετα το προοιμιον
9999974 πετεινα
κτεινοντες ὁμοιως μυρμηκας τε και ὀφις και τἀλλα ἑρπετα και πετεινα . Και ἀμφι μεν τῳ νομῳ τουτῳ ἐχετω ὡς
διεφορουν Ἁρπυιαι τον βιον αὐτου , δοκουσι δε ἐνιοι θηρια πετεινα εἰναι ταυτα ἁρπαζοντα ἀπο της τραπεζης του Φινεως το
9999974 ποικιλωτερα
? ? , τα δε εἰδη μετεχει ? και ἐστιν ποικιλωτερα . ὁ γαρ ἀνθρωπος - και ζωιον ἐστιν και
το νοσημα , ποτερον τῳ περιπνευμονικῳ πλειονα θαρσησουσι δουναι και ποικιλωτερα μαλλον του ὑπ ' ὀφθαλμιας ἐνοχλουμενου ; ἀλλ '
9999974 λογισμοις
, ἐκστασιν ἡμιν ἐνεποιει και φρικην . Πλην ὁτι τοις λογισμοις θατερου τουτων παλαιοντες , οὑτω τας ἐφεξης ἡμερας διετελουμεν
. και ταυτα μεν περι τουτων . τοις δε ὀρθοις λογισμοις ἐξ ἀναγκης ἑπεται και περι των δοκουντων ἀτακτως κατα
9999974 ἀποδεικτικην
εἰπων δε την τοιαυτην δειξιν λογικην εἰναι ἀλλ ' οὐκ ἀποδεικτικην ἑξης προτιθεται ζητησαι , εἰ ὁλως ἐνδεχεται , πως
χειρας ποδας κεφαλην φλεβας σαρκας ὀστα . προς δε την ἀποδεικτικην ἐναντιως ἐχει ἡ ἀναλυτικη , ὁτι ἡ μεν ἀποδεικτικη
9999974 σφοδροτητος
ἐπιφοραν φησι την καταφοραν , οἱ δε καταφορικοι των λογων σφοδροτητος οἰκειοι . [ , ] τι γαρ δηποτε ,
ἐμβαλοντα . ἐμβεβληκοτα ] ἐπαγαγοντα . θΞ ἐμβεβληκοτα ] μετα σφοδροτητος . Ξ εἰ και δικαιως προς τον πολεμον ὡρμησας
9999974 δοκουσαν
ἰστεον δε ὁτι το ἐμμεναι ὁ Ἡρακλειδης οὐ κατα την δοκουσαν τοις πλειοσιν ἀκολουθιαν παραγει , ἀλλα την προπαραληγουσαν αὐτου
και λεγοντας οἱς λεγεις ἐκαλυψας . ὁς γε και την δοκουσαν ὡραν των ἐμων ἐπιστολων παρελη - λυθας . ἀλλ
9999974 στρατευματι
τῃ ἐπιγιγνομενῃ ἡμερᾳ ἐξηταζοντο και ἐλαθον αὐτους παντι ἠδη τῳ στρατευματι ἐκ της Κατανης σχοντες κατα τον Λεοντα καλουμενον ,
' αὐ Κυρος ταυτα ἰδων περιισταται τον λοφον τῳ παροντι στρατευματι , και προς Χρυσανταν πεμψας ἐκελευε φυλακην του ὀρους
9999974 λογισμους
μεν οὐδε ἐκεινον οἰμαι λεγων πεποιηκεναι τουτο : και τους λογισμους ἐκθησομεθα δι ' οὑς οὐκ ἀν ἐπραξεν : εἰ
ἐγωγε . και των περι ἀστρονομιαν τε και ἁρμονιας και λογισμους ; προθυμουμαι γε δη . και γαρ ἐγω ,
9999974 προετρεψατο
† εὐξησε [ φιλοσοφιαν ] και κατελυσε [ ] : προετρεψατο ? [ ] μεγ γαρ ἀπειρους [ ] ?
: ἐπειτα πολλους και των ἀλλων των ἐπι Θρᾳκης κατοικουντων προετρεψατο κοινωνειν [ μετα ] της των Λακεδαιμονιων συμμαχιας .
9999974 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999974 συγγνωμονικον
ἐν παθεσιν ᾐ τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , συγγνωμονικον ὑπαρξει το χρωμα , ὡς ἐπι της δακρυουσης νυκτωρ
διαφοραν αὐτων δεικνυσιν : λεγω δε το παραγραφικον , το συγγνωμονικον : ἐκει μεν γαρ ἐφαμεν τα του δικαιου μορια
9999974 συμμετροι
μηκει ἀσυμμετροι οὐ παντως και δυναμει , ἐπειδηπερ αἱ δυναμει συμμετροι δυνανται λογον μη ἐχειν , ὁν τετραγωνος ἀριθμος προς
ὁ κ του λ δυο δεκατα . πασαι οὐν αἱ συμμετροι εὐθειαι εἰτε μηκει εἰτε και μηκει και δυναμει προς
9999974 νομισθηναι
συνοδων και κοινογαμιων ὀντων . διο και ἐδοξε τισιν διφυης νομισθηναι , οὐκ εἰδοτων των προτερον δια το πληθος τον
οἱ Κορινθιοι , ὡστε και τα ὑστερον εὑρεθεντα ἰδια αὐτων νομισθηναι . ἀλλως : και οὐ μονον νικην παρεσχον ὑμιν
9999974 ἀπαγγελλειν
διεφθαρη ἡ ναυς , παρειναι τους οἰκετας τους ἑαυτου και ἀπαγγελλειν ἑαυτῳ , και ὁτι ἡ ναυς κενη διεφθαρη παραπλεουσα
ἀπηγγειλε , τινα δε ἠν ταυτα ; πρωτον του μεν ἀπαγγελλειν τι περι των πρεσβευομενων ἠ περι των ἐν τῃ
9999974 διαφορητικης
τας αὐξησεις ἀφαιρειν μεν τι ταυτης , προστιθεναι δε της διαφορητικης : ὁταν δ ' εἰς την οἰκειαν ἀκμην ὁ
κινναμωμου διπλασιον αὐτο βαλλουσιν : λεπτυντικης τε γαρ ἐστι και διαφορητικης , εἰ ποθειη , δυναμεως . Βρεττανικης τα φυλλα
9999974 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999974 κρατησαντα
και των ἀλλων οὐκ ὀλιγους ἀνελειν , το δε τελευταιον κρατησαντα των βασιλειων την μεν Κλεοπατραν [ ἐκ ] της
ἐτι και βασιλεα μονον ἐφ ' ἁπαντων γενεσθαι τῳ ἀστραγαλῳ κρατησαντα , ὡς μητε ἐπιταχθειης γελοια ἐπιταγματα και αὐτος ἐπιταττειν
9999974 ἀφροδισιαζειν
ἀλλας διαθεσεις του σωματος : και γαρ ἐπι πονοις πονηρον ἀφροδισιαζειν , καιτοι διαλυειν πεπιστευται τους πονους : οὐ μην
τξεʹ δοσεις . παραφυλαττεσθω δε ὁ παραλαμβανων μη χολαν μηδε ἀφροδισιαζειν μηδε πινειν οἰνους στυφοντας ἠ πανυ γλυκεις και παντα
9999974 θαυμαζοντων
των δε Λατμιων προελθοντων και την εὐσεβειαν αὐτης θεωμενων και θαυμαζοντων οἱ ἀποκεκρυμμενοι ἐξανασταντες κατελαβοντο την πολιν κρατησαντες αὐλοις και
της πραξεως γενομενης καθ ' ὁλην την Ἑλλαδα και παντων θαυμαζοντων το παραδοξον , ὁ μεν βασιλευς Κρεων θαυμασας την
9999974 πιττης
δε κεραμισιν ἀπεστεγανουντο προς το ξυλον , ὑποτιθεμενων ὀθονιων μετα πιττης , ἠν δε ἡ ναυς τῃ κατασκευῃ εἰκοσορος ,
δε νευρον ἠ νευρωδες τι διατεθλασται , ἐνταυθα ἐγω και πιττης ὑγρας βραχυ μιγνυς οἰδα μετριως λυσιτελες ἀποφηνας το ἐπιπλασμα
9999974 διπλασιοι
δη τοσουτων εἰναι μοναδων τους δυο πρωτους ἀριθμους , οἱπερ διπλασιοι ἐσονται των λοιπων δυο , ὀντων δηλονοτι και αὐτων
μεν γαρ των διπλασιων , παντες μεν οἱ κατα πλατος διπλασιοι , οἱ δε διαγωνιοι τριπλασιοι , οἱ δε ὑποκατω
9999974 Δημητριον
την συγγνωμην . Ὁτι Ἀγαθοκλης ἀπεστειλεν Ἀγαθοκλη τον υἱον προς Δημητριον τον βασιλεα φιλιαν συνθεσθαι και συμμαχιαν . ὁ δε
ἰδιους μια μεν των νεων ὑποχειριος ἐγενετο τοις περι τον Δημητριον , αἱ δ ' ἀλλαι διεφυγον τον κινδυνον .
9999974 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999974 Κυπριους
: ἀπεκτεινε δε και ἀλλον ἀδελφον γεγονοτα ἐξ Εὐρυδικης , Κυπριους ἀφισταντα αἰσθομενος . Μαγας δε ἀδελφος ὁμομητριος Πτολεμαιου παρα
διαφορων ἐν Ὀρθαννῃ δια τουτων : δεινον μεν ἰδοντα παριππευσαι Κυπριους ἀρτους : Μαγνητις γαρ λιθος ὡς ἑλκει τους πεινωντας
9999974 συμπασαν
αὐτον Ἱππαρχον εἰκαζεται λεγεσθαι ὁσον χιλιων σταδιων , ὡστε την συμπασαν κατ ' Ἐρατοσθενη κεφαλαιουσθαι ἐννακισχιλιων ἑξακοσιων : αὐτος συντετμηκε
, ὡς φησιν Ἀσκληπιαδης ὁ Μυρλεανος . Ῥωμαιοι δε την συμπασαν καλεσαντες ὁμωνυμως Ἰβηριαν τε και Ἱσπανιαν το μεν αὐτης
9999974 κα
μεν την αʹ ὑποθεσιν ἁπλως Ταυρῳ ιϚ [ ι ] κα , κατα δε την βʹ Ταυρῳ ιη κε .
ἀπογειον του του Ἀρεως κατα την τηρησιν περι Καρκινου μοιρας κα κε , ἐφεξει δηλονοτι και κατα τον ἐκκειμενον της
9999974 ὁρμητηριον
κεφαλαιωδη και περι των Ῥωμαιων των κατασχοντων αὐτην και κατεσκευασμενων ὁρμητηριον προς την συμπασαν ἡγεμονιαν , προσειληφθω και ταυτα ,
των ἐν Ἰωνιᾳ : λειπει ἡ ἀπο . ὁρμωμενοι : ὁρμητηριον ἐχοντες . ἐλπιδα δ ' εἰναι : ἐφασκε δηλονοτι
9999974 κοινωνουσα
τοπους ἑκαστης ἰδεας , καθ ' οὑς μηδεμιᾳ των λοιπων κοινωνουσα εὑρισκεται : ἐκεινοι γαρ αὐτην και χαρακτηριζειν μαλιστα δυνανται
, διῃει της ἀγορας ἐν μεσῳ , ταις ἀλλαις γυναιξι κοινωνουσα του θρηνου και δεινον ἀλαλαζουσα . μονασται δε και
9999974 κατορθωμασι
ἀναιδως ὁ Κλεων ἀλλοτριᾳ ἐπεπηδησε νικῃ και της ἐπι τοις κατορθωμασι δοξης αὐτους ἀφειλετο , και αἱ ἑταιραι δε ἀναισχυντοι
προθεσιν καταχρηται . εἰ δε τῳ δοξειεν ἐπι τοις μειζοσι κατορθωμασι και μικροτερας ἁπτεσθαι πραξεως , οὑτος εἰ προσσχοι ταις
9999974 βραχυτεραι
Τοισι δε νεανισκοισιν ἐπωδυνοι μεν οὐχ ἡσσον αἱ ἰσχιαδες , βραχυτεραι δε : και γαρ τεσσαρακονθημεροι ἀπαλλασσονται : ἀλλ '
των ἐλασσονων ἐστι και συμμετρα τῃ θηρᾳ τα σκευη : βραχυτεραι δε ὁρμιαι και ἀγκιστρα και οὐ πολλη τις τροφη
9999974 ἐμφανισαι
, ὡς Ὁμηρος Ἐριν και Δειμον . θελει δ ' ἐμφανισαι ὁτι λεληθοτως ἐπερχονται τα κακα και ἡσυχως ἐπιφερονται αἱ
ὡν ὁ ἑτερος ψευσεται και οὐκ ὀρθως ἐρει , δυνησονται ἐμφανισαι τουτο ὁ ὁ λεγων ὀρθως ἐμφανισαι οὐχ οἱος τ
9999974 κωμῳδιων
ἐν τισι δε † Εὐπολιδος μεμνηται και των εἰς Ὑπερβολον κωμῳδιων . ταυτα ἀπο των προτερων Νεφελων : τοτε γαρ
εἰναι θεατας δεξιους και ταυτην σοφωτατ ' ἐχειν των ἐμων κωμῳδιων πρωτους ἠξιως ' ἀναγευς ' ὑμας , ἡ παρεσχε
9999974 γιγνωσκεσθαι
ἀγνοειν του παιδος : ἱκανος γαρ και ἀπο μονου τουτου γιγνωσκεσθαι . Λεγεσθω , ἠν δ ' ἐγω , οὑτινος
ὁμοιῳ : κοινη γαρ και τουτων αὑτη ἡ δοξα το γιγνωσκεσθαι τῳ ὁμοιῳ το ὁμοιον . δια τουτο δε τον
9999974 Δημοσθενικον
τους εὐδοκιμωτατους διαρρηδην ἀποφαινεσθαι ἀριστον των πολιτικων λογων εἰναι τον Δημοσθενικον : ἀλλα τους μεν δικανικους και συμβουλευτικους των λογων
ἀρχης ἐλθοντες λεγωμεν τας ἰδεας , ἐξ ὡν ἐφην τον Δημοσθενικον συγκεισθαι λογον : τας δε ὑποβεβηκυιας αὐταις ἠ και
9999974 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια
9999974 σπουδασαντες
ῥᾳδιως . και γαρ βαδισμα και φθεγμα και βλεμμα μιμεισθαι σπουδασαντες ἀνδρος , εἰπερ ἐξαιφνης φοβηθειεν ἠ και ἀνιαθειεν ,
ἀπελειπομεν , την σωματικην χωραν ἁπασαν , ἀπομαθειν τα παθη σπουδασαντες κατα τας του προφητου λογου , Μωυσεως , ὑφηγησεις
9999974 πεντεκαιδεκατον
δια των σκιοθηρικων δεικνυται . Το δε του ὁλου κυκλου πεντεκαιδεκατον πεμπτον ἐγγιστα της διαμετρου γινεται . Ἀν τοινυν ἐπιπεδον
ἐστιν αὐ συν εἰκαδι , Ὑδροχοου τεσσαρα λαμπρομοιρια , Το πεντεκαιδεκατον αὐ συν εἰκαδι , Των Ἰχθυων δε δωδεκα συν
9999974 ἠκουσαν
μεν εἰχον ἐν ἡσυχιῃ σφεας αὐτους , ἐπειτε δε Σωκλεος ἠκουσαν εἰπαντος ἐλευθερως , ἁπας τις αὐτων φωνην ῥηξας αἱρεετο
ἐαν ἐν ἱστοριας σχηματι λεγωσιν , ἁ μηδεποτε εἰδον μητε ἠκουσαν , ἠ οὐ παρα γε εἰδοτων , σκοπουντες δε
9999974 προσηγορικα
ἰωνικως και ὀφεως ἀττικως . Ἰστεον ὁτι τα εἰς ις προσηγορικα μη ὀντα παρωνυμα μηδε μακροπαραληκτα δια καθαρου του ος
του κυριου και προσηγορικου ὀξυνεται . Τα εἰς ΩΜΟΣ δισυλλαβα προσηγορικα ἀρχομενα ἀπο συμφωνου μη του Μ , εἰ ἐπι
9999974 σκληρους
Σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον : προς τους ἀκαμπτους και σκληρους . Σκυτη βλεπει : ἐπι των ὑφορωμενων πεισεσθαι τι
και ἀλφους δε διαφορει συν ὀξει και χοιραδας και ὀγκους σκληρους διαφορει , τοις ἐπιτηδειοις προς ταυτα φαρμακοις μιγνυμενος .
9999974 κριτηριοις
του πασι πιστευειν και ἐκ του τισι μεν πιστευειν ὡς κριτηριοις , τισι δε ἀπιστειν , συναγεται το μη δειν
περι παντων ἐπεχειν . Ἀλλ ' εἰ δη τοις φυσικοις κριτηριοις αἰσθησιν ἱκανως συγχω - ρησουσιν ἡμιν , οὐδεν ἐτι

Back