δεομενος τυχοι , οὑτως ἐξηγειτο της πραξεως ὡς μη ἐπανιοιεν ἀνιδρωτι . τουτο γαρ ἡγειτο και προς το ἡδεως ἐσθιειν
λευγαλεου , ὁποτ ' Ἀρεος ἐσσυτο δηρις . Και κεν ἀνιδρωτι περικαλλεα διος Ἐπειος ἠμελλεν τοτ ' ἀεθλα φερειν ποτι
9999950 χαριστηρια
σφετερας : εἰ μεν ὑπερ εὐανδριας ἠ νικης ἐκ πολεμου χαριστηρια θεοις ἀποδιδοιεν , προθυοντες ἱερα τα νομιζομενα , εὐφημοις
το καλλος , ὡστ ' ἀξια εἰναι των ἀλλων ἐργων χαριστηρια , και ὡς μη εἰναι διακριναι τι τις αὐτων
9999949 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999949 ἑτερομηκες
' εὐθειαν , το ὁλον γινεται . οἱ γουν το ἑτερομηκες τετραγωνισαι βουλομενοι μεσην ἀναλογον ζητουσι : και ἐπει ἑτερομηκες
και ὁ ῥομβος σαλευθεν εἰναι τετραγωνον και το ῥομβοειδες κεκινημενον ἑτερομηκες : διο κατα τας πλευρας οὐ διεστηκεν ταυτα ἐκεινων
9999949 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999947 ἐποιησε
. κρατησειν ] κυριευσειν . πως ταδ ' ] ἁ ἐποιησε . . δεδοικα μη πολυς ] φοβουμαι , φησι
διο και τας τιμωριας ὁ Σολων τοις μεν ἰδιωταις βραδειας ἐποιησε , τοις δε ἀρχουσι και δημαγωγοις ταχειας . „
9999947 κινηθεισης
του της διανοιας διαφερει , ὁτι το μεν της λεξεως κινηθεισης της λεξεως της συσχουσης το σχημα ἀπολλυται , οἱον
ἡμεις γαρ ἐνσταντος του πολεμου και καταρραγεισης της μαχης και κινηθεισης ἡμιν προς τους ἐχθρους φιλονεικιας ἀλλον μεν οὐδενα των
9999947 ὡρισεν
νομῳ ἀντιθησομεν , μεθ ' ἡς γνωμης ὁ νομοθετης τουτο ὡρισεν : οὐ γαρ οὑτως ὡς ὁ φευγων ὑπολαβων πεποιηκεν
, ἀποτυχων δε μη ἀχθου . ὁ Κυπριος νεανισκος ὀνειρον ὡρισεν ἀποβεβηκοτα φιλονεικως . ἠν δε οὑτος ὁ ὀνειρος :
9999947 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999947 ἀνεκτησατο
' ἡμας γενομενου , ὁν Ἀρταξαρης ἀποκτεινας Περσαις την ἀρχην ἀνεκτησατο , τα τε γειτνιωντα ἐθνη βαρβαρα χειρωσαμενος ῥᾳδιως ἠδη
την ἀπαλλαγην την Δημητριου τας μεν κατα την Θετταλιαν πολεις ἀνεκτησατο , Πλεισταρχον δε μετα δυναμεως ἐξεπεμψεν εἰς την Ἀσιαν
9999947 λειοτητι
διαφοροις ἀγλαϊαις τε και χροιαις και ποικιλιαις κεκοσμημενα στιλπνοτητι και λειοτητι και διαυγειᾳ νικωντων και τεχνῃ τῃ πρωτῃ τε και
ἀπατηλη και ἀγεννης και ἀνελευθερος , σχημασι και χρωμασι και λειοτητι και ἐσθητι ἀπατωσα , ὡστε ποιειν ἀλλοτριον καλλος ἐφελκομενη
9999947 εὑρεθεν
παιδιον ζητεινἐκθειναι γαρ εὐθυς τεκουσαν δια φοβον του Τυφωνος : εὑρεθεν δε χαλεπως και μογις , κυνων ἐπαγοντων την Ἰσιν
προς Ἀδαιον παρα Ἠλειοις φησι μυρον τι ΠΛΑΓΓΟΝΙΟΝ καλεισθαι , εὑρεθεν ὑπο τινος Πλαγγονος . ὁμοιως ἱστορει και Σωσιβιος ἐν
9999947 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999946 συλλογισμοι
ἀλληλων , και ὁσα τα μεσα , τοσουτοι και οἱ συλλογισμοι . και το αὐτο μεν προβλημα δια πλειονων ὁρων
γαρ αὐτο δια πλειονων δεικνυσι μεσων : διο πλειους οἱ συλλογισμοι . οἱον το Ε δια τε των Α ,
9999946 κινδυνευουσαν
την μητερα , την τρεφουσαν , την δι ' ἐμε κινδυνευουσαν , ἐπι το ξιφος ἑωρων . περας δ '
ἀτοπον , ὡστε την δυναμιν ἀνακαλεσασθαι ἀπο της ἀγαν ἀγρυπνιας κινδυνευουσαν . εἰ δε ἀσθενεια δυναμεως εἰη , φευγε παντελως
9999945 κατελαβετο
εἰς Ἀμφικτυονας κατα των Σπαρτιατων , ὁτι Φοιβιδας ὁ Σπαρτιατης κατελαβετο την Καδμειαν , και διετιμησαντο το ἀδικημα ταλαντων πεντακοσιων
Κορνηλιον . ἐπι δε τουτων Θεμισων ὁ Ἐρετριας τυραννος Ὠρωπον κατελαβετο . ταυτην δε την πολιν οὐσαν Ἀθηναιων παραλογως ἀπεβαλεν
9999944 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999944 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999944 χοιραδας
πεπαχυσμενα και φλεγμαινοντα , και ἐπωδυνα ἀρθρα και δυσκινητα , χοιραδας , συριγγας , γαγγλια , στεατωματα , δοθιηνας ,
δυναμεις . ἀργεμωνη : αὑτη ἡ βοτανη κοπεισα μετα ἀξουγγιας χοιραδας διαλυει : ποιει και προς ἀλφους μελανας μετα νιτρου
9999944 κυριευσει
ἀφ ' ὑμων , και πασα πραξις πονηρων ἀνθρωπων οὐ κυριευσει ὑμων : και παντα ἀγριον θηρα καταδουλωσεσθε , ἐχοντες
μηδεποτε πιστευσῃς ἀπορρητα , ἀει γαρ ὁπλιζεται , πως σου κυριευσει . καθ ' ἡμεραν και εἰς την αὐριον ἀποταμιευου
9999944 ἀνατειλῃ
τουτεστιν ἐαν ἀγαθοποιος ἀστηρ μετα την καταρχην της ἐλευθερωσεως πρωτος ἀνατειλῃ . ἐαν δε Σεληνη μετα κακοποιου συνοδευουσα ἐν τῳ
αὐτης ἑως του ἱστου ἀνατελλειν , ὁταν ὁλη ἡ Παρθενος ἀνατειλῃ : προειπων γαρ : μεν θην ὀλιγους γαιης ὑπο
9999944 κυριευσας
σιτον οὐκ εἰχον , συκα ἐλαβε . διο και Μυουντος κυριευσας , τοις Μαγνησιν ἐχαρισατο το χωριον ἀντι των συκων
συνεφυγον εἰς την ἀκροπολιν , ὁ δε Δημητριος της πολεως κυριευσας τον μεταξυ τοπον των οἰκιων και της ἀκρας κατειχε
9999944 Καλλιππου
Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους ὀρυττοντες Δειναρχος ἐν τῳ κατα Καλλιππου . Ὑποστησας : ἀντι του ὑποβαλομενος Ὑπερειδης ἐν τῳ
ἐγενετο , γενει μεν ἐκ Ταρσου της Κιλικιας , υἱος Καλλιππου νεωτερος , σφοδρα ταυτην την τεχνην συνθεις : λεγεται
9999944 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999944 κληθεισαν
ὁς και την της Νεαιρας θυγατερα Στρυμβηλην την ὑστερον Φανω κληθεισαν ὡς ἰδιαν θυγατερα ἐξεδοτο Φραστορι τῳ Αἰγιαλει , ὡς
Δαρδανον τῳ κατακλυσμῳ φασιν ἐκ Σαμοθρᾳκης εἰς την ὑστερον Τροιαν κληθεισαν διανηξαμενον σωθηναι . Δεει δε τους ἐκ του ὑδατος
9999944 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999943 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999943 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999943 συνεστησε
ψυχαγωγησοιτο , τουτῳ δη θεος ἐπιβουλευσας αὐτῳ την ἡπατος ἰδεαν συνεστησε και ἐθηκεν εἰς την ἐκεινου κατοικησιν , πυκνον και
αὐτικα παραλυει της ἀρχης , ἀλλο δε περι αὑτον ἑταιρικον συνεστησε . και ὁ μεν Ἀβλαβιος τα περι Βιθυνιαν χωρια
9999943 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999943 ἐκωλυσαν
τε εἰσβολας και τας διοδους και τα εὐρυχωρα του πολισματος ἐκωλυσαν τους εἰσβαλλειν ἐπιχειρουντας εἰς αὐτο το πολισμα . Πλαταιεις
ἐνιαυτον εἰς δωδεκα μηνας διειλον και ἐν ἱεροις μισγεσθαι γυναιξιν ἐκωλυσαν , μηδ ' εἰς ἱερα εἰσιεναι ἀπο γυναικος ἀλουστους
9999943 ἐποιησω
ὠ γυναι , συγκοψασα τον σαυτης κοσμον τα ὁπλα μοι ἐποιησω ; Μα Δι ' , ἐφη ἡ Πανθεια ,
της γνωμης ἐλαβον , ἐθαυμασα ὡς οὐ παλαι την μεταστασιν ἐποιησω τοιαυτῃ γυναικι συνοικων . ἀλλ ' εἱμαρτο , ὡς
9999943 κολλουρια
ἐκτυλωθῃ , ἰῳ ἑφθῳ μετα μελιτοϲ καθαρωτατου ὀκταπλαϲιου ἀνακαθαιρε ποιων κολλουρια : μετα δε το ἐκτυλωθηναι ϲαρκωτικοιϲ δει χρηϲθαι .
και κροκομαγμα μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἠ ἐλατηριον τερμινθινῃ ἀναλαβων κολλουρια ποιει και ἐντιθει , ἠ ϲιλφιου ῥιζηϲ χυλῳ ἐγχυματιζε
9999943 χρηστηρια
μειον ἐχειν ἀει των πολεμιων καταφευγουσιν ἐπι τα του θεου χρηστηρια , εἰδοτες ὁτι μονος θεος ἐξ ἀμηχανων εὑρισκει πορους
ἠν ἐτ ' ἐν φαει , ἐπαιρε σαυτον προς θεου χρηστηρια , ὡς μοι συνησθηις , εἰ τι Λοξιας ἀναξ
9999943 κατεσκευαζεν
“ τοσουτονι ” : ἐστι δε ἀττικον . ἐγλυφεν ] κατεσκευαζεν , γλυφων ἐποιει . ναυς τ ' ἐγλυφεν ]
προσδεχομενος την πολιορκιαν , τα περι τον εἰσπλουν του λιμενος κατεσκευαζεν : εἰς μεν γαρ τα βραχη του λιμενος πλοια
9999943 λαμπροτητα
διαλογοις κατα πευσιν και ἀποκρισιν συνεχη συγκειμενα ἐναντιως ἐχει προς λαμπροτητα , ὁνπερ τροπον και τα ἐν σφοδροτητι κομματικα .
Κορινθιοις . κατα πολυ . ἐκ νικων και ἀνδραγαθιων . λαμπροτητα . * παρεσχον . ἁς ἐχετε . . Αἰτιωνται
9999942 ὑψηλοτατα
ἀνεμων , ὡς Θεοφραστος φησι . ταυτα δε τα ὀρη ὑψηλοτατα ἐστι . και τινα διαφοραν ἀλλην ἐχον . ἀντι
λευκῳ του χρωματος : διατριβην μεντοι ποιειται των ὀρεων τα ὑψηλοτατα , ὡν χιονι κατανιφομενων ὡρᾳ χειμωνος εἰς ἀστυ κατεισι
9999942 πολυποδα
και των κρινομενων ἐνια , οἱα τον χαμαιλεοντα , τον πολυποδα : τον μεν γε φασι την χροαν ἀλλαττοντα τοις
α λειοιϲ ἐμφυϲα και δια μηληϲ παραπτου . Φυϲικον προϲ πολυποδα Ἀπολλωνιου . νυκτικορακα ϲφαξαϲ περιχριε θερμῳ τῳ αἱματι τον
9999942 ἀπεδοντο
μεν αὐτεων ἐς Λιβυην , την δε ἐς την Ἑλλαδα ἀπεδοντο , δοκεει ἐμοι ἡ γυνη αὑτη της νυν Ἑλλαδος
ἐνιοι , δοξαν , ὁτι τριακοσιοις ἐτεσιν ὑστερον της κτισεως ἀπεδοντο του λιμενος τα τελη , προτερον δ ' οὐκ
9999942 ἐκλινεν
σημαινει δε και το αἰδοιον του ἀνθρωπου , ὁπερ ἰσοσυλλαβως ἐκλινεν ὁ Ἀρχιλοχος , εἰπων . ἀλλ ' ἀπερρωγασι μοι
ἐσχον : ἀντι του ” οὐ διειλον “ : οὑτως ἐκλινεν ἀττικως . εἰωθασι δε κεντειν και σχιζειν διοδον παρεχοντες
9999942 μνημης
Ὀρθως μην ἐχει , διωρισμενων των τετταρων , ἑνος ἑκαστου μνημης ἑνεκα ἐφεξης αὐτα καταριθμησασθαι . Τι μην ; Πρωτον
. ὡς γαρ εἰδε το σταδιον , ἰλιγγιασας ἐξενηνεκτο της μνημης και ἐβοα μηδε τοτε πεπαυσθαι τον γοητα ἐμε :
9999942 μετεστησε
, τας ἀλλας χηρωσας πολεις ἀνθρωπων , εἰς το Βυζαντιον μετεστησε , και προς τους ἐν τοις θεατροις κροτους παραβλυζοντων
Βυζαντιον ἀπεδοτο την δεκατην των ἐκ του Ποντου πλεοντων . μετεστησε δε ἐξ ὀλιγαρχιας εἰς το δημοκρατεισθαι τους Βυζαντιους :
9999941 Αἰγινης
. . . , : Θεογενης δε ἐν τῳ Περι Αἰγινης οὑτω γραφει : Ἀλλοι δε τινες πιθανωτερον ἐξηγουνται περι
λεγεις . Ταυτα ἐλεγε παρελθων ὁ Ἀριστειδης , φαμενος ἐξ Αἰγινης τε ἡκειν και μογις διεκπλωσαι λαθων τους ἐπορμεοντας :
9999941 κινδυνευοντι
ὑμιν ἐλπις δε δικαια : οὐ μικρα γαρ ἐστι τῳ κινδυνευοντι ῥοπη προς σωτηριαν ἡ των ἀκουοντων βουλησις ταττομενη μετα
; ἀντι δε του χιτωνος , ὁν ἐδωκε τῳ πολιτῃ κινδυνευοντι , την θυγατερα ἀποδυσας , ἐπιδουναι αὐτῳ την πολιν
9999941 πιστακια
: την μελιαν και την τερμινθον , ἁ δη νυν πιστακια οἱ Συροι καλουσιν . και οὑτοι μεν δια του
καλειται , ὁσα ἐξωθεν κελυφος ἐχει , οἱον ῥοια , πιστακια , καστανα , και ὁσα ξυλωδη τον καρπον ἐξωθεν
9999941 διελυετο
ἀν ἐτυχε Μιθριδατης , εἰ προς τον ἑτερον ὑμων στρατηγον διελυετο , Φιμβριαν , δυσχε - ρανας ὁ Συλλας τῃ
, και το θεατρον ὑπο ἐκπληξεως συν φοβῳ και δρομῳ διελυετο , τα τε ὠνια ἡρπαζετο : και τας θυρας
9999941 ἐλευθερια
και το μεν σοφιαν ] το δε ἐξ ἀμφοιν ἐργον ἐλευθερια . Ταττε δη μοι παν , ὁσον θεωρητικον τεχνης
δει δη οὐν και ἀναγκαιον μεταλαβειν ἀμφοιν τουτοιν , εἰπερ ἐλευθερια τ ' ἐσται και φιλια μετα φρονησεως : ὁ
9999941 συνεθετο
Φωκαεας συνθηκας ἠξιου ἐμπεδουν , ἁς ὑπερ της ἐκεινων ἐλευθεριας συνεθετο : οἱ δ ' ἐπεισθησαν και της γης ἐδοσαν
. ὡσπερ ὁ Νεοπτολεμος ἐποιησεν : οὐ γαρ ἐνεμεινεν οἱς συνεθετο τῳ Ὀδυσσει και οὐκ ἠπατησε τον Φιλοκτητην ψευσαμενος ,
9999941 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999941 αἰσθητικην
ἐναποκειμενους ἐν τῃ φαντασιᾳ τυπους , οὑτως εὐλογον και την αἰσθητικην ψυχην τιθεσθαι κρινειν τον πλειω και ἐλασσω χρονον ἐνδον
„ . των πολλων του νου δυναμεων μιαν ἐλαβε την αἰσθητικην . το δε ” ἐλαβεν ” οὐκ ἀντι του
9999941 κατελαβε
ὁ δε Πλεισταρχος ἐπειδη παραγενομενος ἐπι το στομα του Ποντου κατελαβε τους τοπους προκατεχομενους ὑπο των πολεμιων , ἀπογνους την
συναγαγων και σημειον , εἰ και μαχης δεησειεν , ὑποδειξας κατελαβε του Καπιτωλιου τον νεων , ἐνθα χειροτονησειν ἐμελλον ,
9999941 ἀπειχετο
ὁ δ ' εἰδως οὐκ ἐπιστρεφεται . ἐκεινος μεν οὐν ἀπειχετο μου και στενων , ἐγω δε ᾐσχυνομην ἀν προδοτης
πασι φιλος και τιμιος ἐστιν . οὐδε γαρ της σκηνης ἀπειχετο της ἀρχαιας οὐδε του θεατρου ὡς πανταπασι βεβηλων και
9999941 ἐξαγγελλει
: μεση δε οὐσα ἀμφοτερων ὑπηρετει μεν τῳ ἐφεστηκοτι , ἐξαγγελλει δε τοις ἐτι κατεχομενοις ἐν σωματι ἁπερ ὁ ἐπιβεβηκως
μεν το Σωκρατης , χωρις δε το βαδιζει , και ἐξαγγελλει χωρις τα μη χωρις : χωρισας μεντοι γε αὐθις
9999941 ἐκινησεν
Ἰλιου , εἰ μη ὁτε πυρι κατεφλεχθη ὁ νεως , ἐκινησεν οὑτος , και προς γαμον δη ἐς την βασιλειον
ἀκινητον ὠθισθη τον τοιχον . ὁ μεν οὐν ἀνθρωπος μονως ἐκινησεν , ἡ δε θυρα μονως ἐκινηθη , τα δε
9999941 ἐλεγετο
ἡ προς το γενος : προεληφθη δε τουτο , ὁτε ἐλεγετο ἡ του γενους προς τεσσαρας . Μεθο γαρ ἐλθῃς
δε ἑτερα νησος ἀπεχειν μεν ἀπο του στοματος του Εὐφρατου ἐλεγετο ὁσον πλουν ἡμερας και νυκτος κατ ' οὐρον θεουσῃ
9999941 Κορινθιου
Μονιμος Συρακοσιος μαθητης μεν Διογενους , οἰκετης δε τινος τραπεζιτου Κορινθιου , καθα φησι Σωσικρατης . προς τουτον συνεχες ἀφικνουμενος
ὀψοφαγος Ἀπολλων . ὁτι ἐν Πισσατιδι γραφη ἀνακειται Κλεανθους του Κορινθιου ἐν ᾑ Ποσειδων πεποιηται θυννον τῳ Διι προσφερων ὠδινοντι
9999941 κατεσκαψεν
τον δ ' ἀλλον ὀχλον ἀπεδοτο , την δε πολιν κατεσκαψεν . Ἐπι δε της ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα
πολεις τας ὑπο Μουσικανῳ τεταγμενας ἐπελθων τας μεν ἐξανδραποδισας αὐτων κατεσκαψεν , εἰς ἁς δε φρουρας εἰσηγαγε και ἀκρας ἐξετειχισε
9999941 ἐκπληττει
ἑτερος ἀνηπται και των δυναμεων και των χρωμενων αὐταις . ἐκπληττει δε με το των τριων ζῳων προσαγομενων εἰς διαφερουσας
ἡ μεν προς ἐπιδειξιν μονον , ἡ δε ἁμα τε ἐκπληττει και την χρειαν οὐ παρεορακεν . Ἐμοι δε ,
9999941 ἀνακολουθα
Τρωων . ἐστι δε πολις Ἰταλιας . Καλχας : παλιν ἀνακολουθα ληρωδει γραφων : οὑτος γαρ ὁ Καλχας , ὁν
' εἰς Ἁιδην : φευ , πως , Λυκοφρον , ἀνακολουθα γραφεις ἐναντια συμπασι και σαυτῳ πλεον ; ἀνω γαρ
9999940 ἐνεπρησεν
ἀνδρειους και πιστους ἀπεπλευσεν εἰς Καρχηδονα και παραχρημα τας ναυς ἐνεπρησεν , ὁπως ἀγωνιζωνται γενναιοτερον το φυγειν ἐπι των νεων
ἐλθοντων , φοβηθεις ὁ ὑπατος τας μεν τρισκαιδεκα τας ἀχρηστους ἐνεπρησεν , ἐπι δε Συρακοσας τον πλουν ἐποιειτο , νομιζων
9999940 Συλλαν
ποθουντος εἰρηνην γενεσθαι : αἰσθομενοι δ ' οἱ περι τον Συλλαν προς τον Σκιπιωνα περι συμβασεων ἐπρεσβευον , οὐχ οὑτως
' ἐς Ῥωμην ἐπεμπε προς τε την βουλην και προς Συλλαν , αἰτιωμενος , ἁ ποιει Μουρηνας . ὁ δ
9999940 διαλεκτικη
αἱρειται , το δε γιγνωσκει μονον . ῥητορικη δε και διαλεκτικη εἰσι μεν ἐπιχειρητικαι ἀμφοτεραι , ἀλλ ' ὁμοιως ἐχουσι
ὡς ζωγραφικη βʹ αἱ δε περι λογους μονους ὡς ἡ διαλεκτικη γʹ αἱ δε περι τε ἐργα και λογους και
9999940 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999940 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999940 ἀπαγγελλει
ἐπι τον Παλαμηδην ἐστρεφεν . ἐπι τουτοις ὁ Πρωτεσιλεως τοιαυτα ἀπαγγελλει : τον Ἀχιλλεα στρατευοντα ἐπι τας νησους και τας
και Ἀχιλλει και Αἰαντι . Και τα του Παλαμηδους ὡδε ἀπαγγελλει : αὐτομαθη ἀφικεσθαι αὐτον και σοφιας ἠδη γεγυμνασμενον και
9999940 ἱστορια
' οὐκ ἀπερισκεπτως και ῥᾳθυμως λεκτεον . ἡ δ ' ἱστορια τι ; φθοραι των κατα γην οὐκ ἀθροων ἁπαντων
παλιν ἐξηρχοντο προς τας βασεις αὐτων . και ἡ μεν ἱστορια τοιαυτη , ἡ δε συνταξις οὑτως ἐχει : κολοσσοβαμων
9999940 ἐτελειτο
Ὠρωπῳ τα Ἀμφιαρηϊα . * ἐν ταις Θηβαις τα Ἡρακλεια ἐτελειτο , ὡν ἀθλον ἠν χαλκος τριπους . νενομισμενοι ἐγνωσαν
, πολλων διακρινομενων ἐκ των ἐχοντων ὑλην τινα περισπουδαστον . ἐτελειτο δε ταυτα ἐφ ' ὁλοις νυχθημεροις δεκα , της
9999940 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999940 Πελοπος
κλεος , ἠγουν του Ἱερωνος , παρα τῃ ἀποικιᾳ του Πελοπος του Λυδου , ἠγουν ἡν ἀποικισθεις ὁ Πελοψ της
των αὐλων ἐν Λυδιᾳ γινονται , ἠ ὁτι τους μετα Πελοπος ἐλθοντας πρωτους αὐλητας οἱ Ἑλληνες ἐμιμησαντο . γλυκυ δε
9999940 εὑρισκομενη
ἡμερας δευτερον . ἡ δε δροσος ἡ ἐν τοις ῥοδοις εὑρισκομενη , καθαρως πτερῳ συναγομενη , και δια της μηλης
ἐστι δε τις και ὀρυκτη , κατα Σεβαστην και Κωρυκον εὑρισκομενη , ἡς και αὐτης ἐστι βελτιων ἡ μη σκωροειδης
9999940 Ἀθηνηθεν
ἐχοντα περι τἀνδρος ἠπισταμην : τουτῳ μεν γε δημηγοριας ἐξαγγελθεισης Ἀθηνηθεν ποτε καθαπτομενης του Φιλιππου , και Παρμενιωνος ἠγανακτηκοτος και
ἐπιτηδειων οἰκοι μενειν : εἰ δε τις μηδ ' ὁσον Ἀθηνηθεν Μεγαραδε , ἀλλα μηδ ' ἐλθειν ποι το παραπαν
9999940 ἀποτελευτᾳ
των εὐπλοουντων και εὐτυχουντων . Και το ἀμεινον εἰς τοὐναντιον ἀποτελευτᾳ . Κατ ' αἰγας ἀγριας : ὁμοια τῃ ,
δυσπνοιας ἀπεργαζεται , αἱς ἐπιταθεισαις , εἰς ὀρθοπνοιαν το παθος ἀποτελευτᾳ , ἀπο του σχηματος του πασχοντος την ἐπωνυμιαν του
9999939 κατεδυσε
πρωτος ἐμβολην ἐδωκε τῃ ναυαρχιδι των Περσων , και ταυτην κατεδυσε και τον ναυαρχον διεφθειρε . των δ ' Ἀθηναιων
κατηνεγκεν , και ὁ της Σαρδονος στρατηγος ἐπιπλευσας μακραις ναυσιν κατεδυσε μεν αὐτων εἰκοσιν , ἑξηκοντα δ ' ἐλαβεν ,
9999939 ἀφαιρουσα
ἐαν δε τῳ ♀ ἠ ☿ συσχηματισθη κατα την κατακλισιν ἀφαιρουσα τοις ἀριθμοις ἠ και τῳ φωτι ληγουσα , μειωθησεται
ἐν τοις ἐκλειπτικοις μητε κατα μηκος ἠ πλατος τοις ἀριθμοις ἀφαιρουσα μητε εἰη ἐν τῳ νοτιῳ περατι μητε ἐν ταις
9999939 γεγραφεν
και Βαρρων : πλην ὁτι τοὐνομα του Ἀντρωνος Βαρρων οὐ γεγραφεν , οὐδ ' ὑπο Κορνηλιου φησι του ἱερεως ,
ὁρασις της ὀψεως . και προ τουτου δε του ῥητου γεγραφεν : ἐπει οὐν εἰσιν αἱ πλεισται των κινησεων αἱ
9999939 σκευης
κωμῳδοις χορηγων Κηφισοδωρῳ ἐνικων , και ἀνηλωσα συν τῃ της σκευης ἀναθεσει ἑκκαιδεκα μνας , και Παναθηναιοις τοις μικροις ἐχορηγουν
† ἐπιτρεχουσι . το δ ' αὐτο ποιουσι και μετα σκευης 〚 εἰς 〛 τα βρεφη περι την ἑστιαν περιφεροντες
9999939 ἀναιρετικα
κοινοτητες το συμφερον ἐνδεικνυνται . και εἰ τα παραλαμβανομενα βοηθηματα ἀναιρετικα των ἐνδειξαμενων , ἀπο των ἐπι μερους βοηθηματων ἀναιρουνται
λεπραϲ ἀφιϲτηϲιν . τα δε τορνευματα του ξυλου ποθεντα φαϲιν ἀναιρετικα εἰναι . Μελιλωτον μικτηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ϲτυπτικηϲ τε
9999939 εἰσελθουσα
ὁ δε ὑπεδειξεν αὐτῃ την ἑαυτου καλυβην . ἡ δε εἰσελθουσα ἐκρυπτετο ἐν τῃ γωνιᾳ . των δε κυνηγων ἐλθοντων
βουλομενοι ῥυσασθαι εἰς μειζους περιπιπτουσιν . κυων εἰς τι μαγειρειον εἰσελθουσα του μαγειρου ἀσχολουμενου καρδιαν ἁρπασασα ἐφυγεν . ὁ δε
9999939 ἀναπλαττε
α : ἀναλαμβανε ὀπῳ τιθυμαλλου , μαλιϲτα του μυρϲινιτου και ἀναπλαττε κολλυρια φαϲηλου μεγεθοϲ και διδου γ μονα . Ἀλοηδαρια
πικρων κεκαθαρμενων , ἀψινθιου ἀνα ⋖ δ . ὑδατι ἀναλαβων ἀναπλαττε τροχισκους ἐχοντας ἀνα ⋖ α . ἀπυρετοις μετ '
9999939 βελτιστοι
, διορισον μοι : την του διαμαχεσθαι Ἀθηναιοις ὁπως ὡς βελτιστοι ἐσονται , ὡς ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και
γε δρᾳ αὐτο ; Ἀκουων σκοπει . οἱ γαρ που βελτιστοι ἡμων ἀκροωμενοι Ὁμηρου ἠ ἀλλου τινος των τραγῳδοποιων μιμουμενου
9999939 κατεστρεψατο
, ἠρχε νομιμως των Αἰγυπτιων και μεγαλης ἐτυγχανεν ἀποδοχης . κατεστρεψατο δε και τας ἐν Κυπρῳ πολεις και πολλα των
των ἐθνων ἀκολουθως Κτησιᾳ τῳ Κνιδιῳ πειρασομεθα συντομως ἐπιδραμειν . κατεστρεψατο μεν γαρ της παραθαλαττιου και της συνεχους χωρας την
9999939 ἐβλαβησαν
την βλαβην ἰσχουσι , και ὁλως ὁσοι κατα ποιοτητας μονας ἐβλαβησαν τι μοριον : αἱ γαρ ἐπι χυμοις δυσκρασιαι των
ἡν ἀπηγορευεν ὁ χρησμος μετοχετευσαι : οἱ δε χρησαμενου παρακουσαντες ἐβλαβησαν . Μωμησεται μαλλον ἠ μιμησεται : ἐπι των ἀπαιδευτων
9999939 ἐτρεποντο
ταυτας ἀκριβως πληρουντες , το δε λοιπον προς την πολιορκιαν ἐτρεποντο . Ἀνηγετο μεν ὁ Ἡρακλεωτικος στολος προς τας ἐπιπλεουσας
παντι θυμῳ τοις πολεμιοις ἐμβαλωμεν : και δη προθυμως ἐμβαλοντες ἐτρεποντο τους βαρβαρους . Λεπτινης , Καρχηδονιων ἐπεκεινα του Παχυνου
9999939 τριγωνα
. Τα δε πτωτικα ὁμοιως . κʹ . Ἐστω δυο τριγωνα τα ΑΒΓ ΔΕΖ ἰσας ἐχοντα τας Α Δ γωνιας
εὐθυγραμμων . κἀν δεκαπλευρον ᾐ το εὐθυγραμμον , εἰς ὀκτω τριγωνα αὐτο ἀναλυσομεν , ἑνι δε τουτων ἰσον συστησομεν παραλληλογραμμον
9999939 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999939 ἐβοηθησαν
δε Ἠιονα παρα νυκτα ἐγενετο λαβειν : εἰ γαρ μη ἐβοηθησαν αἱ νηες δια ταχους , ἁμα ἑῳ ἀν εἰχετο
φασιν , ἐμηνιεν ὁ Ἀρης τοις Σπαρτοις : ὁτι οὐκ ἐβοηθησαν αὐτῳ , τῳ δρακοντι , οὐδε μετα ταυτα ἐτιμωρησαν
9999939 σμαραγδου
ποιησας χλαμυδας ἠτοι πορφυρας , ἠ δι ' ἐλεφαντος ἠ σμαραγδου ζῳδια εὐνουν νομιζει τον θεον καθισταναι , πεπλανητ '
νημασι συνυφαινετο . λιθοι δ ' ἐπι των ἀκρωμιων ἐνηρμοζοντο σμαραγδου πολυτελους δυο τιμαλφεστατοι , | οἱς τα ὀνοματα των
9999938 ἐνομισεν
της ἀκροπολεως κατιδων τας εἰκοσι νεας ἐπι Σαλαμινος πλεουσας , ἐνομισεν εἰναι Πτολεμαϊκας ἐπι Κορινθου πορευομενας . οἱ δε ἐπι
τους γαρ αὐτους ἐπαινεσας και διαβαλων ἠ διεβαλεν , οὑς ἐνομισεν ἐπαινων ἀξιους , ἠ ἐπῃνεσεν , οὑς ἐχρην διαβαλλοντα
9999938 Ἀλκιδαμας
ἁψαμενος . ἐπει δε διηλθεν ὁ των Πυθιων χρονος , Ἀλκιδαμας ἐκλαθομενος τον ὁρκον , ὁν ὠμοσεν , ἑτερῳ συνῳκιζε
Ἀντιφωντα σπουδης ἀξιον οὐδεν εὑρον οὐτε Ἰσοκρατης και Ἀναξιμενης και Ἀλκιδαμας οὐτε οἱ τουτοις συμβιωσαντες τοις ἀνδρασι παραγγελματων τεχνικων συγγραφεις
9999938 μυρμηκας
ἐπεισαμεν λαβοντας εἰς Ὑμηττον ἐξελθειν ὁπλα και σιτι ' ἐπι μυρμηκας ἡμερων τριων , ὡς χρυσοτευκτου ψηγματος πεφηνοτος . ἐθελει
ἐκεινου εὐδαιμονουσιν θαυμασιον τινα βιον τον λοιπον βιουντες , οἱον μυρμηκας ἀπο του ὑψους ἐπισκοπουντες τινας τους ἀλλους . Παπαι
9999938 ἐλεγες
ἐκαλει και ἐργαζεσθαι και πραττειν , οἱα νυν δη συ ἐλεγες , οὐδενι ἀν ὀνειδος φαναι εἰναι σκυτοτομουντι ἠ ταριχοπωλουντι
ἀπορεις , συγγνωμην ἐχω σοι , ἁ δε τοτ ' ἐλεγες , ἐγω νυνι λεξω . Οὐ μεμνησθε αὐτου τα
9999937 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999937 ἐπαιδευσεν
δυο ὑεις ἐθρεψεν , Μελησιαν και Στεφανον , και τουτους ἐπαιδευσεν τα τε ἀλλα εὐ και ἐπαλαισαν καλλιστα Ἀθηναιωντον μεν
τῳ στρατηγουντι Σαρακηνων ἀνεμνησε με των ἐν Αἰγυπτῳ , οὑς ἐπαιδευσεν ἡσυχαζειν οὑτος ὁ την Παλαιστινην ἡμιν κυβερνων . μοιρα
9999937 σπουδαιοτατα
Ταρβελλοι τον κολπον , παρ ' οἱς ἐστι τα χρυσεια σπουδαιοτατα παντων : ἐν γαρ βοθροις ὀρυχθεισιν ἐπι μικρον εὑρισκονται
και ταπεινοτερα αἱρεισθαι , καταλιποντα ἀλλοις τα μεγιστα τε και σπουδαιοτατα , ἠ μη δυνασθαι αὐτον , ὁπερ εἰπον ,
9999937 βεβαιοτατα
των ἑστιωμενων ἀξιωσις ἐπικοσμει τους ἑστιατορας : δευτερον δε ἱνα βεβαιοτατα πιστευσωσιν , ὁτι οἱς ἁμαρτηματων εἰσερχεται μεταμελεια ἱλεω τον
, τοιαυτην ποιει την λεξιν : ἠν γαρ ὁ Θεμιστοκλης βεβαιοτατα δη φυσεως ἰσχυν δηλωσας και διαφεροντως τι ἐς αὐτο
9999937 Αἰνησιδαμου
τοις ἀνω συναπτεον ὡς προειρηκα , και το πρεπει τον Αἰνησιδαμου ἀπο ἀλλης ἀρχης : ὁ δε Θηρων του σπερματος
. . . . , : Θηρων , υἱος ἠν Αἰνησιδαμου : εἰχε δε συγγενη Καπυν και Ἱπποκρατην , οἱτινες
9999937 κεφαλαλγιαι
, ᾑ πουλυν χρονον τα δασεα ἐχωρει οὐρα , και κεφαλαλγιαι ἐνησαν : φρενιτικη γενομενη ἀπεθανεν ὡσαυτως σπασμοισιν ἰσχυροισι :
ψυξιν ἠ μεθην ἠ πληγην . ϲφοδροταται μεν οὐν αἱ κεφαλαλγιαι κατα ταϲ δραϲτικαϲ γινονται ποιοτηταϲ , και μαλιϲτα την
9999937 ἀναγκαζοιτο
και το καλως ἐχον συμβαινῃ αὐτῳ , οἱον εἰ θεωριας ἀναγκαζοιτο [ ὁ ] ὑπερ πατριδος ἠ μονομαχιας συνισταν ἠ
ἐν προβολῃ τοις πολεμιοις ἐτιθετο , ἱνα μηδ ' ἀκων ἀναγκαζοιτο πολεμειν . Δομιτιος δε , φιλοτιμουμενος τον πολεμον ἐφ
9999937 ἑψηθεντι
Ἀλλο παιδιοις μαλλον ἁρμοζον . ] Πητυαν καθαραν ἀναλαμβανε μελιτι ἑψηθεντι και διδου . ἀλλο . λυ - κουργον τον
ἐπεμβαλλεται ἠ ἐλαιῳ καθαρῳ ἠ ἐλαιωδει μετα τινος των μεταλλικων ἑψηθεντι ἠ ῥητινῃ ἠ πισσῃ προεψηθεισῃ και προτερον συστασῃ :
9999937 στηριζει
ἀναποδιζει οὑτος ταχεως ἐξελευσεται κενος και ἀπρακτος , εἰ δε στηριζει και οὑτω παλιν ἀπρακτος ἐσται , ἁμα δε και
τῃ φυσει , τα μεν ἐξακοντιζεται , τα δε τουτων στηριζει . ὁ γαρ ἐξακοντιζεται , πυρος παρατριφθεντος οὑτως ἐξ
9999937 κινδυνευσει
σφι πασαν την ἀληθειην των ἀγωνων εἰπειν , αὐτος τε κινδυνευσει ἀπολεσθαι και ὁ μετ ' αὐτου στρατος , ταυτα
και ἀπο τουτεων ἑλκεα ἐγγινεται ἐν τῃσι μητρῃσι , και κινδυνευσει , και χρη , ὁκως μη τα ἑλκεα παλαια

Back