. Τα δε πτωτικα ὁμοιως . κʹ . Ἐστω δυο τριγωνα τα ΑΒΓ ΔΕΖ ἰσας ἐχοντα τας Α Δ γωνιας
εὐθυγραμμων . κἀν δεκαπλευρον ᾐ το εὐθυγραμμον , εἰς ὀκτω τριγωνα αὐτο ἀναλυσομεν , ἑνι δε τουτων ἰσον συστησομεν παραλληλογραμμον
9999976 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999972 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999971 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999970 ἀποδεξαιτο
μεν δη σωφρονικα . Τἀλλ ' οὐδ ' ἀν τις ἀποδεξαιτο : το μονους διαιτασθαι ἀει , και το μη
γαρ ὡσπερ ἀλλ ' ἀττα των ὑμετερων διαφεροντως ἀν τις ἀποδεξαιτο και θαυμασειεν , οὑτω μοι δοκειτε και τιμης μαλιστα
9999970 δακτυλιων
προαγει τον νεοττον . Αἰγυπτιων δε οἱ μαχιμοι ἐπι των δακτυλιων εἰχον ἐγγεγλυμμενον κανθαρον , αἰνιττομενου του νομοθετου , δειν
[ - ] , ὑποβολας παιδιων , ἀναγνωρισμους δια τε δακτυλιων και δια δεραιων , ταυτα γαρ ἐστι δηπου τα
9999970 Φιλιππικων
ἐν α Γενεαλογιων . Θεοπομπος Ἀμφαναιαν αὐτην καλει ἐν ε Φιλιππικων . ἐστι και χωριον Θετταλιας ὡσαυτως . . Οἰνη
: περι οὑ και αὐτου ἱστορων ἐν τηι δεκατηι των Φιλιππικων ὁ Θεοπομπος φησι : Κιμων ὁ Ἀθηναιος ἐν τοις
9999970 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999969 Ὀλυμπιου
κιθαρας μεσον Ἀσκληπιου και της Ὑγιειας δεικνυσινἀναθημα τουτ ' ἠν Ὀλυμπιου του πατρος . Ὀλυμπιου δια χρονου παλιν οἰκαδε εἰσελθον
πολιν εἰς το λοιπον . ἑτερωθι δε ἐτι λαμπροτερον Προς Ὀλυμπιου Διος σε χρυσεα κλυτομαντι Πυθοι λισσομαι Χαριτεσσι τε και
9999968 λαμπροτητα
διαλογοις κατα πευσιν και ἀποκρισιν συνεχη συγκειμενα ἐναντιως ἐχει προς λαμπροτητα , ὁνπερ τροπον και τα ἐν σφοδροτητι κομματικα .
Κορινθιοις . κατα πολυ . ἐκ νικων και ἀνδραγαθιων . λαμπροτητα . * παρεσχον . ἁς ἐχετε . . Αἰτιωνται
9999968 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999968 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999968 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999968 μηνοειδης
μηνοειδως ἐκκεκομμενον , ἱνα ὁταν ἐπικλειηται το πωμα , ἡ μηνοειδης ἐκκοπη το προκειμενον του κοχλιαξονος παραδεξηται . ὁ δ
, και τα σχηματα αὐτης . Ὡστε και , ὁτε μηνοειδης ἐστι , το ἀπο του κερως ἐπι το κερας
9999968 συνεστησε
ψυχαγωγησοιτο , τουτῳ δη θεος ἐπιβουλευσας αὐτῳ την ἡπατος ἰδεαν συνεστησε και ἐθηκεν εἰς την ἐκεινου κατοικησιν , πυκνον και
αὐτικα παραλυει της ἀρχης , ἀλλο δε περι αὑτον ἑταιρικον συνεστησε . και ὁ μεν Ἀβλαβιος τα περι Βιθυνιαν χωρια
9999967 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999967 Λακεδαιμονιοι
σε ἐπιτρεψειν μοι μη ἀποδυεσθαι , και οὐχι ἀναγκασειν καθαπερ Λακεδαιμονιοι : συ δε μοι δοκεις προς τον Σκιρωνα μαλλον
μελετωμεν , ἀλλα καλοις ' ὑποπινοντες ἐν ὑμνοις . και Λακεδαιμονιοι δ ' , ὡς φησιν Ἡροδοτος ἐν τῃ ἑκτῃ
9999967 κινδυνευουσαν
την μητερα , την τρεφουσαν , την δι ' ἐμε κινδυνευουσαν , ἐπι το ξιφος ἑωρων . περας δ '
ἀτοπον , ὡστε την δυναμιν ἀνακαλεσασθαι ἀπο της ἀγαν ἀγρυπνιας κινδυνευουσαν . εἰ δε ἀσθενεια δυναμεως εἰη , φευγε παντελως
9999967 μετεστησε
, τας ἀλλας χηρωσας πολεις ἀνθρωπων , εἰς το Βυζαντιον μετεστησε , και προς τους ἐν τοις θεατροις κροτους παραβλυζοντων
Βυζαντιον ἀπεδοτο την δεκατην των ἐκ του Ποντου πλεοντων . μετεστησε δε ἐξ ὀλιγαρχιας εἰς το δημοκρατεισθαι τους Βυζαντιους :
9999967 συλλογισμοι
ἀλληλων , και ὁσα τα μεσα , τοσουτοι και οἱ συλλογισμοι . και το αὐτο μεν προβλημα δια πλειονων ὁρων
γαρ αὐτο δια πλειονων δεικνυσι μεσων : διο πλειους οἱ συλλογισμοι . οἱον το Ε δια τε των Α ,
9999967 κολλουρια
ἐκτυλωθῃ , ἰῳ ἑφθῳ μετα μελιτοϲ καθαρωτατου ὀκταπλαϲιου ἀνακαθαιρε ποιων κολλουρια : μετα δε το ἐκτυλωθηναι ϲαρκωτικοιϲ δει χρηϲθαι .
και κροκομαγμα μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἠ ἐλατηριον τερμινθινῃ ἀναλαβων κολλουρια ποιει και ἐντιθει , ἠ ϲιλφιου ῥιζηϲ χυλῳ ἐγχυματιζε
9999967 κινδυνευοντι
ὑμιν ἐλπις δε δικαια : οὐ μικρα γαρ ἐστι τῳ κινδυνευοντι ῥοπη προς σωτηριαν ἡ των ἀκουοντων βουλησις ταττομενη μετα
; ἀντι δε του χιτωνος , ὁν ἐδωκε τῳ πολιτῃ κινδυνευοντι , την θυγατερα ἀποδυσας , ἐπιδουναι αὐτῳ την πολιν
9999967 ὑπηκουσα
οἱου του Πλωτινου μεγαλου εἰ και παλαι διαβεβοημενα ὁλοσχερεστερον γνωναι ὑπηκουσα και νυν ἡκω ἀποδιδους σοι τα ἐπηγγελμενα ἐν τρισιν
γην πλεῃ . ὁ δε ἀπεκρινατο ὁτι μολις ἀν σου ὑπηκουσα , εἰ παρα την θαλασσαν ἐμελλες πεζευειν και μη
9999967 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999967 ἀποτελευτᾳ
των εὐπλοουντων και εὐτυχουντων . Και το ἀμεινον εἰς τοὐναντιον ἀποτελευτᾳ . Κατ ' αἰγας ἀγριας : ὁμοια τῃ ,
δυσπνοιας ἀπεργαζεται , αἱς ἐπιταθεισαις , εἰς ὀρθοπνοιαν το παθος ἀποτελευτᾳ , ἀπο του σχηματος του πασχοντος την ἐπωνυμιαν του
9999967 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999967 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999966 δαιμονες
τινες οἱ καλουμενοι το πρωτον ἐπιζητει , ποτερον θεοι ἠ δαιμονες ἠ τουτων ἀπορροιαι και ποτερον δαιμων εἱς , ἀλλοτε
, ἡ δε τον των ἑαυτης πολιτων , οἱς προγονοι δαιμονες , οὐχ ὑστερον . ἠν μεν οὐν δη σοι
9999966 ἐνομισεν
της ἀκροπολεως κατιδων τας εἰκοσι νεας ἐπι Σαλαμινος πλεουσας , ἐνομισεν εἰναι Πτολεμαϊκας ἐπι Κορινθου πορευομενας . οἱ δε ἐπι
τους γαρ αὐτους ἐπαινεσας και διαβαλων ἠ διεβαλεν , οὑς ἐνομισεν ἐπαινων ἀξιους , ἠ ἐπῃνεσεν , οὑς ἐχρην διαβαλλοντα
9999966 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999966 ἐποιησε
. κρατησειν ] κυριευσειν . πως ταδ ' ] ἁ ἐποιησε . . δεδοικα μη πολυς ] φοβουμαι , φησι
διο και τας τιμωριας ὁ Σολων τοις μεν ἰδιωταις βραδειας ἐποιησε , τοις δε ἀρχουσι και δημαγωγοις ταχειας . „
9999966 ἑτερομηκες
' εὐθειαν , το ὁλον γινεται . οἱ γουν το ἑτερομηκες τετραγωνισαι βουλομενοι μεσην ἀναλογον ζητουσι : και ἐπει ἑτερομηκες
και ὁ ῥομβος σαλευθεν εἰναι τετραγωνον και το ῥομβοειδες κεκινημενον ἑτερομηκες : διο κατα τας πλευρας οὐ διεστηκεν ταυτα ἐκεινων
9999966 συγγραφευσι
δεησει τον γραμματικον , εἰπερ ἐχει τεχνην διαρθρωτικην των παρα συγγραφευσι και ποιηταις λεγομενων , ἠτοι τας λεξεις μονον ἠ
συντεθεντων , οἱπερ εἰσι και τελειοτατοι ἐπαινοι και μαλιστα τοις συγγραφευσι πρεποντες : τῳ μεν γαρ ποιητῃ ἐξαρκει και μερος
9999966 διαφορητικα
ἀμεινον , κἀπειθ ' οὑτωϲ χρηϲθαι τοιϲ τοπικοιϲ βοηθημαϲι . διαφορητικα δε τηϲ κακοχυμιαϲ εἰναι χρη ταυτα και λεπτομερουϲ οὐϲιαϲ
στυραξ , και τουτοις χρησαμενοι μετα το λυθηναι την σκληροτητα διαφορητικα προσαξομεν , ὁποια ἐστι τηλις και αἰγεια κοπρος συν
9999966 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999965 Πελοπος
κλεος , ἠγουν του Ἱερωνος , παρα τῃ ἀποικιᾳ του Πελοπος του Λυδου , ἠγουν ἡν ἀποικισθεις ὁ Πελοψ της
των αὐλων ἐν Λυδιᾳ γινονται , ἠ ὁτι τους μετα Πελοπος ἐλθοντας πρωτους αὐλητας οἱ Ἑλληνες ἐμιμησαντο . γλυκυ δε
9999965 ἐπαιδευσεν
δυο ὑεις ἐθρεψεν , Μελησιαν και Στεφανον , και τουτους ἐπαιδευσεν τα τε ἀλλα εὐ και ἐπαλαισαν καλλιστα Ἀθηναιωντον μεν
τῳ στρατηγουντι Σαρακηνων ἀνεμνησε με των ἐν Αἰγυπτῳ , οὑς ἐπαιδευσεν ἡσυχαζειν οὑτος ὁ την Παλαιστινην ἡμιν κυβερνων . μοιρα
9999965 Κυπριδος
ἑρπει δι ' αἰθρας . Χαους δε , οὐτι γε Κυπριδος παις ὠκυπετας οὐδ ' Ἀρεος καλευμαι : οὐτι γαρ
φιλημ ' ἐδεξω , προδοτιν αἰκαλλων κυνα , ἡσσων πεφυκως Κυπριδος , ὠ κακιστε συ . κἀπειτ ' ἐς οἰκους
9999965 μεριδι
εἰδωλολατρειας : και ἀπηλλοτριωθησαν Θεου , γενομενοι οὐ τεκνα ἐν μεριδι φοβουμενων Κυριον : ὑμεις δε ἐαν πορευεσθε ἐν ἁγιασμῳ
ἐκ της Αἰτνης , χρυσον μεν και ἀργυρον ἐν οὐδενος μεριδι ἐποιησαντο , οἱ δε ἐφευγον ὁ μεν ἀραμενος μητερα
9999965 συνεθετο
Φωκαεας συνθηκας ἠξιου ἐμπεδουν , ἁς ὑπερ της ἐκεινων ἐλευθεριας συνεθετο : οἱ δ ' ἐπεισθησαν και της γης ἐδοσαν
. ὡσπερ ὁ Νεοπτολεμος ἐποιησεν : οὐ γαρ ἐνεμεινεν οἱς συνεθετο τῳ Ὀδυσσει και οὐκ ἠπατησε τον Φιλοκτητην ψευσαμενος ,
9999965 Συρακοσιοις
ἀποριας κατειχετο του γεγονοτος χαριν : ἀγγελος δε Φημη ταχεια Συρακοσιοις ἐμηνυσε το παραδοξον . παντες οὐν συνετρεχον ἐπι τον
. ὁ δε Διων λαμπρᾳ μαχῃ νικησας οὐδεν ἐμνησικακησε τοις Συρακοσιοις : ἀποστειλαντων γαρ προς αὐτον κηρυκα περι της των
9999965 θειτο
ἀλλος εἰδειη , τις οὐκ ἀν ἐννοων προ των ἀλλων θειτο ὁν ἐκεινος ἐν ταξει Τιτιανου ; ἐγω μεν οὐν
τεθειητε , τεθειησαν . Ἑνικα . Θειμην , θειο , θειτο : το ῥημα ἐθεμην , προσθηκῃ του ι και
9999965 ὑπολαμβανω
τουτο ἀν ἀκουσαντες λαβοιτε , ἀλλα και της ὑμετερας τυχης ὑπολαμβανω . Και μην και το κατα συστροφην λεγομενον σχημα
ἐχω σαφως συμβαλειν : οὐ γαρ δη και τολμησαι αὐτον ὑπολαμβανω εἰς Ἡροδοτον και Θουκυδιδην ἀποτεινεσθαι , πολυ και αὐτου
9999965 χαριστηρια
σφετερας : εἰ μεν ὑπερ εὐανδριας ἠ νικης ἐκ πολεμου χαριστηρια θεοις ἀποδιδοιεν , προθυοντες ἱερα τα νομιζομενα , εὐφημοις
το καλλος , ὡστ ' ἀξια εἰναι των ἀλλων ἐργων χαριστηρια , και ὡς μη εἰναι διακριναι τι τις αὐτων
9999965 κειτο
εἰσω χαλκος ἀφαρ διεχευεν : ὁ δ ' ἐς στομα κειτο νενευκως Λυγκευς , καδ δ ' ἀρα οἱ βλεφαρων
φησιν ἀνατεθηναι τῳ Ἀρει το του χρυσομαλλου κριου δερος . κειτο γαρ λοχμᾳ : τῳ δασει της ὑλης : λοχμη
9999965 ἀνεκτησατο
' ἡμας γενομενου , ὁν Ἀρταξαρης ἀποκτεινας Περσαις την ἀρχην ἀνεκτησατο , τα τε γειτνιωντα ἐθνη βαρβαρα χειρωσαμενος ῥᾳδιως ἠδη
την ἀπαλλαγην την Δημητριου τας μεν κατα την Θετταλιαν πολεις ἀνεκτησατο , Πλεισταρχον δε μετα δυναμεως ἐξεπεμψεν εἰς την Ἀσιαν
9999965 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999964 κεκαυμενοϲ
ϲυν μελιλωτῳ και βουτυρῳ και ἑτερα πλειϲτα . ὁ δε κεκαυμενοϲ ὑϲϲωποϲ ποιει την ἐξ αὐτου ϲυναγομενην αἰθαλην ἠ λιγνυν
φαρμακοιϲ : ῥυπτικηϲ δε οὐκ ἐλαχιϲτηϲ μετεχει δυναμεωϲ ὁ τε κεκαυμενοϲ χαλκοϲ και ἡ λεπιϲ αὐτου και το ἀνθοϲ και
9999964 Σικελιαι
νησος ἡ προσαγορευομενη Σαρδω , τωι μεν μεγεθει παραπλησιος τηι Σικελιαι , κατοικουμενη δ ' ὑπο βαρβαρων των ὀνομαζομενων Ἰολαειων
Σικελιαν μετοικησαντων , ἀλλοι Σαμιον , ἀλλοι Μεγαρων των ἐν Σικελιαι . ἠν δε προ των Περσικων [ ] ἐτη
9999964 Μαντινειᾳ
Νειλῳ πολις Αἰγυπτιων ἐστιν ἐπωνυμος Ἀντινου : τιμας δε ἐν Μαντινειᾳ κατα τοιονδε ἐσχηκε . γενος ἠν ὁ Ἀντινους ἐκ
μαλα Παυσανιου του πατρος αὐτου φιλικως ἐχοντος προς τους ἐν Μαντινειᾳ του δημου προστατας . ὡς δε ἐνεβαλε , πρωτον
9999964 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999964 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999964 ποιησομεθα
ἑκαστην αὐτων , λεγω δη των Ἐμπειρικων και Μεθοδικων , ποιησομεθα . ἐστι δε ἰδια των Ἐμπειρικων ταυτα : ἡ
ἀριθμων ἠ αἰσθητως δι ' ἀκοης ἀναληπτεον . ὁρους τοινυν ποιησομεθα τουτο θεωρειν πειρωμενοι προσλαμβανομενον μεν θ͵σιϚ : μεση δε
9999964 ἐρημα
τον Ἐρυμανθον τερπομενη καπροισι και ὠκειῃς ἐλαφοισιν . ἐπει δε ἐρημα λεοντων ταδε τα ὀρη , και μαλα γε εἰκοτως
τις πασων των πολεων πυθηται και ἀκουσῃ τα Σουσα ἀνδρων ἐρημα γενομενα , τουτεστι μη γενοιτο ποτε ἀφανισθηναι την των
9999964 τετρασυλλαβως
λεγε προγραμμα . Ὑπαιθρον μη λεγε , ἀλλ ' ὑπαιθριον τετρασυλλαβως . Κοιτων και προκοιτων ἀδοκιμα : χρη οὐν προδωματιον
Τρυφων δ ' ἐν παρωνυμοις „ Ἁλαιος τρισυλλαβως και Ἁλαιαιος τετρασυλλαβως . . . ὡς Ληναιος Ληναιευς , Κρηταιος Κρηταιευς
9999964 μονογενες
. ἐκ παραγωγης . Παν εἰς ΟΝ ὑπερ τρεις συλλαβας μονογενες κυριον ἠ προσηγορικον ἠ ὑποκοριστικον προπαροξυνεται : Περγαντιον Αἰαντιον
πρεσγυς πρεσγυος . Ἰστεον δε ὁτι το πρεσβυς οἱ τεχνικοι μονογενες λεγουσιν εἰναι , και ὁτι ἐπειδη μονογενες ἐστιν ὠφειλε
9999964 Σικελικου
ταυτῃ προς ὀρθας ἀπο της ἑσπερας δια στηλων και του Σικελικου πορθμου μεχρι της Ῥοδιας και του Ἰσσικου κολπου ,
πολλων και ἑκουσιων πειραν λαβειν , ἁτε πολλακις δια του Σικελικου πελαγους κομισθεντα . φερε δη προς αὐτης της ἐν
9999964 ἐποιησω
ὠ γυναι , συγκοψασα τον σαυτης κοσμον τα ὁπλα μοι ἐποιησω ; Μα Δι ' , ἐφη ἡ Πανθεια ,
της γνωμης ἐλαβον , ἐθαυμασα ὡς οὐ παλαι την μεταστασιν ἐποιησω τοιαυτῃ γυναικι συνοικων . ἀλλ ' εἱμαρτο , ὡς
9999964 ἐξηλλαγμενα
δ ' ἐν ταυταις ταις χωραις ζῳα γενναται ταις ἰδεαις ἐξηλλαγμενα δια την ἀφ ' ἡλιου συνεργιαν και δυναμιν ,
των Ἰσαιου και κατα την συνθεσιν και κατα τους σχηματισμους ἐξηλλαγμενα μεν της Λυσιου λεξεως , ἐοικοτα δε τῃ Δημοσθενους
9999964 κινηθεισης
του της διανοιας διαφερει , ὁτι το μεν της λεξεως κινηθεισης της λεξεως της συσχουσης το σχημα ἀπολλυται , οἱον
ἡμεις γαρ ἐνσταντος του πολεμου και καταρραγεισης της μαχης και κινηθεισης ἡμιν προς τους ἐχθρους φιλονεικιας ἀλλον μεν οὐδενα των
9999964 ἐχρησατο
, παρα το στομα και τον ὀμφακα . συνθετῳ λεξει ἐχρησατο ἀπο του στοματος και του ὀμφακος , ἱν '
ἰασιν . Και ὁ Πλατων ἐν τῳ Συμποσιῳ οὑτως αὐτῃ ἐχρησατο . Ἁλων δε φορτος ἐνθεν ἠλθεν ἐνθ ' ἐβη
9999964 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999964 ἐλευθερια
και το μεν σοφιαν ] το δε ἐξ ἀμφοιν ἐργον ἐλευθερια . Ταττε δη μοι παν , ὁσον θεωρητικον τεχνης
δει δη οὐν και ἀναγκαιον μεταλαβειν ἀμφοιν τουτοιν , εἰπερ ἐλευθερια τ ' ἐσται και φιλια μετα φρονησεως : ὁ
9999964 ἐστρατευετο
, ποθον ἐχων της πατριδος , ἐξ ἡς συν Ἀλεξανδρῳ ἐστρατευετο , κἀκει του βιου το λειπον διανυσαι , γηραιος
αὐτον . ἐλεγετο δε ὁ στολος εἰναι εἰς Πισιδας . ἐστρατευετο μεν δη οὑτως ἐξαπατηθειςοὐχ ὑπο Προξενου : οὐ γαρ
9999964 ἐνεχειρισεν
ἡμων , ὁτ ' ἐμελλε τελευταν , ἁπαντα ταυτ ' ἐνεχειρισεν Ἀφοβῳ τε τουτῳι και Δημοφωντι τῳ Δημωνος υἱει ,
μιᾳ των | Ὠκεανιδων εἰσω της Κρητης φερειν ? | ἐνεχειρισεν , ὁπως κρυφα τρεφοιτο ἐκεισε | . Οἱον ὁ
9999964 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999964 κληθεισαν
ὁς και την της Νεαιρας θυγατερα Στρυμβηλην την ὑστερον Φανω κληθεισαν ὡς ἰδιαν θυγατερα ἐξεδοτο Φραστορι τῳ Αἰγιαλει , ὡς
Δαρδανον τῳ κατακλυσμῳ φασιν ἐκ Σαμοθρᾳκης εἰς την ὑστερον Τροιαν κληθεισαν διανηξαμενον σωθηναι . Δεει δε τους ἐκ του ὑδατος
9999964 κουφοι
μαλλον , εὐστροφοι τε γαρ και πολυτροποι και σφοδροι και κουφοι και ταχεις και ὁμοτονοι , και πολλα των ἀπορων
και καθολου καρτεροπληγεις ὑπαρχουσιν . εὐκινητοι δ ' ὀντες και κουφοι ῥᾳδιως και φευγουσι και διωκουσι , κατα δε τας
9999964 ἀναλαμβανε
, ῥοδων χυλου ἀνα γοδ ἠτοι οὐγ . δʹ . ἀναλαμβανε και χρω μετα ῥοδινου : τουτο παρηγορητικωτατον ἐστιν :
⋖ β δαυκου ϲπερματοϲ ἰρεωϲ ϲιναπεωϲ ἀνα ⋖ Ϛ : ἀναλαμβανε μελιτι ἑφθῳ και διδου καρυου ποντικου το μεγεθοϲ ἐν
9999964 διπλασιονι
και τετραγωνον : ὁ μεν οὐν ἀπο μοναδος τριτος ἐν διπλασιονι λογῳ , τετταρα , τετραγωνος ἐστιν , ὁ δε
δε ἐστιν ἡ των λογων ὁμοιοτης . τα γαρ ἐν διπλασιονι λογῳ ὀντα ὁποσα ἀν ᾐ , καθο τοιαυτα ἐστι
9999964 Αἰγινης
. . . , : Θεογενης δε ἐν τῳ Περι Αἰγινης οὑτω γραφει : Ἀλλοι δε τινες πιθανωτερον ἐξηγουνται περι
λεγεις . Ταυτα ἐλεγε παρελθων ὁ Ἀριστειδης , φαμενος ἐξ Αἰγινης τε ἡκειν και μογις διεκπλωσαι λαθων τους ἐπορμεοντας :
9999964 βελτιστοι
, διορισον μοι : την του διαμαχεσθαι Ἀθηναιοις ὁπως ὡς βελτιστοι ἐσονται , ὡς ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και
γε δρᾳ αὐτο ; Ἀκουων σκοπει . οἱ γαρ που βελτιστοι ἡμων ἀκροωμενοι Ὁμηρου ἠ ἀλλου τινος των τραγῳδοποιων μιμουμενου
9999963 παρεγενηθη
Λυδιαν και Φρυγιαν , ἐτι δε Καππαδοκιας τα συνοριζοντα , παρεγενηθη προς τους ὁρους της Κιλικιας και την προς ταις
δε ὁ Διονυσιου κηδεστης ἐκ τε Πελοποννησου και της Ἰταλιας παρεγενηθη ναυς μακρας ἀγων τριακοντα παρα των συμμαχων και ναυαρχον
9999963 διαχωρητικα
τα τοιαυτα οὐτε κουφα , ὡς δοκεει , ἐστιν οὐτε διαχωρητικα , τους δ ' ὀφθαλμους ἀπαμβλυνουσιν : οἱ μεντοι
ἐξ αὐτων γενομενα ὁμοιως τοις ἐκ των πυρων , και διαχωρητικα μαλλον . Βρομος ὑγραινει και ψυχει ἐσθιομενος και ῥοφημα
9999963 παρρησιᾳ
ὡσπερ ἐπι σχολης ἀκροωμενων . πεντε δε μετρων ἐκπερανθεντων και παρρησιᾳ μου χρησαμενου πλειονι και παραδηλωσαντος ὁποιος τις ἀν εἰην
ἠ ἁπλη ἠ μυρσινοειδης κατα την μεσοτητα της κορυφης : παρρησιᾳ δε νυν ἐκτεμνεται το δερμα , οὐ γαρ εὐλαβουμεθα
9999963 Ἀρεθουσης
Θισβην , εἰκη δε πραγματα ἐχειν τον Ἀλφειον ἐρωντα της Ἀρεθουσης . Και δη ἐγω Νικας μεν και Ἐρωτας ἐπτερωμενους
νησους τας τε Κυκλαδας και την Εὐβοιαν , ὡστε της Ἀρεθουσης τας πηγας ἀποτυφλωθηναι , συχναις δ ' ἡμεραις ὑστερον
9999963 Μεγαρεως
λεοντα ἐν ἱερῳ τοπῳ συνελθων αὐτῃ ἐγκρατης ἐγενετο Ἱππομενης ὁ Μεγαρεως της Ἀταλαντης μηλα χρυσα λαβων παρ ' Ἀφροδιτης ἐκ
ἀποθανειν μεν λεοντα ἐν τῳ Κιθαιρωνι ὑπο Ἀλκαθου πειθομαι , Μεγαρεως δε Τιμαλκον παιδα τις μεν ἐς Ἀφιδναν ἐλθειν μετα
9999963 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999963 ἐνομοθετησεν
ἡβωντων στρατιωτικους πονους ὑποφερειν . Ἁ μεν οὐν ἑκαστῃ ἡλικιᾳ ἐνομοθετησεν ὁ Λυκουργος ἐπιτηδευματα σχεδον εἰρηται : οἱαν δε και
οἱ Διοσκουροι κατα ἐντολην Ἡρακλεος διατεθειμενοι τον Ὀλυμπιακον ἀγωνα ὡς ἐνομοθετησεν Ἡρακλης : τουτοις γαρ εἰς θεους ἀναχωρων Ἡρακλης την
9999963 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999962 προυθεμεθα
ἀνοητων . Ἀλλ ' εἰ το μετα ταυτα διεξιοιμεν ὡν προυθεμεθα , ὠ Κλεινια τε και Λακεδαιμονιε ξενεμετ ' ἀνδρειαν
μεσημβριᾳ . Λεκτεον γαρ οὐν . Οὐκουν , ὁπερ νυν προυθεμεθα σκεψασθαι , τον λογον ὁπῃ καλως ἐχει λεγειν τε
9999962 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999962 ἀπεδωκεν
ἡ δικαια τυχη της ἀδικου κρατησασα δις περι των αὐτων ἀπεδωκεν ὑμιν βουλευσασθαι τῳ μηδεν ἀνηκεστον ἐψηφισθαι περι ἐμου ,
ὑπερ αὐτου ταπεινως . ὁ δ ' ἀναγνους την ἐπιστολην ἀπεδωκεν μοι αὐτην και ἐφη ὁτι Ἐγω βοηθηθηναι τι ὑπο
9999962 Μενεσθεως
Ἐλαιαν , λιμενα ἐχουσαν και ναυσταθμον των Ἀτταλικων βασιλεων , Μενεσθεως κτισμα και των συν αὐτῳ Ἀθηναιων των συστρατευσαντων ἐπι
στρατηγου Τιμοθεου ζωντος κατα τον χρονον τον της μετα ⌈ Μενεσθεως ⌉ στρατηγιας , ἐφ ' ᾑ τας εὐθυνας ὑποσχων
9999962 πτερωτα
τα κνεφαλα ἀνεπληρουν , Εὐβουλος ἐν Ἀγχισῃ διδασκει : και πτερωτα και πτιλωτα προσκεφαλαια ὀνομαζουσιν . καυνακας δε τινας πορφυρους
ἁμα γαρ τῳ πλησιαζειν το γηρας ἐγγινεται τοις σωμασιν αὐτων πτερωτα γενη φθειρων , ὁμοια μεν τῳ τυπῳ τοις κροτωσι
9999962 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999962 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999962 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999962 Μελανιππος
ἡρπαγη παρα Διος . ὁτι Χαριτων και τα αὐτου παιδικα Μελανιππος φανεντες ἐπιβουλευοντες Φαλαριδι και βασανιζομενοι ἐφ ' ᾡ εἰπειν
ταις βασανοις . ἐπει δε μακρον τουτο ἠν , ὁ Μελανιππος ἡκεν ἐπι τον Φαλαριν , και ὡμολογησεν οὐ μονον
9999962 Συλλαν
ποθουντος εἰρηνην γενεσθαι : αἰσθομενοι δ ' οἱ περι τον Συλλαν προς τον Σκιπιωνα περι συμβασεων ἐπρεσβευον , οὐχ οὑτως
' ἐς Ῥωμην ἐπεμπε προς τε την βουλην και προς Συλλαν , αἰτιωμενος , ἁ ποιει Μουρηνας . ὁ δ
9999962 φρονημα
τον Ἰστρον , οὑ βασιλευς τα ὁπλα δειξας ἐστορεσε το φρονημα των Σκυθων , οὐκ ἐπεστελλον , οὐ γαρ ἠν
. ἀντι του προτερον . οὑς ἡμεις ἐκδοτικους λεγομεν . φρονημα . ἐπιτηδες ὁ κηδεστης ὑπερ τας ἀλλας γυναικας γυναικιζεται
9999962 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999962 κτητικης
καθως φησι Τρυφων , την αὐτην ἐχει ἀκολουθιαν , ἐκ κτητικης συντεθεισα και πρωτοτυπου . την γαρ ἀπαραδεκτον του ἀρθρου
τῃ ἁμος . τῃ μεντοι διαιρεσει ἡ πρωτοτυπος διαλλασσει της κτητικης , οὐκετι το αὐτο ἀναδεχομενης . Ἀλκμαν : ὁσαι
9999962 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999962 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999962 ὡρισεν
νομῳ ἀντιθησομεν , μεθ ' ἡς γνωμης ὁ νομοθετης τουτο ὡρισεν : οὐ γαρ οὑτως ὡς ὁ φευγων ὑπολαβων πεποιηκεν
, ἀποτυχων δε μη ἀχθου . ὁ Κυπριος νεανισκος ὀνειρον ὡρισεν ἀποβεβηκοτα φιλονεικως . ἠν δε οὑτος ὁ ὀνειρος :
9999962 ἐνδιαιτημα
τουτοις διακεκοσμημενος ἰτω θαρρων εἰς οἰκειοτατον αὐτῳ τον νεων , ἐνδιαιτημα παντων ἀριστον , ἱερειον ἐπιδειξομενος αὑτον : ὁτῳ δ
ἐπιθυμιας , λογῳ μεν ὡς ἡγεμονι την ἀκραν ἀπενειμαν οἰκειοτατον ἐνδιαιτημα κεφαλην , ἐνθα και | των αἰσθησεων αἱ του
9999962 βεβαιοι
ἑαυτου ξυνωμοτας ἀπεσιωπησεν , οἱ δ ' ἠσαν τῳ τυραννῳ βεβαιοι , διαβαλων τουτους ὡς οὐ βεβαιους , οἱ μεν
Λακεδαιμονιοι , ἡμων ἡ ἐλπις , δεδιαμεν , μη οὐ βεβαιοι ἠτε εἰ τις μεθαρμοσας οὑτως ἐρει ἡμεις τε ,
9999962 χρυσια
εἰη τον χρυσον χρυσια : ὁτι τους κορακας τἀξ Αἰγυπτου χρυσια κλεπτοντας ἐπαυσαν . οἱ μεν οὐν χαλκοι νομισματιον ἠν
' ἀλμυρον ποντον : πολλα δ ' [ ἐλιγματα ] χρυσια κἀμματα πορφυρα [ ] καταυτνα [ ! ! ]
9999962 ἀκουσμα
. ἀκουσεσθε δε Ἀριστοφανης . , . . , . ἀκουσμα : οὐκ ἀκροαμα φασι τινες λεγειν τους Ἀττικους .
ἀνηκουστειν , ἀνηκουστον ὡς Ξενοφων , ἀνηκοως , ἀνηκουστια , ἀκουσμα : Αἰσχινης δ ' ὁ ῥητωρ και ἀκροαμα εἰπεν
9999962 εὐγνωμοσυνης
και ἀδολωτερα φαινεται ; εἰ δε δει προς ἀναιδη διαβολην εὐγνωμοσυνης ὑπερβολῃ χρησασθαι , το μεν μελλον ἀφωμεν : πολλα
ἐνταυθα κατηγορησαι των Ἑλληνων , ἐξεστι δε το λοιπον της εὐγνωμοσυνης ἐπαινεσαι και λαβειν ὑπερ Θεμιστοκλεους . ἑκαστος γαρ ἑαυτον

Back