ὁριζοντα κινεισθαι και κατα κορυφην ποτε γινεσθαι , ὁπερ ἐστιν ἀδιανοητον και ἀλλοτριον του σφαιρικου λογου . Ὑπο μεντοι γε
ἀλλους παντας τους κατα το ἐνδεχομενον ἐκβαλλειν εἰς τε το ἀδιανοητον φερομενους και τα φαινομενα ἁ δει σημεια ἀποδεχεσθαι μη
9999992 ἀνοητον
κολακα φαινεσθαι τον ἱστοριογραφον ἠ περι τας κατα μερος ἀποφασεις ἀνοητον και μειρακιωδη τελειως , εἰ δια της ἀλογου και
βασιλευς κατ ' Αἰγυπτον , βοηθησειν : μη γαρ εἰναι ἀνοητον ὡσπερ ἐπιτειχισμα κατασκευασαι της οἰκειας ἀρχης : εἰ δε
9999990 ἀπρονοητον
: τοὐνεκα δια πολλην ἀγαθοτητα ἡ θεια προνοια οὐκ εἰασεν ἀπρονοητον το παθος , ἀλλα δυο προσενειμε προς τοις ἀλλοις
κινησεως ταδε ἰσθι , ὡς το μεν αὐτοφυες αὐτης και ἀπρονοητον χρη διαγινωσκειν κατα το πρεπον . ὁσοι δε σχηματιζουσιν
9999990 διανομης
ἡμιν , την τ ' ἐπιθυμιαν της κατ ' ἀνδρα διανομης των ἀγρων ἐπανησουσι μαθοντες , ὁτι λυσιτελεστερα της μικρας
ἀρετης χωρας , ἐπανισουμενους τῳ πληθει τε και ὀλιγοτητι της διανομης . νειμασθαι δε δη και τους ἀνδρας δωδεκα μερη
9999990 παρατελευτον
εʹ διμετρα ἀκαταληκτα , το Ϛʹ μονομετρον , ὁ και παρατελευτον ὀνομαζεται , το δε ζʹ διμετρον καταληκτικον ἰαμβικον ἠτοι
ποικιλης και παντοδαπης . Γ ὠ παντοιας ἠδη μουσης ] παρατελευτον τουτο . μουσης ] παιδευσεως . εἰ μεν τις
9999990 μεθερμηνευομενον
βοτανη , τῃ διαλεκτῳ των βαρβαρων φριξα καλουμενη , ὁπερ μεθερμηνευομενον ἐστιν μισοπονηρος : πηγανῳ δε ἐστι παρομοιος , ἡν
: προσαγορευεται δε τῃ διαλεκτῳ των ἐγχωριων βαλλην , ὁπερ μεθερμηνευομενον ἐστι βασιλευς , καθως ἱστορει Ἑρμησιαναξ Κυπριος ἐν βʹ
9999990 ὑπολαμβανειν
και τους φανερως ἡμαρτηκοτας σῳζειν δυνανται , ὑμας δε χρη ὑπολαμβανειν πρωτον μεν ὁτι , εἰ παντες Ἀλκιβιαδῃ ὁμοιοι ἐγενοντο
Π . ἀ [ . ] καθολου δε ὠιοντο δειν ὑπολαμβανειν μηδεν εἰναι μειζον κακον ἀναρχιας : οὐ γαρ πεφυκεναι
9999989 ἀποκλιματων
ἀρα των τεσσαρων ἠν κεντρων ἠ των ἐπαναφορων ἠ των ἀποκλιματων , και τινος μεν ἐστιν οἰκος , τινος δε
ἠ ῥυπαρον , του δε Κρονου ὀντος εἰς ἑν των ἀποκλιματων ἠ ἐν Κριῳ ἀτιμον και εὐτελες και ῥυπαρον και
9999989 κἀκεινους
και προς τας Ἑρνικων πολεις και προς τας Οὐολουσκων προκαλουμενος κἀκεινους εἰς φιλιαν τε και συμμαχιαν . Ἑρνικες μεν οὐν
, τον κινδυνον τον παρα των ἀλλων συμμαχων , ὁτι κἀκεινους εἰς ἀποστασιν τῳ πραγματι παρεκαλουν , και ὁτι τοτε
9999989 ἀπεθανον
ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα ἐπη τας μεγαλας
νομοθετησαντος , ὡς την ἡμεραν ἐκεινην , καθ ' ἡν ἀπεθανον , ἐν πενθει και νηστειᾳ τους θεους διαγειν :
9999989 παραλογιζεσθαι
το ὁπερ ὀν ἐσται οὐκ ὀν . και μηδεις ὑπολαβῃ παραλογιζεσθαι ἡμας : οὐ γαρ ἐπειδη συμβεβηκος ἐστι το λευκον
ἠ οἱον περιττα της προκειμενης ὑποθεσεως ἀει ἐξευρισκων προς το παραλογιζεσθαι , οἱον ὡς ἐν τῳ ηʹ των Φιλιππικων οὐσης
9999989 βλαστον
κατω του παχεος την ῥιζαν ἀπο δε του ἀνω τον βλαστον : ἑν δε τι και συνεχες γινεται το ἀμφοιν
κατορυξειε κλινην και λαβοι δυναμιν ἡ σηπεδων , ὡστε ἀφειναι βλαστον , οὐκ ἀν γενεσθαι κλινην ἀλλα ξυλον , ὡς
9999989 προσδιωρισθαι
ζητησις διαιρειται προβολῃ ῥητου , τῃ διανοιᾳ , τῳ μη προσδιωρισθαι : παλιν διανοιᾳ του νομοθετου , συλλογισμῳ , ὁρῳ
του ῥητου ἑρμηνευει διανοιαν , ἡ δε δευτερα του μη προσδιωρισθαι . Ϛʹ . Ὁ συλλογι - σμος : ἰσχυν
9999989 ἐνειναι
δ ' αἱμα αἰσθησιν οὐ παρεχομενον ἐχειν οὐ δοκεικαιτοι ἀναγκη ἐνειναι και ἐν αὐτῳἐπει και οὐδεν ἐστι βιαιον γινομενον περι
ἡν ἀνισταται το ζητουμενον . ἐστιν οὐν το ἀναμιμνῃσκεσθαι το ἐνειναι δυναμιν την κινουσαν , λεγω δε δυναμιν την ὑπαρχουσαν
9999989 ἀπιστων
πιστευων ὑπερορω της ἀπολογιας : τῃ δε σκληροτητι του δαιμονος ἀπιστων ὀρρωδω , μη οὐ μονον της χρειας του παιδος
λαβειν ὑπερ του λαθειν ἀδυνατον . φυλαττου τον παρα των ἀπιστων ἐπαινον . ἐπαινεθεντες ποσοι ἀπωλοντο . κρινε σεαυτον ὡς
9999989 προσηγορικων
του τις το της μετοχης . . Το ποιος μετα προσηγορικων συντασσομενον , ἡνικα το ἐστιν ἐπιφερεται , ἐπιδεχεται συνταξιν
και δια τουτο αἱ ἀποκρισεις ὀνομαστι γιγνονται , ἠ δια προσηγορικων ἠ κυριων , ὁτι και τα κυρια την καθολου
9999989 προσαγορευομενον
[ λεγων ] ὡν φησιν ἑνα εἰναι τον Πυροεντα , προσαγορευομενον [ δε ] ὑπο μεν Ἑλληνων Ἀρεως , ὑπο
παραπλησια ῥοδοις ἐπι μικρον ἀναπεπταμενοις ἐστιν . Περι δε τον προσαγορευομενον καλαθον οὐχ ἑλικες , καθαπερ ἐπι των Ἑλληνικων ,
9999988 προσαγορευομενος
την δε τεταρτην την προς δυσιν ἐστραμμενην διειληφεν ὁ Ἰνδος προσαγορευομενος ποταμος , μεγιστος ὠν σχεδον των ἁπαντων μετα τον
αἰγειος ἡδιστος , οὐκ ἐχων συγκρισιν προς ἑτερον , ὁ προσαγορευομενος Στρομιλικος . Εὐριπιδης δ ' ὀπιαν καλει τυρον τον
9999988 καταγελων
ἐκελευον ὀνοματα λεγειν , οὐ θεων . Ὁ αὐτος Δωριων καταγελων του ἐν τῳ Τιμοθεου ναυτιλῳ χειμωνος ἐφασκεν ἐν κακκαβᾳ
πως οὐν ἑτερος ταυτην ἐχων οὐδεν πεπονθεν ἀλλ ' ἀπηλθε καταγελων , ἑτερος δ ' ἀπολωλε ; καιρος ἐστιν ἡ
9999988 ἀπολελυσθαι
οἱ δ ' Ἀραβες περιχαρεις μεν ἠσαν ἐπι τῳ δοκειν ἀπολελυσθαι μεγαλων φοβων , οὐ μην παντελως ἐπιστευον γε τοις
την πολιν ἐργων μενοντας , τους δε δημοτικους τουτων μεν ἀπολελυσθαι των πραγματειων ἀπειρους τε αὐτων ὀντας και δι '
9999988 τουτουσι
πλησιοχωρους ὀντας οὐτε εἰς τους δευτερους τους μεγιστους των Ἑλληνων τουτουσι τους νυν ἀθλιους Λακεδαιμονιους , ἀλλ ' ἐνταυθα και
σοι γαρ ἐστι περιπατος καλλιστα περι γε τουτου . Ἐπειτα τουτουσι λαλειν ἐδιδαξα Φημι κἀγω . Ὡς πριν διδαξαι γ
9999988 καθεζομενοι
σπανια : θρονον δε τοις ἀνδρασιν ἐλεφαντινον , ἐν ᾡ καθεζομενοι δικασουσι , και λευκην ἐσθητα περιπορφυρον και τους προηγουμενους
' εἰναι , ἐν ἱερῳ δ ' οἱ ταυτα κρινοντες καθεζομενοι διεγνωσαν , διεμεινα δ ' ἐγω και οὐ προὐδωκ
9999988 καταρατους
ἑκτηι και εἰκοστηι των Ἱστοριων . . . . : καταρατους εἰπε τους Μεγαρεας , παροσον δυσνοως εἰχον αὐτοι και
οὐσα . ἐν τῳ περι συνταξεως : „ προς τους καταρατους Μεγαρεας ἐψηφισασθε ἀποτεμνομενους την ὀργαδα „ . ἐξειλον :
9999988 παραδοθηναι
δ ' ἐν τωι ὀρει θηρευθηναι ὑπο αἰπολων τινων και παραδοθηναι μετα του βρεφους τωι Λυκαονι : μετα χρονον δε
τον κινδυνον εἰναι διαφορων , ἀλλ ' ὑπερ του μη παραδοθηναι παλιν ὠμῳ και παντος χειρονι θηριου τυραννῳ , τις
9999988 σωματικοις
, ἐξελθουσα ἀπο σαυτης ἀναζητει , μενουσα δε ἐν τοις σωματικοις ὀγκοις ἠ ταις κατα νουν οἰησεσιν ἀζητητως ἐχεις των
ἀρχουσα και λογῳ χρωμενη : και ἡ μεν ἀλογος τοις σωματικοις ἑπεται παθεσιν : ἐπιθυμει γαρ ἀλογως και ὀργιζεται ,
9999988 εἰργομενοι
, ἐρωντες ἐπιμιξιας , ἀγομενοι μεν ὑπο της χρειας , εἰργομενοι δε ὑπο της θαλαττης , εἰδον ὀρνιν ἐξ ἀερος
των ἑλων ὀντων δυο ἠσαν οἱ πολεμοι , τῃ διοδῳ εἰργομενοι μη γινωσκειν τα ἀλληλων : και κατα την διοδον
9999988 μαντευομενοις
περι των Ἑλληνικων κακων βουλευομενοις , οὐδε Λακεδαιμονιοις περι στρατειας μαντευομενοις , οὐδε εἰ τις Ὀλυμπιαζε ἀγωνιουμενος περι νικης ἠρωτα
. Βοιωτοις γαρ ἀναστατοις ὑπο Θρᾳκων γενομενοις και περι ἀποικιας μαντευομενοις ἐχρησεν ὁ θεος , ἐνθα ἀν λευκοι κορακες αὐτοις
9999988 παρακλησιν
προτερον ἀμελως εἰχες Νουμηνιου , γραμματα ἐχων νυν ἐμα και παρακλησιν , οἰδ ' ὁτι και την ἐπιμελειαν αὐξησεις .
ἀπολογιας μοι δεησαν . οὐχ ὁ μεν Ἀλκιβιαδης αὐτῳ βουλεται παρακλησιν τοις μελλουσι πολιτευεσθαι ἐπιμελειας ἑαυτων ; προελθων δε του
9999988 ἀπειρους
, ὡστε εἰναι μεν τας ψυχας αἰτιας , ταυτας δε ἀπειρους ὑπαρχειν . οὐτε γαρ , φησιν , ὡς ἐξ
προδιαθεσιν των τοπων και δι ' ἐμπειριαν μαιας και ἀλλας ἀπειρους προφασεις οὐχ ὁ αὐτος ἐστι χρονος καθ ' ὁν
9999988 καταγινωσκειν
, ὀνομαστι αὐτων ἑκαστου μνησθηναι , προτερον δε οὐ σφας καταγινωσκειν εἰκος εἰναι . ἐνθα δη ὡς ἠλεγχετο ὁ Ῥωμαιος
, ἀλλα γελωτα και χλευην θεσθαι τας ἐκεινων ἀποδοχας και καταγινωσκειν των τιμωντων πολλην ἠλιθιοτητα ὡς ὑγιους διαμαρτανοντων δοξης .
9999988 παρατατικος
πορρω ὑπαρχετω , χωριζεσθω . εἰμι το ὑπαρχω και ὁ παρατατικος εἰν , ἡ μετοχη εἰς , ἐντος , και
. . * : εἰδῃ ] Εἰδημι : και ὁ παρατατικος εἰδω . . . . ἐαν εἰδῃ . *
9999988 παρακελευεσθαι
δεησει πραττειν αὐτους τελεωθεντας . καθολου δε τους Πυθαγορειους ἐφασαν παρακελευεσθαι τοις ἐντυγχανουσι τε και ἀφικνουμενοις εἰς συνηθειαν , εὐλαβεισθαι
. ἀμεινον οὐν , οἰμαι , τῃ χειρι σημαινειν και παρακελευεσθαι σιωπαν . Οὑτω ποιει . Εὐ γε , ἀφωνοτεροι
9999987 καταγελαστος
δικην , τινα ἀν βοηθειαν μη δυναμενος ἀνθρωπος βοηθειν ἑαυτῳ καταγελαστος ἀν τῃ ἀληθειᾳ εἰη ; ἀρα οὐ ταυτην ,
, θεραψ θεραπευων , κολακευων ὑπερκολακευων , ὑποκριτης , γελοιος καταγελαστος , γελωτοποιος , ποιητης γελοιων , γελοιαζων γελοιαστης ,
9999987 ποταμος
χωριον ἐπριατο και καθιερωσε τῃ θεῳ , δι ' οὑ ποταμος ἐρρει Σελινους , ὁμωνυμος τῳ ἐν Ἐφεσῳ . τοὐντευθεν
ποταμου , και ἀπωλετο . Και μετεκληθη ἐκτοτε ὁ αὐτος ποταμος ἀπο των της Αἰτωλιας χωρας Ἀχελῳος ἑως της νυν
9999987 γεγενημενου
ἐδει ὁτι ἡμεις μεν ὑπο του σωματος δεδεμεθα ἠδη δεσμου γεγενημενου . Ἐν γαρ τῃ πασῃ ψυχῃ ἡ του σωματος
πεποιηκοτι : ἐμε δε οὐδεν δει ζητειν αἰτιαν πραγματος οὐ γεγενημενου . και γαρ εἰ μηδεν ἑτερον ἀντεπιστελλειν ἐπειθε ,
9999987 λαμβανομεναι
γε σοφισμα εἰπειν οὐκ ὀκνησω αὐτων . ὁταν γουν αἰσθωνται λαμβανομεναι , το ἐξεχον της κεφαλης τουτο τοινυν αἱ γενναιαι
ὁ χειμων γενηται , των πετριδιων ὡσπερ ἀγκυραις ταις προβοσκισι λαμβανομεναι ὁρμουσι . διωκομενη τε ἡ σηπια τον θολον ἀφιησι
9999987 Μαντινειαν
ἐνειμαντο την ἀρχην . Ἐλατος μεν ἐλαχε μοιραν Ὀρχομενον , Μαντινειαν και την Κυνουρικην , ἡτις Θυρεα και Ἀνθηνη και
ὀντες , συνηλθον τε παντες και ἐψηφισαντο μιαν πολιν την Μαντινειαν ποιειν και τειχιζειν την πολιν . οἱ δ '
9999987 ἀναγκαιους
λασω και λασκω . Εὐριπιδης : ” τοιαυτα λασκεις τους ἀναγκαιους φιλους ” . το δε λω δηλοι το θελω
ἠναντιωθη τῳ ὡροσκοπῳ . ἐσχε μεν οὐν και περι τους ἀναγκαιους τοπους σινος και ποδων αἰσθησιν , ἐξαιρετως δε ἐσεληνιασθη
9999987 πειρασθαι
ἀρχης και δειγμα του πραγματος ποιουμενους κατευθυ ἀπ ' ἐνθυμηματων πειρασθαι ἀρχεσθαι . ἐχει δη και ταυτα το προοιμιον .
ἐν τῳ προθυμεισθαι : Ἐν τῳ προνοεισθαι με σου και πειρασθαι τον Δια πειθειν , τινα βλαβην ἐνυπαρχουσαν νοεις ;
9999987 μαντευομενων
: ἐπι των τυφομανων γεροντων . Των ἐπι κοσκινῳ : μαντευομενων δηλονοτι . Και , Των ἀπο τριποδος , και
! ! ! μαντειον ] ἐπε ! [ ] τωμ μαντευομενων [ ἑνεκεν ] εἰ θεμι [ ] ! !
9999987 ἀνδρειοτατον
, ὀντα πρεσβυτερον των σοφιστων , τινα νομιζει των ὀντων ἀνδρειοτατον . ὁ δε τα ἀγριωτατα των ζῳων ἐφησε :
θεωρικων ὑμιν ἠ Βοηδρομια πεμψωσιν οὑτοι , και το παντων ἀνδρειοτατον , των ὑμετερων αὐτων χαριν προσοφειλετε . οἱ δ
9999987 προνοεισθαι
προσελθειν : “ συ δε ἐκελευσας μοι , δεσποτα , προνοεισθαι του λαθειν . ὀρθως δε προσεταξας : ἀνειληφας γαρ
, οἱ τον ἑαυτων βιον φαυλως διοικουντες των μηδεν προσηκοντων προνοεισθαι πειρωνται . μαντις ἐπι της ἀγορας καθεζομενος ἠργυρολογει .
9999987 τελευταιους
οὐτε λιτανειαι θεων και θυσιαι και ἐφ ' οὑς ἀνθρωποι τελευταιους ἐν ταις τοιαισδε ἀναγκαζονται καταφευγειν συμφοραις , οἱ κατ
τελευταιον θʹ : Ἀριστοδημος δ ' ὁ Ἠλειος φησι τους τελευταιους τιθεντας τον ἀγωνα Ἑλλανοδικας εἰναι ιʹ , ἀφ '
9999987 Ἀριστομενει
ὡσπερ Ἀλεξανδρον Ἀμμωνι οἱ Μακεδονες και Ἀρατον Ἀσκληπιῳ Σικυωνιοι : Ἀριστομενει δε πατερα Ἑλληνων μεν οἱ πολλοι Πυρρον φασιν εἰναι
λοχους ἀντι των τεθνεωτων κατελεγεν ἀνδρας ἐκ των εἱλωτων . Ἀριστομενει δε , ὡς ἀνεστρεψεν ἐς την Ἀνδανιαν , ταινιας
9999987 λαμβανομενων
των γαρ ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους ἀπο του σημειου λαμβανομενων , οἱον ἐφονευσας , παριστασο γαρ , αὑτη ἀναστρεφει
. ἐπειδη γαρ οὐχ ὁμοτιμια ἐστι των κατ ' οὐσιαν λαμβανομενων ἐπι τινος , ἀλλα τα μεν καθαρωτερον αὐτο παριστησιν
9999987 ταξαμενοι
δει μεταχειριζεσθαι ταις συνηθειαις τους ἐν ταις πολεσιν νεους : ταξαμενοι δε ταυτα , ἁττα ἐστι και ὁποι ' ἀττα
οὐν ἐτη προικα ἐχοντων : μετα δε τουτον τον χρονον ταξαμενοι μοιραν ὀλιγην παρεχετωσαν ἀπο των καρπων , ἀπο δε
9999987 πειρατεον
ἠ ὀξυς ἠ κακωδης ἠ τας ἀλλας ἐχων διαφορας νυν πειρατεον θεωρειν . Ἁλμυρος μεν οὐν γινεται διοτι το ἀλλοτριον
ἠ ποιησαντες ταυτ ' ἐχουσιν ἐν τῃ λεξει τἀγαθα . πειρατεον δη και περι τουτων , ἁ φρονω , λεγειν
9999987 προχειροτατον
μαθησεσθε , ἑν δ ' , ὁ μεγιστον ἐχω και προχειροτατον προς ὑμας εἰπειν , οὐκ ἀποτρεψομαι . την γαρ
ἐπιμελειται , κακουργει . . . = , . Ψευδεσθαι προχειροτατον τοις πολλακις ἁμαρτανουσιν . . = , . Την
9999987 ἀφικομενοις
οὑτος Σαπωρι τε και Ὁρμισδῃ τοις εἰς την ἡμετεραν ἡλικιαν ἀφικομενοις , το μεν πρωτον ἐναντιαν ἐσχε την ἐκβασιν ,
ὑμων ἐστιν : ἐπιτρεψατε των πρεσβευτων τισιν εἰς την πολιν ἀφικομενοις δηλωσαι τῃ βουλῃ ταυτα : και γαρ εἰ την
9999987 γραφεντος
ἁ διδωσιν αὐτοις ὁ νομος : και ἐποιησεν οὑτως . γραφεντος δε του προβουλευματος , και μετα ταυτ ' ἐπικυρωσαντος
τας ἐκκειμενας τηρησεις του ἐπικυκλου κεντρον το Ε , και γραφεντος περι αὐτο του ΖΗ ἐπικυκλου ἠχθωσαν μεν ἀπο του
9999987 ἀποδεικνυουσιν
πεζων ὀγδοηκοντα των το μεγιστον τιμημα ἐχοντων Λευκιον Κοιντιον Κικιννατον ἀποδεικνυουσιν ὑπατον , οὑ τον υἱον Καισωνα Κοιντιον εἰς ἀγωνα
κυριοι τους ἐκ των πατρικιων μετιοντας αὐτην ἀνδρας ἐπιφανεις χιλιαρχους ἀποδεικνυουσιν , Αὐλον Σεμπρωνιον Ἀτρατινον και Λευκιον Ἀτιλιον Λουσκον και
9999987 μεταλαμβανειν
δειπνου περιπατος ὑγειας ἑνεκα γινεται . το οὐν δει δε μεταλαμβανειν τους λογους εἰπε δεικνυς ἡμιν ὁτι οὑτως ἀν ἀποδεικνυοιμεν
εἰναι , τα δε ἀει κινουμενα , τα δε ἀμφοτερων μεταλαμβανειν , ὁπερ ἡμιν ἀποδεικτεον ἐστιν . τουτο γαρ ἐχει
9999987 προστεθεντα
μζ κα γενομενα , ποιει # κε λϚ . ταυτα προστεθεντα τοις ἀπο του γʹ και δʹ σελιδιου γενομενοις #
ἠτοι ιε ζʹ , γινεται ρα : τοις γαρ λ προστεθεντα τα οα , γινεται ρα . ρα ποιησουσιν ὁμοιως
9999987 μεταλαμβανεσθαι
δι ' ἑαυτην ἀληθευῃ , ὑποδυεται συλλογιστικην συζυγιαν τῳ δυνασθαι μεταλαμβανεσθαι εἰς την καταφατικην , διοτι , ὁ μη ὑπαρχει
ἀσυλλογιστοι πασαι αἱ τοιαυται συζυγιαι . ἡ δε αἰτια το μεταλαμβανεσθαι παλιν την ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰς καταφατικην και δια τουτο
9999987 παραλαμβανομενου
' ἡμεραν λουτρου και παρα μιαν δε και παρα δυο παραλαμβανομενου . πολλης δε οὐσης ἀνατροπης και πλαδησεως του στομαχου
πραγματος ἐκ των δ κεντρων ὡς προλελεκται του Ἑρμου ἀει παραλαμβανομενου , ὑπαυγου μεν ὀντος χρησιμου τοις ἐγκαλουμενοις και τοις
9999987 ἀναγομενοι
θαλασσης οἱ μεν ἀνεπεταννυον συν κραυγῃ τα ἱστιας ὡς δηθεν ἀναγομενοι , τα δε πνευμα τε ἐδεχετο και ἐκυρτουτο ,
και νηνε - μιας παρεχει , διο και χρονιζουσιν οἱ ἀναγομενοι ἐν τῳ πλῳ . ἐαν οἱ β ἀγαθοποιοι μετα
9999987 διεγειρειν
μεν ὁπλα θεος πορεν ” Τ ] . ὀροθυνειν : διεγειρειν . ἠ διαταρασσειν . ὀσσα : ψιλως ἡ κληδων
ἐχων δε την ὀξυτητα ταυτην παρα της φυσεως προς το διεγειρειν τον στομαχον εἰς ὀρεξιν τροφης ἀλλα και την ἐκκρισιν
9999987 κατεσχον
, εἰκοσιν ὁμου νεανιαι ὡπλισμενοι τους φυλακας ἀποσφαξαντες την ἀκραν κατεσχον . Καλλικρατιδας ἐν Μαγνησιᾳ πολιορκουμενος των πολεμιων κριους προσαγοντων
τριτον δ ' ἀπο του ἐν Κελτικῃ ἐθνους Τεκτοσαγες . κατεσχον δε την χωραν ταυτην οἱ Γαλαται πλανηθεντες πολυν χρονον
9999987 ἀπαιτων
λογος ἠν περι των διαφορων και πολυς ἐνεκειτο τους παππῳους ἀπαιτων ὁρους και πολλακις ἐρωτων , εἰ μη δικαιον εἰς
μη ὠσι μαρτυρες τῳ κατηγορῳ , ὁ φευγων φησι χρησεται ἀπαιτων τοιςδε : λεγει δε τοις περιστατικοις : ἐκ τουτων
9999987 ἀμητον
προς σπορον : ἡνικα δ ' ἀν μελλωσιν ἐπιτελλειν , ἀμητον εὐαγγελιζονται , και ἐπιτειλασαι χαιροντας γεωπονους προς συγκομιδην των
του ἡλιου και προδυνοντος . χαρασσομενοιο σιδηρου : του προς ἀμητον χρησιμου : και προσεθηκε περιπλομενου ἐνιαυτου δηλων ὁτι οὑτως
9999987 κτειναντος
, κἀν μη ὑφ ' ἑκοντος ἀναιρεθῃ , κατα του κτειναντος φονωσι , νικωντος του οἰκειου παθους τον ἀκριβη των
, δεδιοτες οὐ πορθησιν ἀλλα δουλειαν την ὑπ ' ἀνδροφονου κτειναντος ἡγεμονα και εὐεργετηνἀμφοτερα γαρ ἠν αὐτῳ Καισαρἀπεμαχοντο μεν ἐφ
9999987 διελομενοι
τα στενοπορα των ὁδων : οἱ δε των Ἀθηναιων στρατηγοι διελομενοι τους στρατιωτας εἰς δυο μερη , και τα μεν
το πεδιον ἐδῃωσαν , ἐπειτα Δεκελειαν ἐτειχιζον , κατα πολεις διελομενοι το ἐργον . ἀπεχει δε ἡ Δεκελεια σταδιους μαλιστα
9999987 κοινωνος
οἰμοι ταλας : Φευ ὁ ἀθλιος , ἀρα και συ κοινωνος ὠν . . μων : Ἀρα . μετεχων :
παραλαβειν τους θρονους , μαλλον δ ' ὁ μεν ἠδη κοινωνος , ὁ δε αὐτικα ἐσται . ἐμοι δε ἀλλως
9999987 ἐπισταιτο
και πολυειδη τας βαφας , εἰ τις ἀναλεξασθαι τε αὐτα ἐπισταιτο και ἀναπλεξαι και ἁρμοσαι , ὡς μη ἀπᾳδειν θατερον
ἀποδειξεως ; εἰ γαρ το αὐτο ὁριστον και ἀποδεικτον , ἐπισταιτο ἀν τις ἐχων αὐτου και ὁρισμον και ἀποδειξιν ,
9999987 καταλαμβανεσθαι
Ἀττικῃ δῃουμενῃ μη τολμησαντας βοηθειν ἐν Πελοποννησῳ χωριον τειχιζειν και καταλαμβανεσθαι . οὑτοι μεν οὐν ἡγουμενου Θρασυμηδους πλησιον της Πυλου
ἐστι τῃ σκεψει , ἐπειδη κἀκεινη τα παθη μονα φησι καταλαμβανεσθαι . διαφερει δε αὐτης , ἐπειδη ἐκεινη μεν την
9999987 προσβαλων
: πλατυνε τον φαρυγγα τῃ παρρησιᾳ : και γαρ στενουται προσβαλων σου τοις πονοις . ἀγωνιᾳ χειρ , εἰργεται νους
δε ἐπαγομενος , φησιν , ἐγνωρισεν , ἠγουν τῃ αἰσθησει προσβαλων ἠγουν θεασαμενος : Ἐνιων γαρ τουτον τον τροπον ἡ
9999987 παραβαλλεσθαι
δι ' αὐτων χρησιν , ἀφ ' ἡς μονης ἠδυναντο παραβαλλεσθαι ταις της αἰσθησεως καταληψεσι , και δια τουτο τους
οὑτως ἰσχυρος ἐγενετο και μεγας , ὡςτε τοις Ἀφροις αὐτον παραβαλλεσθαι . Μετα γαρ πολυ πτωμα των ἐναντιων το κατα
9999987 περιστερα
διψησας κατελθων εἰς πηγην παρασυρεις ὑπο του ῥευματος ἀπεπνιγετο . περιστερα δε τουτο θεασαμενη κλωνα δενδρου περιελουσα εἰς την πηγην
ἐτους τικτουσα . Ξ πελειας ] περιστερας . πελειας ] περιστερα . τοι μεν γαρ ποτι πυργους : οὑτοι μεν
9999987 παραπλευσαντες
, και των Ἠλειων ἡ πολλη ἠδη στρατια προσεβεβοηθηκει . παραπλευσαντες δε οἱ Ἀθηναιοι ἐπι ἀλλα χωρια ἐδῃουν . Ὑπο
τῳ ἀντιπερας της Μυτιληνης . ἐντευθεν δε ἐτι πολλης νυκτος παραπλευσαντες και ἀφικομενοι της ἠπειρου ἐς Ἁρματουντα καταντικρυ Μηθυμνης ,
9999987 καθολικους
ἐν τῳ Ὑδροχοῳ . μετα τον Ἀρη παραληψεται Ἀφροδιτη τους καθολικους χρονους ἐπι ἐτη ηʹ και ὁμοιως ἐπιμερισει ἐξ αὐτων
των τελικων κεφαλαιων ἡ μεθοδος κοινη , το ποτε μεν καθολικους ἀφορισμους προθεντα περι των προκειμενων , οὑτως ἐπαγειν τας
9999987 ἀκουσαντων
καλως ῥηθεντι μνημη και κοσμος τοις πραξασι γινεται παρα των ἀκουσαντων . ἐνταυθα τοις μεν ἐργοις ὁ λογος ἀντικειται ,
διαλεγομενον δι ' ἑαυτου , ἠ δι ' ἑτερων τινων ἀκουσαντων ἐκ προσωπων , ὡς ὁταν εἰσαγαγῃ τινα περι πραγματα
9999987 παραγαγειν
γαρ ὡς εὐμαρεστερον του τα μη ὀντα εἰς το εἰναι παραγαγειν το την ἐκ των ὀντων φοραν ἀνευ τεχνης γεωργικης
την φυσιν τελικον : τουτο γαρ τελος της φυσεως το παραγαγειν τον Σωκρατη τοιουτον . το δε ποιητικον τῳ τελικῳ
9999987 μετοικους
ξαινειν εἰς καλαθισκον κοινην εὐνοιαν ἁπαντας καταμειγνυντας : τους τε μετοικους κεἰ τις ξενος ᾐ φιλος ὑμιν , κεἰ τις
ἀρχην καθισταιμεν , και τουτοις τιμη τις ἐπειη οἱτινες πλειστους μετοικους ἀποδειξειαν , και τουτο εὐνουστερους ἀν τους μετοικους ποιοιη
9999987 προσοδοις
τους λοφους και τας ὀφρυς . Και σε θυσιαισιν ἱεραισι προσοδοις τε μεγαλαισι δια παντος , ὠ δεσποτ ' ,
. . . § : οἱ γαρ ἰδοντες ἡλιου μεν προσοδοις και ἀναχωρησεσι τας ἐτησιους ὡρας συνισταμενας , ἐν αἱς
9999987 παρακαλουντα
ἀγοντα τριτον ἐπι τοις εἰκοσιν , ἐς την βασιλειαν καταχθηναι παρακαλουντα ὡς αὑτῳ μαλλον προσηκουσαν , οὐ κατηγον , οὐ
εἰς ἐναντιαν αἰσθησιν ἁμα , τα δ ' ἐκβαινοντα ὡς παρακαλουντα τιθημι , ἐπειδαν ἡ αἰσθησις μηδεν μαλλον τουτο ἠ
9999987 προσκεφαλαιον
ἐφ ' ἑκαστης κλινης , του δε χειμωνος κωδιον : προσκεφαλαιον δε αὐτον φερειν ἑκαστον ἐδει . το δε περιαγομενον
ταφην , ἀλλα των φιλων ὁ μεν ἱματιον ὁ δε προσκεφαλαιον ὁ δε ὁ τι ἑκαστος ἐτυχεν ἐδωκεν εἰς την
9999987 ἀναγκαζομενους
πραττοντας ἠ οὐκ ὀντων αὐτοις γνησιων παιδων ἠ δια πενιαν ἀναγκαζομενους ξενους ἀνθρωπους εἰσποιεισθαι , ὁπως ὠφελωνται τι ἀπ '
πραττοντας ἠ οὐκ ὀντων αὐτοις γνησιων παιδων ἠ δια πενιαν ἀναγκαζομενους ξενους ἀνθρωπους εἰσποιεισθαι , ὁπως ὠφελωνται τι ἀπ '
9999987 μαχομενους
εἰ Μελεαγρος μεν συγγενεις αὑτου δυο δια δερμ ' ὑειον μαχομενους ἀπεκτονεν . ὁταν δανειζῃ τις πονηρῳ χρηματα ἀνηρ δικαιως
ἀσθενη δοξαι μαλλον ἠ πονηρον , τοσουτῳ βελτιον ὑστερους εἰναι μαχομενους ἠ διαλλαττομενους . εἰκοτως δ ' ἀν μοι προσεχοιτε
9999987 καθαιρειν
και ἰχθυϊ ὀλιγον ὀξους ἐχοντι και νεοσσοις περιστερων και μη καθαιρειν τουτους οὐδεν ἀτοπον . εἰ δε και δια κενωσιν
τελματα γιγνεται , ἡ γη δε ὑλην παντοιαν παρεχει , καθαιρειν δε δει την γην τον μελλοντα σπειρειν : ἁ
9999987 ἀναγκαιαν
ἀνομοιον , οὑτως ἀδυνατον ἐφαρμοσθηναι την ἐνδεχομενην γνωσιν προς την ἀναγκαιαν ὑπαρξιν του γνωστου , ὡς ἀναπαλιν την ἀναγκαιαν γνωσιν
και ἀπο των προτερων ἀρχομενοις ὡσπερ και ἀπο των ὑστερων ἀναγκαιαν την ἀκολουθησιν γινεσθαι , ὁμογονα ἐσται τα μεσα και
9999987 τεταρταιον
πλεονασας σαπῃ και ἐστιν ἐξω των ἀγγειων , ποιησει τον τεταρταιον . εἰ δε ἐν ἑνι μοριῳ πλεοναζῃ και ἐστιν
, ἱνα δηλωσῃ τον συνοχον , πελιον δε , τον τεταρταιον , ἐπαναδιδοντας δε , τον ἀμφημερινον , ξηρον δε
9999987 ἀγομενοι
τον ξυοντα ἀντιξυειν : ἀνθρωποι δ ' ἀρα ὑπο θεων ἀγομενοι θεους οὐ νομιζουσιν , ἠ περι αὐτους τι φαυλον
, ψυχαγωγια δε τις ὑπεισιν αὐτους . ὁταν γε μην ἀγομενοι της ὀχθης πλησιον ἀφικωνται , τηνικαυτα και τον ἐνταυθα
9999987 ἐπιφερομενοι
ἀλλ ' ἑκαστος φθασαι θελων , δαφνηφοροι τε και παντα ἐπιφερομενοι ἀνθη τοτε ἀκμαζοντα , ὡς ἑκαστος οἱος τε ἠν
ὁτι μη χειρας και ταυτας ἑνεκα τινος οἰκονομιας ] ὁμοιον ἐπιφερομενοι , μητε τοις σωμασι μητε ταις γνωμαις : ὁ
9999987 ὑποληπτεον
της ἀκρατου δριμυτητος . Τουτων μεν οὐν τοιαυτην τινα αἰτιαν ὑποληπτεον . Δια τι δ ' οἱ ἀγριοι καρποι των
ἀκμην και λαμπροτητα , πρωτον μεν , ὁπερ εἰπον , ὑποληπτεον , ὁτι οὐκ ἐξ ἀκμης και λαμπροτητος ἡ ἀκμη
9999987 προσποιουμενοι
οἱ βουλευται [ τον ] θορυβον συνηγαγον τον δημον οὐδεν προσποιουμενοι μετεσχηκεναι του πραγματος . συνεληλυθοτος δε του πληθους ἀνισταμενοι
. . τουτο φησι : τινες ἐνταυθα ἑαυτοις κατεσκευαζον , προσποιουμενοι εἰναι προξενοι πολεων τινων , ἱνα αὑται αἱ πολεις
9999987 εὐρειαν
ὠκεανον παρα τους ὁρους ἐξετειναν , την δε Λιβυην , εὐρειαν μεν οὐσαν , ὑπερβαλλουσαν δε τῳ μεγεθει τα ἐθνη
δε δη ἀλλαι ἀμφιπολοι , πειρινθος ἐφαπτομεναι μετοπισθεν , τρωχων εὐρειαν κατ ' ἀμαξιτον , ἀν δε χιτωνας λεπταλεους λευκης
9999987 παραλιαν
τα δε λοιπα [ την ἀπο Σουνιου ] μεχρι Ἰσθμου παραλιαν και την ὡς ἀν . . . ς ὀρεινην
κατα τον Ἀδριαν , τα δ ' εἰς την Λιγυστικην παραλιαν μεχρι Γενουας του των Λιγυων ἐμποριου , ὁπου τα
9999987 κανονιων
ιζ να νθ , αἱς ἀκολουθως και τας λοιπας των κανονιων ἐπισυνθεσεις ἐποιησαμεθα . Ἱνα δε και τας ἐποχας αὐτων
' ὁν και μονης γινεται παροδος . των δε σεληνιακων κανονιων ἑκατερον ταξομεν ἐπι στιχους μεν με , σελιδια δε
9999987 συνειδον
ἐντευθεν ὁριζειν , ὡσπερ ἐκεινων κατεγνωκοτας , ὁτι μη τουτο συνειδον , ἠ συνιδοντες ὑπο βασκανιας ἀπειπον . καιτοι ὁταν
ἐκνομον τε και ἐκδικον ἐκεινο ἐργον . ὡς δε ἀμφω συνειδον το πραχθεν , εἰτα μεντοι το ἀσεβημα διελυσαντο θανατῳ
9999987 ὁμοιοτατον
καθ ' ἑν και κατα γενη μορια , τουτῳ παντων ὁμοιοτατον αὐτον εἰναι τιθωμεν . τα γαρ δη νοητα ζῳα
μεν οὐν ἐστιν οὐρον ἐπι των νοσουντων το τοις ὑγιαινουσιν ὁμοιοτατον ὑπωχρον ἠ ὑποξανθον και λευκον και λειαν και ὁμαλην
9999987 κακοποιους
παλιν ἀπο της των λοιπων ἀστερων συνεπιθεωρησεως και των τους κακοποιους περιεχοντων ζῳδιων . ὁ μεν γαρ του Κρονου τον
παντοτε τους ἀγαθοποιους ἀγαθων εἰναι ποιητικους μητ ' αὐ τους κακοποιους ἐν τοις ἰδιοις οἰκοις καθεστωτας ἠ ὁριοις ἠ τριγωνοις
9999987 πολεμεισθαι
την του Μιθριδατου . ὁ δε σαφως ὑπο Ῥωμαιων ἡγουμενος πολεμεισθαι Γορδιον ἐς τας κωμας ἐσβαλειν ἐκελευσε . και αὐτικα
ἐν ταις δικαις ; ἀμεινον γαρ ἠν ἁπασιν ἡμιν κοινῃ πολεμεισθαι , ἠ καθ ' ἑνα ἑκαστον ἰδιᾳ συκοφαντεισθαι .
9999987 βους
. ὁ δε Λιγυς οὑτος κωλυων Ἡρακλη ἐπι τας Γηρυονου βους ἀνελθειν ἀνῃρεθη . και κατα μεν τους μη εἰδοτας
Ἀλεβιωνος ἀδελφου , ὁς Ἡρακλεα κωλυων ἀπερχομενον ἐπι τας Γηρυονου βους ἀνῃρεθη . Εὐρωπης δε και Λιβυης ἀκραι πορθμος σταδιων
9999987 συμβαντος
ταις ἀριστεραις χερσιν ἀφεντες τας ἡνιας ἀλληλων ἐδραξαντο . οὑ συμβαντος οἱ μεν ἱπποι κατα την ὁρμην ὑπεξεδραμον , αὐτοι
, και το χωριον τε τουτο καθιερωθεν ἀπο του τοτε συμβαντος Ὀμφαλον προσαγορευθηναι και το περικειμενον πεδιον ὁμοιως Ὀμφαλειον .
9999987 συμβαινειν
, ὡς κνησμους και ὀχθους και ἑλκωσεις περι την ἐπιφανειαν συμβαινειν . προσλαμβανει δε τονωσεως χαριν , πλην εἰ μη
, καθαπερ ἐπ ' ἀριθμων και μετρων [ και ] συμβαινειν . ἐπι δε των ἰδιως ποιων οἰον Διωνος και
9999987 αἱματηρον
: τοις σωφροσιν γαρ ἀντικεντρα γιγνεται . συ δ ' αἱματηρον πνευμ ' ἐπουρισασα τῳ , ἀτμῳ κατισχναινουσα , νηδυος
. ἀλλ ' ἡκομεν γαρ εἰς ἀναγκαιας τυχας , θυγατρος αἱματηρον ἐκπραξαι φονον . πως ; τις δ ' ἀναγκασει
9999987 ἀναβαλεσθαι
τοις Ὀλυμπιοις του περυσιν ἐνιαυτου ὀντος ἐκελευσε τους Ἠλειους Νερων ἀναβαλεσθαι αὐτα ἐς την ἑαυτου ἐπιδημιαν , ὡς ἐκεινῳ μαλλον
ἐπιεικειαν της κολασεως του ἀνδρος και οὐδ ' εἰς ἑτερους ἀναβαλεσθαι χρονους τας κρισεις των ἐν ταις αἰτιαις βουλομενου :
9999987 πολιτικοις
της δε δευτερας παραφθορας ὁ Λυσιας ἐν ἀστει διαγων και πολιτικοις καλινδουμενος πραγμασιν . Ἐτι και οὑτως ῥητεον : πεντε
λογων καλλιστος ἐν λεξει πεζῃ , οὐχ ὡς ἐν ζητημασι πολιτικοις ἀλλ ' αὐτο τουτο πανηγυρικος , ὁς οὐδε πολιτικος
9999987 ἀποφαινομενων
και παντων αὐτου μανιαν καταγινωσκοντων , τινων δε παραγηραν αὐτον ἀποφαινομενων , ὁ μεν Πεισιστρατος ἠδη τινας δορυφορους περιαγομενος προσηλθε
της χωρας ἀρετην θρυλουμενην ὑπο παντων οὐδεν χειρω της Ἰταλιας ἀποφαινομενων τι δει λεγειν ; σιτῳ δε και μελιτι και
9999987 ἀναιρεθεντος
ὁς ἐπι των ἑπτα χορδων ἑπταπυλους τας Θηβας ᾠκοδομησεν . ἀναιρεθεντος δε του Ὀρφεως ὑπο των Θρᾳκικων γυναικων την λυραν
μεχρι Σκιπιων , ὁ Πουπλιου Σκιπιωνος τουδε του περι Ἰβηριαν ἀναιρεθεντος υἱος , ἐπιπλευσας και δοξαν ἁπασιν ἐμβαλων , ὡς
9999986 ἀντιλαβεσθαι
γαρ ἀν ἀπετολμησε τοσουτον ἀναδραμειν ὁ ἀνθρωπινος νους , ὡς ἀντιλαβεσθαι θεου φυσεως , εἰ μη αὐτος ὁ θεος ἀνεσπασεν
ἐμου ] ? ἱνα εἰπῃς τηι ἀδελφηι [ ] μου ἀντιλαβεσθαι [ μου ] ? ; ὁ σωτηρ ἐφη [

Back