προτεθεντος : ἡ δε εὐβουλια μετα σκεψεως : ἐστι γαρ ἀγχινοια εὐστοχια τις : οὐκ ἀρα ἀγχινοια ἡ εὐβουλια ἐστι
περι του παντος του προτεθεντος εὐεπηβολως εἰπειν , ἡ δε ἀγχινοια της αἰτιας του προτεθεντος ζητηματος ἀποδοσις ταχεια ἐστιν ,
9999961 συμπιπτουσα
και τῃ ΔΖ δια του Γ παραλληλος ἠχθω ἡ ΓΗ συμπιπτουσα τῃ ΒΑ κατα το Η , και προσεκβεβλησθω ἡ
τῃ τομῃ , ὡσπερ και ἡ δια του Θ ἀπεδειχθη συμπιπτουσα τῃ τομῃ κατα τα Μ , Ν σημεια :
9999958 ἐμονομαχησεν
ἀλλα και ψευδομεθα μη ψευδομενοι , ὡς ὁταν εἰπωμεν Αἰας ἐμονομαχησεν Ἑκτορι : τουτο γαρ και ἀληθες και ψευδος δια
ὑπο ἑνος ὀνοματος ταυτα σημαινηται : ὁταν γαρ εἰπωμεν Αἰας ἐμονομαχησεν Ἑκτορι μη διορισαμενοι περι ποτερου των Αἰαντων ἀποφαινομεθα ,
9999957 ὠνομασμενη
ἐστι , Δωρικη πολις , μετα ταυτα Κασανδρεια δ ' ὠνομασμενη . Ἐν τῃ μεσογειῳ δ ' Ἀντιγονεια λεγομενη :
ἀλεκτρυονας θεωρους ' ἀσμενοι . Ἀλλ ' οἱα νυμφη βασιλις ὠνομασμενη μυροις Μεγαλλιοισι σωμ ' ἀλειφεται . Οὐκουν λαβων τον
9999956 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999956 ναυμαχιαις
πασαν οἰχεσθαι , γην δε και θαλατταν ἐκοσμησαν πεζομαχιαις και ναυμαχιαις , ὁσον εὐχοντο νικωντες . τον δ ' ἐξισουντα
και Δημοσθενους ἀποθανοντες Ἀθηναιων και των συμμαχων ἐν τε ταις ναυμαχιαις ἐν τε τοις κατα γην ἀγωσι και το τελευταιον
9999956 φιλοφροσυνην
ἐτι δ ' ἐπει προς , και το τελος φαινεσθαι φιλοφροσυνην . εἰ δε ταυτην προς φιλιαν . ἀλλως την
τους προηκοντας , προς δε τους ὁμηλικας ἀπλαστον ὁμοιοτητα και φιλοφροσυνην , συνεπιτασιν τε και παρορμησιν προς τους νεωτερους φθονου
9999956 κατεσκαψεν
τον δ ' ἀλλον ὀχλον ἀπεδοτο , την δε πολιν κατεσκαψεν . Ἐπι δε της ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα
πολεις τας ὑπο Μουσικανῳ τεταγμενας ἐπελθων τας μεν ἐξανδραποδισας αὐτων κατεσκαψεν , εἰς ἁς δε φρουρας εἰσηγαγε και ἀκρας ἐξετειχισε
9999956 Κολοφωνιων
, ὁπου ποτε ἐν τοις δυσκαταλυτοις πολεμοις το ἱππικον των Κολοφωνιων ἐπικουρησειε , λυεσθαι τον πολεμον : ἀφ ' οὑ
ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω τειχεος ποιευμενους
9999956 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999956 ἐκινειτο
ἀν εἰχε τα σωματα ὁπου ἠν οὐδε δι ' οὑ ἐκινειτο , καθαπερ φαινεται κινουμενα . παρα δε ταυτα οὐθεν
αὐτων . φλεγων ] θερμως κινουμενος . . ἐπνει ] ἐκινειτο . . Ἀρην ] καθα τον σιδηρον βλεποντων .
9999956 ἐχωρισεν
αἱ των ἀθλητων τε και στρατιωτων , προσθεις το λογικη ἐχωρισεν αὐτην των πρακτικων . παλιν ἐπειδη των λογικων ἀμφισβητησεων
ὀλου , αἱ δε μερικαι , προσθεις το ἐπι μερους ἐχωρισεν αὐτας των καθολου ἠτοι των φιλοσοφων : δια δε
9999955 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999955 δακτυλιος
ψυχῃ : ὡν γαρ εἰσηγαγεν ἑκαστη των αἰσθησεων , ὡσπερ δακτυλιος τις ἠ σφραγις ἐναπεμαξατο τον οἰκειον χαρακτηρα : κηρῳ
τυχοι , Ἀχιλλεως και κηρια πολλα παρακειμενα , ὁ δε δακτυλιος σφραγιζετω τους κηρους παντας . ὑστερον δε τις εἰσελθων
9999955 ἀποκρινομεθα
τινος ἐρωτησαντος δια το ἀποσβεννυσθαι το πυρ ἐν τοις νεφεσιν ἀποκρινομεθα : τι δε ἐστι βροντη ἐρωτησαντος , λεγομεν ψοφος
ἀνθρωπος ; ἠ ποσαχως ὁ ἁλιευς ἀγρευει τους ἰχθυας ; ἀποκρινομεθα δη και προς τουτο : μοναχως , διχῃ ,
9999955 ἀπομελι
, τοτε παλιν συμφερει μεταβαινειν ἐπι το ὑδαρες μελικρατον ἠ ἀπομελι παρεχειν αὐτο κατ ' ὀλιγον και μη ἀθροως :
και χωρις πυρετου το νευρωδες πεπονθοσιν . ὑδρομελι δε και ἀπομελι και μελιμηλον αὐτα μεν ἐφ ' ἑαυτων οὐκ ἐπιτηδεια
9999955 σπουδαζουσι
το γε ἐσχηκεναι προτερον τους ἑτερους , ὁ νυν οὑτοι σπουδαζουσι , που θησομεν ; και οὐκ ὀφειλειν , ὠ
ἐϋδμητων : μεγαλοδομητων . Ἁλιευς : ἁλιευτικος . ἐγκονεουσι : σπουδαζουσι , κοπιωσιν . Ἀφρακτον : ἀοπλον , ἀφυλακτον .
9999955 τελειοτατη
κοσμικης ἐστι φυσεως , και ὁπως ἡ νοερα ταυτης ἐπικρατει τελειοτατη ἐνεργεια : ὡστε οὐδ ' ὁπερ ἐκ των Ὁμηρικων
τουτο και ἡδονης . ἐστι μεν οὐν ἡ ἀριστη και τελειοτατη των ἡδονων ἡ αὐτη καθ ' αὑτην της ψυχης
9999955 φατρια
. . Ἀφρητωρ : φατριαν και συγγενειαν μη ἐχων . φατρια δε ἐστι κυριως το τριτον μερος της φυλης ,
παλιν εἰς τρια διῃρητο , ὡν ἑκαστον μερος τριττυς και φατρια ὠνομαζετο . παλιν δε των φατριων ἑκαστη εἰς γενη
9999955 θελουσα
διηγε και τον Δαφνιν ἐλανθανεν ἐπι πολυ , λυπειν οὐ θελουσα : ὡς δε ἐλιπαρει και ἐνεκειτο πυνθανομε - νος
Ἐν τῳ ποτ ' οἰκῳ προβατον εἰχε τις χηρη , θελουσα δ ' αὐτου τον ποκον λαβειν μειζω ἐκειρ '
9999955 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999954 δεδομενῃ
εἰδει εἰδος , ἀπο δε της ἑτερας χωριον παραλληλογραμμον ἐν δεδομενῃ γωνιᾳ , ἐχῃ δε το εἰδος προς το παραλληλογραμμον
. Κοσμει Σπαρταν ἡν ἐλαχες : ὁτι δει στεργειν τῃ δεδομενῃ τυχῃ και ἀνεχεσθαι . Καδμεια νικη : ἡ ἐπι
9999954 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999954 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999954 λαμβανοιεν
δυο αἰτιαϲ , ἠ διψῃ πολλῃ πιεζομενοι , εἰ μη λαμβανοιεν ποτον , ἠ λαμβανοντεϲ ποτον ἀπο πολληϲ πληρωϲεωϲ ἠ
ἐτι του Εὐκτημονος , μισθωται δε αὐτοι γενομενοι τας προσοδους λαμβανοιεν . Και ἐπειδη πρωτον τα δικαστηρια ἐπληρωθη , ὁ
9999954 θριαμβου
ταις ἀφῃρημεναις . Αὐτος δε ἐπανηλθε : και δοθεντος αὐτῳ θριαμβου , προςετεθη και το ἐπωνυμον του παππου : Ἀφρικανος
Ῥωμαιοις . Βιτουιος δε ὁ στρατηγος ἁλους μερος ἐγενετο του θριαμβου : και ἐπι τουτοις τοις ἐργοις ἑκατερος των ὑπατων
9999953 ἀμφισβητουσι
του , „ τους ἡγεμονας ἀνειλεν ὁ θεος φυλαττεσθαι και ἀμφισβητουσι προς ἑαυτους οἱ ῥητορες και οἱ στρατηγοι , ”
οἱ τον Εὐξεινον οἰκουντες το ἀγαλμα εἰναι παρα σφισιν , ἀμφισβητουσι δε και Λυδων οἱς ἐστιν Ἀρτεμιδος ἱερον Ἀναιιτιδος .
9999953 κατεστρεψατο
, ἠρχε νομιμως των Αἰγυπτιων και μεγαλης ἐτυγχανεν ἀποδοχης . κατεστρεψατο δε και τας ἐν Κυπρῳ πολεις και πολλα των
των ἐθνων ἀκολουθως Κτησιᾳ τῳ Κνιδιῳ πειρασομεθα συντομως ἐπιδραμειν . κατεστρεψατο μεν γαρ της παραθαλαττιου και της συνεχους χωρας την
9999953 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999953 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999953 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999953 ὠνομασαν
ἀνεχοντα της γης . ἠδη δε τινες των ἰατρων τιλους ὠνομασαν ταυτας τας τριχας . καλουνται δ ' ὀφρυων κεφαλαι
του ὁριζοντος γωνιων ἐμφανιζεσθαι . Τους γαρ ἀνεμους ἀλλοι ἀλλως ὠνομασαν των παλαιων , δυνατον δε ἐστιν τῳ βουλομενῳ ἀπο
9999953 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999953 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999953 ἀπαγγελιαν
ἐτι δε προς τουτοις ἀνασκευαζομεν και κατασκευαζομεν . την μεν ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας
γεροντος πιθηκου . Και ταυτα μεν ταυτῃ . Την δε ἀπαγγελιαν βουλονται περιοδων ἀλλοτριαν εἰναι γλυκυτητος ἐγγυς . Ὁ δε
9999953 τοιχῳ
ἠν ἐγω ζητουμενος τε ἀει και καλουμενος και προς τῳ τοιχῳ λογων ἀκουων ὡν οὐκ ἀλλοι . το οὐν ἐκ
των ἰσχιων : και ἡ ἐντομη , ἡ ἐν τῳ τοιχῳ τῃ σανιδι , μη εὐθεια ἐστω , ἀλλ '
9999953 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999953 ἀναγκαζοιτο
και το καλως ἐχον συμβαινῃ αὐτῳ , οἱον εἰ θεωριας ἀναγκαζοιτο [ ὁ ] ὑπερ πατριδος ἠ μονομαχιας συνισταν ἠ
ἐν προβολῃ τοις πολεμιοις ἐτιθετο , ἱνα μηδ ' ἀκων ἀναγκαζοιτο πολεμειν . Δομιτιος δε , φιλοτιμουμενος τον πολεμον ἐφ
9999953 ἐχρησατο
, παρα το στομα και τον ὀμφακα . συνθετῳ λεξει ἐχρησατο ἀπο του στοματος και του ὀμφακος , ἱν '
ἰασιν . Και ὁ Πλατων ἐν τῳ Συμποσιῳ οὑτως αὐτῃ ἐχρησατο . Ἁλων δε φορτος ἐνθεν ἠλθεν ἐνθ ' ἐβη
9999953 εὐπραγιαις
αὐτοις ἐχρην λεγεσθαι , εἰ τ ' ἐπι ταις μεγαλαις εὐπραγιαις , ἐξ ὡν δοξα τις ἐπιφανης ἠ δυναμις ἐγενετο
ἀνδρος οὑτω και πολεως ὁλης , εἰ μη διαφθαρησεται ταις εὐπραγιαις , ἀλλ ' εὐμενως και μετριως φεροι τἀγαθα .
9999952 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999952 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999952 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999952 πολυειδες
και ἐφ ' ὁσον το τε των ἐνεργειων και δυναμεων πολυειδες και διαφορον , και περι τουτων ἐντελως τι παρηκαν
και ἐστι το μετεχομενον μονοειδες μεν κατα την ὑπαρξιν , πολυειδες δε κατα μεθεξιν , ἀλλοτε ἀλλοιον δια την αὐτων
9999952 κατηντησε
του φοβουμενος . . [ ἀπεπτατο : Εἰς το αὐτο κατηντησε του γελοιου χαριν . ] [ ὡς ἀνδρειος εἰ
τον αὐτον δε τοπον και το πεζον στρατοπεδον των Πελοποννησιων κατηντησε και πλησιον του στολου κατεστρατοπεδευσε . Φορμιων δε τῃ
9999952 ἐπαιδευσεν
δυο ὑεις ἐθρεψεν , Μελησιαν και Στεφανον , και τουτους ἐπαιδευσεν τα τε ἀλλα εὐ και ἐπαλαισαν καλλιστα Ἀθηναιωντον μεν
τῳ στρατηγουντι Σαρακηνων ἀνεμνησε με των ἐν Αἰγυπτῳ , οὑς ἐπαιδευσεν ἡσυχαζειν οὑτος ὁ την Παλαιστινην ἡμιν κυβερνων . μοιρα
9999952 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999952 χρυσια
εἰη τον χρυσον χρυσια : ὁτι τους κορακας τἀξ Αἰγυπτου χρυσια κλεπτοντας ἐπαυσαν . οἱ μεν οὐν χαλκοι νομισματιον ἠν
' ἀλμυρον ποντον : πολλα δ ' [ ἐλιγματα ] χρυσια κἀμματα πορφυρα [ ] καταυτνα [ ! ! ]
9999952 ἀφρονα
δε του δημου . ἐαν μεν οὐν της βουλης τον ἀφρονα δημον ἀρχειν ἐωσιν , ὁμοια πεισεσθαι αὐτους ἐφη τοις
ζητει τις ; στεργε , κἀν μη ἀδικον ἠ μη ἀφρονα ἠ μη ἀκολαστον ἠ μη δειλον ἠ μη παντελως
9999952 κατεκτανε
οὐλομενῃ ἀλοχῳ οἰκονδε καλεσσας , δειπνισσας , ὡς τις τε κατεκτανε βουν ἐπι φατνῃ . ὡς θανον οἰκτιστῳ θανατῳ :
μεν τοδε σημα παλαι κατατεθνειωτος , ὁν ποτ ' ἀριστευοντα κατεκτανε φαιδιμος Ἑκτωρ και παλιν Ἑκτορος ἡδε γυνη , ὁς
9999952 εὐποροι
κοιμισαντας . Ἐπαινεισθωσαν δε και εὐδοκιμειτωσαν , ὁσοι ἀν ὀντες εὐποροι τοις ἐνδεεστεροις ἐπαρκωσιν , ὡς τεκνα και ἀμυντορας σῳζοντες
' ἑαυτων θηρασωσι τα του οἰκειου θεου , τοτ ' εὐποροι γινονται . Μανθανουσι τε και αὐτοι μετερχονται , ὡς
9999952 ἀπετιθεντο
ἀλλα και ἑκαστου των μοναδικων ἀριθμων των ἀχρι δεκαδος ἰδεαν ἀπετιθεντο : ἁπλουστατοι γαρ οὑτοι και εἰδικην ἐχοντες προς ἀλληλους
χρηματα φυλασσοντες , ἁ προτερον κοινῃ οἱ Ἑλληνες ἐν ἀδηλῳ ἀπετιθεντο . „ πληρη μασχαλισματων „ . εἰρηκε τον μασχαλισμον
9999952 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999951 ἀπεψια
γενει αἱ διαφοροι συστασεις γινονται . Ἐπει δε ἡ τυχουσα ἀπεψια ἠ δι ' ἀτονιαν γινεται της ἐμφυτου δυναμεως ,
' ἑκαστῃ τουτων ἠτοι ἐπικρατουσῃ ἠ ἐπικρατουμενῃ πασα πεψις και ἀπεψια γινεται , ἐφ ' αἱς δηλονοτι και των συστασεων
9999951 ἀπεχωρησεν
και παθος μεγα τουτο Κορινθιοις ἐγενετο . το δε πληθος ἀπεχωρησεν αὐτοις της στρατιας ἐπ ' οἰκου . Ἠρξαντο δε
Λαοδαμας συν τοις ἐθελουσιν ἑπεσθαι Θηβαιων ὑπο την ἐπιουσαν νυκτα ἀπεχωρησεν ἐς Ἰλλυριους . τας δε Θηβας ἑλοντες οἱ Ἀργειοι
9999950 ἀφροσυνην
ὡς οὐ δεοι ὁδοιπορειν . ὁ δε ὡς ἐγνω την ἀφροσυνην αὐτων , ἐπεψηφισε μεν οὐδεν , τας δε πολεις
ἐν αὐλῃ . Πολλων οὐν φονευομενων ἀλληγορικως Ὁμηρος την βαρβαρικην ἀφροσυνην ὑπο Διομηδους τετρωσθαι παρεισηγαγεν . Ὁμοιως δ ' ὁ
9999950 κολλαν
ἀσφαλτος . και τοις μεν χυτοις χρη τα οἰκοδομηματα συνδειν κολλαν , συναπτειν , συναρμοττειν συμπηγνυναι , συμβαλλειν , τιτανῳ
προϲτιθεμενην . Ναρκιϲϲου ἡ ῥιζα ξηραντικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ κολλαν τραυματα μεγιϲτα μεχρι και των κατα τουϲ τενονταϲ διακοπων
9999950 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999950 Πελοπιδων
δομος ἀσυστατοισι δεσποτων κεχρημενος τυχαις , ἀλαστωρ τ ' εἰσπεπαικε Πελοπιδων . ἀστυτος οἰκος , κοὐτε βυσαυχην θεας Δηους συνοικος
την Τροιαν ἀφικομενης . πρωτον μεν γαρ τους Ἡρακλειδας των Πελοπιδων ἀμεινους ἡγουντο ἀρχοντων ἀρχοντας ἐχειν , ἐπειτ ' αὐ
9999950 ἐσημειωσαντο
ἀριθμος : τεταρτον δε , ὁ και οἱ προσθεν παντες ἐσημειωσαντο , οἱ ἐν τοις ἐλαττοσιν ὁροις λογοι συγκρινομενοι προς
της ἐκλειψεως αὐτης θανατον ἀνθρωπων ἁπανταχου σημαινει . Καθολικως δε ἐσημειωσαντο Αἰγοκερωτι , Ὑδροχοῳ , Ἰχθυσι , Κριῳ ἐκλειψεως γενομενης
9999950 ἀδελφοιν
ἀλλ ' ἁμα ἐν τῳ αὐτῳ ἀποτιστεον διπλην ἐκτισιν δυοιν ἀδελφοιν , την μεν προτεραν τε και πρεσβυτεραν και τροπον
πολεων ἀνοιᾳ . τουτο δε ἀρα εἰδε καλως και τοιν ἀδελφοιν τοιν Παιονοιν ὁ νεωτερος . την γαρ αὐ μεγαλην
9999950 ἐπαινεσομεθα
τα των Λακεδαιμονιων ἁρμοττει γενεσθαι : οὐτε γαρ ἐν Ἀθηναις ἐπαινεσομεθα την ξενηλασιαν , οὐτε ἐν Λακεδαιμονι το τοις ξενοις
των τους τριβωνας ἠμφιεσμενων τουτου κατηκοον ἰσμεν , και τουτον ἐπαινεσομεθα και ζηλωσομεν , ὡς αὐτῳ γε οὐκ ἐξεγενετο Σωκρατει
9999950 Ἀμφιαραος
τουτο οὐ συγκοπη , ἀλλα μετασχηματισμος : ἀπο γαρ του Ἀμφιαραος Ἀμφις , ὡς παρ ' Αἰσχυλῳ , ὡσπερ ἀστραγαλος
λιπαρω . χθονα ] την γην . μαντις ] ὁ Ἀμφιαραος . κεκευθως ] κρυφθεις . κεκευθως ] κρυβεις .
9999950 στρατοπεδα
διδοναι . και Σευθην ἐκελευον παραγγειλαι ὁπως εἰς τα Ἑλληνικα στρατοπεδα μηδεις των Θρᾳκων εἰσεισι νυκτος : οἱ τε γαρ
δη μισθοφοροις χρωνται στρατιωταις οἱ βαρβαροι ὡσπερ Ῥωμαιοι , οὐδε στρατοπεδα ἐχουσι συνεστωτα και μενοντα , πολεμου τεχναις ἐγγεγυμνασμενα :
9999950 δεδοικεν
οἰει με ἀνδρεια καλειν , ἁ δι ' ἀνοιαν οὐδεν δεδοικεν ; ἀλλ ' οἰμαι το ἀφοβον και το ἀνδρειον
και τους ὀνυχας σου ἐκτιλῃς . ταυτα γαρ ἡ κορη δεδοικεν . ” ὁ δε εὐθεως δια τον ἐρωτα ἑκατερα
9999950 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999950 συμπληρουν
οἰκου τε και πολεως και , το μεγιστον , κοσμου συμπληρουν ὀφειλει το ἀπογινομενον τουτων ἑκαστον , ἐαν μελλῃ μητε
και διαβαλλει την πολιν ἐν οἱς λεγει : καθολου δε συμπληρουν δει το παραγραφικον , ἐπαναγοντα ἐπι την διαβολην της
9999950 φυλακην
των οὐ ταὐτα βουλομενων ὁπλιται τε ἠλθον και στρατια ἐς φυλακην : ἡς ἐπεξελθουσης ἐκ της Σπαρτωλου ἐς μαχην καθιστανται
παρεισαχθεις ὑπο των ἀλλοτριως ἐχοντων προς Ἀλεξανδρον της μεν πολεως φυλακην ἀπελιπε , των δε φιλων των Ἀλεξανδρου καταφυγοντων εἰς
9999950 κινδυνευσας
ἐσται δε θεοσεβης , εὐχρηματιστος , και περι τον τραχηλον κινδυνευσας θανατον ὑποστηναι ἐκφευξεται , τινες δε των τοιουτων και
πολεμιων μεν ἐλαττους ἀνελων , τῳ δ ' ἰδιῳ σωματι κινδυνευσας ἡττον , προκριθησεται του πρωτευοντος ἐν ἀμφοτεροις . ἀλλα
9999950 ἀφαιρουσα
ἐαν δε τῳ ♀ ἠ ☿ συσχηματισθη κατα την κατακλισιν ἀφαιρουσα τοις ἀριθμοις ἠ και τῳ φωτι ληγουσα , μειωθησεται
ἐν τοις ἐκλειπτικοις μητε κατα μηκος ἠ πλατος τοις ἀριθμοις ἀφαιρουσα μητε εἰη ἐν τῳ νοτιῳ περατι μητε ἐν ταις
9999950 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999950 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν
9999950 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999950 κατεποθη
ὡς ἐπῃνεσεν ὁ Ἀδραστος εἰς Ἀμφιαραον . οὑτος ὑπο γης κατεποθη πολεμων ἐν Θηβαις . τις οὐν του Ἀδραστου προς
ἱερεως κοσμον , στρατηγησας και πολλους φονευσας , ὑπο γης κατεποθη . Ὁ Αἱμιλιος δε βωμον ἱδρυσας , ἐνικησε και
9999950 σπλαγχνοις
' εἰς ἀκμην ἡκοι και τῳ προσωπῳ προσβαλοι και τοις σπλαγχνοις ἑδρασειεν , ἀνελπιστος . δει οὐν τουτους φλεβοτομειν μετ
συνεψεθηναι ἠ εἰς ζεμα χαμαιμηλων προσηνες και εὐκρατον ἐπιπλασθεν τοις σπλαγχνοις . οὑτω γαρ το ζεον πραϋνθησεται και τα διατεταμενα
9999950 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999950 ποιησομεθα
ἑκαστην αὐτων , λεγω δη των Ἐμπειρικων και Μεθοδικων , ποιησομεθα . ἐστι δε ἰδια των Ἐμπειρικων ταυτα : ἡ
ἀριθμων ἠ αἰσθητως δι ' ἀκοης ἀναληπτεον . ὁρους τοινυν ποιησομεθα τουτο θεωρειν πειρωμενοι προσλαμβανομενον μεν θ͵σιϚ : μεση δε
9999950 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999950 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999950 ὑπηρετουν
στρατηγῳ περι του μεγεθους της δυναμεως , και παντα προθυμως ὑπηρετουν . ὁ δε Ἀννιβας το τε θερος ἐκεινο και
ὑπεδει , ἀλλος ἐτρεφεν , ἀλλος ἐνοσοκομει , ὀλιγα αὐτῳ ὑπηρετουν . νυν δε ταλας οἱα πασχω πλειοσι δουλευων ἀνθ
9999949 νοτιωτεροι
γνωριζομενων : ἠδη δε τἀπεκεινα δια ψυχος ἀοικητα ἐστι : νοτιωτεροι δε τουτων και οἱ ὑπερ της Μαιωτιδος Σαυρομαται και
αὐτου παραλληλου κεινται , ἀλλα πολλῳ εἰσιν ἀλληλων οἱ μεν νοτιωτεροι , οἱ δε βορειοτεροι : ἐπειτα ἐαν τουτο παραπεμψαντες
9999949 κινδυνευουσαν
την μητερα , την τρεφουσαν , την δι ' ἐμε κινδυνευουσαν , ἐπι το ξιφος ἑωρων . περας δ '
ἀτοπον , ὡστε την δυναμιν ἀνακαλεσασθαι ἀπο της ἀγαν ἀγρυπνιας κινδυνευουσαν . εἰ δε ἀσθενεια δυναμεως εἰη , φευγε παντελως
9999949 ἐχωρησεν
βασιλειας οὐτε ἡ βασιλεια προς ἀλλο χωριον οὐδεν πλην ταυτης ἐχωρησεν . ἡ δε των φορων συνταξις οὐθ ' ὑμετερα
ἀφ ' ἡς ἐπραχθη διαθεσεως , και εἰς ὁ τελος ἐχωρησεν , ἀναλογιζομεναι , μετριως αὐτο ἐφερον . Κατεσκηψε δ
9999949 ἀγανακτησις
και χλευασμον ἐπι τῳ δολοφονησαι δοκουντι . ἡ μεν οὐν ἀγανακτησις ἐπι τῃ του δεδρακοτος γνωμῃ γινεται , ὁτι το
ἐπηκοῳ στας ” ἀνδρες ” εἰπεν , „ ἡ μεν ἀγανακτησις ὑμων εὐλογος και δικαια : χρηστα γαρ ἀφ '
9999949 κλητικην
και συνῃρημενη κατα την τελευταιαν συλλαβην ἐχει την αἰτιατικην και κλητικην ὁμοφωνον αὐτῃ , . , . . . ,
κατα τας ἑξης πτωσεις , τουτου χαριν οὐτε κατα την κλητικην φυλαττει αὐτην ἀλλ ' ἀποβολῃ του ς ποιει την
9999949 φρουρια
τε και εὐηλατα . ἀφικομενος δε ὁπου ἠν αὐτοις τα φρουρια και ἡ φυλακη , ἐνταυθα ἐδειπνοποιειτο , ὡς πρῳ
ἐχειρωθη πασα ἡ τουτων και κατεστραφη πολισματα τε ἑαλω και φρουρια ὀλιγου δειν τριακοσια και οἱ τουτων ἡγεμονες ἐληφθησαν :
9999949 ἀπεφαινετο
κοσμικων αἰωνιας διαμονης την “ κρατιστευοισαν ” και αὐτογενη συνοχην ἀπεφαινετο εἰναι τον ἀριθμον : Ἱππασος δε και οἱ ἀκουσματικοι
δει τυχειν αὐτον προϊοντος του χρονου . προς δε τουτοις ἀπεφαινετο διοτι παντα γινεται τα καλα και παρ ' ἀνθρωποις
9999949 πιουσα
' ὑδαρες οὐτ ' ἀκρατον . οἰδ ' ἐγω ποτε πιουσα . ἐαν δε τοὐργαστηριον ποιητε περιβοητον , κατασκεδω ,
ἐμβαπτουσα ἐς μελι , και μελικρητον χλιερον ὁσον κοτυλας τεσσαρας πιουσα , ἐπειτα , ἐπην φαγῃ , σμικρον ἐπισχουσα ,
9999949 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999949 ἐποιησε
. κρατησειν ] κυριευσειν . πως ταδ ' ] ἁ ἐποιησε . . δεδοικα μη πολυς ] φοβουμαι , φησι
διο και τας τιμωριας ὁ Σολων τοις μεν ἰδιωταις βραδειας ἐποιησε , τοις δε ἀρχουσι και δημαγωγοις ταχειας . „
9999949 θαυμαστα
τον τοπον ἀθεωρητον . προ δε της εἰσοδου πεφυκεναι δενδρα θαυμαστα , τα μεν καρπιμα , τα δε ἀειθαλη ,
ἐκχαυνουν τον πολυν λαον . ἐν τοισι γαρ τουτοισι ταυτα θαυμαστα ἐστιν , ἠν ἠ κρεμαμενον ἰδωσιν ἠ ῥιπτομενον .
9999949 Φοινισσας
. ὁ Φρυνιχος τραγῳδιας ἐγενετο ποιητης : ἐγραψε δε δραμα Φοινισσας ὀνομαζομενον , ἐν ᾡ μεμνηται Σιδωνους τινος . ἀπο
οὐδεπω ἐν τῳ αὐτῳ εἰσιν , ἀλλα τας παρα Τισσαφερνους Φοινισσας ναυς μενοντες , ἀλλως ὀνομα και οὐκ ἐργον ,
9999949 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999949 ἀνασσα
: τι παθω , πατερ , τι ῥεξω ; Φιλιης ἀνασσα πηγης , ζαθεῳ βρεμουσα κεντρῳ , φιλομειλιχος γελωσα Παφιη
Τρῳαι Δαναοισιν ἐπεστεναχοντο δαμεισαι : ἰσην δ ' αὐ και ἀνασσα φερεν και δμωις ἀναγκην . Ἀλλ ' οὐ μαν
9999949 διαιρετικη
και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες γαρ αὑται , διαιρετικη , ὁριστικη , ἀποδεικτικη , ἀναλυτικη , ἐπειδη και
ὑπογραφην της ἰδιαιτατα , κἀν τε συστατικη ᾐ κἀν τε διαιρετικη . και ὑπογραφει διχως ἑκαστην , ἀλλα νυν μεν
9999949 ἐλευθερια
και το μεν σοφιαν ] το δε ἐξ ἀμφοιν ἐργον ἐλευθερια . Ταττε δη μοι παν , ὁσον θεωρητικον τεχνης
δει δη οὐν και ἀναγκαιον μεταλαβειν ἀμφοιν τουτοιν , εἰπερ ἐλευθερια τ ' ἐσται και φιλια μετα φρονησεως : ὁ
9999949 ἐρημα
τον Ἐρυμανθον τερπομενη καπροισι και ὠκειῃς ἐλαφοισιν . ἐπει δε ἐρημα λεοντων ταδε τα ὀρη , και μαλα γε εἰκοτως
τις πασων των πολεων πυθηται και ἀκουσῃ τα Σουσα ἀνδρων ἐρημα γενομενα , τουτεστι μη γενοιτο ποτε ἀφανισθηναι την των
9999949 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999949 λιμενες
πινακες οἱ πτυκτοι : ἀλλαι γαρ ἀλλους ἀκραι σχηματιζουσι : λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι
κολπου . μετα δε Γλυκυν λιμενα ἐφεξης εἰσι δυο ἀλλοι λιμενες , ὁ μεν ἐγγυτερω και ἐλαττων Κομαρος ἰσθμον ποιων
9999949 κατελεξε
τε δυω και εἰκοσι πασας . χειμωνας γαρ και θερη κατελεξε , ποας εἰπων τον χλωρον σιτον ἠ ὀλιγον προ
οὐ καθαπερ ὑμων ἐνιοι δεκαζομενος ζω και μοιχευων . και κατελεξε τινας ἐπ ' ὀνοματος των ταυτα πραττοντων . ταυτα
9999949 δριμυτατου
, μια δε του νιτρου . μετα δ ' ὀξους δριμυτατου καταπλαστεον , και πυρινον δ ' ἀλευρον συν δαφνισι
χρονιους λειχηνας . ] Καππαρεως φυλλα τριψας μετ ' ὀξους δριμυτατου μετα ἰσου μελιτος ἐπιτιθει . ἀλλο . λαπαθου φλοιον

Back