υ . Τὸ δὲ ξ ἐπικείμενον ἔχον τὸ ε ξέϲτην ϲημαίνει , ξε : εἰ δὲ ο ἔχει , ὀξύβαφον
φανεῖϲα μᾶλλον ἀπεψίαϲ ἐϲτὶ γνώριϲμα καὶ χρονίαν τὴν ὀφθαλμίαν γίγνεϲθαι ϲημαίνει . δεῖ οὖν ἐπὶ τούτων παρηγορικῶϲ θεραπεύειν γλυκέϲι κολλυρίοιϲ
7732004 κερατιον
κεράτια ἕξ . Ὁ ὀβολὸϲ κεράτια τρία . Ἡ θέρμη κεράτιον ἓν ἥμιϲυ . Ἡ παροξὶϲ κεράτιον ἓν ἥμιϲυ .
καὶ λοξὴν εὐθεῖαν γραμμὴν τέμνουϲαν τὴν κάτω κεραίαν αὐτοῦ , κεράτιον δηλοῖ , # ε . εἰ δὲ υ ,
7687433 μεϲον
] τ ! [ ! ! ! αὐτὰϲ ] εἰϲ μέϲον ] νο ? ? [ ! ! ] !
γλεῦκοϲ , εἰ δὲ ἀποκροῦϲαι , αὐϲτηρόν : τὸ δὲ μέϲον μεταξύ πώϲ ἐϲτιν . Μέλιτοϲ λι . α ,
7441859 γεγενημενοϲ
τὴν οὐϲίαν : καὶ γὰρ δριμὺϲ ὡϲ ἂν ἐκ ϲηπεδόνοϲ γεγενημένοϲ καὶ ψυχρὸϲ ἐκ τῆϲ ὀξώδουϲ ποιότητοϲ : δι '
[ ἐπρίατο ] ? ? [ . Τροιζήνιοϲ ] ? γεγενημένοϲ [ ] [ κατὰ τοὺϲ νόμουϲ , κατὰ τοὺϲ
7383037 νομουϲ
Τροιζήνιοϲ γεγενημένοϲ [ κατὰ τοὺϲ νόμουϲ , κατὰ τοὺϲ [ νόμουϲ ] γεγενημένοϲ [ ] [ Τροιζήνιοϲ , ἔχων ]
! ϲ : ἡ δ ' ἐξουϲία μεταφέρουϲα ] τοὺϲ νόμουϲ [ ] ουϲιν ἐνμένειν : ] ν ? οὗτοϲ
7086853 ἡμιωβολον
ὀδύναις πίνειν φάρμακα τῶν ἀνωδυνίαν ἐμποιούντων τοιάδε : κωδύας πεφωγμένης ἡμιώβολον , στύρακος τὸ ἴσον , λιβάνου ὀβολὸς αʹ ,
ἔχει ἡμιωβόλου τὸ τέταρτον : ὥϲτε τοὺϲ τέϲϲαραϲ χαλκοῦϲ ἄγειν ἡμιώβολον . Ὁ ϲτατὴρ ἄγει ⋖ δʹ : καλοῦϲι δὲ
7029083 μεϲωϲ
τῶν μύρων ταῖϲ ψυχροτέραιϲ τῶν κεφαλῶν μᾶλλον ἁρμόδια ἢ ταῖϲ μέϲωϲ θερμαῖϲ ἐν χειμῶνι , ταῖϲ γὰρ θερμοτέραιϲ οὐκ ἐπιτήδεια
μέρη τοῦ νάπυοϲ πρὸϲ ἓν τῶν ἰϲχάδων , εἰ δὲ μέϲωϲ , ἴϲον ἑκατέρου , εἰ δὲ πραοτέρωϲ , τρίτον
6907092 πρωτοϲ
ὁμαλὸϲ ὁ τοιοῦτοϲ καλεῖται ϲφυγμόϲ : εἰ δὲ ὁ μὲν πρῶτοϲ καὶ ὁ δεύτεροϲ καὶ ὁ τρίτοϲ ἴϲοι φανεῖεν ,
καὶ τοὺϲ τεχνικοὺϲ αὐτοῦ διοριϲμοὺϲ οὐ παροπτέοϲ ἡμῖν ἔϲται . πρῶτοϲ τοίνυν τῆϲ φλεβοτομίαϲ ἐϲτὶ ϲκοπὸϲ ἡ τοῦ πλεονάζοντοϲ αἵματοϲ
6842404 καυθειη
ὡϲ τὸ τῆϲ ἐλάφου κέραϲ μετὰ τὸ πλυθῆναι , εἰ καυθείη , καὶ δυϲεντερίαν καὶ πτύϲιν αἵματοϲ καὶ τὰϲ καλουμέναϲ
οὐλὴν ἄγει , οἷον σμύρνα , λιθάργυρος , καὶ εἰ καυθείη , ὄστρεον , πίτυος φλοιὸς σὺν κηρωτῇ μυρσίνῃ ,
6785799 χοαϲ
. Ὁ μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα ιβʹ . Τὸ δὲ ἡμίεκτον χόαϲ μὲν βʹ , χοίνικαϲ δὲ δʹ . Ὁ δὲ
ὁ ὀβολὸϲ ἔχει χα η . Τὸ Ἰταλικὸν κεράμιον ἔχει χόαϲ η , ὁ χοῦϲ # Ϛ , ὁ #
6761126 ἑτεροϲ
καὶ θραϲεῖν [ ἐπ ' | ἔϲχατα ] , ϲταδίοιϲιν ἕτεροϲ , ἄλλοϲ ἀροτὴρ [ μέγα | φρονεῖ : ]
δοξάντων τότε ? ] τωϲ ἐβουλεύϲω καλῶϲ φανήϲεθ ] ' ἕτεροϲ [ ] ἄξιοϲ ] ικοϲ ? δὲ προὔλαβεϲ μέροϲ
6712415 Ζευϲ
κέλευε Δωρι ? ? [ ἀγένειον εἶ παιδάριον [ ὁ Ζεὺϲ ἀπολέϲαι κα [ πέπρακα . Δωρί , χαῖρε [
! ! ! ! ! ] υϲμα ? [ ὁ Ζεὺϲ ] ὁ ϲωτὴρ α ? ! [ ἐμὲ ]
6700535 μν
ἔχον κατὰ τὸ μέϲον αὑτοῦ τὸ ν μνᾶν δηλοῖ , μν : εἰ δὲ τὸ ε , μέδιμνον , με
! ! ] [ ! ! ! ! ! ] μν [ ! ] τοῦ τυχτω [ ! ! !
6680717 ἡμιϲυ
τὸν ἀνὰ ϲάρκα ὕδερον . πίνεται δὲ ὅϲον κοχλιαρίου τὸ ἥμιϲυ τῆϲ τέφραϲ . δυϲουρίαϲ δὲ πάϲηϲ ἐξ οἱαϲδήποτε προφάϲεωϲ
. Ὁ ὀβολὸϲ κεράτια τρία . Ἡ θέρμη κεράτιον ἓν ἥμιϲυ . Ἡ παροξὶϲ κεράτιον ἓν ἥμιϲυ . Ὁ κύαθοϲ
6671850 πληρηϲ
ἔχων τὸ λευκὸν ἐπὶ τῆϲ ἕλικοϲ , ἐπιμήκηϲ ὁλομερὴϲ εὔτροφοϲ πλήρηϲ ἄθραυϲτοϲ ἀλιπήϲ , βάπτων μὲν τῇ παραπιέϲει τοὺϲ δακτύλουϲ
ϲιν προϲποιοῦνται οὐδενὸϲ γε ! [ ] ! υ ἀντὶ πλήρηϲ ὤν : ἄκρωϲ ἄρ ' ημαιν ! ! [
6630233 ποϲον
ταπεινούμενοϲ καὶ κοιλαινόμενοϲ καὶ τὸ ὅλον μικρότεροϲ γιγνόμενοϲ καὶ ἐπὶ ποϲὸν ἀμαυρότεροϲ ἐμποδίζει τὸ ὁρᾶν . ϲυμβαίνει δὲ τοῦτο πολλάκιϲ
τῆϲ δυνάμεωϲ , οὔτε δὲ [ τὴν ] κατὰ τὸ ποϲὸν τῶν διαϲτάϲεων οὔτε κατ ' ἄλλο γένοϲ . ἀλλ
6628796 Δημεα
. . ὄρνιθας ἀποστέλλει . βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ Δημέα , προκατέλαβες ὅρασιν . ἐμοὶ παράστα : τὴν θύραν
, ὄλεθρος . ἀλλὰ τί ; οὐ γὰρ περιέσται . Δημέα , νῦν ἄνδρα χρὴ εἶναί ς ' : ἐπιλαθοῦ
6614918 λῃς
τὰς σύριγγας , ἐνίκασας γὰρ ἀείδων . αἰ δέ τι λῇς με καὶ αὐτὸν ἅμ ' αἰπολέοντα διδάξαι , τήναν
ἀκμαζόντων : Ἄμμες δέ γ ' ἐσμὲν , αἰ δὲ λῇς , πεῖραν λαβέ : ὁ δὲ τῶν νηπίων καὶ
6610663 ὑποϲταϲιν
ὀφθῆναι πρῶτον ἐν τοῖϲ οὔροιϲ νεφέλην μέλαιναν ἢ ἐναιώρημα ἢ ὑπόϲταϲιν μέλαιναν , εἶναι δὲ καὶ ϲύμπαντα ϲημεῖα καὶ ϲυμπτώματα
λείαν καὶ ὁμαλὴν ἔχον ὑπόϲταϲιν . ἀεὶ γὰρ ὑγιαίνοντοϲ οὖρον ὑπόϲταϲιν ἔχει τοιαύτην . ὑποδεέϲτερον δὲ τὸ ἔχον ἐναιώρημα λευκὸν
6578929 πλαδαρον
τῶν πλοϊζομένων ἐμφερῶς . διὰ τοῦτο καὶ τὰ οὕτω τρεφόμενα πλαδαρὸν ποιεῖ τὸ σῶμα καὶ πρὸς τὰς νόσους εὐεπηρέαστον ,
τὴν μεγάλην δύναμιν ἔχον , ἀλλὰ τὸ στρυφνὸν καὶ τὸ πλαδαρὸν , καὶ τἆλλα ὅσα μοι εἴρηται , καὶ ἐν
6566303 κυπταζεις
. ἰαμβικοὶ τρίμετροι λβʹ , ὧν τελευταῖος χώρει : τί κυπτάζεις ἔχων περὶ τὴν θύραν ; ἄγε δή , κάτειπέ
” κυπτάζεις “ : στραγγεύῃ , διατρίβεις οὕτως ἐνταῦθα . κυπτάζεις ] ἀναβάλλῃ . ἀλλ ' ἴθι χαίρων : παράβασις
6564727 ξο
δὲ ἀνάπαλιν τὸ μὲν φωτίζον ᾖ μεῖζον , καθάπερ τὸ ξο , τὸ δὲ φωτιζόμενον ἔλαττον , οἷον τὸ πρ
ε . εἰ δὲ τὸ ο ἔχει , ὀξύβαφον , ξο . Εἰ δὲ κ καὶ ρ ἐπάνω ἔχουϲι μ
6551679 δευτεροϲ
καὶ τριῶν βραχειῶν % πεντάχρονοϲ , οἷον Ϲτηϲίχοροϲ : παίων δεύτεροϲ ἐκ βραχείαϲ ˘ καὶ μακρᾶϲ – καὶ δύο βραχειῶν
καὶ πέμπτοϲ ποὺϲ ἐπιδέχεται τούτων τὸν ἐμπίπτοντα . ὁ δὲ δεύτεροϲ καὶ τέταρτοϲ ποὺϲ τοὺϲ ἀπὸ βραχείαϲ ἀρχομένουϲ ἐπιδέχονται .
6549804 ἐχρηϲατο
ϲκοτωματικοῖϲ : τούτῳ ἕτερόϲ τιϲ ϲτομαχικευόμενοϲ , καταπίπτων ϲυνεχῶϲ ἐπιληπτικῶϲ ἐχρήϲατο καὶ ϲφόδρα ηὐχαρίϲτηϲεν . ἐϲτὶ δὲ ἄνοϲον τοῖϲ ϲυνήθωϲ
καὶ μολύνων τῷ φαρμάκῳ ἐντίθει . Ἄλλο , ᾧ Ἀντίπατροϲ ἐχρήϲατο . [ χαλκάνθου ϲανδαράκηϲ ἴϲα λεάναϲ ἐμφύϲα καὶ διὰ
6548074 βουλομενοϲ
] παράξων ? [ παῖ , παιδίον , παῖ [ βουλόμενοϲ ε ! [ εὖ ? μοί νυν οἰκτρόν [
ξηροτέρων τῇ κράϲει ζῴων δώϲειϲ τὴν ϲάρκα , θερμαίνειν δὲ βουλόμενοϲ τῶν θερμοτέρων καὶ ψυχροτέρων καὶ ὑγροτέρων ὁμοίωϲ τοῖϲ καταλλήλοιϲ
6510705 μεδιμνον
ἤχων ὀργάνων τούτῳ τῷ ποταμῷ ἀναπέμπουσι . τέλος δὲ ποιήσαντες μέδιμνον χρυσοῦν , ἐμβάλλουσιν εἰς αὐτὸν ὥσπερ ἀνάθημά τι εὐχαριστήριον
καὶ πάνθ ' ἁπλῶς τὰ τοιαῦτα . τὸν θρυλούμενον ἁλῶν μέδιμνον συγκατεδηδοκὼς χρόνῳ ἔστω φίλος σοι . οὐκ ἔστι γὰρ
6490574 Πολυποδιον
καλούμενον ἐπίθυμβρον καθαίρει , πλὴν ἀϲθενέϲτερον ἑκάτερον τῇ δυνάμει . Πολυπόδιον . ἄγει χολὴν μάλιϲτα μέλαιναν καὶ φλέγμα . δίδου
' ἄκρῳ δὲ κορύμβια δριμύ τι μετέχον εὐωδίας ἀποπνέοντα . Πολυπόδιον φύεται ἐν πέτραις βρύα ἐχούσαις καὶ ἐν ἄντροις ἢ
6483640 πεος
ἔχεις , ἄνθρωπ ' : ἄνω τε καὶ κάτω τὸ πέος διέλκεις πυκνότερον Κορινθίων . Ὦ μιαρὸς οὗτος . Ταῦτ
, ὃ δεῖταί μου σφόδρα , ὅπως ἂν οἰκουρῇ τὸ πέος τοῦ νυμφίου . Φέρε δεῦρο τὰς σπονδάς , ἵν
6482263 πιττηϲ
τκ Πευκέδανον τκα Πήγανον τκβ Πίϲϲα Ϲκευαϲία λιγνύοϲ ἐκ τῆϲ πίττηϲ τκγ Πιϲτάκια τκδ Πιτυίδεϲ τκε Πίτυοϲ φλοιόϲ τκϚ Πλάτανοϲ
ὀροβίνων ἀλεύρων καὶ ἴρεωϲ . τῇ θλάϲει δὲ ὀδύνηϲ ϲυνούϲηϲ πίττηϲ ὑγρᾶϲ μιγνύειν . ἐὰν δὲ χωρὶϲ τοῦ θλαϲθῆναι τὸ
6479833 ῥαιδιωϲ
? [ ! ! ] ] ει γαμεῖν ] α ῥαιδίωϲ ] ου φθόρου ] χέϲτεροϲ ] ικην ? ?
, ἔϲτι γὰρ ] ικον εἰϲ ὑπερβολὴν ] ναιοϲ οὗτοϲ ῥαιδίωϲ ] ταῦτα τοιγαροῦν ϲυ ! μεν ] τροκαι μεγιεϲ
6478128 καλλιϲτον
φλεγμονὴ μεγάλη , καθάπερ ἐπὶ πλευριτικῶν τε καὶ ἡπατικῶν , κάλλιϲτον ἀναμένειν τὴν μεταβολὴν τοῦ αἵματοϲ ἐν τῇ χροιᾷ καὶ
νοθεύεται . δοκιμαϲία πομφόλυγοϲ . ἔϲτι δὲ τῷ χρώματι τὸ κάλλιϲτον οὐ λευκόν , ἀλλὰ μᾶλλον ἐπὶ τὸ πελιδνότερον ῥέπον
6475915 ἐρυθροτερον
, ὀφείλεις εἰπεῖν , ὅτι ἐπειδὴ ἐπεσχέθη τὸ αἷμα , ἐρυθρότερον ἔχοι τὸ πτύελον γενέσθαι . τὸ γὰρ ἀναγόμενον πρὸς
πρὸς τὰ θεῖ ' ἀβέλτεροι , κοὐκ ἴσμεν οὐδέν . ἐρυθρότερον καρῖδος ὀπτῆς ς ' ἀποφανῶ . βύστρα υἱὸς γὰρ
6472880 τυρωδεϲ
ὅμοιον μέν πωϲ , γεωδέϲτερον δὲ ἐλαίου , καὶ τὸ τυρῶδεϲ τοῦ γάλακτοϲ ἐμπλαϲτικόν ἐϲτι καὶ ἡ τοῦ ὑὸϲ πιμελή
δὴ τὸ βούτυρον : μόνον δὲ ὑπολείπεται ἐν αὐτῷ τὸ τυρῶδεϲ . ὅθεν ψυχρόν τέ ἐϲτι καὶ παχύχυμον καὶ ὠμῶν
6472327 ϲταθμῳ
α # η , τὸν δὲ # τοῦ μέλιτοϲ ἔχειν ϲταθμῷ λι . β ∠ ʹ . Ἡ Αἰγυπτία ἀρτάβη
ξʹ . Ὁ ξέϲτηϲ μέτρῳ μὲν ἔχει κοτύλαϲ βʹ , ϲταθμῷ δὲ ⋖ ρκʹ . καλεῖται δὲ παρὰ Αἰγυπτίοιϲ ὁ
6469759 διπλοον
ᾤετο ἐκ τοῦ ἐμέτου : ἐπανέπνει ἔστι δ ' ὅτε διπλόον : γλῶσσα λευκὴ , ἔχουσα ἐκ δεξιοῦ οἷον θέρμου
ὦν τότε ὁ Μιλτιάδης ἥκων ἐκ τῆς Χερσονήσου καὶ ἐκπεφευγὼς διπλόον θάνατον ἐστρατήγεε Ἀθηναίων : ἅμα μὲν γὰρ οἱ Φοίνικες
6460143 ἰϲοι
: Ὕρρα γὰρ παῖϲ ὁ Πιττακόϲ . θηλυκῶν δὲ οἱ ἴϲοι τρεῖϲ , ὁ εἰϲ ιϲ , οἷον Πριαμίϲ ,
οὐ μὴν οὐδὲ διψώδειϲ εἰϲὶν οὐδὲ καυϲώδειϲ . ἐπειδὰν δὲ ἴϲοι κατὰ τὸ μέγεθοϲ ὑπάρχωϲιν ὅ τε τριταῖοϲ διαλείπων καὶ
6457877 πωλουμενην
οὐχ ὑπὲρ γυναικὸς ἐγκαλεῖ κατὰ νόμους αὐτῷ γαμηθείσης , ἀλλὰ πωλουμένην ἠγόρασεν αὐτήν : ὁ δὲ τῆς μοιχείας νόμος οὐκ
κόρην ἐπρίατ ' [ ἐραϲθεὶϲ ] [ εὔποροϲ ] [ πωλουμένην , πωλουμένην εὔποροϲ ἐραϲθεὶϲ [ ] [ ἐπρίατο :
6451028 ϲου
αὐτὸϲ ὡϲ οἷόν τε ὑγιαίνοιϲ ἂν μάλιϲτα καὶ τοῖϲ ὑπό ϲου ἐπιμελουμένοιϲ τὴν προϲήκουϲαν ἑκάϲτῳ ὑγείαν διαφυλάξειϲ . ἐπειδὴ δὲ
] ? ] ανεϲ ? ἄρξαι καὶ ἐρχομένου ] δέ ϲου ϲτρατιώτην ] , ὁ δὲ περι ] οξεν ?
6450207 ἀρνυμαι
' ἂν ἢ μίαν ψυχὴν λάβοις . νέων φθινόντων μεῖζον ἄρνυμαι γέρας . κἂν γραῦς ὄληται , πλουσίως ταφήσεται .
μεθύστερον , ὅτ ' οὐκέτ ' ἀρκεῖ , τὴν μάθησιν ἄρνυμαι . Μόνη γὰρ αὐτόν , εἴ τι μὴ ψευσθήσομαι
6447593 περαϲ
ὀϲτέου κατὰ μέν τι μέροϲ εὐθεῖα , κατὰ δὲ τὸ πέραϲ μηνοειδήϲ : ἡ δὲ αὐτὴ καὶ καλαμηδὸν λέγεται .
ὑπαχθήϲεται καταρτιϲμῷ . τὸ δὲ πρὸϲ τὸν ὦμον διαρθρούμενον αὐτῆϲ πέραϲ οὐ πάνυ τι διεκπίπτει κωλυόμενον ὑπό τε τοῦ δικεφάλου
6445196 ο̄
τὸ ῑ τῆς διφθόγγου , κέκραται δὲ τὸ ᾱ καὶ ο̄ εἰς ω̄ μέγα , συνῄρηται δὲ τὸ ω̄ καὶ
γὰρ τὸ ῑ τῆς οῑ διφθόγγου , κέκραται δὲ τὸ ο̄ καὶ ᾱ εἰς ω̄ μέγα , συνῄρηται δὲ τὸ
6429513 τηνδι
οὑτοσί με νῦν ἀποπνῖξαι βούλεται ; ἔχ ' , ἀναβαλοῦ τηνδὶ λαβών , καὶ μὴ λάλει . τουτὶ τὸ κακὸν
' ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε
6423885 ἠθοϲ
καὶ ἐπιεικὲϲ ἢ πονηρὸν καὶ κακόηθεϲ . μάλιϲτα δὲ τὸ ἦθοϲ δηλώϲει ϲοι εἴτε ϲωθήϲεται εἴτε τεθνήξεται . καὶ ἐν
ἀνάλογον τῷ μέτρῳ τῆϲ ψυχρότητοϲ , τὸ δὲ τῆϲ ψυχῆϲ ἦθοϲ ἄτολμον καὶ δειλὸν καὶ δύϲθυμον . ϲυλλήβδην δὲ εἰπεῖν
6418142 ϲτοιχειον
τοὺϲ χαρακτῆραϲ αὐτοὺϲ διαϲαφηνίϲαι . Πρῶτον μὲν οὖν τὸ χ ϲτοιχεῖον ἔχον ἐπικείμενον αὑτῷ τὸ ἄλφα χαλκοῦν ϲημαίνει , καθὼϲ
τῶν ἑταίρων ἐπὶ τήνδε τὴν τῶν ἀντεμβαλλομένων ἦλθον ἔκθεϲιν κατὰ ϲτοιχεῖον ἐξ αὐτοῦ τούτου τὴν ἀρχὴν ποιηϲάμενοϲ . ἀντὶ ἀκανθίου
6408994 ῥυγχος
δ ' ἄρα τοῦ βασιλεὺς Πλεισθενίδας ἐφάνη . κρύψαι δὲ ῥύγχος ἄκρον γᾶς ὑπένερθεν [ Θεστιάδαι ] : [ ]
ἀλεκτρυόνες οἱ συνεστραμμένοι τοῖς ὄγκοις , φοινικόλοφοί τε , καὶ ῥύγχος βραχὺ ἔχοντες , εὐχάροποί τε ταῖς ὄψεσι , καὶ
6398872 τριϲι
καλευμένηϲ νήϲτει διδόναι ὁλκῆϲ ∠ βʹ ξὺν μελικρήτῳ , κυάθοιϲ τριϲί : καὶ περιμείναντα καθήραϲθαι , τότε διδόναι ϲιτία ,
† ἔκτευξιν ξυμφορῆϲ ξὺν ἐλαίῳ , ἔνθα πήγανον ἐνεζέϲθη κυάθοιϲ τριϲί , τὸ διπλόον ἐϲ τὸ κάτω ἔντερον ἐγχέειν ,
6388191 ὀνοϲ
ἄλλοϲ ? ? ? ? ? τὸ βαλανεῖόν ἐϲτ ' ὄνοϲ . [ ϲὲ δ ' εἰ ] πότοϲ τιϲ
ὄνοϲ προϲέρχεται ] ν ἄλλοϲ : τὸ βαλανεῖόν ἐϲτ ' ὄνοϲ ] πότοϲ τιϲ ἢ θυϲία τιϲ γίνεται ] οιδ
6386413 κελευ
ἐκ κεφαλῆς ἑνδεκακλίνου θόρυβον πολὺν ἐξανατέλλει . τῶν δυνατῶν τι κέλευ ' : οὐ γὰρ παρὰ Κενταύροισιν . καρηβαρικὸν τὸ
. Πῶς οὖν ποήσω δῆτα ; Τοῦτον μὲν μακρὰ κλάειν κέλευ ' , ἐμοὶ δ ' ὅ τι βούλει χρῶ
6377830 ὀβολοϲ
κάρυον κεράτια ιηʹ . Τὸ γράμμα κεράτια ἕξ . Ὁ ὀβολὸϲ κεράτια τρία . Ἡ θέρμη κεράτιον ἓν ἥμιϲυ .
# Ϛʹ . Ἡ δραχμὴ ποιεῖ # γʹ . Ὁ ὀβολὸϲ ποιεῖ γράμμα ʂ . Τὸ ϲίκλον ἔχει # τὸ
6376114 χουϲ
ηʹ . Τὸ Ἰταλικὸν κεράμιον ἔχει χόαϲ ηʹ . Ὁ χοῦϲ ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ [ κοχλιάρια ἢ ]
λίτραϲ μηʹ . Τὸ ἡμιμέδιμνον ἔχει λίτραϲ κδʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει λίτραϲ δέκα . Ὁ χοῖνιξ ἔχει λίτραϲ ἕξ
6367500 αϲ
οὐδ ' ὁρῶϲιν ] νδε ? πόλιν βλέπουϲι ] ! αϲ ἔχειν ὅλον δὲ μηδὲν ὀρθῶϲ ] λίαν εἶναι νόμον
! [ ! ] ? ! ? καὶ φ [ αϲ ? [ ! ! ! ! ] ? ,
6362802 ἀνθρωποϲ
χρόνον φέρεται τοῦτο , κίνδυνοϲ μὴ οὐ δυνήϲηται διαρκέϲαι ὁ ἄνθρωποϲ , ἕωϲ ἂν πεφθῇ ἡ νόϲοϲ . τὸ γὰρ
λοϲ ἐτέθη ἡ βαρεῖα , ὅτι μετὰ ταῦτα ἐτέθη τὸ ἄνθρωποϲ . Περὶ γὰρ τῆϲ μακρᾶϲ καὶ τῆϲ βραχείαϲ οὐκ
6344916 λεβητιον
μαστίγιον ἔχον , οὗ κατὰ τὸ δεξιὸν μέρος ὁ τὸ λεβήτιον ἔχων κίων ἕστηκεν . Ὅταν οὖν ἄνεμον συμβῇ πνεῖν
οὐδ ' ἔχων κλητῆρας , ἀλλ ' αἰτησόμενος λεβήτιον . λεβήτιον ; λεβήτιον . μαστιγία , θύειν με βοῦς οἴει
6343508 ἀνταποδοτικον
τοιοῦτον οὐκ ἄγαν ἄλογον , ἐπεὶ καὶ τὸ τόφρα ὂν ἀνταποδοτικὸν οὐκ ἀναδέδεκται τὴν ἐπέκτασιν . διὸ καὶ ὁ Τρύφων
, ἀόριϲτον , ἀναφορικόν ὃ καὶ ὁμοιωματικὸν καὶ δεικτικὸν καὶ ἀνταποδοτικὸν καλεῖται , περιληπτικόν , ἐπιμεριζόμενον , περιεκτικόν , πεποιημένον
6334307 νεανιϲκοϲ
] πάλαι κατὰ τὴν [ Ἰωνίαν ] . κόρην ] νεανίϲκοϲ [ νέαν ] Τροιζηνίαν [ ] , Τροιζηνίαν [
. ἔϲτω δὲ καὶ τὴν ψυχὴν εὔθυμόϲ τε καὶ ϲφόδρα νεανίϲκοϲ . καὶ πρῶτον ἀνατριβέϲθω τὸ ϲῶμα ϲινδόϲιν ἐπὶ πλέον
6332379 παυεϲθαι
δὲ καί , εἰ τὸ τῆϲ χρόαϲ εὐανθὲϲ μαραίνοιτο , παύεϲθαι : καὶ μὲν δὴ καὶ τὸ τῶν κινήϲεων ἐπειδὰν
ἂν ἐρυθρὸν γενόμενον μετεωριϲθῇ , καί , πρὶν ϲυμπέϲῃ , παύεϲθαι . δεῖ δὲ καί τῳ τῶν πιττωτῶν χρῆϲθαι κατὰ
6331670 χρηϲῃ
κάθαρϲιν διὰ τῶν τὴν μέλαιναν ἐκκενούντων χολήν : ἔξωθεν δὲ χρήϲῃ κοινῶϲ μὲν τοῖϲ τε ἐλλεβόροιϲ ἑκατέροιϲ , καὶ τὴν
δεῖ αὐτὸν ἀναμαλάττειν , μὴ παρόντοϲ δὲ κυπρίνου τῷ ῥοδίνῳ χρήϲῃ . τοῦτο τὸ φάρμακον ἐπιχριόμενον ϲβέννυϲι γάλα πληθύνον ἐν
6329388 μνα
καὶ μέγεθος μεγέθει , οὕτω καὶ ῥοπὴ ῥοπῇ : οἷον μνᾶ πρὸς μνᾶν καὶ πρὸς τάλαντον ἴση ῥηθείη καὶ ἄνισος
νήσων μία Ἄνδρος . . . . μνῶν ] ἡ μνᾶ ἐστι μέγιστον τῶν τοῦ ταλάντου μερῶν , ὡς εἰς
6325094 προβαινε
δ ' ἑτέρως ἔχοιεν , ἀνάγκη ταύτας διαφθείρεσθαι . καὶ πρόβαινε ἐπὶ τὸ προκείμενον τούτων οὕτως ἐχόντων οὗτος τί ἐτόλμησε
βδέειν , διὰ τὸ τότε τὰς πέψεις γίνεσθαι . Γ πρόβαινε κἀν τῷ ὄχλῳ : ὡς ἐπὶ ὄχλου πομπευόντων αὐτῶν
6323549 τριγενειαν
εὐοινίᾳ δὲ καὶ ὑπερβάλλειν , ἐν ᾗ γε καὶ εἰς τριγένειαν παραμένειν ἐν ἀπιττώτοις ἄγγεσι τὸν οἶνον : πάμφορον δ
καὶ τέσσαρες καὶ εἴ τις τοιοῦτος ἀριθμὸς οὐ μοναδικὸς κατὰ τριγένειαν , ἐκλίνετο , τὰ δὲ πέντε καὶ τὰ ὅμοια
6321576 ἐμβαλοιϲ
εἰ δὲ ἀντὶ τῆϲ ϲκαμμωνίαϲ κνήκου κόκκων κ τὸ ἐντὸϲ ἐμβάλοιϲ καθαίρει φλέγμα : εἰ δὲ πολυποδίου ⋖ δ τὸν
καθαίρει χολήν . εἰ δὲ κνήκου κόκκων κ τὸ ἐντὸϲ ἐμβάλοιϲ ἀντὶ τῆϲ ϲκαμμωνίαϲ καθαίρει φλέγμα . εἰ δὲ πολυποδίου
6320750 κοτυληϲ
καὶ ἐπίχεε ὄξουϲ δριμυτάτου κοτύληϲ τὸ τέταρτον καὶ ἐλαίου ἀλίνου κοτύληϲ τὸ τετάρτον καὶ περιδήϲαϲ ὀθονίῳ πυκνῷ ἔα ἡμέραϲ ζ
ʂ ] . Ὁ δὲ κύαθοϲ , ὅπερ ἐϲτὶν ἕκτον κοτύληϲ , ἄγει # αʹ ʂ . Ἡ χήμη κυάθου
6316282 κακωϲ
δὲ τὴν ἐπίδοϲιν . πέψεωϲ γὰρ ϲημεῖα οὐκ ἔϲτιν ὅτε κακῶϲ ἐπιφαίνεται . Τί ἐϲτι πυρετόϲ . πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ
] ειν ? ? ] ! ϲτραϲ ? κόρην ] κακῶϲ ] ωϲ ] ! [ ! ] ! !
6310555 ἐνισπω
ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς ἄλκαρ . Γηθόσυνοι δέχνυσθε βροτοίπινυτοῖσιν ἐνίσπω , οἷς ἀγαθὴ κραδίη καὶ πείθεται ἀθανάτοισι : νηπυτίοισι
ποιεῖ : τέκω , τίκτω : ἔπω , ἴσπω , ἐνίσπω : βλάβω βλάπτω : ἐπεισόδῳ τοῦ τ , καὶ
6310176 δυσκολαινεις
, στρέφει ἀττικῶς , μὴ ἠρεμῶν ἐν τῇ κλίνῃ . δυσκολαίνεις ] δυσχεραίνεις . τὴν νύχθ ' ] κατά .
τόκου ἐνεχυράσεσθαί φασιν . ἐτεόν , ὦ πάτερ , τί δυσκολαίνεις καὶ στρέφει τὴν νύχθ ' ὅλην ; δάκνει μέ
6294990 κρανιον
φυτείαν τῆς ἐλαίας , τοῦ δὲ καταγῆναι τοῦ φαλακροῦ τὸ κρανίον τὸν ἀετὸν ῥίψαντα τὴν χελώνην , ὅπως τὸ χελώνιον
τῇ παχείᾳ τὸ περικείμενον ἔξωθεν ὀστοῦν , ὃ δὴ καὶ κρανίον ὀνομάζουσι , καθάπερ τι κράνος ἐπίκειται : τὴν μήνιγγα
6290723 οὐδειϲ
ποταμῶν τὰ πράγματ ' εἶναί μοι δοκεῖ . οὐκ ἔϲτιν οὐδεὶϲ ἀποδεδειγμένοϲ τόποϲ , ὃϲ ἢ πονηροὺϲ πάνταϲ ἢ χρηϲτοὺϲ
ὡϲ χνοώδηϲ γενέϲθαι καταϲτέλλει τὰ ὑπερϲαρκοῦντα . χρῆται μὲν οὖν οὐδεὶϲ αὐτῷ καθ ' αὑτόν . ἐγὼ δὲ ἐφ '
6284328 δακτυλουϲ
ἐμβρύου πολυπικῷ ϲπαθίῳ ἢ κατιάδι ἢ ϲκολοπομαχαιρίῳ κρυπτομένῳ κατὰ τοὺϲ δακτύλουϲ τὸ κρανίον διελεῖν , ἵνα κενωθὲν ϲυμπέϲοι : εἰ
ἁφῇ τὸν ϲφυγμὸν καὶ μετρεῖν ἀπὸ τῶν ὤτων ὡϲ τρεῖϲ δακτύλουϲ τὸ διάϲτημα , ἐπὶ τὸ λεγόμενον ὀπιϲθοκράνιον . διαιρεῖν
6275791 μαλακωϲ
† ἀλλὰ πορίϲατε ! [ ! ] ! ! [ μαλακῶϲ ἔχει γὰρ α ? ! ! [ καὶ παρελθοῦϲ
ϲώματα , ϲκληρῶϲ ἀνατριπτέον , ὅϲα δ ' ἔϲφιγκται , μαλακῶϲ : εἰ δέ τι ϲυμμέτρωϲ ἔχει , εὔδηλον ὡϲ
6275218 Ποταμογειτων
τῶν ξηραινόντων , τῆϲ δευτέραϲ δὲ ϲυμπληρουμένηϲ τῶν θερμαινόντων . Ποταμογείτων ϲτύφει καὶ ψύχει παραπληϲίωϲ πολυγόνῳ : παχυμερεϲτέρα δὲ αὐτοῦ
ὑποθυμιαθέντα δὲ διεγείρει τὰϲ ὑϲτερικῶϲ πνιγομέναϲ καὶ δεύτερα ἐκβάλλει . Ποταμογείτων ψύχει καὶ ϲτύφει παραπληϲίωϲ πολυγόνῳ τῆϲ ὁμοίαϲ αὐτῷ δυνάμεωϲ
6274441 λαν
παιδ ! ! [ κοτύλην δ ' ἔχων [ ! λαν ? ? ! ! ἔχοιϲ ἂν ! ! [
! ] ? δ ' ἐμοῖς [ . . ] λαν ? ? ? φόνον [ . . ] ην
6274024 τριτοϲ
τρὶϲ αὐτὸν λούοιϲ , ὀνήϲειϲ μειζόνωϲ . ὁ δὲ δὴ τρίτοϲ τῶν κόπων ὁ φλεγμονώδηϲ τῆϲ ἰάϲεωϲ τρεῖϲ ἔχει ϲκοπούϲ
! [ πολὺϲ ? [ πρῶτοϲ ] ἢ δεύτεροϲ [ τρίτοϲ δὲ ? [ ] ϲχεδὸν ἅπαξ φ ? [
6270314 Πηγανον
μετὰ μέλιτος δὸς πιεῖν . [ Πρὸς καρδιόπονον . ] Πήγανον καὶ λινόσπερμα καὶ μάραθρον κατὰ τὴν καρδίαν θές .
τὸ δὲ ἀπόζεμα ἐσθιόμενόν τε καὶ πινόμενον ψυαλγίαις βοηθεῖ . Πήγανον βοτάνη ἐστὶ πᾶσι γνωστή . θερμαίνει δὲ καὶ ξηραίνει
6268530 ρει
. Μέχρι μὲν οὖν τούτων ἐκεῖνός τε νικῶν ἐχώ - ρει καὶ ἐμοὶ λέγειν ἡδύ , τὸ δὲ ἐντεῦθεν ,
, ὅπου ἡ πρόσφυσις , καὶ ἐς κορυφὴν ἐχώ - ρει , προϊόντος δὲ καὶ ἐς οὖς ἀριστερόν : καὶ
6268522 ϲφοδρ
παντελῶϲ ] ? ? ? ἦν ? βδελυρόϲ : οὐ ϲφόδρ ' ἤρεϲεν πᾶϲιν ] ? δέ , μοιχώδηϲ ?
γαμετὴν ] ἐνομιϲ [ οὗ μεῖζόν ἐϲτ ' οὐδέν [ ϲφόδρ ' ἂν δοκῆι [ τίϲ ἐϲτιν ὁ λαλῶν [
6268397 ω̄
ἐγᾦδα : τέθλιπται μὲν τὸ ο̄ , συνῄρηται δὲ τὸ ω̄ , προσγραφέντος καὶ τοῦ ῑ . Κρᾶσις δὲ καὶ
τῆς διφθόγγου , κέκραται δὲ τὸ ᾱ καὶ ο̄ εἰς ω̄ μέγα , συνῄρηται δὲ τὸ ω̄ καὶ ῑ .
6264440 μικροτεροϲ
κατὰ τοὺϲ μέϲουϲ δακτύλουϲ μέγαϲ ὑποπίπτων καὶ κυρτούμενοϲ ἑκατέρωθεν μειοῖτο μικρότεροϲ φαινόμενοϲ , τοῦτον Ἀρχιγένηϲ ἐπινενευκότα καὶ περινενευκότα προϲηγόρευϲεν ϲαφῶϲ
μήλινον ἢ μαϲτίχινον ἢ ϲχίνινον ἀρκέϲει πρῶτα : εἰ δὲ μικρότεροϲ ὁ πυρετὸϲ εἴη , καὶ τὸ διὰ τῆϲ νάρδου
6263260 ὁλκαϲ
. ἡ δὲ Ἀλεξανδρινὴ μνᾶ ἄγει # κʹ , τουτέϲτιν ὁλκὰϲ ρξʹ . Τὸ κεράμιον ἄγει λι πʹ . Ἡ
κατὰ μὲν τὴν ἰατρικὴν χρῆϲιν ἄγει # ιϚʹ , τουτέϲτιν ὁλκὰϲ ρκηʹ : κατὰ δὲ τὴν Ἰταλικὴν [ μνᾶ ]
6260388 μυϲτρον
χήμη ἐϲτὶ κυάθου τέταρτον ⋖ βʹ ʂ . Τὸ μέγα μύϲτρον κοτύληϲ ἐϲτὶν ὀκτωκαιδέκατον . ἄγει δραχμὰϲ γʹ γράμμα αʹ
ἡ κοτύλη # θʹ # ιʹ # ιγʹʂ τὸ μέγα μύϲτρον # γʹ # γʹ # ηʹ # δʹ ʂ
6257418 καθου
ἠγρηγόρειν καὶ ἐγρηγόρειν ἡμίγραφον , ἡμιλάσταυρον , ἡμιφυές ἡμιώριον Ἰκόνιον κάθου καλαθίσκος κατάστικτον κατεγνυπωμένως κνύειν κοιτών κολλυβιστής κουρίδα κύμινον Κυραννή
ἐμβολήν . οὐχ ὅτι γ ' ἐκεῖνος ἔλαχεν . οἰμώζων κάθου . σὺ δ ' οὐκ ἀνεῖχες σαυτὸν ὥσπερ εἰκὸς
6255811 λοϲ
ἐὰν δὲ εἴπῃϲ καλὸϲ ἄνθρωποϲ , ἰδοὺ ὧδε εἰϲ τὸ λοϲ ἐτέθη ἡ βαρεῖα , ὅτι μετὰ ταῦτα ἐτέθη τὸ
τίθεται : οἷον ἄνθρωποϲ καλόϲ . ἰδοὺ ἐνταῦθα εἰϲ τὸ λοϲ ἐτέθη ἡ ὀξεῖα , ὅτι ἐπὶ τέλουϲ εὑρέθη .
6255699 προσθετον
μίξασα ἐπιδησάσθω ἐπὶ τὸν ὀμφαλὸν καὶ τὴν γαστέρα . Ἄλλο προσθετόν : τοῦ κισσοῦ τοῦ λευκοῦ τὸν καρπὸν καὶ κέδρου
καὶ πίσσαν ἡδυντὴν , τρίβειν λεῖα καὶ τιθέναι . Ἕτερον προσθετόν : ἐκλέψας κόκκους τριήκοντα , τὸ ἰνδικὸν , ὃ
6252253 αἰγυπτιον
ποιήσασα προστιθέσθω . Ἄλλο : χελώνης θαλασσίης τὸν ἐγκέφαλον καὶ αἰγύπτιον κρόκον καὶ ἅλας αἰγύπτιον τρίψας καὶ ξυμμίξας ποιέειν βαλάνους
ἐκ τούτων . Πολυχρονιώτατον δ ' ἐστὶ τό τ ' αἰγύπτιον καὶ τὸ ἴρινον καὶ τὸ ἀμαράκινον καὶ τὸ νάρδινον
6251191 εὐποροϲ
[ κόρην ἐπρίατο [ ἐραϲθεὶϲ ] [ εὔποροϲ πωλουμένην πωλουμένην εὔποροϲ [ ] ἐραϲθεὶϲ [ ἐπρίατο ] ? ? [
[ ἐραϲθεὶϲ ] [ εὔποροϲ ] [ πωλουμένην , πωλουμένην εὔποροϲ ἐραϲθεὶϲ [ ] [ ἐπρίατο : Τροιζήνιοϲ γεγενημένοϲ [
6247829 ἐχειϲ
τέχνην ; τοῦτό γ ' ἀπόκριναι [ ] , πόθεν ἔχειϲ ταῦτ ' ; οὐκ ἄπει ἐκ τῆϲ [ !
: τοιγαροῦν ϲὺ μὲν δεῦρο ] καὶ μέν ' ὡϲ ἔχειϲ ] υωμεν ἡμεῖϲ , οὐκ ἔχει ] τεϲεδ ?
6247827 τοιουτοϲ
οὖν | [ τὴν ] τέχνην | [ ἁνὴρ ] τοιοῦτοϲ | : διὸ καὶ | Ἀριϲτοφάνηϲ | ἐπιθυμεῖ |
δὲ ὁ τέταρτοϲ , δῆλον , ὅτι ὡϲ ἀνώμαλοϲ ὁ τοιοῦτοϲ κατὰ μέγεθοϲ λέγεται ϲφυγμόϲ . τούτου τοῦ γένουϲ εἰϲὶν
6247257 κολοκυντην
φύσιν λαχάνων τε γένη . κᾆτ ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους . καὶ τί ποτ '
οὖν τὸ μὲν κρίνον ἐπὶ τοῦ τεθνηκότος , τὴν δὲ κολοκύντην ἐπὶ τοῦ ὑγιοῦς . Ἡ ἀπὸ Σκυθῶν ῥῆσις :
6236684 κακοστομαχον
καὶ φθαρτικοὺς αὐτοὺς εἶναι γαστρὸς , ἔχειν δέ τι καὶ κακοστόμαχον , ὀπτοὺς δεῖ παρέχειν , ὥστε τὸ ὀρρῶδες αὐτῶν
αὐτοῖς ψιλοῖς τοῖς ἁλσίν : τὸ γὰρ ἀνατρεπτικὸν αὐτῆς καὶ κακοστόμαχον ἐπανορθοῦσιν οἱ ἅλες . δίδοται καὶ μετὰ μέλιτος ἑφθοῦ
6235304 Ξανθιον
φύεται ἐν τοῖς περὶ Θεσσαλίαν ἐν τῷ Πηνειῷ ποταμῷ . Ξάνθιον ἢ φάσγανον φύεται ἐν εὐγείοις καὶ λίμναις . καυλὸν
νυν χρόνῳ ἐξαιρέθησαν . Λύκιοι δέ , ὡς ἐς τὸ Ξάνθιον πεδίον ἤλασε ὁ Ἅρπαγος τὸν στρατόν , ἐπεξιόντες καὶ
6228182 λογουϲ
γενοῦ , Νικήρατε , ἵνα μὴ παρόντοϲ ϲου ποιῶμαι τοὺϲ λόγουϲ [ ] ? [ . εἰϲέρχομαι καὶ ϲὺ μετ
τ ' ἐρῶντα ? ? ? [ λέγοντα τούτουϲ τοὺϲ λόγουϲ ἐμοι ? [ : ἐμοὶ δὲ καὶ τούτωι τί
6223839 βραχυϲ
τοῖϲ ἀναπτυομένοιϲ ἐντεῦθεν , ἐνίοτε καὶ ἐφελκὶϲ καί τιϲ αἵματοϲ βραχὺϲ ϲταλαγμὸϲ καὶ ἑτέραϲ ἀρχῆϲ χρῄζει τὸ ἕλκοϲ εἰϲ θεραπείαν
! ! ! ! ! ! ] ειμα ? ? βραχὺϲ οι ? [ . . . . . .
6223141 Ἡρακλειϲ
? ? [ ] , εὐτυχὴϲ ἄνθρωποϲ εἶ . } Ἡράκλειϲ , τί ποτ ' ἐϲτὶ [ ] τὸ γεγενημένον
[ ] λέγει γὰρ οὑτοϲὶ τὸν Δημέαν . ὦ [ Ἡράκλειϲ ] : ἀνθρωπίνωϲ ἂν οὐ λάβοι τὸ ϲυμβεβηκόϲ ;
6220994 ποιοτηϲ
, ἐκφρακτικῆϲ τε καὶ λεπτυντικῆϲ , καὶ ὅταν ἥ τε ποιότηϲ αὐτοῦ τῇ τοῦ χρωμένου φύϲει μηδὲν ὑπεναντίον ἔχῃ ,
μάλιϲτα κατὰ τὰϲ φλέβαϲ , φλεβοτομήϲομεν , εἰ δὲ μᾶλλον ποιότηϲ , καθαρτικῷ χρηϲόμεθα φαρμάκῳ : εἰ δὲ μορίῳ ϲυμπάϲχοι
6219803 ζιγγιβερεωϲ
καὶ πρὸϲ τὰϲ παχύτηταϲ τῶν ὑμένων : κρόκου ⋖ α ζιγγιβέρεωϲ ⋖ α πεπέρεωϲ κόκκοι ιε ναρδοϲτάχυοϲ ὀβολοὶ β μαράθρου
ϲυνήθωϲ αὐτῷ χρωμένοιϲ . πετροϲελίνου ⋖ γ μαϲτίχηϲ Γρʹ γ ζιγγιβέρεωϲ Γρʹ Γ πεπέρεωϲ Γρʹ Ϛ εὐ - φορβίου Γρʹ
6219671 ἐντοϲ
τινοϲ βιαίαϲ πληγῆϲ τῆϲ κεφαλῆϲ ἢ ἑλκῶν ἀνθρακωδῶν ἢ τῶν ἐντὸϲ ὑμένων καὶ ἀγγείων , οἷϲ προϲπέφυκεν ὁ ὀφθαλμόϲ ,
καὶ τοῦτό ἐϲτι δριμὺ τὴν δύναμιν , ὥϲτε καὶ τὰ ἐντὸϲ ἀποϲτήματα ῥήϲϲει ποτιζόμενον καὶ καταμήνια κινεῖ καὶ ἔμβρυα φθείρει
6219485 εἰδοϲ
ὑγροῦ λευκοῦ , παχέοϲ , γονοειδέοϲ πρόκληϲιϲ . τόδε τὸ εἶδοϲ γονόρροιαν γυναικείων ἐλέξαμεν . ἔϲτι δὲ τῆϲ ὑϲτέρηϲ ψῦξιϲ
καλῶϲ προτρέπειν δυναμένοιϲ , καὶ τὸ ϲύμπαν ϲοι τῆϲ διαίτηϲ εἶδοϲ τμητικὸν ἔϲτω . περὶ δὲ τὴν ἀκμὴν χρὴ προνοεῖϲθαι
6216875 πυῤῥον
λευκόν . εἶτα τὸ ὠχρόν . ἐφεξῆς δὲ τούτων τὸ πυῤῥόν . τέταρτον δὲ τὸ ξανθόν . μετὰ δὲ τούτων
: νεοττὸς γὰρ λέγεται ἡ τοῦ ᾠοῦ λέκιθος καὶ τὸ πυῤῥόν : οὕτω Μένανδρος καὶ Κλέαρχος . ὃ διαδίδοται ἀρχῇ
6208122 κωλικοιϲ
καὶ ἀπεπτεῖν καὶ ϲτροφοῦϲθαι . ἴδιον δὲ τὸ τοῖϲ μὲν κωλικοῖϲ ἐπιτεταμένα ταῦτα πάντα μᾶλλον γίνεϲθαι , τοῖϲ δὲ νεφριτικοῖϲ
ἐϲτὶ δὲ ὀξύτατον ὧν οἶδα καὶ πυρωδέϲτατον , ὅθεν καὶ κωλικοῖϲ δίδοται καὶ τοῖϲ ψυχροτέραϲ ἔχουϲι τὰϲ κοιλίαϲ : τοῖϲ
6199596 καλωϲ
τοῦ μέλιτοϲ προϲενέγκοιτο , πρὸϲ ἔμετον ὁρμᾷ . πέπων μὴ καλῶϲ πεφθεὶϲ χολερικοὺϲ ἀποτελεῖν εἴωθε καὶ μηλοπέπων ὁμοίωϲ . ἐγκέφαλοϲ
εὑριϲκομένηϲ ἐν τοῖϲ ὕδαϲι χλωρᾶϲ πόαϲ παραπληϲίαϲ τοῖϲ ϲτρατιώταιϲ . καλῶϲ δὲ ποιεῖ καὶ ὁ τῆϲ ϲεραπιάδοϲ χυλὸϲ τῆϲ τριόρχεωϲ
6198263 ἀφυϲον
ὡϲ οὖρά τε καὶ καταμήνια κινεῖν . ἐϲτὶ δὲ καὶ ἄφυϲον , καὶ μᾶλλον τῆϲ πόαϲ τὸ ϲπέρμα . Ϲέριϲ
μεγάλα γὰρ ὀνίνηϲιν εἰϲ τὰϲ πέ - ψειϲ καὶ τὸ ἄφυϲον . δοκεῖ δέ μοι ἐπὶ ταῖϲ γενναίαιϲ πάϲαιϲ καθάρϲεϲι
6195872 ητα
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] ητα [ ! ! ! ] ! ε ? !
ϲχῆμα τῶν τριῶν ξύλων παραπλήϲιον τῷ πι ϲτοιχείῳ ἢ τῷ ητα , εἰ μικρῷ κατωτέρω τῶν ἄκρων τὸ μέϲον ἐναρμοϲθείη

Back