πυρώσει τὸ ψυχρόν : κατάλληλον ἄρα τῇ ὑποκειμένῃ πυρώσει τὸ ψυχρόν ὁ μὲν διαλεκτικὸς ἡσυχάσει , ὁ δὲ ἰατρός ,
Ἱπποκράτης ἁπάντων τῶν ὄντων στοιχεῖα κοινὰ τὸ θερμὸν καὶ τὸ ψυχρόν , τὸ ὑγρὸν καὶ τὸ ξηρόν , ἐφεξῆς ἐπὶ
9352865 θερμον
διορίζεται , αἱ δύο μόναι συζυγίαι τῶν ἁπτῶν ἀντιθέσεων , θερμὸν ψυχρόν , ὑγρὸν ξηρόν , περὶ ὧν καὶ πρότερον
καὶ ποιεῖ λιγνὺν ἅμα καὶ ἀτμούϲ . διαπνεῦϲαν δὲ τὸ θερμὸν ἐκ τῆϲ πολλῆϲ ὑγρότητοϲ ἐλαττοῦται κατὰ βραχὺ καὶ οὐκέτι
7893047 ὑγρον
καὶ ἰδίως ἔτι μᾶλλον κατὰ τὸ θερμὸν καὶ ψυχρὸν καὶ ὑγρὸν ἢ τὸ ποιόν τι τούτων εἶδος , ἢ τὴν
δὲ ξηρὸν οὕτω λέγομεν τὸ παντελῶς ἐστερημένον ὑγρότητος , οὔτε ὑγρὸν τὸ ξηρότητος τῆς ὁπωσοῦν ἀνεπίδεκτον οἷον τὸ ὕδωρ ,
7264898 ξηρον
ἐπ ' αὐτῶν καὶ τὸ προειρημένον διὰ τῶν ῥοιῶν κολλύριον ξηρόν , λειότατον γενόμενον καὶ ἐμφυϲώμενον ἢ διὰ πυρῆνοϲ μήληϲ
εἰσι φύσει , συμμέτρως δ ' ἔχουσι τῆς κατὰ τὸ ξηρόν τε καὶ ὑγρὸν κράσεως , ἐπεγείρειν τε αὐτῶν καὶ
7168263 γλυκυ
προσμάθῃς . λέγ ' , ἐκδίδασκε : τοῖς νοσοῦσί τοι γλυκὺ τὸ λοιπὸν ἄλγος προυξεπίστασθαι τορῶς . τὴν πρίν γε
Ἀντιάσας : προσεγγίσας , συναντήσας . τάχα : ἴσως : γλυκὺ τὸ σχῆμα . τάχα : ἴσως καὶ ὅμως .
6958280 παχυμερεστερον
τὸ πλεῖον ὑγρὸν ἢ ἐπὶ τὸ ξηρότερον ἢ ἐπὶ τὸ παχυμερέστερον ἢ ἐπὶ τὸ λεπτομερέστερον ἢ εἰς ἕτερα , καὶ
καὶ εἰς πῦρ πάντα τελευτᾷ . πρῶτον μὲν γὰρ τὸ παχυμερέστερον αὐτοῦ εἰς αὑτὸ συστελλόμενον γίγνεται γῆ , ἔπειτα ἀναχαλωμένην
6774644 θερμοτερον
ᾖτότε γὰρ μάλιστα συμβαίνειν εἴωθενἢ καὶ ἄλλως πως ἐπὶ τὸ θερμότερον διατεθεὶς ὁ ἄνθρωπος , δίψα δ ' αὐτὸν ἔχει
φιλήματ ' ἐννέα . ὀπτήσιμον γογγυλίδα ταυτηνὶ φέρω . Παλλάδας θερμότερον ἢ κραυρότερον ἢ μέσως ἔχον , τοῦτ ' ἔσθ
6744675 παχυ
τῶν νόσων ταῦτα . ἀποτελεῖσθαι δέ φησιν τὸ μὲν αἷμα παχὺ μὲν ἔσω παραθλιβομένης τῆς σαρκός , λεπτὸν δὲ γίνεσθαι
ἔχεις : Διφθέραν , ἱμάτιον πυκνόν . ἄκναπτον ἱμάτιον καὶ παχὺ ἡ σισύρα . ἅνθρωπος ἐπιτρίψει με : Ἀντὶ τοῦ
6716158 ψυχειν
καὶ μὴ διαίταις μόναις ἐθέλῃ ὑπακούειν , καλὸν μὲν ὧδε ψύχειν καὶ ὑγραίνειν , καὶ τὸ διὰ τῶν ἴων ἢ
οὐ πινομένη μόνον , ἀλλὰ καὶ ἔξωθεν ἐπιτιθεμένη : καὶ ψύχειν δ ' ἱκανὴ καταπλασσομένη σὺν ἀλφίτοις . τὰ δὲ
6688573 ψυχροτατον
, ὅτι ἴσως οὐκ ἠκριβολογήσατο ἐνταῦθα Ἱππο - κράτης , ψυχρότατον βρῶμα εἰπὼν τὴν φακήν . ἤρκει γὰρ εἰπεῖν ψυχράν
ψυχρὸν τὸ ὕδωρ γευσαμένῳ τε καὶ ἔτι μᾶλλον ἁψαμένῳ οἷον ψυχρότατον : ἐγκλίναντος δὲ τοῦ ἡλίου ἐς ἑσπέραν θερμότερον ,
6589988 φλεγμα
τοῦ κάλλιον . φιλεόντων φιλείτωσαν , ὡς ἔστων ἔστωσαν . φλέγμα τὴν φλόγα . ὁ δὲ Ἀπίων τὸν φλοῖσμον ταραχὴν
διαλειμμάτων ὁμοίως , ἐξεμέσαντες δὲ τὸ φάρμακον καὶ τὴν τροφὴν φλέγμα μετὰ χολῆς οἴσουσιν ὀλίγης , εἶτα μετὰ πλείονος ,
6543630 ξανθον
ἐλθὲ καὶ εἴρεο Νέστορα δῖον , κεῖθεν δὲ Σπάρτηνδε παρὰ ξανθὸν Μενέλαον : ὃς γὰρ δεύτατος ἦλθεν Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων .
καὶ ἐπίϲχεται θᾶϲϲον . ἢν δὲ ἀπ ' ἀρτηρίηϲ , ξανθὸν καὶ λεπτόν , καὶ οὐ μάλα πήγνυται , καὶ
6541031 δριμυ
: δριμὺ γὰρ τὸ φυτόν . οἱ δὲ ἀντὶ τοῦ δριμὺ καὶ ἱλαρόν . τινὲς δέ φασι τῷ θύμῳ εἶναι
καταῤῥυῇ , καὶ νιτρῶδες ᾖ , ἅτε ὑπὸ τῆς ὥρης δριμὺ καὶ θερμὸν γεγενημένον , δάκνει τοιόνδε ἐὸν , καὶ
6475173 ὑδωρ
γὰρ θάλασσά ἐστιν ἑξῆς πολλὴ κειμένη . Τὸ δὲ ἁλμυρὸν ὕδωρ αὐτὸ τὸ Λιγυστικὸν πέλαγος . Τούτῳ γὰρ συναπτέον τὸ
τὸ μὲν πῦρ θερμόν ἐστι καὶ ξηρὸν , τὸ δὲ ὕδωρ ὑγρὸν καὶ ψυχρόν . ἀεὶ μὲν οὖν κατὰ γῆς
6466525 θερμαινεσθαι
ἀλλὰ καὶ τὸ πάσχειν τῷ πάσχειν ἐναντίον : τὸ γὰρ θερμαίνεσθαι τῷ ψύχεσθαι ἐναντίον . ὑπάρχει δὲ τῷ ποιεῖν καὶ
τῷ ἀλλοιοῦσθαι παθητικῶς τὸ γίνεσθαι καὶ ἡ γένεσις , οἷον θερμαίνεσθαι ἢ λευκαίνεσθαιἔστι γὰρ τούτων γενομένων μήπω τὴν ἁπλῶς γένεσιν
6464460 ψυχομενον
τῷ ψύχει μᾶλλον πήσσεσθαι , ὅπερ καὶ περὶ πᾶν αἷμα ψυχόμενον συμβαίνει . μήποτε οὖν , φησίν , ἐξ ὕδατος
, καὶ ἐξέρχεται ἐπὶ τὴν γῆν καὶ νέμεται καὶ εὐθέως ψυχόμενον θνήσκει . τὸ δὲ ἑξῆς * οὕτως * :
6423492 θολερον
τοῦ δὲ χρόνου προϊόντος , πτύαλον ἐπιφαίνεται ὑπόμελαν ἐὸν καὶ θολερὸν , καὶ τὰ στήθεα πῦρ ἔχει τοῦ ἄλλου σώματος
αὔξεται καὶ ὄγκῳ καὶ σταθμῷ κατατιθέμενος ἐν οἴκοις καταγείοις ἀέρα θολερὸν ἔχουσιν , ὡς εὐρῶτος πληροῦσθαι ταχέως τὰ κατ '
6419515 κουφον
ἔπαλλε δελφὶς πρώιραις κυανεμβόλοισιν εἱλισσόμενος , πορεύων τὸν τᾶς Θέτιδος κοῦφον ἅλμα ποδῶν Ἀχιλῆ σὺν Ἀγαμέμνονι Τρωίας ἐπὶ Σιμουντίδας ἀκτάς
δὲ λεῖος λεπτὸς καπυρός : τὸ δὲ ξύλον χαῦνον καὶ κοῦφον ξηρανθέν , ἐντεριώνην δὲ ἔχον μαλακήν , ὥστε δι
6404588 θερμην
ἀλήτην . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ ἀλέα ὃ δηλοῖ τὴν θέρμην . ἡμέτερον : + τοιαῦτά τινα Τυδεὺς ἐδόκει πρὸς
πνοιὴ Βορέαο ζώγρει ἐπιπνείουσα κακῶς κεκαφηότα θυμόν , ψύξεως δὲ θέρμην , ὡς ἐπὶ τοῦ Ὀδυσσέως κεχειμασμένου , ὃς ἐν
6392781 μελαν
: τρία σημαίνει ἡ λέξις : ἔστι γὰρ ψολόεν τὸ μέλαν , τὸ σποδοειδές , τὸ λαμπρόν . Εὐφορίων ἢ
ἑλμίνθων φθαρτικόν . εὐκοιλιώτερον δὲ τὸ λευκόν , τὸ δὲ μέλαν οὐρητικώτερον . ὑπάρχειν δ ' αὐτῶν καὶ τὰς ῥίζας
6350165 ἁλμυρον
σαρκῶδες : οὐρέεται δὲ τὸ γλυκύ : διαχωρέεται δὲ τὸ ἁλμυρόν . Κέγχρων χόνδροι καὶ κυρήβια , ξηρὸν καὶ στάσιμον
τὸ μὲν γλυκύ , τὸ δὲ πικρόν , τὸ δὲ ἁλμυρόν , τὸ δὲ δριμύ , τὸ δὲ αὐστηρόν ,
6337253 γεωδες
τὸ τοῦ φλέγματος ὑγρὸν καταλιπεῖν ἐν τῷ σώματι καὶ ὑπόλοιπον γεῶδές τε καὶ πολὺ τὴν φύσιν ὑπάρχον . Μάλιστα δὲ
' ὧν διαφθείρεται τὰ σώματα . αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ γεῶδές ἐστιν ἡ τοῦ σώματος πῆξις , τὸ δὲ ὑγρὸν
6318354 ψυχρου
. αʹἐν ἄλλῳ εὗρον δραχ . βʹ μεθ ' ὕδατος ψυχροῦ κοτύλην αʹ . πρὶν δὲ δοῦναι τὸ φάρμακον ,
τὰ ἄκρα καὶ τὸ μέσον , ὡς ἐπὶ θερμοῦ καὶ ψυχροῦ καὶ τοῦ χλιαροῦ , ἢ τὰ μὲν ἄκρα ὥρισται
6264431 ποτιμον
φαρμακοποσίας . οὐ λέγει οὖν φάρμακον κατὰ ἐπιβουλὴν , ἀλλὰ πότιμόν τι εἰς ἴασιν , καὶ ἐφόνευσεν αὐτόν . .
γε τοῦτο πίνομεν , οὐκ ἄρ ' , ἔφη , πότιμόν ἐστιν . πρὸς Ἄριον τὸν ψάλτην ὀχλοῦντά τι αὐτῷ
6261598 θερμου
τῇ ἕδρᾳ , ἢ πίτυρα ἐν ἀποδέσμῳ δι ' ὀξυκράτου θερμοῦ ἢ ὠμὴν λύσιν ἢ σίδια ἡψημένα καὶ λελειοτριβημένα κατ
ἀνετικοῦ τὴν κοιλίαν , ἤγουν δι ' ἐλαίου γλυκέος καὶ θερμοῦ καὶ τῶν ὁμοίων . ποτὸν δὲ καὶ διάκλυσμα ὕδωρ
6258170 ὑδατωδεϲ
ἀπὸ φλέγματοϲ , ὠχρὸν δὲ ἄλλο πικρόχολον , ἐνίοτε δὲ ὑδατῶδεϲ : εἰ δὲ αἷμα καθαρὸν ὡϲ ἐν φλεβοτομίᾳ φέροιτο
εἰϲ καταπότια : εἰ δὲ φλέγμα μᾶλλον πλεονάζοι ἢ τὸ ὑδατῶδεϲ , δίδου τὸ δι ' εὐφορβίου καὶ πεπέρεωϲ καὶ
6176913 θερμαινειν
καὶ εὐωδίαις καὶ τῷ μετρίως μὲν ψυχραίνειν , μετρίως δὲ θερμαίνειν προὔχει τῶν ἄλλων . τὰ δὲ πρὸς τὰς ἄρκτους
ἐλεήσας ἀνείλατο καὶ βα - λὼν εἰς τὸν ἑαυτοῦ κόλπον θερμαίνειν ἐπειρᾶτο . ὁ δὲ μέχρι μὲν ὑπὸ τοῦ ψύχους
6166227 πυρ
γε τοῦτο καὶ ὕδατι : εἰ δὲ μή , τὸ πῦρ τό γε τῆς φλογὸς καὶ τοῦ ἄνθρακος ἐν ὑποκειμένῳ
θείου παρεχομένη τύφεται μὲν καὶ παρ ' ἑαυτῆς φύσει , πῦρ δ ' οὔπω ἐκδίδωσιν , εἰ δὲ σηραγγώδης τύχοι
6154874 ψυχεται
τῆς ἁφῆς συναισθάνεται , καὶ ὀφθαλμὸς ὁρᾷ καὶ θερμαίνεται ἢ ψύχεται , καὶ ἀκοὴ δὲ ὁμοίως καὶ ὄσφρησις : κοινὸν
χρόνῳ τι ἀνύσειε . καὶ οὕτω δὴ τό τε στῆθος ψύχεται ψύξιν δεινὴν καὶ βὴξ ἐπιγίγνεται πυκνή τε καὶ ἰσχυρὰ
6131946 θερμαινον
ἂν οὖν μοι δοκοῖς εὑρεῖν ἄλλο φάρμακον δι ' ὅλων θερμαῖνον μᾶλλον πυρετοῦ : διὸ καὶ τῷ σπωμένῳ ἀγαθὸν τοῦτο
ἐντείνειν κωλύει , καὶ τὸ σῶμα ἀσθενὲς ποιέει . Λάπαθον θερμαῖνον διαχωρέει . Ἀνδράφαξις ὑγρὸν , οὐ μέντοι διαχωρέει .
6123807 ψυχροτερον
καὶ τὸ χωρίον ἀφορῶν : εἰ μὲν γὰρ ἐπὶ τὸ ψυχρότερον ῥέπουσι , δώσεις ἐλάχιστον , εἰ δ ' ἐπὶ
τὸ χωρίον : ἐν ἅπασι γὰρ τούτοις ἐπὶ μὲν τὸ ψυχρότερον ῥέπουσι δώσεις ἐλάχιστον , ἐπὶ δὲ τὸ θερμότερον ἐκτενέστερον
6122011 ὑγραινει
. πρόσεστι δὲ τοῖς συκαμίνοις καὶ στύψεώς τι , καὶ ὑγραίνει μὲν πάντως , ψύχει δ ' οὐ πάντως ,
τοῖς ἐκ τῶν πυρῶν , καὶ διαχωρητικὰ μᾶλλον . Βρόμος ὑγραίνει καὶ ψύχει ἐσθιόμενος καὶ ῥόφημα γενόμενος . Τὰ πρόσφατα
6121372 χολωδες
. [ γʹ . Πρὸς δηγμοὺς ἄνευ τοῦ ἀναχεῖσθαί τι χολῶδες . ] Τραγορίγανον λεάνας ἐν ὕδατι ἴσα δίδου καταῤῥοφεῖν
οἱ ἐκκεχολωμένοι τὸ στόμα τῆς κοιλίας , οὓς γνωριοῦμεν ἐπανερευγομένους χολῶδες . ὡσαύτως δ ' οὐδὲ τοὺς αἱμορραγοῦντας ἐκ ῥινῶν
6109289 θερμοτητα
τὸ ἐπίπλασμα τοῦτό ἐστι φάρμακον ἀγαθόν . Ὀδυνωμένης κεφαλῆς διὰ θερμότητα , τὰ φύλλα τῆς θρίδακος συγκοπέντα καὶ τῷ μετώπῳ
νῦν μὲν συνῆλθον εἰς τὸ αὐτὸ καὶ παρέσχον ὑπὸ πλήθους θερμότητα καὶ πύρωσιν τῷ σώματι , νῦν δ ' ἐκπεσοῦσαι
6074740 ψυχρῳ
δὲ μὴ βρέχειν τὴν κεφαλὴν μηδὲ τῷ θερμῷ μηδὲ τῷ ψυχρῷ , πλὴν εἴποτε δέοι ῥύπον ἀποϲμήχειν ἀφρονίτρῳ καὶ μέλιτι
τοῖς ἐρυσιπέλασιν ἦν οἰκεῖα , μηδὲ σπόγγῳ ποτὲ θαρσήσῃς ὕδατι ψυχρῷ βεβρεγμένῳ μηδὲ στρύχνῳ , καίτοι καὶ τοῦτο ξηραίνειν πέφυκεν
6044167 πυκνουν
τὴν διάθεϲιν ἐργαζόμενα τῷ τε παχύνειν τὴν ὕλην καὶ τῷ πυκνοῦν τοῦ ἐντέρου τοὺϲ πόρουϲ . ἤδη δὲ λεπτυνθέντοϲ τοῦ
ἐστιν ὧδε . Ψῦξις μὲν γὰρ τῷ συνάγειν τε καὶ πυκνοῦν , καθάπερ κἀπὶ τῶν νεφρῶν ἐστιν ἰδεῖν ὁσημέραι .
6016847 ἐνικμον
ἀπὸ παρασπάδος καὶ ἀπὸ σπέρματος : τόπον δὲ ζητεῖ ψυχρὸν ἔνικμον , φιλόζωον δ ' ἐν τούτῳ καὶ δυσώλεθρον :
' εὐθέως ψύχειν ἐπὶ κεραμίδων καινῶν ἐν ἡλίῳ ὀξυτάτῳ : ἔνικμον γὰρ κἂν ἐπ ' ὀλίγον μένῃ , ὀξίζει .
6004838 λεπτον
ἀμορφίᾳ συνοικῇ , τὸ καθάρειον ἐκλέγεται . οἷον ἱμάτιον οὐ λεπτὸν μέν , καθάρειον δέ , σκεύη οὐ χρυσᾶ οὐδὲ
. Τί δηλοῖ τὸ λεπτὸν καὶ πυρρόν . τὸ δὲ λεπτὸν τῇ ϲυϲτάϲει καὶ πυρρὸν τῷ χρώματι βέλτιον τοῦ ὠχροῦ
5989947 γλισχρον
ὅτι αὐτὴ μὲν κατ ' αὐτὴν ἀμφιβολία οὐδέποτε μελετηθήσεται , γλίσχρον γὰρ καὶ ἀτελὲς τὸ ζήτημα : ἐν ἑτέροις δὲ
διενήνοχεν ἐκείνου μέντοι τῷ τε μὴ ὄζειν καὶ πάνυ τυγχάνειν γλίσχρον . Τό γάρ τοι πῦον καὶ αὐτό τινα γλισχρότητα
5979927 λευκον
τὸν Σπαρτιάτην γραπτὸν κύρβιν ἐν διπλῷ ξύλῳ . τὸν γὰρ λευκὸν ἱμάντα βουληθεὶς εἰπεῖν , ἐξ οὗ ἡ ἀργυρᾶ λήκυθος
ἐν Δαιταλεῦσι : τί δαί ; κυνίδιον [ λεπρὸν ] λευκὸν ἐπρίω τῇ θεᾷ εἰς τὰς τριόδους ; ἠρία :
5979014 θερμαινει
δυνάμεως . Περικλυμένου ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα τέμνει καὶ θερμαίνει . Περιστέριον δύναμιν ἔχει ξηραντικήν . Πετασῖτις ἐκ τῆς
φακῶν ἀφέψημα μετὰ μέλιτοϲ . Ϲκίλλα τμητικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ , θερμαίνει δὲ καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν δευτέραν τάξιν : ἄμεινον
5976890 ξηροτερον
ἐξαιροῦντα , τακερᾶς δ ' ἱκανῶς γενηθείσης λειοῦντα χρῆσθαι . ξηρότερον δ ' εἰ φαίνοιτό σοι κατὰ τὴν σύστασιν ,
τὸ ταύτῃ θερμότερον , ψυχρότερον , παχύτερον , λεπτότερον , ξηρότερον , λεῖόν τε καὶ τέλειον . Ϛʹ . Ἐφ
5969377 σκληρον
, οὐδὲ περιστάσεων . Ἀγαπήσετε δὲ ὅμως τὸ καματηρὸν καὶ σκληρὸν τοῦτο τῆς διαγωγῆς , καὶ ἐπίπονον , διὰ τὰ
μόνου ἐμνημόνευσε τοῦ μαλθακοῦ , εἰδὼς ὡς καὶ εἴ τι σκληρὸν , ἐκείνῳ δὲ ἡδὺ , ὡς μαλθακὸν αὐτῷ φαίνεται
5966287 μανον
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε
5934222 ὑγροτερον
τῆς Παρθένου ζώδιῳ βροντὴ καταρραγήσεται ἐὰν πρὸς τὴν ἡμέραν , ὑγρότερον κατάστημα γενήσεται πρὸς κόσμον καὶ ἀφθονία τῶν καρπῶν ἀλλὰ
τῶν βουνῶν καὶ τῶν γεωλόφων ξηρότερον τὸ κατάστημα ποιεῖ , ὑγρότερον δὲ τὸ ἀπὸ τῶν ποταμῶν καὶ πάντων ποτίμων ὑδάτων
5922269 ὑδατωδες
ἔκλυτα καὶ ὑδατώδη . καὶ δὴ καὶ κρατεῖ τὸ μὲν ὑδατῶδες ἐν τούτοις , ὡς εἶναι τὴν κρᾶσιν αὐτῶν ὑγροτέραν
αὐτὰ ψυχρὰ καὶ ὑγρὰ τὴν κρᾶσιν τυγχάνοντα , λεπτὸν καὶ ὑδατῶδες αἷμα ἀπογεννῶσι καλῶς πεφθέντα . πεφύκασι δὲ καὶ ταῦτα
5915640 πικρον
καὶ οὔτε γλυκύ τι περὶ τοῖς ἐκτὸς ὑπάρχειν , οὐ πικρὸν ἢ θερμὸν ἢ ψυχρὸν ἢ λευκὸν ἢ μέλαν ,
: ῥίζα ἰσχνή , ἄπρακτος : σπέρμα ὅμοιον σησάμῳ , πικρὸν ἐν τῇ γεύσει . Σησαμοειδὲς τὸ λευκὸν καυλία ἔχει
5908242 ἀναπνειν
τῆς φύσεως πρὸς τὴν τοῦ παιδίου διαμονήν : καὶ τὸ ἀναπνεῖν δὲ ὂν ἔργον τῆς ψυχῆς παρεχόμενα τὰ ἔμβρυα δῆλα
ἀέρα δ ' ἀντηχεῖν . ὀσφραίνεσθαι δὲ ῥισὶν ἅμα τῶι ἀναπνεῖν ἀνάγοντα τὸ πνεῦμα πρὸς τὸν ἐγκέφαλον . γλώττηι δὲ
5892498 θερμαινομενον
ἀρίστων ὁ Ἱπποκράτης , ἔνθα φησίν : ὕδωρ τὸ ταχέως θερμαινόμενον καὶ ψυχόμενον κουφότατον . οὐ γὰρ ἐπὶ τῶν βορβορωδῶν
ψυχῆς θερμῷ καταναλίσκεται , τὸ δὲ διὰ τοῦ χρωτὸς ἐξωθέεται θερμαινόμενον καὶ λεπτυνόμενον . Τὰ γλυκέα καὶ τὰ πίονα καὶ
5891637 θερμοτης
ἄλλο κατὰ συμβεβηκός : οὐσιώδης μὲν γὰρ ἡ τοῦ πυρὸς θερμότης , οὐσία δὲ οὐκ ἔστιν . πάλιν δὲ ἐνδέχεται
ὄντων τῶν ἔξωθεν . διὰ δὴ τοῦθ ' ἡ ξηρὰ θερμότης ἁρμόττει πρὸς τὰς τήξεις καὶ αὐτὴ λαμβάνουσά τινα συμμετρίαν
5884412 φθειρεσθαι
: διό φησι καὶ γὰρ τὸ φθειρόμενον δοκεῖ δυνατὸν εἶναι φθείρεσθαι , ἐπεὶ οὐχ ὡς φθαρῆναι ἀδύνατον νῦν ἔχει τινὰ
ἅμα ταῖς δρυσὶ γεννᾶσθαι ἢ ἐπειδὴ δοκοῦσιν ἅμα ταῖς δρυσὶ φθείρεσθαι . Χάρων γὰρ ὁ Λαμψακηνὸς ἱστορεῖ , ὡς Ῥοῖκος
5828951 χιονα
μηχανώμεθα , τὸ καλὸν δὲ χρῶμα δευσοποιῷ χρώζομεν . καὶ χιόνα μὲν πίνειν παρασκευάζομεν , τὸ δ ' ὄψον ἂν
μέλλον προεγνωκέναι . ἴσασι γοῦν καὶ χειμῶνα μέλλοντα , καὶ χιόνα ἐσομένην προμηθέστατα ἐφυλάξαντο . καὶ τοῦ καταληφθῆναι δέει ἀποδιδράσκουσιν
5804207 πυρωδες
τὸν οὐρανὸν ἐξ ἀέρος συμπαγέντος ὑπὸ πυρὸς κρυσταλλοειδῶς , τὸ πυρῶδες καὶ τὸ ἀερῶδες ἐν ἑκατέρῳ τῶν ἡμισφαιρίων περιέχοντα .
ἀλεύροις θαυμαστῶς τὰς ὀδύνας οἶδε παρηγορεῖν καὶ τὸ ζέον καὶ πυρῶδες ἀποσβεννύειν τῆς ὀδύνης καὶ εἰς εὐκρασίαν φέρειν τὰ πεπονθότα
5801097 ὑγρῳ
: ἐπεὶ γὰρ οἰκεία ἡ ἄμπελος τῷ ἐν τῷ πίθῳ ὑγρῷ , ἧττον ἐγένετο ὁ ὄνειρος πονηρός [ διὸ καὶ
γῆς οὖσαν : ὡς γὰρ ἡ γῆ πνεύματι μεμιγμένη καὶ ὑγρῷ * * μαλακὴ γέγονε καὶ τὸ αἷμα τῇ σαρκὶ
5799445 πυον
καθαίρεται : ἀνάγκη γὰρ τὰς σάρκας τὰς φλασθείσας καὶ κοπείσας πῦον γενομένας ἐκτακῆναι . Τὰ δὲ βέλεα τὰ προμήκεα ,
κἄπειθ ' οὕτωϲ ϲκολοπομαχαιρίῳ τὸν ὑπεζωκότα ϲυντρήϲαντεϲ ὑμένα καὶ τὸ πῦον ἐκκρίναντεϲ . καὶ οὗτοι δὲ καὶ οἱ διὰ ϲιδήρου
5790598 εὐκρατον
καὶ δυσκρασίαν θερμὴν , ὡς πυρῶδες ἔχειν τὸ θερμὸν οὐκ εὔκρατον , οὐδὲ μέτριον . ἐπὶ δὲ τῶν θηλέων παιδίων
μὲν οἶνον διὰ τὸ φλέγμα , ὕστερον δὲ παρέχει πολὺν εὔκρατον , ἵνα ἐκεῖνο τῇ παχύτητι κατάσχῃ κατὰ τὴν θερμασίαν
5759203 ἀερωδες
τὸ εἶναι ἐγκόσμιος ἐφέλκοιτό τι σῶμα αἰθερῶδες ἢ πνευματῶδες ἢ ἀερῶδες ἢ καὶ ἐκ τούτων σύμμικτον εἴτε καὶ τούτων οἵα
ἤδη τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ τῆι πρὸς τὸ ἐκτὸς ὁρμῆι τὸ ἀερῶδες ὑπαναθλίβοντος τὴν ἐκπνοήν , τῆι δ ' εἰς τὸ
5752872 πυρρον
, μεταβληθείη μὲν ἂν ἀπὸ τῶν κατὰ φύσιν πρὸς τὸ πυρρὸν χωροῦντα , ἐπιταθείσης δὲ τῆς θερμότητος , προσεπιδοθείη ἂν
, τὸ δὲ πάνυ λευκὸν ἄκρατον εἰς ἀνανδρίαν φέρει , πυρρὸν δὲ τὸ σῶμα πᾶν δολεροῦ καὶ πολυτρόπου ἀνδρός ἐστι
5750250 πυκνον
μαντικήν : ἐμφαίνεσθαι γὰρ ἐν αὐτῷ διὰ τὸ λεῖον καὶ πυκνὸν καὶ λαμπρὸν τὴν ἐκ τοῦ νοῦ φερομένην δύναμιν :
, ἤγουν δυσπετέως φέρειν τὴν νοῦσον , πνεῦμα μέγα καὶ πυκνὸν εἶναι , τὴν ὀδύνην μὴ παύεσθαι , τὸ πτύελον
5747149 ἐμφυτον
ποιότητι ἕκαστον : εἰ μὲν εἴη πατὴρ , ἔχει τὴν ἔμφυτον τῶν προπατόρων χρηστότητα , οἷον ὅτι φιλόστοργοι , ὅτι
δ ' ἀποφηνάμενοι καὶ θεωροῦντες ἐκ παραθέσεως Κρηταεῖς διὰ τὴν ἔμφυτον σφίσι πλεονεξίαν ἐν πλείσταις ἰδίαι καὶ κατὰ κοινὸν στάσεσι
5743884 ὑγροτητα
. κοιμώμενος . ποταπόν ; εὔχυτον , * * ἢ ὑγρότητά τινα ἐμφαῖνον ἔχειν . χαλᾷ , * * ἢ
οἴδημα τὸ χρονιώτερον οὐ λύει , ἐπειδὴ τῷ χρόνῳ προσλαμβάνει ὑγρότητά τινα . ἀλλὰ δεῖ αὐτό , ὡς εἴρηται ,
5743088 θερμαινεται
ἢν δὲ ξηρὰ ἔῃ καὶ ἀραιῶς κείμενα , πολλῷ ἥσσω θερμαίνεται καὶ σήπεται . Οὕτω δὴ καὶ πυροὶ καὶ κριθαὶ
φύσει θερμὸν , οὐδὲ γὰρ ἄλλο τι ὕδωρ , ἀλλὰ θερμαίνεται : δοκέει δὲ τοῖσι πολλοῖσι φύσει θερμόν . Περὶ
5739320 ἀπεπτον
' ἀμφοῖν ἐστι τὸ δεύτερον . τὸ δ ' ἐσχάτως ἄπεπτον , ὅπερ ἐστὶ τὸ ὑδατῶδες ἀκριβῶς , οἷον ἀπεγνωσμένης
τὸ δὲ γυψῶδες παχὺ καὶ δυσοικονόμητον , τὸ δὲ ξανθὸν ἄπεπτον καὶ ἀκατέργαστον , καὶ διὰ τοῦτο τὴν αἱματώδη χρόαν
5738235 ψυχεσθαι
τὸ πάσχειν τῷ πάσχειν ἐναντίον : τὸ γὰρ θερμαίνεσθαι τῷ ψύχεσθαι ἐναντίον . ὑπάρχει δὲ τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν ὥσπερ
, ἔφη . Οὐκοῦν καὶ διακρίνεσθαι καὶ συγκρίνεσθαι , καὶ ψύχεσθαι καὶ θερμαίνεσθαι , καὶ πάντα οὕτω , κἂν εἰ
5730816 παχυνει
Ἐνθέρμῳ φύσει , ἐν θερμῇ ὥρῃ κοίτη ἐμψύχει , κοίτη παχύνει , ἐν θερμῷ λεπτύνει . Οὗτος ὁ λόγος μέρος
ὡς ἀληθῆ ὑπολαμβάνοντες , καὶ ὅτι τὰ τοιαῦτα τῶν βρωμάτων παχύνει τὸν νοῦν τροφιμώτερα ὄντα καὶ πολλὴν ἀνάδοσιν ποιοῦντα .
5715183 λεπτομερες
ὥς τινες ὑπειλήφασι , πᾶν πῦρ λεπτομερὲς νομιστέον οὔτε τὸ λεπτομερὲς ἅπαν πῦρ : ὅ τε γὰρ ἄνθραξ πῦρ μέν
πολυμάθειαν δωρίζουσιν . . . : παιπάλη δὲ κυρίως τὸ λεπτομερὲς τοῦ ἀλεύρου . εὐφημεῖν χρὴ : ἡ συστηματικὴ .
5708023 ψυχει
τοῖϲ μὲν δριμέϲιν ἑαυτοῦ μέρεϲι θερμαίνει , τοῖϲ δὲ αὐϲτηροῖϲ ψύχει , ὥϲτε ξηραίνει κατ ' ἄμφω καὶ διὰ τοῦτο
ταῦτα . τῆϲ ῥίζηϲ δὲ ὁ φλοιὸϲ ἰϲχυρότατοϲ ὢν οὐ ψύχει μόνον , ἀλλὰ καὶ ξηραίνει : τὸ δ '
5701505 κουφοτατον
πάντα δεινὴ δὴ συγχωρεῖν ἀνάγκη περιειστήκει , τότε δὴ τὸν κουφότατον ᾔτει μισθόν , πόλεις καὶ χώρας καὶ ἔθνη ,
, χειρομύλας χρὴ αὐτόθεν παρασκευάσασθαι αἷς σιτοποιησόμεθα : τοῦτο γὰρ κουφότατον τῶν σιτοποιικῶν ὀργάνων . συνεσκευάσθαι δὲ χρὴ καὶ ὧν
5699593 μεταβαλλειν
. οὐδὲ γὰρ τὸ ἀπὸ κινήσεως κατὰ βραχὺ εἰς ἀργίαν μεταβάλλειν βλάπτει , ἀλλὰ τὸ ἀθρόως . ἢ μᾶλλον ὡς
καὶ κολυμβῶσα πολλάκις καὶ περιπετομένη ὕδωρ σημαίνει . Κόραξ πολλὰς μεταβάλλειν εἰωθὼς φωνὰς , τούτων ἐὰν ταχὺ δὶς φθέγξηται καὶ
5646691 κεκραμενον
εἰς ἀγγεῖον κεραμεοῦν , καὶ βάλλεται τὸ χυτρίδιον εἰς ὄξος κεκραμένον , ὥστε ἔξω μὲν βρέχεσθαι τὴν χύτραν , ἔσωθεν
ὅπερ καὶ πωμαϲθὲν καταχρίεται γύψῳ καὶ ἐντίθεται εἰϲ ἀγγεῖον ἔχον κεκραμένον ὄξοϲ , ὥϲτε ἔξωθεν μὲν βρέχεϲθαι τὸ χυτρίδιον ,
5638959 διαπνεομενον
τρέφεται δὲ τῷ ψυχρῷ τὸ κατὰ τὸ λευκὸν καὶ ἀερῶδες διαπνεόμενον . Οὐδὲ γὰρ ἀγνοεῖν χρὴ ὅτι κατὰ τὴν σύγκρασιν
ἐούσῃ ῥεῦμα προσπῖπτον τρηχύτητας ἐμποιέει : τὸ γὰρ πνεῦμα τὸ διαπνεόμενον διὰ τῆς φάρυγγος ἐς τὰ στέρνα βαδίζει , καὶ
5633734 διαφανες
ἀστέρων καὶ τὸ πῦρ . ὁρατὸν δὲ καὶ τὸ ἐνεργείᾳ διαφανὲς ὁ πεφωτισμένος δηλαδὴ ἀήρ . ἔτι δὲ καὶ τὸ
ὅταν ἦθος ἁγνὸν καὶ κόσμιον ἐν ὥρᾳ καὶ χάριτι μορφῆς διαφανὲς γένηται , καθάπερ ὄρθιον ὑπόδημα δείκνυσι ποδὸς εὐφυίαν ,
5633413 εἰλικρινες
ὑπὸ τοῦ ἀέρος . τὸ δὲ μέσον οἷον καθαρὸν καὶ εἰλικρινές . διὸ καὶ ταύτῃ μὲν [ οὐ ] διορᾶται
, οἰόμεθα , εἴ τῳ γένοιτο αὐτὸ τὸ καλὸν ἰδεῖν εἰλικρινές , καθαρόν , ἄμεικτον , ἀλλὰ μὴ ἀνάπλεων σαρκῶν
5620269 ζεον
τὸ ἀπόπλυμα εἰϲ κρατῆρα πλατύϲτομον βαλὼν καὶ ἐπιχέαϲ ἕτερον ὕδωρ ζέον ἀνατάραϲϲε λαμβάνων ἐκ τοῦ ὑγροῦ ποτηρίῳ ἢ ἑτέρῳ τινὶ
τὴν γῆν ἐξέκαυσεν : ὅταν δὲ συνεστὼς οὐρῶ τὸ ἔδαφος ζέον τοὺς πόδας μου κατακαίει , καὶ ἡ δριμύτης τοῦ
5619038 καχλαζον
ψωριῶντί ἐστιν , ἥτις καὶ αὐτῷ ἐνοχλεῖ , τὸ δὲ καχλάζον θερμὸν δραστήριον ὂν ἀποκρούει τὴν δριμεύουσαν ὕλην καὶ οὕτως
ὄν , τῷ δὲ ὑγιαίνοντι θάνατός ἐστιν τὸ εἰσελθεῖν εἰς καχλάζον θερμόν . Ἐνταῦθα ἐπιχειρεῖ δεῖξαι , ὅτι καὶ οἱ
5602770 μεταβαλλον
. δύο γὰρ γένη πυρός , τὸ μὲν ἄτεχνον καὶ μεταβάλλον εἰς ἑαυτὸ τὴν τροφήν , τὸ δὲ τεχνικόν ,
τὸ ὅλον περιεχούσας ψυχᾶς μέχρι σελήνας περαιοῦται , τὸ δὲ μεταβάλλον ἀπὸ τᾶς σελήνας μέχρι τᾶς γᾶς . ἐπεὶ δέ
5588726 χλιαρον
ἢ ἔλαιον καὶ οἶνον ὁμοίως ποίησον καὶ πότισον ἐν λουτρῷ χλιαρόν . [ Πρὸς στομαχικούς . ] Κύμινον καὶ κιννάμωμον
ἐς οὗ δύεταί τε ὁ ἥλιος καὶ τὸ ὕδωρ γίνεται χλιαρόν : ἐπὶ δὲ μᾶλλον ἰὸν ἐς τὸ θερμὸν ἐς
5588441 διαχεομενον
παχὺ θερμαινόμενον διαχέεται πρῶτον τὸ πλησίον τοῦ πονέοντος ἐόν : διαχεόμενον δὲ μίσγεται τῷ πονέοντι ὕδρωπι , εἶτα κενεώτερον ἐγένετο
παντελῆ θάνατον . Διογένης , εἰ ἐπὶ πᾶν τὸ αἷμα διαχεόμενον πληρώσει μὲν τὰς φλέβας τὸν δ ' ἐν αὐταῖς
5584859 ἐπιρρεον
φλεγμαῖνον μέρος ἐπιβρέχειν τε καὶ καταπλάττειν τοῖς ἀπωθεῖσθαι μὲν τὸ ἐπιρρέον δυναμένοις , κενοῦν δὲ τὸ ἤδη περιεχόμενον τῷ πεπονθότι
τούτων εἴη , ξηρὸν δὲ καὶ λεπτὸν τὸ σῶμα καὶ ἐπιρρέον δριμὺ , παχυνούσῃ καὶ εὐκράτῳ κεχρῆσθαι διαίτῃ καὶ ἀναπαύσει
5584647 δυσωδες
λευκὰ οἷον πιλίσκους , τὸ δ ' ἐν αὐτοῖς ἐρυθρὸν δυσῶδες . ἡ δὲ μακρὰ φύλλα ἔχει ἐπιμηκέστερα τῆς στρογγύλης
ποιῆσαι . κβʹ . ἔλαιον ταγγὸν θεραπεῦσαι . κγʹ . δυσῶδες ἔλαιον θεραπεῦσαι . κδʹ . ἔλαιον θολερὸν καταστῆσαι .
5584472 γεωδεστερον
, ὅπου μαλακώτερος ὁ ἀήρ . τὸ δὲ ἁλυκὸν ὕδωρ γεωδέστερόν ἐστι καὶ πλείονος δεῖται κατεργασίας , ὡς [ καὶ
φησιν ὅταν μαλακώτερος ὁ ἀήρ . Τὸ δὲ ἁλυκὸν ὕδωρ γεωδέστερόν ἐστι καὶ πλείονος δεῖται κατεργασίας , ὡς καὶ τὸ
5568429 πεπηγος
Ἥρων ἐν μηχανικοῖς καὶ καταπαλτικοῖς . ] Ἔστω οὖν πλινθίον πεπηγὸς τὸ ΑΒΓΔ , καὶ ἐν αὐτῷ τρίγωνα ὀρθογώνια ἴσα
, ἄρκτον ἐγκυμονοῦσαν ζωγραφοῦσιν : αὕτη γὰρ αἷμα συνεστραμμένον καὶ πεπηγὸς τίκτει , ὕστερον δὲ τοῦτο θαλπόμενον ἐν τοῖς ἰδίοις
5558857 ἀλλοιωσαι
ἀντὶ τῶν ἀναφορικῶν τὰ ὀνόματα θέσθαι καὶ τὰ τοῦ λόγου ἀλλοιῶσαι . . ὁπηνίκα μέντοι τὸ ἐκεῖνος καὶ τὸ οὗτος
τοῦ προσώπου | φαντασίαν διαλῦσαι [ ] | καὶ σχέσιν ἀλλοιῶσαι [ ] μήτε [ ] | τὸν τόνον [
5553454 ὑγροτης
κατὰ μέρος δὲ αἰτίων διάγνωσις παρίστησι τὴν ἐνοχλοῦσαν δυσκρασίαν . ὑγρότης δὲ ἢ ξηρότης κατ ' αὐτὰς , βραχύ τι
ἐξαιρεθῇ , συρρεῖ γὰρ εἰς τὸ ἕλκωμα τοῦτο πλείων ἡ ὑγρότης , ἐν δὲ τῇ ἐλάτῃ καὶ τῇ πίτυϊ ὅταν
5531662 αὐχμηρον
γενέσεως καὶ σπέρματος οὐσίαν νομίζοντες : Τυφῶνα δὲ πᾶν τὸ αὐχμηρὸν καὶ πυρῶδες καὶ ξηραντικὸν ὅλως καὶ πολέμιον τῇ ὑγρότητι
τῷ ξηρανθῆναι τοὺς μῦς περαιτέρω τοῦ προσήκοντος , ὥστε ἀποδύντων αὐχμηρὸν καὶ προσεσταλμένον φαίνεσθαι τὸ σῶμα καὶ πρὸς τὰς κινήσεις
5524777 οὐρον
καὶ κατ ' ὀλίγον φέρεται καὶ τὸ λεπτότατον διηθοῦσα τὸ οὖρον ὕφαιμον ἀπεργάζεται . εἰ δὲ σὺν τῷ αἵματι καὶ
. Ὁ διαβήτης καλούμενός ἐστιν , ὅταν ἀμετρότερον ἐκκρίνηται τὸ οὖρον αὐτοῖς πολλάκις ἅμα τῷ πίνειν , οἷόν τι καὶ
5519651 διψος
τῶν τινὸς εἶναι τοῦτο ὅπερ ἐστίν ; ἔστι δὲ δήπου δίψος Ἔγωγε , ἦ δ ' ὅς : πώματός γε
ὀξὺς σύνεστιν : ὅπου δὲ πυρετὸς ὀξύς , πάντως καὶ δίψος ἐπιγίνεται : καὶ πῶς λέγει ὅτι “ δίψος μὴ
5507552 ἀραιωματων
τοῦ αἰθερίου πυρὸς πρὸς ἡμᾶς πέμπειν τὴν αὐγὴν διά τινων ἀραιωμάτων , ὥστε κατ ' αὐτὸν τρισσὸν εἶναι τὸν ἥλιον
ἀπὸ τῆς λίμνης συμβέβληκεν ὁ Νεῖλος , ὀχετοῦ διὰ τινῶν ἀραιωμάτων εἰς τὸν κοιλότατον ὑπερθέοντος τόπον . Πλησίον δὲ τῆς
5504375 μελαγχολικον
λέγει οὖν Ἱπποκράτης , ὅτι τὸ ξανθοχολικὸν καὶ ὕφαιμον σῶμα μελαγχολικὸν , ἐὰν μὴ ἔχῃ ἐξερώσιας τουτέστι κενώσεις : εἰ
ἀποπληξίαν τινὰ γενήσεσθαι προσημαίνει καὶ ἐπιληπτικὸν τρόπον ἢ παραπληγικὸν ἢ μελαγχολικὸν ἢ μανιώδη . χρὴ οὖν διδάσκειν τὸν ἰατρὸν καὶ
5497381 πασχον
χαλάσματος μία καὶ δευτέρα ἀγκύλη γίνεται μετὰ χαλάσματος περὶ τὸ πάσχον κῶλον : ἡ δ ' ἀντικειμένη τοῦ ἱμάντος ἀρχὴ
' ἄμφω δρᾷ , καὶ κατ ' ἄμφω πάσχει τὸ πάσχον , οὐκ ἔστι τοῦτο αἰσθάνεσθαι , ἀλλὰ πάθος ἁπλῶς
5496914 ψυξιν
Ἑρμοῦ τόποις δίκας αἱρεῖ πρὸς ὑπερέχοντας καὶ ἐχθροὺς ἐπεγείρει καὶ ψῦξιν πραγμάτων καὶ ζημίας καὶ ἐπιθέσεις , μάλιστα νυκτός ,
, ἐπιφέρει δὲ λυγμοὺϲ καὶ βῆχα καὶ γλώϲϲηϲ ξηρότητα καὶ ψῦξιν ἀκρωτηρίων μετὰ παρακοπῆϲ καὶ δυϲκινηϲίαϲ . οἷϲ ἁρμόζει διδόναι
5488560 εὐπνοον
τὰ μὲν ἀγαθὰ τάδε : εὐπετέως φέρειν τὸ νούσημα , εὔπνοον εἶναι , τῆς ὀδύνης ἀπηλλάχθαι , τό τε πτύελον
εὑρήσεις ἐόν : καὶ γὰρ πτυάλου ἀναγωγόν ἐστι , καὶ εὔπνοον . Καιροὺς μέντοι τοιούσδε ἔχει : τὸ μὲν γὰρ
5482471 βηχα
μεγάλη ὀδύνη ἢ ἀγρυπνία ἢ τοῦ μὴ σπαράττεσθαι χάριν διὰ βῆχα βιαίαν , ὡς ἐπὶ αἵματος ἀναγωγῆς συμβαίνει καὶ τῶν
: χρησίμη δὲ πρός τε τὰ ἄσθματα καὶ πρὸς τὴν βῆχα ξηρὰν καὶ ὅλως τοὺς περὶ τὸν θώρακα πόνους :
5482024 λεπτομερεϲ
δὲ ἀμυγδάλινον ἐκ τοῦ καρποῦ τῶν πικρῶν ἀμυγδάλων γίνεται . λεπτομερὲϲ δέ ἐϲτι τοῦτο καὶ θερμότερον τοῦ γλυκέοϲ μίαν μοῖραν
καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν πρώτην τάξιν , ἔϲτι δὲ καὶ λεπτομερὲϲ καὶ διαφορητικὸν καὶ χαλαϲτικὸν καὶ ἀρωματικὸν τὴν δύναμιν .
5479553 πυκνοτερον
τροπικὸν ἢ δίσωμον τὸ ζῴδιον , ἔτι μᾶλλον ποιεῖ : πυκνότερον γὰρ ἁμαρτάνουσιν , ὀφθαλμοβόλοι γὰρ γίνονται καὶ οὐκ ἐπιτευκτικοί
μὲν ἀκμὴν παιδοτροφίας ἀγύμναστοι καὶ παιδικὸν ἔτι καὶ ἀμέγεθες καὶ πυκνότερον τὸ σύγκριμα τῶν μαστῶν ἔχουσιν , αἱ δὲ πολλάκις
5478147 ἰλυωδες
Ἄκις διὰ τῆς Σικελίας ῥεῖ : οὗτος τοῦ μὲν θέρους ἰλυῶδες ἔχει ὕδωρ , τοῦ δὲ χειμῶνος καλόν τε καὶ
ὑπῆλθέ τι ὕφαιμον , οἷον μυξῶδες , καὶ πάλιν οἷον ἰλυῶδες , μετὰ δὲ , πρασοειδέα σφόδρα καὶ μέλανα .
5473053 γαλακτωδες
δ ' ἀγωνιστικῶς ἐπὶ τῶν καυσωδῶν πυρετῶν διδόμενον ψυχρὸν ἢ γαλακτῶδες ἢ παγόλυτον ἐν τοῖς θεραπευτικοῖς τεύξεται λόγου . ἔστω
κωνικὸν ἔχουσαν τὸ σχῆμα , καὶ ὁ διορίζων δὲ τὸ γαλακτῶδες , ὅ ἐστιν ἐκ τῆς προσλάμψεως ἡλίου , καὶ
5463254 φλεγματωδες
κρᾶσιν γαστέρες , ὡς μήτε χολῶδες ἀθροίζειν περίττωμα , μήτε φλεγματῶδες , ἥμισυ τῆς προειρημένης συμμετρίας τοῦ τε ζιγγιβέρεως ἐμβαλεῖν
' ὧν ἐστι χολῶδες , ψυχροτέρα δὲ ἐφ ' ὧν φλεγματῶδες , ἧττον δὲ ψυχρὰ ἐφ ' ὧν μελαγχολῶδες .
5460559 αἱμα
ἄκρον κεδρίᾳ χρισάτω , καὶ ἔστω ψιλὸν , ὅταν δὲ αἷμα φανῇ , ἀφελέσθω . Ἐκβόλιον : ἢν ἔμβρυον τεθνεὸς
λιμαγχονίαις καὶ ἐν ταῖς περιστάσεσιν , αὐτὸ τὸ φλέγμα ἡμίπεπτον αἷμα φύσει τυγχάνον τὴν χρείαν ποιεῖται τῆς τροφῆς . ἔγνωμεν
5459852 ψυχον
, ὥσπερ γε καὶ τὸ θερμὸν θερμαῖνον καὶ τὸ ψυχρὸν ψῦχον : εἴτε γὰρ αἷμα μοχθηρὸν εἴη τὸ ὠθούμενον ,
καὶ τὸ ἴαμα : τὸ μὲν ὄξοϲ οὐκ ἀγεννῶϲ μὲν ψῦχον καὶ πάντη ῥαδίωϲ διεξερχόμενον τῇ λεπτομερίᾳ , τὸ δὲ
5458288 ὑγραινειν
τῆς πικρῆς ὄμφακος ἀνυγρήνας , ἐν ἡλίῳ τε ἀναξηρήνας , ὑγραίνειν ὡς ἐνάλειπτον : ὁκόταν δὲ ξηρὸν γένηται , λείῳ
' ὑγρότητος , ξηραίνειν , εἰ δὲ μετὰ ξηρότητος , ὑγραίνειν , εἰ δ ' ἐν τῷ μέσῳ τούτων ,

Back