Ἀνήμερος : χωρὶς ἀμπέλων . ἡ πρὶν ἐοῦσα : ἡ χέρσος . Χηλόν : κιβωτόν . ἄῤῥητον : θυίον . | ||
[ * * * ] ὁμοιοπαθοῦς ἁδροτέραν παραδίδωσιν ἡ τοιάδε χέρσος . Αἱ δὲ οἰκήσεις πᾶσιν ἔκκεινται τοῖς εἰρημένοις παρὰ |
ἀρξάμενοι δ ' ἀπὸ Κεγχρεῶν μέχρι Λεχαίου σταυρώμασι καὶ βαθείαις τάφροις διελάμβανον τὸν τόπον : ταχὺ δὲ τῶν ἔργων συντελουμένων | ||
, Νύμφῃσιν Ἰαονίδεσσι νυχεύσων . αὐτὰρ ἀκανθοβόλοιο ῥόδου κατατέμνεο βλάστας τάφροις τ ' ἐμπήξειας , ὅσον διπάλαιστα τελέσκων πρῶτα μὲν |
κατὰ στόμα τὴν ῥώμην , ἐν δὲ τοῖς τραχέσι καὶ δυσβάτοις τελέως ἄπρακτον ἔχει τὴν ἀλκὴν διὰ τὴν τῶν ποδῶν | ||
ἐλαττοῦται . Δυνατὸν δὲ ἐστὶ τοῦτο γενέσθαι ἐν ὀχυρωτέροις καὶ δυσβάτοις τόποις ἀπληκεύοντος τοῦ στρατοῦ , ἔνθα ὡς κοντάτοι κατὰ |
εἰς πολυφάγον . Ὅπου ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλουσι : τόποι δύσβατοι . λέγεται οὖν ἐπὶ τῶν ἐργώδεις τὰς διατριβὰς ποιουμένων | ||
τοῦ κυρίου , ἐκείνοις αἱ ἐντολαὶ αὗται σκληραί εἰσι καὶ δύσβατοι . θέσθε οὖν ὑμεῖς , οἱ κενοὶ καὶ ἐλαφροὶ |
: νῦν δὲ ἐπειδὴ Βοιωτοὶ προυκαλέσαντο εὐθὺς ὑπηκούσαμεν , καὶ ἐνομίζομεν ἀποστήσεσθαι διπλῆν ἀπόστασιν , ἀπό τε τῶν Ἑλλήνων μὴ | ||
ἀναβάν . ἀεὶ μὲν οὖν τὴν ἐπιοῦσαν ἡμέραν τοῦτο ἕξειν ἐνομίζομεν , τἀργύριον δὲ ἡ πόλις οὐδὲ νῦν κεκόμισται . |
κῶμαι , ἀγροί , ἐσχατιαί , χῶραι , κῆποι , παράδεισοι , προάστεια , ἐνηβητήρια , ἐνδιαιτήματα : ὧν ἔνια | ||
, φυτεύματα , φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί |
τοῦ ἐλαίου πλῆθος ἐκ πολλῶν φανερόν : αἵ τε γὰρ ἐπομβρίαι ποιοῦσιν ἔλαττον , αἵ τ ' ἀρδόμεναι χεῖρον ῥέουσιν | ||
' αἰτία τῆς μεταβολῆς ὁμοίως καὶ ταύτης πλήθει τροφῆς ὅταν ἐπομβρίαι γίνωνται καὶ ὥς γε δή τινές φασι μάλιστα τοῦ |
ἕλειον ] Βόλβη ὄνομα λίμνης Θρᾳκικῆς , ἥτις ὑλώδης καὶ τελματώδης οὖσα καὶ κάθυγρος δόνακας πολλοὺς ἀναδίδωσιν , ἤτοι βούτομα | ||
ἐν αὐχμῷ μὴ σφόδρα καταῤῥήγνυτο , μήτε ὄμβρων ῥαγδαίων κατενεχθέντων τελματώδης εἴη , ἀλλ ' ἐκδέχοιτο εἰς τὴν λαγόνα πᾶν |
ἐν ἀπιττώτοις ἄγγεσι . Παραπλησία δ ' ἐστὶ καὶ ἡ Μαργιανή , ἐρημίαις δὲ περιέχεται τὸ πεδίον . θαυμάσας δὲ | ||
. Ἀραβία Εὐδαίμων Καρμανία : πίναξ ζʹ . Ὑρκανία χώρα Μαργιανή Βακτριανή Σογδιανοί Σάκαι Σκυθία ἡ ἐντὸς Ἰμάου ὄρους : |
φθορᾶς ἐάσας ζωπυρηθῆναι . Μετὰ δὲ τὴν τῶν σαλπίγγων ἄγεται νηστεία ἑορτή . τάχα ἄν τις εἴποι τῶν ἑτεροδόξων καὶ | ||
ἑβδομάδων ὄντως ἑβδόμη : ὀγδόη δὲ ἱερομηνία : ἐνάτη δὲ νηστεία : δεκάτη δὲ ἡ τῶν σκηνῶν , ἥτις ἐστὶ |
, ἄμπελοί τε ἐν αὐτῇ ἐπεφύκεσαν καὶ φοίνικες , καὶ σιτοφόρος ἦν : τὸ δὲ μῆκος [ ἦν ] τῆς | ||
ἀγαθὰς ἔχει καὶ πολλάς , ἄδενδρος δ ' ἐστὶν ὡς σιτοφόρος : οὐδ ' αὖ φυτὰ μὲν ἱκανὴ παντοῖα θρέψασθαι |
ῥόδον , τὰ δὲ ξηρανθέντα καθάπερ ὁ κρόκος καὶ ὁ μελίλωτος : χλωρὰ γὰρ ὑγρότερα . Τὰς μὲν οὖν φύσεις | ||
ἐέρσα κάλα κέχυται τεθάλαισι δὲ βρόδα κἄπαλ ' ἄνθρυσκα καὶ μελίλωτος ἀνθεμώδης : πόλλα δὲ ζαφοίταις ' ἀγάνας ἐπιμνάσθεις ' |
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ | ||
περιβολήν , ἢ ἁπλῶς ὅπλισιν , παρὰ τὸ ἔχειν . πεδίας . ἀπολογεῖται διὰ τὴν τῶν τόξων χρῆσιν : καὶ |
σπαρτῶν ἅπας καρπός , ἐκαίετο δὲ καὶ τῆς ὀρεινῆς ἡ δενδροφόρος , στελεχῶν ῥίζαις αὐταῖς ἐμπιπραμένων : ἐπαύλεις δὲ καὶ | ||
τῆς Κυρηναίας πρὸς μεσημβρίαν : μέχρι μὲν σταδίων ἑκατὸν καὶ δενδροφόρος ἐστὶν ἡ γῆ , μέχρι δ ' ἄλλων ἑκατὸν |
ἄχρηστον . διαναπαύειν δὲ τὴν ταὐτότητα φημὶ δεῖν , μεταβολὰς εὐκαίρους εἰσφέροντα : μεταβολὴ γὰρ πάντων ἡδύ . τελευταῖον δὲ | ||
, τοὺς δὲ συμμάχους ὄντας διαποντίους μὴ δυνήσεσθαι τὰς βοηθείας εὐκαίρους αὐτοῖς ποιήσασθαι . οἱ δὲ Αἰολεῖς καὶ οἱ Ἴωνες |
, τὴν οἱ νομάδες νέμουσι , ἐστὶ ταπεινή τε καὶ ψαμμώδης μέχρι τοῦ Τρίτωνος ποταμοῦ , ἡ δὲ ἀπὸ τούτου | ||
Γάζα τῆς μὲν θαλάσσης εἴκοσι μάλιστα σταδίους , καὶ ἔστι ψαμμώδης καὶ βαθεῖα ἐς αὐτὴν ἡ ἄνοδος καὶ ἡ θάλασσα |
προσήκει αὐτὴν σφόδρα σιμοτομεῖν ἐν τῇ κλαδείᾳ , ἵνα μὴ πολυφόρος οὖσα ταχέως ἀποκάμνῃ . καὶ ἡ ἄμπελος αὐτὴ σφόδρα | ||
. ἔστι δὲ πᾶσα ἡ χώρα αὕτη πάμφορός τε καὶ πολυφόρος , ἵπποις δὲ καὶ προβάτοις ἀρίστη : ἡ δ |
ἐπὶ τὴν Κητίαν ἄκραν στάδιοι ιεʹ : ὕφορμός ἐστιν , ἄνυδρος δέ . Ἀπὸ τῆς Κητίας ἄκρας εἰς Διονυσιάδας στάδιοι | ||
: τὰ δὲ κατύπερθε τῆς θηριώδεος ψάμμος τέ ἐστι καὶ ἄνυδρος δεινῶς καὶ ἔρημος πάντων . Ἐκείνους ὦν τοὺς νεηνίας |
δεκάτην . ὡς δὲ ὑπὸ ἀπληστίας ἐξέλιπον τὴν φοράν , ἐπικλύσασα ἡ θάλασσα ἀφανῆ τὰ μέταλλά σφισιν ἐποίησεν . ἀνέθεσαν | ||
τὴν φορὰν τὴν τῆς ἀπαρχῆς ἐξέλιπον , θάλαττα ἐπιρρεύσασα καὶ ἐπικλύσασα ἠφάνισεν αὐτοῖς τὴν τοῦ πλούτου χορηγίαν , περιῆλθόν τε |
μετεδίδοσαν ἀλλήλοις ὧν εἶχον ἕκαστοι . ἔνθα δὲ τὸ πῦρ ἐκαίετο , διατηκομένης τῆς χιόνος βόθροι ἐγένοντο μεγάλοι ἔστε ἐπὶ | ||
. γραῦς δὲ γυνὴ ἔνδον καθῆστο , καὶ πῦρ πολὺ ἐκαίετο . οἱ δὲ πάντα ἐκεῖνα ἅπερ ἐτυγχάνομεν ἡμεῖς κομίζοντες |
οἱ τὸ Αἰγύπτιον ἕλος οἰκοῦντες . ἢ κοινῶς Αἰγύπτιοι : ἑλώδης γὰρ ἡ Αἴγυπτος . οἱ δὲ , οἱ καὶ | ||
γῆν τὴν τῆς Ἀττικῆς μεταξὺ καὶ τῆς Μεγαρίδος , ὅτι ἑλώδης καὶ ἔνυγρος . ὀρίνδα : ἣν οἱ πολλοὶ ὄρυζαν |
ἡ πεδιὰς καὶ ὅσα κατεβλήθη σπέρματα , ἐπάρατος δὲ ἡ βαθύγειος τῆς ὀρεινῆς καὶ ὅσα γένη δένδρων ἡμέρων : ἐπάρατοι | ||
ἡλίου ἐκκαίονται , ὡς μὴ δύνασθαι ῥιζῶσαι . Καὶ ἡ βαθύγειος δὲ γῆ , καὶ ἡ στερεὰ καὶ ἡ βαρεῖα |
, ὡς ὄντι καὶ τούτῳ ἑνὶ τῶν ἐνοδίων θεῶν . κωφή . ἀσθενής , ἀμβλεῖα , ὡς νῦν , ἢ | ||
. τέναγος : πηλώδης τόπος . μνιόεντα : σύμφυτα . κωφή : ἀκίνητος , διὰ τὸ πηλώδη εἶναι . ἠερίη |
ἀδείας παρὰ τούτων τυχεῖν ; αἱ γὰρ τῶν ἄλλων ἀδικημάτων καταφυγαὶ τούτοις εἰσὶν ἐργασίαι , νόμοι , δικαστήρια , μάρτυρες | ||
πόλεων καὶ οἰκείων καὶ φίλων , ἀλλ ' ἔστωσαν ἔφεδροι καταφυγαὶ τοῖς πρὸς εὐσέβειαν αὐτομολοῦσι : φίλτρον γὰρ ἀνυσιμώτατον καὶ |
' ἔτους συγκομίζουσι τὰ ἐπιτήδεια καὶ ταῦτ ' ἔστιν ὅτε λυπρὰ καὶ οὐ πάνυ διαρκῆ διὰ πολλὰς βλαβέντα αἰτίας : | ||
τῶν εὐτελῶν καὶ μηδὲν λυσιτελὲς ἐχόντων , παρόσον πετρώδης καὶ λυπρὰ καὶ διὰ τοῦτο πενιχρὰ ἡ Σκῦρος , οὐδὲν φέρουσα |
εἰπεῖν ἡ μὲν λεπτὴ κριθοφόρος ἀμείνων , ἡ δὲ πίειρα πυροφόρος : αἱ μὲν γὰρ ἐλάττους καὶ κουφοτέρας δέονται τροφῆς | ||
τὰς ἀρούρας πλουσίως λιμνάσαντος , τῆς δὲ πεδιάδος , ὅση πυροφόρος , ἀφθονώτατον ὑπ ' εὐγονίας τὸν τοῦ σίτου καρπὸν |
' ἑωυτὰς αἱ χῶραι ὧδε ἔχουσι : τὰ ὑψηλὰ καὶ αὐχμηρὰ καὶ πρὸς μεσημβρίην κείμενα ξηρότερα τῶν πεδίων τῶν ὁμοίως | ||
ἀντιποιοῖτο . ἦν δὲ ἡ μὲν ἐργατικὴ καὶ ἀνδρικὴ καὶ αὐχμηρὰ τὴν κόμην , τὼ χεῖρε τύλων ἀνάπλεως , διεζωσμένη |
ἄλλοις ἀνεπίβατός ἐστι , τούτοις δὲ κατεσκευακόσιν ἀγγεῖα κατὰ γῆς ὀρυκτὰ κεκονιαμένα μόνοις παρέχεται μὴν ἀσφάλειαν . τῆς γὰρ γῆς | ||
δευτέρῳ Νησιάδος ἐν Κιμώλῳ τῇ νήσῳ φησὶ ψυχεῖα κατεσκευάσθαι θέρους ὀρυκτὰ , ἔνθα χλιεροῦ ὕδατος πλήρη κεράμια καταθέντες κομίζονται χιόνος |
. . † τῆς μεταξὺ Ἀταρνέως τε καὶ Περγάμου πολίχνη ἐρήμη ἐκμεμεταλλευμένα ἔχουσα τὰ χωρία . . . : ὑπονοεῖ | ||
, ἵνα τὸ μαντεῖον ἦν τοῦ Ἄμμωνος . ἔστι δὲ ἐρήμη τε ἡ ὁδὸς καὶ ψάμμος ἡ πολλὴ αὐτῆς καὶ |
ἄρτον πάππαν με καλοῦσαι , ἔνδον δ ' ἀργυρίου μηδὲ ψακὰς ᾖ πάνυ πάμπαν . Ἢν δ ' ἐγὼ εὖ | ||
λαμπρὸς τῆς νοτίου Χηλῆς ἑῷος δύνει . Αἰγυπτίοις ἀργεστὴς καὶ ψακὰς ἢ νότος , βροντή . θʹ . ὡρῶν ιδ |
καὶ τῷ εὔρῳ ἀνέμῳ : ὁ δὲ χειμὼν κατεψυγμένος καὶ χιονώδης , ὄμβροι δὲ ἔσονται συνεχεῖς καὶ ποταμοὶ μεγάλοι . | ||
ὑδατώδης , μεσάζων δὲ ἀνεμώδης , καὶ λήγων χαλαζώδης καὶ χιονώδης . ἐν τῷ ἔαρι πνέουσιν ἄνεμοι ζέφυροι λαμπροί . |
καὶ ἀκτέος : ἔτι δὲ μᾶλλον τὰ ἄκαρπα δοκοῦντα καὶ ἀλσώδη , λεύκη πτελέα ἰτέα αἴγειρος : πλάτανος δὲ μικρῷ | ||
ἐπιτηδείους καὶ θεραπείαν τὴν ἁρμόττουσαν : ὥσπερ καὶ νῦν τὰ ἀλσώδη καὶ φίλυδρα , λέγω δ ' οἷον πλάτανον ἰτέαν |
ἐδόκει γὰρ ἡ Μηδικὴ χώρα , πεδιάς τε οὖσα καὶ κάθυγρος , εὔφορος εἶναι εἰς τὰς τῶν κτηνῶν τροφάς . | ||
ὄνομα λίμνης Θρᾳκικῆς , ἥτις ὑλώδης καὶ τελματώδης οὖσα καὶ κάθυγρος δόνακας πολλοὺς ἀναδίδωσιν , ἤτοι βούτομα καὶ πάπυρα , |
, βίαις ἐξαισίοις πνευμάτων : πάλιν τε ποταμοὺς πλημμυροῦσι καὶ μειοῦσι καὶ πεδία λιμνάζουσι καὶ τοὐναντίον ἀφαυαίνουσι : καὶ πελαγῶν | ||
αἱ μετριότητες ἀπὸ τουτέων σκεπτέαι . Αἱ προαυξήσιες ἑκάστῳ ἃ μειοῦσι , καὶ αἱ μειώσιες ἃ προαυξοῦσι , καὶ τῇσι |
ἢ ὑγρότητα ἢ δι ' ἄλλην τινὰ αἰτίαν ἄκαρπα ἢ ὀλιγόκαρπα καθάπερ τέ τε πάρυδρα καὶ ἀλσώδη καὶ ὅσα μανὰ | ||
Εὐλόγως δὲ καὶ μακροβιώτερα τὰ ἄκαρπα τῶν καρπίμων καὶ τὰ ὀλιγόκαρπα τῶν πολυκάρπων ὅσα μὴ δι ' ἀσθένειαν ἢ ὑγρότητα |
πάντων ἀδαπανώτατον καὶ ἀπραγμονέστατόν ἐστι καὶ ἀκινδυνότατον : οὔτε γὰρ πολυδάπανος οὔτε ἐργώδης οὔτε ἐπισφαλὴς ὁ τοῦ ἐγκρατοῦς ἀνθρώπου βίος | ||
φαγεῖν . ἔλαθες ] ἐπελάθου . ἐπέτριψεν ] ἐπέθετο . πολυδάπανος οὖσα , καταναλῶσαι δεινή . πράττῃ μ ' ὀμοῦμαι |
Ὀλύνθου τοῦ Ἡρακλέους . ὁ πολίτης Ὀλύνθιος καὶ Ὀλυνθία . Ὄμανα , πόλις τῆς εὐδαίμονος Ἀραβίας . Γλαῦκος δευτέρῳ Ἀραβικῆς | ||
κόλπος ἐστὶ συναφὴς ἐπὶ βάθος ἐνδύνων εἰς τὴν ἤπειρον , Ὄμανα , σταδίους ἔχων ἑξακοσίους τὸ διαπέραμα , καὶ μετ |
θέλει φύεσθαι , καὶ ταῦτα περὶ τὰ ἄστη καὶ ἐν εὐγείοις τόποις φυομένη καὶ οὐχ ὥσπερ σίλφιον ἐν ὀρεινοῖς : | ||
γίνονται καὶ χαῦνοι καὶ σιτάνιοι . οἱ δ ' ἐν εὐγείοις καὶ λιπαροῖς τόποις φυόμενοι , ἀπὸ δαψιλοῦς καὶ στερεᾶς |
παραφέρων , συγκλύζων , πηγάς τινας ἀφιείς , ὄμβρος , νιφετός , ποταμός , πυκνός , συνεχής , ἄπταιστος , | ||
μὴ καθέλῃ , οὐ σεισμός , οὐκ ἄνεμος , οὐ νιφετός , οὐκ ὄμβρος , οὐ φθόνος , οὐκ ἐχθρός |
γεωργία , ἀγροικία , ἀγροί , ἐσχατιαί , ἄλση , δρυμοί , δρυμῶνες , ὗλαι , ἕλη , ἶδαι , | ||
, μεμερτινοὶ ὀνομάσθησαν : οἱ ἴσα ἐργαζόμενοι Ἄρηϊ : ἄπαι δρυμοί : φάραγγες κοιλάδες : παρὰ τὸ πίω ῥῆμα : |
τὸ στρατόπεδον . ἕκαστος γὰρ τοῖς κοινοῖς τῆς φύσεως πάθεσιν ἐχειροῦτο θείῳ φόβῳ , θεωρῶν ὅτι καὶ βαρβάρων ψυχαὶ θηριώδεις | ||
καὶ Μασσανάσσην ἐστεφάνου καὶ τότε . καὶ τὰς πόλεις ἐπιὼν ἐχειροῦτο . τὸ μὲν δὴ τέλος τῆς Ἀννίβου τε καὶ |
ἐκ τῶν ἐρυμάτων λῃστήρια καταστησάμενοι , καὶ πολλὰ τοὺς γεωργοὺς ἔβλαπτον . ὑπὲρ ὧν ἀποστείλαντες οἱ Ῥωμαῖοι πρεσβείαν πρὶν ἐπὶ | ||
: οὐδὲ γὰρ τότε προσπελάζειν αὐτοῖς ἐτόλμων , ἀλλὰ περιθέοντες ἔβλαπτον , μέχρι τῶν ἐλεφάντων ἐν τῇ Μακεδόνων φάλαγγι συνταραχθέντων |
πάντοτε αὐτὸν ἐπιζητεῖν . πλεονάζει δὲ ἡ ἀπὸ πρόθεσις . μαστεύοντες : ζητοῦντες : ἐξ οὗ καὶ μαστὺς ἡ ζήτησις | ||
. Κόλχοι δ ' αὖτ ' , ἄλλοι μὲν ἐτώσια μαστεύοντες Κυανέας Πόντοιο διὲκ πέτρας ἐπέρησαν , ἄλλοι δ ' |
λῃστὰς αἴρων ἔπραξεν ἢ ὁδοποιῶν τὰ ἄβατα ἢ γεφυρῶν τὰ δύσπορα . περὶ δὲ Δημώνακτος ἤδη δίκαιον λέγειν ἀμφοῖν ἕνεκα | ||
, ἀπείκασται δὲ τῇ κατὰ τὰ ἄγκη πορείᾳ , ὅτι δύσπορα καὶ τραχέα καὶ λάσια ὄντα ἴσχει τοῦ ἰέναι . |
Κτησίας . Ἐν Κρήτῃ ὀχετὸς ὕδατός ἐστιν , ὃν οἱ διαβαίνοντες ὕοντος τοῦ Διὸς ἄβροχοι διαβαίνουσιν , ἐφ ' ὅσον | ||
Κτησίας . Ἐν Κρήτῃ ὀχετὸς ὕδατός ἐστιν , ὃν οἱ διαβαίνοντες ὕοντος τοῦ Διὸς ἄβροχοι διαβαίνουσιν ἐφ ' ὅσον ἐν |
εἴ τι ἕλεσι κεκώλυται καὶ δρυμοῖς : καίτοι καὶ τοῦτο συνοικεῖται πολυανθρωπίᾳ μᾶλλον ἢ ἐπιμελείᾳ . καὶ γὰρ τοκάδες αἱ | ||
τούτων δὲ τὰ πολλὰ ἠκρωτηρίασε Καμβύσης : νυνὶ δὲ κωμηδὸν συνοικεῖται , μέρος μέν τι ἐν τῇ Ἀραβίᾳ ἐν ᾗπερ |
νέφη πρὸς τὴν θάλασσαν αὐτὴν παραζωννύῃ εὐδιεινόν . Καὶ ὅταν ὕσαντος πρὸς δυσμὰς χαλκῶδες τὰ νέφη χρῶμα ἔχῃ : εὐδία | ||
γεωργοί , καὶ ἄριστα μαντεύσαιντ ' ἂν ἡμῖν περὶ αὐτῶνὅτι ὕσαντος μὲν τοῦ θεοῦ εὐθαλῆ ἔσται τὰ δράγματα , ἢν |
λέγονται κύματα ἐξερχόμενα καὶ πάλιν εἰσερχόμενα . διαύλοις οὖν ταῖς παλιρροίαις τῶν κυμάτων . δίαυλοι δὲ τὰ ἔνθεν καὶ ἐκεῖθεν | ||
καὶ τοὐναντίον ἀφαυαίνουσι : καὶ πελαγῶν ἐργάζονται τροπὰς ἐξαναχωρούντων ἢ παλιρροίαις χρωμένων : εὐρεῖς γὰρ ἔστιν ὅτε κόλποι θαλάττης ὑποσυρείσης |
Ἴστρον : ” ὑπορρείτω σοι ὁ Σκυθῶν Ἴστρος , κἂν εὔρους τὴν στρατιὰν διαγάγῃ , τίμησον αὐτὸν ἐξ αὐτοῦ πιών | ||
γρ . διαζῶντες : τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον διαζῶντες . εὔρους ᾖ γένεσις . ἀλλαχοῦ εὔρους ᾖ γένεσις . νουθετητικῶν |
τῶν Μηδικῶν τυραννουμένη , οὐκ Ἀρκαδία δουλεύουσα , οὐ τὰ Ἠλεῖα ἀτυχήματα : ἀλλὰ καὶ Χερρόνησον πειραζομένην ἐπείδομεν , καὶ | ||
τῶν Μηδικῶν τυραννουμένη , οὐκ Ἀρκαδία δουλεύουσα , οὐ τὰ Ἠλεῖα ἀτυχήματα : ἀλλὰ καὶ Χερρόνησον πειραζομένην ἐπείδομεν , καὶ |
πρός τι καὶ οὐκ ὡς ἔτυχεν . Αἱ ἄλογοι . Μέση δύο . ἐκ δύο ὀνομάτων γʹ . ἐκ δύο | ||
ὁμοίως δὲ καὶ Πτολεμαίδα τὴν ὑπὸ τοῦ βασιλέως ἐκτισμένην . Μέση δὲ κεῖται πρὸς τοὺς προειρημένους τόπους , οὐκ ἀπέχουσα |
ὡς κονδότεραι καὶ ὀλίγον διάστημα κρατοῦσαι μὴ δύνανται εὐκόλως τὰ κυνήγια περιλαμβάνειν , μήτε δὲ ἐπὶ πολὺ ἐκτεταμένας , ἵνα | ||
καλοῦσιν οἱ Βαβυλώνιοι Βῆλον : ἐνῆσαν δὲ καὶ παρατάξεις καὶ κυνήγια παντοδαπά , ποικίλην ψυχαγωγίαν παρεχόμενα τοῖς θεωμένοις . Μετὰ |
ταῖς δὲ ναυσὶ μακρὰν ἐφεδρεύειν , ὅπως αὐτοῖς μὴ παρακομισθῇ σῖτος . οὗ συντελεσθέντος , οἱ μὲν Ἀθηναῖοι εἰς δεινὴν | ||
οὐκ ἐλάσσονας σίτου διαπέμψαι καὶ πολίτην γεγονέναι . Γλυκέρας ὁ σῖτος οὗτος ἦν : ἔσται δ ' ἴσως αὐτοῖσιν ὀλέθρου |
* τὴν μὲν ἐξ Ἀθηνῶν κατέδυσαν , τῶν δ ' ἐπιπλεόντων τὰς χεῖρας ἀπέκοψαν . δοξάντων δ ' αὐτῶν ὠμῶς | ||
ξύλων , ὁ δὲ οἶστρος ἐκ τῶν ἐν τοῖς ποταμοῖς ἐπιπλεόντων ζῳαρίων . τὸ δὲ τέλλεται κατὰ ἀφαίρεσίν ἐστι τοῦ |
ὑποπιπτούσαις ἐπὶ τὸ κατὰ τὴν Ῥώμην μέρος . τὸ γὰρ Τοῦσκλον ἐνταῦθα ἐστὶ λόφος εὔγεως καὶ εὔυδρος , κορυφούμενος ἠρέμα | ||
τῶν Ἑλλήνων . Πόλεμος Ῥωμαίοις πρὸς Αἰκολανοὺς καὶ τοὺς τὸ Τοῦσκλον κατοικοῦντας . Περὶ τῆς κατασκευῆς τοῦ Πειραιέως ὑπὸ Θεμιστοκλέους |
κινδύνοις ἐκληρονόμησαν καὶ πόλεις πολλὰς καὶ μεγάλας ἐχειρώσαντο καὶ φρούρια ἐρυμνὰ ἐξεῖλον καὶ γενῶν ἀπείρων ἐκράτησαν : ἡμεῖς τε ταύτην | ||
' ἑαυτῇ , ἀλλὰ δὴ καὶ εὐδαίμονας , καὶ φρούρια ἐρυμνὰ καὶ δυσάλωτα : καὶ καταλόγων στρατιωτικῶν τε καὶ στρατευμάτων |
. Οἱ δὲ κύθρινοι τόποι εἰσὶ τοῦ ποταμοῦ βαθύτεροι μέχρι Βαρυγάζων : ἀπέχει γὰρ ἀπὸ τοῦ στόματος ἄνω παρὰ τὸν | ||
καταστήμασι τῆς σελήνης ἐλασσουμένας , πολὺ δὲ μᾶλλον ἡ κατὰ Βαρυγάζων , ὥστε αἰφνίδιον τόν τε βυθὸν ὁρᾶσθαι , καὶ |
οἶνος ἑτοῖμος , ὃς οὔποτέ φησι προδώσειν , μείλιχος ἐν κεράμοις , ἄνθεος ὀζόμενος : ἐν δὲ μέσοις ἁγνὴν ὀδμὴν | ||
οἶνος ἕτοιμος , ὃς οὔποτέ φησι προδώσειν , μείλιχος ἐν κεράμοις ' ἄνθεος ὀζόμενος : ἐν δὲ μέσοις ' ἁγνὴν |
τὴν ξύλωσιν : τὴν ἀπὸ ξύλων κατασκευήν . ʃ σημείωσαι ξύλωσιν : ἰδία λέξις τοῦ Θουκυδίδου αὕτη ἡ ἀνάστασις : | ||
κέραμος στεγαστήρ , ἐρέψιμα ξύλα , ἃ Θουκυδίδης εἶπε τὴν ξύλωσιν , πηλός , ἄσβεστος , τίτανος , ἄσφαλτος . |
πρὸς τὴν ἀπόστασιν τοὺς Ἕλληνας καὶ ὁ περὶ τὴν Θρᾴκην νεωτερισμὸς κατὰ τοὺς ὑποκειμένους καιροὺς γενόμενος : Μέμνων γὰρ ὁ | ||
συμφορὰς ἀποσκεδάσας , ἀλλὰ καὶ ὅσας ὅ τε τῶν στοιχείων νεωτερισμὸς ἐκαινούργησε κατ ' Αἴγυπτον καὶ ὁ ἐν ταῖς ὁδοιπορίαις |
τῶν νεῶν ὁπλίτας Ἀθηναίων τετρακισχιλίους καὶ ἱππέας τριακοσίους ἐν ναυσὶν ἱππαγωγοῖς πρῶτον τότε ἐκ τῶν παλαιῶν νεῶν ποιηθείσαις : ξυνεστρατεύοντο | ||
πόλεως γένοιντο . Διονύσιος ἐς Τυρρηνίαν πλεύσας ἑκατὸν τριήρεσι καὶ ἱππαγωγοῖς , παρελθὼν ἐς τὸ τῆς Λευκοθέας ἱερὸν , λαβὼν |
ἐς Ἀράξην ποταμόν . . Καταννοί : ἔθνος πρὸς τῆι Κασπίαι θαλάσσηι . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . : κινάρα : | ||
Κτησίας δὲ ἐν τῆι δεκάτηι Περσικῶν καμήλους τινὰς ἐν τῆι Κασπίαι χώραι γίγνεσθαι , ἃς ἔχειν τρίχας πρὸς Μιλήσια ἔρια |
: ὧρα , ἄορος : γέα , εὔγεος , καὶ εὔγεως Ἀττικῶς . Καθόλου πᾶν ῥῆμα ἐν κινήσει τινὶ , | ||
Ἑλικὼν ὀρῶν τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι ἐν τοῖς μάλιστά ἐστιν εὔγεως καὶ δένδρων ἡμέρων ἀνάπλεως : καὶ οἱ τῆς ἀνδράχνου |
τὰς νάπας , τὰ ῥεῖθρα , τοὺς λίθους , τὰ ὑλώδη : καὶ ἐὰν ὑποκινῇ , μὴ ἀναβοᾶν , ἵνα | ||
. ταύτην καταμαθὼν τὴν νῆσον καταντικρὺ τῆς ἄκρας , ἀμφότερα ὑλώδη τὰ χωρία καὶ οἷα κρύψαι τῆς διαβάσεως τὴν ἐπιχείρησιν |
ἐπετέμοντο αὐτῆς ἄλλος ἄλλην μοῖραν , περιβάλλοντες αὐτοῖς ἕρκη καὶ τειχία , καὶ τὰ σώματα σπαργάνοις μαλθακοῖς καθειλίξαντες , καὶ | ||
τῷ ἔργῳ καὶ πρὸ αὐτοῦ λυπήσειν : τῇ μὲν γὰρ τειχία τε καὶ οἰκίαι εἶργον καὶ δένδρα καὶ λίμνη , |
, ἡ δὲ πόλις λέγεται οὐδετέρως , τὸ Ἄκτιον . Ἀκυληία , πόλις Ἰταλίας . Στράβων . τὸ ἐθνικὸν Ἀκυλήιος | ||
ἦν δὲ ἐν τῷ στρατῷ χιλίαρχος ᾧ πατρὶς μὲν ἡ Ἀκυληία ἦν , τέκνα τε καὶ γυνὴ οἰκεῖοί τε πάντες |
δι ' ἐπιμελείας καὶ πρῷα εἶχον . ὅτι καλοὶ οἱ πρώϊμοι σικύαι , καὶ ἡ παροιμία δηλοῖ ἀρχομένων σικύων καὶ | ||
ἡ παροιμία δηλοῖ ἀρχομένων σικύων καὶ ληγουσῶν κολοκυντῶν . οἱ πρώϊμοι σικύαι καλοὶ καὶ ἀβλαβεῖς . πρῴων : τῶν πρὸ |
λίνον κερδογαμεῖς : ἐπὶ τῶν αἰσχρὰς ἐπὶ κέρδει γαμούντων . Λοκρικὸς βοῦς : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν . Λοκροὶ γὰρ ἀποροῦντες | ||
τὰ συναλλάγματα , ἐπὶ τῶν ψευδομένων ἡ παροιμία ἐκράτησεν . Λοκρικὸς βοῦς : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν ἡ παροιμία τέτακται . |
τοῖς στρώμασιν αὐτοῦ . Ἀθαμάνων : ἐν τῇ Ἀθαμάνων χώρᾳ γεωργοῦσι μὲν αἱ γυναῖκες , νέμουσι δὲ οἱ ἄνδρες . | ||
πόλιν ἐνταῦθα οἰκοῦσιν , Ἱέραν δὲ καὶ Στρογγύλην καὶ Διδύμας γεωργοῦσι διαβαίνοντες ναυσὶν ἐς αὐτάς . ἐν δὲ τῇ Στρογγύλῃ |
: μεγάλη γὰρ ἰσχὺς καὶ προθυμία αὐτοῖς ἦν καὶ χεῖρες ἀπροσπέλαστοι ἀπὸ τῶν ὤμων αὐτῶν ὑπῆρχον σὺν τοῖς λοιποῖς μέλεσιν | ||
οὐδὲν ὁμοῖοι : διὰ τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος . Ἄπλατοι : ἀπροσπέλαστοι ἀπὸ τοῦ α τοῦ κατὰ πολὺ καὶ τοῦ πελάω |
νέμονται ἐσχατιάς : παρὰ δέ σφι δυσήμενος ἐκτέταται χθών , χειμερίοις ἀνέμοισι κεκλειμένη ἠδὲ χαλάζαις . τόσσοι μὲν φῶτες περὶ | ||
ἐμπειρίαν καταγιγνόμενοι . Τὸ δ ' αὐτὸ καὶ ἐν ταῖς χειμερίοις ἐπετήδευον νυξὶ , φιλολογίᾳ προσαγρυπνοῦντες , ἅτε μήτε πορισμοῦ |
ἀγωνίζοιντο . οἱ δέ γε δεδιδαγμένοι τε καὶ εἰθισμένοι τάφρους διαπηδᾶν καὶ τειχία ὑπεραίρειν καὶ ἐπ ' ὄχθους ἀνάλλεσθαι καὶ | ||
, Ῥαιτικοὺς δὲ ὅσοι ἐκ Ῥαιτῶν . καὶ τάφρον δὲ διαπηδᾶν μελετῶσιν αὐτοῖς οἱ ἵπποι καὶ τειχίον ὑπεράλλεσθαι , καὶ |
διείς , καὶ περιχρίων τὸ πρέμνον . Ὅτε τὴν συκῆν φυτεύεις , ἔμβαλλε εἰς ἄκρας τὰς ῥίζας ἐλλέβορον μέλανα κεκομμένον | ||
καὶ βοῶν . ὃ πέπλευκας , φυτεύεις , καὶ ὃ φυτεύεις , τοῦτο πέλαγος γεωργούμενον . ἔχει γὰρ ὁ ποταμὸς |
ἡ τροφὴ πᾶσα ? [ ] οὐ προστίθεται [ ] ἀναδιδομένη τῶι ὅλωι σώματι , [ ἀλλὰ ] ? ? | ||
, νᾶπυ , σκόροδον , καὶ τὰ τούτοις ὅμοια καὶ ἀναδιδομένη ἡ τούτων ποιότης ἐς τὴν καρδίαν ἐκπυρώσει τὸ ἐν |
τοὺς ἐπὶ θάτερα Ῥωμαίους . καὶ ὃ μὲν οὕτως παραβόλως διεσώζετο , Ἀννίβας δέ , τῆς χρείας ψευσθείς , ἐφ | ||
ἄλλην θήραν κατέδραμον . ὃ δὲ κατὰ πολλὴν τὴν σπουδὴν διεσώζετο , ἑαυτῷ ὀφείλων ὡς τὸ εἰκὸς ζωάγρια . Ἀριστοτέλης |
τῆς πόλεως ; οὐδεὶς ἡμᾶς μισήσειεν ἂν ὁρῶν τιμώσας τοὺς σῴζοντας θεούς . τί τάδε : εἰ μὲν στίξεις εἰς | ||
δαιμόνων ] τῶν θεῶν . τιμᾶν ] τὸ τιμᾶν τοὺς σῴζοντας θεούς . μὴ κακοσπλάγχνους τιθῇς : σπλάγχνα λέγεται τὰ |
κλῆμα βότρυος ἔχον : ὀφροκόρινθος ὄνομα τόπου : ὀφρυόεσσα , ὀρεινὴ , ἔνδοξος . ὀχμάζει λαμβάνει : κατὰ δὲ τὸ | ||
μετὰ δὲ ταῦτα τῶν βαρβάρων ἀντιφθεγξαμένων συνήχησε μὲν ἡ σύνεγγυς ὀρεινὴ πᾶσα , τὸ δὲ μέγεθος τῆς βοῆς ὑπερῆρε τὴν |
: ἔπειτα μεταστραφεὶς εἰχόμην . ἐκείνην οὖν τὴν νύκτα οὕτω ταλαιπωροῦντες ἠνεσχόμεθα . Ἐπειδή σοι τὰς ἰδέας ὑπεδείξαμεν τοῦ πολιτικοῦ | ||
πάντα χρόνον πονητέον ἀνθρώποις . ταῦτά τοι παρὰ τὴν ὡραίαν ταλαιπωροῦντες χειμῶνος ἤδη προσβάλλοντος ἦγον ἐκεχειρίαν ἄτοπον ἴσως ὑπολαμβάνοντες εἶναι |
καὶ τοῖς δένδρεσι χαλεπόν . λήγοντος δὲ τοῦ ἔαρος , χάλαζαι κατὰ τόπους ἔσονται . τὸ θέρος ἔπομβρον , καὶ | ||
ὄμβροι καταφέρονται : πηγνυμένων δέ , πάχναι καὶ χιόνεϲ καὶ χάλαζαι πρὸϲ τὴν ποιότητα τοῦ κρύουϲ καὶ τὴν ποϲότητα . |
προσδοκῶντες , τὰς δὲ Ναξίων καὶ Καταναίων συμφορὰς ἀναλογιζόμενοι , κατεπλήττοντο , φοβούμενοι μὴ τοῖς αὐτοῖς περιπέσωσι δυστυχήμασιν . διόπερ | ||
δὲ τὴν Μοτύην κατοικοῦντες προσδεχόμενοι τὴν ἐκ Καρχηδονίων βοήθειαν οὐ κατεπλήττοντο τὴν Διονυσίου δύναμιν , ἀλλὰ πρὸς τὴν πολιορκίαν παρεσκευάζοντο |
, χειμῶνας ἐξαισίους καὶ ἐαρίζοντας , αὐχμοὺς καὶ ἐπομβρίας , εὐγονίας ζῴων καὶ φυτῶν καὶ τοὐναντίον ἑκατέρων ἀγονίας | καὶ | ||
μὲν βραχυπόρους , ἐναντίοις δὲ ἐναντίας . γένους δὲ ὑμετέρου εὐγονίας τε καὶ ἀφορίας , καίπερ ὄντες σοφοί , οὓς |
. ἦν δὲ καὶ τῶν περὶ Ὄλυνθον πόλεων ὁμώνυμος αὐτῇ Σκῶλος . εἴρηται δ ' ὅτι Παρασώπιοι καὶ κώμη τις | ||
: ῥεῖ δὲ καὶ ποταμὸς δι ' αὐτῆς Σχοινοῦς . Σκῶλος δ ' ἐστὶ κώμη τῆς Παρασωπίας ὑπὸ τῷ Κιθαιρῶνι |
Ἰονικοῦ κόλπου καὶ τῇ κροκάλῃ πορευομένους , ὑπεκβάντες τοῦ ἄστεος ἐσβάλλουσιν ἀθρόον ἐς αὐτοὺς εὖ μάλα παρατεταγμένοι , καὶ πολλοὺς | ||
καὶ τυραννοῦντι ἐξεγένετο ὅμως ἐπικληθῆναι Χρηστῷ . ἐπὶ τούτου τυραννοῦντος ἐσβάλλουσιν ἐς τὴν Μεγαλοπολῖτιν στρατιᾷ Λακεδαιμόνιοι καὶ τοῦ βασιλέως Κλεομένους |
πλὴν λεπυριώδη : φιλεῖ δὲ ὀρεινὰ χωρία καὶ κοχλακώδη . συλλέγεται δὲ τοῦ ἦρος . τοῦτο μὲν οὖν ἴδιον τῶν | ||
, ἄλιθος , ὁμόχρους , πολύχυτος ἐν τῇ ἀνέσει . συλλέγεται ἐν Καππαδοκίᾳ , φέρεται εἰς Σινώπην καὶ πιπράσκεται , |
δεύτερον τῶν παραλληλογράμμων , τὸ τρίτον τὴν κοινωνίαν αὐτῶν . Σημεῖόν ἐστι οὗ μέρος οὐθέν . Ἀπὸ τῶν συνθέτων ἐπὶ | ||
οὖν ἐστι τὸ κριτήριον καὶ διὰ τοῦτο ἡ ἀλήθεια . Σημεῖόν τε οὐκ εἶναι : εἰ γάρ ἐστι , φασί |
κλύδωνες . καὶ ταῦτα μὲν ἐμέτοις ἢ ὑπεξαγωγαῖς σκυβάλων , βραχείαις ἅμα καὶ καθαραῖς τροφαῖς ἀποκαθίστανται : αἱ δυσκρασίαι δὲ | ||
ἔλεγον γοργότητος μία , τὸ ταῖς ἀπαντήσεσι ταχείαις χρῆσθαι καὶ βραχείαις ταῖς τε ἀντιθέσεσιν ὡσαύτως , οἷον τί γὰρ καὶ |
ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί . Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ Ἀριστοφάνειος ἐν ταῖς | ||
, καὶ μελεαγρίδες , καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες , καὶ ἄλλοι Αἰθιοπικοὶ , πλήθει πολλοί . Εἰπὼν δὲ καὶ ἄλλα πλεῖστα |
ἔχοντες παραδεί - γματα τῶν τ ' ἐκεῖ Ἑλλήνων ὡς ἐδουλώθησαν οὐκ ἀμύνοντες σφίσιν αὐτοῖς , καὶ νῦν ἐφ ' | ||
αἰτιασόμενοι , ὅτι ἔχοντες παραδείγματα τῶν ἐκεῖ Ἑλλήνων , ὡς ἐδουλώθησαν οὐκ ἀμύνοντες σφίσιν αὐτοῖς , καὶ νῦν ἐφ ' |
Μερὶς οὐ πνίξ : ἢ καὶ οὕτως : Μερὶς οὐ πνιγή . Μετὰ Λέσβιον ᾠδόν : παρὰ Κρατίνῳ παροιμία λεγομένη | ||
Μερὶς οὐ πνίξ : ἢ καὶ οὕτως : Μερὶς οὐ πνιγή . Μετὰ Λέσβιον ᾠδόν : παρὰ Κρατίνῳ παροιμία λεγομένη |
καὶ κάοντες τὴν χώραν : καὶ οἱ ἕτεροι μέντοι ἀπελθόντες κατεστρατοπεδεύσαντο , ἔμπροσθεν ποιησάμενοι τὴν χαράδραν : ἐπεὶ δὲ προϊόντες | ||
περὶ τὴν καλουμένην ὕλην κακοῦργον ὀλίγον τὸ μεταξὺ χωρίον ἀφέντες κατεστρατοπεδεύσαντο . τῇ δ ' ἑξῆς ἡμέρᾳ συμπεσόντες ἐμάχοντο καὶ |
τῇ Ἀρτέμιδι . περὶ τῆς Ὀρθωσίας Ἀρτέμιδος Ἀπολλόδωρος γράφει . Ὀρθωσία δὲ ὅτι ὀρθοῖ εἰς σωτηρίαν : ἢ ὀρθοῖ τοὺς | ||
* κομίσοντα . ἔλαφον . ἡ θυγάτηρ Ἄτλαντος . . Ὀρθωσία ἡ Ἄρτεμις παρὰ τὸ Ὀρθώσιον , ὅπερ ἐστὶν ὄρος |
τῶν χωρίων ἐλάμβανον . οἱ δ ' ἐν τῷ Ἡραίῳ καταπεφευγότες ἐξῇσαν , ἐπιτρέψοντες Ἀγησιλάῳ γνῶναι ὅ τι βούλοιτο περὶ | ||
τέκνα δὲ καὶ γυναῖκες καὶ οἱ γεγηρακότες εἰς τὰ ἱερὰ καταπεφευγότες μετὰ τῆς ἐσχάτης ὕβρεως ἀπήγοντο . τῶν δὲ Θηβαίων |
ἤως μία καὶ ἡ αὐτή . κέλευθος : ὁδὸς , ὁδοιπορία . Πομπή : πρόοδος , κίνησις . ῥιπή : | ||
τοῦ βίου , ὡς περίπατος , ὡς πλοῦς , ὡς ὁδοιπορία , οὕτως καὶ πυρετός . μή τι περιπατῶν ἀναγιγνώσκεις |
τῶν ΘΙΑΓΟΝΩΝ ὀνομαζομένων : οὗτοι δ ' εἰσὶν ἄρτοι θεοῖς πεττόμενοι ἐν Αἰτωλίᾳ . ΔΡΑΜΙΚΕΣ δὲ καὶ ΑΡΑΞΙΣ παρ ' | ||
βρυωνίαϲ , εὐϲτόμαχοι μὲν καὶ διουρητικοί , ὀλιγότροφοι δέ : πεττόμενοι δὲ μᾶλλον τρέφουϲι τῶν ἀπὸ τῶν λαχάνων . παραπληϲίωϲ |
, ἱεροῦ τινος ἢ βασιλείου λευκῶν λί - θων πεποιημένου διασῶζον ἐρείπια οὐκ ὀλίγα . ἀπὸ δὲ τῆς κορυφῆς πρὸς | ||
παντὶ τί ἐστι τὸ μετατιθὲν τὰ στοιχεῖα καὶ τὴν ἀειγενεσίαν διασῶζον ; εἰ μὲν γὰρ χεῖρον διανοίας , ὅρα μὴ |
πως τούτῳ εἰ ἔστι μὲν τῶν δένδρων καὶ ὅλως τῶν ὑλημάτων εὔοσμα πολλὰ ζῶον δὲ οὐδὲν εἰ μὴ τὴν πάρδαλίν | ||
τὰ μὲν δένδρων τὰ δὲ θάμνων τὰ δ ' ἄλλων ὑλημάτων . ἀλλὰ γὰρ περὶ μὲν τῆς ἰδιότητος εἴρηται πλεονάκις |
διαφέρουσι τῶν ἄλλων , ὅσον ἄγριον ἡμέρου . Ὅτι ὁ ῥινόκερως ἐλέφαντος μὲν οὐ λείπεται , τῷ δὲ ὕψει καταδεέστερος | ||
. Φέρεται δὲ ἀπὸ τῶν τόπων ἐλέφας καὶ χελώνη καὶ ῥινόκερως . Τὰ δὲ πλεῖστα ἐκ τῆς Αἰγύπτου φέρεται εἰς |
τι μακρὸν καταλήγουσαι , οἷον Ὀρόντης , καὶ αἱ ταῖς μακραῖς τε καὶ διφθόγγοις πλεονάζουσαι καὶ αἱ τὰ τελευταῖα ἐν | ||
δύναμιν ἐκ τῆς Εὐρώπης εἰς τὴν Ἀσίαν . αὐτὸς δὲ μακραῖς ναυσὶν ἑξήκοντα καταπλεύσας πρὸς τὴν Τρῳάδα χώραν πρῶτος τῶν |
τὴν φύσιν μεταίρειν εἰς τὸ ὑγρόν : πῶς γὰρ ἂν διέμενεν ἢ πῶς οἷόν τε καὶ διαμένειν ὁντιναοῦν χρόνον εἴπερ | ||
μὲν οὖν τὴν ὑπάρχουσαν χώραν ἐκέκτηντο καὶ Πυθαγόρας ἐπεδήμει , διέμενεν ἡ μετὰ τὸν συνοικισμὸν κεχρονισμένη κατάστασις , δυσαρεστουμένη καὶ |
πηγὴν τῷ Αἰγυπτίῳ ποταμῷ , ὃς κατὰ πᾶν ἔτος ἀναχεόμενος λιμνάζει τὴν πεδιάδα , μονονοὺκ ἀντίμιμον οὐρανοῦ δύναμιν ἐπιδείκνυσθαι δοκῶν | ||
φησί , βρέχεται τοῖς θερινοῖς ὄμβροις ἡ Ἰνδική , καὶ λιμνάζει τὰ πεδία : ἐν μὲν οὖν τούτοις τοῖς ὄμβροις |
φράζοντας : θήκας δ ' εἶναι τῶν χωρίων ὁπόσα μὲν ἐργάσιμα μηδαμοῦ , μήτε τι μέγα μήτε τι σμικρὸν μνῆμα | ||
μηδὲν πλέον τοῦ σπέρματος ἐκφέρον . πεδία , ἄρουραι , ἐργάσιμα , λήια , ὀργάδες , λόφοι , ὄρχοι , |