: ἐς τοῦτον γὰρ δὴ τὸν Βελεοῦν τῆς τοῦ Σεμιραμείου φύλου διαδοχῆς παυσαμένης , Βεληταράς τις ὄνομα , φυτουργὸς ἀνὴρ
δ ' αὐτοὺς Κερ - ρητανοὶ τὸ πλέον τοῦ Ἰβηρικοῦ φύλου , παρ ' οἷς πέρναι διάφοροι συντίθενται ταῖς Κανταβρικαῖς
6624786 Παρνησσου
! ! ! ] ! [ ! ] ἔσχον [ Παρνησσοῦ ] ? ? ? ? ? τ ' ἄκρα
ὑπὸ τῇ Ὑαμπείῃ κορυφῇ . Οἱ δὲ πεσόντες ἀπὸ τοῦ Παρνησσοῦ λίθοι ἔτι καὶ ἐς ἡμέας ἦσαν σόοι , ἐν
6520536 παρατεταγμενοι
: ἐπὶ μέντοι τοῦ ἀκροτάτου οἱ ὁπλῖται ἦσαν τῶν Ἀκαρνάνων παρατεταγμένοι καὶ τῶν πελταστῶν τὸ πολύ , καὶ ἐνταῦθα ἐπέμενον
οἱ ὑπολόχαγοι καὶ οἱ ἀξιοῦντες τούτων μὴ χείρους εἶναι πάντες παρατεταγμένοι ἦσαν , καὶ ἀλλήλους μὲν δὴ ξυνεώρων : ἐπεὶ
6476846 ἐξαιρεθεντος
ἐκείνης ἀεὶ διάστημα μεταξὺ εἶναί φασιν . Ἀλλ ' ὑποθώμεθα ἐξαιρεθέντος τοῦ ὕδατος μηδὲν ἕτερον εἰσρυῆναι σῶμα . μένει τοίνυν
ἵνα ὕστερον , ὅταν ἀκριβῶς παγῇ τὸ περιελιττόμενον ἔξωθεν , ἐξαιρεθέντος τοῦ στηρίγματος , εὐθέως οὐρεῖν ὑπάρχῃ τῷ θεραπευομένῳ .
6422322 ὑπερκεινται
πεδία καὶ τὰ ὑπερκείμενα ὄρη κατοικοῦσι , τῶν δὲ Καουάρων ὑπέρκεινται Ὀυοκόντιοί τε καὶ Τρικόριοι καὶ Ἰκόνιοι καὶ Μέδυλλοι .
αὐτῶν διαφέροντες , τινὲς δὲ μηδέτερον τούτων , ἀλλ ' ὑπέρκεινται πάσης ἁπλῶς ἀποδείξεως , διάφορα κατ ' εἶδος λοιπὸν
6416129 ἀμναμοι
δὲ παρὰ τὴν τῶν Κυρηναίων διάλεκτον οἱ τῶν ἀμνῶν ἀμνοὶ ἄμναμοι λέγονται του - τέστι τῶν ἀρνῶν ἄρνες : πρὸ
γυιαὶ γὰρ : τὸ ἑξῆς οὕτως : αἱ χωλαὶ γὰρ ἄμναμοι τῆς Τηθύος , λέγει δὲ τὰς Μοίρας , γυιαὶ
6321952 ἀποληφθεντες
ἐξελθόντων δὲ καὶ τῶν ἐκ τῆς παρεμβολῆς , εἰς μέσον ἀποληφθέντες οἱ Οὐόλσκοι σχεδὸν ἅπαντες κατεκόπησαν . διόπερ τὸν ἔμπροσθεν
χειμῶνος δ ' ἱππομαχίᾳ . ὀρυκτοί τέ εἰσιν ἰχθύες οἱ ἀποληφθέντες ἐν τῷ κρυστάλλῳ τῇ προσαγορευομένῃ γαγγάμῃ , καὶ μάλιστα
6286799 ξηροτεροι
νοσεροί : κατὰ μέρος δ ' οἱ μὲν ἀπὸ γῆς ξηρότεροι , οἱ δ ' ἀφ ' ὑδάτων ὑγρότεροι ,
, ἄδικοι , πάντολμοι . Ὀφθαλμοῖς σκοτίοις ἄτη ἐνοικεῖ , ξηρότεροι δὲ ὄντες ἀπιστότεροι : εἰ δὲ καὶ μικροὶ εἶεν
6273026 ἰσθμου
τε πύλῃσιν ἐφήμεναι ἔνθα τε πνεῦμα αἰὲν ἀθροιζόμενον στεινοῦ διαχεύεται ἰσθμοῦ , ἄλλοτε δὲ στομίοισι πέριξ ἐπενήνοθε γαστρός ἀνέρα πημαίνουσα
ἑλέσθαι Μιθριδάτην τὸν Εὐπάτορα , στρατηγιῶντα ἐπὶ τοὺς ὑπὲρ τοῦ ἰσθμοῦ μέχρι Βορυσθένους βαρβάρους : ταῦτα δ ' ἦν ἐπὶ
6258423 γενηθεντες
ἀρχαῖοι στοχασμῷ τὸ πλέον , οἱ δ ' ὕστερον αὐτόπται γενηθέντες ᾔσθοντο ὑπὸ ὄμβρων θερινῶν πληρούμενον τὸν Νεῖλον , τῆς
Κλούσιον καὶ θεωρήσαντες παράταξιν γενομένην , ἀνδρειότεροι μᾶλλον ἢ φρονιμώτεροι γενηθέντες παρετάξαντο τοῖς Κλουσίνοις πρὸς τοὺς πολιορκοῦντας . εὐημερήσαντος δὲ
6250127 τασσονται
. Χρὴ ὁρισθῆναι πόσαι καὶ ποῖαι ἀκίαι δεξιὰ τοῦ βάνδου τάσσονται καὶ ποῖα ἀριστερὰ αὐτοῦ . Μετὰ τὸ ὀρδινευθῆναι καὶ
ὀλισθημάτων καὶ πρὸς τὰς ἐναρθρήσεις τῶν τῆς κεφαλῆς κορωνῶν : τάσσονται γὰρ αἱ μὲν ἀγκύλαι παρὰ τοῖς τοῦ πάσχοντος κροτάφοις
6239274 ἡσσονες
πόδες , μέγεθος μὲν κατὰ κάμηλον ] πόδες μακροί , ἥσσονες δὲ οἱ ὀπίσθιοι καὶ ὑποκλάζειν ἄρα δοκοῦντες . ἀμέλει
πρὸς τὸν Ὀρέστην κατάδηλοι γεγόναμεν ἀσθενεῖς ὄντες οἱ Φρύγες : ἥσσονες Ἑλλάδος ἐγενόμεθ ' αἰχμᾶς : εἰκότως ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων
6221570 Ἀδριατικου
ἄκρων τῶν ἑσπερίων , πλησίον δὲ καὶ τοῦ μυχοῦ τοῦ Ἀδριατικοῦ , διέχων αὐτοῦ περὶ χιλίους σταδίους : τελευτᾷ δ
ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν , ἀπὸ τοῦ Ἀδριατικοῦ πελάγους , ἡ δὲ Σαρωνικὴ πρὸς ἀνατολάς ἐστι συρομένη
6217632 εὐμαρεις
φορᾷ ῥεύματος εἴσω παραδυομένου καί , ὁπότε στενοῖς ἐγκατακλεισθείη πόροις εὐμαρεῖς διεξόδους οὐκ ἔχουσι , θλιβομένου τε καὶ θλίβοντος εἰς
πρὸς μηδενὸς ταῖς ἰδίαις ὁρμαῖς χρῆσθαι κωλυόμενος , ἀλλ ' εὐμαρεῖς καὶ λεωφόρους ἀναπεπταμένας ἔχων τὰς διὰ πάντων ὁδούς .
6198483 στενωποι
γε αὐτῶν ἑτέρων τε τιμιωτέρων ὁδοί τε ἐν ἄστει κατάστεγοι στενωποί τε μεστοί . καὶ τοῖς μὲν ἴση ἡ τέρψις
ὠθισμὸς ἦν περὶ τὰ βασίλεια καὶ μέχρις ἔξω πλήρεις οἱ στενωποί : πάντες γὰρ συνέτρεχον τῷ μὲν δοκεῖν ἀκροαταὶ τῆς
6181114 ἀμνοι
ἄλλοι δ ' ἐξ ἀγέλης κριοί , ἄλλοι δὲ καὶ ἀμνοὶ εἰνόδιοι παίζωσιν ἐρειδόμενοι κεράεσσιν : ἢ ὁπότ ' ἄλλοθεν
ταῖς μητράσι σφῶν περισκαίρουσιν ἕκαστα , μόσχοι δαμάλεσιν , ὄϊσιν ἀμνοὶ , πῶλοι φορβάσι καὶ αἰξὶν ἔριφοι . Χρὴ μέντοι
6179729 εὐρωστοι
πρόχειροι , φιλεργοί , συνεργοί , φιλότιμοι , ἄοκνοι , εὔρωστοι , ἐρρωμένοι , ἐθελουργοί , πρόθυμοι , εὔθυμοι ,
ἔτι , τὸ δὲ λέχος ὑποδύντες ἀπὸ τῆς βουλῆς ἄνδρες εὔρωστοι διεκόμιζον ἐς τὸ πεδίον τὸ Ἄρειον , ἔνθα βασιλέες
6156960 διεβαινον
ἤρξαντο οἱ βάρβαροι , ἕνα αὐτοῦ διατρίψαντες μῆνα ἐν τῷ διέβαινον ἐς τὴν Εὐρώπην , ἐν τρισὶ ἑτέροισι μησὶ ἐγένοντο
, ὦ ἄνδρες Ἀβδηρῖται , οὐκ ἂν εἵνεκα δέκα ταλάντων διέβαινον πρὸς ὑμέας , ἀλλ ' ἐπὶ τὸν μέγαν ἂν
6137510 κομισθεντες
βουλήν . τῶν δ ' οἱ πλείους ἡμιθνῆτες ἐπὶ κλινιδίων κομισθέντες καὶ συνεδρεύσαντες ἀπεκρίναντο τοῖς παροῦσιν ἀγγέλλειν τοῖς σφετέροις ,
συμφορητοὶ τόπων , οἱ μὲν ἐκ τῶν ἐν Ἰταλίᾳ πόλεων κομισθέντες , οἱ δ ' ἐξ Ἐρυθρῶν τῶν ἐν Ἀσίᾳ
6134967 Τριβαλλοι
κεκριγότες : Οἷον , ποιὰν φωνὴν ἀποτελοῦντες ἀπὸ λιμοῦ οἱ Τριβαλλοὶ θεοί . ἢ τὸ κεκριγότες εἰς τὴν ἀσάφειαν τῆς
ἐμῆς παρασκευῆς καταφρονεῖν , ἣν οὐκ ἂν ἐλέγξειαν Ἰλλυριοὶ καὶ Τριβαλλοὶ καὶ Μακεδόνες , ἐχυρωτέραν ἢ ξύλινόν ποτε τεῖχος ἡμῖν
6128426 Γενουας
Δέρθων πόλις ἀξιόλογος κειμένη κατὰ μέσην τὴν ὁδὸν τὴν ἀπὸ Γενούας εἰς Πλακεντίαν , ἑκατέρας διέχουσα σταδίους τετρακοσίους : κατὰ
, ὅπερ ἐστὶ τενάγη : τὸ μὲν γὰρ Ἀπέννινον ἀπὸ Γενούας , αἱ δὲ Ἄλπεις ἀπὸ τῶν Σαβάτων ἔχουσι τὴν
6125759 Αἰγειρα
τοιαύτη τίς ἐστι : μετὰ Σικυῶνα Πελλήνη κεῖται : εἶτα Αἴγειρα δευτέρα : τρίτη Αἰγαί , Ποσειδῶνος ἱερὸν ἔχουσα :
Βοῦρα , ἐπὶ ταύταις δὲ Ἑλίκη καὶ Αἰγαί τε καὶ Αἴγειρα καὶ Πελλήνη πρὸς τῆς Σικυωνίας ἐσχάτη : ἐς ταύτας
6123606 Τηριδατης
ἔτη βʹ , καὶ ἀναιρεῖται , καὶ μετ ' αὐτὸν Τηριδάτης ἀδελφὸς ἔτη λζʹ . , . . , .
Ἀλεξάνδρου τοῦ κτίστου διὰ τοιαύτην αἰτίαν . Ἀρσάκης τις καὶ Τηριδάτης ἀδελφοί , τὸ γένος ἕλκοντες ἀπὸ τοῦ Περσῶν Ἀρταξέρξου
6105602 Κυρηναϊκος
σὺν τῷ ἐλαίῳ , ἁλὸς ἄνθος συγκιρνώμενον ἐλαίῳ , ὀπὸς Κυρηναϊκὸς ὕδατι διειμένος εἰς ἀνάτριψιν τοῦ σώματος παραλαμβανόμενος καὶ πινόμενος
ὄλυνθοι , ὀποβάλσαμον ἄνευ τοῦ θερμαίνειν ἐπιφανῶς , ὀπὸς ὁ Κυρηναϊκὸς σφοδρότατα , παλιούρου τὰ φύλλα καὶ ἡ ῥίζα ,
6105280 Δακους
ποταμῶν πλειόνων , ἁπάντων πλωτῶν , εὐφυὲς ὁρμητήριον τῷ πρὸς Δακοὺς πολέμῳ : ὑποπέπτωκε γὰρ ταῖς Ἄλπεσιν , αἳ διατείνουσι
Ῥῆνον ἄρχουσιν ἐνίων καὶ Γετῶν τῶν ὑπὲρ Ἴστρον , οὓς Δακοὺς καλοῦσιν . ὅροι μὲν οὗτοι κατ ' ἤπειρον ,
6100396 Κελτικου
τὴν δὲ αἴγειρον γῆς τῆς τῶν Κελτῶν καὶ Ἠριδανοῦ τοῦ Κελτικοῦ θρέμμα εἶναι . φέρε δή , ἐποιησάμεθα γὰρ βωμοῦ
σὺν ἄλλοις . [ . . . τὴν ἀρχὴν τοῦ Κελτικοῦ πολέμου , ἣν τελευτὴν πεποιήμεθα τῆς ἱστορίας . ]
6099456 ὀρεινοι
παρὰ τὴν ποιότητα τῆς χώρας : ὑγιεινότεροι γάρ εἰσιν οἱ ὀρεινοί , καὶ τῶν διασήμων οἱ ξηρότεροι , αἵ τε
τὸ πυρῶδες τοῦ δήγματος . * τραχεῖς : σκληροὶ ἢ ὀρεινοί καὶ ἔμπυροι οἱ χαλεπώτατοι καὶ φλέγοντες τοῖς ἀλγήμασι τοὺς
6099100 Ἡραιου
τὸν ἄνδρα ἐπέλαβεν ἐκεῖνον ἀφεῖναι τὴν ψυχήν , ὃς τοῦ Ἡραίου τῆς ὀροφῆς κατ ' ἐμὲ ἀνασκευαζομένης ἐνταῦθα ὁμοῦ τοῖς
ἀνίστησί τε αὐτοὺς πείσας καὶ διακομίζει ἐς τὴν πρὸ τοῦ Ἡραίου νῆσον , καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐκεῖσε αὐτοῖς διεπέμπετο .
6092575 Παμφυλιοι
Κίλικες καὶ Καππαδόκαι καὶ ἐκ τῆς βραχυτέρας Ἀρμενίας τινὲς καὶ Παμφύλιοι καὶ Πισίδαι . ὧν οὐχ ἅπασιν ἐς μάχας ,
, ἀπὸ Παμφύλης τῆς Ῥακίου καὶ Μαντοῦς . οἱ κατοικοῦντες Παμφύλιοι . [ τὸ θηλυκὸν Παμφυλίς , ] τὸ κτητικὸν
6082312 Δολογκοι
τοῦ ἱροῦ πρῶτος ἐπὶ ξείνια καλέσῃ . Ἰόντες δὲ οἱ Δόλογκοι τὴν Ἱρὴν Ὁδὸν διὰ Φωκέων τε καὶ Βοιωτῶν ἤισαν
Δελφοὺς ἐπειρησόμενος τὸ χρηστήριον εἰ ποιοῖ τά περ αὐτοῦ οἱ Δόλογκοι προσεδέοντο . Κελευούσης δὲ καὶ τῆς Πυθίης , οὕτω
6080003 ἀμνων
. . ἄμναμοι : οἱ ἀπόγονοι : οἱ γὰρ τῶν ἀμνῶν ἀμνοὶ ἄμναμοι λέγονται . . . . ἀμνίον :
: κυρίως δὲ παρὰ τὴν τῶν Κυρηναίων διάλεκτον οἱ τῶν ἀμνῶν ἀμνοί ἄμναμοι λέγονται , τουτέστιν τῶν ἀρνῶν ἄρνες :
6068336 Μαρδοι
ἢ τὴν καλλίστην χώραν ἔχουσιν οἵ τε Γηλοὶ καὶ οἱ Μάρδοι καὶ οἱ Ἀτροπατηνοὶ ἄνδρες . Πρὸς δὲ τὸν νότον
Πέρσαι καὶ Ἰνδοὶ καὶ Κᾶρες οἱ ἀνάσπαστοι καλούμενοι καὶ οἱ Μάρδοι τοξόται : Οὔξιοι δὲ καὶ Βαβυλώνιοι καὶ οἱ πρὸς
6061914 καθηκουσι
τινὸς ὑποληπτέον εἶναι . περὶ μὲν οὖν ἐκείνων ἐν τοῖς καθήκουσι καιροῖς λεκτέον τίνες τ ' εἰσὶ καὶ πόσαι καὶ
ἰοβάκχεια γεραρῶ τῷ Διονύσῳ κατὰ τὰ πάτρια καὶ ἐν τοῖς καθήκουσι χρόνοις . Τοῦ μὲν ὅρκου τοίνυν καὶ τῶν νομιζομένων
6056301 ἐκφυονται
μεταφορικῶς : ἐκεῖθε γὰρ τοῖς κερατοφό - ροις τὰ κέρατα ἐκφύονται , κερατόφυοί τινες καὶ κρόταφοι . Εἶπε δὲ τελευτᾷν
ἰλὺς σηπομένη ποιεῖ αὐτὰς , καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς σήψεως ἐκφύονται , ὅμοιαι σκώληξιν αἵτινες ἀφύαι λέγονται . Ἀκιδνότερον :
6054636 ἐπωνυμοι
αὐτοῖς οἵ τε βασιλεῖς καὶ οἱ οἰκισταὶ τῶν πόλεων καὶ ἐπώνυμοι εἰς τοιαῦτα ἐμπίπτωσιν , ἃ δοκεῖ παρὰ τοῖς ἀνθρώποις
Λυκόα καὶ Σουματία ἀπὸ Σουματέως : Ἀλίφηρος δὲ καὶ Ἡραιεὺς ἐπώνυμοι καὶ οὗτοι πόλεσίν εἰσιν ἀμφότεροι . Οἴνωτρος δὲ ὁ
6053004 πειραι
χορὸς εἰσελθόντος τοῦ Αἰγίσθου . ἴσον ] τὸ ἀληθές . πειραί : αἱ ἀκμαὶ τῶν ξιφῶν παρὰ τὸ πείρειν .
χορὸς εἰσελθόντος τοῦ Αἰγίσθου . ἴσον ] τὸ ἀληθές . πειραί : αἱ ἀκμαὶ τῶν ξιφῶν παρὰ τὸ πείρειν .
6049903 οὐνοματος
ἦν Λέων : τάχα δ ' ἄν τι καὶ τοῦ οὐνόματος ἐπαύροιτο . Ἡ δὲ Αἰγιναίη , τῆς ἐτριηράρχεε Ἀσωνίδης
δὲ καὶ τόδε ἤκουσα ὡς ὁ Δηίφονος ἐπιβατεύων τοῦ Εὐηνίου οὐνόματος ἐξελάμβανε ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα ἔργα , οὐκ ἐὼν Εὐηνίου
6042436 ζεφυρου
: ἐξ οὗ μυθολογεῖται πάντας τοὺς σφοδροὺς ἀνέμους κυΐσκεσθαι χωρὶς ζεφύρου καὶ βορέου : θεογενεῖς γὰρ οὗτοι . εἶτα Προμηθεὺς
ὁπόσαι ὑπὸ ἡλίῳ εἰσί , καὶ τὸ πέλαγος οἰκειοῦται , ζεφύρου τε πηγὰς ἔχει , ἀλλ ' ἀνδράσιν ἐστεφανῶσθαι αὐτὴν
6036745 συχναι
Χιμαίρας καὶ ἡ Σκύλλης καὶ Κερβέρου , καὶ ἄλλαι τινὲς συχναὶ λέγονται συμπεφυκυῖαι ἰδέαι πολλαὶ εἰς ἓν γενέσθαι . Λέγονται
ἐγίνετο ἐρημουμένην τὴν πόλιν ὁρώντων . μετὰ τοῦτο βουλαί τε συχναὶ καὶ κατηγορίαι τῶν αἰτίων τῆς ἀποστάσεως ἐγίνοντο . ἐν
6024498 φιλοπολεμοι
Ἄρειος Ἀγρίππου . ὅσοι δὲ ἢ φιλόσοφοι γεγόνασι πλέον ἢ φιλοπόλεμοι , καὶ τὸ δοκοῦν ὑπ ' αὐτῶν ἀξιοῦσθαι σπουδῆς
] Ἄνδρων δὲ ἐν Ἱστορίαις φησὶν οὕτως κληθῆναι , ἐπεὶ φιλοπόλεμοι ὄντες οὕτως ἑαυτοὺς ἐσκληραγώγουν . : Οὐδ ' Ἑλλάνικος
6003736 ὀργαδες
δόρεα καὶ δόρη ὡς βέλεα βέλη πολλοῦ καὶ μεγάλου κυρίως ὀργάδες εἰσὶν οἱ ἱεροὶ τῶν θεῶν τόποι δι ' ἧς
ἐκφέρον . πεδία , ἄρουραι , ἐργάσιμα , λήια , ὀργάδες , λόφοι , ὄρχοι , πρασιαί , ἀμπελουργίαι ,
6002883 Μονα
, ἀνὰ οὐγγίας γ . ἐλαίου παλαιοῦ οὐγγίας ε . Μόνα τήξας τὰ τηκτὰ καὶ διηθήσας , ὅταν παύσηται ζέον
καρπός : ὑπὲρ δὲ τῶν ῥιζῶν ἐν ἑτέροις εἴρηται . Μόνα δὲ ἢ μάλιστα τῶν πολυκάρπων αὔξησιν λαμβάνει μεγέθους ἄμπελος
5999529 ἐκκαιονται
ἰπνῖται ἄρτοι τροφιμώτεροι τῶν ἐσχαριτῶν καὶ ὀβελιέων , διότι ἧσσον ἐκκαίονται ὑπὸ τοῦ πυρός . Οἱ δὲ κλιβανίται καὶ οἱ
Αὐτῶν δὲ τῶν ἄρτων οἱ μέγιστοι τροφιμώτατοι , διότι ἥκιστα ἐκκαίονται ὑπὸ τοῦ πυρὸς τὸ ὑγρόν : καὶ οἱ ἰπνῖται
5996162 συντριβομενοι
ἀπὸ τοῦ πάλλω τὸ κινῶ καὶ τοῦ ἐγγὺς , οἱ συντριβόμενοι ἀλλήλοις . φάλαγγες λέγεται καὶ τὰ τῶν δακτύλων ἄρθρα
καὶ τληπαθῆ , βοᾶτιν καὶ βοητικήν . γναμπτόμενοι δὲ καὶ συντριβόμενοι οἱ Πέρσαι τῇ δεινῇ θαλάσσῃ σκύλλονται καὶ σύρονται καὶ
5992207 Ἀετου
πλοῦς , καὶ οἱ ἐκεῖσε καταίροντες ἀφροντίστως πλέοντες ᾖδον . Ἀετοῦ γῆρας , κορύδου νεότης : παρόσον καὶ γηράσκων ἀετὸς
ταύτης ἀφορίζει παραπτόμενος ἀστὴρ ἐκφανὴς ὁ παρὰ τὴν οὐρὰν τοῦ Ἀετοῦ μοναχός , τὴν δ ' ἐναντίαν ὁ τῶν προειρημένων
5979753 Μασσαλια
τοῦ μάσσαι ὠνόμασται . τὸ ἐθνικὸν Μασσαλιώτης καὶ Μασσαλιεύς καὶ Μασσαλία καὶ Μασσαλιῶτις γυνή . Μάσσακα , πόλις Ἰνδῶν .
οὕτως ἱστορεῖ δὲ τὴν κτίσιν . . . . . Μασσαλία : πόλις τῆς Λιγυστικῆς κατὰ τὴν Κελτικήν , ἄποικος
5978264 ὀνομαζομενου
, κώμη Λυκίας . ἐκλήθη δὲ ἀπό τινος τράγου οὕτως ὀνομαζομένου , ὃς ἀπαλλασσόμενος ἀπὸ τοῦ αἰπολίου ἤρχετο τὸν πώγωνα
τούτων τὴν ἀκριβολογίαν ποιησόμεθα . † παντὸς μέτρου καὶ τοῦ ὀνομαζομένου κανὼν ποδ . ἐπιπέδου λιθικοῦ πήχ . , ἐφ
5977132 Ῥυπες
Καρχηδόνιοι . τῶν δὲ λοιπῶν πόλεων τῶν Ἀχαϊκῶν εἴτε μερίδων Ῥύπες μὲν οὐκ οἰκοῦνται , τὴν δὲ χώραν Ῥυπίδα καλουμένην
: Φερεκύδης ἀντὶ τοῦ Ῥύπες . πρόδηλον τὸ εἰρημένον : Ῥύπες γὰρ λέγονται οἱ Ἀχαιοί , κατὰ πλεονασμὸν τοῦ α
5969866 μελανοτριχες
οὐδὲ κανονίαι : ἐς εὖρος δὲ πεφυκότες καὶ σαρκώδεες καὶ μελανότριχες : καὶ αὐτοὶ μέλανες μᾶλλον ἢ λευκότεροι , φλεγματίαι
ἦν τὸ ἐκ τῆς κεφαλῆς πεμπόμενον πνεῦμα , ὅτι καὶ μελανότριχες ἦσαν , οὕτω δὲ καὶ δΐυγρον καὶ περιττωματικὸν ,
5962988 λεπτοτεραι
ἀνάγκη δὲ καὶ ξηρότερον τὸν αὐχένα τῶν ἀκεράτων εἶναι : λεπτότεραι γὰρ καὶ αἱ τούτου φλέβες . ταύτῃ τοι καὶ
, τὸ δὲ ἐξ ὕδατος εἰς ἀέρα καπνός : ὅθεν λεπτότεραι μὲν ὕδατος , παχύτεραι δὲ ὀσμαὶ σύμπασαι γεγόνασιν ἀέρος
5961956 φρυκτοι
δὲ καὶ στρουθῶν δοραῖς ἀντὶ θωράκων ἢ ἀσπίδων ἐφράττοντο . φρυκτοί , πυρσοί , καὶ μηχανήματα κριοί , πύργοι ,
: τὸ Βούδορον καλούμενον κενάς : τῶν ἀνδρῶν δηλονότι . φρυκτοί : λαμπάδες πολεμίους δηλοῦσαι ʃ φρυκτοί εἰσι λαμπάδες τινὲς
5960263 ῥομβοι
συνόδοντες , βούγλωσσοι καὶ οἱ πλατεῖς , ὡς ψῆσσαι , ῥόμβοι : ἁπαλόσαρκοι δὲ κίχλαι , κόσσυφοι , φυκίδες καὶ
⌋ . σεμνᾷ μὲν κατάρχει Ματέρι πὰρ μεγάλᾳ ⌊ ⌋ ῥόμβοι τυπάνων , ἐν δὲ κέχˈλαδεν [ ] κρόταλ '
5955440 Μαιωται
, ὑπερκεῖσθαι λέγων αὐτοῦ τὴν Μαιῶτιν , περὶ ἣν οἰκοῦσι Μαιῶται , Σκύθαι τὸ γένος . Εἶτα παρ ' ἐκείνοις
φέροιεν . Πλησίον μὲν οὖν τῆς Μαιώτιδος λίμνης αὐτοὶ οἱ Μαιῶται οἰκοῦσι , καὶ τὸ γένος τοῦ πολεμικωτάτου Ἄρεος ,
5951017 Λιγυες
ἐξαίσιοι κρημνοὶ στενὴν ἀπολείποντες πρὸς θαλάττῃ πάροδον . κατοικοῦσι δὲ Λίγυες ζῶντες ἀπὸ θρεμμάτων τὸ πλέον καὶ γάλακτος καὶ κριθίνου
δὲ τοὺς πόδας πέδιλα ἐπιχώρια ἐς μέσην κνήμην ἀνατείνοντα . Λίγυες δὲ καὶ Ματιηνοὶ καὶ Μαριανδυνοί τε καὶ Σύριοι τὴν
5949114 Ταγου
∠ ʹʹγʹʹ λθʹ ∠ ʹʹγʹʹ Ὀλιοσίπων εʹ Ϛʹʹ μʹ δʹʹ Τάγου ποταμοῦ ἐκβολαί εʹ ∠ ʹʹ μʹ ∠ ʹʹ τὸ
στάδιοι * * ] . Ἀπὸ δὲ τῶν ἐκβολῶν τοῦ Τάγου ποταμοῦ ἐπὶ Σελήνης ὄρος , ἄκρον , εἰσὶ στάδιοι
5938252 ἀναφαινονται
μὲν ἐσδὺς ἐς θάμνον ἢ νάπην ἠφανίσθη , ἕτεροι δὲ ἀναφαίνονται ὅμοιοι καὶ ἀπατῶσι τὴν ὄψιν . καὶ εἴ γέ
διὰ τὴν Μήνην δέ : πρὸς τάξιν τῶν γονέων φωστῆρες ἀναφαίνονται κατὰ τὸν τέχνης τόπον . ἂν δ ' ὁ
5937857 ἀνεχουσι
πάλιν ὀρθοτονοῦνται , καθὸ συνδεθεῖσαι πρός τι πτωτικὸν τὸν λόγον ἀνέχουσι . . Φησὶ δέ που καὶ ὁ Ἅβρων οὐ
ἀντολίην ὁρόωσαι : μέσσαι δ ' ἔνθα καὶ ἔνθα δύω ἀνέχουσι κολῶναι , ἡ μὲν ὑπαινοτίη , τήν τε κλείουσι
5930334 Γαγγου
τὰς Βιβάσιος καὶ τοῦ Ζαράδρου καὶ τοῦ Διαμούνα καὶ τοῦ Γάγγου ἡ Κυλινδρινή , καὶ ὑπὸ μὲν τοὺς Λαμβάτας καὶ
τε χώραν καὶ Ἀρμενίαν καὶ Γεδρουσίαν , Ἰνδικὴν τὴν ἐντὸς Γάγγου λέγω καὶ τὴν ἐκτὸς τὴν Ἰνδικὴν τούτου τοῦ ποταμίου
5929977 πιεζονται
. οὐ γὰρ μόνον , ὡς οἱ δόξαντες ὑμῖν κακοῦργοι πιέζονται , τραχήλου τε καὶ χειρῶν καὶ ποδῶν , ἀλλὰ
, καὶ ἐκκόπτονται τὰς ἐλπίδας καὶ ἐπιθυμιῶν ἐστέρηνται καὶ νόσοις πιέζονται . Ἐν ταῖς ἑπτὰ οὖν ἡλικίαις ταύταις ἕκαστος ἀστὴρ
5924323 ᾠκεον
πόλις ” μερόπων ἀνθρώπων , ἀλλ ' ἔθ ' ὑπωρείας ᾤκεον πολυπιδάκου „ Ἴδης . „ τοῦ δὲ τρίτου ἐπὶ
” Μέλας , τρίτατος δ ' ἦν ἱππότα Οἰνεύς : ᾤκεον δ ' ἐν „ Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι .
5921474 διηρμενη
τῷ τοιούτῳ λόγῳ , ἐνιαχοῦ μὲν συνεστραμμένη , ἐνιαχοῦ δὲ διηρμένη , ἐν τοῖς μύθοις ἀφελεστέρα . τὸ δὲ σαφὲς
παθημάτων ἡρωϊκοῦ τρόπου τε τῆς τραγῳδίας σεμνοπρεπὴς λέξις τε καὶ διηρμένη . χρῶνται δέκα μέτροις δὲ ταῖς τραγῳδίαις : διπλοῖς
5914196 Ἐλεφηνορος
δὲ οὐ πόρρω κρήνης καλουμένης Οἰνόης . τὸν μὲν δὴ Ἐλεφήνορος τοῦ Εὐβοεῦσιν ἐς Ἴλιον ἡγησαμένου καὶ τὸν Αἴαντός τε
μὴ βούλεσθαι ἄρχεσθαι ὑπὸ Μενεσθέως . ἦσαν δὲ μετὰ τοῦ Ἐλεφήνορος τοῦ Χαλκώδοντος τοῦ Ἄβαντος ἐν Εὐβοίαι . . .
5911015 Κιμμεριοι
κεῖνται κατὰ δὲ τὸν Περιηγητὴν Κιμμέριοι Ταύρου . ἄλλως . Κιμμέριοι ἔθνος τὰς ἐπαύλεις ἔχον περὶ τὸν δυτικὸν Ὠκεανόν ,
ὅμοροι Παφλαγόνων Μαριανδυνοί , ἔνθα πόλις Ἡράκλεια πεπόλισται , ὅπου Κιμμέριοι πόαν φαγόντες ἀκόνιτον ἐδυστύχησαν : ἦν γὰρ αὐτοῖς πάτριον
5908474 θαλαττιοι
κύρτων καὶ ἀγκίστρων καὶ δικτύων τὸν τρόπον τοῦτον . κόλποι θαλάττιοι πολλοὶ τελευτῶσιν ἐς τενάγη τινά , καὶ ἔστι ταῦτα
γενομένους παλιναιρέτους . τί λέγεις σύ ; μάντεις εἰσὶ γὰρ θαλάττιοι ; γαλεοί γε πάντων μάντεων σοφώτατοι . καὶ τὴν
5905591 Ἀρμενιοι
αὐτίκα δεῆσον διώκειν , ἐπειδὰν ὑπαγάγωσι τοὺς πολεμίους ὑποφεύγοντες οἱ Ἀρμένιοι ὥστ ' ἐγγὺς ἡμῖν γενέσθαι . οὕτω δὴ ἡγοῦντο
ἅμα τῇ χώρῃ καὶ τὸ οὔνομα μετέβαλον ἐς Φρύγας . Ἀρμένιοι δὲ κατά περ Φρύγες ἐσεσάχατο , ἐόντες Φρυγῶν ἄποικοι
5904019 στροβιλοι
ἶρις , νέφη , ἀστραπαί , βρονταί , σκηπτοί , στρόβιλοι . ταῦτα γὰρ πάντα καὶ ὁ περὶ τούτων λόγος
. κάλλισται δὲ τούτοις εἰσὶ σταφίδες ἐσθιόμεναι καὶ ἀμύγδαλα καὶ στρόβιλοι μετὰ γλυκέος , εἰ μὴ λίθους ἔχουσιν : ἔθος
5896510 ὀρυκτοι
. Περὶ μὲν οὖν τούτων ἐπισκεπτέον . Οἱ δ ' ὀρυκτοὶ τῶν ἰχθύωνεἰσὶ γὰρ ἐνιαχοῦ καὶ τοιοῦτοι καθάπερ καὶ περὶ
ὄντως ἔφη τοὺς ἐχεοδήκτους ὠφελεῖν περιαπτόμενον . Ἅλες οἵ τε ὀρυκτοὶ καὶ οἱ ἐκ τῆς θαλάσσης δύναμιν ἔχουσι παραπλησίαν ἀλλήλοις
5896243 ἀνεβησαν
δέ , ἑκάστη τὸ ἴδιον χαρισάμεναι , εἰς τὸ Ἑλικῶνα ἀνέβησαν ὄρος . ὁ δὲ Αἴσωπος αὐτὸ τὸ ταχθὲν ὑπὸ
ἀναβῆναι , δηλοῖ τὸ εἰς τὸ Κωρύκιον ἀνενείκαντο , ἤγουν ἀνέβησαν . . . . . ὅτι δὲ καὶ ἀντὶ
5895508 πονεοντες
φύσιος ᾖ . Κόποι αὐτόματοι φράζουσι νούσους . Ὁκόσοι , πονέοντές τι τοῦ σώματος , τὰ πολλὰ τῶν πόνων οὐκ
ἡ γὰρ ὕλη ἔῤῥεψεν εἰς τὸν ἐγκέφαλον : ὁκόσοι γὰρ πονέοντές τι τοῦ σώματος , πολλάκις δὲ ἡ πλευρῖτις οὐ
5893524 Φιλυρες
: μετὰ δὲ τὴν νῆσον καὶ τὴν περαίαν γῆν νέμονται Φίλυρες . περιώσια : πολλά . φησὶ δὲ τοῦτο διὰ
δωδεκάτῃ . τὸ ἐθνικὸν Φιλομηλεύς , ὡς Δορυλαεύς Κοτυαεύς . Φίλυρες , ἔθνος πρὸς τῷ Πόντῳ , ἀπὸ Φιλύρας τῆς
5890015 ἐσσειοντο
χαλκείας κόρυθας κεφαλῇσιν ἔθεντο δεινὸν λαμπομένας , ἐπὶ δὲ λόφοι ἐσσείοντο φοινίκεοι : καὶ τοὶ μὲν ἀμοιβήδην ἐλάασκον , τοὶ
ἀψύχου τοῦ δόρατος τέτακται : ὁμοιώσεως δὲ πάντες δ ' ἐσσείοντο πόδες πολυπιδάκου Ἴδης : καὶ οὔρεος ἐν κορυφῇσι .
5880995 σπουδαιοτατοι
ἀπὸ Θράικης κτλ . . . . ἧσαν δὲ οἱ σπουδαιότατοι Φάντων τε καὶ Ἐχεκράτης καὶ Πολύμναστος καὶ Διοκλῆς Φλιάσιοι
Ἕλλησι καὶ παρ ' αὐτοῖς τοῖς θεοῖς ἀεὶ ἄρχουσιν οἱ σπουδαιότατοι . ἑξῆς δὲ ὅτι καὶ ῥᾴδιον τῷ σοφῷ πολιτεύεσθαι
5880269 Περσικου
, . . . , . Ἀκινάκης : εἶδος ἀκοντίου Περσικοῦ : παρὰ τὴν ἀκήν , ἣ σημαίνει τὴν ὀξύτητα
Περσικά τε καὶ Μηδικὰ εἴρηκε . τὸ δὲ στόμα τοῦ Περσικοῦ κόλπου [ οὐ ] μεῖζον διάρματος ἡμερησίου . Μετὰ
5880167 Ὑρκανιοι
δὲ τοξόται εἰς μυρίους καὶ ἱπποτοξόται εἰς χιλίους : καὶ Ὑρκάνιοι δὲ πεζούς τε ὁπόσους ἐδύναντο προσεξέπεμψαν καὶ ἱππέας ἐξεπλήρωσαν
' ἡμῖν αὐτοῖς παρεσκευασμένα . καὶ ὑμεῖς δέ , ὦ Ὑρκάνιοι , ἔφη , διάγετε αὐτοὺς ἐπὶ τὰς σκηνάς ,
5878832 Χαριμαται
. Παλαίφατος ἐν ζ Τρωικῶν : Κερκεταίων ἔχονται Μόσχοι καὶ Χαριμάται οἳ τοῦ Παρθενίου κρατοῦσιν εἰς τὸν Εὔξεινον πόντον .
καὶ πόλεων ” Κερκετέων δ ' ἄνω οἰκέουσι Μόσχοι καὶ Χαριμάται , κάτω δ ' Ἡνίοχοι , ἄνω δὲ Κοραξοί
5874899 μεζονεϲ
αἴϲθηϲιϲ , ἄλλοτε θάλπεοϲ ὑπερβολή . ὕπνοι ϲμικροί , φανταϲίαι μέζονεϲ , εὖτε ἁθρόον παρελύθηϲαν . ἐπὶ δὲ κυνικῷ ϲπαϲμῷ
ξυνίϲτανται : ἐϲ δὲ πᾶν ὄγκοι ϲμικροὶ ὁκοῖον ἴονθοι καὶ μέζονεϲ : ὑγρὸν δὲ παχύ , λευκόν , χαλαζῶδεϲ :
5872599 Αἰλανιτου
κόλπου καὶ τοῦ μυχοῦ αὐτοῦ , [ τοῦ ] καλουμένου Αἰλανίτου , ἔνθα μάλιστά ἐστιν , ὡς προείρηται , καὶ
τῶν ἀριστερῶν μερῶν ἔχει τὸν τρόπον τοῦτον . Ἀπὸ τοῦ Αἰλανίτου μυχοῦ , ὅθεν τὴν ἀρχὴν ἐποιησάμεθα τοῦ περίπλου [
5869636 μηλοφοροι
ἐσκέπαζον τὸν ἄνω τόπον . καὶ πρῶτοι μὲν Πέρσαι φ μηλοφόροι περὶ αὐτὴν ἐντὸς εἱστήκεσαν πορφυραῖς καὶ μηλίναις ἐσθῆσιν ἐξησκημένοι
Δαρεῖος , οἵ τε συγγενεῖς οἱ βασιλέως ἐτετάχατο καὶ οἱ μηλοφόροι Πέρσαι καὶ Ἰνδοὶ καὶ Κᾶρες οἱ ἀνάσπαστοι καλούμενοι καὶ
5864220 ῥοϊσκοι
ἀνθεῖ γὰρ καὶ βλαστάνει πάντα ἐκ ταύτης : οἱ δὲ ῥοΐσκοι ὕδατος , παρὰ τὴν ῥύσιν λεχθέντες εὐθυβόλως : οἱ
τόπος ἐναργέστατος : ὡς γὰρ ἐν ἐσχάτοις τοῦ ποδήρους οἱ ῥοΐσκοι καὶ τὰ ἄνθινα καὶ οἱ κώδωνές εἰσιν , οὕτως
5863897 ταχειϲ
θερμῆϲ δὲ καὶ ξηρᾶϲ οἱ ϲφυγμοὶ ϲκληροὶ καὶ μεγάλοι καὶ ταχεῖϲ καὶ πυκνοὶ καὶ αἱ ἀναπνοαὶ μεγάλαι τε καὶ ταχεῖαι
ξηρᾶϲ καρδίαϲ ϲημεῖα . Οἱ ϲφυγμοὶ ϲκληροὶ καὶ μεγάλοι καὶ ταχεῖϲ καὶ πυκνοὶ καὶ αἱ ἀναπνοαὶ μεγάλαι τε καὶ ταχεῖαι
5863296 Βασταρναι
, ἀλλὰ τὴν πρὸς βορρᾶν τοῦ Ἴστρου . Οἱ δὲ Βαστάρναι καὶ Γερμανοὶ καὶ οὗτοι πάντες ἐπὶ τὰ ἀριστερὰ κεῖνται
λίμνης , Γερμανοὶ , Σαρμάται , Γέται τε ὁμοῦ καὶ Βαστάρναι καὶ ἡ τῶν Δακῶν πολλὴ καὶ ἀπλήρωτος γῆ ,
5862887 ἀγηνορος
ἔχον τὸ υ , οἷον . . , Βεβρύκων βασιλῆος ἀγήνορος , καὶ συνεσταλμένον , οἷον . . , οὐδ
ἠφάνισται διὰ τοὺς γενομένους πολέμους καθάπερ καὶ ἄλλων ἐθνῶν . ἀγήνορος : αὐθάδους . ἀγήνορα δὲ τὸν ὑπερήφανον . Βιθυνὶς
5862602 ἡμιλλωντο
πραγμάτων , ἀλλὰ πάντες ἐξ ἴσου ταῖς προθυμίαις κατὰ δύναμιν ἡμιλλῶντο , ὡς ὑπὲρ κοινῆς τῆς πατρίδος καὶ κοινῶν τῶν
δὲ νεώτεροι πρὸς τὰς τῶν πρεσβυτέρων ἐμπειρίας τε καὶ δόξας ἡμιλλῶντο . τέλος δὲ φευγόντων καὶ τῶν ἐπιλέκτων , οἱ
5859610 παροικουσιν
κτίζουσιν οἱ σὺν Τημένῳ . Ἔπειτ ' ἀπ ' Αἰτωλῶν παροικοῦσιν Λοκροί , οὓς Ὀζόλας καλοῦς ' , ἀποίκους γενομένους
οὖν παυσαμένης τῆς πλημμυρίδος , παῦλα καὶ τοῦ κινδύνου τοῖς παροικοῦσιν ὑπῆρξε , πλὴν τῶν ἤδη καταποθεισῶν πόλεων . πάλιν
5857311 ἐγεγενηντο
ὑπό τε τῶν συμπλόων καὶ τῶν πολιήτεων ὅσοι ἐν διαλογῇ ἐγεγένηντο αὐτῷ . καὶ τὸ ἐλεγεῖον τόδε ἐπέγραψαν Ἰῆται ὕστερον
γερουσίας τρεῖς ἄνδρες , Εὔοδος καὶ Τρύφων καὶ Ἄνδρων , ἐγεγένηντο ἐξούσιοι , πάνθ ' ὅσα εἶχον ἐν ταῖς οἰκίαις
5855293 ἐκαλεοντο
δὲ καὶ δρέπανα καὶ ἐγχειρίδια : οὗτοι δὲ οἵτινες πρότερον ἐκαλέοντο , ἐν τοῖσι πρώτοισι τῶν λόγων εἴρηται . Ἴωνες
. Ἕως μὲν δὴ αὐτῶν Σαρπηδὼν ἦρχε , οἱ δὲ ἐκαλέοντο τό πέρ τε ἠνείκαντο οὔνομα καὶ νῦν ἔτι καλέονται
5854788 ἀσιτιαι
θυμοὶ καὶ λῦπαι καὶ πόνοι καὶ γυμνάσια καὶ ἀγρυπνίαι καὶ ἀσιτίαι καὶ ἔνδειαι πλείονα τὸν τῆς ξανθῆς χολῆς ἀθροίζουσι χυμόν
τὸν τοιοῦτον ἄγει ἐς ἐμπύησιν . Οἷσιν ἐκ πλευροῦ ἀλγήματος ἀσιτίαι παρακολουθοῦσιν , ὑπό τι καρδιαλγικοὶ , ἱδρώδεες , ἔχοντος
5853209 Ἰχθυος
ἔχων περὶ τὰ ὦτα πτερύγια . οἱ δὲ νυκτικόρακα . Ἰχθύος οὐρανίου θεῖον γένος ἤτορι σεμνῷ Χρῆσε , λαβὼν πηγὴν
ʹ βο θ δʹ τῶν ἐν τῷ στόματι τοῦ ἑπομένου Ἰχθύος β ὁ βορειότερος . . Κριοῦ β βο κα
5853166 εὐαγωγοι
| ἤθη καὶ τοὺς τρόπους αὐτῶν : ὁλκοὶ γὰρ καὶ εὐάγωγοι διάνοιαι παρθένων πρὸς ἀρετήν , εἰς διδασκαλίαν ἑτοιμόταται :
ἀσθενεῖς , οἱ δὲ εὐρύτεροι ἀργοί , οἱ δ ' εὐάγωγοι ἱκανοὶ ἐς πάντα . μηρὸς δὲ εὐπαγὴς καὶ ἐς
5852541 ἀπικνεονται
αὐτίκα πάντα καίονται . ἐς ταύτην τὴν ὁρτὴν πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπικνέονται ἔκ τε Συρίης καὶ τῶν πέριξ χωρέων πασέων ,
αὐτοῦ τε στέφεται καὶ τῶν ἄλλων ὁκόσοι τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἀπικνέονται , ἄρας δὲ ἀπὸ τῆς ἑωυτοῦ ὁδοιπορέει , ὕδασί
5848012 περιπλου
ἐπισήμους εʹ , λιμένας ἐπισήμους γʹ . Οἱ πάντες τοῦ περίπλου παντὸς τῆς νήσου τῆς Ἀλβίωνος οὐ πλεῖον σταδίων ͵͵β
τοῦ πέμπτου στόματος τοῦ Γάγγου ποταμοῦ τοῦ καλουμένου Ἀντιβολὴ τοῦ περίπλου τοῦ μέρους τοῦ Γαγγητικοῦ κόλπου στάδιοι ͵εχξʹ . Οἱ
5847486 πρωνες
. ἐπὶ τῶν ἀνωφελῶν οὖν καὶ εἰκῆ πραττομένων ἐλέγετο . πρῶνες : ὀρῶν ἐξοχαί , βουνοί : ἀπὸ τοῦ προῶσθαι
: ἀμφὶ δ ' ἔστενον πέτραι Λοκρῶν τ ' ὄρειοι πρῶνες Εὐβοίας τ ' ἄκραι . Διὰ δὲ τὴν ἡδονὴν
5842082 λοφοι
κατὰ τὰ Περσικά : ὑπέρκεινται δ ' αὐτῆς δύο λεγόμενοι λόφοι τραχῶνες : ἔπειτα πρὸς τὰ Ἀράβων μέρη καὶ τῶν
ποιοῦσι παρῳδοῦντες . ἀμβλύτερος : Θουκυδίδης . ἄμβωνες : οἱ λόφοι τῶν ὀρῶν καὶ [ ἡ ] ἴτυς πᾶσα καὶ
5839357 προδοθεντες
, αἰσχρῶς ἐκπεσόντες , οὐ κρατηθέντες μόνον , ἀλλὰ καὶ προδοθέντες ὑπ ' ἀλλήλων καὶ πραθέντες : οὐ γὰρ ἀσφαλεῖς
γὰρ εὐθὺς ἐνδίδομεν καὶ ἀντιβῆναι καὶ ἀντισχεῖν οὐ δυνάμεθα , προδοθέντες δ ' ὑπὸ τῶν φίλων αἰσθήσεων ὅλην τὴν ψυχῆς
5836696 ἐπιτεταμενοι
διεκόρευσεν , ἀλλ ' εἴασε παρθένον . οἱ γὰρ ἐνθουσιῶντες ἐπιτεταμένοι εἰσὶ τῇ κινήσει : γαμεῖ βιαίως : ἀντὶ τοῦ
ἀπὸ πλήθους καὶ κραιπάλης . ἔσονται γὰρ πυρετοὶ συνεχεῖς καὶ ἐπιτεταμένοι καὶ ῥοώδεις καὶ χολερικὰ πάθη καὶ κοιλίας ῥύσεις καὶ
5835243 Κασπιοι
βραχυκομεῖν . καὶ ὁ ἀνδρειότατος κριθεὶς γαμεῖ ἣν βούλεται . Κάσπιοι δὲ τοὺς ὑπὲρ ἑβδομήκοντα ἔτη λιμοκτονήσαντες εἰς τὴν ἐρημίαν
δὲ καὶ οὗτοι πάντες ἅρματα . Ὣς δ ' αὕτως Κάσπιοι καὶ Παρικάνιοι ἐσεσάχατο ὁμοίως καὶ ἐν τῷ πεζῷ .
5832065 πολυτροφοι
ὀγδόης καὶ αὐτῆς καὶ τῆς τρεισκαιδεκάτης τῆς Ἀφροδίτης λέγεται , πολύτροφοι τυγχάνουν καὶ πόνοι καὶ ἐπίτροποι γυναικῶν μεγιστάνων , ἀπὸ
, κοῦφοι , ὀλιγότροφοι , οἱ δὲ πελάγιοι δυσφθαρτότεροι , πολύτροφοι , δυσοικονόμητοι . τῶν δὲ κωβιῶν οἱ μικροὶ καὶ
5828438 τρισχιλιοι
κατὰ δύναμιν ἑκάστων . ξύμπαν δὲ τὸ ὁπλιτικὸν τῶν Ἑλλήνων τρισχίλιοι μάλιστα , ἱππῆς δ ' οἱ πάντες ἠκολούθουν Μακεδόνων
Ὠκεανὸς δὲ γαμεῖ Τηθὺν ἑαυτοῦ ἀδελφήν : τῶν δὲ γίνονται τρισχίλιοι ποταμοί : Ἀχελῶιος δὲ αὐτῶν πρεσβύτατος καὶ τετίμηται μάλιστα
5823134 ὀλιγωτερον
τὸ ἐν ἀπείρῳ πλήθει λέγειν πλεῖστα ; ὡς γὰρ τὸ ὀλιγώτερον πρός τί ἐστι καὶ κατὰ τὴν ὡς πρὸς τὸ
καὶ μειδιᾶν . τινὲς δὲ καὶ τοὺς ἀραιοὺς ἔχοντας ὀδόντας ὀλιγώτερον ζῆν τῶν πυκνοὺς ἐχόντων ἐχαρακτήρισαν . Τὸ στόμα τομεῖ
5823033 Γαρουνα
καὶ τῶν προσωρισμένων αὐτοῖς ἐθνῶν τετταρεσκαίδεκα Γαλατικῶν τῶν μεταξὺ τοῦ Γαρούνα κατοικούντων καὶ τοῦ Λίγηρος , ὧν ἔνια ἐπιλαμβάνει καὶ
οὕσπερ κἀκεῖνος , προσέθηκε δὲ τετταρεσκαίδεκα ἔθνη τῶν μεταξὺ τοῦ Γαρούνα καὶ τοῦ Λίγηρος ποταμοῦ νεμομένων : τὴν δὲ λοιπὴν
5821909 Ἀλλοβριγες
τῆς ὀρεινῆς ἀξιολόγους καὶ οὐ χείρους ὧν ἔχουσιν ἐκεῖνοι . Ἀλλόβριγες μὲν οὖν καὶ Λίγυες ὑπὸ τοῖς στρατηγοῖς τάττονται τοῖς
, γράμματα χωρὶς ὀνομάτων γεγραμμένα φέροντα : οἱ δ ' Ἀλλόβριγες ἐνδοιάσαντες ἐκοινώσαντο Φαβίῳ Σάγγᾳ , ὃς ἦν τῶν Ἀλλοβρίγων

Back