ὑπὸ δανείων καταπονούμενος διὰ τὴν ἱπποτροφίαν τοῦ παιδὸς δεῖται αὐτοῦ φοιτήσαντος πρὸς Σωκράτην μαθεῖν τὸν ἥττονα λόγον . μὴ πειθομένου
ὑπὸ δανείων καταπονούμενος διὰ τὴν ἱπποτροφίαν τοῦ παιδὸς δεῖται τούτου φοιτήσαντος εἰς τὸν Σωκράτην μαθεῖν τὸν ἄδικον λόγον , ὅπως
7806103 καταπονουμενος
, ἐκεῖνό ἐστι . Πλάτων ὁ Ἀρίστωνος ὑπὸ πενίας φασὶ καταπονούμενος ἔμελλεν ἐπὶ στρατείαν ἀποδημῆσαι : καταληφθεὶς δὲ ὑπὸ Σωκράτους
ἢ καὶ κακοδαιμονῶν ἢ καὶ μήτε οὗτος μήτε ὁ δηλωτικὸς καταπονούμενος χρηματίζει τῷ τόπῳ τῷ περὶ γονέως ἀλλ ' εἴη
6687882 δανειων
πλοίων τίθενται . πείσματα δὲ καὶ τὰ ἀπόγεια σχοινία πάντα δανείων ἐστὶ σημαντικὰ καὶ ἐργολαβιῶν καὶ συνθηκῶν καὶ κατοχῆς .
τάττειν τὴν ἀξίαν ὧν μεμάθηκεν , οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν δανείων καὶ τῶν ὅλως εἰς ὠφέλειαν τοῦ λαμβάνοντος διδομένων ἔοικεν
6333158 ἱπποτροφιαν
: Βαρκαίοις ὄχοις : Λιβυκοῖς . Οὗτοι γὰρ ἐσπούδαζον περὶ ἱπποτροφίαν . Φασὶ δὲ αὐτοὺς καὶ πρώτους ἅρμα ζεῦξαι διδαχθέντας
πιεζόμενον , ἃ δὴ ἀνηλώκει περὶ τὴν τοῦ παιδὸς Φειδιππίδου ἱπποτροφίαν . οὕτω δὲ τούτων ἐχόντων , μὴ ἔχων ὁ
5631978 ἀμετρου
. καὶ πρόδηλος μὲν αὐτῆς ἡ κατάληψις ἐξ ἀθρόας καὶ ἀμέτρου φορᾶς αἵματος , συνεδρεύει δὲ ταῖς καμνούσαις ἀσθένεια ,
τῷ ὀφθαλμῷ , οἷον ψαμμία τινὰ ἐγίγνετο , ὑπὸ τῆϲ ἀμέτρου θερμότητοϲ φρυττόμενον : καὶ ὠῷ αὖθιϲ βουληθέντεϲ παρηγορῆϲαι καὶ
5530694 ἑκουσιου
ἐχρῆν καθαροὺς καὶ ἐκ καθαρῶν , μηδενὸς ἄγους προσαψαμένους , ἑκουσίου μὲν ἄπαγε , ἀλλὰ μηδ ' ἀκουσίου χειροτονεῖσθαι :
προσφέροντος τὸ φάρμακον , ἀλλ ' αὐτόθεν ἐξ αὐτοφυοῦς καὶ ἑκουσίου μοχθηρίας : αὐτῶν γὰρ σφετέρῃσιν ἀτασθαλίῃσιν ὄλοντο . Τοῦτον
5512106 Στρεψιαδης
. , ἀδικώτατα , κάκιστα ψεύσματα . βουλήσεται ] ὁ Στρεψιάδης . φέρειν ] ὑπομένειν οἷός τ ' ] δυνατός
' ἐκείνου λέγειν διὰ τὸ μέγαν νομίζεσθαι αὐτόν . ὁ Στρεψιάδης ἄρχεται τοῦ μανθάνειν [ : μὴ μανθάνων δ '
5385679 ἐνοχλουμενος
ἔνθα χειροτονήσειν ἔμελλον , καὶ τὰ μέσα τῆς ἐκκλησίας . ἐνοχλούμενος δ ' ὑπὸ τῶν δημάρχων καὶ τῶν πλουσίων ,
καὶ Ἀριοβαρζάνης , εἴθ ' ἑκών , εἴτε πρὸς τινῶν ἐνοχλούμενος , οὐκ ἀπολαμβάνειν Καππαδοκίαν , ἀλλὰ τὸ πλέον αὐτῆς
5374586 ἐπηρτημενον
βαλομένη . τὴν δὲ Δανάην φασίν , ὡς ᾔσθετο τὸν ἐπηρτημένον αὐτῇ κίνδυνον , ἀνακρινομένην ὑπὸ τῆς Λαοδίκης οὐδ '
καὶ τὰ οὖρα φαίνοιτο προβαίνοντα , προλέγειν μὲν προσήκει τὸν ἐπηρτημένον κίνδυνον , μετ ' εὐλαβείας δὲ προσίεσθαι τῷ κάμνοντι
5317429 συγγενους
ἤτοι γε ἐκ ταὐτοῦ καὶ ἑνὸς εἶναι γένους παντάπασιν ἢ συγγενοῦς τε καὶ μὴ πόρρω διεστηκότος , ὥσπερ ἔφαμεν ἔχειν
. . , . τὸν δίκαιον περὶ πλείονος ποιεῖσθαι τοῦ συγγενοῦς . . . , . τοὺς βουλομένους ἀθανάτους εἶναι
5300468 προσταξεως
τοῦ * * * προκόπτοντος μετριοπάθειαν τῷ τὸν μὲν ἄνευ προστάξεως παραιτεῖσθαι ὅλην τὴν γαστρὸς ἡδονήν , τὸν δὲ προκόπτοντα
θαυμάσαι μὲν οὖν εἰκότως ἄν τις καὶ τὸ ῥητὸν τῆς προστάξεως . πῶς γὰρ οὐ σεμνὸν νήφοντας καὶ ἐν ἑαυτοῖς
5275978 μεταμελειας
καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας καὶ στυγνότητος καὶ μεταμελείας καὶ συγχύσεως καὶ βίας καὶ ἐκεχειρίας τῶν ὠφελίμων πράξεων
, οἷον ἀνεμοφόρητα : οὕτως Ἀπίων . οἱ δὲ τὰ μεταμελείας ἄξια . μηκάδες Λ . . . . μ
5261751 ἀσυμφορου
ἄδοξον , μέρη τοῦ συμφέροντος , εἰ δὲ βούλει τοῦ ἀσυμφόρου : καίτοι τί γένοιτ ' ἂν νεώτερον ἢ Μακεδὼν
δὲ ὠφελίμου , ἀπὸ τοῦ τοῖς ἐχθροῖς ἡδέος ἡμῖν δὲ ἀσυμφόρου , ἀπὸ τοῦ σφόδρα δεῖν ἐκείνων ἀντέχεσθαι ὑπὲρ ὧν
5220258 παρατυχοντος
κατέσχεν ὑπὸ σκότου τὸν φθόνον : ὡς δὲ πάλιν λέοντος παρατυχόντος ὁ μὲν αὖ ἥμαρτεν , οὐδὲν οἶμαι θαυμαστὸν παθών
, Νεάπολις , Ἐπιπολαὶ , Τύχη . οὐκ ἐκ τοῦ παρατυχόντος οὖν μεγαλοπόλεις εἴρηκε τὰς Συρακούσας . . . ἄλλως
5216436 Νικοδημου
μεθεστηκότων ταχθεὶς ἐπὶ τὴν πρεσβείαν ἕτερά τε δῶρα παρὰ τοῦ Νικοδήμου καὶ κύλικα θηρικλείαν λαβὼν ἐπανῆκεν . . , :
Προσεποιήσατο : ἀντὶ τοῦ ἀντεποιήσατο : Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Νικοδήμου ” οὐδεὶς πώποτε προσεποιήσατο οὐδ ' ἠμφισβήτησε τῆς “
5209197 αἰσχρου
πολιτῶν ὀνείδους . εἰ δὲ καὶ ὁ ἀνδρεῖος δι ' αἰσχροῦ φυγήν , ἀλλ ' οὐ καὶ ὀνείδους , ἀλλ
, βίος τερπνότατος . ὁ γὰρ τὸ ἡδὺ μετὰ τοῦ αἰσχροῦ ἑλόμενος εἰ καὶ πρὸς ὀλίγον δελεασθείη τῷ ἥδοντι ,
5180218 παροιχομενου
, ἃ ὑπέσχου συμβουλεύειν . Τοὺς μὲν οὖν ἐκ τοῦ παροιχομένου χρόνου διαβεβλημένους τοῦτον τὸν τρόπον ἐν ταῖς δημηγορίαις τὰς
αἱ διαβολαὶ γίνονται ἢ ἐκ τοῦ παρόντος ἢ ἐκ τοῦ παροιχομένου χρόνου . ἐκ μὲν οὖν τοῦ παροιχομένου χρόνου ἐάν
5148860 γνωριμου
ἀμέτοχος αὐτὸς ᾖ κακίας . ἀπεπειρᾶτο δ ' ὡς ὑφηγητὴς γνωρίμου τὴν ἐνδιάθετον ἕξιν ἀνακινῶν καὶ πρὸς ἐπίδειξιν τῶν οἰκείων
, ταῦτα καὶ τὸ ὄνομα σημαίνει τὰ μεθ ' οὑτινοσοῦν γνωρίμου πρασσόμενα κατ ' ὄναρ . ὅσα δὲ πρὸς λιμένας
5104145 κατακτεινειν
ὡς οὐ δίκην δώσουσα τῶν εἰργασμένων . ἀπεννέπω σε μὴ κατακτείνειν ἐμὲ ὑπέρ τ ' ἐμαυτῆς τοῦ θεοῦ θ '
ἑτέρους ἐν δυώδεκα τόποις ἐμπιπράναι τὴν πόλιν καὶ διαρπάζειν καὶ κατακτείνειν τοὺς ἀρίστους . Ὧδε μὲν Λέντλῳ καὶ Κεθήγῳ καὶ
5097853 θρισσης
δ ' ἐν τῷ περὶ ἰχθύων καὶ τῆς ποταμίας μέμνηται θρίσσης καὶ τὴν τριχίδα τριχίαν ὀνομάζει . Νικοχάρης Λημνίαις :
φησὶν ὁ Ἀριστόβουλος εἰς μὲν τὸν Νεῖλον ἀνατρέχειν μηδὲν ἔξω θρίσσης καὶ κεστρέως καὶ δελφῖνος διὰ τοὺς κροκοδείλους , ἐν
5097346 πραχθεντος
ὡς ἀδίκημα προβαλλομένην ὑπὸ τοῦ κατηγόρου , τῷ ἀνευθύνῳ τοῦ πραχθέντος διϊσχυρίζεται καὶ τὴν ἐξουσίαν προβάλλεται : ἐν δὲ τῇ
μᾶλλον ἢ τὰ τῶν Ἑλλήνων πολεμεῖν . ἐκ γὰρ τοῦ πραχθέντος ὑπὸ τοῦ Ἀγησιλάου , ἔμελλε δὲ τὸ διαβῆναι αὐτὸν
5096923 φειδωλιας
εἰς ὀλιγαρχικὸν μεταβάλλει . γλίσχρως . πάνυ ῥυπαρῶς καὶ μετὰ φειδωλίας . ἆρ ' οὐκ οἴει . . . εἰς
. . . . ὦ τρὶς κακοδαίμων , ὅστις ἐκ φειδωλίας κατέθετο μῖσος διπλάσιον τῆς οὐσίας . οὐ γὰρ τὸ
5086599 μισουμενους
τοὺς ἔν τινι τούτων ὑπάρχοντας δικαίως τυγχάνοντας , οὐ μὴν μισουμένους γε οὐδὲ κοινοὺς ἅπασι δοκοῦντας ἐχθρούς . ἡ πλεονεξία
ἐν ταῖς ἀτυχίαις ἐκραγῇ , ταῖς ὀργαῖς ἀποθηριοῦται πρὸς τοὺς μισουμένους . διὰ δὲ τῆς τοῦ κωνείου πόσεως κατὰ τὸ
5065868 καταδικης
ὡς ἄτοπον καὶ μεταποιεῖται τοῦ πένητος : ἢ γὰρ ἐκ καταδίκης ὑπήκουσε , καὶ τὸ δουλεύειν αὐτῷ πονηρίας γέγονε τίμημα
: εἰ δὲ φωραθέντες ἔτυχον , τῷ Ἀπόλλωνι [ ἐκ καταδίκης ] ἐν Δελφοῖς ἔπεμπον χρυσῆν εἰκόνα , ἐπὶ καταδίκῃ
5065612 ὑφορασεως
μητρὸς ἀδελφή , ὡς Ἀριστοτέλης . ἀρχὴ τοῦ υ ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια
, βασιλεῖς δὲ οἱ πατροπαράδοτον τὴν βασιλείαν ἔχοντες . ὑποψία ὑφοράσεως διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια
5064002 φοβηθεντα
ληψομένου , ὥστε μ ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , φοβηθέντα τὸν ὑμέτερον θόρυβον θοἰμάτιον προέσθαι καὶ μικροῦ γυμνὸν ἐν
δι ' ἐκείνου ποιήσαιτο τὴν ἀνάβασιν : τὸν δὲ Φαρνάβαζον φοβηθέντα μὴ περὶ τούτων ἀκούσῃ τὴν ἀλήθειαν ὁ βασιλεύς ,
5056909 ἐπιτηδευματος
. Ἄριστα εἶπες , ὦ ξένε . Τούτου δὴ τοῦ ἐπιτηδεύματος ἔσθ ' ὅστις λόγος ἐπιχειρήσει πείθειν ἡμᾶς ὡς χρὴ
δὲ ταῖς πράξεσι τὸ τέλειον ἐπιγίνεται καὶ οἱονεὶ βεβαίωσις τοῦ ἐπιτηδεύματος : συντρέχουσι δὲ ταῦτα ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον :
5027828 μαθηματος
κατὰ τὴν οὐσίαν τυγχάνεις ὢν διαγνῶναι ποθῶν οὐδένα τούτου τοῦ μαθήματος ὑφηγητὴν ἐν οὐδενὶ τῶν τοῦ παντὸς μερῶν ἀνευρίσκω .
πρὸς καιρὸν μανθάνεται , πρὶν ἐντὸς τῆς ψυχῆς ἑκάστῳ που μαθήματος ἐπιστήμην γεγονέναι . οὕτω δὴ πάντα τὰ περὶ ταῦτα
5025864 ἀπαγορευει
, ἀπεχόμενοι ὧν καὶ ὁ Θεὸς διὰ τῶν ἐντολῶν μισῶν ἀπαγορεύει , ἀπεῖργον τὸ κακὸν τοῦ ἀγαθοῦ . Ὁρᾶτε οὖν
τά γε δίκαια ὦ βέλτιστε : τὰ δὲ μὴ τοὐναντίον ἀπαγορεύει μὴ κύρια εἶναι . ἐξ αὐτῶν δέ σοι τῶν
5018247 πορφυρου
δὲ μοῖραν ἔχειν τοῦ μέλανος : τὸ δὲ πράσινον ἐκ πορφυροῦ καὶ τῆς ἰσάτιδος , ἢ ἐκ χλωροῦ καὶ πορφυροειδοῦς
, ὧν ἕν περ καὶ τὸ ἐκ τοῦ ὄφεως τοῦ πορφυροῦ γινόμενον εἴη ἄν . ἔστι δ ' ἄρα οὗτος
5012609 διεντερευματος
κάτω δὲ στενή : διὸ καὶ ὀξὺ ᾄδει . τοῦ διεντερεύματος ] ⌈ ἕνεκα τῆς περὶ τοῦ ἐντέρου λεπτολογίας καὶ
καὶ πρὸς τὸ ἄκρον κοίλη , ἡ σάλπιγξ . τοῦ διεντερεύματος : τοῦ † ἐρωτήματος † τοῦ διὰ τοῦ ἐντέρου
4997148 ἀδοκητου
οἱ μετ ' αὐτοῦ ἐβοήθουν ἐκ τῶν προτειχισμάτων , καὶ ἀδοκήτου τοῦ τολμήματος σφίσιν ἐν νυκτὶ γενομένου προσέβαλόν τε τοῖς
κοινῶν πραγμάτων , τὸ Ϛʹ περὶ ἐπιταγῆς καὶ κρατήσεως καὶ ἀδοκήτου βίας , τὸ ζʹ περί τινος ἐπὶ ξένης γεγονότος
4994060 προσηκοντος
φαίνοιτο , σκοπεῖσθαι χρὴ καὶ ἀναμιμνῄσκεσθαι , πότερα πλείω τοῦ προσήκοντος ἐπόνησεν ἢ ὀξυτέραις ἐχρήσατο ταῖς κινήσεσιν ἢ περὶ τὴν
ἐν τάξεσιν ὑπὸ πρεσβυτέροις νέοι καθέζονται , μετὰ κόσμου τοῦ προσήκοντος ἔχοντες ἀκροατικῶς . εἶθ ' εἷς μέν τις τὰς
4992357 γεγεννηται
ἐν εὐθείαις ὁδοῖς : Ἀριστόνικος : χρὴ καθ ' ἣν γεγέννηταί τις φύσιν , ταύτῃ ἀκολουθεῖν καὶ μὴ βιάζεσθαι αὐτὴν
ἐν εὐθείαις ὁδοῖς : Ἀριστόνικος : χρὴ καθ ' ἣν γεγέννηταί τις φύσιν , ταύτῃ ἀκολουθεῖν καὶ μὴ βιάζεσθαι αὐτὴν
4980233 πλουτησαι
, τοῦ τὸν δεσπότην ἑαυτοῦ κτείναντος , ἐξ ὧν οὕτω πλουτῆσαι αὐτῷ συνέβη , καίπερ τοῖς τῆς φύσεως νόμοις ἐνυβρικότι
πένης τὸν πλούσιον ἐκ τῶν ἔργων πλουτήσαντα σπεύδει καὶ αὐτὸς πλουτῆσαι . εἰς ἕτερον γάρ τίς τε ἰδών : εἰς
4979458 συλλογης
κατ ' ἀξίαν ἀπονέμων . Ἔθος δὲ νόμιμον ἔγγραφον ἐκ συλλογῆς συνιστάμενον παραδειγμάτων , ὡς τὸ τεττιγοφορεῖν Ἀθηναίοις . Περὶ
τε Ἀθηναίων καὶ Ἰώνων , τὸν δὲ ἡγεμόνα γενέσθαι τῆς συλλογῆς ὥστε ταῦτα συνυφανθῆναι τὸν Μιλήσιον Ἀρισταγόρην , πρῶτα μὲν
4973730 ἀνοσιου
πολλῆς τε μωρίας ἔφη καὶ θεοβλαβείας εἶναι παρὰ πονηροῦ καὶ ἀνοσίου τρόπου χρηστόν τι καὶ φιλάνθρωπον ἐλπίζειν καὶ νομίζειν ,
εἶπας , εἴπερ εὐτυχήσομεν , κάλλισθ ' , ἑλόντες σκύμνον ἀνοσίου πατρός . καὶ δὴ πέλας νιν δωμάτων εἶναι δοκῶ
4972154 συκοφαντου
ἐπηρεάζων , πρὶν τὸν μὲν ἔργον μανίας , τὸν δὲ συκοφάντου εἰργάσατο . εἶδον δὲ ἐγὼ καὶ ἐν Ὁμήρου πεδίοις
δὲ χρηστῶν ἐχθρὸς ἐκ φύσεως καὶ γένους : πλὴν εἰ συκοφάντου τις καὶ πονηροῦ σπέρμα καὶ ῥίζαν , ὡσπερανεὶ γεωργός
4963240 σκωπτομενος
τε ξυνιέναι ὀξύτερος ᾖ καὶ ἀμείνων μνημονεύς . Ὁ αὐτὸς σκωπτόμενος ὑπό τινος ὅτι διὰ σμικρολογίας τοῦτο ποιεῖ εἶπεν :
νόμοις τῆς πατρίδος . Βίας ἔν τινι πότῳ σιωπῶν καὶ σκωπτόμενος εἰς ἀβελτερίαν ὑπό τινος ἀδολέσχου : Καί τίς ἂν
4949359 αἱρουμενος
διὰ τούτου τοὺς πλεονέκτας ἐμφαίνει . ὁ γὰρ μήτε ἔλασσον αἱρούμενος μήτε τὸ ἴσον φαίνεται πλείονος ὀρεγόμενος . οὔτε μεῖον
πόλιν ; τίς τὴν ἀπάτην διήλεγξεν ; τίς ὁ πρεσβεύειν αἱρούμενος καὶ τοῦτο πάλιν παραγραφόμενος ὅρκου προσχήματι ; ὁ ταύτην
4935013 ἀπαγορευειν
καὶ οὐ τὴν ῥώμην , μετὰ τοῦ μὴ παρασκευάζειν αὐτοὺς ἀπαγορεύειν πρὸς τὰς πράξεις ἐκ τῆς ὑπερβολῆς τῶν φόβων ,
. ἀπαγορεύειν : ἡ ἀπὸ , χωρίζεσθαι : τὸ γὰρ ἀπαγορεύειν ἐκτὸς γίνεται τοῦ λέγειν . ἀπὸ τοῦ ἀγορῶ .
4929002 δυσωπειν
καὶ ὅλα τὰ σώματα . ταῦτα δὲ καὶ δίχα λόγου δυσωπεῖν ἱκανὴ καθέστηκεν ἡ ἀπὸ τῶν φαινομένων μαρτύρησις : ἐν
' ἣν αἰτίαν καὶ οἱ δογματικοὶ φιλόσοφοι οὐκ ἄλλοθεν εἰώθασι δυσωπεῖν τοὺς ἀπορητικοὺς ἢ ἀπὸ ταύτης . πῶς γάρ ,
4920762 διαβολων
ἀδικῶν οὐδέν , ἐλεύθεροι δὲ κινδύνων οὐδ ' οἱ τῶν διαβολῶν ἀκροασόμενοι δοκοῦσιν , εἰ πρῶτον μὲν ἁλώσονται ψευδολογίαν τιμῶντες
ὑμᾶς δ ' οἶμαι δεῖν οὐκ ἐκ τῶν τοῦ κατηγόρου διαβολῶν περὶ ἐμοῦ δικάζειν , ἀλλ ' ἐξ ἅπαντος τοῦ
4920193 κωλυομενους
ἐπὶ τοῖσδε , τοὺς μὲν ὑπάτους τὰ πάτρια διοικεῖν μὴ κωλυομένους ὑπὸ τῶν τριῶν ἀνδρῶν , μηδενὶ δὲ γῆν ὑπὲρ
καταφερομένων ὑδάτων καὶ τῇ βίᾳ τῆς χαλάζης βαρυνομένους τε καὶ κωλυομένους . πολλὰ δὲ καὶ τῶν ἑπομένων παιδαρίων ἐκινδύνευσε παρασυρῆναί
4917685 διεφθορυιας
αὐτῷ τῷ βαλανείῳ θερμὸν ὕδωρ οὖν ἀπεμέσειεν τοὺς ἐκ τῆς διεφθορυίας τροφῆς ἠθροισμένους χυμούς . μαλάσσει δὲ θερμὸν λουτρὸν καὶ
λέγοντος καὶ ἄρτι ἀναμιμνήσκομαι . ταῦτα ἐκ τῶν Διδύμου περὶ διεφθορυίας λέξεως . . ἀπηρτισμένως , τελείως . Θ .
4913107 Πασιου
⌈ τοῦ [ τὸ ] δανείσασθαί με τὰ ἀπὸ τοῦ Πασίου , ὑπὸ τοῦ Πασίου , μετὰ τί χρέος τοῦ
ἔχει τὴν δύναμιν : ἡ γὰρ τοῦ Στρεψιάδου φυγὴ κατὰ Πασίου ἔμελλεν ἔσεσθαι . καταπροΐξει ] καταπροΐξῃ . καταπροΐξειῃ ]
4912397 ἀποτευξεται
τὸν ἰδόντα τὸν ὄνειρον , κατὰ τοῦτο τῆς ἱστορίας οὐκ ἀποτεύξεται . μέμνησο δὲ ὅτι τῶν ἱστοριῶν μόναις σοι προσεκτέον
χαριεστέρων , ὁ δ ' ἀμφότερα τἀκροατήρια πείθειν ζητῶν ἧττον ἀποτεύξεται τοῦ τέλους . ἔστι δὲ οὗτος ὁ μεμιγμένος ἐξ
4907953 διδασκομενους
. ἐκ δὲ τούτου κατ ' ὀλίγον ὑπὸ τῆς πείρας διδασκομένους εἴς τε τὰ σπήλαια καταφεύγειν ἐν τῶι χειμῶνι καὶ
λοχαγούς . καὶ ἡ βουλὴ συνίει μὲν αὐτοὺς ἐς ταῦτα διδασκομένους , ἀποκρινεῖσθαι δὲ αὐτοῖς ἔφη δι ' ἑτέρων πρέσβεων
4903274 συμπεφορημενος
? δόγμα , κἂν πρότερος ἐπιπεσὼν ? αὐτῶι τύχηι . συμπεφορημένος γάρ ἐστιν [ ] οὐχ ὃς ἂν ? τὸ
, ἀλλὰ πολυειδής ἐστι καὶ τῷ πλήθει φίλος . Εἰκῇ συμπεφορημένος : ἄπειρος καὶ ἀόριστος καὶ φερόμενος ὅπου ἂν τύχῃ
4886303 κολαζοντος
ἔφη , τὴν πατρίδα πολίτου καὶ τοὺς κακῶς αὐτῇ βουλομένους κολάζοντος , ἐάν τε ἀλλότριοι τύχωσιν αὐτῆς ὄντες , ἐάν
τῆς νομοθεσίας οὔσης , καὶ τοῦ φόβου τοὺς νεωτέρους νομοθέτας κολάζοντος , οὐδεὶς ἐτόλμα περὶ νόμων διορθώσεως φωνὴν προΐεσθαι :
4883654 ἐνδεξεται
σὺν ποσῷ πλάτει στερήσει τοῦ πλάτους λαβεῖν μῆκος ἀπλατές , ἐνδέξεταί ποτε κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον καὶ σάρκα σὺν τρωτῷ
σὺν ποσῷ πλάτει στερήσει τοῦ πλάτους λαβεῖν μῆκος ἀπλατές , ἐνδέξεταί ποτε κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον καὶ σάρκα σὺν τρωτῷ
4879363 Ἀντιγενη
τὸ μῆκος στρατιωτῶν οὐκ ὀλίγων οἱ περὶ τὸν Εὐμενῆ καὶ Ἀντιγένη ἠξίωσαν τὸν Πευκέστην ἐκ τῆς Περσίδος μεταπέμψασθαι τοξότας μυρίους
κατεκρήμνισαν αἰκισάμεναι . καὶ αὐτὸς δὲ τοὺς ἰδίους ἀνεῖλε κυρίους Ἀντιγένη καὶ Πύθωνα . περιθέμενος δὲ διάδημα καὶ πάντα τὰ
4873115 δεκασμου
δίκας προυτίθει τῶν τε ἄλλων ἁμαρτημάτων καὶ μάλιστα δωροδοκίας καὶ δεκασμοῦ , νόμῳ τε ὥριζεν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ τὸ πρῶτον
ἀθρόων καὶ παραινούντων φυλάσσεσθαι τὸν Πομπήιον ὡς τὸν νόμον τοῦ δεκασμοῦ μάλιστα θέμενον ἐπ ' ἐκείνῳ , τούσδε μὲν ὁ
4855854 Ἡλιοδωρου
εἰ τυγχάνοιμι χρώμενος αὐτοῖς . ἥκει δέ μοι καὶ παρὰ Ἡλιοδώρου τοῦ τῆς Αἰγύπτου ὑπάρχου γενομένου γράμματα ἅμα τοῖς βασιλικοῖς
' ἃ κορωνὶς τοῦ δράματος . # κεκώλισται πρὸς τὰ Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται ἐκ Φαείνου καὶ Συμμάχου . Δύο εἰσὶν
4853206 ἀδικωτερα
τὸν ἕτερον ἤγουν τὸν ἥττονα καὶ ἄδικον λέγοντα εἰς τὰ ἀδικώτερα νικᾶν . λέγοντά ] δημηγοροῦντα τοῦτόν τινα , τινά
κατὰ τὸ τῆς χώρας ἐπίπεδον μεταπορεύεται , πλείω δὲ καὶ ἀδικώτερα μεταπεσόντα , εἰς βάθος τά τε κάτω λεγόμενα τῶν
4850415 ἐπαινεισθαι
ἑτέρου : κρεῖττον γὰρ παρὰ πολὺ διαβάλλεσθαι πρὸς ὑμῶν ἢ ἐπαινεῖσθαι . ὅμως μέντοι δέδοικα τοῦτο , μή με ὁ
ὅτι τῆς ἡλικίας τῆς τοιαύτης εὐδιαβόλως ἐχούσης , σοὶ μᾶλλον ἐπαινεῖσθαι συμβέβηκεν . οὐ γὰρ μόνον οὐδὲν ἐξαμαρτάνειν , ἀλλὰ
4845024 κακοδοξιας
ἵνα παύσῃ μηδὲ σὺ τῆς ἐπὶ τῷ μιαρῷ τοῦ τρόπου κακοδοξίας , τὸ μὲν γὰρ ἐμὸν μιᾶς ἔργον ἡδονῆς ,
: ξὺν φθόνῳ σφάλλειν : βέλτιον μὴ ἔχειν νίκην μετὰ κακοδοξίας , ἀντὶ τοῦ : βέλτιον δικαίως ἡττᾶσθαι ἤπερ θαρροῦντα
4841019 στρεβλουμενος
κατάσκοπον ἥκειν παρὰ Ἀλεξάνδρου ἠνάγκασε συλληφθῆναι , καὶ βασανιζόμενος καὶ στρεβλούμενος περὶ τοῦ πράγματος ἐκεῖνος ἐτελεύτησε . . τὰ ἀγοράσματα
τό γε συμφέρον καὶ οὗτος ἠπίστατο , ὅτι τότε παύσοιτο στρεβλούμενος , ὁπότε εἴποι τὰ τούτοις δοκοῦντα . Ποτέρῳ οὖν
4829619 κοπου
μακρὰν καὶ ἐρήμην ὁδὸν βαδίζοντα εἴς τι πανδοχεῖον , ὑπὸ κόπου δὲ καὶ ἄλλης παντοδαπῆς αἰτίας εἰς νόσον μακράν τε
ὅτι γυμνοὶ μᾶλλον ἂν τιτρώσκοιντο : οὕτω μᾶλλον ἡττῶνται τοῦ κόπου ἢ τῶν τραυμάτων . Τοιγάρτοι , εἶπεν , ἀφ
4827775 βλαπτομενων
συμπιπτόντων ὡς ἐπὶ τῶν ἔμφραξιν ὑπομεινάντων καὶ ὑπὸ παχέων χυμῶν βλαπτομένων τὸ κενταύριόν ἐστιν ὠφελιμώτατον : καὶ γὰρ τοῖς ἀνωτερικοῖς
ὑπὸ τῶν καλῳδίων ἐφέλκοιτο ὀπίσω : κοπῆναί τε ὑπὸ τῶν βλαπτομένων οὐκ ἦν εὔπορος διὰ σίδηρον τὸν περιέχοντα , καὶ
4822786 Καλλικλεους
οὑτοσί ; ἐν αὐτῷ Γοργίᾳ τούτῳ ἐν τοῖς Σωκράτους καὶ Καλλικλέους λόγοις . ἐλθὼν γὰρ ἐπ ' αὐτὸ τὸ λῦον
ἐῶσιν οἱ νόμοι . ἀκούσας δ ' ἐγὼ ταῦτα τοῦ Καλλικλέους προσέρχομαι τῷ Καλλίππῳ , καὶ ἐρωτῶ αὐτὸν ὅποι τε
4821782 βλαπτων
Ἀμυνόμενος : μαχόμενος , βοηθούμενος παρά τινος , ὑπερπολεμῶν , βλάπτων : ἀμύνω δοτικῇ τὸ βοηθῶ , ἀμύνομαι αἰτιατικῇ παθητικῶς
τοῦ ἔτους , καὶ κατὰ πῆξιν ὁ κακοποιὸς ἐκεῖνος τύχῃ βλάπτων τὸν ἐπιμερίζοντα ἢ τὸ ζῴδιον τοῦ ἔτους ἢ τὸν
4820157 παραινεσεως
εὐτυχῶν ἔσο περιχαρὴς μήτε πράττων ἑτέρως περίλυπος ; ἢ τῆς παραινέσεως τὸ μὲν ὑμῖν εὖ ἔχειν δοκεῖ , μετριάζετε γὰρ
δὲ αὐτὸν καὶ αἶνον ἐκάλεσαν ἀπὸ τῆς δι ' αὐτοῦ παραινέσεως . Τῶν δὲ μύθων οἳ μὲν ὀνομαζέσθωσαν Αἰσώπειοι ,
4802962 ἀπολυθεις
γέρων Ἀθήνησιν ὑπό γε τοῦ δεσπότου τοῦ ἰδίου τῶν ἔργων ἀπολυθείς , ὡς Ἀριστοτέλης λέγει , τοῦ μὲν φιλοπόνου καὶ
γὰρ προοίμιον δείπνου χαριέντως ταῦτα πεπρυτανευμένου . τούτων δ ' ἀπολυθείς , κειμένων ἰχθυδίων μικρῶν , τρεμόντων τῷ δέει τί
4798667 χλευης
δεσπότην ὅλον ἥρπακας | εὐφυῶς διακείμενον πρὸς ἀκρόασιν τῶν μετὰ χλεύης ἐγκλημάτων : ἀναπέπταται γὰρ αὐτοῦ , ὡς οἶδας ,
τῆς πρὸς Ἀλέξανδρον συναφείας . ἔσθ ' ὅπου δὲ καὶ χλεύης εἴδομεν ἀξίας εἰκόνας , ἐν γραφαῖς ἑνὸς σώματος ὑπὸ
4791987 ἀκουσιου
τὸ τιθέναι αὐτὰ ἀκούσια . . Τῷ περὶ ἑκουσίου καὶ ἀκουσίου λόγῳ ἕπεται ὁ περὶ προαιρέσεως : εἶδος γάρ τι
ὃν στεφανοῦν ἐχρῆν , εἰ καὶ προνοήσας ἀπέκτεινε , τοῦτον ἀκουσίου φόνου μέν , ὑπὲρ αὐτῶν δ ' εἰργασμένου μὴ
4790196 ἐπισφαλεστερον
φυσικῆς ἰδιοτροπίας τύχωσιν ὄντες ὑπὸ μηδενὸς καθυπερτερηθέντες τῶν κακῶσαι καὶ ἐπισφαλέστερον ποιῆσαι τὸ τέλος δυναμένων , βιαίοις δὲ καὶ ἐπισήμοις
Καρὶ . . . ὁ κίνδυνος . παροιμία ἐπὶ τῶν ἐπισφαλέστερον καὶ ἐν ἀλλοτρίοις κινδυνευόντων : Κᾶρες γὰρ δοκοῦσι πρῶτοι
4789786 φαυλου
ὑβρίζειν ἐπαιρομένων . Κοσκίνου γῆρας : ἐπὶ τοῦ ἀχρήστου καὶ φαύλου . Κορίνθιον κακόν : ἴσως διὰ τὰς ἑταίρας .
. κἂν γὰρ δέῃ παθεῖν , κρεῖττον ἀπὸ ἀγαθοῦ ἢ φαύλου πάσχειν . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ
4788794 βοηθουμενος
καὶ ὑπὸ ἐπιβουλῆς ἀνθρώπων ἢ θηρίων οὐ δύναται κυριευθῆναι , βοηθούμενος ὑπὸ τῆς τοῦ Κυρίου ἀγάπης , ἧς ἔχει πρὸς
παρακοπὴν τοῖς μεθύουσιν ὁμοίαν ἐπιφέρει : ἔστι δὲ εὐίατος , βοηθούμενος μελικράτῳ πολλῷ ποτιζομένῳ , καὶ γάλακτι μάλιστα ὀνείῳ :
4776930 Καλανου
τοῦ διδόντος ὁ μὴ λαβών . Ἄξιον δὲ καὶ τὸ Καλανοῦ τοῦ Ἰνδοῦ τέλος ἐπαινέσαι : ἄλλος δ ' ἂν
τοῖς Ἰνδοῖς καί τι ἐπιχώριον αὐτῶν ἀγώνισμα ἐς τιμὴν τοῦ Καλανοῦ συγκατηρίθμησε τοῖς ἄθλοις τοῖς προειρημένοις . οἰνοποσίας γοῦν ἀγωνίαν
4773690 νηφοντι
ῥᾷστα κρατήσετε ὀλίγων τε ὄντων καὶ μηδὲ ὑπὸ γενναίῳ καὶ νήφοντι ἀνδρὶ στρατηγουμένων ; τίς γὰρ αὐτοῦ τὸ ἁβροδίαιτον οὐκ
, τὸ πρόσαντες καὶ ἀντιβαῖνον λέλυται , νηστείᾳ τε καὶ νήφοντι λογισμῷ τὸ τεθηλὸς ἐν ἥπατι πνεῦμα ὑπομαράναντι μὴ εἰρημένῳ
4773373 ἐμφανους
ἄλλῳ τινὶ ἡγεῖται περὶ τοῦ μέλλοντος δυνατὸν εἶναι καὶ μὴ ἐμφανοῦς φράσαι , διαφέρει δ ' αὐτῷ , εἰ βουλόμενός
τὸ πλῆθος τῶν καλαμηφόρων : τό τε γὰρ ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς ἐπιχειρῆσαι σφαλερὸν ἐδόκει εἶναι , μὴ εἰς τὰ ὅπλα
4766809 διαβολης
, μηδὲ ἔδειν σάρκας , ἀπαθὴς εἶναι φθόνου κακοηθείας μίσους διαβολῆς ἔχθρας , τοῦ τῶν ἐλευθέρων ὀνομάζεσθαι γένους , ἢ
εἰ τὰς ἀληθείας ἁπλῶς τίς σοι λέγει . οὐ δεῖ διαβολῆς καταφρονεῖν , οὐδ ' ἂν σφόδρ ' ᾖ ψευδής
4761194 οἰκτιζεσθαι
ἐλέῳ χαρισαμένους μὴ ἀποκτεῖναι . καὶ ἀφεθείσης ἐγράφη ψήφισμα μηδένα οἰκτίζεσθαι τῶν λεγόντων ὑπέρ τινος μηδὲ βλεπομένους τὸν κατήγορον ἢ
οἰκτείρεσθαι , ὀδύρεσθαι ἀποδακρύειν , κλαίειν ἀνακλαίειν , ἀποθρηνεῖν , οἰκτίζεσθαι , ὀλοφύρεσθαι , κατοδύρεσθαι . Ξενοφῶν δὲ ποιητικωτέρως καὶ
4760889 ἀνῃρησθαι
συγγενῶν , οὓς ἐκεῖνος ἀδίκως καὶ παρὰ τοὺς ὅρκους οἴεται ἀνῃρῆσθαι . τά τε οὖν ὅπλα λαμβάνωμεν , καὶ τῇ
Σώστρατος ἐν μέρει ταὐτὰ ἔλεγε καὶ ὡς εἴη αὐτὸς τῆς ἀνῃρῆσθαι δοκούσης πατήρ . οἱ δὲ παρόντες τὸ πᾶν μαθόντες
4749809 ὀχλουμενος
διψῆν βάσανον , ὧδε καὶ ὁ ἐν τῷ αἱρεῖσθαι πλοῦτον ὀχλούμενος κατὰ τὸ αἱρεῖσθαι ἐπεί - γεται τυχεῖν πλούτου ,
πολλὰ δ ' ἄλλα παρὰ τῶν ἑπομένων Ῥωμαίων δεδανεισμένος καὶ ὀχλούμενος , ἄκων ἐσέβαλεν ἐς τὴν Μιθριδάτου γῆν καὶ ἐλεηλάτησεν
4749058 αὐθαδως
, ἄλλα δ ' οὐ μάτην ἔρδον . ὁρᾷς ὡς αὐθαδῶς καὶ οὐ τῆς σῆς συμβουλῆς ; καὶ ταῦτα μέν
ὁ νόμος , καὶ διὰ σκληρότητα τρόπων ἀφηνιασταί , σκιρτῶντες αὐθαδῶς καὶ ἀπαυχενίζοντες : οὓς νουθετεῖ φάσκων : ” περιτέμνεσθε
4744300 νωθειας
οὐκ ἐλάχιστον σημεῖον ἀμαθίας , καὶ τὸ λίαν δὲ μέγα νωθείας ὡς τὸ πολύ . μέτωπον μακρὸν εὐαισθησίαν καὶ εὐμάθειαν
Διοσκόρω , οἰχήσεται ἀποτρέχων καταγελάσας σου πάνυ τῆς ἀμαθίας καὶ νωθείας . Ὣς οὖν περὶ τὰ χρώματα ἀπατῶνται ῥᾷον οἱ
4740662 τοιουτου
Κλουσίνων Λάρον Πορσίναν , εἰς κινδύνους μεγάλους ἀγαγὼν τὴν πόλιν τοιούτου τέλους ἔτυχεν . Ἡ δὲ τῶν Ῥωμαίων βουλὴ μετὰ
' ὀλίγον ἐλευσομένην . ὁρμουσῶν : αὐλιζουσῶν . ἐκ τοῦ τοιούτου : ἀντὶ τοῦ διὰ τὸ τοιοῦτον . λέγει δὲ
4737535 χρησιμου
ὡς προλέλεκται τοῦ Ἑρμοῦ ἀεὶ παραλαμβανομένου , ὑπαύγου μὲν ὄντος χρησίμου τοῖς ἐγκαλουμένοις καὶ τοῖς λαθραῖόν τι πράττουσιν , ἀνατολικοῦ
τοῦ νώτου ὄπιθεν ἔξπληκτον καὶ εὔοπλον καὶ ἱκανὴν δύναμιν μετὰ χρησίμου ἄρχοντος , τοὺς λεγομένους ὀπισθοφύλακας , ὡς ἀπὸ πεντεκαίδεκα
4737350 συγχωρουμενων
Ταντάλειοι τιμωρίαι : ἐπὶ τῶν ἀγαθὰ μὲν ἐπιτυχόντων , μὴ συγχωρουμένων δὲ ἀπολαύειν αὐτῶν . φασὶ γὰρ τοῦ Ταντάλου ἔμπροσθεν
: Ἑρμοῦ δὲ μοιχείας , Διὸς δὲ πλήθη ἁμαρτιῶν ὡς συγχωρουμένων , ἔτι δὲ κατακρίσεις : Ἡλίου δὲ λαθρίδιοι πράξεις
4734454 ΝΒΜ
ἀρξάμενον ἀπὸ τοῦ Η τὴν ΗΕΘ διαπορεύεται καὶ ἀνατέλλει τὸ ΝΒΜ ἡμικύκλιον : ἐν ᾧ δὲ χρόνῳ τὸ Β ἀρξάμενον
τὸ ὑπὸ ΝΔΜ καὶ τοῦ ὑπὸ ΝΔΜ πρὸς τὸ ὑπὸ ΝΒΜ . ἀλλ ' ὡς μὲν τὸ ὑπὸ ΝΓ ,
4732357 εὐμεταδοτον
ἵνα μὴ καταφρονῶσί σου : τοῖς δὲ φίλοις πρᾶον καὶ εὐμετάδοτον , ὡς εὐνουστέρους σοι μᾶλλον γίνεσθαι . ἔτι τε
τῇ τιμῇ τῆς φιλοσοφίας : καὶ τὸ εὐποιητικὸν καὶ τὸ εὐμετάδοτον ἐκτενῶς καὶ τὸ εὔελπι : καὶ τὸ πιστευτικὸν περὶ
4723907 λιθιασεως
τὴν ἐπιφάνειαν φοινίσσειν δυνάμενα , οἷόν ἐστι τὸ ἐπὶ τῆς λιθιάσεως προγεγραμμένον : ἀντὶ δὲ τῶν οὐρητικῶν τὰ ἀναξηραντικὰ παραλαμβάνειν
οὐσίας , ἐνεργεῖν εἴωθεν . Ἐπιτέμνουσι μέντοι γενναίως τὸ τῆς λιθιάσεως ἐν νεφροῖς καὶ κύστει πάθος καὶ αἱ καυστικαὶ δυνάμεις
4722912 Δειλια
Ϛʹ Κατάπληξις δὲ φόβος ἐκ μείζονος φαντασίας . [ ζʹ Δειλία δὲ ἀποχώρησις ἀπὸ φαινομένου καθήκοντος διὰ φαντασίαν δεινοῦ .
: ὡς ἐπίπαν τὸ ἐκ δέους ἢ δέοντος ἐκκρινόμενον . Δειλία : ἐκ τοῦ δέους λίαν . Δικιός ἐστιν ὁ
4720849 πειθομενου
τὴν Τροίαν . τοῦ δὲ Φιλοκτήτου μηδένα τρόπον εἴκοντος μηδὲ πειθομένου , ἀλλὰ δεομένου τοῦ Νεοπτολέμου , ὥσπερ ὑπέσχετο ,
πεῖσαι αὐτὸν μὴ ποιῆσαι τόδε , ἢ ἀναχωρῆσαι , μὴ πειθομένου αὐτοῦ συμβουλεύοντί μοι τί ἐχρῆν με ποιῆσαι ; καὶ
4719510 κοπων
ταῖϲ ξηραῖϲ κράϲεϲιν ἀφροδίϲια , φείδεϲθαι δὲ αὐτοὺϲ χρὴ μάλιϲτα κόπων τε καὶ ἐγκαύϲεων καὶ φροντίδων καὶ ἀγρυπνιῶν . αἱ
: ἔστω δὲ μὴ ἔλαττον τοῦ ἕκτου . τοὺς δὲ κόπων [ ἢ ] χάριν ἢ πόνων χρονίων ὑδρελαίῳ χρησομένους
4717234 ἰατρου
ὄνυχες , ὀδμή . Εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι ἀπὸ τοῦ ἰατροῦ , αἳ λαμβάνονται ἀπὸ τῆς εἰσόδου τοῦ ἰατροῦ .
τὸ πρὸς τὴν δυναστεύουσαν αἰτίαν ἀπομάχεσθαι : πᾶν γὰρ ἔργον ἰατροῦ ἐπανορθωτικόν ἐστι τῶν περὶ τὸ σῶμα σφαλμάτων . Ἰστέον
4708689 λυπεισθε
τὴν ἐκδίκησιν . Ἐάν τις ὑπὲρ ὑμᾶς εὐοδοῦται , μὴ λυπεῖσθε : ἀλλὰ καὶ εὔχεσθε ὑπὲρ αὐτοῦ , ἵνα τελείως
ἀποθανόντων , τῶν δικαίων καὶ τῶν εὐσεβῶν , καὶ μὴ λυπεῖσθε ὅτι κατέβησαν αἱ ψυχαὶ ὑμῶν εἰς ᾅδου μετὰ λύπης
4696525 προαγωγος
καὶ ἀναγωγὸς τοῦ τρίτου εἰς τὸ πρῶτον , ὡς ἐκείνη προαγωγὸς τοῦ πρώτου εἰς τὸ τρίτον . Φέρε οὖν ἴδωμεν
παρὰ τὸν τρίτον , ποίαν γὰρ ἰσχυρὰν προβαλεῖται πίστιν ἀνὴρ προαγωγὸς τῆς αὐτοῦ γαμετῆς ὑπὲρ οὕτω διαβεβλημένης πράξεως κατηγορεῖν ἐπιχειρῶν
4692937 κοιμησεως
οὐκ ἀπελπίζω κοιμωμένοις ἐπιστάντα δυνατῶς ἕξειν ἐκ τοῦ τρόπου τῆς κοιμήσεως γνῶναι , ποία τις ἡ τοῦ καθεύδοντος διάθεσις ,
τῶν πνευμάτων , ἀλλὰ παρέμειναν τὰ πνεύματα αὐτοῖς μέχρι τῆς κοιμήσεως αὐτῶν . καὶ εἰ μὴ ταῦτα τὰ πνεύματα μετ
4692144 δεους
πολλοὺς ἀκίνδυνα κέρδη διώκοντας , ὧν οὐδὲ κωλυόμενοι ὑπὸ τοῦ δέους ἀποστήσεσθαι ἔμελλον , ἐμπλῆσαι πολέμου λῃστρικοῦ τὴν ὅμορον .
θάψαι , τὸν αὐτοῦ Λυσιμάχου παῖδα , φυγόντα μὲν ὑπὸ δέους πρὸς Σέλευκον , ὅτε Λυσίμαχος Ἀγαθοκλέα , τὸν ἕτερον
4688985 Σπαρτιατου
καὶ συγγενοῦς , οὐδ ' ἂν οἴκησιν μὲν οἰκοίη τοῦ Σπαρτιάτου βασιλέως ἀμείνονα , ἀμφιέννοιτο δὲ λεπτότερα τῶν ἀραχνίων οἷα
γυμνάσια ἐν τῷ Δρόμῳ , τὸ ἕτερον Εὐρυκλέους ἀνάθημα ἀνδρὸς Σπαρτιάτου : τοῦ Δρόμου δὲ ἐκτὸς κατὰ τοῦ Ἡρακλέους τὸ
4684909 ῥᾳστου
διανοίᾳ παντὸς τοῦ μελετωμένου καὶ σφραγῖδας ἐνεποίησεν , ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ ἀπὸ τῆς ἕξεως αὐτὰ ᾔδει ποιεῖν . οἷόν
δέ : ἐξ ἑτοίμου , ἐξ εὐκόλου , ἐκ τοῦ ῥᾴστου , ἐκ τοῦ προχειροτάτου , ἐκ τοῦ παραπεσόντος ,
4681436 ἀποτροπης
νῦν δ ' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς ἀεί
. καὶ τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν : ἀποτροπῆς γοῦν ἕνεκα κολάζει . ταύτην οὖν τὴν δόξαν πάντες
4677594 τουτουϊ
ὑμῶν ἀγανακτήσειεν ἀναμνησθεὶς ἑαυτοῦ , εἰ ὁ μὲν καὶ ἐλάττω τουτουῒ τοῦ ἀγῶνος ἀγῶνα ἀγωνιζόμενος ἐδεήθη τε καὶ ἱκέτευσε τοὺς
ἀρετῇ . εἰ δὲ βούλει , Κλεινίαν , τὸν Ἀλκιβιάδου τουτουῒ νεώτερον ἀδελφόν , ἐπιτροπεύων ὁ αὐτὸς οὗτος ἀνὴρ Περικλῆς
4676783 αἰωρουμενον
ὥστ ' οὐ μακρὰν ἔτ ' ἀμμενεῖ τοὐμὸν φρενῶν ὄνειρον αἰωρούμενον . Παράγεται γὰρ ἐνέρων δολιόπους ἀρωγὸς εἴσω στέγας ,
χονδρώδει , ὅπερ φησὶν ἐξηρτῆσθαι ἐντὸς τοῦ ὠτὸς κώδωνος δίκην αἰωρούμενον καὶ τυπτόμενον . Ἀλκμαίων ἀκούειν ἡμᾶς τῷ κενῷ τῷ
4675004 Εὐγενης
. Γλαὺξ οὐκ ἂν νοσσοποιήσειε ἑτέρας προλαβούσης τὸ δῶμα . Εὐγενὴς ἵππος σκύβαλον ἑτέρου ἵππου οὐκ ἂν προσενέγκοιτο . Γῦπες
Εὐρυκλῆς πᾶς ἐγγαστρίμυθος : ἀπὸ Εὐρυκλέους τοιούτου τινὸς μάντεως . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι
4673486 προσποιησεως
. παρεκάλει καὶ αὐτούς τι τοιοῦτο δοξοκοπεῖν , ὡς τῆς προσποιήσεως αὐτῆς τῶν καλῶν ὑποποιούσης τινὰ λεληθότως ζῆλον καὶ συνήθειαν
τοὺς ἀντιλοχῶντας ἀπάτης , φενακισμοῦ , γοητείας , σοφισμάτων , προσποιήσεως , ὑποκρίσεως , ἅπερ ἐξ ἑαυτῶν ψεκτὰ ὄντα κατ
4672339 ἀσεβους
Αἰγύπτου τὸν Ὄσιριν ὑπὸ Τυφῶνος ἀναιρεθῆναι τἀδελφοῦ , βιαίου καὶ ἀσεβοῦς ὄντος : ὃν διελόντα τὸ σῶμα τοῦ φονευθέντος εἰς
ἑστηκὼς ἐνώπιον κυρίου καὶ ἐγγίσας εἶπε Μὴ συναπολέσῃς δίκαιον μετὰ ἀσεβοῦς ” , τὸν ἐμφανῆ σοι καὶ γνώριμον μετὰ τοῦ
4670610 οἰκτου
πατρὶ ὁ νεανίσκος οὐκέτ ' ἀφίστατο : ἀλλ ' ὀδυρόμενος οἴκτου πάντα ἐνέπλησεν , ἀφιεὶς καὶ ἑαυτὸν ἄγειν ἐπὶ τὴν
σὸν παῖδα καὶ τύχας σέθεν , Ἑκάβη , δι ' οἴκτου χεῖρά θ ' ἱκεσίαν ἔχω , καὶ βούλομαι θεῶν

Back