, ἄλλα δ ' οὐ μάτην ἔρδον . ὁρᾷς ὡς αὐθαδῶς καὶ οὐ τῆς σῆς συμβουλῆς ; καὶ ταῦτα μέν
ὁ νόμος , καὶ διὰ σκληρότητα τρόπων ἀφηνιασταί , σκιρτῶντες αὐθαδῶς καὶ ἀπαυχενίζοντες : οὓς νουθετεῖ φάσκων : ” περιτέμνεσθε
7145753 ἀνεχομαι
. ἀδικούμενος ἀεί τε πλεονεκτοῦντα τὸν ἀδελφόν τι μου ὁρῶν ἀνέχομαι . νοῦν ἔχεις . ἀλλ ' , ὦγαθέ ,
, οὐδὲ γεωργοῦ ἀνέχομαι ἐμπιμπράντος τὰ λήϊα , οὐδὲ κυβερνήτου ἀνέχομαι ἀποδειλιῶντος πρὸς τὴν θάλατταν : πλεῖν σε δεῖ ,
7102042 ἐλουσαμην
καὶ ἅμα ἐγιγνόμην τε ἐν τῷ θερμῷ καὶ ἀπεδυόμην , ἐλουσάμην καὶ μάλα ἡδέως . ὀγδόῃ ἔμετος εἰς ἑσπέραν κατὰ
ὁ πεμφθεὶς ἀγγέλλων ἀμφότερα , τὸ μὲν ὡς ἀηδέστατά τε ἐλουσάμην δειπνῆσαί τε οὐκ ἐδυνήθην ἔν τε ὀνεί - ρασι
7044635 ἀρνουμαι
. καὶ γὰρ εἰ πράττει κακῶς , τοῦτό γε οὐκ ἀρνοῦμαι , ἄλλως θ ' ὅτε ἀδικεῖ μὲν οὐδέν ,
ἐκ τοῦ πράγματος γιγνομένας πρὸς ἑτέρους φιλονεικίας καὶ μάχας οὐκ ἀρνοῦμαι μὴ οὐχὶ συμβεβηκέναι μοι . Περὶ δὲ τῶν ποιημάτων
6989111 ὠναμην
τῆς σῆς “ , ἔφη , ” δεξιᾶς ἐς πολεμίους ὠνάμην , ὀνήσομαι δὲ μέγιστον , εἰ νῦν με κατεργάσαιο
. . ἀπώνατο : ἀπὸ τοῦ ὀνῶ ὀνήσω ὤνησα ὠνησάμην ὠνάμην ὤνου ὤνατο καὶ ἀπώνατο . ἢ ὄνημι συζυγίας δευτέρας
6921818 σημηνον
ἐν ἐμοί . τοιαύτη τίς ἐστιν ἡ τοῦ μοι δύναμις σήμηνον ] εἰπέ ἐν φάραγγι ] ἐν τῷ κρημνώδει τούτῳ
ἔοικας , ὦ γύναι . ἢ Ἀργείοις , φησὶ , σήμηνον , ἀντὶ τοῦ στρατηγοῖς , εἴργειν τὸν ὄχλον :
6901207 Θαρσει
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην
6899357 σεαυτης
καὶ γυναιξὶ τοῖς ἀνδράσι χρωμένη : οὕτω γὰρ παιδεύεις τοὺς σεαυτῆς φίλους , τῆς μὲν νυκτὸς ὑβρίζουσα , τῆς δ
ἀποκοπτέον οὖν , ὦ ψυχὴ πειθαρχοῦσα τῷ διδάσκοντι , τὴν σεαυτῆς χεῖρα καὶ δύναμιν , ἐπειδὰν ἄρξηται τῶν γεννητικῶν ἢ
6791025 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
6781171 παλαισμα
νέων καὶ ποιμέσι νέων . ἀλλὰ καὶ τὸ τελευταῖον ἀκήκοα πάλαισμα , τὸν πρεσβύτην , καὶ ταῖς συνθήκαις ὑμῶν ἡσθεὶς
ἡσυχία , τοσαύτη δὲ σιωπή : καὶ γὰρ εἴ τι πάλαισμα θαύματος ἦν ἄξιον , σιγῇ τοῦτο ἐθαυμάζετο . τῆς
6778720 ἀναισχυντου
καὶ Δημοσθένης ἐν τῷ Περὶ τοῦ στεφάνου ὡς ἰταμοῦ καὶ ἀναισχύντου ῥήτορος καθαπτόμενος Αἰσχίνου ” περίτριμμα ἀγορᾶς “ αὐτὸν καλεῖ
σφοδρᾶς . ἐὰν μὲν διὰ τῆς διφθόγγου γράφηται , τῆς ἀναισχύντου λέγει : ἂν δὲ διὰ τοῦ ε , ὅπερ
6757154 ἀποδρω
θορυβεῖ γοῦν ἔνδοθεν . Οἴμοι δείλαιος . Φέρ ' αὐτὸν ἀποδρῶ : καὶ γὰρ ὥσπερ ᾐσθόμην καὐτὸς θυείας φθέγμα πολεμιστηρίας
εἴη ὅτῳ μαστιγώσεις με , ὡς βουλεύομαί γε ὅπως σε ἀποδρῶ λαβὼν τοὺς ἡλικιώτας ἐπὶ θήραν . καὶ ὁ Ἀστυάγης
6756538 συνοντι
ζῆν ἐφ ' ἡσυχίας καὶ πράττοντι ὅ τι βούλομαι καὶ συνόντι οἷς βούλομαι : τῶν γὰρ ἀμαθῶν ἀνθρώπων καὶ ἀπαιδεύτων
ἐκεῖνον . πέμπε οὖν ὡς καὶ αὐτῷ μονῳδίαις οὐκ ἀηδῶς συνόντι μετὰ τὸν σεισμὸν ἐκεῖνον . θαυμάζω δὲ εἰ νῦν
6755078 ἀσαλης
τροπῇ τοῦ η εἰς α ἄσασθαι . . . . ἀσαλής : ἡ ἄφροντις , ἡ μηδενὸς φροντίζουσα : σάλη
δὲ παρὰ τὴν σάλην , ἣ σημαίνει τὴν φροντίδα . ἀσαλής : ὁ ἀμέριμνος . οὕτως Ἡρωδιανὸς καὶ Ἀπολλόδωρος .
6741456 πλουτουντι
ἁμαρτάνοντά τι : δένδρον παλαιὸν μεταφυτεύειν δύσκολον . } Αἰσχύνομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι φίλῳ , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃ καὶ
, ἃ Δικαίαρχος Εὐριπίδην οἴεται πρὸς Ἀρχέλαον εἰπεῖν οὐ βούλομαι πλουτοῦντι δωρεῖσθαι πένης , μή μ ' ἄφρονα κρίνῃς ἢ
6734337 ἀβουλιαις
ἐστι τῷ ἥττονι τὸ τῶν ὑπερεχόντων κράτος ἐκκλῖναι . κἀκεῖνος ἀβουλίαις : ἀντὶ τοῦ ὕστατος τῆς ἁλώσεως ἀπέθανεν . τουτέστι
. ἀβουλίαις ] ἀσυνεσίαις . ἀβουλίαις ] ἐν μωρίᾳ . ἀβουλίαις ] μωρίαις . ἀβουλίαις ] κακῇ βουλῇ . ἐγείνατο
6731667 σιωπα
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ
6727398 Ὁμως
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται ,
6712177 ἀπολεσον
υἱοὺς τῶν ἐγρηγόρων διὰ τὸ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ἀπόλεσον τὴν ἀδικίαν πᾶσαν ἀπὸ τῆς γῆς , καὶ πᾶν
, μετ ' αὐτῶν ὁμοῦ δεθήσονται μέχρι τελειώσεως γενεᾶς . ἀπόλεσον πάντα τὰ πνεύματα τῶν κιβδήλων καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν
6707485 Καλλιστ
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν
6698921 ἐπιγελασας
ἀλλὰ ἄλλον δεῖ περιμένειν εὐεργέτην . Καὶ ὁ Κέβης ἠρέμα ἐπιγελάσας , Ἴττω Ζεύς , ἔφη , τῇ αὑτοῦ φωνῇ
ἡμῖν ἔληξε τὰ παλαίσματα , λέγω πρὸς τὴν Παλαίστραν ἅμα ἐπιγελάσας , Ὦ διδάσκαλε , ὁρᾷς μὲν ὅπως εὐχερῶς καὶ
6672134 ἀναμεινῃς
αὖθίς με πρὸ τῆς ἐπαύλεως κοιμώμενον ἴδῃς , μηκέτι γάμους ἀναμείνῃς . ” οὕτως οἱ φρόνιμοι τῶν ἀνθρώπων , ὅταν
, καὶ ἔδοξέ σοι χειρουργίᾳ χρήσασθαι τῇ παρακεντήσει . μὴ ἀναμείνῃς , μήπως τὸ ὑγρὸν ῥέψῃ κατὰ τῶν ἐσωτέρων .
6669549 αἰδεομαι
θεοῦ , ὃν Ψαμάθεια τίκτ ' ἐπὶ ῥ̄ηγμῖνι πόντου . αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν ἐν δίκᾳ τε μὴ κεκινδυνευμένον , πῶς
βίης ἀμειλίχου οὐ καθηψάμην μιάνας καὶ καταισχύνας κλέος , οὐδὲν αἰδέομαι : πλέον γὰρ ὧδε νικήσειν δοκέω πάντας ἀνθρώπους .
6668458 φλυαρων
ἀπαίδευτον , ὡς ἂν συνηρανισμένον ἐκ συγκλύδων ὄχλου καὶ βιαίων φλυάρων . ὁ δὲ τούτῳ προσεταιριζόμενος ἀθλιώτερος μακρῷ . Ὁπότε
σαφές : ἀληθές μακρῷ χρόνῳ : πολλῷ χρόνῳ στωμυλμάτων : φλυάρων πιθανολογιῶν παρῆκα : ἀφῆκα κομψός : πέρπερος εἰσηγησάμην :
6641279 Σωστρατε
; πάλιν λέγω : ὁ δεσπότης ἐν τῶι φρέατι . Σώστρατε , ἔξελθε δεῦρ ' : ἡγοῦ , βάδιζ '
' ἴσως μᾶλλον παρ ' ἡμῖν . οὐκ ἐθελήσει , Σώστρατε . σύμπεισον αὐτόν . ἂν δύνωμαι . δεῖ πότον
6620240 οἰκτου
πατρὶ ὁ νεανίσκος οὐκέτ ' ἀφίστατο : ἀλλ ' ὀδυρόμενος οἴκτου πάντα ἐνέπλησεν , ἀφιεὶς καὶ ἑαυτὸν ἄγειν ἐπὶ τὴν
σὸν παῖδα καὶ τύχας σέθεν , Ἑκάβη , δι ' οἴκτου χεῖρά θ ' ἱκεσίαν ἔχω , καὶ βούλομαι θεῶν
6619986 Τοιαυτ
στρατοῦ , οἵας λατρείας ἀνθ ' ὅσου ζήλου τρέφει . Τοιαῦτ ' ἐρεῖ τις , κἀμὲ μὲν δαίμων ἐλᾷ ,
σοι εἰς τὰς πλευρὰς πολλῇ στρατιᾷ κἀδενδροτόμησε τὸ νῶτον ; Τοιαῦτ ' ἀφελὼν κακὰ καὶ φόρτον καὶ βωμολοχεύματ ' ἀγεννῆ
6617779 ΚΘΗ
ἀπὸ τῆς ἐπὶ τὰ Ζ Θ ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΚΘΗ . Καὶ ἐπεὶ τὸ ἥμισυ τοῦ ἀπὸ τῆς ἐπὶ
ἐστιν ἴση . ὁμοίως δὴ δειχθήσεται καὶ ἑκάστη τῶν ὑπὸ ΚΘΗ , ΘΗΜ , ΗΜΛ ἑκατέρᾳ τῶν ὑπὸ ΘΚΛ ,
6616946 δουλε
εἶπεν : „ ἀλλ ' ἵνα μὴ δόξω , κακὲ δοῦλε , τοῖς φίλοις ἐνυβρίζειν , ἀπελθὼν ὤνησαι πόδας χοιρείους
νόμιζέ ς ' ἀρραβῶν ' ἔχειν . Δούλῳ γενομένῳ , δοῦλε , δουλεύων φοβοῦ : ἀμνημονεῖ γὰρ ταῦρος ἀργήσας ζυγοῦ
6601052 Ἡρακλειδῃ
σὺ δὲ ταῦτα τεῷ ἐνικάτθεο θυμῷ : σημειούμεθα παρ ' Ἡρακλείδῃ ἐν τοῖς Περὶ χρησμῶν , ὅτιπερ καὶ λέγουσί τινες
ὀφείλοιντο ἄλλους τε κρείττονας δέοι σε μισθοῦσθαι ; ἀλλὰ γὰρ Ἡρακλείδῃ , ὡς πρὸς ἐμὲ ἐδήλου , πάμπολυ δοκεῖ τοῦτο
6598580 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
6595721 Ποι
κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] * Τί βούλεται τὸ ποί
χάρις μέχρι τοῦ ὀπιζομένα κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] *
6593170 γελᾳς
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς
6588341 παραινεσεως
εὐτυχῶν ἔσο περιχαρὴς μήτε πράττων ἑτέρως περίλυπος ; ἢ τῆς παραινέσεως τὸ μὲν ὑμῖν εὖ ἔχειν δοκεῖ , μετριάζετε γὰρ
δὲ αὐτὸν καὶ αἶνον ἐκάλεσαν ἀπὸ τῆς δι ' αὐτοῦ παραινέσεως . Τῶν δὲ μύθων οἳ μὲν ὀνομαζέσθωσαν Αἰσώπειοι ,
6584735 αὐτοκρατορ
Ἵνα δὲ φυτεύσω ταῖς σαῖς ἀκοαῖς , κράτιστε καὶ μέγιστε αὐτοκράτορ , ἃ δίχα πάσης κηλίδος ἀναγέγραπται , ἐξέταζε τὸν
ζῆθι καὶ τοῦ αὐτοκράτορ . Ὅταν δὲ προσθεὶς εἴπω ζῆθι αὐτοκράτορ πάντοτε , ἀπὸ τριῶν λέξεων τὸν λόγον ἐποιησάμην :
6579013 Ἀρταξατης
” “ ποίησον οὕτως ” εἶπε βασιλεύς . Ἐλθὼν δὲ Ἀρταξάτης καὶ προσκυνήσας τὴν βασιλίδα “ καλεῖ σε ” φησίν
τι δύνασθαι προσθεῖναι τοῖς λόγοις : ἀποσιωπήσαντος δὲ εὐθὺς μὲν Ἀρταξάτης ἠπίστατο πόθεν ἐτρώθη . οὐδὲ γὰρ πρότερον ἀνύποπτος ἦν
6577541 φωνεις
, σάφ ' ἴσθι , λευσίμους ἀράς . σὺ ταῦτα φωνεῖς νερτέρᾳ προσήμενος κώπῃ , κρατούντων τῶν ἐπὶ ζυγῷ δορός
. Τίν ' αὖ σὺ τήνδε πρὸς θυρῶνος ἐξόδοις ἐλθοῦσα φωνεῖς , ὦ κασιγνήτη , φάτιν , κοὐδ ' ἐν
6571756 ἀνεχου
καὶ ἰῶ τἀμά , εἴτ ' αὐτός τι ἁμαρτάνοις , ἀνέχου διδάσκοντος . „ κἀκεῖνον μέν , ὥσπερ οἱ καταψῶντες
προστίθει , ἀποστερούμενος μὴ δικάζου , μισούμενος ἀγάπα , βιαζόμενος ἀνέχου , βλασφημούμενος παρακάλει , νεκρώθητι τῇ ἁμαρτίᾳ , σταυρώθητι
6550361 λυκε
εἱστήκει . λύκον δὲ ἰδὼν ἔφη αὐτῷ : „ ὦ λύκε , ἰδοὺ ἐκ πόνου ἀποθνῄσκω καὶ δεῖ με σοῦ
κατεδιώκετο . ἐπιστραφεῖσα δὲ πρὸς αὐτὸν εἶπεν : ” ὦ λύκε , ἐπεὶ πέπεισμαι , ὅτι σὸν βρῶμα γενήσομαι ,
6532839 ἠρξω
δὴ σὸν κάσιν παρέστιον τὸ καλλίπρωιρον εἰσέβης Ἀργοῦς σκάφος . ἤρξω μὲν ἐκ τοιῶνδε : νυμφευθεῖσα δὲ παρ ' ἀνδρὶ
τῶν ὑπὲρ ἡμῶν λόγων . καὶ γὰρ ἐνταῦθα , ὡς ἤρξω τοῦτο ποιεῖν , πάντα ὦτα ἐνέπλησας τῶν τε βουλομένων
6526133 διακονου
. ὅπως παρευθὺς ὑπηρέτης καλὸς ὑπάρχειν φαίνῃς . . διακονικός διακόνου διαφέρει : διάκονος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ὑπηρέτης :
οἶμαι δὲ οὐ πολλῶν ἂν αὐτὸ ἀτιμότερον φανῆναι . καίτοι διακόνου μὲν ἦν καὶ τὴν ἐν τῷ παραχρῆμα χάριν διώκοντος
6524144 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
6523009 Λαμωνος
λιμήν ἐστι : καὶ πόλιν ἔχει καὶ ὕδωρ . Ἀπὸ Λάμωνος ἐπὶ Ἀπολλωνιάδα στάδιοι λʹ . Ἀπὸ Ἀπολλωνίας εἰς Φοίνικα
φίλημα . Ἥκων δέ τις ἐκ τῆς Μιτυλήνης ὁμόδουλος τοῦ Λάμωνος ἤγγειλεν ὅτι ὀλίγον πρὸ τοῦ τρυγητοῦ ὁ δεσπότης ἀφίξεται
6521953 φροιμιον
φίλιον ἐν δόμοις : θάνατος οὐ πόρσω . βοᾶι φόνου φροίμιον στενάζων ἄναξ . ὦ πᾶσα Κάδμου γαῖ ' ,
ἐγώ νιν οἷδα καὶ σὺ χοἰ πεπονθότες . Μενέλαε , φροίμιον μὲν ἄξιον φόβου τόδ ' ἐστίν : ἐν γὰρ
6507357 ἐπιτρεψω
ἄν τις ἀναιρῇ τοὺς θεσμοὺς ἢ μὴ πείθηται , οὐκ ἐπιτρέψω , ἀμυνῶ δὲ καὶ μόνος καὶ μετὰ πάντων .
ἐς Ἀντώνιον ἀπεσταλμένην ἢ λαβόντας ἄγειν ἤδη πρὸς αὐτόν . ἐπιτρέψω δ ' ἐμαυτὸν ἐγὼ σοὶ μόνῳ , Φούρνιε ,
6500433 ἀποτροπαιε
εὐφυῶς ἐσχετλίασεν ἐπάγων τὸ ” ἀλεξίκακε “ , τουτέστιν ” ἀποτρόπαιε “ καὶ ” ὦ τὰ δεινὰ ἀπείργων “ .
παντελῶς , κατὰ πάντα τρόπον , ἐξ ὁλοκλήρου . Ἄπολλον ἀποτρόπαιε : ὁ ἀποτρέπων τὰ δεινά , ἀλεξίκακος γὰρ ἦν
6499006 ἐρρωσο
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε
6493868 Πεπαυσο
, ἄγροικος ἄνθρωπος καὶ ἰδιώτης ὡς πρὸς τὰ ὑμέτερα , Πέπαυσο , εἶπεν , ὦ θαυμάσιε , τὰ μέγιστ '
, ὡς ἐρεθίσαι τῆς θεοῦ τὴν ἄπαυστον ταύτην ὀργήν . Πέπαυσο τῆς ἐπιπλάστου καὶ δυσχεροῦς ταύτης ὑποκρίσεως , Θεόμνηστε .
6492942 ὑπακουσον
ὑπείροχον , ᾧ τυ γεραίρειν ἀρξεῦμ ' : ἀλλ ' ὑπάκουσον , ἐπεὶ φίλος ἔπλεο Μοίσαις . Σιμιχίδᾳ μὲν Ἔρωτες
μᾶλλον δὲ παῖε . σέ φημι , Θησαυρὲ χρυσοῦ , ὑπάκουσον Τίμωνι τουτῳῒ καὶ παράσχες ἑαυτὸν ἀνελέσθαι . σκάπτε ,
6486760 ἀναβαινε
φησὶν “ διὰ τοῦ ἑτέρου μέρους ἀνάβαινε ” . “ ἀνάβαινε διὰ τοῦ ἑτέρου μέρους ” . καὶ ταῖσι φυλλάσι
μακάριε ἀλλαντοπῶλα , δεῦρο δεῦρ ' , ὦ φίλτατε , ἀνάβαινε σωτὴρ τῇ πόλει καὶ νῷν φανείς . Τί ἐστι
6484103 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
6466083 ἐξελθε
ἡ τύχη λέγεται δαιμόνων κατάστασις . ὁ δὲ νοῦς : ἔξελθε τῶν οἴκων : οὐ γὰρ ἐν χορείαις καὶ παρθενῶσιν
ὁμοίως : ἴθ ' ὦ ἄνα , πρὸς γονάτων , ἔξελθε καὶ σύγγνωθι τῇ τραπέζῃ . Φασὶν ἀλλήλαις ξυνελθεῖν τὰς
6465511 στεργεις
αὐτὰ διατίθεσθαι δεδοικότα . ἀλλὰ κἀκεῖνό γε , εἴ με στέργεις , εὐλαβοῦ , πρῶτον μὲν σαυτοῦ ἕνεκα , ὃς
σαυτῷ προξενεῖς καὶ μέλλουσαν μὲν δυσχεραίνεις πενίαν , παροῦσαν δὲ στέργεις . καὶ τίς ὃ φυλάττεται μὴ παθεῖν , τοῦτο
6464882 Κρεον
. [ πόλει δὲ καὶ σοὶ ταῦτ ' ἐπισκήπτω , Κρέον : ἤνπερ κρατήσηι τἀμά , Πολυνείκους νέκυν μήποτε ταφῆναι
' ὅμως : τίνος μ ' ἕκατι γῆς ἀποστέλλεις , Κρέον ; δέδοικά ς ' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους
6454809 βουλευσομαι
πάντα προνοεῖσθαί με δεῖ . ἀλλ ' ἐκποδὼν ἄπειμι καὶ βουλεύσομαι τοῦτ ' αὔθ ' , ὅπως δεῖ διαφυγεῖν με
πολλοῦ ἀξίαν : εἰ δ ' ἐχθρὸς εἴης , οὐδὲ βουλεύσομαι . “ ὧδε μὲν ὁ Πομπώνιος ἀπεκρίνατο : καὶ
6447890 τραγῳδου
πινοτήρης : ⌈ “ ὁ πινοτήρης ” ἕως τοῦ “ τραγῳδοῦ ” : δῆλον , ὅτι Γ περὶ Ξενοκλέους ὁ
: συνίζησις . παλαίφατον : πάλαι λεχθέν . ἀοιδοῦ : τραγῳδοῦ . Ἔκλυεν : ἤκουεν . ὀχησάμενος : ἐπικαθήμενος .
6446780 ἐμισηθη
τοῦ Διὸς σφαιρίζειν . ἐφιλονείκησε τῷ δεσπότῃ καὶ ἐλευθερώτερον προσδιαλεγόμενος ἐμισήθη : ὁ μὲν γὰρ Ζεὺς τὸν δεσπότην ἐσήμαινεν ,
ὁ παρὼν καιρὸς ἐξετάζειν : ὅτι δὲ διὰ ταῦτ ' ἐμισήθη καὶ δεινὸν ἐφάνη τὸ τοῦ δικτάτορος ὄνομα , τοῦτό
6446138 κιθαρῳδου
μή ποτ ' ἐπιβὰς κήρυκι τὸν πόδα παρῶ . Κλεῶνος κιθαρῳδοῦ , ὃς ἐκαλεῖτο Βοῦς , ἀκούσας εἶπεν : ὄνος
ἄκρατον τὴν δυστυχίαν . διὸ καὶ περὶ τοῦ Δημοδόκου τοῦ κιθαρῳδοῦ φησιν : ὃν πέρι Μοῦς ' ἐφίλησε , δίδου
6439953 κινδυνευω
νύκτωρ κατακλινεὶς οὐκ ἐκοιμᾶτο λέγων πρὸς ἑαυτὸν “ ἀλλὰ ἐγὼ κινδυνεύω μαχόμενος τῇ θαλάσσῃ καὶ τοὺς ζῶντας ἀποκτείνων ἕνεκα λημμάτων
γὰρ ἔμοιγέ ἐστι τοιοῦτον πεπραγμένον , ἀλλ ' ἀλογώτατον πάντων κινδυνεύω πολὺ μείζω συμφορὰν ἐμαυτῷ διὰ τούτους ἐπαγαγέσθαι . πρὸς
6436533 σεωυτον
, οὐκ ὀρθῶς σεωυτοῦ προέστηκας ἐς τὸ ἄγαν φαῦλον προάγων σεωυτόν : σὲ γὰρ ἐχρῆν ἐν θρόνῳ σεμνῷ σεμνὸν θωκέοντα
κατὰ τὰ φρονήματα . Σύ νυν ὧδε ποιήσας ὀρθώσεις μὲν σεωυτόν , σώσεις δὲ καὶ ἐμέ : ἐμοὶ γὰρ βασιλεὺς
6427240 προϊετο
εἰπεῖν . οὐδέ τι τοῖον : οὔτε ἀγαθὸν οὔτε φαῦλον προΐετο λόγον . Τελαμῶνα δ ' ἕλεν χόλος : οὗτος
. , ; , . . παρίστασθαι ἀγοραῖοι οὐ γὰρ προΐετο τὰ χρήματα ῥᾳδίως , οὐδὲ πρόχειρος ἦν καταφρονεῖν χρημάτων
6421592 φιλομουσιας
ὕμνον δὲ χαριστήριον τῷ Ποσειδῶνι , μάρτυρα τῆς τῶν δελφίνων φιλομουσίας , οἱονεὶ καὶ τούτοις ζωάγρια ἐκτίνων ὁ Ἀρίων ἔγραψε
ἀναθέμενος αὐτὸν ἐξενηξάμην ἔχων εἰς Ταίναρον . Ἐπαινῶ σε τῆς φιλομουσίας : ἄξιον γὰρ τὸν μισθὸν ἀπέδωκας αὐτῷ τῆς ἀκροάσεως
6416402 ἀπολωλα
, κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε
ἐπὶ τῇ λίμνῃ ἑστώς ; Ὅτι , ὦ Μένιππε , ἀπόλωλα ὑπὸ τοῦ δίψους . Οὕτως ἀργὸς εἶ , ὡς
6415430 δισταζω
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα
6414503 Ἐρυξιμαχε
ἔστιν ἅμα πατὴρ τοῦ λόγου . Οὐδείς σοι , ὦ Ἐρυξίμαχε , φάναι τὸν Σωκράτη , ἐναντία ψηφιεῖται . οὔτε
λέγεις ; εἰπεῖν τὸν Ἀλκιβιάδην : δοκεῖ χρῆναι , ὦ Ἐρυξίμαχε ; ἐπιθῶμαι τῷ ἀνδρὶ καὶ τιμωρήσωμαι ὑμῶν ἐναντίον ;
6412014 διατεινομενος
ἐπαύσατο λέγων , πανταχοῦ τε καὶ πρὸς ἅπαντας βοῶν καὶ διατεινόμενος ἐν ταῖς παλαίστραις καὶ ἐν τῷ Λυκείῳ καὶ ἐπὶ
τῆς εἰς ἡμᾶς αὐτοῦ ἀκραιφνοῦς φιλίας ταῦθ ' ὑπόμνημα εἶναι διατεινόμενος . Ἐπεὶ τοίνυν ὁ κάλλιστος ἡμῶν ἐπανῆκες φίλος ,
6411046 ξεινου
οἴκων ἄγκυρ ' ἔτ ' ἐμῶν τὴν χιονώδη Θρήικην κατέχει ξείνου πατρίου φυλακαῖσιν . ἔσται τι νέον : ἥξει τι
“ κέκλυτέ μευ , μνηστῆρες ἀγακλειτῆς βασιλείης , τοῦδε περὶ ξείνου : ἦ γὰρ πρόσθεν μιν ὄπωπα . ἦ τοι
6409391 Φραωτου
βασιλέως ἐνταῦθα ἔληξεν : ἀκούσας γὰρ ἐπαινεῖσθαι αὑτὸν ὑπὸ τοῦ Φραώτου τῆς τε ὑποψίας ἐπελάθετο καὶ ὑφεὶς τοῦ τόνου „
εἰδὼς ἑαυτόν . „ ὁ δὲ Ἀπολλώνιος ἀναμνησθεὶς ὧν τοῦ Φραώτου ἤκουσε καὶ ὅπως ὁ φιλοσοφήσειν μέλλων ἑαυτὸν βασανίσας ἐπιχειρεῖ
6407553 πεπονθα
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ :
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως
6393354 περιδειπνον
ἢ ἀπὸ τοῦ περιδείπνου λέγει : τάφος γὰρ λέγεται τὸ περίδειπνον , ὡς Ὅμηρος : “ δαίνυ τάφον Ἀργείοισι ”
. ξενίαν ] ὑποδοχήν . ξένος ] ξενίαν ὑποδεχόμενος . περίδειπνον ] ἡ ἐπὶ τοῖς ἀποθανοῦσιν ἑστίασις γινομένη . τίς
6383456 σκωπτομενος
τε ξυνιέναι ὀξύτερος ᾖ καὶ ἀμείνων μνημονεύς . Ὁ αὐτὸς σκωπτόμενος ὑπό τινος ὅτι διὰ σμικρολογίας τοῦτο ποιεῖ εἶπεν :
νόμοις τῆς πατρίδος . Βίας ἔν τινι πότῳ σιωπῶν καὶ σκωπτόμενος εἰς ἀβελτερίαν ὑπό τινος ἀδολέσχου : Καί τίς ἂν
6376871 τεισασθαι
καὶ ἀλγήσαντα τῷ ὀνείδεϊ ἐπιθυμῆσαι οὐκ οὕτω τὸν εἴπαντα ταῦτα τείσασθαι ὡς Πολυκράτεα πάντως ἀπολέσαι , δι ' ὅντινα κακῶς
ἡλίκων ἀνδρηιοτάτῳ καὶ προσφιλεστάτῳ προσέκειτο ὁ Ἅρπαγος δῶρα πέμπων , τείσασθαι Ἀστυάγεα ἐπιθυμέων . Ἀπ ' ἑωυτοῦ γὰρ ἐόντος ἰδιώτεω
6367689 βρεξω
σύνδεσμος , ἵν ' ᾖ οὕτως : νῦν τε γὰρ βρέξω τὸ ὄμμα , ἐπεὶ καὶ , ὅτε ὤλλυτο ,
σῆς παιδός : νῦν μὲν γὰρ λέγων τέγξω , ἤγουν βρέξω , τοῖς δάκρυσι τοῦτο τὸ ὄμμα , πρὸς τάφῳ
6364071 σαυτης
ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις
αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν .
6360278 βαβαι
: ὦδε : ἀβάλε : τὸ οὐαί : παπαί : βαβαὶ , οὐχ οὕτως ἔχοντα , διὰ τῆς αι διφθόγγου
ἔχω . Δημοσθένους γε καὶ ταῦτα , ὦ Ἀρχία . βαβαὶ τῆς ἀηττήτου ψυχῆς καὶ μακαρίας , ὡς ἀνδρεῖον μὲν
6360026 βουλευσαμενος
καὶ ἁμαρτητικῶς αὐτοῖς χρήσεται , οὕτω καὶ ὁ περὶ τἀγαθοῦ βουλευσάμενος ἢ καθόλου ἁμαρτήσεται ἢ καθ ' ἕκαστον . καὶ
ὑπὲρ τοῦ δικαίου συνείληφε λογισμόν : ἢ οὕτως : πολλὰ βουλευσάμενος , ὦ δικασταὶ , τήμερον περὶ ταυτησὶ τῆς γραφῆς
6357720 εὐχαριστων
αὐτὸ ἔλεγον καὶ στροφὴν καὶ προοίμιον . ἕνεκα μὲν τῶν εὐχαρίστων ταῦτα ἐγράφη μοι , ἀποδρέπεσθε δὲ καὶ ὑμεῖς τούτων
αὐτὸ ἔλεγον καὶ στροφὴν καὶ προοίμιον . ἕνεκα μὲν τῶν εὐχαρίστων ταῦτα ἐγράφη μοι , ἀποδρέπεσθε δὲ καὶ ὑμεῖς τούτων
6349805 καθεζῃ
ἀνακράξασα μετὰ κλαυθμοῦ λέγει μοι Ιωβ Ιωβ , ἄχρι τίνος καθέζῃ ἐπὶ τῆς κοπρίας ἔξωθεν τῆς πόλεως λογιζόμενος ἔτε μικρὸν
κατέθηκαν . εἶτα ἤροντο τὴν γραῦν , Διὰ τί οὕτως καθέζῃ καὶ οὐ παρασκευάζεις ἄριστον ; Ἀλλὰ πάντα , εἶπεν
6349535 Λακριτε
ψηφιεῖται εἰσαγώγιμον εἶναι , ἐμπορικὴν οὖσαν . ἔπειτα , ὦ Λάκριτε , σοὶ μὲν τοῦτο δίκαιον δοκεῖ εἶναι , ἐμοὶ
οὖν δεῖ ταύτην εἰσελθεῖν τὴν δίκην ; δίδαξον , ὦ Λάκριτε , μόνον δίκαιόν τι λέγων καὶ κατὰ τοὺς νόμους
6341578 ἀποτυγχανων
μὲν Καλλιρόην , τὸ δὲ ἀληθὲς ἑαυτόν : ᾐσθάνετο γὰρ ἀποτυγχάνων τῆς ἐπιθυμίας . “ θάρρει δὲ ” ἔφη ,
δι ' ἀβελτερίαν οὐδὲ δι ' ἄγνοιαν , οὐδ ' ἀποτυγχάνων ; Καὶ τίς μου καταμαρτυρεῖ , φήσει , δῶρα
6336866 κηρυξαι
σε , ὦ Δημόσθενες , ἐᾶσαι τὸν τῶν λογιστῶν κήρυκα κηρύξαι τὸ πάτριον καὶ ἔννομον κήρυγμα τοῦτο , τίς βούλεται
πληρώσας τούτου κατέπεμψε , δοὺς κήρυκα , καὶ ἐκέλευσεν αὐτῷ κηρύξαι ταῖς τῶν ἀνθρώπων καρδίαις τάδε : βάπτισον σεαυτὴν ἡ
6334397 Βασιλευ
, χοροῖσι Κηΐων φρένα ἰανθεὶς ὄπαζε θεόπομπον ἐσθλῶν τύχαν . Βασιλεῦ τᾶν ἱερᾶν Ἀθανᾶν , τῶν ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων ,
' ὑστεραίᾳ προσαγαγόντος αὐτοῦ τῇ πέτρᾳ τῶν βαρβάρων τις ἀνεβόησεν Βασιλεῦ Δημήτριε , τί βουλόμενος ἢ τίνος ἀναγκάζοντος πολεμεῖς ἡμᾶς
6333976 διδασκαλε
κἂν μηδεὶς ἑτέρων διδῷ , καὶ σὺ δέ , ὦ διδάσκαλε , τὸ ζῆν ἐν ἀτελείᾳ . καὶ πᾶς δὲ
φρένα τέρπετ ' ἀκούων . τούτους τοὺς στίχους , ἀγαθὲ διδάσκαλε , κολοφῶνα τῶν περὶ τῆς μουσικῆς λόγων πεποίημαι ,
6333193 ἀμπλακιας
πέτρᾳ προσηλοῦσθαι τοῦτό φησιν χειμαζόμενον ] δαμαζόμενον , πάσχοντα Τίνος ἀμπλακίας : ἕνεκα τίνος κολάσεως , πταίσματος , ὀλέκῃ καὶ
μοι , ἰὼ τλήμων . τί δέ σοι παῖδες πατρὸς ἀμπλακίας μετέχουσι ; τί τούσδ ' ἔχθεις ; οἴμοι ,
6327233 Σμερδις
: ὃς ἐδόκεε ἐν τῷ ὕπνῳ ἀπαγγεῖλαί τινά οἱ ὡς Σμέρδις ἱζόμε - νος ἐς τὸν βασιλήιον θρόνον ψαύσειε τῇ
ὑποδύνειν κελεύῃ : εἰ γὰρ δὴ μή ἐστι ὁ Κύρου Σμέρδις ἀλλὰ τὸν καταδοκέω ἐγώ , οὔτοι μιν σοί τε
6326523 Μακαριος
γὰρ θέλει δίδοσθαι ὁ πατὴρ ἐκ τῶν ἰδίων χαρισμάτων . Μακάριος ὁ διδοὺς κατὰ τὴν ἐντολήν : ἀθῷος γάρ ἐστιν
, καὶ αὐτόπτης γενόμενος θεάσασθαι καὶ θεασάμενος μακάριος γενέσθαι . Μακάριος ὡς ἀληθῶς , ὦ πάτερ , ὁ τοῦτον θεασάμενος
6326432 παρατιλλομαι
κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι , ἀπορῶ , γράφω , παρατίλλομαι , λογίζομαι , ἀποβλέπων εἰς τὸν ἀγρόν , εἰρήνης
ζωγραφῶ , ἐπὶ τῆς γῆς ξύων τῷ δακτύλῳ . “ παρατίλλομαι ” , τὰς ἐκ τῶν μυκτήρων ἢ τῶν μασχαλῶν
6325097 Κλεωνι
πολὺ ἂν θᾶττον διαθέμενον μηδένα ποτὲ τῶν ἑαυτοῦ οἰκείων διαλεχθῆναι Κλέωνι μᾶλλον ἢ τὸν τούτου ὑὸν ποιησάμενον . Εὐθυκράτει γάρ
καὶ ἄρχῃ τῆς πόλεως : ἀθυρόγλωσσος : ταῦτά φασιν ἐπὶ Κλέωνι τῷ δημαγωγῷ λέγεσθαι , σφαλλόμενοι . πρὸ γὰρ τῆς
6324863 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
6324633 ἀχθεσθεις
ἀλάστορα ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐγκεκρυμμένον δίοπτον εἶναι . Ὁ δὲ ἀχθεσθεὶς ἀπεστράφη πρὸς δυόμενον τὸν ἥλιον : καὶ οἱ μάντεις
ἐπ ' αὐτοῦ τὸν Νικήρατον ἐστεφάνωσεν , ὁ δὲ Ἀντίμαχος ἀχθεσθεὶς ἠφάνισε τὸ ποίημα . Πλάτων δὲ νέος ὢν τότε
6324062 ἁμαρτωλος
ἀπὸ ] τοῦ ἀγαπητοῦ αὐτοῦ ἀποκτεῖναι αὐτόν , καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ τοῦ ἐντίμου , οὔτε ἀπὸ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ
ἀποφώλια εἰδώς : ἀποφώλια δὲ τὰ ἀπαίδευτα . πῶς οὖν ἁμαρτωλὸς εἶ καὶ οὐκ ἀπαίδευτος ; ἀλλὰ λέγει πάνυ ἥμαρτες
6321157 στρατηγεις
? ? ? ι οὐκ ἀγοράζεις τὸ προκείμενον α οὐ στρατηγεῖς ἄρτι β οὐκ ἔχεις θάνατον ἰδεῖν ? ? ?
πίστεως Ϛ ἐπιτυγχάνεις τῆς ἐπικλήσεως ζ οὐ γίνῃ ἐπίσκοπος η στρατηγεῖς καὶ εὐημερεῖς θ θεωρεῖς θανάτους ι οὐ νικᾷς .
6320031 θυμουμενῳ
μόνον προσδοκῆσαι τοὺς ὀλίγους τῶν πολλῶν περιγίνεσθαι : ἀντὶ τοῦ θυμουμένῳ : ἀντὶ τοῦ καταπαύσειεν : τὴν ὀργὴν δηλονότι ,
τοῦ εἴδους τῆς ὀργῆς λαμβανόμενος καὶ ἀμέσως μὲν ὑπαρχόντων τῷ θυμουμένῳ , οὐ μέντοι γε οὐδ ' αὐτὸς ἀντιστρέφων πρὸς
6317742 καρτερησον
, δυσφορεῖς καὶ θαυμάζεις ταῦτα , καὶ περίφοβος εἶ . καρτέρησον , ἕως οὗ καὶ τὰ λοιπὰ μάθῃς . .
, πνέει καθ ' ἡμῶν φλεγμονὰς πυρεκβόλους ; μικρόν τι καρτέρησον ἐμβαλὼν κράνος : ὑπὲρ θεοῦ νῦν ἵστασαι καὶ τῆς
6316886 ἐφασκες
Πρωτεσίλεως περὶ τοῦ Ὁμήρου φρονεῖ ; βασανίζειν γάρ που αὐτὸν ἔφασκες τὰ τούτου ποιήματα . Τὸν Ὅμηρον φησί , ξένε
Γυμνάζεται δέ , ὦ ἀμπελουργέ , τίνα τρόπον ; ἐπειδὴ ἔφασκες αὐτὸν καὶ τοῦτο ἐξασκεῖν . Γυμνάζεται , ξένε ,
6313570 ἀυτω
προοιμίοις οὐ καλοῖς , οὐκ εὐσχήμοσιν : ὦ τάλας δισσῶς ἀυτῶ : τὸ ὦ τάλας δεύτερον βοῶ διὰ τὸ μεγάλα
ἀρῆξαι διαπεπραγμένῳ : τί γάρ ; ἰοὺ ἰού . κωφοῖς ἀυτῶ καὶ καθεύδουσιν μάτην ἄκραντα βάζω . ποῦ Κλυταιμήστρα ;
6311713 θηραματος
ἄστυ παλινόρμητα στέλλεται κἄπειτα τὸν κύνα διαφίησιν εἰς εὕρεσιν τοῦ θηράματος : ἐκεῖνος δὲ τῆς λαγῴας ὀδμῆς ὀσφρανθεὶς ἰχνηλατεῖ μάλα
τῆς σπουδῆς τῆς προκειμένης ἐτετυχήκει , τῷ μὲν δεσπότῃ τοῦ θηράματος ἀπέστη , ἀναχωρήσασα δὲ ἐννέα φασὶ σκύλακας ἀποκυήσασα εἶτα
6311478 Γετα
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα .
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν
6309168 ἐβαλες
, ἦ μάλα τοι τόδε κέρδιον ἔπλετο θυμῷ : οὐκ ἔβαλες τὸν ξεῖνον : ἀλεύατο γὰρ βέλος αὐτός . ἦ
εἰς τὸν περὶ αὐτοῦ : εἴρηκε γὰρ ἔβαλε καὶ οὐχὶ ἔβαλες ὦ Πάτροκλε . . καί . αἰγανέηςταναοῖο : ἡ
6307143 Ἀνθρωπε
τοὺς χρησμοὺς ἐξηγοῦνται . ὦ μεγάλης ἀναισχυντίας καὶ γοητείας . Ἄνθρωπε , τί ποιεῖς ; αὐτὸς σεαυτὸν ἐξελέγχεις καθ '
καθίζου μαλακῶς , ἵνα μὴ τρίβῃς τὴν ἐν Σαλαμῖνι . Ἄνθρωπε , τίς εἶ ; Μῶν ἔγγονος εἶ τῶν Ἁρμοδίου
6306096 ἀπολογησομαι
ἧσσον ἢ ἐν τῷ ἐμῷ : περὶ δὲ τῶν κατηγορημένων ἀπολογήσομαι καθ ' ἕκαστον . Πρῶτον μὲν οὖν , ὡς
, ἢ μέρος : ὅ ἐστιν ἀπόστα , καὶ δεόντως ἀπολογήσομαι : ἄλλως : ἀντὶ τοῦ : σὺ ἀναχώρει καὶ

Back