πρόσθεν : μετὰ δὲ τοῦτο ἄλλο τρίτον ἅρμα ἐξήγετο , φοινικίσι καταπεπταμένοι οἱ ἵπποι , καὶ πῦρ ὄπισθεν αὐτοῦ ἐπ
τραύμασιν . Καὶ τὸ αἷμα πρὸς τῷ χαλκῷ καὶ ταῖς φοινικίσι προσβάλλει τι ἄνθος τῷ στρατοπέδῳ , καὶ χαρίεν τῆς
6153052 φιαλαις
ἄθλων , καὶ τοῖς τρίποσι καὶ λέβησι καὶ ταῖς χρυσαῖς φιάλαις , ἃ ἦν ἔπαθλα τῶν ἀγώνων , τὸν ἑαυτῶν
φιλοτιμίαν ὑμῖν , ἠφάνισται καθαιρεθέντων τῶν στεφάνων : ἐπὶ ταῖς φιάλαις δ ' ἃς ἀντ ' ἐκείνων ἐποιήσαθ ' ὑμῖν
6127260 μαχαιραις
κάλους ὧν ἐξήρτηντο τὰ τὸ φῶς ἐν νυκτὶ παρέχοντα , μαχαίραις ἐξέκοπτον δεικνύντες , ὅτι δεῖ τὸν ἐν τῇ πόλει
διαθέσεσιν . ἐπὶ δὲ κεφαλῆς ἀφαιρεῖν πρῶτον τὰς τρίχας δεήσει μαχαίραις , εἶτα ξυρᾶν , εἶτα καὶ τῇ ἀναξυρήσει χρῆσθαι
6106424 ἀσπισι
δ ' ἔμπεδον ἄλλος ὁμῶς ἐπαμοιβὸς ἄρηρεν ὧς οἵγ ' ἀσπίσι νῆα συναρτύναντες ἔρεψαν : οἵη δὲ κλαγγὴ δῄου πέλει
δόξαν ὄντα τῆς ἱππικῆς Κυρήνης . χαλκάσπιδα , ὅτι σὺν ἀσπίσι χαλκαῖς τὸν ὁπλίτην ἔτρεχον δρόμον . . τὸ ἑξῆς
6083893 ἐφριξεν
μούνας πολλάκισανποσι ? ! ! ? δῆριν ? [ ] ἔφριξεν Ἄρης , νῦν ὑπ ' ἀνικάτωι Φιλοποίμενι δουρί τ
ἔξοχα θῆρες , δὴ τότ ' ἐμήσατο τοῖα : θοὰς ἔφριξεν ἐθείρας καί τ ' ὀπίσω νώτοισιν ἀκαχμένον ὠκυπέτῃσιν ἰθὺς
6049393 ἠχησεν
λᾶας , ὃ σημαίνει τὸν λίθον . λάκε ἐψόφησεν , ἤχησεν . ἰδίωμα δὲ φωνῆς , ἤχου . λαῖφος τὸ
οὖν στραφέντες εἰς ἀνελπίστους βίας ἔτεινον ἁπλῶς ἠκονημένα ξίφη , ἤχησεν ἀσπίς , ἐκρότησε τὸ κράνος , ἔλαμψεν ἡ νὺξ
6039606 χρυση
. . χρυσῆ δὲ κιθάρα ἀντὶ τοῦ τιμία , ὡς χρυσῆ Ἀφροδίτη . σύνδικον Μοισᾶν κτέανον : συνῳδόν , οἱονεὶ
ἄμφοδον , καὶ ἡ τρίτη πρὸς μεσημβρίαν . Καὶ κλίνη χρυσῆ ἵστατο ἐν τῷ θαλάμῳ ἀποβλέπουσα πρὸς ἀνατολάς : καὶ
6000261 ἑστηκασι
τῶν ὅπλων καὶ τῶν στρατιωτῶν , καὶ οἱ μὲν ὁπλῖται ἑστήκασι κεκλιμένοι ἐπὶ τῶν ἀσπίδων , οἱ δὲ ἱππεῖς ἐγκεχαλινωμένοι
ἐπιτεχνήσεις , παντοῖα δὲ ἀνθρώποις ἀνευρημένα ἐς λόγους ἐστίν . ἑστήκασι δὲ καὶ ἀνδριάντες ἐν οἰκήματι , Καλλιγνώτου τε καὶ
5939111 καιομενοιο
: πολλοὶ δ ' ἥρωες Ἀχαιοὶ τεύχεσιν ἐρρώσαντο πυρὴν πέρι καιομένοιο , πεζοί θ ' ἱππῆές τε : πολὺς δ
ἔτλη μέγα ἔργον , ὅλη δ ' ἀμφέστενεν Οἴτη ζωοῦ καιομένοιο , μίγη δέ οἱ αἰθέρι θυμὸς ἄνδρα λιπὼν ἀρίδηλον
5932540 ἀγρευται
, παρόσον Ἀρκὰς ἦν τὸ γένος , οἱ δὲ ἠπειρῶται ἀγρευταί . ἢ ἄγριος , παρόσον ἀγρίᾳ τροφῇ ἐκέχρηντο οἱ
, παρόσον Ἀρκὰς ἦν τὸ γένος , οἱ δὲ ἠπειρῶται ἀγρευταί . ἢ ἄγριος , παρόσον ἀγρίᾳ τροφῇ ἐκέχρηντο οἱ
5905432 θωραξι
τὴν γῆν , τὰ δὲ ἰσόμοιρα τῆι κράσει πᾶσι τοῖς θώραξι πεφωνηκέναι [ ? ] . , . . .
. Πληθ . Οἱ θώρακες , τῶν θωράκων , τοῖς θώραξι : αὗται αἱ δοτικαὶ διχῶς κανονίζονται , ἢ ἀπὸ
5849864 οἰνοχοοι
οὐ Τίγρις , οὐ Νεῖλος , οὐκ ἐκπώματα , οὐκ οἰνοχόοι : καὶ ἠγάπησεν παρὰ ἀνδρὸς Μάρδου λαβὼν ἐν ἀσκῷ
ἐξεπορεύθησαν Πυθικοὶ τέτταρες αὐτόματοι , καθάπερ οἱ Ὁμήρειοι προϊόντες , οἰνοχόοι δ ' ὑπ ' αὐτοῖς χαλκοῦ μέλανος , οἷοι
5849711 χαλκαις
πεντακοσίοις ταλάντοις τιμηθῆναι : μὴ μόνον δέ , ἀλλὰ καὶ χαλκαῖς εἰκόσι : καὶ τελευτήσαντα δημοσίαι ταφῆναι . βιώσαντα ὑπὲρ
κατὰ κράτος . εἶτα τὴν Κεντοριπίνων πολιορκούντων καὶ πρὸς ταῖς χαλκαῖς πύλαις καθημένων , ἧκον πρέσβεις πρῶτον παρ ' Ἁλαισίνων
5849084 τοξοις
. τάν τ ' ὀρεινόμον ἀγρίων Κενταύρων ποτὲ γένναν ἔστρωσεν τόξοις φονίοις , ἐναίρων πτανοῖς βέλεσιν . ξύνοιδε Πηνειὸς ὁ
τὸ τεῖχος ἔχειν ἐᾶσαι τοὺς προμαχομένους ἐλεύθερον βαλλομένους τοῖς τε τόξοις καὶ τοῖς ἀπὸ τῶν μηχανῶν λίθοις : οὕτως εἶχεν
5833003 πυγονος
δὲ Θάσῳ τὸν σκορπίον ὠνοῦ , ἐὰν ᾖ μὴ μείζων πυγόνος : μεγάλου δ ' ἀπὸ χεῖρας ἴαλλε . τὸν
προσπέφυκε , κάτω δὲ ἄλλος , τετράγωνοι δὲ ἄμφω , πυγόνος δὲ τὸ μῆκος . τοσοῦτον δὲ ἄρα τῶν ὀδόντων
5807263 ἠσπαιρον
τῷ συνεδρίῳ παρακληθέντες ὑπὸ τῶν ὑπάτων : ἐβόων τε καὶ ἤσπαιρον καὶ τὸν Μάρκιον λυμεῶνα καὶ ὄλεθρον τῆς πόλεως ἀπεκάλουν
οὕτως : οἱ τάριχοι ἐπὶ τῷ πυρὶ κείμενοι ἐπάλλοντο καὶ ἤσπαιρον . καὶ αἱ παροιμίαι δὲ κατὰ τὸ ἄρρεν λέγουσι
5806889 ἀσπισιν
, καὶ τομὰς ὡς ἀπὸ βέλους . ἀλλὰ ταῖς γε ἀσπίσιν ἐκδεχόμενοι τοὺς λίθους ὀλίγον τῶν βαλλόντων ἐφρόντιζον . ἐπεὶ
ὄρχησιν λέγει τὴν πυρρίχην . κτύπον γάρ τινα ἐν ταῖς ἀσπίσιν ἐποίουν οὗτοι πρὸς τὸ ὑπερηχεῖσθαι τὸν κλαυθμὸν τοῦ παιδίου
5770132 πορφυροις
, ἵν ' ᾖ ποικίλα ἱμάτια ἔχουσα σεμνῶς ἦλθες . πορφυροῖς γὰρ καὶ ποικίλοις ἱματίοις ἐπόμπευον . δεῖ δὲ ὑπονοεῖν
Καὶ ἦν ὁ πρῶτος θάλαμος μέγας καὶ εὐπρεπὴς καὶ λίθοις πορφυροῖς κατεστρωμένος καὶ οἱ τοῖχοι αὐτοῦ λίθοις ποικίλοις καὶ τιμίοις
5759953 κοσμηθεντες
στεφάνους ἐπὶ δεξιὰ πᾶσιν ἔδωκεν , οἳ ῥόδον ἀμφεπλέκοντο διάνδιχα κοσμηθέντες . κρητὴρ δὲ Βρομίου ἐκεράννυτο , πίνετο δ '
: ἐκ τῆς Πελλήνης δὲ τὰ Θεοξένια νικῶντες χλανίσιν ἐπιτηδειοτάταις κοσμηθέντες , ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἀνεχώρησαν . λέγεται δὲ ,
5757103 ξυλιναις
μὲν τῷ ποδὶ προσβαίνοντες , ἀναλωθέντων δὲ τῶν οἰστῶν σκυτάλαις ξυλίναις διαγωνίζονται . καθοπλίζουσι δὲ καὶ τὰς γυναῖκας , ὁρίζοντες
καὶ φασὶν , ὅτι ζηλοτυποῦσαι αἱ Θετταλαὶ γυναῖκες ἐφόνευσαν αὐτὴν ξυλίναις χελώναις τύπτουσαι ἐν τῷ ἱερῷ τῆς Ἀφροδίτης , πανηγύρεως
5752650 στιβαρῃσι
ἀναστῇ , ὅς τίς ς ' ἀμφὶ κάρη κεκοπὼς χερσὶ στιβαρῇσι δώματος ἐκπέμψῃσι φορύξας αἵματι πολλῷ . ” τὴν δ
αὐτὰρ ἐγὼ κηροῖο μέγαν τροχὸν ὀξέϊ χαλκῷ τυτθὰ διατμήξας χερσὶ στιβαρῇσι πίεζον : αἶψα δ ' ἰαίνετο κηρός , ἐπεὶ
5718145 Πολαις
συνοίκους ἐν ταῖς πόλεσι ταῖς ὑπὸ Κόλχων κτισθείσαις καλουμέναις δὲ Πόλαις ταῖς κτισθείσαις ὑπὸ Κόλχων ποίων - ; οὓς ψηλαφητὰς
δίζησθαι τὴν Μήδειαν ὀνομασθείς . × . ποταμοῦ παρὰ ταῖς Πόλαις . . * Διζηρὸς ποταμὸς πλησίον Πολῶν πόλεως τῆς
5710538 χρυσοχαλινοι
χρυσαῖ καὶ διαδήματα ἐν ταῖς μάχαις : οἵ τε ἵπποι χρυσοχάλινοι , καὶ μασχαλιστῆρες δὲ χρυσοῖ : ἄργυρος δ '
. οἱ δ ' αὖ τῷ Κύρῳ τρεφόμενοι ἵπποι παρήγοντο χρυσοχάλινοι , ῥαβδωτοῖς ἱματίοις καταπεπταμένοι , ἀμφὶ τοὺς διακοσίους :
5700642 νεβρις
σύμφωνον εἴη δεδιπλασιασμένον : ὕβρις Κύπρις : ὀξύνεται δὲ τὸ νεβρίς κεδρίς . τὸ δὲ ἄγγρις δεδιπλασίασται . Τὰ εἰς
εἴρηκεν ἀρκτῆ λεοντῆ παρδαλῆ μοσχῆ κυνῆ ἡ δὲ τῆς ἐλάφου νεβρίς , ὡς ἡ τῆς αἰγὸς αἰγίς , καὶ τοῦ
5689853 Ἰλιος
Παπαὶ τῶν ἐπαίνων , Ὅμηρε , καὶ τῶν ὀνομάτων , Ἴλιος ἱρὴ καὶ εὐρυάγυια καὶ ἐϋκτίμεναι Κλεωναί . ἀλλὰ μεταξὺ
' ἧς καθῄρητο τὸ τεῖχος , καὶ οὕτως ἑάλω ἡ Ἴλιος . Λέγεται ὅτι Αἴολος ἄνθρωπος ἦν κυριεύων πνευμάτων ,
5672559 Ταυταις
, ὅσαι αἱ πρὸς αὐτὸν [ ] διαρθρούμεναι πλευραί . Ταύταις δὲ ταῖς ἑπτὰ ὑποζωννύει καὶ ὑπαλείφει τις ὑμὴν κοινός
σύνθετον : πέμπτον αὐτὴν καθ ' αὑτὴν τὴν ἡδονήν . Ταύταις κέχρηται ταῖς διαστολαῖς ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Νόμων ,
5671369 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
5663975 βουφθαλμον
μᾶλλον καυθείσης ἡ τέφρα , ἀτράφαξυς ἠρέμα , βολβός , βούφθαλμον μᾶλλον ἀνθεμίδος , βράθυ , ὅ τινες ἀντὶ κινναμώμου
ἀνεμωνῶν ῥίζαι καὶ ἀσφοδέλου , βρυωνίας ῥίζα , βδέλλιον , βούφθαλμον , γεντιανῆς ῥίζα , γλήχων , δρακοντίου ῥίζα ,
5659050 ἐπειργασται
Ἀφροδίτην ἀνιοῦσαν ὑποδεχόμενος , τὴν δὲ Ἀφροδίτην στεφανοῖ Πειθώ : ἐπείργασται δὲ καὶ Ἀπόλλων σὺν Ἀρτέμιδι Ἀθηνᾶ τε καὶ Ἡρακλῆς
τῷ βάθρῳ δὲ ἐφ ' οὗ τὸ ἅρμα μέση μὲν ἐπείργασται Θάλασσα ἀνέχουσα Ἀφροδίτην παῖδα , ἑκατέρωθεν δέ εἰσιν αἱ
5655464 ἀκταις
τὴν πατρίδα τὸ πένθος αὐτοῦ παρεσήμηνεν . δειναῖσιν ταῖς δειναῖς ἀκταῖς δηλονότι τῆς θαλάσσης , παρὰ ταῖς ἀρχαῖς τοῦ ὕδατος
ἦλθες , ὦ παῖ Πηλέως . οὐ μὴν ἐπ ' ἀκταῖς γ ' ἐστὶ κωπήρης στρατός , οὔτ ' οὖν
5654986 κοιτος
δὲ τοῦ ἐπίπλου “ κατά τε κνίσῃ ἐκάλυψαν . ” κοῖτος ὁ ὕπνος ὁ ἐν τῇ κοίτῃ : “ κοίτου
: κοικύλλει παρατρέπει : κοισοιροῦται κοσμεῖται : κοιλοριζὼν πάναξ : κοῖτος ὕπνος : διὰ τῆς οι διφθόγγου . Ἡ οι
5653120 στεφανουμενος
ἀπόλλυται . καὶ πολλὰ βαλλόμενος καὶ τοξευόμενος ὥς τισιν ἄνθεσι στεφανούμενος λέγω : βάλλετε καὶ μὴ φείδεσθε . τί δ
ὃ δὲ εὖ διαβὰς ἐν τῇ στάσει καὶ ἐγκρατῶς , στεφανούμενος ἀπῄει . Ἐὰν προσέχῃ τις Καλλίᾳ , φιλοπότην αὐτὸν
5652242 κεραμοις
οἶνος ἑτοῖμος , ὃς οὔποτέ φησι προδώσειν , μείλιχος ἐν κεράμοις , ἄνθεος ὀζόμενος : ἐν δὲ μέσοις ἁγνὴν ὀδμὴν
οἶνος ἕτοιμος , ὃς οὔποτέ φησι προδώσειν , μείλιχος ἐν κεράμοις ' ἄνθεος ὀζόμενος : ἐν δὲ μέσοις ' ἁγνὴν
5648503 ἀκρητος
κρητήρ : ἐκ δὲ τοῦ κεράσω γίνεται κρατός ἄκρατος καὶ ἄκρητος . . . . , . ἀκρατοκώθωνες : οἱ
ἐς θάτερα μεταβληθέντα ἐξαπίνης , καὶ ὑδαρής τε οἶνος καὶ ἄκρητος παρὰ τὸ ἔθος ἐξαπίνης ποθείς : ὁ μὲν γὰρ
5648262 ἀποστιλβοντες
δῃουμένη κεῖται , πέφρικαν δ ' ὥστε ληίου γύαι λόγχαις ἀποστίλβοντες . οἰμωγὴ δέ μοι ἐν ὠσὶ πύργων ἐξ ἄκρων
κτήματ ' ἀπορραίσει . ” ὅθεν καὶ ὁ ῥαιστήρ . ἀποστίλβοντες ἀπολάμποντες . ἀπολείβεται ἀποστάζεται : “ καιροσέων δ '
5647594 ἀγχεμαχοι
Σιμόεντος . . . διὰ τοῦτό σοι Ἕκτωρ σῆμα καὶ ἀγχέμαχοι θέντο Λυκαονίδαι „ . Ζεῦγμα , πόλις Συρίας ἐπὶ
τιμήσομεν , ὃς μέγ ' ἄριστος Ἀργείων παρὰ νηυσὶ καὶ ἀγχέμαχοι θεράποντες , γνῷ δὲ καὶ Ἀτρεΐδης εὐρὺ κρείων Ἀγαμέμνων
5645877 Νηιδος
δὲ σαλπίζοντες : προσήρχετο : Νηίταις πύλαις : ἢ ἀπὸ Νηίδος τῆς Ἀμφίονος καὶ Νιόβης : ἢ ἐπεὶ νέαταί εἰσιν
θυγατρὸς τοῦ Ὠκεανοῦ . Νηίτισι ] ταῖς οὕτω λεγομένοις ἀπὸ Νηίδος τινός . Ξ προσβαλεῖν ] προσάξειν . θ προσβαλεῖν
5634485 ἀυτμῃ
που καὶ σπλάγχνα συῶν περὶ θερμὰ λέλειπτο Ἡφαίστου μαλεροῖο περιζείοντος ἀυτμῇ . Ἄλλοι δ ' αὖ πελέκεσσι καὶ ἀξίνῃσι θοῇσιν
: ῥώθωνος * ἐπισπέρχοντες : κινούμενοι κατεπειγόμενοι ἕλκοντες σπεύδοντες * ἀυτμῇ : πνοῇ ἄσθματι ἀναπνοῇ * νιφόεσσα : χιονώδης χιονιζομένη
5629240 ἐπεκειντο
ὄρους . οἱ μὲν δὴ Μακεδόνες θυμῷ καὶ ῥώμῃ διώκοντες ἐπέκειντο , οἱ δὲ ἀπὸ τῶν κορυφῶν τοὺς πέτρους βάλλοντες
ὡς λιμῷ πιέσων τὴν πόλιν . οἳ δὲ ἐργαζομένῳ τε ἐπέκειντο καὶ σαλπικτῶν χωρὶς ἐκτρέχοντες ἀθρόοι τοὺς ὀχετεύοντας ἠνώχλουν .
5608406 ταρφεες
ἔκτοσθε πυλάων ἐσσεύοντο πανσυδίῃ νιφάδεσσιν ἐοικότες , αἵ τε φέρονται ταρφέες ἐκ νεφέων κρυερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ : ὣς οἵ
ψυχέων ἐμάχοντο : τοὺς δ ' ἤδη ἐδάμασσε βιὸς καὶ ταρφέες ἰοί . τοῖς δ ' Ἀγέλεως μετέειπεν ἔπος πάντεσσι
5604238 ὀχθαις
φάραγγα ἐσπίπτων ἀφανίζεται . φύεται δὲ αὐτοῦ πόα πρὸς ταῖς ὄχθαις : ἀστερίωνα ὀνομάζουσι καὶ τὴν πόαν : ταύτην τῇ
” καὶ πάλιν ” ναῖε δὲ Σατνιόεντος ἐυρρείταο παρ ' ὄχθαις Πήδασον „ αἰπεινήν . „ * Σατνιόεντα δ '
5597696 Νεσσου
ἀγαπήσῃ , νομίσασα ταῖς ἀληθείαις φίλτρον εἶναι τὸ ῥυὲν αἷμα Νέσσου , τούτῳ τὸν χιτῶνα ἔχρισεν . ἐνδὺς δὲ Ἡρακλῆς
δὲ καὶ ὁ Ταφιασσὸς λόφος , ἐν ᾧ τὸ τοῦ Νέσσου μνῆμα καὶ τῶν ἄλλων Κενταύρων , ὧν ἀπὸ τῆς
5596102 λαμπροι
ὀλίγοι βασιλεῖς γνώμῃ μὲν οὐ κακοί , γένει δὲ οὐ λαμπροί , καὶ τὴν μὲν ἀρχὴν ἐπιστάμενοι σώζειν , αἰσχυνόμενοι
ἐστιν ἐξ ἀστέρων λαʹ ἔχουσα ἀστέρας βʹ , οἵ εἰσι λαμπροί . Οὗτός ἐστι τῷ εἴδει ὅμοιος τῷ Αἰγίπανι :
5594684 ἐγχελυων
. Καὶ μέν τις λιμένεσσι παρ ' ἀκλύστοισι θαλάσσης ἄγρην ἐγχελύων τεχνήσατο κοῦρος ἀθύρων . ἔντερον οἰὸς ἑλὼν περιμήκετον ἧκε
ψαμάθοις , ἡ δ ' ἰλὺς δεξαμένη κύει γένος τῶν ἐγχελύων : ὁμοίως δὲ καὶ οἱ γόγγροι τίκτονται , ἡ
5593330 ἀργιοδοντες
. βῆ δ ' ἴμεναι κείων , ὅθι περ σύες ἀργιόδοντες πέτρῃ ὕπο γλαφυρῇ εὗδον , βορέω ὑπ ' ἰωγῇ
ἀργαλέοιο κυδοιμοῦ φεῦγον : τοὶ δ ' ἐφέποντο κύνες ὣς ἀργιόδοντες κεμμάσιν ἀγροτέρῃσι κατ ' ἄγκεα μακρὰ καὶ ὕλην .
5592543 ᾠκεον
πόλις ” μερόπων ἀνθρώπων , ἀλλ ' ἔθ ' ὑπωρείας ᾤκεον πολυπιδάκου „ Ἴδης . „ τοῦ δὲ τρίτου ἐπὶ
” Μέλας , τρίτατος δ ' ἦν ἱππότα Οἰνεύς : ᾤκεον δ ' ἐν „ Πλευρῶνι καὶ αἰπεινῇ Καλυδῶνι .
5590556 τεθριπποις
γενναῖον τόκον θεοὶ ζῶντ ' ἀναρπάσαντες ἐς μυχοὺς χθονὸς αὐτοῖς τεθρίπποις εὐλογοῦσιν ἐμφανῶς . τὸν Οἰδίπου δὲ παῖδα , Πολυνείκη
, καὶ ὁδοποιήσειέ γ ' ἂν αὐτοῖς καὶ εἰ σὺν τεθρίπποις βούλοιντο ἀπιέναι . καὶ ἡμῖν γ ' ἂν οἶδ
5580866 ψιττακοι
θηρία παντοδαπὰ καὶ ὄρνεα . Εἶτ ' ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ , καὶ ταῲ , καὶ μελεαγρίδες , καὶ φασιανοὶ
ἐν ταύτῃ ἀλεκτρυόνες λέγονται εἶναι πωγωνίαι , καὶ κόρακες καὶ ψιττακοὶ λευκοί . Λαριαγάρα . . . . . .
5573812 φοινικοις
τε καὶ ὀθονίοις πολυτελέσιν , ὑπὸ δὲ ταῦτα πορφυροῖς καὶ φοινικοῖς χρυσουφέσιν . τοῦ δὲ μένειν τὴν σκηνὴν ὑπέκειντο κίονες
μέλασιν καὶ ποικίλοις . χρῶνταί γε μὴν οἱ ἁλιεῖς καὶ φοινικοῖς ἐρίοις καὶ ἁλουργέσι καὶ φελλοῖς καὶ ξύλοις : καὶ
5566710 ἁρπαις
φησιν Αἰλιανὸς καὶ ὡς ἕτεροι μυρίοι , τὸ δὲ γαμφαῖς ἅρπαις ἤτοι ἐπικαμπέσιν ὄνυξι . γ τυκίσμασι κατασκευάσμασι : τύκος
, ὡς δὲ οἰνὰς καὶ ἄμπελος * γαμφαῖσι καὶ σιαγόσιν ἅρπαις ἤγουν δρεπάναις ἢ ἅρπης καὶ δρεπάνης . πλανηθεὶς ὑπὸ
5562555 ἀνθεος
, ὃς οὔποτέ φησι προδώσειν , μείλιχος ἐν κεράμοις , ἄνθεος ὀζόμενος : ἐν δὲ μέσοις ἁγνὴν ὀδμὴν λιβανωτὸς ἵησιν
. ἐπ ' αὐτῆισι στέφανοι ἐπιβέβληνται ἄνω τῆς ἀκάνθου τοῦ ἄνθεος , καὶ ῥοιῆς [ ἄνθος ] καὶ ἀμπέλου πεπληγμένοι
5555100 Δολοπηιδα
παῖδας καταλείπει . φύρετο δ ' ἄλφιτα ἔπλεον εἰς Σκῦρον Δολοπηίδα . . . . . Κρίτωνος ἤτοι Δαμίππου Πυθαγορείου
καὶ Εὐρυδάμας Κτιμένου πάις , ἄγχι δὲ λίμνης Ξυνιάδος Κτιμένην Δολοπηίδα ναιετάασκεν : καὶ μὴν Ἄκτωρ υἷα Μενοίτιον ἐξ Ὀπόεντος
5553396 καιομενος
φασὶν εἰπεῖν , ὅτι τότε τελευτήσει Μελέαγρος , ὅταν ὁ καιόμενος ἐπὶ τῆς ἐσχάρας δαλὸς κατακαῇ . τοῦτο ἀκούσασα τὸν
πᾶσαν ὥραν . Ἀπόλλων δὲ καὶ αὐτὸς τῆς παιδὸς πόθῳ καιόμενος ὀργῇ τε καὶ φθόνῳ εἴχετο τοῦ Λευκίππου συνόντος καὶ
5553252 Ὑαδος
περικτήτους ἐξ ἀδικίας μάλιστα ὡς ὑποκεκρυμμένης . ὁ λαμπρὸς τῆς Ὑάδος δὲ μοίρας εἴκοσι Ταύρου . οὗτος κράσεως πέφυκεν Ἄρεος
: τῶν δὲ ἐν τῇ κεφαλῇ ὁ μὲν λαμπρὸς τῆς Ὑάδος καὶ ὑπόκιρρος , καλούμενος δὲ Λαμπαύρας , τῷ τοῦ
5552658 ἀγαλλομενοι
' ἱστοὶ καὶ ἐρετμὰ νεῶν καὶ νῆες ἐῖσαι , ᾗσιν ἀγαλλόμενοι πολιὴν περόωσι θάλασσαν . τῶν ἀλεείνω φῆμιν ἀδευκέα ,
[ ! ! ! ! ! ! ] νίκηι γὰρ ἀγαλλόμενοι ποθέεσκον καίπερ [ ] κεκμηῶτες [ ] ἀνὰ κνέφας
5549469 δρυσι
. . ἁμαδρυάδες : νύμφαι : διὰ τὸ ἅμα ταῖς δρυσὶ γεννᾶσθαι , φθείρεσθαι . . . . ἁμαρτίνους :
καὶ οὐδὲν ἀνύτουσιν οἱ μιξάνθρωποι ἢ μιξόθηροι ἁλιζόμενοι καὶ παίοντες δρυσὶ καὶ ἐλάταις , ἀλλὰ ἀκέραιος διαμένει καὶ ἀκλινής .
5545854 σαργοι
ἀκολουθοῦντας , ἕως ἂν εἰς τὴν ἄκατον εἰσέλθωσιν . Οἱ σάργοι ἱμείρονται τῶν αἰγῶν , οἱ δ ' ἁλιεῖς φέρουσιν
καὶ λαβὼν κρέας , φυρᾷ σὺν ἀλφίτῳ , καὶ ἐρχόμενοι σάργοι θηρεύονται ὑπ ' αὐτῶν : ἐρώμενοι δὲ τῶν θηλειῶν
5542934 ἐπικουροι
τὸν ἐπὶ τῆς ῥάχιος τοῦ ὄρεος ἐπεόντα ἐπεξῆλθον οἵ τε ἐπίκουροι καὶ αὐτῶν Σαμίων συχνοί , δεξάμενοι δὲ τοὺς Λακεδαιμονίους
ὄρη τὸν γεωργικὸν ἁρπάσαντες σίδηρον . ἧκον δ ' αὐτοῖς ἐπίκουροι κατὰ τάχος ἐνδιατρίβοντες ἐν Καπύῃ Κυμαίων φυγάδες , ὧν
5541198 εὐχετ
τότε δὴ Κρονίωνι πολυτλήτους ἀναείρας χεῖρας Λαομέδοντος ἐὺς γόνος ἀφνειοῖο εὔχετ ' ἐς ἱερὸν ἠὺ τετραμμένος Ἰδαίοιο Ζηνὸς ὃς Ἴλιον
' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν ἀγκοίνῃσι μιγῆναι , ἐκ Κωπῶν , ὅθεν
5532208 λευκαις
δ ' εἰπεῖν , Ἰνδοὺς ἐσθῆτι λευκῇ χρῆσθαι καὶ σινδόσι λευκαῖς καὶ καρπάσοις , ὑπεναντίως τοῖς εἰποῦσιν εὐανθέστατα αὐτοὺς ἀμπέχεσθαι
τὰς φρένας οὗτος εἶπεν . Λευκαῖς φρεσὶν ] * Τὸ λευκαῖς φρεσὶν ἐκαινοτόμησε Πίνδαρος ἀπὸ τοῦ Ὁμηρικοῦ : εἰ γὰρ
5520819 χρυσειοις
ὁ γέρων ἀμογητὶ ἄειρεν . ἐν τούτοις ζητεῖται τί τὸ χρυσείοις ἥλοις πεπαρμένον , εἶτα τί τὸ οὔατα δ '
λιαροῖσιν ἐν ὕδασι Παρθενίοιο ἠὲ καὶ Ἀμνισοῖο λοεσσαμένη ποταμοῖο , χρυσείοις Λητωὶς ἐφ ' ἅρμασιν ἑστηυῖα ὠκείαις κεμάδεσσι διεξελάῃσι κολώνας
5517359 ὀζος
: τῶν ἦρχ ' Ἱππόθοός τε Πύλαιός „ τ ' ὄζος Ἄρηος , υἷε δύω Λήθοιο Πελασγοῦ Τευταμίδαο ” .
ὄδωδεν εὐῶδες προσβάλλει , ὅ ἐστι πνεῖ καὶ ὄζει . ὄζος κλάδος . ὅταν δὲ λέγῃ “ ποδάρκης ὄζος Ἄρηος
5512742 γναθμοις
φῶτας γὰρ ἀλιτρονόους ἐπέδησας οἵ ῥα δίκην πόρσυνον , ἐπὶ γναθμοῖς ὑπανύσσας γλῶσσαν ἀναύδητον , τῆς οὔτ ' ὄπιν ἔκλεεν
* ἀγκύλοι : ἐπικαμπεῖς ἢ σκολιοί καμπύλοι , ἰσχυροί * γναθμοῖς : σιαγόσι δολιχήρεες δὲ ἤτοι μακροί , ἢ πρὸς
5506482 μελανυδρος
δὲ φρένες ἀμφιμέλαιναι : τὸ βαθύ : ὥς τε κρήνη μελάνυδρος . καὶ τὴν σκοτεινήν : ἕλκων νύκτα μέλαιναν .
ἂν δ ' Ἀγαμέμνων ἵστατο δάκρυ χέων ὥς τε κρήνη μελάνυδρος ἥ τε κατ ' αἰγίλιπος πέτρης δνοφερὸν χέει ὕδωρ
5504230 ἀπαρκτιαις
ἀπαρκτίαις : ταῖς ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνοαῖς : Λυκόφρων : ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . . . . ἀπάργματα :
ὑπὲρ Καλυδνῶν λευκὰ φαίνουσαι πτίλα , ἄφλαστα καὶ φώσσωνας ὠργυιωμένους ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . ἡ δ ' ἔνθεον σχάσασα
5499582 ὀφρυσιν
ἀγρολόφοισι : ἔξω ἐν ταῖς ὕλαι στῶντες . Ἐπισκυνίοισιν : ὀφρῦσιν . μεσόφρυα : μέτωπα . Χαροπαῖσι : εὐχαρίαις .
Τορόν : κυκλοτερές . πυρσωπόν : πύρινον . ἐπισκυνίοισιν : ὀφρῦσιν . δαφοινόν : μέλαν . Οὔατα : οὔτα .
5496414 λιγυρῃ
ἄσβεστος ὄρωρεν . Ὣς ἄρα φωνήσας ἵμασεν καλλίτριχας ἵππους μάστιγι λιγυρῇ : τοὶ δὲ πληγῆς ἀΐοντες ῥίμφ ' ἔφερον θοὸν
δὲ πόντον ἵκανον ἀήμεναι , ὦρτο δὲ κῦμα πνοιῇ ὕπο λιγυρῇ : Τροίην δ ' ἐρίβωλον ἱκέσθην , ἐν δὲ
5495073 χηνες
τῆς πέτρας προσανέβησαν . τοὺς μὲν οὖν φύλακας ἔλαθον , χῆνες δ ' ἱεροὶ τῆς Ἥρας τρεφόμενοι , καὶ θεωρήσαντες
ἡ γυνή , τὸ τεχθὲν ζήσειν : ἱεροὶ γὰρ οἱ χῆνες οἱ ἐν ναοῖς ἀνατρεφόμενοι : εἰ δὲ μή ,
5494491 αἰθουσῃ
οὐδέ ποτ ' ἔσβη πῦρ , ἕτερον μὲν ὑπ ' αἰθούσῃ εὐερκέος αὐλῆς , ἄλλο δ ' ἐνὶ προδόμῳ ,
. . . . . . γ . ὑπ ' αἰθούσῃ ἐριδούπῳ . αἴθουσα . , Υ : αἱ αἴθουσαι
5493498 ἐκτετανυσται
Μετὰ δὲ τούτους τοὺς Χάλυβας τῆς Ἀσσυρίας γῆς ἡ πρόχυσις ἐκτετάνυσται : λέγει δὲ τὰ περὶ Θερμώδοντα καὶ Παφλαγονίαν :
: ὅπου ὁ πολὺς καὶ ἐπιμήκης τῆς ἀοικήτου γῆς τόπος ἐκτετάνυσται , ὑπὸ τοῦ μαλεροῦ , ἤτοι θερμαντικοῦ καὶ καυστικοῦ
5485885 χαλκοις
Σκοτίας Ἑκάτης ἱερὸν καὶ πύλας Κωκυτοῦ καὶ Λήθης , διειλημμένας χαλκοῖς ὀχεῦσιν : ὑπάρχειν δὲ καὶ ἄλλας πύλας Ἀληθείας ,
τὸν παῖδα τοῦ Κλυμένου τὸν Ἐργῖνον . ἐν ὅπλοις γὰρ χαλκοῖς , ἤγουν σιδηροῖς , νικῶν δρόμον εἶπε τῇ Ὑψιπύλῃ
5479481 κεχαρισμενοι
φωτὶ δὲ μάλιστα χαίρουσι καὶ προαγγέλλουσι τὴν ἡμέραν ὡς ἡλίῳ κεχαρισμένοι , καὶ τὰς τῶν γαμετῶν ὠδῖνας παρηγοροῦσι τῇ κοινωνίᾳ
καὶ εὐωδέστεροι καὶ θᾶττον πεπαίνονται καὶ τῇ γεύσει μᾶλλόν εἰσι κεχαρισμένοι : καὶ ἑκάστου δένδρου τὸ πρὸς μεσημβρίαν τετραμμένον τῆς
5478137 ἐῤῥωμενον
αἱ φλέβες σφύζωσιν αἱ ἐν ταῖς χερσὶ καὶ τὸ πρόσωπον ἐῤῥωμένον ᾖ , καὶ τὰ ὑποχόνδρια μὴ μαλακὰ , ἀλλὰ
ἐλάσσων . Ἐὰν αἱ φλέβες σφύζωσι , καὶ τὸ πρόσωπον ἐῤῥωμένον ᾖ , καὶ τὰ ὑποχόνδρια μὴ λαπαρὰ , ἀλλὰ
5477491 τιγρις
ἀλέτων ὄνος , ποτάμιος ἵππος , τοῖχος , ὁ Σελεύκου τίγρις . ἔχων δὲ καὶ ἄλλα μαρτύρια ἀνατίθεμαι τὰ νῦν
, καὶ θραγμὸν κυάμων ἐρεικομένων τὰ θαλάττια κήτη , καὶ τίγρις ψόφον τυμπάνου . καὶ ἄλλα δὲ πλείω τούτων ἔνεστι
5476208 ἀκωκῃ
ὑπὲρ σάκεος μεγάλοιο αἰὲν ἐπ ' αὐχένι κῦρε φαεινοῦ δουρὸς ἀκωκῇ . καὶ τότε δή ῥ ' Αἴαντι περιδείσαντες Ἀχαιοὶ
. . παραγράφειν . . Χ . σάκος μύκε δουρὸς ἀκωκῇ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ ἤχησε καὶ οὐ
5476059 κυανεος
λίθου ἀχάτου , λίθος σαρδόνυξ . ἀντὶ Χαλκηδονίου , λίθος κυάνεος . ἀντὶ λίθου ὑακίνθου , λίθος βηρύλλιος . ἀντὶ
, ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ σώματος . γέγραπται δὲ οὐ κυάνεος οὐδὲ θαλάττιος , ἀλλ ' ἠπειρώτης . τῷ τοι
5474932 ἑταροι
μένος : αὐτὰρ ἔπειτα ὀστέα λευκὰ λέγοντο κασίγνητοί θ ' ἕταροί τε μυρόμενοι , θαλερὸν δὲ κατείβετο δάκρυ παρειῶν .
: αὐτὰρ ἐγὼ μετεφώνεον ἀχνύμενος κῆρ : ἄασάν μ ' ἕταροί τε κακοὶ πρὸς τοῖσί τε ὕπνος σχέτλιος . ἀλλ
5470895 παραμηριδιοις
ἑξακόσιοι κατὰ τὸ μέσον , ὡπλισμένοι θώραξι μὲν αὐτοὶ καὶ παραμηριδίοις καὶ κράνεσι πάντες πλὴν Κύρου : Κῦρος δὲ ψιλὴν
προμετωπιδίοις , παρωπίοις , παρηίοις , προστερνιδίοις , παραπλευριδίοις , παραμηριδίοις , περικνημιδίοις . λέγονται δὲ ἵπποι τεθωρακισμένοι , πεφραγμένοι
5468225 λιπαροις
σπέρματος ἢ χαρακισμοῦ ; αὐτόματοι γὰρ διὰ τῶν τριόδων ποταμοὶ λιπαροῖς ἐπιπάστοις ζωμοῦ μέλανος καὶ Ἀχιλλείοις μάζαις κοχυδοῦντες ἐπιβλὺξ ἀπὸ
χαῦνοι καὶ σιτάνιοι . οἱ δ ' ἐν εὐγείοις καὶ λιπαροῖς τόποις φυόμενοι , ἀπὸ δαψιλοῦς καὶ στερεᾶς ὕλης τρεφόμενοι
5458558 ἀμφικυπελλον
ὁ τύπος καὶ οὐχ ὥσπερ τὸ δέπας καὶ τὸ ἄλεισον ἀμφικύπελλον , οὕτω [ δὲ ] καὶ τοῦτο , κυφὸν
” ἀπὸ μέρους τὴν ὅλην χαλκῆν . κύπελλον ποτὲ μὲν ἀμφικύπελλον τὸ ἐξ ἀμφοτέρων μερῶν περικεκυφωμένον ποτήριον . κύρμα ἔντευγμα
5455788 ἐπακτηρες
φῦλα μένειν μονόφυλα , τὰ δ ' ἔξοχα τεκμήραντο ἄνδρες ἐπακτῆρες : τὰ δὲ μυρία φῦλα πέλονται , τῶν ἀμόθεν
τοῖς ὀφθαλμοῖς τὸ ὁραθέν . ἄκτιον : τὸν κυνηγόν : ἐπακτῆρες γὰρ οἱ κυνηγοί , ὥς φησιν Ὀππιανός : πολλαὶ
5455736 γλυκερῳ
νῦν με τάχιστα διοτρεφές , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες : οὐ γάρ πω μύσαν ὄσσε ὑπὸ
εὐνὴν τράπεθ ' ἡμέας , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὑπὸ γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες . ἡ δὲ προσποιουμένη Μέντωρ εἶναι Ἀθηνᾶ
5450330 τριηκοσιοι
' ὀβελοί , περὶ δὲ κρέα πεντήκοντα : τρὶς δὲ τριηκόσιοι περὶ ἓν κρέας ἦσαν Ἀχαιοί . τοῦτο δὲ εὑρίσκεται
πολέμου ἐόντος Μεσσηνίοισι πᾶσι καὶ αὐτός τε ἀπέθανε καὶ οἱ τριηκόσιοι . Ἐν δὲ Πλαταιῇσι οἱ Πέρσαι , ὡς ἐτράποντο
5444749 θεειου
ὑπὸ πληγῆς πατρὸς Διὸς ἐξερίπῃ δρῦς πρόρριζος , δεινὴ δὲ θεείου γίγνεται ὀδμὴ ἐξ αὐτῆς , τὸν δ ' οὔ
. , : τριχθὰ βαλών . . . εἰ δὲ θεείου πλῆτο . † ) θείου . καταστρέφει δὲ εἰς
5444168 φατναις
διαχρίουσι . καὶ τῆς στρωμνῆς δὲ ἐπιμελεῖσθαι χρή . Ταῖς φάτναις μήτε ὄρνεις μήτε ὕες προσιέτωσαν : ἑκατέρων γὰρ ἡ
θυηπολεῖ Νύμφαισιν . ἀλλὰ τούσδ ' ὄχους , ὀπάονες , φάτναις ἄγοντες πρόσθεθ ' : ἡνίκ ' ἂν δέ με
5442879 ἐλατηρες
, ἄλλοτε δ ' ἀΐξασκε μετήορα , τοὶ δ ' ἐλατῆρες ἕστασαν ἐν δίφροισι , πάτασσε δὲ θυμὸς ἑκάστου νίκης
ποσὶ καρπαλίμοισιν ἐν πεδίῳ κλονέοντες ἀπείριτον . Οἱ δ ' ἐλατῆρες ἵπποις οἷσιν ἕκαστος ἐκέκλετο , τῇ μὲν ἱμάσθλῃ ταρφέα
5439725 Κενταυροι
τοῦτο τὸ χωρίον οἰκοῦντες Λαπίθαι ἐκαλοῦντο : κεκλημένοι δὲ οἱ Κένταυροι παρὰ τῶν Λαπίθων ἐπὶ θοίνην , μεθυσθέντες ἁρπάζουσι τὰς
ὑπηρεσίᾳ ἀπέφηναν τὸν χρώμενον ἐξ ἀνθρώπου θηρίον . Τοῦτο οἱ Κένταυροι , τοῦτο αἱ Γοργόνες , τοῦτο αἱ Χίμαιραι ,
5439622 μισγονται
. καὶ Μόσσυνες οἱ ἐν Ποντικῇ συνουσιάζουσι δημοσίᾳ καὶ γυναιξὶ μίσγονται ὥσπερ οἱ κύνες , τοῖς δὲ ἄλλοις ἀνθρώποις ἄτιμα
οὕτως : που κεφαλὴ τῇ νείσσεται , ᾗχί περ ἄκραι μίσγονται δύσιές τε καὶ ἀντολαὶ ἀλλήλῃσιν . ὁ δὲ Ἄτταλος
5438919 πηρην
Λαμπάδα θεὶς καὶ τόξα βοηλάτιν εἵλετο ῥάβδον οὖλος Ἔρως , πήρην δ ' εἶχε κατωμαδίην , καὶ ζεύξας ταλαεργὸν ὑπὸ
Ἀχαιούς , ὡς μὴ ψυχρὸς ἐὼν θερμηγορέειν ἐπιχειρῇ χρυσῷ σαξάμενος πήρην μάλα πολλὰ δανείζων , ἐν καλαῖς Πάτραισιν ἔχων τρὶς
5436819 Ἀρηνη
' Ἀρήνηθεν ἀοσσητῆρα κομίζεις . εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἀρῶ Ἀρήνη , εὐαροτρίαστος γάρ . ὡς οὖν ἀπὸ τοῦ σάσσω
τὸ η παραλήγεται : οἷον , εἰρήνη : σαγήνη : Ἀρήνη : ἀθήνη εἶδος μελίσσης : Μεσσήνη : Πελλήνη :
5436512 τομοι
τοῦ λάρυγγος τοῖς νεκροῖς . φύσκαι δὲ καὶ ζέοντες ἀλλάντων τόμοι παρὰ τοῖς ποταμοῖς σίζοντ ' ἐκέχυτ ' ἀντ '
τονθορυγοῦντες ἔρρεον . . . φύσκαι δὲ καὶ ζέοντες ἀλλάντων τόμοι παρὰ τοῖς ποταμοῖς σίζοντ ' ἐκέχυτ ' ἀντ '
5434440 κισσῳ
τινὲς μὲν ὄφεσιν , αἳ δὲ μίλακι καὶ ἀμπέλῳ καὶ κισσῷ : κατεῖχον δὲ ταῖς χερσὶν αἳ μὲν ἐγχειρίδια ,
ἥτε θεῷ πληγεῖσα παρήορον ὄμμα τιταίνει γυμνὸν ἐπισσείουσα κάρη κυανάμπυκι κισσῷ , ὡς ἥγε πτερόεντος ἀναΐξασα νόοιο Κασσάνδρη θεόφοιτος ἐμαίνετο
5434229 νειῳ
δὲ λοξάϲ , βαθείαϲ κάρτα , ἴκελον τὸ ξύμπαν τριπόλῳ νειῷ . τρίχεϲ δὲ ἄλλοιϲι μὲν ζώοιϲι φύϲει τοιαίδε αἱ
Δημήτηρ , ᾧ θυμῷ εἴξασα , μίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ νειῷ ἔνι τριπόλῳ : οὐδὲ δὴν ἦεν ἄπυστος Ζεύς ,
5433237 χρυσοφρυες
πλῆθος ἄμαχον , ὑπονοστεῖ δὲ αὖθις , καὶ ὑπολείπονται πολλοὶ χρυσόφρυες ἐν ὀλίγῳ ὕδατι , ἔνθ ' ἂν καθήμενα εὑρεθῇ
τε , σαῦροι πίονες . κὠξύρυγχοι ῥαφίδες ἵππουροί τε καὶ χρυσόφρυες . καρκίνοι θ ' ἵκοντ ' ἐχῖνοί θ '
5432984 Ἐχεφρων
, Χρομίος Ἀστύγονος Τελέστας Εὔανδρος Κεβριόνης , Μύλιος Ἀρχέμαχος Λαοδόκος Ἐχέφρων Ἰδομενεύς , Ὑπερίων Ἀσκάνιος Δημοκόων Ἄρητος Δηιοπίτης , Κλονίος
Περσεύς τε ? ? [ Στρατίος τε καὶ Ἄρητος καὶ Ἐχέφρων Πεισιδίκη θ ' ἣ εἶδος [ ἐρήριστ ' ἀθανάτηισιν
5430096 αἰγανεῃσιν
καὶ ἀκοντίοις μετά τινος συμμετρίας ἐχρῶντο : δίσκοισιν τέρποντο καὶ αἰγανέῃσιν ἱέντες . τὸ γὰρ τερπνὸν τὴν κακοπάθειαν κουφίζει .
πένοντο , μνηστῆρες δὲ πάροιθεν Ὀδυσσῆος μεγάροιο δίσκοισιν τέρποντο καὶ αἰγανέῃσιν ἱέντες , ἐν τυκτῷ δαπέδῳ , ὅθι περ πάρος
5425413 κομωσαι
' ἐν ταῖσι παλαίστραις Αἰγιναῖαι κατεβέβληντο δρυπεπεῖς , βώλοις τε κομῶσαι . Ἐγὼ γάρ εἰμι θυννὶς ἢ μελαίνας ἢ καὶ
Ἀθηνᾶς ἦσαν , αἱ δὲ σηκοί , αἱ πολύκλαδοι καὶ κομῶσαι . οὐκ ἐξῆν δὲ οὔτε τοὺς σηκοὺς οὔτε τὰς
5424545 ἐστεινετο
δ ' ὑπὸ χερσὶ μυρίοι ἐκτείνοντο , πέδον δ ' ἐστείνετο νεκρῶν . Ὡς δ ' ὅτ ' ἀν '
κεῖτο λελασμένος ἰωχμοῖο Αἴας σὺν τεύχεσσι . Πολὺς δ ' ἐστείνετο λαὸς αἰγιαλοῖς : Τρῶες δὲ γάνυντ ' , ἀκάχοντο
5414662 ἠλιβατοις
τὰν ἱκέτιν φυγάδα περίδρομον , λυκοδίωκτον ὡς δάμαλιν ἂμ πέτραις ἠλιβάτοις , ἵν ' ἀλκᾷ πίσυνος μέμυκε φράζουσα βοτῆρι μόχθους
τῶν πεδίων , εὗρε δὲ καὶ τὰ ὑδρεῖα ἐμπεφραγμένα πέτραις ἠλιβάτοις : οὕτω γὰρ διετέτακτο Πομπήιος , κατασπᾶν κελεύσας τὰ
5414185 πηλαμυς
ἰδόντος σημαίνουσιν , οἷον θύννος καὶ τὰ εἴδη αὐτοῦ πρημὰς πηλαμὺς σῖμος σφύραινα [ καὶ ] κολίας καὶ τὰ ὅμοια
ὁρμήν : πνοήν . Χεῖμα δέ : ἱστοροῦσιν ὅτι ἡ πηλαμὺς ἀμβλυωπεῖ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ χειμῶνος ἐν τοῖς πηλώδεσι
5412591 χαλκῳ
ἀλλ ' οὔπῃ χροὸς εἴσατο , πᾶς δ ' ἄρα χαλκῷ σμερδαλέῳ κεκάλυπτο . . Ν : Χροός : Ἀλεξίων
θαυμασίως πως εὐθετοῦσι . δεῖ δὲ καίειν αὐτοὺς ἐν ἀγγείῳ χαλκῷ καὶ οὕτω παρέχειν ἐξ αὐτοῦ ὅσον τοῖς τρισὶ δακτύλοις

Back