ἔδακνόν τε αὐτὸν οἱ προειρημένοι καὶ ἐπέσκωπτον ὡς φίλοχλον καὶ φιλόδοξον . μάλιστα δὲ ἐπετίθεντο αὐτῷ παρὰ Ἱερωνύμῳ τῷ Περιπατητικῷ
. Τὸν δὲ Ὄσιριν λέγουσιν , ὥσπερ εὐεργετικὸν ὄντα καὶ φιλόδοξον , στρατόπεδον μέγα συστήσασθαι , διανοούμενον ἐπελθεῖν ἅπασαν τὴν
6772259 ἀδιαφοριαν
φιληδονίαν , ἀντὶ δὲ μεγαλοφροσύνης βλακείαν , ἀντὶ δὲ ἐλευθεριότητος ἀδιαφορίαν , καὶ ὅσα τούτοις παραπλήσια . τῷ δὲ τοῦ
τί δή σοι Ἀρίστωνα καταλέγοιμι ; τέλος οὗτος εἶναι τὴν ἀδιαφορίαν ἔφη : τὸ δὲ ἀδιάφορον ἁπλῶς ἀδιάφορον ἀπολείπει .
6712512 ἐγκρατευσῃ
ποιοῦντες . καὶ πάλιν ἐὰν τὸ πονηρὸν μὴ ποιῇς καὶ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ
τὴν ἐντολὴν ταύτην : ἐὰν τὸ ἀγαθὸν ποιῇς καὶ μὴ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ
6668876 ἐξευροντι
πολλῆς διατριβῆς δεόμενα . καὶ ἔγωγε ἤδη χάριν οἶδά σοι ἐξευρόντι σύντομόν τινα ταύτην ἡμῖν καὶ ἀρίστην ὁδόν . Καὶ
δὲ ἐγκωμίων μοι παρέστη , ἤγουν ἐπῆλθε τοῦτον τὸν τρόπον ἐξευρόντι , τουτέστιν ἐπινοήσαντι τρόπον νεοσίγαλον , ἤγουν καινοτέραν ἀγλαΐαν
6636441 φιλοσοφεις
ὄντες . ” καὶ ἅμα ἐς τὸν Ἀσκληπιὸν βλέψας „ φιλοσοφεῖς , „ ἔφη ” ὦ Ἀσκληπιέ , τὴν ἄρρητόν
ἂν ταῦτα ᾤου . „ „ σὺ δέ , ἐπειδὴ φιλοσοφεῖς , ὦ βέλτιστε , ” ἔφη ” τί περὶ
6627720 προσπολοις
ταῦτα καὶ πολὺς γέλως . ] ἀνοιγέτω τις δῶμα : προσπόλοις λέγω ὠθεῖν πύλας τάσδ ' , ὡς ἂν ἀλλὰ
χρὴ τήνδε δέξασθαι δόμοις . οὐκ ἂν μεθείην σοῖς γυναῖκα προσπόλοις . σὺ δ ' αὐτὸς αὐτὴν εἴσαγ ' ,
6592041 Υἱῳ
ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Φίλους ἔχων
γίγνεται κακά . Ὑπερήφανον πρᾶγμ ' ἐστὶν ὡραία γυνή . Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ ' ἔμφρων πατήρ . Ὕπνος πέφυκε
6591460 Ἀρμαϊς
Αἴγυπτος καλεῖται . τῷ δὲ Σέθως ἦν ἀδελφὸς ᾧ ὄνομα Ἄρμαϊς : οὗτος Δαναὸς κέκληται ὁ εἰς Ἄργος ἀπὸ Αἰγύπτου
δηλῶν αὐτῷ πάντα , καὶ ὅτι ἀντῇρεν ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ Ἄρμαϊς . Παραχρῆμα οὖν ὑπέστρεψεν εἰς Πηλούσιον , καὶ ἐκράτησε
6564984 φιληδονιαν
ὥστε εἰς ἐπιείκειαν φέρειν : ἐκτρέπει γὰρ τοὺς πλείους εἰς φιληδονίαν τε καὶ ὑπερηφανίαν . Ὅτι τοὺς ἑαυτοῦ οἰκέτας ἐκπαιδεύσας
διὰ τέκνα ἤθελε συνεῖναι τῷ Ἰακώβ , καὶ οὐ διὰ φιληδονίαν . Προσθῆσα γὰρ καὶ τῇ ἐπαύριον ἀπέδοτο τὸν Ἰακώβ
6550014 Ἀμαζονιδα
δοτικὰς συνάπτουσιν : οἷον Διονύσιος ὁ Χαλκιδεύς : Μυρρίνην τὴν Ἀμαζονίδα περιβλεψάμενος , ἔδωκεν αὐτῷ τὰς ἄλλας Ἀμαζονίδας μετακαλέσασθαι .
Ἀμαζόνων : Ἀμαζονίδα λίμνην λέγει τὴν θάλασσαν τὴν παρὰ τὴν Ἀμαζονίδα νῆσον : εἰς γὰρ τὸν Εὔξεινον πόντον οἰκοῦσιν αἱ
6510325 Πλαγκον
τὸν πατέρα Μάγνον , οἱ δὲ αὑτὸν ἐφ ' ἑαυτοῦ Πλάγκον , τάδε αὐτὰ συνιδόντα καὶ φυλαξάμενον , μὴ τὴν
ἐκ τῆς Κελτικὴς ἤπειγε βοηθεῖν Λευκίῳ καὶ στρατὸν ἄλλον ἀγείρασα Πλάγκον ἔπεμπεν ἄγειν Λευκίῳ . Πλάγκος μὲν δὴ τέλος τοῦ
6507274 Σοφου
κακός . ! ! ! σοι φρ ! ! [ Σοφοῦ παρ ' ἀνδρὸς προσδέχου συμβουλίαν . μὴ πᾶσιν εἰκῆ
τὸ σοφὸν οὐκ αἰνῶ τόδε . Ἐκ τοῦ Ῥήσου : Σοφοῦ παρ ' ἀνδρὸς χρὴ σοφόν τι μανθάνειν . Ἐκ
6479272 προσεκυνησε
ἔκλαυσεν ὑφ ' ἡδονῆς Διονύσιος ἰδὼν καὶ ἡσυχῆ τὴν Νέμεσιν προσεκύνησε . μόνην δὲ Πλαγγόνα προσμεῖναι κελεύσασα τοὺς λοιποὺς προέπεμψεν
, γράμματα παρὰ βασιλέως δεξάμενος οὐκ ἐῶντος πολιορκεῖν , ἀναγνοὺς προσεκύνησε τὴν ἐπιστολὴν καὶ ἔθυσεν εὐαγγέλια ὡς μεγάλα δὴ ἀγαθὰ
6466045 ἀνεπανορθωτον
τε καὶ δόξης καταφρονεῖν : συμβήσεται γὰρ ἀμαθῆ τε καὶ ἀνεπανόρθωτον εἶναι τὸν οὕτω διακείμενον . ἀναγκαῖον δ ' εἶναι
τε καὶ φιλίας τὴν γινομένην διὰ κακίαν μεγάλην τε καὶ ἀνεπανόρθωτον . τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ τύπος ἦν τῆς διὰ
6461009 Γυναι
Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ
πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς
6459861 Δοξαν
, ἀλλὰ φράσαντες τῷ πατρὶ τὰς ἀληθείας ἐκποδὼν ἀπιέναι . Δόξαν δὲ οἱ μὲν εἶπαν , ὁ δὲ Ἀετίων εἰς
ἠὼς γένηται καὶ τὸ πᾶν ἡ Κλειὼ βασανιζομένη κατείπῃ . Δόξαν οὖν οὕτως εἰχόμεθα ἔργου , σκηψάμενοι πρὸς τὸν θυρωρὸν
6457218 παγκαλην
τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἅιδην καὶ τὸν Δία , καὶ παγκάλην λέγει εἶναι τὴν σοφιστικὴν τέχνην : ὅθεν ὑπονοοῦμεν ὅτι
ἦν ἐπιθυμῶν εἰπεῖν ἵν ' εὐδοκιμήσειεν , ἡγούμενος ἔχειν ἀπόκρισιν παγκάλην : προσεποιεῖτο δὲ φιλονικεῖν πρὸς τὸ ἐμὲ εἶναι τὸν
6446128 ΗΘΝ
ΚΗ . καὶ ἐπεὶ κῶνος , οὗ βάσις μὲν ὁ ΗΘΝ κύκλος , κορυφὴ δὲ τὸ Ζ σημεῖον , τέτμηται
αὐτοῦ τοῦ ἐκκέντρου κινήσεως εἰς τὰ ἑπόμενα μετεβιβάσθη τὴν ὑπὸ ΗΘΝ γωνίαν μείζονα οὖσαν τῆς ὑπὸ ΚΘΗ , φανερόν ,
6434495 Παρατηρειν
, τρυγᾶν ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ
ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν
6413802 Ὁμως
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται ,
6402747 ἀποκαλυψαι
μὲν ταῦτα ὁρῶσα ὅμως σιωπῶ : οὐ γὰρ ἡγοῦμαι πρέπειν ἀποκαλύψαι καὶ διαφωτίσαι τὰς νυκτερινὰς ἐκείνας διατριβὰς καὶ τὸν ὑπὸ
] τη ! [ . ] “ [ ! ! ἀποκαλύψαι ] μοι ? [ ταῦτα - ] [ .
6393116 Χαριν
Ὅθεν συνοικοῦσαν οὐκ ἀπιθάνως τῷ τῶν ὅλων ἀρχιτέκτονι πεποίηκε τὴν Χάριν : ἔμελλε γὰρ ἤδη τῷ κόσμῳ χαριεῖσθαι τὸν ἴδιον
Εὐσεβείας ἔχου . Ἐπαίνει τὰ καλά . Κακίας ἀπέχου . Χάριν ἀπόδος . Ἱκέτας ἐλέει . Υἱοὺς παίδευε . Σοφοῖς
6388219 ἐφασκες
Πρωτεσίλεως περὶ τοῦ Ὁμήρου φρονεῖ ; βασανίζειν γάρ που αὐτὸν ἔφασκες τὰ τούτου ποιήματα . Τὸν Ὅμηρον φησί , ξένε
Γυμνάζεται δέ , ὦ ἀμπελουργέ , τίνα τρόπον ; ἐπειδὴ ἔφασκες αὐτὸν καὶ τοῦτο ἐξασκεῖν . Γυμνάζεται , ξένε ,
6375441 δυσκολαινεις
, στρέφει ἀττικῶς , μὴ ἠρεμῶν ἐν τῇ κλίνῃ . δυσκολαίνεις ] δυσχεραίνεις . τὴν νύχθ ' ] κατά .
τόκου ἐνεχυράσεσθαί φασιν . ἐτεόν , ὦ πάτερ , τί δυσκολαίνεις καὶ στρέφει τὴν νύχθ ' ὅλην ; δάκνει μέ
6373529 εὐπορουσαν
καὶ πρὸς μείζονα νῦν ἀναβάντος ἀξίαν καὶ πλείονα προῖκα τὴν εὐποροῦσαν ἀπαιτῆσαι παρθένον , ὁ γὰρ ἀνόνητον ἑαυτῷ τὴν ἀριστείαν
καὶ σεμνότητα τρόπων . ἐγὼ μὲν οὐδὲ τοσοῦτον οἶμαι τὴν εὐποροῦσαν ἡττᾶσθαι πρὸς ἅμιλλαν εἴδους , ὅσον ἐν πλούτῳ προέχει
6367059 δικαιοσυναν
[ τὸ μεταβάλλον ] . Δοκεῖ μοι τῶν ἀνδρῶν τὰν δικαιοσύναν ματέρα τε καὶ τιθηνὰν τᾶν ἀλλᾶν ἀρετᾶν προσειπέν :
δὲ ἀνδρειότατα οἷον ποτὶ ῥώμαν καὶ ἰσχύν , ποτὶ δὲ δικαιοσύναν οἷον ποτὶ κάλλος τὸ σῶμα . τουτέων δὲ ἀρχαὶ
6362609 αὐλαιαν
τῶν στρογγύλων ληκύθους καὶ βακτηρίας τῶν σκολιῶν ἐκ Λακεδαίμονος καὶ αὐλαίαν Πέρσας ἐνυφασμένην καὶ παλαιστρίδιον κόνιν ἔχον καὶ σφαιριστήριον .
τοῦ θεάτρου καὶ ἐφηβικόν . ἔξεστι δὲ καὶ τὸ παραπέτασμα αὐλαίαν καλεῖν , Ὑπερείδου εἰπόντος ἐν τῷ κατὰ Πατροκλέους .
6356922 Ἐγραψε
Μακεδονίας : Ἀντιγένης Περὶ τῶν Μακεδονίων ποταμῶν α . : Ἔγραψε Περὶ Ἀλεξάνδρου Μακεδόνος . Ὥρους Σαμίων . Βρούτου ἐγκώμιον
καλῶς αὐτὸν πεπολιτεῦσθαι . Λέξω δὲ ὅθεν μάλιστα παρακολουθήσετε . Ἔγραψε Φιλοκράτης ἐξεῖναι Φιλίππῳ δεῦρο κήρυκα καὶ πρέσβεις πέμπειν περὶ
6351001 ἐκπονησας
' ἄν , ἢ κέρδει ἐπαιρόμενος τὸ εὐπρεπὲς τοῦ λόγου ἐκπονήσας παράγειν πειράσεται . ἡ δὲ πόλις ἐκ τῶν τοιῶνδε
θήραν : ὥστ ' εἰκότως τὴν ἀδελφὴν ἰατρικῆς τέχνης ἀλειπτικὴν ἐκπονήσας , πάντας τοὺς περὶ ἀρετῆς καὶ εὐσεβείας ἀλείψας καὶ
6342849 σκορδινωμαι
χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω , κέχηνα , σκορδινῶμαι , πέρδομαι . „ ὅπερ καὶ περὶ τοὺς ἄλλως
οἱ νεοσσοὶ κεχήνασι δεόμενοι τῆς τροφῆς . τὸ δὲ “ σκορδινῶμαι ” ἀντὶ τοῦ κλῶμαι καὶ σπασμῷ συνέχομαι . οἱ
6335708 ἀγαπην
τῶν δαιμόνων φαντασίας : ἐν ᾗ ὀφείλει ἐνεργεῖν ἐπί τε ἀγάπην καὶ ἐχθρὰν καὶ δεσμοὺς καὶ παντὸς γοητικοῦ πράγματος .
Μενοικέως περιστέλλων καὶ κοσμῶν καὶ ἐπιμελείας ἀξιῶν καὶ δι ' ἀγάπην ἐκείνῳ προσκαθήμενος οὐκ ἔφθασα εἰς τὸ καὶ ταῦτα μαθεῖν
6335624 ζαργαναι
. ἀμφότεραι : δύο γένη εἰσὶ σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί .
μόρον ἀγρευτῆρος : τὸν ἀπ ' ἀγρευτῆρος . Σφύραιναι : ζαργάναι . ἐνιπλήξωσι : ἐμπέωσι , πελάσωσιν . Διζόμεναι :
6329498 γιεʹ
ιβʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις μιᾶς ὥρας τὸ γιεʹ . Ἡ δὲ Προκόννησος [ ] ἔχει τὴν μεγίστην
∠ ʹγ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ὥρᾳ μιᾷ γιεʹ . Τῶν δὲ τῆς Καρμανίας διασήμων πόλεων : ἡ
6327606 ἀδικε
σύ : τῷ δικαίῳ φησίν . σύ τε ] ὦ ἄδικε . τῷ ἀδίκῳ . φοιτᾷ : ἀντὶ τοῦ ”
πρὸς τὸν ἄδικον λόγον : ἤγουν πρὸς τάδε , ὦ ἄδικε λόγε , ὁ κομψοπρεπῆ μοῦσαν ἔχων , δεῖ σε
6327166 τυχἀγαθῃ
ἔγχεον . λαβὲ τῆς Ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια
ἔγχεον . λαβὲ τῆς ὑγιείας δὴ σύ . φέρε , τύχἀγαθῇ . τύχη τὰ θνητῶν πράγμαθ ' , ἡ πρόνοια
6325943 ἐπιπειθονται
ὅσοι θεοί εἰς ' ἐν Ὀλύμπῳ , σοί τ ' ἐπιπείθονται καὶ δεδμήμεσθα ἕκαστος : πολλῶν γὰρ ὄντων τῶν θεῶν
λέγον πρόσωπον , ἑκάτερον καλῶς ἐξενήνοχε , τό τε . ἐπιπείθονται καὶ τὸ δεδμήμεσθα . καθ ' ἕτερον δὲ τρόπον
6324958 ἀποσταντι
πλανῶσαν τοὺς ἀνθρωπίνους λογισμοὺς τύχην . ἐγώ σοι τῆς ἀρχῆς ἀποστάντι ὑπισχνοῦμαι πάντων ἀμνηστίαν ὑπάρξειν τῶν ἡμαρτημένων καὶ διαλλαγὰς πρὸς
καὶ ἀνόμοια δόξει εἶναι ; Πῇ δή ; Οἷον ἐσκιαγραφημένα ἀποστάντι μὲν ἓν πάντα φαινόμενα ταὐτὸν φαίνεσθαι πεπονθέναι καὶ ὅμοια
6320495 Ζητει
ὁρισμὸν καὶ λαμβάνων οὐ συλλογίζεται ἀλλὰ διὰ παραβολῆς δείκνυσιν . Ζητεῖ εἰ οἷόν τε τὸν ὁρισμὸν ἐξ ὑποθέσεως συλλογίσασθαί τε
ἕνεκα ἐποίησεν τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς γῆς . ‖ [ Ζητεῖ ] διὰ τί ἀπειλῶν ἄνθρωπον ἀπαλείψειν , καὶ τὰ
6315253 Διωξιππος
ὅπλων μεγάλην ἐπιφέρων κατάπληξιν Ἄρει παρεμφερὴς ὑπελαμβάνετο , ὁ δὲ Διώξιππος ὑπερ - έχων τε τῇ ῥώμῃ καὶ διὰ τὴν
τὰς σατραπῶν καὶ βασιλέων κελεύων με δειπνοῦντα προσφέρεσθαι κεφαλάς . Διώξιππος δὲ ὁ Ἀθηναῖος παγκρατιαστὴς τρωθέντος ποτε τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ
6313769 ἐστιγμενην
Οἷον τὸ ΠΟΙΚΙΛΟΔΕΙΡΟΝ , τὴν ποικιλόφωνον λέγει , ἢ τὴν ἐστιγμένην καὶ ποικίλην ἔχουσαν τὴν δειρὴν , ἤγουν τὸν τράχηλον
Θρᾷσσαν καὶ Δαρδανίδα τὴν αὐλητρίδα . ἢ τὴν αὐλητρίδα φησὶν ἐστιγμένην διὰ τὸ κεκαλλωπισμένην εἶναι καὶ διὰ τὸ κατέχειν δᾷδας
6312767 χεσαι
ἀπάρτι . χεσείω ] ὀρέγομαι χεσεῖν : αἰολικῶς , ἐπιθυμῶ χέσαι . , παίζω . . ⌈ χεσείω ⌈ αἰολικὸν
. καὶ εἰ εὐσεβές ἐστι καὶ εἰ μὴ εὐσεβές , χέσαι ἔχω . ὡς ὑπὸ τοῦ φόβου προειλημμένος καὶ μὴ
6309122 ἐκομισαμην
Ἀσκληπιαδῶν γεγονότι , ἔπεμψα , καὶ παρ ' αὐτοῦ δὲ ἐκομισάμην ἀπόκρισιν , ἣν γράψας ἔδωκε καὶ ἐκέλευσεν ἐς σὸν
. Ἐπειδὴ πάλαι τῆς βοηθείας ἤρξω , καθ ' ἣν ἐκομισάμην τὴν ἐμαυτοῦ , βραχὺς ἀρκέσει μοι λόγος : πείθοντι
6308489 Χρηστου
καθιδρυθέντος ἐς τὴν Ῥώμην ἐψηφίζοντο μὲν οἱ Ἀθηναῖοι πρεσβεύεσθαι ὑπὲρ Χρήστου τὸν Ἀθήνησιν αὐτῷ θρόνον ἐκ βασιλέως αἰτοῦντες , ὁ
τοῦ Ἑλληνικοῦ . Ἀριστοκλέους μὲν γὰρ ἤκουσε παῖς ἔτι , Χρήστου δὲ ἤδη ξυνιείς , ὅθεν ἀπ ' ἀμφοῖν ἐκράθη
6308475 συναπεδημησεν
ἄλλους . αὐτὸς δὲ Πειρίθωι τὴν ὑπουργίαν ἀποδιδοὺς εἰς Ἤπειρον συναπεδήμησεν ἐπὶ τὴν Ἀιδωνέως θυγατέρα τοῦ Μολοσσῶν βασιλέως , ὃς
περὶ ἐμοῦ ἀληθῆ ὄντα διηγήσατο : καὶ γὰρ ἐπαίδευσεν καὶ συναπεδήμησεν καὶ εἰς τοὺς Ἕλληνας ἐνέγραψεν , καὶ κατά γε
6305452 πικροκαρπον
διεγείρει . ἐποτρύνει ] παρακινεῖ . ἐποτρύνει ] ἐπεγείρει . πικρόκαρπον ] οὗ πικρὸς καρπὸς ἤτοι τέλος : θάνατος γάρ
γένος . ὠμοδακής ς ' ἄγαν ἵμερος ἐξοτρύ - νει πικρόκαρπον ἀνδροκτασίαν τελεῖν αἵματος οὐ θεμιστοῦ . φίλου γὰρ ἐχθρά
6305267 Εὐριπιδιον
ὅτι δεινοὺς εἰσάγει τοὺς δούλους ἐν ταῖς τραγῳδίαις . Γ Εὐριπίδιον : ἐρωτικὰς μιμεῖται φωνάς : οἱ γὰρ ἐρῶντες εἰώθασι
κατὰ ὑποκορισμόν , ὡς τὸ “ Σωκρατίδιον ” , „ Εὐριπίδιον „ . ἕκτον κατὰ ἐξαλλαγήν , ὡς τὸ “
6302969 κλεπτιστατον
δὲ ἀκούω πρὸς ἀπαρέμφατον , ἢ πρὸς αἰτιατικήν . . κλεπτίστατον : Κερδαλέον , συνετόν : ἀντὶ τοῦ φρονιμώτατον ,
: εἰκότως οὖν ὡς ἀγοραῖον ὄμνυσι τοῦτον . καὶ ὅτι κλεπτίστατον τοῦτον ἀξιοῦσιν εἶναι . ἀγοραῖον ] ἵδρυτο γὰρ ἐν
6296247 δραχμ
ἔχειν ἐντεῦθεν ἐπιλέγεσθαι . Ἑρμοδακτύλου . . . . . δραχμ . αʹ ζιγγιβέρεως . . . . . κε
οἶνον κεκραμμένον : κινεῖ καὶ καταμήνια . Ἄλλο . Ἀλόης δραχμ . αʹ , λευκοΐου σπέρμα , τριωβόλου ζζ δραχ
6289894 συνοντι
ζῆν ἐφ ' ἡσυχίας καὶ πράττοντι ὅ τι βούλομαι καὶ συνόντι οἷς βούλομαι : τῶν γὰρ ἀμαθῶν ἀνθρώπων καὶ ἀπαιδεύτων
ἐκεῖνον . πέμπε οὖν ὡς καὶ αὐτῷ μονῳδίαις οὐκ ἀηδῶς συνόντι μετὰ τὸν σεισμὸν ἐκεῖνον . θαυμάζω δὲ εἰ νῦν
6286697 φησαιτε
ὅτι δικαίως ἀκήκοα ; ἀλλ ' οὐδ ' ἂν αὐτοὶ φήσαιτε . ἀλλ ' ὅτι βελτίων καὶ ἐκ βελτιόνων ὁ
ἐξηπάτησθε , ὧν οὐδενὸς αὐτοὶ δοῦναι δίκην δίκαιον ἂν εἶναι φήσαιτε . Ὁρᾶτε δὲ κἀκεῖν ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι
6282316 μαστιγουμενος
δοῦλος αὐτομολεῖν παρεσκευασμένος , ἐπὶ τοῦ τροχοῦ γ ' ἕλκοιτο μαστιγούμενος . Ἡμῖν δ ' ἀγαθὰ γένοιτ ' . Ἰὴ
χρήσιμος ἡ φωνή . Σοφοκλῆς ὥσπερ ἀμπρευτὴς ὄνος . ἀεὶ μαστιγούμενος . . , . ἀμπρεύοντι : Εὐριπίδης Πρωτεσιλάῳ ἕπου
6279792 οἰκοδομουντα
οἷον τὸν μὴ οἰκοδομοῦντα οὐ δύνασθαι οἰκοδομεῖν , ἀλλὰ τὸν οἰκοδομοῦντα , ὅταν οἰκοδομῆι : ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
ἐτείχισεν ὡς φοβούμενος Ἀναξίβιον τὸν Λάκωνα . Ἀβυδηνοὶ δὲ ὁρῶντες οἰκοδομοῦντα τὸ τεῖχος κατεφρόνησαν ὡς φοβουμένου καὶ προελθόντες τῆς πόλεως
6276435 τἀμαυτου
πρῶτον μὲν ἀπαρασκευότατον γενέσθαι με , μὴ δυνάμενον διαπράσσεσθαι αὐτὸν τἀμαυτοῦ πράγματα , ἔπειτα κακοπαθεῖν τῷ σώματι , τούς τε
, εἰκότως μὲν οὐκ ἂν ἔχοιμι μέμψιν , εἰ μὴ τἀμαυτοῦ προστίθημι τούτοις , σῴζων δὲ τὰ τούτων καὶ πλείω
6264643 ἀκροχολον
ὁ Πορφύριος δὲ τὴν φιλόσοφον ἱστορίαν συγγράψας πρῶτον μὲν αὐτὸν ἀκρόχολον καὶ εὐόργητον εἴρηκε γεγενῆσθαι , Ἀριστοξένῳ μάρτυρι κεχρημένος τὸν
ἀλαζόνα πολλὴν ἰσηγορίαν ζητοῦντι μήποτε ἐγκρίνωμεν , οὐ μὴν οὐδὲ ἀκρόχολον ἢ ὀργίλον . πῶς γὰρ ἐπιτήδειος εἰς συνήθειαν ὁ
6264641 ηὑρες
Παλάμηδες , ὦ σοφωτάτη φύσις . Ταυτὶ πότερ ' αὐτὸς ηὗρες ἢ Κηφισοφῶν ; Ἐγὼ μόνος : τὰς δ '
ὑφ ' αὑτῶν ἀναμιμνῃσκομένους : οὔκουν μνήμης ἀλλὰ ὑπομνήσεως φάρμακον ηὗρες . σοφίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν , οὐκ ἀλήθειαν
6262711 ἠθικως
χαλκώματα διαβεβόηται . ἦ ῥ ' οὐκ ἄλλο : ἐπαποροῦσα ἠθικῶς φησιν : ἆρα οὐκ ἔχει ἄλλο τι τερπνὸν καὶ
ὤφελεν ἄχρι τούτου ἵστασθαι , ὡς ἐν τῷ Λυσάνδρῳ Ἀψίνης ἠθικῶς ἥψατο τῆς διηγήσεως μάλα τὴν πρώτην ἐπαινέσας : ἔνδοξον
6257485 μεταμελησαι
, ἀνάδυσις , ἀναχώρησις . καὶ τὰ ἀπαρέμφατα μετανοῆσαι , μεταμελῆσαι , μεταγνῶναι , γνωσιμαχῆσαι , ἀναλογίσασθαι , ἐπιθεάσασθαι ,
καὶ τείχη ἡμῖν καὶ χώραν καὶ δύναμιν πειράσομαι ποιεῖν μὴ μεταμελῆσαι τῆς πρὸς ἐμὲ ὁδοῦ . καὶ τὸ μέγιστον δή
6245264 Πυθοκλεα
] μικρᾶς ἕνεκεν ἐλαττώσεως [ ] [ ? ] πρὸς Πυθοκλέα ? [ ] ? [ ἔλεγεν ] : ἂν
ἂν ὑμεῖς καὶ Θεμίστα παρακαλῆτε , ὠθεῖσθαι . πρὸς δὲ Πυθοκλέα ὡραῖον ὄντα Καθεδοῦμαι , φησί , προσδοκῶν τὴν ἱμερτὴν
6236640 συγχριομενον
. αἷμα δὲ ζῶντος ὄνου μετὰ κροκοδειλίας βοτάνης καὶ ἐλαίου συγχριόμενον τεταρταΐζοντας ἰᾶται . Τὸ δὲ κρίκιον τοῦ χαλινοῦ αὐτοῦ
καὶ ἀποπαύειν πυρετούς . ] Κάχρυος σπέρμα μετ ' ἐλαίου συγχριόμενον , ἢ πύρεθρον μετ ' ἐλαίου θερμανθὲν καὶ ἐπιχρισθὲν
6233604 ἐγνωκα
πάλαι τοῦτον ἀμφιγνοῶν ἠπίστουν ὅμως . ἐπεὶ δὲ σαφῶς αὐτὸν ἔγνωκα , δεινόν μοι δοκεῖ , μᾶλλον δὲ ἀσεβές ,
ἐφ ' αὑτὰς τὴν σελήνην κατάγειν , νῦν δὲ ἐπιμελῶς ἔγνωκα . καὶ τὸν Ἀριστοτέλην ἐνίοτε ἐμακάριζον , ὅστις Σταγειρίτης
6233380 ἠρυθριων
ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ εἰπεῖν ἠναγκάζοντο : ἐπόθουν
γραμμάτων , ἐδείκνυ τὰ ὁρώμενα ὡς δρώμενα . πάνυ δὲ ἠρυθρίων ἐφ ' οἷς μοι τὸν γάμον ὠνείδιζεν , ὥσπερ
6231071 κτισεσι
καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι τὴν Σελήνην κενοδρομοῦσαν καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ
καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς ,
6229722 ϲειομενουϲ
τοῦ φλοιοῦ τῆϲ ῥίζηϲ πινόμενον ϲπλῆναϲ τήκει . καὶ ὀδόνταϲ ϲειομένουϲ κρατύνει μετ ' οἴνου ἑψόμενον καὶ πινόμενον . Ξιφίου
κέραϲ μετ ' οἴνου λειούμενον , εἶτα περιπλαϲϲόμενον , ὀδόνταϲ ϲειομένουϲ ἵϲτηϲι , μετὰ τὸ καυθῆναι δὲ πλυθὲν δυϲεντερίαϲ τε
6229662 ἀνυμνησω
σὺν δὲ τῷ τεχνικῷ Ὀρσέᾳ τὸν νικηφόρον ὑμνῶν καὶ χορεύων ἀνυμνήσω , τερπνὴν τοῖς ἐγκωμίοις ἐπιστάζων τὴν παρὰ τῶν Μουσῶν
αὐτὸν ἐγὼ ταῖς Μούσαις , ἀντὶ τοῦ ὑμνήσω νενικηκότα : ἀνυμνήσω δὲ καὶ τὸ χρυσοῦν δέρας . ζητεῖται δὲ ,
6228158 περιεργου
προσηκούσης φυσικὸν καὶ τοῦτ ' εἶναι . τὸ δὲ ἐπιθυμεῖν περιέργου τροφῆς ἢ περιέργου τε καὶ τρυφερᾶς ἐσθῆτός τε καὶ
, ἀλλ ' ἀπατᾶι τοὺς φίλους προσποιούμενος ὑπὸ ποικίλης καὶ περιέργου γνώσεως ἀληθὴς εἶναι φίλος . ὄμματα δὲ φωτὸς εἶπεν
6226569 Αἰσχυλε
οὐ πελάθεις ἐπ ' ἀρωγάν ; Δύο σοι κόπω , Αἰσχύλε , τούτω . Κύδιστ ' Ἀχαιῶν , Ἀτρέως πολυκοίρανε
τὰς τραγωδίας . διὸ Σοφοκλῆς αὐτῷ μεμφόμενος ἔλεγεν : ὦ Αἰσχύλε , εἰ καὶ τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ '
6221773 διαφορουϲι
τὰ φύλλα λεπτομερῆ τέ ἐϲτι καὶ ξηραίνουϲιν ἀδήκτωϲ ὄγκουϲ τε διαφοροῦϲι καὶ ῥύπτουϲιν ὑπάγουϲί τε γαϲτέρα , φυϲώδη δὲ μετρίωϲ
λεῖα ποιήϲαϲ ξηρῷ χρῶ . λούειν τε καὶ ϲμήχειν τοῖϲ διαφοροῦϲι καὶ τονοῦϲι τὴν κεφαλὴν καὶ γυμνάζειν τὰ κάτω μέρη
6220999 ἰϲχυροτεραν
κρόκοϲ καὶ γλαύκιον καὶ ὑποκιϲτίϲ : τὰ δὲ τὴν ϲτῦψιν ἰϲχυροτέραν ἔχοντα ταῖϲ ὀξυδορκικαῖϲ μάλιϲτα μιγνύμενα δυνάμεϲιν , οἷον ὀμφάκιον
οὖν Ἱπποκράτηϲ παντάπαϲιν ἀπαγορεύει τήν τε ἐμβολὴν τούτων καὶ τὴν ἰϲχυροτέραν ἐπίδεϲιν , μόνοιϲ δὲ τοῖϲ ἀφλεγμάντοιϲ τε καὶ παραμυθητικοῖϲ
6218849 μακρολογιαν
τε οὐχ ἥκιστα αὐτῆς ἕνεκα τῆς δυσχερείας ἣν περὶ τὴν μακρολογίαν τὴν περὶ τὴν ὑφαντικὴν ἀπεδεξάμεθα δυσχερῶς , καὶ τὴν
ἀνθρώπων σπεύδοντα . ἀλλ ' ἐνταῦθα πάλιν ἑτέραν κατηγορίαν φυλαττόμενος μακρολογίαν μὲν εἰσαῦθις ὑπερθήσομαι , νῦν δὲ ἐπιτρέψω τῷ λόγῳ
6214958 ἡδοιτο
ὅπως ἡμεῖς τε τῷ φίλῳ συγχαίρωμεν καὶ Μόντιος ὑπὸ γῆς ἥδοιτο . λέγεται γάρ τι περὶ τῶν οἰχομένων καὶ τοιοῦτον
τῶν ναυτῶν . ἀλλὰ κυβερνήτης γε οἶμαι κυβερνήτην οὐκ ἂν ἥδοιτο ὁρῶν συμπλέοντα αὑτῷ . Πότερον ὅταν χειμὼν ἰσχυρὸς ᾖ
6212281 κοσμησω
. νέοις πίναξιν ] καινοῖς ἀναθήμασι τὰ ἀγάλματα τῶν θεῶν κοσμήσω . λέγει δὲ ὅτι μετεωρήσω ἐμαυτὴν τῆι ἀγχόνηι .
τὴν νύμφην , ἵνα σοι πάλιν χαρίσωμαι , Σαπφικῇ μελῳδίᾳ κοσμήσω : σοὶ χά - ριεν μὲν εἶδος καὶ ὄμματα
6211839 Μολις
τὰ μὲν ἔχοντες , εἰς δὲ τὰ βλέποντες μάχονται . Μόλις ἥψω τῶν σαυτοῦ καὶ γέγονας ἐπιστάτης τῶν τῇ σῇ
εἰσδέξασθαί τινας : οἷον καὶ καθ ' ἡμᾶς ἐγεγόνει . Μόλις γὰρ ἀνόπλους ὄντας ἡμᾶς δύο παρεδέξαντο πρὸς τὸ κατανοῆσαι
6207076 ϲαφη
τιϲ τὰ ἰϲχυρῶϲ διαφοροῦντα τοῖϲ ϲκιρρουμένοιϲ ϲώμαϲιν προϲφέρῃ φάρμακα , ϲαφῆ μείωϲιν ἐργαϲάμενοϲ τοῦ ϲκίρρου χρόνῳ βραχεῖ τὸ λοιπὸν τοῦ
πᾶϲι τοῖϲ ῥοώδεϲιν ἁρμόττει . Γιγγίδιον θερμαϲίαν μὲν οὐ πάνυ ϲαφῆ κέκτηται , ξηραίνει δὲ κατὰ τὴν δευτέραν ἀπόϲταϲιν καὶ
6205405 Ἑταιρων
: οὐκ ἐπείρα Νάννιον ; Ἀντιφάνης δὲ ἐν τῷ περὶ Ἑταιρῶν Προσκήνιον , φησίν , ἐπεκαλεῖτο ἡ Νάννιον , ὅτι
Φρύνη ἡ ἑταίρα , ὡς ἱστορεῖ Καλλίστρατος ἐν τῷ περὶ Ἑταιρῶν . εἴρηκεν δὲ περὶ τοῦ πλούτου αὐτῆς Τιμοκλῆς ὁ
6205228 ταλαινας
, οὓς σοὶ προδοῦσα καὶ πάτραν ἀφικόμην ; ἢ πρὸς ταλαίνας Πελιάδας ; καλῶς γ ' ἂν οὖν δέξαιντό μ
διαὶ πολυεπεῖς τέχναι θεσπιῳδοὶ φόβον φέρουσιν μαθεῖν . ἰὼ ἰὼ ταλαίνας κακόποτμοι τύχαι : τὸ γὰρ ἐμὸν θροῶ πάθος ἐπεγχέασα
6203744 διοικω
, ἀπειλῶ , συμπάσχω , θαυμάζω , μικρολογῶ , μετριοπαθῶ διοικῶ , ῥυθμίζω , μοιχεύω , πειθαρχῶ , παρέλκω διατρίβω
ἀντιόων ταύρων τε καὶ † αἰγῶν : ὅτε δὲ τὸ διοικῶ καὶ λαμβάνω αἰτιατικῇ : ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν : ὅτε
6203575 σκοπεισθ
, τούτων αἴτιοι . τὰ δημόσια γὰρ μισθοφοροῦντες χρήματα ἰδίᾳ σκοπεῖσθ ' ἕκαστος ὅ τι τις κερδανεῖ , τὸ δὲ
ἡμεῖς δ ' ὡς οὐδενὸς ἀντιληπτέον ἐρρωμένως τῶν πραγμάτων , σκοπεῖσθ ' εἰς τί ποτ ' ἐλπὶς ταῦτα τελευτῆσαι .
6202231 μετανοησας
εἰ δὲ ἐν δισώμοις ἢ τροπικοῖς ἤτοι αὐτὸς ὁ φυγὼν μετανοήσας ὑποστρέψει ἢ εἰ καὶ εὑρέθη οὐδὲν κακὸν πείσεται .
δὲ ἐν δισώμοις ἢ τροπικοῖς ζῳδίοις ἤτοι αὐτὸς ὁ φυγὼν μετανοήσας ὑποστρέψει ἢ καὶ ἄκων κρατηθήσεται μηδέν τι κακὸν ὑποστάς
6201559 προειληφε
ὑλικῶν καὶ ποιητικῶν , ἃ τὴν τῶν αἰτιατῶν ἐξ ἀνάγκης προείληφε γένεσίν τε καὶ ὕπαρξιν . οὐκ ἄρα δεῖ λέγειν
τῶν παλαιῶν εἰρημένης , ὅτι κατ ' οὐσίαν ἡ ψυχὴ προείληφε πάντων τοὺς λόγους . ἔπειτα δὲ ἐάν τι προσθῶμεν
6199517 ἀναναγκαστον
Χρῆσις φαντασιῶν . ταύτην ἔδειξέν μοι ὅτι ἀκώλυτον ἔχω , ἀνανάγκαστον : οὐδεὶς ἐμποδίσαι δύναται , οὐδεὶς βιάσασθαι ἄλλως χρήσασθαι
βέβαιον εἶναι δεῖ καὶ ἡ μὲν προαίρεσις ἐλεύθερον φύσει καὶ ἀνανάγκαστον , τὰ δ ' ἄλλα κωλυτά , ἀναγκαστά ,
6197403 Στατειρα
συνῆκε Δημήτριος καὶ τοῦτο ἐμήνυσε τῇ βασιλίδι . ἡ δὲ Στάτειρα προελθοῦσα τῆς σκηνῆς ἔδειξεν ἑαυτήν . εὐθὺς οὖν τὰ
φυλάττηται μέχρι τῆς δίκης . “ ἀσμένη τοῦτο ἤκουσεν ἡ Στάτειρα καὶ πᾶσαν ἀφεῖσα γυναικείαν φιλονεικίαν εὐνουστέρα τῇ Καλλιρόῃ διὰ
6196139 Ἡρακλειδῃ
σὺ δὲ ταῦτα τεῷ ἐνικάτθεο θυμῷ : σημειούμεθα παρ ' Ἡρακλείδῃ ἐν τοῖς Περὶ χρησμῶν , ὅτιπερ καὶ λέγουσί τινες
ὀφείλοιντο ἄλλους τε κρείττονας δέοι σε μισθοῦσθαι ; ἀλλὰ γὰρ Ἡρακλείδῃ , ὡς πρὸς ἐμὲ ἐδήλου , πάμπολυ δοκεῖ τοῦτο
6195114 βαλανευσω
: ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἀντὶ τοῦ , ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς ἀσθενοῦντας
. Ἀλλ ' εἰ ταῦτα δοκεῖ , κἀγὼ ' μαυτῷ βαλανεύσω . Σπονδὴ σπονδή . Ἔγχει δὴ κἀμοὶ καὶ σπλάγχνων
6192557 ἀποτευγμα
, ὃ οὐκ ἔστιν ἀπότευγμα τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου ; ἀπότευγμα δὲ τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δοκεῖ σοι ,
μ εἰς β ἤμβλωκα . ἔκτρωμα , ἄμβλωσις καὶ ἠλιτόμηνον ἀπότευγμα . ἐξευρημένην ] ἀποδεδειγμένην , ἐπινοηθεῖσαν , τὸ ἐπινοηθέν
6192081 ψευδολογον
ταύτας τὰς φροντίδας ὥσπερ ὁ Κῶος Φιλητᾶς ζητῶν τὸν καλούμενον ψευδολόγον τῶν λόγων διαλυθῆναι . ἰσχνὸς γὰρ πάνυ τὸ σῶμα
κατὰ τῆς αὐτοῦ ψευδολογίας βαπτίζων αὐτὸν ἀπέπνιξεν . πρὸς ἄνδρα ψευδολόγον . ἔθους ὄντος τοῖς πλέουσι Μελιταῖα κυνίδια καὶ πιθήκους
6191898 μεγαλοφρον
ψιλὴ καθ ' ἑαυτὴν ἡ ἔννοια δι ' αὐτὸ τὸ μεγαλόφρον , ὡς ἡ τοῦ Αἴαντος ἐν Νεκυίᾳ σιωπὴ μέγα
γῆς βασιλεύειν ἀπέφηνεν ἀνθ ' ἑαυτοῦ . καὶ εἴ τῳ μεγαλόφρον εἶναι τόδε φαίνεται καὶ βασιλικόν , μεγαλοφρονέστερον ἔτι καὶ
6189541 πρασσω
τοῦ δ ' ὄνθου φθάνοντος αὐτὴν εἶπεν “ ἦ κακῶς πράσσω : ἔμπροσθεν ἤδη τἀξόπισθέ μου βαίνει . ” [
καλῷ καὶ κακῷ , ἤγουν πράσσω τὸ εὐτυχῶ , καὶ πράσσω τὸ δυστυχῶ . διὸ καὶ εἶπεν εὖ πρασσόντων ἔσαναν
6185263 παραθηκην
σοφὸν καὶ θεὸν ἴσον ἁμάρτημα . λόγον χειρίζων περὶ θεοῦ παραθήκην σοι δεδόσθαι νόμιζε τὰς ψυχὰς τῶν ἀκουόντων . οὐκ
Πρώτως μὴ λέγε , ἀλλὰ πρῶτον . Παρακαταθήκην , οὐ παραθήκην . Ἀπαράβατον μή , ἀπαραίτητον δέ . Ἀγωγὸν οἱ
6185202 χεσειν
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι .
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω
6183224 σπευδεις
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν
6182839 σιωπᾳς
. Τί κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς
; γελοῖον , ὃς κόρης ἐλευθέρας εἰς ἔρωθ ' ἥκων σιωπᾷς καὶ μάτην ποθουμένους περιορᾷς γάμους σεαυτῷ . Βουβὼν ἐπήρθη
6182033 Ἐργον
γεωργίας γλυκύ . Λυπεῖ με δοῦλος μεῖζον οἰκέτου φρονῶν . Ἔργον γυναικὸς ἐκ λόγου πίστιν λαβεῖν . Τοῦτ ' ἐστὶ
φίλους βλαπτόντων . Ἐῤῥίφθω κύβος : ἐπὶ τῶν διακινδυνευόντων . Ἔργον ὄνον ἀποτρέψαι κνώμενον : ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων
6181984 σιωπα
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ
6172711 ἐνδικωτερος
τούτοις πεποιθὼς εἶμι καὶ ξυστήσομαι αὐτός : τίς ἄλλος μᾶλλον ἐνδικώτερος ; ἄρχοντί τ ' ἄρχων καὶ κασιγνήτῳ κάσις ,
. ξυστήσομαι ] συμπαρατάξομαι . . συστάδην μαχεσθήσομαι . . ἐνδικώτερος ] ἢ ἐγώ . . ὡς ] λίαν .
6172548 ἀμεταβατως
, τὸ ἴδιον , καὶ τὸ σύνηθες . παίζω . ἀμεταβάτως , προσπαίζω δὲ μεταβατικῶς δοτικῇ , ὡς παρὰ Συνεσίῳ
, καὶ ἐπὶ γραφῇ . Πλάτων Πολιτείᾳ . Ἀνεβίωσα ἐγώ ἀμεταβάτως . μεταβατικῶς δὲ Πλάτων ἅπαξ εἶπε ἐν τῷ Φαίδωνι
6168244 δυσπραξιαν
γὰρ ὁ Γλαῦκος χρύσεα δοὺς χάλκεα ἔλαβεν λατρείας ] δουλείας δυσπραξίαν ] † ἤγουν τὴν τιμωρίαν ἐπίστας ' ] γίνωσκε
ἐπὶ τούτοις διεκρίθησαν , ὁ δὲ Μανίλιος , αἰδούμενος τὴν δυσπραξίαν τὴν ἐς Ἀσρούβαν αὐτῷ γενομένην , αὖθις ἐς Νέφεριν
6168008 οἰκονομιαις
ἔν τε ταῖς ἄλλαις ταῖς ἐν τῶι βίωι κατὰ μέρος οἰκονομίαις θαυμαστῶς προτιμῶσι τὸ δικαιοπραγεῖν . παραδοξότατον δ ' ἐστὶ
μὲν ἁρμόζον καὶ ἀκραιφνὲς ἐκεῖ που προσφυὲν δροσοειδῶς ἐξομοιοῦται ἀρρήτοις οἰκονομίαις φύσεως . Ἐπεὶ δὲ καὶ περιττὸν εἰκὸς ἐκεῖθεν ἠθροῖσθαι
6167443 ΟΥΤΕ
πολὺ τῶν προτέρων προμηθέστεροι , καὶ πανουργότεροι . . ΧΡΥΣΕΩι ΟΥΤΕ ΦΥΗΝ ΕΝΑΛΙΓΚΙΟΝ , ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Τῷ χρυσῷ γένει
εἶναι . Καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ . . ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκεῖνο λέγει , καὶ
6166692 χαιρησεις
. Ἔτι γὰρ μένεις ; Ἄπειμι : σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος . Τίς οὗτός ἐστιν
ἐκκαυλίζων καταβροχθίζει , κἀμφοῖν χειροῖν μυστιλᾶται τῶν δημοσίων . Οὐ χαιρήσεις , ἀλλά σε κλέπτονθ ' αἱρήσω ' γὼ τρεῖς
6163980 Ἀντιπελαργειν
: ἐπὶ τῶν ταχέως καὶ ὀξέως ὀφειλόντων ἕκαστα πράττειν . Ἀντιπελαργεῖν : ἀντιδιδόναι χάριτας . λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας
εὐηργέτησαν πρότερον . Ἀνέμου παιδίον : ἐπὶ τῶν εὐμεταβόλων . Ἀντιπελαργεῖν : ἐπὶ τῶν χάριτας ἀνταποδιδόντων . Ἀνδρὸς γέροντος ἀσταφὶς
6163269 νευσας
στέφανον καὶ τὴν ἐσθῆτα . ἄκαιρον δ ' εἶναι εἰπόντος νεύσας εἰσαγαγεῖν ἐκέλευσε τὰ ἀκούσματα , ἐν οἷς καὶ ἡ
τὴν δαπάνην καὶ τὴν ἐπὶ ταύτῃ νυκτερινὴν ἀθυμίαν διεξελθὼν καὶ νεύσας τῇ γυναικὶ πάλαι μου προμαθούσῃ τὴν γνώμην κοινωνῆσαί μοι

Back