| ἤτω : Δωριεῖς γὰρ οὕτω μεταποιοῦσι τὰς τοιαύτας παραληγούσας τὸ φιλείτω νοείτω φιλήτω καὶ νοήτω λέγοντες . . . , | ||
| καὶ ὁ πατήρ , οἶμαι δὲ καὶ ὁ πάππος . φιλείτω τοίνυν με καὶ ὁ καλὸς Ἀψίνης . δίκαια γὰρ |
| : Ἔρως δ ' ἐσμύχετ ' ἀμοιβά . ὅσσον γὰρ τήνων τις ἐμίσεε τὸν φιλέοντα , τόσσον ὁμῶς φιλέων ἠχθαίρετο | ||
| ἄδικον ἀποδεικνύεν τοῦτο αὐτό , αἴ κ ' ἀληθὴς ὁ τήνων λόγος , καὶ τἆλλα καττωὐτό . τέχνας δὲ ἐπάγονται |
| , ἀπὸ τῶν εἰς ας οὐδετέρων , εἰς ος , ὕδας , ὕδος , ὡς κῶας κῶος , κώεσιν ἐν | ||
| ἀλλ ' ἀπὸ τῆς ὕδας κλινόμενον : λέγεται ὕδωρ καὶ ὕδας : ἀκολούθως οὖν ἐκ τούτου κλίνεται ὕδατος ὡς τὸ |
| ἀττικήν : αὕτη γὰρ τὰ παθητικὰ ἐνεργητικῶς λέγει καὶ τὰ ἐνεργητικὰ παθητικῶς . ἄλλως . ὁ Ἑρμῆς ἐστάλη παρὰ τοῦ | ||
| ο μικρόν , πάντως ἂν ἀπ ' ἐκείνων τὰ εὐκτικὰ ἐνεργητικὰ ἐκανόνισεν : ἐπεὶ δὲ οὐκ ἔστιν ἐν τοῖς ὁριστικοῖς |
| [ σε μέμψεται ] πλησίον χρυσοῦ στᾶσαν οὐδὲ [ ] ἐξελέγξει ? [ ] σε χρυσός , ἀλλὰ διοίσεις αὐτόν | ||
| , ἧττον δὲ ἐπίδηλα . τὰς δὲ νοσώδεις τῶν ἕξεων ἐξελέγξει τὸ αἷμα , θολερὸν γάρ που ἀνάγκη αὐτὸ φαίνεσθαι |
| Ἱππάρχου , καὶ αὐτὸν τὸν Ἵππαρχον συνεξετάζομεν , ὅπου τι φιλαιτίως εἴρηκεν . ἐν δὲ τούτοις ὁρῶντες ἤδη τὸν μὲν | ||
| κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , μεμψιμοίρως , φιλαιτίως , διαβόλως , ὀνειδιστικῶς , καὶ φιλοψόγως , βλασφήμως |
| διὰ τὸ μηδὲ τὴν ὀπώραν τὴν σταφυλήν δεῖν ὀξύνεσθαι ἀλλὰ περισπᾶσθαι , οἷα τῶν τοιούτων εἰς λη θηλυκῶν ἃ παραλήγεται | ||
| συνδέσμῳ τὸ ” πέλοιτο „ καταλλήλως λέγεται . οὐδὲ γὰρ περισπᾶσθαι δεῖ διὰ τὸ πληθυντικῶς ἐκφέρεσθαι τὸ „ ἀμφήριστα ” |
| τινὸς ἢ χεῖρον ἤ τι τοιοῦτον . ὡς εἶναι τὰ διαλεκτικὰ πάντα προβλήματα ὑπὸ τὸ εἰ ἔστι καὶ ὅτι ἐστὶν | ||
| , καθά φησιν Ἱππόβοτος : παρ ' ᾧ καὶ τὰ διαλεκτικὰ ἐξεπόνησεν . ἤδη δὲ προκόπτων εἰσῄει καὶ πρὸς Πολέμωνα |
| γνοίης ὡς ἀληθῶς τὸν ἄνδρα , τὴν αὐτὴν καὶ αὐτὸς θήσῃ . τοῦτ ' ἦν τοῖς γράμμασι πέρας . εἶθ | ||
| φίλων , ὥστ ' οὐδὲν παρήσεις προθυμίας ἐν οἷς τι θήσῃ τῶν ἡμετέρων βέλτιον . δέξαι δὴ τὸν Μόκιμον ἡμῖν |
| αʹ Ἑν . ὁ τυφθείϲ , ἡ τυφθεῖϲα , τὸ τυφθέν Δυ . τὼ τυφθέντε , τὰ τυφθείϲα Πληθ . | ||
| : τὸ ἐτυπτόμην τὸ μ ἔχει κλιτικόν . τυφθεῖσα , τυφθέν : ἀμφότερα γέγονεν ἀπὸ τῆς γενικῆς τοῦ ἀρσενικοῦ , |
| καὶ τοὺς ἵππους . Ῥέπων τε , φησὶ , καὶ βαρύνων : ῥέπων μὲν αὐτὸς ἅτε βρίθων τῆς γενεσιουργοῦ δυνάμεως | ||
| ἰώμεθα πυρίαιϲ καταιονήϲεϲι καὶ τοῖϲ παραπληϲίοιϲ . εἰ δὲ ὄγκοϲ βαρύνων ἢ θλῶν ὀδύνην ἐργάζοιτο , τὸν ὄγκον ἰατέον διὰ |
| ἀπέχουσι τοῦ συνακολουθεῖν τοῖς κατηγορήμασιν , ὥστε αὐταὶ τὰ ὑπάρχοντα κατηγορήματα ἐπιφέρουσιν , οἷον ἡ φρόνησις τὸ φρονεῖν , ἢ | ||
| Καὶ συγκαταθέσεις μέν , ἀξιώμασί τισι , ὁρμὰς δὲ ἐπὶ κατηγορήματα , τὰ περιεχόμενά πως ἐν τοῖς ἀξιώμασιν , ᾗ |
| μέρος ἐπιβολὴν ἤδη τινὰ παρατηρήσεως ἔτυχεν ἐξαιρέτου σινωτικά τε καὶ παθητικὰ σχήματα διὰ τῶν ὡς ἐπίπαν κατὰ τὰς ὁμοιοσχήμονας θέσεις | ||
| διαιρῶν φησι τῶν ζητημάτων τὰ μὲν εἶναι ἠθικὰ τὰ δὲ παθητικὰ τὰ δὲ πραγματικὰ τὰ δὲ μικτά : τούτους γὰρ |
| γενήσομαι , νικήσας σε . Γ αἱρήσω ] διελέγξω , φθερῶ , ἀπὸ τοῦ χαιρήσω . τί θαλαττοκοπεῖς : ἐθαλαττοκράτουν | ||
| . ἐξολῶ : Ἐξολοθρεύσω . Θ . . ἀφανίσω , φθερῶ , ὄντας κακούς . . ἀνασχετὸν : Ὑπομονητόν . |
| Εὐπόλιδι προπόσεως σχῆμα ὅταν δὲ δὴ πίνωσι τὴν ἐπιδέξια . ἀμφιδέξιος , περιδέξιος . δεξιώσασθαι : Ξενοφῶν δὲ εἴρηκε καὶ | ||
| μᾶλλον ἢ ἐπὶ τἄρσενα ; ὅπου προσῇ τὸ κάλλος , ἀμφιδέξιος . φόβος τὰ θεῖα τοῖσι σώφροσιν βροτῶν . τῆς |
| παρίστησιν ἐναργῶς . σωλῆνες γὰρ ὥσπερ ταῦτα καὶ πόροι , ναστὰ δέ πως τὰ τῶν ἄλλων καὶ ἄτρητα . οὐχ | ||
| γωνία εὐθὺ περιφερές . ̈ . , Δ . τὰ ναστὰ καὶ κενά [ ἀρχὰς εἶναι ] . . . |
| γὰρ καὶ βαρὺ τὸ α ἀπαιτεῖ , ὥσπερ καὶ τῷ δώτης τὸ δῶτα παράκειται , θύτης θῦτα . αὐτός γε | ||
| κᾰλός κᾱλός , Ἀ̆πόλλων Ἀ̄πόλλων , τιθέμενος τιθήμενος , δότης δώτης , Κόρα Κώρα , Τυνδάρεος Τυνδάρεως , μήστορα μήστωρα |
| ἔμβραχυ : καθάπαξ : ἢ παντάπασι τὸ “ ἔμβραχυ ” ἀττικῇ συνηθείᾳ Γ οὐδὲν πλέον δηλοῦσα ἢ τὸ “ βραχύ | ||
| δὲ μέγα φησὶ τοῦτό τις γράφειν , γινωσκέτω , ὅτι ἀττικῇ ἐκτάσει τοῦτο γέγονε καὶ μὴ κτηνωδῶς καὶ ἀναιτίως γραφέτω |
| ὅθεν καὶ λῷον τὸ ἐπωφελές , ὃ πάντες θέλομεν . Δωρικῶς δὲ τὸ λῇς κατ ' ἀφαίρεσιν τῆς θε συλλαβῆς | ||
| ΩΝ εἰς μίαν μακράν . ΝΟΕΥΝΤΕΣ , νοοῦντες Αἰολικῶς καὶ Δωρικῶς : ἄλλη ἀλλαχοῦ . . ΠΑΡΑΚΛΙΝΟΥΣΙ . Τὸ ΠΑ |
| ἄνευ τοῦ δευτέρου β . Γογγυσμὸς καὶ γογγύζειν : ταῦτα ἀδόκιμα μὲν οὐκ ἔστιν , Ἰακὰ δέ . Φωκυλίδην γὰρ | ||
| δὲ λέγε . Ὠνάμην , ὤνασο , ὤνατο : πάντα ἀδόκιμα ὅταν διὰ τοῦ α : τὰ γὰρ ἀρχαῖα διὰ |
| . ἀλλὰ νῦν ἡμῖν περὶ τοῦ τελευταίου ὁ λόγος . Σχήματα δὲ διηγημάτων ἔστιν εʹ : ὀρθὸν ἀποφαντι - κόν | ||
| πᾶσα γὰρ λέξις ῥηματικὴ ἢ πρωτότυπός ἐστιν ἢ παράγωγος . Σχήματα δὲ ῥημάτων εἰσὶ τρία , τὸ ἁπλοῦν , τὸ |
| ὑμῖν διδῷ ἀργύριον . τὰ αὐτὰ δὲ ταῦτα , ἐὰν σωφρονῆτε , καὶ τοῖς μαθηταῖς συμβουλεύσετε , μηδέποτε μηδενὶ ἀνθρώπων | ||
| πράξεις ἐγκαταλελοιπότα , τοῦτον περιποιῆσαι βουλήσεσθε ; οὔκ , ἐὰν σωφρονῆτε καὶ καλῶς καὶ ὑπὲρ ὑμῶν αὐτῶν καὶ τῆς πόλεως |
| καὶ τὴν ἐνέργειαν , ἥτις ἐστὶ πρᾶξις μετὰ λόγου . Ὠνομάσθη γοῦν καλόν , ὅτι κλητικόν ἐστιν ἐφ ' αὑτό | ||
| εἰς π , Παρνασσός . . . . , : Ὠνομάσθη δὲ Παρνασσὸς ἀπὸ Παρνησσοῦ τοῦ ἐγχωρίου ἥρωος , ὡς |
| Σύμμαχος δὲ τὸ μικρὸν ἁμάξιον . ταῦτα γὰρ τοῖς παιδίοις ἠγόραζον . ἁμαξὶς τὸ μικρὸν ἁμαξίδιον . ἢ πλακοῦντος εἶδος | ||
| μεγάλη , ὄνομα δὲ Χαρμάνδη : ἐκ ταύτης οἱ στρατιῶται ἠγόραζον τὰ ἐπιτήδεια , σχεδίαις διαβαίνοντες ὧδε . διφθέρας ἃς |
| οὕτω καὶ ἐκ τοῦ νοῶ γίνεται νοΐσκω καὶ κατὰ συναίρεσιν νώσκω καὶ προσθέσει τοῦ γ Αἰολικῶς γνώσκω , ἐπεὶ καὶ | ||
| Ἰωνικὴ ἀναδίπλωσις νινώσκω διὰ τῶν δύο ν . τοῦ δὲ νώσκω Ἠπειρωτικὴ γιγνώσκω διὰ τῶν δύο γ . . . |
| γὰρ ψ ἐκ τοῦ π καὶ ς : ποιεῖ τὸ τέτυψαι , ὡς καὶ τὸ νένυκται νένυξαι . τέτυπται : | ||
| δεχόμενος τὸ ομ μετ ' ὀλίγον μέλλοντα ποιεῖ , τέτυμμαι τέτυψαι τετύψομαι , νένυγμαι νένυξαι νενύξομαι . τετύψῃ , τετύψεται |
| διακονίας προσηγόρευον . . . : Αὐτὰς δὲ τὰς πέλτας ἀγκύλια καλοῦσι διὰ τὸ σχῆμα . Κύκλος γὰρ οὐκ ἔστιν | ||
| μέσον ἔχων τύμπανον , καὶ τούτου τοῦ τυμπάνου ἑκατέρωθεν ἤτοι ἀγκύλια σιδηρᾶ δύο τὰ πάντα ἢ τρήματα γέγονε πρὸς κάλων |
| οντι πείθεσθαι καλῶς ? ? [ ] ταῦτα : μὴ λέξῃς πλέω . [ εἶπον ] Ζηνὸς αἰάξαι ? ? | ||
| καὶ τοξεύοντα καὶ ἑστηῶτ ' ἐπὶ νώτοις . Πολλάκις ἢν λέξῃς μοι , ἀθρήσεις πάντα λέοντα . Οὔτε γὰρ οὐράνιος |
| βλεπόντων ] οἷον ὁρώντων ὅτι κλέπτω , ἐπιορκῶ ὅτι οὐ κλέπτω ὀμνύων . ἀλλότρια τοίνυν σοφίζῃ : τεχνάζει : σοφίας | ||
| καὶ ἀνέδην , τὸ μὴ ἐφεκτικῶς τι πράττειν , ὡς κλέπτω κλέβδην . Μεθόδιος . , . , . . |
| χρονικῶς δέ , οἷον ἄγω ἦγον , ἄρχομαι ἠρχόμην , ἅπτω ἧπτον : ἐν οἷς οὖν τὸ ἰξεύω ἴξευον οὐκ | ||
| τὸ λάβρως ἐσθίειν ἀπὸ τοῦ δα ἐπιτατικοῦ μορίου καὶ τοῦ ἅπτω , καὶ ἐσθίουσι , βλάπτουσιν , κατακόπτουσιν : οἱ |
| πάλιν τῆς τούτων ὀνομασίας ἔτυχεν , ὡς ἔχει ἅπαντα τὰ ὀνοματικὰ ἐπιρρήματα , πυκνά , κάλλιστα , ἥδιστα , ἰδίᾳ | ||
| καθὼς προαπεδείξαμεν . . Κἀκεῖνο δὲ προσθετέον , ὡς τὰ ὀνοματικὰ ἐπιρρηματικῶς νοούμενα τῇ ἐξ αὐτῶν παραθέσει εἰς τὴν ὀνοματικὴν |
| ῑ . κατὰ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν , οἷον ὁ αἰπόλος ᾡπόλος : κέκραται γὰρ τὸ ο̄ καὶ ᾱ εἰς ω̄ | ||
| τοῦ ἐγὼ οἶδα . κατὰ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν , οἷον ᾡπόλος ἀντὶ τοῦ ὁ αἰπόλος . κατ ' ἔκθλιψιν καὶ |
| τὸ τ διὰ τὸ δότης δότου καὶ θύτης θύτου καὶ πλύτης πλύτου : ταῦτα γὰρ ἔχοντα ἐπ ' εὐθείας τὸ | ||
| ἐνεστῶτος ἔχει , ὅπερ ὁ κανὼν ἐπεζήτησεν : ὅθεν τὸ πλύτης εἰ γένοιτο πλύνης διὰ τοῦ τος κλίνεται . Δοκεῖ |
| ἐν παντὶ καιρῷ καὶ χωρίῳ καὶ περὶ ὅτου δὴ φθεγγόμενος ἐσκεμμένως ἂν δόξαι λέγειν : οὕτως οὐκ ἔστιν ὅτε ἡγεῖται | ||
| τις μετρίως μακρᾶς ἐπικουρίας ἐπιτυχων διορθωθείη . Πρόχειρα δὲ τοῖς ἐσκεμμένως μετιοῦσι τὴν τέχνην ὅσα διά τε ἐπισυμβᾶσαν δυσκρασίαν καὶ |
| πορεύεται διὰ τῆς ἀγορᾶς τὰς γνάθους φυσῶν , τὰς ὀφρῦς ἐπηρκώς , ἴσα βαίνων Πυθοκλεῖ : εἰ γὰρ συναφθείη ταῦτα | ||
| ἀπό γε τοῦ σχήματος καὶ βρενθυόμενος , ὁ τὰς ὀφρῦς ἐπηρκώς , ὁ ἐπὶ τῶν φροντίδων τίς ἐστιν , ὁ |
| : στείχω ἔστιχον ἔστιχες ἔστιχε , τὸ προστακτικὸν στίχε καὶ ἀπόστιχε . . . . ἀπόερσεν : ἀπέπνιξε , διέφθειρε | ||
| τροπῇ τοῦ η εἰς ω ἀποφώλιος . . . . ἀπόστιχε : ἀπαλλάσσου , ἀναχώρει : στείχω ἔστιχον ἔστιχες ἔστιχε |
| τὸν Πράξανδρον ἀδελφὸν τοῦ Θήρωνος ὄντα . Ἰσθμοῖ τε : ἐπιρρηματικῶς λέγεται : οἴκοι . κοιναί : ὡς ἅμα ἱπποτροφούντων | ||
| εἰ δὲ τοῦτο ἀληθές , ἔδει τὸ ἄρθρον , εἴπερ ἐπιρρηματικῶς παρέκειτο , ἄκλιτον καθίστασθαι : νυνὶ δὲ κλίνεται , |
| ῥέξω πόρτιν Ἔρωτι καὶ αὐτᾷ βοῦν Ἀφροδίτᾳ . παρθένος ἔνθα βέβηκα , γυνὴ δ ' εἰς οἶκον ἀφέρπω . ἀλλὰ | ||
| τὸ μέντοι μάτην μάταιος , καὶ τὸ βέβαιος παρὰ τὸ βέβηκα . τὰ δὲ παρώνυμα παρ ' οὐδετέρων γινόμενα ὀξύνεται |
| τοῖς κοινοῖς θροοῦμαι , τοῦτο παρὰ τοῖς ποιηταῖς θρεῦμαι καὶ θρέομαι . Ξ ἄχη ] λύπας . ἄχη ] τὰ | ||
| παρθένων ἡλικία πρὸς φόβον , μάλιστα δὲ πρὸς πολιορκίαν . θρέομαι : θρηνῶ , βοῶ διὰ τὰ φοβερὰ καὶ ἐκπληκτικά |
| ἑπομένως περὶ χειρὸς ἐξαρθρήσεως οὕτως διασαφεῖ : χειρὸς δὲ ἄρθρον ὀλισθάνει ἢν [ ] εἴσω ἢ ἔξω , εἴσω δὲ | ||
| , καὶ ἀποληφθείη ἡ εὐρυχωρίη , καθ ' ἣν μάλιστα ὀλισθάνει ὁ βραχίων . Ὅσοισι δ ' ἂν ὦμος καταπορηθῇ |
| οὕτως Ἕλληνες πάντες , ὡς δυνατά ἐστι μετρεῖσθαι πρὸς ἄλληλα ἁμῶς γέ πως ; Παντάπασι μὲν οὖν . Εἰ δ | ||
| σχολήν . ἐπ ' αὐτὸ τοῦτο : ἐν εὐκαιρίᾳ . ἁμῶς γέ πως . ὁπωσδήποτε , καθ ' ὁντιναοῦν τρόπον |
| δότης δοτήρ : ” θεοὶ δωτῆρες ἑάων ” . οὕτως ἕτης ἑτήρ , καὶ ὡς δοτὴρ δώτωρ , οἷον „ | ||
| : ἀφήτωρ : . . . εἴρηται παρὰ τὸ ἵημι ἕτης καὶ ἀφέτης , ὡς τίθημι θέτης καὶ δίδωμι δότης |
| τῶν Μεγάλων θεῶν ἐγέγραπτο ἡ τελετή , καὶ τοῦτο ἦν παρακαταθήκη τοῦ Ἀριστομένους . τοῦτον τὸν ἐπελθόντα τῷ Ἐπιτέλει καὶ | ||
| ἀκούσια . ἑκούσια μὲν πρᾶσις ὠνὴ δανεισμὸς ἐγγύη χρῆσις , παρακαταθήκη μίσθωσις ἢ δούλου ἢ τεχνίτου : ἑκούσια δὲ λέγεται |
| παρόντα πολλὰ αὐτῶν ἐστιν ἀσύντακτα : ἃ δ ' ἂν ἀσύντακτα ᾖ , ἀνάγκη ταῦτα ἀεὶ πράγματα παρέχειν , ἕως | ||
| καὶ αἱ ψιλαί : αἱ δὲ ὑψηλαὶ καὶ αἱ ἀσύμμετροι ἀσύντακτα ἔχουσαι τὰ σώματα βαρέως διαφοιτῶσιν : αἱ ἄψυχοι δὲ |
| ἀλλὰ καὶ τὰ βουλεύματα . . βουλυτός : ἡ δειλινὴ ὀψία . . . . Ἀρριανός : γίνεται μάχη καρτερὰ | ||
| . ὡς δὲ Μενέστωρ φησίν , ἡ μὲν βλάστησις αὐτῆς ὀψία διὰ τὴν ψυχρότητα τοῦ τόπου , ἡ δὲ πέψις |
| , ἐπιχειρήματα , ἐνθυμήματα , ὑπερβολαί , δεινώσεις δεινολογίαι , φράσεις ἐκφράσεις , οἰκτρολογίαι , παραδηλώσεις ὑποδηλώσεις , ἐπίλογοι . | ||
| ἀποκτενεῖς ἆρά μ ' , εἰ μὴ γνωρίμως μοι πάνυ φράσεις κρεῶν χύτραν . εὖ λέγεις . ξουθῆς μελίσσης νάμασιν |
| τῇ ὑπὸ ΖΚΓ ἴση , δύο δὴ τρίγωνά ἐστι τὰ ΖΘΓ , ΖΚΓ τὰς δύο γωνίας δυσὶ γωνίαις ἴσας ἔχοντα | ||
| ἐδείχθη πολλάκις : ὅμοιαι ἄρα ἀλλήλαις εἰσὶν αἱ ΕΗΓ , ΖΘΓ ἐλλείψεις . κἂν ἑτέρας δὲ ἀπολάβῃς ἴσας εὐθείας παρ |
| ἀτοπίας ; ἔτι δὲ μᾶλλον αὐτὰ τὰ περὶ τὰς τιμὰς παρατεθέντα ἀποδείκνυσι τοῦτο . εἰ γὰρ τὸ τῶν νῦν τινα | ||
| τέχνης θεμέλιος ἡμῖν . προσπεπονθέναι τι δεῖ τὸν μὴ τὰ παρατεθέντα λυμανούμενον . πεφροντικὼς αὑτοῦ γὰρ οὐκ ἔσται κακός . |
| θεραπεύειν καὶ ὠφελεῖν : ὠφέλιμον γὰρ αὐτοῦ τὸ ὕδωρ . Μεθόδιος , . , , . . α , . | ||
| σημαίνει τὸ ἐλαττῶσαι , ὁ ἐλαττωθεὶς τοῖς ὀφθαλμοῖς . οὕτω Μεθόδιος . . . . ἀλαοσκοπιήν : οἷον : οὐδ |
| κατ ' Ὀλυμπιάδας [ ? ] ὁρίσαι του . οὐ δοκιμα . τὸ προστα . ἔτι δύο μῆνας : ὅρα | ||
| κατ ' Ὀλυμπιάδας [ ? ] ὁρίσαι του . οὐ δοκιμα . τὸ προστα . ἔτι δύο μῆνας : ὅρα |
| διὰ τὴν παράληξιν τοῦ ε : τὰ γὰρ εἰς σι περαιούμενα τρίτα πληθυντικὰ θέματα τῇ ει διφθόγγῳ παραληγόμενα μετατιθέασι τὸ | ||
| ιʹ τροχαϊκὴ βάσις : τὰ ιβʹ ιγʹ χοριαμβικὰ εἰς βακχεῖον περαιούμενα δίμετρα : τὸ ιεʹ ἀναπαιστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον : τὰ |
| αἱ φυλλοβολίαι ταῖς βλαστήσεσιν , ὥστε τὰ πρότερον βλαστήσαντα πρότερον φυλλοβολεῖν , ἀλλ ' ἔνια πρωϊβλαστεῖ μὲν οὐδὲν δὲ προτερεῖ | ||
| ὥστ ' οὐδὲν ἄτοπον ἄλλως τε καὶ ὅμοιον ὂν τῷ φυλλοβολεῖν τὸ πάθος . Ὡσαύτως δ ' οὐδὲ τὰ πρὸς |
| χάραξιν μελάνας ἀφίει ἀνενεγκεῖν τὰς τρίχας . καὶ μετὰ τὸ κομάσαι αὐτὸν ἀποπέμπει , λέγων τῷ οἰκέτῃ πάλιν ἐκεῖσε ἀποξυρηθῆναι | ||
| , καὶ ἀφῆκεν ἀνενεγκεῖν τὰς τρίχας : καὶ μετὰ τὸ κομάσαι αὐτὸν ἀποπέμπει , λέγων τῷ οἰκέτῃ , πάλιν ἐκεῖσε |
| . δῶκε δὲ μήτηρ χρύσεον ἀμφιφορῆα : Διωνύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεναι , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἐν | ||
| καὶ Ἀχιλέως καὶ Ἀντιλόχου κεῖνται ὀστᾶ . Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ |
| καὶ διὰ τοῦ αι ἰσαίτατος ἀσμεναίτατον † πανουργιαίτατα ἡσυχαίτερον . ἀσμεναίτατα μέντοι Πλάτων ἐν αʹ Πολιτείας καὶ † ἰσαίτερον καὶ | ||
| . ἀσμενώτερος : διὰ τοῦ ω . τὸ δὲ ἐπίρρημα ἀσμεναίτατα . ἄζυξ : ὁ ἄζυγος καὶ μόνος . καί |
| οὕτως . : ἴθι δεῦρ ' ἀφελοῦ τ ' ὦ λάγνα ταχὺ τὰ ποικίλα : καὶ τὸ πυραίχμης πυραίχμου ὦ | ||
| τὴν ἐξωμίδα . ἴθι δεῦρ ' ἀφελοῦ τ ' ὦ λάγνα ταχὺ τὰ ποικίλα . ἄρτι μὲν μάλ ' ἀνδρικὴν |
| πόλιν . πολισσούχων ] τῶν τὴν πόλιν συνεχόντων . θ αὔειν λακάζειν : ταῦτα ἐπὶ τῶν ὀρνέων λέγεται : ἀλόγοις | ||
| ἀλλ ' ἔστιν εἰπεῖν , ὅτι παρὰ τὸ τὰς βαλάνους αὔειν , τουτέστι τὰς δρῦς : οὕτως γὰρ καλοῦνται † |
| φησί , τὰς ἑνικὰς χρήσεις ἐπιστάμενοι διὰ τοῦ υ τὰς πληθυντικὰς οὐκ ἔτι ἀκολούθως ἐπιφέρουσιν . ὁ γοῦν Ἀριστοφάνης ἐν | ||
| . καὶ ἀλλαχοῦ : λεῖος ὥσπερ ἔγχελυς . τὰς μέντοι πληθυντικὰς οὐκ ἔθ ' ὡς ὁ ποιητής : τείροντ ' |
| παθητικὸν ἀντὶ ἐνεργητικοῦ καὶ . . . μὲν ] σχῆμα ἀποθετικόν ταῦτα ] ἀντὶ τοῦ “ οὕτως ” τῷ δὲ | ||
| χεῖρ ' ἐπιβάλλεις ; “ ἵν ' εἴη ἑφθημιμερὲς ὡς ἀποθετικόν , καὶ στίζειν εἰς τὸ ” κλαύσει “ τὸ |
| τι κακῷ νόῳ ἀντιβολήσαις , ἀλλὰ σάω μὲν ταῦτα , σάω δ ' ἐμέ : σοὶ γὰρ ἐγώ γε εὔχομαι | ||
| γενναία , μὴ ἀποκάμῃς , ἀλλ ' ἐπάμυνε τάχιστα , σάω δ ' ἐρίηρας ἑταίρους : οὔτοι κακῶς σοι κείσεται |
| καὶ τὸ γίνομαι , τελῶ καὶ τὸ μυοῦμαι καὶ τὸ διδάσκομαι , ὡς ἐνταῦθα . ὥσπερ εὐμένειαν μὲν δεσπότου πρὸς | ||
| κάτω ὑποστάντα ὕδωρ καὶ γῆν . Μέχρι ποῦ τὰ τοσαῦτα διδάσκομαι μηδὲν ἀληθὲς μανθάνων ; πλὴν εἰ μή τί γε |
| μεταφέρει , ἀλλὰ μέρος τι αὐτῆς . ὡς γὰρ τὰς συνδρομὰς καταδιαιρεῖ , οὕτω καὶ τὰς θεραπείας . καὶ οἶδε | ||
| τέχνας ταύτας : τοῖς δὲ λοιποῖς περιβοησίας σημαίνει καὶ ὄχλων συνδρομὰς διὰ τὸ τὰ ἔργα ταῦτα πολλοῖς ἐπιδείκνυσθαι . χαλκεύειν |
| , παυσαμένων δὲ τῶν ῥευμάτων , παύεται : διὸ σπουδαστέον συστρέφειν τὴν κοιλίαν , καὶ τόνον αὐτῇ ἐντιθέναι . Συνεμβλητέα | ||
| περὶ τὰς αὐξήσεις Ἰσοκράτη κατορθοῦν ἄμεινον ἐδόκουν . ἐν τῷ συστρέφειν τὰ νοήματα καὶ στρογγύλως ἐκφέρειν ὡς πρὸς ἀληθινοὺς ἀγῶνας |
| γὰρ μετὰ ταλαιπωρίας γίγνεται ᾔδει : η γραπτέον ἐστίν , Ἀττικώτερον τουτὶ νόει κερδαλέον : ἐπωφελές . ἀνθρώπων νόμος : | ||
| πρόθεσις ὁλοκληροτέρα καὶ τὸ ἔσωΤὸ . ἄρα πόρρω ἐκτέταται ὡς Ἀττικώτερον , καθὸ καὶ τὸ προπέρυσι πρωπέρυσίν φασι , καὶ |
| τυχῶ : σίνω , σινῶ : οἷς ἀκόλουθον καὶ τὸ λούω , λοῶ : πείρω , περῶ : κείρω : | ||
| ξύω , σμῶ , βρέχω , τύπτω , παίω , λούω , δεσμεύω , λύω , πλήσσω , φονεύω , |
| φησί , τὸ ὅμοιον . καίτοι κἂν αὐτὸ τοῦτό τις διαπορήσειεν , εἰ δυνατόν ἐστι τηλικαῦτα μεγέθη γενέσθαι τῶν ἑτερογενῶν | ||
| τὴν δὲ παρὰ φύσιν . ταῦτα μὲν οὖν ἄν τις διαπορήσειεν . Εἰ δέ ἐστι τὸ βίᾳ παρὰ φύσιν , |
| δὲ διαιρετέον κατὰ τὰ ὕστερα ἔθη , καθάπερ καὶ τὰς διαλέκτους , τέτταρα ἂν εἴη καὶ τὰ ἔθνη . . | ||
| ἀναφωνοῦμεν , συγγενικῶς τοῦτο περιφέροντες , ἀναλογιστέον . καὶ οὔτε διαλέκτους ὡς βελτίους μεταληπτέον , ἀλλ ' αὐταῖς ταῖς ὑπαρχούσαις |
| ἐκ δὲ τοῦ διώκω γίνεται διωκή καὶ ἀποβολῇ τοῦ δ ἰωκή . . . . ἀνιηρέστερον : ἀπὸ τοῦ ἀνιαρός | ||
| τοῦ δ , δυσμίνη καὶ ὑσμίνη , ὡς διωκὴ καὶ ἰωκή . Ὑπερφίαλος . τροπῇ τοῦ υ εἰς ι , |
| στοιχείων ἰσονομίαν , ἣν ἀντιδιδόασιν ἀλλήλοις . ἐμοὶ δὲ εὐθυβολώτερον σκοπουμένῳ δοκεῖ τοῦτο δηλοῦσθαι : ἡ τιμῶσα ψυχὴ τὸ ὂν | ||
| καὶ πάρεστι διὰ τῶν πραγμάτων καταμαθεῖν . φανεῖται γὰρ πανταχῆ σκοπουμένῳ τοσοῦτον ὑπερβαλλομένη ὥστε μὴ πρώτη τῶν Ἑλληνίδων μηδὲ μάλιστα |
| δ ' ὅτε καὶ κατὰ τὸν ἐνεστῶτα , ὡς τὸ χεύω καὶ θεύω , τὸ τρέχω . . . . | ||
| ὑπισχνοῦνται . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ στέω στεύω ὡς χέω χεύω . ἀφ ' οὗ τὸ παθητικὸν στεύονται καὶ ἐν |
| ὁ λόγος , καὶ ὅπη ὑγιές , ἵνα τὸ μὲν πρόσοιτο , τὸ δὲ ἐξελέγξειε . , . . Μαρῖνος | ||
| ἡγεῖται καὶ σαφῶς οἶδε μηδὲν ἔχουσαν βέβαιον , ἑκὼν ἂν πρόσοιτο ; * Ῥωμαῖοι γάρ εἰσιν οἱ πλείους αὐτῶν , |
| πᾶν εἰς μι λῆγον βαρύνεται , πλὴν τοῦ εἰμί φημί ἠμί : τῶν εἰς μι ἡ πρώτη μὲν καὶ δευτέρα | ||
| οὐκοῦν καὶ ἀπὸ τοῦ ὦ ἤγουν ὑπάρχω εἴη ἂν Αἰολικὸν ἠμί καὶ Βοιωτικῇ μεταθέσει τοῦ η εἰς τὴν ει δίφθογγον |
| Ἀταία , πόλις Λακωνική . ὁ πολίτης Ἀταιάτης ὡς Κάρυα Καρυάτης , ἢ Ἀταΐτης ἢ Ἀταῖος . Ἀταλάντη , ἡ | ||
| Φωκαιεύς Θεσπιεύς „ . τὸ δὲ ἀγυιάτης ὡς Κορώνεια Κορωνειάτης Καρυάτης Καυλωνειάτης . τὸ δὲ ἀγυιαῖος ὡς ἀρουραῖος . Ἄγυλλα |
| μετοχῆς , ὅθεν γενέσθαι τὸ εἴτω ἐν διφθόγγῳ καὶ ἐκεῖθεν ἤτω διὰ τοῦ η . . . , : περὶ | ||
| ἐϲ τὴν κεφαλὴν ὑπ ' ἀνάγκηϲ χρέεϲθαι : ὀλίγη δὲ ἤτω ἡ χρῖϲιϲ . ἢν δὲ καὶ φλεγμαϲίαι τῶν ὑποχονδρίων |
| καὶ ξυνῳδικόν . ὅτ ' ἀμαλλείῳ παῖϲ ὢν ἐδέθην . Μεγαρικαὶ σφίγγες : Καλλίας πόρνας τινὰς οὕτως εἴρηκεν . ὁ | ||
| δὲ τὸ πλεῖστον αἱ κόλουροι καὶ φορμύνιοι καὶ δίφοροι καὶ Μεγαρικαὶ καὶ Λακωνικαὶ συμφέρουσιν , ἐὰν ἔχωσιν ὕδωρ . τῶν |
| δὲ γενέτης ἢ ἐκ τοῦ γείνω , τὸ ὑπάρχω , γενῶ γενέτης : ἢ ἐκ τοῦ γεννάω γεννῶ . . | ||
| δὲ γενέτης ἢ ἐκ τοῦ γείνω , τὸ ὑπάρχω , γενῶ γενέτης : ἢ ἐκ τοῦ γεννάω γεννῶ . . |
| , οἷον τρύχω , σμύχω , βρύχω , πλὴν τοῦ οἴχω . Τὰ διὰ τοῦ ειος ὀνόματα ὑπερδισύλλαβα προπερισπώμενα ἔχοντα | ||
| ἀνθρώποις ὁ νοῦς . * : εἰσοιχνεῦσι ] Ἀπὸ τοῦ οἴχω , οἰχνῶ : ὥσπερ καὶ ἵκω , ἱκνῶ . |
| πρῶτον μὲν ἵνα τὰ ἀνθρώπου ποιῇς , εἶτα ἵνα μὴ ἀνιᾷς τοὺς ἐντυγχάνοντας . τοιοῦτόν τι καὶ ἐνθάδε ποιεῖς καὶ | ||
| εὔλογα μὲν δοκεῖς μοι λέγειν , ἀτάρεἰρήσεται γὰρ τἀληθέςοὐ μετρίως ἀνιᾷς με διεξιὼν αὐτὰ καὶ ἀκριβολογούμενος οὐδὲν δέον . ἴσως |
| τύραννος Ὠρωπὸν κατελάβετο . ταύτην δὲ τὴν πόλιν οὖσαν Ἀθηναίων παραλόγως ἀπέβαλεν : τῶν γὰρ Ἀθηναίων στρατευσάντων ἐπ ' αὐτὸν | ||
| . μετὰ δὲ ταῦτα ὑποδιαιρέσεις αὐτῶν ποιεῖ : τὰς μὲν παραλόγως αὐτῶν γι - νομένας ἀτυχήματα καλῶν , τὰς δὲ |
| ” Εὐνοῦχος ἦλθε πρὸς θύτην ὑπὲρ παίδων σκεψόμενος . ὁ θύτης δ ' ἁγνὸν ἧπαρ ἁπλώσας “ ὅταν μέν ” | ||
| Κράτητος . Εἰ δέ τις εἴποι , ὅτι καὶ τὸ θύτης ἀπὸ ῥήματος ἔχει τὸ σύμφωνονἀπὸ γὰρ τοῦ τέθυταιφαμέν , |
| ” παίζων εἴρηκεν : ἔστι γὰρ ἡ κλητικὴ “ ὦ Στρεψιάδη ” , οὐ “ Στρεψίαδες ” . Στρεψίαδες ] | ||
| εἰς η αὐτὴν ἔχειν : τὸ γὰρ Στρεψιάδης Στρεψιάδου ὦ Στρεψιάδη καὶ Ἡρακλείδης Ἡρακλείδου ὦ Ἡρακλείδη γενόμενα Στρεψίαδες καὶ Ἡράκλειδες |
| : οὐχ ὅμοια τῶν δύω γαιῶν . αἱ γὰρ διάφοροι γαῖαι διάφορα τῶν ἑρπετῶν ἐκβάλλουσιν . * ὀλίζονα : μικρά | ||
| : οὐχ ὅμοια τῶν δύω γαιῶν . αἱ γὰρ διάφοροι γαῖαι διάφορα τῶν ἑρπετῶν ἐκβάλλουσιν . * ὀλίζονα : μικρά |
| ὡς γυναικώδεις διαβάλλει . . μυρία ] πολλά . , ἀναρίθμητα . Μελησίας κτλ . ] οὗτοι ἐπ ' ἀσελγείᾳ | ||
| χρίμψε : πλησίον ἐγένετο . νήριτα : τὰ μεγάλα καὶ ἀναρίθμητα . κευθμῶνος : κοιλώματος . ἵνα τέ σφισιν ἔσκε |
| ἐπίπεδον , ἔσται τρίγωνον ἐν τῷ κώνῳ : γεγονέτω τὸ ΑΖΘ . ἐπεὶ οὖν τρίγωνόν ἐστιν ἐν κώνῳ τὸ ΑΖΘ | ||
| Ἐπεζεύχθωσαν γὰρ αἱ ΑΖ ΖΓ : ἴση ἄρα ἡ ὑπὸ ΑΖΘ γωνία τῇ ὑπὸ ΘΖΓ . ἔστιν δὲ καὶ ἡ |
| ἐπεὶ τοίνυν ἡ μὲν οἰκεία ἡδονὴ τὰς ἐνεργείας ἐξακριβοῖ καὶ χρονιωτέρας καὶ βελτίους ποιεῖ , ἡ δ ' ἀλλοτρία λυμαίνεται | ||
| πρῶτον ἠχθόμην αὐτοῖς ἐπειγόμενος . ἀλλὰ γὰρ ἀξία πρόφασις καὶ χρονιωτέρας μονῆς ἐφάνη Ξενοφῶν ὁ Σωκράτους γνώριμος . οὗτος γὰρ |
| ἑνὸς ἐπέκεινα οὐδὲν ὑπονοεῖν δυνάμεθα . Εἰ δὲ τοῦτο πρῶτον ὑπονόητον καὶ ὁπωσοῦν , τί πρὸ αὐτοῦ πλείω ἐπιζητοῦμεν ; | ||
| πάλιν τῇ μὲν ἁπλότητι τῆς γνώσεως εἴη ἂν γνωστὸν ἢ ὑπονόητον , τῇ δὲ συνθέσει πάντη ἄγνωστον : διὸ μηδὲ |
| οὗ μέλλων εἰδήσω : τοῦ εἰδῶ παράγωγον εἴδημι , ὡς τιθῶ τίθημι , δεύτερον πρόσωπον εἴδης , ἐπεκτάσει εἴδησθα , | ||
| θ ' οἷ θέλεις σπεύδῃς , ἐγώ τε τἄνδον ἐξαρκῆ τιθῶ . Αὐτοῦ γε πρῶτον βαιὸν ἀμμείνας ' , ὅπως |
| . ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τοῦ σημαίνοντος τὸ ἀμφιβάλλω , συναυλίζομαι : καὶ οὐ μὴ συνδυάσω μετὰ τῶν | ||
| . . . Ἀνενδοιάστως : ἀπὸ τοῦ ἀνενδοιάζω , τὸ ἀμφιβάλλω καὶ δοκῶ : γράφεται διὰ τῆς οι διφθόγγου πρὸς |
| , καὶ φυλάττοντα τὴν ει δίφθογγον : τὸ ἐσθίω : ἀτίω : ἀΐω : τὸν τόνον ἀμείψαντα , τὴν διὰ | ||
| , γίνεται παρὰ τὸ τίω , τὸ τιμῶ , καὶ ἀτίω καὶ πλεονασμῷ τοῦ ζ ἀτίζω . εἰ δὲ σημαίνει |
| : ἐπὴν μὲν τὰ ἐκχυμώματα τῶν φλεβῶν , καὶ τὰ μελάσματα , καὶ τὰ ἐγγὺς ἐκείνων ὑπέρυθρα γίνηται καὶ ὑπόσκληρα | ||
| Σημεῖα τῶν παλιγκοτησάντων : ἢν τὰ ἐκχυμώματα , καὶ τὰ μελάσματα , καὶ τὰ περὶ ταῦτα ὑπόσκληρα καὶ ὑπέρυθρα ᾖ |
| τάχ ' ἐν πέδῳ βαλῶ . ἑπόμενα προτέροισι τάδ ' ἐφημίσω . καί τίς σε κακοφρονῶν τίθησι δαίμων ὑπερβαρὴς ἐμπίτνων | ||
| ἔκυρσας ὥστε τοξότης ἄκρος σκοποῦ : μακρὸν δὲ πῆμα συντόμως ἐφημίσω . πότερα γὰρ αὐτοῦ ζῶντος ἢ τεθνηκότος φάτις πρὸς |
| τόπος , πάλιν αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ , καὶ τοῦτο μέχρις ἀπείρω συμβήσεται . ἀνάγκα τοιγαροῦν τὰ μὲν ἄλλα ἐν τόπῳ | ||
| ὁ τόπος πάλιν αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ , καὶ τοῦτο μέχρι ἀπείρω συμβασεῖται . ἀνάγκα τοιγαροῦν τὰ μὲν ἄλλα ἐν τόπῳ |
| τὰ κρέα ἀττικῶς . ὦ κρέατα κοινῶς , ὦ κρέαα ἰωνικῶς , ὦ κρέα ἀττικῶς . Ἑνικά . Τὸ τεῖχος | ||
| ὅτε δὴ κείρασθαι , καί τινα ἐπιστολὴν ἀνέπλασαν ξυγκειμένην μὲν ἰωνικῶς , τὸ δὲ μῆκος ἄχαρι , ἐν ᾗ βούλονται |
| τέ σύνδεσμος , ἐγκλιτικὸς ὤν , τὴν πρὸ αὑτοῦ λέξιν ὀξύνει , ὅτε βαρεῖά ἐστιν ἐξ ὀξείας : περισπωμένην γὰρ | ||
| φάθι ] ὁ μὲν Ἀπολλώνιος βαρύνει , ὁ δὲ Ἡρωδιανὸς ὀξύνει . Γ ὥσπερ δεφόμενος : ἀντὶ τοῦ ἀποδέρων τὸ |
| [ τίνες δὲ χοἰ συνδρῶντες ἐκ ποίας χθονός [ ; σημήνατ ' , εἴπαθ ' , ὡς [ ἔνεστ ] | ||
| ἐμάθετ ' ; ἐν ποίῳ ? [ ] τόπῳ ; σημήνατ ? [ ] ' : οὐ ? γὰρ ? |
| ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , ὃ σημαίνει τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται | ||
| ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται ὅρος : |
| καὶ οἱ Δωριεῖς τὰ εἰς ειν ἀπαρέμφατα διὰ τοῦ εμεν προφέρουσι οἷον τύπτειν τύπτεν τυπτέμεν , βάσκειν βάσκεν βασκέμεν καὶ | ||
| κατὰ διάλεκτον : καὶ γὰρ οἱ Δωριεῖς διὰ τοῦ α προφέρουσι τὰς περισπωμένας κοινὰς γενικάς : Ἀτρειδᾶν γὰρ λέγουσι καὶ |
| τῶν οὐδετέρων , τῶν μετοχῶν μὲν διὰ τὸ τυφθείς δαρείς νυγείς , ταῦτα γὰρ τὴν αὐτὴν ἔχουσιν ὀρθὴν καὶ κλητικὴν | ||
| διὰ τὸ τυφθείς τυφθέντος τυφθέν , δαρείς δαρέντος δαρέν , νυγείς νυγέντος νυγέν , ταῦτα γὰρ ὀξύνονται : πρόσκειται κοινολεκτούμενα |
| κατορθῶσαι τὰ μέλλοντα τὰ παρελθόντα λαμβάνομεν , ὥστε καὶ ταύτην ἐκβλητέον τὴν στάσιν . ἔτι πρὸς τούτοις ἄλλοι φασὶν , | ||
| τούτοις προσθετέον τὰ λϚ : καὶ γίνονται ١١٢٢٣٦ . τούτων ἐκβλητέον τὴν πλευράν . εἶτα ἀναβιβαστέον τὰ λεπτά , καὶ |
| καὶ τὸ ἐθνικὸν Μωαβίτης , τὸ θηλυκὸν Μωαβῖτις . : Πάλμυρα , φρούριον Συρίας , οὗ μέμνηται Οὐράνιος ἐν Ἀραβικῶν | ||
| Ἀντιοχίδος φυλῆς οὕτω λεγόμενος Παλλήνη . ὁ δημότης Παλληνεύς . Πάλμυρα , φρούριον Συρίας , οὗ μέμνηται Οὐράνιος ἐν Ἀραβικῶν |
| σμινύης καὶ ἐρρωμένως τῇ γῇ ἐμβάλλειν , ἀνακύψαντα δὲ „ λυπῶ σε ” , φάναι ” ὦ Δημήτριε , τὸν | ||
| . Ἡνία , ὁ χαλινὸς , ἀπὸ τοῦ ἀνιῶ τὸ λυπῶ , κημὸς ἀπὸ τοῦ κάμνω , φιμὸς ἀπὸ τοῦ |