τὴν λύπην , ἣν οὐχ ὁρῶντες ὑμᾶς ἐν ταῖς ψυχαῖς φέρομεν οὐδὲ τὴν ἀπὸ τῶν λογοποιούντων ἔτι παραμυθίαν ἔχοντες .
τὰ ὅμοια , εἰ καὶ τὸ τρίγωνον ἄνω καὶ κάτω φέρομεν , ἀλλ ' οὖν τὸν λόγον αὐτὸν καθαρὸν ἐπισκοποῦμεν
6596046 πτερυγιζεις
μ ' οὔπω δύνασαι περὶ τούτου , ἀλλὰ φλυαρεῖς καὶ πτερυγίζεις . Καὶ πῶς φεύγουσί ς ' ἅπαντες ; Ὅτι
καὶ ταῦτα ἀδίκως ἐκ τῶν κοινῶν , γίνονται ἄδικοι . πτερυγίζεις : ἀντὶ τοῦ “ μάταια καὶ κοῦφα διαλέγῃ ”
6392659 ἀφειλεσθε
[ τούτων ] . Ἀλλ ' ὡς [ χρήματα ] ἀφείλεσθε ἐμοῦ ; [ ἀλλ ] ' ὡς τῶν [
ἐπεί μ ' ἀφέλεσθέ γε δόντες „ ἀντὶ τοῦ ἐμοῦ ἀφείλεσθε . Ἰωνικόν : συνέβη τρωθῆναι τὸν Ἀλέξανδρον ἵππον ἀντὶ
6227817 ποιειτε
ἀνδράποδον ἡγήσαισθε εἶναι τὸν λέγοντα . νῦν τοίνυν αὐτὸ τοῦτο ποιεῖτε : ὅσου γὰρ ἀν - δριὰς γένοιτ ' ἄν
ἀκούσαντας ὑμᾶς τούτου ἀπαλλάττεσθαι προσήκει . νῦν δ ' οὐ ποιεῖτε τοῦτο , ἀλλὰ βούλεσθε πολλῶν συμβουλευόντων ἀκούειν . οὐ
6199297 τιθεσαι
καὶ ταῦτα ποιήσεις ἄν ; οὐ κιθαρίζων δὲ συγχωρεῖς καὶ τίθεσαι κιθαρίζειν ; ναί . οὐ κιθαρίζων ἄρα κιθαρίζεις .
σοι φαίνονται λέγειν , ἐπειδὴ μόνας οὐσίας εἶναι τὰς ἀτόμους τίθεσαι : οἱ δὲ μᾶλλον μὲν καθ ' ὑπερβολὴν δυσεπινόητον
6181635 φερετε
Κἀγώ , ἔφη , αἰσχύνομαι ζημιουμένων ὑμῶν . αὔριον οὖν φέρετε τοὺς στεφάνους : τοῦτον γὰρ ὡς ἂν ἔχῃ ἐξοίσω
' οὕτως ὁ ῥήτωρ : θαυμάζω δὲ εἰ μὴ βαρέως φέρετε ὅτι Κι - νησίας ἐστὶν ὁ τοῖς νόμοις βοηθός
6181318 ἀγετε
: δυστυχέστερα : ἀνάγετ ' ἀνάγετε : ἀνεγείρετε , ἄνω ἄγετε , ἀναλαμβάνετε , ἀναβάλλεσθε , ἀντὶ τοῦ προοιμιάζεσθε :
ἀτυχίαις ἔλυσάς σου τὴν παρθενίαν , δέον ἐν εὐτυχίαις : ἄγετε τὸν ἁβρὸν δήποτ ' : τὸν ἐμὸν πόδα πρῴην
6102961 δρωμεν
διφρήλατος ὦ τοῦ μεγίστου Ζηνὸς ἄλκιμον τέκος Παλλάς , τί δρῶμεν ; οὐκ ἐχρῆν ἡμᾶς ἔτι μέλλειν Ἀχαιῶν ὠφελεῖν στρατεύματα
ὦ τοῦ μεγίστου Ζηνὸς ἄλκιμον τέκος , Παλλὰς , τί δρῶμεν ; οὐκ ἐχρῆν ἡμᾶς ἔτι μέλλειν Ἀχαιῶν ὠφελεῖν στρατεύματι
6077334 ποιησασι
συνέγνων ? : [ οὐ πᾶσιν Ἀλεξανδρεῦσι ] ἀλλὰ τοῖς ποιήσασι [ ταῦτα ] δεῖ ἐπεξέρχεσθαι [ ] . [
Σκύθαι ἦρχον . Ὑστέρῳ μέντοι χρόνῳ μετεμέλησέ τέ σφι ταῦτα ποιήσασι καὶ ἀπέστησαν ἀπὸ Δαρείου : ἀποστάντες δὲ ὀπίσω κατεστράφησαν
6054005 Κακοις
οἶνον διαλύει , ἀμφότεροι δὲ τὸν ἄνθρωπον . Ἑρμηνεία . Κακοῖς κακὰ θέλοντες ἰᾶσθαι βροτοὶ Εἰς κινδύνους πίπτουσι τοὺς θανατώδεις
μέτρον . Καιρὸς γάρ ἐστι τῶν νόμων κρείττων πολύ . Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός . Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία
6036033 ἀδικησομεν
καὶ αὐτοὶ ἐξάγοντές τε καὶ ἐξαγόμενοι , ἢ τῇ ἀληθείᾳ ἀδικήσομεν πάντα ταῦτα ποιοῦντες : κἂν φαινώμεθα ἄδικα αὐτὰ ἐργαζόμενοι
τοίνυν , εἶπον , ὦ Γλαύκων , ὅτι οὐδ ' ἀδικήσομεν τοὺς παρ ' ἡμῖν φιλοσόφους γιγνομένους , ἀλλὰ δίκαια
6016939 ποεις
Σύ τοι λέγεις νιν , οὐκ ἐγώ : σὺ γὰρ ποεῖς τοὔργον , τὰ δ ' ἔργα τοὺς λόγους εὑρίσκεται
ταῦτα ποιεῖς χἀτέραις πείθει γυναιξί ; Κἀμέ τ ' ἄχθεσθαι ποεῖς αὐτή τε λυπεῖ . Μὴ πρόσαγε τὴν χεῖρά μοι
6007584 ἀμελγειν
, ; , . Βδέλλα : Ἀττικοὶ βδάλλειν λέγουσιν τὸ ἀμέλγειν : ἀπὸ δὲ τοῦ βδάλλω γίνεται βδέλλα τοῦ α
τὸ δὲ ἕλκειν ἀπ ' αὐτῶν τὸ γάλα βδάλλειν καὶ ἀμέλγειν καλεῖται . ἐρεῖς δὲ τυροκομεῖν καὶ γαλουργεῖν καὶ γαλακτουργεῖν
5997196 διδασκετε
φαυλότατοι πάντων ἀνθρώπων , εἴποιμ ' ἂν αὐτοῖς , ἃ διδάσκετε , οὐ προεμάθετε ; ἢ προκαλεῖσθαι μὲν εἰς ἔλεον
' , ἔφη , ὑμεῖς , ὦ Ἡριππίδα , καὶ διδάσκετε αὐτὸν βουληθῆναι ἅπερ ἡμεῖς . οἱ μὲν δὴ ἀναστάντες
5992836 πονει
τοι αὐτὴ μὲν οὐδέν , ἡνίκ ' ἂν λέγῃ , πονεῖ , ὅταν δ ' ἁμάρτῃ , πολλὰ προσβάλλει κακά
[ ] τὴν [ ] μέλιτταν , ὡϲ [ οὐδὲν πονεῖ ] ἔξωθεν , ἀλλ ' [ ἐϲ ] ταὐτὸ
5982179 πεπονθατε
: αἱ γὰρ ἁμαρτίαι ὑμῶν κατεβάρησαν , καὶ εἰ μὴ πεπόνθατε ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος κυρίου , διὰ τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν
εἰ δ ' ἀκόντων ὑμῶν ἐκεῖνος ἐκράτει , τί δεινὸν πεπόνθατε λαβόντος ἐμοῦ καὶ τὸν τόπον τοῖς πλέουσιν ἀσφαλῆ παρέχοντος
5955865 ποριω
σοῦ καὶ Θουφάνους . Ἀλλ ' ἄλφιτ ' ἤδη σοι ποριῶ ' σκευασμένα . Ἐγὼ δὲ μαζίσκας γε διαμεμαγμένας καὶ
ὅλον δὲ τὸ ἰαμβικὸν παρῴδησεν ἀπὸ Πηλέως Σοφοκλέους . ΓΘ ποριῶ ] μέλλω παρέξειν . Γ βίον ] ζωήν .
5937789 φασκ
. δῶκε δὲ μήτηρ χρύσεον ἀμφιφορῆα : Διωνύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεναι , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἐν
καὶ Ἀχιλέως καὶ Ἀντιλόχου κεῖνται ὀστᾶ . Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ
5934078 ὠνδρες
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς
5925930 πωλουσι
τοῖς Ἰνδοῖς πρὸς ἄρτους καὶ ἄλφιτα καὶ ξύλινα ἱμάτια . πωλοῦσι δὲ καὶ πρὸς ξίφη , οἷς χρῶνται πρὸς τὴν
. Πῶς ; Πωληθέντα που πρότερον ἔργα ἀλλότρια παραδεχόμενοι δεύτερον πωλοῦσι πάλιν οἱ κάπηλοι . Πάνυ μὲν οὖν . Οὐκοῦν
5913429 ἀτθ
νυν , κατείπω τοῖς θεαταῖς τὸν λόγον , ὀλίγ ' ἄτθ ' ὑπειπὼν πρῶτον αὐτοῖσιν ταδί , μηδὲν παρ '
. πυθοῦ χελιδὼν πηνίκ ' ἄττα φαίνεται . ὁπηνίκ ' ἄτθ ' ὑμεῖς κοπιᾶτ ' ὀρχούμενοι . . . λούσησθε
5885477 ἐδμεναι
κρέα ' ἔδμεναι . . . . Χ : Κρέα ἔδμεναι : κατὰ συστολὴν τὸ κρέα ὡς καὶ ἐν τῇ
γὰρ τῶν τοιούτων σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι καὶ ἔδμεναι , οἷα σύες χαμαιευνάδες αἰὲν ἔδουσιν ἴσως διὰ τὸ
5879628 ἀριθμησω
μεν καταστήσει τὸ ἑνικὸν προστακτικόν , φέρωμεν φέρω , ἀριθμήσωμεν ἀριθμήσω . καὶ οὐ ξένον εἰ ὁμοφωνεῖ ταῖς ὁριστικαῖς φωναῖς
τις ἁμάρτῃ . ἀλλ ' ἄγε δὴ τὰ χρήματ ' ἀριθμήσω καὶ ἴδωμαι , μή τί μοι οἴχωνται κοίλης ἐπὶ
5875612 πευσῃ
τούτους κέλευθον ] ὁδόν ἐγκόνει ] † ἤγουν σπουδαίως τρέχε πεύσῃ ] μαθήσῃ ἄν : ἐνταῦθα γὰρ τὸ ἂν σύναπτε
σοι δεῖ καὶ ἀνθρώπων φωνῆς , τὰ μὲν πολλὰ Γυμνασίου πεύσῃ λέγοντος , παρ ' ἡμῶν δὲ τοσοῦτον εἰρήσεται ,
5860335 περισσαινειν
Τῶν συμπιπτόντων ταῖς κυούσαις ἐπειδὴ ταῦτα μάλιστα ἐνοχλεῖ , τὸ περισσαίνειν καὶ συνεχῶς ἐμεῖν καὶ πτυελίζειν καὶ καρδιώσσειν καὶ ἀσιτεῖν
, ἁρμόττουσι καὶ τὸ μέτριον ποτόν . ταῦτα πάντα τοῦ περισσαίνειν καὶ τοῦ ἐμεῖν ἰάματά ἐστιν : ὡς δὲ φάρμακα
5853235 δυναστα
καὶ ἐν Σαλαμῖνι κακά . τὸ δὲ δυνάτα ἀντὶ τοῦ δυνάστα . ὦ πιστὰ πιστῶν : τὸ τοῦ Δαρείου εἴδωλον
ηʹ . τί τάδε ] † τὰ φημιζόμενα δηλονότι . δυνάστα ] † ἤγουν βασιλεῦ , ἡ γεμών . τᾷ
5853153 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
5823027 ἐτηρησα
νεκρῶν ἄνωθεν καὶ οὐχὶ τῶν ζώντων γίνεται . ἐγὼ δὲ ἐτήρησα τοὺς μὲν νοσοῦντας ἐπὶ τούτῳ τῷ ὀνείρῳ πάντοτε ἀποθανόντας
πραγμάτων τοὺς πλησίον εἶναί φαμεν , ὅταν γε ἀγνοῶνται . ἐτήρησα δὲ καὶ τὸ τοιοῦτο . ὅσα μὲν αὐτίκα ἀποβησόμενα
5817821 οἰσουσιν
ἑαυτοῦ πρόβατα τηρήσουσιν , ἀλλὰ καὶ τὰ ἑτέρων ἁρπάζοντες αὐτῷ οἴσουσιν . οἱ δὲ ὡς τάχιστα ηὐξήθησαν , ἀδείας τυχόντες
νων ἀναφορῶν ἢ καταφορῶν ἢ μεσουρανήσεων χρόνοι τοὺς ἑπομένους τόπους οἴσουσιν ἐπὶ τοὺς αὐτοὺς τοῖς προηγουμένοις ἀλλὰ διάφοροι . ὅμοιος
5814797 πραττοντες
. ” κατωμαδόν κατὰ τῶν ὤμων . κατηφόνες κατηφείας ἄξια πράττοντες , παρὰ τὸ φῶ , οὗ παραγωγὸν φάω .
ἀλλὰ δικαιοσύνην καὶ σωφροσύνην . Φαίνεται . Δικαίως μὲν γὰρ πράττοντες καὶ σωφρόνως σύ τε καὶ ἡ πόλις θεοφιλῶς πράξετε
5808064 πραττομεν
τοὺς θεούς . Ὦ Βλεψίδημ ' , ἄμεινον ἢ χθὲς πράττομεν , ὥστε μετέχειν ἔξεστιν : εἶ γὰρ τῶν φίλων
τοῦ μακαρίως ζῆν ἐστι τέλος . τούτου γὰρ χάριν πάντα πράττομεν , ὅπως μήτε ἀλγῶμεν μήτε ταρβῶμεν . ὅταν δὲ
5806419 ἀφαιρουμαι
τοῦτο ἀφ ' ὑμῶν λαμβάνω , ὅ ἐστιν ἀντὶ τοῦ ἀφαιροῦμαι , ἵνα μὴ λέγητε τὸ κοάξ . . 〚
ὅλως , φησὶ , διανοοῦμαι . ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις
5796915 δερκομενα
τᾶν ὀίων ἕπεται σκοπός : ἃ δὲ βαΰσδει εἰς ἅλα δερκομένα , τὰ δέ νιν καλὰ κύματα φαίνει ἅσυχα καχλάζοντος
τυγχάνῃ δεικτική . τὸ ἑξῆς : τὰν κύνα βάλλειεἰς ἅλα δερκομένα , ὥστε τὰ λοιπὰ διὰ μέσου . τᾶν ὀΐων
5790394 τιθεσθε
ταγμάτων ὑμῶν : Κόδδαροι , Ξυρισίταυροι . ταῦτα τοῖς τέκνοις τίθεσθε τὰ πρῶτα , καὶ εὐτυχεῖτε γίνεσθαι τούτων ἄξιοι .
οἴδατε ἢ παντάπασιν ἀγνοεῖτε , τοῖς ἐπισταμένοις αὐτοὺς προσέχετε καὶ τίθεσθε τὴν ψῆφον κατὰ τοὺς μάρτυρας , ἄλλως τε ἂν
5783042 ποω
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . .
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο .
5780880 παγκακως
πανώλεις ] παντελῶς ἠφανισμένοι . θ παγκάκως ] πανωλεθρίως . παγκάκως ] λίαν κακῶς . Ξ ὀλοίατο ] διαφθαρῶσι .
θεῶν , αὐτοῖς ἐκείνοις ἀνοσίοις κομπάσμασιν : ἦ τἂν πανώλεις παγκάκως τ ' ὀλοίατο . ἔστιν δὲ καὶ τῷδ '
5777143 πεποιησαι
πεπλημμέληται , τίνος ἕνεκεν κατ ' ἐμοῦ τὴν τοιαύτην εἰςαγγελίαν πεποίησαι ; ἐδυσχέραινον , ὁμολογῶ , τὸν υἱὸν ἀκούων παρ
τὸ ψυχικὸν τουτὶ πνεῦμα τὸν ἅπαντά σου τείνειν σκοπὸν προὔργου πεποίησαι , οὕτω μηδὲ τῶν ἄλλων σε καρραθυμεῖν θέμις .
5776565 ὠγαθ
ὀπτοῦ ἀλεύρου , ὅθεν καὶ ὠχρός τις ἦν . παίσδεις ὠγάθ ' ἔχων : Ἀττικῶς τὸ ἔχων παρέλκει . ἀντὶ
τῆνος ; ἐμὶν δοκεῖ , ὀπτῶ ἀλεύρω . παίσδεις , ὠγάθ ' , ἔχων : ἐμὲ δ ' ἁ χαρίεσσα
5761256 ἐδονται
Ἕκτωρ φησί σὲ δέ ⌊ τ ' ⌋ ἐνθάδε γῦπες ἔδονται . ταῦτα γὰρ τὴν ἐν τόπῳ σημασίαν δηλοῖ .
ἱρὴν ὅς κε φύγῃ , πολλοὺς δὲ κύνες καὶ γῦπες ἔδονται Τρώων : αἲ γὰρ δή μοι ἀπ ' οὔατος
5758841 Κρονικαις
Ταύτην δ ' ἡμῖν ἀποπέμπει . Ἀλλ ' , ὦ Κρονικαῖς λήμαις ὄντως λημῶντες τὰς φρένας ἄμφω , ὁ Ζεὺς
πτερυγίζεις ] κοῦφα διαλέγῃ φρονοῦντας ] νουθετοῦντας χαλεπὸν ] δύσκολον Κρονικαῖς ] ἀρχαίαις ] ἑλλανοδίκαι . ἀνεκήρυττεν ] ἐξύμνει .
5756441 συνηκας
' ὑπερηφάνως . οὐκ ἔστιν ἰχθυηρὸν ὑπὸ σοῦ μεταλαβεῖν . συνῆκας ἡμῶν εἰς τὰ λάχανα τὴν πόλιν . περὶ τῶν
. Καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν εἶπον , σὺ δὲ οὐ συνῆκας . ἡ φύσις τοῦ νοεροῦ αὐτοῦ λόγου φύσις ἐστὶ
5752812 δεν
, ἢ κατὰ κρᾶσιν . οὐδέν . Ἀττικὸς ὁ τοῦ δεν πλεονασμός . Δαιδάλου . Δαιδάλου , ὡς ἔοικεν ,
πολυ [ . . . . . . [ ] δεν [ [ ] ! ! [ . . .
5747620 ἀπιτε
, ὁ δὲ νεανίας οὗτος ὁ Φρὺξ ἐφ ' ὃν ἄπιτε βασιλικὸς μέν ἐστι καὶ Γανυμήδους τουτουὶ συγγενής , τὰ
ἀναγορεῦσαι : οἱ τὸν πῖλον αἴρειν μέλλοντες ἐκ τῆς ἀγορᾶς ἄπιτε . τούτου δὲ κηρυχθέντος οἱ κοι - νωνοῦντες τῆς
5746452 πεφοβηνται
καὶ ὑποκάμπτουσι καὶ καταδύονται εἰς φάραγγας καὶ εἰς ἰλεούς : πεφόβηνται γὰρ οὐ μόνον τὰς κύνας ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀετούς
γυμνὴ τοῦ σώματος παρ ' ἐκεῖνον ἀπέρχεται , καὶ τοῦτο πεφόβηνται : τὰ δ ' ἐμοὶ δοκεῖ πάντα ἐς ταὐτόν
5745085 ἰθυνουσι
αὐτὸν τὸν ἰχθὺν περιφραστικῶς . Ὡς πόμποι δόμον ἰθύνουσιν , ἰθύνουσί φησι τὸν καὶ νῆα ὄντα καὶ ἰχθὺν , καὶ
αὐτὸν τὸν ἰχθὺν περιφραστικῶς . Ὡς πόμποι δόμον ἰθύνουσιν , ἰθύνουσί φησι τὸν καὶ νῆα ὄντα καὶ ἰχθὺν , καὶ
5742809 πασχεις
ὦ ξυνασχαλᾷ ] συλλυπεῖται μόχθοις ] δυστυχίαις τάδε ] ἃ πάσχεις ἔχρῃζον ] ἤθελον ἠλγύνθην κέαρ ] ἐλυπήθην , ἔπαθον
πόλεμον δεύτερον . Ἆρα καὶ σύ , Χλόη , τοιαῦτα πάσχεις ; ἆρα μέμνησαι τοῦ πεδίου τοῦδε καὶ τῶν Νυμφῶν
5739040 πραττετε
, ἢ τί βούλεται ἡ γυνή ; τί δὲ καὶ πράττετε , ὅταν συνῆτε ; ὁρᾷς ; οὐ φιλεῖς με
' ἡγού - μενος προαγορεῦσαι . ἴστε δέ , ἃ πράττετε : καὶ τί με δεῖ λέγειν , ἃ αἰσχύνομαι
5732798 εἰργασω
ὁθούνεκ ' αὐτὸς αὐτὸν οὔτε νῦν καλὰ δρᾷς οὔτε πρόσθεν εἰργάσω βίᾳ φίλων , ὀργῇ χάριν δοὺς ἥ ς '
ἐξάρχουσα θρήνων τοῖς νεκροῖς : φερώνυμος : πολλὰ γὰρ νείκεα εἰργάσω : σὰ δ ' ἔρις οὐκ ἔρις : ἡ
5727622 πλε
Ψάφωνι καὶ ἦν αὐτοῖς θεὸς ὑπὸ ὀρνίθων χειροτονούμενος . Ψευδῶν πλέ ' ἀτράφαξις : ἀντὶ τοῦ , πλήρης ψευσμάτων .
Βηρυτὸν ἔσομαι : οὕτω καὶ παῖδες καὶ ἄνδρες καὶ γέροντες πλέ - ουσί τε καὶ πεζεύουσι καὶ πέτονται δόξης τινός
5726311 ἀπετιθεντο
λεγομένων ἔνιοι τῶν στρατηγῶν τὰς ἐσθῆτας ἐπὶ ἐνέδρᾳ τῶν ἀντιλεγόντων ἀπετίθεντο , ὡς καὶ αὐτοὶ μετὰ τῶν ἄλλων αὐτὰς ἀντιληψόμενοι
ὄπισθεν τοῦ νεὼ τῆς Ἀθηνᾶς οὕτω καλεῖται , ἐν ᾧ ἀπετίθεντο τὰ χρήματα . Ὀργάς : Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ
5724631 ποιευντες
ἐμέο ἐλαύνων προσδόκιμός ἐστι . Τοῦτον καὶ ξεινίζετε καὶ εὖ ποιεῦντες φαίνεσθε : οὐ γὰρ ὑμῖν ἐς χρόνον ταῦτα ποιεῦσι
δὲ ὅσον τόξευμα ἐξικνέεται , ἵνα καὶ ποιέειν τι δοκέωσι ποιεῦντες μηδὲν καὶ οἱ Σκύθαι μὴ πειρῴατο βιώμενοι [ καὶ
5719245 ἀκιδνοτερον
ἀκήριος βʹ : ἀψυχοποιός . ἢ ἄνευ θανατηφόρου μοίρας . ἀκιδνότερον γʹ : τὸ ἀσθενέστερον . τὸ εὐτελέστερον . καὶ
πολυκοιρανίη , εἷς κοίρανος ἔστω , ὑπερβολικαὶ δὲ οἷον οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . Ἡ δὲ ἐργασία παραπλησία τῆς
5712749 Κριτια
φρόνιμος τὸν τὰ αὑτοῦ πράττοντα τοῦτον σώφρονα καλεῖν . Ὦ Κριτία , ἦν δ ' ἐγώ , καὶ εὐθὺς ἀρχομένου
εὐδαιμονοῖμεν , τοῦτο δὲ οὔπω δυνάμεθα μαθεῖν , ὦ φίλε Κριτία . Ἀλλὰ μέντοι , ἦ δ ' ὅς ,
5709482 λεγετε
ἀντὶ τοῦ ἀγγελλέτωσαν ὁμόφωνον ποιοῦσι τῷ τρίτῳ δυϊκῶν τυπτέσθωσαν , λέγετε λεγόντων ἀντὶ τοῦ λεγέτωσαν . καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος
γὰρ ἐκεῖνο , ὅτι τοῖς πολλοῖς ὑμῶν ἐξὸν λέγειν οὐ λέγετε , ὥστε τοῦτ ' οὐδὲν ἡγεῖτο βαρύ , καὶ
5706710 θαυμαζετε
τ ' εἶναι καὶ διεφθαρμένον ὑπὸ νόσου νομίζω . Μὴ θαυμάζετε δ ' , ὦ ἄνδρες δικασταί , τὴν τούτου
ἱκανῶς ἡσυχῆ ὑπακούοντες ἀντὶ μυρίων ἐξαλλομένων καὶ ἐκβοώντων . Μὴ θαυμάζετε οὖν , εἰ Πλάτωνι συνὼν τῷ θεσπεσίῳ καὶ Ἀριστοτέλει
5699629 ἑλκεις
εἴχετο χείλευς : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ τὺ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις , ἁνίκα δὴ καὶ σαῦρος ἐν αἱμασιαῖσι καθεύδει ,
αὐτός φησι : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ τὸ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις ; ἔνιοι δὲ τὸ Σιμιχίδα ἐπώνυμον εἶναι λέγουσιδοκεῖ γὰρ
5699067 πραττε
τὰς τῶν πλοίων ἐπιμελείας . ὧδ ' ἔρδειν : οὕτως πράττε . ἔργον ἐπ ' ἔργῳ : ἀδιαλείπτως . *
Εὖ εἰπεῖν θάλατταν : ἐπὶ τῶν μάτην εὐεργετούντων . Εὖ πράττε : τὰ φίλων δ ' οὐδὲν , ἢν σὺ
5698296 παραινεις
ἐκποδών , τὸν οὐκ ὄντα μᾶλλον ἢ μηδένα . Κέρδη παραινεῖς , εἴ τι κέρδος ἐν κακοῖς : βράχιστα γὰρ
βλέπουσιν ἡδονάς . Εἶεν , τῷ παιδὶ μὲν οὕτως ἀνόνητα παραινεῖς καὶ φέροντα βλάβην , τῇ θρεψαμένῃ δὲ πῶς ;
5686157 πασχομεν
' οὐκ ἔχω . γόους πρὸς αὐτὴν θησόμεσθ ' ἃ πάσχομεν . ὥστ ' ἐκδακρῦσαί γ ' ἔνδοθεν κεχαρμένην .
ἐλευθέρων . ἔπειτ ' ἔχειν προῖκ ' , οὐχὶ τιμὴν πάσχομεν ; πικράν γε καὶ μεστὴν γυναικείας χολῆς . ἡ
5683673 πινετε
τοὔψον λαβοῦσαι τοῦτο τἀπεσταλμένον σκευάζετ ' , εὐωχεῖσθε , προπόσεις πίνετε , λέπεσθε , ματτυάζετε . ἐπιχαιρέκακος εἶ καὶ φθονεῖς
ἔχετε καὶ μεγάλων οἴκων : ἀρχὰς διώκετε : ἐσθίετε καὶ πίνετε ὅσα καὶ τὰ κτήνη : οὐκ αἰσθάνεσθε οὐδὲ ὡς
5679685 δεδρακας
. Θησεῦ , ξύνισμεν πάνθ ' ὅς ' Ἀργείαν χθόνα δέδρακας ἐσθλὰ δεομένην εὐεργετῶν χάριν τ ' ἀγήρων ἕξομεν :
; Ἄνδρ ' ἐδεξάμην ἐραστὰ τῆσδε τῆς ξυνουσίας . Καὶ δέδρακας τοῦτο τοὔργον ; Καὶ δεδρακώς γ ' ἥδομαι .
5677157 μελετατε
λόγον ἡμῖν ἐπιδειξόμενοι οἷον ἂν εἴποιτε πρὸς ἕκαστον αὐτῶν τοῦτο μελετᾶτε , ἀλλ ' ὡς τοὺς πεπεισμένους ὑφ ' ἑκάστου
αἰτιατικῇ . φροντίζετε ] σκοπεῖτε , διὰ φροντίδος ἔχετε , μελετᾶτε , μεριμνᾶτε . . γὰρ ] ἀργόν . ἐγκεκυφότες
5672243 ἐλεειτε
χρῆσθαι ; μὴ τοίνυν ἀκούσαντά τε Θεόμνηστον κακῶς τὰ προσήκοντα ἐλεεῖτε , καὶ ὑβρίζοντι καὶ λέγοντι παρὰ τοὺς νόμους συγγνώμην
οἱ μὲν ἀδικοῦντες ἐλεινοί , ὑμεῖς δ ' οἱ ἀδικούμενοι ἐλεεῖτε . καὶ νῦν ἴσως ποιήσουσιν ἅπερ καὶ πρότερον ἦσαν
5669015 ἀγχεμαχα
διὰ τούτου τὰ τόξα . . σταδαῖα ] στάσιμα καὶ ἀγχέμαχα . . τίς δὲ ποιμάνωρ ] τίς δὲ ,
προβολίοις δ ' ἐπὶ τοὺς σῦς καὶ τὰ ἄλλα τὰ ἀγχέμαχα θηρία . καὶ τὰ μὲν ἀκόντια ἔσται μελίας ἢ
5653617 δυσχεραινεις
κάλλος , ὅταν ἀπανθῇ τὸ σῶμα . καὶ μὴν ἣν δυσχεραίνεις παρ ' ἡμῖν ὥραν τοῦ ἔτους , παρελήλυθε ,
σε διερωτήσειν ταῦτα πότερον ἀποδέχῃ πάντα , ἤ τι καὶ δυσχεραίνεις τῶν λεχθέντων : νῦν δ ' ἤδη φανερὸν ὅτι
5653612 περαινε
μακρόν . μῦθον ] λόγον . εἰπέ ] ἐμοί . πέραινε ] πλήρου . πάντα ] ἃ βούλει . τὴν
Ἄπολλον , ὡϲ ἄγροικοϲ εἶ : ϲυϲκευαϲάτω [ ] . πέραινε . παύομαι λέγων . νὴ τὴν Ἀθηνᾶγ [ ]
5653233 ζωγραφω
τὸν χρόνον δαπανῶντες ὑπὸ ἀδημονίας . γράφω ] ἐν γῇ ζωγραφῶ , ἢ γράφω τῷ δακτύλῳ . παρατίλλομαι ] ἐκ
. τρυφῶ , κορυφή κορυφῶ , σοφός σοφῶ , ζωγράφος ζωγραφῶ , ψόφος ψοφῶ , ἁφή ψηλαφῶ . τὸ δὲ
5650092 πονησεις
οἷς σὺ δουλεύσεις καὶ λυπήσῃ δι ' αὐτὰ καὶ πολλὰ πονήσεις μάτην καὶ διατελέσεις ἅπαντα τὸν βίον φροντίζων ἐκείνων ,
ἂν καὶ πράξῃς , πρὸς ὠφέλειαν ἐμὴν σπεύδων , μάτην πονήσεις . προγινώσκει γὰρ ὅτι οὐ πείσει τὸν Δία .
5650012 φιλεεις
σε βάλλει , ὃ ποεῖς , μόλις σὺ πάσχεις : φιλέεις ἅπαντα παίζειν κραδίαις φλόγας τιθεῖσα : τὸ δίκης σέβας
τέτυκται . ἔγνων πρᾶν , ὅκα μοι , μεμναμένῳ εἰ φιλέεις με , οὐδὲ τὸ τηλέφιλον ποτεμάξατο τὸ πλατάγημα ,
5648667 αἰτιασθε
. : αὐταὶ δ ' ὑμᾶς αὑτάς ] Λείπει τὸ αἰτιᾶσθε . αὐταὶ δ ' ὑμᾶς αὐτάς ] Αἰτιᾶσθε .
[ εἴ τις λακοῦσα τ ? [ μή μ ' αἰτιᾶσθε [ ὅστις δὲ δούλωι φωτὶ ⌊ πιστεύει βροτῶν ,
5647956 προτεινοντες
ἐπὶ τοὺς ἵππους παρῆσαν τὰς δεξιάς , ὥσπερ εἴρητο , προτείνοντες : οἱ δὲ Μῆδοι καὶ Πέρσαι ἀντεδεξιοῦντό τε αὐτοὺς
θείαν φύσιν πράττειν , τὰς μὲν χάριτας δι ' ἑαυτῶν προτείνοντες , τὰς δὲ τιμωρίας δι ' ἑτέρων βεβαιοῦντες .
5636788 νοουσιν
καὶ τὴν δορὰν ἀγαθὴν ἀντίπαλον αἰχμῇ ταῖς αὑτῶν ἀσπίσι περιτείναντες νοοῦσιν οἱ Σκύθαι . Πελάγιος ἰχθὺς τὴν λῆξιν , τὴν
γάνυνται τῶν μήλων ἐμφαγόντες , ἴδωμεν ὅ τι ποτὲ οὗτοι νοοῦσιν . οἱ γὰρ κάλλιστοι τῶν Ἐρώτων ἰδοὺ τέτταρες ὑπεξελθόντες
5636127 κατεσφραγισμενα
, πάντα δ ' ἐλπίζειν χρεών εὔφημα καὶ σᾶ καὶ κατεσφραγισμένα ἢ ἑτέρᾳ φράσω ; οἰνάνθα τρέφει τὸν ἱερὸν βότρυν
ἦλθεν , ἀποπέμπεται εἰς Ἰθάκην συμβόλαιά τινα δοῦσα ἐν δέλτῳ κατεσφραγισμένα . τοῦ δὲ Ὀδυσσέως κατὰ τύχην τότε μὴ παρόντος
5631480 ὠρυονται
φέρει ποτικάρδιον ἕλκος . τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες : ἁ δ ' Ἀφροδίτα
μιν πυρίη ἀποκρατήσειε : οἱ δὲ Σκύθαι ἀγάμενοι τῇ πυρίῃ ὠρύονται . Τοῦτό σφι ἀντὶ λουτροῦ ἐστι : οὐ γὰρ
5629235 ματαιοι
οἰόμεθα δικαιότατα ἂν αὐτὸν εἰπεῖν ; ἀλλ ' ὅμως οἱ μάταιοι καὶ βοῶσι καὶ μεταστειλάμενοί τινα θρήνων σοφιστὴν πολλὰς συνειλοχότα
ἀνέστιοι βιοῦντες . ἐξ ὧν ἁπάντων ἀλλότριοι μὲν ἀρετῆς , μάταιοι δὲ ἐστὲ εἰς τὸ τοῦ βίου χρήσιμον . οὐδὲν
5626216 δρᾳς
χειρουργοὺς τῶν πράξεων ; τὸ σῶμα ; εὐθὺς ὅρα τί δρᾷς : διαπηδᾷς τὴν τάξιν τῶν ἀρχομένων , ἀπὸ τοῦ
τούτῳ μὴ κάλει . Ὦ γλυκύτατον Μυρρινίδιον , τί ταῦτα δρᾷς ; Κατάβηθι δεῦρο . Μὰ Δί ' ἐγὼ μὲν
5619553 ζητειτε
συγχωρεῖτε κηρύττεσθαι , τὸ δὲ καθαρὰν πολεμίων τὴν Ἀττικὴν οὐ ζητεῖτε τοῖς γεγενημένοις συνάπτεσθαι : μηδεὶς , ὦ ἄνδρες δικασταὶ
φωνὴν δὲ βάρβαρον οὐ δοκιμάζετε ; αὐλούντων καὶ ᾀδόντων φωνὰς ζητεῖτε ἐμμελεῖς , καὶ ποιητῶν ἔμμετρα ποιούντων ἐπιλαμβάνεσθε , εἰ
5618395 πλεκειν
Ποῦ γὰρ ἡ Ἄρτεμις οὐκ ἐχόρευσεν ; Ἐξ ἄμμου σχοινίον πλέκειν . Στρογγύλα λέγε , ἵνα καὶ κυλίεται . Τὸν
τῷ Γηρυτάδῃ φησὶν Ἀριστοφάνης πλεκτῷ κανισκίῳ . καὶ γυργάθους δὲ πλέκειν ἔλεγον : ὁ δὲ γύργαθος ὠνόμασται ἐν τοῖς Ἀριστοφάνους
5615962 ὑβριζοντες
: καὶ τὰ τῶν ἄλλων διῴκουν θεραπεύοντες ἀλλ ' οὐχ ὑβρίζοντες τοὺς Ἕλληνας καὶ στρατηγεῖν οἰόμενοι δεῖν αὐτῶν ἀλλὰ μὴ
, Εὔμαιε , θεοὶ τεισαίατο λώβην , ἣν οἵδ ' ὑβρίζοντες ἀτάσθαλα μηχανόωνται οἴκῳ ἐν ἀλλοτρίῳ , οὐδ ' αἰδοῦς
5615756 φοβεισθε
ἀδελφοκτονίαν καὶ φησὶ πρὸς τὰς τοῦ χοροῦ γυναῖκας , μὴ φοβεῖσθε . . πόλις πέφευγεν ] ἐπὶ τῆς προσβολῆς καὶ
πληροῖ μέχρι τοῦ νῦν . . ταρβεῖτε ] ἐκπλήττεσθε καὶ φοβεῖσθε . ὅμιλον ] πληθύν . εὖ τελεῖ θεός ]
5613342 παπαι
οἱ δὲ συνεμφάσεις , οἱ δὲ σχετλιασμούς , φεῦ , παπαῖ , ὤμοι . φασὶ δὲ καὶ [ ] εἰκασμοῦ
καὶ γὰρ τὰ πυθόκραντα : δυσμαθῆ δ ' ὅμως . παπαῖ , οἷον τὸ πῦρ : ἐπέρχεται δέ μοι .
5613084 Δεινοι
ὁπόσοις ἂν μὴ χρήσωμαι πονηροῖς κριταῖς , ἐκεῖνοι εἴσονται . Δεινοὶ κατὰ κοιλίαν εἰσὶν οἱ πολύποδες , καὶ πᾶν ὅ
ἄγρα : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν εὖ πραττόντων . Δεινοὶ πλέκειν τοι μηχανὰς Αἰγύπτιοι : ἐπὶ τῶν σφόδρα κακούργων
5611912 πεπραξεται
Οὐκ ἐπὶ δώροις μὲν τὰ ἡμέτερα . πλὴν ἄπιθι : πεπράξεται γὰρ ἅπερ ἂν δοκῇ . σὺ δὲ πρόσιθι ἡ
, ” ἔφη “ ταῦτα ἐπιδείκνυσθαι , ὑμῶν δὲ ἕνεκε πεπράξεται . ” καὶ τῶν θερμῶν κρηνῶν δύο , τὰς
5605615 δρασομεν
ὦ λόγοι , τί πρὸς Μουσῶν , ὦ φίλοι , δράσομεν ; τίνα καὶ αὐτοὶ Μοῦσαν [ . . .
ἔοικεν , ἐλεύθερον ἐργάτην . ἀλλὰ τοὺς τοιούτους ἅπαντας τί δράσομεν ; ἢ διασπείραντες ἐν τῇ χώρᾳ κατοικιοῦμεν , καθάπερ
5604435 ἐξαγομενοι
] τούτοις καὶ τὸν τοῦ σώματος κόσμον ὑπὸ τοῦ πάθους ἐξαγόμενοι [ καὶ ] σκυλεύοντες ἑαυτοὺς ἀνατιθέασιν . πᾶς δ
δέ τινα διανάπαυσιν ποιούμενοι τῆς ἐννοίας διὰ μικροτέρων τε κώλων ἐξαγόμενοι καὶ λέξεων βραχυτέρων καὶ εἰς βραχεῖαν συλλαβὴν λήγοντες ἢ
5595511 τολμητεον
: τοσοῦτον τὸ μέγεθός ἐστιν αὐτοῦ τῆς ἐκτάσεως : διὸ τολμητέον εἰπεῖν τὸν μὲν ἄνθρωπον ἐπίγειον εἶναι θεὸν θνητόν ,
μὲν οὖν ἀληθέστατα περὶ τούτων αὐτοὶ ἴσασιν οἱ θεοί : τολμητέον δὲ καὶ ἡμῖν ἀποπλῆσαι τὰς ἀπορητικὰς ὠδῖνας ἐφ '
5592574 δυστυχω
πείσει τὸν Δία . . ἐγὼ γὰρ οὐκ , εἰ δυστυχῶ : Ἐγώ , φησί , καὶ ἐὰν δυστυχῶ τοιαύτας
πανταχοῦ φρονεῖν μέγα . Ὡς οἰκτρόν , ἣ τὰ τοιαῦτα δυστυχῶ μόνη , ἃ μηδὲ πιθανὰς τὰς ὑπερβολὰς ἔχει .
5588676 ἐκφευξῃ
δὲ σχήματα καὶ τοῦ θέλοντος δανείσασθαι παρά σου τὴν ὄχλησιν ἐκφεύξῃ . Ὁ μέλλων ἀποδημεῖν ἐκ τοῦ ὡροσκόπου κριθήσεται ,
διανοηθῇς ὥστε ποιῆσαι , πεποίηκας αὐτὸ τῇ ψυχῇ . οὐκ ἐκφεύξῃ ἁμαρτίαν ἀναλώμασι . πολύθεος ἄνθρωπος ἄθεος . ὧν ἂν
5588437 Ὑμιν
† οἱ στρατηγοί , ἔνθα δὴ ὁ Θρασύβουλος ἔλεξεν : Ὑμῖν , ἔφη , ὦ ἐκ τοῦ ἄστεως ἄνδρες ,
τὰ νῦν δίκαια πράσσεις οὔθ ' ἃ πρόσθεν εἴργασαι . Ὑμῖν ἂν εἴη τήνδε καιρὸς ἐξάγειν ἄκουσαν , εἰ θέλουσα
5586285 πραξετε
γὰρ πράττοντες καὶ σωφρόνως σύ τε καὶ ἡ πόλις θεοφιλῶς πράξετε . Εἰκός γε . Καὶ ὅπερ γε ἐν τοῖς
μέμψασθαι πάντ ' ἀκονιτὶ προήσεσθε , πῶς οὐ πάντων ἀλογώτατα πράξετε ; ἔστι δ ' οὐχ ὅσον τις ἂν εἴποι
5583920 δειπνωμεν
Μεταγένους ἀναφωνήσαντος : ἀλλ ' , ὦ ' γαθέ , δειπνῶμεν , κἄπειτά με πᾶν ἐπερωτᾶν ὅ τι ἂν βούλῃ
, ὦ στρατιῶται . φησί που Μεταγένης : ὦγαθέ , δειπνῶμεν κἄπειτά με πάντ ' ἐπερωτᾶν ὅ , τι ἂν
5580750 ἀπληστων
κατακαίριον εἶπεν . Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ
οἱ γεννήτορες . Πτωχοῦ πήρα οὐ πίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Πύθια καὶ Δήλια : ἐπὶ τῶν ταχέως ἀπολλυμένων
5579588 παιζομεν
, ὁ δὲ ἑπτὰ περισσός . ἄλλως . ἄρτια περισσὰ παίζομεν : παιδιὰ δέ τις ἦν , καθ ' ἣν
παίζομεν ] ἀντὶ τοῦ κατ ' ἐκεῖνο τὸ μέρος ὃ παίζομεν . ὁμοιωματικὸν ἀναφορικὸν δεικτικὸν ἀντὶ ἀναφορικοῦ δεικτικοῦ . τοῦτο
5579420 ἀγγελλεις
σαυτοῦ τρόπων ἐστίν ; ἀντὶ τοῦ , τί ἀγαθὸν ἡμῖν ἀγγέλλεις ; εἰκὸς γάρ σε καλλίστοις χρώμενον τρόποις πρὸς τοὺς
ἢ ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος ἑστώτων . Οὐ πόλεμον ἀγγέλλεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἀγαθὰ ἀγγελλόντων . Οὔ ποτε
5575979 βοσκηματ
σῦκα . σῦκα μὲν νὴ τὸν Δία πάνυ φέρει . βοσκήματ ' , ἔρια , μύρτα , θύμα , πυρούς
σῦκα μέν , νὴ τὸν Δία , πάνυ φέρει . βοσκήματ ' , ἔρια , μύρτα , θύμα , πυρούς
5575957 ἐμπολησαντες
εἶθ ' ὅπως λιταργιοῦμεν οἴκαδ ' εἰς τὰ χωρία , ἐμπολήσαντές τι χρηστὸν εἰς ἀγρὸν ταρίχιον . Ὦ Πόσειδον ,
δραμούμεθα ” . Γ παρὰ τὸ λίαν ἀργόν . Γ ἐμπολήσαντές ] ἀγοράσαντες . χρηστὸν ] χρήσιμον . Γ ὦ
5570490 θυομεν
θεοῖς , τούτων τινὸς ἕνεκα θυτέον . καὶ γὰρ ἃ θύομεν , τούτων τινὸς ἕνεκα θύομεν . ἆρ ' οὖν
φράσῃς . Μὴ διαλέγου νῷν μηδέν : Εἰρήνῃ γὰρ ἱερὰ θύομεν . Ὦ μέλεοι θνητοὶ καὶ νήπιοι Ἐς κεφαλὴν σοί
5567283 ἀπειλουσιν
γὰρ οὐ τοῦ δανείου χάριν , ἀλλὰ τοῦ τόκου ἐνεχυράσασθαι ἀπειλοῦσιν . Θ τοῦτο ἐγερθείς φησιν : οὐ γὰρ ὀνειροπολεῖ
προσφερόμενον ἀετὸν αἱ γέρανοι θεάσωνται , γενόμεναι κυκλόσε καὶ κολπωσάμεναι ἀπειλοῦσιν ὡς ἀντιταξόμεναι : ὃ δὲ κρούεται τὸ πτερόν .
5565761 χαρισαμενοι
ὡς ἀσεβῆ ἀνελόντες , ἀλλὰ φύγοιμεν τὸν θάνατον , μὴ χαρισάμενοι τῇ πατρίδι ὡς μετὰ θάνατον ἴσως εὐκλείας τευξόμενοι ;
δῆμον ἔλεγον , ὅτι τὰς μὲν εἰς ἑαυτοὺς ὕβρεις ἀφείκασι χαρισάμενοι πολλοῖς καὶ ἀγαθοῖς ἀνδράσι δεομένοις , οἷς οὐκ ἦν
5565262 ποησω
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι .
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ
5565256 ὠφελουσιν
, πρὸς δὲ τὰς κάτω καθάρσεις μὴ διαχωρούσας οὐδὲν μέγα ὠφελοῦσιν , εἰ μὴ ἄρα καὶ βλάπτουσιν : κίνδυνος γάρ
καὶ γράφουσιν ἐπὶ τῷ ἑαυτῶν κέρδει , καὶ οὐδένα οὐδὲν ὠφελοῦσιν : οὐδὲ γὰρ σοφὸς αὐτῶν ἐγένετο οὐδεὶς οὐδ '

Back