μεταβεβλημένου ὑπὸ τῆς Ἀθηνᾶς λέγων ἀλλοῖός μοι , ξεῖνε , φάνης νέον ἠὲ πάροιθεν : οὐ γὰρ εἶπεν ἄλλος ἀλλὰ
ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ἀλλοῖός μοι , ξεῖνε , φάνης νέον ἠὲ πάροιθεν , ἄλλα δὲ εἵματ ' ἔχεις
7637007 ἀλλοιος
ἐπινοηθείη , οὐ παρὰ τοῦτο ἄλλος ἐγένετο , ἀλλ ' ἀλλοῖος : ὁ αὐτὸς γὰρ δύναται εἶναι . αἱ δὲ
φορμῷ : παῦροι δέ σε θηήσονται . ἄλλοτε δ ' ἀλλοῖος Ζηνὸς νόος αἰγιόχοιο , ἀργαλέος δ ' ἄνδρεσσι καταθνητοῖσι
5816998 ἐσσι
ἀίδιος ζωὴ ἠδ ' ἀθανάτη τε πρόνοια : πάντα σύ ἐσσι , ἄνασσα : σὺ γὰρ μούνη τάδε τεύχεις .
δ ' ὀλιγοδρανέων προσέφη κορυθαίολος Ἕκτωρ : τίς δὲ σύ ἐσσι φέριστε θεῶν ὅς μ ' εἴρεαι ἄντην ; οὐκ
5813953 ξεινε
. καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ τὸ ὅμοιον : Ζεύς τοι δοίη ξεῖνε , ὅττι μάλιστ ' ἐθέλεις : ὣς ἄρ '
, κούρην Διὸς αἰγιόχοιο : “ εὔχεο νῦν , ὦ ξεῖνε , Ποσειδάωνι ἄνακτι : τοῦ γὰρ καὶ δαίτης ἠντήσατε
5667485 ἐννεπε
“ ᾔομεν ὡς ἐκέλευες ” καὶ τὸ “ ἄνδρα μοι ἔννεπε , μοῦσα ” καὶ τὸ “ Ἰλιόθεν με φέρων
, τόδ ' ἐλήλυθεν πᾶν κράτος ὠγύγιον : τό μοι ἔννεπε τί σοι χρεὼν ὑπουργεῖν . Νῦν μέν , ἴσως
5514895 Πατροκλε
ἐστιν ἐμφαντικὸν τὸ μοι , ὡς τὸ [ Τ ] Πάτροκλέ μοι δειλῇ πλεῖστον : ἰδοὺ πείθομαι : τοῦτο εἰκὸς
τὸ δὲ ἡγούμενον καθ ' ἓν ἄφωνόν ἐϲτιν , οἷον Πάτροκλέ μοι δειλῇ πλεῖϲτον κεχαριϲμένε θυμῷ Τ ἢ ὅτ '
5399167 διοτρεφες
ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ξείνω δή τινε τώδε , διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε , ἄνδρε δύω , γενεῇ δὲ Διὸς
' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Φοῖνιξ ἄττα γεραιὲ διοτρεφὲς οὔ τί με ταύτης χρεὼ τιμῆς : φρονέω δὲ
5389289 ἐμεθεν
† φονία χάριτας † ἵν ' ἐπὶ δάκρυσι παρ ' ἐμέθεν ὑπὸ μέλαθρα νύχια παιᾶνα νέκυσιν ὀλομένοις λάβηι . κυανοειδὲς
ἔκ προθέσεως , ὡς τὸ Ἴδηθεν μεδέων , ὡς ἡ ἐμέθεν ἀντωνυμία , ὡς τὸ Αἴας δ ' ἐγγύθεν ἦλθε
5339546 γερον
δὲ Πρίαμον φάτο μῦθον : υἱὸς μὲν δή τοι λέλυται γέρον ὡς ἐκέλευες , κεῖται δ ' ἐν λεχέεσς '
' ἐστέρησε Φοῖβος . ὦ κακὰ παθὼν ἰδών τε δυστυχὲς γέρον , τίν ' αἰῶν ' ἐς τὸ λοιπὸν ἕξεις
5315825 θεραπων
γενναῖός που κἀναφέρων ἐς τὴν ὑφ ' Ἡρακλεῖ τροφήν , θεράπων δὴ γενέσθαι τῷ Ἡρακλεῖ ὁ Φιλοκτήτης ἐκ νηπίου ,
' ἴσως . Ἀλλ ' ἐκποδὼν πτήξωμεν , ὡς ἐξέρχεται θεράπων τις αὐτοῦ πῦρ ἔχων καὶ μυρρίνας , προθυσόμενος ,
5307249 Ὁμηρικον
: Ἀντὶ τοῦ , περὶ τῶν πετομένων . ἔστι δὲ Ὁμηρικὸν [ . Ζ , ] τὸ σχῆμα : εἰρόμεναι
ὡς ἱστορεῖ Θεόφραστος . ἀργινόεντι μαστῷ : Ἀρίσταρχος μὲν τὸ Ὁμηρικὸν οὖθαρ ἀρούρης παράγειν αὐτόν φησι πιθανῶς , ὑπαλλαξάμενον τὸν
5291155 σιγα
σῖγα ἐπίρρημα καὶ τὸ γα βραχὺ ὡς εἴρηται . Ξ σίγα ] σιώπα . τῶνδ ' ] ὧν ἀκούεις .
ἀπὸ τοῦ ἠρεμῶ γίνεται ἠρέμα , καὶ ἀπὸ τοῦ σιγῶ σίγα , οὕτως καὶ ἐκ τοῦ ὁρῶ ὅρα , καὶ
5288271 χαιρε
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ '
5264283 ἀνερ
ἀλλὰ ταῦτα μόνον ἔλεγον : Ἄνερ Κλειτοφῶν , Λευκίππης μόνης ἄνερ , πιστὲ καὶ βέβαιε , ὃν οὐδὲ συγκαθεύδουσα πέπεικεν
δὲ ἱέρεια εἶπε πρὸς αὐτόν , δυσχεράνασα τῇ ὄψει , ἄνερ ἀπὸ τῶν ἱερῶν . ὁ δὲ Ὅμηρος ἐς θυμόν
5262865 λαλει
ποτὶ φῶτα κακόν . πιστὸν γὰρ οὐδὲν γλῶσσα διὰ στόματος λαλεῖ διχόμυθον ἔχουσα καρδίῃ νόημα . ἐποίησε δὲ καὶ ἐλεγεῖα
, πωλῶ τοῦτον εὐθὺς ἐν ἀγορᾷ . αὑτῷ βαδίζει καὶ λαλεῖ καὶ πτάρνυται ἕκαστος ἡμῶν , οὐχὶ τοῖς ἐν τῇ
5259177 ἐγων
, μητρὸς δ ' ἐκ Θέτιδος καλλιπλοκάμου ἁλοσύδνης : αὐτὰρ ἐγὼν υἱὸς μεγαλήτορος Ἀγχίσαο εὔχομαι ἐκγεγάμεν , μήτηρ δέ μοί
: τὰ πρὸ τοῦ δύ ' ἄνδρες ἔλεγον , εἷς ἐγὼν ἀποχρέω . τὰς θυσίας καὶ τὰς λαμπροτέρας παρασκευὰς ἐκάλουν
5251194 γεραιε
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς
5243823 Χαιρε
δι ' ἧς οἱ κατάδικοι τὴν ἐπὶ θανάτου ἐξάγονται . Χαῖρε φίλον φῶς : γραῦς θέλουσα ἀκολασταίνειν γυμνὴ , ἵνα
ῥοδοδάκτυλος οὖσα ; Ποιμὴν καθέστηκ ' αἰπόλος καὶ βουκόλος . Χαῖρε χρυσόκερω βαβάκτα κήλων , Πάν , Πελασγικὸν Ἄργος ἐμβατεύων
5239808 σεο
κακὰ φρονέων ἀλάλησαι ἀνθρώποις ἠδ ' ἐσθλά : τὸ καὶ σέο σῶμα δίφυιον . Ἦν δὲ καὶ δεινὸς ὀνοματοποιῆσαι .
δ ' ἵξεαι πολιὸν ἔαρ οὐδὲ πρὸς ἄλλους αὐγάσεαι : σέο δ ' ἄλλος ἀνὴρ κεχρημένος ἔσται . Εἰ δέ
5224600 ἀειδε
. ὦ δυστυχής , εἰ μὴ βαδιεῖ ἐμοὶ μὲν οὖν ἄειδε τοιαύτην , θεά , θρασεῖαν , ὡραίαν δὲ καὶ
θῆκαν ἰοστεφάνων τε Μοισᾶν . Μοῦσά μοι Ἀλκμήνης καλλισφύρου υἱὸν ἄειδε . υἱὸν Ἀλκμήνης ἄειδε Μοῦσά μοι καλλισφύρου . Γνῶθι
5216100 φιλε
ἄλλων ὧν λέγεις πέρι μυθολογοῦντα . Ἔστι γάρ , ὦ φίλε Φαῖδρε , οὕτω : πολὺ δ ' οἶμαι καλλίων
γὰρ ἀποκαλύψας ἐγὼ λέγω . Ἐκ τῆς Πολιτείας „ Ὦ φίλε Ὅμηρε , εἴπερ μὴ τρίτος ἀπὸ τῆς ἀληθείας εἶ
5214309 γεγον
[ ] τὸν νόθον νο ! [ ] ν πᾶν γεγον [ ] σμίλην θεμ [ ὀλολυγμὸν ] κα !
? ? ? ? ? ? παρηγορη [ ] γάλλος γεγον [ ! ! ! ! ! ! ! !
5205531 Ἀϊδαο
καρτερός ἐσσι , ἀλλ ' ὑπ ' ἐμοὶ δμηθέντα πύλας Ἀΐδαο περήσειν . Τὸν δ ' αὖ Σαρπηδὼν Λυκίων ἀγὸς
καὶ ὁρᾷ φάος ἠελίοιο , ἦ ἤδη τέθνηκε καὶ εἰν Ἀΐδαο δόμοισι . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενον προσέφη εἴδωλον
5196450 χανοι
κατὰ φάρυγγα ὀδυνώδεα σμι - κρὰ , πνιγώδεα , ὅτε χάνοι , μὴ ῥηϊδίως συνάγοντι , ἰσχνῷ , παρακρουστικά :
ὡς ταχεῖα ἀντὶ τοῦ ταχέως , καὶ “ τότε μοι χάνοι εὐρεῖα χθών . ” λαισήϊα θυρεοῦ γένος , ἢ
5195842 Ἀντιλοχ
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε
5192892 πατρωιος
κοῦροι Ἀχαιῶν : τοιοῦτον γάρ τί φησι : ξένος ἄρα πατρώιος εἶ , μεγάλων ἄρα δώρων ἐπιθυμεῖς . καὶ ἐπ
? ? [ : ] κεῖνος δὴ Νόος ἐστὶν ἐμὸς πατρώιος Ἑρμῆς . τῷ μάλα πόλλ ' ἐπέτελλε καμεῖν περικαλλέα
5168328 Ἀντινο
Φρονίοιο Νοήμων ἐγγύθεν ἐλθὼν Ἀντίνοον μύθοισιν ἀνειρόμενος προσέειπεν : “ Ἀντίνο ' , ἤ ῥά τι ἴδμεν ἐνὶ φρεσὶν ἦε
ἦ ῥα , καὶ Ἀντίνοον ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ Ἀντίνο ' , ἦ μευ καλὰ πατὴρ ὣς κήδεαι υἷος
5165521 μοιρ
κωφότητος ταῖς εἰς κακίαν ἐκπεσούσαις ψυχαῖς αἰτίαν : τοίη γὰρ μοῖρ ' αὐτῶν βλάπτει φρένας . εἰς γὰρ ἄνοιαν καὶ
εὕδουσα γὰρ φρὴν ὄμμασιν λαμπρύνεται , [ ἐν ἡμέρᾳ δὲ μοῖρ ' ἀπρόσκοπος βροτῶν . ] ἦ πολλὰ μὲν δὴ
5149099 Μουσα
τοσοῦτος πατρίδι τῇ πόλει καλλωπιζόμενος ; ἡ μὲν οὖν Καρίνη Μοῦσα , τὴν Ἡροδότου λέγω , τὴν μικροῦ νικῶσαν καὶ
ὄπισθεν τὰ μέρη καὶ Σάτυρος ἐπιβαστῶν τῇ χειρὶ ῥοπαλίτζι καὶ Μοῦσα συραυλίζουσα καὶ μία τῶν Χαρίτων καὶ κεφαλὴ τοῦ Κάνθαρου
5147416 ηὐδα
μετέλθοι . ” τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ξεῖν ' , ἐπεὶ ἂρ δὴ ταῦτά
γενέσθαι . ” τὸν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα : “ ἔσσεται οὕτως , ἄττα : σὺ δ
5145689 χὠ
' ὅδε μὲν δώσει δίκην : προσέρχεται γὰρ ὁ πρύτανις χὠ τοξότης . Τουτὶ πονηρόν . Ἀλλ ' ὑπαποκινητέον .
: κοὐκ ἔστ ' ἄελπτον οὐδέν , ἀλλ ' ἁλίσκεται χὠ δεινὸς ὅρκος χαἰ περισκελεῖς φρένες . Κἀγὼ γάρ ,
5138427 φερ
ἀρίστου πατρὸς Ἑλλήνων γεγώς ; λῃστὰς ἐλαύνων καὶ κατασπέρχων δορί φέρ ' εἰ ἐκπλεύσας σκάφει ! ! ! ! !
ἐν τοῖσι δ ' ἔργοις ὄντας ἀνοήτους ὁρῶ . Ζωμήρυσιν φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν :
5129059 σευ
ἔβην καὶ ἐμῆς ἀπελήλυθα πάτρης : ἀλλ ' οὔ πω σεῦ ἄκουσα κακὸν ἔπος οὐδ ' ἀσύφηλον : ἀλλ '
[ ! ] ! [ ] [ ] πολύλλιτε , σεῦ δέ τις , οἴω , [ ] ! υχατέουσα
5119478 πολυμηχαν
δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : διογενὲς Λαερτιάδη πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ χρὴ μὲν δὴ τὸν μῦθον ἀπηλεγέως ἀποειπεῖν
μ ' οἰμώξας ἠμείβετο μύθῳ : [ διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , ] ἆσέ με δαίμονος αἶσα κακὴ
5116345 εἱο
τῷ ι πλεονάζουσαι μόνως ὀρθοτονοῦνται , ἐμεῖο , σεῖο , εἷο ἀπὸ γὰρ ὀρθοτονουμένων τὸν πλεονασμὸν ἀνεδέξαντο τοῦ ι .
. τοῖος ἔην Τυδεὺς Αἰτώλιος : ἀλλὰ τὸν υἱὸν γείνατο εἷο χέρεια μάχῃ , ἀγορῇ δέ τ ' ἀμείνω .
5114034 ξενε
παύσαιτό τις ἑκάστοτε διεξιών . Εὖ γε , ὦ Λακεδαιμόνιε ξένε , λέγεις . τὴν ἀνδρείαν δέ , φέρε ,
εἰρήνης . Φαίνεται μέν πως ὁ λόγος οὗτος , ὦ ξένε , ὀρθῶς εἰρῆσθαι , θαυμάζω γε μὴν εἰ τά
5097990 ἀποειπειν
ἀπέλασσεν [ ] ντι ? ἀληθείην ? ? ? ? ἀποειπεῖν [ ] σπεύδων δ ' ἐς χῶρον ἱκάνω [
Λαερτιάδη πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ χρὴ μὲν δὴ τὸν μῦθον ἀπηλεγέως ἀποειπεῖν , ᾗ περ δὴ φρονέω τε καὶ ὡς τετελεσμένον
5085686 νυμφα
ποιητὴς καλεῖ , οἷον : ” δεῦρ ' ἴθι , νύμφα φίλη ” , καὶ ὅτι παρώνυμος τῇ νύμφῃ ὁ
ἄλλου ἄλλοσε τὴν δειλαίαν καλοῦντος , δεῦρ ' ἴθι , νύμφα φίλη , ἵνα θέσκελα ἔργα ἴδηαι ; Καὶ δείκνυσι
5081763 ἐμος
ἐστιν , ὡς ὁ σὸς λόγος . ὁ δὲ δὴ ἐμὸς ὅστις , πολλάκις μὲν ἤδη εἴρηται , οὐδὲν δὲ
οὐδὲν κρεῖσσον οἰκείου φίλου . νυμφευμάτων μὲν τῶν ἐμῶν πατὴρ ἐμὸς μέριμναν ἕξει , κοὐκ ἐμὸν κρίνειν τόδε . ἀλλ
5073549 ἐμειο
γὰρ τὰ κωμικὰ ὑποδήματα , ἐμβάται δὲ τὰ τραγικά . ἐμεῖο καὶ ἐμοῖο διαφέρει . ἐμεῖο μὲν γάρ ἐστιν ἀσύναρθρον
ἄστυ κατήνυκε πῦρ ἀίδηλον . Νῦν δ ' ἄγ ' ἐμεῖο πίθεσθε ἐνὶ φρεσίν : οὐ γὰρ ὀίω ἄλλον ἀμείνονα
5073263 ὁδι
μυττωτὸν ὅσον ἀπώλεσα . Ἀλλ ' ἐκ Λακεδαίμονος γὰρ Ἀμφίθεος ὁδί . Χαῖρ ' Ἀμφίθεε . Μήπω γε πρίν γ
περισπωμένης . τὰ δὲ ἐπέκτασιν πάσχοντα ὀξύνεται : οὑτοσί ἐκεινοσί ὁδί . μονο - πρόσωποι δὲ λέγονται ὡς μὴ ἔχουσαι
5071595 σειο
πάντ ' ἀγορεύειν . Πρῶτα θεὸν τιμᾶν , μετέπειτα δὲ σεῖο γονῆας . πάντα δίκαια νέμειν , μὴ δὲ κρίσιν
μεῖναι ἐπερχόμενον : νῦν αὖτέ με θυμὸς ἀνῆκε στήμεναι ἀντία σεῖο : ἕλοιμί κεν ἤ κεν ἁλοίην . ἀλλ '
5063947 λαθεν
ἀσπασίην ἐπὶ θήρην ἔσσυτο γηθομένη : τὸν δ ' οὐ λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα : ἀλλ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος
δὲ κατασχομένη ἑανῷ ἀργῆτι φαεινῷ Σιγῇ , πάσας δὲ Τρῳὰς λάθεν , ἦρχε δὲ δαίμων . . καλῶς ἔχει ,
5058586 Εἰπε
με ἀποκτείνωσιν ἕως οὗ πάντα ὅσα εἶδον διηγήσωμαι ὑμῖν . Εἶπε δὲ αὐτοῖς : Ἐνέγκατέ μοι λίθον ὧδε : Καὶ
τε εἴη καὶ τί ποιήσας εὐεργέτης φησὶ εἶναι βασιλέος . Εἶπε ὦν ὁ Συλοσῶν πάντα τὰ περὶ τὴν χλανίδα γενόμενα
5055731 οὐλος
καὶ δηλοῖ νοσοῦντας . τὰ δὲ νεανίσκων πρόσωπα πάγχρηστος , οὖλος , πάρουλος , ἁπαλός , πιναρός , δεύτερος πιναρός
τι δέμας θνητοῖσιν ὁμοίιος οὐδὲ νόημα . οὖλος ὁρᾶι , οὖλος δὲ νοεῖ , οὖλος δέ τ ' ἀκούει .
5052408 ὁτις
ἁπλοῦ τοῦ ὁποῖος . καὶ τῷ οὖν τίς παράκειται τὸ ὅτις , ἀφ ' οὗ τὸ ἠδ ' ὅτινας μινύθῃσιν
, ἐποτρυνώμεθα πομπήν : οὐδὲ γὰρ οὐδέ τις ἄλλος , ὅτις κ ' ἐμὰ δώμαθ ' ἵκηται , ἐνθάδ '
5044859 ὀνειρος
ἀρτύνετο βουλήν : κλῦτε φίλοι : θεῖός μοι ἐνύπνιον ἦλθεν ὄνειρος ἀμβροσίην διὰ νύκτα : μάλιστα δὲ Νέστορι δίῳ εἶδός
καθεύδων βαθύτατα ἐδόκει διόβλητος γεγονέναι . καὶ τὸ μὲν φάσμα ὄνειρος ἦν , ἐβόα δὲ καίτοι καθεύδων καὶ μάλα γε
5043330 κεινος
τοῖς καλοῖς μηδὲ μισῇ τὰ μὴ καλά ; ἢ ' κεῖνος ὃς ἂν τῇ μὲν φωνῇ καὶ τῷ σώματι μὴ
αὐτὸς νοέῃ μήτ ' ἄλλου λέγοντος ἐν θυμῷ βάλληται , κεῖνος δ ' αὖτ ' ἀχρήϊος ἀνήρ . οἱ δὲ
5038951 ἀνεστη
. α . . . . Ἀνόρουσεν : ἀνώρμησεν , ἀνέστη . ἔστιν ὄρω , τὸ διεγείρομαι , ἐξ οὗ
ὄψ ' : ἦμος δ ' ἐπὶ δόρπον ἀνὴρ ἀγορῆθεν ἀνέστη κρίνων νείκεα πολλὰ δικαζομένων αἰζηῶν , τῆμος δὴ τά
5037569 εἰπ
' Ἀκέστορ ' αὐτὸ τὸν στιγματίαν παθόντα : σκῶμμα γὰρ εἶπ ' ἀσελγές , εἶτ ' αὐτὸν ὁ παῖς θύραζε
: ‚ Ἐπίχαρμοϲ ϲοφόϲ τιϲ ἐγένετο [ πόλλ ' ὃϲ εἶπ ] ? ' ἀϲτεῖα καὶ παντοῖα ? ? ?
5022511 ὀφελες
ὑπείληπται πρὸς ἐνίων κατὰ συνεκδρομὴν γεγονέναι ῥήματος ἐν τῷ ὡς ὄφελες , [ ὡς ] εἰ μὴ τὸ ὤφειλον ὑποσυγκέκοπται
ἀπότασις τοῦ λόγου , οὐκ ἐξ ἄλλου του ἢ τοῦ ὄφελες . Καὶ τοσαῦτα μὲν περὶ συντάξεως τοῦ εἴθε καὶ
5013541 νημερτης
γεγονὸς βλέπων . λῶστον παρὰ τὸ λῶ τὸ θέλω . νημερτὴς ἀπὸ τοῦ νη στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ ἁμαρτάνω ὁ
ἀμφιβεβήκῃ , τῆμος ἄρ ' ἐξ ἁλὸς εἶσι γέρων ἅλιος νημερτὴς πνοιῇ ὕπο ζεφύροιο , μελαίνῃ φρικὶ καλυφθείς , ἐκ
5010872 γερων
λεγον ; ἐπ ' αὐτοφώρωι τόνδε τὸν ζητούμενον ἔχω . γέρων οὗτός γε πολιὸς φαίνεται , ἐτῶν τις ἑξήκονθ '
τὰ μείζω πρὸ τῶν ἐλαττόνων ζητοῦντι . εἰ δὲ ἐρῶ γέρων τε καὶ γεραιτέρου , μὴ θαυμάσῃς : ψυχῆς γὰρ
5007682 καλε
ψυχῇ κάλλος καλὸν αὐτὸν προσαγορεύει : οὑτωσὶ τοίνυν ὦ παῖ καλὲ ἐννόησον . Καὶ ἐκεῖνον μὲν τὸν λόγον οὔ φησιν
ταῦτ ' ἀποτεινόμενος ὁ Ἔφιππος εἴρηκεν ὥρα σοι ζητεῖν , καλὲ Οὐλπιανέ , καὶ διδάσκειν ἡμᾶς , καὶ τῶν εἰρημένων
5000670 ὀνειρον
δὲ δι ' ἠέρος ἤιεν αἴγλη , δὴ τότε θεῖον ὄνειρον ἐν Ἀργείοισιν Ἐπειός , ὡς ἴδεν , ὡς ἤκουσεν
πρόβλημα πεποιημένων , ἀλλὰ τὸν κοινὸν καὶ πάνδημον καὶ μέγαν ὄνειρον οὐ κοιμωμένων μόνον ἀλλὰ καὶ ἐγρηγορότων εἰωθὼς ἀκριβοῦν .
4999536 γονος
” ὁτὲ δὲ ἐπιγονή , “ πεντήκοντα δ ' ἕκασται γόνος δ ' οὐ γίνετ ' αὐτῶν . ” ἐπὶ
τε γυναῖκά τε θήσατο μαζόν : αὐτὰρ Ἀχιλλεύς ἐστι θεᾶς γόνος , ἣν ἐγὼ αὐτὴ θρέψά τε καὶ ἀτίτηλα καὶ
4997828 κυνωπιδος
οὗτος καὶ ὅδε , κεῖνος ἀνήρ , ὅτ ' ἐμεῖο κυνώπιδος : οὗτος ὁ Κροῖσος , Ἡρόδοτος : τούσδε δ
κυμάτων ῥοῦνχος , βαλλάντιον : κυνωτὸς , βώλου ὄνος : κυνώπιδος , ἀναιδοῦς : κύνειρον ἁπαλόν : κυνοθρασὺς , ἀναιδής
4995492 Μενελαε
ἡ τοῦ Πρωτέως θυγάτηρ ἐν Φάρῳ φησὶ πρὸς αὐτόν : Μενέλαε , εἴπερ βούλει μαθεῖν τὸ περὶ σὲ πᾶν ,
Ὣς φάμενον προσέειπεν ἐυμμελίης Ἀγαμέμνων : Μὴ νῦν , ὦ Μενέλαε , μέγ ' ἀχνύμενος περὶ θυμῷ σκύζεο μητιόωντι Κεφαλλήνων
4988700 τερπεο
ἐν μεγάροισιν ἀάσπετα κωκύουσαν εἵνεκα Τυνδαρίδος πολυκηδέος , ᾗ παριαύων τέρπεο καγχαλόων , ἐπεὶ ἦ πολὺ φερτέρη ἐστὶ τῆς σέο
μ ' ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς , σιγῇ νῦν ξυνίει καὶ τέρπεο πῖνέ τε οἶνον , ἥμενος . αἵδε δὲ νύκτες
4986612 παϊς
Ἄρηϊ . Ὣς ἔφατ ' , οὐδ ' ἀπίθησεν ἐῢς πάϊς Ἀγχίσαο . τὼ δ ' ἰθὺς βήτην βοέῃς εἰλυμένω
γε πατὴρ μεταδαίνυται ἡμῖν . δακρυόεις δέ τ ' ἄνεισι πάϊς ἐς μητέρα χήρην Ἀστυάναξ , ὃς πρὶν μὲν ἑοῦ
4982553 φαινῃ
ἐὰν οὖν καθ ' ὑπόθεσιν στῇ ὁ ἥλιος ἤγουν ἀεὶ φαίνῃ , οὐκέτι κατ ' αὐτοὺς ἔσται ἥλιος . ἀλλ
ἐμπτύεσθαι χωρίον ἐπιτήδειον ; ταῦτ ' ἔφη πρὸς τὴν ἀπαιδευσίαν φαίνῃ λέγων ἡμῶν , ἀλλ ' οὐκ ἐξέσται σοι τοῦτο
4981152 τεου
ὅς ς ' ἔβαλέν περ , οὐκ ἂν ἀνουτητί γε τεοῦ φύγεν ἔγχεος ὁρμήν . Ἀλλὰ Ζεὺς τάχα που τάδε
δ ' οὐκ ἔστιν ἁλῶναι . Αἰσονίδη , τύνη δὲ τεοῦ βασιλῆος ἐφετμήν , εὖτε διὲκ πέτρας φυγέειν θεὸς ἧμιν
4976917 προσεειπε
προέηκε τεῒν τάδε μυθήσασθαι . ” τὴν δ ' αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια : “ εἰ μὲν δὴ θεός ἐσσι
φρένας παρέπεισε κελαινάς , ἀλλά ἑ κερτομέουσα μέγ ' ἀχνύμενον προσέειπε : Τίπτε μοι εἰλήλουθας ἐναντίον , ἥν ῥα πάροιθε
4970435 βουγαϊε
μεγάλως ἐφορῶσα , ἐπεὶ καὶ τὸν Δία εὐρύοπα λέγει . βουγάϊε . δὶς κέχρηται τῇ λέξει ὁ ποιητής , ἐν
Α . . . . . . . , . βουγάϊε . , βουγήϊε . Ν . , . .
4969645 εὑδειν
. βουληφόροι ποτὲ μὲν βασιλεῖς , “ οὐ χρὴ παννύχιον εὕδειν βουληφόρον ἄνδρα , ” ποτὲ δὲ ἐπιθετικῶς αἱ ἐκκλησίαι
: ἀληθεῖς μέν , ὅταν λέγωμεν : οὐ χρὴ παννύχιον εὕδειν βουληφόρον ἄνδρα , ᾧ λαοί τ ' ἐπιτετράφαται καὶ
4969476 τυ
διάλληλα τὰ τῆς ἐπιχειρήσεως . τί γὰρ οὐ μᾶλλον ἡ τύ ὠλιγώρηται , ὅτι εἰς ν οὐ λήγει , ἢ
ἐριθακὶς ἁ μελανόχρως αἰτεῖ : καὶ δωσῶ οἱ , ἐπεὶ τύ μοι ἐνδιαθρύπτῃ . ἅλλεται ὀφθαλμός μευ ὁ δεξιός :
4968449 Ἑκτορ
, λῦσον βλεφάρων γοργωπὸν ἕδραν , λεῖπε χαμεύνας φυλλοστρώτους , Ἕκτορ : καιρὸς γὰρ ἀκοῦσαι . τίς ὅδἦ ' φίλιος
. . δὴ τότε Πουλυδάμας θρασὺν Ἕκτορα εἶπε παραστάς : Ἕκτορ , ἀεὶ μὲν πώς μοι ἐπιπλήσσεις ἀγορῇσιν . ἡ
4953588 δοκεεις
πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ Ἀμφίνομ ' , ἦ μάλα μοι δοκέεις πεπνυμένος εἶναι : τοίου γὰρ καὶ πατρός , ἐπεὶ
λαβεῖν ἐν ἠπείρῳ , οἰκότα ἐλπίζων : νησιώτας δὲ τί δοκέεις εὔχεσθαι ἄλλο ἤ , ἐπείτε τάχιστα ἐπύθοντό σε μέλλοντα
4952390 τοσος
ποιοῦντος συλλαβήν , οἷον μέσος μέσσος , ἔδεισεν ἔδδεισεν , τόσος τόσσος , ὅτι ὅττι , νήεσι νήεσσι , ἔνεπεν
: Θάσος Κάσος δρόσος πίσος μέσος ἴσος πόσος [ ὅσος τόσος ] . Τὰ εἰς ΣΟΣ δισύλλαβα τῷ Η παραληγόμενα
4952373 ἐλθε
ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' ] ἐλθέ , ἔπελθε , ἄγε . , ἐνταῦθα . .
σοὶ δ ' εἰσὶ δίκαι θνητῶν , πανυπέρτατε δαῖμον . ἐλθέ , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἐπιτάρροθος αἰεί
4950120 αἰνως
Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν : αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς ' εἰς ὦπα ἔοικεν . εἶτά φησιν
τοῦ βίου σου ἐκπληρώσῃς . σημαίνει καὶ τὸ λίαν : αἰνῶς † ἀκτίνεσιν ἐοικότες ἠελίοιο , . , , .
4940201 οἰδανεται
πάντα τί μοι κατὰ μοῖραν ἐείσω μυθήσασθαι : ἀλλά μοι οἰδάνεται κραδίη χόλῳ , ὁππότ ' ἐκείνου μνήσομαι , ὅς
οἰδοῦντας , ὡς ὕστερόν φησιν ὁ Ἀχιλλεύς , ἀλλά μοι οἰδάνεται κραδίη [ χόλῳ ] : ἐβούλετο ταπεινῶσαι καὶ τοῦ
4939688 ἐβην
ἔφης φῆς ἔφη φῆ : φῆς που ἄτερ λαῶν , ἔβην βῆν : βῆν δ ' εἰς Αἰόλου κλυτὰ δώματα
ἄκουσον δή ἄ σοι χρεΐζους [ ] ' ὦδ ' ἔβην ἀπαγγεῖλαι : ὀ Ματαλίνης [ ] τῆς Παταικίου Γρύλλος
4938075 θεοειδης
πέπλοι παμποίκιλοι , ἔργα γυναικῶν Σιδονίων , τὰς αὐτὸς Ἀλέξανδρος θεοειδὴς ἤγαγε Σιδονίηθεν , ἐπιπλὼς εὐρέα πόντον , τὴν ὁδὸν
καὶ Ξέρξῃ τῷ ἀλαζόνι : ἀλλ ' ὅστις τὴν γνώμην θεοειδὴς καὶ διοτρεφὴς καὶ Διὶ μῆτιν ἀτάλαντος . ὁ γὰρ
4919880 Λαερτιαδη
ὁ δέ μ ' οἰμώξας ἠμείβετο μύθῳ : [ διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , ] ἆσέ με δαίμονος
οὗτος , ὥσπερ ἐπὶ τῆς Καλυψοῦς πρὸς τὸν Ὀδυσσέα Διογενὲς Λαερτιάδη πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , οὕτω δὴ οἶκόνδε φίλην ἐς
4919771 αἰνος
ἢ ὁ ἄποθεν τοῦ αἰνεῖσθαι , ὅ ἐστιν ἐπαινεῖσθαι : αἶνος γὰρ ὁ ἔπαινος . ἢ ὁ μὴ ἡνίαις εἴκων
καλὸν εἴ τι ποναθῇ . Ἁγησία , τὶν δ ' αἶνος ἑτοῖμος , ὃν ἐνδίκας ἀπὸ γˈλώσσας Ἄδραστος μάντιν Οἰκλείδαν
4919137 ἐτωσιος
ὀιστὸν ἀπὸ νευρῆς προΐαλλον , ἀσχαλόων ὅ μοι ὁ πρὶν ἐτώσιος ἔκφυγε χειρός : μεσσηγὺς δ ' ἔβαλον στηθέων ,
δὲ τὸ μάταιον . . . . , . : ἐτώσιος : . . . ὁ δὲ Φιλόξενος καὶ Τρύφων
4918464 ποποι
' ] ναί . ὡς ] ὥστε . . ὦ πόποι κεδνῆς ἀρωγῆς ] φεῦ ἕνεκα τῶν καλλίστων καὶ γενναιοτάτων
Τεῦκρος δ ' ἐρρίγησε , κασίγνητον δὲ προσηύδα : ὢ πόποι ἦ δὴ πάγχυ μάχης ἐπὶ μήδεα κείρει δαίμων ἡμετέρης
4916217 ξεινος
αὐτὸς κλισμὸν θέτο ποικίλον , ἔκτοθεν ἄλλων μνηστήρων , μὴ ξεῖνος ἀνιηθεὶς ὀρυμαγδῷ δείπνῳ ἀηδήσειεν , ὑπερφιάλοισι μετελθών , ἠδ
σχεθέτω , ἵν ' ὁμῶς τερπώμεθα πάντες , ξεινοδόκοι καὶ ξεῖνος , ἐπεὶ πολὺ κάλλιον οὕτω : εἵνεκα γὰρ ξείνοιο
4915688 Εὐμαιον
συναντήσας αὐτῷ συνεπομένῳ τῷ Εὐμαίῳ τῷ συφορβῷ φησι πρὸς τὸν Εὔμαιον . ρ καὶ ἅμα κολαφίζει καὶ τραχηλίζει † αὐτόν
, ἄκρην δὲ ῥινὸν δηλήσατο χαλκός . Κτήσιππος δ ' Εὔμαιον ὑπὲρ σάκος ἔγχεϊ μακρῷ ὦμον ἐπέγραψεν : τὸ δ
4914764 ἐρεω
. χαλεπόν . ►τὸ χαλεπόν τούτων κτλ . ἑπτὰ σοφῶν ἐρέω κατ ' ἔπος πόλιν , οὔνομα , φωνήν .
καί μοι φίλα γούνατ ' ὀρώρῃ . ἄλλο δέ τοι ἐρέω , σὺ δ ' ἐνὶ φρεσὶ βάλλεο σῇσι :
4909511 Ἀγαμεμνον
ἀναβιβάζει τὸν τόνον , πλὴν τῶν παρὰ τὸ φρήν , Ἀγάμεμνον κακόδαιμον χαμαίλεον : δαΐφρον δὲ καὶ περίφρον παροξυτόνως :
: κρῖν ' ἄνδρας κατὰ φῦλα , κατὰ φρήτρας , Ἀγάμεμνον : ὣς φρήτρη φρήτρῃφιν ἀρήγει , φῦλα δὲ φύλοις
4901687 ὁδ
, [ φησὶ ] Τρύφων , ὁμοίως τῷ τίς γὰρ ὅδ ' ἄλλος Ἀχαιὸς ἀνὴρ ἠύς τε μέγας τε καὶ
, ἔγχελυν , σπάρον : ὅταν ἐγγὺς ᾖ δ ' ὅδ ' ὕστερος , ἀρτύω φακῆν καὶ τὸ περίδειπνον τοῦ
4897093 Καλλιστρατε
οὖν προσπαίζων πρὸς αὐτόν , Πότερόν σοι δοκεῖ , ὦ Καλλίστρατε , ἀμείνων ποιητὴς Ὅμηρος ἢ Φωκυλίδης ; καὶ ὃς
] ? : . . ] ιν ? , ὦ Καλλίστρατε , ! [ . . ] ιν ? ὁ
4894556 ἐσακουσε
φάτο βουκόλος ἀνήρ . Τῆς δ ' ἄφαρ , ὡς ἐσάκουσε , τρόμῳ περιπάλλετο θυμός , γυῖα δ ' ὑπεκλάσθησαν
ῥηγμῖνος ἑὸν νόμον ἐρροίζησε κικλήσκων φιλότητα : θοῶς δ ' ἐσάκουσε κελαινὴ ἰϋγὴν μύραινα καὶ ἔσσυτο θᾶσσον ὀϊστοῦ . ἡ
4891927 μευ
, τοὶ μὲν ἐγὼν ἐρέω , σὺ δὲ σύνθεο καί μευ ἄκουσον . ἱστορία . ἡ Σαπφὼ μελῶν λυρικῶν ὑπῆρχε
. ὥς θην καὶ σὸν ἐγὼ λύσω μένος εἴ κέ μευ ἄντα στήῃς : ἀλλά ς ' ἔγωγ ' ἀναχωρήσαντα
4888247 Τηλεμαχος
οἱ μὲν ἔπειτα ἀσπάσιοι λέκτροιο παλαιοῦ θεσμὸν ἵκοντο : αὐτὰρ Τηλέμαχος καὶ βουκόλος ἠδὲ συβώτης παῦσαν ἄρ ' ὀρχηθμοῖο πόδας
ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο , δὴ τότε Τηλέμαχος καὶ Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ἵππους τ ' ἐζεύγνυντ '
4884460 δομος
ἀφίκετο ; οὐ γάρ τί μ ' ὡς θεωρὸν ἀξιοῖ δόμος πύλας ἀνοίξας εὐφρόνως προσεννέπειν . μῶν Πιτθέως τι γῆρας
ἀκίς , ὁ μὴ τίνων θεοῖσιν ὁρκίων δίκας . φθίνει δόμος ἀσυστάτοισι δεσποτῶν κεχρημένος τύχαις , ἀλάστωρ τ ' εἰσπέπαικε
4883954 προσηυδα
ὅτι ἰδίως ἀγγελέουσα προσηύδα : ἐχρῆν γὰρ ἀγγελέουσα ἧκε καὶ προσηύδα . . , . . . . . πότε
: Ἥρῃ δ ' οὐκ ἔχαδε στῆθος χόλον , ἀλλὰ προσηύδα : αἰνότατε Κρονίδη ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες : πῶς
4882217 Ἀιδην
: θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται * ζαμενές : λίαν ἰσχυρῶς
ὑλικοῖς στοιχείοις . τούτων δὲ τὴν μὲν διὰ τοῦ ἀέρος Ἄιδην ἀειδῆ προσαγορεύει , τὴν δὲ διὰ τοῦ ὑγροῦ Ποσειδῶνα
4881618 προσεειπεν
τῆς ἀρετῆς , καὶ ἀντὶ τῆς αὐτός : ὁ δὲ προσέειπεν ἄνακτα , ἡ δὲ χιτῶν ' ἐνδῦσα . ἔτι
τῶν ἀρκτικῶν τόπων ὀρθοτονοῦνται : ἐμὲ δ ' ἔγνω καὶ προσέειπεν . Ἐν δὲ τοῖς ἐπιῤῥήμασιν ἐγκλίνεται τὰ ὑποκείμενα :
4875842 ἀκουσον
, ἵνα μὴ κακουργῶν ἐνέγραφ ' ἡμῖν τὸν λόγον . ἄκουσον , ὦ δαιμόνιε , μου τῶν μαρτύρων . ἀνάβηθι
ἀπέλθῃς καταλιπών : καὶ τὸ ταύτης ἐμόν ἐστι πῦρ . ἄκουσον δὲ ὡς καὶ τἆλλα μοι μέλει περὶ σοῦ .
4874471 φρουδος
διόπων στρατιᾶς οἷα πεπόνθαμεν , οἷά τις ἡμᾶς δράσας ἀφανῆ φροῦδος , φανερὸν Θρηιξὶν πένθος τολυπεύσας ; κακὸν κυρεῖν τι
υἱὸν ἡ δύστηνος ὧδ ' ὀλωλότα , ἀλλ ' ἐγγελῶσα φροῦδος ; Ὢ τάλαιν ' ἐγώ : Ὀρέστα φίλταθ '
4868823 λαλος
: τότ ' ὄρη λαλεῦσι φωναῖς , φιλέρημος δὲ νάπαισιν λάλος ἀνταμείβετ ' ἀχώ : πιθαναὶ δ ' ἐργατίδες σιμοπρόσωποι
συμ - φέρει εἰ καὶ ἡ γαμηθεῖσα λοίδορός τις καὶ λάλος καὶ μοιχάς , φυλάσσεσθαι δὲ δεῖ οἰκοδομεῖν . τὰ
4865345 πατρικος
πέμπουσιν οὖν Ἀγησίλαον πρεσβευτὴν πρὸς τοὺς Μαντινέας , ὅτι ἐδόκει πατρικὸς φίλος αὐτοῖς εἶναι . ἐπεὶ δὲ ἀφίκετο πρὸς αὐτούς
χρὴ συμβουλεύειν . δίκαιος δ ' εἶ : καὶ γὰρ πατρικὸς ἡμῖν φίλος τυγχάνεις ὤν : ἀεὶ γὰρ ἐγὼ καὶ
4858434 σημερον
ἄλλοτε ἄλλως ἔχον οὐχ ὑποπίπτει ἀκριβεῖ γνώσει , ἀλλὰ τυχὸν σήμερον μὲν τοιῶσδε γινώσκεται αὔριον δὲ τοιῶσδε διὰ τὸ ἄλλως
εἰ μὴ γὰρ ἐσπούδαζεν , οὐκ ἂν ἀπέστειλέ με ὄρθρου σήμερον . Ἀναστὰς οὖν πορεύσομαι τῷ καύματι : οὐ γὰρ
4857662 οἰχετ
ὀδυρόμενος ; οἴχεται ἁ χίμαρος , τὸ καλὸν τέκος , οἴχετ ' ἐς Ἅιδαν : τραχὺς γὰρ χαλαῖς ἀμφεπίαξε λύκος
ὁππότε Τηλέμαχος νεῖτ ' ἐκ Πύλου ἠμαθόεντος ; νῆά μοι οἴχετ ' ἄγων : ἐμὲ δὲ χρεὼ γίνεται αὐτῆς Ἤλιδ
4850618 ἀπειλησει
τρία : τὸ καυχῶμαι , ὡς τὸ ὥς ποτ ' ἀπειλήσει : τότε μοι χάνοι εὐρεῖα χθών : ἐπὶ δὲ
ἱδρύσω ἄλλων βωμούς , ἀλλ ' ἐμοὶ ἄλλοι , οὐδὲ ἀπειλήσει μοι ἀσέβειαν Εὐθυκλῆς , ἀλλ ' ἐγὼ ἐκείνῳ χολήν
4849991 μυθειται
ἡ ἀρχαία πᾶσα . παράδειγμα αὐτῆς : Ἑκαταῖος Μιλήσιος ὧδε μυθεῖται : τάδε γράφω , ὥς μοι δοκεῖ ἀληθέα εἶναι
ἀλλήλοις ἐθέμεσθα . τοῖα καὶ ἄφθογγός περ ὅμως τεκέεσσιν ἑοῖσι μυθεῖται : καὶ τὸν μὲν ἀπέτρεπε τῆλε φέβεσθαι , τῷ
4844201 ἑκηλος
, οἵ ῥά τε μῆλα φυλασσέμεναι μεμάασι , βαίνει ποσσὶν ἕκηλος ὑπὲρ ποιμνήιον ἕρκος : ὣς Ὀδυσεὺς ἵπποιο κατήιεν .
ἐν ἄλλοις δὲ ἐν τάξει ἐγκωμίου : οὐκ ἀγαπᾷς ὃ ἕκηλος ὑπερφιάλοισι μεθ ' ἡμῖν , ἀντὶ τοῦ ἀγαθοῖς .
4842267 Παυε
τὸ ἀνέλπιστον τοῦ θεάματος καταπλαγέντος καὶ χάριν ὁμολογοῦντος , “ Παῦε , ” ἔφη ὁ Μακέντης , “ ἄλλον με
τὸν κωμικὸν ὡς ἀληθῶς ἐγκατέλιπέν τι κέντρον τοῖς ἀκούουσιν . Παῦε , ὦ θαυμάσιε , μικρὸν ἀνακρουόμενος καὶ λέγε ἐξ

Back