τὸ ἀνέλπιστον τοῦ θεάματος καταπλαγέντος καὶ χάριν ὁμολογοῦντος , “ Παῦε , ” ἔφη ὁ Μακέντης , “ ἄλλον με | ||
τὸν κωμικὸν ὡς ἀληθῶς ἐγκατέλιπέν τι κέντρον τοῖς ἀκούουσιν . Παῦε , ὦ θαυμάσιε , μικρὸν ἀνακρουόμενος καὶ λέγε ἐξ |
ἤτε κλεπίαν [ ] | ἀτῶντι . | οὐκ ἐτὸς ἁγὼ μέτρα χέω [ Λίνον ] οὐκ ἐξίκει [ : | ||
αὐτῆς θέλω τόνδ ' , ἐκβαλοῦσα λέκτρα τἀκείνης βίαι : ἁγὼ τὸ πρῶτον οὐχ ἑκοῦς ' ἐδεξάμην , νῦν δ |
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋ | ||
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ |
ὅπως ἂν ἱστίον σαπρὸν λάβῃς . Ἁνὴρ παφλάζει , παῦε παῦ ' , ὑπερζέων : ὑφελκτέον τῶν δαλίων ἀπαρυστέον τε | ||
καὶ φιλοδικαστὴν καταρρυθμιζόμενον εἰς βίον ἥμερον ὑπὸ τοῦ παιδός : παῦ ' : ἀλλὰ δευρὶ κατακλινεὶς προσμάνθανε ξυμποτικὸς εἶναι καὶ |
τῶν συνεχῶν κεχώρισται ἀλλήλων τῷ τόπῳ , καὶ τὸ μὲν ἐνθαδὶ ἀνάγκη εἶναι , τὸ δὲ ἐνθαδί , οἷον ἐπὶ | ||
' ἀπορίας κινηθέντες ἐκτησάμεθα . θαρσοῦντες : ψιλόν τις ἐξώρθωσεν ἐνθαδὶ βλέπεις , χρεὼν τὸ λοιπὸν καὶ τὸ θαρσοῦντες τόδε |
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ | ||
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ |
ἢ ἐννοίᾳ ἢ πράξει : ἀντὶ τοῦ : κατὰ τὴν σαυτῆς καρδίαν καὶ τὸν λογισμόν . προσλήψῃ σχήσεις : τέκνοις | ||
αὐτὴν συνείς : “ Ἀλλὰ σύ γε οὐδενὸς μετέχεις τῶν σαυτῆς , ἀλλ ' ἔοικας τοῖς ἐν γραφαῖς ἐσθίουσιν . |
τὴν λοιδορίαν , τὸν κωλακρέτην , τὰ τριώβολα . Ἅπαντα τἄρ ' αὐτῷ ταμιεύει ; Φήμ ' ἐγώ . Ἥν | ||
μὲν αὑτὴν χὤστις Αἴγισθον στυγεῖ . ἐμοί τε καὶ σοί τἄρ ' ἐπεύξομαι τάδε . αὐτὴ σὺ ταῦτα μανθάνους ' |
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει | ||
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ |
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν , | ||
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι |
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | ||
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν |
' Ἀκέστορ ' αὐτὸ τὸν στιγματίαν παθόντα : σκῶμμα γὰρ εἶπ ' ἀσελγές , εἶτ ' αὐτὸν ὁ παῖς θύραζε | ||
: ‚ Ἐπίχαρμοϲ ϲοφόϲ τιϲ ἐγένετο [ πόλλ ' ὃϲ εἶπ ] ? ' ἀϲτεῖα καὶ παντοῖα ? ? ? |
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . . | ||
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο . |
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . . | ||
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω |
” . πότε οὖν οὐκ ἐπιλήσῃ θεοῦ ; ὅταν μὴ ἐπιλάθῃ σεαυτοῦ : μεμνημένος γὰρ τῆς ἰδίου περὶ πάντα οὐδενείας | ||
ἵνα τούτῳ σαφῶς πάντα εἴπῃς : ἐὰν δέ τι αὐτῶν ἐπιλάθῃ , αὖθίς με ἀνερέσθαι ὅταν ἐντύχῃς πρῶτον . Ἀλλὰ |
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός . | ||
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι |
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα | ||
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ |
τὴν παρθένον : σὺ δὲ ὀκνεῖς καὶ αἰδῇ καὶ ἀκαίρως σωφρονεῖς : μὴ κρείττων εἶ τοῦ θεοῦ ; ” Ὡς | ||
ἔβλεπεν ὁ Πλοῦτος μέλει ] φροντίς ἐστιν κἀπιτέτριμμαι ] ἠφάνισμαι σωφρονεῖς ] καλῶς λέγεις ἕωθεν ] ἀπὸ τῆς πρωΐας οἰνοῦτταν |
, ἔφη , ἄλλῳ ἡμῶν δοκεῖ , ὦ Σώκρατες . Σοὶ δὲ δὴ τίς , ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι | ||
, καὶ ἰκμαλέον ἤδη ἐμποιῆσαι τὸ δέρμα λεπτοῖς ἱδρῶσι . Σοὶ δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ , ἱκανὸν ἂν δόξαι |
πονηρίαν οὔσας τοιαύτας ὀλίγον ὕστερον ἐροῦμεν , ἂν ἔτι δοκῇ νῷν : τὰς δὲ ψευδεῖς κατ ' ἄλλον τρόπον ἐν | ||
κατ ' εἰρωνείαν χ ' ἅτεροι ] ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις νῷν ] ἡμῖν ἄλφιτα ] ἄλευρα πονήρους ] ἐπιπόνους , |
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς | ||
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται . |
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν | ||
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει |
† πολλὴν γὰρ ἀβλάβειαν ἡ σιγὴ φέρει . } † Εὖ ἔχειν σπούδαζε μὴ τῷ σχήματι : τὸ σῶμα μᾶλλον | ||
ὄφρ ' ἐῢ εἴδω . . . . α : Εὖ εἰδῶ : τὸ εἰδῶ Τυραννίων μὲν βαρύνει , Ἀρίσταρχος |
Εἶδος ἀετοῦ [ ὁ ἁλιαίετος ] ἐν θαλάσσῃ διαιτώμενος . ἄπελθ ' ἀφ ' ἡμῶν καὶ σὺ καὶ τὰ στέμματα | ||
δ ' ὅτῳ πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ |
τὸν Δία ἐκλῦσαι ] ἐλευθερῶσαι οὐδαμῆ ] οὐδαμῶς λήξω ] παύσομαι ποτέ ] ἐπαινῶν προθυμίας ] τῆς ὑπὲρ ἐμοῦ ἐλλείπεις | ||
τῆς ἐκείνου φύσεως δεῖγμα γεγενῆσθαι , τοῦτο οὐ πρὶν εἰπεῖν παύσομαι . Φιλοσοφίαν τοίνυν , ὦ βασιλεῦ , ἅπαντες μὲν |
σιγὴν ἔχω ; γύναι , τί μοι τραχεῖα κοὐκ εἰθισμένως λαλεῖς ; ἄπολις ἄοικος , πατρίδος ἐστερημένος , πτωχὸς πλανήτης | ||
. Οὐκὶ μὴ λαλῆσι σύ . Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν |
, Σάτυρε , καὶ τὴν παροῦσαν τύχην . ” “ Παίζεις , ὠγαθέ : συγκαθεύδεις . ” “ Οἶδα μὲν | ||
γυναῖκας . ” Καὶ ὁ Σωσθένης σπουδάσας εἶπε : “ Παίζεις ; ” “ Ποῖ παίζω ; ” ἔφη : |
ἀντίπαλον θανάτου . πάντα δ ' ὅσα σπλάγχνοισιν ἐνίσταται ἄλγεα παύω , βῆχά τε καὶ πνιγμόν , λύγγα τε καὶ | ||
βλέπειν . Λῆρος . λήθω λήσω , λῆρος : ὡς παύω παύσω , παῦρος . ἢ ἀπὸ τοῦ ῥέειν καὶ |
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ . | ||
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα |
ἐπὶ τῶν πονηρῶν : καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀμφιαράῳ , Ὦ μιαρὲ , καὶ Φρυνώνδα , καὶ πονηρὲ σύ . λέγεται | ||
ὁ καρτερός . Ὦ βδελυρὲ κἀναίσχυντε καὶ τολμηρὲ σὺ καὶ μιαρὲ καὶ παμμίαρε καὶ μιαρώτατε , ὃς τὸν κύν ' |
, κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε | ||
ἐπὶ τῇ λίμνῃ ἑστώς ; Ὅτι , ὦ Μένιππε , ἀπόλωλα ὑπὸ τοῦ δίψους . Οὕτως ἀργὸς εἶ , ὡς |
; πάλιν λέγω : ὁ δεσπότης ἐν τῶι φρέατι . Σώστρατε , ἔξελθε δεῦρ ' : ἡγοῦ , βάδιζ ' | ||
' ἴσως μᾶλλον παρ ' ἡμῖν . οὐκ ἐθελήσει , Σώστρατε . σύμπεισον αὐτόν . ἂν δύνωμαι . δεῖ πότον |
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος | ||
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι |
πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ ἀκουστά σοι ἀνέκτημαι | ||
λέγεται καὶ ἡ συμπλεκομένη φωνὴ τῷ διανοήματι , οἷον τὸ ἄπελθε : τοῦτο γὰρ καὶ λέξεις , ὃ τετύχηκεν , |
? ! [ Λυκουργ [ γυνὴ δ [ οὐκ ἐν ξεν ? [ πρὸς δ ' ἀ [ ἥκιστα [ | ||
ον πᾱ [ ˘˘˘˘ – – – ] ων : ξεν [ – ˘˘˘ – – ] έμμεν ἁλίῳ ? |
ἐν τῷ ναῷ καὶ θρηνῶν ταῦτά φησιν . θρέομαι ] ταράττομαι , φοβοῦμαι διὰ τὰς μεγάλας θλίψεις . θρέομαι ] | ||
' ἀπροϲδοκήτωϲ εἰϲ κλύδωνα πραγμάτων ἐμπεϲὼν ] ἠγωνίακα καὶ πάλαι ταράττομαι μή ποθ ] ' ἡ τύχη λάβηι μου τὴν |
γυναικὸς κόρη καὶ ἔντιμος εἴτε οἰκογενὴς εἴτε μή . Μένανδρος Ψευδηρακλεῖ : μήτηρ τέθνηκε ταῖν ἀδελφαῖν ταῖν δυεῖν ταύταιν : | ||
ὠνομασμένην Σάμον . ΕΓΧΥΤΩΝ δὲ πλακούντων μνημονεύει Μένανδρος μὲν ἐν Ψευδηρακλεῖ : οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν οὐδ ' οἷα σὺ |
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ | ||
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω |
καὶ ὁ Ἰσχόμαχος γελάσας ἐπὶ τῷ τί ποιῶν καλὸς κἀγαθὸς κέκλησαι , καὶ ἡσθείς , ὥς γ ' ἐμοὶ ἔδοξεν | ||
πρόσθεν ἡγοῦνται δίκης . διαβάλλω ἄξιος δ ' ἐμὸς γαμβρὸς κέκλησαι παῖδά μοι ξυνοικίσας . οὐ γὰρ θέμις βέβηλον ἅπτεσθαι |
τεύξῃ τάχα . Φῂς τάδ ' οὖν ; Ἃ μὴ φρονῶ γὰρ οὐ φιλῶ λέγειν μάτην . Ἄπαγέ νύν μ | ||
ταῖς ἐλπίσι : ἄλλως : τὰ δὲ ἄλλα , ἃ φρονῶ , ἀρκέσει τοῖς ἔνδον διηγήσασθαι φίλοις , ὁποῖά ἐστι |
ἀλλ ' ἐὰν μή σε θλάσω , γενοίμην ἀντὶ τοῦ Κομάτα Μελάνθιος καὶ κολασθείην ὥσπερ ἐκεῖνος ὑπὸ Εὐμαίου καὶ Φιλοιτίου | ||
θαύματος . ταὶ Μοῖσαί με φιλεῦντι : ἀρχὴ τῆς ᾠδῆς Κομάτα . φησὶ δὲ αὐτὸν μᾶλλον ὑπὸ τῶν Μουσῶν φιλεῖσθαι |
παρὼν πέλας οὐκ ἐβοήθεις . οὔ σε θεμιστεύσω : περικαλλέος ἔξιθι νηοῦ : τῷ ἑτέρῳ δὲ ἔκτεινας τὸν ἑταῖρον ἀμύνων | ||
τὸ τάχος καί , ἵνα μή σε καλύψῃ πεσών , ἔξιθι τούτου ταχέως . Οὕτως εἶχεν ἡ ὄψις καὶ εἰς |
ἀπὸ τοῦ αὐγή αὐγάζω , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ἀνάγκη ἀναγκάζω . οὕτως Ζηνόβιος , . , . . . | ||
θαυμάσιοι , ληρεῖτε ; ἐγὼ γὰρ οὐδέν ' ἀγνοοῦντα τἀληθὲς ἀναγκάζω μανθάνειν λέγειν , ἀλλ ' , εἴ τι ἐμὴ |
κατὰ παιδίων προυνικῶν ἕτοιμον ὠνήσω μορμολύκιον . “ ὁ δὲ γελάσας λέγει ” Αἴσωπε , εἴσελθε εἰς τὸν ἐνδότερον τρίκλινον | ||
λαβὼν καὶ τοὺς τῶν ἀδικησάντων σε ὁμήρους προσλαβὼν ἄπιθι . γελάσας ὁ Ξενοφῶν εἶπεν : Ἢν οὖν μὴ ἐξικνῆται ταῦτ |
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ | ||
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς |
, διότι παῖς ὢν Ἡρακλέους οὐκ ἀπέκρυψε τὸν πατέρα . μαντεύομαι δὲ καὶ οἷς χρήσεται πρὸς σέ : καλὸς μὲν | ||
ἐπακούσωμεν αὐτῶν πρῶτον ἃ τῷ καταφρονεῖν ἡμῶν προσπαίζοντας αὐτοὺς λέγειν μαντεύομαι . Ποῖα δή ; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες |
μᾶλλον ἀλγῇς . Λῆρος : οὐ γὰρ παύσομαι πρὶν ἂν φράσῃς μοι τίς ποτ ' ἐστὶν οὑτοσί . Εὔνους γὰρ | ||
. Ἐπεὶ γὰρ ἔσχε μοῖρ ' Ἀχιλλέα θανεῖν Οἴμοι : φράσῃς μοι μὴ πέρα , πρὶν ἂν μάθω πρῶτον τόδ |
διδαϲκαλίαι [ τοῦ πλείϲτου μέρουϲ ! [ ὡϲ πικρόν τιϲ ἀνέκραγε ? [ / οὐ δήποτ ' ἄλλοϲ ἐϲτὶν ἀντὶ | ||
τοῖς γιγνομένοις τοῦτον ἔπαινον ἀποδοῦναι τὸν μέγιστον τῷ ὀρχηστῇ : ἀνέκραγε γὰρ καὶ μεγάλῃ τῇ φωνῇ ἀνεφθέγξατο , “ Ἀκούω |
καὶ φαντασίαις . Τίς δὲ ἡ τοῦ πυρὸς κλοπὴ , μάνθανε . Πρὶν μὲν ἡ τοῦ πυρὸς χρῆσις ἄγνωστος ἦν | ||
δεινόν ἐστιν ἀνθρώποις κακόν . Ὑπὲρ εὐσεβείας καὶ λάλει καὶ μάνθανε . Ὕπνος θανάτου γὰρ προμελέτησις τυγχάνει . Ὕπνος δὲ |
' ἠγανάκτει καὶ παραθεασάμενος ὧδ ' ἔλεγεν . ὦ ξένε Ἀθηναῖε , λόγος μὲν ἤδη περὶ σοῦ πολὺς ἐν ἡμετέρῳ | ||
; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες εἴποιεν : Ὦ ξένε Ἀθηναῖε καὶ Λακεδαιμόνιε καὶ Κνώσιε , ἀληθῆ λέγετε . ἡμῶν |
τῆς κρίσεως διαλέγεται : Οἴει σὺ τοὺς θανόντας , ὦ Νικήρατε , τρυφῆς ἁπάσης μεταλαβόντας ἐν βίῳ , . : | ||
. ἀλλὰ σὺ αὖ , ἔφη , λέγε , ὦ Νικήρατε , ἐπὶ ποίᾳ ἐπιστήμῃ μέγα φρονεῖς . καὶ ὃς |
γέρων ὤν . ὦ Ζεῦ πολυτίμητ ' , ἆρ ' ἀκούεις ἅ με λέγει ὁ πανοῦργος υἱός ; ἀτράφαξυν ἕψους | ||
, χρυσὸν , ὁ δὲ ἄργυρος τὸν ἄργυρον . Οὐκ ἀκούεις τὸν ἀρχαιότατον λέγοντα : Ὁ σπείρων σῖτον , σῖτον |
. τὸ δεύτερόν σοι , Πυρρίη , πάλιν φωνέω , ὄκως ἐρεῖς Ἔρμωνι χιλίας ὦδε καὶ χιλίας ὦδ ' ἐμβαλεῖν | ||
τις οὐχὶ σύνδουλον αὐτὸν σπαράσσειν ἀλλὰ σημάτων φῶρα . ὀρῆις ὄκως νῦν τοῦτον ἐκ βίης ἔλκεις ἐς τὰς ἀνάγκας , |
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ : | ||
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν : |
δὲ πρὸς γονὰς βροτησίους . ταῦτα μὲν οὕτω : καὶ ταδὶ δέ μοι μάθε , ὡς ἡ παλαιὰ συγγραφὴ κωμῳδίας | ||
τὰ καλὰ σέλινα ; ποῦ μοι ταδὶ τὰ ῥόδα , ταδὶ τὰ ἴα , ταδὶ τὰ σέλινα ; ἦν δέ |
] δ ' εἰρήνη ? ποτ ' , ὦ Ζεῦ δέϲποτα , [ διάλυϲιϲ ] ! [ ! ! ] | ||
τῶν κατὰ τὸν βίον . πλουτεῖμ πένεϲθαι δεῖ δικαίωϲ , δέϲποτα , τὸ κακῶϲ ἀκοῦϲαι [ ] πάλιν ἐπίϲταϲθαι καλῶϲ |
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ | ||
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην |
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ] | ||
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ |
τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ ἄν τι ἡμεῖς | ||
. τὸ πλῆρες δὲ Ἑρμᾶ . Ἑρμ ' ἐμπολαῖε ] Ἑρμῆ ἐμπορικέ . ὡς εὐτυχῶς πωλήσας τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας εὔχεται |
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως | ||
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ ' |
ὕστερον βλάβην . λύπη μανίας κοινωνίαν ἔχει τινά . ὦ δέσποθ ' , ὑγίαιν ' . ὡς χρόνιος ἐλήλυθας . | ||
' ἀφῆκας τῷ γέροντι τῷδε σύ ; Κατοικτίσας , ὦ δέσποθ ' , ὡς ἄλλην χθόνα δοκῶν ἀποίσειν , αὐτὸς |
, ὡς ἀθάνατον εἶναι . ἓν δὲ μόνον φοβοῦμαι καὶ ἐπείγομαι μαθεῖν περὶ τῆς κόρης , εἰ τῷ ὄντι γυνὴ | ||
, ἠμέλημαι δέ , ὡς ἔοικεν , ὅσῳ καὶ γράφειν ἐπείγομαι : τίνα γὰρ ἂν ἔχοις αἰτίαν εὔλογον εἰπεῖν τῆς |
ἡ ὀμφὴ , ἐπὶ τῶν μάντεων παρ ' Ὁμήρῳ : σήμαινε . κροκάλοισιν : αἰγιαλοῖς : κροκάλη ἀπὸ τοῦ κρούω | ||
τὴν βουλὴν , τὴν γνῶσιν . Φαῖνε : δείκνυε . σήμαινε : δείκνυε , λέγε , δήλου , ἃ προθέμην |
ἡμᾶς ἀκροᾶσθαι . Καὶ ἐγὼ ἀκούσας εἶπον : Ὦ καταγέλαστε Ἱππόθαλες , πρὶν νενικηκέναι ποιεῖς τε καὶ ᾄδεις εἰς σαυτὸν | ||
, ἦ δ ' ὅς , ὅτι ἐρυθριᾷς , ὦ Ἱππόθαλες , καὶ ὀκνεῖς εἰπεῖν Σωκράτει τοὔνομα : ἐὰν δ |
, ὄντα τῆς τέχνης κύριον ; ἐγὼ δέ , ὦ φίλτατε , τούτων μὲν οἶδα οὐδὲν μὰ τὴν κεφαλὴν τὴν | ||
κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ ' ἀθανάτους μάκαρας , |
κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] * Τί βούλεται τὸ ποί | ||
χάρις μέχρι τοῦ ὀπιζομένα κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] * |
οὐκ ἐλεύθερον ὄντα τὸν ἕτερον . καὶ ὃς πάνυ πρᾴως ἐμειδίασέ τε καὶ εἶπε , Πόθεν δὲ ἔστιν , ὦ | ||
αὐτὸς πρὸς αὐτὸν ἔφην πολλάκις ἐπιτιμῶν , ὁ δ ' ἐμειδίασέ τε καὶ οὐκ ἠρνήσατο ὡς ἄν τι χρηστὸν ποιῶν |
τοὺς χρησμοὺς ἐξηγοῦνται . ὦ μεγάλης ἀναισχυντίας καὶ γοητείας . Ἄνθρωπε , τί ποιεῖς ; αὐτὸς σεαυτὸν ἐξελέγχεις καθ ' | ||
καθίζου μαλακῶς , ἵνα μὴ τρίβῃς τὴν ἐν Σαλαμῖνι . Ἄνθρωπε , τίς εἶ ; Μῶν ἔγγονος εἶ τῶν Ἁρμοδίου |
ὄντες καὶ περὶ τὰς τῶν θεῶν τιμὰς ἀσχολούμενοι . . Ἐμὲ δ ' οὖν ἡ ψυχὴ διεγείρει εἰπεῖν , δόξαν | ||
μὲν οὖν καὶ ὕστερον ἀπόδειξις ἔσται συμπροϊόντι τῷ λόγῳ . Ἐμὲ δὲ ἐπῆρεν ἐπιχειρῆσαι τῷ συγγράμματι μάλιστα μὲν ἡ τῶν |
οἴει δὲ τί ; ὁ μῦθόϲ ἐϲμεν Πάμφιλ ' ἤδη γραῦϲ γέρων ΑΠΟΛΛΟΔΩΡΟΥ [ ] οὐκ εὖ λογίζηι [ ] | ||
παῖδα ? [ ! ! ! ! ! ] ου γραῦϲ ἔχει κακ ? [ μὴ τα ! [ ἰδού |
ἐθέλων τἀληθὲς εἰπεῖν . σεαυτὸν : Μᾶλλον ἀπολεῖς . . μόχθηρε : Κακέ . . ἔχω : Κέκτημαι . ὁποῖον | ||
ἀσμένως , γελάσας φησίν , “ ἀλλ ' , ὦ μόχθηρε , τῷ λόγῳ τούτῳ καὶ κολοιὸς ἂν ὁμολογήσειας εἶναι |
[ ] ἂψ πάλιν [ ] Τιδνασίδη [ ] ἄμφω ὁμ [ ] δίζετο δ [ ] [ ] ! | ||
[ ἡμῖν τε ποιήσειν ἑτοιμο [ ἔφη προελθὼν ἐχθὲς εἰς ὁμ [ ὁ Μοσχίων ἀδελφὸς ἐμός ἐστιν ? [ , |
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν | ||
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ |
κάλυπτε . . ἀντὶ τοῦ καλύπτου τὸ σκιάδειον . . πηνίκ ' ἄττ ' ἀπώλετο : 〚 Ὅτι 〛 οὐκ | ||
τε μύρτα . ὡστ ' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδε πηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ δι |
, ἤγουν ἀναγνόντες ὥσπερ ἐν βιβλίῳ γράμματα , εἰς μνήμην ἀγάγετέ μοι τὸν υἱὸν τοῦ Ἀρχεστράτου , τὸν Ἀγησίδαμον τὸν | ||
, ἤγουν ἀναγνόντες ὥσπερ ἐν βιβλίῳ γράμματα , εἰς μνήμην ἀγάγετέ μοι τὸν υἱὸν τοῦ Ἀρχεστράτου , τὸν Ἀγησίδαμον τὸν |
εἰ τὸ Κορίσκος σημαίνει ὅπερ αὕτη , μὴ δίδωσι δὲ ἀποκρινόμενος , οὐ συλλελόγισται τὸν σολοικισμόν , ἀλλὰ δεῖ ἐρωτῆσαι | ||
ὁ ἐρωτῶν λαμβάνει , οὐχ ὁ λόγος ἀλλ ' ὁ ἀποκρινόμενος ἐλήλεκται : ὁπηνίκα δὲ ὁ μὲν ἐπ ' ἄλλου |
εἰς τήνδε τὴν ὥραν χρόνον δόσιν θεῶν λογίων νομιστέον . ἐφρόντισα μέντοι καὶ τοῦ σωφρονίσαι τὸν ἄνθρωπον δῆσαί τε αὐτὸν | ||
κατὰ πενίας † ταῦτ ' ἔχω ὅσς ' ἔμαθον καὶ ἐφρόντισα καὶ μετὰ Μουσῶν σέμν ' ἐδάην : τὰ δὲ |
× | – – × – ἀλλότρια ? ? ? πράττ [ – ˘ – × οἱ νόμοι ϲυνθήματ ' | ||
× | – – × – ἀλλότρια ? ? ? πράττ [ – ˘ – × οἱ νόμοι ϲυνθήματ ' |
ἡδονήν . εὖ γ ' , ὦ κράτιστε ἄνθρωπε καὶ σοφώτατε : τοῦ γὰρ μασᾶσθαι κρεῖττον οὐδὲν ἔστιν ἀγαθόν : | ||
ταύτῃ ἀνέχειν ἅπασι τὴν ἀρχήν . ἄθρει γάρ , ὦ σοφώτατε , ὡς ἐγὼ εἰσελήλυθα τήμερον οὐ κολακεύσων οὐδὲ θωπεύσων |
ἠξίουν δούλους φονεύειν φασγάνοις ἐλευθέροις . τύχην τοιαύτην σῶν κασιγνήτων κλύεις . ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ οἶδ ' ὅτῳ σκοπεῖν | ||
ἀθυμίας : καὶ παραλύεταί μου τὰ μέλη ἐλαύνομαι ] διώκομαι κλύεις ] † ἤγουν ἤκουσας πραχθέντ ' ] ἃ ἐπράχθη |
τὰ πρήγματα ὑμέων καὶ αὐτοὶ ὑμέες . Πῶς λέγεις ; καταγελᾷς ἡμῶν ἁπάντων καὶ παρ ' οὐδὲν τίθεσαι τὰ ἡμέτερα | ||
ἐκπλήττωνται καθάπερ ἐπὶ τοῖς ἀσαφέσι τῶν χρησμῶν . ὁρᾷς ; καταγελᾷς μου καὶ σὺ ἐν τῷ μέρει . Οὐ τοσοῦτον |
ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει μ ' | ||
, κοὐκ ἄγεις αὐτόν ὄκου λέγω σοι ; θλῆ , Κύδιλλα , τὸ ρύγχος τοῦ παντοέρκτεω τοῦδε . καὶ σύ |
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ | ||
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε |
καθάπτοιντο λέγοντες ὅτι ἐν τοῖς μάλιστα Ἀθηναίων ἐγὼ αὐτοῖς ὡμολογηκὼς τυγχάνω ταύτην τὴν ὁμολογίαν . φαῖεν γὰρ ἂν ὅτι “ | ||
εὖ ποιῆσαι καὶ αὐτὸν μηδὲν βλαβῆναι . προξενῶν μὲν γὰρ τυγχάνω τῶν Ἡρακλεωτῶν , βούλοιο δ ' ἄν , ὡς |
ὁ δὲ κρούσας τὴν σορόν , “ Ἐπεὶ τοίνυν ἀπιστεῖ Κλειτοφῶν , ” ἔφη , “ σύ μοι , Λευκίππη | ||
: Ἐμοὶ Φοινίκη γένος , Τύρος ἡ πατρίς , ὄνομα Κλειτοφῶν , πατὴρ Ἱππίας , ἀδελφὸς πατρὸς Σώστρατος , οὐ |
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
εὑρόντες ἐπειθόμεθ ' ἄν , ἄμουσον δέ , ἠπιστοῦμεν ; Ἀληθῆ . Νῦν δέ γ ' , οἶμαι , εἴ | ||
οἶμαι οὕτω καλῶς ὡς δρεπάνῳ τῷ ἐπὶ τούτῳ ἐργασθέντι . Ἀληθῆ . Ἆρ ' οὖν οὐ τοῦτο τούτου ἔργον θήσομεν |
καὶ σὺ κακοῖσι δόλοισι κεκασμένε κερδαλεόφρον τίπτε καταπτώσσοντες ἀφέστατε , μίμνετε δ ' ἄλλους ; σφῶϊν μέν τ ' ἐπέοικε | ||
: οἱ δ ' ἄλλοι Τενέδοιο πρὸς ἱερὸν ἄστυ μολόντες μίμνετε , εἰς ὅ κεν ἄμμε ποτὶ πτόλιν εἰρύσσωσι δήιοι |
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ | ||
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν |
ἄνδρα τόν , ὅς τε θεοῖσιν ἀπέχθηται μακάρεσσιν . [ ἔρρ ' , ἐπεὶ ἀθανάτοισιν ἀπεχθόμενος τόδ ' ἱκάνεις . | ||
ἐλήφθη τὸ ” βάλ ' ἐς κόρακας “ καὶ ” ἔρρ ' ἐς κόρακας “ ἐπὶ τοῦ ἀφανισμοῦ . εἴρηται |
πάντα οὐδὲ πολλά ; Ὑπολαβὼν οὖν ὁ σοφώτερος εἶπεν ὅτι Κάλλιστα ταῦτ ' εἴη τῶν μαθημάτων καὶ προσήκοντα ἀφ ' | ||
τῷ τιμᾶν ἀσκῶμεν τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας . Κάλλιστα , ἔφη , λέγεις . Εἶεν : τῶν δὲ |
τοῦ ὄνου σύμβολον διασῴζειν καὶ σύρειν : σὺ δέ μοι ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον | ||
πῶς τί ποτ ' ἐφλυάρησα τὰ ἐπελθόντα μοι ; φθονῶν ἐλήλυθας , τεταπεινωμένος , ὅτι σοι ἐξ οἴκου φέρεται οὐδέν |
. Τοῦτο μὲν ὑμῖν τὸ ψήφισμα . Δικαιότατον , ὦ Μῶμε : καὶ ὅτῳ δοκεῖ , ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα : | ||
αὐτῷ κατελθὼν πρὸς ταῦτα . Σὺ ἡμᾶς ἐπισφάττεις , ὦ Μῶμε , οὐκ ἐν καιρῷ νῦν ἐπιτιμῶν . Ὅρα οἷα |
βαλανεύσω Γ : διακονήσω , ὑπουργήσω . Γ βαλανεύσω : ἐγχέω ἐμαυτῷ τῶν σπονδῶν . ἀπὸ τῶν ἑαυτοῖς ἐπιχεόντων ὕδωρ | ||
' αὐτοῦ ἡ ῥῆσις οὕτως : Ἐγὼ δ ' οὐκ ἐγχέω τοῖς περιοδυνωμένοις φάρμακον οὐδὲν οὐδ ' ἐκμάττω δι ' |
θορυβεῖ γοῦν ἔνδοθεν . Οἴμοι δείλαιος . Φέρ ' αὐτὸν ἀποδρῶ : καὶ γὰρ ὥσπερ ᾐσθόμην καὐτὸς θυείας φθέγμα πολεμιστηρίας | ||
εἴη ὅτῳ μαστιγώσεις με , ὡς βουλεύομαί γε ὅπως σε ἀποδρῶ λαβὼν τοὺς ἡλικιώτας ἐπὶ θήραν . καὶ ὁ Ἀστυάγης |
τεύξῃ τούτων ὧν ἐρᾷς , καὶ ἐπὶ τὴν θεράπαιναν τὴν Παλαίστραν ἤδη ἀποδύουτῆς γὰρ γυναικὸς τοῦ ξένου καὶ φίλου πόρρω | ||
ἑώρων ὄνον , φωνὴν δὲ ἀνθρώπου ἐς τὸ μέμψασθαι τὴν Παλαίστραν οὐκέτι εἶχον . τὸ δὲ χεῖλος ἐκτείνας κάτω καὶ |
λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . Λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε | ||
τῇ πρὸς τὸ ἀνὰ μέσον ἀρετῆς καὶ κακίας ἀδιαφορίᾳ . φίλησον τὸ ἀνθρώπινον γένος . ἀκολούθησον θεῷ . ἐκεῖνος μέν |
' ἐν οἴνῳ συμπόται σοφώτατοι . Ὀρθῶς γ ' , ὁτιὴ νήφοντες οὐχ ὑγιαίνομεν . Ἢν τοὺς Ἀθηναίους ἐγὼ πείσω | ||
ὁμίχλη κατέχει πάντων ἀγαθῶν ἀνάμεστος . Ἆρ ' οἶσθ ' ὁτιὴ πρὸς ἄνδρας ἐστί σοι μάχη , οἳ τὰ ξίφη |
δόμοι , ὦ πλεῖστ ' ἔχων μάλιστά τ ' εὐτεκνώτατε Πρίαμε , γεραιά θ ' ἥδ ' ἐγὼ μήτηρ τέκνων | ||
[ × – ˘ × × – ˘ – × Πρίαμε ] ⋮ συμ [ × – ˘ × × |
ζάψ . Πτωκὰς κύπειρος Μᾶτερ ὦ ποντία κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν . | ||
δ ' ἐν Μνηματίῳ φησίν : ψῦξον τὸν οἶνον , Δῶρι . Πρωταγορίδης δ ' ἐν βʹ τῶν κωμικῶν ἱστοριῶν |