οὐκ ἀέρων πρᾳότης ; οὐ λουτρῶν χάρις ; οὐκ ἀγορᾶς φαιδρότης ; . . . . . . . .
ἐν τοῖς ἱππασίμοις χωρίοις περιέχει . Χαρά , ἡδονή , φαιδρότης , εὐθυμία , εὐφροσύνη , χαρμονή , ἵλεως διάθεσις
6846045 ἐπαρατος
ὁ μὲν ζηλωτός , ὁ δὲ ἐλεεινός : ὁ μὲν ἐπάρατος , ὁ δὲ ἐπαινετός : ὁ μὲν μοιχικός ,
τοῦτο . παρ ' αὐτῷ δὲ καὶ λιμὴν ὁ καλούμενος ἐπάρατος καὶ ἐξάγιστος . . . ἐξάγιστος ] ὁ ἄγαν
6807402 Φημης
πλανᾶται ] περιέρχεται . . Φήμης ] Ἀθήνησίν ἐστι βωμὸς Φήμης . . . . Ἄλλως . Κίμωνος ἐν Παμφυλίᾳ
ἐντετριμμένοις . ἐγὼ δ ' ἐνέκαψα λανθάνων τὴν διφροφόρον . Φήμης ἱερᾶς ἐξοιγνυμένης ὥσπερ πέπονος δοθιῆνος . Τόν τε κότυλον
6788614 εὐφυϊα
, οὕτω κἀνταῦθα ἡ φυσικὴ ἀρετὴ προϋπάρχει τῆς κυρίας , εὐφυΐα τις οὖσα καὶ αὐτὴ πρὸς ὑποδοχὴν τῆς κυρίως ἀρετῆς
εὐφυὴς εὐθιξίας , ἐπιμονῆς , μνήμης , ἐν οἷς ἡ εὐφυΐα : ὁ δὲ εὐμαθὴς ἀκροάσεως , ἡσυχίας , προσοχῆς
6705761 χλευασια
δὲ μόνον ὁ κατάγελως : ὁ γὰρ χλευασμὸς καὶ ἡ χλευασία καὶ τὸ διασύρειν δηλοῖ , ὥσπερ καὶ ὁ χλευαστικὸς
, ἄνεσις προσώπου , καγχασμός : καὶ ἑτέρας χρείας χλευασμός χλευασία , κατάγελως . γελᾶν , μειδιᾶν ὑπομειδιᾶν ἐπιμειδιᾶν ,
6657443 δωροδοκια
ἀπανθρωπεία , ἀνεπιείκεια , ὕβρις , ἀνισότης , ἀγριότης , δωροδοκία , παραγωγή , ἑτερορρέπεια , σκαιότης , πλάνη .
τὸν τόπον , τὸν καιρόν , ἐν ᾧ γέγονεν ἡ δωροδοκία . πάντων δ ' , ὡς εἰκός , ἀγανακτούντων
6652734 καθημερινη
ἡσυχία , πλουσίων ἐπιτήδευμα , [ πενήτων ἀδολεσχία ] , καθημερινὴ μελέτη . Αἰώνιος ὕπνος , ἀνάλυσις σώματος , ταλαιπωρούντων
] μείζονα χρημάτων αὐτοῖς εὐπορίαν ὑποτίθεται : ὁ γὰρ μισθὸς καθημερινὴ δόσις ἐστὶ χρημάτων , τὰ δὲ θεωρικὰ ταῖς ἱερομηνίαις
6637509 ὁσιοτης
τοῖς λόγοις ἐλέγετο ὑπὸ σοῦ ἡ δικαιοσύνη καὶ σωφροσύνη καὶ ὁσιότης καὶ πάντα ταῦτα ὡς ἕν τι εἴη συλλήβδην ,
τὸ δὲ πρότερον αὖ ἐφάνη ἡμῖν ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ὁσιότης σχεδόν τι ταὐτὸν ὄν . Ἴθι δή , ἦν
6605957 μωρια
ἐστι φρόνησις ἀπηλλαγμένη πανουργίας καὶ οἷον ἁπλῆ τις οὖσα , μωρία δὲ ἐρημία φρενῶν . λαμβάνεται δὲ πολλάκις καὶ ἡ
οἱ ἐξ αὐτοῦ γεννώμενοι γνωρίζουσι τὸν πατέρα . τι - μωρία μὲν δὴ καὶ τοῖς ἀλόγοις ἐπ ' ἀνδροφονίᾳ παρὰ
6547010 ἡγεμονια
ἐβασίλευσαν μέχρι Σαρδαναπάλλου : ἐπὶ τούτου γὰρ ἡ τῶν Ἀσσυρίων ἡγεμονία μετέπεσεν εἰς Μήδους , ἔτη διαμείνασα πλείω τῶν χιλίων
τοῦτ ' ἔστι πρὸς σὲ τὸν μάγειρον ; τῆς τέχνης ἡγεμονία τίς ἐστιν αὐτῆς , ὦ πάτερ , τὸ τῶν
6536518 ἐρωτικη
τὴν ἐρωτικὴν φιλίαν πολλῶν ἐνδέχεται φίλον εἶναι . ἡ γὰρ ἐρωτικὴ φιλίας ἐστὶν ὑπερβολή , καὶ διὰ τοῦτο πρὸς ἕνα
ἔδει γάρ τινα πρὸ αὐτῆς ἀποδειχθῆναι . Ἐπεὶ γὰρ ἡ ἐρωτικὴ εἰς τὸ νοητὸν βούλεται κάλλος ἀνάγειν τὴν ψυχὴν ,
6510989 ἀφανισμος
προέρχεται , γάμῳ δὲ συγκαλύπτεται , καὶ γίνεται γάμος ὀρφανίας ἀφανισμός , οὐχ ὑπόθεσις . εἶτα χηρείαν ἐκ τελευτῆς μὲν
σώματος δουλαγωγία , φρόνημα ταπεινόν , ἐννοίας καθαρότης , ὀργῆς ἀφανισμός : ἀγγαρευόμενος προστίθει , ἀποστερούμενος μὴ δικάζου , μισούμενος
6475410 εὐθυμια
καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι
δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια
6469118 ἐκλυτου
καὶ πιττωθέντοϲ τοῦ πώματοϲ πρὸϲ τῷ μηδαμόθεν διαπνεῖϲθαι , τονικὴ ἐκλύτου γαϲτρὸϲ ἡ τοιαύτη γίγνεται καὶ τοὺϲ ἀνορέκτουϲ ἐπεγείρει πρὸϲ
βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας , ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας , τράπεζα . περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν
6446723 ἐπιτευξις
καὶ περὶ τῶν τρόπων βουλεύεσθαι , καθ ' οὓς ἡ ἐπίτευξις καὶ ἡ ἀποφυγὴ αὐτῶν περιέσεται . Ἐπειδὴ τὴν πρὸς
ὑπὲρ πράξεως , τίνα δεῖ τρόπον πράττειν . Εὐκαιρία χρόνου ἐπίτευξις , ἐν ᾧ χρὴ παθεῖν τι ἢ ποιῆσαι .
6431208 καλλωπισμος
ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ
ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ]
6419949 εὐτεκνια
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις .
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη
6416711 εὐροια
αὐλητής , πυρετός , ἄλλα τρισμύρια ; ἡ δ ' εὔροια οὐδὲν οὕτως ἔχει ὡς τὸ διηνεκὲς καὶ ἀνεμπόδιστον .
καὶ δυσροεῖν . ἂν ἀφεθῶ , φησίν , εὐθὺς πᾶσα εὔροια , οὐδενὸς ἐπιστρέφομαι , πᾶσιν ὡς ἴσος καὶ ὅμοιος
6404376 θιασος
οὕτω καλεῖται ὁ παρὰ τοῖς Κυζικηνοῖς τὴν Ἄρτεμιν θεραπεύων γυναικεῖος θίασος . καὶ Κυζικηνῶν θυγατέρας τὴν ὥραν διαπρεπεῖς τῇ Δαρείου
ἄλλῳ , καθάπερ ἡγεμόνι πονηρῷ καὶ μαινομένῳ πονηρὸς καὶ ἀσελγὴς θίασος . ἔστι δὲ τούτων ὧν ἔφην βίων ὁ μὲν
6402099 καταγεγραφθω
ἀναγεγράφθω γὰρ ἀπὸ τῆς ΔΒ τετράγωνον τὸ ΒΕ , καὶ καταγεγράφθω τὸ σχῆμα . ἐπεὶ τὸ ΒΕ ἐστι τὸ ἀπὸ
ΓΒ . ἀναγεγράφθω γὰρ ἀπὸ τῆς ΑΒ τετράγωνον , καὶ καταγεγράφθω τὸ σχῆμα . φανερὸν μὲν οὖν , ὅτι τὰ
6392504 τεκνοποιια
ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Ἡλίου δὲ καὶ Σελήνης ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι .
ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ τεκνοποιία , Σελήνης δὲ καὶ Ἡλίου ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι .
6392467 προσφιλεια
προσφίλεια ] ἀγάπη . προσφίλεια ] κατ ' εἰρωνείαν . προσφίλεια ] σχέσις , οἰκείωσις . θ προσφίλεια ] ἤγουν
. προσφίλεια ] οἰκείωσις : ἀπὸ τοῦ προσφιλὴς προσφίλεια . προσφίλεια ] ἡ φιλία , ἡ οἰκείωσις . προσφίλεια ]
6391323 ἐξαπατη
, κακοήθεια , πικρία , πειθώ , φενακισμός , ἀπάτη ἐξαπάτη , παροξυσμός , δεινολογία , οἰκτρολογία , ταπεινολογία .
βούλεται καταγωνίσασθαι ὑμᾶς . . . πάλαισμα δὲ καταγωνισμὸς καὶ ἐξαπάτη ἢ τέχνη , σχῆμα . . ἐμβαλεῖν ] ἐνέμεινε
6388814 ἐπηρεασμος
' ἀπειλήν . ʃ τρία εἴδη ὀλιγωρίας , καταφρόνησις , ἐπηρεασμὸς καὶ ὕβρις . τούτων γὰρ καταφρονεῖ τις , ἃ
, μᾶλλον δὲ καὶ συνέδριον . ὢ τάλας ἐγώ , ἐπηρεασμὸς τὸ κακὸν εἶναί μοι δοκεῖ . οὐ τοῦ τυχόντος
6380167 βλακεια
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται
6375552 Ἀνδριας
διδόντων . Ἀγαθώνειος αὔλησις : ἡ ἡδίστη καὶ εὐφραντή . Ἀνδριὰς σφυρήλατος : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἀγέλαστος πέτρα :
ἐπὶ Αἰθιοπίας , ὅπου καὶ Μέμνων ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ . Ἀνδριὰς γὰρ ἵστατο ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις Μέμνονος , διά
6352054 ἀνασκευη
ταῦτα : μῦθος , διήγημα , χρεία , γνώμη , ἀνασκευὴ καὶ κατασκευή , κοινὸς τόπος , ἐγκώμιον , σύγκρισις
καὶ ἡ γνώμη , τὰ δὲ τοῦ δικανικοῦ ὡς ἡ ἀνασκευὴ καὶ κατασκευὴ καὶ ὁ κοινὸς τόπος , τὰ δὲ
6351805 τεχνημα
νεὼς τῶν οἰκείων κοσμεῖται , ἄπορον εἶναι φήσουσι τοῦτο τὸ τέχνημα : τῶν γὰρ ἰσορρόπων οὐ ῥᾴδιον ὅτῳ ψηφίσεταί τις
μητρός . Αἰσχύλος δέ φησιν [ . ] : ἀμήχανον τέχνημα καὶ δυσέκδυτον : Φοίβου δ ' ἀδικίαν μέν :
6335921 ἐπανορθωσις
τὰς παλλακίδας συνουσίας , καὶ ἔτι ἡ διὰ τῆς μουσικῆς ἐπανόρθωσις , δι ' ἧς καὶ τὸ οἰστρημένον μειράκιον ὑπὸ
μᾶλλον ἢ ἀναγκαῖον . ἴσως μὲν οὖν καὶ καλὸν ἡ ἐπανόρθωσις , οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἀναγκαῖον : κωλύει γὰρ
6317136 εὐδικια
εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια ,
. πρόδικος προδικεῖν , προδικάσασθαι προδικασία ὡς Ἀντιφῶν . καὶ εὐδικία εὐθυδικία , καὶ αὐτοδικεῖν . καὶ ἐκδικάζεσθαι , καὶ
6302635 ἐπιγελαν
τὸν δὲ πότον ἦν συμπαρειληφώς τινας ἐκ τῆς πόλεως τῶν ἐπιγελᾶν εἰθισμένων ἅπαντα τοῖς τρέφουσιν αἰεὶ πρὸς χάριν . βουλόμενος
κρειττόνων , δεσπότας , οὐ συγγενεῖς κτήσηι . . μὴ ἐπιγελᾶν τῶι σκώπτοντι : ἀπεχθὴς γὰρ ἔσηι τοῖς σκωπτομένοις .
6298064 νουθεσια
διδάσκων : οὗ μέρη πρότασις , ἐπαγωγή , συλλογισμός , νουθεσία , νουθέτησις , ὀνειδισμός , προτροπή , διδασκαλία .
στρυφνοὶ καὶ ἀληθινοὶ καὶ μεστοὶ παρρησίας οὐκ ὀνειδίζουσιπάμπολυ γὰρ διαφέρει νουθεσία μὲν λοιδορίας , ἐπίπληξις δὲ ὀνείδους , οὐ τῇ
6286685 προπετεια
, ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας ,
ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ
6284403 εὐαρμοστια
. ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα .
ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ
6271266 σεπτον
τὴν Μελίαν ἀκούομεν . τὸ δὲ ἄδυτον πρὸς τὸ ἄγαν σεπτόν . ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ : ἴτε εἰς τὸν
τὴν Μελίαν ἀκούομεν . τὸ δὲ ἄδυτον πρὸς τὸ ἄγαν σεπτόν . ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ : ἴτε εἰς τὸν
6265098 χθεσινη
κραιπάλη καὶ μέθη διαφέρει . κραιπάλη μὲν γάρ ἐστιν ἡ χθεσινὴ μέθη , μέθη δὲ ἡ τῆς αὐτῆς ἡμέρας γινομένη
, ἀπὸ τοῦ τῶν καιρίων σφάλλεσθαι . κραιπάλη γὰρ ἡ χθεσινὴ μέθη καραπάλη τις οὖσα . . ἡγούμενον : Προοδοποιοῦντα
6262817 ἁλουργις
τυραννίδος ἐρᾷ . καὶ οὐκ ἔμελλε καί , ἦν γὰρ ἁλουργὶς ἀγάλματι περικειμένη , ταύτην ἐνδὺς ἔργου εἴχετο . προσπεσόντες
δικάζει μήτε θύει , ἀλλὰ πομπεύει μόνον . ἔστι δὲ ἁλουργὶς χρυσῆ : ἐξ ἴσου γὰρ ὁ χρυσὸς ὕφανται τῇ
6256425 γαστριμαργια
τραχυτής : ἔρις : προσπάθεια : φιληδονία : φιλοχρηματία : γαστριμαργία : οἰνοφλυγία : λαγνεία . αʹ Ὀργὴ μὲν οὖν
τὴν γλωσσαλγίαν φησὶν αἰσχίστην νόσον , ὅτι πορνεία μὲν καὶ γαστριμαργία καὶ τὰ λοιπὰ πάθη σὺν τῇ βλάβῃ ἔχουσί τι
6248904 καταλυσις
ταῖς Ἡροδότου καθυστερούσαις τῶν χρόνων Εὐριπίδου ; σταθμός ] στρατιωτικὴ κατάλυσις . σταθμὸς καὶ αἱ καταλύσεις καὶ τὰ καταγώγια τῶν
ἀλλ ' ἀπαλλαγάς . τίς οὖν ἡ βεβαία τοῦ πολέμου κατάλυσις ἔσται καὶ τί παρασχόντες εἰς τὰ πράγματα ἑκάτεροι νῦν
6242880 ψευδολογια
ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον εἴρηκεν .
πολυτροπία , κακουργία , ῥᾳδιουργία , πονηρία , πανουργία , ψευδολογία , καπηλεία , πρᾶσις , μεταβολή , μισθαρνία μισθοφορία
6242803 φιλεταιρος
οὐ δεῖ προσθεῖναι τὸ φίλῳ . ἐκ δὲ τούτων ἐστὶ φιλέταιρος , πολυέταιρος , φιλία καὶ ἑταιρεία , ἐπιτηδειότης ,
ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ δικαιώσει . τόλμα μὲν γὰρ ἀλόγιστος ἀνδρεία φιλέταιρος ἐνομίσθη , μέλλησις δὲ προμηθὴς δειλία εὐπρεπής , τὸ
6239662 ὑφορασις
διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον ταχθεῖσα . ὑπόσχεσις ἐπαγγελίας
διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τις ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον . ὑπάρξαι τό τε
6236622 εὐημερια
τι τούτοις σύστοιχον , τὰ ἔξωθεν , ὡς πλοῦτος εὐδοξία εὐημερία εὐτεκνία φιλία καὶ εἴ τι ἄλλο τούτοις ἀνάλογον .
ὑψαύχην . Ἐπίδοξα . ἀντὶ τοῦ προσδόκιμα . Εὐεστώ . εὐημερία , εὐετηρία , ἡ καλλίστη τῶν ἐτῶν διαγωγή .
6235933 προμηθης
μὴ πιστὸν διὰ τὸ ἀπεχθές : ἀσφαλὴς γὰρ οὗτος καὶ προμηθής , ὃς οὐδὲ βουληθεῖσι τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι τὸν τοῦ
τι τοὺς ἐχθροὺς ῥᾳθυμοῦντας εἰσενέγκαιτο . φόβος γὰρ εὔκαιρος ἀσφάλεια προμηθής , ὡς καὶ καταφρόνησις ἄκαιρος εὐεπιβούλευτος τόλμα . Ἀνοχὰς
6233704 εὐσεβεια
. ἐξ ὧν Θρᾳκῶν θρησκεύειν ἤκουσεν ἡ περὶ τὸ θεῖον εὐσέβεια . πρότερος δὲ πάντων Θρᾳκῶν Ὀρφεὺς λέγεται εἰσηγήσασθαι τὰς
, τίμα : Ἐπειδὴ πασῶν τῶν ἀρετῶν ἡγεμών ἐστιν ἡ εὐσέβεια πρὸς τὴν θείαν αἰτίαν τὴν ἀναφορὰν ἔχουσα , εἰκότως
6233155 φιλογελως
εἶναι διεφθαρμένους καὶ φαύλους . καὶ Δημήτριος δὲ ὁ Πολιορκητὴς φιλογέλως ἦν , ὡς ἱστορεῖ Φύλαρχος : περὶ οὗ καὶ
ἐκείνῳ Πηνελόπης ζῇ . καὶ Σύλας δὲ ὁ Ῥωμαίων στρατηγὸς φιλογέλως ἦν . Λεύκιος δὲ Ἀννίκιος Ῥωμαίων στρατηγήσας Ἰλλυριοὺς καταπολεμήσας
6230756 Σκιρος
. ὠνομάσθη δὲ οὕτως ἀπὸ τῆς Σκιράδος Ἀθηνᾶς . καὶ Σκίρος ἑορτὴ Ἀθήνῃσιν . χρὴ σχεῖν . γρ . δεῖ
, τῆς δὲ Δῶρος ὁμοίως Δωρίτης , [ ὡς ] Σκίρος Σκιρίτης , χῶρος χωρίτης , μέσος μεσίτης , Κοπτός
6228964 μεγαλοφροσυνη
ἀφ ' ὧν οὐ δεῖ † . τὰ δὲ πράγματα μεγαλοφροσύνη , μεγαλοψυχία , μεγαλογνωμοσύνη , ἐλευθερία . ῥήματα δ
. . . . . ἥ τε γὰρ τοῦ Αἰσχύλου μεγαλοφροσύνη καὶ τὸ ἀρχαῖον , ἔτι δὲ τὸ αὔθαδες τῆς
6228308 εὐμενεια
εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία , εὐτέλεια , εὐερμία , εὐκολία ,
ἕξις κάτω κατεσταλμένας τὰς κόρας ἔχουσα ] . Εὔνοια : εὐμένεια : ἀσπασμός : ἀγάπησις . αʹ Εὔνοια μὲν οὖν
6226719 ἀμελεια
. Φιλεῖ δὲ καὶ Θεὸς τὸν σοφῶς συζῶντα : ἡ ἀμέλεια κατὰ τὴν θεόπνευστον γραφήν : Ἀνὴρ κατοιόμενος καὶ καταφρονῶν
, ὁ δὲ ἀμελεῖ . ἢ ἔστιν ἄλλως πως γιγνομένη ἀμέλεια ; οὐ γάρ που ὅταν γε ἀδύνατον ᾖ τῶν
6204292 διαλειψις
τὸ παράπαν . τὸ παντάπασιν : τὸ σύνολον διοκωχή : διάλειψις , ἀναβολή ʃ γράφεται καὶ διακοπή . παρέμεινε δὲ
σκληρὸς πλείω . τὸ γὰρ ὅλον βραχεῖά τις ἂν γένοιτο διάλειψις εἰ ἡ ἐκ τῆς γῆς τροφὴ δαψιλὴς εἴη καὶ
6190241 φυστις
: ἡ πεφυρμένη καὶ ἐπὶ γῆς πεσοῦσα . λέγεται καὶ φύστις ἡ ἔκφυσις , γονή . τοῦτο δὲ διὰ μέσου
ἐξ ἀγγελίας μάθησις , οὕτω καὶ ἐκ τοῦ φύω φύσω φύστις ἡ φυὴ καὶ ἡ φύσις . . ἐξέφθινται ]
6187991 εὐορκια
τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ τὰς
ὀμνύναι . μέρος γὰρ οὐ μικρόν ἐστι τῆς εὐσεβείας ἡ εὐορκία . καὶ περὶ μὲν τοῦ πρώτου γένους τῶν κρειττόνων
6187504 Συναγωγη
παρ ' ἄκρην . . . . . , [ Συναγωγὴ λέξεων χρησ . ] ἁγής : τοῦτο ἀπὸ συνθέτου
] α κατηνέχθη | [ Ἐφαρμόστωι ] βυβλία : | Συναγωγὴ τῶν προξενιῶν ? | [ ] Καλλισθένους ? |
6185492 Φιλια
Ὁ φίλος λανθάνων δυστυχεῖ , ὁ κόλαξ μὴ λανθάνων . Φιλία βασανιζομένη κρατύνεται , κολακεία ἐλεγχομένη θραύεται : φιλία χρόνῳ
] οὐδέ . . . βασίλεια , ἣ ἔστιν ἡ Φιλία τὴν οἵ γ ' . . . οὖδας ,
6180489 ἐμεριζετο
α μετετίθετο , καὶ ἦν κοινότερον μεταλαμβανόμενον τὸ ἔνθα , ἐμερίζετο μὲν τῇ συνεκδρομῇ τῶν εἰς θεν ληγόντων τὸ ἔνθεν
δὲ τῇ μητρὶ συνταξάμενος καὶ δακρύων κρουνοὺς ἀφιεὶς ἐπὶ δυσὶν ἐμερίζετο πάθεσι , σπλάγχνῳ τε μητρικῷ καὶ στρατείας ἐπιθυμίᾳ ,
6179635 ἐκομα
ἵππον ἐπελαύνων ἔρχεται , κόμην ἔχων πολλὴν καὶ ἀγρίαν . ἐκόμα δὲ καὶ ὁ ἵππος : γυμνὸς ἦν , ἄστρωτος
καλὴ παρθένος ἐπεκάθητο , ἐπὶ Κρήτην τῷ ταύρῳ πλέουσα . ἐκόμα πολλοῖς ἄνθεσιν ὁ λειμών : δένδρων αὐτοῖς ἀνεμέμικτο φάλαγξ
6178027 εὐφωνια
εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία ,
, ἀηδόνων , τῶν ἄλλων ὅσα φύσις μεμούσωκε , λογικῶν εὐφωνία , κιθαρῳδῶν κωμῳδίαν τραγῳδίαν τὴν ἄλλην ὑποκριτικὴν ἐπιδεικνυμένων .
6174543 ψυχαγωγια
δὲ πόθος χρόνιος μετὰ σωφροσύνης γινόμενος , τέρψις δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ
οὔτε τῆς μουσικῆς αὕτη τέλος , ἀλλ ' ἡ μὲν ψυχαγωγία κατὰ τὸ συμβεβηκός , σκοπὸς δὲ ὁ προκείμενος ἡ
6172723 μελλησις
δὲ προμηθής : τὸ μέλλειν καὶ ἀναβάλλεσθαι μετὰ προμηθείας . μέλλησις δέ . . . : τὴν δ ' εὐλάβειαν
σπουδή , τάχος : τοῦ δὲ σχολή , σχολαιότης , μέλλησις , μελλησμός , βραδυτής , ἀναβολή , νώθεια ,
6171644 ψοθος
σαπροῦ καὶ μὴ συναρέσκοντος . Σοφοκλῆς Ποιμέσιν . ἔστι δὲ ψόθος τὸ πλῆρες τοῦ ἀποκομματικοῦ λεξιδίου . ψόθον γὰρ καλοῦσιν
ο μικροῦ γράφονται : νόθος : πόθος : ῥόθος : ψόθος ὁ ψόφος : μόθος : Κόθος ὄνομα κύριον :
6170069 κακηγορια
: βίαια δέ , οἷον πληγαὶ δεσμὸς θάνατος ἁρπαγὴ πήρωσις κακηγορία προπηλακισμός . συναλλάγματα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα λέγονται ,
τὸ ἐναντίον ψόγος , λοιδορία , βλασφημία , κακολογία , κακηγορία , κακισμός , διαβολή : ψέγειν , λοιδορεῖν ,
6168266 κυνωδης
' Ἀντισθένους . καὶ κυνίζειν καὶ κυνισμὸς καὶ κυνικὸς καὶ κυνώδης καὶ κυνοῦχος , καὶ κυνήποδες ἵππων . χρῶμα δὲ
θέλειν λαμβάνειν τροφήν . Εἰ δὲ διὰ θερμότητα πολλὴν γίνοιτο κυνώδης ὄρεξις , οἶνον μὲν αὐτοῖς οὐ χρὴ διδόναι ,
6160173 κακουργια
ἀνθρώπων ὑπόκρισις . τοσαύτη δὲ αὐτῆς ἡ πρὸς τὴν μίμησιν κακουργία ὥστε καὶ μέχρις εὐνῆς ἔλθοις ἂν πολλάκις τοῖς ἴχνεσιν
τῇ πολλῇ πειρᾶται ἀντεκπλήττειν αὐτὸν καὶ ἀντιφοβεῖν . κροκοδείλου δὲ κακουργία ἐς ἀνθρώπου τε θήραν καὶ ζῴου ἑτέρου * *
6150572 εὐπρεπεια
: τοῦ θείου γὰρ κάλλους ἅπασαν ὥραν νικῶντος ἡ μείζων εὐπρέπεια τῶν ἀγαλμάτων ἐγγυτέρω γίνεται τῆς ἀληθείας καὶ πλείονα φέρει
καὶ κρᾶσις ἀέρων μεριζομένων ἐξ ἴσου τὸ ἔτος , οἰκοδομημάτων εὐπρέπεια , τρόπος οἰκητόρων ἐπιεικής . ταῦτα δὴ σοῦ τῆς
6145559 ἀναπαυλα
. ” οὐκοῦν δίδασκε καὶ δείκνυε μὴ ἀγανακτῶν . Θάνατος ἀνάπαυλα αἰσθητικῆς ἀντιτυπίας καὶ ὁρμητικῆς νευροσπαστίας καὶ διανοητικῆς διεξόδου καὶ
Ὀλύμπια , οὐ μόνον αὐτοῖς ἀθληταὶ τὰ τελούμενα ἦν , ἀνάπαυλα δέ τις ἐγίνετο μεταξὺ καὶ ῥᾳστώνη τοῦ τε ἀγῶνος
6144714 σιωπη
τὴν δὲ χώραν αὐτὴν οἰκῶν . σιωπὴ σιγῆς διαφέρει . σιωπὴ μὲν γάρ ἐστι κατάσχεσις λόγου , σιγὴ δὲ στέξις
μέλλον κακόν . ἐπεὶ γὰρ ἦν ἤδη νὺξ βαθεῖα καὶ σιωπὴ πολλὴ καὶ ὕπνος ὁ γλυκύς , ψοφεῖ μὲν ἔξωθεν
6143244 βασκανια
ἐμμελοῦς παρυπομνήσεως . Παρὰ Φρόντωνος τὸ ἐπιστῆσαι οἵα ἡ τυραννικὴ βασκανία καὶ ποικιλία καὶ ὑπόκρισις , καὶ ὅτι ὡς ἐπίπαν
τὸ μηδὲ τυχεῖν ἂν ὅλως ἐξεῖναι . κἀντεῦθεν τοῖς μὲν βασκανία τις πρὸς ἐκείνους ἔσται καὶ φθόνος καὶ δυσμεναίνειν ἀεὶ
6143033 κηρυσσει
; καὶ κνώδαλα πτεροῦντα καὶ πεδοστιβῆ . † καρπώματα στάζοντα κηρύσσει Κύπρις κάλωρα κωλύουσαν θωσμένειν ἔρῳ , † καὶ παρθένων
ὄλβιον πάροιθε . τῆι δὲ νῦν τύχηι βροτοῖς ἅπασι λαμπρὰ κηρύσσει μαθεῖν , τὸν εὐτυχεῖν δοκοῦντα μὴ ζηλοῦν πρὶν ἂν
6138404 χαριεντισμος
δὲ περὶ τοῦ γλαφυροῦ χαρακτῆρος λέξομεν . Ὁ γλαφυρὸς λόγος χαριεντισμός ἐστι καὶ λόγος ἱλαρός . τῶν δὲ χαρίτων αἱ
τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου . . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντες
6137094 γενναιοτης
καὶ οὐ τιμωρητικός . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ μεγαλοψυχίᾳ ἁπλότης καὶ γενναιότης καὶ ἀλήθεια . [ Φρόνησίς ἐστιν ἐπιστήμη τοῦ ποῖα
εὔτολμος . καὶ τὰ ὀνόματα θάρρος θάρσος , ἀνδρεία , γενναιότης , ἀοκνία , ἄδεια καὶ ἀδεές , ῥώμη ,
6129421 Σαρδωνιος
πάλιν , χαλκῆν ἢ ὀστρακίνην ; ἀπεφήνατο , οὐδετέραν . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν μὴ ἐκ χαιρούσης ψυχῆς γελώντων
ἄλλαι τε πόλεις πολλαὶ , καὶ Ἰόπη καὶ Λύδα . Σαρδώνιος γέλως : ἐπὶ τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ τῷ σφῶν
6128274 συμβουλια
, κατήγορος , πανηγυρικός , ἐγκωμιαστικός , ψεκτικός . συμβουλή συμβουλία , νομοθεσία , δημαγωγία , πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη
καὶ μαθεῖν ὃ μὴ νοεῖς . Σοφία σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία . Στρέφει δὲ πάντα τἀν βίῳ μικρὰ τύχη .
6123747 Γενος
τοῦ πάντων ἢ τινῶν παραστῆσαι ἠβουλήθη Ἑρμογένης . Σωπάτρου . Γένος τοῦ ὁρισμοῦ ἡ ἀμφισβήτησις : διαφορὰ τὰ λοιπὰ πρόσκειται
Τοῦ δὲ Ἡρακλῆς καὶ Ἴφικλος , Ἰφίκλου δὲ Ἰόλαος . Γένος γὰρ τοῖς φιλοσόφοις δοκεῖ καὶ τὸ ἕν : ὡς
6121659 παθητικωτερον
Τὸ ἔγκλημα , ὅτι ἦσαν οὕτω βιοῦντες : ὅτι γὰρ παθητικώτερον τὸ πλάσμα τυγχάνει , παντί τῳ πρόδηλον . Ἡ
δήμῳ διὰ τὴν προτέραν . τὸ δὲ εἶδος τοῦ λόγου παθητικώτερον διὰ τὴν τῆς θυγατρὸς ἀπώλειαν . καὶ πολλῷ πλέον
6121260 γεμουσα
. . εὐανθὴς γλῶσσα ἡ ἄκρως ἠττικισμένη ὁμιλία καὶ πολλῶν γέμουσα χαρίτων καὶ μουσικῶν ἀπηχημάτων ἀπόζουσα . , . .
ὁ ὄρχις ὠφελεῖ , φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα
6117237 παραπεμπεται
ἰκμάς , ὑγρὸν τὸ περιέχον ἀφεῖσα , ἀμυδρὰ καὶ νωθῆ παραπέμπεται τὰ πρὸς ἕω πνεύματα . Διὰ τοῦτο τὸ ὄρθιον
καὶ τὸ ἀμφίβολον τῆς γενικῆς ὡς πρὸς τὴν κτητικὴν γενικὴν παραπέμπεται ἡ τοῦ ῥήματος σύνταξις , καθάπερ προεκτεθείμεθα . εἰ
6115035 ἐγχειρητης
μὲν γὰρ τὸ ὄνομα , κέχρηται δὲ αὐτῷ Ἀριστοφάνης . ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης . Ἀριστοφάνης δὲ μελῳδὸς καὶ
τὸ ἀχειρούργητον , δυσχείρωτα δὲ Δημοσθένης , ἐγχειρίθετον Ἡρόδοτος , ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης , ἐπιχειρηταὶ δὲ Θουκυδίδης ,
6113028 ἀσκησις
τῶν ἄλλων ὀργάνων καὶ πείνης , λοιπὸν ἕτερον λόγον , ἄσκησις , καὶ τοῦτο ἐδέξαντο ὡς πρόγραμμα , καὶ ἐπήνεγκαν
γυμνάσασθαι , πονῆσαι , ἀγωνίσασθαι . καὶ ὄνομα καλὸν ἡ ἄσκησις . καὶ γυμναστικὴ ἡ τέχνη , καὶ γυμνασία τὸ
6111000 εὐψυχια
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται
6105378 ἐπιτιμησις
ἐπίληπτον φρίξας εἰς κόλπον πτύσαι . Ἔστι δὲ ἡ μεμψιμοιρία ἐπιτίμησις παρὰ τὸ προσῆκον τῶν δεδομένων , ὁ δὲ μεμψίμοιρος
λόγου δεῖ προηγεῖσθαι . Ἔστι δὲ ταῦτα : εἰρωνεία , ἐπιτίμησις , παράλειψις , διαπόρησις , ἀποστροφή , προδιόρθωσις ,
6099778 ἀπαιδευσια
πονηρία , μοχθηρία , φαυλότηςφλαυρότης δὲ σκληρόν , σκαιότης , ἀπαιδευσία , πανουργία , ἀμαθία , μισολογία , ἄνοια ,
τῦφος καὶ μαλακία καὶ ἡδυπάθεια καὶ ἀσέλγεια καὶ ὕβρις καὶ ἀπαιδευσία . δεῖται δή σου ἐπ ' ἐκεῖνα μὲν οὐδαμῶς
6095641 ἀξιουσθω
ταῦτα Ἀθήνησιν , ἃ οὐχ ἑτέρωθι τῆς ὑπὸ Ῥωμαίοις , ἀξιούσθω δὲ λόγου καὶ τὸ ὑπωρόφιον θέατρον , ὃ ἐδείματο
οὖν ἡ λέξις , καὶ εἴ τι ἀσαφὲς ἔχει , ἀξιούσθω ἐξηγήσεως . διαφορὰν δὲ καὶ οὗτοι ἔχουσι τοὺς ἀπὸ
6095539 Πιστις
τρίτη ἐπιφάνεια , τέταρτον στερεόν . . . . , Πίστις γε μὴν καλεῖται [ . ἡ δεκάς ] ,
δὲ τὰ τῆς εὐνομίας δηλοῦν , ἅπερ γίγνεται πρότερα . Πίστις μὲν πρώτη ἐγγίγνεται ἐκ τῆς εὐνομίας μεγάλα ὠφελοῦσα τοὺς
6092531 κοσμουμενη
αὐτήν : οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη . Ἔστι δὲ ἀξία ἡ χώρα καὶ ὑπὸ πάντων
ἀίδιον ὑπάρχειν , ὅπερ εἶδός ποτε ἐκείνη ἡ ὕλη γίνεται κοσμουμένη ἐξ αὐτοῦ . εἰ γὰρ μήτε τὸ εἶδός ἐστι
6090963 Σικελικη
δὲ ἐξ ἐνεργῶν , ἀνειμένοι δὲ ἐκ κατεσκληκότων ἐγένοντο , Σικελική τε ὀψοφαγία ἴσχυσεν , ἐξενευρίσθη τὰ στάδια , καὶ
γὰρ οὕτως ὡς ἀδικεῖσθαι σιωπωμένη . τά τε γὰρ ὤνια Σικελική τίς ἐστιν ὀψοποιία καὶ τοὺς θεωμένους ἐπισπᾶται ῥᾳδίως .
6088551 παρηχησις
συνῆκα . συνῆχ ' . κοππατίαν ] ὄνομα ἵππου . παρήχησις τὸ σχῆμα . κοππατίαν ] ἵππον . εἴθ '
τὴν περὶ τὸν ἰχθὺν τὸν μέγαν γινομένην . ἀφραδίῃ : παρήχησις : μωρίᾳ , ἀβουλίᾳ . προφερέστερον : τῶν ἰχθύων
6087689 εὐδοξια
ὑγίεια , ἡδονή , κάλλος , ἰσχύς , πλοῦτος , εὐδοξία , εὐγένεια : καὶ τὰ τούτοις ἐναντία , θάνατος
ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία , τὸ δὲ εὐδοξία , τὸ δὲ εὐπορία . Αἱ τέχναι εἰς τρία
6085451 δεξιοτης
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ '
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει .
6083247 εὐνοιαισι
λῆμα , Πολυφόντου βία , φερέγγυον φρούρημα , προστατηρίας Ἀρτέμιδος εὐνοίαισι σύν τ ' ἄλλοις θεοῖς . λέγ ' ἄλλον
εὐνοίαις τῆς Ἀρτέμιδος καὶ τῶν ἄλλων πολιούχων θεῶν . . εὐνοίαισι ] ἐν ταῖς ἀγάπαις . . ὄλοιθ ' ὃς
6081984 μικροπρεπεια
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ
6075802 Γλαυξ
τῶν χυτρῶν . Τί δὲ χύτρα νὼ ' πωφελήσει ; Γλαῦξ μὲν οὐ πρόσεισι νῷν . Τοῖς δὲ γαμψώνυξι τοισδί
ϲαφῶϲ : ὥϲτε καὶ ἐρυϲιπέλατα θεραπεύει τὰ μὴ ἰϲχυρά . Γλαῦξ ἡ πόα θερμὴ καὶ ὑγρὰ τὴν κρᾶϲίν ἐϲτιν :
6073903 ἀδοξια
συμβαίνῃ . θάνατος δέ γε καὶ ζωή , δόξα καὶ ἀδοξία , πόνος καὶ ἡδονή , πλοῦτος καὶ πενία ,
δὲ πάλιν τῷ μὲν ἐγκωμίῳ ψόγος , τῇ δὲ δόξῃ ἀδοξία . ψόγος μὲν οὖν ἐστιν ὁ τῷ ἐγκωμίῳ ἀντικείμενος
6073576 ὀτλος
τε βαρύτονον καὶ τὸ περισπώμενον : ὀπτὴρ ὁ σκοπός : ὄτλος ὁ μόχθος , ὁ πόνος : ὄτλημα ἡ κακοπραγία
καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ὀτραλέως . . , : ὄτλος : παρὰ τὸ τλῶ , τὸ κακοπαθῶ , ῥηματικὸν
6073508 λατρεια
πράγματος ἐκεῖ μὲν εὐσέβεια καὶ ὁσιότης καὶ θεῶν ἐπιμέλεια καὶ λατρεία θεῶν καὶ θεοσέβειατὸ γὰρ φιλοθεότης βίαιον , ἐνταῦθα δὲ
αἰσίων καὶ ἐπηκόων εὐχῶν καὶ θυσιῶν τελείων , αἷς ἡ λατρεία ἐγίνετο . ἑβδόμην δὲ λέγω καὶ τὴν σὺν ἑξάδι
6069816 εὐμουσια
καὶ ἐνοχλοῦν σῶμά ἐστι , κινεῖ δ ' ἡμᾶς ἡ εὐμουσία ἐνοχλεῖ δ ' ἡ ἀμουσία . ἔτι πᾶν τὸ
καὶ διατρίβουσι περὶ παιδείαν , οὐδὲ αὐτὴ ἡ ἐν λόγοις εὐμουσία καὶ διατριβή , ἀλλ ' ἣν οἱ πολλοὶ ἀκύρως
6069581 εὐσιτον
σιτία οὐκ ἀφανίζει : πρὸς δὲ καὶ ἄδιψόν ἐστι καὶ εὔσιτον . τρίψαντα δ ' ἐν χυλῷ κράμβης πλάσσειν τὰ
, εὔζωνον , εὔρωστον , εὐδίαιτον εὔσημον , εὔπυρον , εὔσιτον , εὔοινον , εὔδουλον εὔβουλον εὐλόγιστον , εὐσύνετον ,
6066106 ἐπιδειξις
αὐτὴν τὴν βουλὴν σαφῶς διεξελθοῦσα . καθόλου γὰρ ἡ σαφὴς ἐπίδειξίς ἐστιν ἰσχυροτέρα . διὸ καὶ ἀπορήσασα ἀντειπεῖν φησιν ἄπελθε
αὐτὴν τὴν βουλὴν σαφῶς διεξελθοῦσα . καθόλου γὰρ ἡ σαφὴς ἐπίδειξίς ἐστιν ἰσχυροτέρα . διὸ καὶ ἀπορήσασα ἀντειπεῖν φησιν ἄπελθε
6063450 ἀττικισμος
ἐπιμέλεια , ἀκρίβεια , σκέψις , περίσκεψις , ἑλληνισμός , ἀττικισμός , πολυγνωμοσύνη , πολύνοια , πολυλογία , εὐγλωττία ,
Φερέκλου κατεσκευάσθησαν αἱ νῆες τῷ Ἀλεξάνδρῳ . * ὁλκαίης : ἀττικισμός τριήρεος , νεώς , πλοίου μακροῦ ἀκάτῳ ἴσος :
6063146 Αἰτια
ταραχὴν οὐδεμίαν οὐδ ' ἔκστασιν ἀφ ' ἑαυτῶν εἰσδεχόμενοι . Αἰτία δὴ οὖν τὸ λοιπὸν γίγνεται τῷ συνθέτῳ τοῦ πάσχειν
καὶ οὐδὲ συνεζευγμένος καὶ διὰ τοῦτο κρίσιμος . υναʹ . Αἰτία συλλήψεως ἡ τῆς μήτρας σύμμετρος θερμασία καὶ ἡ πρόσφατος
6062192 τελεωτατη
τοι πᾶσα μὲν ποίησις ἡ παρ ' ὑμῶν ἀρίστη καὶ τελεωτάτη , καὶ ὅση σεμνότητος καὶ ὅση χαρίτων προέστηκεν .
καὶ δι ' ἧς τὰ τέλη ταῖς ἀρχαῖς συνάψει . τελεωτάτη γὰρ ἡ τοιαύτη ζωὴ καὶ εὐδαιμονία , οὐκέτι διωρισμένως

Back