τρίτη ἐπιφάνεια , τέταρτον στερεόν . . . . , Πίστις γε μὴν καλεῖται [ . ἡ δεκάς ] , | ||
δὲ τὰ τῆς εὐνομίας δηλοῦν , ἅπερ γίγνεται πρότερα . Πίστις μὲν πρώτη ἐγγίγνεται ἐκ τῆς εὐνομίας μεγάλα ὠφελοῦσα τοὺς |
εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , | ||
. πρόδικος προδικεῖν , προδικάσασθαι προδικασία ὡς Ἀντιφῶν . καὶ εὐδικία εὐθυδικία , καὶ αὐτοδικεῖν . καὶ ἐκδικάζεσθαι , καὶ |
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
' ὀλίγα πιπράσκειν καὶ μικρά . κακοτεκνία : τοὐναντίον τῷ εὐτεκνία . σημαίνει τὸ κακοῖς καὶ πονηροῖς χρῆσθαι τέκνοις . | ||
αἱ ἐνέργειαι . κοινῶς δὲ τῶν ἀγαθῶν μικτὰ μέν ἐστιν εὐτεκνία καὶ εὐγηρία , ἁπλοῦν δ ' ἐστὶν ἀγαθὸν ἐπιστήμη |
. Φιλεῖ δὲ καὶ Θεὸς τὸν σοφῶς συζῶντα : ἡ ἀμέλεια κατὰ τὴν θεόπνευστον γραφήν : Ἀνὴρ κατοιόμενος καὶ καταφρονῶν | ||
, ὁ δὲ ἀμελεῖ . ἢ ἔστιν ἄλλως πως γιγνομένη ἀμέλεια ; οὐ γάρ που ὅταν γε ἀδύνατον ᾖ τῶν |
. ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα . | ||
ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ |
ῥεέτω τοὺς ἐμούς . ” Ἡ δὲ ὡς ἤκουσεν , ἐπλήσθη δακρύων , καὶ εἶχεν αὐτῆς ἴδιον κάλλος καὶ τὰ | ||
γυναῖκες ἐγέννησαν τιτᾶνας , ὑφ ' ὧν ὅλη ἡ γῆ ἐπλήσθη αἵματος καὶ ἀδικίας . καὶ νῦν ἰδοὺ βοῶσιν αἱ |
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ | ||
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ |
καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι | ||
δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια |
Κλυταιμήστραν τὴν δολίως βλάπτουσαν καὶ ἐπὶ πολὺν χρόνον τὸν οἶκον ἐποίχεται ἡ δίκη : ἢ ἐπεξῆλθε τὴν δίκην βλαπτομένην ἐκ | ||
τάπερ ] ἀντὶ τοῦ καθάπερ . δολίας . . . ἐποίχεται ] τὴν Κλυταιμήστραν τὴν δολίως βλάπτουσαν καὶ ἐπὶ πολὺν |
καὶ αὗται δοκοῦσιν . Ἀρετὴ μὲν ἡ ἀνδρώδης αὕτη , Σωφροσύνη δὲ ἐκείνη καὶ Δικαιοσύνη ἡ παρ ' αὐτήν . | ||
ἔοικεν , αἰδὼς οὐκ ἀγαθὸν καὶ ἀγαθόν . Φαίνεται . Σωφροσύνη δέ γε ἀγαθόν , εἴπερ ἀγαθοὺς ποιεῖ οἷς ἂν |
ὃ θέλει τὶς , καὶ φθέγγεται . οὕτω Φιλόξενος . Λύπη : παρὰ τὸ λύειν τοὺς ὦπας , ἤγουν τοὺς | ||
. Πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν . Λύπη γὰρ ἀνθρώποισι καὶ τὸ ζῇν κακῶς ὥσπερ πονηρὼ ζωγράφω |
' ] τὸ τούτου πνεῦμα . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε τῆς ζωῆς . ἐνόσφισε ] ἐχώρισε . | ||
. τρίμετρος . τόδ ' ] τὸ τούτου πνεῦμα . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε τῆς ζωῆς . |
σχῆμα τοῦ λόγου . τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα | ||
. Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία : αὐτάρκεια . |
- εντ ' ὀλολυγμὸν ἀνδρὸς θεινομένου , γυναικός τ ' ὀλλυμένας : τί γὰρ κεύθω † φρενὸς θεῖον ἔμπας † | ||
λαοῦ . λαΐδος ὀλλυμένας ] ἤτοι τῆς λείας . λαΐδος ὀλλυμένας ] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . |
ἀποδόμενος τὸν ἀγρόν . συηνία καὶ ὑηνία : ἀμαθία , σκαιότης παρὰ Φερεκράτει . καὶ συηνεῖν Πλάτων ὁ φιλόσοφος τὸ | ||
ἀνισότης , ἀγριότης , δωροδοκία , παραγωγή , ἑτερορρέπεια , σκαιότης , πλάνη . καὶ τὰ ῥήματα ἀδικεῖν , παρανομεῖν |
Υ . Τὰ διὰ τοῦ ΕΝΗ ὑπερδισύλλαβα μονογενῆ βαρύνεται : ὠλένη Ἑλένη Κλυμένη . τὸ δὲ Κλαζομεναί πόλις ὀξύνεται , | ||
γὰρ εὑρεῖν κἀξ ἀμηχάνων πόρον . ἄραρεν ἥδε γ ' ὠλένη δυσεκλύτως . καὶ τήνδε νῦν πόρπασον ἀσφαλῶς , ἵνα |
ταῦτα σύν τε μεγάλωι ἀπέτισαν . βρύει ] ἀνθεῖ . ἄκραντος . . . νύξ ] ἀντὶ αἰώνιος θάνατος . | ||
, εἴ μοι πύθοιτο ταῦτα συμπράξαντά σε λέξειν ἂν ὡς ἄκραντος ἤθληται πόνος ; ἀλλ ' οὗ σὺ χρῄζεις π |
τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ τὰς | ||
ὀμνύναι . μέρος γὰρ οὐ μικρόν ἐστι τῆς εὐσεβείας ἡ εὐορκία . καὶ περὶ μὲν τοῦ πρώτου γένους τῶν κρειττόνων |
φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις | ||
σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα : |
δὲ διεφθάρη . πολλάκις δὲ καὶ οἱ Κιμμέριοι καὶ οἱ Τρῆρες ἐποιήσαντο τὰς τοιαύτας ἐφόδους : τοὺς δὲ Τρῆρας καὶ | ||
τετάρτῳ τῶν γενεαλογιῶν . Τρῆρος , χωρίον Θρᾴκης , καὶ Τρῆρες Θρᾴκιον ἔθνος . λέγεται καὶ τρισυλλάβως παρὰ Καλλίνῳ τῷ |
. ὁ οἶνος φθινήσει ὑπὸ πάχνης : τῶν ξυλικῶν καρπῶν εὐθηνία . τοῖς μικροῖς ζώοις εὔθετον τὸ ἔτος , τοῖς | ||
τοξότῃ οὔσης αὐτῆς , εὐετηρία καὶ πολυομβρία , καὶ σίτου εὐθηνία , καὶ εὐφροσύνη ἐν τοῖς ἀνθρώποις : θρεμμάτων δὲ |
καὶ ἐστεγνωμένοι : καὶ περὶ τὴν γλῶσσαν τραχύτης : καὶ πικρία στόματος : αὐτοί τε τοὺς ὀφθαλμοὺς ταυρηδὸν σχηματίζοντες , | ||
πρὸς θεοὺς τιμῆς . Ὀργή : θυμός : χόλος : πικρία : μῆνις : κότος : ἔρως : ἵμερος : |
ἀλλὰ τῇ μὲν ἠθικῇ ἑνὸς ἑκάστου ἡ διὰ τῶν ἀρετῶν εὐστάθειά τε καὶ εὐταξία σκοπός , τῇ δὲ πολιτικῇ ἡ | ||
ἀληθείᾳ διεξάγειν . Ἐκ τούτων γὰρ κρατίστη χαρὰ καὶ ψυχῆς εὐστάθειά σοι γίνεται , μέγιστε βασιλεῦ , καὶ ἐλπίδες ἐπὶ |
δὲ ὁ τόπος , ὡς τό : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστιν ἡ φρόνησις | ||
. ἀφάδιον : τὸ ἐχθρὸν καὶ ἀπαρέσκον . ἀφέλεια : ἁπλότης ἢ μεγαλεῖόν τι καὶ ἐνδοξότης . ἀφ ' ἑστίας |
τοῦ Ω μεγάλου γράφονται : τὰ μέντοιγε σύνθετα οἷον τὸ ἀπάτωρ , ἀμήτωρ , αὐτοκράτωρ , μονοκράτωρ , σεβαστοκρά - | ||
οὐ πατήρ ἐστιν , ὥστε σύ , ὦ Σώκρατες , ἀπάτωρ εἶ . Καὶ ὁ Κτήσιππος ἐκδεξάμενος , Ὁ δὲ |
, καὶ λοιμικὴ κατάστασις . ἐν τοξότῃ οὔσης αὐτῆς , εὐετηρία καὶ πολυομβρία , καὶ σίτου εὐθηνία , καὶ εὐφροσύνη | ||
Ἐπίδοξα . ἀντὶ τοῦ προσδόκιμα . Εὐεστώ . εὐημερία , εὐετηρία , ἡ καλλίστη τῶν ἐτῶν διαγωγή . Διογενιανὸς ἄνευ |
. γνωριμώταται δὲ τῶν ὁδῶν ἥ τε Ἀππία καὶ ἡ Λατίνη καὶ ἡ Ὀυαλερία , ἡ μὲν τὰ πρὸς θάλατταν | ||
τῇ Σαβίνῃ μέχρι Μαρσῶν , μέση δ ' αὐτῶν ἡ Λατίνη ἡ συμπίπτουσα τῇ Ἀππίᾳ κατὰ Κασιλῖνον , πόλιν διέχουσαν |
εὐφημία . καὶ τιμωρία μὲν ἐλαττουμένη φιλανθρωπίας εὔκλειαν ἤνεγκεν , ἀμοιβὴ δὲ συστελλομένη ψόγον ἀχαριστίας . Φέρε δή , καὶ | ||
προπερισπῶνται : οἷον , ἀρχὴ ἀρχαῖος : πηγὴ πηγαῖος : ἀμοιβὴ ἀμοιβαῖος : σπουδὴ σπουδαῖος : τροπὴ τροπαῖος : εὐνὴ |
γάρ ἐστιν ὁ μαλθακευόμενος ἐν ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ βλακεία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . συντεταγμένως : Σπουδαίως | ||
στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ ῥύπος γίνεται |
τοὺς πάντας δέχεσθαι . παννύχιον : ὅλην τὴν νύκτα . πανομφαίῳ : ᾧ πᾶσα φήμη καὶ μαντεία ἀναφαίνεται . πανόπτος | ||
: πὰρ δὲ Διὸς βωμῷ περικαλλέϊ κάββαλε νεβρόν , ἔνθα πανομφαίῳ Ζηνὶ ῥέζεσκον Ἀχαιοί . οἳ δ ' ὡς οὖν |
συνίζησις , ὡς . . . ” ᾔθεοι “ . ἡρῷναι τρισυλλάβως τοῦ ι προσγεγραμμένου : τὸ ἐντελὲς δὲ ” | ||
νενευκυῖα . ※ . ἡρῷναί ] ἡρωΐδες . τὸ ” ἡρῷναι “ ἀττική ἐστι συναίρεσις , ὡς τὸ ” ἠίθεοι |
τῶι Πανδίονος . σὺ δ ' , ὥσπερ εἰκός , κατθανῆι κακὸς κακῶς , Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνωι πεπληγμένος , | ||
ἔα . καὶ σὺ τῶνδ ' ἔξω κομίζου τειχέων ἢ κατθανῆι . πρὸς τίνος ; τίς ὧδ ' ἄτρωτος ὅστις |
, κατήγορος , πανηγυρικός , ἐγκωμιαστικός , ψεκτικός . συμβουλή συμβουλία , νομοθεσία , δημαγωγία , πρεσβεία πρέσβευσις , δίκη | ||
καὶ μαθεῖν ὃ μὴ νοεῖς . Σοφία σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία . Στρέφει δὲ πάντα τἀν βίῳ μικρὰ τύχη . |
, ὀρεινῆς . τάτ ' : ἅτινα , ἰωνικῶς . Τερπωλή : χαρὰ , εὐφροσύνη . ἠέ : ἰωνικόν . | ||
Εἰσδῦναι : εἰσελθεῖν . εἰσορόωντας : εἰς αὐτὸν βλέποντας . Τερπωλή : τέρψις . ἀπειρήτοισιν : ἀπείροις , ἀνοήτοις . |
ἀγλαόκαρπος ἁλὸς σχεδόν ἐστιν ἐλαίη , γείτοσιν ἐν γουνοῖσιν ἐπακταίη τεθαλυῖα , κεῖθι δὲ πουλύποδος νόος ἕλκεται , ἠΰτ ' | ||
αἰνοῦ ὄμβρος ἐπιβρίσας , ἣ δ ' ἀλθομένη ἀνέμοισι μειδιάᾳ τεθαλυῖα πολυκμήτῳ ἐν ἀλωῇ : ὣς ἄρα τειρομένοιο Φιλοκτήταο πάροιθε |
ταῖς Ἡροδότου καθυστερούσαις τῶν χρόνων Εὐριπίδου ; σταθμός ] στρατιωτικὴ κατάλυσις . σταθμὸς καὶ αἱ καταλύσεις καὶ τὰ καταγώγια τῶν | ||
ἀλλ ' ἀπαλλαγάς . τίς οὖν ἡ βεβαία τοῦ πολέμου κατάλυσις ἔσται καὶ τί παρασχόντες εἰς τὰ πράγματα ἑκάτεροι νῦν |
μὲν ἐς πόδας δώδεκα , ἐκομίσθη δὲ ἐκ τῆς Φιγαλέων συντέλεια ἐς κόσμον τῇ Μεγάλῃ πόλει . τὸ δὲ χωρίον | ||
καὶ τοῦ μηδενὸς ὡς εἰπεῖν ἀξία ἡ παρὰ τούτων αὕτη συντέλεια καὶ σπουδὴ οὐδεὶς ἀγνοεῖ . πλὴν ἔστω γ ' |
ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων | ||
. ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ |
φόβοις ἤ τισιν ἄλλοις κακοῖς πιεσθέντας εὐμένεια καὶ συνήθεια καὶ δεξιότης φίλων πολλάκις ἐθεράπευσεν , οὕτως οὐ πολλάκις ἀλλ ' | ||
γλώσσης ἀποπέμψομεν εἰς μέγαν αἶνον τοῦδ ' ἐπὶ συμποσίου : δεξιότης τε λόγου Φαίακος Μουσῶν ἐρέτας ἐπὶ σέλματα πέμπει . |
. . εὐανθὴς γλῶσσα ἡ ἄκρως ἠττικισμένη ὁμιλία καὶ πολλῶν γέμουσα χαρίτων καὶ μουσικῶν ἀπηχημάτων ἀπόζουσα . , . . | ||
ὁ ὄρχις ὠφελεῖ , φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα |
εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , | ||
, ἀηδόνων , τῶν ἄλλων ὅσα φύσις μεμούσωκε , λογικῶν εὐφωνία , κιθαρῳδῶν κωμῳδίαν τραγῳδίαν τὴν ἄλλην ὑποκριτικὴν ἐπιδεικνυμένων . |
ἐβασίλευσαν μέχρι Σαρδαναπάλλου : ἐπὶ τούτου γὰρ ἡ τῶν Ἀσσυρίων ἡγεμονία μετέπεσεν εἰς Μήδους , ἔτη διαμείνασα πλείω τῶν χιλίων | ||
τοῦτ ' ἔστι πρὸς σὲ τὸν μάγειρον ; τῆς τέχνης ἡγεμονία τίς ἐστιν αὐτῆς , ὦ πάτερ , τὸ τῶν |
ἐστι φρόνησις ἀπηλλαγμένη πανουργίας καὶ οἷον ἁπλῆ τις οὖσα , μωρία δὲ ἐρημία φρενῶν . λαμβάνεται δὲ πολλάκις καὶ ἡ | ||
οἱ ἐξ αὐτοῦ γεννώμενοι γνωρίζουσι τὸν πατέρα . τι - μωρία μὲν δὴ καὶ τοῖς ἀλόγοις ἐπ ' ἀνδροφονίᾳ παρὰ |
σαπροῦ καὶ μὴ συναρέσκοντος . Σοφοκλῆς Ποιμέσιν . ἔστι δὲ ψόθος τὸ πλῆρες τοῦ ἀποκομματικοῦ λεξιδίου . ψόθον γὰρ καλοῦσιν | ||
ο μικροῦ γράφονται : νόθος : πόθος : ῥόθος : ψόθος ὁ ψόφος : μόθος : Κόθος ὄνομα κύριον : |
' ἀπειλήν . ʃ τρία εἴδη ὀλιγωρίας , καταφρόνησις , ἐπηρεασμὸς καὶ ὕβρις . τούτων γὰρ καταφρονεῖ τις , ἃ | ||
, μᾶλλον δὲ καὶ συνέδριον . ὢ τάλας ἐγώ , ἐπηρεασμὸς τὸ κακὸν εἶναί μοι δοκεῖ . οὐ τοῦ τυχόντος |
ἡσυχία , πλουσίων ἐπιτήδευμα , [ πενήτων ἀδολεσχία ] , καθημερινὴ μελέτη . Αἰώνιος ὕπνος , ἀνάλυσις σώματος , ταλαιπωρούντων | ||
] μείζονα χρημάτων αὐτοῖς εὐπορίαν ὑποτίθεται : ὁ γὰρ μισθὸς καθημερινὴ δόσις ἐστὶ χρημάτων , τὰ δὲ θεωρικὰ ταῖς ἱερομηνίαις |
προσφίλεια ] ἀγάπη . προσφίλεια ] κατ ' εἰρωνείαν . προσφίλεια ] σχέσις , οἰκείωσις . θ προσφίλεια ] ἤγουν | ||
. προσφίλεια ] οἰκείωσις : ἀπὸ τοῦ προσφιλὴς προσφίλεια . προσφίλεια ] ἡ φιλία , ἡ οἰκείωσις . προσφίλεια ] |
αὕτη δέ ἐστιν [ ἡ ] διὰ τοῦ θερμανθῆναι καὶ ὑγρανθῆναι τὸ σῶμα . ξηραίνουσι γὰρ οἱ κόποι . Λοιπόν | ||
ὑπὲρ ἁπάντων ἑξῆς . τὸ μὲν οὖν ὑπὸ ξηρότητος σκληρυνθὲν ὑγρανθῆναι δεῖται , τὸ δ ' ὑπὸ πήξεως θερμανθῆναι , |
πάντα καὶ παραμείξαντες ὕδωρ ὑποκαίουσι τὰ ὀστέα . Τὰ δὲ αἴθεται κάλλιστα , αἱ δὲ γαστέρες χωρέουσι εὐπετέως τὰ κρέα | ||
πινόεντα οἰϲύπῳ . χρέοϲ ὦν ἐμψύξιοϲ , οὕνεκα τῷ αἵματι αἴθεται τὸ ἧπαρ : θερμὸν γὰρ τὸ αἷμα . τοιάδε |
ἐμμελοῦς παρυπομνήσεως . Παρὰ Φρόντωνος τὸ ἐπιστῆσαι οἵα ἡ τυραννικὴ βασκανία καὶ ποικιλία καὶ ὑπόκρισις , καὶ ὅτι ὡς ἐπίπαν | ||
τὸ μηδὲ τυχεῖν ἂν ὅλως ἐξεῖναι . κἀντεῦθεν τοῖς μὲν βασκανία τις πρὸς ἐκείνους ἔσται καὶ φθόνος καὶ δυσμεναίνειν ἀεὶ |
Οἷς μὲν δίδωσιν , οἷς δ ' ἀφαιρεῖται τύχη . Ὀργὴ δὲ πολλὰ δρᾶν ἀναγκάζει κακά . Ὁ μηδὲν εἰδὼς | ||
αὐτοῦ . καὶ νῦν ἐγὼ λέγω ὑμῖν υἱοῖς ἀνθρώπων , Ὀργὴ μεγάλη καθ ' ὑμῶν , καὶ κατὰ τῶν υἱῶν |
τ . Μολοτός ὁ τόπος . τὸ κτητικὸν Μολοττικός . Μολυβδίνη , πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Μολυκρία , | ||
πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος μετὰ δὲ Σίξος πόλις . . Μολυβδίνη : πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Σικάνη |
ὁ θάνατός τινα ] # ἕξει καὶ ? [ παντελὴς ἀναισθησία ] ? [ εὐθὺς γενήσεται ] # , ἢ | ||
ὁμολογοῦμεν : οὐ γὰρ ἐν τῷ χρώματι ἡ τοῦ τυφλοῦ ἀναισθησία , οὐδὲ γὰρ ἡ τυφλότης , ἀλλ ' ἐν |
θυμῷ πολλάκι μὲν πληγέντος ὑπ ' ἀγκίστροιο δαφοινοῦ ἄλλος ἐπαΐξας πρόμαχος σκάρος ἰχθὺς ὀδοῦσιν ὁρμιὴν ἀπέκερσε καὶ ἐξεσάωσεν ἑταῖρον καὶ | ||
ὅτι δικαίως προμάχεται τῆς πόλεως . πόλεως ] συνίζησις . πρόμαχος ] βοηθός . ὄρνυται ] διεγείρεται . ὄρνυται ] |
] ἀνεγείρεται . καχλάζει ] βοᾷ . μεταξὺ δ ' ἀλκά : μεταξὺ δὲ ἡμῶν δι ' ὀλίγου ἐστὶν ἡ | ||
. τελέθοντος ] ὑπάρχοντος ἐκείνου . οὔτις ] ἐστί . ἀλκά ] βοήθεια , ἤγουν οὐδεὶς τοῖς τοιούτοις βοηθεῖ . |
: καί : Μωρότερος Μορύχου : ἐπὶ τῶν εὐηθῶν καὶ ἀλογίστων . Ναῦς παλαιὰ πόντῳ οὐχὶ πλωΐμη : ἐπὶ τῶν | ||
, ἡ τοῦ πράγματος ἀπόβασις αὐτῷ συμβαίνει . ὅπερ τῶν ἀλογίστων ἐστὶν ἀνάγκης μεγίστης χωρὶς μετὰ ζημίας νίκην κτᾶσθαι , |
δῷσι παλίντιτα ἔργα γενέσθαι : νήποινοί κεν ἔπειτα δόμων ἔντοσθεν ὄλοισθε . ” ὣς φάτο Τηλέμαχος , τῷ δ ' | ||
τλάμων ἔπαθον μεγάλων ἄξι ' ὀδυρμῶν . ὦ κατάρατοι παῖδες ὄλοισθε στυγερᾶς ματρὸς σὺν πατρί , καὶ πᾶς δόμος ἔρροι |
τύμβος Ἀχιλλέος : οἳ δ ' ἀνὰ θυμὸν καί περ ἰαινόμενοι κταμένων μνησθέντες ἑταίρων ἀργαλέως ἀκάχοντο καὶ ἀλλοδαπῶν ἐπὶ γαῖαν | ||
τεκέων τροφός , οὐκέτι κώρα . Ὣς οἳ μὲν χλοεροῖσιν ἰαινόμενοι μελέεσσιν ἀλλήλοις ψιθύριζον . ἀνίστατο φώριος εὐνή . χἢ |
μὲν γὰρ τὸ ὄνομα , κέχρηται δὲ αὐτῷ Ἀριστοφάνης . ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης . Ἀριστοφάνης δὲ μελῳδὸς καὶ | ||
τὸ ἀχειρούργητον , δυσχείρωτα δὲ Δημοσθένης , ἐγχειρίθετον Ἡρόδοτος , ἐγχειρητὴς δὲ καὶ ἐγχείρησις Ἀριστοφάνης , ἐπιχειρηταὶ δὲ Θουκυδίδης , |
: καὶ ἰδὼν αὐτὸν ὁ θάνατος προσεκύνησεν αὐτὸν λέγων : Χαίροις , τίμιε Ἁβραὰμ , δικαία ψυχὴ , φίλε γνήσιε | ||
, ὡς μηδὲ ἐκείνου δυνηθέντος τηρῆσαι τὴν ἑαυτοῦ γνώμην . Χαίροις Ὑψιπύλη φίλη : τοὺς ἐμοὺς κορύμβους πλέκω : οὔ |
δὲ εἰς Ὄλυμπον παραγεγονέναι : αἱ γὰρ κορυφαὶ τοῦ Ὀλύμπου ἐπουράνιοι . . . . Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι : ἡ | ||
, πολυάργυρον , πολυτάλαντον . θεοὶ ὑπερουράνιοι , ἐνουράνιοι , ἐπουράνιοι , ἐναιθέριοι , ἐναέριοι : ἐπίγειοι , οἱ αὐτοὶ |
ἀλλοτρίοις κακοῖς : ἀσμενισμὸς δέ , ἡδονὴ ἐπὶ ἀπροσδοκήτοις : γοητεία δέ , ἡδονὴ δι ' ὄψεως κατ ' ἀπάτην | ||
. . . γόης : Ἀττικώτερον τοῦ μάγος . καὶ γοητεία . γάργαλος : ὁ ἐρεθισμός . καὶ γαργαλισμός . |
δὲ περὶ τοῦ γλαφυροῦ χαρακτῆρος λέξομεν . Ὁ γλαφυρὸς λόγος χαριεντισμός ἐστι καὶ λόγος ἱλαρός . τῶν δὲ χαρίτων αἱ | ||
τραπόμενος τροπὰς τοῦ Εὐρίπου . . ἔστι δὲ τὸ κῶλον χαριεντισμός . ἐπαινοῦσι δὲ τοῦτο τὸ κῶλον οἱ κριτικοὶ λέγοντες |
πόδας ἐπιθυμίας , ἡδίστην ἂν σχοίη τὴν μέριμναν , οἱονεὶ ἀμέριμνος λοιπόν ἐστιν . τὰ δ ' εἰς ἐνιαυτόν : | ||
σάλην , ἣ σημαίνει τὴν φροντίδα . ἀσαλής : ὁ ἀμέριμνος . οὕτως Ἡρωδιανὸς καὶ Ἀπολλόδωρος . καὶ γὰρ ἀσαλέαν |
δῆτ ' ἂν ἥδιστ ' αὐτὸν ἐπεγείραιμι ; πῶς ; Φειδιππίδη , Φειδιππίδιον . τί , ὦ πάτερ ; κύσον | ||
ἀδίκους . νικᾶν ] τοὺς δικαίους . σκέψαι ] ὦ Φειδιππίδη . ὡς ] ὅτι , πῶς . δειλὸν ποιεῖ |
πανώλεθρον ] παντελῶς ἠφανισμένη . πανώλεθρον ] παντελῶς ὀλεθρευθεῖσαν . ἐκθαμνίσητε : δίκην θάμνου ἐκριζώσητε . θάμνος γάρ ἐστιν εἶδος | ||
πολὺ πῦρ ἐξικμάζον τὴν συνεκτικὴν τῶν λεπτῶν θάμνων ὑγρότητα . ἐκθαμνίσητε ] ἐκριζώσητε . Ξ ἐκθαμνίσητε ] ἐκσπάσητε . θ |
πνευμάτων τάδε . Ἀνατέλλων ὁ ἥλιος καυματίας κἂν μὴ ἀποστίλβῃ ἀνεμῶδες τὸ σημεῖον : καὶ ἐὰν κοῖλος φαίνηται ὁ ἥλιος | ||
, ἵνα μὴ ὑπ ' ὄμβρων φθαρῶσι . τὸ φθινόπωρον ἀνεμῶδες καὶ ὑγιεινόν . ἡ ἄμπελος εὐφορήσει . ἐπιτήδειον τὸ |
τόν τε Πέρσην ἐς ἐλπίδα μειζόνων πραγμάτων ἐτύφωσε τηλικούτων ἔργων εὐπραγία . ὡς δὲ ταῦτα τῷ Ἀλεξάνδρῳ ἐδηλώθη χαλεπῶς νοσοῦντι | ||
καὶ ἐρώντων ἡδονὴ καὶ ὅλως ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ γιγνομένῳ εὐπραγία . γῆν ὅτε ἂν καταλίπῃ τύχη , τότε καὶ |
, οἰκονομία . οὐ δόλον ] οὐκ ἔστι δολερά . κλαυμάτων ] θρήνων , δακρύων . ἐπίσσυτοι ] αἱ ἐπερχόμεναι | ||
οὗτος γὰρ ἔπεμψε ταύτην αὐτοῖς . νυμφόκλαυτος ] νύμφη λέγω κλαυμάτων καὶ φθορᾶς αἰτία . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ . ὡραῖον |
κρέας αὐτίκα πέμψον . πεμψῶ , ναὶ τὸν Πᾶνα . φριμάσσεο , πᾶσα τραγίσκων νῦν ἀγέλα : κἠγὼν γὰρ ἴδ | ||
ἵππων : κατὰ ὀνοματοποιΐαν δὲ τοῦτο ἀπὸ τοῦ ἤχου . φριμάσσεο : ἐπὶ τῶν ἵππων τὸ φριμάσσεσθαι : νῦν δὲ |
τὸ δὲ τῷ κόλπῳ προστίθεται . ἔξωθεν δ ' ἐπιτιθέμενα συλλαμβάνεται τῇ ὠφελείᾳ τὰ στύφοντα καὶ τὰ διὰ φοινίκων καὶ | ||
πρὸς τὸ κακὸν ἢ πρὸς τὸ καλόν . συνάπτεται ] συλλαμβάνεται . ἔοικε ] φαίνεται . πηγὴ ] † ἀρχὴ |
τριγενῆ μὴ ἐθνικὰ προπαροξύνεται , εἰ ἀπὸ βραχείας ἄρχοιτο : βρότειος τέλειος φλόγειος λύκειος βόειος . τὸ δὲ Ἐπειός κύριον | ||
ἀφεγγής ] ἀθέατος θεόσσυτος ] ἐκ θεοῦ ὁρμηθεῖσα ἤγουν θεία βρότειος ] ἀνθρωπίνη κεκραμένη ] μεμιγμένη ἤγουν ἡρωϊκή ἵκετο ] |
ταύτην εἶναι φύσιν αὐτῶν . κἀγὼ οὖν , φησὶν , ὑμνῶ ταῦτα ἅπερ αἱ Μοῦσαι . ἐὰν οὖν σοι δοκῇ | ||
. καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν : καὶ τὴν Μήδειαν ὑμνῶ τὴν παρὰ γνώμην τοῦ πατρὸς αὐτῆς γαμηθεῖσαν : ἐγαμήθη |
ἧκε βίην : μάλα γάρ οἱ ἀμύνειν ἤθελε θυμὸς Τρωσὶν ἐυπτολέμοισι καὶ Ἕκτορος οἰχομένοιο . Ἔνθ ' ἄρα Μηριόνης στυγερὸν | ||
ἄλκαρ , ἀτὰρ μέγα Τρώεσι πῆμα : τοὔνεκ ' ἀριστήεσσιν ἐυπτολέμοισι μετηύδα : Μηκέτι νῦν δόλον ἄλλον ἐνὶ φρεσὶ μητιάασθε |
, ἔξοιδα , πολλὴ τοῦδε τοῦ φορήματος : ὅμως δὲ τλῆθι : τοῖσι γενναίοισί τοι τό τ ' αἰσχρὸν ἐχθρὸν | ||
; πρῶτον μὲν οὖν μοι δεῦρ ' ἐπίστρεψον κάρα καὶ τλῆθι τοὺς σοὺς προσβλέπειν ἐναντίον ἐχθρούς : κρατῆι γὰρ νῦν |
γε ὑπεναντία ἑνὶ πράγματι πῶς ἂν εἴη ; Οὐδαμῶς . Ἀφροσύνη ἄρα καὶ μανία κινδυνεύει ταὐτὸν εἶναι . Φαίνεται . | ||
κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι πότμῳ . Ἀφροσύνη καὶ σκόμβρον ἕλεν καὶ πίονα θύννον καὶ ῥαφίδας καὶ |
? Ἴωνας . καὶ ἔστι παρὰ μὲν τὸ κατοικεῖν ἡ κατοίκησις , παρὰ δὲ τὸ κατοικίζειν ἡ κατοίκισις . λίβανος | ||
μὲν γάρ ἐστιν ἡ ὑφ ' ἑτέρων γινομένη ἵδρυσις : κατοίκησις δὲ ὅταν αὐτοί τινες οἰκήσωσι τόπον ἢ πόλιν τινὰ |
, ἴδριες οὐδέν : ἁ δέ οἱ φίλα δάμαρ τάλαιναν δυστάλαινα καρδίαν πάγκλαυτος αἰὲν ὤλλυτο : νῦν δ ' Ἄρης | ||
τε καὶ μαθεῖν , τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα . Ὦ δυστάλαινα , πρὸς τίνος ποτ ' αἰτίας ; Αὐτὴ πρὸς |
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ | ||
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις |
καὶ πλεονασμῷ τοῦ θ ἄκυθος . ἢ παρὰ τὸ † κωκυτός καὶ ἄκυτος , ὡς λύω λυτός καὶ ἄλυτος καὶ | ||
Ὠκυτός : ὀξυτός : φορυτός : ἀρυτός : Βηρυτός : κωκυτός : κορδυτός : ὠρυτός : Κολλυτός : τὸ ἄλοιτος |
εὐγένεια , εὐλάβεια , εὐγλωττία , εὐφημία , εὐσέβεια , εὐμένεια , εὐμουσία , εὐτέλεια , εὐερμία , εὐκολία , | ||
ἕξις κάτω κατεσταλμένας τὰς κόρας ἔχουσα ] . Εὔνοια : εὐμένεια : ἀσπασμός : ἀγάπησις . αʹ Εὔνοια μὲν οὖν |
, καθὼς καὶ γεγεννημέναι εἰσίν . ἐκ τῆς Πίστεως γεννᾶται Ἐγκράτεια , ἐκ τῆς Ἐγκρατείας Ἁπλότης , ἐκ τῆς Ἁπλότητος | ||
τὰ δεινὰ καὶ ἐμπειρία πολέμου : ἕξις ἐμμενητικὴ νόμου . Ἐγκράτεια δύναμις ὑπομενητικὴ λύπης : ἀκολούθησις τῷ ὀρθῷ λογισμῷ : |
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ | ||
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις |
τις καὶ ἐνταῦθα σοφία : γλώττῃ μὲν οὐ πεποικιλμένη οὐδὲ καλλωπιζομένη λόγων δυνάμει , σιγῶσα δὲ εὖ μάλα καὶ δι | ||
. . Τοῦτον Ἐφύρα μὲν ἤνεγκε , πόλις οὐ μόνον καλλωπιζομένη μύθοις πρὸς τὸ θαυμάζεσθαι , οἷα τῶν Ἑλληνίδων αἱ |
εἰς οὐσίαν ἐκ τῶν μετὰ τοῦ πέρατος ἀπειργασμένων μέτρων . Ἔμαθον . Ἀλλὰ δὴ πρὸς τρισὶ τέταρτόν τι τότε ἔφαμεν | ||
πολὺ σοῦ ἀξιοπιστότερός ἐστιν . Σχολαστικὸς σχολαστικῷ συναντήσας εἶπεν : Ἔμαθον , ὅτι ἀπέθανες . κἀκεῖνος : Ἀλλ ' ὁρᾷς |
κενῆς . νοῦν ἔχεις , Νικήρατε . Ἀνδροκλῆς ἔτη τοσαῦτα ζῆι , τρέχει , πηδᾶι , πολὺ πράττεται : μέλας | ||
Φθίαν , δοκεῖ μοι ξυγγενοῦς μαθεῖν περὶ γυναικός , εἰ ζῆι κεὐτυχοῦσα τυγχάνει ἡ Σπαρτιᾶτις Ἑρμιόνη : τηλουρὰ γὰρ ναίους |
τῷ ψεύδει χρῶ ὡς φαρμάκῳ . καιρὸς τῶν λόγων σου προηγείσθω . λέγε ὅτε σιγᾶν οὐ καθήκει . περὶ ὧν | ||
ἐστὶν ἀσφαλής . ἐπαγέτω τὸ δεξιὸν κέρας : Ἀντὶ τοῦ προηγείσθω τὸ δεξιὸν μέρος . ὡς ἐπὶ πολέμου δὲ τοῦτό |
λαβεῖν ἑκατὸν Βαβυλῶνας ἐπὶ τῷ μὴ Ζώπυρον ἔχειν ὁλόκληρον . Κρεῖσσον ὀλίγον φωτίζεσθαι , ἢ παντελῶς σκοτίζεσθαι . Κριτὴς κάκιστος | ||
διδόναι τοὺς ἀδικοῦντας , ἐλεεῖσθαι δὲ τοὺς ἀδίκως κινδυνεύοντας . Κρεῖσσον δὲ χρὴ γίγνεσθαι ἀεὶ τὸ ὑμέτερον δυνάμενον ἐμὲ δικαίως |
] λιθόδμητον ? ? ? ? δηιάλωτος δοριάλωτος σιδηροπέρσης ? δορίκτητος ? ? ? ? δοριπετής ? ? ξενοδάικτος ? | ||
ὤμοι πατέρων χθονός θ ' , ἃ καπνῶι κατερείπεται τυφομένα δορίκτητος Ἀργεΐων : ἐγὼ δ ' ἐν ξείναι χθονὶ δὴ |
ἀγχονῶν , δεσμῶν . βρέτας : εἴδωλον . βροτοσσόων : βροτείων λόγων . γεγῶσα : γεγονυῖα . γῆρυν : φωνήν | ||
[ Θεοῦ μὲν οὐδεὶς ἐκτὸς εὐτυχεῖ βροτός . Φεῦ τῶν βροτείων ὡς ἀνώμαλοι τύχαι : οἱ μὲν γὰρ εὖ πράσσουσι |
ἔργον τε ἔπος τε , ὥς κε καὶ αὖθις Ἀχαιοὶ ἀναπνεύσωσι πόνοιο . ἥρωας καλεῖ , καὶ οὐ μόνον τοὺς | ||
ἔργον τε ἔπος τε , ὥς κε καὶ αὖτις Ἀχαιοὶ ἀναπνεύσωσι πόνοιο . Ὣς ἔφατ ' , οὐδ ' ἄρα |
. ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου φάγρος . ἡ γὰρ ἀκόνη κατὰ Κρῆτας φάγρος , ὥς φησι Σιμίας . χάνναι | ||
. ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , τοῦτό μοι ἡ ἀκόνη ἡ παροξύνουσα καὶ παρορμῶσα . δόξαν ἔχω ἕως ἔτικτεν |
καὶ ἐνοχλοῦν σῶμά ἐστι , κινεῖ δ ' ἡμᾶς ἡ εὐμουσία ἐνοχλεῖ δ ' ἡ ἀμουσία . ἔτι πᾶν τὸ | ||
καὶ διατρίβουσι περὶ παιδείαν , οὐδὲ αὐτὴ ἡ ἐν λόγοις εὐμουσία καὶ διατριβή , ἀλλ ' ἣν οἱ πολλοὶ ἀκύρως |
καὶ σοῦ γενείου δεξιᾶς τ ' εὐδαίμονος . τί χρῆμα μαστεύουσα ; μῶν ἐλεύθερον αἰῶνα θέσθαι ; ῥάιδιον γάρ ἐστί | ||
μῆτερ ἀθανάτων τε θεῶν ἠδὲ θνητῶν ἀνθρώπων , ἥ ποτε μαστεύουσα πολυπλάγκτωι ἐν ἀνίηι νηστείαν κατέπαυσας Ἐλευσῖνος γυάλοισιν ἦλθές τ |
τὰ μέγιστα . προωιδὸς κώλων ηʹ . ἡμέτερον + νῦν καταστροφαί : τὰ τοιαῦτα εἴδη τῶν χορῶν καλεῖται προωιδικά , | ||
. τὰ μέγιστα . . . ἡμέτερον : † νῦν καταστροφαί : τὰ τοιαῦτα εἴδη τῶν χορῶν καλεῖται προῳδικά , |
: Ποσειδέων γὰρ ἦν καὶ Ποσειδάων , ὡς Ἀλκμέων καὶ Ἀλκμάων : καὶ περισπασθὲν ἐφύλαξε τῶν παρωνύμων τὴν κλίσιν . | ||
. κἠπὶ τᾶι μύλαι δρυφήται κἠπὶ ταῖς συναικλίαις , αἶκλον Ἀλκμάων ἁρμόξατο . ἤδη παρεξεῖ πυάνιόν τε πολτὸν χίδρον τε |
καὶ μαστίχης γράμματα στ . καὶ μαλάσσει τὴν κοιλίαν . Μέλιτος ξστα ἤτοι ξέστ . α . οἴνου ξεε ἤτοι | ||
, Ἀέρα , Νεφέλας καὶ τὰ τοιαῦτα . Ἄνυτος καὶ Μέλιτος . . . ⌈ δράμα [ δράματα ] . |
καὶ ὑποστατικὰ τῶν δεινῶν : τῶ δ ' ἐπιθυματικῶ ἁ σωφροσύνα : μετριότας γάρ ἐντι καὶ κατοχὰ ποθ ' ἁδονὰν | ||
ἀφείης ἱμέρωι χρίσας ' ἄφυκτον οἰστόν . στέργοι δέ με σωφροσύνα , δώρημα κάλλιστον θεῶν : μηδέ ποτ ' ἀμφιλόγους |
παρὰ τὸ αἴρω , τὸ ἐπαίρω . . . . ἁρματροχιά : ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ τροχοῦ . | ||
παρὰ τὸ αἴρω , τὸ ἐπαίρω . . . . ἁρματροχιά : ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ τροχοῦ . |