ἀνδράσιν . ὅθεν καὶ συνωρίς . ὠτειλήν τὴν ἐκ χειρὸς τρῶσιν καὶ τὴν ὁπωσοῦν περιπτώσεως οὐλήν : “ ὠτειλὴν Ὀδυσσῆος
λέγει , διότι τὴν περὶ τοῦ Ἰξίονος δυστυχίαν διῄει . τρῶσιν . δαψιλές . ἤτοι μεταγενέστερος Ἀρχιλόχου . ἐν ἀπορίᾳ
6988487 εἰλημα
. Κεφ . ρεʹ . Ἀρχὴ κατὰ πλευρᾶς . τὸ εἴλημα λοξῶς κατὰ στέρνον ἐπὶ ἀκρώμιον , εἶτ ' ἐγκάρσιον
τῷ ἐπιδεσμένῳ τὴν ἀρχὴν τάξαντες κατὰ τῆς ἀπαθοῦς μασχάλης τὸ εἴλημα ἄγομεν λοξῶς κατὰ νώτου : ἔπειτα δὲ παρ '
6796260 πρωραν
τὸ ἱστίον , μέσουροι λέγονται , οἱ δὲ ἑλκόμενοι εἰς πρώραν καὶ πρύμναν ἐξ ἑκατέρου μέρους τοῦ ἱστοῦ πρότονοι ,
ἀκάτιον , ἤτοι ἀμφοτέρωθεν ὑπὸ ἑνὸς ἐρεττόμενον , ἤτοι μήτε πρώραν μήτε πρύμναν ἔχον ἀνηγμένην , ἀλλὰ στρογγύλον καὶ περιφερὲς
6663740 συζευξιν
' ὄρθια εἴτε πλάγια , ἢ κατ ' ἐπαγωγὴν ἤτοι σύζευξιν : ἔστι δὲ κατ ' ἐπαγωγὴν μέν , ὅτ
ἑτερομηκῶν , ἐναντιωτάτης περ ὄντων φύσεως , ἐναρμόνιον καὶ συμφυεστάτην σύζευξιν , ἐκθετέον στιχηδὸν καὶ παραλλήλως ἑκατέρους ἀπὸ τῆς οἰκείας
6623054 συναγχην
δὲ καὶ καταπλασθεῖσα ἐπὶ σπληνὸς τοῦτο ὑπεκτήκει . [ Πρὸς συνάγχην καὶ πόνον τραχήλου . ] Λεύκη ξηρὰ μέλιτι λειωθεῖσα
, ὁμοίως δὲ καὶ τὴν ἔνδοθεν φλεγμονὴν τοῦ φάρυγγος ἐκάλουν συνάγχην , τὴν δ ' ἐκτὸς παρασυνάγχην . τούτων οὕτως
6542953 συμφυσιν
γονίμως κρατηθῆναι μήτι γε ψυχῆς ἔξωθεν τῇ εἰσκρίσει ἑαυτῆς τὴν σύμφυσιν ἀπεργασαμένηςκἀνταῦθα πολὺς ὁ Νουμήνιος καὶ οἱ τὰς Πυθαγόρου ὑπονοίας
διαφύσεις τῶν ῥιζῶν ἑαυτῷ προσλαμβανόμενον τοῖς ἰδίοις ἀραιώμασιν τὴν ἔξωθεν σύμφυσιν . ἐπὶ τούτων πολλὴ καὶ βαθεῖα κατακέχυται γῆ καὶ
6538569 ζημιωσῃ
ἂν στρατηγῷ φάλαγγα πρόηται , δημοσίᾳ πάντας ἠδίκησεν , ἂν ζημιώσῃ τὴν πόλιν , ἂν ἀπολέσῃ τεῖχος ἢ φρούριον ,
ἐπειδὴ οὐκ οἴονται τῶν λεγόντων οὔτε τὸν ἐλέγχοντα ἐλέγχειν ἵνα ζημιώσῃ οὔτε τὸν ἀπειλοῦντα ἀπειλεῖν ἵνα κακόν τι ποιήσῃ ,
6537507 τυπτοι
μᾶλλον τῆς περὶ τὸ κύτος κινήσεως ὁπότε τὴν τοῦ βαρυτέρου τύπτοι ἤχου προετικήν . Εἰς πᾶν γὰρ ὃ βαρὺς φθόγγος
πρός τι : τὸ γὰρ ἆρα ᾗ μὴ ἔχει χειρὶ τύπτοι ἄν τις ; ἐρωτᾶν ἐστιν εἰ ποιήσειέ τι μετὰ
6513956 ὁμοχρουϲ
οὖν μεταξὺ δέρματοϲ καὶ περικρανίου ὑμένοϲ παρέπεται ὄγκοϲ εὐαφήϲ , ὁμόχρουϲ , ἀναλγήϲ , εἰϲ ὕψοϲ κεκυρτωμένοϲ , δι '
, φηϲί , τὰϲ λεύκαϲ ἐλλεβόρῳ λευκῷ , ἕωϲ ϲυνιδρώϲαϲαι ὁμόχρουϲ γένωνται τῷ ἄλλῳ ϲώματι , κατάχριε Ϲινωπίδι ἢ Μηλιάδι
6506669 ἀφαιρεϲιν
, εἰ μήτι γε πολύαιμοϲ εἴη καὶ χάριν προφυλακῆϲ τὴν ἀφαίρεϲιν ποιούμεθα . ἡ δ ' οὖν διάγνωϲιϲ ἀπὸ τῶνδέ
, ἐπὶ τούτων χρὴ ταμιεύεϲθαι τὴν κένωϲιν καὶ τὴν πρώτην ἀφαίρεϲιν ἐλλιπεϲτέραν ποιηϲάμενον ἐπαφαιρεῖν αὖθιϲ : εἰ δὲ βούλει καὶ
6502151 ποιουνταϲ
. κάλλιϲτον μὲν οὖν , ὡϲ ἐθεάϲω διὰ παντὸϲ ἡμᾶϲ ποιοῦνταϲ , οὐχ ἡμερῶν ἀριθμῷ προϲέχειν τὸν νοῦν οὐδὲ μόνῳ
“ οἶδα δὲ τοὺϲ ἰητροὺϲ τὰ ἐναντιώτατα ἢ ὡϲ δεῖ ποιοῦνταϲ . βούλονται γὰρ πάντεϲ ὑπὸ τὰϲ ἀρχὰϲ τῶν νούϲων
6500811 Περιειλησαντες
ἵνα ἁρμόσῃ ἐπὶ κλειδῶν καταγεισῶν . πρώτη διμερὴς γερανίς . Περιειλήσαντες τὴν μονομερῆ γερανίδα ἄγομεν ἐκ περισσοῦ τὴν ἐπείλησιν ,
' ὧν καὶ ἡ σειρά . πολύρομβος ἐπὶ μονοκώλου . Περιειλήσαντες τὴν ἀρχὴν τῷ πέρατι τοῦ κώλου ἄγομεν τὴν ἐπείλησιν
6499049 ἰσχνοτητα
ὅθεν καὶ Στράττις ἐν τῷ Κινησίᾳ τὸν Σαννυρίωνα διὰ τὴν ἰσχνότητα κάναβον καλεῖ : αὐτὸ δὲ τὸ πήλινον , ὃ
εὐπόρως πέττουσι : καὶ τὸ σφαλὲν ἄνωθεν σῶμα διὰ τὴν ἰσχνότητα οὐ βαρείας τυγχάνει τῆς πληγῆς . Οὗτοι δὲ γυμνοὶ
6493684 μαιαν
θεός . περικεφαλαίαν εἶχεν ὥστε δοκεῖν κύειν . ὡς τὴν μαῖαν : Ἀντὶ τοῦ ὡς πρός . ἄρρεν παιδίον :
βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος αὑτῷ μαῖαν ἡδίστην νέμει , ὅπου τίς ὄρνις οὐχὶ κλαγγάνει ;
6486688 κολλησιν
τοῦ Χίου ποίημα , ὃς μοῦνος δὴ πάντων ἀνθρώπων σιδήρου κόλλησιν ἐξεῦρε . Τελευτήσαντος δὲ Ἀλυάττεω ἐξεδέξατο τὴν βασιληίην Κροῖσος
τὸ εὐώνυμον τετράγωνον εἴτε Κρόνος εἴτε Ἄρης εἴτε Ἥλιος τὴν κόλλησιν ποιήσηται , τὸν τῆς ἀκτινοβολίας λόγον ἐπέχων κλιμακτῆρα ἐπικίνδυνον
6485417 ἀναπλασιν
ἀλλοίῃ τῇ ἐπιδέσει παραλλάξαντα , ἐκκλίνειν ἐς τὴν αὔξησιν καὶ ἀνάπλασιν τῶν σαρκῶν ποιήσηται . Βέλτιον δὲ καὶ τὸ ἄνωθεν
ἐν ἑβδομάδι κρατύνεσθαι καὶ τὴν πῆξιν τῆς γονῆς καὶ τὴν ἀνάπλασιν τῆς σαρκός . πάλιν δ ' αὖ γυναιξὶν ἡ
6484365 εἰλησιν
παρὰ τὸ ἔρεβος . Εὐλαί . σκώληκες , παρὰ τὴν εἴλησιν . Ἔνεροι . παρὰ τὴν ἔραν τὴν γῆν .
κυρίως . ἢ τὸ διανεύειν τοῖς ὀφθαλμοῖς : παρὰ τὴν εἴλησιν , τὴν κίνησιν . Ἰάψαι . πλεονασμῷ τοῦ α
6478259 πλευρην
Μεγασθένης μῆκος μὲν ἐπέχειν τὴν πόλιν καθ ' ἑκατέρην τὴν πλευρήν , ἵναπερ μακροτάτη αὐτὴ ἑωυτῆς ᾤκισται , ἐς ὀγδοήκοντα
, ἢ τὰ πτερά . ἐμπεφύασι : ἀνεβλάστησαν . παρὰ πλευρήν : τῶν πλευρῶν . ἑκάτερθεν : ἀμφοτέρωθεν , ἐν
6461664 στερητικην
ἀποφατικὴν ἀντιστρέφουσαν ἑαυτῇ : τὴν γὰρ καθόλου ἀποφατικὴν ὠνόμασαν καθόλου στερητικὴν , τὴν δὲ δεῖξιν οὕτως ποιοῦνται . Κείσθω τὸ
δείκνυται δὲ αὕτη δι ' ἀντιστροφῆς διὰ τὸ μηδεμίαν μερικὴν στερητικὴν ἀντιστρέφειν πρὸς ἑαυτήν . τὴν δὲ λοιπὴν συζυγίαν παραλελοίπαμεν
6454961 διερην
' οἷος ἔησθα , τὸ ἐργάζεσθαι ἄμεινον . αὔην καὶ διερήν : καὶ τὴν ξηρὰν καὶ τὴν ὑγρὰν τῷ καιρῷ
, τὴν μήτε ξηρὰν οὖσαν μήτε ὑγράν . αὔην καὶ διερήν : ἀπότιστον : ὑδατώδη . * εἴαρι πολεῖν :
6454841 πυκνουμενου
καὶ οὗτός φησιν ἄπειρον εἶναι καὶ ἀίδιον , ἐξ οὗ πυκνουμένου καὶ μανουμένου καὶ μεταβάλλοντος τοῖς πάθεσι τὴν τῶν ἄλλων
τῆϲ τε κοιλίαϲ ϲυμπιπτούϲηϲ καὶ τοῦ ϲφυγμοῦ μειουμένου τε καὶ πυκνουμένου καταπλάϲϲειν μὲν τῷ διὰ φοινίκων μετ ' οἰνάνθηϲ καὶ
6439821 κενωϲιν
τεταρταῖον νοϲοῦνταϲ πράωϲ ἄγειν μήτε φάρμακον μηδὲν ἰϲχυρὸν προϲάγονταϲ μήτε κένωϲιν , εἰ μή τι ἄρα ϲφόδρα φαίνοιτο πλεονάζειν αἷμα
κατάπλαϲϲε . Ὁ λυγμὸϲ γίνεται ἢ διὰ πλήρωϲιν ἢ διὰ κένωϲιν ἢ δριμέων χυμῶν δακνόντων τὸν ϲτόμαχον , ὧν ἐμεθέντων
6422322 ἀρειη
* . ? Ἀραριημένος : ἔστιν ὄνομα παρὰ τῷ ποιητῇ ἀρειή , ἀφ ' οὗ ῥῆμα ἀρειῶ : τούτου ὁ
κυρίως ὁ κατὰ τὸν πόλεμον καλλίων . . . . ἀρειή : Ἰωνικῶς ἡ ἐν πολέμῳ ἀπειλή : ἐκ τοῦ
6420092 ἐκκριϲιν
ϲπαθίῳ ἢ κατιάδι , καὶ διὰ τοῦ ϲτομίου μετὰ τὴν ἔκκριϲιν τοῦ πύου λημνίϲκοϲ τρυφερώτατοϲ δι ' ἐλαίου ῥοδίνου τιθέϲθω
τὰ ἐν αὐτῷ τῷ ϲώματι , οἷον χυμῶν πέψιν ἢ ἔκκριϲιν ἢ θυμόν , ἢ διὰ τὰ ἔξωθεν , οἷον
6400818 καυϲιν
πρὸϲ ἕκαϲτον ἀπαντᾶν , ἵνα μὴ παλιλλογῶμεν . εἰ δὲ καῦϲιν μᾶλλον ἐπὶ τῶν ὑδροκηλικῶν , ὡϲ τοῖϲ νεωτέροιϲ δοκεῖ
δὲ κἀνταῦθα τὴν χειρουργίαν φεύγοντεϲ τὴν διὰ φαρμάκου μᾶλλον αἱροῦνται καῦϲιν , καὶ ταύτην ἤδη παρείληφαϲ . Ὥϲπερ ἐπὶ τοῦ
6396097 σαλαμανδραν
ἡ πεῖρα διδάσκει καὶ μάλα γε ἐναργῶς . ὅταν ποτὲ σαλαμάνδραν φάγῃ , αὐτὴ μέν ἐστιν ἀπαθής , τούς γε
, ξύσμασι μεμιγμένα : οἷς βοηθητέον , καθάπερ καὶ τοῖς σαλαμάνδραν πεπωκόσι , διά τε ἐμέτων καὶ κλυσμάτων : πρὸ
6392892 τεταμενου
πνεύσαντος , τὸ ἱστίον ὑποχαλᾶν , ἵνα μή , ὄντος τεταμένου , ὑπὸ τοῦ ἀνέμου εἰς τοὔμπαλιν ἀνατραπείη τὸ σκάφος
, εὐθέως ἐπιχειροῦσι λύειν φαρμακείῃ , τοῦ μὲν ξυν - τεταμένου καὶ φλεγμαίνοντος οὐδὲν ὠφελέουσιν , οὐδὲ γὰρ διαδίδωσιν ὠμὸν
6387623 ἀκαληφην
, ὃ δή τινες κνῆστρον καλοῦσιν , ἄλλοι δὲ τὴν ἀκαλήφην , ἤγουν τὴν ἀγρίαν κνίζαν . ἡ δὲ πριόνεσσι
. Χρύσιππός τέ φησι : μήποτ ' ἐλαίαν ἔσθιε , ἀκαλήφην ἔχων . χειμῶνος ὥρᾳ βολβοφακῆν , βαβαί . βολβοφακῆ
6381608 ποϲιν
, ἑτέρῳ δὲ τὸ λουτρὸν καὶ ἄλλῳ τὴν τοῦ οἴνου πόϲιν . ἀρξώμεθα δὲ ἀπὸ τοῦ λουτροῦ . Περὶ λουτρῶν
λουϲτέον παραιτουμένουϲ τήν τε εἰϲ τὸ ψυχρὸν ἔμβαϲιν καὶ οἴνου πόϲιν . εἰ δὲ πλῆθοϲ εἴη παχέων καὶ γλίϲχρων χυμῶν
6380325 ἀκονην
τὰς ἀμπέλους , ἐὰν αὐτὰς τὰς κανθαρίδας βρέξας ἐπιχρίσῃς τὴν ἀκόνην , ἐφ ' ἧς ἀκονᾶν μέλλεις τὰ δρέπανα .
οὐδέποτ ' ὀρθόν : ἐπὶ τῶν ἀδιορθώτων . Ξυρὸς εἰς ἀκόνην . Ξὺν τῷ θεῷ πᾶς καὶ γελᾷ κὠδύρεται :
6380200 τριψιν
. . . ὅτι διά τε τὴν πάλην καὶ τὴν τρίψιν ἧττον κωλύεται καὶ διάτασις ἐκ τῶν ἄνω μᾶλλον :
τὴν ὑστέραν . ἐπεὶ μέντοι πρὸς τὴν τοπικὴν τῆς ὑστέρας τρίψιν αἱ διὰ ψιλῶν τῶν χειρῶν παραφοραὶ περίθλασιν φέρουσι ,
6356243 κατατασιν
κράτημα καὶ ἀνάτασιν , τοῦ δὲ κατάγματος κατὰ κράτημα καὶ κατάτασιν , πρῶτον δὲ καταρτιζέσθω τὸ ἐξάρθρημα , καὶ τότε
κατὰ διάτασιν , ἔσθ ' ὅπῃ δὲ κατὰ κράτημα καὶ κατάτασιν ἢ κατὰ κράτημα καὶ ἀνάτασιν . μετὰ δὲ τὴν
6320394 προσπεφυκος
εἶναι δὲ τοῦτο νευρῶδες μέχρι εἰς μέσην τὴν πλεκτάνην ἅπαν προσπεφυκός . ἐν δὲ πέμπτῳ μορίων φησὶν Ἀριστοτέλης : πολύπους
. ὥστ ' ἀνάγκη τὸ σῶμα μεταξὺ εἶναι τοῦ ἁπτικοῦ προσπεφυκός , δι ' οὗ πλείους οὖσαι αἱ τῆς ἁφῆς
6319500 ἐπειλησιν
. Θαΐς . Θέντες τὴν ἀρχὴν ἐπὶ ἰνίον ἄγομεν τὴν ἐπείλησιν λοξὴν κατὰ βρέγματος καὶ κροτάφου ὑπὸ λοβὸν ὠτὸς ἐπὶ
σφενδόνη χειρός . Θέντες τὴν ἀρχὴν ἐπὶ καρποῦ ἄγομεν τὴν ἐπείλησιν λοξὴν μὲν κατὰ μετακαρπίου , ἐπικάρσιον δὲ κατὰ τοῦ
6317231 παραλυσιν
τὴν μὲν γεῦσιν πᾶσαν νάρδῳ ἀγρίᾳ ἔοικεν : ἐπιφέρει δὲ παράλυσιν , ποθὲν μετὰ παρακοπῆς καὶ σπασμοῦ . Δεῖ δὲ
δὲ ἐκ τῶν ἀριστερῶν τοῦτο συμβαίη , τὰ δεξιὰ τὴν παράλυσιν ὑπομένει ; Ῥητέον οὖν , ὅτι αἰτία ἡ θέσις
6313240 ἐκκλισιν
καὶ ἀπροαίρετα , πρὸς τὰ ἐπ ' ἄλλοις ὄντα τὴν ἔκκλισιν ἔχων ἀναγκαίως φοβήσεται , ἀκαταστατήσει , ταραχθήσεται . οὐ
ὑμῖν νεῦρα φιλοσόφου . ποῖα νεῦρα ; ὄρεξιν ἀναπότευκτον , ἔκκλισιν ἀπερίπτωτον , ὁρμὴν καθήκουσαν , πρόθεσιν ἐπιμελῆ , συγκατάθεσιν
6306193 ϲκυβαλων
' ἀρχὰϲ μὲν οὖν ἐντυχόντεϲ τῷ κάμνοντι μετὰ τὴν τῶν ϲκυβάλων διὰ κλυϲτῆροϲ κένωϲιν φλεβοτομίαν ἀπ ' ἀγκῶνοϲ παραλάβωμεν μετὰ
ἐλάχιϲτον καὶ γίγνεται χρήϲιμον ἐπὶ τῶν διὰ ἕλκωϲιν ἐντέρων κατεχομένων ϲκυβάλων καὶ ἐπὶ τῶν ῥυπαρῶν ἑλκῶν ἐν τοῖϲ ἐντέροιϲ .
6305811 ἑλκωϲιν
Διττῆϲ ὑπαρχούϲηϲ τῆϲ λειεντερίαϲ , τῆϲ μὲν δι ' ἐπιπόλαιον ἕλκωϲιν τῶν ἐντέρων , κατά τιναϲ δὲ καὶ δι '
ῥευματικὰϲ δὲ διαθέϲειϲ πάϲαϲ φιλεῖ ὁ ἔμετοϲ ἐξιᾶϲθαι , οἷον ἕλκωϲιν νεφρῶν καὶ κύϲτεωϲ καὶ δακτυλίου καὶ τῶν ἄλλων μορίων
6302014 ἀποπνιγεσθαι
μὲν τοῦ κρυμοῦ θάλπεσθαι , διὰ δὲ τοῦ θέρους μὴ ἀποπνίγεσθαι . Τί δαί ; Ὀρθαγόραν μνήμης ἄμοιρον ἐάσομεν ;
δυνατώτεροι τὰς τροφὰς τῶν ἀσθενῶν ἥρπαζον , καὶ συνέβαινε τούτους ἀποπνίγεσθαι , μὴ δυναμένους ἑαυτοῖς βοηθεῖν . Διὰ τοῦτο οὖν
6298368 ἰψαι
: παρὰ γὰρ τὸ νέφος πεποίηται . καὶ παρὰ τὸ ἴψαι Σοφοκλῆς ἐν Ἰξίονι δίψιόν φησι τὸν βεβλαμμένον , καὶ
ἄλλης ἀρχῆς “ Ἰφθίμη τὴν ὁπλοτάτην τέκε παίδων . ” ἴψαι φθεῖραι . τὸ αὐτὸ ἰάψαι . ἰωγή ὁ αἰγιαλὸς
6289837 καταποσιν
καὶ τοὺς ὀδόντας . ὁ Ταῦρος δὲ σημαίνει τράχηλον πρόσωπον κατάποσιν ὄσφρησιν ῥῖνα , κύρτωσιν δὲ διὰ τὸ γυρὸν καὶ
πνιγμόν , ἢ καὶ ἐφ ' ὧν τὰ περὶ τὴν κατάποσιν διαφυλάξαι βουλόμεθα , κατ ' ὀλίγον καὶ συνεχῶς προσοιστέον
6288629 μηλωτην
τὴν τοῦ προβάτου δοράν , Φιλήμονος εἰπόντος ἐν Εὐρίπῳ στρῶμα μηλωτήν τ ' ἔχει . καὶ σκεῦός τι ὁλοσίδηρον ,
ἱματίου . Ἀ - ριστοφάνης Δαιταλεῦσιν . δηλοῖ δὲ καὶ μηλωτήν , διφθέραν . Φερεκράτης Ἰπνῷ . καὶ ἴσως ἀπὸ
6280146 φορβεαν
τὸ χίεσμα κατὰ τοῦ μεσοφρύου ταγῆναι , ἐπιπλέκομεν τὴν διμερῆ φορβεὰν δίχα γενειάδος καὶ μετωπιαίας , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ '
κατὰ μετώπου ταγῆναι ἐπιπλέκομεν τόν τε χάρακα καὶ τὴν διμερῆ φορβεὰν δίχα γενειάδος καὶ μετωπιαίας , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ '
6279785 κεφαλαλγιαν
καὶ κηροῦ # γ . τὴν δ ' ἐπὶ στομάχῳ κεφαλαλγίαν ἰάσῃ κενῶν τὴν γαστέρα ὡς ὅτι τάχιστα δι '
τὴν κεφαλὴν καθαίρειν διὰ ῥινῶν ἐγχέονταϲ τοῖϲ μυκτῆρϲιν ὅϲα πρὸϲ κεφαλαλγίαν προείρηται . χρῆϲθαι δὲ καὶ τοῖϲ ἐκεῖϲε ῥηθεῖϲιν ἀποφλεγματιϲμοῖϲ
6279659 Ἀδμητην
εὐμηκεστάτους τῶν κλάδων ἑκατέρωθεν ἐπισπασαμένους περιειλῆσαι πάντοθεν . τὴν δὲ Ἀδμήτην λύσασαν αὐτὸ ἁγνίσαι καὶ στῆσαι πάλιν ἐπὶ τοῦ βάθρου
εὐμηκεστάτους τῶν κλάδων ἑκατέρωθεν ἐπισπασαμένους περιειλῆσαι πάντοθεν . Τὴν δὲ Ἀδμήτην λύσασαν αὐτὸ ἁγνίσαι καὶ στῆσαι πάλιν ἐπὶ τοῦ βάθρου
6269849 ἐπιῤῥεοντος
ἀναῤῥωνύειν γὰρ οὗτοι τὰ ὄμματα ἴσασιν καὶ τὸ παχὺ τοῦ ἐπιῤῥέοντος ἀπολεπτύνειν ὡς εὐχερῶς ἀποκρούεσθαί τε καὶ διαφορεῖσθαι . ὀλίγος
, ἔκ τε τοῦ γόνου καὶ τοῦ παρὰ τῆς μητρὸς ἐπιῤῥέοντος αἵματος διὰ τοῦ οὐραχοῦ ἡ σύστασις γίνεται τοῦ τικτομένου
6267399 θρυψιν
τύπτουσαι τὸν ἀέρα , κἂν τῇ ταχυτῆτι προλαμβάνουσαι αὐτοῦ τὴν θρύψιν , ὥσπερ καὶ εἰ ἄμμου σωρὸν φερόμενον παίσοι τις
ψοφεῖ : δεῖ γὰρ φθάσαι τὴν κίνησιν τοῦ ῥαπίζοντος τὴν θρύψιν τοῦ ἀέρος , ὥσπερ ἂν εἰ σωρὸν ἢ ὁρμαθὸν
6265852 σχισιν
τροφήν τε γὰρ ἱκανὴν λαμβάνουσι καὶ οὐκ ἀναξηραίνεται διὰ τὴν σχίσιν , ὑπὸ δὲ τοῦ ψύχους οὐδὲν πάσχουσιν . Εἰ
δ ' ὑπὸ πυθμένες ἦσαν , καθ ' ἑκατέραν τὴν σχίσιν τῶν ὤτων ἀκουσόμεθα μίαν πελειάδα : ἃς δοιὰς εἶπεν
6263665 ἑσιν
ἐστὶ παρὰ τὴν ῥεῦσιν τῶν ὑδάτων , ἢ παρὰ τὴν ἕσιν τῶν ὑδάτων καὶ βοτανῶν αὐτομάτως : ἢ ἐξ ἧς
οὗ μέλλων ἤσω , ἤνη καὶ ὑπήνη , παρὰ τὴν ἕσιν τῶν τριχῶν . οὕτω Φιλόξενος . Ὑπώπια . τὰ
6255380 ἀπαγομεν
τε παριστάντες τῷ λιχανῷ τῆς ἀριστερᾶς χειρὸς ἡμῶν δακτύλῳ . ἀπάγομεν πάλιν ἐπὶ ἰνίον τῷ πρώτῳ παράλληλον ἀπὸ ἰνίου τε
χωρὶς τῆς γενειάδος ἐπὶ τέλει ἐπὶ τὸ ὕψωμα τῆς ῥινὸς ἀπάγομεν , εἶτ ' ἐπὶ ἰνίον καὶ στεφανιαίαν προσαποδίδομεν .
6253113 χωνειαν
φύσεως τὸ γεῶδες πλύναντες παραδιδόασιν ἐν ταῖς καμίνοις εἰς τὴν χωνείαν . τούτῳ δὲ τῷ τρόπῳ σωρεύοντες χρυσοῦ πλῆθος καταχρῶνται
λέγῃ “ ἐανοῦ κασσιτέροιο , ” ἀπὸ τοῦ κατὰ τὴν χωνείαν ἀνίεσθαι . ὅταν δὲ λέγῃ “ ἐανῷ λιτὶ κάλυψεν
6251485 γενειαδα
ὤν , μήθ ' ὕδωρ θαύμαζε , μηδὲ κουρία ? γενειάδα , μηδὲ ῥύπου χιτῶνα ἕσσον ἐν χροΐ . κωφὸς
Κεφ . κεʹ . Ἀρχὴ ὑπὸ ἰνίῳ ὠτὸς καὶ ὑπὸ γενειάδα , εἶτα παρειὰς καὶ λοξὴ παρὰ κορυφὴν ἐπὶ ἰνίον
6245309 ὑπερκεραστας
ἐθίζωνται πρὸς τὰς κινήσεις καὶ μὴ πουβλικίζωνται , τουτέστι τοὺς ὑπερκεραστάς , εἴτε ὑποτάσσονται λανθανόντως τῷ δεξιῷ κέρατι , εἴτε
τοῦ δεξιοῦ μέρους βάνδον ἓν ἢ δύο , τοὺς λεγομένους ὑπερκεραστάς , τοξότας , τὴν δὲ δευτέραν τάξιν , τὴν
6242838 φλυκταιναν
ἔλασσον ἔμπυον τοῦ φύματος γίνεσθαι , ἐπὶ δὲ τοῦ δέρματος φλύκταιναν ἀνίστασθαι ὁμοίαν τοῖς πυρικαύτοις . προστίθησι δ ' ὅτι
Ξενοφῶν . φασὶ δ ' ἀνωτάτω μὲν ἐπικεῖσθαι τῷ ἕλκει φλύκταιναν μέλαιναν ὡς τὸ πολύ , ἧς ἐκραγείσης τὸ ὑποκάτω
6238091 ἐπιβασιν
” δὲ ἔχει τινὰ ἔμφασιν τῆς πλημμυρίδος , ἐχούσης τὴν ἐπίβασιν πραεῖαν καὶ οὐ τελέως ῥοώδη . Ποσειδώνιος δὲ καὶ
ὦμον ἐντὸς ἐπιστρέφηται : οὕτω γὰρ τοῦ ξύλου τεθέντος καὶ ἐπίβασιν ἐπὶ τὴν ἐξοχὴν αὐτοῦ τῆς τοῦ ὤμου κεφαλῆς ποιησαμένης
6221475 προσφυσιν
δὲ εἰς τὰ σκέλη τείνου - σαι σχίζονται κατὰ τὴν πρόσφυσιν , καὶ διὰ παντὸς τοῦ μηροῦ τείνουσιν . ἡ
ὑπὸ ] τοῦ ἡλίου πρὸς ἀέρα ὑδατοειδῆ , ἢ κατὰ πρόσφυσιν ἰδίαν τοῦ τε φωτὸς καὶ τοῦ ἀέρος , ἣ
6214029 μηνιγγα
, καὶ οὐκ ἐᾷ τὸν ἀέρα τὸν ἔξωθεν πλήττειν τὴν μήνιγγα , ἀλλὰ αὐτὸς ὑποδεχόμενος τὰ εἴδη τῶν ψόφων διὰ
ῥητέον οὖν ὅτι φυσικῶς πάλλοντος τοῦ ἐγκεφάλου , συμβαίνει τὴν μήνιγγα προστρίβεσθαι τοῖς ὀστέοις τοῖς περικειμένοις , ἀφ ' ὧν
6212782 παρηκουσαν
δὲ πλευρῶν τὴν μὲν ἐλαχίστην εἶναι σταδίων ἑπτακισχιλίων πεντακοσίων , παρήκουσαν παρὰ τὴν Εὐρώπην , τὴν δὲ δευτέραν τὴν ἀπὸ
δὲ πλευρῶν τὴν μὲν ἐλαχίστην εἶναι σταδίων ἑπτακισχιλίων πεντακοσίων , παρήκουσαν παρὰ τὴν Εὐρώπην , τὴν δευτέραν τὴν ἀπὸ τοῦ
6207910 βλαπτομενου
ὁ ἀδικῶν , ὅταν ἑκὼν βλάπτῃ παρὰ τὴν βούλησιν τοῦ βλαπτομένου . βλάπτεται - μὲν γάρ τις ἑκὼν καὶ τὰ
. Ἐμοὶ δὲ δοκεῖ καὶ ἐπὶ ἑκάστου οἴκου καὶ τόπου βλαπτομένου ὑπὸ κακοποιοῦ ἀποφήνασθαι τὴν βλάβην κατὰ τὴν φύσιν τοῦ
6203851 σανιδα
ἔθαψαν αὐτὸν οἱ ἑταῖροι ἐπάνω τοῦ τάφου αὐτοῦ κώπην ἢ σανίδα πήξαντες ἐκ τῆς Ἀργοῦς . καὶ ὁ μὲν Μόψος
δηλοῦσιν ἀγγεῖον , ἀλλὰ καὶ δέλτον παρ ' Ὁμήρῳ καὶ σανίδα ἄλυτον καί που καὶ τὰ τῶν ζῳγράφων πινάκια ,
6196063 ἐκχυσιν
. ἴδον τοὺς ἀνέμους τῶν γνόφων τοὺς χειμερινοὺς καὶ τὴν ἔκχυσιν τῆς ἀβύσσου πάντων ὑδάτων . ἴδον τὸ στόμα τῆς
ἥβῃ , ἀπὸ φλεβέων τε καὶ νεύρων πλέγμα , οὔρων ἔκχυσιν ποιεύμενον , συνουσίης ὑπουργὸν , φύσιος ὕπο δεδημιούργηται ,
6193362 ἐξαγῃ
τὴν πομπὴν καὶ τὴν πανήγυριν εἶτα , ὅταν ς ' ἐξάγῃ , πορεύεσθαι προσκυνήσας καὶ εὐχαριστήσας ὑπὲρ ὧν ἤκουσας καὶ
αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν βαλάνιον , ἵνα νῷν ἐξάγῃ τὴν κραιπάλην . Εἰ πεύσομαι τὸν ἀηδόνειον ὕπνον ἀποδαρθόντα
6183449 ὑποχωρουντος
μέχρι μέν τινος ἐνήχετο , ἔπειτα τοῦ ῥείθρου κατὰ μικρὸν ὑποχωροῦντος ἐκ τῶν περὶ ἔσχατα λίθου προσπταίσει περιτραπεῖσα ἐκβάλλει τὰ
διὰ τῶν σαλπίγγων ἤχῳ , κατέπληττον τὸ ζῷον . διόπερ ὑποχωροῦντος αὐτοῦ πρὸς τὴν οἰκείαν λόχμην τοσοῦτον ἐπεδίωκον ὥστε μὴ
6175629 ἀντωμοσιαν
, τὸν δὲ ἐγκαλούμενον μὴ ἠδικηκέναι . ἔνιοι δ ' ἀντωμοσίαν ] τὴν ἐπὶ πράγμασιν ἀμαρτύροις καὶ ἀνέγγραφοις εἰς ὅρκον
ἠδίκηται , τὸν δὲ ἐγκαλούμενον μὴ ἠδικηκέναι . οἱ δὲ ἀντωμοσίαν τὴν ἐπὶ πράγμασιν ἀμαρτύροις καὶ † ἀνέγγραφον εἰς ὅρκον
6169777 ταὐτοτητα
τῶν διαφορῶν : λέγει γὰρ καὶ τὴν διαφορὰν καὶ τὴν ταὐτότητα γενικὰ θῶμεν . Ὅτι δὲ λέγεται πρὸς ταῦτα ἐν
τῆς φύσεως δημιουργεῖσθαι οὐκ ἀσκόπῳ ἔοικεν ἔργῳ οὐδὲ ἀναιτίως τὴν ταὐτότητα καὶ τὴν ὁμοιότητα διασώζοντι : ἐπεὶ καὶ ἐνταῦθα μὲν
6160494 ἠλαυνοντο
τῶν Ἡρακλειδῶν τινας κατὰ τὴν ἔλασιν ἣν ὑπ ' Εὐρυσθέως ἠλαύνοντο , πολλοὺς Ἠλείων ἄγοντας καὶ τὴν μὲν Εὐρώπην ἅπασαν
χρυσοῦ καθίζων , ὑφ ' οὗ πάντες ὥσπερ ὑπὸ δαίμονος ἠλαύνοντο πρὸς βίαν , οἱ μὲν εἰς τὴν θάλατταν ,
6160408 ἀῤῥωστιην
χολώδεες αἱ ὑποστάσιες , ἄνωθεν δὲ λεπταὶ , ὀξείην τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν . Ὁκόσοισι δὲ διεστηκότα τὰ οὖρα γίνεται ,
ἐν τοῖσιν οὔροισι κριμνώδεες αἱ ὑποστάσιες γίνονται , μακρὴν τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν . Ὁκόσοισι δὲ χολώδεες αἱ ὑποστάσιες , ἄνωθεν
6148634 ἀναχυσιν
βίαιοι γίνονται κατὰ τὰ μέρη τῆς γῆς , ὁτὲ μὲν ἀνάχυσιν λαμβανούσης τῆς θαλάσσης εἰς ἕτερον μέρος , ὁτὲ δὲ
Μέμφει ὁ Ἆπις . πρόκεινται δὲ τοῦ χώματος λίμναι τὴν ἀνάχυσιν ἐκ τῆς πλησίον διώρυγος ἔχουσαι . νυνὶ μὲν οὖν
6145243 ἐκβαλλομενην
δὲ ἀνατολῶν Ἰνδικῆς μέρει παρὰ τὸν Ἰνδὸν ποταμὸν κατὰ τὴν ἐκβαλλομένην γραμμὴν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Ἀραχωσίᾳ ὁρίου μέχρι τοῦ
- μάτων οὐ τοῦτο βουλομένων , εἶτα καὶ τῆς οἰκείας ἐκβαλλομένην βουλοίμην ἂν διὰ σοῦ μὴ τὸ δεύτερον παθεῖν .
6144413 ἰνα
ἴφιμος εἶναι , ἤγουν στεῤῥὸς χαλινὸς ἀπὸ τοῦ χαλᾶν τὴν ἶνα . Φορβειὰ δὲ τὸ καπίστριον τὸ τῇ φορβῇ τοῦ
ὀξὺν ἔχων πέλεκυν αἰζήϊος ἀνὴρ κόψας ἐξόπιθεν κεράων βοὸς ἀγραύλοιο ἶνα τάμῃ διὰ πᾶσαν , ὃ δὲ προθορὼν ἐρίπῃσιν ,
6143954 κεφ
ὅτι τῶν Καππαδοκῶν αἱ αἶγες κείρονται τὸ αἴγειον ἔριον . κεφ . ιζʹ . περὶ δόρκου . ὅτι ἐὰν διωκόμενος
θηρία ἐφελκόμενος ἐπὶ τὸν ἴδιον ἄγει φωλεὸν καὶ κατεσθίει . κεφ . ιεʹ . περὶ αἰγάγρου . ὅτι ὁ αἴγαγρος
6134196 ἑδρην
στυπτηρίην , εἶτα καταλείψας ὑποκάειν νύκτα καὶ ἡμέρην . Τὴν ἕδρην ἐμβάλλει : ἀσταφίδι λείῃ , τετριμμένῃ , ξηρῇ ,
ἐπὴν ἐμβάλλῃς , ποίησον ὥσπερ τὰς βαλάνους τὰς πρὸς τὴν ἕδρην προστιθεμένας , μακρὰς δὲ ποίει καὶ λεπτὰς ταύτας :
6129404 παραλλαξιν
τὴν σελήνην ἐφ ' ἑκάτερα παραλλάσσειν μετὰ τὴν τοῦ ἡλίου παράλλαξιν ἀπὸ # κε μέχρι μοίρας α ἐπὶ τὰ βόρεια
διὸ τὴν ἀνακύκλησιν εἴληχεν , ὅτι σμικροτάτην τῆς αὑτοῦ κινήσεως παράλλαξιν . αὐτὸ δὲ ἑαυτὸ στρέφειν ἀεὶ σχεδὸν οὐδενὶ δυνατὸν
6128542 ὠτειλην
γὰρ τὰ μέχριϲ ὀϲτέων ὀνίνηϲι ἰήματα . ἢν δὲ ἐϲ ὠτειλὴν ἥκῃ τὰ τρώματα , τὰϲ ἀρτηρίαϲ ἐκτάμνειν . διπλαῖ
ἕλκος τὸ δι ' ἐπιρροὴν πολλῶν ἢ δριμέων κωλυόμενον εἰς ὠτειλὴν ἰέναι διὰ τὸ καθυγραίνεσθαί τε καὶ προσαναβιβρώσκεσθαι ὑπὸ τοῦ
6125081 ἐπιπλεκομεν
μῆλον . εἶτα διπλώσαντες λοξὴν κατὰ βρέγματος ἄχρι ἰνίου ἄγοντες ἐπιπλέκομεν τὴν διμερῆ φορβεάν , ἵνα ἁρμόσῃ ἐφ ' ὧν
κατὰ μεσόφρυον τὸν χιεστὸν βρόχον κατὰ τῶν κροτάφων τὸν διάγκυλον ἐπιπλέκομεν τὴν προπαραδεδομένην ἡμίρομβον ἢ λαγωὸν δίχα ὤτων ἐπίδεσιν ,
6122922 φλεβοϲ
ϲκυβάλοιϲι ἐπιρρέει ξανθόν , ἄκρητον , ἀμιγέϲ , ὡϲ δοκέειν φλεβὸϲ ϲτόμιον ἀνεῷχθαι : ἀνεϲθίει γὰρ τὸ δριμὺ τὰϲ φλέβαϲ
ἔλαϲμα καὶ ἀπὸ τῆϲ ἄνωθεν τῆϲ ἐπὶ τὴν καρδίην κοίληϲ φλεβὸϲ ἐϲ τὴν παρὰ τὴν ῥάχιν καὶ ἀπὸ τῆϲ ῥάχιοϲ
6120657 ἀλωπεκην
τοῖς περὶ Δημοσθένην , καὶ ἐν Θεαιτήτῳ Πλάτωνος . Τὴν ἀλωπεκῆν . τὴν πανουργίαν . Τὴν λῆξιν . τὸν κλῆρον
' ἀγορεύειν . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ἐπὶ τῶν φανερῶς μὲν βλάπτειν μὴ δυναμένων
6118656 διατασεως
ἐδάφους γίνεσθαι τὴν ὑποδρομὴν κατὰ τὴν κόλπωσιν μέχρι τῆς ἄνω διατάσεως , ἡδεῖάν τινα καὶ δυσαπάλλακτον τὴν θεωρίαν ἔχοντος τοῦ
δὲ εἰς τοὐπίσω , ἢ εἰς τὸ ἔμπροσθεν , ἄνευ διατάσεως : ἡ μὲν γὰρ ἐκ συγκάμψεως ἀθρόας , ἐντιθεμένου
6118495 μεταφερωμεν
, ὅταν ἀφ ' ἑτέρου ἐφ ' ἕτερον τὸν λόγον μεταφέρωμεν , ὡς ἔχει τὸ τοιοῦτον , καὶ οὐδεὶς ἡμῶν
, ἀνεύθυνον . Τὴν μετάστασιν Μινουκιανὸς μὲν οὕτως ὁρίζεται ὅταν μεταφέρωμεν τὸ ἀδίκημα ἐπὶ πρόσωπον ἢ ῥητὸν ὑπεύθυνον , Ἑρμογένης
6114088 στεφανην
ποταμός , ” ἐπὶ δὲ εἴδους περικεφαλαίας “ αὐτὰρ ἐπεὶ στεφάνην κεφαλῆφιν ἀείρας . ” καὶ κόσμου γυναικείου γένος :
δὲ ὕψος πηχῶν εʹ . Ποιῆσαι δὲ ἐπ ' αὐτῷ στεφάνην πρὸς τὴν βάσιν ἔξω ὑπερέχουσαν πῆχυν ἕνα πρὸς τὸ
6105266 διεδρα
πολεμίων αἰσθάνεσθαι : μετὰ δὲ οὐ πολὺ καὶ ἐς ἅπαντας διέδρα ἡ ἄγνοια . ἀναλαβόντες οὖν τὰ ὅπλα καὶ διαστάντες
τρυφῆς τὸν πόνον οὐκ ἐνεγκὼν ἐς τὴν ἁμαξιτὸν αὐταῖς χοινικίσι διέδρα καὶ παροδεύουσι λοχαγοῖς ἑαυτὸν ἐμήνυσέ τε καὶ ἀνῃρέθη .
6104006 πατουσι
τὸ τέτλαθι . . , : τραπέουσι : δηλοῖ τὸ πατοῦσι . παρὰ τὸ τρέπω . . , : τροπός
τοῦ σίτου σπαρέντος ἐπάγουσι τὰς ἀγέλας αὐτῶν . Αἱ δὲ πατοῦσι καὶ ἐς ὑγρὰν τὴν γῆν ὠθοῦσιν , ἵνα μείνῃ
6101512 δομην
οἱ δ ' ἐπ ' ἀγοστῷ καὶ πλευροῖς , κήτεσσι δομὴν ἀτάλαντοι ἰδέσθαι : πολλοὶ δ ' , οὐτάμενοι πρὶν
, τουτέστι τὴν σῆπα τὴν τοῖς πεδανοῖς σαύροις κατὰ τὴν δομὴν ὁμοίαν , ἤγουν τὸ σῶμα , ἀλύξεις . ἡ
6098213 νεατην
Ω , καὶ ἀπὸ τοῦ βόμβυκος ἐπὶ τὴν ὀξυτάτην [ νεάτην ] ἐν αὐλοῖς , ἧς [ ? ] ὁ
ἄρτιοι καὶ περισσοὶ καὶ ἀρτιοπέρισσοι . | τὴν μὲν γὰρ νεάτην ἔχει ἀρτίαν ἐκ δώδεκα μονάδων , τὴν δὲ παραμέσην
6096694 σχω
δόξα δὲ μήτ ' ἀτρεκής : ἀντὶ τοῦ : μὴ σχῶ μεγάλην δόξαν μήτε μικράν , ἀλλὰ μέσην καὶ καλήν
μῆνα μένων ἀπὸ ἧς ἀλόχοιο ἀσχαλάᾳ . ἢ παρὰ τὸ σχῶ σχάλλω καὶ ἀσχάλλω , ὃ ἐπέχειν οὐ δυνάμεθα .
6096641 πτυγμα
αὐτοῦ δακτύλου , εἶτα προϋποχρίσας ἐλαίῳ τὸν τόπον ἢ ἐρίου πτύγμα ἐλαιοβραχὲς προϋποθεὶς τῷ κοίλῳ τόπῳ , κατὰ μίαν σπύραθον
ἔριον μέλιτι κεχριϲμένον ἢ κροκύδα μεθ ' ὕδατοϲ ἄνωθέν τε πτύγμα ἐπιδεῖν ἡϲυχῆ . ϲυμφέρει δὲ τούτοιϲ καὶ θάλαϲϲα ψυχρὰ
6096411 ἐπιφερουσαν
. ὁ δ ' Ἀππίων ἄχος τὴν λύπην τὴν σιωπὴν ἐπιφέρουσαν . παρὰ τοῦτο δὲ καὶ τὸ ἀχεύων καὶ τὸ
πέρας εἰλήφει , ταύτην προσθεῖναι τοῖς χρώμασι ξίφος ἐκ μοιχείας ἐπιφέρουσαν τῷ συνοικοῦντι καὶ τοῖς ἐναντίοις ἀποκαλύψαι τὴν τόλμαν τῆς
6093143 μηλην
. χρῆϲθαι δὲ αὐτῷ κατὰ τῶν βλεφάρων μόνον ἐπιφέροντα τὴν μήλην μὴ ἁπτόμενον τῶν χιτώνων , ἀλλ ' ὥϲτε μόνον
μήλην κασσιτερίνην ἐπ ' ἄκρου τετρημένην , ἐνείρας ἐς τὴν μήλην τὴν ἀρχὴν τοῦ ὠμολίνου συμβεβλημένου , καθιέναι τὴν μήλην
6091494 ἰϲχυρα
μετρίωϲ ἢ οὐδόλωϲ . εἰ μὲν γὰρ μετὰ πλήθουϲ αἵματοϲ ἰϲχυρὰ παρείη δύναμιϲ , φλεβοτομητέον ἢ τὰϲ ϲυνήθειϲ ἐκκρίϲειϲ ἐπεϲχημέναϲ
καὶ μικροϲφυξίαιϲ ἄκρων τε περιψύξεϲι καὶ περιιδρώϲεϲι δηλουμένην , ἥτιϲ ἰϲχυρὰ μὲν οὖϲα καὶ αὐτὴ τῶν ἀβοηθήτων ἐϲτίν , ἔτι
6090895 σκολοπος
γενομένου δὲ τούτου , τῇ δεξιᾷ χειρὶ διακρατουμένης τῆς τοῦ σκόλοπος λαβῆς , ἡ ἀκμὴ καθίεται εἰς τὴν οὐρήθραν ,
καὶ τῶν ἑαυτοῦ παθῶν ἀντιληπτικός τέ ἐστι καὶ παραμυθητικός : σκόλοπος γὰρ αὐτῷ καταπαγέντος ἐπὶ τὴν ἄρσιν τούτου ὁρμᾷ τῇ
6089169 συνελευσιν
γὰρ ἂν ἐδόκει μάχεσθαι τοῖς προλαβοῦσιν , εἰ μετὰ τὴν συνέλευσιν τῶν ἰδεῶν ἐπεχείρει καὶ τὼν χαρακτήρων ἀπαγγεῖλαι τὰς μίξεις
τοῦ κληρικοῦ ζῳδίου ὁμοίως τύχῃ τῆς Σελήνης ἐπιμαρτυρούσης γάμον καὶ συνέλευσιν σημαίνει . Ἐπιφυλακτέον οὖν τὴν Ἀφροδίτην ἑῴαν ἀναποδίζουσαν ,
6087617 μηλωτιδα
ἐπιπολῆϲ ὑποπίπτοι τὸ πέραϲ τῆϲ ϲύριγγοϲ , ὑποβαλόντεϲ κοπάριον ἢ μηλωτίδα διὰ τοῦ ϲτομίου ἐκτέμωμεν ἁπλῇ διαιρέϲει τὸ ὑποκείμενον δέρμα
πλατὺ μήλης ἐπὶ τῶν εὐρυτέρων , ἐπὶ δὲ τῶν στενοχώρων μηλωτίδα : ἀντιληψόμεθα γὰρ σκληροῦ σώματος ἀντιπίπτοντος καὶ ὀστώδους :
6085979 πληγην
μικροῦ τοὺς νικήσαντας , λαμπροὺς δὲ τοὺς βαρβάρους τοὺς Ἀττικὴν πληγὴν οὐκ ἐνεγκόντας . οὐκ εἶδες , Μίκων , ἐπὶ
, ἱστάμενοι πρὸς τὴν διάδοσιν τοῦ πάθους , καὶ τὴν πληγὴν ἐν τοῖς ἀναισθήτοις θλίβοντες , ἵνα μὴ συνάψει πρὸς
6085645 μηνυσιν
καρπούμενόν τινα , ὧν οὐκ ἔχει κτῆσιν ἀποδεῖξαι νόμῳ , μήνυσιν ἀπενεγκάτω πρὸς τοὺς ὑπάτους καὶ κρινάτω κατὰ τοὺς νόμους
μετὰ τοῦτ ' ἐκφέρει τὴν περὶ τῆς ἐπιθέσεως τῆς κατεψευσμένης μήνυσιν . ἐδόκει τοῖς ἀνδράσιν ἀληθὴς εἶναι ὁ λόγος ,
6084075 ἀποκηρυξιν
ἦν λέγεις : σὺ κατὰ τοῦ παιδὸς ταύτην εἰργάσω τὴν ἀποκήρυξιν : καὶ πατέρα γενέσθαι κατὰ γένους ἀπάνθρωπον κατηνάγκασας :
ὁρᾷν , ὁ πρὸς ὀλίγον ἀντὶ σώφρονος οὐ καρτερήσας τὴν ἀποκήρυξιν . ΤΡΙΤΟΝ ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ . Ἡ μὲν οὖν ἑταίρα πρὸς
6079979 ἐπιφερῃ
πόνος παρέπηται καὶ ποτὲ μὲν ἐπιτάσεις , ποτὲ δὲ ἀνέσεις ἐπιφέρῃ . σναʹ . Σκοτωματικοὶ καλοῦνται οἷς παρακολουθοῦσι σκοτώσεις καὶ
ἐναντίον μὴ δέχεσθαι , ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο , ὃ ἂν ἐπιφέρῃ τι ἐναντίον ἐκείνῳ , ἐφ ' ὅτι ἂν αὐτὸ
6078278 ἀποϲτηματοϲ
τῇ διαλέκτῳ ϲυνδιώκονται ὀχλούμενοι τῷ πνεύματι . ῥαγέντοϲ δὲ τοῦ ἀποϲτήματοϲ πῦον ἀνάγεται ποτὲ μὲν καθαρόν , ποτὲ δὲ τρυγῶδεϲ
ἀθρόαν κένωϲίν τινα λειποθυμοῦνταϲ . εἰ δὲ δι ' ἀθρόαν ἀποϲτήματοϲ ῥῆξιν ἢ τομὴν ἢ κένωϲιν , ὡϲ ἐν ὑδέροιϲ
6077607 ὑπονοστησιν
. Οἱ Στωικοὶ καὶ οἱ ἰατροὶ παρὰ τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπονόστησιν . Ἀσκληπιάδης δέ φησι τοὺς Αἰθίοπας λέγειν γηρᾶναι διὰ
. βροντὰς σύγκρουσιν νεφῶν : ἀστραπὰς ἔκτριψιν νεφῶν : σεισμὸν ὑπονόστησιν ἀέρος εἰς γῆν . ζῶια γίγνεσθαι ἐξ ὑγροῦ καὶ
6076379 ϲηψιν
δὲ διὰ πύκνωϲιν , τοῖϲ ἀραιοῦϲιν , εἶτα τὴν μὲν ϲῆψιν τοῖϲ ῥύπτουϲι καὶ ἀλλοιοῦϲι καὶ μεταβάλλουϲι , τὸν δὲ
αὑτῶν οὐϲίαϲ . αἷμα γοῦν ἐϲτιν ἐπὶ τούτων τὸ τὴν ϲῆψιν ἀναδεξάμενον . οὕτωϲ δὲ καὶ τὰϲ ἄλλαϲ διαφορὰϲ τῶν
6071215 διοδων
ἄπειροι μὲν ὄντες οἱ πλείους ἐν σκότῳ καὶ πηλῷ τῶν διόδων ᾗ χρὴ σωθῆναι , ἐμπείρους δὲ ἔχοντες τοὺς διώκοντας
ἐν τοῖς λόφοις ἔδεισαν διὰ τὸ ἄνυδρον , μὴ τῶν διόδων ἀφαιρεθῶσι . καὶ συμφεύγουσιν ἐς τὴν Πρωμόναν . ὁ
6066767 κυκλωσιν
, ὅπως μὴ λίαν βαθείας τὰς φάλαγγας ποιούμεναι αἱ πόλεις κύκλωσιν τοῖς πολεμίοις παρέχοιεν , ἐν τούτῳ οἱ Λακεδαιμόνιοι καὶ
ἐμβαλεῖν τοῖς περιϊππεύουσι τὸ κέρας σφῶν τὸ δεξιὸν ὡς ἐς κύκλωσιν : αὐτὸς δὲ τέως μὲν ἐπὶ κέρως τοὺς ἀμφ

Back