| καλῶς ἠρίσταμεν . λαμβάνετε κόλλαβον ἕκαστος τὸ δ ' ἔτνος τοὐν ταῖς κυλίχναις τουτὶ θερμόν , καὶ τοῦτο παφλάζον . | ||
| . ἐν ἑκάστῃ τετράδι ζυμουμένου καὶ διδομένου μοι . . τοὐν τετράδι πεπεμμένου : ἤτοι τοῦ καθ ' ἑκάστην τετράδα |
| καὶ τῶι κάλλει διαφέροντες , καὶ τὸ πλεῖστον τῆς χώρας ἐλαίαις κατάφυτον , ἐξ ἧς παμπληθῆ κομιζόμενοι καρπὸν ἐπώλουν εἰς | ||
| τῆς δεδολωμένης οἴνης ἐν τῷ ὄξει , ἔτι δὲ κολυμβάσιν ἐλαίαις οἷόν τι λίπος κολλῶδες . ἔνθεν οὖν λαπώδη ῥητέον |
| λαμβάνετε κόλλαβον ἕκαστος . τὸ δ ' ἔτνος τοὐν ταῖς κυλίχναις τουτὶ θερμὸν καὶ τοῦτο παφλάζον . γενναία : Βοιωτὶς | ||
| ' ὀμμένομεν ; δάκτυλος ἁμέρα . κὰδ δ ' ἄειρε κυλίχναις μεγάλαις , αιταποικιλλις . οἶνον γὰρ Σεμέλας καὶ Διὸς |
| πλησίον παχεῖα καὶ πιμελής , σοὶ δὲ νεοττὸς ἡμίτομος ἢ φάττα τις ὑπόσκληρος , ὕβρις ἄντικρυς καὶ ἀτιμία . πολλάκις | ||
| πλεῖστον χρόνον ἐν ὀχείᾳ γίνεται ἡ ἔχιδνα , μέγιστον ἡ φάττα , ἐλάχιστον δὲ ἡ τρυγών . καὶ ὅτι ὁ |
| ἤδη αὐτοῖς κλάδοι ἐπεφύκεσαν οἱ δάκτυλοι , καὶ ταῖς ἕλιξι περιπλεκόμενοι ὅσον οὐδέπω καὶ αὐτοὶ καρποφορήσειν ἔμελλον . καταλιπόντες δὲ | ||
| τε καὶ γαμεταὶ γυναῖκες , ὑπήντων ἐξιοῦσιν αὐτοῖς μετὰ δακρύων περιπλεκόμενοι καὶ καταφιλοῦντες καὶ ταῖς ἡδίσταις ἕκαστον ἀνακαλούμενοι προσηγορίαις . |
| ' ἑτέρων ἀκούσας , διηγήσομαι . ἴσως γὰρ οὐ μόνον πρεσβυτικὸν πολυλογία καὶ τὸ μηδένα διωθεῖσθαι ῥᾳδίως τῶν ἐμπιπτόντων λόγων | ||
| ὕπτιόν τε καὶ ἀναβεβλημένον παρ ' αὐτῷ καὶ ὅλως τὸ πρεσβυτικὸν καὶ διδασκαλικόν . τῷ δὲ φύσει ἀληθείας ἀμοιρεῖν καὶ |
| ἀμφιλαφέσι , παραδείσοις ποικίλοις , ὕδασιν ἀπείροις , τοῖς μὲν πηγαίοις , τοῖς δὲ ποταμίοις , οἷς αἱ λόχμαι τοῦ | ||
| ἐστι φύσει . ὥστε διὰ ταῦτα δεῖ χρῆσθαί σε τοῖς πηγαίοις καὶ τούτοις διυλισμένοις καὶ πλείω τούτων μεταλαμβάνειν ἢ οἴνου |
| ἐπικλήροις ; Οὔτε γὰρ ἐπιτίμιον ταῖς πρὸς τὸν ἄρχοντα εἰσαγγελίαις ἔπεστιν , οὐδὲ ἐὰν μηδεμίαν τῶν ψήφων οἱ εἰσαγγείλαντες μεταλάβωσιν | ||
| δὲ ὑπάρχοις καὶ τοῖς ἀγχοῦ καὶ πορρωτέρω τὸ βασιλικὸν γνώρισμα ἔπεστιν ἡ πρὸς τὸ καλὸν εὐαγωγία . οἰμωγὴ δὲ ἐξελήλαται |
| τοῦ παχέος , τοῖσι δὲ λεπτοῖσι τὸ ἀνάπαλιν : οἷσι συνεστραμμένοις καὶ τὸ χαλαζῶδες διαχεόμενον , τὸ δ ' αὐτὸ | ||
| : χθαμαλῆς ἠδ ' ὅσα πεῦκαι στρόμβοισι ναπαίοις : τοῖς συνεστραμμένοις καὶ βαθέσι κοιλώμασι , τοῖς ἐν ταῖς νάπαις . |
| κατενεχθείη , τὸ ἀνεπιτήδευτον ἐμφαίνειν θέλει καὶ ἀφελές , οὔτε προσθήκαις τισὶν ὀνομάτων , ἵνα ὁ κύκλος ἐκπληρωθῇ , μηδὲν | ||
| συλλαβῇ προστεθήτω τὸ σ καὶ γενέσθω στρόφος : τρισὶν αὕτη προσθήκαις ἀκουσταῖς μακροτέρα γενήσεται τῆς βραχυτάτης μένουσα ἔτι βραχεῖα . |
| μέρος ʹʹ . μετὰ ὀξυμέλιτος πότιζε . [ λστʹ . Πόμα πρὸς ῥοῦν γυναικεῖον . ] Πευκεδάνου ῥίζαν καὶ κυπαρίσσου | ||
| ἔστω καὶ τρόφιμον , ἥκιστα δὲ γλίσχρον καὶ περιττωματικόν . Πόμα δὲ οἶνος ὁ λευκὸς τῇ χροιᾷ καὶ λεπτὸς τῇ |
| εἰς τὴν γῆν . Γηθοσύνῃ : χαρᾷ . Γλωχίσι : ὀξύτησι , ξίφεσιν . πεπαρμένοις : πεπηγμένοις , διαπερονισμένοις . | ||
| ἐξηπλωμένα , ἐκ πλαγίου . Δάγματ ' : ὀξύτητας , ὀξύτησι τῶν ἀγκίστρων , τοὺς πώγωνας τοῦ ἀγκίστρου . γλαυκῆς |
| τὸν μοχλὸν τὸν σιδηροῦν ἐπέθηκεν αὐτῇ ἐκ πλαγίων καὶ ἐστέναξε στεναγμῷ μεγάλῳ καὶ κλαυθμῷ . Καὶ ἤκουσεν ἡ παρθένος ἣν | ||
| βραχύτατον φθέγξασθαι , ὃ καὶ ἄναρθρόν ἐστιν , μυγμῷ ἢ στεναγμῷ παραπλήσιον . κέχρηται δὲ αὐτῷ καινότατα Φερεκράτης τί δ |
| ἑαυτὸ οὐκ ἂν λέγοιτο ἑαυτῷ προστίθεσθαι . τῷ δὲ προϋποκειμένῳ ἡμιστιχίῳ πῶς ἐνδέχεται ; ὅλῳ μὲν γὰρ αὐτῷ προστιθέμενον καὶ | ||
| ἀπόφθεγμα Πυθαγόρου αὐτοῦ . οὐ μόνον δὲ ἐν τῷ παρόντι ἡμιστιχίῳ , ἀλλὰ καὶ ἐν ἑτέροις παραπλησίοις ὁ θειότατος Πυθαγόρας |
| ἑπτά . πρῶτον καθ ' ὁμωνυμίαν , ὡς τὸ † διαφορουμένοις † [ † διαφορούμενος † ] , οἷον τὸ | ||
| ἑπτά . πρῶτον καθ ' ὁμωνυμίαν , ὡς τὸ “ διαφορουμένοις ” : σημαίνει γὰρ τό τε “ διαφόροις οὖσι |
| . θριδακίσκας τε καὶ κριβανωτώς . κἠπὶ τᾶι μύλαι δρυφήται κἠπὶ ταῖς συναικλίαις , αἶκλον Ἀλκμάων ἁρμόξατο . ἤδη παρεξεῖ | ||
| δ ' ὦτα νωθρίη θλίβει . ἀλλ ' ἠμέρη τε κἠπὶ μέζον ὠθεῖται : αὔτη σύ , μεῖνον : ἠ |
| . . . λιτρ . βʹ νάρδου τὸ ἀρκοῦν . Κράμβης ἀπόζεμα καὶ ῥοῦν Συριακὸν λειοτριβήσας εἰς λεπτὸν καὶ μίξας | ||
| δόσις τριώβολον μετὰ κονδίτου ἢ ὑδρομέλιτος . Ἄλλο δόκιμον . Κράμβης σπέρματος ⋖ Ϛʹ , κυπέρου , πετροσελίνου , ἠλέκτρου |
| : ἴον , Διὸς ἄνθος , ἴφυον , φλόγα , ἡμεροκαλλές . πρῶτόν τε ἀνθέων ἐκφαίνεσθαί φησι τὸ λευκόιον , | ||
| τὰ προειρημένα πάντα σπείρεται , οἷον ἰωνία διόσανθος ἴφυον φλὸξ ἡμεροκαλλές : καὶ γὰρ αὐτὰ καὶ αἱ ῥίζαι ξυλώδεις : |
| , ὅσαι αἱ πρὸς αὐτὸν [ ] διαρθρούμεναι πλευραί . Ταύταις δὲ ταῖς ἑπτὰ ὑποζωννύει καὶ ὑπαλείφει τις ὑμὴν κοινός | ||
| σύνθετον : πέμπτον αὐτὴν καθ ' αὑτὴν τὴν ἡδονήν . Ταύταις κέχρηται ταῖς διαστολαῖς ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Νόμων , |
| ἅτε τῇ ἀπορρήτῳ ἀρχῇ καὶ τἀγαθῷ , ὥς φησι , περιπεπηγός , ἀποπληρωτικὸν δὲ τοῦ νοῦ καὶ γεννη - τικόν | ||
| ἅτε τῇ ἀπορρήτῳ ἀρχῇ καὶ τἀγαθῷ , ὥς φησι , περιπεπηγός , ἀποπληρωτικὸν δὲ τοῦ νοῦ καὶ γεννη - τικόν |
| ' ἐν ὀσμαῖς : οὐδὲν γὰρ πλὴν τό τ ' εὔοσμον καὶ τὸ κάκοσμον . Οὐδ ' ἐν ἁπτοῖς : | ||
| γεῦσιν καὶ τὴν πρόσφοραν ἡ δὲ γλυκύτης σπανίως καὶ ἥκιστα εὔοσμον ὡς οὐ μιγνυμένων ἅμα τοῦ γλυκέος καὶ εὐόσμου : |
| τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομ ' ἄρα . βάκχαριν ; Σανδάλιά τε τῶν λεπτοσχιδῶν , ἐφ ' οἷς | ||
| ἄγαμαι , Ξανθία : καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ |
| πιμελῶδεϲ : ἡ χροιὰ δὲ τοῖϲ τοιούτοιϲ ἅμα ταῖϲ θριξὶ πυρροτέρα , πολλῆϲ δὲ τῆϲ ψύξεωϲ οὔϲηϲ πελιδνή πώϲ ἐϲτι | ||
| ἄτριχον πιμελῶδεϲ : ἡ χρόα δὲ τούτοιϲ ἅμα ταῖϲ θριξὶ πυρροτέρα : πολλῆϲ δὲ τῆϲ ψύξεωϲ οὔϲηϲ , πελιδνή τε |
| , ἄνθος ἀνεμώνης , ἀβρότονον , ἱππομάραθον , ἐρύσιμον , ψευδοδίκταμνον , ἑλίχρυσον , ἀρτεμισία , ἄγνος , κόστος , | ||
| ἡ ἥμερος γλήχων , ἐνεργεστέρα δὲ πολλῷ . Τὸ δὲ ψευδοδίκταμνον καλούμενον φύεται ἐν πολλοῖς τόποις , ἐμφερὲς δὲ τῷ |
| ἀμφιφορῆας οἴνου νηδυμίοιο , τὸν ἑνδεκάτῳ λυκάβαντι θλῖψε τις οἰνοπέδῃσι φυτηκομίῃσι μεμηλώς : ὕδατι δ ' ἐγκέρασαν λαρὸν μέθυ καὶ | ||
| πλησιοθαλάττοις , τοῖς πλησίον αἰγιαλοῖς . φυτηκομίῃσι : γεωργίαις . φυτηκομίῃσι μεμηλώς : ἤως ἐργαζόμενος ταῖς ἐλαίαις : ἢ φυτηκομιῶν |
| διόλου . Οὗτος ὠφέλιμος ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις . Γλύφεται δὲ ἐν αὐτῷ Χνούβιος ἔχων κεφαλὰς τρεῖς | ||
| ὅλου : οὗτος ὠφέλιμος ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις : γλύφεται δὲ ἐν αὐτῷ Χνούβιος ἔχων κεφαλὰς τρεῖς |
| λέγειν . [ σκότος γάρ ἐστιν Αἰσχύλου τεθνηκότος . ] φωνάριον . . . ᾠδικὸν καὶ καμπτικόν ἀσπαζόμεσθ ' ἐρετμία | ||
| τοῖς κολλώδεσι βρόχθιζε τούτοις γὰρ τρέφεται τὸ πνεῦμα καί τὸ φωνάριον ἡμῶν περίσαρκον γίγνεται . Εἰ τοῖς μεθυσκομένοις ἑκάστης ἡμέρας |
| κατάχυτλον , Ἀριστοφάνους μὲν εἰπόντος βαλανεὺς δ ' ὠθεῖ ταῖς ἀρυταίναις , καὶ αὖ πάλιν εἶτα κατασπένδειν κατὰ τῆς κεφαλῆς | ||
| ἀρνῶν κωλᾶς τ ' ἐρίφων βαλανεὺς δ ' ὠθεῖ ταῖς ἀρυταίναις . χαλκώματα , προσκεφάλαια . ἢν γὰρ ἕν ' |
| ὧν αἱ ποιότητες . ἀφύα βραχύτατόν ἐστι , συναγελαστικόν , λοπάσι σκευαζόμενον . ἀλώπεκες , ἵππουροι , θρίσσαι , λέρος | ||
| , πολύτροφος , βρωμώδης , διὸ μετὰ σινάπεως ἐσθίεται καὶ λοπάσι : κρεῖττον δὲ τὸ ὑπογάστριον . θύννος καὶ θυννίς |
| τοῖς θηριοδήκτοις δυνάμενα τὴν χρῆσιν παρέχειν . Σέρις τοίνυν καὶ ἐρείκη καὶ ἀστράγαλος πινόμενα μετ ' ὄξους , πᾶσι τοῖς | ||
| . κατασχίζουσαι . κατασχίζουσαι , κατακόπτουσαι : ἔστι δὲ φυτὸν ἐρείκη εὔσχιστον . σχίζουσαι , διακόπτουσαι . σχίζουσαι καὶ ἀποκόπτουσαι |
| διασμηχθεὶς ὄναιτ ' ἂν οὑτοσί : ἰδοὺ γὰρ οὐκ εἶπε χονδροῖς : καὶ πάλιν ὁ Μένανδρος . οὐκ ἔχω οὔθ | ||
| πόλις Συρακοσίων . . . ἁδρός : ὁ χονδρός , χονδροῖς . οὕτως Ὠρίων . . . . ἀδόροισιν : |
| ἀπὸ κοινοῦ . τοῖς ἐμβόλοις : ἔμβολον χάλκωμα ὡραῖον , περιτιθέμενον κατὰ πρῴραν ταῖς ναυσὶν σφῶν : τῶν Συρακουσίων . | ||
| ἀποσπεῖσαι . Μύδρον . σίδηρον ἀργόν . Ἔμβολος . χάλκωμα περιτιθέμενον κατὰ πρώραν ταῖς ναυσίν . Ἐναγίζειν . τὰς χοὰς |
| , καὶ τοῖς μὲν εὐστοχίας τε καὶ σφοδρότητος ἐν τῷ ἀκοντισμῷ μελέτη γίγνεται , τοῖς δὲ ἀσφαλείας τε καὶ φυλακῆς | ||
| οἱ βάρβαροι καὶ ἀντιμέτωποι τοῖς ἀμφ ' Ἀλέξανδρον ξυμπεσόντες οὔτε ἀκοντισμῷ ἔτι οὔτ ' ἐξελιγμοῖς τῶν ἵππων , ἥπερ ἱππομαχίας |
| κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; Καὶ Εὔπολις ἐν | ||
| κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; Οἷς δὴ βασιλεὺς |
| . . φοινικίδι : Πυρρῷ περιβολαίῳ . . . πέπλῳ κοκκίνῳ . Θ . . . ἐπόππυσεν : Ἐσύρισεν , | ||
| . Γ εἰώθασι δύο ὑπηρέται κεχρισμένον σχοινίον μίλτῳ ἤγουν βάμματι κοκκίνῳ ἐκτείνειν διὰ τῆς ἀγορᾶς καὶ τὸν ὄχλον διώκειν εἰς |
| μῆνα ἕκαστον , ὁ δὲ ἥλιος ἐν τξεʹ ἡμέραις καὶ λεπτῶι , ὃς δὴ χρόνος καλεῖται ἐνιαυτὸς ἡλιακός . ὁμοίως | ||
| , . τὸ δὲ βρέφος περιέχεται χιτῶσι , τῶι μὲν λεπτῶι καὶ μαλακῶι : ἀμνίον αὐτὸν Ἐ . καλεῖ . |
| ἀποκρουστικῇ χρησόμεθα δυνάμει καθ ' αὑτήν : ἐν δὲ ταῖς αὐξήσεσι ταύτην μὲν ἐλαττοῦν , προστιθέναι δέ τι τοῖς διαφορητικοῖς | ||
| μὲν τῶν ἐναντίων ταπεινοῦντες , τὰ δ ' ἡμέτερα ταῖς αὐξήσεσι μεγάλα καθιστῶντες . Ἐὰν δὲ πόλεμον μέλλοντα γίνεσθαι διακωλύειν |
| ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; οἷς δὴ βασιλεὺς Κρόνος ἦν τὸ | ||
| καλῶς , ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; καὶ Εὔπολις ἐν Εἵλωσι : καὶ |
| . τοῦ δὲ ΚΟΛΛΥΡΑΣ καλουμένου ἄρτου Ἀριστοφάνης ἐν Εἰρήνῃ : κολλύραν μεγάλην καὶ κόνδυλον ὄψον ἐπ ' αὐτῇ . καὶ | ||
| ἐγὼ εὖ πράξας ἔλθω πάλιν , ἕξετ ' ἐν ὥρᾳ κολλύραν μεγάλην καὶ κόνδυλον ὄψον ἐπ ' αὐτῇ . Καὶ |
| βάσεις ποδῶν ἁπαλὰς ἔχουσα , παρὰ δὲ τοῖς πολλοῖς βροτῶν Ποδάγρα καλοῦμαι , γινομένη ποδῶν ἄγρα . ἀλλ ' εἶα | ||
| Πυθίου . ἤπιον , ὦ πάνδημε , φέροις ἄλγημα , Ποδάγρα , κοῦφον , ἐλαφρόν , ἄδριμυ , βραχυβλαβές , |
| βασιλέων γεγενημένον ἐκ τετραπέδων λίθων , στυλίσι κατ ' ὀλίγον αὐξανομέναις ὑπειλημμένον , διῃρήκεσαν καὶ καταλελύκεσαν οἱ Ἀκυλήσιοι . οὔτε | ||
| γλαύκιον ὁμοίως . ἀτράφαξυς καὶ μαλάχη ταῖς μὲν ἀρχομέναις καὶ αὐξανομέναις καὶ οἷον ζεούσαις αἱ κηπευόμεναι , ταῖς δὲ παρακμαζούσαις |
| ] Σίδηρον πεπυρακτωμένον ἐπίβαλε ξύλῳ καλουμένῳ παλιούρῳ , καὶ τὸ ἐπιγιγνόμενον ὑγρὸν λαβὼν κατάχριε . ἄλλο . μύρτα λειώσας σὺν | ||
| ἀνθρώπου γενέσεως ἀρχή . τὸ ἀπογιγνόμενον καὶ ἐπιγίγνεται , τὸ ἐπιγιγνόμενον καὶ ἀπογίγνεται . τῶν ὄντων τὰ μὲν ἐν σώμασίν |
| ἐντεῦθεν καὶ τὴν χέρνιβα τινὲς χερνίβα φασίν , Ἀττικοὶ δὲ χερνίβιον . Τῆς ἐγχέλυος τὰς ἑνικὰς πτώσεις διὰ τοῦ υ | ||
| ἀμφίπολος πρόχοόν θ ' ἅμα χερσὶν ἔχουσα . Ἀττικοὶ δὲ χερνίβιον λέγουσιν , ὡς Λυσίας ἐν τῷ κατὰ Ἀλκιβιάδου λέγων |
| ἐπιφέρει τοῖς μὲν ὑγιαίνουσιν ἐσθιομένη , τοῖς δὲ νοσοῦσιν , ὑποτιθεμένη ἀγνοοῦσι , καὶ μάλιστα , εἴ τις τὴν θρίδακα | ||
| λέγοντος . Ἡ μὲν δὴ ἀρχαία σοφιστικὴ καὶ τὰ φιλοσοφούμενα ὑποτιθεμένη διῄει αὐτὰ ἀποτάδην καὶ ἐς μῆκος , διελέγετο μὲν |
| γὰρ τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι , κυπτάζειν δέ ἐστι τὸ στραγγεύεσθαι . Ἀριστοφάνης ἐν Νεφέλαις χώρει , τί κυπτάζεις ἔχων | ||
| μὲν λέγεται τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι : κυπτάζειν δὲ τὸ στραγγεύεσθαι . κωμῳδὸς καὶ τραγῳδὸς λέγεται ὁ χορευτὴς καὶ ὁ |
| , κᾆτ ' ἠνιάθην , ὅτι ὄνειρος ἦν ἄρα . ἀβαρὲς γὰρ ὅρκος χρῆμα σοί γ ' εἶναι δοκεῖ , | ||
| εὔκολον . κοῦφον ] ἀβαρές σοί ἐστιν . κοῦφον ] ἀβαρὲς ἔσται σοι . δοίης ] παράσχοις . Ξ τέλος |
| δύνασθαι τοῖς καθ ' ἕκαστα καὶ συνορᾶν τό θ ' ἁμαρτανόμενον ἐν ἑκάστῳ αὐτῶν καὶ τὸ μή . πρῶτον οὖν | ||
| τῶν ὅλων φύσιν γίνεται , καὶ τοῦ , ὅτι τὸ ἁμαρτανόμενον ἀλλότριον , καὶ ἐπὶ τούτοις τοῦ , ὅτι πᾶν |
| αἵ τε ἀντίδοτοι , καὶ πάντων μᾶλλον ἡ θηριακή . Πότημα πρὸς κοιλιακούς . Ῥοιῶν γ συμμέτρων ἕψεται σίδια , | ||
| καὶ καταπεσεῖται εἴπερ ἑάλῳ τῷ πάθει . [ ηʹ . Πότημα πρὸς τὸ γνῶναι εἰ ἀθεράπευτοί εἰσιν οἱ ἐπιληπτικοί . |
| τερπομένην καὶ ἀεὶ θάλλουσαν ἰάμνοις : πῖνε δ ' ἐνιτρίψας κοτυλήρυτον ὄξος ἀφύσσων ἢ οἴνης : ῥέα δ ' αὖτε | ||
| , ὡς καὶ τὸ τῶν χειρῶν κοῖλον : ὅθεν καὶ κοτυλήρυτον αἷμα τὸ ἀμφοτέραις ταῖς χερσὶν ἀρυσθῆναι δυνάμενον . καὶ |
| ἰχθύν . Ὀλοοῖσι : ὀλεθρίοις . παρήπαφον : ἠπάτησαν . Ἴσος : ὅμοιος . Κατεντύνουσιν : εὐτρεπίζουσι , κατασκευάζουσιν . | ||
| τόπος τῆς Βοιωτίας , ἴχνη πόλεως ἔχων , ὁ καλούμενος Ἴσος συστέλλοντι τὴν πρώτην συλλαβήν . οἴονται δέ τινες δεῖν |
| , πλείονα δὲ μοῖραν ἔχειν τοῦ μέλανος : τὸ δὲ πράσινον ἐκ πορφυροῦ καὶ τῆς ἰσάτιδος , ἢ ἐκ χλωροῦ | ||
| αἰσθητοῖς διὰ τὴν παρὰ μικρὸν διαφοράν , οἷον ὅταν τὸ πράσινον ἢ τὸ ἁλουργὸν μέλαν ὁρᾷ , ἢ ὅταν δύο |
| Κρατῖνος δὲ περὶ τούτων φησίν : ἐν ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται τοῖς πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ . ὅτι ἡ κοπὶς | ||
| τῇ κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; Οἷς δὴ |
| Σειρῆσι φρυγεύς φησι θυΐα λήκυθος . ὁ δὲ φρυγεὺς καὶ σείσων καλεῖται : ὀνομαστέον δὲ καὶ τὸν ἄνδρα τὸν φρύττοντα | ||
| χοῦς , ἁμίς , λεκάνη , θυΐα , κάνθαρος , σείσων , λύχνος . ὑπηρεσία σοι παντελής , γραῦ , |
| τῶν καθ ' ἓν ἀσεβούντων τίμημα . δεσμὸς μὲν οὖν ὑπαρχέτω πᾶσιν : δεσμωτηρίων δὲ ὄντων ἐν τῇ πόλει τριῶν | ||
| ἀνάγκης ὡς τῷ ἀνθρώπῳ , ἡ δὲ ἐγρήγορσις παντὶ ζώῳ ὑπαρχέτω , καὶ ἐγρήγορσις τινὶ δίποδι ὑπαρχόντως , ἀλλ ' |
| δὲ ἐκ διαλειμμάτων τινῶν . καὶ ὁ μὲν ἐρυθρὸς ταῖς ἀκμαζούσαις συνεδρεύει , ὁ δὲ λευκὸς ὡς ἐπίπαν ταῖς πράως | ||
| πρὸς τὴν πόλιν , ὁρμὴ καὶ τόλμα δαιμόνιος παρέστη ταῖς ἀκμαζούσαις τῶν γυναικῶν ἀμύνεσθαι τοὺς πολεμίους ὑπὲρ τῆς πατρίδος . |
| τὸν χρόνον ἐπ ' ἄπειρον , καὶ τὸ μέγεθος : συμπαρεκτείνεται γὰρ ὁ τῆς κινήσεως χρόνος τῷ διαστήματι , ἐφ | ||
| μὲν οὐκ ἐπιλαμβάνει τὸν ζῳδιακὸν οὐδὲ παντὶ τῷ πλάτει αὐτοῦ συμπαρεκτείνεται διὰ τὸ εἰς ὀξὺ ἀποκορυφοῦσθαι : διαμετροῦσα δ ' |
| μηδὲν ἐξείπῃς ἔπος : κλῇθρον γὰρ οὐδὲν ὧδ ' ἂν εὐπαγὲς λάβοις γλώσσης , κρυφαῖον οὐδὲν οὗ διέρχεται ὅπου γὰρ | ||
| κοίλην τε φαρέτρην ἰῶν ἐμπλείην νεόμην , ἑτέρηφι δὲ βάκτρον εὐπαγὲς αὐτόφλοιον ἐπηρεφέος κοτίνοιο ἔμμητρον , τὸ μὲν αὐτὸς ὑπὸ |
| ἔλαιον τοῖς μὲν φυτοῖς ἅπασίν ἐστιν πάγκακον καὶ ταῖς θριξὶν πολεμιώτατον ταῖς τῶν ἄλλων ζῴων πλὴν ταῖς τοῦ ἀνθρώπου , | ||
| τὰ νουσήματα , ἀλλὰ σπεύδειν τρύχειν προσφέροντα τῇ νούσῳ τὸ πολεμιώτατον ἑκάστῃ , καὶ μὴ τὸ φίλον καὶ σύνηθες : |
| τῶν ἐμφερομένων ἀκριβοῦς ἐρεύνης ἑκάστῳ τῶν εὑρεθέντων τὴν οἰκείαν χώραν προσνέμοντας ὡς ἀψευδῆ φιλοσοφίαν μετιόντας ἐπαινετέον . Μωυσῆς γοῦν τοῖς | ||
| - τέον τοὺς ταῦτα ὡς ἀναγκαῖα τῷ τοῦ φιλοσόφου λόγῳ προσνέμοντας ; Μή τι οὖν καὶ τὸ ἐν Δελφοῖς παράγγελμα |
| προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν δ ' ἄλλων ἕνεκα ὕπτιος ῥέγκει : εἰρήνη πᾶσα . λῃστὴς προαιρέσεως οὐ γίνεται , | ||
| λέξεσιν , εἰπὼν “ ἐν ταῖς βύρσαις ὕπτιος ” . ῥέγκει οὖν ἀντὶ τοῦ ποιὸν ἦχον ἀποτελεῖ τῇ ῥινί . |
| , μένοντος δὲ τοῦ χορίου συνεχοῦς . οἷς καὶ ἡμεῖς συναινοῦμεν , ἐπεὶ πολὺ πρότερον τὰ φαινόμενα τῇ συστάσει τοῦ | ||
| δὲ αὐτὰ λέγουσιν καὶ περὶ ἀτοκίων , οἷς καὶ ἡμεῖς συναινοῦμεν . ὅθεν ἐπεὶ τοῦ φθεῖραι τὸ κωλῦσαι γενέσθαι σύλληψιν |
| αὐτῷ ἑκατέρωθεν αἱ ἀκίαι , ὡς ὡρίσθησαν , πρῶτον ἐν ἀραιοτέρῳ διαστήματι , ἵνα μὴ συντρίβωνται ὑπ ' ἀλλήλων , | ||
| τακεραὶ φαίνονται , εἶτα ἐκθλίψαϲ τὸ ὑγρὸν καὶ διηθήϲαϲ ῥάκει ἀραιοτέρῳ μίϲγε μέλιτοϲ καλλίϲτου ἀπηφριϲμένου τὸ ἥμιϲυ μέτρον τοῦ ὕδατοϲ |
| εἶναι , ἀδικίαν δὲ μὴ προσεῖναι . ἢ γὰρ ταῖς γαμεταῖς ἢ ταῖς κοιναῖς χρῆσθαι μόναις . δύο δὲ σχεῖν | ||
| βέλτιον ἐπιδιδόασιν . ἔχω δ ' ἐπιδεῖξαι καὶ γυναιξὶ ταῖς γαμεταῖς τοὺς μὲν οὕτω χρωμένους ὥστε συνεργοὺς ἔχειν αὐτὰς εἰς |
| ' ὅτε πύρεθρον ὀλίγον ἢ πέπερι ἢ σίνηπι τῇ ῥητίνῃ παραπλέκεται , καὶ τὸ τοιοῦτον ἁρμόζει παραλυτικοῖς καὶ ταῖς ἀπὸ | ||
| ἁρμόζει παραλυτικοῖς καὶ ταῖς ἀπὸ ψύξεως ἐμπνευματώσεσιν . κενταύριον δὲ παραπλέκεται πίσσῃ καὶ κηρωτῇ , καὶ ἔστιν ἐνδοτικὸν χρησίμως καὶ |
| καὶ οἱ στάχυες δὲ τῶν μὲν μεγάλοι καὶ μανότεροι ταῖς κριθαῖς τῶν δὲ ἐλάττους καὶ πυκνότεροι , καὶ ἀπέχοντες δὲ | ||
| μὲν τοῖς χεδροποῖς ὅμοια τὰ δὲ τοῖς πυροῖς καὶ ταῖς κριθαῖς . ἐρέβινθος μὲν γὰρ καὶ φακὸς καὶ τἆλλα τὰ |
| μετὰ γλεύκεος ἀτμένιον ] πολυκάματον ἀτμένιον ] πολύτλητον κεραιόμενον ] κιρνάμενον κεραιόμενον ] μικτόν λίπος ] τὸ ἔλαιον ἢ χιόνι | ||
| καὶ χαμαιπίτυος καὶ τῶν χλωρῶν τῆς κυπαρίσσου σφαιρίων τὸ ἀφέψημα κιρνάμενον μετ ' οἴνου . Φασὶ δέ τινες καὶ καρκῖνον |
| μεταλαβεῖν . Κρατῖνος δὲ περὶ τούτων φησίν : ἐν ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται τοῖς πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ . ὅτι | ||
| ἐλθοῦσιν ἐν τῇ κοπίδι θοινᾶσθαι καλῶς ; ἐν δὲ ταῖς λέσχαισι φύσκαι προσπεπατταλευμέναι κατακρέμανται , τοῖσι πρεσβύταισιν ἀποδάκνειν ὀδάξ ; |
| . οὐ συμβατά , οὐ συγκρίσεως ἄξια . κυνόσβατος : φυτάριον ὅμοιον ῥοιδίῳ ἔχον τὸν καρπόν . ἔστι δὲ μεταξὺ | ||
| ' ὀλισθαίνει : δεῦσαι γὰρ τὸ βρέξαι . χελιδόνιον : φυτάριον πλατύφυλλον , μέλαν ὡς ἡ χελιδών , ἢ ὃ |
| μεταπλώσας : διαπλεύσας , καὶ ὕστερον πλεύσας . ἄνυται : ἀνύεται , τελειοῦται . Ἀσμαράγοις : ἀκτύποις , ἡσύχοις . | ||
| Γ . ἀφαυανθήσομαι : Ξηρανθήσομαι . ἐργάζεται : Τὸ πρᾶγμα ἀνύεται . λέγει δὲ ὅτι λοιπὸν πρωΐας ἐγένετο . διερεισαμένη |
| Ἰσχυρότατον δὲ πάντων ἐστὶν ὁ λευκὸς ἐλλέβορος , δεύτερον τὸ σησαμοειδές , τρίτον ἡ σταφίς , τέταρτον τοῦ σπάρτου τὸ | ||
| αὐτοῦ ἐστι μὲν οἷον κνίκος : καλεῖται δὲ καὶ τοῦτο σησαμοειδές : ἄγει δ ' ὅμοια ταῖς ῥίζαις , ἀλλ |
| ἕως ἐπαύσατο πίνων : | καὶ εἶπε : καὶ ταῖς καμήλοις σου ὑδρεύσομαι , ἕως ἂν πᾶσαι πίωσι . καὶ | ||
| φιλόδωρον , ὅτε αὐτὸν πληροῖ ποτίσασα , ὑπισχνεῖται καὶ ταῖς καμήλοις ὑδρεύσεσθαι , ἃς συμβολικῶς μνήμας εἶναί φαμεν : μηρυκᾶται |
| χεῖρα : ἡ μὲν οὖν καταγωγὴ τῆς τοξίτιδος καὶ ἡ ἀπόσχασις οὕτως ἐγίνετο . . τῶν δὲ βελῶν ἅμα πολλῶν | ||
| ' ὕδατος πινομένη . βοηθεῖ δὲ μεγάλως τούτοις καὶ ἡ ἀπόσχασις τῶν σκελῶν συνεχῶς γινομένη . Τοὺς σκοτωματικοὺς ἐν ἐπιτάσει |
| ; εὐτυχοῦντες οὐκ ἐπίστανται φέρειν . ξύμβουλον οὖν μ ' ἐπῆλθες ; ἢ τίνος χάριν ; κομίσαι σε , Θησεῦ | ||
| Πέρσαις , ἤγουν ὦ χαλεπὴ τύχη , ὡς ἄγαν βαρεῖα ἐπῆλθες τοῖς Πέρσαις . οἲ ἐγὼ τάλαινα : φεῦ ἐγὼ |
| φησίν , ὁμογενέσι ζώιοις συναγελάζεται ὡς περιστεραὶ περιστεραῖς καὶ γέρανοι γεράνοις καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀλόγων ὡσαύτως . ὣς δὲ | ||
| τοῦ στόματος : πρὸς δὲ τοὺς τρισπιθάμους πόλεμον εἶναι ταῖς γεράνοις καὶ τοῖς πέρδιξιν , οὓς χηνομεγέθεις εἶναι : τούτους |
| ἐν δὲ τῷ ἑνὶ ἔτει καὶ ἡμέραις ρλζ καὶ ὥραις ἰσημεριναῖς ε ∠ ʹ ἀνωμαλίας μὲν μοίρας πα λϚ , | ||
| ἐῤῥυμοτομημένα ἄμφοδα πρὸς τὴν ἰσημερινὴν ἀνατολὴν ἄσκια γίνεται ἐν ταῖς ἰσημεριναῖς τοῦ ἡλίου ἀνατολαῖς , οὐδ ' ἂν τούτου συμβαίνοντος |
| ἡ οὐσία λευκὴ καὶ ψαφαρὰ κατὰ φύσιν καὶ οὐδὲν ἔχουσα πιμελῶδες . τὰ μέντοι ἐκ λίμνης παραιτείσθωσαν : ἔστωσαν δὲ | ||
| ταρίχει , εὔχυλος , εὐδιάφθορος , ἐπιπολαστικὴ δὲ διὰ τὸ πιμελῶδες . τὰ δὲ λοιπὰ μέρη , μελάνδρυα διὰ τὴν |
| εἰώθασιν οἱ πολλοί , πολλοῖς δέ γε καὶ μὴ φίλοις παρέστην θορυβουμένοις , ὥστε μοι τοῦτο γενέσθαι φιλίας ἀρχὴν πρὸς | ||
| χρεών : κάλλιστά τοι δίκαιον : οὐ γὰρ ἐνδεὴς ὑμῖν παρέστην ἀλλὰ προύθανον γένους . τάδ ' ἀντὶ παίδων ἐστί |
| ἠμελημένων ἀνθρώπων καὶ ἔδρασαν ἐς φρέατα , τῇ δίψῃ ἀπαύστῳ ξυνεχόμενοι : καὶ ἐν τῷ ὁμοίῳ καθειστήκει τό τε πλέον | ||
| οὐχ οἱ τοξόται , ἀλλ ' οἱ ὁπλῖται τῷ αὐτῷ ξυνεχόμενοι : ἀντὶ τοῦ διώκοντες καὶ ὑποχωροῦντες κατὰ πόδας : |
| τὰ μὲν κνηθόμενα αἷμα χωρεῖ , τὰ δ ' αὖ ὑπόλευκον ἢ ὕπωχρον ὑγρόν , ὡς ἐντεῦθεν τὸν ἀκμάζοντα χυμὸν | ||
| Εἶδος δὲ τῶν φθινωδέων ἦν , τὸ λεῖον , τὸ ὑπόλευκον , τὸ φακῶδες , τὸ ὑπέρυθρον , τὸ χαροπόν |
| Ζηνὶ δ ' ἐπιρρέξαι καθυπερτέρῳ ἄρσενα χοῖρον , δυσμενέων αἰεὶ καθυπέρτεροι ὡς τελέθοιτε . φῆ , καὶ ἐρωήσας ἐλεφάντινον ᾤχετο | ||
| ἢ ἐναντίος τύχῃ , παροδικὴν ἀποδημίαν ἕξει ἡ γένεσις . καθυπέρτεροι δὲ ἀστέρες μάλιστα τοῖς ὑπογείοις οὖσι καθύγροις τοῖς ἔχουσιν |
| σπάθῃ κολούων φασγάνου μελανδέτου . ἢ κύαθον ἢ χαλκήλατον ἡθμὸν προσίσχων τοῖσδε τοῖς ὑπωπίοις πιστὸν μὲν οὖν εἶναι χρὴ τὸν | ||
| δάκνον : ὡς οἰσυπωδέστατα εἴρια ἐπ ' ὀστράκου κατακαῦσαι δαιδίῳ προσίσχων ἕως ἂν πάντα κατακαύσῃς : τοῦτο λεῖον τρίβων , |
| ὄντες τῆς χώρας : ἐκ νηπίου δὲ συντρεφόμενοι ταῖς γεωργικαῖς ἐπιμελείαις πολὺ προέχουσι τῶν παρὰ τοῖς ἄλλοις ἔθνεσι γεωργῶν ταῖς | ||
| δὲ προστιθέναι μηδέν , καὶ ἐπεὶ κοινὸν τοῦτο πάσαις ταῖς ἐπιμελείαις καὶ ταῖς σπουδαῖς , ταῖς τε κατὰ πρᾶξιν ταῖς |
| οἴνου δὲ ἔταξε μέτρον , καὶ ἦν γε τὸ ῥῆμα ἡμίνα βασιλική : γνώριμον δή που ὅτι ἔφραζεν ἡμικοτύλιον . | ||
| β , ἃ δὴ καὶ ἡμίναϲ προϲαγορεύουϲιν : ἡ δὲ ἡμίνα ἔχει κυάθουϲ η . ὁ Ἀττικὸϲ μέδιμνοϲ ἔχει ἡμίεκτα |
| ζῴοις ἄρτοι τε οἱ μέγιστοι καὶ κριθαὶ καὶ ἰσχάδες καὶ ἀσταφίδες καὶ κρόμμυα καὶ σκόροδα καὶ μέλι χύδην σχίνου τε | ||
| καθ ' ὥραν τετρυγημένοι . Νὴ Δί ' , ἐπεὶ ἀσταφίδες γε πάντες ἤδη εἰσί . Τοὺς τραυματίας ἐπὶ τούτοις |
| δὲ ἐκεῖ καὶ νεύρων χονδρώδης σύνδεσμος καὶ ἐπάνω τούτων ἡ ἐπιγονατίς , ἥτις καὶ μύλη καλεῖται . αὕτη μὲν αὐτοῦ | ||
| πλατὺ καὶ περιφερὲς ὀστοῦν , ὥσπερ φράγμα τοῦ γόνατος , ἐπιγονατίς τε καὶ κόγχη καὶ κόγχος καὶ μύλη , κατὰ |
| . ἀγκοίνῃσιν : κοιλότησι , τροπικῶς , βαθυτάταις πέτραις , βαθυτάτοις τόποις , ἀγκάλαις . Ἀγκοίνῃσιν : ἀγκάλαις τροπικῶς , | ||
| φλογέῃσι : ἐν . ὀχθίζων : στενάζων . Ὑποβρυχίοισι : βαθυτάτοις . Ἐπιτρωπῶσιν : ἐνδίδουσι , χαλῶσιν . Σθένος : |
| ὅσα περίεργ ' αὐταῖσι τῶν φορημάτων ὅσοις τε περιπέττουσιν αὑτὰς προσθέτοις . ἀγαθὰ μεγάλα τῇ πόλει ἥκειν φέροντάς φασι τοὺς | ||
| περίεργ ' αὐταῖσι τῶν φορημάτων , ὅσοις τε περιπέττουσιν αὑτὰς προσθέτοις . οἶνον δὲ πίνειν οὐκ ἐάσω Πράμνιον , οὐ |
| δέ τι καὶ ῥυπτικόν . Δορύκνιον ὅμοιόν ἐϲτι τῇ κράϲει μήκωνι καὶ μανδραγόρᾳ ψῦχον ἀμέτρωϲ : ναρκοῖ μὲν γὰρ ὀλίγον | ||
| μέλανα καθάπερ σηπία ἀλλ ' ὑπέρυθρον , ἐν τῷ λεγομένῳ μήκωνι . ὁ δὲ μήκων κεῖται ἐπάνω τῆς κοιλίας οἱονεὶ |
| τὸν βουκόλον , τὸν Αἴγωνα , διότι κατέλιπεν αὐτάς . λῶντι νέμεσθαι : καὶ οὐκέτι θέλουσι νέμεσθαι , δηλονότι ζητοῦσαι | ||
| κακὸν εὗρον . ἦ μὰν δείλαιαί γε , καὶ οὐκέτι λῶντι νέμεσθαι . τήνας μὲν δή τοι τᾶς πόρτιος αὐτὰ |
| Κηφισιακῶν δὲ γογγυλίδων μνημονεύει Κράτης ἐν Ῥήτορσιν οὕτως : κηφισιακαῖσι γογγυλίσιν ὅμοια πάνυ . Θεόφραστος δὲ γογγυλίδων φησὶν εἶναι γένη | ||
| νειφομένους σύκων ὁμοῦ τε μύρτων : ἔπειτα κολοκύντας ὁμοῦ ταῖς γογγυλίσιν ἀροῦσιν . ὥστ ' οὐδὲ εἷς ἔτ ' οἶδ |
| σύστασιν . Καὶ ταῦτα μὲν ἐπὶ ψυχραῖς ἐπιταθείσαις συμβαῖεν ἂν δυσκρασίαις , μᾶλλον ὁπόταν δ ' οὐχὶ διὰ ἑαυτὴν ἡ | ||
| γλυκέος . τοῦτο πεῖραν ἱκανὴν δέδωκε καὶ πάσαις ἁρμόττει ταῖς δυσκρασίαις , ὡς ἰδιότητι τῆς οὐσίας ἐνεργοῦν , καὶ οὐ |
| ἢ σκόροδον χυλώσας ἔνσταξον εἰς τὸ οὖς , ἢ πράσον χυλώσας χλιαρὸν ἢ ἕψημα χλιαρὸν , ἢ πράσου χυλὸν σὺν | ||
| μυρσίνην ἀφηψημένην ἐν οἴνῳ γλυκεῖ ἔνσταζε , ἢ ἐλαίας φύλλα χυλώσας καὶ μέλιτι μίξας συνέψησον καὶ τούτῳ χρῶ . ἄλλο |
| ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν | ||
| αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς . |
| ὄναρ τὸ περὶ τῆς μάχης οὕτως ἐξηπάτησεν αὐτόν , Νέστορι ἀπεικασθέν . οὐ μόνον δὲ τῷ Νέστορι ὑπήκουε δοκοῦντι φρονιμωτάτῳ | ||
| τὰς εἰκόνας ἐπανάγοντα , ἐπεὶ μηδὲ ἄλλως ἦν γνῶναι τὸ ἀπεικασθέν , εἰ μὴ τῇ πρὸς τὸ αἴτιον τὸ παραδειγματικώτερον |
| ἔσεσθε : ἐπίστασθε γὰρ ἐν ταῖς ἐφ ' ἡμῶν ὀλιγαρχίαις γεγενημέναις [ καὶ ] οὐ τοὺς γῆν κεκτημένους ἔχοντας τὴν | ||
| διωρισμένοις , ἐπὶ δὲ τῶν κατὰ μέρος ἀκόλουθον ταῖς πολλαχῆ γεγενημέναις ἡμῖν ἀπὸ τῆς συνεχεστέρας παρατηρήσεως διορθώσεσιν ἤτοι τῶν ὑποθέσεων |
| χαλεπώτεροί εἰσι τοῖς ἑκοῦσι κακὰ ἐργαζομένοις καὶ ψευδομένοις ἢ τοῖς ἄκουσιν . Ὁρᾷς , ὦ Ἱππία , ὅτι ἐγὼ ἀληθῆ | ||
| ἑκόντα ἑκοῦσιν ἐπιβάλλοντας οὐδὲν αἰσχυνομένοις , ἀλλὰ ἀνθρώποις αἰσχυνομένοις καὶ ἄκουσιν οἰστρῶντας καὶ ἀκολάστους ἀνθρώπους ἐπ ' ἀτελεῖ καὶ ἀκάρπῳ |
| . . . . ταῦτα δ ' ἐστὶ πλεῖν ἢ ναυτιᾶν . . . . ἀνάπιπτ ' . ἀνδριάντας ἑστιᾷς | ||
| ” τὰ τοιαῦτα . ταῦτα δ ' ἐστὶ πλεῖν ἢ ναυτιᾶν . καὶ τοίνυν καὶ πρώην τις τὸ αὐτὸ πρόβλημα |
| , καὶ χέω χοὴ , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ ζέω ζοὴ , καὶ τροπῇ τοῦ ο εἰς ω ζωή : | ||
| , καὶ χέω χοὴ , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ ζέω ζοὴ , καὶ τροπῇ τοῦ ο εἰς ω ζωή : |
| ἔτι δὲ καὶ ἀκρόπολίς τις ὡσανεὶ καὶ δυσχείρωτον ἔρυμα μονάδι ἀσχίστῳ κατὰ τοῦτο ἡ ἑβδομὰς ἐν τῇ δεκάδι φαίνεται : | ||
| μήτε πλέον ε λαμβάνειν . ταῖς δ ' ἑξῆς ἡμέραις ἀσχίστῳ νεαμελγεῖ τρεφέσθω : μετὰ δὲ τρεῖς ἢ τέσσαρας ἀπεχέσθω |
| ἵνα μᾶλλον αὐτὸν δείξῃ ἥττονα τοῦ λήμματος . Γ ταῖς ἄμαις : ἄμη γεωργικὸν ὄργανον . ※ φράζε δημιουργικῶς : | ||
| τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ἐξημεροῦν χρή , οὐ δικέλλαις , οὐδὲ ἄμαις , ἀλλὰ ἀρότρῳ , καὶ εὐθέως ἐπικοπρίζειν . ταύτῃ |
| ἡ ἀποκυήσασα τὸ βρέφος ἀνατρέφειν , καὶ λίθου πυρίτου ἱκανῶς λελειωμένου μέρος τι | συμπλέκειν , εἶτα κατ ' ὀλίγον | ||
| κηρωτῇ ἀναλαβὼν διάχριε καὶ ἔμπλασσε . Κατάπλασμα : ἄρτου καθαροῦ λελειωμένου ὕδατι καὶ ῥοδίνῳ προσλαμβάνοντος καὶ ὠοῦ λεκίθου ὀπτῆς . |