οὖσα ἀδιαίρετος , τὸ δὲ ἓν ὡς αἰσθητὸν εἰς ἄπειρον τμητόν . καὶ τὰ ἀριθμητὰ τῶν ἀριθμῶν εἴη ἂν διαφέροντα | ||
τῶν μειζόνων φησὶν ἰχθύων γένος ὑφ ' ὧν μὲν καλεῖσθαι τμητόν , ὑπ ' ἄλλων δὲ πελάγιον , οἷον χρυσόφρυς |
τέτταρες , μία μὲν οὐράνιον θεῶν γένος , ἄλλη δὲ πτηνὸν καὶ ἀεροπόρον , τρίτη δὲ ἔνυδρον εἶδος , πεζὸν | ||
τῇ χροιὰ μελανίζων . τούτου ὑπὸ τὸν αἰθέρα ἱπταμένου πᾶν πτηνὸν φρυάσσει . ἔχει δὲ μεγάλας πράξεις , ἃς λέγων |
δὴ δεῖν τότε εὐθὺς τὸ πεζὸν τῷ δίποδι πρὸς τὸ τετράπουν γένος διανεῖμαι , κατιδόντα δὲ τἀνθρώπινον ἔτι μόνῳ τῷ | ||
, ἵνα μὴ βλάβης γένωνται πρόξενα . Λύκος ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἄγριον καὶ πονηρόν . Τοῦ οὖν αἵματος αὐτοῦ |
, εἶτα τέμοι τὸ ζῷον εἰς ἄπουν καὶ δίπουν καὶ πολύπουν ὑπερβὰς τὸ πεζόν . ἔστι δὲ τοῦτο κακία ὁρισμοῦ | ||
δὲ ξηρῶν φαρμάκων ἀδήκτωϲ οἶδά ποτε τῷ διφρυγεῖ δαπανηθέντα τὸν πολύπουν . εὐδοκιμεῖ δὲ ἐπ ' αὐτῶν καὶ τὸ προειρημένον |
εὐπορώτατον εἶναι διὰ τὸ πλεῖστον ἐνεῖναι κενόν . τὸν δὲ στρυφνὸν ἐκ μεγάλων σχημάτων καὶ πολυγωνίων καὶ περιφερὲς ἥκιστ ' | ||
δὲ πάντα δι ' ἐλαίου πολλοῦ σκευάζοντα μηδὲν αὐστηρὸν ἢ στρυφνὸν ἔχοντα , μετὰ δὲ ταῦτα οἶνον , κἂν μηδέπω |
† δῆλον ἔχομεν ζῷον δίπουν , καὶ πάλιν ζῷον δίπουν ἄπτερον : ὁμοίως δὲ καὶ εἰ πλείονα λέγονται . ὅλως | ||
ὅτι τοῦ ὑπόποδος τὸ μέν ἐστι πτερωτόν , τὸ δὲ ἄπτερον : διαφοραὶ γὰρ αὗται ζῴου ὑπάρχουσιν , οὐ τοῦ |
δὴ κεκορημένοις Γόργως μὴ κίνη χέραδος μήτε μοι μέλι μήτε μέλισσα μνάσασθαί τινά φαιμι † καὶ ἕτερον † ἀμμέων ὀ | ||
, γινόμενος ὁτὲ μὲν λέων ὁτὲ δὲ ὄφις ὁτὲ δὲ μέλισσα , ὑφ ' Ἡρακλέους μετὰ τῶν ἄλλων Νηλέως παίδων |
πάντων σχεδὸν τῶν θηρίων ἰσχυρότατον . ποτάμιον δὲ ὑπάρχον καὶ χερσαῖον τὰς μὲν ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι ποιεῖ γυμναζόμενον κατὰ | ||
τροπικόν , ἐαρινόν , ἰσημερινόν , ἀνωφερές , τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , |
, ἔστι τὸ ἀντικείμενον ὄνομα εἰπόντα λύειν : οἷον εἰ ἔμψυχον συμβαίνει λέγειν , ἀποφήσαντα μὴ εἶναι , δηλοῦν ὡς | ||
. ἀποκτείνας γέ που : οὐκ ἔτι γάρ ἐστ ' ἔμψυχον . . . . . . . . . |
φησι τῆς Φιλίας κρατούσης τὰ πάντα ἓν γίνεσθαι καὶ τὸν Σφαῖρον ἀποτελεῖν ἄποιον ὑπάρχοντα , ὡς μηκέτι μήτε τὴν τοῦ | ||
αὐτῇ Σφαίρου μνῆμα : Πέλοπος δὲ ἡνίοχον εἶναι λέγουσι τὸν Σφαῖρον . τούτῳ κατὰ δή τι ἐξ Ἀθηνᾶς ὄνειρον κομίζουσα |
: Χάος ἦν καὶ Νὺξ Ἔρεβός τε μέλαν πρῶτον καὶ Τάρταρος εὐρύς : γῆ δ ' οὐδ ' ἀὴρ οὐδ | ||
ὡς Χάος πρῶτον , ἐπὶ δὲ αὐτῷ Γῆ τε καὶ Τάρταρος καὶ Ἔρως γένοιτο : Σαπφὼ δὲ ἡ Λεσβία πολλά |
λόγον ποιεῖσθαι τοῦ ἀνθρώπου , ἀλλὰ διαιρεῖν καὶ τοῦτο εἰς ἄπουν καὶ δίπουν καὶ πολύπουν : οὕτω γὰρ τὸ τέλειον | ||
χυλὸν ὀργάσας πίε . καὶ ἐπὶ τοῦ κοχλίου : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα . |
, ὡς ἐν τούτοις : δοιοὺς δ ' ἄρ ' ὑπήλυθε θάμνους ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας , ὃ μὲν φυλίης , | ||
δὲ μάχης ἐπέπαυτ ' ἀλεγεινῆς : Τρῶας δὲ τρόμος αἰνὸς ὑπήλυθε γυῖα ἕκαστον δειδιότας , ὅθ ' ὁρῶντο ποδώκεα Πηλεΐωνα |
καὶ γὰρ δὴ τὸ πνοαῖς συνδάμναται ἐχθραῖς . πῦρ μὲν ἀείζωον καὶ ἀχύνετον ἔτρεσεν ὕδωρ ἀργέστας : καί ῥ ' | ||
, ἀλλ ' ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται πῦρ ἀείζωον , ἁπτόμενον μέτρα καὶ ἀποσβεννύμενον μέτρα . . . |
μετα - βάσεως , ὡς πτηνόν φαμεν καὶ πεζὸν καὶ νηκτόν : ἢ καὶ ὅτι μία ἡ ἀντίθεσις , κἂν | ||
Σκορπίῳ , δίσωμον , θηλυκόν , γόνιμον , νυκτερινόν , νηκτόν , συριγγῶδες , πτερωτόν , ἄφωνον , ὑποτακτικόν . |
δὲ ὅλον , περὶ ἕνα μίσχον παχὺν καὶ ἰνώδη ὡσὰν κλωνίον τὰ μὲν ἔνθεν τὰ δὲ ἔνθεν κατὰ γόνυ καὶ | ||
ἢ σικύου σπερμάτια ὡς ὀκτὼ λεῖα μετὰ ψυχροῦ , ἢ κλωνίον ἡδυόσμου λεάνας δὸς πίνειν : ἐπιτίθει δ ' ἔξωθεν |
τῶν ἀσωμάτων καὶ παραδειγματικῶν ἰδεῶν , ἐξ ὧν ὁ νοητὸς ἐπάγη κόσμος , καὶ ὁ περὶ τῶν ὁρατῶν , ἃ | ||
τῶν στοιχείων εἰς ἄλληλα μεταβολάς , ἐξ ὧν ὁ κόσμος ἐπάγη καὶ συνέστηκεν , εἰδὼς ἀναγκαιότατον ἔργον , ἀκωλύτους παρέχεται |
εἰσι , λευκοτέρη τῆς ἄλλης ἐστίν : ἐκεῖ γὰρ τὸ λευκότατον ὑγρόν ἐστιν . Ἔχει δὲ καὶ τόδε ὧδε : | ||
καὶ τακέντων , διηθήσας λείου ἐν θυείᾳ ἐπιμελῶς , ὡς λευκότατον γενέσθαι , καὶ χρῶ . Ἄκοπον τὸ δεκάμοιρον . |
γίνεσθαι συμπιπτόντων τῶν χαρακτήρων καὶ τῶν γραμμάτων , ἀναλαμβάνει καθάπερ ἐκμαγεῖον καὶ διατυποῦται ῥᾳδίως ὑπὸ τῶν φαντασμάτων τορνευόμενός τε καὶ | ||
οὐδεμίαν ποτὲ οὐδενὶ τῶν εἰσιόντων ὁμοίαν εἴληφεν οὐδαμῇ οὐδαμῶς : ἐκμαγεῖον γὰρ φύσει παντὶ κεῖται , κινούμενόν τε καὶ διασχηματιζόμενον |
: σκορπίον ἢ ὀρφὼν περιτρηχέα . καὶ πάλιν : ἢ ὀρφῶν ἔναλον γένος ἠὲ μελάγχρουν κόσσυφον . Δωρίων δὲ τὸν | ||
' ἄκρης . . . καὶ πάλιν : γλαύκους ἢ ὀρφῶν ἔναλον γένος ἠὲ μελάγχρουν κόσσυφον . Δωρίων δὲ τὸν |
τῇ τελειώσει ὁ πόνος καὶ ἡ ἀπέρασις . Ἡ δὲ συκάμινος ἐλαφρόν τινα καὶ ὑδατώδη καὶ μικρὸν ὡς πρὸς τὸ | ||
φασίν . Ἡ μωρία μάλιστα ἀδελφὴ πονηρίας ἔφυ . Ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται : πρὸς τοὺς ἐν ἑαυτοῖς τὰ ὠφέλιμα |
τῶν λεπτῶν θάμνων ὑγρότητα . . διὰ θάμνου ἐκριζώθητε . θάμνος εἶδος φυτοῦ . . ἐκθαμνίσητε ] θάμνος κυρίως τὸ | ||
ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κοῦρός τε κόρη τε θάμνος τ ' οἰωνός τε καὶ ἔξαλος ἔλλοπος ἰχθύς . |
τοῦ ζώου εἶναι . καὶ πάλιν ἂν θελήσαιεν τὸν ἄνθρωπον ὑπόπουν δεῖξαι , συλλογίζονται μὲν ἢ ἄπουν ἢ ὑπόπουν αὐτὸν | ||
τὸν ἀνθρώπου ὁρισμὸν ἔχομεν συναθροισθέντα περὶ αὐτοῦ τὰ ζῷον πεζὸν ὑπόπουν δίπουν ἄπτερον , εἶθ ' ὑποθώμεθα , ταὐτὸν δὲ |
τὸν παρασχηματισμὸν τῶν γενῶν καὶ τὴν κλίσιν : ὡς γὰρ δερμάτινος δερματίνη δερμάτινον , οὕτω καὶ τυπτόμενος τυπτομένη τυπτόμενον : | ||
, περιβόλαιον ἀγροικικὸν , δουλικὸν , παλαιόν : ἢ χιτὼν δερμάτινος . Βορέῃ δὲ λέγουσιν Ἡλίῳ τε τοιαύτην ἔριν γενέσθαι |
μαθεῖν . εἰσί τινες οἱ τὴν ἄποιον καὶ ἀνείδεον καὶ ἀσχημάτιστον οὐσίαν θεοπλαστοῦντες , τὸ κινοῦν αἴτιον οὔτε εἰδότες οὔτε | ||
: τὸ μὲν γὰρ μέλος ἀνενέργητόν τ ' ἐστὶ καὶ ἀσχημάτιστον , ὕλης ἐπέχον λόγον διὰ τὴν πρὸς τοὐναντίον ἐπιτηδειότητα |
, στίμμι , κοράλλιον , ὕαλος ἀργὴ , χαλκὸς , κασσίτερος , μόλυβδος , οἶνος οὐ πολὺς , ὡσεὶ δὲ | ||
προσεχής , ὡς Διονύσιος ἐν Βασσαρικοῖς . ἐξ ἧς ὁ κασσίτερος . Κασσώπη , πόλις ἐν Μολοσσοῖς , ἐπώνυμος τῇ |
καὶ τμῆμα , καὶ διὰ τί μὴ εἶπε τμῆμα ἀλλὰ τόμος . Πρὸς μὲν οὖν τὴν πρώτην ζήτησιν , ἥτις | ||
πάλιν ἀπὸ τοῦ τέμω γίνεται τομός ὀξυτόνως ὁ τέμνων καὶ τόμος βαρυτόνως ὁ τεμνόμενος : καὶ πάλιν παρὰ τὸ τρέχω |
φύλλα ὥσπερ ἐπινέοντα καὶ κρύπτοντα τὸν τρίβολον , ὁ δὲ τρίβολος αὐτὸς ἐν τῷ ὕδατι νεύων εἰς βυθόν . τὸ | ||
αἱμορροΐδας ἀναστομοῖ . Ὕδωρ ψυχρόν , ἀείζῳον , ἀνδράχνη , τρίβολος χλωρός , ψύλλιον , φακὸς ὁ ἀπὸ τῶν τελμάτων |
δὲ ἢν ζητῇς τὸν θεόν , ἢ πίθηκός ἐστιν ἢ ἶβις ἢ τράγος ἢ αἴλουρος . τοιαύτας πολλὰς ἰδεῖν ἔνεστιν | ||
ὄψεις : καὶ Ἀπόλλων μὲν ἐγένετο ἱέραξ , Ἑρμῆς δὲ ἶβις , Ἄρης δὲ λεπιδωτὸς ἰχθύς , Ἄρτεμις δὲ αἴλουρος |
οἱ ὑμένες περιῤῥήγνυνται , καὶ ὁκόταν ἡ ὄρνις αἴσθηται τὸν νεοσσὸν κινηθέντα ἰσχυρῶς , κολάψασα ἐξέλεψεν : καὶ ταῦτα ξυμβαίνει | ||
μᾶζαν μαλθακὴν ἢ ἄρτου τὸ ἐντός : ὄψον δὲ ἐσθιέτω νεοσσὸν ἀλεκτορίδος δίεφθον ἐζωμευμένον κρομμύῳ καὶ κοριάνῳ καὶ τυρῷ καὶ |
περιττά . τῷ δὲ σχήματι δαφνοειδῆ τῆς λεπτοφύλλου , πλὴν χαραγμὸν ἔχοντα καὶ βραχύτερα καὶ οὐκ εἰς ὀξὺ τὸ ἄκρον | ||
πλὴν μεῖζον ἐκείνου καὶ πλατύτερον ἢ προμηκέστερον , τὸν δὲ χαραγμὸν οὐκ ἔχον ὥσπερ ἐκεῖνο . γίνεται δὲ τὸ δένδρον |
ποιηταὶ καλεῖν φιλοῦσιν αὐτήν : πονηρὸν δὲ καὶ ὁ χερσαῖος ἐχῖνός ἐστι . καὶ ὃ μὲν ἑαυτὸν συνειλήσας κεῖται , | ||
ἀναίμου τε ὄντος καὶ τόσον γόνον ᾠοτοκοῦντος , ὡς ὁ ἐχῖνός τε ᾠὰ πέντε γεννᾷ , ἓν δὲ τὸ ὄστρεον |
διὰ τῆς λέξεως ἐδήλωσεν . ΓΘ κυκήσω ] συνταράξω . φύσκης : φύσκη ἔντερόν ἐστι παχύ , εἰς ὃ ἐμβάλλεται | ||
, τόμος ἀλλᾶντος , τόμος ἠνύστρου , χορδῆς ἕτερος , φύσκης ἕτερος διαλαιμοτομεῖται , κρατὴρ ἐξερροίβδητ ' οἴνου , πρόποσις |
μιν ποτιδέρκεται , ὄφρ ' ἀνέληται : τῇ ἴκελος Πάτροκλε τέρεν κατὰ δάκρυον εἴβεις . ἠέ τι Μυρμιδόνεσσι πιφαύσκεαι , | ||
, ἔνθ ' ἤτοι πάμπρωτα λοέσσατο μὲν ποταμοῖο εὐαγέως θείοιο τέρεν δέμας , ἀμφὶ δὲ φᾶρος ἕσσατο κυάνεον , τό |
ἐπιθυμοῦσα . περὶ βασιλίσκου τεκμαίρου : γίγνωσκε , μάνθανε τὸν βασιλίσκον , ὀλίγον μὲν ἰδεῖν , ἐξοχώτατον δὲ τῇ δυνάμει | ||
δὲ ὑπὸ κατηγορίας λοιδορηθέντα καὶ ἐντεῦθεν νοσήσαντα βουλόμενοι σημῆναι , βασιλίσκον ζωγραφοῦσιν : ἐκεῖνος γὰρ τοὺς πλησιάζοντας τῷ ἑαυτοῦ φυσήματι |
τὸν δράκοντα ὑπὸ Ἰάσονος . ἡ δὲ ἄρκευθος δένδρον τι ἀκανθῶδες , Ἀπόλλωνος ἴδιον , ὡς ἱστορεῖται ἐν γʹ τῶν | ||
. ἰσχύουσα δέ , ὅτι τὸ ἐν Αἰγύπτῳ αὐτῆς φυτὸν ἀκανθῶδες τοιαύτην ἔχει δύναμιν . ὅταν γὰρ αὐτῆς ἅψηταί τις |
: τρία σημαίνει ἡ λέξις : ἔστι γὰρ ψολόεν τὸ μέλαν , τὸ σποδοειδές , τὸ λαμπρόν . Εὐφορίων ἢ | ||
ἑλμίνθων φθαρτικόν . εὐκοιλιώτερον δὲ τὸ λευκόν , τὸ δὲ μέλαν οὐρητικώτερον . ὑπάρχειν δ ' αὐτῶν καὶ τὰς ῥίζας |
” . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ συνεχές , οἷον „ ἀζηχὲς μεμακυῖαι , ἀκούουσαι ὅπα ἀρνῶν „ . δηλοῖ δὲ | ||
δέ ἐστι τὸ ἀδιάλειπτον ἢ † μεγαλόψυχον , οἷον : ἀζηχὲς μεμακυῖαι : σημαίνει δὲ τὸ σκληρὸν ἀπὸ τῆς ἄζης |
καθ ' ἕκαστα οὐτιδανά . ἕκαστον δὲ πάλιν τῶν ἄνωθεν ἀντιδιαιρουμένων ἰδίως ἔχει διαιρέσεις παραπλησίως μέχρι τῶν ἀτόμων καὶ οὐτιδανῶν | ||
. πρὸς ὅ φαμεν ὅτι ὁ κανὼν οὗτος ἐπὶ τῶν ἀντιδιαιρουμένων ἔρρωται : ἐκεῖ γὰρ οὐκ ἔστι τὸ πρῶτον καὶ |
ἐκεῖνός ἐστιν . “ ἄλλος ἔφη ” οὐκ οἴδατε τὸ ἀνθρωπάριον τοῦτο πῶς φρονίμως ἔδρασεν ὑπὲρ πάντας ἡμᾶς : ἡμεῖς | ||
καὶ ἀνελεύθερον ἀνθρώπιον : ὑποκοριστικῶς . ἀνδρίον : ἀνδράριον , ἀνθρωπάριον : ὑποκοριστικῶς . τὸ δὲ αὕτως ἀντὶ τοῦ μάτην |
καὶ βρέφος ἀρτίτοκον ἐφθέγξατο , καὶ τῶν ξοάνων τὰ μὲν ἵδρου , τὰ δὲ καὶ αἷμα ἵδρου , ἀνδρῶν τε | ||
βέλτιστον , ἐκθύμως πάνυ ἐρίζοντας : ὁ γοῦν Τιμοκλῆς καὶ ἵδρου καὶ τὴν φωνὴν ἤδη ἐξεκέκοπτο ὑπὸ τῆς βοῆς , |
. . . ἄκρην : σκολιὸν καὶ περιεστραμμένον ἐπισύρεται τὸ οὐραῖον τεινόμενον * ὁμῶς : πάντοτε ὁμοίως ἔμπης * ἐπιτείνεται | ||
, σκόμβρος , θυννίς , κωβιός , ἠλακατῆνες , κυνὸς οὐραῖον τῶν καρχαριῶν , νάρκη , βάτραχος , πέρκη , |
' ἄλλοι ἀπόπληκτοι . Οἷσι μὲν τῷ μὴ δύνασθαι κινέειν λεπτύνεται τὸ νενοσηκὸς τοῦ σώματος , οὗτοι ἀδύνατοι εἰς τωὐτὸ | ||
διαφαίνεται , ἔσθ ' ὅτε γὰρ τῇ προσβολῇ τῆς χειρὸς λεπτύνεται ἡ ὕλη , καὶ τότε δημοσιεύει τὴν ἑαυτὴν δύναμιν |
τοῦ τῆς εὐτεχνίας ἐπαίνου μεταλαμβάνουσιν . ἐπαινεῖται γὰρ πολλάκις καὶ σκέπαρνον καὶ πρίων καὶ τέρετρον ἐκ τοῦ κατὰ τέχνην ἀποτελέσματος | ||
πακτῶσαι θύρας ἐν Ἀριστοφάνους Λυσιστράτῃ . τὰ δὲ ἐργαλεῖα τούτων σκέπαρνον , πέλεκυς ξυλοκόπος , ὡς ἔφη Ξενοφῶν , τρύπανον |
τυχεῖν μὲν γὰρ αὐτὸν ἔχοντα παμμεγέθη ἐκπώματα ὑάλινα τῆς καλλίστης ὑάλου , ἐπεὶ δὲ πάντως ἀποθανεῖν ἔγνωστο , κατάξαντα τὸν | ||
ἅπτουσιν . τοῦτο οὖν φησιν : εἰ ὑφάψαιμι διὰ τῆς ὑάλου καὶ προσαγάγοιμι τῇ δέλτῳ τὸ πῦρ τῇ τοῦ γραμματέως |
ἀπὸ Παρράσου τοῦ Λυκάονος . Εἰλειθυίης ἤγουν γεννήσεως . οὔτε ἑρπετὸν οὔτε γυνὴ χρῄζουσα τοῦ τεκεῖν ἐπιμίσγεται . ἢ οὕτως | ||
κέρας ἐλάφειον , ἢ ὄνυχας αἰγὸς θυμιάσῃς . πᾶν δὲ ἑρπετὸν ἀπελάσεις , εἰ ὀπόν , καὶ μελάνθιον , καὶ |
δύο ῥητῶς κιρνάναι κελεύων . ὁ δ ' Ἀνακρέων ἔτι ζωρότερον ἐν οἷς φησι : καθαρῇ δ ' ἐν κελέβῃ | ||
ἀλλ ' εὐνοϊκῶς . Εὔζωρον κέρασον καὶ εὐζωρότερον , οὐ ζωρότερον . Ἦς ἐν ἀγορᾷ σόλοικον , λέγε οὖν ἦσθα |
“ ὀρφώς ” , ὡς ταώς καὶ λαγώς . Γ μεμβρὰς δὲ εἶδος ἀφύας . εἴρηχ ' ] εἴρηκεν . | ||
“ ὀρφώς ” , ὡς ταώς καὶ λαγώς . Γ μεμβρὰς δὲ εἶδος ἀφύας . εἴρηχ ' ] εἴρηκεν . |
ἦν : Ἐρέβους δ ' ἐν ἀπείροσι κόλποις τίκτει πρώτιστον ὑπηνέμιον Νὺξ ἡ μελανόπτερος ὠιόν , ἐξ οὖ περιτελλομέναις ὥραις | ||
, οὐκ ἀδύνατον ἡγησάμενος οὐδὲ ἀπίθανον τοῖς ἀνθρώποις φανῆναι ἵππων ὑπηνέμιον γένος , τὸν Βορρᾶν ἔφη ἐρασθέντα Τρωικῶν τινων ἵππων |
, ἢ φονευτικόν . φυλίης ε . . , : φυλίης : ὁ μὲν Ἡλιόδωρος γένος ἐλαίας , ὁ δὲ | ||
ἄρ ' ὑπήλυθε θάμνους ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας : ὁ μὲν φυλίης , ὁ δ ' ἐλαίης . τοὺς μὲν ἄρ |
ἐξιοῦσαν γὰρ εἰς τὴν τοῦ παντὸς ψυχὴν ἀναχωρεῖν πρὸς τὸ ὁμογενές . Οἱ Στωικοὶ ἐξιοῦσαν ἐκ τῶν σωμάτων ὑποφέρεσθαι † | ||
εἰς αἶραν ἀξιοῦν ἄτοπον : εἰς γὰρ τὸ σύνεγγυς καὶ ὁμογενές πως αἱ μεταβολαί : τὸ δὲ μηδὲ εἰς ἕτερον |
ἄκρα γε μὴν τὰ ὦτα λασίους . θηρίον δὲ τοῦτο ἁλτικὸν δεινῶς , καὶ κατασχεῖν βιαιότατά τε καὶ ἐγκρατέστατα καρτερόν | ||
προσθίους ἐμποδίζοντα διὰ τὴν ἐκείνων εἰς τὸ εἴσω παράλλαξιν . ἁλτικὸν δ ' ἐστὶ καὶ πη - δητικὸν τὸ ζῷον |
πυρίνους : εἶναι δὲ τρία γένη τἆλλα , πτηνόν , ἔνυδρον , πεζόν . γῆν δὲ πρεσβυτάτην μὲν εἶναι τῶν | ||
. . . . Ἄργος ἄνυδρον ἐὸν Δανααὶ θέσαν Ἄργος ἔνυδρον . Ἄργος ἄνυδρον ἐὸν Δαναὸς ποίησεν εὔυδρον . . |
προϊδὼν ὀλοφώϊον ἑρπυστῆρα , φραξάμενος πυκινῇσιν ὑπὸ προβλῆσιν ἀκάνθαις εἱλεῖται σφαιρηδόν , ὑφ ' ἕρκεϊ γυῖα φυλάσσων , ἔνδοθεν ἑρπύζων | ||
φυσῶντος . ἐνιχρίμψειεν : βάλοιεν . Αἶψα : ταχέως . σφαιρηδόν : σφαίρασα παρὰ τὸ αἴραν , οἱονεὶ εἰς ὕψος |
ἡμέραν , κογχύλης ὄστρακον κεκαυμένον ἐπίπασσε τῷ τόπῳ λεῖον ἢ ἀστράγαλον χοίρου κεκαυμένον ἢ μόλυβδον κεκαυμένον ἐπίχριε μετ ' οἴνου | ||
' ἔβαλεν κεφαλῆς τε καὶ αὐχένος ἐν συνεοχμῷ , νείατον ἀστράγαλον , ἀπὸ δ ' ἄμφω κέρσε τένοντε : τοῦ |
στειρῶδες , ὑποτασσόμενον , πτερωτόν , ἡμερινόν , ἐξ ἡμισείας ἀνθρωπόμορφον καὶ φωνῆεν , συριγγῶδες . καὶ καθόλου μέν ἐστι | ||
. Ὑδροχόος ἐστὶν ἐν οὐρανῷ ζῴδιον ἀρρενικόν , στερεόν , ἀνθρωπόμορφον , πάρυγρον , μονογενές : ἐστὶ δὲ ἄφωνον , |
, τετράδα καμπτομένην ἑτέρων ἔσφιγξεν ἑλίξας , δεσμῶι ἀναγκαίωι μεμερισμένα δάκτυλα βάλλων , ὅττι πολὺ σκηπτοῦχος ὑπέρτερος εἰς σθένος ἄλλων | ||
καὶ σκαιὴν παλάμην ὑψούμενος ἄσπετος Αἰὼν παλλομένην ἐτίταινεν ἐς αἰθέρα δάκτυλα κάμπτων , φάρεος ἄκρον ἔχουσαν ἐπήορον : ἰσοπαλὴς γὰρ |
⋖ α ὁμοίωϲ πινομένη . φαϲὶν δέ τινεϲ καὶ καρκίνον ποτάμιον χυλιϲθέντα μετὰ γάλακτοϲ , καὶ προϲλαβόντα ϲελίνου ϲπέρμα , | ||
ἐν τοῖς σκήπτροις ἀνωτέρῳ μὲν πελαργὸν τυποῦσι , κατωτέρω δὲ ποτάμιον ἵππον , δηλοῦντες ὡς ὑποτέτακται ἡ βία τῇ δικαιοπραγίᾳ |
. οὗτος δέ , φησί , καλεῖται καὶ ὀξύρυγχος . κορακῖνος δ ' ὁ ἐκ τοῦ Νείλου : ἥττων δ | ||
περὶ ζῴων ἢ ἰχθύων . θρίσσα ἐγκρασίχολος , μεμβράς , κορακῖνος , ἐρυθρῖνος . τριχίδων δὲ Εὔπολις : ἐκεῖνος ἦν |
βελόνη καὶ ἀβλενής , δύσπεπτος , ὑγρός , εὐκοίλιος . θρίσσα , χαλκίς , εὐανάδοτα . κεστρεύς ἐστι καὶ θαλάσσιος | ||
καὶ φαγρώριος ὃν καὶ φάγρον καλοῦσιν , ἔτι σίλουρος κιθαρὸς θρίσσα κεστρεὺς λύχνος φῦσα βοῦς : ὀστρακίων δὲ κοχλίαι μεγάλοι |
οὗτοι , ἐπιτήδειοι εἰς ταριχείαν . Μένανδρος . κωβιός , ἠλακατῆνες καὶ κυνὸς οὐραῖον . Μνασέας ὁ Πατρεύς : Ἰχθύος | ||
' ἀπείλημμαι μόνος . πρόσεισιν οἷον ἀψοφητὶ θρέμματος κωβιός , ἠλακατῆνες , κυνὸς οὐραῖον . ἆρ ' ἐστὶ τοῦτ ' |
πάσας ἢ τὰς πλείους : ὁ δὲ λέγων ζῷον ὀρθοπεριπατητικὸν πλατυώνυχον γελαστικὸν ἐκ τῶν τῇ ὕλῃ προσόντων συντέθειται . τούτων | ||
ὑπογραφῶν γίνεται , οἷον εἰ τὸν ἄνθρωπον εἴποιμεν ζῷον ὀρθοπεριπατητικὸν πλατυώνυχον γελαστικόν : ἐκ γὰρ τῆς ὕλης αἱ τοιαῦται διαφοραὶ |
μάλιστ ' ἀνηκόντων . μετὰ δὲ ταῦτα τοῦ βασιλέως ἱεροσκοπησαμένου μόσχῳ καὶ καλλιερήσαντος , ὁ μὲν ἱερογραμματεὺς παρανεγίνωσκέ τινας συμβουλίας | ||
τῆς σχοίνου συμπλοκὴν διείρῃ , κατέχεται καὶ πεδηθεῖσα σὺν τῷ μόσχῳ καταμένει , ἐκεῖνον μὲν οὐκ ἀπολύσασα , ἑαυτήν γε |
εἰσὶ δὲ οἵδε , πολύπους τευθὶς ἀκαλήφη ναύπλιος ἑλεδώνη πορφυρίων σηπία . αὕτη δὲ μόνη καὶ τοὺς ἀποδρᾶναι πειρωμένους ὠφελεῖ | ||
διὰ τί ἰχθύς ; διότι ἄκανθαν ἔχει . διὰ τί σηπία ; διότι σηπίον ἔχει . ταῦτα δὲ πάντα ἀνάλογον |
φίλοι , βοηθοί , μάρτυρες , συνοικίαι . Τὸ γὰρ βροτεῖον σπέρμ ' ἐφημέρια φρονεῖ , καὶ πιστὸν οὐδὲν μᾶλλον | ||
φίλοι , βοηθοί , μάρτυρες , συνοικίαι . Τὸ γὰρ βροτεῖον σπέρμ ' ἐφημέρια φρονεῖ , καὶ πιστὸν οὐδὲν μᾶλλον |
ἂν ὠξ Ἐφύρας κτίσσε ποτ ' Ἀρχίας , νάσω Τρινακρίας μύελον , ἄνδρων δοκίμων πόλιν . νῦν μὰν οἶκον ἔχοις | ||
μένει . τῷ δ ' ὀ πόθος καὶ τὸν ἔσω μύελον ἐσθίει ὀμμιμνασκομένῳ , πόλλα δ ' ὄραι νύκτος ἐνύπνια |
βαθεῖ , πήραν ἐξημμένον καὶ τριβώνιον ἀμπεχό - μενον , ὀργίλον , ἄμουσον , τραχύφωνον , λοίδορον , μηνύειν ἐπὶ | ||
, περὶ ἀναιδείας καὶ βδελυρίας : ὁπότε δὲ ἀγνώμονα καὶ ὀργίλον , ἀγνωμοσύνης καὶ ὀργῆς ἀποτρέπειν . καὶ ἐπὶ τῶν |
, ὅτι νυκτὸς εἶδεν αἵματι τὸν οἶκον αὐτῆς μεμολυσμένον . πιληθεῖσα : ἀναπαγεῖσα ἡ γῆ . αἰνυμένη : ἀπολαβοῦσα . | ||
χεομένη καὶ πιλουμένη καὶ παντοίως σχηματιζομένη τε καὶ ἀλλοιουμένη . πιληθεῖσα μὲν γὰρ πυκνόν τε καὶ βαρὺ ἀπειργάσατο , ἀραιωθεῖσα |
καὶ ἄλλαι δύο : ἄλλο καὶ ἀλλοῖον , χωριστὸν καὶ ἀχώριστον . πᾶσαι δὲ ἕξ εἰσι , καὶ τούτων αἱ | ||
χωριστόν , οἷον τὸ λογικὸν εἶδος , καὶ τὸ πάντη ἀχώριστον , οἷον ἡ ποιότης : ἐν μέσῳ δὲ ἡ |
καλὸν ὁ νόμος ἐνὸν ἐπαινεῖ . τί γὰρ δὴ δικαίῳ χωριζόμενον ἡδονῆς ἀγαθὸν ἂν γίγνοιτο ; φέρε , κλέος τε | ||
τὸν δ ' αἰθέρα εἰς τοὺς βλαστοὺς ὡς ἑκάτερον ἑκατέρου χωριζόμενον , ἀλλ ' ἐκ μιᾶς ὕλης καὶ ὑφ ' |
τὸν πρεσβύτην καὶ τοὺς νομιζομένους παρ ' αὐτοῦ θεούς , Ἀέρα , Αἰθέρα καὶ Νεφέλας ἀνακαλεῖται . πρὸς δὲ τὴν | ||
Ὀμίχλην , Πόθου δὲ καὶ Ὀμίχλης μιγέντων ὡς δυεῖν ἀρχῶν Ἀέρα γενέσθαι καὶ Αὔραν , Ἀέρα μὲν ἄκρατον τοῦ νοητοῦ |
: ξύνεσιν δ ' ἔχον ? ? [ τέτραπον ἠδὲ δίπουν ] τι τρίπουν ? [ [ ] νῆ τρισὶ | ||
ἄνθρωπος , τοῦτο καὶ δίπουν , οὐκ εἴ τι δὲ δίπουν , τοῦτο καὶ ἄνθρωπος . πάλιν εἴ τι φαλακρόν |
, οὗ ἡ περίμετρος πηχῶν μʹ : δίκερας πρὸς τούτοις ὀκτάπηχυ . πολὺ δὲ καὶ ζῴων πλῆθος ἐπιχρύσων συνεπόμπευεν , | ||
, ὑπὸ ἀνδρῶν ἑξήκοντα , ἐφ ' ἧς ἄγαλμα Νύσης ὀκτάπηχυ καθήμενον , ἐνδεδυκὸς μὲν θάψινον χιτῶνα χρυσοποίκιλον , ἱμάτιον |
πρόσωπον φεύγειν καὶ κατακρημνίσαι ἑαυτόν . Τῶν θαλαττίων δὲ ζῴων ἡμερώτατον εἶναι δελφῖνα : καὶ γὰρ πρὸς παῖδας ἐρωτικῶς ἔχειν | ||
σαυτῷ διαλέξῃ : Πελάγιον δὲ τουτονὶ γνοὺς ἐγνωκὼς ἔσῃ τὸν ἡμερώτατον Σύροις . ἐπαινῶ δὲ ἐντεῦθεν αὐτόν , οὐχ ὡς |
οἰκίας . Ἀχαιός : ἦ τοσούσδ ' Αἴτνη τρέφει κοχλίας κεράστας . προβάλλεται δὲ κἀν τοῖς συμποσίοις γρίφου τάξιν ἔχον | ||
κάμπας , τὸν δ ' ἱέρακα πρὸς τοὺς σκορπίους καὶ κεράστας καὶ τὰ μικρὰ τῶν δακέτων θηρίων τὰ μάλιστα τοὺς |
τῇ κάτω . Ἔχει δὲ καὶ ὄνυχας καρτεροὺς καὶ δέρμα λεπιδωτὸν ἄρρηκτον ἐπὶ τοῦ νώτου . Τυφλὸν δὲ ἐν ὕδατι | ||
ἥγηνται εἶναι . Νομίζουσι δὲ καὶ τῶν ἰχθύων τὸν καλεόμενον λεπιδωτὸν ἱρὸν εἶναι καὶ τὴν ἔγχελυν , ἱροὺς δὲ τούτους |
ὁ χορὸς ὅτι καὶ νῦν ἔχουσιν οἱ ἄνθρωποι τὸ φλόγας ἐκπέμπον πῦρ . ὁ δέ φησιν , ναὶ , ἀφ | ||
ἐκεῖνο τὸ μάρμαρον , τὸ δι ' ἀψύχου φωνῆς ζωτικὸν ἐκπέμπον τὸ φώνημα , θεὸς ἐνομίσθη θεὸν προσαγορεύων τὸν Ἥλιον |
ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ | ||
νοητὸν καὶ νῷ μόνῳ ληπτὸν , οὐδὲ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀχρώματον οὐδὲ τὸ ἀσώματον καὶ ἀναφές . ληʹ Ἐπεὶ ἐμέ |
ἐρυσιπέλατα ψυχόντων μεθ ' ὑγρότητος ἄνευ στύψεως , οἷόν ἐστιν ἀείζῳον καὶ ἀνδράχνη καὶ ψύλλιον ὅ τε ἀπὸ τῶν τελμάτων | ||
μετ ' ὄξους [ δὲ ] λεανθεῖσα καὶ τὸ λεπτὸν ἀείζῳον καὶ λαπάθου ῥίζα [ καὶ τὸ λεπτὸν ἀείζῳον ] |
. ἀνέρος : ἁλιέως . ἀλκῇ : δυνάμει . Ἐπὶ ξιφίῃ : κατὰ ξιφίου . ὁπλίζονται : τεχνῶνται , μηχανῶνται | ||
, πάντες ἀταρτηροῖς ὑπὸ νύγμασιν ἰὸν ἱέντες . Τρυγόνι δὲ ξιφίῃ τε θεὸς κρατερώτατα δῶρα γυίοις ἐγκατέθηκεν , ὑπέρβιον ὅπλον |
δολεραῖς καὶ ἀλλοτρίαις ὀσμαῖς , πάσης δὲ γυναικῶν μυραλοιφίας ἥδιον ὄδωδεν ὁ τῶν παίδων ἱδρώς . ἔξεστι δὲ αὐτῷ καὶ | ||
τῶν διαφόρων ὄψων τε καὶ ζωμῶν ὀξίδος σύμμικτόν τινα ὀσμὴν ὄδωδεν , οὐχ ὡς ἡ Θεωρία . ὑποδοχῆς Διονυσίων : |
τοῦ ἰδαλίμου καύματος . καῦμα δὲ ἰδάλιμον ἤτοι λαμ - πρὸν διὰ τὸ φωτίζειν περιλάμπον ἡμᾶς : εἴδει γὰρ ἀνάλογον | ||
γε : μήποτε οὕτως ἀτυχήσαιμι . καί μοι λαμ - πρὸν ὁ Πολύβιος προεισήνεγκε μισθὸν γράμματα σά , ἃ Σωκράτη |
σκάρος , λάβραξ , μύραινα , κεστρεύς , χρύσοφρυς , γόγγρος , μελάνουρος , ἀνθίας , σφύραινα : ταύτην δὲ | ||
δ ' ὁ μὲν κεστρεὺς ὑπὸ λάβρακος , ὁ δὲ γόγγρος ὑπὸ μυραίνης . ἡ δὲ λεγομένη παροιμία κεστρεὺς νηστεύει |
τανισφύρου , καρχαρόδοντα κύν ' ἄξοντ ' ἐς φάος ἐξ Ἀΐδα , υἱὸν ἀπλάτοι ' Ἐχίδνας : ἔνθα δυστάνων βροτῶν | ||
ἐν τῷ βίῳ . ἁρμόδια αὐτῷ ἤτοι καλά . . Ἀΐδα τοι λάθεται ἄρμενα πράξας ἀνὴρ ] εἰς κατασκευὴν τοῦ |
χαλκὸς κεκαυμένος , στυπτηρία , κήρυκος ὄστρακον κεκαυμένον , κεφαλὴ μαινίδος , χαμαιλέων τὸ ζῷον , ἀρσενικόν , κάχρυς , | ||
κωφὸς δὲ γενήσεται . Οἱ δὲ ἐν τῇ κεφαλῇ τῆς μαινίδος λίθοι λειωθέντες μετὰ χολῆς ἀλάβητος μέλανος καὶ ἐγχρισθέντες ποιοῦσιν |
ἑκατέρᾳ τῶν ὑλῶν ψεύδεται , ἥ τε λέγουσα οὐδεὶς ἄνθρωπος ἀναπνεῖ , καὶ οὐδεὶς ἄνθρωπος περιπατεῖ . ἐπὶ δὲ τῆς | ||
ἢ ἕλκει , ὅ ἐστι σπᾷ τὸν ἀέρα καὶ ὀλίγον ἀναπνεῖ , εἰ καὶ ἐπὶ τῆς ταραχῆς Ὅμηρος αὐτὸ τέθεικεν |
ῥινὶ τρίχες μύσταξ καὶ ὑπορρίνιον , καὶ προπωγώνιον ἡ πρώτη βλάστη : αἱ δὲ πρὸς τῷ κάτω χείλει πάππος , | ||
: γράφεται καλχαίνεται βλάστη δ ' ὡς ἔχιος : ἡ βλάστη δὲ τὸ στέλεχος : ἔχις δὲ εἶδος βοτάνης . |
. ἐκεῖ μὲν οὖν , ὅπερ ἔφην , τὸ πέρας ἐξῄρηται , ἐνταῦθα δὲ τὸ ἐν αὐτῷ ὑφεστός , καὶ | ||
ἵν ' αὐτὸ ἐκ πολλῶν προκρίνω , ἀλλ ' αὐτὸ ἐξῄρηται πάντων , ὑπερφυὲς ἀίδιον προϋπάρχον , οὐδὲ παράθεσίν τινα |
, ἐπικριδὸν ἱρεύσαντο μῆλα τά τ ' ἐξ Ἀμύκοιο λεηλασίης ἐκόμισσαν . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγα δόρπον ἐνὶ μεγάροισιν ἔθεντο , | ||
ἄναυροι : τουτέστιν ἔθρεψαν αἱ ὄχθαι τῶν ποταμῶν τὰ Κυδώνια ἐκόμισσαν ἄναυροι ] φύουσιν ποτάμιοι ὄχθαι ἐν Κρήτῃ ἢ καὶ |
αὐτῇ ὁμοῖα ὑποσημαίνοντας μᾶλλον ἂν εἴκοιεν , καὶ γῆν ἔτι ἄτμητον ἔχοντες καὶ περὶ παρόντων ἀγαθῶν καὶ οὔπω ἐφθαρμένων βουλευόμενοι | ||
, ἔτι δὲ ὡρισμένον καὶ ἕν , τὴν ἀδιάφορον καὶ ἄτμητον ἀρχὴν ἐπισφραγιζομένην ἀποτυποῦν . κακὸν δὲ ἢ αἰσχρὸν τὸ |
τύχης Γ τοῦ Φειδίου . Γ τὸν αὐτοδὰξ : τὸν δάκνοντα , τὸν ἐμπεσόντα . Γ τὸν αὐθάδη , ὀργίλον | ||
ἐμοῦντα συμφέρει συνεχέστερον τοῦ ὕδατος ἐπιρροφεῖν , μὴ ὀξύνοντα καὶ δάκνοντα λήσῃ τὰ ἐμούμενα . ἐμετικὸν δὲ καὶ τὸ μὴ |
λήγουσι κατὰ τὸν τοῦ οὐδετέρου παρασχηματισμόν , μέλανα μέλαν , τάλανα τάλαν , τέρενα τέρεν , ἕνα ἕν . πῶς | ||
ἔδει βραχυνθῆναι τὸ παραλῆγον α , ὡς ἔχει τὸ μέλανα τάλανα : σημειούσθω τοίνυν . Ὦ Ἀλκμάν : τὰ εἰς |
ὁμοίως πονηρόν . Χαλεπὸν δέ ἐστιν θηρίον καὶ ἡ καλουμένη σαλαμάνδρα : ἀδικεῖται δ ' οὖν ὑπὸ πυρὸς οὐδέν , | ||
χρόνον μείνῃ ἐν τῷ πυρί . ὁμοίως δὲ καὶ ἡ σαλαμάνδρα τὸ ἐλάχιστον ζῶον ἐκ τοῦ πυρὸς ἔχει τὴν γέννησιν |
λεπτόστομον , τὸ δὲ ὄστρεον παχύστομον , μονόθυρον δὲ καὶ λειόστρακον , λέπας δὲ δίθυρον καὶ λειόστρακον , μονοφυὲς δὲ | ||
καὶ λειόστρακον , συμφυὲς δὲ μῦς , μονοφυὲς δὲ καὶ λειόστρακον σωλὴν καὶ βάλανος , κοινὸν δ ' ἐξ ἀμφοῖν |
ἕτεραι : χρὴ δ ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ . πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος , βουλαῖσι δὲ | ||
καὶ μέλι καὶ τὰ τέρπν ' ἄνθε ' Ἀφˈροδίσια . φυᾷ δ ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰν λαχόντες ὁ μὲν τά |
' ἑαυτὰ μέν ἐστιν ἀνώνυμα , διὰ δὲ τὴν ὁμοιότητα ἀπεικάζεται τοῖς τῶν ζώων μορίοις . ἔχουσι γὰρ ὥσπερ ἶνας | ||
ἐπὶ τῆς ὄψεως , ἀλλὰ καὶ ἀκοῆς τέταχε . ἰνδάλλεται ἀπεικάζεται ὁμοιοῦται καταχρηστικῶς : κυρίως γὰρ ἐπ ' ὀφθαλμοῖς λέγομεν |
ἐν δυσὶν μέρεσι λόγου νοούμενον , ὃ δὴ ἀπ ' ἀρσενικῆς πέπτωκε συντάξεως κατὰ παραλληλότητα , λέγω τῆς ὅς τις | ||
φῶτα τρίγωνα ἀλλήλοις καὶ ἐν ἀρσενικοῖς ζῳδίοις . ἐπὶ δὲ ἀρσενικῆς γενέσεως τὰ φῶτα ἑαυτοῖς τρίγωνα καὶ ἐν θηλυκοῖς ζῳδίοις |
γὰρ μεσημβρίᾳ ψυχρὸν τὸ ὕδωρ γευσαμένῳ τε καὶ ἔτι μᾶλλον ἁψαμένῳ οἷον ψυχρότατον : ἐγκλίναντος δὲ τοῦ ἡλίου ἐς ἑσπέραν | ||
. Συμβέβηκε τοίνυν μοι τῶν κατὰ τῆς πατρίδος τούτῳ πεπραγμένων ἁψαμένῳ εἰς ἃ τούτοις ἐναντιούμενος αὐτὸς πεπολίτευμαι ἀφῖχθαι : ἃ |
, ἐθεώμεθα . Ὁ δὲ καλὸς κἀγαθὸς Κίμων ἐγκρύπτεται εἰς θάμνον τοῦ Σκαμάνδρου , καὶ στέφει ἑαυτὸν δόναξιν : ἦν | ||
: καλοῦσι δὲ καὶ κνῆστρον καὶ λίνον καὶ θυμελαίαν τὸν θάμνον . δύναμις δὲ καὶ τοῖς φύλλοις ἡ αὐτή , |
οὐ δεόμεθα τῆς ὀξείας . Δείξας ὅτι ὁμοειδές ἐστι τὸ γεννῶν τῷ γεννωμένῳ , φησὶν ὅτι δῆλον ἡμῖν γέγονεν ἐκ | ||
καὶ ἐπί τινων τὸ τοιοῦτο φανερὸν ὑπάρχει , ὅτι τὸ γεννῶν τοιοῦτόν ἐστιν οἷον τὸ γεννώμενον κατ ' εἶδος : |
ΡΗΝ καθαρὸν τῷ Ε παραλήγοντα παροξύνεται , οἷον : ἔρην τέρην Θέρην πέρην . Τὰ εἰς ΙΝ δικατάληκτα ἁπλᾶ μὲν | ||
η χρῆσις πολλή . Ὁ Ἕλλην τοῦ Ἕλληνος , ὁ τέρην τοῦ τέρενος : τῶν εἰς ην βαρυτόνων καὶ ἑξῆς |