: παραινῶ μέντοι σκοπεῖν καὶ λογίζεσθαι πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς ὅτι τἀργύριον μέν ἐστι τοῦθ ' , ὑπὲρ οὗ βουλεύεσθε ,
ῥυπῶν : τὸ γὰρ ὑποληφθὲν τῦφον εἶναι πᾶν ἔφη . τἀργύριον εἶναι , μειράκιόν , σοι φαίνεται οὐ τῶν ἀναγκαίων
6840190 δανειον
ἕως ἂν ἐσμὲν ὀφείλομεν ἔχοντες παρ ' αὐτῶν καθάπερ τι δάνειον τὸ ζῆν καὶ εἶναι . καὶ κάλλιόν ἐστι ,
τῷ εὐεργέτῃ ἐν οὐδενὶ κινδύνῳ καθεστηκότι ; ἀλλὰ καὶ τὸ δάνειον μᾶλλον ἀποδοτέον τῷ δανείσαντι ἢ ἑταίρῳ χαριστέον , ἀλλ
6537248 ἀργυριον
, ἀπαλλασσομένους δὲ [ ἀποδιδόναι ] τὴν σφραγίδα καὶ τὸ ἀργύριον λαμβάνειν . ἐπίστευσαν οἱ ἔμποροι καὶ τὴν ἀγορὰν τοῖς
τῇ ἀδίκῳ ἐπιμένοντος γνώμῃ . εἶναι δὲ καὶ τούτοις τεταγμένον ἀργύριον παρὰ τῶν τὰς δίκας ἀγωνιζομένων , ὡς παρὰ τῶν
6481684 τριωβολον
βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας ὅσον τριώβολον ἐν οἴνῳ , καὶ πράσου χύλισμα ὅσον ἡμικοτύλιον ἐν
τοὺς Πελοποννησίους . πεντώβολον ἡλιάσασθαι ] δικάσαι λαμβάνοντα πεντώβολον ἢ τριώβολον . ἢν ἀναμείνῃ ] ἐὰν ὑπομείνῃ καὶ πολεμῶν μὴ
6431020 ταλαντου
δεῖ καταφιλῆσαι καὶ θωπεῦσαι δι ' ἐπαίνου . ἄπαγε , ταλάντου ἐστίν : οὐ λυσιτελεῖ μοι οὐδὲ τῇ πόλει οὐδὲ
, ἵνα ἐν ἄξονι ἐμβάλλωνται χαλκῷ σταθμὸν ἔχοντα ἕκαστον αὐτῶν ταλάντου . Καὶ εἰς ταῦτα ἄξων ἐναρμόζεται σιδηροῦς ταλάντων δ
6363709 δωσεις
πυρί . κτεῖν ' : ὡς κτανών γε τῶνδέ μοι δώσεις δίκην . [ ἔσται τάδ ' . ἆ ἆ
τε κακῶς καὶ ἐὼν ὄλεθρος , ἀλλὰ μᾶλλον ὅκως λόγον δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων . Ταῦτα εἶπε ἐὼν ἐν τοῖσι
6252657 θοἰματιον
ἐν τῷ προκολπίῳ . καὶ ἔνδον μένειν , ὅταν ἐκδῷ θοἰμάτιον ἐκπλῦναι . καὶ φίλου ἔρανον συλλέγοντος καὶ διειλεγμένου αὐτῷ
τὴν πλατεῖαν σοὶ μόνῳ ταύτην πεποίηκεν ὁ βασιλεύς ; Αἰγύπτιος θοἰμάτιον ἠρδάλωκέ μου . τοὺς ἐν τῇ πόλει μάρτυρας ἔχω
6242008 ἐδωκα
δὲ ἄλλη ποίησις ἔργον ἐποιήσατο τὴν εἰκόνα τὴν σήν ; ἔδωκα δ ' ἂν ἔγωγε καὶ ἀνάστασιν τῷ ἀγάλματι ἐν
φασιν αἴτιον εἶναι , ἐγὼ οὐκ αἴτιος : οὐ γὰρ ἔδωκα . Αἰτιάσασθαι μὲν οὖν καὶ καταψεύσασθαι ἔξεστι τῷ βουλομένῳ
6222666 παρακαταθηκην
ἀδελφόν , τὰ σώμαθ ' ἡμῶν εἰς τὰς χεῖρας ἐνέθηκεν παρακαταθήκην ἐπονομάζων , τὴν μὲν ἀδελφὴν Δημοφῶντι καὶ δύο τάλαντα
καὶ Ἴωνά τινα συγγραφέα φασὶν εἰρηκέναι : ἡμεῖς δὲ τοῦτο παρακαταθήκην ἐροῦμεν ὡς Πλάτων καὶ Θουκυδίδης καὶ Δημοσθένης . .
6220897 ταλαντον
σκοπεῖτε δὲ μὴ τοῦτο , εἰ μνᾶς ἑκατὸν καὶ πάλιν τάλαντον ἔδωκεν , ἀλλὰ τὴν προθυμίαν καὶ τὸ αὐτὸν ἐπαγγειλάμενον
λαμβανόμενα εἰς σύγκρισιν , οἷον ὅταν σκεπτώμεθα τίνα λόγον ἔχει τάλαντον πρὸς μνᾶν , ὁμογενεῖς ὅρους φαμὲν τὸ τάλαντον καὶ
6182824 κελευσον
δὲ οὔπω μοι ὅσιον προσφθέγξασθαι τὸν ἐν τῷ αἵματι , κέλευσον αὐτόν , ὦ μειράκιον , θαρρεῖν , ὡς αὐτίκα
: Κύριε , κύριε , εἰσάκουσον τῆς φωνῆς μου καὶ κέλευσον ἵνα ἐξέλθωσιν θηρία ἐκ τοῦ δρυμοῦ καὶ καταφάγωσιν αὐτούς
6164867 δοκιμαστης
φέρειν τὴν προῖχ ' , ἵνα εἰ τἀργύριον καλόν ἐστι δοκιμαστὴς ἴδῃ , ὃ πέντε μῆνας ἔνδον οὐ γενήσεται ,
φέρειν τὴν προῖχ ' , ἵνα εἰ τἀργύριον καλόν ἐστι δοκιμαστὴς ἴδῃ , ὃ πέντε μῆνας ἔνδον οὐ γενήσεται ,
6157997 προικα
μὴ προϊέμενος ταῦτα , ἀνθ ' ὧν ἐκεῖνα πιπράσκεται , προῖκα αὐτὰ βουλήσῃ λαμβάνειν . ἀλλὰ πόσου πιπράσκονται θρίδακες ;
προξενήτρια . ἐπῆρε : κυρίως ἀνεχαύνωσεν , ἀνεκούφισεν , ἐπαγγελλομένη προῖκα δώσειν μεγάλην : καταχρηστικῶς δὲ ἀντὶ τοῦ “ ἀνέπεισεν
6137416 ἐλαβες
εὐνάξομεν , ἀλλ ' ἀοιδᾶν ῥόθια δεκομένα κατερεῖς , πόθεν ἔλαβες ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν [ . ὁ
πατρικὸν κλῆρον ἀπὸ τότε αὖθίς με ἠδίκησας καὶ ἐπλεονέκτησας καὶ ἔλαβες ἐξ ἐμοῦ , ἀφ ' ὧν καὶ τοὺς κριτὰς
6076667 συνοικιαν
. ὡς τοίνυν ἀληθῆ λέγω , καὶ πρεσβεῖά τε τὴν συνοικίαν ἔλαβεν κατὰ τὴν διαθήκην , καὶ τῷδ ' οὐχ
' ἑκάστους διαίτης ἀπαλλαγῆναι καὶ συνελθόντας οἰκεῖν ἐν ταὐτῷ μίαν συνοικίαν κοινὴν περιβαλλομένους ἥδ ' ἐστὶν ἡ πείσασα , καὶ
6018842 ἀποδος
τὸν σκύφον μεστόν . τάλαινα Κοικόα , κατὰ χειρὸς δοῦσα ἀπόδος τάχ ' ἁμὶν τὰν τράπεζαν . πίμπλη δέ ,
, τί τὸ στυγνὸν σκότος ; μειδίασον , κατάστηθι , ἀπόδος ἡμῖν τὴν τῶν ὀμμάτων ἡμέραν . κεʹ . Χθές
6018014 δος
διὰ τοῦτο οὖν εἶπε τήξας , ὡσανεὶ ἀναλύσας νέμοις ] δός ἐνὶ βάμματι οὖν τήξας : ἀντὶ τοῦ ἐν ὄξει
εἴρηκά σοι πρὸς τὴν θύραν μὴ προσιέναι ; τὸν ἱμάντα δός , γραῦ . μηδαμῶς , ἀλλ ' ἄφες .
6017963 πωλησαι
οὔ , μὰ τὸν Δία : σωμάτιον δὲ ἔχω ἀρρενικὸν πωλῆσαι εὔωνον , εἰ σὺ θέλεις . “ ὁ δὲ
, μέχρις ἂν ἐξαρκῇ τὰ Τισσαφέρνους ἐξαργυρῶσαι : ἤγουν ἀργυρίου πωλῆσαι . εἰ σῶς αὐτὸς . . . : εἰ
6007768 θες
τὴν διόπτραν ἐπὶ τὴν μοῖραν τοῦ Κριοῦ τὴν πεντεκαιδεκάτην καὶ θές τε εἰς τὰ γράμματα τῶν παραλλήλων κύκλων ἔνθ '
' ἐν ἀγκάλαις λαβὼν βωμοὺς ἐπ ' ἄλλους δαιμόνων ἐγχωρίων θές , ὡς ἴδωσι τῆσδ ' ἀφίξεως τέκμαρ πάντες πολῖται
6000200 ληκυθον
τῇ : Τί πρὸς τὸν Διόνυσον ; Τί δεῖ παρεῖναι λήκυθον , ἢν ἔτνος παρῇ . Τί τὸν τάραντα πρός
πρᾶγμα : πρὸς γὰρ τουτονὶ τὸν πρόλογον οὐχ ἕξει προσάψαι λήκυθον . Οὐκ ἔστιν ὅστις πάντ ' ἀνὴρ εὐδαιμονεῖ :
5996861 προσοφειλων
σοι σιωπᾶν : εἰ δὲ μή , πρὸς τρισὶν ἰαμβείοισι προσοφείλων φανεῖ . Ἐγὼ σιωπῶ τῷδ ' ; Ἐὰν πείθῃ
. καὶ οὕτω διὰ ταῦτ ' ἐγράφη εἰς τὴν μίσθωσιν προσοφείλων ὁ Πασίων ἕνδεκα τάλαντα , ὥσπερ καὶ μεμαρτύρηται ὑμῖν
5991474 ἐπιες
τὸν θαλάσσιον . Μένανδρος Αὐλητρίσι : ἐλλέβορον ἤδη πώποτ ' ἔπιες , Σωσία ; ἅπαξ . πάλιν νυν πῖθι :
Ὠρεῷ κατήγου , καὶ ἀπὸ τῆς αὐτῆς τραπέζης ἔφαγες καὶ ἔπιες καὶ ἔσπεισας , καὶ τὴν δεξιὰν ἐνέβαλες ἄνδρα φίλον
5988889 ἐκελευ
παῖδ ' ἀλείμματα παρὰ τῆς θεοῦ λαβοῦσαν εἶτα τοὺς πόδας ἐκέλευ ' ἀλείφειν πρῶτον , εἶτα τὰ νόνατα . ὡς
λέγεται τὸ προστάσσω , ὁ παρατατικὸς ἐκελόμην ἐκέλου καὶ Αἰολικῶς ἐκέλευ : οἱ γὰρ Αἰολεῖς τὴν ου εἰς ευ τρέπουσιν
5983639 χοα
παρετίθεσαν , οἱ δὲ καλούμενοι ἔφερον ἑψήματα καὶ κίστην καὶ χοᾶ . “ κίστην ” δὲ τὴν ὀψοθήκην . Ὅμηρος
εὐτυχοῦσι . Γ ] μεθύοντες ταῦτα ἐπαγγέλλονται . Γ οἴνου χοᾶ : χοῦς μέτρον Ἀττικὸν χωροῦν κοτύλας ὀκτώ . ΓΘ
5978182 λουσαμενος
τὴν αἰτίαν . καὶ μαθὼν ὅτι πᾶν εἰς γάμους συνηγόρασται λουσάμενος παρῆν ἄκλητος ὡς τὸν νυμφίον . καὶ μετὰ τὸ
ἱερόν . ἤδη δὲ βαθείας ἑσπέρας εὐπορήσας ὑπηρετῶν , αὐτόθι λουσάμενος ὑπὸ λαμπτῆρος ἀπὸ μικρᾶς πάνυ τροφῆς ἀνεπαυόμην . καὶ
5949359 χωλην
Ὁ Διὸς οὖν δὴ καὶ ὁ Πυθικὸς νομοθέτης οὐ δήπου χωλὴν τὴν ἀνδρείαν νενομοθετήκατον , πρὸς τἀριστερὰ μόνον δυναμένην ἀντιβαίνειν
χρησμὸν ἔφασαν εἰς οὐδὲν ἕτερον ἢ τὸ παρὸν λέγειν : χωλὴν γὰρ αὐτοῖς ὑπάρξειν τὴν ἀρχήν , ἐὰν οὐσῶν δυεῖν
5925497 ὀψωνιον
διαλύσεων , ἐπαινέσαντες ταῦτα καὶ διὰ ταχέων τό τ ' ὀψώνιον τῇ στρατιᾷ καὶ τὸ ἀντὶ τοῦ σίτου συγχωρηθὲν ὑπὸ
ζ οὐ μενεῖς , ἀλλ ' ἀπέρχῃ η οὐ λήψῃ ὀψώνιον θ οὐκ ἀπολήψῃ τὴν παρακαταθήκην ι γαμήσεις τὴν φίλην
5915688 ἐνεχυρον
ταύταις ; εἰπέ μοι . οὐκ ἀλλ ' ἀπέδωκας , ἐνέχυρον δήπου λαβών . Κομψόν γε τοῦτ ' ἐστὶν παρ
δέ τ ' ἀμείνονές εἰσι καὶ ἄλλοι . ἔχων οὖν ἐνέχυρον ὁ Ὀδυσσεὺς τὴν ἐκείνου ψῆφον καὶ εὖ εἰδὼς ὅτι
5914733 ὀστρακινην
, κόψας ἐν ὅλμῳ καὶ μετὰ ταῦτα ἐμβαλὼν εἰς χύτραν ὀστρακίνην καινὴν ἐπέμβαλλε οἴνου παλαιοῦ λευκοῦ τοσοῦτον ὅσον αὔταρκες βρέξαι
ἀμίδα εἰσφέρειν : συγκαταινέσαντος δὲ πάλιν ἀνεπυνθάνοντο , χαλκῆν ἢ ὀστρακίνην ; ὁ δὲ ὀργισθεὶς ἀπεφήνατο , μηδὲ ἑτέραν .
5905751 πωλῃ
ἑτέρῳ κερδήσεις δ ἕξεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου ε οὐ πωλῇ . οὐ συμφέρει σοι Ϛ μένεις ὀλίγον χρόνον ὅπου
μεγάλου ἢ σεμνοῦ ἔχοντα τὴν ἐξουσίαν , κἂν αὐτὸ πολλοῦ πωλῇ . ὡς ἐπὶ τὰς θίδρακας ἀπέρχῃ : ὀβολοῦ γάρ
5894785 αἰτησαι
ὀμόσαι ὅτι οὐκ ἔστι τοιοῦτος , μήτε θέλειν ὅρκον ἡμᾶς αἰτῆσαι , εἰ δικαίως αὐτὸν κολάζομεν . κλύειν ] θέλεις
τῶν πάντα δεχομένων . Ἀλήτην γάρ φασί τινα βουκόλῳ συναντήσαντα αἰτῆσαι τροφὴν , ἄραντα δ ' ἐκεῖνον βῶλον δοῦναι αὐτῷ
5885739 πτισανην
: ἐὰν δὲ δίεφθος ᾖ , τορυνᾶν κρεῖττον κατὰ τὴν πτισάνην καὶ ἀποχυλίζειν . τοῦτο καὶ τὴν κοιλίαν ἧσσον ἂν
τῷ φαρμάκῳ χρῆσθαι παραπλησίως ἁλσίν : ἔξεστι δὲ καὶ εἰς πτισάνην ἐμβαλεῖν ἢ εἰς ὄξος ἤ τι τοιοῦτον ἀντὶ πεπέρεως
5883490 χρυσιον
δὴ πάλιν ἀπ ' αὐτοῦ δεήσεις καὶ λιτανείας καὶ πολὺ χρυσίον . μὴ δὴ καταδιαιτήσῃς ἡμῶν , ὦ φιλτάτη ,
ὁμώνυμον τῇ μητροπόλει τῆς Ἀφρικῆς , αἴρει δὲ καὶ τὸ χρυσίον ἅπαν καὶ τὸν ἄργυρον καὶ τὴν λοιπὴν τοῦ πολέμου
5877007 σιτινον
καὶ εἰς τὸν κόσμον βούλεται πορευθῆναι [ ] : καὶ σίτινον ἄρτον [ ] καὶ [ ὀπώραν - ] καὶ
[ καταλύειν - ] . εἰ δὲ διὰ ? [ σίτινον - ] ἄρτον ? [ ὀνειδίζετέ - ] με
5873013 πλυνε
χυλοῦ , τὸν δὲ χυλὸν οὕτω ποίει . τὸ λινόσπερμον πλῦνε ἐπιμελῶς καὶ λαβὼν ὕδατος # γ εἰς μίαν λινοσπέρμου
: ἀπὸ κληματίδος ἀμπέλου τέφραν , ἤγουν στακτήν πλύνεο ] πλῦνε τέφρην ] σποδιάν θαλπομένην ] θερμαινομένην θαλπομένην ] θερμήν
5873010 ἠρνησατο
πού τι καὶ τῶν ἀληθῶν προσυπενόησεν , ὡς οὐκ ἂν ἠρνήσατο Χρυσάνθιος τὴν κλῆσιν εἰ μή τι δυσχερὲς ἐνεῖδε τοῖς
ὑπὸ τοῦ συνειδότος ἐλεγχθείς , καὶ κακίσῃ μὲν ἑαυτὸν ὧν ἠρνήσατο καὶ ἐπιώρκησεν , ὁμολογῶν δ ' ἄντικρυς τὸ πραχθὲν
5871892 δουναι
. τὸ πρᾶγμα δ ' ἀπόρως εἶχε Τυνδάρεωι πατρί , δοῦναί τε μὴ δοῦναί τε , τῆς τύχης ὅπως ἅψαιτ
, χαρίσαιμι , δώσαιμι . , προκαταβάλοιμι , προκαταβάλλοιμι , δοῦναί με . ὀμόσαι ] σύναπτε τὸ “ ὀμόσαι ”
5862003 μναν
τοῖς δεομένοις , ᾧ μὲν πέντε δραχμάς , ᾧ δὲ μνᾶν , ᾧ δὲ ἡμιτάλαντον : εἰ δέ τις φιλόσοφος
ὁ δὲ Ῥουτίλιος παρὰ τῶν ἁλιευόντων αὑτοῦ δούλων τριωβόλου τὴν μνᾶν τοῦ ὄψου καὶ μάλιστα τοῦ θυριανοῦ καλουμένου : μέρος
5861987 δραχμας
καὶ κατουλοῦσα , ἥτις καὶ ἔχει οὕτως : Στέατος ὑείου δραχμὰς μη , ἀσφάλτου καὶ νίτρου ἀνὰ δραχμὰς κε ,
. ἐὰν δὲ μὴ ἐπαναγκάσῃ ὁ ἄρχων , ὀφειλέτω χιλίας δραχμὰς ἱερὰς τῇ Ἥρᾳ . ἀπογραφέτω δὲ τὸν μὴ ποιοῦντα
5861340 Αἰσωπε
Ξάνθος εἶπεν “ κυρά , σὺ ὑποκρίνου . ἄγε , Αἴσωπε , κληματίδας εἰσένεγκε εἰς τὸ μέσον καὶ ποίησον πυράν
τοῦ Ξάνθου λέγει “ πάντα σῶά ἐστιν καὶ ὑγιῆ , Αἴσωπε . ταῦτα ἐμοὶ ὁ δεσπότης ἔπεμψεν ; ” Αἴσωπος
5857032 τηνδι
οὑτοσί με νῦν ἀποπνῖξαι βούλεται ; ἔχ ' , ἀναβαλοῦ τηνδὶ λαβών , καὶ μὴ λάλει . τουτὶ τὸ κακὸν
' ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε
5855823 τἀμαυτου
πρῶτον μὲν ἀπαρασκευότατον γενέσθαι με , μὴ δυνάμενον διαπράσσεσθαι αὐτὸν τἀμαυτοῦ πράγματα , ἔπειτα κακοπαθεῖν τῷ σώματι , τούς τε
, εἰκότως μὲν οὐκ ἂν ἔχοιμι μέμψιν , εἰ μὴ τἀμαυτοῦ προστίθημι τούτοις , σῴζων δὲ τὰ τούτων καὶ πλείω
5849557 δοϲ
εὐώδη δὸϲ πιεῖν , ἢ καλαμίνθην καὶ ϲμύρναν ἐν οἴνῳ δὸϲ πιεῖν πρὸ τοῦ δείπνου , ἢ πηγάνου ἀγρίου ϲπέρμα
μετὰ δὲ τὸ πιεῖν ἄρτον εἰϲ θερμὸν ὕδωρ ἐμβαλὼν εὐθὺϲ δὸϲ φαγεῖν θερμοὺϲ τοὺϲ ψωμούϲ . πρὸϲ δὲ τοὺϲ μὴ
5839308 γυναικ
θανεῖν τοῦ σοῦ πρὸ παιδός , ἀλλὰ τήνδ ' εἰάσατε γυναῖκ ' ὀθνείαν , ἣν ἐγὼ καὶ μητέρα καὶ πατέρ
μέγ ' ἕξεις , ἂν λάβῃς μικρὸν κακόν . τὸ γυναῖκ ' ἔχειν εἶναί τε παίδων , Παρμένων , πατέρα
5830598 κονδυλον
δὲ “ κονδύλου ” . δίδωμι αὐτῷ , φησίν , κόνδυλον , καὶ ἀπολῶ αὐτόν . μικρὸς γάρ ἐστι καὶ
ποιοῦνται . τί δὴ μαθὼν ] τοῦτο εἰπὼν δίδωσιν αὐτῷ κόνδυλον . ὠθεῖς ] προάγεις . οὐ γὰρ δάκνει ς
5830163 διδωμι
. εἰ μὲν γὰρ οὖν κρείττων ἐστὶ τῇ τύχῃ , δίδωμι τὰς μυρίας . εἰ δὲ τὴν αὐτήν μοι ἔχει
τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . λοιβάσιον ᾧ τὸ ἔλαιον ἐπισπένδουσι τοῖς ἱεροῖς
5820923 φαγε
Ἀττικοὶ καὶ τὸ ἰδέ ὀξύνουσι καὶ τὸ λαβέ καὶ τὸ φαγέ , ὁμοίως τῷ ἐλθέ , εὑρέ , εἰπέ .
ἰδέ ὀξυνόμενα Ἀττικά , Ἀθηναῖοι γὰρ αὐτὰ ὀξύνουσιν , οἷον φαγέ πιέ καὶ ὅσα τοῦ δευτέρου ἀορίστου . Τύπτου :
5820696 ἀργυριδιον
γράφειν μόνον τι ἐν αὐτοῖς , τὰ δὲ ὥστε καὶ ἀργυρίδιον κατατίθεσθαι , ἅπερ καὶ κιβώτια ἐκάλουν , τὰ δ
κἄν τις προσέλθῃ χρηστὸς ἄνθρωπος φίλος αἰτῶν λαβεῖν τι σμικρὸν ἀργυρίδιον , ἔξαρνός ἐστι μηδ ' ἰδεῖν με πώποτε .
5815228 ὑφῃρημενον
ὕστερον πέπυσμαι , πρὸς αὐτῷ τῷ διαιτητῇ Στέφανον τουτονὶ αὐτὴν ὑφῃρημένον εὑρίσκω , πρὸς μαρτυρίαν τιν ' ἵν ' ἐξορκώσαιμι
τὰ Ἐργοκλέους χρήματα , ἢ ἀδίκως ἀπολωλότα ἐκεῖνον καὶ οὐδὲν ὑφῃρημένον τῶν ὑμετέρων οὐδὲ δεδωροδοκηκότα : εἰ δὲ τούτων μηδέτερον
5794272 ὀφειλειν
. . . . . ἐραστοῦ χωρίον Νύμφαις θυσίαν λέγουσα ὀφείλειν . εἴκοσιν ἀπέχει τῆς πόλεως στάδια : αὐτὸ δ
τοῦ δ ' Ἀντιγόνου λόγους ἀπαιτοῦντος τῶν προσόδων οὐκ ἔφησεν ὀφείλειν ὑπὲρ ταύτης τῆς χώρας ὑπέχειν εὐθύνας , ἣν Μακεδόνες
5792649 ὑελινον
τὸ στόμα μετὰ σκεπάσματος μολυβδίνου καλῶς , καὶ τὸ ῥηθὲν ὑέλινον κλοκίον ἀλείψας μετὰ πηλοῦ πυριμάχου λεπτὸν ἄλειμμα . Εἶθ
οὕτως : ἐγχέαντα τὸ ὄγδοον μόριον τοῦ γάλακτος εἰς ἀγγεῖον ὑέλινον ἐμβάλλειν ταμίσου τὸ σύμμετρον καὶ διαθλῖψαι τοῖς δακτύλοις ,
5789894 κακοϲτομαχον
ἀγαρικὸν μεθ ' ὑδρομέλιτοϲ καθαίρει μετὰ περιϲκελίαϲ . ἐϲτὶ γὰρ κακοϲτόμαχον διὰ τὸ κοῦφον εἶναι καὶ ἐπιπολάζειν περὶ τὸν ϲτόμαχον
ὅθεν καὶ ἑλκοῖ , τμητικόν τέ ἐϲτι καὶ ἐκφρακτικὸν καὶ κακοϲτόμαχον . Ἀμπέλου ἀγρίαϲ αἱ βότρυέϲ τε καὶ οἱ ἀκρεμόνεϲ
5768009 ἀποχεας
ἕψε τὴν λινόζωστιν , παρεμβάλλων λίνου σπέρμα μικρόν : ἔπειτα ἀποχέας κλύζε . Ἕτερον : σμύρνης ὅσον ὀξύβαφον , λιβανωτὸν
καὶ μυρσίνης καὶ κισσοῦ καὶ δάφνης ἑψῶν ἐν ὕδατι , ἀποχέας τὸ ἀφέψημα , ἕψε ἐν αὐτέῳ ἄχυρα κριθῶν ,
5755057 διδωμ
καὶ βούλεσθέ μοι χρῆσθαι προθύμωι , τὴν ἐμὴν ψυχὴν ἐγὼ δίδωμ ' ἑκοῦσα τοῖσδ ' , ἀναγκασθεῖσα δ ' οὔ
δὴ σύ μοι . μαρτύρων ἐναντίον σοι τήνδ ' ἐγὼ δίδωμ ' ἔχειν γνησίων παίδων ἐπ ' ἀρότωι , προῖκα
5744524 διδως
ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι . καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως , Κύκλωψ . οὗτος , τί δρᾶις ; τὸν
ἢ κέγχρον ἢ ἄλητον ἢ χόνδρον : τούτων ὁκόσα μὲν δίδως ἐς διαχώρησιν , λεπτὰ διδόναι καὶ διεφθότερα , καὶ
5739809 φιλησαι
ἐς τὸ μέσον ἀναστᾶσαν ὀρχήσασθαι αὐτοῦ διακωλύοντος καὶ μετὰ ταῦτα φιλῆσαι Λαμπρίαν τὸν ἑταῖρον αὐτοῦ , καὶ ἐπεὶ ἐχαλέπηνέ σοι
' Ἔρως ἔχ ' αὐτό φησιν . Χαλεπὸν τὸ μὴ φιλῆσαι , χαλεπὸν δὲ καὶ φιλῆσαι : χαλεπώτερον δὲ πάντων
5735666 στρεψον
, ἀλλ ' ἁπλῶν τρόπων × – ˘ – × στρέψον ἀνταυγεῖς κόρας ἐχθρῶν παρ ' ἀνδρῶν δυσμενῆ × –
δ ' ἠνυσμένων . πόνος τί ἐστιν ; μορμολύκειον . στρέψον αὐτὸ καὶ κατάμαθε . τραχέως κινεῖται τὸ σαρκίδιον ,
5734956 προσιεμην
Ἑρπυλλίδι τῇ Μεγάρας ἅβρᾳ . τότε μὲν οὖν αὐτὸν οὐ προσιέμην , σὲ γὰρ περιβάλλουσα κοιμᾶσθαι μᾶλλον ἐβουλόμην ἢ τὸ
παρὰ μὲν τῶν ὠφελουμένων ἐλάμβανον , τῶν ἄλλων δὲ οὐδὲν προσιέμην , οὐκ οἰόμενος καλὸν εἶναι λαμβάνειν παρὰ τοῦ μηδὲν
5728156 λεβητιον
μαστίγιον ἔχον , οὗ κατὰ τὸ δεξιὸν μέρος ὁ τὸ λεβήτιον ἔχων κίων ἕστηκεν . Ὅταν οὖν ἄνεμον συμβῇ πνεῖν
οὐδ ' ἔχων κλητῆρας , ἀλλ ' αἰτησόμενος λεβήτιον . λεβήτιον ; λεβήτιον . μαστιγία , θύειν με βοῦς οἴει
5725610 προπυριησας
δὲ πέντε δακτύλων : χρίων χηνείῳ ἀλείφατι , προστιθέναι , προπυριήσας τοῖσιν εὐώδεσι , καὶ βάλανον μαλθακτικὴν νίτρου ὅσον ἐπαλείφοντα
ὕδατι πιεῖν . Χόριον ἢν μὴ δύνασαι ἐκβαλεῖν πιπίσκων , προπυριήσας τῇ ἀκτῇ , χυλῷ ἑφθῷ πυρίην ἐμβαλὼν , τὴν
5724258 δηναρια
δ ' εἰς πλοίων δοθῇ μίσθωσιν , τηνικαῦτα πρὸς τῷ δηνάρια εἶναι καὶ ναῦλα λέγεται . Χρύσιππος διαφέρειν ἀλλήλων φησὶ
κατὰ γένος καὶ ἐννοήματα κατ ' εἶδος : ὥσπερ τὰ δηνάρια καὶ οἱ στατῆρες αὐτὰ μὲν καθ ' αὑτὰ ὑπάρχει
5722472 κατηγορησῃς
οὐσίαν τινὰ λάβῃς τὸν μείζονα ὅρον καὶ κατὰ τοῦ μέσου κατηγορήσῃς παντός , οὐδ ' οὕτως ἐξ ἀνάγκης ἔσται ὁρισμὸς
συμβουλεύσας ἂν ὁπότερος βελτίων εἴη καὶ εἰπών : Ἤν μου κατηγορήσῃς ὅτι αἵρεσίν σοι ἔδωκα , εἰς αὖθις ὅταν διακονῶ
5722436 ἀριστησαι
καὶ Ὅμηρος τῷ πυμάτῳ σπένδεσκον . τὸ δὲ σύμπαν ἄριστον ἀριστῆσαι , ἠρίστησα συνηρίστησα , ἀριστοποιουμένους , ἀριστῶσαι καὶ τὸ
προσελθών φησιν : „ ὁ δεσπότης σε καλεῖ σὺν αὐτῷ ἀριστῆσαι . „ καὶ ὁ ἄγροικος ἐκεῖνος μηδὲν περιεργασάμενος ,
5713479 αἰτω
μέν σοι δοῦναι δίκην , ἐμὲ δὲ γέρας εὑρέσθαι . αἰτῶ δή σε τὸν πατέρα σῴζειν δι ' ἐμὲ ἢ
μήπω τετελεσμένον , ἀτέλεστον δὲ τὸ μὴ δυνάμενον τελεσθῆναι . αἰτῶ καὶ αἰτοῦμαι διαφέρει . τὸ μὲν γὰρ αἰτῶ ἐπὶ
5711027 θυϊαν
πιτυΐνην καὶ , ἐπὰν μηκέτι μολύνῃ , βαστάσας κατακένωσον εἰς θυΐαν καὶ τῇ σπάθῃ μαλάξας ἀνελόμενος ἀπόθου εἰς δέρμα καὶ
φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς :
5706512 ἐκτισαι
ὁρίσηται ὁ ἕτερος ὅτι ἀχαριστίας ἐστὶ τὸ δυνάμενόν τινα μὴ ἐκτῖσαι χάριν , οὐδὲν ἔχειν εἰπεῖν τὸν ἕτερον , ἀντιληπτικὴν
ὁράσεως τῷ τὸν ἕνα ἀντεκκεκόφθαι τὸν δράσαντα ἔλαττον ὑπέλαβε πρόστιμον ἐκτῖσαι : τυφλώσαντα γὰρ ἕνα τῶν πολιτῶν , εἰ τὸ
5705638 γραμματειον
τρίπτυχον καὶ πολύπτυχον . Ὅμηρος δὲ πίνακα πτυκτὸν εἴρηκεν . γραμματεῖον δὲ παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς καὶ ἐν ᾧ ἀργύριον ἀπέκειτο
φαίνομαι . καὶ τί ταῦτα λέγω , λέγειν ἔχων τὸ γραμματεῖον ἐκεῖνο , ὃ διεωσάμην , ὅπως μὴ σεμνότερος γεγενῆσθαι
5704749 ὑελουν
καὶ ἐπιβάλλειν τὰ ξηρὰ καὶ ἀναλαβόντα μέλιτι καλλίϲτῳ ἀποτίθεϲθαι εἰϲ ὑελοῦν ἢ μολιβοῦν ἀγγεῖον . Οὗτοϲ ὁ τρόποϲ κοινόϲ ἐϲτι
τῶν ἀρχαίων , ἵνα μὴ κολληθῇ ὁ ἀρσένικος εἰς τὸ ὑελοῦν κυθρίδιον , ὅπερ ὑελοῦν κυθρίδιον ἀσύμποτον Ἀφρικανὸς ἐκάλεσεν .
5701173 ἐπεμψας
ἀμείνους οἱ σὺν ἡδονῇ μηνύοντες , Σουλπίκιός τε καὶ οὓς ἔπεμψας ἀδελφούς , οἷς τ ' εὐδοκίμησας οἷς τε παρῄνεις
ὅμηρα τῆς ἀδείας , οἰκεῖα αὐτοῦ σοῦ , τοῖς ἀνδροφόνοις ἔπεμψας ἐς τὸ Καπιτώλιον . ” Ἀλλ ' ἔστω καὶ
5690531 ἑψει
. ὄξους κοτύλης τὸ ἥμισυ , ὕδατος κοτύλην αʹ . ἕψει ἕως εἰς τρίτον κατέλθῃ μέρος καὶ δίδου εὐπέπτῳ ὄντι
τὸ ἐξυμενισθῆναι , καὶ συλλειώσας ἐπιμελῶς , βαλὼν εἰς κακκάβην ἕψει κινῶν σπάθῃ φοινικίνῃ ἀφῃρημένῃ τοῦ φλοιοῦ τοῦ χλωροῦ τοῦ
5689071 ὁρκιζοντος
, ἀλλ ' ὅταν αὐτοῖς δοκήσῃ συμφέρειν . Ὁ αὐτὸς ὁρκίζοντός τινος παῖδα χρηστὸν γενέσθαι καὶ δίκαιον εἰς αὐτὸν εἶπεν
, ἀλλ ' ὅταν αὐτοῖς δοκήσῃ συμφέρειν . Ὁ αὐτὸς ὁρκίζοντός τινος παῖδα χρηστὸν γενέσθαι καὶ δίκαιον εἰς αὐτὸν εἶπεν
5685745 κυλικα
ὀλίγον φροντίσας γε δεσποτῶν . ὡς ἐκπιών γ ' ἂν κύλικα μαινοίμην μίαν , πάντων Κυκλώπων ἀντιδοὺς βοσκήματα ῥίψας τ
δέ φησι τὸ ἐν τῷ ἰσχίῳ ὀστοῦν καλεῖσθαι ἄλεισον καὶ κύλικα . κοτυλίσκος δὲ καλεῖται ὁ ἱερὸς τοῦ Διονύσου κρατηρίσκος
5683711 χλιαινων
. ἄλλο . ὄπιον ἀνιεὶς γλυκεῖ εἰς τὸ οὖς ἔνσταζε χλιαίνων . ἄλλο . κεδρίαν ἐν ὀλίγῳ νάρδῳ ἔνσταζε .
οἴνῳ λευκῷ ὡς ἡδίστῳ τὴν νύκτα , ἔπειτα ἀπηθήσας , χλιαίνων ἐν χυτριδίῳ , εἰρίον ὡς μαλθακώτατον ἐμβάπτων , τὸ
5678105 κολοκυνθιδα
νυκτός . ἄλλο . προφυλακτικὸν ὥστε μὴ γενέσθαι πολιάς . κολοκυνθίδα ἀγρίαν τρυπήσας κάθαρον τὰ ἔσω εὖ μάλα . εἶτα
, ἐγκαταλιπὼν δὲ ἐν αὐτῇ τὸ γναφαλῶδες ἅπαν πλήρωσον τὴν κολοκυνθίδα οἴνου γλυκέος παλαιοῦ καὶ ἔασον ὅλην νύκτα , πωμάσας
5677420 ἠγγυα
Σπουδία , ψευδῆ μοι μαρτυρεῖν , τοὺς παραγενομένους ὅτ ' ἠγγύα μοι , τοὺς εἰδότας ἔλαττόν με κομισάμενον , τοὺς
σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ λαμβάνων . ἐγγυῶ
5676560 ψυκτηριδιον
, τἀκπώματα ἦγεν δύο δραχμάς , κυμβίον δὲ τέτταρας , ψυκτηρίδιον δὲ δέκ ' ὀβολούς , Φιλιππίδου λεπτότερον . Ὁ
' ἀνὰ χοίνικα μάττει . Ἄλεξις δ ' ἐν Ἱππίσκῳ ψυκτηρίδιον καλεῖ διὰ τούτων : ἀπήντων τῷ ξένῳ εἰς τὴν
5672104 χρεωστῃ
καλέσοι ] κάρδοπον τὴν καρδόπην . οὐδενί ] δανειστῇ , χρεωστῇ . οὐδενί , ὅστις κτλ . ] βαρβαρίζοντι ἀνθρώπῳ
καλέσοι ] κάρδοπον τὴν καρδόπην . οὐδενί ] δανειστῇ , χρεωστῇ . οὐδενί , ὅστις κτλ . ] βαρβαρίζοντι ἀνθρώπῳ
5660285 παιδισκην
αἰχμαλωτισθεὶς ἠγοράσθη ὑπὸ Λάβαν : καὶ ἔδωκεν αὐτῷ Αἰνᾶν τὴν παιδίσκην αὐτοῦ εἰς γυναῖκα : ἥτις ἔτεκε θυγατέρα , καὶ
τὴν πρώτην μου γυναῖκα ὑδροφοροῦσαν εἰς οἶκον τινὸς εὐσχήμονος ὡς παιδίσκην ἕως ἂν λάβῃ ἄρτον καὶ προσενέγκῃ μοι : καὶ
5657697 ἐασον
. μὴ δῆθ ' ἱκετεύω ] κατακλιθήσομαι . μ ' ἔασον ] τοῦτο διὰ μέσου . τὸ δὲ “ ἀλλ
γίνεται δὲ πάνυ μέλαν ὡς τὸ γραφικὸν μέλαν . Τοῦτο ἔασον ἡμέρας γʹ , καὶ βαλὼν τότε ἐν τῷ κολύμβῳ
5650544 σαπρον
, καιόμενον , παραμύθησαι αὐτῷ καὶ εἰπὲ , ὅτι οὐδὲν σαπρὸν ἔχεις , ἐλπὶς δέ ἐστι σωθῆναί σε : μὴ
ὑγρὸν κρατήσῃ , ὥστε μὴ δύνασθαι παχυνθὲν παγῆναι , καὶ σαπρὸν τὸν πλεύμονα ποιέει καὶ τὰ πλησιάζοντα , καὶ γίνονται
5648863 κορηθρον
ἡμῖν : εἶτα ἐπειδὴ ἅλις ἔχοι τῆς διακονίας , αὖθις κόρηθρον τὸ κόρηθρον ἢ ὕπερον τὸ ὕπερον ἄλλην ἐπῳδὴν ἐπειπὼν
ἂν ὁ ἀνὴρ ἢ τὸν μοχλὸν τῆς θύρας ἢ τὸ κόρηθρον ἢ καὶ τὸ ὕπερον περιβαλὼν ἱματίοις ἐπειπών τινα ἐπῳδὴν
5641627 ἐσκευασμενην
, καὶ τὸν ζωμὸν ῥοφανέτω : καὶ φακὴν ἐχέτω ὧδε ἐσκευασμένην : κοτύλην φακοῦ ἑψήσας τρῖψαι λείην , ἔπειτα ἄλευρον
δὲ ἀντὶ τοῦ ἄρτου , ζύμην καθαρωτάτην βρέχων χωρὶς ἁλῶν ἐσκευασμένην καὶ μὴ ὠξυκυῖαν πάνυ ἐχρώμην . Ὠῶν ὀπτῶν ἓξ
5638325 ὑπαγεις
η οὐκ ἀνοίγεις ἐργαστήριον θ σώζῃ τῆς ἀσθενείας ι οὐχ ὑπάγεις εἰς τοὺς ἁγίους τόπους α οὐ νικᾷς . σιώπα
γ πωληθήσῃ καὶ μεταμεληθήσῃ μηδὲν ὠφελῶν δ οὐ μενεῖς ὅπου ὑπάγεις : οὐ γὰρ συμφέρει ε λήψῃ ὀψώνιον μερικόν Ϛ
5634460 ἐκτεισειν
ἐν τῷ γράψαι τὴν κατάστασιν εἶναι τῶν ἐγγυητῶν ἦ μὴν ἐκτείσειν τὸ ἀργύριον ὃ ὦφλεν , ἐκ τῆς λήξεως καὶ
ὀφλήματος , οὓς ἂν ὁ δῆμος χειροτονήσῃ , ἦ μὴν ἐκτείσειν τὸ ἀργύριον ὃ ὦφλεν . τοὺς δὲ προέδρους ἐπιχειροτονεῖν
5632098 πειρω
ἵνα μὴ κλάῃς . Ἀκροῶ δή , καὶ τὰς χεῖρας πειρῶ κατέχειν . Ἀλλ ' οὐ δύναμαι : χαλεπὸν γὰρ
θεοῦ . Γλώσσης μάλιστα πανταχῆ πειρῶ κρατεῖν . Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν . Γίγνωσκε σαυτὸν νουθετεῖν ὅπου τρέχεις
5624338 στατηρ
πενταστάτηρον Σωσικράτης ἐν Παρακαταθήκῃ τὴν πεντάλιτρον . ὁ δὲ χρυσοῦς στατὴρ δύο ἦγε δραχμὰς Ἀττικάς , τὸ δὲ τάλαντον τρεῖς
τετύχηκε δέ μοι καὶ εἰκοσίμνως ἔρανος . ὁ δὲ χρυσοῦς στατὴρ μνᾶν ἠδύνατο : καὶ γὰρ ἐν τοῖς ἱσταμένοις τὴν
5617591 τυννουτονι
ἀφαίρεσιν τοῦ ν . τυννουτοῒ : γρ . καὶ “ τυννουτονὶ ” , ὥσπερ καὶ “ τοσουτὸν ” καὶ “
. θυμόσοφός ἐστιν φύσει . εὐθύς γε τοι παιδάριον ὂν τυννουτονὶ ἔπλαττεν ἔνδον οἰκίας ναῦς τ ' ἔγλυφεν ἁμαξίδας τε
5610602 ἀναγνωσῃ
τι εἰπεῖν ἢ τῶν ἄλλων ἁπάντων . Οὐ πρὸς ἀλλότριον ἀναγνώσῃ , ὦ βέλτιστε , καὶ ἅμα οὐ τὴν ἑρμηνείαν
ὁ πόλεμος ὅδε συνεστήκῃ . Μηδὲ ὑμέας Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν ἀναγνώσῃ , λεήνας τὸν Μαρδονίου λόγον . Τούτῳ μὲν γὰρ
5609136 ναρκωτικον
ἕτεροι δὲ καὶ εὐφορβίου νομίσαντες αὐτὸ ἔχειν τι ψυκτικὸν καὶ ναρκωτικὸν , ἄλλοι δὲ μὴ πάνυ τοῦτο εἶναι ἀληθές :
τὴν τῆς σφοδρᾶς θερμασίας καὶ τῆς ὀδύνης ἐγκοπὴν μείνῃ τὸ ναρκωτικὸν φάρμακον . ἔστι δὲ τὰ ναρκωτικὰ φάρμακα τοιαῦτα .
5601930 μεμψῃ
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν
5600567 παρεχε
. ἄλλο . ὀρίγανον ἀποζέσας ἕως ἀποτριτώσεως μεθ ' ὕδατος πάρεχε κύαθον ἐκ τοῦ ἀποζέματος πιεῖν . [ Εἰς στραγγουρίαν
. . . γρ . Ϛʹ . κόψας , σήσας πάρεχε . δεῖ δὲ εἰδέναι τὴν δόσιν εἶναι δραχ .
5598259 προϊεμενος
. ἀργαλέος ] χαλεπός . ματιολοιχός ] φειδωλὸς καὶ οὐ προϊέμενός τι τῶν αὐτοῦ . ⌈ καλοῦσιν καλοῦς ' [
. ἀργαλέος ] χαλεπός . ματιολοιχός ] φειδωλὸς καὶ οὐ προϊέμενός τι τῶν αὐτοῦ . ⌈ καλοῦσιν καλοῦς ' [
5595229 δυνησομαι
, ἀλλὰ καὶ μὰ τὸν Διόνυσον οὐκ οἶδ ' ὅπως δυνήσομαι περιπλέκειν ὅλην τὴν ἡμέρανκαὶ πεπορνευμένος : ὁ γὰρ εἰκῇ
ζῴων παραλλαγήν , ὁποῖον μὲν ἕκαστον τῶν ὑποκειμένων ἐμοὶ φαίνεται δυνήσομαι λέγειν , ὁποῖον δὲ ἔστι τῇ φύσει διὰ τὰ
5587385 διψω
Ι προσγεγραμμένον . Τὰ εἰς ΞΩ καὶ ΨΩ περισπᾶται : διψῶ γυψῶ κενοδοξῶ φιλοδοξῶ ἀδοξῶ αὐξῶ ἀλεξῶ . τὸ γὰρ
λέγει δ ' οὖν ὑστεροῦσα παρὰ πολύ : Πτολεμαῖε , διψῶ , φησί , παππία , σφόδρα : ἀλλ '
5583717 ἐκτεισαι
. Καί σφι ὑπ ' Ἀργείων ἐπεβλήθη ζημίη χίλια τάλαντα ἐκτεῖσαι , πεντακόσια ἑκατέρους . Σικυώνιοι μέν νυν συγγνόντες ἀδικῆσαι
δῆμος κατέγνω , ἐὰν μὲν αὐτὸς ὁ ὀφλὼν ἱκετεύῃ πρὶν ἐκτεῖσαι , ἔνδειξιν εἶναι αὐτοῦ , καθάπερ ἐάν τις ὀφείλων
5578918 ἱεροσυλε
ἵνα μὴ Δᾶμίς γε πύθηται . Τί φής , ὦ ἱερόσυλε Δᾶμι , θεοὺς μὴ εἶναι μηδὲ προνοεῖν τῶν ἀνθρώπων
καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν θυγατέρ ' , ἱερόσυλε γραῦ ; ἀλλ ' ἦ περιμένω καταφαγεῖν τὴν προῖκά
5571938 Καριων
τις αὖ ἐλθὼν διακωλύσῃ τι τῶν προὔργου ποεῖν . Παῖ Καρίων , τὰ στρώματ ' ἐκφέρειν ἐχρῆν αὐτόν τ '
ὡς ἔοικεν , εὐθὺς ἀπῆγον ἐκεῖ , ἔφη δὲ ὁ Καρίων . μεμυστιλημένοι : εὐωχημένοι , ζωμὸν ἀρυσάμενοι κοίλοις ἄρτοις
5570545 ἐγχεαι
ἢ ῥάμνου , ἢ τεύτλου , ἢ κολοκύντης χυλὸν ἐκπιέσας ἐγχέαι : ἢ αὐτῆς τὸ μέσον καὶ ἁπαλώτατον περιξέσας μακρὸν
κέρασον εὐζωρέστερον . Οἶνον Θάσιον πίνοις ἄν ; εἴ τις ἐγχέαι . πρὸς ἀμυγδάλας δὲ πῶς ἔχεις ; εἰρηνικῶς .
5569551 διαλυων
ἀριστολοχίας ⋖ η . οἴνῳ αὐστηρῷ ἀναλαμβάνων χρῶ , ὄξει διαλύων δ ' ἐπίχριε . Στυπτηρίας σχιστῆς , ἀλόης ,
Ὅ τε στρατηγὸς Ἀσελλίων , ᾧ ταῦτα προσέκειτο , ἐπεὶ διαλύων αὐτοὺς οὐκ ἔπειθεν , ἐδίδου κατ ' ἀλλήλων αὐτοῖς
5566726 ἐλογιζετο
στρατεύειν οὐκ εἶναι ἐν ταῖς συνθήκαις . ὁ μέντοι Ἐπαμεινώνδας ἐλογίζετο καὶ ἐν Πελοποννήσῳ σφίσιν ὑπάρχειν Ἀργείους τε καὶ Μεσσηνίους
πατέρα . Εἶεν : ἀλλὰ τί μᾶλλον ἡ Χρυσηὶς ταῦτα ἐλογίζετο ἃ σὺ λέγεις ἢ ὁ Χρύσης καθ ' αὑτόν
5565652 θυλακισκον
. ἄγγη μυρηρά ὡρικὸν δὲ μειράκιον καὶ κόρη ἀποβροχθίσαι ἐψυχρολουτήσαμεν θυλακίσκον κλινάριον λυρωνίαν νεβλάρετοι τὸν ὀρτυγοκόμον ῥαγδαίους τοῦ τριγώνου μαρτύρομαι
; ἔπειτ ' ἐπὶ τοὔψον ἧκε τὴν σπυρίδα λαβὼν καὶ θυλακίσκον καὶ τὸ μέγα βαλλάντιον . καὶ τὴν κυνῆν ἔχειν

Back