κεραυνὸς ἐπισκήψει πρὸς γαῖαν , φθορὰν σημαίνει γυναικῶν παρθένων καὶ σωφρόνων , πτῶσιν δὲ τὸ δεινότατον πρὸς βασιλίδα τάχα ,
ἐκ παραλλήλου . λακάζειν ] τραχέως , θορυβώδη φθέγγεσθαι . σωφρόνων μισήματα : ταῦτα , τὸ προσπίπτειν τοῖς ξοάνοις καὶ
8068899 αἰσχρων
κρίνοιτο ἐπὶ κλοπῇ ἐρεῖ : ὡς εἴπερ ἥττων ὑπῆρχον τῶν αἰσχρῶν λημμάτων , οὐκ ἂν τοιούτοις ἐπεχείρουν , ἃ καὶ
ἐσχηκότων καὶ περὶ τῶν μελλόντων γενήσεσθαι : πάντων γὰρ ὄντων αἰσχρῶν καὶ δεινῶν τῶν γεγραμμένων ἐν τῷ νόμῳ , τοῦτο
7653524 πονηρων
τὴν ἅπασαν σπουδὴν ἔχειν εἰς κόλασιν μὲν τῶν ἀσεβῶν καὶ πονηρῶν , εὐεργεσίαν δὲ τῶν ὄχλων . ἀνθ ' ὧν
μὲν εἰς ἄνοιαν ἡλικίας καταφεύγοντες , οἱ δ ' εἰς πονηρῶν ἀνθρώπων ὁμιλίας , οἱ δ ' εἰς μέγεθος ἀρχῆς
6873662 φαυλων
ἀνθρώπων φαῦλα : τοὺς γὰρ θεοὺς θεραπεύομεν πρὸς ἀπαλέξησιν τῶν φαύλων . ἱππόκροτον : καὶ ἵπποις πεδιάδα βαδιστὴν καὶ ταῖς
δηλοῖ τῶν κατ ' αὐτὸν καὶ μεσότητα ἀγαθῶν τε καὶ φαύλων καὶ χαρᾶς καὶ λύπης καὶ νόσου καὶ ὑγείας .
6866221 σπουδαιων
οὖν αὐτὸ ποιεῖ ; κοινῷ τῷ λόγῳ χρῆται περί τε σπουδαίων ἀνδρῶν καὶ φαύλων λέγων καὶ διακρίνων ἤθη ἀγαθῶν καὶ
τὸ γέρας ἄοπλον . εἶθ ' ὁπότε μὲν βουληθεῖεν τῶν σπουδαίων λαμπρῦναί τινας , ἐδίδοσαν τὴν τιμήν , ὁπότε δὲ
6860723 ἀνδρειων
τῶν παλαιὰ φορούντων ἱμάτια . Πέρδικος ἱερόν : ἐπὶ τῶν ἀνδρείων : Εὐπαλάμῳ γὰρ ἐγένοντο παῖδες Δαίδαλος καὶ Πέρδιξ :
γοῦν οὕτω κεῖσθαι ” φοίναις δὲ καὶ ἐν θιάσοισιν „ ἀνδρείων παρὰ δαιτυμόνεσσι πρέπει παιᾶνα ” κατάρχειν . „ Λέγεσθαι
6854006 ἀδικων
ὑψοῖ σαθρὸν αὐτῶν τὸ κλέος : οἰκόβιος γὰρ ἡ τῶν ἀδίκων δόξα καὶ εὐκατάακτος . εἴη μή ποτέ μοι τοιοῦτον
, πῶς ἐστι δίκαιον , ἔργων ὅστις ἀνὴρ ἐκτὸς ἐὼν ἀδίκων , μή τιν ' ὑπερβασίην κατέχων μήθ ' ὅρκον
6808180 φθονουντων
τὴν ἡμέραν . ἐργῶδές ἐστιν ἐν βίῳ βεβιωκότα τοὺς τῶν φθονούντων πάντας ὀφθαλμοὺς λαθεῖν . οὐσίδιόν μοι καταλιπόντος τοῦ πατρὸς
τὴν ἡμέραν . Ἐργῶδές ἐστιν ἐν βίῳ βεβιωκότα τοὺς τῶν φθονούντων πάντας ὀφθαλμοὺς λαθεῖν . Οὐσίδιον γὰρ καταλιπόντος μοι πατρός
6791696 δικαιων
καὶ ἀποκτεινύναι ἀλλήλους . Οὐ δῆτα . Ἀλλὰ περὶ τῶν δικαίων καὶ ἀδίκων ἔγωγ ' οἶδ ' ὅτι , καὶ
: καὶ πάλιν ἑτέραν πρεσβείαν ἀποστέλλειν ᾤοντο δεῖν καὶ τῶν δικαίων μειονεκτεῖν καὶ πάντα ὑπομένειν , ὦ πολῖται , τὰ
6732427 ἀνοητων
τοῖς ἀβελτέρως καὶ [ ] κενῶς ? [ ὑπὸ ] ἀνοήτων λεγομένοις ? ? ? [ ] ηπα [ !
. . φέρουσι τοῦτον ἐν ταῖς χερσὶ . . . ἀνοήτων . . εὐεργετεῖν : Εὐεργεσίαν παρέχειν . . κέπφε
6726141 δειλων
μὲν δὴ λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε , μή που τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσιν
πολλῷ μᾶλλον ἐθάρσησαν οἱ στρατιῶται , καὶ συμβαλόντες ἄνευ τῶν δειλῶν ἐνίκησαν . Ἰφικράτης τοὺς πολεμίους ἐς φυγὴν τρεψάμενος εἵπετο
6677188 φρονιμων
πάντας ἀνθρώπους εὐσεβεῖν ἰδίᾳ τε καὶ κοινῇ . Περὶ τῶν φρονίμων καὶ τοῦτό φησι πληθυντικῶς οὕτω λέγων , εἰ καὶ
ἐστὶν εὕρημα μὲν καὶ δῶρον θεῶν , δόγμα δὲ ἀνθρώπων φρονίμων καὶ τὰ ἑξῆς . γένοιτο δ ' ἄν που
6650855 ἀφρονων
‖ ̂ : ‖ Μακρὸν γὰρ αἰῶνα τείνουσι μυρίοι τῶν ἀφρόνων , καλὸν δὲ καὶ σπουδαῖον μόνος ὁ φρονήσεως ἐραστής
τὸ μέθης φυτὸν ἐξεργάζεται τεχνικῶς καὶ ἐπιστημόνως ὁ δίκαιος τῶν ἀφρόνων ἄτεχνον καὶ πλημμελῆ ποιουμένων αὐτοῦ τὴν ἐπιστασίαν , ὥστε
6496546 ἐπαινουμενων
τοῦ Ἀθήνησιν , ἐν ὀλίγοις δὲ τῶν παρ ' ἄλλοις ἐπαινουμένων , καὶ τὰ Ἰσθμοῖ ἀγάλματα ὅ τε τοῦ Ἰσθμίου
οὐ μεμψάμενον . ἀλλ ' ὑμᾶς γε χρὴ γενέσθαι τῶν ἐπαινουμένων , ἵν ' ὑμῖν ἀκμάζῃ τὸ κλέος καὶ ἦτε
6475137 βουλευματων
' ἁγνὰ μαντεύσῃ νέμων . ἦ καὶ πατήρ τι σφάλλεται βουλευμάτων πρωτοκτόνοισι προστροπαῖς Ἰξίονος ; λέγεις : ἐγὼ δὲ μὴ
τὸ κεφάλαιον εἰπεῖν , ὅτι συλλαβὼν τοὺς μετασχόντας τῶν ἀπορρήτων βουλευμάτων ἀπέκτεινεν , ὡς ὀλίγης τοῖς πράγμασι δηλώσεως δέον :
6431535 δεινων
. εὐδοκίμηκεν ] εὐδοκίμησεν . ἀνήρ ] ὁ δίκαιος . δεινῶν ] δεξιῶν . δεῖν ] χρείαν εἶναι . τὸν
αἰτίαν ἀναγαγεῖν εἴς τινα , ὥστε μὴ εἶναι ἡμᾶς αἰτίους δεινῶν πράξεων . εἶτα ὁ Μενέλαος : μὴ θάνατον εἴπῃς
6431146 ἐπιεικων
ἄργυρος . κεῖται δὲ ἐπὶ τῶν λαμπρῶν μὲν ἔξωθεν καὶ ἐπιεικῶν , πονηρῶν δὲ τὰ ἔνδον . Αἰσχύλος ἐν Περραιβίσιν
μὲν δὴ καὶ ὀξύμελι πολλοὺς ὤνησε πινόμενον καί τι τῶν ἐπιεικῶν ὑπηλάτων : ὁ δ ' ἐπὶ τοῖς σιτίοις ἔμετος
6404844 λοιδοριας
ὑπὸ τοῦ νομοθέτου . ἐὰν δέ τις ἐν ἄλλοις τόποις λοιδορίας ἄρχων ἢ ἀμυνόμενος ὁστισοῦν μὴ ἀπέχηται τῶν τοιούτων λόγων
εὐχαῖς ἀλλ ' ὡς ἐπὶ κατάραις ἀγανακτήσειν καὶ τρέψεσθαι πρὸς λοιδορίας ἄμυναν ἀντικατηγοροῦντας : ὃ μέγιστον ἂν εἴη τεκμήριον τῆς
6363423 μεμψις
ἀποκαλῶν , στυγεῖ ἡ νέμεσις , ἤτοι ἡ ἀπὸ σοῦ μέμψις ; ὁ δὲ πρὸς αὐτὴν , οὐδαμῶς φθονῶ καὶ
χαρίζεσθε . ὥσθ ' ἥ τε παρ ' ἡμῶν ὑπάρχει μέμψις καὶ ἡ παρ ' ἐκείνου προσγίγνεται . ἂν οὖν
6270150 γενναιων
; ἔφη . Πρῶτον μὲν αὐτῶν τούτων , καίπερ ὄντων γενναίων , ἆρ ' οὐκ εἰσί τινες καὶ γίγνονται ἄριστοι
γάρ σου ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ κύνας θηρευτικοὺς καὶ τῶν γενναίων ὀρνίθων μάλα συχνούς : ἆρ ' οὖν , ὦ
6261687 ἐπαινεισθαι
ἑτέρου : κρεῖττον γὰρ παρὰ πολὺ διαβάλλεσθαι πρὸς ὑμῶν ἢ ἐπαινεῖσθαι . ὅμως μέντοι δέδοικα τοῦτο , μή με ὁ
ὅτι τῆς ἡλικίας τῆς τοιαύτης εὐδιαβόλως ἐχούσης , σοὶ μᾶλλον ἐπαινεῖσθαι συμβέβηκεν . οὐ γὰρ μόνον οὐδὲν ἐξαμαρτάνειν , ἀλλὰ
6210010 πλουσιων
τὸ μεταβολὴν ὁρῶντες ʃ τῶν πενήτων . τἀκείνων : τῶν πλουσίων τὰς ἐπαυρέσεις : τὰς ἀπολαύσεις καὶ ἡδυπαθείας τῷ δόξαντι
τυρὸς καὶ ἄρτος ὀβελίας καὶ οἶνος λευκός , ὅσα ἀγροίκων πλουσίων κτήματα . Ἀγένειός εἰμι , καὶ γὰρ ὁ Διόνυσος
6207185 φρονιμος
Ὅτι δ ' οὐκ ἔστιν ὀρθῶς ἡγεῖσθαι , ἐὰν μὴ φρόνιμος ᾖ , τοῦτο ὅμοιοί ἐσμεν οὐκ ὀρθῶς ὡμολογηκόσιν .
ἡ μὲν τρυγὼν ἐκ φύσεώς ἐστι σώφρων ἡ δὲ ἀλώπηξ φρόνιμος ὁ δὲ λέων ἀνδρεῖος ὁ δὲ πελαργὸς δίκαιος :
6189707 ἐγκωμιων
, καθὼς εἴρηται . ἀλλὰ τὸ μὲν περὶ ἐπαίνων καὶ ἐγκωμίων λέγειν τίσιν ἁρμόττει , οὐκ ἔστιν ἡμῖν προκείμενον :
λειμῶσι φυτοῖς παντοδαποῖς διειλημμένοις , καὶ αὐτοὶ τῶν τῆς πατρίδος ἐγκωμίων οὐκ ἐπιλανθάνονται , τὴν δὲ ἱπποτρόφον ὑπερορῶντες τὴν κουροτρόφον
6187656 γεροντων
τοῦτο εἰς ἀπόστασιν τρέπεται τὸ νόσημα . ἐπὶ μέντοι τῶν γερόντων ἀμφότερά εἰσι καὶ ὠμὴ καὶ ψυχρὰ καὶ παχεῖα ἡ
τὰς αὐτὰς καὶ τὰς ἐπωνυμίας , ὥσπερ καὶ τὴν τῶν γερόντων ἀρχὴν καὶ τὴν τῶν ἱππέωνπλὴν ὅτι τοὺς ἐν Κρήτηι
6181747 πανουργια
μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ
: πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ
6178655 αἰσχρα
τοῖς ἀκούουσι γνώριμα , ἀκίνδυνα δὲ τῷ μαρτυροῦντι καὶ μὴ αἰσχρά , ταῦτα γέγραφα . Ἐὰν μὲν οὖν ἐθελήσῃ ὁ
, εἰ μὲν εἴη καλά , ἐθαύμασαν , εἰ δὲ αἰσχρά , ἐχλεύασαν καὶ τῆς ὑποκρίσεως ἐμίσησαν . λέγωμεν οὖν
6173125 ἀδικουμενων
δή που κωλύουσιν . οὐ γὰρ ἔστιν οὐκ ὄντων τῶν ἀδικουμένων τοὺς ἀδικοῦντας εἶναι , μηδενὸς ὄντος ἐφ ' ὃν
τι κακὸν τὸν λελυπηκότ ' ἐργάσασθαι , τῶν δ ' ἀδικουμένων , ὅταν ποθ ' ὑφ ' αὑτοῖς λάβωσι τὸν
6127539 ἐξαμαρτανειν
τρέσηις ἡμᾶς , Κρέον , ὥστ ' ἐς τυράννους ἄνδρας ἐξαμαρτάνειν . σὺ γὰρ τί μ ' ἠδίκηκας ; ἐξέδου
τὸ παρελθόν . τὸ οὖν αἴτιον τοῦ νῦν μὲν μὴ ἐξαμαρτάνειν , τότε δέ , αὐτοὶ ἤδη ἱκανοί ἐστε γιγνώσκειν
6105364 ὀνειδος
καὶ τυραννικούς , Ἡσιόδου μὲν τὸ Ἔργον δ ' οὐδὲν ὄνειδος , ἀεργίη δέ τ ' ὄνειδος : τοῦτο δὴ
τὸν δὲ παράσιτον πλούσιος οὐδέποτε κοσμεῖ . ἄλλως τε οὐδὲ ὄνειδος αὐτῷ ἐστιν , ὡς σὺ φής , τὸ παρασιτεῖν
6069514 ἀλλοτριων
χαριζόμεθα , καὶ οὐδὲν ὑμᾶς ἀφαιρεῖσθαι δεῖ πρὸς βίαν ὥσπερ ἀλλοτρίων ἢ πονηρῶν : ἐπεί τοι καὶ πολῖται τῆς πόλεώς
μεγαληγορίαν μᾶλλον ἁρμόττειν , τοῖς δὲ δικανικοῖς , ἔνθα τῶν ἀλλοτρίων ἀκουστὴς γίνεται κακῶν ὁ δικαστής , ψυχῆς τε καὶ
6045306 ὑβριζομενων
ὧν ἦν ἡμῖν ἀκούειν , ὅπως μὲν ἐπλήγης τὴν ψυχὴν ὑβριζομένων ἡμῶν , οἷα δὲ ἐφθέγξω , οἷα δὲ ἐβόησας
εἴπερ ἦσαν πονηρῷ φίλοι , καὶ μὴ μετὰ τῶν τότε ὑβριζομένων διὰ τὸ μὴ δύνασθαι τὰ τότε πραττόμενα ἐπαινεῖν ἐν
6033659 ψογων
ἴδῃς , μὴ θαυμάσῃς : τὸ γὰρ πολὺ κάλλος καὶ ψόγων πολλῶν γέμει . } Πιθανὴν γυναῖκα δ ' ὁ
Μειδίου λόγων εὐποροῦμεν . Διαφέρει δὲ τῶν ἐγκωμίων καὶ τῶν ψόγων , ὅτι ἐκεῖνα μὲν περὶ ὡρισμένων προσώπων καὶ μετὰ
6030295 πρεσβυτερων
, ὥς φησιν : ἔπειτα μετὰ τοῦτο δῆλον ὅτι τῶν πρεσβυτέρων ἐπιμεληθεὶς πλείστων καὶ μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος τῇ πόλει γενήσεται
ὄντες καὶ πρεσβῦται γενόμενοι , ἀλλὰ γίνεται τὰ μὲν τῶν πρεσβυτέρων ἤθη μαλακώτερα , τὰ δὲ τῶν νεωτέρων ἀκμαιότερα .
6021970 αὐθαδεια
τρόπου . . . . ἀπαυθαδιάζω : ἐκ τοῦ αὐθάδης αὐθάδεια αὐθαδιάζω καὶ ἀπαυθαδιάζω . τοῦτο δέ , ὅτι αὐτοαδής
ἐπιστήμης τὸ προειδέναι μετιοῦσιν ἡ τῶν προχείρων τὰς προγνώσεις διαβάλλειν αὐθάδεια . Οἵ τε γὰρ οἱουσδήτινας σχηματισμοὺς ἀστέρων καὶ ποιότητας
6017412 αὐθαδης
ἄψ γέγονεν ἐκβολῇ τοῦ ψ ' . . . . αὐθάδης : αὐτάρεσκος , θυμώδης : εἴρηται ὁ ἑαυτῷ ἁδῶν
ἐνδείξασθαι τὸ παραστάν . ἡ δὲ τῶν ποιητῶν τέχνη μάλα αὐθάδης καὶ ἀνεπίληπτος , ἄλλως τε Ὁμήρου , τοῦ πλείστην
6014687 δυσερις
ἔχοι μετρίαν αἴσθησιν περὶ λόγους καὶ μήτε βάσκανος εἴη μήτε δύσερίς τις , τοσούτῳ διαφέρειν τὴν ἀρτίως παρα - τεθεῖσαν
ὠφελείας κόλαξ , ὁ δὲ ἐλλείπων καὶ ἄχαρις ἐν πᾶσι δύσερίς τις καὶ δύσκολος . οὐ μόνον δὲ ἐν τοῖς
6008547 ἁμαρτηματων
αὐτῶν τότε οὐ μεταλαβόντες τῆς ὠφελίας νῦν μεταδώσετε καὶ τῶν ἁμαρτημάτων ἀπογενόμενοι τῆς ἀφ ' ἡμῶν αἰτίας τὸ ἴσον ἕξετε
ἄτοπος : μέγιστον μὲν οὖν καὶ καθόλου μάλιστα ἄτοπον τῶν ἁμαρτημάτων ἐστὶ τὸ εἰς ὄργανον ἀνάγειν τὴν τοῦ ἡρμοσμένου φύσιν
5989413 πραξεων
δυνηθεὶς δι ' ὀλίγου πεῖραν λαβεῖν τῶν κατ ' αὐτὸν πράξεων , ἐξ ὧν καὶ περὶ ὧν οἱ λόγοι :
ἀναβάλλεσθαί ἐστι τὸ προΐεσθαι καὶ παριέναι τὸν ἐπιτήδειον καιρὸν τῶν πράξεων : ὑπερτίθεσθαι δὲ τὸ ἐπιμένειν τὸν ἐπιτήδειον καιρὸν τῶν
5984183 ἐπιτηδευματων
τῶν νεωτέρων ἠσκεῖτο , καὶ καθόλου πολλοὶ τὰ φαῦλα τῶν ἐπιτηδευμάτων ἀντὶ τῆς παλαιᾶς καὶ σπουδαίας ἀγωγῆς ἠλλάττοντο , καὶ
ἔργοις , ἐκ τῆς ἀναιδείας καὶ τοῦ θράσους καὶ τῶν ἐπιτηδευμάτων γιγνώσκομεν . Ὁ γὰρ ἐπὶ τῶν μεγίστων τοὺς νόμους
5981125 πανουργως
ἄλλως δεικνύειν , οὐ κατά τινα ἁπλοῦν τρόπον , ἀλλὰ πανούργως . ἰδεῖν δὲ ψηφοπαικτοῦντά τινα , παραλογισθέντα καὶ ἐξαπατηθέντα
Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως . Γ κομψευριπιδικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς , δεινῶς
5980479 συμβουλων
ἡ συμβουλὴ τέλος μὴ ἔχουσα : ἐνταῦθα δὲ ἑκάτερος τῶν συμβούλων εἰς ἐναντίον τῷ σκοπῷ πέρας τελευτήσει : εἰ μὲν
ἀλλ ' οἷον ἐν πολλῷ θορύβῳ ἐκκλησίας ὁ ἄριστος τῶν συμβούλων εἰπὼν οὐ κρατεῖ , ἀλλ ' οἱ χείρονες τῶν
5977031 ἀκουοντων
πολλὰ κομίζων , κἀν τούτῳ με ὁ ἄρχων δημοσίᾳ πάντων ἀκουόντων ἀπολύει . καὶ ἐλθόντες ἐπὶ θάλασσαν ναῦν ἐσκεψάμεθα καὶ
, ὥστε προϊδεῖν ἀκριβῶς , τίνα τρόπον αἱ γνῶμαι τῶν ἀκουόντων πρὸς τὰ μήκη τῶν λεγομένων ἕξουσιν . ἐν δὲ
5970524 πενητων
. Κἂν ἐπὶ νεκροῦ κερδαίνειν : ἐπὶ τῶν κερδαινόντων ἐκ πενήτων ἢ τεθνεώτων . Καιρὸς ψυχὴ πράγματος . Καλῶς πένεσθαι
ἀπὸ χοίνικος ἰδεῖν μάλα νεανίας . Ὅστις οὖν βούλεται τῶν πενήτων ἴτω εἰς ἐμοῦ σάκους ἔχων καὶ κωρύκους : ὡς
5960362 φιλανθρωπος
, οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ Διὸς ζηλωτὴς καὶ οὗτος ὁ φιλάνθρωπος ἀτεχνῶς . τῶν δὲ ἄλλων Κῦρον μὲν φιλοπέρσην καλῶ
, ἅπερ οὐκ ἐάσει καθ ' ὑμῶν ἰσχῦσαι ψῆφος ὑμετέρα φιλάνθρωπος . Εὔβουλος ἐγράψατο Ἀρίσταρχον ἐπὶ τῷ Νικόδημον πεφονευκέναι :
5948543 αἰδεισθαι
συστρατεύοντας καὶ κατεσκεύαζεν αὑτὸν ἴσον ἅπασιν , ὥσθ ' ἕκαστον αἰδεῖσθαι καὶ τὸ παράβολον τῆς τόλμης ἑκουσίως ὑπο - μένειν
πρᾶξαί τι αἰσχρὸν φαύλου ἂν εἴη , τὸν μέντοι πράξαντα αἰδεῖσθαι ἐπ ' αὐτῷ ἐπιεικοῦς . ἐξ ὑποθέσεως εἶπεν .
5945746 ἀνοσιων
καὶ τῇ διανοίᾳ καὶ τοῖς πράγμασιν , οὐκ ἔχοντα δὲ ἀνοσίων ἔργων ἐπιδείξεις , γάμους ἀθεμίτους ἢ παίδων ἢ γονέων
ὅλην πυρπολοῦν ψυχὴν δι ' ὤτων : ἡ γὰρ τῶν ἀνοσίων ἑλέπολις τοῦτ ' ἐστίν , ᾧ μόνῳ τοὺς φιλοθέους
5943835 εἰσηγητης
μὴ ἄλλως γένηται . τῆς δ ' ἡδονῆς πρὸ Ἐπικούρου εἰσηγητὴς ἐγένετο Σοφοκλῆς ὁ ποιητὴς ἐν Ἀντιγόνῃ τοιαῦτα εἰπών :
δὲ στρατηγὸν Λεωσθένη διὰ ἀμφότερα : τῆς τε γὰρ προαιρέσεως εἰσηγητὴς τῆι πόλει ἐγένετο , καὶ τῆς στρατείας ἡγεμὼν τοῖς
5938309 οἰομενων
ἡδονῶν ἀλλ ' οὐδὲ μεμνημένοι ἔτι , καταγελῶντες δὲ τῶν οἰομένων ταῦτα εἶναι . Νὴ τὸν Ἡρακλέα , ὦ Ἑρμότιμε
τῶν προϊσταμένων τῆς ἀριστοκρατίας ἐλέχθησαν , ἐπιεικέστεροι μὲν ὑπὸ τῶν οἰομένων ἀγνοίᾳ τοῦ συμφέροντος ἁμαρτάνειν τοὺς δημοτικούς , τραχύτεροι δ
5929899 χρηστων
Ταῦτ ' οὖν εἰ μὴ πεπόηκας , ἀλλ ' ἐκ χρηστῶν καὶ γενναίων μοχθηροτάτους ἀπέδειξας , τί παθεῖν φήσεις ἄξιος
δ ' αὐτὴν πρῶτον , εἶτα καὶ χαίρειν προσεῖπε , χρηστῶν τ ' ἄγγελος λόγων ἥκειν . “ ὁ λέων
5929280 σωφρονειν
παθεῖν , ὥσπερ ἐστὶν προσῆκον φάσκοντάς γε μηδένων ἀπολείπεσθαι τῷ σωφρονεῖν , φυλάξησθε . Οὐχὶ τὸν αὐτὸν εἶναι καιρὸν ὑπείληφ
εἰσι μᾶλλον καὶ ἀνδρεῖοι , ἔστι δὲ καὶ δικαιοπραγεῖν καὶ σωφρονεῖν μᾶλλον καὶ ἧττον . εἰ δὲ ταῖς ἡδοναῖς ,
5922877 λυπουμενων
. καὶ μὴν παρὰ τοῖς τραγῳδοῖς τὸ συνωφρυῶσθαι ἐπὶ τῶν λυπουμένων . ὁ δὲ κωμικὸς Ἀμειψίας τὸ νεύειν ὀφρυάζειν εἴρηκεν
δεῖγμα κατηφείας , ἤτοι κατηφεῖς ἦσαν . ἴδιον γὰρ τῶν λυπουμένων τὸ τὰς ὀφρῦς συνάγειν . . οἱ δίκαιοι γελῶντες
5902643 ἐπαινων
αἱ εἰκόνες : ἅπασαν γὰρ ἐπελήλυθας τὴν ψυχὴν κατὰ μέρη ἐπαινῶν . Οὐχ ἅπασαν : ἔτι γὰρ τὰ μέγιστα τῶν
καὶ γὰρ Ὀρφεὺς εἶπε περὶ τῶν ἡμερῶν τούτων , ἄλλας ἐπαινῶν καὶ ἄλλας ἐκβάλλων . καὶ Ἀθηναῖοι κατὰ τὴν παρατήρησιν
5902519 προπετως
τοῦτο μὲν οὖν ἀποδιοπομπώμεθα , ἀντ ' αὐτοῦ δὲ λέγωμεν προπετῶς . Πηχῶν , πήχως : δεινῶς ἑκάτερον ἀνάττικον ,
καὶ δυεῖν μεσοπυργίων ἐρριμμένων τῶν μὲν Περδίκκου στρατιωτῶν τινες μεθυσθέντες προπετῶς νυκτὸς προσέβαλλον τοῖς τῆς ἀκροπόλεως τείχεσιν : οἱ δὲ
5897741 πανουργιας
' ἀγγελικῆς δυνάμεως Ἀζαζὴλ ποιεῖν : Ἔχων σε πρόδρομον ἀντιθέου πανουργίας . Καὶ ταῦτα μὲν ὁ θεόφιλος πρεσβύτης ; ἡμεῖς
γὰρ δὴ ὠνόμασται τοιοῦτον αὐτοῦ ἔργον , ἀλλ ' οὐδὲ πανουργίας ἐχόμενον , ὥστε διὰ τοῦτο λέγεσθαι αὐτὸν σοφόν :
5894245 σωφρων
/ καὶ τοῦ λοιποῦ τοῖς σύμπασιν ἦν πρᾶιός τε καὶ σώφρων . / Κτησίας καὶ Ἡρόδοτος , Διόδωρος καὶ Δίων
δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται πλούσιος καὶ πεπαιδευμένος , σώφρων , δίκαιος , ἰδιοπράγμων , εὐσεβής , εὐμετάδοτος καὶ
5887753 ὀνειδη
ἐκγόνους αὐτῶν καὶ ἐνόχους ἀποφαίνει ταῖς τιμωρίαις : καὶ γὰρ ὀνείδη καὶ ἀδοξίαι αὐτοῖς ἐκ τῶν ἀδικιῶν συμβαίνουσι καὶ τίσεις
Μεσσηνίους ἥ τε ἐς τὸν Εὐφαῆ προϋπάρχουσα εὔνοια καὶ τὰ ὀνείδη τὰ μέλλοντα : φονευομένοις τε ὑπὲρ τοῦ βασιλέως ἄμεινόν
5870590 πεπολιτευμενων
ἧττον , ἅμα καὶ ἐν ἐπιλόγοις αὖθις ἀναμνήσεις περὶ τῶν πεπολιτευμένων καὶ πεπραγμένων , ἐὰν λέγῃς , ὅτι μὴ συγχωρηθῆναί
. ἐκεῖνος τοίνυν ἐν τοῖς ἐλεγείοις διεξιὼν περὶ τῶν αὑτῷ πεπολιτευμένων ἐπὶ τούτῳ μάλιστα πάντων σεμνύνεται , τῷ καταμῖξαι τὸν
5866133 μετριων
τῷ σκύφει καὶ τῷ κισσυβίῳ τῶν μὲν ἐν ἄστει καὶ μετρίων οὐδεὶς ἐχρῆτο , συβῶται δὲ καὶ νομεῖς καὶ οἱ
καὶ ἐπὶ δεῖπνον ἐκάλουν , ἐγὼ δὲ παρὰ μὲν τῶν μετρίων ἐλάμβανον τὰ πρὸς τὴν φύσιν ἀποχρῶντα , παρὰ δὲ
5862631 παρακλησις
, ὡς πρότερον , ὅτι πελάτης ἦν αὐτοῦ : καὶ παράκλησις , [ ἵνα ] μὴ τοῖς ἐλεεινότερα λέγουσιν ,
ἐν τῷ τέλει τοίνυν πρὸς αὐτὸ τὸ ἀκρότατον ἄνεισιν ἡ παράκλησις ὧδέ πως : ὅστις ὦν ἀναλῦσαι οἷός τε ἐστι
5854607 κἀγαθων
τούτους ἔγωγε ἀξιῶ παρὰ τῶν προτέρων μαθεῖν , ὄντων καλῶν κἀγαθῶν : ἢ οὐ δοκοῦσί σοι πολλοὶ καὶ ἀγαθοὶ γεγονέναι
βουλομένοις σκοπεῖν πολὺ μείζων τιμὴ τῆς χαλκῆς εἰκόνος τὸ καλῶν κἀγαθῶν ἀνδρῶν κεκρίσθαι πρώτους . καὶ γάρ τοι τῶν ἔργων
5851893 συγκολλητης
, εὔγλωττος , τολμηρός , ἴτης , βδελυρός , ψευδῶν συγκολλητής , εὑρησιεπής , περίτριμμα δικῶν , κύρβις , κρόταλον
. βδελυρός ] μισητός . ψευδῶν συγκολλητής ] ψευδολόγος . συγκολλητής ] ἐφευρετής . εὑρησιεπής ] ἐπῶν ἐφευρετὴς ψευδῶν .
5848300 παιδικων
ἐρώντων πάθος , οἷς ἥδιστον εἰς μὲν θέαμα οἱ τῶν παιδικῶν τύποι , ἡδὺ δὲ εἰς ἀνάμνησιν καὶ λύρα ,
μεταστῆναι ἀπὸ διαθέσεως εἰς ἑτέραν κρείττονα διάθεσιν καὶ ἀπὸ τῶν παιδικῶν ἐπὶ τὰς σπουδάς , καὶ κατέχοντα τὰς ἡδονὰς καὶ
5845987 ἀμαθια
χρήσιμα εἶναι πρὸς τοῦτο . φαίνοιτο γὰρ ἂν ἡμῖν ἡ ἀμαθία πρὸς ἐπιστήμην χρήσιμος οὖσα , καὶ ἡ νόσος πρὸς
ὦμεν παλίμβουλοι καθεστήξει : ἔσται . ἀκινήτοις : ἀμεταθέτοις . ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης . . . : τὴν μὲν
5844053 νομων
Ἀβδηρίτης , καθά φησιν Ἡρακλείδης ὁ Ποντικὸς ἐν τοῖς Περὶ νόμων , ὃς καὶ Θουρίοις νόμους γράψαι φησὶν αὐτόν :
γυναῖκα παρὰ γονέων , γυνὴ δὲ τὸν ἄνδρα παρὰ τῶν νόμων . Καὶ θεασάμενος ὁ Ἀδὰμ τὸ πλάσμα τῆς γυναικὸς
5839314 ἀναξιως
τοὺς ἄλλους ταῦτα παθόντες . πάλιν οὖν συνελευσόμεθα Ἀθήναζε οἱ ἀναξίως ἀνασεσοβημένοι ὡς τὸ πρόσθεν . Ἄγοντες τὴν ἔτειον ἑορτὴν
. εὐθὺ δὲ καὶ τῶν Συρακοσίων οἱ πλεῖστοι μετεμελήθησαν , ἀναξίως τῆς ἰδίας ἀρετῆς ὁρῶντες πεφυγαδευμένον τὸν Ἑρμοκράτην . διὸ
5830960 ἀτιμιας
καὶ ἀνόμοιος γίγνοιτο , δικαίως ἂν τυγχάνοι μέμψεώς τε καὶ ἀτιμίας καὶ αὐτῆς γε τῆς ἀρχῆς ταχὺ παυθεὶς παραχωρήσειεν ἑτέροις
ἐν τοῖς δικαστηρίοις , ἔνθα περὶ θανάτου καὶ φυγῆς καὶ ἀτιμίας καὶ δεσμῶν καὶ χρημάτων ἀφαιρέσεως οἱ λόγοι πρὸς τοὺς
5829436 περιεργον
, ἢ τῶν δακτυλίων τὸ πλῆθος ἢ τῆς κόμης τὸ περίεργον ἢ τῆς διαίτης τὸ ἀκόλαστον : ὥστε κατὰ μικρὸν
μὲν ὡς ἐπωφελῆ καὶ χρειώδη , οὐκ αὐτουργεῖς δὲ ὡς περίεργον καὶ ματαίαν . οὕτως ἐκλελησμένη εἶ τοῦ φρονήματος οὗ
5827181 ἀπαιδευτων
Καρνεάδην ἀδορυφόρητον βασιλείαν . ἐρωτηθεὶς τίνι διαφέρουσιν οἱ πεπαιδευμένοι τῶν ἀπαιδεύτων , ” ὅσῳ , “ εἶπεν , ” οἱ
ἐν κακοῖς περιπεσόντων . Ὄνος λύρας ἀκούων : ἐπὶ τῶν ἀπαιδεύτων . Ὃς αὑτὸν οὐκ ἔχει , Σάμον θέλει :
5827145 δικαιᾳ
καὶ δύσκολον ὑπάρχει διακρίνειν τοῦτο τὸ πρᾶγμα ἐν ὀρθῇ καὶ δικαίᾳ φρονήσει μὴ παρὰ καιρόν , ἀλλ ' ἐγκαίρως .
πρὸς αὐτὸν φιλωθῆναί οἱ . καὶ πιεῖν ἐδίδου , κράσει δικαίᾳ μὴ κιρνῶν : ὤρεγε δὲ μὴ αἰτοῦντι , καὶ
5816266 γελοιων
ὅσαι εἰκόνες αὐτῆς εἰσινἡ δ ' ἀσθενὴς ἡμῖν τὴν τῶν γελοίων εἴληχε τάξιν τε καὶ φύσιν . Ὀρθότατα λέγεις .
ποιεῖν εἴωθε Γρυλλίων ἀεί . Ἀριστόδημος δ ' ἐν βʹ γελοίων ἀπομνημονευμάτων παρασίτους ἀναγράφει Ἀντιόχου μὲν τοῦ βασιλέως Σώστρατον ,
5797663 θρασυνεσθαι
λέγει , ὅτι οὐδείς ἐστιν ἐν νεότητι ἕτερος ἔπαινος ἢ θρασύνεσθαί τε καὶ κατατολμᾶν τοὺς πολέμους . πολλοὶ γὰρ νέοι
λέγει , ὅτι οὐδείς ἐστιν ἐν νεότητι ἕτερος ἔπαινος ἢ θρασύνεσθαί τε καὶ κατατολμᾶν τοὺς πολέμους . Πολλοὶ γὰρ νέοι
5792563 γνωμικως
εἶ πολιτεύεσθαι νόμους παραβὰς , καὶ πένης γενόμενος ; εἶτα γνωμικῶς ἀποδεικνύεις , ὅτι ἡ πενία πολλὰ ἀναγκάζει ποιεῖν καὶ
ὃν ἀγα - θὴ δόξα καὶ φήμη κατέχει . ἤτοι γνωμικῶς : ἢ ἰδίως , ὃν ἂν εὐφημήσω . ὄλβιος
5783217 ἀσυνετος
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται .
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον
5779959 κατορθωματων
. Παλαιὰν ] Ἤγουν τὴν ἤδη πεπαλαιωμένην καὶ σβεσθεῖσαν τῶν κατορθωμάτων . Ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν ] Ἀντὶ τοῦ εἰς
ἐπιμελεῖσθαι , φιλαυτίαν πρὸ εὐσεβείας ἀσπασάμενοι , τὰς αἰτίας τῶν κατορθωμάτων ἀνέθηκαν ἑαυτοῖς . ὑπαίτιοι δὲ πάντες οὗτοι : μόνος
5775520 φθονων
: σὺ λέγε , ἵνα μὴ εἴπω πρῶτος , καὶ φθονῶν ἀντείπῃς , κἀγώ σοι μάχωμαι . ΓΘ ἵνα μὴ
ἐναποκρυβήσεται τῷ σκότῳ καὶ ζόφῳ , κυλισθήσεται αὐτὸς ἐν σκοτίᾳ φθονῶν ἐμοί . ἐμοὶ δ ' ὁποίαν ἀρετὰν ἔδωκε πότμος
5761289 καλων
ἐπιφανέστατος γεγονὼς ἐπὶ μὲν τῆς νεότητος ἐζήλωσεν ἀφιλαργυρίαν , τῶν καλῶν ἔργων ὀρεχθείς : καὶ μεγάλας πράξεις ἐπί τε τῆς
ὁρᾷ . ταῖς δὲ τοιαύταις ἀρχαῖς δεῖ δήπου καὶ στομάτων καλῶν , ὑφ ' ὧν ἀθάνατος ἡ μνήμη γίγνεται τοῖς
5758646 δεσποτων
, ὥστε πολὺ μᾶλλον εὔλογον τοὺς δούλους ψευσαμένους κατὰ τῶν δεσποτῶν βούλεσθαι τὴν αὑτῶν τιμωρίαν ἐκφυγεῖν ἢ πολλὰς κακοπαθείας τοῖς
οὕτως Εὐριπίδης : δεσποτικάς : τὰς δεσποσύνους : τὰς τῶν δεσποτῶν . δεσπόσυνος δὲ κυρίως ὁ τοῦ δεσπότου υἱός .
5758399 ἀναισχυντιας
προστάξεσιν ὑπηρετοῦντες . πῶς δὲ οὐ παράλογα καὶ γέμοντα πολλῆς ἀναισχυντίας ἢ μανίας ἢ οὐκ ἔχω τί λέγω διὰ γὰρ
γε πάνυ θαρραλέον ἐν τοῖς τοιούτοις οὐ πόρρω θρασύτητος καὶ ἀναισχυντίας ἐστίν . καὶ ἔμοιγε εἴη μηδὲν μὲν τοιοῦτο σφάλλεσθαι
5757251 ὑβρις
μὴ ᾖς ὑβριστής , ἀλλὰ σώφρων : καὶ γὰρ ἡ ὕβρις τῷ ὀργίλῳ ἀνδρὶ ἀνύποιστος γίνεται ὑβριζομένῳ , οὐδὲ ὁ
ἀνιῶμαι : καὶ γὰρ ἐρῶ τῆς Μαζαίας , καὶ ἡ ὕβρις ἐν τοσούτοις ἀνθρώποις οὐ μετρίως μου καθίκετο . οἶμαι
5756810 ἐλευθερων
Ῥωμαίοις οὔτε οἰκέτης οἶνον ἔπινεν οὔτε γυνὴ ἐλευθέρα οὔτε τῶν ἐλευθέρων οἱ ἔφηβοι μέχρι τριάκοντα ἐτῶν . ἄτοπος δὲ ὁ
ἐκείνων καὶ ἐς τὸ ἄστυ ἐπανελθόντων , πολλοὶ καὶ τῶν ἐλευθέρων ἤδη κατὰ πλῆθος πρὸς τὸν Κίνναν ἐξεπήδων , οἱ
5755859 μισανθρωπος
: μισόδημος μισόπολις , μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος ,
ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , μικρόψυχος , ἀσεβής , δυσσεβής , μισάνθρωπος , μικρόφρων , ὀλιγόφρων , ἢ κατὰ Ξενοφῶντα μικροπρεπής
5740679 ἀξιων
πολλοῖς πολὺ δέδωκας ἀργύριον , ὥστε οὐδέν σε τῶν πολλοῦ ἀξίων λέληθε . τί γὰρ σύ , ἔφη , ὦ
σεμνὸς γενοίμην ὥσθ ' ὑπεριδεῖν τῶν ἀνδρῶν τούτων ὡς οὐδενὸς ἀξίων . λέγω δὲ ἤδη ταῦτα πρὸς οὓς ἔξεστι .
5740619 δουλων
ἄμαχον δὲ τὸ λοιπόν , οἷον ἰατρῶν , ἀγοραίων , δούλων καὶ ἄλλων , ὅσοι διὰ τὰς ὑπηρεσίας ἐπακο -
τοὐναντίον περιήγαγον τὸ πρᾶγμα , δεσπόται γενόμενοι τῶν πριαμένων ἀντὶ δούλων : ἔγωγ ' οὖν ἐθεασάμην πολλάκις εὔμορφα παιδισκάρια καὶ
5736101 ἀχορταστου
ταραχῆς . . θερμῆς ] καυστικῆς . . ἀπλήστου ] ἀχορτάστου . . ἀκορέστου , ἀκρατήτου : τὸ γὰρ πῦρ
κρίνεται . Μισῶ πένητα πλουσίῳ δωρούμενον : ἔλεγχός ἐστι τῆς ἀχορτάστου τύχης . Καιρῷ τὸν εὐτυχοῦντα κολακεύων φίλος , καιροῦ
5727430 λυπουμενος
καὶ τοῦτ ' , ἔφη , δῆλον ὅτι ὁ μάλιστα λυπούμενος εἰ μὴ βασιλεὺς εἴη οὗτος καὶ λαβὼν τὴν ἀρχὴν
, ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ . † Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος . † Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν .
5723053 ἐπονειδιστον
ἀλλήλους λέγειν , ἃ νύκτωρ παρὰ τῶν γεωργῶν ἤκουσαν . ἐπονείδιστον δὲ ἦν τοῦτο τῷ ἀδικοῦντι , ὥστε καὶ πολλοῖς
ἐπαινεῖται δὲ ἡ τοῦ φίλου . ἔτι δὲ καὶ ἐκεῖθεν ἐπονείδιστον εἶναι ἐδόκει ἡ ἡδονή . καὶ γὰρ οὐδεὶς ἂν
5722926 ἐπαινου
δεινότερα τῶν θηρίων ἀναιροῦντες ὡς εὖ ποιοῦντες τὸν κοινὸν βίον ἐπαίνου τυγχάνουσιν , οὕτως οἱ τὴν Καρχηδονίων ὠμότητα καὶ τὸ
κρείττων μὲν χρημάτων , ἥττων δὲ ἡδονῶν , ἐκεῖνο μὲν ἐπαίνου τεύξεται , τοῦτο δὲ ἐν σιγῇ κείσεται . καὶ
5721666 ὑπερφρων
] ταῦτα δήλωσιν βασιλέως τε πρᾴου καὶ ἀνδρὸς ὑπέρφρονος . ὑπέρφρων γὰρ δὴ οὕτω τι ὁ Πολέμων , ὡς πόλεσι
καὶ αἱ αὐταὶ ἀντὶ ὀνομάτων μετοχαί : ὑψηλόφρων δὲ καὶ ὑπέρφρων καὶ ὑπερόπτης καὶ ὑπεροπτικός : ὁ γὰρ ὑπερορατικὸς βιαιότερον
5714590 ἐπιεικη
' ὀλίγων τῶν μεταξὺ γενομένων ἀμοιβαίων καὶ τῶν Μηλίων εἰς ἐπιεικῆ συγκαταβαινόντων αἵρεσιν Ὥςτε δὲ ἡσυχίαν ἄγοντας ἡμᾶς φίλους μὲν
ἀλλ ' οὐδὲ ἀκούειν λοιδορούμενος δύναμαι . Τὸ δὲ γέροντα ἐπιεικῆ ὑβρίζεσθαι , μηδεμίαν ἔτι ἐλπίδα ἔχοντα τοῦ δυνήσεσθαί ποτε
5711115 ἐπιβουλος
φῂς τὸν Ἀχιλλέα ψεύδεσθαι , ὃς ἦν οὕτω γόης καὶ ἐπίβουλος πρὸς τῇ ἀλαζονείᾳ , ὡς πεποίηκεν Ὅμηρος , ὥστε
, πρόσοδον τὴν πολιτείαν πεποιημένος : ὕπουλος , δολερός , ἐπίβουλος , κακοήθης , ἀπατεών , ἐπιβουλεύων , ἐπηρεάζων ,
5697590 ἐξαπατωντα
τὸ κυρίους ἡμᾶς εἶναι , ἀλλὰ δι ' οὗ τὸν ἐξαπατῶντα τιμωρησόμεθα . Εἰ τοίνυν τις ἐάσας ταῦτ ' αὐτὸ
ἐνταυθοῖ , διδαχθείη δὲ ἐκεῖ : πολλὰ γὰρ εἶναι τὰ ἐξαπατῶντα . συνησθεὶς δὲ ἐγὼ καὶ σοὶ καὶ ἐμαυτῷ συνήσθην
5694765 φιλανθρωπους
θεῷ προσεννέπων , πολυχρονικοὺς δεσπότας εἶναι ἡμῖν , καὶ τοὺς φιλανθρώπους ἀδελφοὺς ἐνδόξους , Καλλίνικον , Δωρόθεον ἀμφιβεβοημένους . ζώοιτέ
εἰρήνην , ἀεὶ τοὺς ὑπὲρ ἡμῶν λόγους καὶ δικαίους καὶ φιλανθρώπους ὁρῶ φαινομένους , καὶ λέγειν μὲν ἅπαντας ἀεὶ τὰ
5693313 ὑποτεταγμενων
ἄρχοντι δὲ οἰκειότατος ἔρανος , βουλὰς ἀγαθὰς εἰσηγεῖσθαι περὶ τῶν ὑποτεταγμένων καὶ πράττειν τὰ βουλευθέντα ὀρθῶς καὶ ἀταμίευτα προφέρειν τὰ
παρανόμως καὶ τυραννικῶς . διὸ καὶ ταχέως ἀπιστηθεὶς ὑπὸ τῶν ὑποτεταγμένων διετέλεσεν ἐπιβουλευόμενος καὶ βίον ἔχων μισούμενον : ὅθεν ταχέως
5689742 πταισματα
οἷς εἰς δέον ἐχρῆτο τὰ πολλὰ πόλεών τε ἐνίων τὰ πταίσματα ἐπανορθούμενος καὶ τοῖς δεομένοις τῶν ἀνθρώπων ἐπικουρῶν , .
τὸ δὲ ἑξῆς οὕτως : ἔχεις μὲν δικαίως τὰ ἐμὰ πταίσματα μέμψασθαι . παραιρεῖται γάρ σου τὸ λογιστικὸν ἡ λύπη
5685391 ἀπρεπες
καίπερ ὁρῶντες ὅτι εἰς κίνδυνον ἔρχονται , ὅμως φεύγοντες τὸ ἀπρεπὲς τοῦ ὀνόματος συμφοραῖς μεγίσταις περιέπεσον , καὶ αἰσχύνην μείζονα
καὶ μοῖρα κραταιή . ἀθετοῦνται στίχοι γ ' , ὅτι ἀπρεπὲς μητέρα υἱῷ λέγειν ἀγαθόν ἐστι γυναικὶ μίσγεσθαι . [
5685046 φθονος
ἀκοὴ τούτους λυπεῖ ἢ ἄλλο τι . Κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος ὁ μὲν γὰρ βέλτιστος φθονεῖται διὰ τὰ προσόντα αὐτῷ
ἀτελής , μή που μέμψις , μή που ταπείνωσις ἢ φθόνος ; ὧδε ἡ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν
5683482 ἐνδοξων
ἄρχων πόλεως κατὰ τὴν ἑαυτοῦ διάνοιαν . Σοφιστὴς νέων πλουσίων ἐνδόξων ἔμμισθος θηρευτής . Πλοῦτος κτῆσις σύμμετρος πρὸς εὐδαιμονίαν :
Σελήνης ἔχων ἄνευ ἀκτίνων , ἐν Συρίᾳ μεγάλων ἀνθρώπων καὶ ἐνδόξων ἀπώλειαν σημαίνει . ἐν δὲ Ταύρῳ ἐὰν τοιοῦτος φανῇ
5683371 λαμπρυνεσθαι
, γνωρίμως . τὰ δὲ ῥήματα εὐδοκιμεῖν , εὐδοξεῖν , λαμπρύνεσθαι , ἀκμάζειν δόξῃ , εὐθηνεῖν , διωνομάσθαι , ἀποβλέπεσθαι
καταδέχεσθαι τὰς ἀκτῖνας , ἀλλὰ μὴ κατὰ μόνην τὴν ἐπιφάνειαν λαμπρύνεσθαι ὑπ ' αὐτῶν , ἀλλὰ οὕτω δι ' ὅλων
5681637 ἀκολασιας
ἀναστρέφονται . Ἡβηδόν . μετ ' ἰσχύος , μετ ' ἀκολασίας , ὀρχηδόν . Ἤλυσιν . ἔφοδον , πορείαν .
ὡς οὐδέν ἐστιν αὐτῶν ἀγαθόν , καὶ περὶ τρυφῆς καὶ ἀκολασίας , καὶ ὅτι παιδείας πολλῆς καὶ ἀγαθῆς δέονται ,
5675896 ἐπιεικης
” μέτριος , ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ καὶ ἐπιεικής , εἰ , ἃ δύνανται καὶ ἄκοντος ἔχειν ἐν
: δακτύλου τι ἀπέπεσεν . Μετὰ τὰς ἑπτὰ ἐξῄει ἰχὼρ ἐπιεικής . Μετὰ ταῦτα , γλώσσης , οὐ πάντα ἔφη

Back