| τῆς ἡλικίας ἀσθενές , τῇ δὲ τὸ τῆς φύσεως τοιοῦτον συναγωνίζεται . Συνελὼν οὖν λέγω : συναμφότεροι καλοί . δοῦλον | ||
| ἐλευθερίας , καὶ τὴν Σπάρτην σώζειν , καὶ τῷ Λυκούργῳ συναγωνίζεται , καὶ πείθεται τῷ θεῷ ; Εἰ δὲ ἐγεώργουν |
| κατασκευάζων ταῖς πολιτικαῖς δυνάμεσιν . ἀεὶ δὲ μᾶλλον τοῖς πολίταις ἀπεχθόμενος , καὶ πολλοὺς μὲν ὑβρίζων , τοὺς δὲ ἀναιρῶν | ||
| θεοῖσιν ἀπέχθηται μακάρεσσιν . [ ἔρρ ' , ἐπεὶ ἀθανάτοισιν ἀπεχθόμενος τόδ ' ἱκάνεις . ] ὣς εἰπὼν ἀπέπεμπε δόμων |
| λέγοντα μελέτη θανάτου : ὁ γὰρ θάνατος τῆς ἀκολάστου ζωῆς ἰατρεία ψυχῆς ἐστιν . Ἄλλον ὄγδοον ὁρισμὸν ἀναφέρουσι τῷ Πλάτωνι | ||
| ὑποσχεῖν ἰατρῷ τὸ σῶμα εἰς θεραπείαν : πᾶσα γὰρ κόλασις ἰατρεία τίς ἐστιν ἡμαρτηκυίας ψυχῆς . Ἐπεὶ δὲ αἱ πλεῖσται |
| δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος , οἷον οἱ μονομάχοι ἀπαρασκεύαστοι . ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει : ἀνδρεία μὲν γὰρ σώματος δύναμις ἐπαινουμένη | ||
| ἀσφοδελὸς δὲ τόπος , ἐν ᾧ ὁ ἀσφόδελος γίνεται . ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος |
| τὸ γὰρ εἰ γένοιτο ἐναργές τι καὶ σαφὲς ὡς βασιλεὺς ἐπιβουλεύει τοῖς Ἕλλησι , τότε εἰ μὴ συμμαχήσουσι καὶ ὁμονοήσουσι | ||
| καὶ φοβηθεὶς τὴν Ἱππάρχου δύναμιν μὴ βίᾳ προσαγάγηται αὐτόν , ἐπιβουλεύει εὐθὺς ὡς ἀπὸ τῆς ὑπαρχούσης ἀξιώσεως κατάλυσιν τῇ τυραννίδι |
| καὶ διορίσαι τό τε τοῦ ἐπαινοῦντος ἔργον καὶ τὴν τοῦ κόλακος ὑπερβολήν . Ὁ μὲν οὖν κόλαξ ἅτε τῆς χρείας | ||
| τοῖς συνοῦσι παρ ' ἑκατέρου . καὶ ἡ μὲν τοῦ κόλακος διαβάλλεται , ἐπαινεῖται δὲ ἡ τοῦ φίλου . ἔτι |
| ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ | ||
| ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ] |
| τίμιον : καὶ εἰ τῷ νοερῷ τὸ τίμιον , τῷ ἀνοήτῳ τὸ ἐναντίον . Καίτοι πῶς ἀνόητον ἢ ἄλογον ἐκείνου | ||
| ἀφορμὴν παρεσχηκότα αὐτῷ τοῦ συνιέναι , τὸ δὲ πάντα ὡς ἀνοήτῳ λέγειν καταγινώσκοντι ἔοικεν τοῦ ἀκροατοῦ . Ἐπεὶ δὲ καὶ |
| δ ' οἴεσθαι ὅτι μόνοις ποτὲ τοῖς κατὰ διάνοιαν ἐπανέξουσιν εὐήθεια πολλή . οὗ χάριν ἀμφότερα τιθέασι , διὰ μὲν | ||
| ἀποτίκτειν πολλάκις ὠδῖσιν αὐταῖς ἐναποθνῄσκουσιν . ὅλως τοῦτ ' οὐκ εὐήθεια δεινὴ μήτραν ὑπολαμβάνειν γῆν ἐγκεκολπίσθαι πρὸς ἀνθρώπων σποράν ; |
| Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
| Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
| μετ ' οὐ πολὺ καὶ ἥρως ἔδοξεν καὶ ἐντέμνουσιν αὐτῷ Ξένῳ Ἰατρῷ οἱ Ἀθηναῖοι : τοῦτο γὰρ τοὔνομα ἥρως γενόμενος | ||
| ξένιζε , καὶ σὺ γὰρ ξένος γ ' ἔσῃ . Ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι . Ξένος πεφυκὼς τοὺς |
| νῦν δὲ ἤ πού τις δαίμων ἤ τις ἀλιτήριος ἐμπεσὼν ἀνομίᾳ καὶ ἀθεότητι καὶ τὸ μέγιστον τόλμαις ἀμαθίας , ἐξ | ||
| αὐτῷ ἐπιορκίας προσάπτειν : σύγγνωθι , φησὶν , ἐπὶ τῇ ἀνομίᾳ τοῦ λόγου . εἰκὸς γὰρ ἀνθρώπους ὄντας ἁμαρτάνειν , |
| ἀλλ ' αὐτὸν εἰκάθοντα συμπράσσειν , νόμον κάλλιστον ἐξευρόντα , πειθαρχεῖν πατρί . Ἀλλ ' , ὦ πάτερ , ταρβῶ | ||
| τὴν ἀπὸ τοῦ συνόντος ἀνδρὸς δεσποτείαν , οὗ τοῖς ἐπιτάγμασι πειθαρχεῖν ἀναγκαῖον : ὁ δ ' ἀνὴρ ἐν μέρει πόνους |
| καὶ ἐπ ' αὐτῷ χρυσίον εἰσπέμπεις . ἢ πέπαυσο τῆς ἀγερωχίας , καὶ τοῦ λάγνος εἶναι καὶ θηλυμανὴς ἀπόσχου , | ||
| μωκωμένη με διατελεῖς . οὐ παύσῃ , τάλαινα , τῆς ἀγερωχίας ; ἐγώ σοι τὸν ἐραστὴν δείξω δεσπότην καὶ κάχρυς |
| θεασάμενον τὸν κατάπλουν , καὶ δόξαντα τεθνηκέναι τὸν υἱόν , ἡρωικὴν ἅμα πρᾶξιν καὶ συμφορὰν ἐπιτελέσασθαι : ἀναβάντα γὰρ εἰς | ||
| πολλῶν στρατιωτῶν . οὗτος δὲ τῶν ἐπιφανεστάτων στρατιωτῶν ἐπετελέσατο πρᾶξιν ἡρωικὴν καὶ μνήμης ἀξίαν . ὁρῶν γὰρ ὅτι διὰ τὸ |
| ἀγαθὸς οἰκονόμος , εἰδὼς ὅτι οὐδὲν οὕτω λυσιτελές τε καὶ κερδαλέον ἐστίν , ὡς τὸ μαχόμενον τοὺς πολεμίους νικᾶν , | ||
| ὡς εἰκὸς κοὐκ ἀπὸ τρόπου τὸν παραβλῶπα καὶ φιλοκερδῆ καὶ κερδαλέον , βραδίστατον πρὸς τὰ κρείττονα , λιχνωδέστατον δὲ πρὸς |
| ἐπαινέσει . Ἄλλο . Ὁ Ὑπερίδης γράψας ἔπεισε μόνῳ χρῆσθαι συμβούλῳ Δημοσθένει , ἐν Ἐλατείᾳ ὄντος Φιλίππου , εἶτα γράφει | ||
| ἀξιοπίστως εἶπε τὸ ἤρεσκέ μοι , ὅ ἐστι τῷ ἀγαθῷ συμβούλῳ ἀγαθὴ συμβουλευθεῖσα βουλή . τὸ δὲ σχῆμα τοῦτό ἐστι |
| ἐξαπατᾷ , οὗτός ἐστ ' ἔνοχος τῇ ἀρᾷ . διόπερ καταρᾶται καθ ' ἑκάστην ἐκκλησίαν ὁ κῆρυξ , οὐκ εἴ | ||
| ἀδελφόν . Ξ οἷα ] μεγάλα . Ξ ἀρᾶται ] καταρᾶται . ἀρᾶται ] καθ ' ἡμῶν . ἀρᾶται ] |
| ἐλπίσιν . Ἀνάπαυσίς ἐστι τῶν κακῶν ἀπραξία . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις . Ἀμελοῦντα τοῦ ζῆν οὐκ | ||
| ἀπῄτουν , οἱ δ ' ἀπηρνοῦντο σκάφας . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . |
| ἀπαίδευτον , ὡς ἂν συνηρανισμένον ἐκ συγκλύδων ὄχλου καὶ βιαίων φλυάρων . ὁ δὲ τούτῳ προσεταιριζόμενος ἀθλιώτερος μακρῷ . Ὁπότε | ||
| σαφές : ἀληθές μακρῷ χρόνῳ : πολλῷ χρόνῳ στωμυλμάτων : φλυάρων πιθανολογιῶν παρῆκα : ἀφῆκα κομψός : πέρπερος εἰσηγησάμην : |
| δύναμιν : ἀνθ ' ὧν αὐτὸν ἡ βουλὴ ὑπαντήσει τε φιλανθρώπῳ ἐδέξατο , καὶ θριάμβου πομπῇ ἐτίμησεν . Ἐν δὲ | ||
| δὲ τὰ μὲν ἀνατάσει καὶ φόβῳ , τὰ δὲ παρακλήσει φιλανθρώπῳ χρησάμενον μαθεῖν ἀκριβῶς παρ ' αὐτῶν τὴν ὅλην ἐπιβουλήν |
| , ὁ τῷ ὄντι τύραννος τῷ ὄντι δοῦλος τὰς μεγίστας θωπείας καὶ δουλείας καὶ κόλαξ τῶν πονηροτάτων , καὶ τὰς | ||
| ὡς ἐνδέχεται μάλιστα , ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ περὶ θωπείας καὶ δεήσεως καὶ λιτανείας καὶ πάντων τῶν τοιούτων . |
| . χαλεπὸν μὲν οὖν πρὸς ἄνδρα οὐχ ἥττονα ἐραστῶν προσφέρεσθαι ἐραστῇ , ὅμως δὲ τολμητέον φράσαι τὴν ἐμὴν διάνοιαν . | ||
| ἐξηρτύθη Ἑλληνικός , μυρίας μὲν ὀδύνας αὐτῷ τῷ τῆς ἡδονῆς ἐραστῇ ἄγων , μυρίας δὲ τῇ ξυμπάσῃ πόλει . Τὰς |
| ἀποίσομαι ὡς φρονίμη καὶ συνετή : συνετῆς γὰρ τὸ καὶ δυστυχοῦντι τῷ πατρὶ αἱρεῖσθαι συνεῖναι , ὡσεὶ ἔλεγεν : ἐβουλόμην | ||
| οἱ δὲ πολλοὶ τὰ τῆς φρουρᾶς ὅπλα καταπεπληγμένοι συνήλγουν τῷ δυστυχοῦντι , καὶ τήν τε ἐκείνου συμφορὰν ἅμα καὶ τὴν |
| σαυτόν . οὐ γὰρ ἐν τοσαύταις ἀρχόντων νιφάσι σὲ μόνον ἰδιωτεύειν δεινόν , ἀλλ ' εἰ νῦν ἄρξεις , ἐν | ||
| ἀρχαῖς . τὸν γὰρ ὧδε ἐπιστάμενον ἄρχειν ζημία τῶν πόλεων ἰδιωτεύειν . μέγα μὲν οὖν τὸ πατρῴων ἐπιβῆναι τὸν Χρυ |
| . ποιηταῖς . Οἶον ἀποιχομένων ] οἶον καὶ μόνον τὸ αὔχημα τῆς δόξης , ἤτοι ἡ ἀρετὴ καὶ ὁ ἔπαινος | ||
| πατέρων . . . : μετέρχεται ἐπὶ τὸ δίκαιον κεφάλαιον αὔχημα : τὸ φρόνημα αὔχημα ἐκάλεσεν ἀπὸ ἀμαθίας εὐτυχοῦς : |
| τὸ διὰ μέσου ἐνθένδε ἐξῄρηται , τὸ ἰσήγορόν τε καὶ ἰσότιμον καὶ ξύννομον . Ὁ δὲ ἔρως οὐδενὶ οὕτως πολεμεῖ | ||
| τὰ Ἀργοναυτικά , . , . . . Ἀντάξιον : ἰσότιμον : ἄρσαντες κατὰ θυμόν , ὅπως ἀντάξιον ἔσται , |
| τῆς γνώμης προαισθάνονταί τινες ; ὁ μέλλων τὰ ἐπίχειρα καρποῦσθαι γινωσκέτω πρῶτος ἐξ ὧν ἂν πάθῃ . παύομαι λέγων , | ||
| βούλοιτο . εἰ δὲ μέγα φησὶ τοῦτό τις γράφειν , γινωσκέτω , ὅτι ἀττικῇ ἐκτάσει τοῦτο γέγονε καὶ μὴ κτηνωδῶς |
| δ ' ἐποπίζεο μῆνιν , μή πώς τοι μετόπισθε κοτεσσάμενος χαλεπήνῃ . ” ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη κρατὺς Ἀργεϊφόντης : | ||
| γάρ τι νεμεσσητὸν βασιλῆα ἄνδρ ' ἀπαρέσσασθαι ὅτε τις πρότερος χαλεπήνῃ . Τὸν δ ' αὖτε προσέειπεν ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγαμέμνων |
| δὲ οὐχ ὑπέμεινε , καὶ ταῦτα Πρόκλον ἴσα καὶ θεῷ σεβόμενος . , ; , . . σπουδή προβεβηκόσι Ἰσίδωρος | ||
| ἀπὸ Λιλαίου ποιμένος . Οὗτος γὰρ δεισιδαίμων ὑπάρχων καὶ μόνην σεβόμενος τὴν Σελήνην , νυκτὸς βαθείας ἐξετέλει τὰ μυστήρια τῆς |
| μὴ πιστὸν διὰ τὸ ἀπεχθές : ἀσφαλὴς γὰρ οὗτος καὶ προμηθής , ὃς οὐδὲ βουληθεῖσι τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι τὸν τοῦ | ||
| τι τοὺς ἐχθροὺς ῥᾳθυμοῦντας εἰσενέγκαιτο . φόβος γὰρ εὔκαιρος ἀσφάλεια προμηθής , ὡς καὶ καταφρόνησις ἄκαιρος εὐεπιβούλευτος τόλμα . Ἀνοχὰς |
| φοβεῖσθαι ἥκειν : ἀπὸ κοινοῦ τὸ φαμέν μήθ ' ὡς σωφρονι - σταὶ . . . : ὑπερβατόν . ʃ | ||
| φοβεῖσθαι ἥκειν : ἀπὸ κοινοῦ τὸ φαμέν μήθ ' ὡς σωφρονι - σταὶ . . . : ὑπερβατόν . ʃ |
| ἦρα μὴ ἐκπυοῦται ; λγʹ . Ἔθος δὲ ἐξ ὧν ὑγιαίνομεν , διαίτῃσι , σκέπῃσι , πόνοισιν , ὕπνοισιν , | ||
| καλῶς ἂν ἔχοι καὶ ὡς βουλόμεθα , καὶ αὐτοὶ δὲ ὑγιαίνομεν . Λαβόντες τὴν παρὰ σοῦ ἐπιστολὴν μεγάλως ἐχάρημεν διὰ |
| τὰ δὲ δικαστήρια μάταια τῶν νόμων ἄκυρα , τῷ δὲ ἐνδόξῳ πάλιν ἐπ ' ἀμφότερα , ὅτι ἀγαθὴν δόξαν περιποιήσει | ||
| τὰ παρ ' εὐκλεεῖ Δίρκᾳ : ἅτινα μέλη ἐν τῇ ἐνδόξῳ Δίρκῃ , ἤτοι Θήβαις , ἐν πλείονι μὲν χρόνῳ |
| κακά ἐστι καὶ ἐκείνης οἰκεῖα καὶ οὐ τῆς ἀμείνονος . κοτέει : ἁμιλλᾶται : χαλεπαίνει : ὀργίζεται . * ὦ | ||
| τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ οἰκείῳ διακονούντων . Καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει : ἐπὶ τῶν ὁμοτέχνων διαφθονουμένων . Κακοῦ γὰρ ἀνδρὸς |
| τὸν Ἥφαιστον εἰς θυμόν . ἔχθιστον ] ἐχθρότατον . οὐ στυγεῖς ] οὐ μισεῖς . . ἔχθιστον ] ἀπὸ τοῦ | ||
| σύμβουλον δέχῃ , ἐάν τε νουθετῇ τις εὐνοίᾳ λέγων , στυγεῖς πολέμιον δυσμενῆ θ ' ἡγούμενος . Ὅμως δὲ λέξω |
| γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ | ||
| ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις |
| Θρῃκικήν * βρεχθεῖσα : ὑγρανθεῖσα * σελάσσεται : λάμπει καίεται φλέγεται * τυτθόν : ὀλίγον ἢ μικρόν ὀλίγον * ὀδμήσεται | ||
| , σείονται Λακεδαιμόνιοι , ἡ Θετταλία ἐπικλύζεται , ἡ Αἴτνη φλέγεται . Καὶ πότε Ἀθηναίοις ἀθανασίαν ὁ Ζεὺς ὑπέσχετο ; |
| τρόπους οὐκ ἀμείβων , Τὸ σχῆμα μεταλλάττει ἀπάτης χάριν . Καλοῖς κακὰ συνάπτων ὁ σκαιὸς ἀνὴρ Δῆλος δήπουθέν ἐστιν σφαλερῶς | ||
| : ἀτιμάζω σε , ἵνα αἴσθησιν λάβῃς . Ἑρμηνεία . Καλοῖς εἰ μὴ χαίρουσιν ἄνδρες ἄφρονες , Κακοῖς ἀμείβου τὴν |
| σὺν τῇ Σελήνῃ πλέκωνται οἱ ἀστέρες Διὸς μαρτυροῦντος , νόμῳ συνελεύσονται : ἐὰν δὲ Κρόνου , θανάτῳ χωρισθήσονται : ἐὰν | ||
| συναλλάσσουσι καὶ συναλλά - ξαντες χωρίζονται καὶ πάλιν κατὰ μοιχείαν συνελεύσονται . ἐὰν ὁ κύριος τοῦ γαμικοῦ κλήρου ἔχῃ ἑῷαν |
| περιχυθείσῃ μοι ὑπὸ τοῦ δαίμονος οὐρανίᾳ θεωρίᾳ , ἥτις νῦν ἀτιμάζεται καὶ ἀπελαύνεται , καὶ προγενεστέρα ὑπάρχουσα καὶ τὰ πάντα | ||
| τυγχάνοντα μήτε ῥώμην ἐντιθέντα τῇ γαστρὶ μήτε ἴσχοντα αὐτὴν εἰκότως ἀτιμάζεται καὶ τοῖς ὑσὶ βάλλεται . ὅσα δὲ καλῶς πεπανθέντα |
| πλουσίαν θεμιστεῖον : δίκαιον πολυμάλῳ : πολυθρέμμονι δρέπων : ἀνθολογῶν ἀγλαΐζεται : καλλωπίζεται δεδαλμένοι : πεποικιλμένοι ἐμήσατο : ἐβουλεύσατο ἐοικός | ||
| ἦν σπουδαίου ἄνευ τοῦ εὐωχεῖσθαι κιθαρίζειν . ἀμφίβολον οὖν πότερον ἀγλαΐζεται μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ μουσικὰ συζητῶν παρὰ τὸ δεῖπνον , |
| τὸ πάτριον ταυτί : τῆς τε πόλεως ὑμᾶς εἰκὸς τῷ τιμωμένῳ ἀπὸ τοῦ ἄρχειν , ᾧ ὑπὲρ ἅπαντας ἀγάλλεσθε , | ||
| ἢ πλείους , ἡδονὴν δὲ τῷ τιμῶντι μᾶλλον ἢ τῷ τιμωμένῳ φερούσας ; οἶσθα γὰρ ὡς ἐγὼ μὲν πολλάκις ὤκνησα |
| κακίζοντος . Μεταλήψει . τοῦ κατηγόρου αὕτη : ὅταν γὰρ ἐπαινέσῃ ὁ φεύγων τὸ γεγενημένον , ἢ ὡς χρηστὸν , | ||
| εἰπὼν καὶ ἔμπειρον τῶν ἐν Μακεδονίᾳ , οὐχ ἵνα ἐκεῖνον ἐπαινέσῃ , ἀλλ ' ἵνα τοὺς τούτου λογισμοὺς ὡς ἀληθεῖς |
| ἀρήγει : τῇ νεότητι μὲν βοηθεῖ ἡ περὶ τὸ πολεμεῖν θρασύτης . τοῦτο δὲ ἐν τῷ καθόλου γνωμικῶς ἀναπεφώνηκεν . | ||
| φίλε , ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν , καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο , ἣν εἶχον ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ |
| ἐξέπληξαν τῷ τε μιμητικῷ καὶ τῷ ἐναργεῖ καὶ τῷ μετὰ μεγαλοφροσύνης νουθετικῷ . περὶ μὲν δὴ πλάσματος λόγου καὶ σχηματισμῶν | ||
| , καὶ προςέπεσε πρὸς τὰ γόνατα . Ἀλλ ' ἐκ μεγαλοφροσύνης ὁ Πομπήιος τόν τε στέφανον ἐπέθηκεν αὐτοῦ τῇ κεφαλῇ |
| καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι | ||
| δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια |
| δυτικῶν ἐπὶ τὴν ἀνατολὴν φερομένης . Καὶ οὕτως περιπίπτουσα αὐτῇ στέρεται τῶν ἀπὸ τοῦ ἡλίου αὐγῶν , ὥσπερ καὶ ἡμεῖς | ||
| : καὶ αἱμυλία ἀσινότης ἐπίχαρις . χήτει . ἀπορεῖ , στέρεται . ἔνδεια , σπάνη . ἥλικα γὰρ κτλ . |
| : καὶ γὰρ ἐν ἐκείνοις προστιθέμενος θατέρῳ μέρει προσποιεῖται μηδετέρῳ συναγορεύειν , ἀλλ ' ἀεὶ τὸ μέσον ζητεῖν , τοῦτο | ||
| θαυμάζειν καὶ μέτεισιν , ὥστε οὐ δοκεῖς ἐκλελοιπέναι τὴν τοῦ συναγορεύειν χώραν τῶν τοῦδε φαινομένων λόγων . οὕτως οὗτος ἀντὶ |
| οὐδεὶς τὸ μεῖζον αἱρήσεται ἐξὸν τὸ ἔλαττον ; Ἅπαντα ταῦτα συνεδόκει ἅπασιν ἡμῖν . Τί οὖν ; ἔφην ἐγώ , | ||
| ἤνεγκεν ἀνήρ ; εἰ δὲ δὴ καὶ τὰ μάλιστα πᾶσι συνεδόκει , τότ ' ἔδει προφέρειν ὅτε πρῶτον ὑμῶν ἦλθον |
| τὴν χρῆσιν παρ ' Αἰσχύλῳ , οἷον ἐν Νεανίσκοις καὶ καρτερικὸς καὶ πολεμικός : ἀρείφατος : τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ | ||
| ἐπεποίητο ἀπὸ χαλκοῦ . . Τοῦτον μὲν ἔπειτα ἀφῆκεν ὁ καρτερικὸς υἱὸς τοῦ Διὸς Ἡρακλῆς , ἐπιτηρήσας τὸν βροτολοιγὸν Ἄρην |
| τῆς ἀθανάτους μὲν πρῶτα θεούς , νόμῳ ὡς διάκειται , τίμα καὶ σέβου ὅρκον , ἔπειθ ' ἥρωας ἀγαυούς , | ||
| βροτοῖς ἄριστος . Νόμος ἐστὶ θεός . τοῦτον ἀεὶ πάντοτε τίμα . Ξένος ὀφείλεις εἶναι τῶν οὐ καλῶς φρονούντων . |
| ὅτι ὁ μὲν ἐρῶν νοσεῖ , ὁ δὲ μὴ ἐρῶν σωφρονεῖ , καὶ δεῖ τῷ σωφρονοῦντι μᾶλλον ἢ τῷ νοσοῦντι | ||
| γὰρ μα - νίαν δυστυχεῖς , τὰ δὲ ἐνύπνιά σου σωφρονεῖ . ” ταῦτά μου διαλεγομένου ὡς πρὸς ἀκούουσαν Λευκίππην |
| . Ἀλέξανδρος ἐν μὲν τοῖς Μακεδόσιν ἢ ἐν τοῖς Ἕλλησι δικάζων μέτριον καὶ δημοτικὸν ἔχειν τὸ δικαστήριον ἐδοκίμαζεν , ἐν | ||
| ἐπινικίους , ἐτῶν οὐκ ὀλίγων ἐν τῇ Ῥώμῃ διέτριψε , δικάζων τε συνεχῶς καὶ τὰ πολιτικὰ διοικῶν , τούς τε |
| μὴ πείσειε , δῴη τῶν θεραπευτήρων αὐτοῦ τῷ κτείνειν Μασσανάσσην ὑπισχνουμένῳ . ὃ μὲν δὴ μὴ πείθων ἔδωκέ τινι τὸ | ||
| μὲν ἅτε οὐ τὴν ἀλήθειαν ἡμῖν τῆς τῶν ὄντων φύσεως ὑπισχνουμένῳ ἀλλὰ μιμουμένῳ πάθη τε καὶ ἤθη καὶ δόξας παντοίας |
| φυσικῶς ἄρα μᾶλλον φιλεῖ ὁ εὐεργέτης τὸν εὐεργετηθέντα ἤπερ ὁ εὐεργετηθεὶς τὸν εὐεργετήσαντα . τὸ μὲν εὐεργετεῖσθαι γὰρ ὑπερέχεσθαί ἐστι | ||
| καὶ ἐπὶ τῶν εὐεργετησάντων καὶ εὐεργετηθέντων . ἔστι γὰρ ὁ εὐεργετηθεὶς οἷον ἔργον τοῦ εὐεργετήσαντος : ὥστε φυσικῶς ὁ εὐεργέτης |
| στέφανον ὑπισχνούμενος φιλοτιμίας μισθόνεἰ τοίνυν πάνδημον εἰσφορὰν τῆς χρείας εἰσπραττομένης φιλόδωρός τις ἀνὴρ καὶ πλούτῳ πολὺς ἧκεν οἴκοθεν ἄγων τὸν | ||
| αἰδοῦς τε σοβαρωτέραις . , . . Θεαγένης ἦν γὰρ φιλόδωρός τε καὶ μεγαλόδωρος εἰς ὑπερβολήν . ἀναλοῦτο δὲ αὐτῷ |
| δυνατὸν ἄδικον μὲν ἦμεν , μεταδιδόμεν δὲ ἰσότατος , ἢ μεταδιδόμεν μὲν ἰσότατος , μὴ κοινωνικὸν δὲ ἦμεν . ἐγκρατέα | ||
| παράπαν ἀπέχεσθαι τῷ δύναμιν ἰσχυρὰν ἔχειν , ἢ καττὸ σπάνιον μεταδιδόμεν τᾷ κράσει δείελον γαλακτῶδες . τὰ δὲ λουτρὰ μὴ |
| γινώσκουσιν οὐδὲ βλέπουσιν οὐδὲ τὰ ἀδικήματα ὑμῶν θεωρεῖται , οὐδὲ ἀπογράφεται αὐτὰ ἐνώπιον τοῦ ὑψίστου . ἀπὸ τοῦ [ νῦν | ||
| ἐπύθετο πολεμουμένην τὴν πατρίδα , πορευθεὶς συνεμάχησεν , ἠρίστευσεν : ἀπογράφεται τὸ δεύτερον ἐν Ὀλυμπίᾳ : καὶ κωλύεται ὁ ἀριστεύς |
| ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
| , τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
| τῆς ψυχῆς τῷ λόγῳ ἐποχουμένη , μετ ' αὐτὴν ἡ ἀνδρία ὡς ἐν τῷ θυμοειδεῖ ἐποχουμένη , καὶ τετάρτη ἡ | ||
| πλείω κατατείνει τὸν λόγον : μάλιστα γὰρ περὶ ταῦτα ἡ ἀνδρία . Εἰπὼν ἃ δεῖ τὸν ἀνδρεῖον φοβεῖσθαι , λέγει |
| Μεσσηνίοις δὲ † ἐς ἅπαντα ἐς τὸ ἴσον ἥ τε ἀπόνοια καὶ τὸ ἐς τὸν θάνατον εὔθυμον : καὶ ὁπόσα | ||
| τόξα καὶ ἵπποι καὶ αὐθάδεια Σκυθικὴ καὶ τόλμα Ἀλανῶν καὶ ἀπόνοια Μασσαγετῶν , καὶ ταύτην πάλαι καλῶς ποιοῦντας τοὺς ποιητὰς |
| . . Βοηλάτην καλεῖ τὸν διθύραμβον , ἢ διότι τῷ κατορθώσαντι αὐτὸν βοῦς ἐδίδοτο ἆθλον , ἢ διότι διὰ βοῆς | ||
| οἷον : διὸ καὶ ὁ δῆμος εἰδὼς προὔθηκε δωρεὰν τῷ κατορθώσαντι , οὐχὶ τῷ ἁπλῶς ἀγαγόντι : καὶ τὰ τοιαῦτα |
| Λιβύης καὶ Κιλικίας , καὶ τῶν ἐν αὐταῖς ἐλαιῶν . συναίρεται δὲ τῇ τοῦ ἀέρος ἐπιτηδειότητι καὶ τὰ τῆς γῆς | ||
| τίνων ἀπέχεσθαι προσήκει , καὶ πρὸς μὲν τὰ δίκαια ἔργα συναίρεται , διακωλύει δὲ τὰ ἄδικα , πολλούς τε τῶν |
| ἑτέρων ὁ Ἀννίβας τοῖς χορτολογοῦσιν αὐτῶν ἢ ξυλευομένοις ἐπιτιθέμενος ὑπεκρίνετο ἡττᾶσθαι καὶ περὶ ἐσχάτην ποτὲ φυλακὴν ἐκίνει τὸ πλῆθος ὡς | ||
| φημι καὶ ἀπειροκαλίας , φιλοφρονημάτων δὲ καὶ μικρῶν πάνυ ἔγωγε ἡττᾶσθαι ὁμολογῶ . Παρέχει δὲ ἡμῖν καὶ ἄλλα καλλίω , |
| ἀπὸ τῶν τοῦ Ῥήνου ῥευμάτων , ὑφ ' ὧν ἁπάντων ἀγαπώμενος εἰς ταυτηνὶ προπεμπόμενος ἧκεν . ὅταν οὖν ἀπαρέσκωμεν μόνοι | ||
| ὃν ἡ Λακεδαίμων μοιχὸν ἐπιθυμεῖ λαβεῖν , ὑπὸ τῆς Ἄγιδος ἀγαπώμενος γυναικὸς ἐπὶ τὰς τῶν ἑταιρίδων θύρας ἐκώμαζεν , ἀπολιπὼν |
| ἱέρεια μετέρχεο Κύπριδος ἔργα : δεῦρ ' ἴθι μυστιπόλευε γαμήλια θεσμὰ θεαίνης . παρθένον οὐκ ἐπέοικεν ὑποδρήσσειν Κυθερείῃ , παρθενικαῖς | ||
| ἀστός τὸ ἀστίτης . Σοφοκλῆς Ἀλεξάνδρῳ ” οὐ γάρ τι θεσμὰ τοῖσιν ἀστίταις πρέπει „ . καί „ βοτῆρα νικᾶν |
| ἡ ὁδός , οἴμη δὲ ἡ ᾠδή . οἶκτος καὶ οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος , | ||
| οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος , οἰκτισμὸς δὲ ὁ λόγος ὁ τοῦ οἰκτείροντος . οἴνη καὶ |
| κἂν ἐνδείξηταί τι χαλεπόν , εἰς ἐκεῖνο προϊὼν ἥξει . θυμοῦται μὲν γὰρ ὑπὸ τῶν πραγμάτων , διαλλάττεται δὲ ὑπὸ | ||
| πρὸς ἑαυτὸν ἔλεγεν ” αἰτίου μὴ ὄντος , τί οὗτος θυμοῦται ; “ καί φησι πρὸς αὐτόν ” οἰκοδέσποτα , |
| δοκεῖν νοσοῦντι μὲν ἄτοπον : ὄλεθρον γὰρ αὐτῷ μαντεύεται : ἐρρωμένῳ δὲ παραγγέλλει λόγοις σπου - δαίοις [ κατὰ ] | ||
| ὑπὸ τοῦ Κάπρου ὅμως ἐχρήσατο ἐς τοὺς πύκτας θυμῷ τε ἐρρωμένῳ καὶ ἀκμῆτι τῷ σώματι . Ἐρυθραῖοι δὲ οἱ Ἴωνες |
| ταῖς τῶν ψυχῶν καρτερίαις ὑπομένοντες πολυχρόνιον ἔχουσι τὴν ταλαιπωρίαν : αἱρετώτερος γὰρ αὐτοῖς ὁ θάνατός ἐστι τοῦ ζῆν διὰ τὸ | ||
| εἶχε πώλους τέσσαρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας ζόης πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος : τὸ μὴ γενέσθαι δ ' ἐστὶν ἢ πεφυκέναι |
| εὐποτμία , εὐθηνία , εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , | ||
| καὶ μέγεθος τῶν καλῶν ἐπίδοσις . τρίτη δ ' ἐστὶν εὐλογία , ἧς ἄνευ βεβαιώσασθαι τὰς προτέρας χάριτας οὐκ ἔστι |
| πεποίηκε καὶ δεύτερόν ἐστι τῆς φύσεως καὶ τῷ ἀνειδέῳ καὶ ἀμόρφῳ συμπλέκεται : καὶ ἄτοπον τὴν φύσιν τοῦ τε μηδέπω | ||
| “ ἔφη , ” πάσχειν , ὥσπερ ἂν εἴ τινι ἀμόρφῳ προσωπεῖον εὔμορφον ἐπιθείη τις φέρων , ὁ δὲ μέγα |
| . πᾶσα γὰρ ἀσέβεια φιλεῖ γίγνεσθαι ἐὰν μή τις τῷ κοσμίῳ Ἔρωτι χαρίζηται μηδὲ τιμᾷ τε αὐτὸν καὶ πρεσβεύῃ ἐν | ||
| , οἱ δέ , ὥσπερ Ἑλλανοδίκαι τῷ πρεσβυτάτῳ , εἵποντο κοσμίῳ ἅμα καὶ σχολαίῳ βαδίσματι . ἐπεὶ δ ' ἐκάθισαν |
| γῇ . ὃ δὲ ἐν τῇ συγγραφῇ μοι τῇ Ἀτθίδι ἐπανόρθωμα ἐγένετο , μὴ τὰ πάντα με ἐφεξῆς , τὰ | ||
| καὶ δῶρον θεῶν , δόγμα δ ' ἀνθρώπων φρονίμων , ἐπανόρθωμα δὲ τῶν ἑκουσίων καὶ ἀκουσίων ἁμαρτημάτων , πόλεως δὲ |
| τε ἀφανῶς ἀδώρητος γενόμενος . Πλάτων μέντοι γε ἐν Συμποσίῳ ἄδωρος εἶπεν . καὶ γάρ φησιν ἄδωρος δυσμενείας ἀντὶ τοῦ | ||
| : σημαίνει τὸ τὰ μαντευθέντα ἅπαξ πειρᾶσθαι ἀμάντευτα ποιεῖσθαι . ἄδωρος χάρις : ἡ μὴ ἐπὶ τέλους ἐλθοῦσα δωρεά . |
| τὸν γελοιαστήν . ὄνομα δὲ μόνον ἀπὸ τῶν ῥηθέντων ὁ ἐπιχαιρέκακος : ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων μετοχαῖς χρηστέον . ἐπίρρημα | ||
| καὶ ἐπιχαιρεκακίας , ὡς εἴρηται . ἢ δύναται καὶ ὁ ἐπιχαιρέκακος ἐναντίος εἶναι τῷ νεμεσητικῷ , ὥσπερ καὶ ὁ φθονερὸς |
| τι καὶ ποιήσετε , ἔπειθ ' ὑπολαμβάνετε , ἐάν τις ἐναντιῶται τοῖς ἅπαξ οὕτω δοκιμασθεῖσι , πονηρὸν καὶ κακόνουν ὑμῖν | ||
| κινήσεσιν ἀναγκαίαις εἶναι ἢ ὅλως εἶναι ; Ὅταν δὲ δὴ ἐναντιῶται ψυχὴ τοῖς τοῦ σώματος παθήμασι ; Κατὰ ποίας δὲ |
| ] καὶ ἡ μὲν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς δὲ τοῦτο | ||
| : καὶ ἡ μέν , ἤγουν Ἀσία , ἐπυργοῦτο καὶ ἐκοσμεῖτο καὶ ᾔρετο τῇ στολῇ τῇδε . δεικτικῶς δὲ τοῦτο |
| συστρατεύοντας καὶ κατεσκεύαζεν αὑτὸν ἴσον ἅπασιν , ὥσθ ' ἕκαστον αἰδεῖσθαι καὶ τὸ παράβολον τῆς τόλμης ἑκουσίως ὑπο - μένειν | ||
| πρᾶξαί τι αἰσχρὸν φαύλου ἂν εἴη , τὸν μέντοι πράξαντα αἰδεῖσθαι ἐπ ' αὐτῷ ἐπιεικοῦς . ἐξ ὑποθέσεως εἶπεν . |
| καὶ ἰῶ τἀμά , εἴτ ' αὐτός τι ἁμαρτάνοις , ἀνέχου διδάσκοντος . „ κἀκεῖνον μέν , ὥσπερ οἱ καταψῶντες | ||
| προστίθει , ἀποστερούμενος μὴ δικάζου , μισούμενος ἀγάπα , βιαζόμενος ἀνέχου , βλασφημούμενος παρακάλει , νεκρώθητι τῇ ἁμαρτίᾳ , σταυρώθητι |
| ἐπαχλὺς ] λύπη , ἀθυμία . πεπόταται ] η . ἐπικρέμαται ἐφ ' ἡμῖν . νεολαία ] ἡ νεότης . | ||
| ὁμοίως πάντας ὑμᾶς τιμωρεῖται : ὁμοίως γὰρ πᾶσιν ὑμῖν θάνατος ἐπικρέμαται , ὃν ὑμεῖς φοβεῖσθε . καὶ πολλάκις εἶδον πτωχοὺς |
| ' ἦν ποίημα , ἐν ᾧ Καλύκη τις ὄνομα ἐρῶσα Εὐάθλου νεανίσκου εὔχεται τῇ Ἀφροδίτῃ γαμηθῆναι αὐτῷ . ἐπεὶ δὲ | ||
| παρ ' ἡμῖν τοῖς νέοις ” . αὐτοῦ ] τοῦ Εὐάθλου . Γ τὰς γραφάς ] τὰς δίκας . Γ |
| : ὁ δέ , καιρία γὰρ ἦν ἡ πληγὴ καὶ ἀνύποιστος , αὐτίκα ὕπτιος ἐπεπτώκει , καὶ μόλις φοράδην ἐς | ||
| ᾧ δὴ καὶ ἡ Μακεδονικὴ φάλαγξ χρωμένη ἐν καταπύκνῳ στάσει ἀνύποιστος εἶναι ἐδόκει τοῖς πολεμίοις . εὔδηλον γάρ , ὅτι |
| ἔμοιγε εἶναι δοκεῖ . ὥστε , ὦ παῖδες μεγάλου καὶ ὑπερφυοῦς πατρός , φρονεῖτε μὲν ἄξια τοῦ τεκνώσαντος , πενθεῖτε | ||
| τῆς ἐλευθερίας ἀγωνίζεσθαι . ὦ μεγάλης μὲν τῆς ἐπινοίας καὶ ὑπερφυοῦς , θαυμαστῆς δὲ τῆς ῥώμης , ὅστις ταῦτα πρῶτος |
| αἰσχρῶς τοῖς καλῶς πεφυκόσιν . Ἐν τοῖς τοιούτοις ἐστὶν ἡ προμηθία καὶ τῷ λέγοντι καὶ κλύοντι σύμμαχος . Καὶ πρίν | ||
| καιρῶι , σοφός . καὶ τοῦτό τοι τἀνδρεῖον , ἡ προμηθία . ἐξαρκέσας ἦν Ζεὺς ὁ τιμωρούμενος , ὑμᾶς δ |
| εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία , εὐγένεια , | ||
| . πρόδικος προδικεῖν , προδικάσασθαι προδικασία ὡς Ἀντιφῶν . καὶ εὐδικία εὐθυδικία , καὶ αὐτοδικεῖν . καὶ ἐκδικάζεσθαι , καὶ |
| καὶ ἡγεμονίαν . φανεὶς δ ' ὁ ἄρχων ἔτι μᾶλλον εὐεργετεῖ τὸν ἀκροατὴν καὶ θεατὴν φάσκων : „ ἐγώ εἰμι | ||
| παροῦσαν ἐνέργειαν ὤν . εἰ μὲν γὰρ ὁ εὐεργέτης νῦν εὐεργετεῖ καὶ νῦν ἐνήργει τὴν πρὸς τὸν εὖ πεπονθότα εὐεργεσίαν |
| , ἀπώλεια , ζημία ζημιῶδες , ἐπιβλαβές , ἐπιζήμιον , βλαβερῶς ἐπιβλαβῶς , ἐπιζημίως , βλαβερὸς ἐπιβλαβής , ζημιώδης ἐπιζήμιος | ||
| , ζημία βλαβερά ἐπιβλαβής καὶ τὰ ὅμοια ἐπιζήμιος ζημιώδης , βλαβερῶς ἐπιβλαβῶς ἐπιζημίως : τὸ γὰρ ζημιωδῶς δύσφθεγκτον , εἰσενεγκεῖν |
| πολίτης μαθὼν τὴν παρὰ τοῦ δήμου δωρεὰν συνεπιδέδωκεν ἑαυτὸν τῷ πλουσίῳ τῇ τελευτῇ : ἔστι δὲ καὶ ἡ ἄλλη ἔννοια | ||
| ' ἀνδρί μ ' , ὡς φής , ἐκδίδως νῦν πλουσίῳ , ἵνα μὴ καταζῶ τὸν βίον λυπουμένη . καὶ |
| λογικὴ δύναμις ἦν , ἡνίοχον δέ , ὅτι ἐφαπτομένη καὶ ἐπιστατοῦσα τοῦ σώματος . τὸ δὲ ἐρωτικὸν ὄμμα ὑπὲρ τὸν | ||
| , καίτοι καὶ ὧς πᾶσα τρόπον ἄλλον : οὐδενὶ δὲ ἐπιστατοῦσα πάντη πᾶσα , οἷον δυνάμει τότε τὸ μέρος οὖσα |
| . ὦ δαιμόνι ' ἀνδρῶν , μὴ φθονερὸν ἴσθ ' ἀνδρίον . κατ ' ἀντιβολίαν δέκα τάλαντ ' ἀπετισάμην . | ||
| ἐκείνη αἰδεσθεῖσα λύσσαν τοῖς κυσὶν ἐμβάλλει , κἀκεῖνον κατέφαγον . ἀνδρίον : δυσγενὲς καὶ ἀνελεύθερον ἀνθρώπιον : ὑποκοριστικῶς . ἀνδρίον |
| δ ' ἑπέσθω , ἤτοι ἀνδρεία δὲ αὐτῷ καὶ ῥώμη ἑπέσθω ἴσως τῷ τοῦ λέοντος θυμῷ : ἢ οὕτως : | ||
| Φωκέας πραγμάτωνκαὶ μηδεὶς ὑμῶν ἐξαίφνης ἀκούσας ἐκπλαγῇ , ἀλλ ' ἑπέσθω τῷ λόγῳ καθάπερ ψήφους τιθεὶς ἀεὶ τὸ δεύτερον τῷ |
| ζῆλος ἀρετῆς εἰσέρχεται , τραχύς ἐστι τὴν ὀργὴν καὶ παντελῶς ἀμείλικτος κατὰ ἀνδραποδιστῶν , οἳ δουλείαν ἕνεκα κέρδους ἀδικωτάτου τοῖς | ||
| Τιμαγόρας , ὥς φασιν . ἦν δὲ ἄτεγκτός τε καὶ ἀμείλικτος ὅδε ὁ παῖς , καί οἱ πολλὰ προσέταττε καὶ |
| : ἁπαλὸν κακοπάθειαν ' . . . . ἀτάρβητος : ἄφοβος : παρὰ τὸ τάρβος . ἢ ἀθάρβητός τίς ἐστιν | ||
| τῶν ἀληθῶν , χρωμένους ὑποκινδύνοις βέλεσιν , ὅπως μὴ παντάπασιν ἄφοβος ἡ πρὸς ἀλλήλους γίγνηται παιδιά , δείματα δὲ παρέχῃ |
| τῆς ἀγέλης ἡγεμὼν ὁ τράγος , ἀλλ ' αὐτὸν εἴσεισι ζηλοτυπία . καὶ κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον | ||
| τοῦ κατ ' εὐθεῖαν . ζῆλος καὶ ζηλοτυπία διαφέρει . ζηλοτυπία γάρ ἐστι τὸ ἐν μίσει ὑπάρχον , ζῆλος δὲ |
| Ὅτι ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλὸς καὶ ἀγαθὸς σύνθετον ὄνομα γίνεται καλοκαγαθία , καὶ ἀπὸ τοῦ θεὸς καὶ τοῦ ἐχθρὸς θεοεχθρία | ||
| Ἀνημιοβολαία : ἀπὸ συντάξεως ὄνομα γίνεται : καλὸς καὶ ἀγαθὸς καλοκαγαθία , θεοῖς ἐχθρός θεοεχθρία . οὕτως οὖν ἀνημιοβόλιον ἀνημιοβολαία |
| . ἡ δὲ σύνταξις : ἀπὸ ἄκρας σκοπιᾶς . ὅσσον ἐρῶντι πατρὸς μύθων ἢ ματρὸς ἀκούειν : λείπει τὸ παῖδες | ||
| . Πολλὰ ἀγαθὰ γένοιτο Βακχίῳ καλῷ τε ὄντι καὶ καλῶν ἐρῶντι . λέγω δὲ οὐκ ἐμαυτὸν σεμνύνων , ἐρᾷ μὲν |
| μὲν ἡ πατρὶς τὴν ἐπὶ τὴν κόρην ἀκολασίαν ἀνοίγει τῷ πολεμίῳ , ἡ παῖς δὲ τῆς ἐμῆς ἔργον γινομένη χειρὸς | ||
| Μηνόδωρον ὑμέτερον πολίτην , ξένον καὶ φίλον Δολοβέλλᾳ τῷ ἡμετέρῳ πολεμίῳ , καὶ πρότερον ὑμᾶς μὴ εἴργειν αὐτὸν ἐν τῇ |
| τὰ μικρὰ τοῦ θανάτου μυστήρια . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πάντα δουλοῦται ταχύ . Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά . | ||
| καὶ τὸ ἑαυτῷ θειότατον ὑπὸ τῷ ἀθεωτάτῳ τε καὶ μιαρωτάτῳ δουλοῦται καὶ ἐπὶ τῇ αὑτοῦ ψυχῇ πλημμελεῖ . καὶ μὴν |
| πρόσθεν φιλίας ὑπομνήματα καὶ πίστεως . ταύτην τὴν ἐπιστολὴν δίδωσι πιστῷ ἀνδρί , ὡς ᾤετο : ὁ δὲ λαβὼν Κύρῳ | ||
| τῆς Περπέννα στρατηγίας κατεφρόνει , Περπέννας δ ' ὡς οὐ πιστῷ χρησόμενος ἐς πολὺ τῷ στρατῷ , πάσῃ σχεδὸν τῇ |