. . . : ἐπειδὴ δ ' ἐδόκει ἐπιεικῶς αὐτῶι συγγεγενῆσθαι [ Ἀλεξάνδρωι ] , ἀπῆρεν εἰς Ἀθήνας , συστήσας | ||
ἡμέρας ἄρχοντα ποιεῖν . ἐπειδὴ δ ' ἐδόκει ἐπιεικῶς αὐτῷ συγγεγενῆσθαι Ἀλεξάνδρῳ , ἀπῆρεν εἰς Ἀθήνας , συστήσας αὐτῷ τὸν |
ἐν ἀντιθέτοις καὶ μεταφοραῖς καὶ πᾶσι τοῖς ἐγκωμιαστικοῖς τρόποις : ἔπαιζεν γάρ , οὐκ ἐσπούδαζε , καὶ αὐτὸς τῆς γραφῆς | ||
τῶι παιδίωι ἀρτίως ἔνδον κατέλαβον τὴν ἐμαυτοῦ θυγατέρα . τυχὸν ἔπαιζεν . οὐκ ἔπαιζεν . ὡς γὰρ εἰσιόντα με εἶδεν |
ὁ τέττιξ . καὶ μή με ἄλλως νομίσῃς ὡραΐζεσθαι τῷ κύκνῳ καὶ τῇ ἀηδόνι , καθάπερ οἱ κομψοὶ σοφισταὶ οἱ | ||
ἡ λευκὸν ἐνδέχεται μηδενὶ ἀνθρώπῳ ὑπάρχειν : τὸ γὰρ ἐν κύκνῳ λευκὸν ἀναγκαίως τῷ ἀνθρώπῳ οὐχ ὑπάρχει : εἰ δὲ |
. καὶ ἐν τῷ βίῳ τρύχειν ἑαυτὸν λέγεται , οἷον καταπονεῖν . τρύφος κλάσμα : “ τὸ δὲ τρύφος ἔμπεσε | ||
' . οὐ μαλακιστέον δ ' ὅμως , ἐπείπερ ἦργμαι καταπονεῖν τὸ πρᾶγμ ' ἅπαξ . τουτὶ τὸ πρόβατόν ἐστιν |
, διὰ τὸ τῆς ποιητικῆς ᾠδικόν : τοὺς δὲ κριτὰς ἱέρακι , διὰ τὸ ἁρπακτικόν . Γνωστὸν δὲ τοῦτο πᾶσι | ||
ὁ Ξέρξης , οὐδὲν ἄλλο ἐποίει ἢ μόνον παρεῖχε τῷ ἱέρακι τὸ σῶμα χρῆσθαι τούτῳ ὡς βούλεται . ἀετὸν οὖν |
αὐτὴ μὲν ἡ Ἰνδία ἐπὶ ταῖς τρισσαῖς πλευραῖς ἁπάσαις οὔσαις λοξαῖς ἥρμοσεν , ὁμοία τῷ εἴδει ῥόμβου : ἀλλὰ τὰ | ||
ὠρυδὸν δὲ ἀντὶ τοῦ μετὰ ὠρυγῆς , ὡς λύκος ὠρυόμενος λοξαῖς δὲ κόραις ] σκολιοῖς ὀφθαλμοῖς λοξαῖς ] διαστρόφοις καὶ |
, σώφρονα , δικαίαν ; οἷον εἴ τις παραστὰς πηγῇ διαυγεῖ καὶ γλυκείᾳ βλασφημοίη αὐτήν , ἡ δὲ οὐ παύεται | ||
κούφῳ , ἐλαφρῷ , διαφανεῖ , ἐλευθέρῳ , λαμπρῷ , διαυγεῖ . καὶ τοὐναντίον νοσῶδες νοσερὸν νοσηρὸν ἐπίνοσον , ἐπίκηρον |
τ ' Ἄδμητος ἠδ ' ὁ Δωτιεὺς Λαπίθης Κόρωνος ἄπλατον ἀξύμβλητον ἐξεθρεψάμην ταχὺ δ ' αὐτὸ δείξει τοὖργον , ὡς | ||
εἴδετε . Εἴσω δ ' ἀποστείχουσα δέρκομαι φάτιν ἄφραστον , ἀξύμβλητον ἀνθρώπῳ μαθεῖν . Τὸ γὰρ κάταγμα τυγχάνω ῥίψασά πως |
κατέβη φήσας εὐλαβεῖσθαι μὴ ἱπποτυφίᾳ ληφθῇ . τοῖς μεθύουσι συνεβούλευε κατοπτρίζεσθαι : ἀποστήσεσθαι γὰρ τῆς τοιαύτης ἀσχημοσύνης . πίνειν δ | ||
ἐν τῇ πλατείᾳ πλησίον ἀγορᾶς καὶ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὸ κατοπτρίζεσθαι . † ἐπὶ δὲ τούτοις συγχωρηθὲν αὐτῷ † κατωπτρίσατο |
εἰ γὰρ καὶ ἐλέγομεν τὸ λευκὸν μηδενὶ ὑπάρχειν βαδίζοντι μηδὲ ἑστῶτι , ἐπειδὴ ἀποφάσκεται αὐτῶν καὶ οὐ κατηγορεῖται , διὰ | ||
τινα κινουμένη κίνησιν . δῆλον δὲ τῷ ἐπὶ τοῦ αἰγιαλοῦ ἑστῶτι κατὰ τὴν κυμάτωσιν : ἅμα γὰρ κλύζονται οἱ πόδες |
Πλάτων Εὐθυδήμῳ . λίνον λίνῳ συνάπτεις . παροιμία λίνον λίνῳ συνάπτεις , παροιμία ἐπὶ τῶν τὰ αὐτὰ διὰ τῶν αὐτῶν | ||
λέγουσιν οὐ Βραγχιᾶν , καὶ ἕτερα τοιαῦτα . Λίνον λίνῳ συνάπτεις , ἐπὶ τῶν τὰ αὐτὰ διὰ τῶν αὐτῶν δρώντων |
' οὗ Ἰαμίδαι . ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα : ἥτις μιχθεῖσα τῷ Ποσειδῶνι Πιτάνη λέγεται τὴν ἰοπλόκαμον Εὐάδνην τεκεῖν , | ||
τι τῶν ἐπιχωρίων καὶ εἰπόντος , Ἡ δὲ τῷ Ἡρακλεῖ μιχθεῖσα , Οὐκ ἄρα , ἔφη , ὁ Ἡρακλῆς ἐμίχθη |
ἐντελὲς ἔχειν . Ἐνεβρίμει : ἀντὶ τοῦ ὠργίζετο : Στίλπωνι Μητροκλῆς Ἐνεβρίμει τῷ Στίλπωνι Μητροκλῆς . Ἐκδείας : τὰς τῶν | ||
δοὺς τριάκονθ ' ἡμέρας . Μαθηταὶ δ ' αὐτοῦ : Μητροκλῆς , ἀδελφὸς Ἱππαρχίας , ὃς πρότερον ἀκούων Θεοφράστου τοῦ |
: εὐμεγεθεῖς . ἔσβεσεν : γράφεται ἔσπασεν . Δινεύοντα : περιπατοῦντα . Χαμαίζηλον : μικρότατον . Ἀγηνορίῃ : ἀνδρίᾳ , | ||
ἐμβάδας . τοῖς ] τοῖς ὑποδήμασιν . ἐμβαίνοντ ' ] περιπατοῦντα . ἁλουργέσιν ] πορφυροῖς . πρόσωθεν ] πόρρωθεν . |
, ἐν τοῖς πολίταις ὑπεροπτικός εἰμι καὶ ὑπέρογκος , οὐ προσβλέπων τοὺς πολίτας ὄμματι λαμπρῷ καὶ ὑπερηφάνῳ , ἀλλὰ προσμειδιῶντι | ||
' ὦ Χάρων , ἦ που σφόδρα θυμοῖ ; καρυκκοποιοὺς προσβλέπων βδελύσσομαι . τοὺς Δελφούς * * τίς ὑποκεκρυμμένος μένει |
τὸ πυάνιον , ὥς φησι Σωσίβιος , πανσπερμία ἐν γλυκεῖ ἡψημένη : χίδρον δὲ οἱ ἑφθοὶ πυροί . Κηρίναν δὲ | ||
τὸ πυάνιον , ὥς φησι Σωσίβιος , πανσπερμία ἐν γλυκεῖ ἡψημένη : χίδρον δὲ οἱ ἑφθοὶ πυροί . κηρίναν δὲ |
τιμῆς . Ὅτι πολλαὶ γυναῖκες καὶ παρθένοι καὶ παῖδες ἐλεύθεροι συνείποντο τοῖς Καπυηνοῖς διὰ τὴν ἀπορίαν τῆς τροφῆς : καὶ | ||
, φορτίδων δὲ τετρακοσίων : κέλητές τε καὶ λέμβοι πολλοὶ συνείποντο αὐτῷ . καὶ στρατιὰν ἦγε πεζοὺς μὲν ἑξακισχιλίους ἐπὶ |
ἐνδεχομένως , περιπατοῦν παντὶ κόρακι ἐνδεχομένως , καὶ λευκὸν οὐδενὶ κόρακι ἐξ ἀνάγκης . εἰ δὲ ἐξ ἀνάγκης τὸ πρῶτον | ||
καὶ ἀπογίνεσθαι : τὸ γὰρ ἐν τῷ Αἰθίοπι ἢ τῷ κόρακι μέλαν ἀδύνατον ἀπογίνεσθαι χωρὶς τῆς τοῦ ὑποκειμένου φθορᾶς . |
περιττῶς ἐξειργασμένα ταῖς τέχναις : ἦσαν δὲ καὶ οἱ τοῖχοι ἁλουργέσι καὶ διαχρύσοις ἐμπεπετασμένοι ὕφεσι . καὶ δώδεκα τρίκλινα διαστρώσασα | ||
. χρῶνταί γε μὴν οἱ ἁλιεῖς καὶ φοινικοῖς ἐρίοις καὶ ἁλουργέσι καὶ φελλοῖς καὶ ξύλοις : καὶ σιδήρου καὶ ἄλλων |
τῶν ἐκ Φιττέως . ἔστιν ἄκμων καὶ σφῦρα νεανίᾳ εὔτριχι πώλῳ . ἐπισμῇ ἰποῦμεν παροψωνεῖν σκάλωψ φέροικος φοβερὸν ἀνθρώποις τόδ | ||
“ εἶπεν εἰς φιλοδικαστήν . πωλίῳ ] ⌈ ἀντὶ τοῦ πώλῳ ὑποκοριστικῶς . κλητῆρες δὲ οἱ καλοῦντες εἰς τὸ . |
καὶ ἱκανὸς ἀνθρώποις ὁμιλεῖν ἐστι : καὶ εἴη . Ἀνεγνώσθη Εὐναπίου Χρονικῆς ἱστορίας τῆς μετὰ Δέξιππον νέας ἐκδόσεως ἐν βιβλίοις | ||
σαφὴς δὲ μᾶλλον οὗτος καὶ συντομώτερος , ὥσπερ ἔφημεν , Εὐναπίου : καὶ ταῖς τροπαῖς , εἰ μὴ σπάνιον , |
θέρμοις πικροῖς μετὰ ἀμόργης τετριμμένοις , ἢ ἀσφαλτῷ μετὰ ἐλαίου τετριμμένῃ , ἢ ἑψημένῃ . Μύρμηκες οὐχ ἅπτονται μελιτηροῦ ἀγγείου | ||
παλαιῷ διάχριε τοὺς μυκτῆρας συνεχῶς , ἢ θείῳ καὶ σμύρνῃ τετριμμένῃ μετ ' οἴνου καὶ μέλιτος καὶ ἐλαίου . [ |
δέ γε νοῦν ἔχων ἀνὴρ οὔτε τοιοῦτόν φησι κυβερνήτην τῷ θαλαττίῳ προσήκειν θεῷ οὔτε γάμον τοιοῦτον εἰς Ἀφροδίτην ἀνάγει . | ||
, τὴν ληνὸν καὶ τὰ ὑπολήνια σαροῦν , καὶ σπογγίζειν θαλαττίῳ ὕδατι ἢ ἅλμῃ , καὶ θυμιατίζειν . ἐμμένον γὰρ |
, Κύκνωι ? [ , . . . . . σατυρικῶι Κατάλογ . : Δαναΐδες . . . . , | ||
εὐληματεῖ : λήματος καὶ ἀνδρείας εὖ ἔχει . Αἰσχύλος Κερκυόνηι σατυρικῶι . . Λέξ . ῥητορ . . , . |
Γανυμήδης , καὶ καλαύροπα ἔχειν καὶ σύριγγα , καὶ τιάρᾳ Φρυγίῳ σκέπειν τὴν κεφαλὴν ποιμαίνειν τε καὶ εἶναι κατὰ τὴν | ||
μοι δὴ χρήσασθαι , ἂν ᾖ , ὁ Ἐπίκουρος τῷ Φρυγίῳ τούτῳ αἰνίγματι πρὸς τὸν τῆς ἡδονῆς κατήγορον , τῇ |
αὐλῳδῷ . Δίδοται δὲ ὁ στέφανος τῷ ἱλαρῳδῷ καὶ τῷ αὐλῳδῷ , οὐ τῷ ψάλτῃ , οὐδὲ τῷ αὐλητῇ . | ||
δ ' αὐτῷ ἄρρην ἢ θήλεια , ὡς καὶ τῷ αὐλῳδῷ . Δίδοται δὲ ὁ στέφανος τῷ ἱλαρῳδῷ καὶ τῷ |
κατὰ γένος ἄγεται . γενομένων δ ' αὐτῷ δυεῖν παίδων Τυρρηνικὰ θέμενος αὐτοῖς ὀνόματα , τῷ μὲν Ἄρροντα , τῷ | ||
τυρρηνικουργῆ , ὥσπερ καὶ τὰ ἔμβαθρα ῥηνιοεργῆ . τὰ μέντοι Τυρρηνικὰ εἴη ἂν ὁ Σαπφοῦς μάσλης : ποικίλος μάσλης Λύδιον |
ἐν τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην . νικᾷ δ ' ᾤα λιθίνην μάκτραν . χαῖρ ' , ὦ διαπόντιον στράτευμα , τί | ||
: τὴν τῶν προβάτων ὁρκάνην . γράφεται καὶ ποτὶ τὰν μάκτραν , ὅ ἐστι σκεῦος ξύλινον ἀβακοειδές , οὗ φυρᾶν |
ἐπικλήροις ; Οὔτε γὰρ ἐπιτίμιον ταῖς πρὸς τὸν ἄρχοντα εἰσαγγελίαις ἔπεστιν , οὐδὲ ἐὰν μηδεμίαν τῶν ψήφων οἱ εἰσαγγείλαντες μεταλάβωσιν | ||
δὲ ὑπάρχοις καὶ τοῖς ἀγχοῦ καὶ πορρωτέρω τὸ βασιλικὸν γνώρισμα ἔπεστιν ἡ πρὸς τὸ καλὸν εὐαγωγία . οἰμωγὴ δὲ ἐξελήλαται |
ἐπῄει τὰ τοιαῦτ ' αὐτῷ σκοπεῖν , οὐκ ἂν τοσοῦτον διημάρτανε τοῦ πράγματος . Οἶμαι τοίνυν αὐτὸν οὐδὲ τοῦ δήμου | ||
ἀνεκοπτόμην , καὶ ἥ τε φωνὴ ἐξέλειπε καὶ ἡ γλῶττα διημάρτανε , καὶ τέλος ἐδάκρυον ἀπορούμενος : οὐ γὰρ ἐξ |
φησίν , ἤτοι ἡ ὑγρότης ἡ ὑδατώδης , μιγεῖσα τῷ Φόρκυνι , ἤγουν τῇ ὁρμῇ καὶ φορᾷ τῶν ὑδάτων , | ||
υν προσθέσει τοῦ ος κλίνεται , μόσυνος Φόρκυνος . τῷ Φόρκυνι , τὸν Φόρκυνα , ὦ Φόρκυν . Δυϊκά . |
' ἴσως οὐχ Ἡρακλεῖ προσέοικεν ὑμῶν ὁ δῆμος , ἀλλὰ Κενταύρῳ τινὶ ἢ Κύκλωπι πεπωκότι καὶ ἐρῶντι , τὸ μὲν | ||
ἐξ ὄρους ὃ καλοῦσιν Ἐρύμανθον . διερχόμενος οὖν Φολόην ἐπιξενοῦται Κενταύρῳ Φόλῳ , Σειληνοῦ καὶ νύμφης μελίας παιδί . οὗτος |
. . ἔστι καὶ θηλυκὸν Ἰσσάς ἐπὶ τῆς Λέσβου παρὰ Παρθενίῳ ἐν Ἡρακλεῖ . Ἰσσηδόνες , ἔθνος Σκυθικόν . Ἑκαταῖος | ||
οἰκιστῇ . τὸ θηλυκὸν Μάγνησσα παρὰ Καλλιμάχῳ καὶ Μαγνησίς παρὰ Παρθενίῳ καὶ Μαγνῆτις παρὰ Σοφοκλεῖ . Μαδιηνοί καὶ Μαδιανῖται , |
μορίων τὴν φάβα οὐκ ὀνομάζει , καίτοι Αἰσχύλου ἐν τῷ σατυρικῷ Πρωτεῖ οὕτω μνημονεύοντος τοῦ ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν | ||
στενόστομον αὐτὸ καλεῖν , εἴρηται δὲ τοὔνομα ἐπὶ ἀμφορέως ἐν σατυρικῷ δράματι Κήρυξι τοῖς Αἰσχύλου στενόστομον τὸ τεῦχος . ἔξεστι |
ἀπεσύλησε : δὶς οὖν ὁ Ζεὺς ἐξαπατηθεὶς γυναῖκα πλάσας ἀντὶ ἐπιτιμίου τούτῳ παρέσχεν . ὅττι μιν ἐξαπάτησε Προμηθεύς : 〚 | ||
. ἐκεῖνος ὁ νεανίας ἔφην δείξας τὸν ἄνθρωπον μηδενὸς ὄντος ἐπιτιμίου αὐτῷ ὑπ ' ἀνάγκης ἐμπαίζει . ἀποθέμενος οὖν καὶ |
ἄλλων προκρίνει , ὡς καὶ Ἡσίοδος : κρήνης ἀενάου καὶ ἀπορρύτου , ἥ τ ' ἀθόλωτος . καὶ Πίνδαρος : | ||
ἢ εὐκραοῦς , καλοῦ καὶ ἀμιγοῦς ἢ ἠρέμα πνέοντος . ἀπορρύτου : τῆς ῥεούσης καὶ μὴ ἐχούσης ἀκαθαρσίαν : θολὸς |
τῇ τῶν Χοῶν ἑορτῇ ἆθλον θέντος στέφανον χρυσοῦν τῷ πρώτῳ ἐκπιόντι χοᾶ πρῶτος ἐξέπιε Ξενοκράτης ὁ φιλόσοφος καὶ λαβὼν τὸν | ||
χρυσᾶ στόμια προσβεβλημένοις . καὶ Σοφοκλῆς Πανδώρᾳ : καὶ πλῆρες ἐκπιόντι χρύσεον κέρας τρίψει γέμοντα μαλθακῆς ὑπ ' ὠλένης . |
θηριώδης φαίνεται οὐκ ἐοικὼς ἀνθρώπῳ , ἀλλ ' ἀνημέρῳ τινὶ γηγενεῖ : ἁμερίῳ γέννᾳ : τῇ ἀνθρωπίνῃ φύσει οὐχ ὅμοιος | ||
‖ ἀλλ ' ἐπειδὴ νοῦν ἔδωκε τῷ ἀνθρώπῳ τῷ πρώτῳ γηγενεῖ καὶ σπουδαίῳ καθ ' ὃν ἐπιστημονικὸς ὢν πέφυκε λογίζεσθαι |
δεῖν πιτύροις ἔοικε παντὶ πλανώμενα τῷ χύματι ἤδη καὶ αὐτῷ πυρρῷ τυγχάνοντι . Τῆς δὲ λεπτῆς ὑπόλεπτον μὲν καὶ λευκόν | ||
γὰρ ὠχρῷ ποιῷ ὄντι οὐδέν ἐστιν ἐναντίον , οὐδὲ τῷ πυρρῷ καὶ ὁμοίως οὐδὲ ταῖς ἄλλαις τοιαύταις ποιότησι . δῆλον |
ἐτελεύτησε δὲ τρίτον ἄγων καὶ πεντηκοστὸν ἔτος . ὅτε δὲ συνεγένετο ἐν Αἰγύπτῳ Χονούφιδι τῷ Ἡλιου - πολίτῃ , ὁ | ||
ὡμίλησεν , Ἀρκεσιλάου δὲ ἠκροᾶτο τοῦ φιλοσόφου , καὶ ὅτι συνεγένετο Πτολεμαίῳ τῷ Εὐεργέτῃ , τάλαντα δώδεκα τὸν ἐνιαυτὸν λαμβάνων |
ὅσον καὶ οὐρανὸς ἐν νυκτὶ ὑπὸ τῶν ἀστέρων ἐκ διαστήματος περιλαμπόμενος καὶ ἐκ διαλείμματος ἀνθῶν τῷ πυρί . εἰ δέ | ||
ἐθάρρει , καὶ κατέβαινεν ἀπὸ τοῦ λόφου , φωτὶ πολλῶι περιλαμπόμενος . ὡς δ ' ἐπέστη τῶι νεκρῶι , καὶ |
κέρασεν , οἷον κέρασσε δὲ νέκταρ . . ἀντὶ τοῦ ἐπέχεεν : οὐ γὰρ ὕδατι κίρναται τὸ νέκταρ . καὶ | ||
: ” κέρασσε δὲ νέκταρ ἐρυθρόν ” , ἀντὶ τοῦ ἐπέχεεν : οὐ γὰρ ὕδατι κιρνᾶται τὸ νέκταρ . . |
ἐνὶ πώματι ] ἐν τῷ μέλιτι θολερῷ ] ἐν θολῷ θολερῷ ] τεταραγμένῳ πώματι ] πῶμα τὸ σκέπασμα , πόμα | ||
ἤγουν τοῦ ἀσημίου θολερῷ ἐνὶ πώματι ] ἐν τῷ μέλιτι θολερῷ ] ἐν θολῷ θολερῷ ] τεταραγμένῳ πώματι ] πῶμα |
τὸ κινοῦν τὴν ἡδονὴν αἴτιον | ἡσύχασε καὶ ἡ προσοχὴ κατεσβέσθη . τρίτοι δέ εἰσιν οἷς ἔναυλα μὲν τὰ λεχθέντα | ||
ἔφη , σιωπᾷς . αὕτη μὲν δὴ ἡ παροινία οὕτω κατεσβέσθη . Ἐκ τούτου δὲ τῶν ἄλλων οἱ μὲν ἐκέλευον |
ἡμῖν νομοθέταις ἐρρῶσθαι φράσαντες , καὶ πολλὰ χαίρειν Σόλωνι καὶ Δράκοντι καὶ τοῖς ἄλλοις εἰπόντες ἅπασι , τὸ Μακεδονικὸν χρυσίον | ||
Ὀλύμπιά τε καὶ Νέμεα . ἐφοίτησεν δὲ μετὰ τούτους καὶ Δράκοντι τῷ μουσικῷ , ὃς γέγονεν † ἐκ γεμύλλων † |
κἄπειτα τὸ ἄκρον τῆς διακοπῆς ἀποσφίγγειν ὡς ἐρίῳ ἐστραμμένῳ ἢ μίτῳ ἢ κροκύδι ἤ τινι παραπλησίῳ : τὸ γὰρ λίνον | ||
ὀνόματα ταύταις ἐτίθουν . ἐπειδὴ γὰρ κλώθειν λέγεται τὸν μίτον μίτῳ συντιθέναι , διὰ τοῦτο καὶ Κλωθὼ λέγεται , διὰ |
τὸ ἣν τῷ μεταγνῶναι λύσαιτε . καὶ μὴν καὶ τὸ ὦτί ἂν εἰπὼν μήτε ἁμαρτάνειν δοκοίνη μήτε ψευσαίμην ; λίαν | ||
. ὁ σός , Αἰσχίνη ] ἀποστροφή . εἶτ ' ὦτί ἂν εἰπών σέ τις ὀρθῶς προσείποι ; ] διὰ |
, τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν . ἔτι δὲ καὶ αὐτοῖς προσκρούσας ἔφη ” ὦ Δελφοί , ὅμοιοί ἐστε ξύλῳ ἐν | ||
οὐδ ' οὗτος ἀνύσει τι σκεδᾷ ] ἀφανίσει πταίσας ] προσκρούσας τῷδε ] τῷ παλαιστῇ πρὸς ] παρὰ κακῶν ] |
μὲν ἀπέστυγε χανδὸν ἄμυστιν οἰνοποτεῖν , ὀλίγῳ δ ' ἥδετο κισσυβίῳ . τοιοῦτοι καὶ Μηθυμναῖοι , οὓς ἔπαυσεν ὁ τύραννος | ||
τῆς ἡλικίας αὐτοῦ . ἴσως γὰρ εὐῆλιξ ἐξωγραφήθη ἐν τῷ κισσυβίῳ εὐμήκης τε τὴν σύνθεσιν τῶν μελῶν . ἥβας : |
καὶ γὰρ αὐτὸς ᾤετο ξένοις μὲν ἀνδράσι , θεοῖς δὲ συντετυχηκέναι . καὶ ὁ μὲν τοῦ πράγματος ἐμπιπλάμενος ὕπνῳ κατείχετο | ||
καὶ σφόδρα γε διογκουμένων , ὅτι ὁ βασιλεὺς ἔφησεν αὐτοῖς συντετυχηκέναι . ὡς δὲ τὰ πράγματα συντόνως ἀπὸ τῶν μεγάλων |
: ἀράχνου : ἀπ ' εὐθείας ὁ ἀράχνης . Αἰσχύλος Λαΐωι . Κατάλογ . : Οἰδίπους . Κατάλογ . : | ||
καὶ πρὶν ἐς φῶς μητρὸς ἐκ γονῆς μολεῖν ἄγονον Ἀπόλλων Λαΐωι μ ' ἐθέσπισεν φονέα γενέσθαι πατρός : ὦ τάλας |
ἢ ταύρου δορᾶς , ὡς ὁ Διομήδης , πρεπούσης στρατιώτῃ σκληρῷ καὶ γενναίῳ . ὑπὸ δ ' ἔστρωτο ῥινὸν βοὸς | ||
πρὸς τὸ μέλαν , γλυκεῖ τε πρὸς τὸ πικρόν , σκληρῷ τε πρὸς τὸ μαλακόν , τῇ τε ἀπαθεῖ οὐσίᾳ |
οὐκέτι φυκτὰ πέλωνται : ἡ διπλῆ ὅτι οὕτως εἴρηκε πληθυντικῶς πέλωνται καὶ οὐ πέληται , ὁμοίως τῷ σπάρτα λέλυνται . | ||
γυμνόν τ ' ἀμάειν , ὅτ ' ἂν ὥρια πάντα πέλωνται . μεθ ' ὃν Ὅμηρος : ἀμφὶ δ ' |
ἤδη μεμελετηκέναι καλῶς . ἐμοὶ γάρ , ὦ γυναῖκες αἱ καθήμεναι , γυναῖκας αὖ , δύστηνε , τοὺς ἄνδρας λέγεις | ||
ἂν ἐσῴζετο , εἰ μή τι καινὸν ἄλλο περιηργάζετο . καθήμεναι φρύγουσιν ὥσπερ καὶ πρὸ τοῦ . ἐπὶ τῆς κεφαλῆς |
τὰς γενέσεις τῶν ὅλων ἐποίησεν . , Ἀ . νοῦν κοσμοποιὸν τὸν θεόν . . . . ὁ νοῦς γὰρ | ||
ἄξιον ἀποσιωπῆσαι . Τινὲς γὰρ τὸν κόσμον μᾶλλον ἢ τὸν κοσμοποιὸν θαυμάσαντες τὸν μὲν ἀγένητόν τε καὶ ἀίδιον ἀπεφήναντο , |
ἐν φρέατι ὕδατος πηγή : σκέπη δὲ ἀπὸ ἡλίου τῷ φρέατι ὄροφός τε καὶ ἀνέχοντες τὸν ὄροφον κίονες . ἔστι | ||
στρέφεται , καὶ συγκινεῖ μικρὸν ἕτερον κύκλον τὸν ἐπὶ τῷ φρέατι . ἐπὶ τούτῳ τὰ σχοινία καὶ οἱ χόες ἐπίκεινται |
: τῶν δὲ ἄλλων τὸ πλῆθος ἐς τὰς ναῦς ἐσβὰν ἀπεκομίσθη ἐπ ' οἴκου . τοῦ δὲ Δηλίου ἑπτακαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ | ||
ὀρθῶς . εἰ γὰρ ἐμέμνητο τοῦ χρησμοῦ , οὐκ ἂν ἀπεκομίσθη ὁ Ὀδυσσεύς . . θ . Ποσειδάων ' ἀγάσασθαι |
, φάναι , ὦ Κροῖσε , σύμπεμψον ἄνδρα σὺν Ὑστάσπᾳ τουτῳῒ ὅτῳ σὺ πιστεύεις μάλιστα . σὺ δέ , ὦ | ||
προπερισπῶσιν , οἱ δὲ νεώτεροι προπαροξύνουσιν , 〚 ὡς παρὰ τουτῳῒ τῷ ποιητῇ ἐν Θεσμοφοριαζούσαις [ ] γυναῖκες οὐκ ἀρήξετ |
φησὶ ταῦτα εἰς μαρτυρίαν αὐτοῦ , καὶ ὅτι ἐν τῷ μαγειρείῳ ἡρπάγη ὁ τυρός . Γ ἔπαιξε δέ . ἐπεὶ | ||
. τοῦτο δὲ λέγει διὰ τὰς πληγὰς ἃς ἐν τῷ μαγειρείῳ καθ ' ἑκάστην ἐλάμβανε , τυπτόμενος ὑπὸ τῶν προεχόντων |
δὲ τὴν Παρθυαίαν , Ἀρίαν δὲ καὶ Δραγγηνὴν Στασάνδρῳ τῷ Κυπρίῳ , τὴν δὲ Βακτριανὴν καὶ Σογδιανὴν Στασάνορι τῷ Σολίῳ | ||
ἡ καρύα μεταφυτευομένη πολλάκις , μάλιστα δέ , ἐάν τις Κυπρίῳ ἥλῳ ἢ πασσάλῳ καθηλώσειε τὸ δένδρον , ἕως διέλθῃ |
τῶν ὑπὸ τὴν οὐρὰν παρὰ τὴν ἕδραν : ἀλλὰ καὶ ἐγχυτέον οὔρου ἀνθρωπίνου κοτύλην μίαν ἥμισυ . Ἐὰν δὲ καὶ | ||
οἴνου μέλανος αὐστηροῦ μιχθέντος , ἢ σίδια ῥοιᾶς μετὰ ὕδατος ἐγχυτέον . Ὠφελεῖ δὲ καὶ σελίνου σπέρμα καὶ σικύου τὸ |
ἐλθοῦσαν : ἐρασθεὶς δὲ διαλεχθῆναί τε ἐτόλμησε καὶ δοὺς δῶρα συγγίνεται . καὶ ἀπὸ τούτου τὸν ἄνδρα παρεφύλασσεν αὐτῆς , | ||
Θηβαίοις Διόνυσος τυραννεῖ , Κρόνος τυραννοκτονεῖ . Ζεὺς καὶ θυγατρὶ συγγίνεται , καὶ ἡ θυγάτηρ ἀπ ' αὐτοῦ κυεῖ . |
Α . : ἀποστάς : φυγών . Αἰσχύλος Ἰσθμιασταῖς καὶ Ἀλκμήνηι . Κατάλογ . : Ἀργὼ ἢ Κωπηλάσται . . | ||
Α . : ἀποστάς : φυγών . Αἰσχύλος Ἰσθμιασταῖς καὶ Ἀλκμήνηι . . . , . : ἰαμβίς : Αἰσχύλος |
οὖν ἄγων με τί ἀπολογήσῃ , ὡς ἐγὼ μὲν οὐχ ὁμολογήσω ἄκλητος ἥκειν , ἀλλ ' ὑπὸ σοῦ κεκλημένος . | ||
σοὶ τὰς ἀλγηδόνας αἰσθήσωμαι . ἑνὶ τούτῳ τῷ μιαιφόνῳ χάριτας ὁμολογήσω , εἴ γε τῆς σφαγῆς ἀπὸ τοῦ ἐμοῦ κατάρξηται |
ὦ χαρίεσς ' Ἀμαρυλλί : ἐπεὶ ὁ Κορύδων ἐμνήσθη τῆς Ἀμαρυλλίδος , ἀνεμνήσθη ὁ Βάττος αὐτῆς : ἦν γὰρ ἐρωμένη | ||
ἐνταῦθα σαφὴς αἰπόλος ὢν ὁ Βάττος , ὃν εἰκὸς τῆς Ἀμαρυλλίδος ἐρᾶν καὶ οὐ Θεόκριτον . φησὶ δὲ ὑπερβολικῶς : |
καὶ κατακρύπτεται . Καὶ τὸ αὐτὸ λέγοντος αὐτοῦ πυθομένη , προστρέχει πρὸς αὐτόν . Ὁ δὲ Κέφαλος ἰδὼν αὐτὴν αἰφνιδίως | ||
κληθεὶς ὑπ ' αὐτοῦ νεύματι ἐρῶν τι ἢ ἀκουσόμενος , προστρέχει , ἐπιστάς τε αὐτῷ τὰς ἐσθῆτας τῶν μηρῶν καθέλκοντι |
ἐν ἐμοὶ κινδυνευθῇ τὴν ἐκείνου ἀρετὴν κακῶς εἰπόντι ἐν τοῖς ἀπομνημονεύμασιν . οὐδέν τε οἶμαι διαφέρειν ἢ βλασφημεῖν τινὰ ἢ | ||
καὶ δύναμις ? πολιτική . Ξενοφῶν δὲ ἐν τοῖς Σωκράτους ἀπομνημονεύμασιν μαρτυρεῖ λέγων : “ ὦ Γλαύκων , ἔφη , |
συγγράμματι Περὶ τῶν ἐκ Δελφῶν συληθέντων χρημάτων Χάρητι φησί τῶι Ἀθηναίωι διὰ Λυσάνδρου τάλαντα ἑξήκοντα , ἀφ ' ὧν ἐδείπνισεν | ||
] νγειτ [ [ ] [ [ ] τι ? Ἀθηναίωι ? ? λ ? [ [ ] καὶ ? |
ὀνομάτων οὐ διαφυλάττει . εἰκάσειε δ ' ἄν τις τὸ κισσύβιον τὸ πρῶτον ὑπὸ ποιμένων ἐργασθῆναι ἐκ κισσίνου ξύλου . | ||
κίρκος ἱέραξ : “ κίρκος Ἀπόλλωνος ταχὺς ἄγγελος . ” κισσύβιον ἐκ κισσίνου ξύλου ποτήριον . κιχείω καταλάβω , καὶ |
γιγνώσκων : καὶ περὶ αἰσθήσεων κατὰ ταὐτά , εἰ ἄρα ἕπῃ . Ἕπομαι . Λείπεται τοίνυν τὰ ψευδῆ δοξάσαι ἐν | ||
φέρει τῆς ῥινός , φασίν , ἕλκων , καὶ σὺ ἕπῃ αὐτῷ ἔνθα ἂν ἡγῆταί σοι , καὶ ἀλλάττῃ ῥᾳδίως |
: εἰσί τε ἤδη πρὸς ἄνδρας ἐκπετήσιμοι σχεδόν . ἵνα ξυνῶσιν ᾧπερ ἥδεσθον βίῳ σκώληκας ἐσθίοντε καὶ μυλακρίδια . οὐκ | ||
. Ἵνα μὴ καταγῇς τὸ σκάφιον πληγεὶς ξύλῳ . Ἵνα ξυνῶσιν ᾧπερ ἥδεσθον βίῳ , σκώληκας ἐσθίοντε καὶ μυλακρίδας . |
δόντων αὐτῷ τῶν νόμων : ὁ δ ' ἐν διαθήκαις σημηνάμενος ἀδήλους ἐποίησε , δι ' ὃ πολλοὶ πεπλάσθαι φάσκοντες | ||
τὰ σημεῖα ἐποιήσατο τῷ πνεύματι , ἕν τι σχῆμα ἑκατέρῳ σημηνάμενος [ τοῦτο δὴ τὸ ἓν ὥσπερ αὐλῷ ἐοικὸς ] |
ἀπὸ δὲ τῶν κοπρίων παρὰ τοῖς πλείστοις οἱ βολεῶνες . Στράττις ἐν τῷ Φιλοκτήτῃ φησὶν οὐδ ' ἐν κοπρίᾳ θησαυρὸν | ||
κέστραν , σπανίως δὲ τῷ τῆς σφυραίνης ὀνόματι ἐχρήσαντο . Στράττις : ἡ σφύραινα δ ' ἐστὶ τίς ; κέστραν |
καὶ ἄνοσος , ἐπειδὴ τὰ νόσοις καὶ γήρᾳ σώματα ἁλωτὰ θερμότησι καὶ ψύξεσι καὶ ταῖς ἄλλαις ἐναντιότησι προσεμπιπτούσαις ἔξωθεν ἰσχυρῶς | ||
, ὥσπερ ὁ γλευκίνης τῆς πρώτης : ἀνάλογον δὲ ταῖς θερμότησι καὶ αἱ ξηρότητες αὐτοῦ . Ὀλόστιον ξηραντικῆς ἐστι δυνάμεως |
σφόδρ ' , οὐδὲ Κόρμος ἱμάτιον λαβεῖν , οὐ Νεῖλος ἄλφιτ ' , οὐ Κόρυδος ἀσύμβολος κινεῖν ὀδόντας . Ὁ | ||
καὶ χορεύετε : οὐδεὶς γὰρ ὑμῖν εἰσιοῦσιν ἀγγελεῖ , ὡς ἄλφιτ ' οὐκ ἔνεστιν ἐν τῷ θυλάκῳ . Νὴ τὴν |
, τὰ ὀλισθήσαντα ὑποφθὰς πιέζει , συνάγει τὰ σκιδνάμενα , φαιδρύνει τὰ ἀπρεπῆ , κατείργει τὰ ληφθέντα , διώκει τὰ | ||
τῶν ὅλων . χρυσὸς δὲ καὶ χρώματα τὸ πᾶν ἔργον φαιδρύνει τοῦτο . καὶ ταῦτα μὲν οὕτω πως μεμηχάνηται : |
, ἵνα μὴ πάντας εἴπω , οὐδεὶς αὐτῶν ἅτερος θατέρῳ λοιδορεῖται , ἵνα βέλτιόν τι τῶν ὑμετέρων γίγνηται , ἀλλ | ||
ὁ λοιδορῶν γάρ , ἂν ὁ λοιδορούμενος μὴ προσποιῆται , λοιδορεῖται λοιδορῶν . Πρόχειρον ἐπὶ τὴν γλῶτταν εὐλόγῳ τρέχειν . |
ζῆν οὔτε φοβεῖται τὸ μὴ ζῆν : οὔτε γὰρ αὐτῷ προσίσταται τὸ ζῆν οὔτε δοξάζεται κακόν εἶναί τι τὸ μὴ | ||
φησὶν οὖν : ὁ δέ , ἤτοι ὁ Παρθενοπαῖος , προσίσταται ταῖς πύλαις , οὔτι καὶ οὐδαμῶς φρόνημα ἔχων παρθένων |
αὐτὸν ᾠδὴ ᾀσθήσεσθαι : Ἅρμα δ ' ὀτρύνει χρομίου . χρόμιος ἱέρωνος ἡνίοχος παιδόθεν γεγονώς , ἅτε δὴ βασιλεῖ παιδόθεν | ||
καὶ χροιῇσιν ἐρυθρὸν σκορπίον . ἀνθίας Ἀνάνιος : ἔαρι δὲ χρόμιος ἀρίστος , ἀνθίας δὲ χειμῶνι : οἷς ἐπάγει : |
κλάδους . Ἔσπασον : ἔλαβον . ἦ : ὄντως . Γείτοσιν : ἐν τοῖς γείτοσι τόποις τῆς γῆς . γουνοῖσιν | ||
Πλάτωνι . τὸ δὲ πεσσοῖς παίζειν πεσσονομεῖν Κράτης εἴρηκεν ἐν Γείτοσιν ψῆφοι , γραμμαί , βόλοι . βόλων δὲ ὀνόματα |
συμβὰν οὕτως , ἐπακολουθήσῃ . Ἔστι γε μὴν ἐχθρὸς τῷ ἀετῷ , καὶ μισεῖται λίαν , ὅτι αὐτοῦ διαφθείρειν οὐκ | ||
. λέγει δὲ τὴν Ἑλένην , ἐπεὶ καὶ τὸν Ἀλέξανδρον ἀετῷ εἴκασεν ἐπὶ τὴν ἁρπαγὴν ἐπειγόμενον . τρήρωνα δὲ αὐτὴν |
καταλυθεὶς διαλέληθε τοὺς πολλούς . Ἦν δὲ παραπλήσιος μὲν Δελφικῷ τρίποδι , καὶ τοὔνομ ' ἐντεῦθεν ἔσχε , τὴν δὲ | ||
Πυθία γυνὴ , ἥτις , ὥς φασιν , ἐπικαθημένη τῷ τρίποδι τοῦ Ἀπόλλωνος , καὶ διαιροῦσα τὰ σκέλη πονηρὸν κάτωθεν |
στράπτε δ ' ἀπειρέσιον δαΐδων σέλας : ἀμφὶ δὲ τήνγε ὀξείῃ ὑλακῇ χθόνιοι κύνες ἐφθέγγοντο . πίσεα δ ' ἔτρεμε | ||
. οἱ δὲ δύω σκόπελοι ὁ μὲν οὐρανὸν εὐρὺν ἱκάνει ὀξείῃ κορυφῇ , νεφέλη δέ μιν ἀμφιβέβηκεν κυανέη : τὸ |
κέκλοφα φλυαρῶν ] ἔξω τῆς ἀληθείας λέγει οἶδα ] ὅτι ἔκλεψεν τοιοῦτο ] οὐδενός ] ἐν οὐδενί ὑγιαίνειν ] τὰς | ||
τὴν δίκελλαν ἀπολέσας ἐπεζήτει , μή τις παρόντων τήνδ ' ἔκλεψεν ἀγροίκων . ἠρνεῖθ ' ἕκαστος . οὐκ ἔχων δ |
καὶ μήλινον τὴν χρόαν , καὶ ἐπιβαλὼν κηρὸν καὶ ῥητίνην διηθημένην ἕψε ἐπ ' ὀλίγον , καὶ ὅταν καλῶς ἔχῃ | ||
ἕψε ἕως ἀμόλυντος γένηται καὶ ἐπίβαλλε κηρόν , εἶτα ῥητίνην διηθημένην . [ ἔπειτα ] ἐπίπασσε τὴν τέφραν τῶν λίθων |
τῶν γλωττῶν , οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ ἀγγείου γλωττοκομεῖον παρὰ τοῖς νεωτέροις ἔστιν εὑρεῖν , ὡς ἐν τῷ | ||
τὴν ἐμὴν γνώμην . γέρανδρυς : οἷον παλαιὸν δένδρον . γλωττοκομεῖον : ἐπὶ μόνου τοῦ τῶν αὐλητικῶν γλωττῶν ἀγγείου . |
χρυσῷ , μεθ ' ἡμέραν δὲ νύκτα ἐπῆγεν ὁσαχοῦ τοξεῦσαι κελεύσειε . πολλοῖς δ ' ἦν ἀφανὴς ὧν ἦγεν οὗ | ||
; σιτηρέσιον δὲ οὐδὲ Δολοβέλλας ἡμῖν ἅτε μηδ ' εἰ κελεύσειε παρασχεῖν δυνησομένοις ἐπήγγειλε . σύγγνωθι οὖν ἡμῖν καὶ σοὶ |
ἡνίκα ἔλθῃ ἐν τῷ ἐσχάτῳ γήρᾳ καὶ ἄρξηται ληρεῖν καὶ παραφρονεῖν . πάλιν διαλύεται τὸ συμπόσιον , ἡνίκα οἱ ἑστιώμενοι | ||
ἀλλὰ καὶ τοῖς μανδραγόραν ἢ κώνειον προςενεγκαμένοις : τό τε παραφρονεῖν οὐ μόνον ὑοςκύαμος ἐπιφέρει , ἀλλὰ καὶ τὰ τοξικὰ |
ταὐτὸν λέγων τῷ ὥστε οὐδὲ ἐν ταῖς τοιαύταις ἀντιφάσεσι ταῖς ὁμωνύμῳ χρωμέναις ὑποκειμένῳ ἢ κατηγορουμένῳ ἀνάγκη τὴν μὲν τῶν προτάσεων | ||
εἷς τῶν πρὸ αὐτοῦ βεβασιλευκότων : ἀνενεγκεῖν δὲ τὴν ἐπιθυμίαν ὁμωνύμῳ μὲν αὐτῷ Ἀμενώφει , πατρὸς δὲ Παάπιος ὄντι , |
παναγέστατον σιτίον , ἄρτος ἐζυμωμένος μετὰ προσοψήματος ἁλῶν , οἷς ὕσσωπος ἀναμέμικται , δι ' αἰδῶ τῆς ἀνακειμένης ἐν τῷ | ||
τροφή , προσόψημα δὲ ἅλες , οἷς ἔστιν ὅτε καὶ ὕσσωπος ἥδυσμα παραρτύεται διὰ τοὺς τρυφῶντας . νηφάλια γὰρ ὡς |
διακείμεθα , σπινθῆρσι μὲν τῆς ἐπιστήμης ὑποτυφόμενοι , μήπω δὲ καθαρῷ πυρὶ δοκιμασθῆναι καὶ κραταιωθῆναι δυνάμενοι . πολλὴ δὲ τῷ | ||
καθαρωτάτου ὕδατος ἀποκαλύπτοντα τὸν κρατῆρα , δηλαδὴ σπόγγῳ ἢ ῥάκει καθαρῷ κάτωθεν πρὸ δακτύλου τοῦ πυθμένος ἀντεχόμενον , ἐὰν ῥάκος |
ἐπιβόλαια ὑφαίνουσιν . ἐκ δὲ τῶν ἐν τοῖς ξύλοις καταδεδυκότων σκωλήκων οἱ λεγόμενοι καράμβιοι γίνονται , ἐκ δὲ τῶν σίμβλων | ||
ὀλίγον πρὸς τὸ τελειωθῆναι περιῄει , Μελάμπους ἀκούει ὕπερθέν τινων σκωλήκων διαλεγομένων , ὅτι καταβεβρώκοιεν τὴν δοκόν . Καὶ τοῦτο |
ἐξ ἁλὸς ἐρχόμενοι . πρότερος δὲ Ἀντίμαχος : ἠύτε τις καύηξ δύπτῃ ἐς ἁλμυρὸν πέλαγος . ἀταρβής : ἀκίνδυνος καὶ | ||
ὁ μὲν Ἀπίων φησὶν ὁ λάρος : λέγεται δὲ καὶ καύηξ . ἄδηλον δὲ εἰ καὶ Ὅμηρος ταῦτα σημαίνει : |
Ἀσκληπιάδης δ ' ὁ Μυρλεανὸς ἐν τῷ περὶ τῆς Νεστορίδος σκύφει , φησί , καὶ κισσυβίῳ τῶν μὲν ἐν ἄστει | ||
δ ' ἐν Ὀμφάλῃ : οἶνος οὐκ ἔνι ἐν τῷ σκύφει , τὸ σκύφει ἰδίως ἀπὸ τοῦ σκύφος σχηματίσας οὐδετέρως |
παρὰ Συρακοσίοις οὕτως καλούμενος . καὶ μέμνηται αὐτοῦ Ἐπίχαρμος ἐν Γᾷ καὶ Θαλάσσᾳ . ΓΟΥΡΟΣ ὅτι πλακοῦντος εἶδος ὁ Σόλων | ||
ἐς μνήμην ἔνθεσμον , Ἐπίχαρμος μὲν ἐν Ἥβας Γάμῳ καὶ Γᾷ καὶ Θαλάσσᾳ καὶ προσέτι καὶ Μώσαις , Μνησίμαχος δὲ |
πάντα ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγονται . ὁ ἄνω ῥηθεὶς Παγκράτης οὐκ ἀγλαφύρως που εἴρηκεν : οὔλην ἕρπυλλον , λευκὸν | ||
τὰ φυλλώδη ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων στεφανώματα λέγεσθαι . ὁ δὲ Παγκράτης ἐν τῷ ποιήματι οὐκ ἀγλαφύρως εἴρηκεν : οὔλην ἕρπυλλον |
. ὁ μὲν γὰρ βαρύτατος τῶν εἰλημμένων φθόγγων διὰ τεσσάρων ἡρμόσθη σύμφωνον τῷ τὸ βαρύτερον δίτονον ἐπὶ τὸ ὀξὺ ὁρίζοντι | ||
] ὁ Ἥφαιστός φησιν ὅτι οὗτος ὁ σιδηροῦς δεσμὸς ἀσφαλῶς ἡρμόσθη καὶ ἐνεπάγη , τὸ δὲ τοῦ Διὸς Κράτος φησὶ |
καλούμενος . Διπλοῦς οὗτος τὸ εἶδος , ὁ μὲν ἐοικὼς κρυστάλλῳ , πλὴν ὅσον καθάπερ ἀκτῖνές τινες ἢ τρίχες αὐτῷ | ||
Γεννᾶται δὲ ἐν τῇ Ἰνδικῇ . Ὅμοιος δέ ἐστι τῷ κρυστάλλῳ , ἔξαυγος καθὰ καὶ ὁ κρύσταλλος . Ὁ μέντοι |
λοῖσθον ὀφθαλμὸς τυπεὶς πιθηκομόρφῳ πότμον Αἰτωλῷ φθόρῳ τεύξει τράφηκι φοινίῳ τετμημένῳ . Κροτωνιᾶται δ ' ἄστυ πέρσουσίν ποτε Ἀμαζόνος φθέρσαντες | ||
ἡ πλατεῖα σανίς , ἔνθα τοὺς νεοζύμους ἄρτους τιθέασι . τετμημένῳ καὶ συγκοπέντι αὐτῷ τῷ Θερσίτῃ ἐν τράφηκι καὶ ἀκοντίῳ |
λόγοις . Χειμῶνος ὄντος τρεῖς σισύρας ὑφείλετο . Μουσῶν εὐκόλων ἀνθρήνιον . Τοιαῦτα μέντοι πόλλ ' ἀναγκαίως ἔχει πάσχειν , | ||
, τούτους ἀνεσπάκασιν οὗτοι τοὺς λόγους . . . . ἀνθρήνιον : σφηκίον ἢ μελίσσιον : λέγεται δὲ καὶ αὐτὸ |
γενέσθαι , κατ ' ἰδίαν τι ποιεῖν οὐ δυνάμενον . ρξαʹ . Πρόδηλά ἐστιν αἴτια ὅσα ἐξ ἑαυτῶν καταλαμβάνεται δι | ||
ἔσβαινε κἀνέγειρε τὴν ἀηδόνα . ἐν εἰσθέσει δὲ μετὰ τὸν ρξαʹ στίχον κῶλον ἰαμβικὸν μονόμετρον βραχυκατάληκτον , καὶ μετὰ τὸν |