ὑπουργῆσαί με χρή ; χαῖρ ' : ἄξιος γὰρ καὶ σὺ καὶ πόλις σέθεν . ἔσται τάδ ' : ἀλλὰ
ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς . κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος , καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω
ἐχθροῦ ἰδίου ἕνεκα ἀποθανεῖν ὡς παρὰ βασιλέως πλέοντα ἠξίουν . σὺ δέ , ὅπερ ἦν , ἀπιστήσας αὐτοῖς ἔτι καὶ
πόθεν ἦλθον ; καὶ εἴρηκα αὐτῷ , Κύριέ μου , σὺ οἶδας . καὶ εἶπέν μοι , Οὗτοί εἰσιν οἱ
8040619 Συ
περὶ τῆς ὁδοῦ ἐπεθύμει δὲ ὥσπερ καὶ ὁ πατήρ . Σὺ δ ' αὐτῷ λέγεις , Νίκην σοι φαίνουσι θεοὶ
ἐὰν προσκυνήσῃς ἐνώπιον ἐμοῦ , ἔσται σοῦ πᾶσα . καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ , Γέγραπται , Κύριον τὸν
πάσχουσιν , οἱ μὲν ἐπιπηδήσαντες , αἱ δὲ κατανωτισάμεναι ; Σὺ δέ με ἀξιοῖς συγκατακλινῆναι καὶ ταῦτα γυμνήν ; Καίτοιγε
ἡ γυνή μου προβεβηκυῖα ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῆς . καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ , Ἐγώ εἰμι Γαβριὴλ ὁ
7479100 σεαυτον
ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ , μή σε λαβοῦσα κακόν τι
εἶπεν δὲ Μαριάμ , Ἰδοὺ ἡ δούλη κυρίου : γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου . καὶ ἀπῆλθεν ἀπ '
κάθευδε καὶ τὰ τοῦ σκώληκος ποίει , ὧν ἄξιον ἔκρινας σεαυτόν : ἔσθιε καὶ πῖνε καὶ συνουσίαζε καὶ ἀφόδευε καὶ
τὰ τέκνα τοὺς ἰδίους γονεῖς ; καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον Ἰωάννη : τοῖς μὲν δικαίοις γνωρισμὸς γίνεται
7260343 σαυτον
. λέγομεν γοῦν ὅτι ἔβλαψα ἐγὼ ἐμαυτόν , καὶ σύ σαυτόν , κἀκεῖνος ἑαυτόν . οὐ λέγομεν δὲ ὅτι ἔβλαψα
σεαυτοῦ μαρτυρεῖς : ἡ μαρτυρία σου οὐκ ἔστιν ἀληθής . ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτοῖς , Κἂν ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ
τὸ ῥῆμα τοῦτ ' εἶναί τι μεμεριμνημένον τὸ “ γνῶθι σαυτόν ” . ἐμμένειν τούτωι μ ' ἔα ὅσα τ
δεδουλεύκαμεν πώποτε : πῶς σὺ λέγεις ὅτι Ἐλεύθεροι γενήσεσθε ; ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι
7134946 σε
ῥοπάλοις αὐτὸν παίοντα ἔφη : „ ἀλλ ' ἔγωγε οὐκέτι σε εὐδαιμονίζω : ὁρῶ γάρ , ὡς οὐκ ἄνευ κακῶν
εἶπαν αὐτῷ , Ἀκούεις τί οὗτοι λέγουσιν ; ὁ δὲ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς , Ναί : οὐδέποτε ἀνέγνωτε ὅτι Ἐκ
οἵ ς ' ὠτειλὴν αἷμ ' ἀπολιχμήσονται ἀκηδέες : οὐδέ σε μήτηρ ἐνθεμένη λεχέεσσι γοήσεται , ἀλλὰ Σκάμανδρος οἴσει δινήεις
πατέρα αὐτοῖς ἔλεγεν . εἶπεν οὖν [ αὐτοῖς ] ὁ Ἰησοῦς , Ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου , τότε
7059899 γενου
τῷ κατ ' ἐνιαυτὸν συνέχοντι τῶν κακῶν : περίψημα ἡμῶν γενοῦ , ἤγουν σωτηρία καὶ ἀπολύτρωσις : καὶ οὕτως ἐνέβαλλον
' ἢ εἰσὶν ὡς ἄγγελοι τοῦ θεοῦ . Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , ἔστιν ἐν τῷ κόσμῳ ἐκείνῳ γνωρίσαι
παιδὶ πορσυνῶ μολών . μεῖνον παρ ' ἡμῖν καὶ ξυνέστιος γενοῦ . αὖθις τόδ ' ἔσται , νῦν δ '
τότε ἀνοίσωσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους . Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , καὶ ἀπὸ τότε τί μέλλει γενέσθαι
7028556 δεσποτα
, ἀφύην , ἑψητόν . Ναστὸς τὸ μέγεθος τηλικοῦτος , δέσποτα , λευκός : τὸ πάχος γὰρ ὑπερέκυπτε τοῦ κανοῦ
, Σίμων Βαριωνᾶ , ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέν σοι ἀλλ ' ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς
. Ἡράκλεις καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾶις ὦ δέσποτα ; οἷς γ ' ἀπώλεσαν Φίλιππον ἐν δίκηι τὸν
πλουσίους , μήποτε καὶ αὐτοὶ ἀντικαλέσωσίν σε καὶ γένηται ἀνταπόδομά σοι . ἀλλ ' ὅταν δοχὴν ποιῇς , κάλει πτωχούς
6978353 σεαυτου
λεχθήσεται δὲ καὶ ἕτερα . ἐρεῖς τι καὶ εἰς τὴν σεαυτοῦ πατρίδα ὡς χρονίως μὲν ἐπανελθὼν ἐπ ' αὐτήν ,
, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε : καὶ πάλιν , Ἐγὼ ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ ' αὐτῷ : καὶ πάλιν ,
ἂν γὰρ ἅπαξ χρόνου καὶ διατριβῆς τύχῃς , ῥᾷον κρατήσεις σεαυτοῦ . Θάνατος καὶ φυγὴ καὶ πάντα τὰ δεινὰ φαινόμενα
πέμψασιν ἡμᾶς : τί λέγεις περὶ σεαυτοῦ ; ἔφη , Ἐγὼ φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ , Εὐθύνατε τὴν ὁδὸν
6960269 ἀνθρωπε
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν
εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει [ τι ] ἐξ ἐμοῦ καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων .
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ
εἶ ; εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Τὴν ἀρχὴν ὅ τι καὶ λαλῶ ὑμῖν ; πολλὰ ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν
6947620 βασιλευ
. ὅτε καί τινος εἰπόντος μακάριοί ἐστε ὑμεῖς , ὦ βασιλεῦ , τοιούτοις χρώμενοι καὶ ὀδωδότες ἡδύ , μηδὲν τὸν
, καθὼς σὺ ἐν ἀληθείᾳ περιπατεῖς . μειζοτέραν τούτων οὐκ ἔχω χαράν , ἵνα ἀκούω τὰ ἐμὰ τέκνα ἐν τῇ
βασιλέως τούτους εὑρεῖν , ἐνταῦθα ὁ μουσικὸς εἶπεν : ὦ βασιλεῦ , τρεῖς μόνους ἀλύπους μὴ δυνάμενος ἐξευρεῖν αὐτὸς ἄχθῃ
ὅτι λέγεις ὅτι Πλούσιός εἰμι καὶ πεπλούτηκα καὶ οὐδὲν χρείαν ἔχω , καὶ οὐκ οἶδας ὅτι σὺ εἶ ὁ ταλαίπωρος
6918004 ἐχεις
Ἀττικὸν ἀντὶ τοῦ ναί . τοῦ δέει : Τίνος χρείαν ἔχεις . . τίνος χρῄζεις . . πρὸς : Εἰς
ἐξ ἀνθρώπων ; οἱ δὲ συνελογίσαντο πρὸς ἑαυτοὺς λέγοντες ὅτι Ἐὰν εἴπωμεν , Ἐξ οὐρανοῦ , ἐρεῖ , Διὰ τί
ὀλίγα . πρῶτον μέν , ἴδιον , φησίν , οὐδὲν ἔχεις ἀγαθόν , ἀλλ ' ὅ τι ἂν νομίσῃς ἔχειν
φῶς ἐστιν καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία . Ἐὰν εἴπωμεν ὅτι κοινωνίαν ἔχομεν μετ ' αὐτοῦ καὶ ἐν
6760734 σοι
τῷ Εὐφράτῃ δεικνύντος αὐτῷ ποτε τοῦ βασιλέως καὶ „ τί σοι φαίνεται τὸ θαῦμα ; „ εἰπόντος καταβάλλων τὴν τερατουργίαν
σκοτίᾳ , ὁ λεγόμενος ἀντίχριστος . καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , ἀποκάλυψόν μοι ποταπός ἐστιν . καὶ ἤκουσα φωνῆς
' ἥκει ; δύο μίαν θαυμάζομεν . ἐκ τίνος δέ σοι πέφυκα μητρός ; οὐκ ἔχω φράσαι . οὐδὲ Φοῖβος
ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι ; λέγουσιν αὐτῷ , Ναί , κύριε . τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων , Κατὰ
6679197 γυναι
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς '
ὅτι αἷμα ἁγίων καὶ προφητῶν ἐξέχεαν , καὶ αἷμα αὐτοῖς δέδωκας πιεῖν : ἄξιοί εἰσιν . καὶ ἤκουσα τοῦ θυσιαστηρίου
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες
καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός , ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον . αὕτη δέ ἐστιν
6649939 σαυτου
, ἡ Ἀθηνᾶ ἢ ὁ Ζεύς , ἐμέμνησο ἂν καὶ σαυτοῦ καὶ τοῦ τεχνίτου καὶ εἴ τινα αἴσθησιν εἶχες ,
. ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτόν , Τί σοι θέλεις ποιήσω ; ὁ δὲ εἶπεν , Κύριε , ἵνα ἀναβλέψω
τοῖς ἔργοις ἐψεύσω , τὴν δ ' ἄλλην ἐπιφάνειαν τῆς σαυτοῦ φύσεως καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀνδρείαν ἐν τοῖς ἀγῶσι
καὶ ὅ τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου τοῦτο ποιήσω , ἵνα δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ :
6606269 καὐτος
εἴ πως ἐκκομίσαις τὸ τοῦ Λύκου . πάρεστι τουτί , καὐτὸς ἅναξ οὑτοσί . ὦ δέσποθ ' ἥρως , ὡς
. καὶ καθίσας ἐφώνησεν τοὺς δώδεκα καὶ λέγει αὐτοῖς , Εἴ τις θέλει πρῶτος εἶναι ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων
. ] τὸ δὲ ὅμοιον ἐν Ἰλιάδι ” ἔπειτα δὲ καὐτὸς οἰήσεαι „ . . . . . κέν ἀντὶ
προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς , Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν , ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ
6601689 ἀπιθι
εἰ τὸ δυνατὸν αὐτῇ πρόσεστι μαθεῖν βούλομαι . ἀλλ ' ἄπιθι καὶ διαμαντευσάμενος ἧκε ταχέως , ἐγὼ δ ' ἐνθάδε
Ἰησοῦ . Καὶ ταύτῃ τῇ πεποιθήσει ἐβουλόμην πρότερον πρὸς ὑμᾶς ἐλθεῖν , ἵνα δευτέραν χάριν σχῆτε , καὶ δι '
μετὰ προστακτικοῦ , οἷον , ἴθι ποίησον τόδε . . ἄπιθι πρὸς τὸν θεράποντα φησίν . . τοὺς ξυγγεώργους :
ἐπιθυμίαις ποικίλαις , πάντοτε μανθάνοντα καὶ μηδέποτε εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν δυνάμενα . ὃν τρόπον δὲ Ἰάννης καὶ Ἰαμβρῆς ἀντέστησαν
6582671 διδως
ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι . καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως , Κύκλωψ . οὗτος , τί δρᾶις ; τὸν
, διαμαρτυρόμενος ἐνώπιον τοῦ θεοῦ μὴ λογομαχεῖν , ἐπ ' οὐδὲν χρήσιμον , ἐπὶ κατα - στροφῇ τῶν ἀκουόντων .
ἢ κέγχρον ἢ ἄλητον ἢ χόνδρον : τούτων ὁκόσα μὲν δίδως ἐς διαχώρησιν , λεπτὰ διδόναι καὶ διεφθότερα , καὶ
μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ ' αὐτήν , καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον , καὶ
6565817 τἀμα
γ ' αὐτὴν ἔλαβε παῖς παιδὸς γέρας . οὔκουν ἐκείνου τἀμὰ τἀκείνου τ ' ἐμά ; ναί , δρᾶν εὖ
ἑπτὰ ἀστέρας : Οἶδά σου τὰ ἔργα , ὅτι ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς , καὶ νεκρὸς εἶ . γίνου γρηγορῶν
ἀρχαίας κωμωιδίας ποιητὴς λέγων οὕτως : ὦ λιπερνῆτες γεωργοί , τἀμὰ δὴ συνίετε ῥήματ ' , εἰ βούλεσθ ' ἀκοῦσαι
τί με ζητεῖτε ἀποκτεῖναι ; ἀπεκρίθη ὁ ὄχλος , Δαιμόνιον ἔχεις : τίς σε ζητεῖ ἀποκτεῖναι ; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ
6563572 φιλτατε
, ὄντα τῆς τέχνης κύριον ; ἐγὼ δέ , ὦ φίλτατε , τούτων μὲν οἶδα οὐδὲν μὰ τὴν κεφαλὴν τὴν
Ναί , τοσούτου . ὁ δὲ Πέτρος πρὸς αὐτήν , Τί ὅτι συνεφωνήθη ὑμῖν πειράσαι τὸ πνεῦμα κυρίου ; ἰδοὺ
κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ ' ἀθανάτους μάκαρας ,
Τί φάγωμεν ; ἤ , Τί πίωμεν ; ἤ , Τί περιβαλώμεθα ; πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητοῦσιν :
6506298 θελεις
ἢ τῷ σημαινομένῳ . Δικαίως ταῦτα πάσχεις : μᾶλλον δὴ θέλεις ἀγαθὸς αὔριον γενέσθαι ἢ σήμερον εἶναι . Πράσσω τι
γεγέννηκά σε ; καὶ πάλιν , Ἐγὼ ἔσομαι αὐτῷ εἰς πατέρα , καὶ αὐτὸς ἔσται μοι εἰς υἱόν ; ὅταν
ἐσχάτη ῥίζα τοῦ ἠρυγγίου , ἤγουν ἡ κεφαλή , καὶ θέλεις αὐτὴν εὐλήπτως ἐπιτυχεῖν , ποίει οὕτως : λαβὼν σπέρμα
εἰς ἐμέ : περὶ δικαιοσύνης δέ , ὅτι πρὸς τὸν πατέρα ὑπάγω καὶ οὐκέτι θεωρεῖτέ με : περὶ δὲ κρίσεως
6500476 κἀμε
νικήσαντα δέ , εἰ μὲν ἐχθρὸς εἶ τῆς πατρίδος , κἀμὲ ἡγεῖσθαι πολέμιον , ἃ ἔδοξα συνοίσειν αὐτῇ , βουληθέντα
δούλοις αὐτοῦ ἃ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει . καὶ ἰδοὺ ἔρχομαι ταχύ . μακάριος ὁ τηρῶν τοὺς λόγους τῆς προφητείας
Παναίτιος : ὅς ῥ ' ἐτέλεσσε καὶ ψυχὴν θνητήν , κἀμὲ νόθον † τελέσαι . Θεωρίαν ἀπάξειν . θεωρίαν ἀπάξειν
ποιησάτω ἔτι , καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι . Ἰδοὺ ἔρχομαι ταχύ , καὶ ὁ μισθός μου μετ ' ἐμοῦ
6493836 σαυτῳ
τοῖς ἔργοις ἂν μάλιστα διάγοις ἀφ ' ὧν δύνασαι πορίσαι σαυτῷ βίον . τοῦ κε κορεσσάμενος : ὅταν , φησίν
οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρωνεἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα , εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα , ὁ
πολλῶν ὧν εἶχεν ἔχοντος : ᾧ καὶ τῶν σαυτοῦ διδοὺς σαυτῷ τοῦτ ' ἂν ἐποίεις : δεῖ γὰρ ἐν ταῖς
, καὶ ἐν τούτῳ χαίρω : ἀλλὰ καὶ χαρήσομαι , οἶδα γὰρ ὅτι τοῦτό μοι ἀποβήσεται εἰς σωτηρίαν διὰ τῆς
6467868 σεαυτῳ
τοῦ τοιοῦδε πέρι ; Τίνος δή ; Τοῦ ὑπολαμβάνειν παρὰ σεαυτῷ τὸν μὲν ἀμείνω ἄνδρα , τὸν δὲ χείρω :
ἔλεγον μετ ' ἀλλήλων ἐν τῷ ἱερῷ ἑστηκότες , Τί δοκεῖ ὑμῖν ; ὅτι οὐ μὴ ἔλθῃ εἰς τὴν ἑορτήν
Ὁ δὲ [ ἕτερος ] ἀπεφήνατο : Καθὼς οὐ βούλει σεαυτῷ τὰ κακὰ παρεῖναι , μέτοχος δὲ τῶν ἀγαθῶν ὑπάρχειν
καίπερ ἐγὼ ἔχων πεποίθησιν καὶ ἐν σαρκί . εἴ τις δοκεῖ ἄλλος πεποιθέναι ἐν σαρκί , ἐγὼ μᾶλλον : περιτομῇ
6448731 ἰσθι
τε καὶ πρόπαντι βαρβάρων γένει . εὖ νυν τόδ ' ἴσθι , μηδέπω μεσοῦν κακόν : τοιάδ ' ἐπ '
; ἐκείνη δοκοῦσα ὅτι ὁ κηπουρός ἐστιν λέγει αὐτῷ , Κύριε , εἰ σὺ ἐβάστασας αὐτόν , εἰπέ μοι ποῦ
ἀλύξειν ἐν δίκῃ τὸ σὸν κάρα δημορριφεῖς , σάφ ' ἴσθι , λευσίμους ἀράς . σὺ ταῦτα φωνεῖς νερτέρᾳ προσήμενος
καὶ ὑμεῖς θέλετε ὑπάγειν ; ἀπεκρίθη αὐτῷ Σίμων Πέτρος , Κύριε , πρὸς τίνα ἀπελευσόμεθα ; ῥήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις
6439993 ἐθελεις
λύχνον ἐμοῦ βιότοιο φαεσφόρον ἡγεμονῆα . εἰ ἐτεὸν δ ' ἐθέλεις ἐμὸν οὔνομα καὶ σὺ δαῆναι , οὔνομά μοι Λείανδρος
γὰρ Οὐ μοιχεύσεις , Οὐ φονεύσεις , Οὐ κλέψεις , Οὐκ ἐπιθυμήσεις , καὶ εἴ τις ἑτέρα ἐντολή , ἐν
ἄλλοσε ὅποι δύναμαι , ἀπορῶν : ἐπεὶ εἴ γ ' ἐθέλεις σὺ τούτων μὲν ἤδη παύσασθαι πρὸς ἐμὲ τῶν λόγων
αὐτὴν ἐγάμησεν : ἔλεγεν γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ ὅτι Οὐκ ἔξεστίν σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου .
6415025 μητερ
δ ' Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός , ἀλλ ' οὐ βαρβάρους μῆτερ , Ἑλλήνων : τὸ μὲν γὰρ δοῦλον , οἱ
; καὶ ἐὰν βασιλεία ἐφ ' ἑαυτὴν μερισθῇ , οὐ δύναται σταθῆναι ἡ βασιλεία ἐκείνη : καὶ ἐὰν οἰκία ἐφ
σκωλήκων ; συνάρμοσον δέ μου βλέφαρα τῇ σῇ χερί , μῆτερ . ἂν δὲ μὴ συναρμόσῃ σου , ἀλλὰ βλέπων
, Ταῦτα τὰ ῥήματα οὐκ ἔστιν δαιμονιζομένου : μὴ δαιμόνιον δύναται τυφλῶν ὀφθαλμοὺς ἀνοῖξαι ; Ἐγένετο τότε τὰ ἐγκαίνια ἐν
6328146 κἀγω
γῆς ἀπελήλυθε ; φυλάττεται παρὰ τίσιν ; οὐ γὰρ δὴ κἀγὼ καθάπερ ἐκεῖνος ἐν ὑποψίαις εἰμί , ὡς ἀπιστεῖσθαι .
ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν ; ὁ δὲ ἀκούσας εἶπεν , Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ ἀλλ ' οἱ κακῶς
ἀλλὰ πρὸς τὰς τῶν πραγμάτων φύσεις καὶ μεταπτώσεις . οὕτω κἀγὼ καθάπερ τι φοβερὸν θηρίον κεχαρισμένοις λόγοις τιθασεύσας τὸν Ἀλέξανδρον
; καὶ ἀκούσας ὁ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς [ ὅτι ] Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ ἀλλ ' οἱ κακῶς
6316380 ἀπειμι
' οὖν , ἔφη , ἐπίστω , ὅτι νῦν τε ἄπειμι ὡς ἂν δύνωμαι τάχιστα ἐκ τῆς σῆς χώρας ,
εὐάρεστον τῷ θεῷ . ὁ δὲ θεός μου πληρώσει πᾶσαν χρείαν ὑμῶν κατὰ τὸ πλοῦτος αὐτοῦ ἐν δόξῃ ἐν Χριστῷ
” Συνέθεντο ταῦτα , καὶ ὁ μὲν Χαιρέας πέμψας “ ἄπειμι ” φησὶν “ εἰς ἀγρόν : ” ὁ δὲ
. ὁ δὲ [ Ἰησοῦς ] εἶπεν αὐτοῖς , Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν : δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν . οἱ
6303020 ἀκουσον
, ἵνα μὴ κακουργῶν ἐνέγραφ ' ἡμῖν τὸν λόγον . ἄκουσον , ὦ δαιμόνιε , μου τῶν μαρτύρων . ἀνάβηθι
βοῶν μέλει τῷ θεῷ ; ἢ δι ' ἡμᾶς πάντως λέγει ; δι ' ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη , ὅτι ὀφείλει
ἀπέλθῃς καταλιπών : καὶ τὸ ταύτης ἐμόν ἐστι πῦρ . ἄκουσον δὲ ὡς καὶ τἆλλα μοι μέλει περὶ σοῦ .
αὐτοῦ . ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ , Τί θέλεις ; λέγει αὐτῷ , Εἰπὲ ἵνα καθίσωσιν οὗτοι οἱ δύο υἱοί
6297901 ἐσῃ
ἂν δέῃ μὴ ἄπορος δοκῶν εἶναι , καὶ ἔτι ἀναίτιος ἔσῃ παρὰ τοῖς σαυτοῦ στρατιώταις : ἐκ τούτου δὲ μᾶλλον
Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ , Ὃ ἐγὼ ποιῶ σὺ οὐκ οἶδας ἄρτι , γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα . λέγει αὐτῷ
σοι προνοῶν , ὅπως δὲ αὐτὸς εὔρυθμός τε καὶ κόσμιος ἔσῃ , ἥκιστα πεφροντικώς , ἀλλ ' ἀτιμότερον ποιῶν σεαυτὸν
, γύναι , εἰ τὸν ἄνδρα σώσεις ; ἢ τί οἶδας , ἄνερ , εἰ τὴν γυναῖκα σώσεις ; Εἰ
6297139 ἡκεις
ἁλίων ἐρετμῶν . μῶν καὶ σὺ καινὸς ποντίας ἀπὸ χθονὸς ἥκεις , Ὀδυσσεῦ ; ποῦ ' στι σύλλογος φίλων [
ὁ θεός . τὰς ἐντολὰς οἶδας : Μὴ μοιχεύσῃς , Μὴ φονεύσῃς , Μὴ κλέψῃς , Μὴ ψευδομαρτυρήσῃς , Τίμα
, φροντίζοι τε τῶν δεόντων . ἀλλὰ σύ γε πόρρω ἥκεις διαφθορᾶς . οὐκοῦν ἀναγκαῖον τομάς τε καὶ καύσεις καὶ
' αὐτόν . εἶπεν δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος , Μὴ φοβοῦ , Ζαχαρία , διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου
6259525 ποιησω
ὅ τι ἂν ἅπαντες οὗτοι γνῶσι πράττειν με δεῖν , ποιήσω . καὶ πρὸς μὲν σὲ ταῦθ ' ἱκανά :
καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις , ἀλλ ' οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει : οὕτως ἐστὶν πᾶς ὁ
διὰ πλατείας . . . οὐράνιον . . παιδιάν βάψας ποιήσω μέλαν . ἀκούεις ὡς στένει ; Ἀστυάναξ γέγονα .
καὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ οὐχὶ πᾶσαι πρὸς ἡμᾶς εἰσιν ; πόθεν οὖν τούτῳ ταῦτα πάντα ; καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ
6222717 δειξον
Ἐλάλησε δὲ Ἱερεμίας λέγων : Παρακαλῶ σε , κύριε , δεῖξόν μοι τὶ ποιήσω Ἀβιμέλεχ τῷ Αἰθίοπι , ὅτι πολλὰς
με , καὶ καθὼς εἶπον τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ὅπου ἐγὼ ὑπάγω ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν , καὶ ὑμῖν λέγω ἄρτι
εἶναι , ἄρα πῶς προκόπτεις ; Σὺ οὖν ἐνταῦθά μοι δεῖξόν σου τὴν προκοπήν . καθάπερ εἰ ἀθλητῇ διελεγόμην δεῖξόν
ὑπάγω : ὑμεῖς δὲ οὐκ οἴδατε πόθεν ἔρχομαι ἢ ποῦ ὑπάγω . ὑμεῖς κατὰ τὴν σάρκα κρίνετε , ἐγὼ οὐ
6218520 Ἑρμη
τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ ἄν τι ἡμεῖς
ὡς βέλη , οἱ ὄφρυες αὐτοῦ ὡσεὶ ἀγροῦ , ὁ ὀφθαλμὸς αὐτοῦ ὁ δεξιὸς ὡς ὁ ἀστὴρ ὁ πρωῒ ἀνατέλλων
. τὸ πλῆρες δὲ Ἑρμᾶ . Ἑρμ ' ἐμπολαῖε ] Ἑρμῆ ἐμπορικέ . ὡς εὐτυχῶς πωλήσας τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας εὔχεται
μέλη , ἓν δὲ σῶμα . οὐ δύναται δὲ ὁ ὀφθαλμὸς εἰπεῖν τῇ χειρί , Χρείαν σου οὐκ ἔχω ,
6215573 ἐσομαι
ἐάσατέ με σὺν αὐτῇ : μόνος ἐγὼ περιπτυξάμενος αὐτῇ δεσμὸς ἔσομαι : μαινέσθω κατ ' ἐμοῦ . τί γάρ με
ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ . Τὸ λοιπόν , ἀδελφοί , ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ , ὅσα σεμνά , ὅσα δίκαια ,
τοὺς ἀδικοῦντας δεῖ τοῖς ἴσοις ἀμύνεσθαι καὶ προσθέντες ὅτι ὄφελος ἔσομαι πολλοῖς ἀνθρώποις σωθείς , ἀποθανὼν δ ' οὐδενί ,
Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ , Ἔτι ἕν σοι λείπει : πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς , καὶ ἕξεις θησαυρὸν
6205429 βελτιστε
ἐπῄνεσε . τί οὖν οὐ καὶ τοὺς Ἡρακλείδας , ὦ βέλτιστε , ᾐτιάσω , διότι οὐ κατὰ γῆν εἰς Πελοπόννησον
εἰς ὁδὸν μηδὲ δύο χιτῶνας μηδὲ ὑποδήματα μηδὲ ῥάβδον : ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τῆς τροφῆς αὐτοῦ . εἰς ἣν
, μὴ πρῶτον μὲν εἴπῃ τί δέ σοι μέλει , βέλτιστε ; κύριός μου εἶ ; εἶτ ' ἂν ἐπιμείνῃς
ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου , οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου : ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν
6186084 τυγχανεις
σε προσληψόμενος . ᾤετο γὰρ τὸν ὄντα οὗ νῦν ὢν τυγχάνεις μηδὲν φιλανθρωπίᾳ ποιεῖν , πάντα δὲ ἀργυρίου . ἐγὼ
ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ τοῖς προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ . τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς
σφόδρα τούτους τοὺς λόγους ἀκροώμενος , οὓς καὶ σὺ νῦν τυγχάνεις δὴ διεξιών , ἄγαμαι . Εἶπον οὖν ἐγὼ ὅτι
κύριος εἶπεν , Θάρσει , ὡς γὰρ διεμαρτύρω τὰ περὶ ἐμοῦ εἰς Ἰερουσαλὴμ οὕτω σε δεῖ καὶ εἰς Ῥώμην μαρτυρῆσαι
6178400 πατερ
καὶ γράφων πρὸς τὸν πατέρα ἔλεγε : Σύγχαιρε ἡμῖν , πάτερ , ἤδη γὰρ ἡμᾶς τὰ βιβλία τρέφει . Σχολαστικὸς
πιστοῖς καὶ ἐπεγνωκόσι τὴν ἀλήθειαν . ὅτι πᾶν κτίσμα θεοῦ καλόν , καὶ οὐδὲν ἀπόβλητον μετὰ εὐχαριστίας λαμβανόμενον , ἁγιάζεται
δὲ καὶ παρ ' Ὁμήρῳ εὐχομένου Ἕλληνος ἀνδρός , Ζεῦ πάτερ , ἢ Αἴαντα λαχεῖν , ἢ Τυδέος υἱόν ,
σκανδαλίζει σε , ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ : καλόν σοί ἐστιν μονόφθαλμον εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν , ἢ
6176650 λεγε
ὅλα , ὥσπερ οὗτοι , πεπρακέναι ; οὐ δήπου . λέγε τοίνυν μοι τὸ ψήφισμα τουτὶ λαβών , ὃ σαφῶς
δέ , ἀδελφοί , μὴ ἐγκακήσητε καλοποιοῦντες . εἰ δέ τις οὐχ ὑπακούει τῷ λόγῳ ἡμῶν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ,
Ζέφυρος βαθὺ λήιον ἐλθών . ἴθ ' ὦ κόλε καὶ λέγε : πρὸς τὸν τράγον φησίν : ὦ κολοβέ ,
διηπόρουν περὶ αὐτῶν τί ἂν γένοιτο τοῦτο . παραγενόμενος δέ τις ἀπήγγειλεν αὐτοῖς ὅτι Ἰδοὺ οἱ ἄνδρες οὓς ἔθεσθε ἐν
6175210 πιστευσῃς
τῇ γυναικί θ οὐκ ἔχεις ἱερατεῦσαι ι οὐ καταλαμβάνῃ ἐὰν πιστεύσῃς α πρεσβεύεις καὶ κινδυνεύεις β ἐὰν πλεύσῃς , ναυαγήσεις
. ἠγάπησας δικαιοσύνην καὶ ἐμίσησας ἀνομίαν : διὰ τοῦτο ἔχρισέν σε ὁ θεός , ὁ θεός σου , ἔλαιον ἀγαλλιάσεως
τὰ δίκαια καὶ συμφέροντά ἐστιν , ἄλλῳ γε λέγοντι μὴ πιστεύσῃς . Οὔτοι , ἀλλ ' ἀποκριτέον : καὶ γὰρ
ὁ δὲ ἀδικῶν τὸν πλησίον ἀπώσατο αὐτὸν εἰπών , Τίς σε κατέστησεν ἄρχοντα καὶ δικαστὴν ἐφ ' ἡμῶν ; μὴ
6172563 σον
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα ,
, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα . καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν
. καὶ ἐπὶ τῇ πίστει τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ τοῦτον ὃν θεωρεῖτε καὶ οἴδατε ἐστερέωσεν τὸ ὄνομα αὐτοῦ , καὶ ἡ
6137499 κλυων
' ἄελπτον . καὶ μὴν παρών γε κοὐ λόγους ἄλλων κλύων , Πέρσαι , φράσαιμ ' ἂν οἷ ' ἐπορσύνθη
, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει , καὶ μείζονα τούτων ποιήσει , ὅτι ἐγὼ
Αὐτὸς βαρεῖαν ξυμφορὰν ἐν ὄμμασιν πατρὸς δεδορκὼς κοὐ κατὰ γλῶσσαν κλύων . Ποῦ δ ' ἐμπελάζεις τἀνδρὶ καὶ παρίστασαι ;
κατάλυμα ὅπου τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου φάγω ; κἀκεῖνος ὑμῖν δείξει ἀνάγαιον μέγα ἐστρωμένον : ἐκεῖ ἑτοιμάσατε .
6135926 τεκνον
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας .
ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν : ἀλλ ' ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστιν , κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ '
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν
περὶ ἐμοῦ ὅτι ὁ πατήρ με ἀπέσταλκεν : καὶ ὁ πέμψας με πατὴρ ἐκεῖνος μεμαρτύρηκεν περὶ ἐμοῦ . οὔτε φωνὴν
6133454 παι
ζῶν , πολλὰ δ ' εἰς Ἅιδου μολών , Φιλάμμονος παῖ , τῆς ἐμῆς ἥψω φρενός : ὕβρις γάρ ,
, πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς εἶπεν , Τί θέλετέ μοι δοῦναι κἀγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν ; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα
ἢ ἁπλῶς ὄνομα κύριόν τινος λέγει . . ἢ Στίλβωνος παῖ . διασύρει δὲ τοῦτον , ὡς παῖδα ἔχοντα .
, ἵνα γνῶτε καὶ γινώσκητε ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν τῷ πατρί . Ἐζήτουν [ οὖν ] πάλιν
6122205 χαιρεις
δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα
τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ ὃς ἔχει τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρης καὶ ἔζησεν . καὶ ἐδόθη
ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας
ἀναστάσει τῇ πρώτῃ : ἐπὶ τούτων ὁ δεύτερος θάνατος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν , ἀλλ ' ἔσονται ἱερεῖς τοῦ θεοῦ καὶ
6106196 γεγονας
πρὸς τοὺς τῶν ἀντιπάλων ἡγεμόνας ἀποβλέπειν εἴ ποτε ἐκείνων βελτίων γέγονας , σκοποῦντα καὶ ἀσκοῦντα πρὸς ἐκείνους . Λέγεις δὲ
λαμβάνοντες καὶ τὴν δόξαν τὴν παρὰ τοῦ μόνου θεοῦ οὐ ζητεῖτε ; μὴ δοκεῖτε ὅτι ἐγὼ κατηγορήσω ὑμῶν πρὸς τὸν
γάρ με λάβῃς ἀγνοοῦντα , τίς εἶ σὺ καὶ τίνων γέγονας , μαίνεσθαί με μᾶλλον ἢ τὸν Ὀρέστην λέγειν .
καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ποιεῖ τὸν νόμον . τί με ζητεῖτε ἀποκτεῖναι ; ἀπεκρίθη ὁ ὄχλος , Δαιμόνιον ἔχεις :
6064442 κοὐ
χειν [ [ ἄλλοϲ ἄλλωι ] γὰρ [ γέγηθε ] κοὔ τι ταυτ [ [ ! ! ! ! !
ψῆφον λευκὴν καὶ ἐπὶ τὴν ψῆφον ὄνομα καινὸν γεγραμμένον ὃ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ ὁ λαμβάνων . Καὶ τῷ ἀγγέλῳ
βελτίων τ ' ἐϲ πάντ [ ] ' ἀνήρ . κοὔ ] τι πολλὰ δεῖ λέγειν ? ? ? [
τοῦτον οἴδαμεν πόθεν ἐστίν : ὁ δὲ Χριστὸς ὅταν ἔρχηται οὐδεὶς γινώσκει πόθεν ἐστίν . ἔκραξεν οὖν ἐν τῷ ἱερῷ
6046936 γενῃ
' , ὦ οὗτος , σοί γε , κἂν θύλαξ γένῃ , οὐ προσελεύσομαι . ” ὁ λόγος δηλοῖ ,
κατελήμφθην ὑπὸ Χριστοῦ [ Ἰησοῦ ] . ἀδελφοί , ἐγὼ ἐμαυτὸν οὐ λογίζομαι κατειληφέναι : ἓν δέ , τὰ μὲν
ἐσίγησεν . “ ἀλλὰ δέομαί σου , Διονύσιε , μὴ γένῃ τοῖς τυμβωρύχοις ὅμοιος μηδὲ ἀποστερήσῃς με πατρίδος καὶ συγγενῶν
πάντων ὧν ἐγκαλοῦμαι ὑπὸ Ἰουδαίων , βασιλεῦ Ἀγρίππα , ἥγημαι ἐμαυτὸν μακάριον ἐπὶ σοῦ μέλλων σήμερον ἀπολογεῖσθαι , μάλιστα γνώστην
6032540 παυε
οὐκ ἔχει . ταῦτ ' ἐννοῶν , ὦ βασιλεῦ , παῦε μὲν φυγάς , παῦε δ ' αἷμα , καὶ
διακονίαν τῆς καταλλαγῆς , ὡς ὅτι θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ , μὴ λογιζόμενος αὐτοῖς τὰ παραπτώματα αὐτῶν
. ἐρωτικὴ πέφυκεν ἡ θεὸς καὶ τοιαύταις ἥδεται γυναιξί . παῦε πρὸς οὐρανὸν ἀναφέρων τὰς ἡδονὰς καὶ γυναιξὶν ἀκολάστοις θεὸν
ὅτι Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον . Ἰησοῦς οὖν γνοὺς ὅτι μέλλουσιν ἔρχεσθαι καὶ ἁρπάζειν
6029783 ἀφες
διδακτόν , δίδασκε : εἰ δὲ σὺ μὴ δύνασαι , ἄφες με μαθεῖν παρὰ τῶν λεγόντων εἰδέναι . ἐπεὶ τί
τοῦ ἀνθρώπου ; εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς , Ἔτι μικρὸν χρόνον τὸ φῶς ἐν ὑμῖν ἐστιν . περιπατεῖτε ὡς
τε γάρ ἐστιν καὶ εἰδεχθὴς καὶ σκληρὸς καὶ ἄτιμος : ἄφες αὐτὸν ἐπὶ κεφαλὴν κατὰ τῆς πέτρας : σὺ δὲ
Οὐκ ἀφήσω ὑμᾶς ὀρφανούς , ἔρχομαι πρὸς ὑμᾶς . ἔτι μικρὸν καὶ ὁ κόσμος με οὐκέτι θεωρεῖ , ὑμεῖς δὲ
6026900 φιλε
ἄλλων ὧν λέγεις πέρι μυθολογοῦντα . Ἔστι γάρ , ὦ φίλε Φαῖδρε , οὕτω : πολὺ δ ' οἶμαι καλλίων
ἐστιν . ἀπὸ δὲ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται , καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν
γὰρ ἀποκαλύψας ἐγὼ λέγω . Ἐκ τῆς Πολιτείας „ Ὦ φίλε Ὅμηρε , εἴπερ μὴ τρίτος ἀπὸ τῆς ἀληθείας εἶ
εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν , ἀνάθεμα ἔστω . ὡς προειρήκαμεν , καὶ ἄρτι πάλιν λέγω , εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ '
6012743 λεγεις
καὶ πρὸς τὸν αὑτοῦ λόγον ἕκαστος ὑπάγειν ἐπειρῶντο . Ἄτοπον λέγεις , εἰ σοφοὶ ὄντες οἱ ἄνδρες ἐστασίαζον πρὸς αὑτοὺς
Ἰησοῦς , Καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ ἐκεῖνός ἐστιν . ὁ δὲ ἔφη , Πιστεύω , κύριε
οὖν μικροῦ πράγματος ἤρτηται τὰ τηλικαῦτα ; Τίνα δὲ καὶ λέγεις τὰ τηλικαῦτα ; πολέμους καὶ στάσεις καὶ ἀπωλείας πολλῶν
. ὁ δὲ ἀπεκρίθη αὐτοῖς , Ὁ ποιήσας με ὑγιῆ ἐκεῖνός μοι εἶπεν , Ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει
5975522 γενησομαι
. Εἰπέ μοι , καὶ πῶς ἐγὼ ἀλλαντοπώλης ὢν ἀνὴρ γενήσομαι ; Δι ' αὐτὸ γάρ τοι τοῦτο καὶ γίγνει
ἐμοὶ βοηθός , [ καὶ ] οὐ φοβηθήσομαι : τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος ; Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν , οἵτινες
Κομιδῇ μὲν οὖν . Οὔκουν ἐγώ τε οὐδὲν ἄλλο ποτὲ γενήσομαι οὕτως αἰσθανόμενος : τοῦ γὰρ ἄλλου ἄλλη αἴσθησις ,
εἶπεν , Μὴ κωλύετε αὐτόν , οὐδεὶς γάρ ἐστιν ὃς ποιήσει δύναμιν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου καὶ δυνήσεται ταχὺ κακολογῆσαί
5965099 πεμψω
προσθεῖναι χωρὶς τῶν ἀπὸ τοῦ ἥσω μέλλοντος τοῦ σημαίνοντος τὸ πέμψω , ἐξ οὗ τὸ ἀφήσω : τοῦτο δὲ εἴρηται
πιστεύεις εἰς τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ; ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπεν , Καὶ τίς ἐστιν , κύριε , ἵνα πιστεύσω
Ἀθηναίων κόρους ἥξω : παρ ' ὅπλοις θ ' ἥμενος πέμψω λόγους Κρέοντι νεκρῶν σώματ ' ἐξαιτούμενος . ἀλλ '
ὡς δὲ ἐπέμενον ἐρωτῶντες [ αὐτόν ] , ἀνέκυψεν καὶ εἶπεν αὐτοῖς , Ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν πρῶτος ἐπ ' αὐτὴν
5943502 παραδωσω
' ἄρχειν ἐξὸν ἀρξόμενος πλέε : ταυτηνὶ δὲ ἐγώ σοι παραδώσω τὴν βασιλείαν αὔριον , τετταράκοντα νέους , τὰ πρῶτα
ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ . Λέγει ὁ μαρτυρῶν ταῦτα , Ναί , ἔρχομαι ταχύ . Ἀμήν , ἔρχου , κύριε
, ἔφη , ἐγὼ ποιήσω : οὐδετέροις ὑμῶν τὰ ἄκρα παραδώσω , ἀλλ ' ἡμεῖς φυλάξομεν αὐτά : κἂν ἀδικῶσιν
μοι , σὺ Ῥωμαῖος εἶ ; ὁ δὲ ἔφη , Ναί . ἀπεκρίθη δὲ ὁ χιλίαρχος , Ἐγὼ πολλοῦ κεφαλαίου
5941895 σου
οὐ μὴ φάγῃς ἐκ τῶν ἄρτων μου , διότι ἀπηλλοτριώθην σου : ἀκμὴν καὶ τοῦτό σοι ἔδωκα ἵνα μὴ ἐγκληθῶ
ἀγαθὸν καρποὺς πονηροὺς ποιεῖν , οὐδὲ δένδρον σαπρὸν καρποὺς καλοὺς ποιεῖν . πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ
τί ; ἁδελφόςὦ Ζεῦ , πῶς φράσω ; σχεδόν τι σου τέθνηκεν . ὁ λαλῶν ἀρτίως ἐνταῦθ ' ἐμοί ;
περὶ πάντων , ὦ Θεόφιλε , ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς ἀποστόλοις
5941532 σεωυτου
οὔτε σὺ ἔσεαι ἐκείνοισι χρήσιμος οὔτε ἐκεῖνοι σοί . Τὰ σεωυτοῦ δὲ τιθέμενος εὖ γνώμην ἔχε τὰ τῶν ἀντιπολέμων μὴ
πληρωθῇ , Ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ . καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει , Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν . Μετὰ δὲ
ἔπος ἐκβάλοι τοῦτο . Λόγους δὲ ἄλλους περὶ γενέσιος τῆς σεωυτοῦ μὴ δέκεο : τὰ γὰρ ἀληθέστατα πάντα ἀκήκοας .
: ἀλλ ' οὐ πρὸς θεόν . τί γὰρ ἡ γραφὴ λέγει ; Ἐπίστευσεν δὲ Ἀβραὰμ τῷ θεῷ , καὶ
5933191 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ἀναθεματίζειν καὶ ὀμνύναι ὅτι Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον τοῦτον ὃν λέγετε . καὶ εὐθὺς ἐκ δευτέρου ἀλέκτωρ ἐφώνησεν . καὶ
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
. καὶ αὐτὸς ἐπηρώτα αὐτούς , Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι ; ἀποκριθεὶς ὁ Πέτρος λέγει αὐτῷ , Σὺ
5927361 εἰπας
ζήσονται τῷ θεῷ . Διατί , φημί , κύριε , εἶπας περὶ τῶν τηρούντων τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ : Ζήσονται τῷ
τί μέλλεις ποιεῖν ; καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη : τότε ἀποστελῶ τοὺς ἀγγέλους μου
χοαὶ ἐπὶ τῶν νεκρῶν : οἷον : εἰς τί τοῦτο εἶπας : ἐνέχυρον τῆς σωτηρίας ἡμῖν : λείπει τὸ ἕνεκεν
θεός μου , ὁ καταξιώσας με δοῦλόν σου γενέσθαι , ἄκουσον τῆς φωνῆς μου καὶ δίδαξόν με περὶ τῆς ἐλεύσεώς
5897434 προσεχε
ἡ μῖξις τοῦ πύου εὑρίσκεται καὶ οὐκ ἀκριβῶς ἀναμεμιγμένη . πρόσεχε δὲ καὶ τοῖς ἀναμεμιγμένοις καὶ ἐμφερομένοις ἐν οὔροις :
Ὃ ποιεῖς ποίησον τάχιον . τοῦτο [ δὲ ] οὐδεὶς ἔγνω τῶν ἀνακειμένων πρὸς τί εἶπεν αὐτῷ : τινὲς γὰρ
ἀντείποιμι , μὴ πολυπραγμόνει , ἀλλ ' εἰ δοκεῖ σοι πρόσεχε τὸν νοῦν κἀκροῶ . Τρώγων ἐρεβίνθους ἀπεπνίγη πεφρυγμένους .
αὐτῷ ὅτι Ἐχθὲς ὥραν ἑβδόμην ἀφῆκεν αὐτὸν ὁ πυρετός . ἔγνω οὖν ὁ πατὴρ ὅτι ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ ἐν
5893159 ἰθι
ῥῆμα μὲν ὂν μετὰ μέλλοντος μετοχικοῦ συντάσσεται , οἷον , ἴθι ποιήσων τόδε : ἐπίρρημα δὲ παρακελευσματικὸν , ὥσπερ τὸ
ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων , Ἀμὴν λέγω ὑμῖν , ἐφ ' ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων , οὐδὲ ἐμοὶ
καλὸν ἡμῖν ἔργον ἀπεργάζεται καὶ ἄξιον τοῦ ὀνόματος ; “ ἴθι οὖν , εἰπέ . Ἀλλ ' , ὦ Σώκρατες
λαλῶ , ὅτι ὁ νόμος κυριεύει τοῦ ἀνθρώπου ἐφ ' ὅσον χρόνον ζῇ ; ἡ γὰρ ὕπανδρος γυνὴ τῷ ζῶντι
5876370 Ἐγω
ἔφη , οἴει θηρίου ἀγριότητα δυσφορωτέραν εἶναι ἢ μητρός ; Ἐγὼ μὲν οἶμαι , ἔφη , τῆς μητρός , τῆς
τὸ λοιπὸν ἵνα καὶ οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μὴ ἔχοντες ὦσιν , καὶ οἱ κλαίοντες ὡς μὴ κλαίοντες , καὶ
, καὶ τῶν τάφων τῶν προγόνων καὶ τῶν τροπαίων . Ἐγὼ δὲ ἁπάντων μὲν τούτων ἔφην δεῖν μεμνῆσθαι , μιμεῖσθαι
αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι , ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς . ὅτε ἤμην μετ ' αὐτῶν
5871903 φερεις
κομίσας τὴν ἔγχελυν δός μοι αὐτὴν προσειπεῖν . Γ εἰ φέρεις ] εἰ ὄντως φέρεις . Γ ἀκούσας τὰ περὶ
εἶ ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ ; ὁ δὲ πρὸς αὐτοὺς ἔφη , Ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐγώ εἰμι . οἱ δὲ
. Ἔπειτ ' ἀνέκραγον πάντες : Ὦ μιαρώτατε , σπονδὰς φέρεις τῶν ἀμπέλων τετμημένων ; Κἀς τοὺς τρίβωνας ξυνελέγοντο τῶν
Εἰ ἔξεστίν μοι εἰπεῖν τι πρὸς σέ ; ὁ δὲ ἔφη , Ἑλληνιστὶ γινώσκεις ; οὐκ ἄρα σὺ εἶ ὁ
5870923 εἰμ
' , ὦ πάτερ . νῦν δ ' ἄθλιος μέν εἰμ ' ἐγώ , τλήμων δὲ σύ , οἰκτρὰ δὲ
ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν , ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα θεοῦ γενέσθαι , τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ , οἳ
λάβηι σε , θάνατος ξένιά σοι γενήσεται . εὔνους γάρ εἰμ ' Ἕλλησιν , οὐχ ὅσον πικροὺς λόγους ἔδωκα δεσπότην
ἔσπευδεν γὰρ εἰ δυνατὸν εἴη αὐτῷ τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα . Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς
5869661 ἀπελθε
πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ ἀκουστά σοι ἀνέκτημαι
ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ὅτι Πόθεν τούτους δυνήσεταί τις ὧδε χορτάσαι ἄρτων ἐπ ' ἐρημίας ; καὶ ἠρώτα αὐτούς
λέγεται καὶ ἡ συμπλεκομένη φωνὴ τῷ διανοήματι , οἷον τὸ ἄπελθε : τοῦτο γὰρ καὶ λέξεις , ὃ τετύχηκεν ,
Ἰούδα καὶ Σίμωνος ; καὶ οὐκ εἰσὶν αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ ὧδε πρὸς ἡμᾶς ; καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ . καὶ
5862570 ἀφιγμαι
ὦ Λύκει ' Ἄπολλον , ἄγχιστος γὰρ εἶ , ἱκέτις ἀφῖγμαι τοῖσδε σὺν κατεύγμασιν , ὅπως λύσιν τιν ' ἡμὶν
λέγει , Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου . οὗτός ἐστιν ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εἶπον
τε συντέμνειν λόγους . Ἐγὼ δὲ καινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος ἱκέτης ἀφῖγμαι πρὸς σέ . Τοῦ χρείαν ἔχων ; Μέλλουσί μ
σοι ἄνωθεν : διὰ τοῦτο ὁ παραδούς μέ σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει . ἐκ τούτου ὁ Πιλᾶτος ἐζήτει ἀπολῦσαι αὐτόν
5852635 φυλαξον
ἔστιν . Τοῦτο μὲν τοίνυν , εἰπεῖν τὸν Σωκράτη , φύλαξον παρὰ σαυτῷ μεμνημένος ὅτου : τοσόνδε δὲ εἰπέ ,
' αὐτοῦ , καὶ ἐλθὼν ὁ σὲ καὶ αὐτὸν καλέσας ἐρεῖ σοι , Δὸς τούτῳ τόπον , καὶ τότε ἄρξῃ
Ἄρεως . φράξαι ] φύλαξαι , ἀσφάλισαι . φράξαι ] φύλαξον , ὅπλισον . φράξαι ] φύλαξον καὶ ἀσφάλισαι .
ἀπαρνηθήσεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ θεοῦ . καὶ πᾶς ὃς ἐρεῖ λόγον εἰς τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου , ἀφεθήσεται αὐτῷ
5850444 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
οὐρανοῖς , ὅπου κλέπτης οὐκ ἐγγίζει οὐδὲ σὴς διαφθείρει : ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν , ἐκεῖ καὶ ἡ
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
ζητήσετέ με , καὶ ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε : ὅπου ἐγὼ ὑπάγω ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν . ἔλεγον οὖν
5840826 ποιεις
ὑπὸ γραὸς τρεφόμενον πλουσίας , Ὁ δεῖνα , παράδοξόν γε ποιεῖς πρᾶγμ ' ὅτι ἡ γραῦς ποιεῖ ς ' ἐν
, ἵνα περιπατῶμεν κατὰ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ : αὕτη ἡ ἐντολή ἐστιν , καθὼς ἠκούσατε ἀπ ' ἀρχῆς , ἵνα
τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ ' οὖν οὐκ εἰδώς γε ποιεῖς „ , ὡς ἱστορεῖ Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου
ἢ πνευματικός , ἐπιγινωσκέτω ἃ γράφω ὑμῖν ὅτι κυρίου ἐστὶν ἐντολή : εἰ δέ τις ἀγνοεῖ , ἀγνοεῖται . ὥστε
5840507 ἀγου
ἀλλ ' ἐμοὶ μόνος μόνωι μάχην συνάψας , ἢ κτανὼν ἄγου λαβὼν τοὺς Ἡρακλείους παῖδας ἢ θανὼν ἐμοὶ τιμὰς πατρώιους
σὰρξ ἀσθενής . πάλιν ἐκ δευτέρου ἀπελθὼν προσηύξατο λέγων , Πάτερ μου , εἰ οὐ δύναται τοῦτο παρελθεῖν ἐὰν μὴ
αἱ ὁρμαὶ καὶ τὰ πάθη . . . . . ἄγου δέ μ ' , ὦ Ζεῦ , καὶ σύ
. εἶπεν δὲ αὐτοῖς , Ὅταν προσεύχησθε , λέγετε , Πάτερ , ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου : ἐλθέτω ἡ βασιλεία
5826352 κἀμοι
μέσον [ ὁ Αἴσωπος ] λέγει ” ἄνδρες Σάμιοι , κἀμοὶ εὐκταῖόν ἐστιν παρὰ τοῖς τοῦ βασιλέως ποσὶν ἀποθανεῖν .
ὧδε ἀπόλλυμαι . ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ , Πάτερ , ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ
τὰς νόσους ἰώμενοι , τὰ βλάπτοντα προμηνύοντες : δότε τοίνυν κἀμοὶ προχείρως εὐεργεῖν , σώζειν , ἰᾶσθαι τοὺς κάμνοντας ,
εἶπέν μοι ὁ ἄγγελος , Διὰ τί ἐθαύμασας ; ἐγὼ ἐρῶ σοι τὸ μυστήριον τῆς γυναικὸς καὶ τοῦ θηρίου τοῦ
5825276 εἰης
ἑταῖρον ἡμῶν εἰ τὰ εἰκότα τιμήσαις , καὶ ἡμῖν ἂν εἴης κεχαρισμένος . Μὴ παύσῃ ὑβρίζων με καὶ τοιαῦτα καὶ
τοῦ θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω : οὐδὲ γὰρ ἀπ ' ἐμαυτοῦ ἐλήλυθα , ἀλλ ' ἐκεῖνός με ἀπέστειλεν . διὰ
, ἡδονῆς δὲ καὶ ἡμᾶς ἐνεπίμπλα τίς μὲν πρὸς πόλεις εἴης , ἀκούοντας , τίς δὲ εἰς ἀγρούς , τίς
ἡ μαρτυρία ἀληθής ἐστιν . ἐγώ εἰμι ὁ μαρτυρῶν περὶ ἐμαυτοῦ καὶ μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ ὁ πέμψας με πατήρ .
5820677 ἐποιησας
' αὐτῇ . Οὐκοῦν ἐπεὶ λίθου τοῦτό γε ὡς ἀληθῶς ἐποίησας οὔτε παρακολουθήσας οὔτε τὸν Σμυρναῖον ἐκεῖνον ἐρόμενος , ὅστις
, Κύριε , [ καὶ ] τί γέγονεν ὅτι ἡμῖν μέλλεις ἐμφανίζειν σεαυτὸν καὶ οὐχὶ τῷ κόσμῳ ; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς
καὶ ἀπὸ τοῦ ἰδίου σώματος : σὺ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐποίησας αὐτὸν ἐλεεῖν ψυχὰς πάντων ἀνθρώπων . τότε κύριος πρὸς
Καὶ πάλιν εἶπον : κύριε , καὶ ἀπὸ τότε τί μέλλεις ποιεῖν ; καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον
5813687 εἰμι
γάρ με δόξαι πτωχὸν εἶναι τήμερον , εἶναι μὲν ὅσπερ εἰμί , φαίνεσθαι δὲ μή : τοὺς μὲν θεατὰς εἰδέναι
ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγον , ὃ οὐκ ἐξὸν ἦν αὐτῷ φαγεῖν οὐδὲ τοῖς μετ ' αὐτοῦ , εἰ μὴ τοῖς
οὖν οὐκ ἐρεῖ παρῆλθον τόδε , νῦν δὲ ἐν ἄλλῳ εἰμί ; Εἰ δὲ καὶ ἐφορᾷ τὰ ἀνθρώπων , πῶς
εἰς οἶκόν τινος τῶν ἀρχόντων [ τῶν ] Φαρισαίων σαββάτῳ φαγεῖν ἄρτον καὶ αὐτοὶ ἦσαν παρατηρούμενοι αὐτόν . καὶ ἰδοὺ
5793895 εἰθε
τὸν ἀγῶνα ὑμεῖς , ἐμοὶ παραλειπτέον ἐστὶν ἀδικουμένῳ . ὡς εἴθε καὶ τῶν ἄλλων ἀνεκόπησαν τότε αἱ τόλμαι εὐθὺς ἀρξαμένων
ἀγαθὰς παυσάτω τὴν γλῶσσαν ἀπὸ κακοῦ καὶ χείλη τοῦ μὴ λαλῆσαι δόλον , ἐκκλινάτω δὲ ἀπὸ κακοῦ καὶ ποιησάτω ἀγαθόν
ἐπικαθήμενος , μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν μελισσῶν . εἴθε φαύλως : εἴθε ἐκ τοῦ ῥᾴστου καὶ οὕτως εὐχεροῦς : ἐπεὶ μηδὲ
, καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ἐναντίων , κωλυόντων ἡμᾶς τοῖς ἔθνεσιν λαλῆσαι ἵνα σωθῶσιν , εἰς τὸ ἀναπληρῶσαι αὐτῶν τὰς ἁμαρτίας
5792130 φης
οὐ γάρ ἐστι ταῦτα αἰσχρὰ οὐδ ' ἐλευθέροις , ὡς φής , ὕποπτα , καλὰ δὲ καὶ οἷα ὅπλα εἶναι
μαθητοῦ , ἀμὴν λέγω ὑμῖν , οὐ μὴ ἀπολέσῃ τὸν μισθὸν αὐτοῦ . Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς διατάσσων
δ ' ἐν τῷ τῆς νουθεσίας ὀνόματι πάντα ταῦτα εἶναι φής , καὶ ἀποτυμπανίσας τὸν ἄνθρωπον εἰς ταὐτό μοι δοκεῖς
ἀδίκους . ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς , τίνα μισθὸν ἔχετε ; οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν
5789305 σων
νῦν μὲν γὰρ ἐν τῇ σῇ χώρᾳ ὄντες πολλὰ τῶν σῶν σινόμεθα ἄκοντες : ἢν δ ' εἰς τὴν πολεμίαν
ἡμῖν πιστεύσασιν ἐπὶ τὸν κύριον Ἰησοῦν Χριστόν , ἐγὼ τίς ἤμην δυνατὸς κωλῦσαι τὸν θεόν ; ἀκούσαντες δὲ ταῦτα ἡσύχασαν
ἀρχαίων ποιητῶν εἰδώς τε καὶ μιμούμενος ἔφη πρός με παρὰ σῶν μεμαθηκέναι γραμμάτων ὡς πάνυ ἂν ἡσθείης ἡμετέροις γράμμασιν .
; εἰ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον , Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤμην . Γνωρίζω δὲ ὑμῖν , ἀδελφοί , τὸ εὐαγγέλιον
5786960 δωσεις
πυρί . κτεῖν ' : ὡς κτανών γε τῶνδέ μοι δώσεις δίκην . [ ἔσται τάδ ' . ἆ ἆ
Κηφᾷ ἔμπροσθεν πάντων , Εἰ σὺ Ἰουδαῖος ὑπάρχων ἐθνικῶς καὶ οὐχὶ Ἰουδαϊκῶς ζῇς , πῶς τὰ ἔθνη ἀναγκάζεις Ἰουδαΐζειν ;
τε κακῶς καὶ ἐὼν ὄλεθρος , ἀλλὰ μᾶλλον ὅκως λόγον δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων . Ταῦτα εἶπε ἐὼν ἐν τοῖσι
ἐφείσατο , ἀλλὰ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν , πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται ; τίς
5771912 ἐλαβες
εὐνάξομεν , ἀλλ ' ἀοιδᾶν ῥόθια δεκομένα κατερεῖς , πόθεν ἔλαβες ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν [ . ὁ
με λέγετε εἶναι ; ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπεν , Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ τοῦ ζῶντος
πατρικὸν κλῆρον ἀπὸ τότε αὖθίς με ἠδίκησας καὶ ἐπλεονέκτησας καὶ ἔλαβες ἐξ ἐμοῦ , ἀφ ' ὧν καὶ τοὺς κριτὰς
ἡμέρᾳκαὶ ὅσα ἐν Ἐφέσῳ διηκόνησεν , βέλτιον σὺ γινώσκεις . Σὺ οὖν , τέκνον μου , ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι
5764791 ἐπιστασαι
ποῦ ἐπορεύθησάν σου αἱ σάρκες ἀφανεῖς γενόμεναι , οὕτως οὐκ ἐπίστασαι οὐδὲ πόθεν ἐγένοντο ἢ πόθεν ἦλθον . ἀλλὰ ἐρεῖς
ὀνόματί σου ἐκβάλλοντα δαιμόνια , καὶ ἐκωλύομεν αὐτὸν ὅτι οὐκ ἀκολουθεῖ μεθ ' ἡμῶν . εἶπεν δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ
λόγου οὐδὲν ἧττον ἐρήσομαι πόθεν μαθὼν αὖ τὰ συμφέροντ ' ἐπίστασαι , καὶ ὅστις ἐστὶν ὁ διδάσκαλος , καὶ πάντ
ἐκβάλῃ , ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται , καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ , ὅτι οἴδασιν τὴν φωνὴν αὐτοῦ : ἀλλοτρίῳ δὲ
5764699 δητ
δοίδυκα καὶ κιβώτιον . Λίθινον ; Μὰ Δί ' οὐ δῆτ ' , οὐχὶ τό γε κιβώτιον . Σὺ δὲ
ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν ; τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον , εἰπεῖν , Ἀφίενταί σου αἱ ἁμαρτίαι , ἢ εἰπεῖν ,
θεῶν μέγας , ἄξειν νιν ὑπτίασμα κειμένου πατρός . τί δῆτ ' ἐγὼ κάτοικτος ὧδ ' ἀναστένω ; ἐπεὶ τὸ
παρεμβολὴν ὁ Παῦλος λέγει τῷ χιλιάρχῳ , Εἰ ἔξεστίν μοι εἰπεῖν τι πρὸς σέ ; ὁ δὲ ἔφη , Ἑλληνιστὶ
5754324 Ζευ
ἄτιμος εἴργασται πόνων . τοιοῦτον ] κοινή . + ὦ Ζεῦ βασιλεῦ : ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν ἐκ κώλων ρλϚʹ
ὑμῶν οἰκοδομῆς . φοβοῦμαι γὰρ μή πως ἐλθὼν οὐχ οἵους θέλω εὕρω ὑμᾶς , κἀγὼ εὑρεθῶ ὑμῖν οἷον οὐ θέλετε
τῶν γλυκειῶν ἀγγελιῶν μαθόντες . ἵππον : ἀλλ ' ὦ Ζεῦ ὃς τὴν Αἴτναν ἔχεις τὴν παγίδα τὴν ἀνεμόεσσαν ,
, μή πως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι . Οὐ θέλω γὰρ ὑμᾶς ἀγνοεῖν , ἀδελφοί , ὅτι οἱ πατέρες
5752200 σαυτην
φύσεως τὸν ἔρωτα . μὴ οὖν , φησὶ , διεργάσῃ σαυτὴν , ἀλλὰ συγγίνωσκε τῷ πάθει , βιαζομένη παρὰ τοῦ
. καὶ ἀναστενάξας τῷ πνεύματι αὐτοῦ λέγει , Τί ἡ γενεὰ αὕτη ζητεῖ σημεῖον ; ἀμὴν λέγω ὑμῖν , εἰ
θεός . πότε οὖν , ὦ ψυχή , μάλιστα νεκροφορεῖν σαυτὴν ὑπολήψῃ ; ἆρά γε οὐχ ὅταν τελειωθῇς καὶ βραβείων
Τῶν δὲ ὄχλων ἐπαθροιζομένων ἤρξατο λέγειν , Ἡ γενεὰ αὕτη γενεὰ πονηρά ἐστιν : σημεῖον ζητεῖ , καὶ σημεῖον οὐ
5751629 πειθῃ
τῷ Διονύσῳ : † οὐκ ἤν γε πείθῃ : ἐὰν πείθῃ τοῖς σοφωτέροις σου , οὐ - δαμῶς τοῦτο ποιήσεις
ἠκούσατε : τί πάλιν θέλετε ἀκούειν ; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι ; καὶ ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον
οὐκ ἐξιών ; Ἀλλ ' οὐκ , ἤν γέ μοι πείθῃ , ἀλλὰ ῥίψας τὰ τούτων ὀνειροπολήματα πορεύσῃ : κάθηται
οἵους θέλω εὕρω ὑμᾶς , κἀγὼ εὑρεθῶ ὑμῖν οἷον οὐ θέλετε , μή πως ἔρις , ζῆλος , θυμοί ,
5748852 πασχω
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον
ἄνω Ἰερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν , ἥτις ἐστὶν μήτηρ ἡμῶν : γέγραπται γάρ , Εὐφράνθητι , στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα :
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ
οὐκ ἔστιν γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ : ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς
5735039 ἠλθες
εἰς ἐμὲ εὐπρεπῆ λόγον : διὰ τί ἀποθανόντος Ἀλεξάνδρου οὐκ ἦλθες εἰς ἐμέ : ἀνοίκειον τοῦτο τοῦ ὑποκειμένου . ἔδει
. Καὶ διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρὰ Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον [ ἡμέρας ] . Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν
σὰ χεῖρον διάθῃ . Οὐκ ἄδηλον ὅτι δι ' ὅσων ἦλθες πόλεων , πάσας ἐνέπλησας τῶν ὑπὲρ ἡμῶν λόγων .
. καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ εἶπεν , Τέκνον , ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνι . ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν
5732450 ἐλθε
ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' ] ἐλθέ , ἔπελθε , ἄγε . , ἐνταῦθα . .
κόσμον ἀλλ ' ἵνα σώσω τὸν κόσμον . ὁ ἀθετῶν ἐμὲ καὶ μὴ λαμβάνων τὰ ῥήματά μου ἔχει τὸν κρίνοντα
σοὶ δ ' εἰσὶ δίκαι θνητῶν , πανυπέρτατε δαῖμον . ἐλθέ , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἐπιτάρροθος αἰεί
ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ , Κύριε , ποσάκις ἁμαρτήσει εἰς ἐμὲ ὁ ἀδελφός μου καὶ ἀφήσω αὐτῷ ; ἕως ἑπτάκις
5728435 οἰδας
ὁ Χαιρέας εἶπεν ” ὦ πάντων ἀνθρώπων ἀφυέστατε , οὐκ οἶδας πῶς μεθοδεύεται γυνὴ παρακλήσεσιν , ἐπαίνοις , ἐπαγγελίαις ,
τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε : ὅπου ἐγὼ ὑπάγω ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν . ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι , Μήτι ἀποκτενεῖ
τὸ τῆς Λήθης ὕδωρ πεπώκασι καὶ τῶν ἀλγεινῶν ἐξελάθοντο : οἶδας γὰρ καὶ νεκροῖς ἐπιτοξάζεσθαι καὶ ψυχὰς ἐξ ᾅδου τοῖς
ἐὰν δὲ ἄλλῳ ἀποκαλυφθῇ καθημένῳ , ὁ πρῶτος σιγάτω . δύνασθε γὰρ καθ ' ἕνα πάντες προφητεύειν , ἵνα πάντες
5711443 ἀγνοεις
καὶ γὰρ ἄλλως ἑορταστικὴν ἄγομεν ἡμέραν Ἡράκλεια θύοντες : οὐκ ἀγνοεῖς δὲ δήπου τὸν θεὸν ὡς ὀξὺς ἦν πρὸς Ἀφροδίτην
. ὅστις γὰρ ἔχει , δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται : ὅστις δὲ οὐκ ἔχει , καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ
ἆρ ' οὐ δῆλον ἐκ τῶν ἔμπροσθεν ὅτι οὐ μόνον ἀγνοεῖς τὰ μέγιστα , ἀλλὰ καὶ οὐκ εἰδὼς οἴει αὐτὰ
δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ : ἀλλ ' ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα [ σου ]
5708563 ἠσθα
εἰσοικούμενον εἴσδεξαι πνεῦμα τὸ τρίτον ὥσπερ στέφος . νεκρὸς γὰρ ἦσθα τὸ πρὶν εἰς φθορὰν πέλων τάφῳ κατῴκησάς τε νεκρὸς
τῶν Ἰουδαίων ; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ ἔφη , Σὺ λέγεις . ὁ δὲ Πιλᾶτος εἶπεν πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ
γράφῃς , ἄλλοις καλέ , ἐμοὶ δὲ ὑπερήφανε . οὐκ ἦσθα συγκείμενος ἐκ σαρκὸς , καὶ τῶν , ὅσα τούτοις
εἶπεν δὲ ὁ Πέτρος , Ἄνθρωπε , οὐκ οἶδα ὃ λέγεις . καὶ παραχρῆμα ἔτι λαλοῦντος αὐτοῦ ἐφώνησεν ἀλέκτωρ .
5703261 ἀνερ
ἀλλὰ ταῦτα μόνον ἔλεγον : Ἄνερ Κλειτοφῶν , Λευκίππης μόνης ἄνερ , πιστὲ καὶ βέβαιε , ὃν οὐδὲ συγκαθεύδουσα πέπεικεν
τοῦ κυρίου . Οὐ καλὸν τὸ καύχημα ὑμῶν . οὐκ οἴδατε ὅτι μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ ; ἐκκαθάρατε
δὲ ἱέρεια εἶπε πρὸς αὐτόν , δυσχεράνασα τῇ ὄψει , ἄνερ ἀπὸ τῶν ἱερῶν . ὁ δὲ Ὅμηρος ἐς θυμόν
καὶ ὑμεῖς ἦτε . καὶ ὅπου [ ἐγὼ ] ὑπάγω οἴδατε τὴν ὁδόν . Λέγει αὐτῷ Θωμᾶς , Κύριε ,
5695861 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτούς , Ἐπερωτῶ ὑμᾶς , εἰ ἔξεστιν τῷ σαββάτῳ ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι , ψυχὴν σῶσαι ἢ
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
καὶ ἐγερεῖ ; πόσῳ οὖν διαφέρει ἄνθρωπος προβάτου . ὥστε ἔξεστιν τοῖς σάββασιν καλῶς ποιεῖν . τότε λέγει τῷ ἀνθρώπῳ
5689309 δεδωκας
δεοίμην : ἐγὼ δὲ φροντίζω , πῶς ἂν ὧν ἤδη δέδωκας ἀποδοίην χάριτας . καίτοι τόν γε τρόπον αὐτὸς ὑποδεικνύεις
εἶναι ὁ κόσμος ; ἀποκάλυψόν μοι πάντα . καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη : ἀπὸ
, τούτῳ δὲ τρίτου προσάψασθαι μόνον ἐπὶ τοῦ μείζονος θρόνου δέδωκας , ὃν ἔδει πλείονος , εἰ δὲ μή ,
ἀγρῶν ἢ ἀμπελώνων ἢ ἄλλων τῶν ἐνθάδε ; καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη : ὁ
5683538 δωσω
, ὁμηλικίη δ ' ἐμοὶ αὐτῷ : τοὔνεκα σοὶ προτέρῳ δώσω χρύσειον ἄλεισον . ” ὣς εἰπὼν ἐν χερσὶ τίθει
ἑτέρου καταφρονήσει : οὐ δύνασθε θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ . Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν , μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν
τὰ φθόρια τὴν Ἱπποκράτους προσκαλούμενοι μαρτυρίαν λέγοντος : “ οὐ δώσω δὲ οὐδενὶ φθόριον ” , καὶ ὅτι τῆς ἰατρικῆς
ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν , καθάπερ ἀπὸ κυρίου πνεύματος . Διὰ τοῦτο , ἔχοντες τὴν διακονίαν ταύτην , καθὼς ἠλεήθημεν
5680190 ἰθ
εἰ δοίης γέ μοι τοὺς Φασιανοὺς οὓς τρέφει Λεωγόρας . ἴθ ' , ἀντιβολῶ ς ' , ὦ φίλτατ '
καὶ μετανόησον . ἐὰν οὖν μὴ γρηγορήσῃς , ἥξω ὡς κλέπτης , καὶ οὐ μὴ γνῷς ποίαν ὥραν ἥξω ἐπὶ
' ἔασον κἀποκλαύσασθαι κακά . Ἴθ ' , ὦναξ , ἴθ ' , ὦ γονῇ γενναῖε : χερσί τἂν θιγὼν
γράφεσθαι , αὐτοὶ γὰρ ἀκριβῶς οἴδατε ὅτι ἡμέρα κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ οὕτως ἔρχεται . ὅταν λέγωσιν , Εἰρήνη
5673032 παρεξω
ἀναβλέψω , εἰ δὲ ἐπιμείνω τῇ ἀρρωστίᾳ , ἵνα μηδὲν παρέξω αὐτῷ . νῦν οὖν αὐτὸς φάσκει , ὅτι ἐθεραπεύθην
σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί . Τούτων δὲ πορευομένων ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς λέγειν τοῖς ὄχλοις περὶ Ἰωάννου , Τί ἐξήλθατε εἰς τὴν
θαυμάσομαι , θρύψω καὶ θρύψομαι , ἀκούσω καὶ ἀκούσομαι , παρέξω καὶ παρασχήσομαι , ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ , ἑνὸς
δὲ πρὸς τὸν Παῦλον ἔφη , Ἐπιτρέπεταί σοι περὶ σεαυτοῦ λέγειν . τότε ὁ Παῦλος ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἀπελογεῖτο ,
5666141 ξενε
παύσαιτό τις ἑκάστοτε διεξιών . Εὖ γε , ὦ Λακεδαιμόνιε ξένε , λέγεις . τὴν ἀνδρείαν δέ , φέρε ,
, ἀλλ ' Ὁ ποιήσας αὐτὰ ζήσεται ἐν αὐτοῖς . Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ
εἰρήνης . Φαίνεται μέν πως ὁ λόγος οὗτος , ὦ ξένε , ὀρθῶς εἰρῆσθαι , θαυμάζω γε μὴν εἰ τά
δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν , ὅ ἐστιν Χριστὸς ἐν ὑμῖν , ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης : ὃν
5663559 Προμηθευ
. . . ἐπιβαίνοντας . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ † λεύσσω Προμηθεῦ : ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη . τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς
ἀληθής ἐστιν , κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ ' αὐτοῦ ταῦτα λαλῶ εἰς τὸν κόσμον . οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα
οὐκ ἀκούσαις καὶ μὴ βουλομέναις ἡμῖν τοῦτο εἶπας , ὦ Προμηθεῦ , δηλονότι τὸ , ἔλθετε καὶ ἀκούσατε , ἵνα
δέξασθέ με , ἵνα κἀγὼ μικρόν τι καυχήσωμαι . ὃ λαλῶ οὐ κατὰ κύριον λαλῶ , ἀλλ ' ὡς ἐν
5655113 θαυμασιε
Δίωνος : εἰς ἃ ἀποβλέψας ὁ βασιλεὺς εἶπεν , ὦ θαυμάσιε λυτικὲ , ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ Σωτῆρος τὸ σω ,
ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν : ἀλλ ' ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστιν , κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ ' αὐτοῦ ταῦτα
ὀρθῆς . ἔστι δὲ ἀδύνατον . τὸ αὐτό , ὦ θαυμάσιε : διὸ καὶ τὰ ἑξῆς προσιέμεθα μέν , οὔ
ἀναστήσω αὐτὸν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ : ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθής ἐστιν βρῶσις , καὶ τὸ αἷμά μου ἀληθής ἐστιν
5655077 σωφρονεις
τὴν παρθένον : σὺ δὲ ὀκνεῖς καὶ αἰδῇ καὶ ἀκαίρως σωφρονεῖς : μὴ κρείττων εἶ τοῦ θεοῦ ; ” Ὡς
ἡ ἄμπελος , ὑμεῖς τὰ κλήματα . ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ οὗτος φέρει καρπὸν πολύν , ὅτι
ἔβλεπεν ὁ Πλοῦτος μέλει ] φροντίς ἐστιν κἀπιτέτριμμαι ] ἠφάνισμαι σωφρονεῖς ] καλῶς λέγεις ἕωθεν ] ἀπὸ τῆς πρωΐας οἰνοῦτταν
. [ καὶ ] λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς , Τί ἐμοὶ καὶ σοί , γύναι ; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα
5649809 μακαριε
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι
κρίνειν ; καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη : τότε ἐρωτηθήσεται τὸ γένος τῶν Ἑβραίων ,
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ
πάντα . καὶ ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι : ἄκουσον , δίκαιε Ἰωάννη : ἀπὸ τότε οὐκ ἔστιν πόνος , οὐκ

Back