δεδοικέναι φησὶν ἐκείνῳ παραπλήσια . ἐν Ἀθάμαντι Σοφοκλέους ὑπόκειται Ἀθάμας στεφανηφορῶν , ὥσπερ ἱερεῖον , δίκας εἰσπραττόμενος περὶ Φρύξου .
δίκην αὐτῇ δώσειν διὰ τοὺς παῖδας πεποίηκεν . προσαχθεὶς οὖν στεφανηφορῶν ἐν τῷ βωμῷ τοῦ Διὸς σφαγησόμενος ὑπὸ Ἡρακλέους σέσωστο
5733725 πλεκεται
γραμμάτων φύσις καὶ ἡ τῶν συλλαβῶν δύναμις , ἐξ ὧν πλέκεται τὰ ὀνόματα : ὑπὲρ ὧν καιρὸς ἂν εἴη λέγειν
δὲ τῷ Χρυσίππῳ πέντε , δι ' ὧν πᾶς λόγος πλέκεται : οἵτινες λαμβάνονται ἐπὶ τῶν περαντικῶν καὶ ἐπὶ τῶν
5441388 ἀναγραφεται
τοῦ κέντρου τοῦ κύκλου , ἀφ ' οὗ τὸ εἰκοσάεδρον ἀναγράφεται , καὶ τὴν τοῦ δεκαγώνου τοῦ εἰς τὸν αὐτὸν
μηδ ' εἴ τι θεουδέος Εὐδόξοιο καμπύλον ἐν γραμμαῖς εἶδος ἀναγράφεται . . . . , . τῶν δὲ φιλοπόνως
5393656 δυτικῳ
Βρετανικῷ καὶ τῷ καλουμένῳ Οὐεργιουίῳ , ἀπὸ δὲ δύσεως τῷ δυτικῷ , ἀπὸ δὲ ἄρκτων Ὑπερβορείῳ καὶ τῷ καλουμένῳ Δουηκαλεδονίῳ
θῆκεν ἀνάκτων ] . ὥρῃ δ ' ἐμβεβαὼς Πυρόεις , δυτικῷ παρεούσης Ἀφρογενοῦς κέντρῳ , φθορέας λέκτρων ἀνέφηνεν ἀλλοτρίων ,
5383254 ἀλεξιτηριος
οὕτω καλούμενος ἀποσοβητὴς τῶν κακῶν . ἀλεξητήριος ] διώκτης . ἀλεξιτήριος ] βοηθός . βάσις εὐκτική . φερώνυμος ὅ ἐστιν
οὖν συμφώνως ἑαυτῷ τιμῷτο . ἀλεξητήριος ] ἀποσοβητής . θΞ ἀλεξιτήριος ] οὕτω καλούμενος ἀποσοβητὴς τῶν κακῶν . ἀλεξητήριος ]
5261165 Λινος
, ὄρους , εἰ δὲ Τυλησίας , πόλεως . * Λῖνος καὶ Λῖνον διαφέρει οὐδέτερον δὲ ἀκρωτήριον τῆς Ἰταλίας *
Παλαίφατος : Οὐρανίας καὶ Ἀπόλλωνος , ἢ Πιέρου γηγενοῦς , Λῖνος : Μελπομένης δὲ , ἢ κατά τινας Τερψιχόρης καὶ
5111449 ἀποδιδομενων
εἴσω τυγχάνουσιν , ἐβεβαίωσε τοῖς πριαμένοις , ἐντὸς ἐνιαυτοῦ τῶν ἀποδιδομένων κομίσασθαι μὴ δυναμένων , ἀλλ ' εἰς ἅπαν ἐφῆκεν
τί κατηγορούμενον ἑκάστου ὥσπερ τῶν ἀνθρώπων ὁ ἄνθρωπος . καὶ ἀποδιδομένων τῶν λόγων καθ ' ἕκαστον ἐνυπάρξει ὁ τοῦ ὄντος
5076632 Τιτανομαχιας
ἔνθεν Ἡσίοδος οἵ τε κυκλικοὶ περιηχημένοι Θεογονίας καὶ Γιγαντομαχίας καὶ Τιτανομαχίας ἔπλασαν ἰδίας καὶ ἐκτομάς , οἷς συμπεριφερόμενοι ἐξενίκησαν τὴν
Ἕλλησι καὶ τὰ περὶ Κρόνου μυθολογούμενα καὶ τὰ περὶ τῆς Τιτανομαχίας καὶ τὸ σύνολον τὴν περὶ τὰ πάθη τῶν θεῶν
5074634 Τυρσηνοις
Τηλέφου παιδὸς Τάρχωνος . . πλάναισιν : ὁ Ὀδυσσεὺς παρὰ Τυρσηνοῖς νάνος καλεῖται δηλοῦντος τοῦ ὀνόματος τὸν πλανήτην . ἐγὼ
λέγων . τύρσις δὲ τὸ τεῖχος , διότι παρὰ τοῖς Τυρσηνοῖς πρῶτον ἐπενοήθη τεῖχος . τύρσις τὸ τεῖχος , ὅτι
5057831 Βλεψιαδαις
καρπὸν τῶν χειρῶν , ἤτοι τὴν νίκην , ἐγείροντα τοῖς Βλεψιάδαις μνημοσύνην καὶ ἐνθύμησιν αὐτῶν : τουτέστιν εἰ καὶ οἱ
Βλεψιαδῶν δὲ φυλὴ ἐν Αἰγίνῃ ἀπὸ Βλεψιάδου προγόνου Ἀλκιμέδοντος . Βλεψιάδαις : Βλεψιάδαι ἡ φατρία αὐτῶν ἐστιν , ὧν εἷς
5036608 Αἰγιμιος
Παμφύλου , οἱ δὲ ἀφ ' Ἡρακλειδῶν : ὁ δὲ Αἰγιμιός , ὡς μέν τινές φασι , νομοθέτης ἦν Δωριέων
, οἳ δ ' ἀφ ' Ἡρακλειδῶν . ὁ δὲ Αἰγιμιός , ὡς μέν τινές φασι , νομοθέτης ἦν Δωριέων
5035166 Ὑακινθῳ
τιμηθεὶς ὑπὸ Ἀπόλλωνος πατρῴου κατὰ ταῦτα Ἀμύκλᾳ καὶ Ναρκίσσῳ καὶ Ὑακίνθῳ καὶ εἰ δή τις ἄλλος ἐπὶ εἴδει καλῷ κρείττονα
, στρατιᾶς ἐλθούσης ἐκ Βοιωτίας . Ἐσφαγιάσθησαν δὲ ἐν τῷ Ὑακίνθῳ καλουμένῳ πάγῳ ὑπὲρ τῶν Σφενδονίων . Διὸ καὶ οὕτως
5016413 Πριαπου
Ἀπολλόδωρος δὲ Ἀδρανίτας φησὶ τὸ ἐθνικόν . Ἀδράστεια , μεταξὺ Πριάπου καὶ τοῦ Παρίου , ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως , ὃς
μὴ θελόντων , καὶ λέγεται πριαπισμὸς ἡ νόσος ἀπὸ τοῦ Πριάπου , οὗτος γὰρ μέγα εἶχε τὸ αἰδοῖον . γίνεται
4979911 πηκτιδων
Ματρὸς ὀρείας Φρύγιον ἄεισαν νόμον : τοῖς δ ' ὀξύφωνοι πηκτίδων ψαλμοὶ κρέκον Λύδιον ὕμνον . οὐ παραληπτέον δὲ τὴν
οὔ μοι , ἔφη , φαίνεται . τριγώνων ἄρα καὶ πηκτίδων καὶ πάντων ὀργάνων ὅσα πολύχορδα καὶ παναρμόνια . .
4979868 δεδημιουργηται
θεόν , οὐδὲ ἡμεῖς ἄθεοι , ὑφ ' οὗ λόγῳ δεδημιούργηται καὶ τῷ παρ ' αὐτοῦ πνεύματι συνέχεται τὰ πάντα
μοι δοκεῖ σαφέστατα μεμηνῦσθαι καὶ ἐπὶ τῆς ἱερᾶς λυχνίας : δεδημιούργηται γὰρ ἓξ καλαμίσκους ἔχουσα , τρεῖς ἑκατέρωθεν , ἑβδόμη
4972704 λυχνια
Ἅμα δὲ τούτοις ἐδημιουργεῖτο καὶ σκεύη ἱερά , κιβωτός , λυχνία , τράπεζα , θυμιατήριον , βωμός . ὁ μὲν
μὲν ἐφ ' οὗ ἐντίθεται ὁ λύχνος , ἡ καλουμένη λυχνία : τοῦ δὲ λυχνίου τὸ ἀπευρυνόμενον , ᾧ ἐπιτίθεται
4967740 στολιδες
. εἴη δ ' ἄν τις καὶ στολιδωτὸς χιτών : στολίδες δέ εἰσιν αἱ ἐξεπίτηδες ὑπὸ δεσμοῦ γινόμεναι κατὰ τὰ
εἶδος τῆς διαιρέσεως ἐπικάρσιον ἐπιτηδευέσθω : ταύτῃ γὰρ καὶ αἱ στολίδες πεφύκασιν . δεῖ δ ' ἐν τῷ καιρῷ τῆς
4965561 τιμαται
τιμᾶται ἐν Βοιωτίᾳ . Τεμμικία δὲ ὄρος τῆς Βοιωτίας . τιμᾶται δὲ ἐκεῖ καὶ ἡ Ἀθηνᾶ Βομβυλεία . καὶ ἡ
εἰσι δύο νιτρίαι πλεῖστον νίτρον ἔχουσαι καὶ νομὸς Νιτριώτης . τιμᾶται δ ' ἐνταῦθα ὁ Σάραπις καὶ παρὰ μόνοις τούτοις
4961183 Ἀγχισῃ
ἀλλήλων , ἐρῶσιν ἀνθρώπων : Αἰνείας , τὸν ὑπ ' Ἀγχίσῃ τέκε δῖ ' Ἀφροδίτη , Ἴδης ἐν κνημοῖσι θεὰ
κώμην ὑπηχεῖν θιγγανουσῶν τὰς μύλας . καὶ Ἀναξανδρίδης δὲ ἐν Ἀγχίσῃ φησίν : οὐκ ἔστι δούλων , ὦγάθ ' ,
4960983 πατραδελφων
τὸ αὐτὸ γένος ἂν ἠμφεσβήτει , ἀνεψιὸς ὢν αὐτοῖς ἐκ πατραδέλφων . Μὰ Δί ' ἀλλ ' οὐκ ἔστιν ὁ
. πάλιν τοίνυν ἀδελφῶν παῖδες ἀνεψιοί , εἴτ ' ἐκ πατραδέλφων εἶεν εἴτ ' ἐκ μητραδέλφων , καὶ εἴτ '
4941426 ὀνειδισμων
τῶν πολιτῶν διὰ κακῶν καὶ πολυστρόφων ὕβρεων καὶ ψόγων καὶ ὀνειδισμῶν , ὧντινων τούτων ὁ Ζεὺς γένοιτο ἀλεξητήριος , ἐπώνυμος
τοῦ οἱ νοῖ τὸ νοΐδιον ὑποκοριστικόν : τινὲς δέ , ὀνειδισμῶν καὶ λοιδοριῶν 〚 ἀπὸ τοῦ οἴνου καὶ τῆς μέθης
4937733 ἐπιβουλων
: εἰς δὲ τρίτον ἔτος Δέκμον Βροῦτον , ἕνα τῶν ἐπιβούλων , καὶ Μουνάτιον Πλάγκον . Κατόπιν δὲ τούτου καὶ
συνομνυόντων ἐπὶ τῇ καθαιρέσει τοῦ δήμου . Θ ξυνωμοτῶν ] ἐπιβούλων , προδοτῶν . πρὶν λαχεῖν : πρὶν χειροτονηθῆναι ,
4928036 ἐτεθησαν
, ἐγὼ διδάξω ὑμᾶς , προειπὼν ὧν ἕνεκα οἱ νόμοι ἐτέθησαν οἱ περὶ τῶν ἐν τῷ θεάτρῳ κηρυγμάτων . Γιγνομένων
ἐξετάσεις δὲ καὶ τὰ μετὰ τὴν τελευτήν , εἰ ἀγῶνες ἐτέθησαν ἐπ ' αὐτῷ , ὡς ἐπὶ Πατρόκλῳ , εἰ
4917512 Ἀπιδος
Λυσιδίκης τε περίφρονος , ἣν Πελοπηίς Ἱπποδάμη ἐφύτευσεν ὅτ ' Ἀπίδος ἤρατο τιμήν . Εὐπυλίδας , Ἐράτων , Χαῖρις ,
λεχθῆναι . λέγεται καὶ Ἀπίς θηλυκόν , ἧς ἡ γενικὴ Ἀπίδος . οὕτω τὴν χώραν Ἐρατοσθένης ἐν Ἑρμῇ προσαγορεύει .
4914833 Οἰνομαῳ
ἐς δὲ τὸν ἀγῶνα ἀτόλμως ἔχων ὑπεῖκε καὶ ἡνιόχει τῷ Οἰνομάῳ . τέλος δὲ καὶ ἀναφανῆναι τοῦ Οἰνομάου προδότην φασὶν
καὶ Ἀντιφάνης ἐν Ἑαυτοῦ Ἐρῶντι , Εὔβουλος δ ' ἐν Οἰνομάῳ ἢ Πέλοπι : περιφοραῖς κυκλούμενος ὥσπερ κυλιστὸς στέφανος .
4912514 πορκος
. πλημμύρα : οὐ πλήμη λεκτέον : καὶ πλημμυρίδα . πόρκος : οἱ μὲν πόρκον δίκτυον ἀπέδοσαν , οὐκ εὖ
Δευκαλίωνος κατακλυσμόν . καὶ ῥαπτὸν κύτος τὴν σχεδίαν εἶπε . πόρκος ζῷόν ἐστι περὶ τὸν Ἴστρον ποταμὸν τὸν νῦν λεγόμενον
4908142 ἱππειος
μακρά , στερεά . Ἡ δὲ καλουμένη ἱππιακὴ τυρός ἐστιν ἵππειος , βρωμώδης καὶ πολύτροφος , ἀνάλογον τῷ βοείῳ :
ἐδίδαξαν , Ἀρίσταρχος δὲ ἐδίδαξεν , ἐπὶ τοῦ Ποσειδῶνος : ἵππειος γάρ . . βάρδιστοι θείειν . . . τῶν
4894227 ἀπεθεωθη
καὶ πάλιν : τὸ χρύσεον ὄμμα τὸ τᾶς Δίκας . ἀπεθεώθη δὲ καὶ αὐτὸ τὸ τῆς δίκης ὄνομα : ὥστε
ὁ τεκὼν ἀντὶ τοῦ : ἐξ οὗ ὁ πατήρ σου ἀπεθεώθη , ὁ Σωτὴρ Πτολεμαῖος , ὅς ἦν πατὴρ Φιλαδέλφου
4890983 Ἡραιου
τὸν ἄνδρα ἐπέλαβεν ἐκεῖνον ἀφεῖναι τὴν ψυχήν , ὃς τοῦ Ἡραίου τῆς ὀροφῆς κατ ' ἐμὲ ἀνασκευαζομένης ἐνταῦθα ὁμοῦ τοῖς
ἀνίστησί τε αὐτοὺς πείσας καὶ διακομίζει ἐς τὴν πρὸ τοῦ Ἡραίου νῆσον , καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐκεῖσε αὐτοῖς διεπέμπετο .
4881895 ἐϋκτιμενῃ
γήμας Ἀρίσβην Κρῆσσαν εὐγενῆ κόρην : Ὅμηρος : ὃς ἔναιεν ἐϋκτιμένῃ ἐν Ἀρίσβῃ . . . . Ἀρήϊος : ὄνομα
ὁδὸν ἡγεμόνευε . τὸν δ ' οἶον πατέρ ' εὗρεν ἐϋκτιμένῃ ἐν ἀλῳῇ , λιστρεύοντα φυτόν : ῥυπόωντα δὲ ἕστο
4873876 Βοιωτιῳ
τραχήλους καὶ κοπρῶνας πλησίον . . . Δίφιλος δὲ ἐν Βοιωτίῳ : οἷος ἐσθίειν πρὸ ἡμέρας ἀρξάμενος ἢ πάλιν πρὸς
ὃς ἐπέπλει ταμιεύων Φιλίππῳ τῷ ναυκλήρῳ , καὶ δίδωσι τῷ Βοιωτίῳ ἄρχοντι τῶν νεῶν . ἐπειδὴ δὲ ἀφίκετο δεῦρο ,
4866181 ἀποκεκρυπται
εἰδεῖεν οἱ λῃσταὶ τὴν τέχνην . τά τε γὰρ δέρματα ἀποκέκρυπται τά τε σπλάγχνα τῇ σφαγῇ προπηδήσεται , ἅπερ ἡμεῖς
ἑνώσεως τῆς πρὸς τὸ καλὸν ἐστέρηται . οὗτος μὲν οὖν ἀποκέκρυπται εἰς αὑτόν : ὁ δὲ ἐναντίος τούτῳ φεύγει μὲν
4854093 κατετοξευσε
γὰρ πρὸς Ἄρβηλον τὸν πάππον ὑπὲρ σκήπτρων ἁμιλλώμενος , αὐτὸν κατετόξευσε : ποινηλατούμενος δὲ ὑπὸ Ἐρινύων , ἑαυτὸν ἔρριψεν εἰς
πτηνὸν γεγεννημένον καὶ Ποσειδῶνος , ἀρθεὶς εἰς ὕψος ἀπὸ τούτου κατετόξευσε τὴν Χίμαιραν . μετὰ δὲ τὸν ἀγῶνα τοῦτον ἐπέταξεν
4853004 Ἁγνιας
μὲν Εὐβουλίδης , τελευτᾷ δ ' ἡ θυγάτηρ ἣν ἐποιήσατο Ἁγνίας , λαμβάνει δὲ τὸν κλῆρον Γλαύκων κατὰ τὴν διαθήκην
, καὶ ἐξεπρέμνισαν οὗτοι τὰς ἐλάας ἐκ τῶν χωρίων ὧν Ἁγνίας κατέλιπεν , μάρτυρας ὑμῖν τούτων παρεξόμεθα τούς τε προσχώρους
4839236 θικλμν
τὰ ἐφ ' ἑκάτερα μονάδι λειπόμενα τάττουσιν , ὥσπερ τὸ θικλμν ζυγόν , ὥστε τὸ θ μήτε τῷ α μήτε
ξοπρσ , τῷ δὲ παρ ' ἕν , οἷον τῷ θικλμν , καὶ τὸ ψωϚ τῷ μὲν τυφχ οὐ στοιχήσει
4838868 καλουμενος
ᾀσεῖ δ ' ὥς ποκ ' ἔδεκτο : τὶς αἰπόλος καλούμενος Κομάταςταὐτὸν δέ ἐστιν εἰπεῖν Μενάλκαςτοῦ οἰκείου δεσπότου θρέμματα βόσκων
ἔτι δὲ καλλιώνυμον καὶ ἔλλοπας . περὶ τοῦ τίς ὁ καλούμενος ἱερὸς ἰχθὺς ὁ τὴν Τελχινικὴν ἱστορίαν συνθείς , εἴτε
4835066 Δυμανες
Δωριέων . ἦσαν δὲ τρεῖς , Ὑλλεῖς καὶ Πάμφυλοι καὶ Δυμᾶνες , ἐξ Ἡρακλέους , ὡς Ἔφορος α : Αἰγίμιος
ἀπολελεῖφθαι πρὸς Ὀμφάλην τὴν Λυδῶν βασιλεύουσαν . . . . Δυμᾶνες : φυλὴ Δωριέων . ἦσαν δὲ τρεῖς , Ὑλλεῖς
4834989 Χαλδαιος
. Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΔΑΙΟΣ περισπᾶται : Ἰουδαῖος χυδαῖος Χαλδαῖος . Ἔτι τὰ διὰ τοῦ ΑΙΟΣ ἐθνικὰ : Ἀθηναῖος
. ὥστε εἰ τὸν ἐν πλάτει τῆς γενέσεως χρόνον ὁ Χαλδαῖος ἐπισκέπτεται , οὐ δυνήσεται παγίως λέγειν ὅτι ὁ κατὰ
4819788 διφροι
+ * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + . . .
ἦν καὶ πεποίκιλτο χρυσοῖς ἀγάλμασιν , οἱ δὲ τῶν ἄλλων δίφροι χαλκοῖ μέν , ἄσημοι δὲ ἦσαν , ὑψηλοὶ δὲ
4813238 Ὀνομαζεται
ζῴδιά εἰσι ταῦτα : Ζυγός , Σκορπίος , Τοξότης . Ὀνομάζεται δὲ ὁ καιρὸς οὗτος Ἀμβληβήρ . Ἀπὸ τῆς ιγʹ
καὶ οὕτως ῥωμαϊκῶς ὀνομάζονται Κριὸς , Ταῦρος , Δίδυμος . Ὀνομάζεται δὲ οὗτος ὁ καιρός : Ἰλεκεβρουθίν . Ἀπὸ τῆς
4812772 Διθυραμβος
ἱστᾶσιν . Δημιοεργοί . οἱ εἰς τὸ δημόσιον κάμνοντες . Διθύραμβος . ὕμνος εἰς Διόνυσον . Διασφάγες . αἱ διεστῶσαι
Διονύσῳ , ἐξ ἐπιθέτου καλούμενος οὕτως , ὡς Θρίαμβος καὶ Διθύραμβος . ὅτι Μιτυληναῖοι τὸν παρ ' αὑτοῖς γλυκὺν οἶνον
4794140 ὑψηλοτατος
: κατεσκεύασται δὲ ἐκ πολλοῦ ταῖς τῶν Αἰακιδῶν ἀρεταῖς πύργος ὑψηλότατος τῷ ὕμνῳ ἀναβαίνειν καὶ ὑψοῦσθαι , ἐφ ' ὅσον
δὲ οὐχ οὕτως ἔχει , ἀλλ ' ἐν μὲν διδύμοις ὑψηλότατος , ἐν δὲ τοξότῃ ταπεινότατος φέρεσθαι τετήρηται , οὕτως
4788507 Μενεκλει
ὁ ἡμέτερος , ὦ ἄνδρες , φίλος ἦν καὶ ἐπιτήδειος Μενεκλεῖ καὶ ἐχρῆτο οἰκείως : ἦμεν δὲ αὐτῷ παῖδες τέτταρες
: ἑωρᾶτε γὰρ πάντες αὐτὸν χρώμενον , ἕως ἔζη , Μενεκλεῖ , παλαιὸς λόγος τίς ἐστιν . ὅτι δὲ οὗτος
4780923 πενθερα
ὡς πενθερὸς μὲν ὁ τῆς γυναικὸς πατὴρ τῷ νυμφίῳ καὶ πενθερὰ ἡ μήτηρ , ἑκυρὸς δὲ ὁ τοῦ ἀνδρὸς πατὴρ
Ποσειδῶν , ὁ δὲ Ἄρης κηδεστὴς , ἡ δὲ Ἀφροδίτη πενθερὰ , ἡ δὲ Θυώνη καὶ ἡ Λευκοθέα θυγατέρες ,
4775490 Πριηπος
αὐτόν . . . , . , . Καὶ ὁ Πρίηπος οὐ μόνον ἐν τῷ η λέγεται , ἀλλὰ καὶ
ὄρη : ἀγρεύει δέ τυ Πὰν καὶ ὁ τὸν κροκόεντα Πρίηπος κισσὸν ἐφ ' ἱμερτῷ κρατὶ καθαπτόμενος , ἄντρον ἔσω
4771950 περιειλησις
δρόμος περιδρομή , στροφή περιστροφή , κύκλος κύκλωσις , εἵλησις περιείλησις , περιαγωγή . ἡλίου μέτρα , σελήνης σχήματα :
ὡς ἐπ ' ἰγνύαν , εἶτ ' ἄλλη γίνεται κυκλοτερὴς περιείλησις ὑπὸ τὸ γόνυ , ἀφ ' ἧς ἄγεται λοξὴ
4765889 κρικοι
τῶι Δωι χωρὶς τοῦ ν . . ἀμφιδήτιοι : ὡς κρίκοι διάκενοι παρὰ Δωι . ἀπάτητον : τὸ ἀνωμάλως συγκείμενον
τετράγωνος , ἔχων τραγελάφων προτομὰς ἐκτύπους , ἐξ ὧν ἤρτηντο κρίκοι χρυσοῖ διπάλαιστοι , δι ' ὧν κατακεκρέμαστο στέμμα πομπικόν
4760051 ἀποδεικνυουσι
ἐξ αὐτῶν καὶ τὸ διὰ τί ἐστιν , ὅπερ τοῖς ἀποδεικνύουσι ζητεῖται καὶ ἀποδίδοται . μήποτε δὲ τὸ χρήσιμον τῆς
ἐπισήμους αὐτοὺς ἔσεσθαι . ἐπὶ δὲ τοῦ δύνοντος τυχόντες ὅμοια ἀποδεικνύουσι περὶ τὴν γυναῖκα οἷα καὶ ἐπὶ τοῦ ἀνδρὸς ἐν
4755191 καλουνται
. Ὁ δὲ Κρόνος πάντας κατηστέρισεν . Καὶ οἱ μὲν καλοῦνται προτρυγητῆρες , ὁ δ ' Ἰάνος προανατέλλων : δείκνυται
ἀπορρώγεσσιν : ἐν πέτραις ἐρρηγμέναις . Παλλατίδες : οὕτω γὰρ καλοῦνται ἀπὸ τῆς Παλλάδος . Ἄργος : τουτέστιν ὦ Ἀργεῖοι
4750151 περιεχονται
εὑρέσεις , αἱ δὲ εὑρέσεις οὐ περιέχουσι τὰ κεφάλαια ἀλλὰ περιέχονται . Καὶ τὸ πάντων μέγιστον , ὅτι τὰ μὲν
εἰ ἀσώματοί εἰσι μόνως οἱ θεοί ; ὅτι δὴ οὐ περιέχονται ὑπὸ τῶν σωμάτων , φαμὲν ἡμεῖς , ἀλλὰ ταῖς
4749715 τετιμηται
ὑπ ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν . ὣς κείνη περὶ κῆρι τετίμηταί τε καὶ ἔστιν ἔκ τε φίλων παίδων ἔκ τ
πρῶτος „ Ἄδρηστος , ποταμοῖο παρὰ ῥόον Αἰσήποιο , ἔνθα τετίμηταί τε καὶ Ἀδρήστεια καλεῖται . ” Ἔστι δὲ καὶ
4740578 Ἀλβας
παραδιδόναι . ἐτῶν γὰρ διαγενομένων πεντεκαίδεκα μετὰ τὸν ἀφανισμὸν τῆς Ἄλβας πρεσβείας ἀποστείλας ὁ τῶν Ῥωμαίων βασιλεὺς εἰς τὰς ἀποίκους
κλίνεται δὲ Ἄλβας , ὡς Χάραξ . ἔστι καὶ ποταμὸς Ἄλβας , ὁ νῦν λεγόμενος Τίβερις , Τιβερίνου τοῦ βασιλέως
4732792 παραστατης
, ὑπὲρ ἐλευθερίας καὶ νόμων γενέσθω σοι κατὰ τὸν πόλεμον παραστάτης , ὦ πλούσιε : μαθέτω τὸ πονεῖν παρὰ τὴν
τὴν παρανήτην τῆς νή - της , ἐπειδὴ ὁ μὲν παραστάτης πλησίον ἐστὶν τοῦ κορυφαίου , οἷον τοῦ βασιλέως ,
4727486 δωδεκατος
τὰ ἑξῆς . . . . : καὶ περιέχει ὁ δωδέκατος λόγος περί τε Ἀκώριος τοῦ Αἰγυπτίων βασιλέως ὡς πρός
: οἵ τε λοιποὶ δύο ὅ τε ἕκτος καὶ ὁ δωδέκατος κάκιστοι . Πρὸς τὸν Ἄρεα τρίγωνος ὢν ὁ Κρόνος
4726466 συνταγματι
ὁ λόγος : ἕκαστον γὰρ τῶν μορίων συμφέρεται τῷ ἰδίῳ συντάγματι . ἀλλ ' ὁπηνίκα τὸ ἄρθρον ἐμπεριλαμβάνει τὸ ἐπίρρημα
δὲ ἀναγράφει αὐτῶν γένη ὁ Κλέαρχος ἐν τῷ περὶ γρίφων συντάγματι . γρῖφοι δὲ λέγεται τὰ ἐν τοῖς συμποσίοις προβαλλόμενα
4721202 Ἰσαυρια
. ξβ γοʹ λη ∠ ʹδ : ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Ἰσαυρία καὶ πόλεις Σαυάτρα . . . . . .
, ἐν ᾗ Πισιδία Γαλατία , ἐν ᾗ Παφλαγονία καὶ Ἰσαυρία Καππαδοκία Ἀρμενία Μικρά Κιλικία . πίναξ βʹ . Σαρματία
4718333 Τιταρησιον
καὶ φυλάττων τὸ ἐς ἀγκῶναποταμῷ γὰρ ὀρθοῦσθαι οὐ σύνηθεςἀνατίθεται τὸν Τιταρήσιον ὡς κοῦφον καὶ ποτιμώτερον καὶ ὁμολογεῖ τῷ Ποσειδῶνι ἐκρυήσεσθαι
Περραιβῶν , δεχόμενός τε τὸν Εὔρωπον ποταμόν , ὃν Ὅμηρος Τιταρήσιον ὠνόμασε , διορίζει Μακεδονίαν μὲν πρὸς βορρᾶν , Θεσσαλίαν
4715294 Αἰακῳ
θυμέ , τίνα πρὸς ἀλλοδαπάν ἄκˈραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι ; Αἰακῷ σε φαμὶ γένει τε Μοῖσαν φέρειν . ἕπεται δὲ
τῶν ἀπογόνων αὐτοῦ . Περὶ τῶν Ἀσωποῦ θυγατέρων καὶ τῶν Αἰακῷ γενομένων υἱῶν . Περὶ Πέλοπος καὶ Ταντάλου καὶ Οἰνομάου
4713042 πενθημιμερης
τρίτος ἀναπαιστικὸς πενθημιμερής . ὁ δ ' ἀσυνάρτητος ἐκ τροχαϊκοῦ πενθημιμερὴς καὶ ἀναπαιστικοῦ ὁμοίου . ὁ πέμπτος ὅμοιος τῷ γʹ
εὐπρεπεῖς τήν τε μετὰ δύο πόδας εἰς συλλαβήν , ἣ πενθημιμερὴς καλεῖται , καὶ τὴν μετὰ τρεῖς , ἥτις ἑφθημιμερὴς
4705462 κατασκευασθεντι
ἐφωράθη . Ὁ γοῦν Λακύδης ἐσχόλαζεν ἐν Ἀκαδημείᾳ ἐν τῷ κατασκευασθέντι κήπῳ ὑπὸ Ἀττάλου τοῦ βασιλέως , καὶ Λακύδειον ἀπ
Ἀλεξάνδρου σῶμα , Πολύκλειτος δ ' ἐπὶ τῷ λυχνίῳ τῷ κατασκευασθέντι τῷ Πέρσῃ : Ἱέρων δὲ ὁ Συρακοσίων βασιλεύς ,
4704925 Χαρμου
παραιβατήσασαν αὐτῷ γυναῖκα Φύην , τὴν Σωκράτους θυγατέρα : καὶ Χάρμου τοῦ πολεμαρχήσαντος θυγατέρα ἔλαβεν Ἱππίᾳ , περικαλλεστάτην οὖσαν ,
φύσει πᾶσι τοῖς τοιούτοις ἔργοις ἐπολέμουν ; Ἵππαρχον γὰρ τὸν Χάρμου , οὐχ ὑπομείναντα τὴν περὶ τῆς προδοσίας ἐν τῷ
4700909 Κλειτωρ
καὶ Τηλεβόας , Αἵμων , Μαντίνους , Στύμφαλός τε καὶ Κλείτωρ Ὀρχομενός τε καὶ ἕτεροι οἳ πάντες , ὡς ἔφην
ἐν πολλοῖς τῶν ἀγώνων καὶ ἀσπίδα χαλκῆν . ὅν τε Κλείτωρ καὶ Τεγέα : ὅντινα χαλκὸν αἱ περὶ Κλείτορα καὶ
4700332 Θηβαϊκῳ
. . . . Ε , : Φασὶν ἐν τῷ Θηβαϊκῷ πολέμῳ Τυδέα τρωθέντα ὑπὸ Μελανίππου τοῦ Ἀστακοῦ σφόδρα ἀγανακτῆσαι
γῆς . τοῦ κρατοβρῶτος τοῦ Τυδέως , ἐπειδὴ ἐν τῷ Θηβαϊκῷ πολέμῳ λέγεται ὁ Τυδεὺς τὴν κεφαλὴν τοῦ Μελανίππου κατεδηδοκέναι
4696628 Ἀναυρον
Ἐλάρας γενεά ὃς δουρὶ πάντας νίκασε νέους , δινάεντα βαλὼν Ἄναυρον ὕπερ πολυβότρυος ἐξ Ἰωλκοῦ : οὕτω γὰρ Ὅμηρος ἠδὲ
Ἰάσων ἐκ τοῦ Πηλίου ὄρους καταβάς , ἐπειδὴ ἐπεραιοῦτο τὸν Ἄναυρον ποταμόν , ὑπὸ τῆς τούτου ἰλύος τὸ ἓν τῶν
4696562 Λακιαδαι
Λακερειεύς , καὶ Λακέρεια τὸ θηλυκὸν ὁμοφώνως τῷ πρωτοτύπῳ . Λακιάδαι , δῆμος τῆς Οἰνηίδος φυλῆς . ὁ δημότης Λακιάδης
τὰ παλαιά . Τοῦτο γὰρ ἡ λέξις δηλοῖ . Ὦ Λακιάδαι : ἐπὶ τῶν μοιχῶν . δῆμος γὰρ τῆς Ἀττικῆς
4693628 ἐπιταφιος
Θήβας στρατευσαμένοις διὰ τοῦ ἰδίου θανάτου . ὁ δὲ ἀγὼν ἐπιτάφιος . καὶ γὰρ οὕτως ἀπὸ τῶν Ὁμηρικῶν δεικνύουσιν ,
: ὄνομά γε μὴν ἀμφοῖν ἓν καὶ τὸ αὐτό , ἐπιτάφιος οὕτως ὀνομαζόμενος : παραδείγματα δὲ αὐτῶν ἔστί που καὶ
4690823 ἐκκριτων
ἃς γὰρ ἐν τῷ ἑκκαιδεκάτῳ τῶν ἀξόνων ὁρίζει τιμὰς τῶν ἐκκρίτων ἱερείων , εἰκὸς μὲν εἶναι πολλαπλασίας , ἄλλως δὲ
τὰς θεὰς εἰσοικίσασθαι , οὗ μηδὲ εἰσιτητὸν οὐδενὶ πλὴν τῶν ἐκκρίτων , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ δεῖξαι τοῖς κοινωνοῦσι τοῦ
4687903 Βουσελου
ποιούμενος . περὶ μὲν οἶν τῶν τριῶν ἀδελφῶν τῶν τοῦ Βουσέλου υἱέων , καὶ τῶν ἐγγόνων τῶν τούτοις γενομένων ,
γάρ εἰμι τοῦ γένους τοῦ Βουσέλου . Ἅβρωνος γὰρ τοῦ Βουσέλου υἱέος ἔλαβεν τὴν θυγατριδῆν Καλλίστρατος , Εὐβουλίδου μὲν υἱὸς
4687132 ἐπεφυκον
ἄπλαστοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν
ἄπλατοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον . δηλοῖ γὰρ ὅτι τῶν σωμάτων τὴν ῥώμην ἤσκουν
4673402 ἀκραϲ
τοῦ ϲώματοϲ τεθερμαϲμένου | . ὢ τῆϲ ἀϲυνεϲίαϲ καὶ τῆϲ ἄκραϲ ἀπαιδευϲίαϲ : ὁ τοῖϲ ἀρχαίοιϲ τολμῶν ἀντιλέγειν οὐδὲ τὸ
τόπουϲ πεπονθόταϲ παθῶν ὁ λόγοϲ ἐϲτὶν ἀρχόμενοϲ μὲν ἀπ ' ἄκραϲ κεφαλῆϲ , τελευτῶν δὲ ἐν ἄκροιϲ τοῖϲ ποϲίν .
4673155 Ἀνας
τῶν ἀναχύσεων τῶν ἄλλων ἀνάπλοι , καὶ μετὰ ταῦτα ὁ Ἄνας ποταμός , δίστομος καὶ οὗτος , καὶ ὁ ἐξ
Κάλπη , τέλος δὲ τοῦ ἔθνους τούτου καὶ ὅριον ὁ Ἄνας ποταμὸς ὑπάρχει , κατὰ τὸν ἑσπέριον ὠκεανὸν τὰς ἐκβολὰς
4671855 ἐτελουντο
ποταμός , ἀλλὰ πόῤῥω . ὦ ψυχή . ἐνταῦθα γὰρ ἐτελοῦντο τὰ Ὀλύμπια : ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Πίσης τῆς Ἐνδυμίωνος
, τουτέστιν οἱ συνήθως κατὰ νόμους τελούμενοι ἔγνωσαν αὐτόν : ἐτελοῦντο δὲ ἐν τῇ Βοιωτίᾳ διάφοροι ἀγῶνες , ἐν μὲν
4670071 Πλυνος
πρὸς λαγνείαν ἀφορῶσαν . τὸν δ ' ἐκ Πλυνοῦ : Πλυνὸς χωρίον Λιβυκόν . κἀπὸ Καρικῶν ποτῶν ἀπὸ Λακεδαίμονος .
. Μενέλαος γὰρ καὶ Λίβυς καὶ Λάκων ἦν οὕτω : Πλυνὸς πόλις Λιβύης , ὅθεν ἦν Ἄτλας Πληιόνης * δὲ
4651854 ἱδρυεται
γὰρ ἀντικαταλαμβάνοντα τὰν τῶν καρρόνων χώραν καὶ ἀπελάσαντα τὰ συγγενέα ἱδρύεται κακοῦντα τὰ σώματα καὶ ἐς αὔταυτα ἀναλύοντα . καὶ
ἀριστίνδην ἐπιλεγόμενος τὸν ἀνωτάτω καὶ ὡσανεὶ σώματος ἡνωμένου κεφαλὴν πλησίον ἱδρύεται διανοίας τῆς ἑαυτοῦ : καὶ γὰρ αὕτη τρόπον τινὰ
4651648 ἑστασιν
δὲ τὰς πυκνὰς περιόδους λεγόντων οὐδ ' αἱ κεφαλαὶ ῥᾳδίως ἑστᾶσιν , ὡς ἐπὶ τῶν οἰνωμένων , οἵ τε ἀκούοντες
Ἄρης κατέσκηψ ' , ἔς τε μονομάχου πάλης ἀγῶνα νῦν ἑστᾶσιν . Στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι φλόγ
4650862 Ἀττις
Δημοσθένης : ” κατάρχεις τοῖς Σάβοις : Ἄττις Ὕις , Ἄττις ” . Θεόπομπος Καπήλισι : „ κολάσομαι γ '
, τοῦτο γάρ ἐστιν ὁ πῖλος . Ἐρᾷ δὲ ὁ Ἄττις τῆς Νύμφης : αἱ δὲ Νύμφαι γενέσεως ἔφοροι ,
4650678 προσαγορευονται
Ἀσίαν ἐπελθὼν τὴν σύμπασαν : διὸ δὴ πολλαχοῦ Σεσώστριος χάρακες προσαγορεύονται , καὶ ἀφιδρύματά ἐστιν Αἰγυπτίων θεῶν ἱερῶν . τὰ
ἐλάττους κουρίας , ὡς καὶ κατὰ τὸν ἡμέτερον βίον ἔτι προσαγορεύονται . εἴη δ ' ἂν Ἑλλάδι γλώττῃ τὰ ὀνόματα
4646718 ὀνομαζονται
καὶ μάλιστα , ὅταν πυκνὰ ὦσιν . τὰ δένδρα τριχῶς ὀνομάζονται : τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν λέγονται φυλλοβόλα , τὰ
μὲν οἱ ἐπὶ τοῖς ἐσχάτοις οἰκοῦντες τὰ πρὸς δυσμέων Κύνητες ὀνομάζονται , ἀπ ' ἐκείνων δὲ ἤδη πρὸς βορέαν ἰόντι
4642393 διδυμοι
] Τριόπας καὶ Μεσσήνη . Τριόπᾳ δὲ ἐκ Σωσίδος ἐγένοντο δίδυμοι μὲν Πελασγὸς καὶ Ἴασος , νεώτεροι δὲ Ἀγήνωρ καὶ
ἄκρον τούτου πόσθη . ὄσχεος δ ' ἐν ᾧ οἱ δίδυμοι , ὧν τὸ μὲν ἄνω κεφαλή , τὸ δὲ
4637117 φονικων
πάλιν εἰς τὴν Τροίαν ὥσπερ τις παῖς κινήσας καπνῷ σφηκῶν φονικῶν κατοικίαν καὶ παροτρύνας αὐτούς . χ ' ὡ μὲν
πολλὰ ἦν δικαστήρια , καὶ ἔν τισι μὲν ἐδίκαζον περὶ φονικῶν πραγμάτων , ἔν τισι δὲ περὶ δημοτικῶν : καὶ
4633752 Μελας
ἀεί . τὸν ὑμνοποιὸν δόναχ [ ' , ὃν ἐκφύει Μέλας ] ποταμὸς ἀηδόν ' εὐπνόων αὐλὴν σοφήν θεοῦ γὰρ
τοῦ ποταμοῦ τοῦ Μέλανός εἰσιν αἱ πηγαί , καὶ ὁ Μέλας ἐς λίμνην καὶ οὗτος τὴν Κηφισίδα ἐκδίδωσιν . ἐπέχει
4633527 ἐπαλαισε
ἐς τὰς βοῦς τὰς ἐξ Ἐρυθείας ἔρωτα , ὥστε καὶ ἐπάλαισε πρὸς τὸν Ἡρακλέα ἆθλα ἐπὶ τῇ πάλῃ καταθέμενος τάς
Καλυδώνιον κάπρον , καὶ ἐν τῷ ἐπὶ Πελίᾳ τεθέντι ἀγῶνι ἐπάλαισε Πηλεῖ καὶ ἐνίκησεν . ἀνευροῦσα δὲ ὕστερον τοὺς γονέας
4632553 Κλειτορα
ἡλίου δυσμῶν ἡ μὲν ἀριστερὰ τῶν ὁδῶν ἐς πόλιν ἄγει Κλείτορα , ἐν δεξιᾷ δὲ ἐπὶ Νώνακριν καὶ τὸ ὕδωρ
ἔχοντες βρόγχον φθέγγονται . τοιοῦτοι δ ' εἰσὶν οἱ περὶ Κλείτορα τῆς Ἀρκαδίας ἐν τῷ Λάδωνι καλουμένῳ ποταμῷ : φθέγγονται
4626372 ἑβδομος
δεξιῷ ποδὶ τοῦ Ὀφιούχου , καὶ ὅτι ὁ πέμπτος καὶ ἕβδομος σφόνδυλος ἐπ ' εὐθείας εἰσὶ τῷ ἐν μέσῳ τῷ
ἤτοι κοπροφάγος . Τοιοῦτοι γὰρ οἱ ἐκεῖσε βόες . Βοῦς ἕβδομος : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἕβδομος δὲ , ὅτι
4625415 ταμειοις
γὰρ τῶν χρημάτων ἐπεισροῆς τῶν ἀπὸ τῆς Ἀσίας χορηγουμένων τοῖς ταμείοις ἀποφυγούσης ἐκ τοῦ τῆς Ἀσίας ἁπάσης κατακυριεῦσαι τοὺς Τούρκους
Μάθοις δ ' ἂν ἴσως τοῦτο τοῖς τῶν πλουσίων παρακόψας ταμείοις , εἰ μὴ παρά σοι χρυσὸς καθαρὸς καθέστηκεν .
4619811 Πρωτεσιλαῳ
τῆς Ὄθρυος πρόποδες . καθάπερ δὲ ἡ Φυλάκη ἡ ὑπὸ Πρωτεσιλάῳ τῆς Φθιώτιδός ἐστι τῆς προσχώρου τοῖς Μαλιεῦσιν , οὕτω
νησίον , εἶτ ' Ἀντρών : ἦν δὲ αὕτη ὑπὸ Πρωτεσιλάῳ . τοσαῦτα μὲν περὶ τῆς ὑπὸ τῷ Ἀχιλλεῖ μερίδος
4615232 ξενιος
παρακλήσει μεταλαμβανόμενον : † ὥς ἐστιν ὁ Ζεὺς φίλιος καὶ ξένιος καὶ τὰ λοιπά , οὕτως καὶ ἱκέσιος . ἀντὶ
Καὶ γὰρ δαίμων λέγεται ξένιος , καὶ θεός : ὁ ξένιος ἑκάστου δαίμων , φησὶν ἐν Νόμοις , τῷ ξενίῳ
4613351 Κραντορα
διπλασίου τῶν συμπληρούντων ἑκάτερον ὀφειλόντων . τοῖς δὲ περὶ τὸν Κράντορα βοηθοῦσιν αἵ τε θέσεις τῶν ἀριθμῶν , ἐπιπέδων ἐπιπέδοις
' ὃν Θεοφράστου διήκουσεν . ἔπειτα μετῆλθεν εἰς Ἀκαδήμειαν πρὸς Κράντορα : Μοιρέας μὲν γὰρ ὁ προειρημένος ἀδελφὸς ἦγεν αὐτὸν
4612996 Θεοπομπῳ
ἔθνος πρὸς τῇ Σκυθίᾳ , οἳ καὶ Ἀχαρνοί λέγονται παρὰ Θεοπόμπῳ . Ἀχαρναί , δῆμος τῆς Οἰνηίδος φυλῆς . Ἡρωδιανὸς
, τὴν δὲ Κηφισοφῶν ὁ Παιανιεύς : ἡ δὲ τετάρτη Θεοπόμπῳ ἐγήματο τῷ Κηφισοδότου πατρί . Καὶ ὁ μὲν Δικαιογένης
4612263 ἐσχατος
τῆς κεφαλῆς τοῦ ἑπομένου Διδύμου ἑσπέριος ἀνατέλλει , καὶ ὁ ἔσχατος τοῦ Ποταμοῦ ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις καὶ Δοσιθέῳ καὶ
τῶν πρὸ τοῦ Κρατῆρος ] ὁ τρίτος ἀπὸ δύσεως , ἔσχατος δὲ ὅ τε Στάχυς καὶ τοῦ Κενταύρου ὁ ἀριστερὸς
4609721 Μεσσηνιου
σφέας ὁδόν . Ἐνθαῦτα δὴ τοὺς Σπαρτιήτας κατὰ τὰς τοῦ Μεσσηνίου ὑποθήκας φυλάξαντας τὴν μητέρα τῶν Ἀριστοδήμου παίδων λαβεῖν κατὰ
, ἤγουν ταῖς πηγαῖς καὶ τῷ ῥεύματι , σχιζόμενος τοῦ Μεσσηνίου Εὐρώτου : οἵτινες ἀμφότεροι ποταμοὶ ἀπὸ τῆς Ἀσέας τὰ
4608998 προσηγορευετο
δὲ καὶ πάθη τῶν διαστημάτων διὰ τὸ σπάνιον τῆς χρήσεως προσηγορεύετο . Μέλος δέ ἐστι τέλειον μὲν τὸ ἔκ τε
, παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν . τετρακτὺς δὲ προσηγορεύετο παρ ' αὐτοῖς ὁ ἐκ τῶν πρώτων δʹ ἀριθμῶν
4608764 Ἀνδρομεδας
Φρύνιχος , ὃς εἰσήγαγε γραῦν ἐσθιομένην ὑπὸ κήτους κατὰ μίμησιν Ἀνδρομέδας διὰ γέλωτα τῶν θεωμένων . ἴσως δὲ νῦν ἐν
. ὡρῶν ιγ ∠ ʹ : ὁ κοινὸς Ἵππου καὶ Ἀνδρομέδας ἑῷος δύνει . κεʹ . ὡρῶν ιγ ∠ ʹ
4607566 Βρυγοι
δὲ Ἄψυρτον ὁ Ἰάσων ἔπληξεν ὥς τις βοῦν καταβάλλων . Βρυγοί : ἔθνος Ἰλλυρίας . προδόμῳ : καταχρηστικῶς πρόδομον εἶπε
δὲ Ἄψυρτον ὁ Ἰάσων ἔπληξεν ὥς τις βοῦν καταβάλλων . Βρυγοί : ἔθνος Ἰλλυρίας . προδόμῳ : καταχρηστικῶς πρόδομον εἶπε
4604431 ἀκροστολιῳ
αʹ μεγέθους α , δʹ α . τῶν ἐν τῷ ἀκροστολίῳ β ὁ προηγούμενος . . . . . .
πρὸς τὰς ἀνατολὰς ἁψῖδα , καὶ ὁ μὲν ἐν τῷ ἀκροστολίῳ λαμπρὸς ἐντός ἐστι τῆς αὐτῆς πλευρᾶς ἑνὶ τμήματι ,
4601400 παλης
ἐν τῇ . * † ὁμοίως . τὴν ἀπὸ τῆς πάλης νίκην . ἄλλην δ ' ἐρέω μετὰ ταῦτα ,
Εὐθυμένης τε ἐξ αὐτῆς Μαινάλου , νίκας τὴν μὲν ἀνδρῶν πάλης , τὴν δ ' ἔτι πρότερον ἐν παισὶν εἰληφώς
4600323 περιειληπται
πάσης , τἆλλα πάντα ὠνόμασταί τε τοῖς προσφυεστάτοις ὀνόμασι καὶ περιείληπται τοῖς ἐπιτηδειοτάτοις σχηματισμοῖς , ἀρετῆς τε οὐδεμιᾶς ὡς εἰπεῖν
ἐστι τῶν παραγομένων , οὐδὲ ἀνοίκειον , οὐδὲ ὃ μὴ περιείληπται ὑπὸ τοῦ γεννῶντος ὡς ἑαυτοῦ ὂν ἴδιον . Εἰ
4599103 Ἐφραϊμ
ἐκ λήθης Μανασσῆς , τοῖς δὲ τὸ πρότερον ὁ καρποφόρος Ἐφραΐμ . ὅθεν καὶ Βεσελεὴλ ἀνακαλεῖ ὁ θεὸς ἐξ ὀνόματος
ἐστὶ μάθησις πρὸς φύσιν , τοῦτον ἔχει λόγον Μανασσῆς πρὸς Ἐφραΐμ , τὸ δ ' ἐστὶ πρὸς μνήμην ἀνάμνησις .
4597083 ἀνερρηθη
πατρίδος , ᾧ πάλαι τοὺς ὑπερασπίσαντας ἐγέραιρον οἱ περισωθέντες . ἀνερρήθη δὲ καὶ πατὴρ πατρίδος , καὶ δικτάτωρ ἐς τὸν
εἰς ἄλλους μεθισταμένης . Μετὰ δὲ τὸν ἐνιαυτὸν Νουμᾶς Πομπίλιος ἀνερρήθη βασιλεύς . Οὗτος πολέμου μὲν ἀπέσχετο παντὸς , τῇ
4597015 ὑστατος
ἀπ ' αὐτοῦ τὴν διαδοχὴν ἐφύλαξαν μέχρι τοῦ Εὐπάτορος . ὕστατος δὲ τῆς Παφλαγονίας ἦρξε Δηιόταρος , Κάστορος υἱὸς ὁ
νεῖκος δὲ κρεσσόνων ἀποθέσθ ' ἄπορον . καὶ κεῖνος ἀβουλίᾰͅ ὕστατος ἁλώσιος ἀντάσαις θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν . ὁ δ
4591457 ὠνομασθησαν
, τοιούτων δὲ πατράσι τέκνων ὀνομασθῆναι ὁποίων οἱ τεκόντες ὑμᾶς ὠνομάσθησαν , τὸ μέντοι πατρικὸν εὐτυχήσασιν ὄνομα , μὴ καὶ
ἀναδεδέχθαι : ἕνεκα δὲ τοῦ ἀπ ' αὐτῶν δηλουμένου διαζευκτικοὶ ὠνομάσθησαν . ὅλης γὰρ τῆς φράσεως ὄντες συνδετικοί , τὰ

Back