] Τριόπας καὶ Μεσσήνη . Τριόπᾳ δὲ ἐκ Σωσίδος ἐγένοντο δίδυμοι μὲν Πελασγὸς καὶ Ἴασος , νεώτεροι δὲ Ἀγήνωρ καὶ
ἄκρον τούτου πόσθη . ὄσχεος δ ' ἐν ᾧ οἱ δίδυμοι , ὧν τὸ μὲν ἄνω κεφαλή , τὸ δὲ
7515238 Χθονιος
, πρῶτοι κατῴκησαν οἱ μετὰ Τρίοπος ἀφικόμενοι , ὧν ἡγεῖτο Χθόνιος ὁ Ποσειδῶνος καὶ Σύμης , ἀφ ' ἧς ἡ
οἱ περιλειφθέντες τῶν Σπαρτῶν , ὡς Αἰσχύλος φησίν , ἦσαν Χθόνιος , Οὐδαῖος , ! ! ] ! ! !
7460698 ἐγεννηθησαν
ἐπληθύνθησαν οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων , ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις ἐγεννήθησαν θυγατέρες ὡραῖαι καὶ καλαί . καὶ ἐθεάσαντο αὐτὰς οἱ
. χῶρος τόπος . ἐφέστιος : ἐγκάτοικος . γένοντο : ἐγεννήθησαν , ἐτράφησαν , εἰς φῶς προῆλθον . Στάζει :
7388068 Ἐχιων
οὐκ ἐξεδίκησαν , ἀλλὰ τοῖς Θηβαίοις ἐκοινώνησαν . καὶ γὰρ Ἐχίων εἷς ὢν τῶν Σπαρτῶν ἔγημεν Ἀγαύην τὴν Κάδμου .
εἰσὶ δὲ οὗτοι οἱ ἐξ αὐτῶν ὑπολειφθέντες : Πέλωρ , Ἐχίων , Οὐδαῖος , Χθόνιος , Ὑπερήνωρ , κατὰ δὲ
7345336 κιρκοι
ἀδελφιδοῦν . . ἐπτοημένοι ] περιεσπασμένοι καὶ πεφροντισμένοι . . κίρκοι πελειῶν ] πελείας τὰς νύμφας , ἤτοι τὰς τοῦ
ἁρπακτικὸν , λέγει . . καθὰ καὶ ἀετοί . . κίρκοι ] ὀξύπτεροι ἀετοί . πελειῶν ] περιστερῶν . οὐ
7300549 θρονοι
οἴκου οἷον ἐκ στιβάδων ᾠκοδομημένον , πρὸς οὗ καὶ οἱ θρόνοι ἔκειντο , ὥστε οὖν καὶ ἐπ ' αὐτῶν καθιζομένους
οἴκου οἷον ἐκ στιβάδων ᾠκοδομημένον , πρὸς οὗ καὶ οἱ θρόνοι ἔκειντο , ὥστε οὖν καὶ ἐπ ' αὐτῶν καθιζομένους
7278936 δυνουσιν
τὸν Καρκίνον ἡμικυκλίου αἱ ἴσαι περιφέρειαι οὐκ ἐν ἴσῳ χρόνῳ δύνουσιν , ἀλλ ' ἐν πλείστοις μὲν αἱ πρὸς ταῖς
νύκτας μ . Ἐν δὲ τῇ καῃ Εὐδόξῳ Ὑάδες ἀκρόνυχοι δύνουσιν . Ἐν δὲ τῇ κγῃ Εὐκτήμονι Ὑάδες κρύπτονται :
7269756 ἐσθλοδοται
καὶ σέλας Ἠελίου Μήνην τε καὶ ὥρην ὁππότ ' ἂν ἐσθλοδόται μὲν ἀποστρεφθέντες ἴωσιν , οἱ δ ' ὀλοοὶ λεύσσωσι
ἢν συναφὴν Μήνης Φαίνων τε καὶ Ἄρης δέρκωντ ' , ἐσθλοδόται δέ τ ' ἀπόστροφοι ἰνδάλλωνται , ποιμένας ἀγρονόμους τε
7253948 ἠιθεοι
κοῦραι σὺν εὐθυμίᾳ νεοκτίτῳ ὠλόλυξαν , ἔκλαγεν δὲ πόντος : ἠίθεοι δ ' ἐγγύθεν νέοι παιάνιξαν ἐρατᾷ ὀπί . Δάλιε
. , : Παρὰ Σαυνίταις κατ ' ἔτος οἵ τε ἠίθεοι κρίνονται δημοσίᾳ καὶ αἱ παρθένοι , ὁ δὲ κριθεὶς
7235348 ἐξεγενοντο
, ἄναξ , σέθεν , ἠδὲ καὶ αὐτοῦ ἐκ Διὸς ἐξεγένοντο , μίτου κρατερῆς ὑπ ' ἀνάγκης . Ἠέριον μετὰ
γρώνῃσιν ἔδυσαν μυοδόκοις , ἵνα τέκνα κακοφθόρα τῶνδε θανόντων σκορπίοι ἐξεγένοντο καθ ' ἕρκεα λωβητῆρες . τὸν δὲ μελίχλωρον :
7221498 ἐναλλαγδην
ἀστέρες , εὐέρκται δὲ θοῇ συνέωσι Σελήνῃ , ἢ καὶ ἐναλλάγδην , σκαιὴν ποιοῦσι θάλασσαν . Σελήνη ἀμαρτύρητος οὖσα ὑπὸ
αὐτῷ Στίλβοντι φαείνητ ' ἠδέ θ ' ὅροισιν ἀλλήλων βεβαῶτες ἐναλλάγδην φορέοιντο , θείῃσιν σοφίῃσι κεκασμένοι ἐξεγένοντο ἀνέρες : ἢ
7200841 Ἑσπεριδες
φησιν αὐτάς , ἔνιοι δὲ τὰς αὐτὰς ταῖς Ἀτλαντίσιν . Ἑσπερίδες δὲ ὀνομάζονται διὰ τὸ ἐν τῇ ἑσπέρᾳ , τουτέστιν
μζ ∠ ʹ λα δʹ Πενταπόλεως : Βερενίκη ἡ καὶ Ἑσπερίδες . . . . . μζ ∠ ʹδʹ λα
7182244 Φοβος
ἡ χθονία καὶ Ἐριννύες καὶ Δαίμονες οἱ περὶ τούτους καὶ Φόβος καὶ Δεῖμος , οὓς ἔνιοι Ἄρεως υἱεῖς λέγουσιν .
ἠκούομεν κυμβάλων τε καὶ τυμπάνων πάταγον καὶ κραυγὴν μυρίαν . Φόβος οὖν ἔλαβεν ἡμᾶς , καὶ οἱ μάντεις ἐκέλευον ἐκλείπειν
7164754 ἀνεψιοι
μυρίοι διδάσκαλοι γεγόνασι , πατέρες , ἀδελφοί , θεῖοι , ἀνεψιοί , πάπποι , πρόγονοι μέχρι τῶν ἀρχηγετῶν , οἱ
καὶ εἰδὼς ἐπῄνεις τε καὶ ἐχρῶ . τούτῳ τρεῖς εἰσιν ἀνεψιοί , εἷς μὲν ὁμώνυμος , ἕτερος δὲ Ἀρτεμίσιος καὶ
7157683 ἐπιχρυσοι
παρεπεπήγεσαν δᾷδες χρυσαῖ δεκαπήχεις τέσσαρες . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι βʹ , ὧν ἣ μὲν δωδεκάπηχυς τῇ περιμέτρῳ ,
μεγέθεσι , καὶ ἀετοὶ πηχῶν εἴκοσι . Στέφανοί τ ' ἐπίχρυσοι ἐπόμπευσαν τρισχίλιοι διακόσιοι , ἕτερός τε μυστικὸς χρυσοῦς ,
7157065 ζωναι
δὲ χρῶνται καὶ μαχαίραις καὶ θώραξι καὶ σαγάρεσι χαλκαῖς , ζῶναι δὲ αὐτοῖς εἰσι χρυσαῖ καὶ διαδήματα ἐν ταῖς μάχαις
ἐν τῷ Ἑρμῇ ταύτῃ διηκρίβωσεν εἰπών : Πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηνται : αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο
7153909 φορεονται
ἐπ ' ἰξύας αἰὲν ἔχουσιν ἀλλήλων , αἰεὶ δὲ κατωμάδιαι φορέονται , ἔμπαλιν εἰς ὤμους τετραμμέναι . . . Καὶ
φύζῃ : δειλίᾳ , φυγῇ * φύζῃ . . . φορέονται : ἀπέρχονται φυγῇ ὀπισθόρμητοι φέρονται * ἐπρήσθη : ἐκαύθη
7142848 Λαγωου
μεταξὺ τοῦ Κήτους καὶ τοῦ „ Πηδαλίου τεταγμένοι ὑποκάτω τοῦ Λαγωοῦ ἐν οὐδενὶ ” ἄστρῳ καταριθμοῦνται , ἀλλ ' εἰσὶν
καὶ πάντα κατέρχεται Ὠρίωνος , πάντα γε μὴν ἀτέλεστα διωκομένοιο Λαγωοῦ . Ἀλλ ' οὐχ Ἡνιόχῳ Ἔριφοι οὐδ ' Ὠλενίη
7136691 Πυροεις
δὲ ἀγαθοποιοὶ ὁρῶσιν ἐλαττοῦνται τὰ κακά . εὖτε δέ κεν Πυρόεις Φαίνων θ ' ἅμα καὶ τρίτος Ἑρμῆς τοίην ἄλλοθεν
κάμνει . εὖτ ' ἂν δ ' ἀντέλλῃ Φαίνων , Πυρόεις δέ τε δύνῃ , πενθαλέοισιν ἑὴν ἄλοχον τύμβοισι καλύψας
7130378 χρυσεοι
ὦ Δημοσθένεις . Πρόσκειται εἰς ς λήγουσα διὰ τὸ οἱ χρύσεοι οἱ χρυσοῖ καὶ οἱ χάλκεοι οἱ χαλκοῖ : ταῦτα
ἀσπαίροντα λάων : τὸ δὲ θαυμάζεσκον ἅπαντες , ὡς οἱ χρύσεοι ἐόντες ὁ μὲν λάε νεβρὸν ἀπάγχων , αὐτὰρ ὁ
7127675 διφροι
+ * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + . . .
ἦν καὶ πεποίκιλτο χρυσοῖς ἀγάλμασιν , οἱ δὲ τῶν ἄλλων δίφροι χαλκοῖ μέν , ἄσημοι δὲ ἦσαν , ὑψηλοὶ δὲ
7091535 δοιοι
ὅτι τῶν κακῶν ἄλλα αἴτια , οὐχ ὁ θεός . δοιοί τε πίθοι . περὶ τῶν παρ ' Ὁμήρῳ δύο
: τῶν ἐντέρων , ὅκωϲ τῆϲ κοιλίηϲ , χιτῶνεϲ ἔαϲι δοιοί , ἀτὰρ καὶ ἀλλήλοιϲι ἐπιβάλλουϲι οἵδε λοξοί . ἢν
7082893 Πλειαδες
Εὐκτήμονι Πλειάδες ἑσπέριοι κρύπτονται . Ἐν δὲ τῇ ιγῃ Εὐδόξῳ Πλειάδες ἀκρόνυχοι δύνουσι , καὶ Ὠρίων ἄρχεται δύνειν ἀπὸ ἀκρονύχου
διαφύγοι . Ἔστι δὲ ὥρα τοῦ ἔτους καὶ ἀνίσχουσιν αἱ Πλειάδες : μόλις ἂν ἴδοις αὐτὰς ὑποφαινομένας πλησίον τοῦ ταύρου
7082767 Ὑπεριων
φλογολαμπής , ὄμβριμος . Ἥλιος : Τιτάν , φάων , Ὑπερίων , χρυσαυγής , λαμπής . Ἀφροδίτη : Φωσφόρος ,
, Ἱκετάων Ἱκετάονος , Ἀρετάων Ἀρετάονος , Ἀμφίων Ἀμφίονος , Ὑπερίων Ὑπερίονος , Ὑπερίονος Ἠελίοιο , Ἐχίων Ἐχίονος , Πανδίων
7082259 Ἰδαιοι
ἥψαντο . ὡς δὲ Μνασέας ἐν πρώτωι Περὶ Ἀσίας , Ἰδαῖοι Δάκτυλοι ἀπὸ τοῦ πατρὸς Δακτύλου καὶ τῆς μητρὸς Ἴδης
μνήμην παραδεδομένων ᾤκησαν τῆς Κρήτης περὶ τὴν Ἴδην οἱ προσαγορευθέντες Ἰδαῖοι Δάκτυλοι . τούτους δ ' οἱ μὲν ἑκατὸν τὸν
7061177 Τιτηνες
ἐκέλευε , θεοὺς δ ' ὀνόμηνεν ἅπαντας τοὺς ὑποταρταρίους οἳ Τιτῆνες καλέονται . αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ὄμοσέν τε τελεύτησέν
εὐρὺν ἵκανε , μέχρις ἐπ ' Ἀιδονῆος ὑπερθύμοιο βέρεθρον : Τιτῆνες δ ' ὑπένερθε μέγ ' ἔτρεσαν . Ἀμφὶ δὲ
7056640 πλοχμοι
τὸ σφήκωμ ' : τὸ πλέγμα . Γ καὶ Ὅμηρος πλοχμοί θ ' οἳ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο .
ὠδύρετο λέγων , αἵματί οἱ δεύοντο κόμαι Χαρίτεσσιν ὁμοῖαι , πλοχμοί θ ' οἳ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐσφήκωντο :
7054502 χιτωνες
, ὦ τέκνον , περιβέβληται χιτῶσιν . ὅταν οὗτοι οἱ χιτῶνες πυκνοὶ ὦσι καὶ παχεῖς , οὐκ ὀξυωπεῖ ὁ ὀφθαλμός
] ὕων [ σπαρναί τε χλαῖναι [ ] ες τε χιτῶνες [ [ βουκόλοι ] ἀγροιῶται ? [ [ ]
7051783 πηλαμυς
ἰδόντος σημαίνουσιν , οἷον θύννος καὶ τὰ εἴδη αὐτοῦ πρημὰς πηλαμὺς σῖμος σφύραινα [ καὶ ] κολίας καὶ τὰ ὅμοια
ὁρμήν : πνοήν . Χεῖμα δέ : ἱστοροῦσιν ὅτι ἡ πηλαμὺς ἀμβλυωπεῖ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ χειμῶνος ἐν τοῖς πηλώδεσι
7045001 ἀνωνυμοι
εὐρώεντα , ἤγουν τὸν σκοτεινὸν , ἢ τὸν πλατὺν , ἀνώνυμοι . Θάνατος δὲ κατέσχεν αὐτοὺς μέλας , ἀντὶ τοῦ
τὴν Β ῥητὴν προπαραβέβληνται , ἐς ἄπειρον ἄλογοι ἂν εὐθεῖαι ἀνώνυμοι ἀναφαίνοιντο , καὶ ἡ περὶ τούτων θεωρία τέλος οὐχ
7043546 Τηριδατης
ἔτη βʹ , καὶ ἀναιρεῖται , καὶ μετ ' αὐτὸν Τηριδάτης ἀδελφὸς ἔτη λζʹ . , . . , .
Ἀλεξάνδρου τοῦ κτίστου διὰ τοιαύτην αἰτίαν . Ἀρσάκης τις καὶ Τηριδάτης ἀδελφοί , τὸ γένος ἕλκοντες ἀπὸ τοῦ Περσῶν Ἀρταξέρξου
7040992 καλεονται
ἑβδομάδι ὀδόντες φύονται δύο τοῖσι πολλοῖσι τῶν ἀνθρώπων , οὗτοι καλέονται σωφρονιστῆρες . Αἱ δὲ τρίχες φύονται ὧδε : ὀστέα
σφι κεῖται ἀπὸ τῶν τεχνέων . Οἱ δὲ μάχιμοι αὐτῶν καλέονται μὲν Καλασίριές τε καὶ Ἑρμοτύβιες , ἐκ νομῶν δὲ
7040120 Δειμος
τόθι φασὶν Ἐρινύος εἶναι ἔδεθλον πατρί τε κυανοχαῖτα Ποσειδάωνι πεποιθώς Δεῖμός τ ' ἠδὲ Φόβος , πόδας αἰνετώ , υἷε
δὲ τοὺς μὲν Ἄρης , τοὺς δὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη , Δεῖμός τ ' ἠδὲ Φόβος καὶ Ἔρις ἄμοτον μεμαυῖα :
7039538 Ἀγαυη
καλουμένη . Σεμέλη μὲν οὖν ἐκεραυνώθη , ὡς ἴσμεν , Ἀγαυὴ δὲ καὶ Ἰνὼ μανεῖσαι τὰ τέκνα διέφθειραν . Θυώνην
ὠκύτητ ' οὐχ ἥσσονες [ ποδῶν ἔχουσαι συντόνοις δρομήμασι μήτηρ Ἀγαυὴ σύγγονοί θ ' ὁμόσποροι ] πᾶσαί τε βάκχαι ,
7025880 Ὑλας
κατεφαίνετο : περὶ οὗ φησι καὶ Θεόκριτος : Κὤχεθ ' Ὕλας ὁ ξανθὸς ὕδας ἐπιδόρπιον οἴγων . Ζωπύρου τάλαντα :
ζῷον ὁμώνυμον . Μητιόχη καὶ Μενίππη εἰς ἀστέρας κομήτας . Ὕλας εἰς ἠχώ . Ἰφιγένεια εἰς δαίμονα καλούμενον Ὀρσιλόχην .
7020849 ἀγορῃσι
ἐχούσαις τὴν οἰκοδομὴν , τὴν πάρδαλιν μάστιγι ἀνέγειρε μανιωθεῖσαν . ἀγορῇσι : συνελεύσεσι , στοαῖς , τόποις ἀγοραίοις : ἀγορὴ
ὠνῇ τε καὶ πρήσι χρέωνται : αὐτοὶ γὰρ οἱ Πέρσαι ἀγορῇσι οὐδὲν ἐώθασι χρᾶσθαι , οὐδέ σφι ἔστι τὸ παράπαν
6996267 δυνουσι
ἐν νυκτί . ἐπισημαίνεται δὲ τοῦτο Ἄρατος λέγων ἓξ αἰεὶ δύνουσι δυωδεκάδες κύκλοιο : δυωδεκάδες γὰρ εἶπε τὰ δωδεκατημόρια τῶν
δὲ , τὴν πρώτιστον δὲ ταύτης Ὑάδες σὺν τῷ Λαγωῷ δύνουσι πρὸς τὸν ὄρθρον , καὶ τὴν δευτέραν τὸ αὐτὸ
6993831 Ἀνταρης
καλούμενος Αἲξ ἑσπέριος δύνει . ὡρῶν ιε : ὁ καλούμενος Ἀντάρης ἑῷος δύνει . Καίσαρι ἐπισημασία , ὑετία . καʹ
. καʹ . ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ καλούμενος Ἀντάρης ἑῷος δύνει . Καίσαρι ἐπισημαίνει . κβʹ . Αἰγυπτίοις
6993243 ἀστραγαλοι
κλήροις τοπρὶν ἐμαντεύοντο , καὶ ἦσαν ἐπὶ τῶν ἱερῶν τραπεζῶν ἀστράγαλοι , οἷς ῥίπτοντες ἐμαντεύοντο . ἐπεὶ δ ' ἐμβόλου
ὡς ἀστράγαλον γεγλύφθαι . τοῦτο δὲ εἶπε , παρόσον οἱ ἀστράγαλοι ὀρθοί εἰσι καὶ λεπτοὶ καὶ εὔρυθμοι . οἱ μὲν
6984039 Κελαινω
καὶ Ἠλέκτρη κυανῶπις , Ἀλκυόνη τε καὶ Ἀστερόπη δίη τε Κελαινώ , Μαῖά τε καὶ Μερόπη , τὰς γείνατο φαίδιμος
: ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναι ἐπιρρήδην καλέονται Ἀλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηϋγέτη καὶ
6983501 Ῥειη
καὶ οὐρανῷ ἰσοφαρίζειν [ οὐλύμποιο ] ? νέον λάχεν υἱέα Ῥείη [ ἄνδρα φερεσσακέων ] ? κοσμήτορα [ ] ?
νηός Ἀργῴης : οὐ γάρ οἱ ἐέλπετο κῦμα περῆσαι . Ῥείη γὰρ κοτέεσκε δεδουπότος εἵνεκα λαοῦ : Ἀλλ ' ὅτε
6983467 πισυρων
: τὰ γὰρ εἰς ὕψος ἀνατρέχοντα φυτὰ λεπτὰ καυλεῖα ποιοῦσιν πισύρων ] τεσσάρων βάρος ] σταθμόν αἴνυσο ] λαβέ γαίης
καὶ Ἰουλιανὸς ὁ βασιλεύς , ἀλλ ' ἐτέων οὐκ ἐπέβη πισύρων , ἐπεχείρησε δὲ χρόνοις ὕστερον καὶ Λούκιος , ἀνὴρ
6976153 Μεροπη
καὶ τὸν υἱὸν πολέμιον εἶναι ὥσπερ ἡ Μερόπη . ἡ Μερόπη τοῦ περί τι παράδειγμά ἐστι . καὶ ἔστι παρ
τὸ οἰδεῖν τοὺς πόδας ἐκ τῶν περονῶν : ἡ μὲν Μερόπη πρώτη αὐτὸν ἐκάλεσεν Οἰδίπουν , ἡ δὲ Ἑλλὰς ἀπ
6974608 τριτατος
ἀγρευτῆρες , τῶν ἤτοι δοιοὶ μὲν ἐπηρέτμοισι πόνοισι μέμβλονται , τρίτατος δὲ δολόφρονα μῆτιν ὑφαίνει . θῆλυν ἀναψάμενος σύρει σκάρον
ἀγακλειτοῦ φίλος υἱός : τοῖσι δ ' ἅμ ' Εὐρύπυλος τρίτατος κίεν ἰσόθεος φώς , Μηκιστέως υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος .
6955383 πληθουσι
τε [ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν
φησὶ χώραν Ἑλλάδα . λέγει δὲ τὰς Ἀθήνας . . πλήθουσι νεκρῶν : αἱ ἀκταὶ καὶ οἱ αἰγιαλοὶ τῆς Σαλαμῖνος
6951951 Ἠσαν
ἀποτετυχηκώς , ἐπὶ δὲ τὸ ἓν πολλὰ † κατανείμας . Ἦσάν τινες ἴσως οἳ καὶ τὰς τῶν ὅλων ἀρχὰς ἀτελεστέρας
, ” ἀμφιβολία ἐστὶν , τίς θεὸς κελεύει φυλάττεσθαι . Ἦσάν τῳ δύο παῖδες : τοῦτό ἐστιν οὐ τὸ τυχὸν
6947344 ταρφεες
ἔκτοσθε πυλάων ἐσσεύοντο πανσυδίῃ νιφάδεσσιν ἐοικότες , αἵ τε φέρονται ταρφέες ἐκ νεφέων κρυερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ : ὣς οἵ
ψυχέων ἐμάχοντο : τοὺς δ ' ἤδη ἐδάμασσε βιὸς καὶ ταρφέες ἰοί . τοῖς δ ' Ἀγέλεως μετέειπεν ἔπος πάντεσσι
6942315 χειμεριαι
ἧς ἀλόχοιο ἀσχαλάᾳ σὺν νηῒ πολυζύγῳ , ὅν περ ἄελλαι χειμέριαι εἰλέωσιν ὀρινομένη τε θάλασσα : ἡμῖν δ ' εἴνατός
χειμῶνος χειμέριον . Κολοιοὶ ἐκ τοῦ νότου πετόμενοι καὶ τευθίδες χειμέριαι . Φωνὴ ἐν λιμένι ἀποψοφοῦσα καὶ πολύπλοκον ἠχοῦσα χειμέριον
6941293 Ἀλκυονη
κείνῳ Μερόπων ἔθνεα καὶ τὸν βουβόταν οὔρεϊ ἴσον Φλέγˈραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ , σφετέρας δ ' οὐ φείσατο χερσὶν βαρυφθόγγοιο νευρᾶς
ἐπὶ Τυδῆ στεῖλαν Ἀχαιοί . καὶ τὸν μέγαν πολεμιστὴν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ : οὗτος ὁ Ἀλκυονεὺς εἷς τῶν Γιγάντων λέγεται περὶ
6939208 σκοπελοι
τε Αἰγυπτίων κώμη καὶ ἡ Αἰνησίσφυρα ἄκρα , καὶ Τυνδάρειοι σκόπελοι , νησίδια τέτταρα ἔχοντα λιμένα : εἶθ ' ἑξῆς
τὸ κάλλιστον αὐτῷ τῶν κτημάτων ἀτίμως ἐπὶ γῆς κέοιτο μηδὲ σκόπελοι καὶ κόνις τὰ Ῥόδου πράγματα εἴη τὸ λοιπόν .
6933655 κρατηρες
καθήμενον τὸν Ἥφαιστον χαλκεύειν : καλεῖται δὲ ὁ τόπος οὗτος κρατῆρες , διὰ τὸ μεστὸς εἶναι πυρός † οὐκ ἔστιν
ἐπεσθίων τοῦ ἄρτου . ἐπειδὰν δὲ ἱκανῶς ἔχωσιν , ἐσφέρονται κρατῆρες ἀργυροῖ τε καὶ χρυσοῖ , δέκα συμπόταις ἀποχρῶν εἷς
6932445 Κλυτιος
εἰς δὲ Κύθνον Κέστωρ καὶ Κεφαλῆνος , εἰς δὲ Πάρον Κλύτιος καὶ Μέλας , εἰς δὲ Δῆλον Ἀντίοχος , εἰς
υἱοὺς δύο , Τηλέμαχον καὶ Κλύτιον : ὧν ὁ μὲν Κλύτιος ἔμεινεν ἐν Θήρᾳ τῇ νήσῳ , ὁ δὲ Τηλέμαχος
6929138 Φρυγιοι
εἴτε που Κουρῆτες ἦσαν , θεῖον Ἰδαῖοι γένος : ἢ Φρύγιοι Κορύβαντες τοὺς ἅλιος πρώτους ἐπεῖδε δενδροφυεῖς ἀναβλαστάνοντας : εἴτ
καὶ λόγοι μὲν Αἰθίοπες ἐνταῦθά μοι ἵστανται . λέγουσι δὲ Φρύγιοι λόγοι καὶ ἐν Φρυγίᾳ γίνεσθαι δράκοντας , καὶ προήκειν
6928130 ἀντιθεος
. . . . Ἶλός τ ' Ἀσσάρακός τε καὶ ἀντίθεος Γανυμήδης , ὃς δὴ κάλλιστος γένετο θνητῶν ἀνθρώπων :
] φοινικοπάραος ? ? φοινικόπρωιρος μιλτοπάραος [ ] θεουδής θεοταρβής ἀντίθεος ἰσόθεος ? ? [ δεισιδαίμων ] [ ! ]
6926796 Πηνελεως
εὐφώνοις διείληφεν ὥςτε μεγαλοπρεπέστατα φαίνεσθαι πάντων ὀνομάτων : Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήιτος ἦρχον Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε
Πετεώ , Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος Ἰφίτου , Πολύξενος Ἀγασθένους , Πηνέλεως Ἱππαλκίμου , Λήιτος Ἀλέκτορος , Αἴας Ὀιλέως , Ἀσκάλαφος
6921676 εὐδιοι
περιδνοφέοιντ ' ἀνέμοιο . Οὐδὲ μὲν ἠελίου σχεδόθεν μελανεῦσαι ἀλωαὶ εὔδιοι : ἀσσότεραι δὲ καὶ ἀστεμφὲς μελανεῦσαι μᾶλλον χειμέριαι :
' ἀνέμοιο . Καί ποτε καὶ κέπφοι , ὁποτ ' εὔδιοι ποτέωνται , ἀντία μελλόντων ἀνέμων εἰληδὰ φέρονται . Πολλάκι
6920535 ἀπειρεσιοι
ἥ κεν ἐρεμνοῦ ἐξ Ἄϊδος προμολοῦσα ποτιχρίμπτηται ἑκάστῳ . ἄλλαι ἀπειρέσιοι πολυμήτιος Ἑρμείαο δωτῖναι κομίσαντος ἐνὶ σπήλυγγι κέονται , ἄμβροτοι
ἄγκεα κίνυτο μακρὰ βαθύρρωχμοί τε χαράδραι καὶ ποταμοὶ καὶ πάντες ἀπειρέσιοι πόδες Ἴδης . Καί νύ κε Μυρμιδόνεσσι πολύστονον ὤπασεν
6918382 Ἠελιου
' ἔντοσθ ' αὐτῆς κεραμήϊα λεπτὰ ποιοῦσα . δεῦρο καὶ Ἠελίου θύγατερ πολυφάρμακε Κίρκη , ἄγρια φάρμακα βάλλε , κάκου
. Ἀλλ ' ἀπὸ ῥείθρου ὄρθριος Ἠριγένεια δυωδεκάωρος ὁδεύει , Ἠελίου λάμποντος ὁμόδρομος : ἱσταμένη δὲ ἀργυφέη πτερόεσσα χαράσσετο σύνδρομος
6917660 Μηνῃ
πινυτοῦ τε νόου παραπλῆγας ἔτευξαν . εἴκελα κἢν Πυρόεντος ὁμοῦ Μήνῃ ὑπὲρ ὥρης τελλομένου ἕτερον Φαέθων δύνῃ κατὰ κέντρον .
ἀλλοίων μικτοὶ τελέθουσι τοκήων . ἐν δὲ δισώμοις ὅσσοι ὁμοῦ Μήνῃ φορέονται , ἢ συναφὴν δείκνυντ ' , ἢ μαρτυρίῃσιν
6914526 Ἐννοσιδα
ἑλικογˈλεφάρου Λήδας τε , δοιοὶ δ ' ὑψιχαῖται ἀνέρες , Ἐννοσίδα γένος , αἰδεσθέντες ἀλκάν , ἔκ τε Πύλου καὶ
. , : φάτο δ ' Εὐρύπυλος Γαιαόχου παῖς ἀφθίτου Ἐννοσίδα ἔμμεναι ] τοῦτον Ἀπολ - λώνιος ποτὲ μὲν Εὐρύπυλον
6914448 χρυσειοι
ἡγήτορες ἑδριόωντο πίνοντες καὶ ἔδοντες : ἐπηετανὸν γὰρ ἔχεσκον . χρύσειοι δ ' ἄρα κοῦροι ἐϋδμήτων ἐπὶ βωμῶν ἕστασαν αἰθομένας
δ ' ἐφ ' ὑπερθύριον , χρυσέη δὲ κορώνη . χρύσειοι δ ' ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς
6910311 Σιμοεντος
οὐδέτερον τὴν διὰ τοῦ ντ κλίσιν ἐκώλυσεν , Σιμόεις γὰρ Σιμόεντος φαμὲν τὸ κύριον , κἂν μὴ ποιῇ οὐδέτερον :
ἔνθ ' ἴθυσε μάχη πεδίοιο ἀλλήλων ἰθυνομένων χαλκήρεα δοῦρα μεσσηγὺς Σιμόεντος ἰδὲ Ξάνθοιο ῥοάων . Αἴας δὲ πρῶτος Τελαμώνιος ἕρκος
6906348 Ἀγαπηνωρ
θεοείκελος Εὐρύαλός τε Δημοφόων τε καὶ Ἀμφίλοχος κρατερός τ ' Ἀγαπήνωρ , σὺν δ ' Ἀκάμας τε Μέγης τε κραταιοῦ
δὲ : ἡ σύνταξις οὕτως : ὁ δὲ ἀγρότης χερσαῖος Ἀγαπήνωρ ὁ αὐτόδαιτος ὁ ἐκ τῶν λυκαινομόρφων κρεανόμων Νυκτίμου ἐσχηκὼς
6899926 Ἰασος
μέρος . οἱ οἰκοῦντες Ἰᾶται . λέγεται καὶ Ἰωνικοί . Ἴασος , πόλις Καρίας ἐν ὁμωνύμῳ νήσῳ κειμένη , ἡ
Ἀχαιίδα δὲ πᾶσαν τὴν τῶν Ἑλλήνων χώραν . . : Ἴασος καὶ Πελασγὸς Τριόπα παῖδες : τελευτήσαντος δὲ αὐτοῖς τοῦ
6899561 Κυθερειῃ
ἀπορρείουσα δὲ τούτου , ἢν μὲν Ζηνὶ συνάπτῃ ἢ ἁβροκόμῳ Κυθερείῃ , ἐσθλὴ καὶ δώτειρα βίου πλούτοιό τε πολλοῦ ,
πανδήμιος ἦλθεν ἑορτή , τὴν ἀνὰ Σηστὸν ἄγουσιν Ἀδώνιδι καὶ Κυθερείῃ . πασσυδίῃ δ ' ἔσπευδον ἐς ἱερὸν ἦμαρ ἱκέσθαι
6892319 πωλοι
κυνηγετικοί , ὁδοιπορικοί , πομπικοί , πολεμιστήριοι , στρατιωτικοί . πῶλοι ἄβολοι , ἀβόλων καὶ τελείων οἱ μέσοιοὕτω γὰρ Πλάτων
δὲ ξανθὰς ἑκατὸν καὶ πεντήκοντα πάσας θηλείας , πολλῇσι δὲ πῶλοι ὑπῆσαν . καὶ τὰ μὲν ἠλασάμεσθα Πύλον Νηλήϊον εἴσω
6891278 Τηϋγετη
ὀδόντων εἰσίν . ἅν ποτε : ἥν ποτε . ἡ Τηϋγέτη ἡ θυγάτηρ τοῦ Ἄτλαντος . ταύτην Διὸς βουλομένου βιάσασθαι
, ὅτι Νύμφαι ἦσαν , ὧν οἱ ἀστέρες οὗτοι : Τηϋγέτη τ ' ἐρόεσσα καὶ Ἠλέκτρη κυανῶπις , Ἀλκυόνη τε
6891188 Βουτης
φυλῆς Βούτεια , ἀφ ' ἧς οἱ δημόται Βουτάδαι . Βούτης : οὗτος ἔσχε τὴν ἱερωσύνην : καὶ ἀπὸ τούτου
τὴν ἐναντίαν μοῦσαν μελῳδῶν τοὺς Ἀργοναύτας κατέσχε . μόνος δὲ Βούτης ἐξενήξατο πρὸς αὐτάς , ὃν ἁρπάσασα Ἀφροδίτη ἐν Λιλυβαίῳ
6887971 γλαυκοιο
Τιτυοῖο μεγασθενέος τέκε κούρη : κεῖνος ἀνὴρ καὶ πόντου ἐπὶ γλαυκοῖο θέεσκεν οἴδματος , οὐδὲ θοοὺς βάπτεν πόδας , ἀλλ
πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηντο , αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , ἡ δὲ μία ψαφαρή τε καὶ
6881472 περισσειοντο
, κόρυθι δ ' ἐπένευε φαεινῇ τετραφάλῳ : καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι χρύσεαι , ἃς Ἥφαιστος ἵει λόφον ἀμφὶ θαμειάς
ἔχων , οὐχ ὡς Φιλητᾶς ὄμματα . . καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι Χρύσεαι : νῦν καταχρηστικῶς αἱ χαῖται τῆς κόρυθος
6880004 ἀειδον
ἐκείνῳ τῷ ναῷ : χρύσειαι δ ' ἐξύπερθ ' αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . οὗτος μὲν δὴ ταῦτα ἐς μίμησιν ἐμοὶ
ἰὼν ἐμνάσατο κοίτου . Ὄρνιχες τρίτον ἄρτι τὸν ἔσχατον ὄρθρον ἄειδον , Τειρεσίαν τόκα μάντιν ἀλαθέα πάντα λέγοντα Ἀλκμήνα καλέσασα
6876733 Οὐδαιος
δράκοντος κατὰ Ἄρεως βούλησιν καὶ ἐγένοντο εʹ ἄνδρες ἔνοπλοι , Οὐδαῖος , Χθόνιος , Πέλωρ , Ὑπερήνωρ , Ἐχίων .
περιλειφθέντες τῶν Σπαρτῶν , ὡς Αἰσχύλος φησὶν , ἦσαν Χθόνιος Οὐδαῖος Πέλωρ Ὑπερήνωρ Ἐχίων , ὃς ἔγημεν Ἀγαύην τὴν Κάδμου
6876038 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
6875397 υἱεες
Τρώεσσι Δάρης ἀφνειὸς ἀμύμων ἱρεὺς Ἡφαίστοιο : δύω δέ οἱ υἱέες ἤστην , Φηγεὺς Ἰδαῖός τε , μάχης εὖ εἰδότε
” καί „ οὐ γὰρ ” ἔτ ' Οἰνῆος μεγαλήτορος υἱέες ἦσαν , οὐδ ' ἄρ ' ἔτ ' „
6875378 Μαια
: ὄνομα ἔθνους . Μοῦσα : ὄνομα κύριον θεᾶς . Μαῖα : ἡ μάμμη . Σφαῖρα : τὸ στρογγυλοειδές .
γάρ μοι θῦμος ὔμνην , τὸν κορύφαισιν † αὐγαῖς † Μαῖα γέννατο Κρονίδαι μίγεισα παμβασίληϊ τὸ γὰρ θέων ἰότατι ὔμμε
6874979 Καλαϊς
Ὠρειθυίας δὲ Χιόνη , Χθονία , Κλεοπάτρα , Ζήτης καὶ Κάλαϊς . ὁ δὲ Βορέας ἰδὼν παίζουσαν Ὠρείθυιαν πρὸς τῷ
διαφθείρουσι τὸν βίον . „ οἰκτείραντες δὲ αὐτὸν Ζήτης καὶ Κάλαϊς , ἀστυγείτονες αὐτῷ ὄντες , Βορέου δὲ παῖδες ,
6870463 ὀλοοι
ἀστέρες ἐσθλοδόται , παίδων πληθὺν χαρίσαντο . οἱ δ ' ὀλοοί , κἢν δῶσι γονὴν τεκέων μερόπεσσιν , ἢ πάλιν
ἐξόπιθεν συνέχονται , ἀρηρότες ἠΰτε δεσμῷ . Πουλύποδος δ ' ὀλοοί τε γάμοι καὶ πικρὸς ὄλεθρος συμφέρεται , ξυνὸν δὲ
6869330 Δοιοι
πατρὸς αἱ Νυκτὸς κόραι πρὸς αὐτοφόντην στρῆνον ὥπλισαν μόρου . Δοιοὶ δὲ ῥείθρων Πυράμου πρὸς ἐκβολαῖς αὐτοκτόνοις σφαγαῖσι Δηραίνου κύνες
Δηραίνου οὖν κύνες οἷον Ἀπόλλωνος θρέμματα τουτέστιν οἱ μάντεις . Δοιοὶ δὲ οἱ δὲ δύο μάντεις Μόψος ὁ υἱὸς Ἀπόλλωνος
6866892 ἑστασιν
δὲ τὰς πυκνὰς περιόδους λεγόντων οὐδ ' αἱ κεφαλαὶ ῥᾳδίως ἑστᾶσιν , ὡς ἐπὶ τῶν οἰνωμένων , οἵ τε ἀκούοντες
Ἄρης κατέσκηψ ' , ἔς τε μονομάχου πάλης ἀγῶνα νῦν ἑστᾶσιν . Στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι φλόγ
6866490 Ἀντιφος
' Ἀνθεμίδην Σιμοείσιον ἐξενάριξεν Αἴας διογενής : τοῦ δ ' Ἄντιφος αἰολοθώρηξ Πριαμίδης καθ ' ὅμιλον ἀκόντισεν ὀξέϊ δουρί .
αὐτὰρ ὁ βῆ ῥ ' Ἶσόν τε καὶ Ἄντιφον ἐξεναρίξων Ἄντιφος αὖ παρέβασκε περικλυτός : ὥ ποτ ' Ἀχιλλεύς Ἴδης
6865244 ἀκται
κατὰ τὸ θυρῶν ἀρασσομένων . νωλεμές : συχνῶς . ἁλιμυρέες ἀκταί : αἱ ὑπὸ θαλάσσης περιρρεόμεναι ἢ περιρραινόμεναι . θελήμονα
πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' ἁλιμυρέες ἀκταί : δὴ τότ ' ἔπειθ ' ὁ μὲν ὦρτο
6864703 Ἀμφιδαμας
ἀντιτορήσας , Σκάνδειαν δ ' ἄρα δῶκε Κυθηρίῳ Ἀμφιδάμαντι : Ἀμφιδάμας δὲ Μόλῳ δῶκε ξεινήϊον εἶναι , αὐτὰρ ὃ Μηριόνῃ
τε καὶ Εὐρυδάμας , Πελίαο γενέθλη , τόξῳ δ ' Ἀμφιδάμας κεκορυθμένος : ὕστατος αὖτε τέχνης ἀγλαόμητις ἑῆς ἐπέβαινεν Ἐπειός
6862832 Ὑπεριονος
Συήνην ὑπὸ τοῦ Νείλου δίχα διῄρηνται ” οἱ μὲν δυσομένου Ὑπερίονος , οἱ δ ' ἀνιόντος ; ” τί δ
ἀνθρώποις φέρων , ὁ Ὑπεριονίδης , ἤγουν ὁ υἱὸς τοῦ Ὑπερίονος , τουτέστιν ὁ Ἥλιος , ἐνετείλατο τοῖς παισὶν αὐτοῦ
6862326 Διδυμοι
κεῖται Λέων . μέσαις δὲ θεριναῖς ἐν τροπαῖσι Καρκίνος , Δίδυμοι δ ' ἔνερθεν προσθίων κεῖνται ποδῶν . κεφαλὴν δ
ἴσον ἀπέχοντα τῶν ἰσημερινῶν , οἷον Ταῦρος καὶ Ἰχθύες , Δίδυμοι καὶ Ὑδροχόος , Καρκίνος καὶ Αἰγόκερως , Λέων καὶ
6856892 Ἀελλω
ἴσην ἁρπυίαις ὁπλαῖς εἶπεν . Ἅρπυιαι δὲ μυθικῶς δαίμονές τινες Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη καὶ Κελαινὼ Ἴριδος ἀδελφαὶ καὶ θυγατέρες Θαύμαντος
. Θαύμαντος μὲν οὖν καὶ Ἠλέκτρας Ἶρις καὶ ἅρπυιαι , Ἀελλὼ καὶ Ὠκυπέτη , Φόρκου δὲ καὶ Κητοῦς Φορκίδες καὶ
6853895 περιδρομοι
μελανοκάρδιος πέτρα Ἀχερόντιός τε σκόπελος αἱματοσταγὴς φρουροῦσι , Κωκυτοῦ τε περίδρομοι κύνες , ἔχιδνά θ ' ἑκατογκέφαλος , ἣ τὰ
. ἁψῖδες δὲ αἱ συναφαί , περιηγέες δὲ περιφερεῖς , περίδρομοι . ἑαῖς : ἔδει τεαῖς εἰπεῖν . ὁλκόν :
6853417 ἐστιχοωντο
υἷε δύω Ἡρακλεΐδαο ἄνακτος : τοῖς δὲ τριήκοντα γλαφυραὶ νέες ἐστιχόωντο . Νῦν αὖ τοὺς ὅσσοι τὸ Πελασγικὸν Ἄργος ἔναιον
ἀμφὶ δὲ πᾶσι τεύχεα ποικίλ ' ἔλαμπε , τὰ εἱμένοι ἐστιχόωντο . Τρῶες δ ' , ὥς τ ' ὄϊες
6852727 παρελεξατο
ἕν . . αὐτίκα δ ' εἰς ὑπερῷ ' ἀναβὰς παρελέξατο λάθρῃ Ἑρμείας ἀκάκηταἡ διπλῆ ὅτι οἱ τῶν θηλειῶν θάλαμοι
. Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν . Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς , ἡ δ ' ἔτεκ ' ἀντίθεον
6852112 χρυσεαι
Δίκα καὶ ὁμότˈροφος Εἰρήνα , τάμι ' ἀνδράσι πλούτου , χρύσεαι παῖδες εὐβούλου Θέμιτος : ἐθέλοντι δ ' ἀλέξειν Ὕβριν
μὲν τοῖχοι χάλκεαί [ θ ' ὑπὸ κίονες ἕστασαν , χρύσεαι δ ' ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . ἀλλά
6847002 Ἰαλμενος
Ἱππάλμου , Λήιτος Ἀλέκτορος , Ἴφιτος Ναυβόλου , Ἀσκάλαφος καὶ Ἰάλμενος Ἄρεος , Ἀστέριος Κομήτου , Πολύφημος Ἐλάτου . οὗτοι
ξ : Διομήδης ἐξ Ἄργους νηυσὶν π : Ἀσκάλαφος καὶ Ἰάλμενος σὺν νηυσὶν λ : Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος σὺν νηυσὶν
6843949 δοιαι
ἀκριτόμυθοι γίνοντ ' , οὐδέ τι πάντα τελείεται ἀνθρώποισι . δοιαὶ γάρ τε πύλαι ἀμενηνῶν εἰσὶν ὀνείρων : αἱ μὲν
, τρεῖς δ ' ἄρα χιλιάδες τρισσαῖς ἐπὶ μυριάδεσσι , δοιαὶ δὲ τριάδες , μετὰ δέ σφισιν ἐννεάδες τρεῖς :
6842870 Ἀκμων
εὐδινὸν ἐκρέει . ἔνθα δὲ Δοίαντος πεδίον : Δοίας καὶ Ἄκμων ἀδελφοί : τίνος δὲ πατρός , οὐ φέρεται ,
προπερισπᾶσθαι , . , , . , . * . Ἄκμων : σημαίνει τόν τε σίδηρον , ἐφ ' οὗ
6840334 σαργοι
ἀκολουθοῦντας , ἕως ἂν εἰς τὴν ἄκατον εἰσέλθωσιν . Οἱ σάργοι ἱμείρονται τῶν αἰγῶν , οἱ δ ' ἁλιεῖς φέρουσιν
καὶ λαβὼν κρέας , φυρᾷ σὺν ἀλφίτῳ , καὶ ἐρχόμενοι σάργοι θηρεύονται ὑπ ' αὐτῶν : ἐρώμενοι δὲ τῶν θηλειῶν
6839602 σαινουσιν
δὲ ἐπιόντας καὶ μαχομένους φοβοῦνται καὶ ἀναχωροῦσι , τελευτῶντες δὲ σαίνουσιν , ἐπειδὰν συνήθεις γένωνται . οἱ δὲ πολλοὶ ἄνθρωποι
τὸ ὠπτῆσθαι ὠνόμασται . χόρος δ ' ἀναύδων ἰχθύων ἐπερροθεῖ σαίνουσιν οὐραίοισι , φησὶ Σοφοκλῆς . πάντες συνεισήνεγκαν τὰς ἐκ
6837176 Ὠριωνος
Πλειόνης , ἐδιώκοντο πέντε ὅλους ἐνιαυτοὺς κατὰ Βοιωτίαν ὑπὸ τοῦ Ὠρίωνος μετὰ καὶ τῆς μητρὸς αὐτῶν συγγενέσθαι ζητοῦντος αὐταῖς ,
ὡρῶν ιε ∠ ʹ : ὁ κοινὸς Ποταμοῦ καὶ ποδὸς Ὠρίωνος ἐπιτέλλει . Ἱππάρχῳ ἐτησίαι ἄρχονται πνεῖν . κεʹ .
6834842 Ἀσκαλαφος
τετύχθαι : υἱὸς γάρ οἱ ὄλωλε μάχῃ ἔνι φίλτατος ἀνδρῶν Ἀσκάλαφος , τόν φησιν ὃν ἔμμεναι ὄβριμος Ἄρης . Ὣς
εἰσιν , . , , . , . * . Ἀσκάλαφος : ὁ λίαν σκληρός : παρὰ τὸ ἀσκελὲς τῆς
6832531 Πελειαδες
' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ δέ ἄρνα νέον βόσκοντι , τετραμμένου εἴαρος
ἆθλον οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν
6832470 Τριοπης
] , Ἀκτὶς , Μάκαρ , Χρύσιππος , Κάνδαλος , Τριόπης . ἄλλως : Ἡλίου παῖδες καὶ Ῥόδης ἑπτὰ γίνονται
Ὄχιμος , Κέρκαφος , Ἀκτὶς , Μάκαρος , Κάνδαλος , Τριόπης , Φαέθων ὁ νεώτερος , ὃν οἱ κατὰ τὴν
6830412 Ἀμφιμαχος
τοῦ Μελικέρτου ἀπὸ τῆς Σχοινουντίας . ἐκεῖ γὰρ ἐξερρίφη , Ἀμφίμαχος καὶ Δονακῖνος ἐκαλοῦντο . ἄλλως . τὸν τῶν Ἰσθμιονικῶν
, ἐξήχθη δὲ ὑπὸ Κόρινθον περὶ Σχοινουντίαν ὑπὸ δελφῖνος . Ἀμφίμαχος δὲ καὶ Δονακῖνος ἀνελόμενοι τὰ σώματα ἄγουσιν εἰς Κόρινθον
6822493 διετμαγεν
περὶ θυμοβόροιο , οἱ δ ' αὖτ ' ἐν φιλότητι διέτμαγεν ἀρθμηθέντες , οὐ ζωστῆρα ξίφους ἀνταλλαξάμενοι , ἀλλὰ ταύτην
δ ' ἐλέλιξεν Ὄλυμπον . Τώ γ ' ὣς βουλεύσαντε διέτμαγεν : ἣ μὲν ἔπειτα εἰς ἅλα ἆλτο βαθεῖαν ἀπ
6821749 νοτοιο
ἄρ ' ἔτι προτέρω , ἔτι δ ' ἐν προμολῇσι νότοιο Ἰχθύες . Ἀλλ ' αἰεὶ ἕτερος προφερέστερος ἄλλου ,
γναμπτῇσι γένυσι ” καὶ “ ἀργιόδοντος ὑός . ” ἀργεστᾶο νότοιο . τινὲς τοῦ λεγομένου λευκονότου . ἔστι δὲ ταχέος

Back