σταφυλῆς καὶ διὰ τοῦτο τὸ τοιοῦτον πάθος ἀνεδέξατο τὴν τοῦ σταφυλώματος ὀνομασίαν . Περὶ μήλου . Καὶ τὸ καλούμενον μῆλον
ἁπάσαις . Περὶ ἥλου . Καὶ ὁ ἧλος εἶδός ἐστι σταφυλώματος : γίνεται δὲ ὁ ἧλος , ὅταν χρονίσαν τὸ
5981861 ῥαγι
δὲ τοῦ πρώτου φαλαγγίου , ὃ καλεῖται ῥὼξ διὰ τὸ ῥαγὶ σταφυλῆς ἐοικέναι . ῥὼξ δέ ἐστι φαλαγγίου εἶδος ,
, ἢ χαροπὸς φαίνεται : δεύτερος δέ ἐστιν ὁ ῥαγοειδὴς ῥαγὶ σταφυλῆς ἐοικὼς τὰ ἔνδοθεν , τετρημένος κατὰ τὴν κόρην
5814028 γραφομενον
τὸ ἐριπόντι Πολυνείκει παρὰ Πινδάρῳ ἀναλογώτερον καταστήσεται διὰ τοῦ ο γραφόμενον . Ἀλλ ' εἰ ἦν ἀληθὲς τὸ συνωνυμεῖν τὸ
. . . , . ] Ἀπίθανον μὲν γὰρ τὸ γραφόμενον : πλὴν εἴ τις ἕτερος αὐτὰ γράφειν ἱκανός ἐστι
5770324 πρωτοτυπον
ἐδέξαντο . . Τὸ ΕΡΡΙΓΟΝΤΙ οὕτω κανονίζεται . Ῥιγέω ῥιγῶ πρωτότυπον , ὁ μέσος παρακείμενος ἔῤῥιγα , καὶ ἐκ τούτου
γὰρ λέγω ἀπό τινος οὐ παράγεται καὶ διὰ τοῦτό ἐστι πρωτότυπον , τὸ δὲ εὐλογῶ ἀπὸ τοῦ εὖ παράγεται καὶ
5721374 βρογχου
ἐστιν . Κεφ . ιβʹ . [ Πρὸς τὰ τοῦ βρόγχου καὶ φάρυγγος πάθη . ] [ αʹ . Πρὸς
, ὥσπερ τῷ ἐμπύῳ , ὁ ῥόος γένηται διὰ τοῦ βρόγχου καὶ τῶν ἀορτρέων , αἳ ξυνέχουσι τὸν πλεύμονα καὶ
5629167 ᾀσματος
ἄρα ἐγὼ ἀληθῆ λέγω . εὐθὺς γὰρ τὸ πρῶτον τοῦ ᾄσματος μανικὸν ἂν φανείη , εἰ βουλόμενος λέγειν ὅτι ἄνδρα
, ὡς Ἐρατοσθένης φησίν . Φρύνιχος δὲ αὐτοῦ τούτου τοῦ ᾄσματος μνημονεύει ὡς Λαμπροκλέους ὄντος Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμαδόκον ἁγνάν
5591314 ἰθυφαλλικου
. . . περιττεύοντος μιᾷ συλλαβῇ καὶ ἰθυφαλλικοῦ μεμειωμένου τοῦ ἰθυφαλλικοῦ ἑνὶ τροχαίῳ . τὸ ζʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον .
, ὅπερ προέταξεν ἐπισυνθέτου , τοῦ ἐκ δακτυλικῆς τετραποδίας καὶ ἰθυφαλλικοῦ , τοῦδε Ἀκρίσιος τὸν νηὸν ἐδείματο : ταῦθ '
5578080 χιτωνοϲ
ὄπιϲθεν προϲπεφυκὼϲ αὐτῷ , ἐκ τοῦ περιτοναίου τὴν γένεϲιν ἔχων χιτῶνοϲ . τὸ δὲ μέροϲ τοῦτο , καθ ' ὃ
χρηϲόμεθα βοηθήμαϲιν . Τὸ μὲν ϲταφύλωμα κύρτωϲίϲ ἐϲτι τοῦ κερατοειδοῦϲ χιτῶνοϲ ἀτονήϲαντοϲ ϲὺν τῷ ῥαγοειδεῖ , ποτὲ μὲν διὰ ῥευματιϲμόν
5559046 συναλοιφη
καὶ ἀπὸ τοῦ πείθω πιστός , καὶ ἀπὸ τοῦ λείφω συναλοιφή . Ξέστης : διὰ τὸ ἀπεξεσμένον τοῦ εἴδους .
ξύμβολον λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύμβολον . Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ συναλοιφή : θοἰμάτιον λέγοντες ἀντὶ τοῦ τὸ ἱμάτιον . Τούτων
5531182 ὑπορχημα
ἐπὶ μισθῷ συντάξας ὁ Πίνδαρος ἐκ περιττοῦ συνέπεμψεν αὐτῷ προῖκα ὑπόρχημα , οὗ ἡ ἀρχή : Σύνες ὅ τοι λέγω
τε καλλίονες : σχεδὸν γὰρ οὕτω που αὐτῷ ἔχει τὸ ὑπόρχημα . πολλὰ δὲ πολλοῖς καὶ τῶν ἄλλων εἴρηται ποιητῶν
5462193 εἰδυλλιον
ἐπὶ Ἰταλίας ποιμὴν καὶ αἰπόλος . δραματικώτερον δέ ἐστι τὸ εἰδύλλιον τοῦ προσώπου τοῦ ποιητοῦ μὴ ἐμφαινομένου . ἔστι δὲ
πεποιηκέναι λέγεται . προτέθεικε δὲ ὁ συντάξας αὐτὰ τὸ παρὸν εἰδύλλιον πρῶτον διὰ τὸ χαριέστερόν τε ὁμοῦ καὶ τεχνικώτερον εἶναι
5419204 Θεοκριτου
ἐπέτυχον , ἐπεί γε μόλις καὶ τῶνδε . Τέλος τῶν Θεοκρίτου Βουκολικῶν . Τοῦτο τὸ εἰδύλλιον σύγκειται εἰς ἠλακάτην ἐλεφαντίνην
τοι , ἔφα , κορύναν δωρήσομαι : τὸ ἔφα τοῦ Θεοκρίτου , ὁ δὲ λοιπὸς στίχος τοῦ Λυκίδου . πᾶν
5416688 γραμματικου
τοῦ τε ἐνεργείᾳ ὄντος , τοῦτ ' ἔστι τοῦ ἐξηγουμένου γραμματικοῦ , τὸ δυνάμει μὲν ὄν , ἐνεργείᾳ δὲ οὐδαμῶς
τὸ μὲν οὖν ζῶον κατὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ ἄνθρωπος γραμματικοῦ καὶ τὸ ζῶον κατὰ γραμματικοῦ ὁμοίως πάντα : κατὰ
5414535 σημαινοντος
. . . † ἀπωμόρξατο : ἐκ τοῦ ἀμέργω τοῦ σημαίνοντος τὸ ἐκπιάζω , μεταθέσει τοῦ ρ εἰς λ ἀμέλγω
κτισάντων τὴν πόλιν , ἥτις τῇ Κολχίδι φωνῇ Πόλαι καλεῖται σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος τοὺς φυγάδας , ὥς φησι Καλλίμαχος .
5380773 δασυνομενου
φ : τοῦτο δ ' οὐκ ἂν ἐγένετό ποτε μὴ δασυνομένου τοῦ οἶμος λευρὸν ] τὸν πλατύν ψαίρει ] †
ἄλγει τὸ ἄλγος ὦ ἄλγος , καὶ πάλιν τοῦ ἁγνός δασυνομένου καὶ αἱ λοιπαὶ πτώσεις δασύνονται , οἷον τοῦ ἁγνοῦ
5355666 ἐλεγκτικον
, οἷον Φαέθοντα τὸν Ἡλίου λόγος . κατὰ δὲ τὸ ἐλεγκτικόν , ὅταν ὡς ἐλέγχοντες λέγωμεν : τί δαί ;
ᾀσμάτων καὶ μελῶν τῶν ἀρίστων διαγνωστικὸν καὶ τῶν κακῶς πεποιημένων ἐλεγκτικόν . τὸ δὲ σῶμα κατὰ τὸν Πολυκλείτου κανόνα ἤδη
5353047 σημαινομενου
) ὅτι τῇ αὐτῇ λέξει παραλλήλως οὐκ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ σημαινομένου κέχρηται . . . . . . παραλλήλως .
οὐκ ἐρῶ , εἴπερ ἐπ ' ἄλλου καὶ ἄλλου λαμβάνοιτο σημαινομένου . τοῦτό τε οὖν παραφυλακτέον τὸ μηδέτερον τῶν ὅρων
5352752 στεατωμα
, ὥσπερ τὰ στεατώματά ἐστι : ῥηθήσεται δὲ τί ἐστὶ στεάτωμα ὕστερον . Ἐποχὴ ἐμμήνων ἐστὶν , ὅταν μὴ κενοῖ
σκληραί : οὔτε γὰρ οὕτω μαλακή ἐστιν , ὡς τὸ στεάτωμα , οὔτε οὕτω σκληρά , ὡς ὁ σκίρρος ,
5350256 σταφυλωμα
. Τοῦ καλουμένου σταφυλώματος πολλαί εἰσι διαφοραί : ἐκλήθη δὲ σταφύλωμα διὰ τὸ ἐοικέναι ῥαγὶ σταφυλῆς καὶ διὰ τοῦτο τὸ
ἐπίκαυμα , ἕλκος , βοθρίον , φλυκτὶς , μυιοκέφαλον , σταφύλωμα , ὑπόπυον , ῥῆξις , οὐλὴ , λεύκωμα ,
5333829 σκατος
πολλὴν ἀναισθησίαν σκατὰ ἤσθιον . ἑτερόκλιτος δέ ἐστιν ἡ “ σκατός ” γενικὴ ἀπὸ εὐθείας τῆς “ σκώρ ” .
καὶ ὕδος : εἰς ωρ μονοσύλλαβον τὸ σκώρ ἑτερόκλιτον τοῦ σκατός , ὅθεν ἐν τῇ συνηθείᾳ σκατά . Τὸ κρέας
5320718 λογιστικου
καὶ ἀναγκαῖα ἔχειν τὰ τοῖς τεθειμένοις ἑπόμενα , τοῦ δὲ λογιστικοῦ τὸ ἐξ ἐνδεχομένων καὶ ἐνδεχόμενα , δῆλον ὅτι διάφοροι
δὲ ὑπὸ πόνων . ] Ἀφροσύνη δέ ἐστι κακία τοῦ λογιστικοῦ αἰτία τοῦ ζῆν κακῶς . ἔργα δὲ αὐτῆς :
5307385 δεικτικη
καὶ ὁρίζει τὰ πρόσωπα , ῥητέον . Πᾶσα ἀντωνυμία ἢ δεικτική ἐστιν ἢ ἀναφορική , αἱ κατὰ πρῶτον καὶ δεύτερον
δεικτικὴ τούτου . Λαβὼν ὅτι ἀπόδειξίς ἐστι τοῦ ὅτι ἔστι δεικτική , ἔχων δὲ ὅτι καὶ ὁ ὁρισμὸς καὶ ἡ
5289888 ἰδικον
οὔτε ἄρχομεν κτἑ . ? : διὰ τοῦ κοινοῦ τὸ ἰδικὸν ἐσήμανεν ʃ ἀπό - κρισις Ἀθηναίων πρὸς Πελοποννησίους πρώτη
καὶ τοῦτο δὲ κοινὸν ὑπῆρχεν . ὁ μέντοι Ἱπποκράτης ὡς ἰδικὸν τέθεικεν αὐτὸ ἐπὶ τῶν αἱμορραγεῖν μελλόντων . ἁπλῶς οὖν
5274026 πορρις
χρὴ γράφειν : πόρτις γὰρ ἦν . ἐπεὶ γοῦν γέγονε πόρρις , ἀντὶ τοῦ τ ὀφείλει τεθῆναι ρ . οὗτος
οἱ δ ' ὑπ ' αὐτὸν κατῴκησαν εἰς Κύπρον . πόρρις καὶ πόρτις ἡ δάμαλις διὰ δύο ρρ : πόρτις
5254466 θεμα
τῷ ἐνεστῶτι . Γνώτην . ῥήματος δεύτερος ἀόριστος . τὸ θέμα ἄδηλον : οὐ γὰρ εὑρέθη ἐπὶ τρίτης συζυγίας ,
οὖν τοῦ δεῖνος ἔξωθεν ἡ κλίσις ; ἄμεινον οὖν ἦν θέμα καταλιπεῖν , ἢ ἀποκοπὴν τοῦ ὁδεῖνα , ἵνα καὶ
5237758 Ὁρος
: τὸ δ ' ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς . . Ὅρος τοῦ μεγέθους τῶν ἡδονῶν ἡ παντὸς τοῦ ἀλγοῦντος ὑπεξαίρεσις
δὲ φεύγοντος προκρίνοντος μετὰ κατασκευῆς τὸ εὐεργέτημα τοῦ ἀδικήματος . Ὅρος βίαιος κοινὸς τοῦ μὲν μηδ ' ὅλως εὐεργέτημα γεγενῆσθαι
5224126 σαρκιδιον
δὲ λέγοντες τρέφεσθαι τὰ παιδία ἐν ταῖς ὑστέραις διὰ τοῦ σαρκίδιόν τι βδάλλειν οὐκ ὀρθῶς λέγουσιν . ̈ . ,
δὲ τῶν δυοῖν πτερυγωμάτων ἐστὶν ἀρχή , τῇ φύσει δὲ σαρκίδιόν ἐστιν ὡσανεὶ μυῶδες : νύμφη δὲ εἴρηται διὰ τὸ
5223650 Κυκλου
τῆς κυρτῆς περιφερείας ἴσον τῷ ἀπὸ τῆς ἐφαπτομένης τετραγώνῳ . Κύκλου γὰρ τοῦ ΑΒΓ εἰλήφθω τι σημεῖον ἐκτὸς τὸ Δ
ὀρθάς , ἐπειδήπερ καὶ διὰ τῶν πόλων αὐτὸν τέμνει . Κύκλου δὴ τοῦ ΜΞΝ ἐπὶ διαμέτρου τῆς ἀπὸ τοῦ Φ
5219898 καλουμενου
ῥυθμὸς συνέστηκεν ἔκ τε ἄρσεως καὶ θέσεως καὶ χρόνου τοῦ καλουμένου παρά τισι κενοῦ . διαφοραὶ δὲ αὐτοῦ αἵδε :
τὴν ἡσυχίαν ἦγε . τῶν δὲ Καλχηδονίων τειχοφυλακούντων ἀπὸ τοῦ καλουμένου Ἀφασίου λόφου , πεντεκαίδεκα στάδια τῆς πόλεως ἀπέχοντος ,
5219456 ὑποστημα
ὥς φησιν Ἱππῶναξ . χάραξ : θηλυκῶς τὸ τῆς ἀμπέλου ὑπόστημα , ἀρσενικῶς τὸ χαράκωμα τοῦ στρατοπέδου . χαροπός :
ἀνδριάντων καὶ ἀγαλμάτων Γλαύκου φησὶ τοῦ Χίου τὸ ἐν Δελφοῖς ὑπόστημα οἷον ἐγγυθήκην τινὰ σιδηρᾶν , ἀνάθημα Ἀλυάττου : οὗ
5217388 ὑποκοριστικον
μείλιον τρύβλιον . τὸ δὲ θηρίον ἔχει τὸ Η καὶ ὑποκοριστικόν ἐστιν . ἔτι τὸ βιβλίον καὶ σμιλίον . Τὰ
καθὼς καλαμίσκος καὶ πυργίσκος , ἀγνοοῦντες ὅτι , εἰ ἦν ὑποκοριστικόν , ἔδει διὰ τοῦ κ ἐκφέρεσθαι . τὸ δὲ
5214799 προτερευει
τότε ἐν σχέσει πρὸς ἕτερον λαμβάνεσθαι . ἡ δὲ γεωμετρία προτερεύει τῆς ἀστρονομίας , ἐπειδὴ ἡ μὲν γεωμετρία περὶ τὸ
τῶν εἰδῶν τοῦ ἑτέρου προτερεύει , ὥσπερ ὁ ἄνθρωπος οὐ προτερεύει τοῦ ἵππου , οὐδὲ ὁ ἵππος τοῦ κυνός :
5212938 ἀντονομαζοντος
δὲ διπλῶν τῇ τάξει τῶν κεφαλαίων : καὶ τοῦ μὲν ἀντονομάζοντος καὶ τοῦ κατὰ σύλληψιν τῷ ἐν ἐκείνοις μὲν τῶν
. Δεύτερος ὁ κατὰ σύλληψιν ὀνομαζόμενος , ὅταν τοῦ φεύγοντος ἀντονομάζοντος ὁ διώκων καὶ τούτῳ κἀκείνῳ ὑπεύθυνον αὐτὸν εἶναι λέγῃ
5204651 ἐνδιαθετου
τὸ τοιοῦτον ἐπιτηδείων ἁπλῶν φθεγμάτων , οὕτως ἄρχεται ταῖς τοῦ ἐνδιαθέτου ἐπιβάλλειν διαρθρώσεσιν , καθὸ λογικὸν ἤδη ὑπάρχει ζῶον ,
βαρύτητος διὰ τὴν εἰρωνείαν εἰσαχθὲν ἔχει μὲν οὐκ ὀλίγον τοῦ ἐνδιαθέτου κατὰ τὸ τῆς λέξεως σχῆμα , τὸ δὲ ὅλον
5204205 Ἀρχεβουλειον
] φοις ? [ ] . . τὸ μὲν μέτρον Ἀρχεβούλειον λογαοιδικὸν ? καλεῖται : | πεντάμετρον : ἡ α´
τοῦ μύθου , οὐχ εὑρόντος , ὡς ἐν ποιητικῇ μέτρον Ἀρχεβούλειον ἢ καὶ Ἀριστοφάνειον , ἃ λέγεται οὐχ εὑρημένα ὑπὸ
5193900 ὑποδηματος
ὑπὲρ Βακχίου καὶ Πυθαγόρου , εἰ γνήσιος . εἶδός τι ὑποδήματός εἰσιν αἱ Σκυθικαί . καὶ Ἀλκαῖος ἐν ηʹ καὶ
λαμβανομένη , οἷον οὐδεὶς ὁριζόμενος ἢ ὑπογραφόμενος τὴν ἐξοχὴν τοῦ ὑποδήματός φησιν γλῶσσαν , ἢ τὸ ὑλακτικὸν ζῷον κύνα .
5189829 ἀνακανθον
ὀργάσας πίε . καὶ ἐπὶ τοῦ κοχλίου : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα . Ἀντιφάνης
δὲ τοῦτο καὶ ἐν τοῖς Τεύκρου Ὁρισμοῖς : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματά τ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα .
5182360 λιβικον
ἔτους : ἀπὸ δὲ τοῦ ἑβδόμου μέχρι τοῦ ὑπογείου ἐστὶ λιβικὸν καὶ δηλοῖ τὸ τρίτον τεταρτημόριον τοῦ ἔτους : ἀπὸ
, ὑφ ' ὧν χωρίζεται τό τε ἀπηλιωτικὸν καὶ τὸ λιβικὸν μέρος , γίνεται τεταρτημόρια τέσσαρα , σύμφωνα τῇ θέσει
5182103 ἀφελους
Καὶ τὸ ἀλλοτρίαις δόξαις ἐπερειδόμενον λέγειν περὶ τῶν πραγμάτων τοῦ ἀφελοῦς ἐστιν , οἷον ἐπειδὴ ἐστασίασαν . ἐπὰν δὲ εἴπῃς
σοῦ λεγόμενον , ὅτι περὶ μικρῶν καὶ φαύλων διαλέγῃ : ἀφελοῦς καὶ τὸ τοιοῦτον , Φίλιππος ὁ γελωτοποιὸς παρῆλθε ,
5165695 ἡρωιον
σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ δάκτυλον καὶ ἡρῶιόν γε , οὐκ οἶδα ὅπως διακοσμοῦντος καὶ ἴσον ἄνω
σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ δάκτυλον καὶ ἡρῶιόν γε , οὐκ οἶδα ὅπως διακοσμοῦντος καὶ ἴσον ἄνω
5164233 σκολιον
ἀπέθνησκον : ὀξὺ γὰρ τοῦ Τεβέριος περὶ τὴν Φιδήνην καὶ σκολιὸν τὸ ῥεῦμα . ὁ δὲ Τύλλος μοίρᾳ τινὶ τῶν
μινύθει καὶ ἄδηλον ἀέξει , ῥεῖα δέ τ ' ἰθύνει σκολιὸν καὶ ἀγήνορα κάρφει Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ὃς ὑπέρτατα δώματα
5153502 φαλλος
Ὦ Ξανθία , σφῷν δ ' ἐστὶν ὀρθὸς ἑκτέος ὁ φαλλὸς ἐξόπισθε τῆς κανηφόρου : ἐγὼ δ ' ἀκολουθῶν ᾄσομαι
. ἅμα δὲ καὶ πρὸς τὸ κακέμφατον , ὅτι ὁ φαλλὸς ἵστατο πρὸς μίμησιν τοῦ αἰδοίου . καὶ τοῦτο δὲ
5147647 αβγδ
, ἐκπερι - σπασθεῖσα δὲ τὴν αφχψ καὶ ἐπικατασταθεῖσα τὴν αβγδ . ἡ δὲ τῶν ἀποκαταστάσεων διαφορὰ ὁμοία ταῖς ἐπὶ
ἀσπίδα δὲ τὴν ἐπὶ λαιάν . Οἷον ἔστω σύνταγμα τὸ αβγδ , λοχαγῶν δ ' ἐν αὐτῷ ζυγὸν τὸ αβ
5147468 κινω
. . , , , : κνήμη : ἀπὸ τοῦ κινῶ κινήσω κινήμη καὶ κατὰ συγκοπὴν τοῦ ι κνήμη .
Ἐρεχθεὺς ὁ Ποσειδῶν ἢ ὁ Ζεὺς παρὰ τὸ ἐρέχθω τὸ κινῶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τὴν Λαίτριναν , ἥτις ἐστὶ χωρίον
5118877 συστελλον
. Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ κῆρυξ παρὰ τῷ ποιητῇ εὑρέθη συστέλλον τὸ υ κατὰ τὴν δοτικὴν τῶν ἑνικῶν , ὅπερ
α , οἷον Δ λᾶας ἀναιδής , καὶ λοιπὸν ὡς συστέλλον τὸ α οὐκ ἠκολούθησε τῷ κανόνι τούτῳ : ὁ
5106788 κλητικου
καὶ παραλαμβάνει αὐτὸ παρὰ τὸ ἔτης μετὰ μορίου τοῦ ὦ κλητικοῦ . Πρὸς ὅν φησι Τρύφων , ὡς τὰ τῆς
ἵνα χωρίσῃ αὐτὸν ἀπὸ τῶν ἄλλων λόγων , οἷον τοῦ κλητικοῦ ἢ τοῦ εὐκτικοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἁπλῶς , εἴτε
5104850 ἀνιαζω
, καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεται παράγωγον ἀλάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ δὲ τοῦ ἀλάζω ἀλαστός
νηυσὶν ἀκηχέδαται : παρὰ τὸ ἀχῶ ἀχάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω , ἤχακα , ὁ μέσος ἤχαδα , ὁ παθητικὸς
5104214 φαλλου
πάντων ἐκέλευσε . γίνεται οὖν παρ ' Ἕλλησιν ἑορτὴν τοῦ φαλλοῦ , ἣν προσηγόρευσαν Φαλλαγώγιαν . Μύρρα Κινύρου τινὸς γέγονε
δὲ θείους τινὰς δαίμονας περὶ τὸν Διόνυσον . Περὶ τοῦ φαλλοῦ ἤδη εἰρήκαμεν ἐν τῷ Πρώτῳ Λόγῳ , ὅτι αἰδοῖον
5100075 ἠλακατη
ἡ εἰς ὕψος ἀνήκουσα καὶ ὀξεῖα γινομένη ἐστὶν ἡ λεγομένη ἠλακάτη . ὠνομάσθη δὲ καρχήσιον διὰ τὸ τραχύσματα ἔχειν κεγχροειδῆ
βρώματα . ἠιόνες : αἰγιαλοί . καὶ πόλις Ἀχαϊκή . ἠλακάτη : ἐριουργικὸν ἐργαλεῖον . καὶ τὰ βέλη . ἤλασε
5090760 εὑροντος
αʹ τῆς στροφῆς . Τὸ θʹ Στησιχόρειον ἐξ ἐπιτρίτων Στησιχόρου εὑρόντος αὐτό : δεύτεροι δὲ οἱ ἐπίτριτοι . ἑξῆς δὲ
Μυλάντειοι θεοί . ἀπὸ Μύλαντος ἀμφότερα , τοῦ καὶ πρώτου εὑρόντος ἐν τῷ βίῳ τὴν τοῦ μύλου χρῆσιν . Μύλασα
5088077 Ἐρασμονιδη
ὁμοίη . ὠμολίνοις κόμη βρύους ' , ἀτιμίας πλέως . Ἐρασμονίδη Βάθιππε τῶν ἀωρολείων . ὃς οὐκ ἔδωκ ' αἰτοῦντι
ἰαμβοποιὸν Ἀρχίλοχον . Κρατῖνος δὲ ὅταν λέγῃ ἐν τοῖς Ἀρχιλόχοις Ἐρασμονίδη Βάθιππε τῶν ἀωρολείων , τοῦτο τὸ μέτρον ἀγνοεῖ ὅτι
5086809 ἐγκεισθαι
Θουκυδίδῃ πρέπον , μεταξὺ τῶν Ἀττικῶν ὀνομάτων τὰ Ἰταλιωτικὰ ταῦτα ἐγκεῖσθαι , ὥσπερ τὴν πορφύραν ἐπικοσμοῦντα καὶ ἐμπρέποντα καὶ πάντως
' οὖν ἡ περὶ τούτου γνῶσις δύναται ἐν τούτῳ μόνῳ ἐγκεῖσθαι : δύναται γὰρ ὁ Σωκράτης γινώσκειν ὅτι λευκόν ἐστι
5081654 Οἰαγρος
Θρᾴσσης Λίνος , τοῦ δὲ Πίερος , τοῦ δ ' Οἴαγρος , τοῦ δ ' Ὀρφεύς , τοῦ δὲ Δρής
ἐν Θράικηι , υἱὸς Οἰάγρου καὶ Καλλιόπης : ὁ δὲ Οἴαγρος πέμπτος ἦν ἀπὸ Ἄτλαντος , κατὰ Ἀλκυόνην μίαν τῶν
5074255 κλω
τῇ πραότητι : τὸ κολακεύειν . Κλαίω : παρὰ τὸ κλῶ , οὗ παράγωγον κλαίω . κλᾶται γὰρ ἡ τῶν
. οὕτω Φιλόξενος . . . , : ὁμοκλή : κλῶ ἐστι ῥῆμα δηλοῦν τὸ φωνῶ , ὅπερ γέγονεν ἀπὸ
5070761 ὀρνεου
εὐχαριστοῦντες ὡς εὐφραινόμενοι . ἐὰν δὲ καὶ πτερὸν τοῦ θυρὸς ὀρνέου κόψῃς μαχαίρᾳ ὁλοσιδήρῳ , βάλῃς τε εἰς κεράμιον οἴνου
αὐτοὺς καὶ μεγάλα αἰδοῖα ἔχοντας . Γ ὀρχίλων ] εἶδος ὀρνέου μικροῦ . ἅλμην κύκα : ὡς πρὸς ἰχθῦς ⌈
5066700 Κλεανορος
] ! πέτην οὐ τλητὸν [ [ ] υἱὸς τοῦ Κλεάνορος ὅτι [ [ ] ἑξῆς τὸν Μύρσιλονεγε ! !
τῷ Περὶ τῆς ἐν Σικυῶνι ποικίλης στοᾶς θυγατέρα μὲν εἶναι Κλεάνορος Ἀθηναίου , κατασκευάσαι δὲ Σικυωνίοις τὴν προκειμένην στοάν .
5066169 συμπλεκω
, οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , ὃ σημαίνει τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται ὅρος : καὶ γὰρ ὁ
γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται ὅρος : καὶ γὰρ ὁ
5057662 ῥω
μετονομάζεται εἰς Σάρραν κατὰ τὴν τοῦ ἑνὸς στοιχείου πρόσθεσιν τοῦ ῥῶ . τὰ μὲν οὖν ὀνόματα ταῦτα , τὰ δὲ
ἐπιθυμίαν , ἀκόλαστος ἀκούει τις . Ἄῤῥωστος , παρὰ τὸ ῥῶ , ὃ δηλοῖ τὸ ὑγιαίνω , οὗ ὁ μέλλων
5052930 ὑποστελλομενου
γαιῶν . ἄμπωτις δέ ἐστιν οἱονεὶ ἀνάποσις καὶ ἀναρρόφησις , ὑποστελλομένου τοῦ ὕδατος εἰς μυχούς τινας τῆς ὑποκειμένης γῆς ,
καὶ τὰ ὅμοια . . εἴπερ οὖν τὸ ἔνθα καταλιμπάνεται ὑποστελλομένου τοῦ δε , ἴδιον δ ' ἐστὶ τοῦτο τῶν
5049865 συνεγγιζοντος
διαμενούσης : ἐπιμονῆς δὲ γινομένης καὶ μᾶλλον ἀεὶ καὶ μᾶλλον συνεγγίζοντος τοῦ ἡλίου , ἐπαίσθησιν συμβαίνει τῆς θερμασίας γίνεσθαι .
καθὸ καὶ ὁ Πτολεμαῖος τοῦτο ποιεῖ : ἐκ γὰρ τοῦ συνεγγίζοντος καὶ τοῦ πρὸς αἴσθησιν ἀκριβοῦς αἱ ἀστρονομικαὶ ἀποδείξεις :
5045680 ὀρυσσω
ὡς ἄνω ἀνύω , ἀφ ' οὗ ἀλύσσω , ὡς ὀρύσσω : καὶ ὥσπερ ὀρύσσω ὀρυκτός , οὕτως ἀλύσσω ἀλυκτός
παρακείμενος ἔχει τὸ Χ , οἷον παίζω παίξω πέπαιχα , ὀρύσσω ὀρύξω ὤρυχα : ὅταν δὲ ἔχει τὸ Σ ὁ
5045362 κερατοειδουϲ
φλυκταίνηϲ φαίνεται , διὰ τὸ ἐν τῷ βάθει κατακρύπτεϲθαι τοῦ κερατοειδοῦϲ χιτῶνοϲ . ἡ γὰρ κατὰ φύϲιν χρόα τῆϲ φλυκταίνηϲ
ἐπὶ τοῦ μέλανοϲ τοῦ ὀφθαλμοῦ λευκαὶ φαίνονται , πυκνουμένου τοῦ κερατοειδοῦϲ χιτῶνοϲ καὶ μὴ διαυγοῦντοϲ τὴν ὑποκειμένην αὐτῷ κυανῆν χρόαν
5042776 κτητικον
τοῦ ἁλιεύς : τὸ θηλυκὸν Ἁλίας , καὶ Ἁλιακός τὸ κτητικόν . . . ἁλικαρνασσός : πόλις Καρίας : ἀπὸ
. γράφεται δὲ καὶ ὁ Καρικὸς τάφος ἵν ' ᾖ κτητικόν . γράφεται δὲ καὶ Καρὸς ἵν ' ᾖ ἐθνικὸν
5041491 ἱστορικου
ἐν τῶι περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν εἰ τοῦ ἱστορικοῦ ἐστι τὸ σύγγραμμα , δεύτερον δὲ λέγειν ὅτι εἴπερ
: Ἀντίπατρος : Ἀντίπατρος ἦν Νικολάου τοῦ Δαμασκηνοῦ πατὴρ τοῦ ἱστορικοῦ , ὃς ἔσχε Στρατονίκην γυναῖκα , τὴν μητέρα Νικολάου
5040519 Δειναρχου
κατὰ Μειδίου , καὶ ἐν τῷ κατὰ τῶν Πατροκλέους παίδων Δεινάρχου . Πλινθεῖον : ὁ τόπος ἐν ᾧ πλίνθος πλάττεται
ὁ δὲ Καλλίμαχος , οὐδ ' ἱκανὸς ὢν κρίνειν , Δεινάρχου νομίζει . . . . ὑπὲρ ὄνου σκιᾶς .
5039046 ὑποκριτου
. ὁ δʹ ὅμοιος τῷ αʹ . ὁ ἑξῆς τοῦ ὑποκριτοῦ ὅμοιος . ὁ πρῶτος τῆς βʹ στροφῆς ὅμοιος .
ἐστὶ λόγος : τὸ σκηνικὸν δὲ τυγχάνειν εἶναι νόει , ὑποκριτοῦ πρόσωπον ἂν ᾠδὴν λέγῃ . τραγῳδίας μέρη μὲν Εὐκλείδῃ
5035213 διαφορουμενον
σημεῖον “ , ἀναγκαῖον γίνεται πρὸς τὴν τούτου συναγωγὴν τὸ διαφορούμενον συνημμένον τὸ ” εἰ ἔστι τι σημεῖον , ἔστι
παραπλήσιον τῷ κατ ' ἀρχάς , πλὴν ὅτι θᾶττον ἐκείνου διαφορούμενον , ἅτε ἰχῶρα λεπτὸν περιέχον , τοῦ κατ '
5031994 περιπλοκαις
ἐστὶ σπάνιον , ἐν συνοχαῖς καὶ ὕβρεσι γίνονται ἢ πραγμάτων περιπλοκαῖς . εἰ δ ' ὁ τοῦ Ἑρμοῦ τούτοις συμπροσγένηται
ἔγραψεν . πλεκτάναισι ] ἐν συμπλοκαῖς . Ξ πλεκτάναισι ] περιπλοκαῖς . περίδρομον κύτος : τὸ χώρημα τῆς ἀσπίδος :
5030672 πολλαπλασιεπιμοριος
ἐν τῷ προειρημένῳ λόγῳ ἐλάσσων πρὸς τὸν μείζονα ἐξεταζόμενος . πολλαπλασιεπιμόριος δέ ἐστι λόγος , ὅταν ὁ μείζων ὅρος δὶς
ἐλάσσονος μέρος : οἷον ὁ τῶν κϚʹ τοῦ τῶν ηʹ πολλαπλασιεπιμόριος λέγεται , ἐπειδήπερ ὁ ηʹ τρὶς καταμετρήσας τὸν κϚʹ
5028749 διττως
' ἐνέργειαν δέ , ὡς ὅταν θεωρῇ , καὶ τοῦτο διττῶς : ἢ περὶ τῶν ἀιδίων καὶ καθόλου καὶ θείων
νόμῳ . ἡ τοίνυν προβολὴ ὅτι ἀνῆλθες . Ἡ διάνοια διττῶς ἐξετάζεται , τοῦ τε νομοθέτου καὶ τοῦ ὑπευθύνου :
5023838 παθητικον
αὐτὰ ὄντα μαχομένην πολλάκις ὀνομασίαν ἀνεδέξατο . φαμὲν τὸ μάχομαι παθητικόν , καὶ δῆλον ὅτι τῷ τύπῳ τῆς φωνῆς :
τοῦ λόγου , παθητικὸν καὶ ἀποδεικτικὸν , καὶ τὸ μὲν παθητικόν ἐστι τά τε προοίμια καὶ οἱ ἐπίλογοι : ἐν
5020346 διαμενοντος
τὸν δὲ Δαίδαλον λέγουσιν ἀπομιμήσασθαι τὴν τοῦ λαβυρίνθου πλοκὴν τοῦ διαμένοντος μὲν μέχρι τοῦ νῦν καιροῦ , οἰκοδομηθέντος δέ ,
Σεδεκίας ἔτη ιαʹ . μετὰ δὲ τούτους τοὺς βασιλεῖς , διαμένοντος τοῦ λαοῦ ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασιν καὶ μὴ μετανοοῦντος ,
5020192 Νειλεως
ἄνω μετὰ τῆς μεταληπτικῆς ἢ ἀντιμεταληπτικῆς ὀνομαζομένης . Τὸ τοῦ Νειλέως πλινθίον κατεσκεύασται ἐκ τῶν λεγομένων τετραγώνων ὑπομήκων τονίων :
, Σικυωνίου ἢ παλαιοῦ ἐλαίου # θ . Ἢ τὸ Νειλέως . Ἔστι δὲ κηροῦ # Ϛ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος
5018778 ἐψω
εἶψα : ἐπειδὴ καὶ ὁ μέλλων διὰ τοῦ Ψ οἷον ἔψω : καὶ πάλιν τὸ ἤνεγκα διὰ τοῦ Ξ ὤφειλεν
δέρξω δὲρξ καὶ δόρξ , ὡς σήπω σήψω σήψ , ἔψω ἒψ καὶ ὄψ : ἔνθεν ὀπός , οἷον ”
5018444 σκινδαψος
πολύχορδα καὶ παναρμόνια . . . ἐστὶν δ ' ὁ σκινδαψὸς τετράχορδον ὄργανον , ὡς ὁ παρῳδός φησι Μάτρων ἐν
μὲν ὀνομάζονται , οὐχ ὑφεστήκασι δέ , οἷον τραγέλαφος , σκινδαψὸς καὶ τὰ τοιαῦτα . ἕτερα δὲ ὀνομάζονται μέν ,
5018321 γνωριμωτερον
, τὸ δὲ κοινότερον . καὶ τὸ τὶ δένδρον ἀποδιδοὺς γνωριμώτερον ἀποδοίη δένδρον ἀποδιδοὺς ἢ φυτόν . ἔτι αἱ πρῶται
, ἀλλ ' ἄλλο τι ὑπὲρ ἀπόδειξιν , ὅπερ ἔσται γνωριμώτερον μέν , οὐ δι ' ἀποδείξεως δέ . ὥστ
5012951 εἰρω
ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , ὃ σημαίνει τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται
ἀπὸ τοῦ σπείρω γίνεται σπόρος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ εἴρω , τὸ συμπλέκω καὶ συνάπτω , γίνεται ὅρος :
5008541 ὑπερθετικον
ἔκριναν θανάτου . Ῥᾴδιον ἁπλοῦν : ῥᾷον συγκριτικόν : ῥᾷστον ὑπερθετικόν . Τὰ δὲ συγκριτικὰ πολλαχῶς προφέρονται , οἷον κρείττων
: οὐδὲ γὰρ τὰ εἰς ωρ λήγοντα σχηματίζουσιν συγκριτικὸν καὶ ὑπερθετικόν . ἔτι ἁμαρτάνουσιν οἱ λέγοντες μακάρτατος . τὸ μέντοι
5007145 πληθω
καὶ παράγωγον ἀχόω : ὡς ἄνω ἀνέω : καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω .
περισπᾶται , ἀπὸ ὀνόματος γέγονε : ἀλήθω κνήθω λήθω πήθω πλήθω πρήθω . τὸ δὲ βοηθῶ ἀηθῶ παρ ' ὄνομα
5006607 δηλουντος
τι ᾖ τὸ ἐκ τῶν πολλῶν συγκείμενον , ὡς ἂν δηλοῦντος διὰ τούτων τοῦ φιλοσόφου πῶς ποτε δεῖ ἔχειν τὸ
τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ θοίνη . ἀπὸ τοῦ θῶ τοῦ δηλοῦντος τὸ τρέφω , ὁ μέλλων θώσω , θώνη ἔδει
4989043 ἀναπαιστικου
ἐν τῇ συζυγίᾳ ποδῶν τρισύλλαβος ᾖ , οἷον ἐπ ' ἀναπαιστικοῦ ἅδ ' Ἄρτεμις , ὦ κόραι : τοῦτο γὰρ
καταληκτικοί . ὁ τρίτος ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῶν πενθημιμερῶν : ἐξ ἀναπαιστικοῦ πενθημιμεροῦς αἰολικοῦ διὰ τὸ ἔχειν τὸν πρῶτον πόδα ἴαμβον
4989028 Ἑλληνιστι
ὥσπερ ἄνθρωπον Ἰνδιστί , ἂν δὲ Ἑλληνιστὶ μάθηι , καὶ Ἑλληνιστί . περὶ τῆς κρήνης τῆς πληρουμένης ἀν ' ἔτος
κἂν μακρῷ τῷ ι χρῆται κἂν βραχεῖ , ὀξύνεται , Ἑλληνιστί , ἀμογητί , πανοικί . πῶς οὖν βαρύνεται τὸ
4987042 βλητρον
δίκτυον . Ὠρίων μὲν ἐτυμολογεῖ παρὰ τὸ βάλλω βλῶ βλήσω βλῆτρον καὶ μετὰ τῆς ἀμφί προθέσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ
. . Ὠρίων μὲν ἐτυμολογεῖ παρὰ τὸ βάλλω βλῶ βλήσω βλῆτρον καὶ μετὰ τῆς ἀμφὶ προθέσεως καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ
4986346 φροντισμα
τῇ τοῦ Κτησιφῶντος κατηγορίᾳ . ἔστι δὲ καὶ τέταρτον αὐτοῦ φρόντισμα , ἐπιστολαί , οὐ πολλαὶ μέν , εὐπαιδευσίας δὲ
δ ' οὐκέτι Φοῖβος ⌊ ἄεθλον ⌋ τοῦτον ἔχει : φρόντισμα ἐνδμενη ? ! ! ! [ ! ! !
4981789 βαζω
. καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ , φράζω . τὸ δὲ βάζω ὁ μέλλων βάξω , καὶ ὄνομα βάξις . Βάβαξ
ἀνιῶ ἀνιάζω , ἀτιμάζω , πελάζω . ἐκ δὲ τοῦ βάζω καὶ ἡ βάξις Δωρικώτερον . καὶ οὕτω μὲν ἐκ
4976531 ἡλος
καὶ κύριον . δεσμός βʹ : τὸ σύνηθες . καὶ ἧλος . δεύεσθαι : καὶ τὸ βρέχεσθαι . δεῦρο γʹ
Ζεύς : δῆλος ὁ φανερός : Σφῆλος ὄνομα κύριον : ἧλος τὸ δασυνόμενον : Ἦλος τὸ κύριον , ὃ καὶ
4976160 μυωδης
μῆτραι ἑνὶ αὐχένι συνεζευγμέναι . Ὁ δὲ αὐχὴν τῆς μήτρας μυώδης ἐστὶ γενόμενος ἐκ σαρκὸς σκληρᾶς καὶ χονδρώδους , καὶ
τῆς ἀναπνοῆς ὅρμημα . μθʹ . Καρδία ἐστὶ νευρώδης καὶ μυώδης καὶ φλεβώδης , ἔχουσα καὶ ἀρτηρίας . κωνοειδὴς τῷ
4970487 καρχησιον
, τοὺς δὲ καρχήσια . Ὁποῖον δ ' ἐστὶ τὸ καρχήσιον , ἐν τοῖς ἑξῆς λεχθήσεται . : Ἐν τούτοις
οἷον εἰς μέσον τράχηλος , τὸ δὲ πρὸς τῷ τέλει καρχήσιον . ἔχει δὲ τοῦτο κεραίας ἄνωθεν νευούσας ἐφ '
4967503 ὁμογενους
οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος σκληρῶς πεπιλημένος , ὥστε ὁμογενοῦς ὄγκου καὶ μίαν φύσιν ἔχοντος διὰ τὴν μίξιν καὶ
οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος σκληρῶς πεπιλημένος , ὥστε ὁμογενοῦς ὄγκου καὶ μίαν φύσιν ἔχοντος διὰ τὴν μίξιν καὶ
4962252 Ἀλευαδα
ἀλλ ' ὅτι καὶ ἰαμβικόν ἐστιν ὅμοιον τῷ πρὸ αὐτοῦ Ἀλευάδα ] τοῦ υἱοῦ τοῦ Ἀλεύα Τὸν μυριωπὸν : ἐπειδὴ
Ἄργου εἴδωλον . : ἄλευ ἆ δᾶ ] Γρ . Ἀλευάδα πατρωνυμικῶς ἀπὸ τοῦ Ἀλεύας . ἤ , ὃν δεῖ
4961550 κορωνον
διὰ τὸ μῆκος οὐκ εὐπαρείσδυτον , τὸ δ ' αὖ κορωνόν τε καὶ ὑπερέχον ὑπὲρ τοῦ ζυγώματος : ἅμα τε
μέρος τοῦ πήχεος ὡς † ἐκκρεμνῆναι † τὸν [ ] κορωνόν : εἶτα καὶ σκῦτος ὑποτιθεῖν ἐπὶ τὴν ἄκραν χεῖρα
4958202 ἐγγεισωμα
δὲ χρείαν ἔχει τὸ ἔργον διὰ τὴν μήνιγγα . Τὸ ἐγγείσωμα διαίρεσίς ἐστιν ὀστέου τοῦ κρανίου μετὰ τοῦ τὸ κατεαγὸς
κρανίου . διαφοραὶ δὲ αὐτῶν εἰσι πέντε , ῥωγμὴ , ἐγγείσωμα , ἐκπίεσμα , ἀπήχημα , καμάρωσις , διάτασις ῥαφῶν
4955304 κλητικον
ὡς τὸ ὦ μόριον ἐπεκταθὲν διὰ τοῦ τα ἐποιεῖτο καὶ κλητικὸν ἐπίφθεγμα , καθότι καὶ τῷ δή τὸ δῆτα παρέκειτο
ἔα ] φεῦ φεῦ φεῦ φεῦ . . τὸ ἆ κλητικὸν ἐπίρρημά ἐστιν , ἢ μᾶλλον προσφωνηματικόν : διαφέρει δὲ
4952609 ἀλληγορια
αὐτῷ παραστάσης . Τὸ δ ' ἐστὶν οἴνου συγκομιδῆς γεωργοῖς ἀλληγορία , δι ' ὧν φησίν : Ὅς ποτε μαινομένοιο
: τῇ παριαύων τερπέσθω . Τούτοις παραπλησίως ἔχει καὶ ἡ ἀλληγορία , ἥπερ ἕτερον δι ' ἑτέρου παρίστησιν , οἷόν
4952106 ὠριων
. τοῖς μὲν καλουμένοις ἐρωδίοις ὅμοιος τὸ μέγεθος ὅδε ὁ ὠρίων ἐστίν , ἔστι δὲ καὶ τὰ σκέλη ὡς ἐκεῖνοι
ἄρατος : λοξὸς μὲν ταύροιο τομῇ ὑποκέκλιται [ αὐτὸς ] ὠρίων . αἱ δὲ πλειάδες εἰσὶν ἐπὶ τῇ οὐρᾷ τοῦ
4949945 λειμμα
καὶ χωρίζειν . ἀρχὴ τοῦ λ λῆμα καὶ λῆμμα καὶ λεῖμμα διαφέρει . δι ' ἑνὸς μ λῆμά ἐστιν ἡ
τῷ διὰ τεσσάρων , ἡ τῶν ΒΗ ὑπεροχὴ περιέξει τὸ λεῖμμα . λοιπὸν δὲ ἐπειδήπερ διὰ τεσσάρων εἰσὶν οἵ τε
4949026 διπλασιεπιτριτος
ὁ ε τοῦ β διπλασιεφημιόλιος , ὁ ζ τοῦ γ διπλασιεπίτριτος , ὁ θ τοῦ δ διπλασιεπιτέταρτος , ὁ ια
τοῦ μείζονος ἐπιμερὴς ἤτοι τρισεπιτέταρτος , ἀπὸ δὲ τοῦ ἐλάσσονος διπλασιεπίτριτος , ὡς ἐκ τοῦ ιϚ , ιβ , θ
4948619 παραγωγον
. Τὸ μὲν οὖν Ἀφθόνιος ὄνομα ἔστι μὲν κύριον καὶ παραγωγόν , τὰ μάλιστα δὲ οἰκειότατον τῷ ῥήτορι πέφυκε τῷ
ἀμφοῖν . Οὔτε ἄρα ἡνωμένου τινός , οὔτε διωρισμένου ἐστὶ παραγωγόν , ἀλλὰ πάντων ἁπλῶς τῶν κατὰ πάντα τρόπον ὑφεστηκότων
4947902 πεπλασμενον
' ἀληθὲς ὂν οὔτε πιθανόν , ἐκ παρακούσματος δέ τινος πεπλασμένον ὑπὸ τοῦ πλήθους , ἄξιον μὴ παραλιπεῖν ἀνεξέταστον .
ὅτι τοῦτο μὲν ἀφελῶς καὶ ἡδέως εἴρηται ἦθός τε οὐ πεπλασμένον ἀλλὰ φυσικὸν ἐπιφαίνει . τὸ γάρ : οὐχ ἱκανόν
4945765 τενων
οὐσία , ἐνέργεια καὶ χρεία . Ὁ τράχηλος λέγεται καὶ τένων καὶ αὐχήν : καὶ τὸ μὲν ἔμπροσθεν αὐτοῦ κατακλεῖδες
καὶ γέρων γέροντος , καὶ ὡς σθένων σθένοντος οὕτω καὶ τένων τένοντος . Τὰ εἰς ων βαρύτονα προηγουμένου ἀμεταβόλου παρώνυμα
4945117 μαχομαι
δὲ ἐπίσκοπος κατάσκοπος ἀπὸ προθέσεων . Τὰ παρὰ τὸ ” μάχομαι ” καὶ μὴ παρὰ πρόθεσιν παροξύνεται : λεοντομάχος μονομάχος
δὴ καὶ ποιήσω σύμμετρα ἐκλεξάμενος . . Δηρίομαι , ἤγουν μάχομαι , φορτικὸς γίνομαι πολλοῖς ἀνθρώποις δηλονότι περὶ τοῦ πλήθους

Back