| ἐν γενέσει προέχει τάξει , συμμετρίᾳ , τῇ ἀκινήτῳ καὶ σταθερᾷ φύσει , εἰδῶν καθαρᾷ μετουσίᾳ , τῇ ἀσωμάτῳ καὶ | ||
| προσήκει . εἰ γὰρ ἐν αὐτοῖς μέσοις ἐμβεβηκὼς τοῖς δεινοῖς σταθερᾷ τῇ γνώμῃ φιλοσοφῶν ἐφαίνετο , παντάπασι παρατεταγμένως καὶ καρτερούντως |
| οἷς μὲν οὐδὲν νόσημα , οἷα ἐκ πονηρᾶς φιλεῖ διαίτης ἐπανίστασθαι , ἐλάττων ἔπαινος ἕπεται , ὅτι κατὰ φύσεως εὐμοιρίαν | ||
| τε καὶ λεπτύνειν , καὶ εὐροωτέραν ἐργασαμένην , οὕτως ὕστερον ἐπανίστασθαι , καὶ ἀθρόας ἀπωθεῖσθαι ἢ διὰ γαστρὸς ἢ δι |
| εὐδία : ἐνίοτε καὶ ζέφυρος πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Δημοκρίτῳ ζέφυρος πνεῖν ἄρχεται ἡμέραις γ καὶ μ ἀπὸ | ||
| Καλλίππῳ Αἰγόκερως ἄρχεται ἀνατέλλειν : νότος . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Εὐκτήμονι νότος χειμέριος κατὰ θάλασσαν . Ἐν δὲ τῇ |
| δὲ τοῦτο κατὰ βραχὺ ἀθροιζόμενον καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν ἐν λάκκῳ τινὶ καὶ ἦν χλιαρὸν καὶ χλωρὸν ὄζον χαλκίτεωϲ καὶ | ||
| καὶ στρογγύλαι , ὡς αἱ ἐν Δικαιαρχίᾳ ἐν τῷ Λουκρίνῳ λάκκῳ καὶ ἐν τῷ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ λιμένι : γλυκεῖαι γὰρ |
| ' ὑπὸ τὰ πτερύγια τὸν λεγόμενον οἶστρον . χαίρει δὲ ἀλέᾳ : διὸ καὶ πρὸς τὴν ἄμμον πρόσεισι . γίνεται | ||
| οὐκοῦν ἐν κρυμῷ μέν φησιν ὁ Ἀβδηρίτης συμμένει , ἐν ἀλέᾳ δὲ ὡς τὰ πολλὰ ἐκπτύεται . ἀνάγκην δὲ εἶναι |
| ἐγχαράξεις τῆς γῆς . γράφεται ἀγμοὺς ἀντὶ τοῦ αἰγιαλούς * ὄγμους : ῥήξεις . περὶ ἀμφισβαίνης τὸν δὲ μετ ' | ||
| εἶναι . ὄγκους τοὺς πώγωνας τῶν βελῶν τῶν τοξικῶν . ὄγμους τοὺς τῶν θεριζόντων στίχους καὶ τοὺς αὔλακας . ὄγχναι |
| δ ' ἐν τῇ Καρχηδόνι τὸ μέγεθος πυθόμενοι τῆς συμφορᾶς συνετρίβησαν ταῖς ψυχαῖς καὶ συντόμως ὑπελάμβανον ἥξειν ἐπ ' αὐτοὺς | ||
| αἱ λοιπαὶ κατεφλέχθησαν ἢ ἐλήφθησαν ἢ ἐς τὴν γῆν ὀκέλλουσαι συνετρίβησαν : αἱ δὲ ἑπτακαίδεκα μόναι διέφυγον . Καὶ ὁ |
| ὁδὸν διανύσας ἐπειδὴ κόπῳ συνείχετο , πεσὼν παρά τι φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ αὐτοῦ ὅσον οὔπω καταπίπτειν ἡ Τύχη | ||
| πόνοι , ὁ δὲ πυρετὸς ἐπέτεινεν : ὑπεδυσφόρει : οὐκ ἐκοιμᾶτο : ἄκρεα ψυχρά : οὔρων πλῆθος διῄει οὐ χρηστῶν |
| . Τὴν ἕδρην ἐμβάλλει : ἀσταφίδι λείῃ , τετριμμένῃ , ξηρῇ , ἐπαλείφειν τὴν ἕδρην . Τὰ πεπωρωμένα διαχεῖ : | ||
| πῦρ καὶ τὸ ὕδωρ ὡσαύτως . Εἰ μὲν οὖν ἐν ξηρῇ τῇ χώρῃ περικινέεται , κρατέει τοῦ ξυνεμπεσόντος ὕδατος , |
| τῶν Θηβαίων ʃ βάλανος : ἡ κλείς . ἐρήμους : ἀφυλάκτους ʃ εἰκὸς δὲ ταύτας τὰς πύλας οὕτως ἠμελῆσθαι , | ||
| ὕπνος , κἂν πάνυ ἡδὺς ᾖ , βραδεῖς τε καὶ ἀφυλάκτους . δοκοῦσι δέ μοι καὶ Λακεδαιμόνιοι μὴ ἀμελεῖν τοῦ |
| ἐρᾷ τοῦ δεσπότου δριμύτατα , καὶ προσιόντος ἐφριμάττετο καὶ ἐπικροτοῦντος ἐφρυάττετο , καὶ ἀναβαίνοντος ἑαυτὸν παρεῖχεν εὐπειθῆ , καὶ παρεστῶτος | ||
| συνεστηκότες ἐπὶ ταῖς ἐκ τῶν πολέμων ὠφελείαις : οἷς ἐπαιρόμενος ἐφρυάττετο καὶ λαμπρὸς ἦν καὶ προῆλθεν ἐπὶ μήκιστον ἐπιφανείας . |
| πλημμυρῶν . πληθύοντα δὲ ἄρα βορρᾶς ἐπωθεῖ αὐτόν , καὶ ἐξάπτει κατιέναι ἄγριον . καὶ ὃ μὲν καταφέρει ὡς ἐς | ||
| τὸ ἐν τῇ καρδίᾳ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν καὶ διάπυρον γενόμενον ἐξάπτει τε καὶ ἐξαπλοῖ τὸν πυρετὸν διὰ τῶν ἀρτηριῶν ἐπὶ |
| ] φιλονεικίᾳ . ἔριδι ] + φιλονεικίᾳ , μάχῃ . μαινομένᾳ ] μανικῇ . πρὸς τὸ τέλος δὲ τῆς φιλονεικίας | ||
| ἀρτίφρων ἐγένετο μέλεος ἀθλίων γάμων , ἐπ ' ἄλγει δυσφορῶν μαινομένᾳ κραδίᾳ δίδυμα κάκ ' ἐτέλεσεν : πατροφόνῳ χερὶ τῶν |
| . . . . . . . . . . Λιμήν χωστὸς ὑπόκειται καὶ Λέχαιον λεγομένη πόλις . . . | ||
| καὶ Λιλυβαιίτης καὶ Λιλυβηίς . Λιμενῶτις , χερρόνησος Κελτική . Λιμήν , ὁ ὕφορμος τόπος . καὶ λιμενίτης ὁ ἐν |
| Παρθένου ἐπιτέλλουσι : καὶ ἐτησίαι λήγουσιν . Ἐν δὲ τῇ ιῃ ἡμέρᾳ Εὐκτήμονι Προτρυγητὴρ φαίνεται : ἐπιτέλλει δὲ καὶ Ἀρκτοῦρος | ||
| τῇ εῃ Εὐδόξῳ Ἀετὸς ἑῷος δύνει . Ἐν δὲ τῇ ιῃ ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ Στέφανος δύνει . Ἐν δὲ τῇ ιβῃ |
| Εὐδόξῳ Λύρα ἑῷος δύνει : ἐπισημαίνει . Ἐν δὲ τῇ κθῃ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . Καλλίππῳ Παρθένος ἐπιτέλλει : ἐπισημαίνει . | ||
| ἐπιτέλλει . Εὐδόξῳ Ὠρίων ἄρχεται ἐπιτέλλειν . Ἐν δὲ τῇ κθῃ Δημοκρίτῳ ἄρχεται Ὠρίων ἐπιτέλλειν , καὶ φιλεῖ ἐπισημαίνειν ἐπ |
| φονορρύτῳ ] ἐν ᾗ τὸ αὐτῶν αἷμα ἔρρευσεν . θ φονορρύτῳ ] + διὰ τὸ μέτρον . κάρτα δ ' | ||
| τῇ φονορρύτῳ γῇ . γαίᾳ ] τῇ γῇ . ζωὰ φονορρύτῳ : ἡ ζωὴ αὐτῶν τῇ χεομένῃ τῷ αἵματι : |
| . κέντρον : βέλος , ἄλγος , τὸν οἶστρον . λαγόνεσσι : σπλάγχνοις . ἀραιαῖς : λεπταῖς , μικραῖς , | ||
| ἀπαμβλύνει φάος ὄσσων . ἔνθα δ ' ἐν εὐρωποῖσιν ἁλὸς λαγόνεσσι πεσοῦσαι αὔτως δηθύνουσιν , ἀεξόμεναι δὲ μένουσι λαρὸν ἔαρ |
| καὶ βουλομένη μηδὲ μέρος τι αὐτῆς ἐνταῦθα εἶναι , εἰκότως οἰστρᾷ , ἀντὶ τοῦ ἀδημονεῖ ἐκείνων ἐφιεμένη καὶ μνημονεύουσα . | ||
| : πάλιν μεταφορικαῖς λέξεσι χρῆται καὶ ὑπερβολαῖς , λυττᾷ , οἰστρᾷ , μαίνεται λέγων καὶ ὅσα τοιαῦτα . λαʹ Οὔτε |
| σημαίνει . Ὁκόσοι ἐν τοῖσι πυρετοῖσιν , ἢ ἐν τῇσιν ἄλλῃσιν ἀῤῥωστίῃσι κατὰ προαίρεσιν δακρύουσιν , οὐδὲν ἄτοπον : ὁκόσοι | ||
| καὶ ἐκπίπτει ἐπὶ ταύτῃ τῇ ἰητρείῃ , ἢ ἐν τῇσιν ἄλλῃσιν , ἐς ὠτειλάς τε θᾶσσον ὁρμᾶται τὸ ἕλκος οὕτως |
| δυνάμεθα , ἀλλ ' ἐπειδὰν σύνεσιν καὶ ἀγχίνοιαν κραταιωσάμενοι μηκέτι κούφῃ καὶ ἐπιπολαίῳ , ἀλλὰ βεβαίᾳ καὶ παγίᾳ γνώμῃ περὶ | ||
| εἴκοσιν ἡμέραις . Τὰ μὲν οὖν ἐν τῇ ἀλεεινῇ καὶ κούφῃ διὰ ταύτας τὰς αἰτίας τεράμονα τὰ δ ' ἐν |
| γὰρ χύτραις βάπτουσι . συντρίβεται δὲ τὰ κεράμια παρὰ ταῖς κρήναις . ὠστιζομένη : Ὠθουμένη , στενοχωρουμένη . στιγματίαις δὲ | ||
| κωλύματα τεχνίταις ἀποτεμὼν τὰ τοιαῦτα δεινοῖς ; τίς ὁ ταῖς κρήναις ἑτέρας ἔτι προσθείς , ὡς τῆς τῶν ὑδάτων ῥύμης |
| ἐγὼ δέομαι , τρέψατε εἰς ἅπαντας . ὥσπερ γὰρ ἐν ἑστιάσει πάνυ αἰσχρόν ἐστιν ἕνα τῶν κατακειμένων πίνειν , καὶ | ||
| ἔθυε τοῖς πατρῴοις θεοῖς ἃς εὔξατο θυσίας καὶ τοὺς συγγενεῖς ἑστιάσει λαμπρᾷ τε καὶ * καθάπερ ἐν ταῖς μεγίσταις ἑορταῖς |
| : εἰς ἐλάτην ἀναβὰς περιμήκετον , ἣ τότ ' ἐν Ἴδηι μακροτάτη πεφυυῖα δι ' ἠέρος αἰθέρ ' ἵκανεν . | ||
| Ἐπιμενίδης ὁ τὰ Κρητικὰ ἱστορῶν φησίν , ὅτι ἐν τῆι Ἴδηι συνῆν αὐτῶι , ὅτε ἐπὶ τοὺς Τιτᾶνας ἐστράτευσεν . |
| μηδὲν ὠφελεῖν καὶ τὰ προσόντα ἀφαιρεῖται . κολοιὸς ἔν τινι περιστερεῶνι περιστερὰς ἰδὼν καλῶς τρεφομένας λευκάνας ἑαυτὸν ἦλθεν ὡς καὶ | ||
| πράγμασιν ἐγχειροῦντες ἐμβάλλουσιν ἑαυτοὺς εἰς ὄλεθρον . περιστερὰ ἔν τινι περιστερεῶνι τρεφομένη ἐπὶ πολυτεκνίᾳ ἐφρυάττετο . κορώνη δὲ ἀκούσασα αὐτῆς |
| ὧδ ' ὠγυγίαν Ἀίδᾳ προϊάψαι , δορὸς ἄγραν δουλίαν , ψαφαρᾷ σποδῷ ὑπ ' ἀνδρὸς Ἀχαιοῦ θεόθεν περθομέναν ἀτίμως , | ||
| ] λεπτότητι εἰς χοῦν λεπτυνθείσῃ ἢ ξηρᾷ καὶ ψαμμώδει . ψαφαρᾷ ] εἰς χοῦν λεπτυνθείσῃ ἢ ξηρανθείσῃ , ψαμμώδει : |
| δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ . μὴ θραύσοι : ὁ ἐπιγινόμενος χρόνος τὸν ὄλβον αὐτῶν μὴ θραύοι , τοὐναντίον δὲ | ||
| , λύσις . Ὑπὸ διαῤῥοίης ἐχομένῳ μακρῆς ἀπὸ ταὐτομάτου ἔμετος ἐπιγινόμενος λύει τὴν διάῤῥοιαν . Ὑπὸ πλευρίτιδος , ἢ ὑπὸ |
| τόποις ἐν ἡμέραις μβ ἐν καθύγροις τόποις καὶ ἀνημέροις ἢ δυσχειμέροις , νότον δὲ ἀνερχομένη ἐν τοῖς ἀνατολικοῖς καὶ δυσκόλως | ||
| οὕτως ἐνεωτέρισεν ὁ ἀήρ , ὥσθ ' ὅσα ἐν τοῖς δυσχειμέροις ἀθρόα κατασκῆψαι , φορὰς ὑετῶν , χάλαζαν πολλὴν καὶ |
| , ἢ ἐπὶ λεπτοτέρου βάθους τάσσουσιν ἢ κεχυμένον μήκοθεν ἢ διεσκεδασμένον , ὅταν οὐδὲ τὸν μάχιμον , οὐδὲ τῶν ἄλλων | ||
| τἄλλα πάντα τὰ ἑψόμενα αἰεὶ γλυκέα . Ἕως μὲν οὖν διεσκεδασμένον ᾖ καὶ μή πω ξυνεστήκῃ , φέρεται μετέωρον . |
| ξυντονώτερον ἤπειξα , καὶ πρὸς τοὺς ὄντως Ἀβδηρίτας ἐπὶ τῇ σκοπιῇ ἀναμένοντάς με , ἄνδρες , ἔφην , τῆς πρὸς | ||
| ἐπήρχετο αὐτοῖς ἀπροόπτως προπάροιθεν ὑψηλὸν καὶ μέγα κῦμα παραπλήσιον ἀπερρηγμένῃ σκοπιῇ ἤτοι ὄρει . ἀποτμῆγι : ἀπορρωγάδι . ἤμυσαν : |
| Πλάτων διάλογον . πλέοντος δ ' αὐτοῦ εἰς Σικελίαν ἐτελεύτησεν ναυαγήσας ἐτῶν Ϛʹ , σοφιστεύσας ἔτη μʹ . Πρόδικος . | ||
| γὰρ ὁ Ἀσωπόδωρος Θήβηθεν ἐν Ὀρχομενῷ ἐπολιτογραφήθη . ἄλλως . ναυαγήσας ὁ Ἀσωπόδωρος ἐν Ὀρχομενῷ ἐξερρίφη . ἅ νιν ἐρειδόμενον |
| . καταχρίοιτο δ ' ἂν τὸ μέροϲ καὶ ψιμυθίῳ ἢ Κιμωλίᾳ ἢ κεραμικῇ γῇ μετὰ ϲτρύχνου ἢ λιθαργύρῳ μετὰ ῥοδίνου | ||
| πίθους παραχρῆμα σμήχειν ἅλμῃ , ἢ κληματίνῃ τέφρᾳ , ἢ Κιμωλίᾳ ἢ ἀργιλλώδει γῇ . Τινὲς μὲν βορείων ὄντων τῶν |
| . Φίλιππος ἐν Χαιρωνείᾳ γιγνώσκων τοὺς μὲν Ἀθηναίους ὀξεῖς καὶ ἀγυμνάστους , τοὺς δὲ Μακεδόνας ἠσκηκότας καὶ γεγυμνασμένους , ἐπὶ | ||
| γινόμενα , ὥστ ' εἰς ἀκοσμίαν καὶ εἰκαιότητα τρέπεσθαι τοὺς ἀγυμνάστους ἔχοντας τὰς φαντασίας . οὐκ ἄλλως τ ' ὀξὺν |
| Τὰ χρώματα οὐχ ὅμοια ἐν τῇσιν ὥρῃσιν , οὐδὲ ἐν βορείοισι καὶ νοτίοισιν , οὐδ ' ἐν τῇσιν ἡλικίῃσιν αὐτὸς | ||
| ἐτησίαι ξυνεχέες ἔπνευσαν : ταχὺ δὲ περὶ ἀρκτοῦρον , ἐν βορείοισι πουλλὰ πάλιν ὕδατα . Γενομένου δὲ τοῦ ἔτεος ὅλου |
| ἐς ἰθὺ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθεῖν , τὸ δὲ ἐναντίον ἀντωθεῖν . ἴησις δὲ ἢ σταιτὶ ἢ ὀθονίοισι . μὴ | ||
| ἄνω . φασὶ δὲ καὶ τὴν πεύκην καὶ τὴν ἐλάτην ἀντωθεῖν . τὸ δὲ τῆς Εὐβοϊκῆς καρύας , γίνεται γὰρ |
| ἐνῆν . Δωδεκάτῃ , μέλανα σμικρὰ καὶ πρασοειδέα ὑπεχώρησεν . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , λῆξαι πυρέτιον ἐδόκει : μετὰ δὲ , ῥοφήμασιν | ||
| ἤμεσεν : ῥῖγος : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης ἄφωνος . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , αἷμα διὰ ῥινῶν : ἀπέθανεν . Ταύτῃ διὰ |
| τοῦ βυθοῦ κλυσθέντος ἰσχυρῶς καὶ χειμῶνος ἔξω γενομένου πολλάκις ἀδήλως ἐπεσήμηνε καὶ τοῖς λιμέσιν . οἴεσθε ἀγορᾶς καὶ θεάτρου καὶ | ||
| ὧν πολλάκις τινῶν κατὰ τὰς πολεμικὰς περιστάσεις φαγόντων , παραδόξως ἐπεσήμηνε τὸ θεῖον καὶ μεγάλαις συμφοραῖς περιέβαλε τοὺς τολμήσαντας προσενέγκασθαι |
| ἐγεννήθησαν , ἐτράφησαν , εἰς φῶς προῆλθον . Στάζει : ἐπιβαίνει , ἐμβάλλει , ἐπιφέρει . γλυκερόν : εὐφρόσυνον . | ||
| τῷ κατὰ φύσιν ἀκολουθεῖν λόγῳ . οἷον τὰ μὲν ὄπισθεν ἐπιβαίνει , ὡς ἵππος ὄνος αἲξ βοῦς ἔλαφος καὶ τὰ |
| ἀντὶ τοῦ : αὐτὸς καθ ' ἑαυτὸν ἔσω λυπούμενος καὶ τηκόμενος ἐν ἡσυχίᾳ καὶ μὴ ἐν φανερῷ . κατὰ καιρόν | ||
| ἄρθροισιν : ἢν δὲ μὴ οὕτω μελετηθῇ , τὸ λοιπὸν τηκόμενος θνήσκει : ἡ γὰρ νοῦσος χαλεπή . Περὶ δὲ |
| καὶ πόλις . . . . γʹ νῆσος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ . ὁ πολίτης Ἰκάριος „ πόντου Ἰκαρίοιο ” | ||
| Δικτύῳ Ὀρφεὺς λέγει [ ὅτι ἡ Νίσα τόπος ἐστὶν ἐν Ἐρυθρᾷ κείμενος ] . ἰχθυόκεντρον : τρίαινα , ᾗ ἐπὶ |
| αὐτῆς ῥίζης , λευκότερα τῶν τοῦ πρασίου . φύεται ἐν ὀρεινοῖς καὶ τραχέσι χωρίοις . Στοιχὰς γεννᾶται μὲν ἐν ταῖς | ||
| ὄρος ἀνωτάτω κώμῃ , καὶ οἱ ἄλλοι Ἕλληνες ἐν τοῖς ὀρεινοῖς καλουμένοις Θρᾳξὶ πλησίον κατεσκήνησαν . Ἐκ τούτου ἡμέραι τ |
| Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ | ||
| Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής , |
| ' ὀλοῇσι πύλῃσι πολυκλαύτου Ἀίδαο εἴργων νεκρὸν ὅμιλον ὑπ ' ἠερόεντι βερέθρῳ : ῥεῖα δέ μιν Διὸς υἱὸς ὑπὸ πληγῇσι | ||
| πεφύασι καὶ ἀτρυγέτοιο θαλάσσης . ἔνθα θεοὶ Τιτῆνες ὑπὸ ζόφῳ ἠερόεντι κεκρύφαται βουλῇσι Διὸς νεφεληγερέταο , χώρῳ ἐν εὐρώεντι , |
| θανεῖται , πόντιον φυγὼν σκέπας , κόραξ σὺν ὅπλοις Νηρίτων δρυμῶν πέλας . κτενεῖ δὲ τύψας πλευρὰ λοίγιος στόνυξ κέντρῳ | ||
| ἀπέθανε μαχόμενος τῷ Τηλεγόνῳ . * Νηρίτων τῶν τοῦ Νηρίτου δρυμῶν ἐγγύς . * * στόνυξ πᾶν τὸ εἰς ὀξὺ |
| ἐν ὕδατι τῇ ἀφανείᾳ , ἤγουν βαρέως αὐτῷ ἐπιπίπτεις καὶ ἀφανίζεις ἐν τῷ σῷ κράτει καὶ τῇ ἰσχύϊ . Ἀμείλιχον | ||
| τιθεῖς αὐτοῦ τὴν ὕβριν ἐν ἄντλῳ , τουτέστι καταβαπτίζεις καὶ ἀφανίζεις ὡς ἐν ὕδατι τῇ ἀφανείᾳ , ἤγουν βαρέως αὐτῷ |
| οἱ μὲν ἔτι καθεύδοντες , οἱ δὲ ἄρτι ἀφυπνίζοντες , ἀφυλάκτως ἐτιτρώσκοντο . ἄλλοι μὲν ἀνέσπων τὰ πρυμνήσια , ἄλλοι | ||
| ὁ Ἀριστομένης τῇ πορείᾳ τε ἀτακτότερον χρῆσθαι καὶ ταῖς στρατοπεδείαις ἀφυλάκτως , ἐπιτίθεται νύκτωρ σφίσι : καὶ τῶν τε ἄλλων |
| τῶν σκυθρωπῶν καὶ ὠχρῶν . Ἐν ἅλῳ δρασκάζεις : ἤτοι κρύπτῃ . ἐπὶ τῶν μὴ δυναμένων λαθεῖν . Ἔστω ταμίας | ||
| ἀλυσιτελῶν δώρων . Ἐν ἅλῳ δρασκάζεις : ἤτοι ἐν ἅλῳ κρύπτῃ . ἐπὶ τῶν μὴ δυναμένων λαθεῖν . Εἶμι γὰρ |
| ἐπιγίνεται , καὶ ἄνεμος μέγας πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιζῃ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἀκρόνυχος ὅλος δύνει . Καλλίππῳ Χηλαὶ ἄρχονται | ||
| δὲ τῇ ιϚῃ ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . Ἐν δὲ τῇ ιζῃ Εὐκτήμονι Λύρα δύεται : καὶ ἔτι ὕει : καὶ |
| ὁ τριηραύλης ] οὐχ ἁπλῶς αὐλητής , ἀλλ ' ἐν τριήρει αὐλῶν ἄμουσον ῥυθμόν . τῆς καλῆς ἐργασίας ] κατ | ||
| μάχην . τὸ δὲ τελευταῖον δοὺς ἐμβολὴν τῇ τοῦ Περικλέους τριήρει βιαιότερον , τῆς μὲν τριήρους ἐπὶ πολὺν ἀνέρρηξε τόπον |
| πεσών , κἀκφυσιῶν ὀξεῖαν αἵματος σφαγὴν βάλλει μ ' ἐρεμνῇ ψακάδι φοινίας δρόσου , χαίρουσαν οὐδὲν ἧσσον ἢ διοσδότῳ γάνει | ||
| τὸν πόλεμον . γεωργὸς γάρ ἐστι : διὸ καὶ τῇ ψακάδι ἁρμοδίως ἐχρήσατο . μηδὲ ψακὰς ᾖ : ψακὰς τὸ |
| , χαλεπήν * θήρ : ἡ διψάς * τυπῇσιν : τρώσεσι πλήξεσι * ἀμυδροτέρῃσιν : θανατοποιοῖς θανασίμοις , χαλεπαῖς κρυπταῖς | ||
| μικροτέρους . ἰόν : φάρμακον . Τύμμασι : ἐν , τρώσεσι , πληγαῖς , τύψεσιν . λευγαλέοισιν : ὀλεθρίοις , |
| μὲν μορφῇ μέλανας καὶ σπινώδεις καὶ μικροὺς καὶ ἁπλότριχας καὶ ὑποψίλους καὶ ὑπορρύθμους καὶ μελανοφθάλμους , τῇ δὲ κράσει τὸ | ||
| ἐαρινῆς ἰσημερίας μελανόχροας , συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι , τετανότριχας , ὑποψίλους , ὑπορρύθμους , τὸ πλεῖον ἔχοντας ἐν τῷ ὑγρῷ |
| ἡ Σελήνη δὲ ἐν τῷ βορείῳ ἡμισφαιρίῳ τὰ δεξιά : ἀνερχομένη γὰρ τὰ βόρεια σημαίνει ἕως τῆς καταβάσεως , τὰ | ||
| ἐν καθύγροις τόποις καὶ ἀνημέροις ἢ δυσχειμέροις , νότον δὲ ἀνερχομένη ἐν τοῖς ἀνατολικοῖς καὶ δυσκόλως μηνυθήσεσθαι ἐν ἡμέραις ξδ |
| τε . πεπέδηται : δεδέσμηται . Γόμφοισιν : ἥλοις , καρφίοις : γόμφος κυρίως τὸ ξύλινον καρφίον παρὰ τὸ κόπτω | ||
| καὶ ἔκπληξιν ἐμποιοῦντα τοῖς βλέπουσι . . γόμφοις ] ἐν καρφίοις . . ἥλοις . λαμπρὸν ] χρυσοειδές . ἔκκρουστον |
| τόπους τε καὶ κινήσεις πολεμίων κατασκοπεῖν . Τοὺς δὲ τοιούτους ἐλαφρᾷ ὁπλίσει χρᾶσθαι καὶ ἵπποις ὁδεύειν ταχέσι καὶ τοὺς μὲν | ||
| ἵπποι καὶ οἷοι διαδραμεῖν τὸν Αἰγαῖον αὐχμηρῷ τῷ ἄξονι καὶ ἐλαφρᾷ τῇ ὁπλῇ . ὁ μὲν οὖν ἆθλος εὐδρομήσει τῷ |
| μὲν οὕτω ῥηΐσῃ : ἢν δὲ μὴ , κεραμικῇ γῇ ψυχρῇ καταπλάσσειν , καὶ ἐν τῇ αἰθρίῃ κοιμάσθω . Οὕτω | ||
| ξυνίϲταται ἡ νοῦϲοϲ , ἀτὰρ καὶ ἡλικίῃ καὶ ὥρῃ . ψυχρῇ ἐπιφοιτῇ χώρῃ , καὶ χείματι καρτερῷ . Περὶ δυϲεντερίηϲ |
| . ὁ μὲν γὰρ βαρύτατος τῶν εἰλημμένων φθόγγων διὰ τεσσάρων ἡρμόσθη σύμφωνον τῷ τὸ βαρύτερον δίτονον ἐπὶ τὸ ὀξὺ ὁρίζοντι | ||
| ] ὁ Ἥφαιστός φησιν ὅτι οὗτος ὁ σιδηροῦς δεσμὸς ἀσφαλῶς ἡρμόσθη καὶ ἐνεπάγη , τὸ δὲ τοῦ Διὸς Κράτος φησὶ |
| κῦμα διὰ τὸν βυθόν , εἰρεσίᾳ ὅμως καὶ πρὸς τόδε ἐνίστατο καρτερᾷ μὴ παραφέρεσθαι , καί τινες αὐτὸν ἐμιμοῦντο ἕτεροι | ||
| . Γ ὁ βυρσοπώλης Γ : ἐπεὶ μάλιστα ὁ Κλέων ἐνίστατο τῇ εἰρήνῃ . σεσημείωται δέ , ὅτι νεκροὺς κωμῳδεῖ |
| τρίποδι Μουσῶν : ἐπὶ τῶν λόγους ἀσκούντων . Ἐν ἅλῳ δρασκάζεις : τὸ δρασκάζεις ἀντὶ τοῦ κρύπτῃ . ἐπὶ τῶν | ||
| μεμάντευσαι : ἐπὶ τῶν σκυθρωπῶν καὶ ὠχρῶν . Ἐν ἅλῳ δρασκάζεις : ἤτοι κρύπτῃ . ἐπὶ τῶν μὴ δυναμένων λαθεῖν |
| Ἀλλ ' ἦν οὐδὲν ὄφελος : τοῦ γὰρ πνεύματος ἀκμάζοντος ἀσχέτῳ τάχει κατὰ ῥοῦν ἡ ναῦς ἐφέρετο . Οἱ δ | ||
| γνωστόν , ἀλλ ' ἀδιορίστως καὶ ἐν τῷ πρὸς ἕτερον ἀσχέτῳ , τοῦ δὲ νοῦ προελθόντος ἀπ ' αὐτῆς καὶ |
| τιμαῖς ἀμφέπει ἀθανάτων . ἐνδιατρίψας δὲ τῇ πόλει χρόνον τινὰ διέπλευσεν εἰς Δῆλον εἰς τὴν πανήγυριν . καὶ σταθεὶς ἐπὶ | ||
| ἐπειχθεὶς σκάφους ἐπέβη σμικροῦ καὶ νεὼς παραπλεούσης ἐπιτυχὼν ἐς Μιτυλήνην διέπλευσεν : ὅθεν τὴν γυναῖκα Κορνηλίαν ἀναλαβὼν καὶ τριήρων τεσσάρων |
| καὶ ποιεῖν , ὁ δὲ ἀφομοιούτω αὐτὸν τῇ τοῦ Ἰξίονος χαλεπῇ καὶ βιαίῳ φορᾷ τε καὶ ἀνάγκῃ , τροχοῦ τινος | ||
| : πρῆσαι γὰρ τὸ φυσῆσαι . ὁ Κλέων ἐχρῆτο φωνῇ χαλεπῇ , καθάπερ καὶ ἑτέρωθι : φωνὴν δ ' εἶχεν |
| θερινοῦ , τοῦ ἐν τῷ θέρει φαινομένου , ἤως τοῦ κυνάστρου . Ὀπωρινοῖο κυνὸς εἶπεν ὁ ποιητὴς , ὅτι ὁ | ||
| . ὑπερτείνασα ] ὑπερδραμοῦσα , διελθοῦσα . σειρίου ] τοῦ κυνάστρου : ἤγουν μὴ ξηρανθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἐν τούτωι καύματος |
| τὸν ἑταῖρον Ἄνθιον . καὶ ἴσως μέν τί σοι κἀκεῖνος βεβοήθηκεν : εἰ δὲ οὐδέν τι προσέσχεν , ἀλλ ' | ||
| καὶ καθ ' αὑτὰ τιμίων ἡ περὶ τὰ μαθήματα φιλοσοφία βεβοήθηκεν ἡμῖν . καὶ γὰρ τῶν δημιουργικῶν τεχνῶν οὐκ ὀλίγαις |
| μισητὸς , καιρὸς , θανατηφόρος . ἕρπει : ἀκολουθεῖ , σύρεται , διατρέχει , ἐπιγίνεται : ἕρπει ἐπὶ τῶν βραδέως | ||
| μὲν ἔθνη τὴν Ἰταλίαν κατοικεῖ . Ἐκεῖθεν δὲ πρὸς ἀνατολὰς σύρεται ἢ τὴν θάλασσαν ἐπερεύγεται ὁ Ἀδρίας κόλπος , τοὺς |
| τῶν ὑπερσπευδόντων . Καὶ γὰρ τὸ θηρίον ἁρπάξαν φεύγει . Λύχνον ἐν μεσημβρίᾳ ἅπτειν : ἐπὶ τῶν παρὰ καιρόν τι | ||
| δὲ λάθρα . Λύκου πτερά : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Λύχνον ἐν μεσημβρίᾳ ἅπτεις : ἐπὶ τῶν ἐν καιρῷ ἀνεπιτηδείῳ |
| ΓΔΛ : ὥστε καὶ τῷ ΓΛΘ . Ἐὰν παραβολῆς εὐθεῖα ἐπιψαύουσα συμπίπτῃ τῇ διαμέτρῳ , ἡ διὰ τῆς ἁφῆς παράλληλος | ||
| εὐθεῖα . Ἐὰν ὑπερβολῆς ἢ ἐλλείψεως ἢ κύκλου περιφερείας εὐθεῖα ἐπιψαύουσα συμπίπτῃ τῇ διαμέτρῳ , καὶ ἀπὸ τῆς ἁφῆς ἐπὶ |
| πολυφεγγής , Κρονίδης , ὑψιμέδων . Ἄρης : Πυρόεις , ὑπήνεμος , ἐγχέσπαλος , θοῦρος , κορυθαίολος , βροτολοιγός , | ||
| , πᾶι δή μοι νίσηι σκοπέλους ; οὐ τᾶιδ ' ὑπήνεμος αὔρα καὶ ποιηρὰ βοτάνα , δινᾶέν θ ' ὕδωρ |
| δυστυχεῖν . Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ ' ἀτυχία φίλου . Ἐν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις . Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν | ||
| πλοῦτος δ ' ἀμαθία δειλόν θ ' ἅμα . σὺν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις . νεανίαν γὰρ ἄνδρα χρὴ |
| παχύνεσθαι . Τῷ δὲ ἀφηλικεστέρῳ ὅ τε πλεύμων ἀραιότερος καὶ κοιλότερος , καὶ αἱ ἀρτηρίαι εὐρύτεραι , ὥστε μὴ ἐγχρονίζειν | ||
| τὰ μὲν ἀπὸ ὀνομάτων εἰς μόνα ὀνόματα συγκρίνεσθαι , κοῖλος κοιλότερος , ταχύς ταχύτερος , τὰ δὲ ἀπὸ ἐπιρρημάτων καὶ |
| ὥστε ἐκδεδαπανῆσθαι μὲν τὴν ὑποτεταγμένην ὑγρότητα , ξηρᾷ δὲ καὶ ἀερώδει ἀναθυμιάσει ἀναμεμίχθαι . Μέσος ἐστὶ σφυγμὸς ὁ μηδὲ μὲν | ||
| εἰς διαπύρους ἄνθρακας καὶ ῥίπιζε συνεχῶς : ὅταν δὲ σποδῷ ἀερώδει μᾶλλον ἐμφερὴς γένηται τὴν χρόαν , ἀνελόμενος ἀπόθου . |
| θηρία ἐδίδου τε τῷ πάππῳ καὶ ἔλεγεν ὅτι αὐτὸς ταῦτα θηράσειεν ἐκείνῳ . καὶ τὰ ἀκόντια ἐπεδείκνυ μὲν οὔ , | ||
| λέγεται δὲ ὡς Ἡρακλῆς κατὰ πρόσταγμα Εὐρυσθέως παρὰ τῷ Ἐρυμάνθῳ θηράσειεν ὗν μεγέθει καὶ ἀλκῇ τοὺς ἄλλους ὑπερηρκότα . Κυμαῖοι |
| πάθους τυγχάνοντος , οὐδέν τι τοῖς οὔροις καὶ ταῖς λοιπαῖς ἐκκρίσεσι ἀποδίδοται , βραχὺ δέ τι ἐνακμάζοντος : ὁπόταν δ | ||
| ἀπευθυσμένου καὶ κύστεως παραποδίζειν τε ἐν ταῖς προπτώσεσι ταῖς φυσικαῖς ἐκκρίσεσι θλίβουσαν καὶ στενοχωροῦσαν τοὺς τόπους καὶ παραποδίζεσθαι ὑπ ' |
| Τροίαν στρατεύεσθαι , ὑπεκρίθη μαίνεσθαι ζεύξας βοῦν σὺν ὄνῳ καὶ ἀροτριῶν . ἀναγκαζομένων τῶν Ἑλλήνων Παλαμήδης λαβὼν τὸν υἱὸν Τηλέμαχον | ||
| ἀπολέσασα καθ ' ἡμέραν πρὸς τὸ μνῆμα αὐτοῦ ἔκλαιεν . ἀροτριῶν δέ τις σύνεγγυς ἐπεθύμησε μετ ' αὐτῆς συγγενέσθαι . |
| ἐστιν οὐκ εἰς οἰωνοὺς ἰδεῖν ἢ ἄρνας θῦσαι ἢ φήμαις προσσχεῖν , ἀλλὰ τὸ εἰκάζειν καλῶς ἐγγὺς αὐτοὺς Ἀμφιαράου καθίστησιν | ||
| τῶν νεῶν φυλασσομένους , ὅπως μὴ συντρίψωσιν αὐτάς σχεῖν : προσσχεῖν . τῶν νεῶν : ἤγουν τινὰς τῶν νεῶν . |
| συνδένδρῳ τόπῳ ἀνάρμοστον . . ὑπό συνδένδρῳ . . . νέμος ὁ σύνδενδρος τόπος καὶ νομὴν ἔχων : ἐν νέμεϊ | ||
| δὲ νῆκτάρ τι ὄν , τὸ ἐστερημένον τοῦ κτανθῆναι . νέμος ὁ σύνδενδρος τόπος καὶ νομὴν ἔχων : “ ἐν |
| αὐτὸν ἐσθίοντας . εἰδέναι δὲ ὑμᾶς δεῖ ὅτι τὰ μὴ πυρωθέντα ἢ τριφθέντα σιτία φύσας καὶ βάρη καὶ στρόφους καὶ | ||
| τίς ὧδε παιδνὸς ἢ φρενῶν κεκομμένος , φλογὸς παραγγέλμασιν νέοις πυρωθέντα καρδίαν ἔπειτ ' ἀλλαγᾷ λόγου καμεῖν ; γυναικὸς αἰχμᾷ |
| δὲ ὡς πλεῖστον ἐπὶ ἀνθρακιὴν , καὶ περικαθίσας αὐτὴν καὶ περιστείλας θυμία , φυλασσόμενος μὴ κατακαύσῃς . Ἢν δὲ γυνὴ | ||
| ἐν τῇ φυγῇ νοσήσας ἀπηλλάγη τοῦ σώματος , εὖ τε περιστείλας καὶ τὰ νομιζόμενα θεραπεύσας ἔθαψεν . , . . |
| ἐθνικὸν Σαγαλασσεύς καὶ Σαγαλασσηνός . Σαγαρτία , χερρόνησος παρὰ τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ . τὸ ἐθνικὸν Σαγάρτιοι . Σαγγάριος , ποταμὸς | ||
| αὐτοῦ Περσικοῦ κόλπου . Ἀντίκειται δὲ ὁ Περσικὸς κόλπος τῇ Κασπίᾳ θαλάσσῃ τῇ καὶ Ὑρκανίᾳ λεγομένῃ , καὶ στενώσας τὴν |
| ἢ κυκλαμίνου ὁμοίως ἢ ἀλθαίας ῥίζης ἐν ὀξυμέλιτι λεανθείσης καὶ ἑψηθείσης . κηρωτὴ δὲ διαδεχομένη τὸ κατάπλασμα μυροβάλανον ἐχέτω . | ||
| δὲ ἔφη . Γ ἐντετευτλανωμένης : ἀντὶ τοῦ μετὰ τεύτλων ἑψηθείσης . μετὰ τεύτλων γὰρ ἤσθιον τὰς ἐγχέλεις . λέγονται |
| κατὰ τὴν τῶν εἰθισμένων αὐτοῖς γίνεσθαι παθῶν οὐσίαν . αὐτίκα μελαγχολίᾳ τις ἁλίσκεται καθ ' ἕκαστον ἔτος , εἰ μὴ | ||
| κατὰ σάρκα καὶ ταῖς λειχηνώδεσιν ὀρθοπνοίαις ἀσθματικοῖς , μανίᾳ , μελαγχολίᾳ , καὶ πᾶσιν ἁπλῶς ὅσα μηδεμίαν ἐναντίωσιν ἔχει πρὸς |
| περιφραστικῶς . Πατάγῳ ] Ἤχῳ , κτύπῳ . Ἁφαίστοιο ] Πυρός . Κρουνοὺς ] Ῥεύματα . Ἑρπετὸν ] Ἤγουν ὁ | ||
| : Εἶδος ὀσπρίου . Θ . . . Ἡφαίστου : Πυρός . . κατεκλίναμεν : ἡ κατά ἀντὶ τῆς ἀνά |
| ἤγουν ἄλλα τῆς πόλεως μέρη . πυρφορεῖ ] καυθήσεται . πυρφορεῖ ] πυρὶ καίεται . πυρφορεῖ ] καίει . πυρφορεῖ | ||
| ἀνάπτεται . πυρφορεῖ ] καίει ἢ πῦρ φέρουσι . θ πυρφορεῖ ] + πῦρ φέρει ἤγουν καίεται πυρὸς ἐμβληθέντος αὐτοῖς |
| ? λόγων ? [ ] , καὶ λήξαντος τοῦ χειμῶνος ὁρμίζονται ? [ εἰς ] τὴν Ῥώμην . ἔμαθεν ? | ||
| καὶ εὐκαρποτέρη ἐστὶ καὶ ποιώδης μᾶλλόν τι καὶ ἔνυδρος . ὁρμίζονται δὲ ἐν Βάδει χώρῳ τῆς Καρμανίης οἰκουμένῳ , δένδρεά |
| , αὐτὸν δὲ ἐν κροκωτῷ καὶ πορφυρίδι ἔρια ξαίνοντα καὶ παιόμενον ὑπὸ τῆς Ὀμφάλης τῷ σανδαλίῳ . καὶ τὸ θέαμα | ||
| Ἀλέξανδρος τῇ μὲν ὑπορυσσόμενον τὸ τεῖχος καταβάλλει , τῇ δὲ παιόμενον ταῖς μηχαναῖς κατασείει ἐπὶ πολύ , ὡς μὴ χαλεπὴν |
| αἰετόν , ἡ γυνὴ αὐτοῦ εἰς φήνην . Ἄνθος , Ἐρωδιός , Σχοινεύς , Ἄκανθος , Ἀκανθυλὶς εἰς ὄρνεα ὁμώνυμα | ||
| ἐκ φαρμακίας μαγγανείας δεδεμένους ἰᾶται καὶ εὐεξίαν παρέχει θαυμαστήν . Ἐρωδιός ἐστιν ὄρνεον ἐν βωμοῖς ἢ κτίσμασιν τοῖς ἐν πόλεσι |
| καυθείη , λεπτομερεϲτέρα μέν , δακνώδηϲ δέ , γίνεται , πλυνομένη δὲ τὸ δακνῶδεϲ ἀποτίθεται . Κίϲθοϲ ἢ κίϲθαροϲ ϲτυπτικόϲ | ||
| πυρετοῖϲ ἐκθερμαινομένων ἁρμοδία ἡ κηρωτὴ δι ' αὐτοῦ ϲκευαζομένη καὶ πλυνομένη δι ' ὕδατοϲ ψυχροῦ , καὶ πλειϲτάκιϲ ἀλλαϲϲομένου τοῦ |
| . ἡ διὰ ψηφίσματος τοῖς νικῶσι γινομένη στήλη . . Τόθι , ἤγουν ὅπου , ἐν τῇ Ῥόδῳ δηλονότι , | ||
| . . . . . . . . . . Τόθι κῶας ὄφις εἴρυτο δοκεύων Πεπτάμενον λασίοισιν ἐπὶ δρυὸς ἀκρεμόνεσσιν |
| ἄχρι φοινίξεως τῆς ἐπιφανείας , σὺν κηρωτῇ δ ' ἰόνθους σβέννυσιν : ὠφελεῖ δὲ καὶ σπληνικοὺς μεθ ' ἁλὸς καταπλασσομένη | ||
| σαλάμανδρα ὡς σαύρα ἐστὶ καὶ διερχομένη τὸ πῦρ ψύχει καὶ σβέννυσιν αὐτό . κεφ . νδʹ . περὶ κάστορος . |
| τοὺς δὲ καλουμένους Αὐταριάτας βάτραχοι τὴν ἀρχέγονον σύστασιν ἐν τοῖς νέφεσι λαμβάνοντες καὶ πίπτοντες ἀντὶ τῆς συνήθους ψεκάδος ἐβιάσαντο τὰς | ||
| δὲ οἷς ἂν διὰ γῆς . Δασύνουσι δ ' οὐρανὸν νέφεσι καὶ καλύπτουσι καικίας μάλιστα εἶτα λίψ . Καὶ οἱ |
| “ ἄνθρωπε , εἰ κάτοιδας ἐλεᾶν τὰς θνητὰς ψυχάς , πεπλανημένῃ μοι δεῖξον τὴν ὁδόν [ μοι ] , τὴν | ||
| νὺξ ἡμέρᾳ , καὶ ἐν οὐρανῷ μὲν ἡ ἀπλανὴς τῇ πεπλανημένῃ φορᾷ , κατὰ δὲ τὸν ἀέρα αἰθρία νεφώσει , |
| ἀφριζομένης , δηλαδὴ τῇ κωπηλασίᾳ , πίσυνοι καὶ θαρροῦντες πείσμασι λεπτοδόμοις : τοῖς λεπτῶς κατεσκευασμένοις ἤτοι ταῖς ναυσί . πλὴν | ||
| , διὰ τοῦτο πόντιον εἶπεν . πίσυνοι ] θαρροῦντες . λεπτοδόμοις ] λεπτοῖς . πείσμασιν ] σχοινίοις . μηχαναῖς ] |
| κατέβη φήσας εὐλαβεῖσθαι μὴ ἱπποτυφίᾳ ληφθῇ . τοῖς μεθύουσι συνεβούλευε κατοπτρίζεσθαι : ἀποστήσεσθαι γὰρ τῆς τοιαύτης ἀσχημοσύνης . πίνειν δ | ||
| ἐν τῇ πλατείᾳ πλησίον ἀγορᾶς καὶ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὸ κατοπτρίζεσθαι . † ἐπὶ δὲ τούτοις συγχωρηθὲν αὐτῷ † κατωπτρίσατο |
| μὲν καὶ οἱ μετ ' αὐτοῦ κατὰ χώραν ἐν τῇ Δεκελείᾳ ἔμενον , τοὺς δ ' ἐπελθόντας ὀλίγας τινὰς ἡμέρας | ||
| συνεχῶς ὁ Ἆγις στρατιᾷ καὶ ἐπετείχισε φρούριον Ἀθηναίοις τὸ ἐν Δεκελείᾳ : καταλυθέντος δὲ ἐν Αἰγὸς ποταμοῖς τοῦ Ἀθηναίων ναυτικοῦ |
| εἰς Φοινικοῦντα . ἐπεὶ δὲ οἱ ἔχοντες τὴν πόλιν τῶν Κυθηρίων φοβηθέντες μὴ κατὰ κράτος ἁλοῖεν ἐξέλιπον τὰ τείχη , | ||
| εἰς τὴν Λακωνικήν , αὐτὸς δ ' ἐπισκευάσας τὸ τῶν Κυθηρίων τεῖχος φρουρούς τε καὶ Νικόφημον Ἀθηναῖον ἁρμοστὴν ἐν τοῖς |
| : σμικρὰ ἐκοιμήθη . Ἐνάτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν . Δεκάτῃ , πάντα ξυνέδωκεν . Ἑνδεκάτῃ , ἵδρωσεν οὐ δι | ||
| περιῤῥόου χολώδεος : ὕπνοι οὐκ ἐνῆσαν . Ἐνάτῃ σπασμοί . Δεκάτῃ σμικρὰ κατενόει . Ἑνδεκάτῃ ἐκοιμήθη : πάντων ἀνεμνήσθη : |
| , ἔστι δ ' ἐν τῇ πρὸς ἄρκτον τεῖχος ἐν Θορικῷ : ἀπέχει δὲ ταῦτα ἀπ ' ἀλλήλων ἀμφὶ τὰ | ||
| ἱρὰ ἐπετέλεσαν ὡς θεῷ . Κέφαλος ὁ Δηίονος ἔγημεν ἐν Θορικῷ τῆς Ἀττικῆς Πρόκριν τὴν θυγατέρα τὴν Ἐρεχθέως . ἦν |
| καλὸν ἐνὶ γναμπτοῖσι μέλεσσι , ξανθὰς δ ' ἐκ κεφαλῆς ὀλέσω τρίχας , ἀμφὶ δὲ λαῖφος ἕσσω , ὅ κε | ||
| ὥσπερ ἀπὸ τοῦ παύσω παυσίκακος , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ὀλέσω ὀλεσίοικος . Ξ θεὸν ] τὴν Ἐριννύν . οὐ |
| Σχεδὸν δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει διαφορὰς τούτοις καὶ ἐν τοῖς παλισκίοις καὶ ἐν τοῖς εὐείλοις καὶ ἐν τοῖς ἀπνόοις καὶ | ||
| ' ἥκιστα , καθάπερ καὶ αἱ πεῦκαι αἱ ἐν τοῖς παλισκίοις : δι ' ὃ καὶ πρὸς τὰ πολυτελῆ τῶν |
| , κατεχόμενα ὑπὸ τοῦ φλέγματος ἐν τῇ κοιλίᾳ , καὶ στρυφνότητα ἔχοντα . τὸ δὲ Ποντικὸν λιπαρὸν καὶ δυσκατέργαστον . | ||
| ' [ ἐν ] ἀμφότερα ταῦτα ἀναδίδωσι λιπαρὸν κολλώδη , στρυφνότητα ἔχοντά τινα : λεκιθώδης οὖν ἐξ αὐτῶν γένοιτο ἂν |
| . σὺν δ ' Ἄρηι Κύπρις καὶ ἅμ ' Ἠελίῳ παρεοῦσα αἰθροβάτας τεύχει , σχοίνοις τρίβον ἐξανύοντας . ἢν δὲ | ||
| γλαυκῶν σέλμα τόδε ῥοθίων . * Λύχνε , σὲ γὰρ παρεοῦσα τρὶς ὤμοσεν Ἡράκλεια ἥξειν κοὐχ ἥκει : λύχνε , |