τῶν ἄνωθεν μερῶν , κλωνία δὲ πέντε ἢ ἕξ , σπιθαμιαῖα , ἄνθη λευκά , καρπὸν δὲ μέλανα , μικρόν | ||
πυροῖς , μακρότερα δὲ καὶ λεπτότερα καὶ πολλά : κλωνία σπιθαμιαῖα , περίπλεα φύλλων ἀπὸ τῆς γῆς , πέντε ἢ |
πρῶτον ἐκ τῆς κεγχραμίδος ὑπεφύετο , μέρος τι διίστησι τῆς σπιθαμῆς : ἀλλ ' ὥσπερ οἱ ἑκατὸν ἅμα καθέλκουσι τὴν | ||
πορφυροειδὲς οἱονεὶ κροκύδιον : ῥίζα δὲ δακτύλου πάχος , ὅσον σπιθαμῆς τὸ μῆκος , εὐώδης , ἐδωδίμη ἑφθή . Στέαρ |
κοριάννῳ ὅμοια , ἀπεσχισμένα ἐπ ' ἄκρῳ : τὰ δὲ καυλία ἀφ ' ὧν ἐκπέφυκε μέλανα ἰσχυρῶς , σπιθαμιαῖα : | ||
τῆς κονίας ταύτης ἐπιβάλλειν σε χρῆ , ἀβροτόνου τε δὴ καυλία ἐν θάμνοις ἔτι τυγχανούσης , πρασίου τε ὁμοίως τῆς |
λεπτοκαρύου μᾶλλον , καὶ πολὺ πλέον σὺν ἰσχάσιν . τὰ ἀκανθώδη πάντα μετρίως ἐστὶν εὐστόμαχα , τουτέστι σκόλυμος , ἀτρακτυλίς | ||
: οὐ γὰρ ἐπετειόκαυλόν ἐστι . τὰ μὲν οὖν ὅλως ἀκανθώδη τοιαύτην τινὰ ἔχει φύσιν . Τῶν δὲ φυλλακάνθων τὸ |
αὐτὴ πίτυος . Τρίτη ἐστὶν ἄρρην καλουμένη , βοτάνιον ἔχον φυλλάρια λευκά , λεπτά , δασέα : καυλὸν λευκόν , | ||
ἄνθος μήλινον ὥσπερ ἀνθεμίδος : κεφάλιον περισχιδές : ἔχει δὲ φυλλάρια ἀστέρι ὅμοια , τὰ δὲ περὶ τὸν καυλὸν φύλλα |
, ὑπὲρ ὧν τὰ ἄνθη ὥσπερ μήκωνος , καὶ μέσα κεφάλια μέλανα ἢ κυανίζοντα : ῥίζα κατὰ μέγεθος ἐλαίας ἢ | ||
: κλωνία δ ' ἔχει ἐμφερῆ ὀριγάνῳ , λεπτά : κεφάλια δ ' ὡς θύμου : τὸ δ ' ὅλον |
πρὸς τὴν θεράπαιναν . καὶ τὰν θολίαν : καὶ τὸ σκιάδειον εὐκόσμως ἐπίθες . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ θόλῳ ἐοικέναι | ||
καυλὸν ἀνιεῖσα καὶ φύλλα ὥσπερ δαῦκον ἄγριον ἢ μάραθον : σκιάδειον δ ' ὡς ἀνήθου , τροχοειδές : ῥίζα δακτύλου |
αὐτῶν ἄρακοι καὶ πελεκινοί , σκληρὰ καὶ στρογγύλα καὶ ἄβρωτα σπερμάτια , καθάπερ ἡ ἀπαρίνη καὶ ἡ ὀροβάκχη κατὰ τοὺς | ||
στῦφον : καυλὸν λεπτὸν καὶ ἐπ ' αὐτοῦ ἄνθη καὶ σπερμάτια ὅμοια ὑπερικῷ : ῥίζαν μείζονα . ποιεῖ δὲ πρὸς |
φοινικῷ ὑποπόρφυρα πρὸς τὰ τῆς λυχνίδος , φύλλα μικρά , ὑπομήκη ὥσπερ πηγάνου , καρπὸς πυροῖς ὅμοιος , ῥίζα μικρά | ||
σεραπιάδα ἔνιοι ἐκάλεσαν : τὰ δὲ φύλλα ἔοικε πράσῳ , ὑπομήκη , πλατύτερα δὲ καὶ λιπαρά : καυλὸς σπιθαμῆς : |
τοῦτο . Αὕτη δὲ καὶ τοῦτο προεῖδε . Ἐπείτε γὰρ ὤρυσσε τὸ ἔλυτρον τῇ λίμνῃ , μνημόσυνον τόδε ἄλλο ἀπὸ | ||
, ὡς δὲ εἶδε τῆς ἐπελθούσης ἵππου τὸ πλῆθος , ὤρυσσε τάφρους πολλὰς ἀνὰ τὸ πεδίον , εὖρος δέκα πόδας |
μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία , ῥυτὰ τέτταρα , ἡδυποτίδας τρεῖς , ἠθμὸν ἀργυροῦν . Κρατῆρες , κάδοι , | ||
Κρατῖνος δ ' ὁ νεώτερός φησι : παρ ' Ἀρχεφῶντος ἡδυποτίδας δώδεκα . ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ . Πείσανδρος ἐν δευτέρῳ Ἡρακλείας τὸ |
μέγας χωρῶν μετρητήν , κυμβίον , σκύφοι , ῥυτά . ποτήρι ' ἡ γραῦς , ἄλλο δ ' οὐδὲ ἓν | ||
μέγας χωρῶν μετρητήν , κυμβίον , σκύφοι , ῥυτά : ποτήρι ' ἡ γραῦς , ἄλλο δ ' οὐδὲ ἓν |
γʹ . ἀπεχέτωσαν δὲ οἱ βόθροι ἀπ ' ἀλλήλων διάστημα σπιθαμιαῖον . σπαρέντα δὲ διὰ τοῦ πρώτου ἔτους μὴ ὀχλείσθω | ||
μὲν φύλλα ἔχει ὅμοια φακῷ , μικρῷ μακρότερα : καυλὸν σπιθαμιαῖον : ἄνθος φοινικοῦν : ῥίζαν μικράν . φύεται ἐν |
δῶρα : παλαιστάς . ἔστι δὲ τετραδάκτυλον μέτρον παλαιστοῦ ἤτοι σπιθαμήν ἐπὶ τρεῖς σπιθαμάς μῆκός τε καὶ ἰθύν : ἐκ | ||
ἐκταθεῖσαι , οὐκ ἀφικνοῦνται τῶν γονάτων , ἀλλ ' ἀποδέουσι σπιθαμήν . διὸ καὶ τοῦ μακρόχειρα δόξαντα κεχρῆ - σθαι |
ὀνυχίτιδος λεγομένης εὑρέθη χρυσοκόλλητα καὶ φιάλαι καὶ ψυκτῆρες πολλοὶ καὶ ῥυτὰ καὶ κλίναι καὶ θρόνοι κατάκοσμοι καὶ ἵππων χαλινοὶ καὶ | ||
ποτήρια παντοδαπὰ μικρὰ κθʹ , [ ἄλλα ποτήρια μικρά ] ῥυτὰ καὶ βατιάκαι Λυκιουργεῖς ἐπίχρυσοι καὶ θυμιατήρια καὶ τρυβλία . |
: ποτῷ ἐχρῆτο ὀξυγλύκει . Δεκάτῃ , αἷμα ἐξ ἀριστεροῦ ὑδα - ρὲς ὀλίγον ἦλθεν : οὐ πάνυ δέ τι | ||
: συναπάγει γὰρ ἑαυτῷ τὸ χολῶδες περίττωμα . συμφέρει τοίνυν ὑδα - ρέστερον ἐπὶ τῶν τοιούτων φύσεων δίδοσθαι τὸ μελίκρατον |
τρίτῳ . τὸ πρωτότυπον αὐτῶν Νουκερία . Νουκρία , πόλις Τυρσηνίας . Φίλιστος [ ιεʹ ] ιαʹ . καὶ τὸ | ||
τοῖς Ἀθηναίοις , οἳ πρότερον περιεωρῶντο , καὶ ἐκ τῆς Τυρσηνίας νῆες πεντηκόντοροι τρεῖς . καὶ τἆλλα προυχώρει αὐτοῖς ἐς |
ἐτησίας αἰτίαν παρέχειν , διὰ τοῦθ ' ὁ Νεῖλος οὐκ ἐξίησιν εἰς θάλατταν , ἀλλ ' ἐπ ' αὐτὰ τὰ | ||
Γλαῦκος καὶ ὁ Ἵππος : πληρωθεὶς δὲ καὶ γενόμενος πλωτὸς ἐξίησιν εἰς τὸν Πόντον καὶ ἔχει πόλιν ὁμώνυμον ἐφ ' |
ἐστιν [ τὸ ] ἐπικρῖνον ; τί δὲ καὶ λύχνον ἅπτεις καὶ πονεῖς ὑπὲρ ἡμῶν καὶ τηλικαῦτα βιβλία γράφεις ; | ||
τὸ λυτρώσασθαι Θηβαίους παρὰ Ναξίων ἄμπελον . λύχνον ἐν μεσημβρίᾳ ἅπτεις : ἐπὶ τῶν ἐν καιρῷ ἀνεπιτηδείῳ τι ποιούντων . |
σκεπτέον . Ἰδιώτατον δὲ τούτων ἐστὶν ἡ τύφη καὶ τῷ ἄφυλλον εἶναι καὶ τῷ μὴ πολύρριζον τοῖς ἄλλοις ὁμοίως : | ||
οὐχ ἡ πρώτη μόνον ἔκφυσις ἀλλὰ καὶ ὅλος ὁ καυλὸς ἄφυλλον . ἐνίων δ ' ὅταν γένηται , φύλλα εἰκός |
Κρεμμυών : κώμη Κορίνθου . Εὔδοξος ἕκτῳ Γῆς Περιόδου . Ἀζανία : μέρος τῆς Ἀρκαδίας . Λέγεται καὶ Ἀζηνία : | ||
Ἀρκὰς τριχῇ τὴν χώραν , καὶ ἀπὸ μὲν Ἀζᾶνος ἡ Ἀζανία μοῖρα ὠνομάσθη : παρὰ τούτων δὲ ἀποικισθῆναι λέγουσιν , |
καλλιγύναικα , φίλην πόλιν Ἀτρείωνος , κεκλιμένην ἐνόησεν ἐπ ' Εὐρώταο ῥεέθροις . ἄγχι δὲ ναιομένην ὑπὸ δάσκιον οὔρεος ὕλην | ||
διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν τῆς Ὀλυμπίας . Σχιζόμενος προχοῇσι Μεσηνίου Εὐρώταο ] Ἐπισυνάπτει τὴν Λακωνικὴν τῇ Μεσηνιακῇ , διὸ Μεσήνιον |
καὶ Κύρνον Ποπουλώνιον τῆς Τυρσηνίας : τὸ δὲ δίαρμα σταδίων ͵βσʹ . Τῆς Σικελίας κατὰ Τιμοσθένην περίμετρος σταδίων ͵δψμʹ , | ||
: ἐπὶ στόμα Μαιώτιδος στάδια βφʹ : ἐπὶ Τάναϊν στάδια ͵βσʹ . Ἄλλως , ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν : ἀπὸ |
Τηλέφειον : τοῦτο καὶ τοῖς φύλλοις καὶ τῷ καυλῷ ἔοικεν ἀνδράχνῃ , μασχάλας ἔχον δύο παρ ' ἕκαστον τῶν φύλλων | ||
παραθαλαττίοις τόποις : φύλλοις περίπλεον λιπαροῖς καὶ ὑπολεύκοις , παρεμφέρουσιν ἀνδράχνῃ , πλατυτέροις μέντοι καὶ ἐπιμηκεστέροις καὶ ἁλμυρίζουσι πρὸς τὴν |
. εἰς ἄχυρα καὶ χνοῦν τὴν αὑτοῦ σκιὰν δέδοικεν . ναυλόχιον ἐν τῷ μέσῳ . ἦ που κατὰ στοίχους κεκράξονταί | ||
: ναῦς λοχᾶν καὶ ἐνεδρεύειν . Θουκυδίδης ἑβδόμῃ . καὶ ναυλόχιον : ὁ τοιοῦτος τόπος , ᾧ λιμένες ἔνεισιν . |
: σταδίους δὲ Αἴγιον περὶ τοὺς τριάκοντα ἀπέχει Ῥυπῶν . Αἰγίου δὲ τὴν χώραν διέξεισι μὲν ποταμὸς Φοῖνιξ , διέξεισι | ||
Φλιάσιος οἶνος , ἐκ Κορίνθου στρώματα , ἰχθῦς Σικυῶνος , Αἰγίου δ ' αὐλητρίδες , τυρὸς Σικελικός , μύρον ἐξ |
, φησίν , ἐρρύσατο τὸν φίλον αὐτῇ ἄνδρα ἤτοι τὸν περσέα ἤγουν ἐλευθέρωσε τούτων τῶν πόνων τῶν ὑπὲρ τῆς γοργόνος | ||
ἐστιν ἴδια δένδρα πλείω , ἥ τε συκάμινος καὶ ἡ περσέα καλουμένη καὶ ἡ βάλανος καὶ ἡ ἄκανθα καὶ ἕτερ |
ῥίζης , ἐλλεβόρου μέλανος ῥίζα . ἀντὶ στυπτηρίας , ἅλας ὀρυκτόν . ἀντὶ στυπτηρίας σχιστῆς , σίδιον . ἀντὶ στύρακος | ||
: ἔχει δ ' , ὥς φασι , τὸ ναύσταθμον ὀρυκτόν : εἶθ ' ὁ Εὐρώτας ἐκδίδωσι μεταξὺ Γυθείου καὶ |
αὐτῷ ὁρῶντες : καὶ ἦν ἀτεχνῶς θαῦμα : σκύμνους γὰρ ἀνατμηθεῖσα ὀκτὼ εἶχεν . ὁ δὲ τῆς λεαίνης τόκος , | ||
δὲ καὶ μαστοὺς δύο , ἐν οἷς καὶ γάλα . ἀνατμηθεῖσα δὲ τὰ ἐντόσθια ἔχει ὅμοια ὑί . ὀχεύει δὲ |
λευκὴν ἔνδοθεν . Ἄλκμαρ φύλλα μὲν ἔχει ὅμοια ἀρνογλώσσῳ , στενότερα δὲ καὶ ἐπὶ γῆν κλώμενα : καυλὸς δὲ λεπτός | ||
ἐσχισμένα τὴν περιφέρειαν . Σπαργάνιον φύλλα ἔχει ἐοικότα ξιφίῳ , στενότερα , ἐπ ' ἄκρων δὲ τοῦ καυλοῦ ὡσεὶ σφαιρία |
μόσχος , ἀμνός , χίμαρος , ἔλαφος , δορκάς , βούβαλος , τραγέλαφος , πύγαργος , ὄρυξ , καμηλοπάρδαλις . | ||
τὸ δὲ ἐλάφῳ ἐν τῇ Λιβύῃ . ὅτι ἔστιν ἕτερος βούβαλος ὑπὲρ τὰς Ἄλπεις πλησίον Ῥήνου τοῦ ποταμοῦ . οὗτος |
Διονυσίου ἐν Ἱεραπόλει . Τῆς μαίας τῆς βοτάνης τῆς καλουμένης λεπιδίου φύλλων ἐν σκιᾷ ξηρανθέντων καὶ τῆς παλαιᾶς κνήκου ἄνθους | ||
δάκτυλον ὄξει καὶ ἐπίπασσε τῇ σύριγγι ξηρῶν τῶν φύλλων τοῦ λεπιδίου λελειωμένων ἐπάνωθεν τιθεὶς σπλήνιον ἐκ τοῦ φαρμάκου , μετὰ |
εἰπών : Τὰ χρυσᾶ θηρίκλεια ὑπόξυλα Νεοπτόλεμος ἀνέθηκεν . : Λυκιουργεῖς : φιάλαι τινὲς οὕτω καλοῦνται ὑπὸ Λυκίου τινὸς τοῦ | ||
δίδωσιν ἀποθεῖναι τῷ Φορμίωνι μετὰ τῶν χρημάτων καὶ ἄλλας φιάλας Λυκιουργεῖς δύο . Ἡρόδοτος δ ' ἐν ζʹ προβόλους δύο |
πλάτος . Ἐξόδιον : διὰ τὸ ἔξω ὂν βίου . Ἔρημος : διὰ τὸ ἠρεμεῖν ἤγουν ἡσυχάζειν . Εὐκτήριον : | ||
Βαβυλωνία : πίναξ εʹ Ἀσσυρία Μηδία Σουσιανή Περσίς Παρθία Καρμανία Ἔρημος : πίναξ Ϛʹ . Ἀραβία Εὐδαίμων Καρμανία : πίναξ |
πρῶτον μὲν ἄκρα λευκόγειος , Λευκὴ ἀκτὴ καλουμένη : ἔπειτα Φοινικοῦς λιμὴν καὶ Πνιγεὺς κώμη : εἶτα νῆσος Σιδωνία λιμένα | ||
ἔρημος πρὸ αὐτοῦ : μετὰ δὲ τὸν Ἀκρίταν λιμήν τε Φοινικοῦς καὶ νῆσοι κατ ' αὐτὸν Οἰνοῦσσαι . Μοθώνη δέ |
ἄμφωτον . Σιμάριστος δὲ παρὰ Κυπρίοις τὸ δίωτον ποτήριον . κύμβη κύλικος εἶδος ὃ Πάφιοι κύμβαν καλοῦσιν . κώθων Λακωνικὸν | ||
ποτήριον καὶ στενὸν τῷ σχήματι , παρόμοιον πλοίῳ ὃ καλεῖται κύμβη . καὶ Ἀναξανδρίδης ἐν Ἀγροίκοις : μεγάλ ' ἴσως |
βοός , νῦν δὲ ἐπὶ τῆς ἐλάφου : καὶ ὁ κεκρύφαλος δὲ εἶδος κοιλίας . ἰστέον δὲ ὅτι τρεῖς εἶναι | ||
ἱππικῶν σκευῶν ψήκτρα , σωρακίς , ἡνία , φορβειά , κεκρύφαλος , ῥυτήρ ῥυταγωγεύς , ἀγωγεύς : ὁ γοῦν Στράττις |
. καὶ Καλλίμαχος : Πὰν ὁ Μαλειήτης τρύπανον αἰπολικόν . Ὁμόλη δὲ Θετταλίας ὄρος , ὡς Ἔφορος καὶ Ἀριστόδημος ὁ | ||
ὡς ἐξ εὐφυοῦς πρὸς ἀρετὴν ψυχῆς . . . : Ὁμόλη δὲ Θετταλίας ὄρος , ὡς Ἔφορος καὶ Ἀριστόδημος ὁ |
ἐπὶ τὰ πρὸς ἕω μέρη ναύσταθμον : εἶτα λιμὴν Σχοινοῦς πλεύσαντι τετταράκοντα καὶ πέντε σταδίους : ἀπὸ δὲ Μαλεῶν τοὺς | ||
. Μετὰ δὲ Δαφνοῦντα Κνημῖδες χωρίον ἐρυμνὸν ὅσον σταδίους εἴκοσι πλεύσαντι : καθ ' ὃ τὸ Κήναιον ἐκ τῆς Εὐβοίας |
ἴδια , καὶ ὀλίγον τῆς κατὰ θάλατταν βίας ἔνδοτε . ἐθαλασσοκράτουν γὰρ τότε . ἐπειδὴ γὰρ Ἀθηναῖοι πρὸς τῇ θαλάσσῃ | ||
δ ' ἄλλοι ἐν Σάμῳ μένοντες τέσσαρσι καὶ ἑβδομήκοντα ναυσὶν ἐθαλασσοκράτουν καὶ ἐπίπλους τῇ Μιλήτῳ ἐποιοῦντο . Ὁ δ ' |
πέπταται , ἀγκοίνῃσιν ἐφήμενα πετραίῃσι : καρκίνος αὖ ψηφῖδα παρὰ ῥηγμῖνος ἀείρας λέχριος ὀξείῃσι φέρει χηλῇσι μεμαρπώς , λάθρη δ | ||
δὴ σκιρτῷεν ἐπ ' εὐρέα νῶτα θαλάσσης , ἄκρον ἐπὶ ῥηγμῖνος ἁλὸς πολιοῖο θέεσκον . εἰ μὲν οὖν μυθικῶς τις |
. τῆς δὲ περὶ τὴν Κύμην μαρτύριόν ἐστι πᾶσα ἡ Αἰολικὴ ἱστορία μικρὸν ὕστερον τῶν Τρωικῶν γενομένη . Φασὶ γὰρ | ||
Ἀνδροτίων ἐν Ἀτθίδος . . . : Βολισσὸς , πόλις Αἰολικὴ ἐπ ' ἄκρου , Χίου πλησίον . . . |
Μητρὸς δέ ἐστιν ἱερόν , καὶ ἄγαλμα Μητρὸς πεποίηται . Θεμισώνιον δὲ τὸ ὑπὲρ Λαοδικείας Φρύγες μὲν καὶ τοῦτο οἰκοῦσιν | ||
παιδός , ὃν λύκοι διεχρήσαντο . ὁ πολίτης Θεμισσεύς . Θεμισώνιον , χωρίον Φρυγίας . Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ . τὸ |
τὸ παραπλήσιόν μοι δοκεῖ σαφέστατα μεμηνῦσθαι καὶ ἐπὶ τῆς ἱερᾶς λυχνίας : δεδημιούργηται γὰρ ἓξ καλαμίσκους ἔχουσα , τρεῖς ἑκατέρωθεν | ||
δεξιῶν , ὃν δὲ ἐξ εὐωνύμων . Ποιῆσαι δὲ καὶ λυχνίας χρυσᾶς , δέκα τάλαντα ἑκάστην ὁλκὴν ἀγούσας , ὑπόδειγμα |
τὰ δένδρα καὶ τὴν συλλογήν . εἶναι δ ' ἀμφοτέρων ἐντετμημένα καὶ τὰ στελέχη καὶ τοὺς κλάδους , ἀλλὰ τὰ | ||
σπιθαμῆς ἔχουσα ἢ καὶ μεῖζον ὕψος : πέταλα δ ' ἐντετμημένα , ὑπόλευκα , ἐκπεφυκότα ἐκ τοῦ καυλοῦ : μονόκλαδος |
καὶ παρὰ λίμναις , ἔχον φύλλα παραπλήσια τῷ προειρημένῳ , στρογγυλώτερα δέ , καρπὸν στρογγύλον , ἀποκρεμάμενον ὡς ἀκροχορδόνας . | ||
: φέρειν δὲ σῦκα ἐρυθρὰ ἡλίκα ἐλαία τὸ μέγεθος , στρογγυλώτερα δέ , εἶναι δὲ τὴν γεῦσιν μεσπιλώδη . περὶ |
χεῦμα : Τίτων ποταμὸς Ἰταλίας ἐγγὺς Κιρκαίου † ποταμοῦ ὃ Κίρκαιον ἀπὸ τῆς Κίρκης καλεῖται . οὗτος δὲ ὁ ποταμὸς | ||
μονογενές : ἔλαιον : οὔραιον : σκύλλαιον : πρέμναιον : Κίρκαιον τὸ ὄρος : Δίρκαιον : εὔαιον : Κότταιον τὸ |
κατὰ μέσον τῆς χώρης οἰκέουσι Βάκαλες , ὀλίγον ἔθνος , κατήκοντες ἐπὶ θάλασσαν κατὰ Ταύχειρα πόλιν τῆς Βαρκαίης ; νόμοισι | ||
ἐστι ἐς γραφὴν ἑκάστη . Ἐν μέσῃ Ἀσίῃ Πέρσαι οἰκέουσι κατήκοντες ἐπὶ τὴν νοτίην θάλασσαν τὴν Ἐρυθρὴν καλεομένην : τούτων |
ποταμῶν ἐκβολὰς ἀρχὴ τῆς ἐπὶ θάτερα τοῦ Κέρως περιαγωγῆς , Δρέπανον ἐπίκαμπτος ἄκρα . μεθ ' ἣν λόφος ὀξύς , | ||
καὶ τῷ Συριακῷ κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην : μετὰ δὲ τὸ Δρέπανον ἄκρον Φρούριον ἄκρον . . . . . . |
ἐπαντλουμένας γεωργεῖσθαι κέγχρῳ , τὰς δὲ πλήρεις ὑπάρχειν ὄφεων καὶ κυνοκεφάλων καὶ ἄλλων θηρίων παντοδαπῶν , καὶ διὰ τοῦτο ἀπροσίτους | ||
τότε ὅλος ἀποθνήσκει . γράμματα δέ , ἐπειδή ἐστι συγγένεια κυνοκεφάλων αἰγύπτια ἐπισταμένων γράμματα , παρ ' ὃ εἰς ἱερὸν |
: ὃ διαφθείροντες οἱ ἰδιῶται βρίσχον καλοῦσιν . ἔστι δὲ πλόκανόν τι , ἐν ᾧ σῦκα καὶ τὴν ἄλλην ὀπώραν | ||
: ὃ διαφθείροντες οἱ ἰδιῶται βρίσχον καλοῦσιν . ἔστι δὲ πλόκανόν τι , ἐν ᾧ σῦκα καὶ τὴν ἄλλην ὀπώραν |
συμβάλλουσιν εἰς ἕνα τὸν Ἰνδόν , ὕστατος δ ' ὁ Ὕπανις : πεντεκαίδεκα δὲ τοὺς σύμπαντας συρρεῖν φασι τούς γε | ||
, οὐκ ἐνθυμηθέντες ὡς μεταξὺ ὁ Τύρας καὶ Βορυσθένης καὶ Ὕπανις μεγάλοι ποταμοὶ ῥέουσιν εἰς τὸν Πόντον , ὁ μὲν |
παρὰ τὴν πλάτην , ὃ δηλοῖ τὴν κώπην . : Ἄργουρα , πόλις Θεσσαλίας ἡ πρότερον Ἄργισσα . . . | ||
Βοῦρα Βουραῖος , Παναίουρα Παναιουραῖος . καὶ [ ὡς ] Ἄργουρα Ἀργούριος , Παναιούριος . Πάνακρα ὄρη Κρήτης . Καλλίμαχος |
τέ ἐστι χαλκοῦν καὶ ἀνὴρ ἀναβεβηκὼς ἐπ ' αὐτό , κέλητες δὲ ἵπποι παρὰ τὸ ἅρμα εἷς ἑκατέρωθεν ἕστηκε καὶ | ||
. ἔνιοι δέ φασιν ὅτι ζεύγνυνταί τινες πρὸς ἀλλήλους ἵπποι κέλητες , ὁ δ ' ἐλαύνων αὐτοὺς τὸν ἕτερον μὲν |
μείζονας , πάχος μεγάλου δακτύλου , λιπαρούς , εὐθαλεῖς , ἐντομὰς ἔχοντας ὥσπερ τοῦ χαρακίτου τιθυμάλλου : φύλλα δὲ λιπαρά | ||
ἕτεραι , οὐ λεῖαι τὰ ὄστρακα , ἀλλὰ ἔχουσαί τινας ἐντομὰς καὶ κοιλάδας . ὀξεῖαι δὲ αὗται τὰ χείλη εἰσί |
γονὴν , ἔδει περικλύζειν τὴν γονὴν τὸ αἷμα , καὶ περικλυζόμενον σήπειν καὶ σήπεσθαι ἐκ τῆς γονῆς . καί φαμεν | ||
πέντε . νένευκε δ ' ἐπὶ τὴν θάλατταν ἅπαν τὸ περικλυζόμενον αὐτῆς , πλὴν οὐκ ἀθρόως ἀπὸ τοῦ Θρᾳκίου τείχους |
ἀλλήλοις ἐπὶ ῥαβδίων μικρῶν λεπτῶν καὶ στρυφνῶν ὑπομελάνων . Αἰγίλωψ βοτάνιόν ἐστι φύλλα ὅμοια ἔχον πυρῷ , μαλακώτερα δέ , | ||
καὶ ξηραίνεται ἐν σκιᾷ καὶ ἀναπλάττεται . Χελιδόνιον τὸ μικρόν βοτάνιόν ἐστιν ἐκ μόσχων ἀνηρτημένον , ἄκαυλον , φύλλοις κισσοειδέσι |
' εὔκολον οὐδ ' εὔσχημον : διὸ παραιτήσεως ἄξιον . Κώρυκος ἐπὶ μὲν τῶν ἀσθενεστέρων ἐμπίπλαται κεγχραμίδων ἢ ἀλεύρων , | ||
παρὰ τὸ Κωρύκιον ἢ ἀπὸ τοῦ Κωρυκία . ἔστι καὶ Κώρυκος ὄρος ἀρσενικῶς λεγόμενον ὑψηλὸν πλησίον Τέω τῆς Ἰωνίας καὶ |
ᾤχετο ἀπελαύνων . Ἀπὸ δὲ τοῦ Τίγρητος ἐπορεύθησαν σταθμοὺς τέτταρας παρασάγγας εἴκοσιν ἐπὶ τὸν Φύσκον ποταμόν , τὸ εὖρος πλέθρου | ||
Σοφοκλῆς δ ' ἐν τοῖς Ποιμέσι καὶ Εὐριπίδης ἐν Σκυρίαις παρασάγγας αὐτοὺς κεκλήκασιν : ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν σαγγάνδας : ὁ |
. ταύτην λέγεται τὰς τῶν ἀνθρώπων θήρας φυλαττομένην ἐν σκοπέλοις παραθαλαττίοις νεοττοποιεῖσθαι . καὶ δήποτε τίκτειν μέλλουσα παρεγένετο εἴς τι | ||
ἑψόμενα ἐσθίεται . Ἀρτεμισία φύεται μὲν ὡς τὸ πολὺ ἐν παραθαλαττίοις τόποις : πόα θαμνοειδής , παρόμοιος ἀψινθίῳ , μείζων |
πενεστέροισιν ἀπὸ τῶν ἀκανθῶν τῶν ἰχθύων τὰ οἰκία ποιέεται . Κήτεα δὲ μεγάλα ἐν τῇ ἔξω θαλάσσῃ βόσκεται , καὶ | ||
ἐκ προτόνων , τὰ δ ' ὄπισθε χαλινωτήρια νηῶν . Κήτεα δ ' ὀβριμόγυια , πελώρια , θαύματα πόντου , |
Ὀλύνθου τοῦ Ἡρακλέους . ὁ πολίτης Ὀλύνθιος καὶ Ὀλυνθία . Ὄμανα , πόλις τῆς εὐδαίμονος Ἀραβίας . Γλαῦκος δευτέρῳ Ἀραβικῆς | ||
κόλπος ἐστὶ συναφὴς ἐπὶ βάθος ἐνδύνων εἰς τὴν ἤπειρον , Ὄμανα , σταδίους ἔχων ἑξακοσίους τὸ διαπέραμα , καὶ μετ |
πόδας , εἶτ ' εἰς τρία σχιζομένην ἴσον „ ἀλλήλων διέχοντα , εἶτα πάλιν συναγομένην εἰς μίαν ” κορυφήν , | ||
ξυνερείϲουϲιν οἱ ὀδόντεϲ : ὀφθαλμοὶ ἐνδεδινημένοι : βλέφαρα τὰ πολλὰ διέχοντα ξὺν παλμῷ : ἢν δὲ ἐπιμύϲαι κοτὲ ἐθέλοιεν , |
, ἥ τε λιπαρὰ ἢ πολυφόρος Κέρκυρα , ἡ καὶ Φαιακία λεγομένη , ἡ προσφιλεστάτη τοῦ Ἀλκινόου χώρα . Ἐπὶ | ||
. ἐξ οὗ σύνθετον Φαγρωριόπολις καὶ Φαγρωριοπολίτης . Φαίαξ καὶ Φαιακία , ἀπὸ Φαίακος . Ἑλλάνικος Ἱερειῶν αʹ ” Φαίαξ |
τῶν Ἀθηναίων ἅρπαγες καὶ πορθηταὶ λέγει δὲ τοὺς Διοσκούρους . Ἀκτὴ δὲ ἐκαλεῖτο ἡ Ἀττικὴ ἢ ἀπ ' Ἀκταίωνος βασιλέως | ||
τιν ' οὗτος παρέλαβε καιρόν : ἐν οἷς καὶ ἡ Ἀκτὴ καὶ οἱ λιμένες εἰσὶ καὶ τὰ νεώρια , ἃ |
κατὰ Τιμοσθένην περίμετρος σταδίων ͵δψμʹ , σχῆμα τρίγωνον σκαληνοειδές . δίαρμα δ ' ἔχει ἀπὸ Πελώρου ἄκρου εἰς Ἰταλίαν σταδίων | ||
καὶ μασχάλην τινὰ ποιούσης : ἀπέχει δὲ τοῦ μὲν Ῥηγίου δίαρμα ἑξηκονταστάδιον , τῆς δὲ στυλίδος πολὺ ἔλαττον . κτίσμα |
λόγου παραλαβεῖν : ἤγουν κτήσασθαί τι ἀξιόλογον . ἀντίπαλα : ἰσοστάσια . ἐπισκευάζειν : ἀνανεοῦν . ἐπεπονήκει : ἤγουν ἐπεπόνθει | ||
ἐπωτίδες εἰσὶ τὰ ἑκατέρωθεν τῆς πρῴρας ἐξέχοντα ξύλα ἀντίπαλα : ἰσοστάσια . διὰ τὴν τῶν Κορινθίων . . . : |
ἓξ καὶ μετ ' αὐτὸν κατὰ τὸ ἑξῆς οἱ τῆς Ἀζανίας δρόμοι , πρῶτον μὲν ὁ λεγόμενος Σαραπίωνος , εἶθ | ||
τὴν γῆν τῷ τε Ῥαπτῷ ἀκρωτηρίῳ καὶ νοτίοις μέρεσι τῆς Ἀζανίας . Τῷ δὲ Κῶρυ ἀκρωτηρίῳ , τῷ τῆς Ἰνδικῆς |
καὶ γῆν τὴν Μυσίην , ἀπὸ δὲ Καΐκου ὁρμώμενος , Κάνης ὄρος ἔχων ἐν ἀριστερῇ , διὰ τοῦ Ἀταρνέος ἐς | ||
οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ Καναίου , ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τῆς Κάνης . Κάναστρον , ἄκρον Θρᾴκης καὶ Μακεδονίας . τὸ |
, καθεψείσθω δ ' εἰς ἥμισυ . Ὀξύγαρον καθαρτικόν . Σκαμμωνίας , πεπέρεως , ζιγγιβέρεως , ἡδυόσμου , σελίνου σπέρματος | ||
μέγεθος καὶ δίδου τοῖς ἀπὸ νόσου μακρᾶς δυσαναλήπτως ἔχουσιν . Σκαμμωνίας # α , ἀλόης # α , κολοκυνθίδος ἐντεριώνης |
τʹ ἐπὶ μῆκος . Ἀπὸ δὲ Ἰκάρου πλοῦς εἰς Σάμον προαριστίδιος . Αὐτῆς δὲ Σάμου στάδια σʹ . Ἐκ Σάμου | ||
κόλπου μῆκός ἐστιν ἀπὸ στόματος εἰς τὸν μυχὸν Παγασῶν πλοῦς προαριστίδιος . Τὸ δὲ στόμα αὐτοῦ ἐστὶ στάδια εʹ . |
οἷον λέβητι λέβησι Αἴασι , δυνάμει δέ , οἷον κόραξι Κύκλωψιν . ἐπεὶ οὖν τὸ καλοῖς οὐδετέρων οὐδέποτε λήγει εἰς | ||
νῦν δ ' οὐδ ' ἀφύην κινεῖν δοκεῖς . Καλλίας Κύκλωψιν : πρὸς τῆς ἀφύης τῆς ἡδίστης . Ἀριστώνυμος Ἡλίῳ |
ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα ἱκανῶς , ἀκτὴ ἥ τε δενδρώδης καὶ ἡ χαμαιάκτη , ἄμι , ἀνθεμὶς ἢ χαμαίμηλον | ||
πεδινὸς ἢ ὀρεινός , ἄνυδρος ἢ κάθυγρος , ψιλὸς ἢ δενδρώδης , καὶ πάντα τὰ παραπλήσια . τῷ δὲ τρόπῳ |
. παρὰ τὴν κῆρα . ὁ μὴ κηρὶ ὑποκείμενος . Μάραθον . κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ν . μάρανθον γὰρ ἐστὶ | ||
καὶ ξηραίνει : τὸ δ ' ἔνδον ἀσθενὲς ὑπάρχει . Μάραθον θερμαίνει μὲν σφοδρῶς , ξηραίνει δὲ μετρίως : διὰ |
μύρμηκες , τήγανοι , ῥαχίαι αἱ ὕφαλοι λέγονται πέτραι . κρωσσὸς δὲ καὶ λάρναξ καὶ ἀμφορεὺς καὶ κάλπις καὶ ξέστης | ||
ὑδρία : κρώσιον ἡ στάμνος : κρῶσι , βοῶσι : κρωσσὸς κεράμιον , κρατήρ : Κρῶμνα πόλις Παφλαγονική . Τὰ |
χρυσίζον ἀνθύλλιον ἔχοντα : ἔξωθεν δὲ περίκεινται κυκλοτερῶς λευκὰ ἢ μήλινα ἢ πορφυρᾶ . συλλέγεται δ ' ἔαρος . Ἀνθυλλὶς | ||
κλωσὶ μεῖζον , φρυγανωδέστερόν τε καὶ πεφοινιγμένον : ἄνθη δὲ μήλινα φέρει καὶ καρπὸν ὑπερικῷ ὅμοιον , ὄζοντα ῥητίνης καὶ |
κοκκινοβαφεῖ περιλεύκῳ , καθ ' ἑκάτερον δὲ μέρος εἶχε δοκοὺς μεσολεύκοις ἐμπετάσμασι πυργωτοῖς κατειλημένας , ἐν αἷς φατνώματα γραπτὰ κατὰ | ||
περιλεύκῳ , καθ ' ἑκάτερον δὲ μέρος εἶχε δοκοὺς , μεσολεύκοις ἐμπετάσμασι πυργωτοῖς κατειλημένας , ἐν αἷς φατνώματα γραπτὰ κατὰ |
τῶν καθ ' ἕκαστα : περὶ δὲ γένους οὐχί : περιείχετο γὰρ ἂν καὶ τὸ γενικώτατον , τοῦτο δὲ ἀρχὴ | ||
ἐμνήσθη , ὅτι ὁ οἶκος τοῦ ὑμνουμένου ἑκατέρωθεν ἡρακλείοις τεμένεσι περιείχετο . λέγει δὲ ὅτι , [ εἰ ] ἐπιδέεται |
Πυρρηναίου ὄρους ὁ Ἑρκύνιος . Ἄλλως . Ἀντὶ τοῦ τὸ Ἑρκύνιον ὄρος παροικοῦντες . Ὀρόγκους δὲ λέγει ἢ τοὺς ὄγκους | ||
Παυσανίας αʹ . ὁ οἰκήτωρ Ἐρινιάτης διὰ τὸ προκατειληφός . Ἑρκύνιον , ὄρος Ἰταλίας , ἀφ ' οὗ Ἑρκυνίς ἡ |
κατὰ τὸ Ἕλος , οὗ μέμνηται καὶ ὁ ποιητής , ἐκδίδωσι μεταξὺ Γυθείου τοῦ τῆς Σπάρτης ἐπινείου καὶ Ἀκραίων . | ||
παρ ' ὧν τέ τις ἄγεται καὶ ἃ καὶ οἷς ἐκδίδωσι , περὶ παντὸς ποιούμενον ὅτι μάλιστα τὸ μὴ σφάλλεσθαι |
, σοὶ δ ' ἐγὼ δώσω πιεῖν : ἀμυγδαλῆ μὲν παιζέτω παρ ' ἀμυγδαλῆν . δεινά , δεινὰ κοὐκ ἀνασχετὰ | ||
, σοὶ δ ' ἐγὼ δώσω πιεῖν . ἀμυγδαλῆ μὲν παιζέτω παρ ' ἀμυγδαλῆν . ὅτι Ἡσίοδος παραινεῖ τρὶς ὕδατος |
, καὶ εἰ δή τι τοιοῦτον ἕτερον ἢ δένδρον ἢ φρυγανῶδες , ὥσπερ δοκεῖ τό τε πήγανον καὶ ἡ ἰωνία | ||
, ἢ πάπυρον , ἢ χόρτον , ἢ ἕτερόν τι φρυγανῶδες ὁμοίως δὲ ἀλείψαντες ἐλαίῳ , καὶ ἀπομάξαντες , ἐμβάλλουσιν |
: οἷον , Νῦσα : Φῦσα : τὸ νύσσα ὁ καμπτὴρ , καὶ λύσσα διὰ δύο σσ γράφονται . Τὰ | ||
δὲ διότι ὁρίζει τήν τε πρόοδον καὶ ἐπάνοδον , ὡσανεὶ καμπτὴρ ὑπάρχων , καὶ μή τι διὰ τοῦτο δύναμίς ἐστιν |
τῆς Ἀργείας : τῆς Ἀμφιλοχικῆς ἐπὶ Στράτον : θηλυκῶς ἡ Στράτος κελεύοντες : παρακινοῦντες . ἐρήμην : ἔρημον φυλάκων . | ||
μεσογαίας ἀνήκουσαν εὐκάρπου τε καὶ πεδιάδος , ᾗ ἐστὶ καὶ Στράτος καὶ τὸ Τριχώνιον ἀρίστην ἔχον γῆν : ἐπίκτητον δὲ |
τὸ Τυανίτης διὰ τὴν Αἰγυπτίων χώραν . Τύδερτα , πόλις Τυρρηνική , οὐδετέρως . τὸ ἐθνικὸν Τυδερτῖνος . Τυῆνις , | ||
καὶ ψωθία . Τίς τῶν λυχνείων ἡ ' ργασία ; Τυρρηνική . Οὐδεὶς γὰρ ἐδέχετ ' οὐδ ' ἀνεῴγει μοι |
. α . Ἄνυσις : πόλις Αἰγύπτου . Ἀνυσίτης ὡς Ὄασις Ὀασίτης . . . Ἄνωλος : πόλις Λυδίας : | ||
ἄλλοι , Βακτριανή , Κασπειρία , Σηρική , Θηβαΐς , Ὄασις , Τρωγλοδυτική . μερικῶς δέ , ὡς Ὠδαψὸς καὶ |
φέρειν . λεοντοβάμων ποῦ σκάφη χαλκήλατος ; καλεῖται μέντοι καὶ ποδανιπτὴρ οὐ παρ ' Ἡροδότῳ μόνον ἀλλὰ καὶ ἐν Διοκλέους | ||
ἀλλὰ καὶ ἐν Διοκλέους Βάκχαις : ὑδρία τις ἢ χαλκοὺς ποδανιπτὴρ ὁ λέβης . τὸ δὲ ἀπ ' αὐτοῦ ὕδωρ |
, ἀπ ' ἄλλης γε ἀνάγκης οὐδὲν ὅ τι οὐκ εἰσοίσεις . λέγω δὲ ἀνάγκην οὐ τὴν ἐπιείκειαν αὐτοῦ καὶ | ||
Θηρίκλειον δεῦρο καὶ τὰ Ῥοδιακὰ κόμισον λαβὼν τοὺς παῖδας . εἰσοίσεις μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία , ῥυτὰ τέτταρα |
: πρόσκειται μὴ ἔχοντα ἀπὸ πρωτοτύπου τὸ ε διὰ τὸ Ἀταρνεύς Ἀταρνέως Ἀταρνείτης , Ἀχιλλεύς Ἀχιλλείτης , Σαμάρεια Σαμαρείτης , | ||
πόλις μεταξὺ Μυσίας καὶ Λυδίας πλησίον Λέσβου . ὁ πολίτης Ἀταρνεύς ὡς Ὀδυσσεύς . καὶ θηλυκὸν Ἀταρνίς . Ἀταφηνοί , |
γὰρ ἡ τῶν προειρημένων λεπίδων ἐργασία διὰ τῶν Κελτικῶν καὶ Ἱσπανῶν καλουμένων μαχαιρῶν . ταύτας γὰρ ὅταν βούλωνται δοκιμάζειν εἰ | ||
διοικῶν , προςέθηκε μεγάλοις μείζονα . Τὸν γὰρ βασιλέα τῶν Ἱσπανῶν μεγάλῃ νικήσας μάχῃ μετὰ ταῦτα πρὸς αὐτὸν ἐσπείσατο . |
νήστει ἀκτῆς καρπὸν ὅσον πυρῆνας ἓξ ἐν οἴνῳ ἀκρήτῳ καὶ σηπίης ὠὰ ὅσον δέκα ἢ δυοκαίδεκα : ταῦτα τρίψαντα ὁμοῦ | ||
κεφαλὴν , καὶ γλυκυσίδης κόκκους πέντε τοὺς μέλανας , καὶ σηπίης ὠὰ , σπέρμα σελίνου ὀλίγον ἐν οἴνῳ : καὶ |
ἡ μέν τις ὀρεινοτέρα ἐστίν , ἔχει δὲ φύλλα ὅμοια ὠκίμῳ , ὑπόλευκα , κλωνία δὲ καὶ κάρφη γεγωνιωμένα , | ||
ἢ ψυλλίῳ ἢ ἀειζῴῳ ἢ λινοσπέρμῳ μετὰ χυλοῦ στρύχνου ἢ ὠκίμῳ μετὰ ψιμυθίου καὶ ἐλαίου καὶ ὄξους . γενομένης δὲ |
ὁδὸν ἐποιέετο τοσάδε : Παῖτοι , Κίκονες , Βίστονες , Σαπαῖοι , Δερσαῖοι , Ἠδωνοί , Σάτραι . Τούτων οἱ | ||
κάλλιπον οὐκ ἐθέλων . „ οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι Σαπαῖοι νῦν ὀνομάζονται : πάντες γὰρ οὗτοι περὶ Ἄβδηρα τὴν |
ἑκάστου διηκόσια τάλαντα , ὅτε δὲ τὸ πλεῖστον προσῆλθε , τριηκόσια . Εἶδον δὲ καὶ αὐτὸς τὰ μέταλλα ταῦτα , | ||
ἀποδιδοῖ , ἐπεὰν δὲ ἄριστα αὐτὴ ἑωυτῆς ἐνείκῃ , ἐπὶ τριηκόσια ἐκφέρει . Τὰ δὲ φύλλα αὐτόθι τῶν τε πυρῶν |
τῇ τελειώσει ὁ πόνος καὶ ἡ ἀπέρασις . Ἡ δὲ συκάμινος ἐλαφρόν τινα καὶ ὑδατώδη καὶ μικρὸν ὡς πρὸς τὸ | ||
φασίν . Ἡ μωρία μάλιστα ἀδελφὴ πονηρίας ἔφυ . Ἡ συκάμινος συκαμίνῳ ῥύπτεται : πρὸς τοὺς ἐν ἑαυτοῖς τὰ ὠφέλιμα |
ὁ λαός . πύργον ] τὴν πόλιν . ὠμηστὴς ] ὠμοφάγος . λέων ] ἤγουν ὥσπερ . ἄδην ] δαψιλῶς | ||
γινώσκει νέκυος δεδαϊγμένος αἰχμῇ . Ἔστι δέ τις πηλοῖσιν ἐφέστιος ὠμοφάγος βοῦς , εὐρύτατος πάντεσσι μετ ' ἰχθύσιν : ἦ |
† τὰς χεῖρας ὁπλίσει . Λιβυστικὸν * δὲ * καὶ Λιγυστικὸν τὸ αὐτό ἐστι . Λιβυστικὸν μὲν λέγεται ἀπὸ Λιβύης | ||
ἐστι . Λιβυστικὸν μὲν λέγεται ἀπὸ Λιβύης τῆς Ἐπάφου θυγατρὸς Λιγυστικὸν δὲ ἀπὸ Λίγυος τοῦ Ἀλεβίωνος ἀδελφοῦ , ὃς Ἡρακλέα |
πολύχαλκος , πολύπυρος πολύοινος πολύσιτος , πολυπότης , πολυάνθρωπος πολυπρόβατος πολυθρέμμων πολύδουλος , πολύανδρος πολυγύνης πολύπαις , πολύπους , πολυάδελφος | ||
' ἐλατὴρ Σοσθάνης . ἄλλους δ ' ὁ μέγας καὶ πολυθρέμμων Νεῖλος ἔπεμψεν : Σουσισκάνης , Πηγασταγὼν Αἰγυπτογενής , ὅ |
ἢ Τρίηρον ἄκρον . . . . . μγ ∠ ʹγιβ λα γʹ Κεφαλαὶ ἄκρον . . . . . | ||
. . . . . . ογ γʹ κθ ∠ ʹγιβ Δούμεθα ἢ Δουμαίθα . . . . . οε |
ὅς ῥ ' ἐνὶ βήσσῃς φέρβετο Λαμπείης Ἐρυμάνθιον ἂμ μέγα τῖφος , τὸν μὲν ἐνὶ πρώτοισι Μυκηνάων † ἀγορῇσι δεσμοῖς | ||
ἔμπης πάντεσσιν νομοὶ ὧδε τεθηλότες αἰὲν ἔασι Μηνίου ἂμ μέγα τῖφος , ἐπεὶ μελιηδέα ποίην λειμῶνες θαλέθουσιν ὑπόδροσοι εἱαμεναί τε |
κόρρης „ . Φαρύγαι , πόλις Λοκρίδος , ἣν Ὅμηρος Τάρφην καλεῖ . οἱ μὲν ἀπὸ τῆς ἐν Φαρύγαις κρήνης | ||
ἥμισυ τούτων : κῦμά τε ἐξαρθὲν τριχῆ τὸ μὲν πρὸς Τάρφην ἐνεχθῆναι καὶ Θρόνιον , τὸ δὲ πρὸς Θερμοπύλας , |