διὰ τὸ σπανίζειν παρ ' αὐτοῖς : ἐλαίου δὲ παντελῶς σπανίζοντες , κατασκευάζουσιν ἐκ τῆς σχίνου , καὶ μιγνύντες ὑείωι
δαψι - λέσι ποτοῖς : οἱ δὲ τούτους ἐπιδιώκοντες ἀλλοεθνεῖς σπανίζοντες τῆς ὑδρείας διὰ τὴν ἄγνοιαν τῶν φρεάτων , οἱ
6697547 ἐξιοντες
δὲ δημοτικοὶ διὰ τὸν φθόνον ἐπὶ τῇ προφάσει τῶν δραπετῶν ἐξιόντες ἐπὶ τὴν χώραν οὐ μόνον τὰς κτήσεις διήρπαζον ,
εὐθὺς συντάττειν , ἵνα μὴ σποράδην καὶ κατ ' ὀλίγους ἐξιόντες ἐπὶ τὰ αὑτῶν ἀπολλύωνται δι ' ἀταξίαν καὶ κόπον
6640425 γυμνοι
πρὸς τὸ ἔθος : οἱ γὰρ εἰσιόντες ἐπὶ τὸ ἐρευνῆσαι γυμνοὶ εἰσίεσαν , ἵνα μή τι ὑπὸ τὰ ἱμάτια κρύψωσιν
πεπορισμένοις ἐξ ἑτοίμου , τοῖς δὲ προτέροις οὐδεμία ἀσφάλεια : γυμνοὶ γὰρ πρὸς ὡπλισμένους τίνες ἂν ἰσοκρατῶς ἀπομάχεσθαι δυνηθεῖεν ,
6633975 καρποι
ζητουμένου κατὰ ποίαν τῆς οἰκουμένης γῆς πρῶτον ἐφάνησαν οἱ προειρημένοι καρποί , εἰκός ἐστιν ἀποδίδοσθαι τὸ πρωτεῖον τῆι κρατίστηι χώραι
ὁ τόπος ἐφ ' οὗ ξηραίνεται ἡ σταφυλὴ καὶ οἱ καρποί . θεῖνα τὸν αἰγιαλόν , ἀπὸ τοῦ θείνεσθαι τοῖς
6607279 βαρεις
. τούτοις ἀναλογεῖ καὶ ὁ ῥόμβος . θυννὶς καὶ θύννος βαρεῖς καὶ πολύτροφοι . ὁ ἀκαρνὰν γλυκὺς καὶ παραστύφων ,
ἀλλὰ τὸ βραχὺ τῆς Ποσειδῶνος ὀργῆς λείψανον , ὃν οἱ βαρεῖς χειμῶνες ἐπὶ τὸν Φαιάκων ἔλεον ἐξεκύμηναν . Ἃ δὴ
6585601 γεωργοι
ὁ τῆς ἀρχαίας κωμωιδίας ποιητὴς λέγων οὕτως : ὦ λιπερνῆτες γεωργοί , τἀμὰ δὴ συνίετε ῥήματ ' , εἰ βούλεσθ
καλοῦνται δὲ Δέβαι , οἱ μὲν νομάδες οἱ δὲ καὶ γεωργοί . οὐ λέγω δὲ τῶν ἐθνῶν τὰ ὀνόματα τὰ
6538042 εὐπορουντες
ἀποδείξατε τῷ ἐμοὶ ἑκόντες δοῦναι . Χρήματα Δολοβέλλᾳ μὲν ἔτι εὐποροῦντες ἐβιάσθημεν παρασχεῖν , σὺ δὲ ἡμᾶς δοῦναι θέλοντας ᾔτησας
καὶ τὴν πενίαν αὖθις ἐφέρομεν : ἐπεὶ δὲ οὐδὲν ἀδικοῦμεν εὐποροῦντες , μενέτω βέβαια τὰ τῆς Τύχης , καὶ στῆθι
6526434 παρεχοντες
Γ [ ἐνταῦθα ] ⌈ τὸ σκωπτόμενοι ἀντὶ τοῦ γέλωτα παρέχοντες . Γ ἐργάται . θαλλοφόροι : ἐν τοῖς ὑπομνήμασιν
, χεῖρας , ἀπεστρόφαμεν , ἔνθα μηδὲν ἐργάσασθαι δύνανται , παρέχοντες αὑτῶν τὰ σώματα πρὸς εὐσκόπους τοῖς θέλουσιν ἀποκτεῖναι βολάς
6486852 ἁλισκονται
ἑνδεκαταῖος , ὀλέθριος ὡς τὰ πολλά . Ὅσοι ὑπὸ τετάνου ἁλίσκονται , ἐν ταῖς τέσσαρσιν ἡμέραις ἀπόλλυνται : ἢν δὲ
καὶ τῶν τελείων ἐλάφων ἐν ταῖς συνεχεστέραις διώξεσιν ὑπὸ δυσπνοίας ἁλίσκονται . χρεία δὲ πρὸς αὐτὰς τόξων τε καὶ ἀκοντίων
6486682 παρεσκευασμενοι
δεῖ γαμεῖν τὸν ἄξιον . φιάλας Ἄρεος ὀρίγανον Τίνα δὴ παρεσκευασμένοι πίνειν τρόπον νῦν ἐστε ; λέγετε . τίνα τρόπον
τοξότας τε καὶ ἀκοντιστάς , τῷ παλαιῷ τρόπῳ ἀπειρότερον ἔτι παρεσκευασμένοι . ἦν τε ἡ ναυμαχία καρτερά , τῇ μὲν
6481392 τρεφομενοι
προσίηται , τοῦτον πολὺ μᾶλλον ἥδονται οἱ ταῖς πολυτελεστέραις παρασκευαῖς τρεφόμενοι τῶν τὰ εὐτελέστερα παρατιθεμένων . Οὐκοῦν , ἔφη ὁ
ἐπὶ νομὰς ἐξιόντες καὶ τοῖς ἀκροδρύοις κοινῶς καὶ τοῖς λαχάνοις τρεφόμενοι . καὶ ἀλλήλοις κατὰ θηρίων προσεβοήθουν καὶ συνεμάχοντο γυμνοὶ
6461070 διαφευγουσιν
εἶναι μηδὲν ἀντιπεσεῖν τῇ βασιλέως γνώμῃ . οὕτω καὶ στρατιῶται διαφεύγουσιν αἰτίαν , ὅταν τοῦ στρατηγοῦ πρὸς τὸ δοκοῦν ἄπορον
νόσημά τι καταλάβῃ τοὺς οὕτω διακειμένους , τὸ μὲν παραχρῆμα διαφεύγουσιν , ὕστερον δὲ μετὰ τὴν νοῦσον χρόνῳ τήκεται τὸ
6426277 κουφοι
δυσχεραίνοντες , εἴπερ ὀλίγων ἔσονται δούλων δεσπόται . οὕτως ἦσαν κοῦφοι ταῖς προσδοκίαις καὶ διένεμον ἤδη τοὺς αἰχμαλώτους ἀλλήλοις καὶ
: μερόπων δ ' ἐναρίθμιος οὐδεὶς ἐν ποσίν . ὦ κοῦφοι ἀσκήτορες , ἄθλιοι ἄνδρες . εἰκοστὴ καὶ πρώτη Ὀλυμπιὰς
6416423 γινομενοι
ἐκ τῆς αʹ γʹ εʹ συζυγίας , οἱ δὲ ἑξῆς γινόμενοι λόγον τινὰ οὐκ ἄτακτον ἕξουσιν . ἐὰν δὲ παρὰ
λέλεχμαι εἶτα λέλεγμαι , ὡς ἐν τοῖς ἄλλοις τεχνικοῖς γράμμασι γινόμενοι σὺν θεῷ μαθησόμεθα . Οἱ δὲ εἰς κα προσλαμβάνουσι
6409709 βαρυτεροι
, οἷον κέφαλοι , κεστραῖοι , ἐγχέλυες , οἱ τοιοῦτοι βαρύτεροι , διότι ἀπὸ τοῦ ὕδατος καὶ τοῦ πηλοῦ καὶ
διὰ πασῶν εἶναι ὑποδωρίου : τῶν δὲ λοιπῶν οἱ μὲν βαρύτεροι τοῦ δωρίου μέχρι τοῦ συμφωνοῦντος φθόγγου * * *
6409674 καταφρονουντες
γυμνάσμασιν ἐπὶ τοὺς ἱεροὺς ὄντως ἀλειφομένων ἀγῶνας , οἳ σωμασκίας καταφρονοῦντες τὴν ἐν τῇ ψυχῇ κατασκευάζουσιν εὐεξίαν ἐφιέμενοι τῆς κατὰ
γίνεσθαι δι ' ὅτου δὴ τὸ κοινῇ συμφέρον ; Ἀλλήλων καταφρονοῦντες ἀλλήλοις ἀρεσκεύονται καὶ ἀλλήλων ὑπερέχειν θέλοντες ἀλλήλοις ὑποκατακλίνονται .
6395301 ἀτμοι
, ἀναφέρονται μὲν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἀλλοιουμένων τε καὶ πεπτομένων ἀτμοί , οὐ πάνυ τι δὲ οὐδ ' οὗτοι θορυβεῖν
, προσκόπτειν δὲ ἀναγκάζει τὸ πνεῦμα καὶ περὶ τὰ στέρνα ἀτμοί τινες συνιστάμενοι δι ' ὄχλου γίνονται τῇ καρδίᾳ .
6395216 περιεπιπτον
πλήθει τῶν βελῶν καὶ τῇ τῶν τόπων στενοχωρίᾳ μεγάλοις ἐλαττώμασι περιέπιπτον . Μενίσκος μὲν γὰρ ὁ τῶν μισθοφόρων ἡγεμών ,
παρερρίπτει τοῖς θηρίοις , ὑφ ' ὧν καταπατούμενοι πικραῖς τιμωρίαις περιέπιπτον . Ὅτι οἱ Ἱππακρῖνοι καὶ οἱ Ἰτυκαῖοι ἀπέστησαν καὶ
6390914 κτωνται
. Τὸν μὲν δὴ πλέω τοῦ χρυσοῦ οὕτω οἱ Ἰνδοὶ κτῶνται , ὡς Πέρσαι φασί : ἄλλος δὲ σπανιώτερός ἐστι
ὁ μὲν γὰρ ἔσται ἐλεύθερος , ἐπειδὴ μὴ δοῦλοι μνημεῖα κτῶνται ἀλλ ' ἐλεύθεροι , ὁ δὲ καταλείψει μνημεῖον ἑαυτοῦ
6370250 σκληροι
λευκήν , γλυκεῖαν ἔχουσι σάρκα . τράχηλοι μὲν γὰρ αὐτῶν σκληροί , δύσπεπτοι , δυσδιαίρετοι , δύσφθαρτοι : τὸ δὲ
τῷ φυσήματι ἀκούω . Ἀτρέως ὄμματα : οἷον ἄτρεπτοι καὶ σκληροί . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῆς Ἀτρέως παρανομίας : ὃς
6363705 δριμεις
ὑπότριμμα : Ἀντὶ τοῦ δριμύ . οἱ γὰρ δικάζοντες ὀφείλουσι δριμεῖς εἶναι . στέργων : Ἡδόμενος σκορόδοις . καὶ τοῦτο
οὐ χειμερίῳ σφόδρα , οὔτε ὑπὸ θέρους διακαοῦς παραλαμβάνομεν τοὺς δριμεῖς κλυσμοὺς , ἐπειδὰν ἀποδοκιμάζωμεν τὰ δριμύτερα τῶν καθαρτηρίων .
6355448 παχεις
τούτων δ ' ἧττον τρέφουσιν οἱ λευκοί τε ἅμα καὶ παχεῖς καὶ αὐστηροί , πάντων δ ' ἧττον οἱ λευκοὶ
τοῦτο γὰρ καὶ τοῖς κέρατα φοροῦσι ζῴοις συμβαίνει . Ὦμοι παχεῖς καὶ εὔσαρκοι πᾶσιν ἀγαθοὶ πλὴν τῶν ἐν δεσμοῖς ὄντων
6342153 φερομενοι
καὶ οἱ Κυζικηνοὶ ἐξορμήσαντες ἐπ ' αὐτὸν ἐβοηδρόμουν , πρόκροσσοι φερόμενοι ἐπὶ τὸν κίνδυνον . τιμᾶται δὲ παρὰ Λαμψακηνοῖς ὁ
οἱ θύννοι δ ' ὅσῳ πλέον συνεγγίζουσι ταῖς στήλαις ἔξωθεν φερόμενοι , τοσῷδ ' ἰσχναίνονται πλέον τῆς τροφῆς ἐπιλειπούσης :
6324301 μονιμοι
ὑμᾶς : οἱ γὰρ ἐπιχαρεῖς λόγοι δι ' ὑμᾶς πᾶσι μόνιμοι διὰ παντός . εἴ τις ἀγλαός : ἀνδρεῖος νῦν
' εἰσὶν ὁπλῖται , ὁπλοφόροι , βαρεῖς , ἀκριβεῖς , μόνιμοι , στάσιμοι , μαχαιροφόροι , πάλιν δ ' αὖ
6322471 κατασκευαζουσιν
βούλονται τοῦτο ἀξιοῦσιν , ἀλλὰ τὸ ἐναντίον διὰ τοῦ λέγειν κατασκευάζουσιν . Δημοσθένης μὲν , μεμφόμενος ὡς ὅλως Ἀθηναίων τοιαύτας
: τούτους γὰρ οἱ ἀρχιτέκτονες ὡς πρὸς ὥραν ὀγδόην ἐστραμμένους κατασκευάζουσιν , οἵ γε τῆς ἀρίστης θέσεως ἐστοχάσθαι δοκοῦντες .
6289908 λεπτομερεις
ἔνδοθεν ἰξωδῶς περιπλάσσονται . Οἱ μὲν οὖν ἰχῶρες , ὡς λεπτομερεῖς ὄντες , οὐ μόνον πρὸ τῶν σιτίων ἀλλὰ καὶ
δυνάμει θερμαῖνον , καὶ τῷ τὰς μὲν αὐτῶν ἧττον εἶναι λεπτομερεῖς , τὰς δὲ μᾶλλον , καὶ τῷ τὰς μὲν
6272302 πυρεττοντες
παθητικῶν ποιοτήτων τῶν ἡγουμένων τῆς ὑγείας : οἱ μὲν γὰρ πυρέττοντες αἰσθάνονται τῆς παρὰ φύσιν θερμασίας παρούσης καὶ πάλιν ἀπούσης
τὴν ἀναπνοήν . Διὰ τί τὴν ἐπιφάνειαν ἑλκώδη ἴσχουσιν οἱ πυρέττοντες ; ὅτι παρατριβομένης τῆς σαρκὸς τοῖς παρακρατουμένοις ὄγκοις εὐτριψίας
6267441 χυμοι
μὲν ἐξ ἄλλου τινὸς μορίου ἢ τοῦ παντὸς σώματος οἱ χυμοὶ εἰς τὴν γαστέρα συρρέουσι , τοῦ πρωτοπαθοῦντος τὴν ἐπιμέλειαν
βλαβερὸν , αἷμα ἴδιον βλαβερὸν , χυμοὶ ἴδιοι βλαβεροὶ , χυμοὶ ἀλλότριοι βλαβεροὶ , χυμοὶ ἀλλότριοι ξυμφέροντες , χυμοὶ ἴδιοι
6265936 ὀπτωντες
ὠμά , τὰ δ ' ἕψοντες , τὰ δ ' ὀπτῶντες , διδόασιν . ἀνυποδήτων δὲ καὶ γυμνῶν τῶν πλείστων
αὐτὸ καθ ' ἑαυτὸ ἁλυκώτερον ἑαυτοῦ γίνεται . Ὅσα μὲν ὀπτῶντες προσφέρομεν ξηραίνει : ὅσα δ ' ἑψῶντες ὑγραίνει ,
6255585 θερμοι
χαῦνον καὶ λεπτομερὲς καὶ εὐδιοίκητον . ὅτι δ ' οἱ θερμοὶ καὶ πρόσφατοι τροφιμώτεροι τῶν ψυχρῶν εἰσι καὶ τῶν παλαιῶν
οἱ ἄγαν παλαιοί , ὑγροὶ δ ' οἱ νέοι , θερμοὶ δ ' οἱ με - ταξύ : κατὰ δὲ
6250638 πληρεις
φρενὸς νοσεῖ πόλις : βωμοὶ γὰρ ἡμῖν ἐσχάραι τε παντελεῖς πλήρεις ὑπ ' οἰωνῶν τε καὶ κυνῶν βορᾶς τοῦ δυσμόρου
τῆς ἀνωτάτω τιμωρίας δίκαιοι τυγχάνειν ἐσμὲν μὴ παρέχοντες ἀρτίους καὶ πλήρεις τὰς ἀμοιβάς . εἰ δ ' οὐκ ἐξὸν τοῖς
6228691 νεμομενοι
. Ὑπεροικέουσι δὲ τούτων δευτέρην λάξιν ἔχοντες Βουδῖνοι , γῆν νεμόμενοι πᾶσαν δασέαν ὕλῃ παντοίῃ . Βουδίνων δὲ κατύπερθε πρὸς
ἐκείνους τοὺς χρόνους τῆς Λιβύης πεφυτευμένης , οἱ τὴν Ἀκραγαντίνην νεμόμενοι τὸν ἐκ τῆς Λιβύης ἀντιφορτιζόμενοι πλοῦτον , οὐσίας ἀπίστους
6228331 γλισχροι
οἱ μικρὰ προϊέμενοι καὶ διδόντες , οἱ δὲ μόγις , γλίσχροι , οἱ δὲ καὶ μετὰ διατάσεως καὶ ὀργῆς διδόντες
φαίνεται ἡ κρατοῦσα δυσκρασία εἶναι ψυχρὰ κἂν οἱ ἐγκείμενοι χυμοὶ γλίσχροι τύχωσιν ὄντες καὶ παχεῖς . πάνυ γὰρ διαφοροῦσι τὰ
6222682 σκληροτεροι
, κοιλία , ἔντερα , μῆτραι τῶν τετραπόδων καὶ οἱ σκληρότεροι τῶν ἀδένων ἀπεπτούμενοι , ὀξύγαλα , τηγανῖται , θέρμοι
ἐνεὸν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ ξηραινόμενον ἐκκαίεται , καὶ γίνονται ὀδόντες σκληρότεροι τῶν ἄλλων ὀστέων , ὅτι οὐκ ἔνεστι τοῦ ψυχροῦ
6208008 ἀσθενεστεροι
ταύρειος “ ” κύνειος “ εἶπε παρ ' ὑπόνοιαν : ἀσθενέστεροι δὲ οὗτοι τῶν βοείων . Χαρινάδης : εὑρίσκεται περὶ
οἱ δὲ τολμηταὶ καὶ θρασύτεροι προεπιχειροῦσι καιροφυλακοῦντες , εἰ μὲν ἀσθενέστεροι τυγχάνουσιν , ἐξ ἐνέδρας , εἰ δὲ δυνατώτεροι ,
6201665 ἀποροι
εἴκοσι παροινοῦντες οὐκ ὤκνουν . Ἀλλὰ φαῦλοί τινες ἦσαν , ἄποροι καὶ κακοῦργοι καὶ βαλλαντιοτόμοι . δευτέραν ἀνάγκην εἴρηκας τοῦ
μέτριοι δ ' ὄντες ἄνθρωποι . καίτοι εἰ μήτ ' ἄποροι μήτ ' ἐχθροὶ τούτου μήτ ' ἐμοὶ φίλοι ,
6195269 λαμβανουσιν
: ὥσπερ δὲ οἱ μισθοφόροι ἐν τῇ Ἑλλάδι μισθὸν ἀργύριον λαμβάνουσιν , οὕτως οὗτοι τὰ σιτία παρὰ τοῦ βασιλέως εἰς
, ὥςπερ ἔφην : πολλὰ δὲ καὶ παρὰ τῶν ἔμπροσθεν λαμβάνουσιν ὡς ἐκεῖνοι κατεσκεύασαν , ὅσα μιμητικὰ τῶν πραγμάτων ἐστίν
6192377 καθιστανται
δηλοῖ , ὅτι οὐκ ἐν πίστει καὶ πληροφορίᾳ τῶν πραγμάτων καθίστανται . νέους δὲ ὀνομάζει ἐνταῦθα τοὺς παῖδας , ἐπεὶ
τῶν μοιρῶν ὑπουργοὶ γενόμενοι ὧν μὲν βοηθοὶ ὧν δὲ πολέμιοι καθίστανται : ἀπροφάσιστον γὰρ οὐδὲν ἐν ἀνθρώποις ἐπί τε τῶν
6190655 κλυσμοι
τῷ ἀφεψήματι ἀναμίγνυται . δύναιντο δ ' ἂν οἵδε οἱ κλυσμοὶ τὸ πλαδῶδες τοῦ ἐντέρου πρὸς τὸ ξηρότερον καθιστάντες ἀπελαύνειν
μανδραγόρᾳ ἢ ὑοσκυάμῳ : κατασπῶντες γὰρ εἰς ἔντερα οἱ δριμεῖς κλυσμοὶ τὸ ἐνοχλοῦν τῷ σώματι ῥᾳδίως ἀπολύουσι τοὺς πνιγμούς .
6184506 ἀλλοκοτοι
καὶ ἐθισμοὶ φαῦλοι , καὶ ἀσκήσεις ἄδικοι , καὶ ἐπιθυμίαι ἀλλόκοτοι , καὶ τροφαὶ πονηροί , ἐνθυμητέον , ὅτι φύσεως
ἐξήλακται , ἤ τις δυσκρασία ᾖ , ἢ χυμοί τινες ἀλλόκοτοι ἐμπεπλεγμένοι τὰ τῆς τροφῆς λυμαίνονται ὄργανα , πολλά τε
6178144 ἀπεργαζονται
καὶ ἀβούλητοι καὶ ἀνήκεστοι συντυχίαι ἐπιφέρουσιν . ὀργαὶ δεσπότου θάνατον ἀπεργάζονται ἢ παραπλήσιόν τι θανάτῳ . νομίζεις , ὃ μήποτε
, ἔτι χεῖρον . οἱ δὲ ἀγαθοποιοὶ ἀφαιροῦντες τὰ αὐτὰ ἀπεργάζονται , ἐπὶ τούτοις δὲ καὶ ἐκπτώσεις ποιοῦσιν . ἐὰν
6171895 ἡρπαζον
ἄρδην τι λυμαινομένων . Τὰ γὰρ δεῖπνα ἐπὶ κανῶν κομιζόμενα ἥρπαζόν τινες αὐτῷ κανῷ . Ὅμοιον , Ἑστίᾳ θύειν :
τι λυμαινομένων . τὰ γὰρ δεῖπνα ἐπὶ τῷ κανῷ κομιζόμενα ἥρπαζόν τινες αὐτῷ κανῷ . Αὐτοῦ Ῥόδος , αὐτοῦ πήγημα
6162822 εἰθισμενοι
καὶ ἐάν τί ποθεν κερδήνωσιν , εἰς τὰς αἰσχίστας ἡδονὰς εἰθισμένοι εἰσὶν ἀναλίσκειν . χαλεπὸν μὲν οὖν , ὦ ἄνδρες
ἵνα ἡμῖν ἐν ὥρᾳ ὑπακούσειαν , προϋπεστάλθωσαν , πρὸ πολλοῦ εἰθισμένοι ἢ πολτὸν ἢ χόνδρον πλυτὸν ἢ μελίτωμά τι .
6154175 γεγενημενοι
ὑμῶν εἰληφότες , παρακρούονθ ' ὑμᾶς , καὶ ἀξιοῦσι τοιοῦτοι γεγενημένοι περὶ τῆς ἑαυτῶν πλεονεξίας παραγγέλλειν : οὓς χρῆν τεθνάναι
πλεούσας παρείχετο , ἠπιστάμην ὅτι καὶ οἱ πρόθυμοι τῇ πόλει γεγενημένοι πάντες ὑπόπτως ἡμῖν ἕξοιεν . ἀντεῖπον δὲ καὶ ὅτε
6147256 πεφυκασι
ἀγαθά , ὅτι τοῖς μὴ εἰδόσιν αὐτοῖς χρῆσθαι πρὸς ἃ πεφύκασι πολλάκις πρὸς κακοῦ γίνεται , ὥσπερ καὶ τὰ τῶν
ὅτι αἱ κατ ' ἀρετὴν πράξεις ὑπὸ ἐνδείας ἢ ὑπερβολῆς πεφύκασι φθείρεσθαι : ὥσπερ ἐπὶ τῆς ἰσχύος καὶ τῆς ὑγιείας
6141940 ἐσθιομενοι
τῶν ῥοιῶν δὲ οἱ κόκκοι ὠφελοῦσιν αὐτοὺς ἐπάνω τῆς τροφῆς ἐσθιόμενοι , καὶ τὰ μῆλα ὡσαύτως καὶ τῶν ἀπίων λαμβάνειν
καὶ φαρμάκων διουρητικῶν τῇ ἀνακαθάρσει . πέπονες οὖν αὐτοῖς ἁρμόδιοι ἐσθιόμενοι καὶ σικυοὶ ἑφθοί , σταφυλῖνός τε καὶ σίον ,
6135970 ἐμπιπτοντες
ὤκιστα , εἶτα ἐς αὐτὸν τὰ νῶτα ἀπερείδουσι , καὶ ἐμπίπτοντες καὶ ὠθούμενοι τῇ δυνάμει κωλύουσιν ἕλκεσθαι . Καὶ οἱ
σταδίοις πολλάκις τοῦ μὴ ἐμφορεῖσθαι κατὰ δίψος : πολλοὶ γὰρ ἐμπίπτοντες σὺν ὅπλοις ἔπινον ὡς ἂν ὑποβρύχιοι , φυσώμενοι δ
6134525 λεπτοι
, καὶ εἰρεσίης μνώοντο . Ἀπροφάτως δ ' ἀπὸ γῆς λεπτοὶ λύοντο κάλωες πείσματα δ ' ἡπλώθη : κραιπνὸν δ
δὲ λεπτοὶ οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν
6122565 διαλυομενων
μὲν τὰς τροπὰς μένειν πεπηγός , ἐν δὲ τῶι θέρει διαλυομένων ὑπὸ τῆς θερμασίας τῶν πάγων πολλὴν τηκεδόνα γίνεσθαι ,
μὲν τὰς τροπὰς μένειν πεπηγός , ἐν δὲ τῷ θέρει διαλυομένων ὑπὸ τῆς θερμασίας τῶν πάγων πολλὴν τηκεδόνα γίνεσθαι ,
6120827 γεραιτεροι
μὲν νέοι τοῖς τῶν πρεσβυτέρων ἐπαίνοις χαίρουσιν , οἱ δὲ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τιμαῖς ἀγάλλονται : καὶ ἡδέως μὲν
καὶ ἀσαφῆ . ἃ δ ' ἂν τούτων ἐγκρίνωσιν οἱ γεραίτεροι , τοὺς νεωτέρους πάσῃ σπουδῇ μανθάνειν , ἐὰν δέ
6119671 θεραπευουσι
τε κατὰ πλῆθος χρῆσθαι μὲν τῇ λύγῳ , τοῖς δὲ θεραπεύουσι τὴν θεὸν ἐπιτρέψαι φορεῖν τὸν καὶ νῦν ἔτι διαμένοντα
θηλαζούσαις , ὡς εἴρηται ποθέντα . ὀδονταλγίαν δὲ ἐπιτεθέντα πάνυ θεραπεύουσι . σὺν δὲ ναρδίνῳ ἢ ῥοδίνῳ ἐλαίῳ θερμανθέντα ἢ
6119322 ἐβλαπτον
ἐκ τῶν ἐρυμάτων λῃστήρια καταστησάμενοι , καὶ πολλὰ τοὺς γεωργοὺς ἔβλαπτον . ὑπὲρ ὧν ἀποστείλαντες οἱ Ῥωμαῖοι πρεσβείαν πρὶν ἐπὶ
: οὐδὲ γὰρ τότε προσπελάζειν αὐτοῖς ἐτόλμων , ἀλλὰ περιθέοντες ἔβλαπτον , μέχρι τῶν ἐλεφάντων ἐν τῇ Μακεδόνων φάλαγγι συνταραχθέντων
6114219 διαιτωμενων
τῶν ἐν ἕλεϲι καὶ λίμναιϲ καὶ ποταμοῖϲ ἰλυώδεϲι καὶ θολεροῖϲ διαιτωμένων . τῇ δὲ ὀϲμῇ καὶ τῇ γεύϲει τὴν διάγνωϲιν
θαυμαϲτόν , ἐν γυμναϲίοιϲ μᾶλλον καὶ τροφῆϲ ἐνδείᾳ τῶν τότε διαιτωμένων ἀνθρώπων : νῦν δὲ τῆϲ τάξεωϲ ἀντεϲτραμμένηϲ ἐπίμικτοϲ φλέγματι
6111676 τροφων
, τὴν γῆν . ἐμῶν ] πραγμάτων , κτημάτων ἢ τροφῶν . , κόπων . ἀντὶ τοῦ ἐδέσει : τὸν
' ὥς , ἐφέροντο ἐς Ῥώμην ὡς ἔρημον ἀνδρῶν καὶ τροφῶν ἅμα καταληψόμενοι τὸ ἄστυ καὶ πρὸ σταδίων ἑκατὸν ἐστρατοπέδευον
6104910 ἀναλισκοντες
ἔχουσι καὶ τοῖς ξένοις ἐπιστέλλοντες καὶ αὐτοὶ ἀποδημοῦντες καὶ χρήματα ἀναλίσκοντες , ὅπως λάβωσιν αὐτόν . καὶ πότερον οἴει πλείους
πολυχρήματοι πεπιστευμένοι ἠλίθιοι καὶ σκαιοὶ νομίζεσθαι ἢ περὶ τὰ δεῖ ἀναλίσκοντες δεξιοὶ κεκλῆσθαι . Πλούσιον χρὴ νομίζειν τὸν ἡγεόμενον ἔχειν
6104568 χυλοι
τραύματα κολλᾷ . οὕτω δὲ καὶ τὰ φύλλα καὶ οἱ χυλοὶ καὶ οἱ φλοιοὶ τῶν δένδρων ἀλλήλων διαφέρουϲιν . Μηλέαϲ
νάρδῳ τῷ μύρῳ ἡ τουτέων μεῖξιϲ ἀγαθή , ἢ οἱ χυλοὶ ἀκακίηϲ τε καὶ ὑποκυϲτίδοϲ ἔϲ τε τὰϲ τέγξιαϲ καὶ
6101249 πταρμοι
τί πταρμὸς σπανιάκις γίνεται εἷς καὶ σπανιάκις πολλοί , ἀλλὰ πταρμοὶ πλεονάκις γίνονται κατὰ δύο ; Πρόχειρος οὖν ἡ αἰτία
ξηραίνουσι καὶ πταρμικῆς τὰ ἄνθη καὶ στρουθίου ἡ ῥίζα . πταρμοὶ δ ' ἐπὶ μὲν τοῖς ὠμοῖς χυμοῖς τοῖς κατὰ
6097880 μικροι
προσώποις , εἷς μὲν ὁ μέγιστος ἄλλοι δὲ περὶ αὐτὸν μικροὶ πλείους . εἰσὶ δὲ τῶν ὄζων οἱ μὲν τυφλοί
δὲ τοῦ ὕπνου ἐπινενευκότες . πῶς γίνονται οἱ σφυγμοὶ καὶ μικροὶ καὶ ἀμυδρότεροι ; δῆλον ὅτι τῆς ἐμφύτου θερμότητος εἰσδυνούσης
6084135 μεστοι
γιγνόμενοι μεθ ' ὧν συμφύονται . Οὗτοι δὴ οὖν παθῶν μεστοὶ καὶ κακίας ὑπάρχοντες διὰ συγγένειαν ἕλκουσι τὰ πονηρὰ εἰς
ἐπὶ θαλάττῃ συβόσια διὰ τὸ σκόροδον τὸ θαλάττιον , οὗ μεστοὶ μὲν αἰγιαλοί , μεσταὶ δὲ θῖνες , φυλάττεσθαι δὲ
6074169 οἰνοι
λαχάνοιϲ αἷμα γεννᾷ καὶ μετὰ ταύτην ἴντυβοι . οἱ εὐώδειϲ οἶνοι εὔχυμοι : τῶν εὐχυμοτάτων δέ ἐϲτιν ὁ Φαλερῖνοϲ ὁ
εἰ μὴ μεταβάλοι , δοκιμώτατον κρίνουσιν . εἰώθασι δὲ οἱ οἶνοι τρέπεσθαι ἐν ταῖς τῶν τροπῶν μεταβολαῖς , καὶ ἀρχομένης
6067964 ἰσχυροι
μὲν γὰρ λαμπρόν , ὁ δὲ χρηστός , οἱ δὲ ἰσχυροί . Παιάνιος οὑτοσὶ καὶ ἐμοὶ συμβούλῳ χρησάμενος ἥκει παρ
κάτωθεν ὑποκάτωθεν * ἀγκύλοι : ἐπικαμπεῖς ἢ σκολιοί καμπύλοι , ἰσχυροί * γναθμοῖς : σιαγόσι δολιχήρεες δὲ ἤτοι μακροί ,
6067940 τρεφουσι
: . Πραΰσιοι τοὺς ἀστυγείτονας , ἐὰν λιμῷ πιεσθῶσι , τρέφουσι . Ἀνδρὶ μὲν Ἱππαίμων ὄνομ ' ἦν : ἵππῳ
εὐεργεσίας ἀμειβομένων : παρόσον οἱ τῶν πελαργῶν νεοττοὶ τοὺς πατέρας τρέφουσι γεγηρακότας . Πεζῇ βαδίζων μὴ φοβοῦ τὰ κύματα :
6037882 τρεφομενων
παρὰ τὸ βέω , τὸ τρέφω , ἡ ἐκ τῶν τρεφομένων πνευμάτων ἐπιπεμπομένη . . . . Βοηδρομιών : μὴν
τρέφοντα πάντα ϲύμφυλά τέ ἐϲτι καὶ οἰκεῖα ταῖϲ ὅλαιϲ τῶν τρεφομένων οὐϲίαιϲ . εὐθὺϲ δὲ τούτοιϲ ὑπάρχει δηλονότι ϲυμμέτρωϲ εἶναι
6036212 ἀτακτοι
. Εἰ γὰρ καὶ πλείους εἰσίν , ἀλλ ' οὖν ἄτακτοι καὶ ἄναρχοι , ὥσπερ Σκλάβοι καὶ Ἄνται καὶ τὰ
ἀπόϲταϲιν μεταβαλλομένηϲ τὰ μὲν λεχθέντα ϲημεῖα ἐπιταθήϲεται , προϲέτι δὲ ἄτακτοι μετὰ φρίκηϲ αὐταῖϲ ἐπιϲημαϲίαι γίνονται , κατὰ μὲν τοὺϲ
6033401 ἐπιτιθεμενοι
Ψηφοπαικτοῦσι τὸ δίκαιον . . Τοῖς ὀψιζομένοις ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐπιτιθέμενοι τὰ ἱμάτια ἀποδύονται . . . . , .
ἐξαναϲτάϲεων , ϲφυγμοὶ ἀνώμαλοι , καὶ οἱ πυρετοὶ μεγεθύνονται ἀτάκτωϲ ἐπιτιθέμενοι μετὰ περιψύξεωϲ τῶν ἄκρων καὶ τρίτον ἔϲθ ' ὅτε
6020121 λαμβανουσι
κακεῖθεν μετὰ πόδας ιη ἢ κ οἱ ἄλλοι βαθμοὶ στέγην λαμβάνουσι , καὶ ἐπὶ τούτοις τοῖς βαθμοῖς οὐχ ὅλῳ τῷ
: οἱ γὰρ ἰατροὶ τὰς μὲν τροφὰς ἐκ τοῦ κοινοῦ λαμβάνουσι , τὰς δὲ θεραπείας προσάγουσι κατὰ νόμον ἔγγραφον ,
6000650 μελανων
αἱμοῤῥαγέει ; κωματώδεες , ἐκ τοιουτέων σπασμῷ τελευτῶσιν , ἄρα μελάνων προδιελθόντων καὶ κοιλίης ἐπαρθείσης . Τὰ αἱμοῤῥαγέοντα ἐφιδροῦντα τρώματα
νῦν Λευκόσυροι καλοῦνται , ὡς ἂν ὄντων τινῶν Σύρων καὶ μελάνων : οὗτοι δ ' εἰσὶν οἱ ἐκτὸς τοῦ Ταύρου
5992697 ἐληιζοντο
; οἱ πρόσοικοι τῷ λόφῳ βάρβαροι σπειρόντων τῶν Ἐρετριέων αὐτὸν ἐληίζοντο τὰ φυόμενα περὶ τὸ θέρος ἥκοντες καὶ πεινῆν ἔδει
αὐτῶν ἀπολαβεῖν , ὀλίγοι μὲν τὸ πρῶτον καὶ ἀφανῶς ἐξιόντες ἐληίζοντο τὴν ὅμορον : ἔπειτα δὲ πολλοὶ συνιόντες καὶ ἐκ
5988939 στρουθων
, κώλων δώδεκα , ὀρύγων ἑπτὰ , βουβάλων πεντεκαίδεκα , στρουθῶν συνωρίδες ὀκτὼ , ὀνελάφων ἑπτὰ , καὶ συνωρίδες τέσσαρες
τελευταίαν ἐκδεχόμενοι τροφήν . ὀρτάλιχοι : οἱ νεοσσοί . ἢ στρουθῶν γένη . θρηνητικὸν δὲ τὸ ζῷον ἐλπίδι τροφῆς .
5986592 ἀφαιρουντες
διαίρεσιν ὁ ἐνιαυτὸς λζʹ , τὰς ἀνὰ εʹ ἑκάστου ἔτους ἀφαιροῦντες καὶ τὸ τέταρτον τῶν ἐνιαυτῶν καὶ συναγαγόντες τὰ ἔτη
διὰ τῶν θεραπόντων τοὺς ἥρωας ἱλασκόμενοι καὶ ἅπαν τὸ δοῦλον ἀφαιροῦντες αὐτῶν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις , ἵνα τῇ φιλανθρωπίᾳ
5986512 διαγοντες
σωζομένων γινόμενα . ἵν ' οὖν μὴ ὥσπερ ἐν σκοτομήνῃ διάγοντες ἀλλην ἄλλως δοκῶμεν ταῦτα λέγειν , φέρε τῷ τῆς
, αἰδήμονες , μυστικοί , πολυμέριμνοι , ποικίλως τὸν βίον διάγοντες , ἀλλοτρίων χειρισταί , πιστικοί , ἀγαθοὶ οἰκονόμοι ,
5984629 περιπατοι
δὲ ϲιτεῖϲθαι ἄμεινον . εὐπεψίαϲ δὲ παντὸϲ μᾶλλον φροντιϲτέον , περίπατοι πραέοι πλεῖϲτοι καὶ ἕωθεν καὶ δείληϲ ἄριϲτοι . ψυχρολουϲία
ἀπεψίαι συνεχεῖς καὶ ἄμετροι χρήσεις ἀφροδισίων , ἐνίοτε δὲ καὶ περίπατοι σύντονοι καὶ ἐποχαὶ αἱμορροΐδων καὶ καταλύσεις συνήθων ἐμέτων καὶ
5979760 συνισταμενοι
τῆς ἄγαν φιλοτιμίας τοῦ ἀνδρὸς οὐδὲν ἀγαθὸν ἀπολαύσειν οἰόμενοι καὶ συνιστάμενοι κατὰ τὴν ἀγορὰν ἐσκόπουν , ὅντινα χρὴ τρόπον εὐπρεπέστερον
εἰδοποιούμενος πᾶς ἄρτιος , μάλιστα δὲ οἱ ὑπὸ τούτων συσσωρευομένων συνιστάμενοι ἑτερομήκεις διὰ τὸ πρώτης ἀνισότητος καὶ ἑτερότητος ἐν τῇ
5977940 ἁβροδιαιτοι
Καμβύσου πατήρ , πολεμήσας κατετροπώσατο καὶ ὑποχειρίους ἑαυτῷ πεποίηκεν . ἁβροδίαιτοι δὲ οὗτοι καὶ τῷ παρ ' Ἀνακρέοντι Λυδοπαθεῖς τινες
κατακαλύπτοντες ἑαυτοὺς ὅλους πλὴν τοῦ στήθους , καὶ ὅλως εἰσὶν ἁβροδίαιτοι καὶ καθάριοι . τῇ δὲ Παρθένῳ καὶ τῷ τοῦ
5977573 ἀκροδρυων
ὁμοίως δ ' ἐξ ἐλαιῶν ἔλαιον καὶ ἀπὸ τῶν ἄλλων ἀκροδρύων ἡμέρους καρπούς , ἵνα μὴ τἀναγκαῖα μόνον ἔχοντες αὐχμηρότερον
φησὶ καλεῖσθαι ἀγνοῶν . Γλαυκίδης γὰρ ἱστορεῖ ἄριστα λέγων τῶν ἀκροδρύων εἶναι μῆλα κυδώνια , φαύλια , στρουθία . κυδωνίων
5971928 ἐνδιδοντες
καὶ μιγάδων ἠθῶν ἀνάπλεῳ , οἳ ταῖς πρώταις εὐθὺς ὁρμαῖς ἐνδιδόντες , ὁποῖαί περ ἂν οὖσαι τυγχάνωσιν , ἃς ἡνιοχεῖν
τῆς ἀκροπόλεως τῆς ἐν Σάρδεσι καὶ Σαρδιανῶν οἱ δυνατώτατοι , ἐνδιδόντες οἱ μὲν τὴν πόλιν , ὁ δὲ Μιθρήνης τὴν
5971556 κριων
αὐτῶν καὶ ἡμίονοι καὶ τὰ ἄλλα κτήνη πάντα οὐδὲν μείζω κριῶν . ἕπονται δὲ τῶι βασιλεῖ τῶν Ἰνδῶν τούτων τῶν
ταῖς θηλείαις ἐπαφετέον . ἡλικία δὲ πρὸς ὀχείαν χρήσιμος τῶν κριῶν , ἀπὸ δύο ἐτῶν ἕως ηʹ . ὁμοίως δὲ
5967414 ψυχροι
οἱ ψυχροὶ ἱδρῶτες . κακὸν οὖν ἐν ὀξεῖ νοσήματι οἱ ψυχροὶ ἱδρῶτες : δηλοῖ γὰρ καταβεβλημένον τὸ ἔμφυτον θερμόν ,
οὐδὲ ἀβλαβῶϲ ἀπέχονται τῶν ἀφροδιϲίων . εἰ δὲ ὑγροὶ καὶ ψυχροὶ οἱ ὄρχειϲ τὴν κρᾶϲιν γένοιντο , ψιλὰ τὰ πέριξ
5967316 κεκτηνται
τοῦτο τοῖς νικῶσι γίγνεται : τά τε γὰρ ὑπάρχοντα ἀσφαλῶς κέκτηνται τά τε τῶν πολεμίων ἀδεῶς καρποῦνται . δικαιότητος μέγα
σφενδόνης αἷς ἔνεστι μόλιβδος . . τὸ πέπανται ἀντὶ τοῦ κέκτηνται . καὶ ὁ ποιητὴς πολυπάμμονος ἀνδρὸς ἐν αὐλῇ .
5967038 κτηνων
κύμβαλα καὶ τύμπανα , πρὸς δὲ τούτοις καθαρμοὺς τῶν νοσούντων κτηνῶν τε καὶ νηπίων παίδων εἰσηγήσασθαι : διὸ καὶ τῶν
εἰς τὸν μυλῶνα , καὶ ὁρῶ πολὺ πλῆθος ἔνδον ὁμοδούλων κτηνῶν , καὶ μύλαι πολλαὶ ἦσαν , καὶ πᾶσαι τούτοις
5963867 Ὁσοι
κόσμος κινεῖται φορὰν ἐγκύκλιον ἀπ ' ἀνατολῆς ἐπὶ δύσιν . Ὅσοι γὰρ ἂν τῶν ἀστέρων μετὰ τὴν τοῦ ἡλίου δύσιν
τὸν πλεύμονα , κατὰ κοιλίην πῦον ὑποχωρέειν , θανάσιμον . Ὅσοι , τρωθέντες ἐς τὸν θώρηκα , τὸ μὲν ἐκτὸς
5961245 σπειροντες
θεὸς ὥσπερ καὶ τοῖσι ἄλλοισι ἀνθρώποισι , τοῦ δὲ θέρεος σπείροντες μελίνην καὶ σήσαμον χρηίσκονται τῷ ὕδατι . Ἐπεὰν ὦν
τὸν Παντικάπην ποταμὸν νομάδες ἤδη Σκύθαι νέμονται , οὔτε τι σπείροντες οὐδὲν οὔτε ἀροῦντες : ψιλὴ δὲ δενδρέων ἡ πᾶσα
5958833 ἑψηθεντες
δὲ αἷμα αὐτοῦ δηλητήριόν ἐστι τριχῶν . φρῦνοι δὲ πολλοὶ ἑψηθέντες ζῶντες ἐν ἐλαίῳ μετὰ θύμου κόμης καὶ πρασίου καὶ
ὁ καρπός , κύαμοι φρυγέντες , βολβοὶ οἱ ἐπὶ πλέον ἑψηθέντες ἢ δὶς ἐν ἐλαίῳ μετ ' ὄξους ἐσθιόμενοι ,
5954244 γιγνομενοι
ἐπῆλθον : ἐπαύσατο , ὑφεῖσαν : μείζους καὶ ἐλάττους διατελοῦσι γιγνόμενοι παρὰ τοὺς ὄμβρους αὐτοῦ τοῦ χειμῶνος ἐκ μεταβολῆς .
: αὐτοὶ δὲ παντελῶς ἔξω τῆς ἁρμονίας τῆς κατὰ φύσιν γιγνόμενοι καὶ σφόδρα ἀμούσως ἔχοντες οὐ διαφέρεσθε . * καίτοι
5953815 τρεπονται
χρώμενοι τῷ ποτῷ καὶ μεθυσθέντες εἰς ὕπνον ἢ μανιώδεις διαθέσεις τρέπονται . διὸ καὶ πολλοὶ τῶν Ἰταλικῶν ἐμπόρων διὰ τὴν
ἄλλον βούλονται : ἐν δισώμοις οἱ γενόμενοι γάμοι εἰς μοιχείαν τρέπονται καὶ πολλαὶ μάχαι καὶ ὀδύναι γίνονται εἰς τοὺς τοιούτους
5952377 τυγχανοντες
δὲ γυναῖκας στείρας ἢ μονοτέκνους . Κρόνος καὶ Ἑρμῆς ἐπίκεντροι τυγχάνοντες τὸν περὶ τέκνων λυποῦσι λόγον . Ἀφροδίτη καὶ Σελήνη
συναναμιγνύμενος : ἔχει δὲ δύναμιν τοιαύτην . Οἱ ἐν ἐξοχῇ τυγχάνοντες τῶν Λυδῶν συναγοράζουσιν αὐτὸν καὶ πρὸ τῆς εἰσόδου τῶν
5950794 ἐωντες
ἐν μέσῃ τῇ ἡμετέρᾳ ἀρχῇ τηλικαύτῃ γε οὔσῃ μίαν πόλιν ἐῶντες ὥσπερ τύραννον καθεστάναι πάντα τρόπον ἐπιβουλεύουσαν ταύτῃ , ἀλλὰ
πάσχουσιν , νόμοις δὲ πονηροῖς χρώμενοι καὶ διαφθείρεσθαι τοὺς ὄντας ἐῶντες οὐδένες πώποτ ' ἐσώθησαν . ταύτῃ μέντοι τῇ κατηγορίᾳ
5949919 συλλεγοντες
: εὐτελεῖς γὰρ οἱ τὰς ἐλαίας ⌈ μισθοῦ Γ ⌈ συλλέγοντες [ συνάγοντες Γ ] . Γ καὶ τὸ ξίφος
, οἳ καλοῦνται Γύζαντες : οἵτινες τέχνην ἐπιτηδεύουσιν τὰ ἄνθη συλλέγοντες τὰ ἐν τοῖς τόποις μέλι ποιεῖν τοσοῦτον καὶ τοιοῦτον
5947578 κουφοτεροι
δὲ ἀγωνισταὶ κατεσκευάσθων ἐῤῥωμενέστεροι μὲν ἢ οἱ τοῦ σταδίου , κουφότεροι δὲ τῶν ὁπλιτευόντων . οἱ δὲ τῶν τριῶν ἀγωνισταὶ
οἱ δ ' ἑλώδεις τῶν πυρῶν ἄτροφοί τέ εἰσι καὶ κουφότεροι καὶ τὸ αἷμα φαῦλον ποιοῦσι καὶ ἧσσον θερμαίνουσι τὰ
5943553 ἀφιεντες
Μακεδόνας εὐκόλως ἀπεκρούοντο οἱ βάρβαροι σφενδόνας , βέλη , πέτρους ἀφιέντες : ὥστε ἀνακαλέσας αὐτοὺς Ἀλέξανδρος ἀπὸ τριάκοντα σταδίων χάρακα
στήσαντος ἐπυργομάχουν πρὸς ἀλλήλους , ἑκατέρωθεν πυκνὰ καὶ θαμινὰ πάντα ἀφιέντες , ἕως ὁ Σύλλας ἐκ καταπελτῶν , ἀνὰ εἴκοσιν
5941644 κατεργαζονται
: ἐπεκθέουσιν οὖν τοῦ Ἱπποκόωντος οἱ παῖδες καὶ ῥοπάλοις τύπτοντες κατεργάζονται τὸν Οἰωνόν . τοῦτο Ἡρακλέα μάλιστα ἐξηγρίωσεν ἐς Ἱπποκόωντα
ἀπείρους ἐξαγγέλλειν . Καὶ πάντα δὲ κλάδον τοῖς ὀδοῦσιν ἔγχυλον κατεργάζονται , καὶ ταῖς κοιλίαις εὐπόρως πέττουσι : καὶ τὸ
5939532 λυμαινονται
, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν , μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις ,
μύες παραχρῆμα τίκτονται . οὐκοῦν κατὰ τὰς ἀρούρας πλανώμενοι οὗτοι λυμαίνονται τοῖς ληίοις ὑποτέμνοντες τοὺς στάχυς καὶ ὑποκείροντες , ἤδη
5936362 ἑψοντες
τὸν χυλὸν ὁμοίως τῷ τῶν μόρων καὶ τῷ τῶν βάτων ἕψοντες σὺν μέλιτι στομαχικῷ χρώμεθα φαρμάκῳ . τὸ δὲ λέπος
πικρῶν ἀλεύρῳ καταπλάττουσι τοὺς ἰσχιαδικοὺς ὄξει ἢ ὀξυμέλιτι ἢ ὀξυκράτῳ ἕψοντες . καλαμίνθῃ καταπλάσσουσί τινες τοὺς ἰσχιαδικοὺς ὡς γενναίῳ βοηθήματι
5936254 στρουθοι
ὅσον τε τριπήχεες χερσαῖοι , τῇσι σαύρῃσι ἐμφερέστατοι , καὶ στρουθοὶ κατάγαιοι καὶ ὄφιες μικροί , κέρας ἓν ἕκαστος ἔχοντες
μυῶν δὲ πλῆθος ἀρουραίων , ὡς περὶ Ἰταλίαν , καὶ στρουθοὶ τὰ σπέρματα κατεσθίοντες , ὡς περὶ Μηδίαν , καὶ
5935352 κατεσκευασμενοι
δ ' ἄλλοι παρὰ τούτους τε καὶ ἀπὸ τούτων εἰσὶ κατεσκευασμένοι , πολλοὶ σφόδρα ὄντες , ἐπιτάσει τε καὶ ἀνέσει
ἔνιοι δὲ τὰς ἰδίας οἰκίας τῶν δημοσίων οἰκοδομημάτων σεμνοτέρας εἰσὶ κατεσκευασμένοι , ὅσῳ δὲ τὰ τῆς πόλεως ἐλάττω γέγονε ,
5923547 ὀρεινων
καὶ ταγηνιϲτῶν ὁμοίωϲ διενήνοχεν : τὰ δὲ ἀπὸ ξηρῶν καὶ ὀρεινῶν τόπων τῶν ἐν ἕλεϲι τρεφομένων εὐπεπτότερά τέ ἐϲτι καὶ
, ἐπιχειροῦντος αὐτῷ βασιλέως , πολλοὺς ἀποβαλὼν ἔφευγε διὰ τῶν ὀρεινῶν ἐπὶ Φρυγίας , ὁδὸν ἀτριβῆ , βαλλόμενός τε καὶ
5920730 ἐρινεων
διὰ τὸ μὴ ἐπιβληθῆναι αὐταῖς τοὺς ὀλύνθους τοὺς ἀπὸ τῶν ἐρινεῶν : τοῖς γὰρ ὀλύνθοις τῶν ἀγρίων συκῶν φύεται θηρίδια
, σμύρνα , τῶν ἰσχάδων αἱ λιπαρώτεραι , τὰ τῶν ἐρινεῶν σῦκα , τῶν ἡμέρων σύκων οἱ ὄλυνθοι , τεῦτλον
5914336 καυλοι
ἀρχὰς ὥσπερ ἐλέχθη καὶ ῥίζαι καὶ ἀκρεμόνες καὶ ξύλα καὶ καυλοὶ χωριζόμενοι τῶν φυτῶν , ὥστε κινεῖσθαι μέχρι τοῦ βλαστάνειν
ἢ μυρτίτηϲ προϲλαμβανόμενοϲ καὶ αὐτὰ τὰ μύρτα προεϲθιόμενα , κράμβηϲ καυλοὶ προεϲθιόμενοι : ἐπιπινόμενα δὲ μέθην ϲβέννυϲι κενταυρίου λεπτοῦ ἀφέψημα
5913352 ἐργασαμενοι
νομῆς ἐπὶ τὰ αὔλια ἰούσας αἱροῦσι , καὶ πολὺν φόνον ἐργασάμενοι καὶ τοὺς νομέας συνδιέφθειραν πολλάκις , καὶ ἔχουσι δεῖπνον
μήποτ ' εἰκότως : ὅσα γὰρ ἂν μεθ ' ἡμέραν ἐργασάμενοι λάβωσιν ἐπὶ μισθῷ , ταῦτ ' οὐκ ἴδια φυλάττουσιν
5911957 ἀπεχομενοι
καὶ φυγάδας ἐλαύνοντες ἐκ τῆς πόλεως καὶ οὐδενὸς τῶν ἀνηκέστων ἀπεχόμενοι παρὰ τὸ νικᾶν . ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων ἕτερος
τις , ὅτι πολὺ μέρος ἀναιροῦμεν μαντείας τῆς διὰ σπλάγχνων ἀπεχόμενοι τῆς τῶν ζῴων ἀναιρέσεως . οὐκοῦν ὁ τοιοῦτος ἀναιρείτω
5908970 σχοντες
δὲ τὴν φυλακὴν ταύτην περαιοῦνται διὰ τοῦ πορθμοῦ , καὶ σχόντες Ῥηγίῳ καὶ Μεσσήνῃ ἀφικνοῦνται ἐς Ἱμέραν . ἐκεῖ δὲ
ἐν Σπάρτῃ . οἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἄραντες παρέπλεον , καὶ σχόντες τῆς Ἠλείας ἐς Φειὰν ἐδῄουν τὴν γῆν ἐπὶ δύο

Back