καὶ πλείους ἐσχηματισμένων ἀστέρων ἡμιθανές τι συντεχθήσεται τῷ γεννωμένῳ ἢ σάρκωμά τι ἀτελές , ὅπερ ἐπικύημα καλοῦσιν , ἐὰν δὲ | ||
σαρκὸς ἐν τοῖς μυκτῆρσι παρὰ φύσιν αὔξησις . ἔστι δὲ σάρκωμά τι καὶ ὁ πολύπους . εἴρηται δὲ πολύπους ἀπὸ |
ἐπικύημα καλοῦσιν , ἐὰν δὲ μὴ ὑπὸ δύσιν ᾖ , καθυπερτερῆται δὲ ὑπὸ κακοποιῶν , ἄτροφον , φησίν , ἢ | ||
καὶ ἀτελὲς τὸ γεννώμενον ἀποτεχθήσεται , ἐὰν δὲ ὑπὸ κακοποιῶν καθυπερτερῆται , ἄτροφον ἢ ἄχρονον ἔσται τὸ ὑπὸ τῆς κατ |
ᾖ καὶ διὰ τοῦτο ἐλαττούμενος τῶν κατὰ δύο ἢ πλείους συνεσχηματισμένων ἀστέρων , ἡμιθανὲς ἔσται τὸ συντεχθησόμενον τῷ γεννωμένῳ ἢ | ||
ὑπὸ δύσιν τις ᾖ τῶν κατὰ δύο ἢ καὶ πλείους συνεσχηματισμένων ἀστέρων , ἡμιθανές τε ἢ σάρκωμα καὶ ἀτελὲς τὸ |
τοῦ γονίμου ἀπολυθεῖσα . Ἢν δὲ μὴ αὐτίκα ἀποχωρέῃ τὸ ἐπικύημα , ὀδύνας τε παρέχει καὶ ῥεῦμα δυσῶδες καὶ πυρετὸν | ||
τῷ μέσῳ τῆς μήτρης τὸ πρῶτον ἔχῃ παιδίον , τὸ ἐπικύημα προσπίπτει ὑπὸ τοῦ ἀρχαίου ἐξωθεύμενον : ἢν δὲ ἐν |
τὸ τοῦ φωτὸς τοῦ ἀέρος , ἀλλὰ καὶ κίνησιν σωματικὴν ἄχρονον τοῖς οὖσιν ὑποληψόμεθα : ἅμα γὰρ τῷ ὑπὲρ τὸν | ||
καθυπερτερῆται δὲ ὑπὸ κακοποιῶν , ἄτροφον , φησίν , ἢ ἄχρονον ἔσται τὸ ὑπὸ τῆς κατ ' αὐτὸν αἰτίας συγγεγεννημένον |
. . . . . . . οε γʹ μϚ Σοῦρα . . . . . . . . . | ||
ἰχθῦς , καὶ ξένοι τῇ ὄψει . . . : Σοῦρα , μαντεῖον Λυκίας , περὶ οὗ Πολύχαρμός φησιν ἐν |
φασιν αὐτὸ Κυδίδου Ἑρμιονέως τηλέπορόν τι βόαμα λύρας . ἢ τηλέπορόν τι βόαμα : καὶ τοῦτο μέλους ἀρχή . φασὶ | ||
ἁγνάν , παῖδα Διὸς μεγάλου δαμάσιππον . τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ μὴ εὑρίσκεσθαι , ὅτου ποτ ' |
ἐκ τοῦ τραύματοϲ , ὕϲτερον δὲ ἐμποιεῖ πάθοϲ τὸ καλούμενον ὑδροφοβικόν . ϲυμπίπτει δὲ μετὰ ϲπαϲμῶν καὶ παρακοπῆϲ καὶ ἐρυθήματοϲ | ||
ἐκ τοῦ τραύματοϲ , ὕϲτερον δὲ πάθοϲ ἐμποιοῦϲι τὸ καλούμενον ὑδροφοβικόν , ὃ ϲυμπίπτει μετὰ ϲπαϲμῶν καὶ ἐρεύθουϲ ὅλου τοῦ |
ἐπὰν γὰρ τῇ ἐπαναφορᾷ τοῦ ὡροσκόπου ἀστὴρ ἐπῇ καὶ πρότερον πεφευγέναι αὐτὸν μηνύει , ἐν δὲ τῇ ἐπαναφορᾷ ληφθεὶς πάλιν | ||
πόντον - ἐξίασι : νύχιον δὲ αὐτὴν φησὶ διὰ νυκτὸς πεφευγέναι : χρὴ νοεῖν ὅτι κατὰ τὸ σιωπώμενον εἰσελθοῦσα ἡ |
Τοῦτο δὲ λέγει διὰ τὸν Ἀρχίλοχον σοφὸν ὄντα καὶ πενίᾳ κατεχόμενον . Οὐ μόνον δὲ πλουτῶ τόδε φαμέν , ἀλλὰ | ||
καὶ πεφθῆναι καὶ προστεθῆναι καὶ ἐξομοιωθῆναι , καὶ λοιπὸν μὴ κατεχόμενον τὸ λόγῳ τροφῆς φερόμενον κενοῦται ἱδρωτοειδῶς δίκην ἀψύχου . |
] ὑποτίθησι κατὰ λέξιν . τὸ δὲ ” τηλέπορόν τι βόαμα “ Κυδίδου τοῦ Ἑρμιονέως κιθαρῳδοῦ ἀπό τινος τῶν ᾀσμάτων | ||
τηλέπορόν ] μεγαλόφωνον , μακρόν . , μακρόθεν ἀκουόμενον . βόαμα ] βοήν , φωνή . ἐντειναμένους ] γρ . |
δὲ τὴν ὑγρότητα ἄδιψόν ἐϲτι μαϲωμένοιϲ καὶ τὰϲ τῆϲ ἀρτηρίαϲ τραχύτηταϲ ἰᾶται . διὰ δὲ ταῦτα καὶ ταῖϲ ἐντεροκήλαιϲ ἐπιτίθεται | ||
δοκεῖ δὲ τὸ ἐξ αὐτῆϲ λίποϲ ὁμαλίζειν τὰϲ τοῦ ϲώματοϲ τραχύτηταϲ . Μυελὸϲ μαλακτικῆϲ τῶν ϲκληρυνομένων τε καὶ ϲκιρρουμένων ϲωμάτων |
πλησίον γὰρ ἦν τοῦ δεσμωτηρίου . περιεμένομεν οὖν ἑκάστοτε ἕως ἀνοιχθείη τὸ δεσμωτήριον , διατρίβοντες μετ ' ἀλλήλων , ἀνεῴγετο | ||
δ ' ὁ λάρυγξ ὑπὸ τῶν τοῦτο ἔργον ἐχόντων μυῶν ἀνοιχθείη , κενοῦται τηνικαῦτα τῶν κοιλοτήτων αὐτοῦ τὸ πνεῦμα : |
αὐλεῖν , ὑπαυλεῖν , προσαυλεῖν , καταυλεῖν , παραυλεῖν , αὔλημα , ἔναυλον , ἔξαυλον , ἐξηυλημένος . καὶ πολύφθογγος | ||
διάβροχος , ἔξαυλος : καὶ ἐξηυλημέναι γλῶτται αἱ παλαιαί . αὔλημα δ ' ὄρθιον , ἀφ ' οὗ καὶ νόμος |
. Τῶν δυνατῶν τι κέλευ ' : οὐ γὰρ παρὰ Κενταύροισιν . ἀνακλαύϲομαί τε μεγάλα κἀνοιμώξομαι . ἀμφορῆ ἄνθρωπ ' | ||
αὐτῷ τοὺς Κενταύρους , οἵτινες κατὰ γῆν αὐτὸν ὠθοῦσιν . Κενταύροισιν : ἀντὶ τοῦ ὑπὸ Κενταύρων . καταΐγδην : καταφορικῶς |
δέχοιτο ; οὐκοῦν μέχρι μὲν τούτων οὐδὲν ὑπ ' οὐδενὸς ἠδίκησαι , βασιλεῦ : ποῖον γὰρ ἀδίκημα παρ ' οὗ | ||
οἵ γε ξυνηδίκηνταί μοι καὶ αὐτοί . Πρὸς τίνων οὖν ἠδίκησαι , εἰ μήτε τοὺς ἰδιώτας μήτε τοὺς φιλοσόφους αἰτιᾷ |
σημεῖον ἐντός , ἀπὸ δὲ τοῦ σημείου πρὸς τὸν κύκλον προσπίπτωσι πλείους ἢ δύο ἴσαι εὐθεῖαι , τὸ ληφθὲν σημεῖον | ||
σημεῖον ἐκτός , ἀπὸ δὲ τοῦ σημείου πρὸς τὸν κύκλον προσπίπτωσι δύο εὐθεῖαι , καὶ ἡ μὲν αὐτῶν τέμνῃ τὸν |
νῦν γενόμενον ἄνθρωπον ὑπερτρυφᾶν καὶ τὴν ἐρασθεῖσαν ὑπερορᾶν : καὶ δειπνῶ σὺν αὐτῇ καὶ πολὺ ἐκ τοῦ μύρου ἀλείφομαι καὶ | ||
πρώτης τῶν περισπωμένων , προσδοκῶ δὲ δευτέρας . ὁμοίως καὶ δειπνῶ πρώτης , ἀριστῶ δὲ δευτέρας . Ὀρνιθευτὴς λέγεται ὁ |
κυνὸς πίνει . Τίγρις νοσοῦσα κόπρον ἀνθρωπείαν ἐσθίει . Κάμηλος νοσοῦσα δρυὸς φύλλα χλωρὰ ἐσθίει καὶ ἐμεῖ χολὴν μέλαιναν . | ||
ἐσθίουσι . Αἶγες νοσοῦντες σκαμμωνίαν ἢ τιθύμαλλον ἐσθίουσι . Κορώνη νοσοῦσα ἀνθρωπείαν ἐσθίει κόπρον . Κορυδαλλὸς νοσῶν ἄγρωστιν ἐσθίει καὶ |
δὲ μέτρια διδόϲθω . οἶνον δὲ πίνειν λευκὸν καὶ λεπτὸν ὑπόϲτυφον , ϲύμμετρον καὶ αὐτόν . ταριχηρῶν δὲ πάντων καὶ | ||
δὲ μέτρια διδόϲθω . οἶνον δὲ πίνειν λευκὸν καὶ λεπτὸν ὑπόϲτυφον , ϲύμμετρον καὶ αὐτόν . ταριχηρῶν δὲ πάντων καὶ |
τὸν οἶκον εἰσιοῦσι : πῇ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; σφάγιά τε | ||
διαθέσεων ἀνάκρισιν ποιούμενοι : πῆ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; οὕτω γὰρ |
πρῶτον ὑπὸ τῶν ἐκ τῆς Ἑλλάδος πλευσάντων Αἰολέων τὸ τοῦ Κιλλαίου Ἀπόλλωνος ἱερόν : καὶ ἐν Χρύσῃ δὲ λέγουσι Κίλλαιον | ||
ἐγείρας : καὶ πρὸς τῶι ἠρίωι αὐτοῦ ἐδείματο ἱερόν , Κιλλαίου Ἀπόλλωνος προσαγορεύσας , διὰ τὸ αἰφνιδίως τὸν Κίλλον ἀποθανεῖν |
τυφλός : οὔτε γὰρ πέφυκεν ἔχειν ὀφθαλμούς . τὸ δὲ κυνίδιον λέγεται στέρησιν ἔχειν , ἡνίκα μὴ ἔχει ἐν τῷ | ||
κνισοτηρητής : ὁ κνίσαν καὶ δεῖπνα ἐπιτηρῶν . κυνάριον καὶ κυνίδιον : ἄμφω δόκιμα . καλλιτράπεζος : ὁ καλὴν καὶ |
δέχεται καὶ δὴ νύκτωρ ἄνευ τῶν δορυφόρων ἧκε πρὸς τὴν Ἐρυξὼ καὶ εἴς τι δωμάτιον εἰσελθὼν περιπίπτει Πολυάρχῳ τῷ πρεσβυτάτῳ | ||
ἀδελφοῖς αὐτὸν ἠξίου διαλέγεσθαι . τῶν δὲ ἐπίτηδες ἀναβαλλομένων ἔπεμψεν Ἐρυξὼ θεράπαιναν ἀπαγγέλλουσαν , νῦν μὲν ἀντιλέγειν τοὺς ἀδελφοὺς , |
ἄλλοτε μόσχους πίμπραται ὁππότε θῆρα νομαζόμενοι δατέονται , τούνεκα τὴν βούπρηστιν ἐπικλείουσι νομῆες . τῷ δὲ καὶ εὐκραδέος τριέτει ἐν | ||
νομαζόμενοι καὶ βοσκόμενοι τὸν τόπον τῶν θηρῶν θῆρα ] τὴν βούπρηστιν , δηλαδή θῆρα ] τὴν τῶν θηρίων διατριβήν τούνεκα |
ἐχθροὺς ἄξιον οἶμαι μισεῖν . ἢ σὺ γάρ , ὦ Πυθαγόρα καὶ Πλάτων καὶ Χρύσιππε καὶ Ἀριστότελες , τί φατε | ||
θεῶν λόγον . λέγει γάρ : λόγος ὅδε περὶ θεῶν Πυθαγόρα τῶ Μνημάρχω , τὸν ἐξέμαθον ὀργιασθεὶς ἐν Λιβήθροις τοῖς |
ἀχαριστία ὑπερδεκατάλαντον τὴν βλάβην . ὁμοίως γὰρ καὶ ταῦτα ἀποδώσειν ὑπισχνεῖσθε καὶ τὰς περὶ ἐκείνων εἰδέναι χάριτας ὡμολογεῖτε . ὥστε | ||
' οὐ δώσετε ; μὴ τοί - νυν μέλλοντες μὲν ὑπισχνεῖσθε , παθόντες δὲ ἀφαιρεῖσθε . καὶ πάλιν πρὸς τὸ |
ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται . ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ ' ἂν πάθοις βλάβην . ζῆλος γυναικὸς πάντα πυρπολεῖ δόμον . θεῷ | ||
ἢ [ ἐὰν ] ἀπάγξῃ . οὐδ ' εἴ τι πάθοις : τὸ λεγόμενον ἐν τῇ συνηθείᾳ : οὐδ ' |
καὶ δριμεῖα καὶ οἷον μετ ' ἀτμοῦ τινος ἀναφερομένη , νικᾶται δ ' ὀλίγον ὕστερον ὑπὸ τῆς χειρός . πιόντος | ||
Συνέμιξαν τοίνυν ἐν Κάνναις , χωρίῳ τῆς Ἀπουλίας , καὶ νικᾶται τῶν ὑπάτων ἑκατέρων τὸ στράτευμα . Πίπτει μὲν γὰρ |
ἀμφοῦδις . . . . ἀμφορεύς : τὸ ἑκατέρωθεν δίωτον σταμνίον . ἢ τὸ ἑκατέρωθεν αἰρόμενον † ἀμφαιρεύς καὶ ἀμφορεύς | ||
καὶ κρατὴρ καὶ κρατηρίδιον καὶ κρατήριον , καὶ στάμνος καὶ σταμνίον . καὶ ἔνιοι μὲν οὕτως οἴονται καλεῖσθαι μόνον τὸ |
δίκην ἀνοίσομεν . εἰ τῶν κρατούντων ἀδικίαις ὀλούμεθα ; τί χρῆμ ' ἀνερμήνευτα δυσθυμῆι , γύναι ; οὐδέν : μεθῆκα | ||
χὠ μὲν σκυθράζει , δεσπότης δ ' ἀνιστορεῖ : Τί χρῆμ ' ἀθυμεῖς ; Ὦ ξέν ' , ὀρρωδῶ τινα |
βούλομαι τουτί : προσόζειν γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ . Κακῶν τοσούτων ξυνελέγη μοι σώρακος . δακτύλιον χαλκοῦν φέρων ἀπείρονα | ||
Ἐπὶ πλήθους γὰρ εὐδαιμονίας καὶ τοῦτο . Τὰ ἐναντία : Κακῶν Ἰλιὰς , καὶ , Λέρνη κακῶν . Ἁγνότερος πηδαλίου |
τὸ θήραμα μαρτυρόμενοι . οἳ δὲ οὐ τοῦτον ἀλλὰ τὸν ἀνθίαν νομίζουσιν ἱερόν . τὸ δὲ αἴτιον , ἔνθα ἂν | ||
κατακολυμβῶσι , καλοῦντες αὐτὸν ἱερὸν ἰχθύν . τὸν δ ' ἀνθίαν τινες καὶ κάλλιχθυν καλοῦσιν , ἔτι δὲ καλλιώνυμον καὶ |
συμπτωμάτων θεωρουμένων , συμβαίνει δίδυμα γενέσθαι : ὡσαύτως περὶ τῶν διδυμογόνων ἐπεξῆλθεν . ἐὰν οὖν , φησίν , ὑπὸ δύσιν | ||
περὶ ἀδελφῶν . περὶ ἀρρενικῶν καὶ θηλυκῶν γενέσεων . περὶ διδυμογόνων . περὶ τεράτων . περὶ ἀτρόφων . περὶ χρόνων |
. πρέποντες : ὄνομα ἰχθύος . Ἴφθιμοι : ἰσχυροί : ἴφθιμον τὸ ἰσχυρὸν , καὶ ὁ μὲν Ἡρόδοτος σύνθετον αὐτὸ | ||
ἔγχεα χερσὶν ἔχοντες , οἵ ἑ μέγαν περ ἐόντα καὶ ἴφθιμον καὶ ἀγαυὸν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος |
ἄπειροι : “ ὦ φίλοι , οὐ μέν τι κακῶν ἀδαήμονες εἶμεν . ” καὶ ἀδαημοσύνη ἡ ἀπειρία : “ | ||
δ ' ἡρώων γένος ἐσμέν . Οὐδέ τι μὴν πολέμου ἀδαήμονες οὐδὲ μόθοιο , ξεῖνοι δ ' εὐχόμεθ ' εἶναι |
ὁ δ ' ὡς ἐπ ' αὐτοῖς δὴ Κυκλωπίοισιν ὢν σκάπτει μοχλεύει θύρετρα κἀκβαλὼν σταθμὰ δάμαρτα καὶ παῖδ ' ἑνὶ | ||
ἐν τῇ ὑπωρείᾳ πιναρὸς ὅλος καὶ αὐχμῶν καὶ ὑποδίφθερος ; σκάπτει δὲ οἶμαι ἐπικεκυφώς : λάλος ἅνθρωπος καὶ θρασύς . |
προσβαλλούσῃ τι ἁπαλοῦ γέλωτος . ἡ χλαμὺς δέ , ἣν ἀμπέχεται , παρὰ τῆς μητρὸς οἶμαι : καλὴ γὰρ καὶ | ||
δὲ καὶ αὐτὸ τὸ σχῆμα : φαιὸν γὰρ τρίβωνα τοῦτον ἀμπέχεται προσγεγραμμένης αὐτῷ καὶ ἀνυποδησίας , ᾗ μάλιστα δὴ οἱ |
αἴτιον ὂν ζωογονίας καὶ σπερμάτων . . . . . ἑανός : Ὁ δὲ Θρᾷξ ἐξηγεῖται ἑανὸν τὸ λεπτόν : | ||
ἐν συναιρέσει ἦ : Ἴωνες δὲ ἐπεκτείνοντες ἦα φασίν . ἑανός : γυναικεία ἐσθὴς ποδήρης . ἐγγύη : γάμου ἀπογραφή |
δαιτυμὼν διὰ πάσης τῆς ἡμέρας . . κελαινόβρωτον ] τὸ μελαινόμενον ὑπὸ τῆς βρώσεως . διὰ τὸ αἷμα δὲ τοῦτο | ||
. ἐνίοις γὰρ αἷμα ἀναφέρεται ἐμούμενον , ἢ καθαρὸν ἢ μελαινόμενον ἤδη , καὶ ἢ ἐπὶ προηγησαμένοις πτώμασιν , ἢ |
: ἢ ταύταν ἀπόθευ ἢ μὴ ἔσο . ” Ξανθίππη ἐρωτηθεῖσα τί μέγιστον ὑπῆρχεν τῷ Σωκράτει „ τοῦτο „ , | ||
δὲ πυσματικὴ τοιαύτη ἐστίν , οἷον Θεανὼ ἡ Πυθαγορικὴ φιλόσοφος ἐρωτηθεῖσα ὑπό τινος , ποσταία γυνὴ ἀπ ' ἀνδρὸς καθαρὰ |
ἐξ ἀπόρων εὐπόρους ἀποφήναντες ; ἐκεῖνο μὲν γὰρ ἀπερίσκεπτονἵνα μὴ μανιῶδες ἐπ ' ἀνδρῶν , οὓς ἡ Ἑλλὰς ἐθαύμασεν , | ||
. ἡ δ ' ἔνθεον σχάσασα : αὕτη ἀνοίξασα τὸ μανιῶδες στόμα αὐτῆς καὶ μαντικόν . δοκεῖ γὰρ ὁ αὐτὸς |
ἅμα γίνονται καὶ ἀλεαίνουσιν αὐτούς . καλοῦνται δὲ ἄρα οὗτοι κανδυτᾶνες , ὡς ἐκείνοις φίλον . θαυμάσαι δὲ τῶν μυῶν | ||
ἅμα γίνονται καὶ ἀλεαίνουσιν αὐτούς . καλοῦνται δὲ ἄρα οὗτοι κανδυτᾶνες , ὡς ἐκείνοις φίλον . θαυμάσαι δὲ τῶν μυῶν |
πόνοι , κοπιώδεα τρόπον : οἱ πυρετοὶ παροξυνόμενοι , ἄλλοτε ἀλλοίως , ἀτάκτως : ἱδρῶτες , ὁτὲ μὲν , ὁτὲ | ||
ὁτὲ δ ' οὔ : νύκτα ἐπιπόνως : πυρετὸς ἄλλοτε ἀλλοίως παροξυνόμενος , τὰ πλεῖστα ἀτάκτως . Περὶ δὲ τεσσαρεσκαιδεκάτην |
μὴ κατὰ τοῦτο φοβῇ . καὶ γὰρ ἦλθον ἵνα σε ἀπαλλάξω φόβου . τὸ γὰρ ὡς ἀντὶ τοῦ ἵνα : | ||
' , ἔφη , τὸν ἔρανον , ἐπειδὰν τοὺς ξένους ἀπαλλάξω , σοὶ ἀποδώσω ὃ ἄν μοι χρήσῃς . οἶσθα |
] συσφίγγοντας . εἴδη ᾀσμάτων ἀμφότερα , τὸ ” Παλλάδα περσέπτολιν δεινὰν “ καὶ τὸ ⌈ ” τηλέπορόν / [ | ||
. ᾆσμα Λαμπροκλέους : διασύρει δὲ αὐτόν : ” Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμοδόκων ἁγνὸν παῖδα Διὸς μεγάλην δαμάσιππον . “ |
' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ ' εἴ τι κεδνὸν εἴτε μὴ πεπυσμένη εὐαγγέλοισιν ἐλπίσιν θυηπολεῖς , κλύοιμ ' | ||
, μὴ κακὸν φῦναι λέγειν , ἀλλ ' ὥστε ναὸς κεδνὸν οἰακοστρόφον ἄκροισι λαίφους κρασπέδοις ὑπεκδραμεῖν τὴν σὴν στόμαργον , |
ἐμαυτὸν ἐξαίφνης πόθος τὴν καρδίαν ἐπάταξε πῶς οἴει σφόδρα . Πόθος ; πόσος τις ; Σμικρός , ἡλίκος Μόλων . | ||
Ἔρως δ ' ἀεὶ πλέκει μευ ἐν καρδίηι καλιήν . Πόθος δ ' ὃ μὲν πτεροῦται , ὃ δ ' |
Τὰ κατὰ μη - ρὸν ἐν πυρετῷ ἀλγήματα ἔχει τι παρακρουστικὸν , ἄλλως τε καὶ ἢν ἐναιωρηθῇ τι τῷ οὔρῳ | ||
οἷον τοῖσι πνιγομένοισι πρόχειρον , πονηρόν : ἆρά γε καὶ παρακρουστικὸν τὸ τοιοῦτον ; Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες |
? τὸν Βοϊκὸν Εὔρειπον ? ? [ εἰς κρήνην ] ἠλλάγη ἐν Χαλκίδι ? [ ] ὑπὸ ? ? [ | ||
ὅσα θέλεις μαθεῖν , κἀγώ σε διδάξω . τοῦτο εἰπὼν ἠλλάγη τῇ ἰδέᾳ , καὶ εὐθέως πάντα μοι ἤνοικτο ῥοπῇ |
τὴν ψυχὴν εἶναι ἐράσμιον : τί τὸ ἐπὶ πάσαις ἀρεταῖς διαπρέπον οἷον φῶς ; Βούλει δὴ καὶ τὰ ἐναντία λαβών | ||
. ἔθετ ' ] ἐποιήσατε . ἄελπτον ] ἀνέλπιστον . διαπρέπον ] μέγα . δέδορκεν ] ἐθεάσατο . ἄτα ] |
ἐόν : διαχεόμενον δὲ μίσγεται τῷ πονέοντι ὕδρωπι , εἶτα κενεώτερον ἐγένετο τοῦ σώματος ἐν τῇ ξυστροφῇ , καὶ μέχρι | ||
ἐπὶ τῆι μνήμηι θαυμασάντων ὁ Κύνουλκος ἔφη πουλυμαθημοσύνης τῆς οὐ κενεώτερον οὐδέν * * * Ἵππων ἔφη ὁ ἄθεος . |
κόλλοπα : τὴν νευράν . τὸ τοῦ ταύρου τραχηλιαῖον : σκληρότατον τοῦτο . θέλει οὖν εἰπεῖν ” τὸ στερεώτατον τῆς | ||
καὶ πραύνειν . ὧν Κυναιθεῖς ὀλιγωρήσαντες εἰς τέλος , καίτοι σκληρότατον παρὰ πολὺ τῆς Ἀρκαδίας ὁμοῦ τῷ τόπῳ καὶ τὸν |
, νύκτωρ δὲ περικαλύπτοντα τὴν κεφαλὴν τριβωνίῳ καὶ περὶ χαμαιτυπεῖα εἱλούμενον , ἐζήλωσεν ἐν καλῷ . καὶ πέμπτην ταύτην ἡμέραν | ||
τὸν πόδα : ὅθεν καὶ πέδιλον τὸ ὑπὸ τοὺς πόδας εἱλούμενον . ἀνάλιπος ὁ ἀνυπόδητος . . . . ἐξ |
τὰ δύο μέρη αὐτῶν , ἐὰν ἀσθενῆ καὶ λεπτὸν καὶ ἄτροφον ἡ χώρα φέρῃ τὸν οἶνον , ἐὰν δὲ δυναμικὸν | ||
, τῆϲ νούϲου τὰ ξύμβολα . ἀγρυπνίη δὲ ἄπεπτον , ἄτροφον , καματηρὸν τῷ ϲκήνεϊ , ἄθυμον , εὐπαράγωγοϲ ἡ |
ποτ ' ἀνδροδάϊκτον ἀκούων , ἰή , κόπον , οὐ πελάθεις ἐπ ' ἀρωγάν ; . . . . . | ||
τί ποτ ' ἀνδροδάικτον ἀκούων , ἰή , κόπον οὐ πελάθεις ἐπ ' ἀρωγάν ; . . . [ ] |
, ψάλλειν , ὑποβάλλειν καὶ ὡς Ἀριστοφάνης βαρβιτίζειν . καὶ κρέκειν δέ , καὶ κρεγμὸς τὸ πρᾶγμα . προσᾴδειν , | ||
ἁδύ τί μοι ; κἠγὼ πακτίδ ' ἀειράμενος ἀρξεῦμαί τι κρέκειν : ὁ δὲ βουκόλος ἄμμιγα θέλξει Δάφνις κηροδέτῳ πνεύματι |
ὡς σταῖς , καὶ ἀναπλάσσεται κολλύρια , καὶ ἐν αὐτοῖς δελεάζεται . Σιλούρου ποταμίου δραχ . ιϚʹ : πηγάνου ἀγρίου | ||
οὐδὲν δέλεαρ ἐσθίει ἔμψυχον , καὶ ἀνελκυσθεὶς δ ' οὐ δελεάζεται οὔτε σαρκὶ οὔτ ' ἄλλῳ τινὶ ἐμψύχῳ , ὡς |
οὐκ ἦν ποτε παιδὶ ὣς ἀτελεῖ εἶναι οὐδὲ προσεγίνετο αὐτῷ προσιόν τι καὶ προσετίθετο εἰς σῶμα . Πόθεν γάρ ; | ||
, ἐδειπνοποιεῖτο . τὸ δὲ παρὰ Κυαξάρου στράτευμα ὡς ᾔσθετο προσιόν , ὑποπέμψας πρὸς αὐτοὺς εἶπεν ἀπέχοντας αὐτοῦ δειπνοποιεῖσθαι ὡς |
, ἐπειδὴ τὸ αἷμα φύσει ἀργόν ἐστι καὶ δυσπόρευτον , συναναδίδοται τὸ ὑγρόν , ἵνα ποδηγήσῃ καὶ εὔ - ρουν | ||
: ἢ γὰρ κακοχυμία τις πλεονάζει ἐν τῷ ἥπατι καὶ συναναδίδοται τῷ λόγῳ τροφῆς ἐν τῷ προσώπῳ φερομένῳ , καὶ |
ποιμένες ἐν τοῖς ὄρεσι . τουτὶ τὸ νεανικόν ἐστι καὶ ἀγητόν ; οὐ δήπου . ἀλλὰ νῦν δείξεις οἷοι καὶ | ||
τάφον καλοῦσι . καὶ Ὅμηρος : Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . ἀγητόν : ἔκπληξιν ἔχον διὰ τὰ ἐν αὐτῷ γινόμενα περὶ |
γούνασιν ὧδε πίτνω τέκνοις τάφον ἐξανύσασθαι . μῆτερ , τί κλαίεις λέπτ ' ἐπ ' ὀμμάτων φάρη βαλοῦσα τῶν σῶν | ||
εἰπόντος δέ τινος : ” τί παθὼν αὑτὸς καταδικάζεις καὶ κλαίεις ” ; εἶπεν : „ ὅτι ἀναγκαῖόν ἐστι τῇ |
ἀκριβῶς οἶδα ὅτι πλέον ἂν εὕροι ἢ ἑκατονταπλασίονα τούτου . Κᾆτα οὕτως ἐγνωκὼς σὺ μὲν οὐχ ἡγῇ προσδεῖσθαι χρημάτων , | ||
μὴ φλυαρήσεις ἔχων , ἀλλ ' ἀντιβὰς ἐλᾷς προθύμως . Κᾆτα πῶς δυνήσομαι ἄπειρος , ἀθαλάττευτος , ἀσαλαμίνιος ὢν εἶτ |
„ φησί : καὶ ὁ Ζηνᾶς : ” χρῆμά τι τερατῶδες ἐν τῷ ἀγρῷ συνέβη ” . καὶ ὁ δεσπότης | ||
σφισι τὴν νόσον , τουτὶ γὰρ ὑπὲρ σοφίαν εἶναι καὶ τερατῶδες , τῆς δ ' ἐπὶ τοσόνδε ἀληθείας οὐκ ἂν |
ἡ διὰ λόγων βοήθεια οὐδὲν λυσιτελεῖ . ἔχων τις κύνα Μελιταῖον καὶ ὄνον διετέλει τῷ κυνὶ προσπαίζων : καὶ δὴ | ||
δὲ ἡμῶν διαλεγομένων κατάρατόν τι κυνίδιον ὑπὸ τῇ κλίνῃ ὂν Μελιταῖον ὑλάκτησεν , ἡ δὲ ἠφανίσθη πρὸς τὴν ὑλακήν . |
, ἀντὶ μεσότητος τῆς ἐτῶς . τὸ παρὰ μηδενὶ οὖν ὑπαρκτόν , τουτέστι μέγα , ἄετον καὶ ἄητον . καὶ | ||
τι ἀγαθὸν καὶ κακόν , οὕτω καὶ πρὸς τὴν φύσιν ὑπαρκτόν ἐστιν . Ὅτι μὲν οὖν οὐ κεκρατημένως ὑπέγραψαν οἱ |
ἡμῖν νομοθέταις ἐρρῶσθαι φράσαντες , καὶ πολλὰ χαίρειν Σόλωνι καὶ Δράκοντι καὶ τοῖς ἄλλοις εἰπόντες ἅπασι , τὸ Μακεδονικὸν χρυσίον | ||
Ὀλύμπιά τε καὶ Νέμεα . ἐφοίτησεν δὲ μετὰ τούτους καὶ Δράκοντι τῷ μουσικῷ , ὃς γέγονεν † ἐκ γεμύλλων † |
μέμψεως ἄξιον καὶ οὐκ ἔλαθε καὶ ἤλγησεν , ὅτι μὴ ἐπῃνεῖτο ἁμαρτάνων . ἔσχε δὴ καὶ τοὺς συναλγοῦντας , πολὺ | ||
τὸ φυλάττειν δοῦναι . Μάρκελλος δὲ τοὺς μὲν ἄλλους ἀνιστὰς ἐπῃνεῖτο , νῦν δ ' ἂν εἰκότως καὶ στεφανωθείη ἰασάμενος |
θηλείας καὶ συρομένης λίνῳ ὑπὸ τοῦ ἁλιέως , ἕτερος ἐπακολουθῶν θηρεύεται , οὐ μόνον δ ' εἷς , ἀλλὰ καὶ | ||
παρεὶς ἐᾶι , μολπαῖσι δ ' ἡσθεὶς τοῦτ ' ἀεὶ θηρεύεται , ἀργὸς μὲν οἴκοις καὶ πόλει γενήσεται , φίλοισι |
τραγικὸν πέσημα . πάντων γέ τοι μέτρον ἐστὶ τοὐπιεικές . γρᾴδια μεθύοντα καὶ λυττῶντα . . ἀγροίκου μὴ καταφρόνει ῥήτορος | ||
καὶ ἕωθεν μὲν εὐθὺς ἦν ὁρᾶν παρὰ τῷ δεσμωτηρίῳ περιμένοντα γρᾴδια χήρας τινὰς καὶ παιδία ὀρφανά , οἱ δὲ ἐν |
; σοφόν τοί ς ' ὄντ ' ἀκούομεν πάλαι . κώμου μὲν αὐτὸν τοῦδ ' ἀπαλλάξαι , λέγων ὡς οὐ | ||
εὐχᾷ : πεπονθώς τι ἐξ αὐτῶν τέλειον ἀγαθὸν διὰ τοῦ κώμου ὑμνήσω . τί δ ' ἂν εἴη πεπονθώς ; |
χυμὸν ἑτέρωθεν ἐπιρρέοντα τὸ σύμπτωμα γίνεται : τοῖς μὲν γὰρ φλεγματώδεσιν ὀξυρεγμιώδεις γίνονται , τοῖς δὲ χολώδεσι κνισώδεις καὶ βορβορώδεις | ||
ὕδατι δὲ ὑγραίνει καὶ διαχωρέει τοῖσι χολώδεσι , τοῖσι δὲ φλεγματώδεσιν ἵστησιν . Ὁ δὲ γλυκὺς οἶνος διαχωρέει μᾶλλον τοῖσι |
, καὶ εἰ δή τι τοιοῦτον ἕτερον ἢ δένδρον ἢ φρυγανῶδες , ὥσπερ δοκεῖ τό τε πήγανον καὶ ἡ ἰωνία | ||
, ἢ πάπυρον , ἢ χόρτον , ἢ ἕτερόν τι φρυγανῶδες ὁμοίως δὲ ἀλείψαντες ἐλαίῳ , καὶ ἀπομάξαντες , ἐμβάλλουσιν |
Ὑπερίδης εἰπών : οὐ σιωπήσῃ μεῖζον τῆς μητρὸς ἔχων τὸ φύσημα ; Βίων δὲ ὁ Βορυσθενίτης φιλόσοφος ἑταίρας ἦν υἱὸς | ||
ἐλάττους : καὶ οἱ μὲν ὀλιγοχρόνιον ἔχουσι καὶ ὠκύμορον τὸ φύσημα , οἱ δὲ ἅμα τῷ συστῆναι ἐπαύσαντο : πᾶσι |
ὁ ἰατρὸς εἶπεν : Οὐδέν σοι λείπει ἢ κρεμασθῆναι . Δυσκόλῳ ἰατρῷ τις λέγει : Τί ποιήσω , ὅτι αἶμα | ||
: ἐγὼ δέ σοι οὐ φαίνομαι ἀξιοπιστότερος ἐκείνου εἶναι ; Δυσκόλῳ τις ἐφώνει : ὁ δὲ ἀπεκρίνατο : Οὐκ εἰμὶ |
Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων . προλογίζει | ||
εἰς ἔτος ἄλλο δακρῦσαι . Λῇς νύ τί μοι , Λυκίδα , Σικελὸν μέλος ἁδὺ λιγαίνειν , ἱμερόεν γλυκύθυμον ἐρωτικόν |
, ἀλλ ' ἔτι ? ? τι ἐνδεῖν τῷ λόγῳ ὑπείληφας ? ? ? ; Ἰκανώτατα μὲν οὖν ἔχειν ὑπολαμβάνω | ||
μόνος ἀμιγοῦς ἠκρατίσω σοφίας : τοῦ καταρᾶσθαι χεῖρον τὸ ὀνομάζειν ὑπείληφας ; οὐ γὰρ ἂν τὸν μὲν βαρύτατον ἀσέβημα εἰργασμένον |
ταλαίνᾳ : τὸν δ ' ἐμὸν πότμον ἀδάκρυτον οὐδεὶς φίλων στενάζει . Ἆρ ' ἴστ ' ἀοιδὰς καὶ γόους πρὸ | ||
κώλων ιʹ . πρόπασα ] διόλου πᾶσα . στένει ] στενάζει . ἐκκενουμένα ] η . τῶν κατοίκων . ποποῖ |
δὲ ἀμυγδάλινον ἐκ τοῦ καρποῦ τῶν πικρῶν ἀμυγδάλων γίνεται . λεπτομερὲϲ δέ ἐϲτι τοῦτο καὶ θερμότερον τοῦ γλυκέοϲ μίαν μοῖραν | ||
καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν πρώτην τάξιν , ἔϲτι δὲ καὶ λεπτομερὲϲ καὶ διαφορητικὸν καὶ χαλαϲτικὸν καὶ ἀρωματικὸν τὴν δύναμιν . |
πυκναὶ ὑγιαίνουσιν , οὗτοι ἐξ αἵματος ῥύσιος ἐμπυΐσκονται . Τὸ φρικῶδες καὶ τὸ δύσπνοον ἐν τοῖσι πόνοισι , σημεῖα φθινώδεα | ||
: οὗτινος ταύρου βοῶντος πᾶσα ἡ γῆ φωνῆς ἐπληρώθη : φρικῶδες : ἰσχυρόν : κρεῖσσον θέαμα : οἷον : ὑπὲρ |
, ὁ δὲ ἀνασῴζεται Ἀρμενίους , αὐτὸς δὲ τῷ Εὐφράτῃ ἐφορμᾷ καὶ τῷ Τίγρητι . καὶ ἡ φλὸξ αὐτὸν ἡ | ||
τῆς χώρας , ἐκλανθάνεται τῆς Ἀρτέμιδος . αὕτη κατὰ μῆνιν ἐφορμᾷ σῦν ἄγριον , ὃς κατέφθειρε τὴν γῆν καὶ πολλοὺς |
Πρήσω πόλιν . τοιῷδε φωτὶ πέμπετίς ξυστήσεται , τίς ἄνδρα κομπάζοντα μὴ τρέσας μενεῖ ; καὶ τῷδε κόμπῳ κέρδος ἄλλο | ||
νιν κολαστὴς δεινὸς οὐτάσας λατρεὺς ἀναγκάσει φάλλαισι κοινωνεῖν δρόμου κόκκυγα κομπάζοντα μαψαύρας στόβους . ψυχρὸν δ ' ἐπ ' ἀκταῖς |
Ὀδυσῆος : “ νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ κακὸς κακὸν ἡγηλάζει , ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν | ||
ζωῆς ὡς νῦν καὶ ἐπὶ τοῦ πλούτου . τὸ δὲ ἡγηλάζει καὶ ἠλάσκει κατὰ τοῦ αὐτοῦ πράγματος κεῖται : δηλοῖ |
λίμνῃ νήξασθαι , καὶ ἐνταῦθά τοι καὶ τροφὴν ἴσχει , τεθηλός τε ἀεὶ θρύον καὶ κύπειρον δειπνεῖ . οὐκοῦν καὶ | ||
καὶ εὐθαλὲς ἐρεῖς καὶ εὐανθές , εὐβλαστές , εὐερνές , τεθηλός , ἀειθαλές : ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ἀνανθές , |
αὐτάρκη . Ὁ αὐτὸς θεωρήσας ἐπὶ τῆς πλατείας ὑπὸ κοράκων διασπώμενόν τινα εἶπεν : „ οὗτος ὑπὸ τῆς φύσεως ἔσχεν | ||
αὐτάρκη . Ὁ αὐτὸς θεωρήσας ἐπὶ τῆς πλατείας ὑπὸ κοράκων διασπώμενόν τινα εἶπεν : „ οὗτος ὑπὸ τῆς φύσεως ἔσχεν |
τὸ μέλος , ὃ νῦν εἰς αὐτὸν γέγραπται : ὅπερ λυτήριόν ἐστι τῶν δαπανῶν , ὧν εἰς τοὺς ἀγῶνας ἠνάλωσεν | ||
τὸ μέλος , ὃ νῦν εἰς αὐτὸν γέγραπται : ὅπερ λυτήριόν ἐστι τῶν δαπανῶν , ὧν εἰς τοὺς ἀγῶνας ἠνάλωσεν |
δὲ φακέας ἥψετο . οἶδα δὲ καὶ τὴν Ὀδυσσέως ἀδελφὴν Φακῆν καλουμένην , ἣν ἄλλοι Καλλιστὼ καλοῦσι . Σώπατρος δέ | ||
: Οἶδα δὲ καὶ τὴν Ὀδυσσέως . . . ἀδελφὴν Φακῆν καλουμένην , ἣν ἄλλοι τινὲς Καλλιστὼ ὀνομάζουσιν , ὡς |
πᾶν στέρνον μέγα καὶ ἀμφιλαφὲς σαρκὶ λαγαρᾷ , λάγνοι καὶ οἰνόφλυγες . Μετάφρενον κρατερὸν ἄριστον : τὸ δὲ ἀσθενὲς καὶ | ||
καθόλου γὰρ πάντα ἁμαρτήματα εὕροι τις ἂν πανταχοῦ , καὶ οἰνόφλυγες καὶ πόρνοι καὶ γυναιμανεῖς ἐν πάσαις εἰσὶ ταῖς πόλεσιν |
ὁρᾶτε . οὐδένα πώποτ ' ἴσως ὑμῶν ἔχις ἔδακεν οὐδὲ φαλάγγιον , μηδὲ δάκοι : ἀλλ ' ὅμως ἅπαντα τὰ | ||
λεληθότως ἄγειν . . Ἐχόμενον δὲ δὴ τούτων ἐστὶν ἄλλο φαλάγγιον , καὶ καλοῦσιν αὐτὸ μυρμήκιον διότι ἐστὶ παρεοικὸς τῷ |
οὐχ ὁρώμενον , καὶ τὰ ἐναντία ἀεὶ ἐφ ' ἑαυτοῦ φανταζόμενον , μικρὸν καὶ μέγα καὶ ἧττον καὶ μᾶλλον , | ||
μέθεξιν , ἄλλοτε ἀλλοῖον διὰ τὴν αὐτῶν ἀσθένειαν τοῖς μετέχουσι φανταζόμενον , καὶ οὐ μόνον ταῦτα , ἀλλὰ καὶ βάρους |
τ ' ἔγχη δόρυ τὸ Καδμείων ἕληι ; [ ὄψηι δαμασθὲν ἄστυ Θηβαίων τόδε , ὄψηι δὲ πολλὰς αἰχμαλωτίδας κόρας | ||
γεγενημένων ἀγαθῶν τὸ κακὸν ἀφανίζεται καὶ τὸ παλίγκοτον καὶ ἄτοπον δαμασθὲν καὶ ἀναιρεθὲν ὑφ ' ἡδονῆς θνήσκει , μάλιστα ὄλβου |
ὥσπερ ὁρῶμεν τῆς ψυχῆς τοῦ σώματος ἀποζευχθείσης τὸ σῶμα αὐτὸ ἀπολλύμενον , οὕτω καὶ τῆς δυνάμεως ἀφείσης τὴν ὕλην τὸ | ||
τῷ βραχυτάτῳ . τὸ γὰρ παρὸν πᾶσιν ἴσον καὶ τὸ ἀπολλύμενον οὖν ἴσον καὶ τὸ ἀποβαλλόμενον οὕτως ἀκαριαῖον ἀναφαίνεται . |
σεσηρέναι καὶ διαχάσκειν ποιεῖ . ἢ παρὰ τὸ σείεσθαι καὶ πάλλεσθαι . ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν | ||
πάλλεσθαι πρὸς τὴν ἄρσιν τοῦ λαγχάνοντος , ἢ ἀπὸ τοῦ πάλλεσθαι τὴν καρδίαν τῶν κληρουμένων . ὅθεν ἁμαρτάνουσιν οἱ γράφοντες |
γὰρ τῷ καθαίρειν αὐτὰς καὶ ἀποπλύνειν ἀνωδύνως οὐ συγχωρεῖ πάλιν τεχθῆναι ταύτας . βέλτιον δὲ ἢ κεχρῆσθαι σπόγγῳ καὶ κινεῖν | ||
τὰ ἀριστερά , θῆλυ . εἰ δὲ καὶ βουληθείης ἄῤῥεν τεχθῆναι , τῷ καιρῷ τῆς ὀχείας τὸν ἀριστερὸν ὄρχιν ἀπόδησον |
ἃ ἐξήγαγεν τὰ ὕδατα κατὰ γένη αὐτῶν , καὶ πᾶν πετεινὸν πτερωτὸν κατὰ γένος . καὶ ἴδεν ὁ θεὸς ὅτι | ||
ἐλυπήθη , ὅσον ἐπὶ τῆς ἀμύνης : χερσαία γὰρ οὖσα πετεινὸν διώκειν ἠδυνάτει . διόπερ πόρρωθεν στᾶσα , ὃ μόνον |
καὶ τὸ μὲν ἀληθείᾳ ἐστί , τὸ δὲ ὑπὸ φαντασίας σκιάζεται . τὸ δὲ ἀσθενέστερον τοῦ ἰσχυροτέρου καὶ τὸ ἔλαττον | ||
ὁ ἀήρ , ἅμα δὲ τῷ ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος κρυφθῆναι σκιάζεται . Καὶ εἰ καθ ' ὑπόθεσιν ἐμπίπτων εἰς τὸν |
δέ γε νοῦν ἔχων ἀνὴρ οὔτε τοιοῦτόν φησι κυβερνήτην τῷ θαλαττίῳ προσήκειν θεῷ οὔτε γάμον τοιοῦτον εἰς Ἀφροδίτην ἀνάγει . | ||
, τὴν ληνὸν καὶ τὰ ὑπολήνια σαροῦν , καὶ σπογγίζειν θαλαττίῳ ὕδατι ἢ ἅλμῃ , καὶ θυμιατίζειν . ἐμμένον γὰρ |
φαλαγγίου πλήξαντος , ἀνούτητον καὶ ἄτρωτον τὸ σῶμα μένει τοῦ πληγέν - τος , οἱονεὶ κατὰ τὸ ἀφανὲς πλήττει τὴν | ||
ᾖ καὶ πυκνὸν ἡνωμένον τε πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ μορίοις τὸ πληγέν , ἀσθενὲς δὲ τὸ ῥαγέν . πληττόμενον δὲ τὸ |
πρὸς ἐκεῖνον εἰπών , μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον | ||
ἀφαιρεῖσθαι ; τὸ ἐκκόπτειν τὸ ὄνομα ; δεινόν γε καὶ σχέτλιον , ὦ Ζεῦ . ἀλλ ' ἐὰν μὲν στέφανόν |
ὀχληροῦ , καθ ' ἣν κακόν τι παρεῖναι ἢ ἀγαθὸν δοξάζεται , ἐλευθερούμενος . τοῦτο μὴν αὐτῷ παρέσται ἐκ τοῦ | ||
ἐπείπερ τῷ γεωμέτρῃ αἰσθήσει μὲν ποδιαῖος ὁ ἥλιος φαίνεται , δοξάζεται δὲ εἶναι μείζων τῆς οἰκουμένης , εἴπερ ἡ φαντασία |
τὸ πλέον τὸ ἔλαττον εἴτε τὴν τροφὴν ἀφαιρούμενον εἴτε οὖν ξηραῖνον τὴν ἀρχὴν καὶ καταμαραῖνον τῷ ὑπερισχύειν . οὔτε γὰρ | ||
: πάντως γὰρ ὠφελήσει τὸν ῥύπον ἀποκαθαῖρον καὶ τὴν ὑγρότητα ξηραῖνον : ἅμα μέντοι τῷ καθαρὸν γενέσθαι τὸ ἕλκος καὶ |