Μεθʹ οὓς κϚʹ δυναστεία Μεμφιτῶν , γενεῶν ζʹ , ἐτῶν ροζʹ . Καὶ μετὰ τὰς κϚʹ δυναστείας [ Αἰγυπτίων κζʹ
γινωσκόμενον ἐκ προπαρατηρήσεως , χρησιμεῦον εἰς ὑπόμνησιν γινωσκομένου πράγματος . ροζʹ . Παρόντων τῶν σημείων πάντων παρόντα σημεῖα ἔστι πάντα
6380677 ὀργυιεων
τῆσδε τῆς θαλάσσης ἐς τὴν Ἐρυθρὴν θάλασσαν δέκα μυριάδες εἰσὶ ὀργυιέων , αὗται δ ' ἂν εἶεν χίλιοι στάδιοι :
τυγχάνει ἐὼν μέγας καὶ τὰ προπύλαια ἔχει ἐς ὕψος δέκα ὀργυιέων . Τὸ δέ μοι τῶν φανερῶν ἦν θῶμα μέγιστον
6376316 μεσημβρινων
διὰ τῶν ἰσοδυναμούντων τριῶν σημείων τὰς ἐσομένας ἀντὶ τῶν λοιπῶν μεσημβρινῶν περιφερείας ὡς τὰς ἀφοριζούσας τὸ πᾶν μῆκος τήν τε
, ὥστε κἀνταῦθα τῶν ὁμοίων μερῶν ὑφαιρεθέντων καταλείπεσθαι τὴν τῶν μεσημβρινῶν διάστασιν σταδίων μὲν ἐννακοσίων , μοίρας δὲ μιᾶς καὶ
6318098 παρασαγγας
ᾤχετο ἀπελαύνων . Ἀπὸ δὲ τοῦ Τίγρητος ἐπορεύθησαν σταθμοὺς τέτταρας παρασάγγας εἴκοσιν ἐπὶ τὸν Φύσκον ποταμόν , τὸ εὖρος πλέθρου
Σοφοκλῆς δ ' ἐν τοῖς Ποιμέσι καὶ Εὐριπίδης ἐν Σκυρίαις παρασάγγας αὐτοὺς κεκλήκασιν : ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν σαγγάνδας : ὁ
6307080 Ψυλλικος
ἐν τῷ Λιβυκῷ κόλπῳ . Ἑκαταῖος περιηγήσει Λιβύης „ ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερέων πλόος „
ἐν τῶι Λιβυκῶι κόλπωι . Ἑκαταῖος Περιηγήσει Λιβύης : ὁ Ψυλλικὸς κόλπος μέγας καὶ βαθύς , τριῶν ἡμερῶν πλοῦς .
6300954 Πιναξ
. οδ Ἔκθεσις τῶν μερῶν τῆς μεγάλης Ἀσίας . [ Πίναξ πρῶτος ] Πόντου καὶ Βιθυνίας , Τῆς ἰδίως καλουμένης
Κέβης ὁ Θηβαῖος : καὶ τούτου φέρονται διάλογοι τρεῖς : Πίναξ , Ἑβδόμη , Φρύνιχος . [ Μενέδημος ] Οὗτος
6300095 παρασαγγαι
μέχρι οὔρων τῶν Κιλικίων σταθμοὶ δυῶν δέοντές εἰσι τριήκοντα , παρασάγγαι δὲ τέσσερες καὶ ἑκατόν : ἐπὶ δὲ τοῖσι τούτων
δὲ ταύτης ἐς τὴν Κισσίην χώρην μεταβαίνοντι ἕνδεκα σταθμοί , παρασάγγαι δὲ δύο καὶ τεσσεράκοντα καὶ ἥμισύ ἐστι ἐπὶ ποταμὸν
6233175 Ϡʹ
ὁ δὲ τετράγωνος ὁ ἀπὸ τοῦ ἡμίσους τοῦ πλήθους ἐστὶ Ϡʹ : τὸ δὲ τῶν γ κʹ ἐννακοσιοστόν ἐστιν ο
Ἰλιακοῦ πολέμου ἔτεσι τκβʹ . ὅτι δὲ πρός που ἔτεσι Ϡʹ ἢ καὶ ͵α προάγει ὁ Μωσῆς τῆς τοῦ Ἰλίου
6199797 ͵βσʹ
καὶ Κύρνον Ποπουλώνιον τῆς Τυρσηνίας : τὸ δὲ δίαρμα σταδίων ͵βσʹ . Τῆς Σικελίας κατὰ Τιμοσθένην περίμετρος σταδίων ͵δψμʹ ,
: ἐπὶ στόμα Μαιώτιδος στάδια βφʹ : ἐπὶ Τάναϊν στάδια ͵βσʹ . Ἄλλως , ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν : ἀπὸ
6195797 Ἀκραν
πόλιν μεγίστην , καλέσας αὐτὴν ἐκ τῆς τοῦ τόπου θέσεως Ἄκραν Λευκήν . Ἀμίλκας δὲ Ἑλικῇ τῇ πόλει παρακαθήμενος καὶ
Μακεδονικοῖς διὰ τὸ περιοικεῖσθαι τὸν τόπον Ἀμφίπολιν ὠνομάσθαι , πρότερον Ἄκραν καλουμένην : οἱ δὲ Ἄρεος πόλις . Ἀμφισβητεῖν καὶ
6188236 μιλια
εἰς Αἰγινήτην , πολίχνιον καὶ ποταμὸν , στάδια ρκʹ , μίλια ιϚʹ . Ἀπὸ δὲ Αἰγινήτου εἰς Κίμωλιν κώμην ,
Ἀπὸ δὲ Σαγγαρίου ποταμοῦ εἰς Ὕπιον ποταμὸν στάδια ρπʹ , μίλια κδʹ . Οὗτος ὁ ποταμὸς ἔχει ἐφ ' αὑτῷ
6164325 χρωματικη
τρίτη διεζευγμένων ἐναρμόνιος τρίτη διεζευγμένων χρωματικὴ καὶ διάτονος ἐναρμόνιος διεζευγμένων χρωματικὴ διεζευγμένων διάτονος διεζευγμένων νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων ἐναρμόνιος τρίτη
μέσων χρωματική μέσων διάτονος μέση τρίτη συνημμένων ἐναρμόνιος τρίτη συνημμένων χρωματικὴ καὶ διάτονος συνημμένων ἐναρμόνιος συνημμένων χρωματική συνημμένων διάτονος νήτη
6151638 διατονος
παρυπάτη μέσων , μέσων ἐναρμόνιος , μέσων χρωματική , μέσων διάτονος , μέση , τρίτη συνημμένων , συνημμένων ἐναρμόνιος ,
τὸ ὑπατῶν , οἷον ὑπάτη ὑπατῶν , παρυπάτη ὑπατῶν , διάτονος ὑπατῶν ἢ λιχανὸς ὑπατῶν , οὐδὲν γὰρ διαφέρει ὁποτερωσοῦν
6118684 δʹʹ
νδʹ λεʹ καὶ ἡ Δίκτη ὄρος νεʹ ∠ ʹʹ λεʹ δʹʹ Πόλεις δέ εἰσιν ἐν τῇ Κρήτῃ μεσόγειοι αἵδε Πολυρρηνία
μβʹ λθʹ ∠ ʹʹιβʹʹ Ἀλήτιον μβʹ λθʹ γʹʹ Βαῦστα μβʹ δʹʹ λθʹ δʹʹ Οὔξεντον μβʹ λθʹ Ϛʹʹ Οὐέρητον μβʹ γʹʹ
6105568 παρανητη
ἐστὶν τοῦ κορυφαίου , οἷον τοῦ βασιλέως , ἡ δὲ παρανήτη πλησίον μᾶλλον τῆς μέσης : ἔστι δὲ ἡ μέση
παραμέση τρίτη διεζευγμένων παρανήτη διεζευγμένων διάτονος νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων παρανήτη ὑπερβολαίων διάτονος νήτη ὑπερβολαίων . Ἐν δὲ χρώματι οἵδε
6099490 Μακρις
ἠγαθέῳ : ἐν τῷ μεγάλῳ καὶ θείῳ , ἐν ᾧ Μάκρις κατῴκει . ἐν τούτῳ τῷ ἄντρῳ τὸν Διόνυσον ἔθρεψεν
διὰ τὸ ᾠκηκέναι ἐκεῖ τοὺς Εὐβοεῖς , ἡ δὲ Εὔβοια Μάκρις ἐκαλεῖτο τὸ πρότερον . ταύτην οἱ κατοικοῦντες μετὰ Ἰλίου
6093584 ͵γ
καὶ ͵γ . Ἀπὸ δὲ Στηλῶν ἐπὶ τὸ Ἱερὸν ἀκρωτήριον ͵γ . Τοῦτο μὲν δὴ τὸ μῆκος . Τοῦ δὲ
υἱὸς ἐποίησε τὸν δούριον ἵππον , εἰς ὃν νʹ ἢ ͵γ ἢ κατ ' ἐμὲ κγʹ ἄνδρες εἰσελθόντες Ἕλληνες ἐκάθηντο
6081585 φαλαγγαρχης
, καὶ ὁ ἡγεμὼν πάλαι μὲν στρατηγός , νῦν δὲ φαλαγγάρχης : τὸ δὲ τῆς φαλαγγαρχίας ἤτοι ἀποτομῆς διπλοῦν διφαλαγγία
ὁ τῶν δύο καὶ τριάκοντα , ὁ δὲ τῶν διπλασιόνων φαλαγγάρχης , καὶ ὁμωνύμως τὸ σύστημα καθ ' ἑκάστην ἀρχὴν
6072279 Μαλεων
οὖν μετὰ τὸν Μεσσηνιακὸν κόλπον ὁ Λακωνικὸς μεταξὺ Ταινάρου καὶ Μαλεῶν , ἐκκλίνων μικρὸν ἀπὸ μεσημβρίας πρὸς ἕω : διέχουσι
περὶ Ἀρκαδίας εἰρήσθω . Πολυβίου δ ' εἰρηκότος τὸ ἀπὸ Μαλεῶν ἐπὶ τὰς ἄρκτους μέχρι τοῦ Ἴστρου διάστημα περὶ μυρίους
6052003 διεχει
συνεχεῖ μόνῃ ἀναλογίᾳ θεωρεῖται , οὐ μέντοι καὶ ἐν τῇ διεχεῖ , οἷον ἔστωσαν ἀριθμοὶ τρεῖς , ὁ α ,
καὶ τὸ δι ' ἴσου τετήρηται . ἐν δὲ τῇ διεχεῖ ἀναλογίᾳ ἥκιστα τὸ τοιοῦτόν ἐστι γινόμενον . οἷον ἐν
6042491 τεσσερες
δὲ ἑπτὰ καὶ τριήκοντα καὶ ἑκατόν . Ποταμοὶ δὲ νηυσιπέρητοι τέσσερες διὰ ταύτης ῥέουσι , τοὺς πᾶσα ἀνάγκη διαπορθμεῦσαί ἐστι
πέντε μνέαι ἑκάστῳ , κρεῶν βοέων δύο μνέαι , οἴνου τέσσερες ἀρυστῆρες : ταῦτα τοῖσι αἰεὶ δορυφορέουσι ἐδίδοτο . Ἐπείτε
6039504 Ῥοδιας
τῶν πρὸς Ἀδαῖον ποτήρια , φησί , παραπλήσια Σελευκίς , Ῥοδιάς , Ἀντιγονίς . ΣΚΑΛΛΙΟΝ κυλίκιον μικρόν , ᾧ σπένδουσιν
Μενδαῖος Ἰουδαῖος . Ῥοδία , πόλις Λυκίας . τὸ ἐθνικὸν Ῥοδιάς Ῥοδιεύς . καὶ τῆς Ῥόδης Ῥοδεύς . ἄμεινον δὲ
6038866 Ὀλβιανος
Κόλχους πορευόμενον . καὶ εὐρείας ποταμοῖο ᾐόνας : Διονύσιος ὁ Ὀλβιανὸς ἱστορεῖ τὰς εὐρείας ᾐόνας λέγεσθαι Ἀχιλλέως δρόμους . ὁμῶς
ʹʹδʹʹ ληʹ Ϛʹʹ Ὀλβία πόλις λαʹ γοʹʹ ληʹ ∠ ʹʹ Ὀλβιανὸς λιμήν λαʹ γοʹʹ ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ Κολυμβάριον ἄκρον λαʹ
6035368 Ἐλεγεια
ἄν . Συνέπεια : σύμμιξις . Τεκτονική : λεπτουργική . Ἐλεγεία : ἐλεγεῖον μέτρον ἐστὶν ἐκ δύο πενθημιμερῶν γινόμενον .
ἄν . Συνέπεια : σύμμιξις . Τεκτονική : λεπτουργική . Ἐλεγεία : ἐλεγεῖον μέτρον ἐστὶν ἐκ δύο πενθημιμερῶν γινόμενον .
6026513 Ὁμολη
. καὶ Καλλίμαχος : Πὰν ὁ Μαλειήτης τρύπανον αἰπολικόν . Ὁμόλη δὲ Θετταλίας ὄρος , ὡς Ἔφορος καὶ Ἀριστόδημος ὁ
ὡς ἐξ εὐφυοῦς πρὸς ἀρετὴν ψυχῆς . . . : Ὁμόλη δὲ Θετταλίας ὄρος , ὡς Ἔφορος καὶ Ἀριστόδημος ὁ
6025225 Ἰσαυρια
. ξβ γοʹ λη ∠ ʹδ : ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Ἰσαυρία καὶ πόλεις Σαυάτρα . . . . . .
, ἐν ᾗ Πισιδία Γαλατία , ἐν ᾗ Παφλαγονία καὶ Ἰσαυρία Καππαδοκία Ἀρμενία Μικρά Κιλικία . πίναξ βʹ . Σαρματία
6019007 παραπλους
θαλάττῃ : εἶτα Χαραδροῦς ἔρυμα καὶ αὐτὸ ὕφορμον ἔχον καὶ παράπλους τραχὺς Πλατανιστῆς καλούμενος : εἶτ ' Ἀνεμούριον ἄκρα καθ
τοῦτον δὲ ῥεῖν λέγουσιν ἐξ Αἰτωλίας . Ὁ πᾶς δὲ παράπλους οὐδ ' ὅλης ἔσθ ' ἡμέρας . Οὗτοι κατοικοῦσιν
6014105 Ἀσιανος
ἔρριψαν , τῆς παρ ' ἡμῖν ἐνοικήσεως ] ὅτι μᾶλλον Ἀσιανὸς δείκνυται Παυσανίας , εἰ μὴ τὸ ἐδάφιον κέκαυται ἐν
ἔρριψαν , τῆς παρ ' ἡμῖν ἐνοικήσεως ] ὅτι μᾶλλον Ἀσιανὸς δείκνυται Παυσανίας , εἰ μὴ τὸ ἐδάφιον κέκαυται ἐν
5953861 Βολβιτινον
ὁ πολίτης Βολβιτινίτης . τὸ κτητικὸν Βολβίτινος , ἔνθεν καὶ Βολβίτινον ἅρμα . . π . μον . λέξ .
ἐπὶ Ψαμμιτίχου τριάκοντα ναυσὶ Μιλήσιοι κατέσχον εἰς τὸ στόμα τὸ Βολβίτινον , εἶτ ' ἐκβάντες ἐτείχισαν τὸ λεχθὲν κτίσμα :
5952561 νησιδιον
ἄγοντες : ἡ παροιμία παρὰ Κρατίνῳ : τὰ δὲ Ψύρα νησίδιον ἔρημον πλησίον Χίου . λέλεκται δὲ ἐπὶ τῶν εὐτέλειαν
προστειχισθεῖσα . . . : τὸ πρῶτον οἱ Συρακούσιοι τὸ νησίδιον ᾤκησαν μόνον , αὖθις δέ , μὴ χωροῦντος αὐτούς
5935574 Πτολεμαϊκη
͵αωʹ , χαλκοῦϲ ͵δωʹ [ ἄλλοι ͵γχʹ ] . ἡ Πτολεμαϊκὴ μνᾶ ἔχει # ιηʹ , ⋖ ρμδʹ , γράμματα
ʂ , ἡ δὲ ἑτέρα # ιϚʹ , ἡ δὲ Πτολεμαϊκὴ ἔχει # ιηʹ . Ἡ λίτρα ἔχει # ιβʹ
5931510 Μασσαλιας
μετεωρίζεται πήχεις ἕξ , τέτταρας δ ' ἐν τοῖς ἀπέχουσι Μασσαλίας ἐννακισχιλίους σταδίους καὶ ἑκατόν , ἐλάττους δὲ τῶν τριῶν
ἑξακισχιλίους , αὐτὸς λέγει χεῖρον πλείους ἢ ἐνακισχιλίους τοὺς ἀπὸ Μασσαλίας , ἀπὸ δὲ Πυρήνης μικρὸν ἐλάττους ἢ ὀκτακισχιλίους :
5923954 ρκεʹ
υπʹ , νομίσματα ζʹ ʂ . Τὸ τάλαντον ἄγει λίτρας ρκεʹ , νομίσματα ͵θ . Ἔστι δὲ ὁ κύαθος #
[ ἐκ στίχων ] ἀναπαιστικῶν τετραμέτρων καταληκτικῶν ⌈ καὶ ἀκαταλήκτων ρκεʹ , ὧν τελευταῖος διὰ τοὺς ἵππους τοὺς κοππατίας καὶ
5921529 περιπλους
: παρατείνουσι . τὸ ὄρος : τὸ Σκόμιον δηλονότι . περίπλους : δυνατὴ περιπλευσθῆναι . νηῒ στρογγύλῃ : ἐμπορικῇ ,
δίαρμα εἰς Ἀλεξάνδρειαν βορέᾳ τετρακισχιλίων που σταδίων , ὁ δὲ περίπλους διπλάσιος . ὁ δ ' Ἐρατοσθένης ταύτην μὲν τῶν
5912669 χʹ
δὲ κεʹ : καὶ τὸν τρίτον δὲ ἐκ βιβλίων μὲν χʹ , συγγραφέων δὲ κϚʹ : τὸν μέντοι τέταρτον ἐκ
Ἀπὸ δὲ Ἀγρίσης πόλεως ἐπὶ Ὄμμανα ἐμπόριον τῶν ἐπισήμων στάδιοι χʹ . Ἀπὸ δὲ Ὀμμάνων ἐπὶ Ῥόγανα στάδιοι ρνʹ .
5899376 ἑπτακοσιων
μὲν ἀπὸ τῆς Πελωριάδος ἐπὶ τὸ Λιλύβαιον ὑπάρχει σταδίων χιλίων ἑπτακοσίων , ἡ δ ' ἀπὸ Λιλυβαίου μέχρι Παχύνου τῆς
τῷ σχήματι παραπλήσιον ὑπάρχον τῶν μὲν πλευρῶν ἑκατέραν ἔχει σταδίων ἑπτακοσίων καὶ πεντήκοντα , τὴν δὲ βάσιν θαλάττῃ προσκλυζομένην σταδίων
5891901 Φασιανος
Κύτωρον „ . ὡς Κάλλατις Καλλάτιος Καλλατιανός καὶ Φᾶσις πόλις Φασιανός καὶ Σάρδις Σαρδιανός . τὰ γὰρ τοιαῦτα ἢ ἀπὸ
καὶ λέγεται . τὸ ἐθνικὸν Φασιάτης . καὶ Φασιατικός καὶ Φασιανός , ὡς Ἀριστοφάνης ἐν Ὁλκάσι , καὶ Φασιανή θηλυκὸν
5887480 Θυρεᾳ
πλὴν θανάτου . περὶ δὲ τῆς Αἰγινητῶν ἁλώσεως τῶν ἐν Θυρέᾳ : ἐν τούτῳ δ ' οἱ Ἀθηναῖοι κατασχόντες καὶ
εἰς τὰ φρούρια , τοὺς ἐν Κυθήροις καὶ τοὺς ἐν Θυρέᾳ κατοικοῦντας Αἰγινήτας ἐξεπολιόρκησε καὶ τῆς ἄλλης Πελοποννήσου πολλὴν ἐδῄωσεν
5883437 Διοσπολιτων
͵γψκϚʹ . . : Δευτέρου τόμου Μανεθῶ . Δωδεκάτη δυναστεία Διοσπολιτῶν βασιλέων ἑπτά . αʹ Σεσόγχοσις Ἀμμανέμου υἱὸς ἔτη μϚʹ
τόμου Μανεθῶ βασιλεῖς ϘϚʹ . : Ἐννεακαιδεκάτη δυναστεία βασιλέων εʹ Διοσπολιτῶν . αʹ Σέθως ἔτη νεʹ . βʹ Ῥαμψὴς ἔτη
5881365 τʹ
τοῦ Ἀκάμαντος , τὴν Κύπρον εὐώνυμον ἔχοντι εἰς Πάφον στάδιοι τʹ : πόλις ἐστὶ κειμένη πρὸς μεσημβρίαν : ἔχει δὲ
ἔχει καὶ ὕδωρ . Ἀπὸ Παλαιᾶς ἐπὶ τὸν Φιλεοῦντα στάδιοι τʹ . Ἀπὸ Φιλεοῦντος ἐπὶ τὰ Ἄκρα . . .
5869583 σπιθαμιαιον
γʹ . ἀπεχέτωσαν δὲ οἱ βόθροι ἀπ ' ἀλλήλων διάστημα σπιθαμιαῖον . σπαρέντα δὲ διὰ τοῦ πρώτου ἔτους μὴ ὀχλείσθω
μὲν φύλλα ἔχει ὅμοια φακῷ , μικρῷ μακρότερα : καυλὸν σπιθαμιαῖον : ἄνθος φοινικοῦν : ῥίζαν μικράν . φύεται ἐν
5860092 σʹ
καὶ περὶ Κεγχρέας ἐνίκησαν Νικίου στρατηγοῦντος τοῦ Νικηράτου σὺν ἱππεῦσι σʹ καὶ ὁπλίταις καὶ ναυσί . ΓΘ μήτ ' ἐν
στάδιοι βτʹ . Ἀπὸ Μήνιγγος εἰς τὴν ἤπειρον * στάδιοι σʹ : πόλις ἐστὶ , ἔχει δὲ καλὸν λιμένα καὶ
5859857 Καπυης
, οἳ ληφθέντες ἐκρεμάσθησαν ἀνὰ ὅλην τὴν ἐς Ῥώμην ἀπὸ Καπύης ὁδόν . Καὶ τάδε Κράσσος ἓξ μησὶν ἐργασάμενος ἀμφήριστος
δέος . καὶ προελθόντες ἐπέκεινα τῆς πόλεως ἀπὸ τετταράκοντα σταδίων Καπύης στρατοπεδεύονται ἐν ὑψηλῷ τόπῳ θέντες τὸν χάρακα , ἔνθα
5853731 ἀποϲτροφοϲ
: δαϲὺ ҅ καὶ ψιλόν ҆ . πάθη τρία : ἀπόϲτροφοϲ ' , ὑφέν ͜ , ὑποδιαϲτολή ⸒ . Ἡ
α ε η ι ο υ ω . Ἡ δὲ ἀπόϲτροφοϲ τίθεται , ὅτ ' ἂν διὰ τὴν καλλιφωνίαν κουφίζηται
5847562 Χελιδονιαι
Χελιδόνιοι : ἔθνος Ἰλλυρικόν : . . . εἰσὶ καὶ Χελιδόνιαι πέτραι . . . δύο δέ εἰσι κεκλημέναι ἡ
ἧς ἐμνήσθημεν ἐπάνω . Εἶθ ' Ἱερὰ ἄκρα καὶ αἱ Χελιδόνιαι τρεῖς νῆσοι τραχεῖαι , πάρισοι τὸ μέγεθος , ὅσον
5847530 ἑπτακισμυριους
Ἀρμενίους . ἐπιλεξάμενος δ ' αὐτῶν τοὺς ἀρίστους , ἐς ἑπτακισμυρίους πεζοὺς καὶ ἱππέας ἡμίσεας , τοὺς μὲν ἄλλους ἀπέλυσε
, ὥστε συνάγεσθαι καὶ τοῦ διὰ τῆς Ῥοδίας μήκους σταδίους ἑπτακισμυρίους καὶ δισχιλίους ἔγγιστα . Εἰς μὲν δὴ τὰς καθόλου
5844419 Ὀρνεας
? ? ? γνώριμος ? [ ! ! ! ] Ὀρνέας ὅτι ποταμός [ ἐστι τῆς Ἀργείας ] ? ἐν
οὕτως ἢ ἀπὸ Ὀρνέως , υἱοῦ Ἐρεχθέως , ἢ ἀπὸ Ὀρνέας νύμφης , ἢ ὅτι ἐφ ' ὕψους κεῖται ,
5841657 Σαταλα
Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ∠ ʹιεʹ μιᾶς ὥρας : τὰ δὲ Σάταλα τῆς Μικρᾶς Ἀρμενίας τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιε
Δῶρός τ ' ἀγχίαλός τ ' Ἰόπη προύχουσα θαλάσσης Μελίταια Σάταλα εἰς Ὑρκανίδα λίμνην μεσσοβαθὴς δ ' ἄρα νῆσος ἁλὸς
5841337 Ζακυνθος
τὰ Πύρρω . αἰνέω τάν τε ΚρότωναΚαλὰ πόλις ἅ τε Ζάκυνθος . . . καὶ τὸ ποταῷον τὸ Λακίνιον ,
. Εἶτα προπέπτωκεν ἄκρον Ἰχθὺς , καθ ' ὃν κεῖται Ζάκυνθος , καὶ ἕτερον ὁ Χελωνάτας : τελευταῖον δὲ ἄκρον
5835388 λεκιθων
ἢ σουσίνης γοβ ἤτοι οὐγ . β . ὠῶν ὀπτῶν λεκίθων γοα . κρόκου γοα ἤτοι οὐγ . α .
πεπλυμένου , καὶ βουτύρου , λίθου αἱματίτου , ὠῶν ὀπτῶν λεκίθων , κηροῦ τυρρηνικοῦ ἀνὰ δραχ . δ . στυπτηρίας
5830550 ἐναρμονιος
: προσλαμβανόμενος , ὑπάτη ὑπάτων , παρυπάτη ὑπάτων , ὑπάτων ἐναρμόνιος , ὑπάτων χρωματική , ὑπάτων διάτονος , ὑπάτη μέσων
πάσχει ὑποκείμενος τῇ εἱμαρμένῃ . ὑπεράνω οὖν ὢν τῆς ἁρμονίας ἐναρμόνιος γέγονε δοῦλος ἀρρενόθηλυς δὲ ὤν , ἐξ ἀρρενοθήλεος ὢν
5815178 παρυπατη
ὑπερβολαίων . Ἐν δὲ ἁρμονίᾳ οἵδε : προσλαμβανόμενος ὑπάτη ὑπάτων παρυπάτη ὑπάτων λιχανὸς ὑπάτων ἐναρμόνιος ὑπάτη μέσων παρυπάτη μέσων λιχανὸς
ὑπερβολαίων . Ἐν δὲ χρώματι οἵδε : προσλαμβανόμενος ὑπάτη ὑπάτων παρυπάτη ὑπάτων λιχανὸς ὑπάτων χρωματική ὑπάτη μέσων παρυπάτη μέσων λιχανὸς
5807862 Καρυανδευς
ἢ ἀπὸ Ἀναζάρβα τοῦ κτίσαντος . τὸ ἐθνικὸν Ἀναζαρβεύς ὡς Καρυανδεύς . ἀφ ' ἧς ἦν Διοσκουρίδης ὁ διασημότατος ἰατρός
Ἐννακαιδεκάτη Ἴμβρος . Εἰκοστὴ Θάσος . . . Σκύλαξ : Καρυανδεύς : μαθηματικὸς καὶ μουσικός . Περίπλουν τῶν ἐκτὸς τῶν
5803317 καθαιρετεον
ἐροῦμεν , ὥσπερ δῆτα καὶ κοίλους πεφυκότος τοῦ ἕλκους . καθαιρετέον δὲ τοῖς ἰσχυροτέροις τὰ ὑπερσαρκοῦντα , καὶ τὰ μὲν
ἐρύκει δερκόμενος , μαλερὴν δὲ περὶ φλόγα Θοῦρος ὀρίνει . καθαιρετέον δὲ τοὺς τοίχους ἀπὸ τοῦ βορεινοῦ ὕψους Σελήνης κατερχομένης
5798084 οὐγγιαϲ
. Ἡ λίτρα ἔχει οὐγγίαϲ ιβʹ . Ἡ κοτύλη ἔχει οὐγγίαϲ θʹ . Τὸ τρυβλίον οὐγγίαϲ θʹ . Ἡ μνᾶ
ἀϲϲάρια δύο . Ἡ οὐγγία ϲτατῆραϲ δύο . Ἡ ὁλκὴ οὐγγίαϲ δύο . Ἡ λίτρα ὁλκὰϲ ἕξ . Ἡ Ἰταλικὴ
5795873 Σκυλαξ
, ἣν ὤικουν Καρυανδεῖς : ἐντεῦθεν δ ' ἦν καὶ Σκύλαξ ὁ παλαιὸς συγγραφεύς . . . . . Καρύανδα
τὸν Ἰνδὸν δέ φησι ποταμὸν γίνεσθαι τὴν κυνάραν . καὶ Σκύλαξ δὲ ἢ Πολέμων γράφει : εἶναι δὲ τὴν γῆν
5795388 ἡπατιτιδος
καὶ φύλλου καὶ ἑψητοῦ ὀλίγον ἐμβάλλουσιν : ἄλλοι καὶ ἀλόης ἡπατίτιδος καὶ κυπείρου . Ἢ ἀλόης δραχ . βʹ ἀμώμου
. . . . . οὐγγ . αʹ ʹʹ ἀλόης ἡπατίτιδος . . . . . . . . οὐγγ
5791937 Λιγυστικον
† τὰς χεῖρας ὁπλίσει . Λιβυστικὸν * δὲ * καὶ Λιγυστικὸν τὸ αὐτό ἐστι . Λιβυστικὸν μὲν λέγεται ἀπὸ Λιβύης
ἐστι . Λιβυστικὸν μὲν λέγεται ἀπὸ Λιβύης τῆς Ἐπάφου θυγατρὸς Λιγυστικὸν δὲ ἀπὸ Λίγυος τοῦ Ἀλεβίωνος ἀδελφοῦ , ὃς Ἡρακλέα
5788807 ὑπερκειται
ᾗ πρῶτον ἐπαναπαύσασθαί φασι τὴν θεὸν ἀπολυθεῖσαν τῶν ὠδίνων . ὑπέρκειται δὲ τοῦ ἄλσους ὄρος ὁ Σολμισσός , ὅπου στάντας
εἰς Ἐπίδαμνον καὶ Ἀπολλωνίαν : καὶ ἡ Φολόη δ ' ὑπέρκειται τῆς Ὀλυμπίας ἐγγυτάτω , ὄρος Ἀρκαδικόν , ὥστε τὰς
5787937 πηγους
ὅτι πρὸ τῶν Δημητριακῶν καρπῶν τὰς βαλάνους ἤσθιον : ἢ πηγούς τινας παρὰ τὸ εὐπαγεῖς εἶναι . εἰσὶ δὲ δρυὸς
, ὃ καλοῦσι λυγκούριον . Μαιναλίης : ὄρος Ἀρκαδίας . πηγούς : λευκούς . καὶ Ὅμηρος πηγεσιμάλλῳ . Κυνοσουρίδας :
5781304 Θεοφορουμενῃ
τραγῳδίαις ἐξ ἀφανοῦς θεοὶ ἐπὶ τῆς σκηνῆς ἐφαίνοντο . Μένανδρος Θεοφορουμένῃ καὶ Κεκρυφάλῳ . αἱρεῖ . καταλαμβάνει . ὀφθαλμοῖς χρῆσθαι
τῷ βʹ τῶν Ἠθικῶν καὶ Μένανδρος Κεκρυφάλῳ καὶ Πλοκίῳ καὶ Θεοφορουμένῃ . σημείωσαι περὶ χρυσοῦ ἑψήσεως . βλακικά . εὐήθη
5781260 σπονδοφορος
εὐφραίνεται , Φαραώ . τίς οὖν οἰνοχόος θεοῦ ; ὁ σπονδοφόρος , ὁ μέγας ὄντως ἀρχιερεύς , ὃς τὰς τῶν
γνωριζομένης ὑπὸ πολλῶν τῆς ταύτῃ θαλάττης ; ὁ δὲ δὴ σπονδοφόρος καὶ θεωρὸς τῶν Κυζικηνῶν πῶς ἀφεὶς τὴν πόλιν εἰς
5781215 Εἰτεν
πόλις . Θῆβαι μέγισται δ ' εἰσὶ τῆς Βοιωτίας . Εἶτεν συνάπτει Μέγαρα , Δωρικὴ πόλις : σύμπαντες αὐτὴν ἐπόλισαν
' ἀπὸ τῶν Βιστόνων Θρᾳκῶν προμήκης ἐστὶ λίμνη Βιστονίς . Εἶτεν Μαρώνει ' , οὗ κατοικῆσαι τὸ πρίν τοὺς Κίκονας
5779388 Πεπαρηθος
: ἐπὶ τῆς ξηρᾶς οὐσῶν . ἐν Πεπαρήθῳ : ἡ Πεπάρηθος νῆσός ἐστι μία τῶν Κυκλάδων αἴτιον δ ' ἔγωγε
καὶ ἡ Σκῦρος ἀνέμους βιαίους ἔχουσα , καὶ ἡ ὑψηλὴ Πεπάρηθος : ὅπου ὑπάρχει καὶ ἡ Λῆμνος , τὸ τραχὺ
5779305 Κερασους
. . . . . . ξη γʹ μγ γʹ Κερασοῦς . . . . . . . . .
αὐτοῦ λαμβάνειν φασὶν μεγίστην , μὴ διδόντας τὴν τροφήν . Κερασοῦς Σινωπέων ἄποικος καθ ' ἣν ἔρημος κειμένη παρήκει νῆσος
5776238 Ἁλος
Μαλιακοῦ κόλπου . ἀπέχει δὲ Ἰτώνου περὶ ἑξήκοντα σταδίους ὁ Ἅλος ἢ ἡ Ἅλος : λέγεται γὰρ ἀμφοτέρως . ᾤκισε
τε Τρηχῖν ' ἐνέμοντο ” . „ ὁ δὲ Φθιωτικὸς Ἅλος ὑπὸ τῷ πέρατι κεῖται τῆς Ὄθρυος ὄρους πρὸς ἄρκτον
5772757 Γεγονασι
Μιλήσιος ἀνδριαντοποιὸς , οὗ μέμνηται καὶ Πολέμων . , : Γεγόνασι δὲ Δημήτριοι ἀξιόλογοι εἴκοσι . . . πέμπτος ἀνδριαντοποιὸς
πάντως εἰς Ἀΐδην δεῖ τιν ' ὁδηγὸν ἔχειν . “ Γεγόνασι δὲ καὶ ἄλλοι Ἀντισθένεις τρεῖς : Ἡρακλείτειος εἷς ,
5765869 Περκωτης
ἧς οἰκισταὶ Σκαμάνδριος καὶ Ἀσκάνιος υἱὸς Αἰνείου . κεῖται μεταξὺ Περκώτης καὶ Ἀβύδου . Κεφάλων δέ φησιν ὅτι Δάρδανος ἀπὸ
ω μεγάλου γράφεται : ὁ δὲ κανὼν ἐπὶ ἀρσενικῶν : Περκώτης : Μαλλώτης : Ἡπειρώτης : Κολώτης : ἀσκαλαβώτης :
5763023 ἀφοριζων
ἐλπίδος πεποίηται . ὁ δὲ ἐν τοῖς δημιουργικοῖς μέτροις ἕκαστα ἀφορίζων καὶ γινώσκων τὰ ὄντα , ᾗ γέγονε , καὶ
μεσημβρινὸν ἐπιπέδου νοείσθω ὁ μέγιστος κύκλος ὁ τὸ φαινόμενον ἡμισφαίριον ἀφορίζων ὁ ΑΒΓΔ , καὶ τοῦ μὲν διχοτομοῦντος τὸ ἡμισφαίριον
5761506 ἀπεχουσα
κατὰ τὸ πανσεληνιακὸν ζῴδιον τύχῃ μηδέπω βʹ ἢ γʹ μοίρας ἀπέχουσα τοῦ Ἡλίου , πλήρης ἡ ὥρα κριθήσεται . ὅσας
Ὠραία λεγόμενον , καὶ κατὰ νώτου μεσόγειος πόλις , [ ἀπέχουσα ] ὁδὸν ἡμερῶν ἑπτὰ ἀπὸ θαλάσσης , ἐν ᾗ
5757481 ἐμβαδομετρικους
. Ὁ ποὺς ὁ Πτολομαϊκὸς ἔχει εὐθυμετρικοὺς δακτύλους ιϚʹ , ἐμβαδομετρικοὺς σνϚʹ , στερεοὺς δὲ ͵δϘϚʹ . Ὁ δὲ Ῥωμαϊκὸς
σνʹʹ . Ὁ δὲ πῆχυς ἔχει εὐθυμετρικοὺς δακτύλους κδʹ , ἐμβαδομετρικοὺς φοϚʹ , στερεοὺς δὲ α͵γωκδʹ . Ὁ ποὺς ὁ
5754725 Συριους
καὶ ἠνδραποδίσατο , εἷλε δὲ τὰς περιοικίδας αὐτῆς πάσας , Συρίους τε οὐδὲν ἐόντας αἰτίους ἀναστάτους ἐποίησε . Κῦρος δὲ
δὲ τούτους καὶ ῥέων ἄνω πρὸς βορέην ἄνεμον ἔνθεν μὲν Συρίους Καππαδόκας ἀπέργει , ἐξ εὐωνύμου δὲ Παφλαγόνας . Οὕτως
5753250 Θεμισωνιον
Μητρὸς δέ ἐστιν ἱερόν , καὶ ἄγαλμα Μητρὸς πεποίηται . Θεμισώνιον δὲ τὸ ὑπὲρ Λαοδικείας Φρύγες μὲν καὶ τοῦτο οἰκοῦσιν
παιδός , ὃν λύκοι διεχρήσαντο . ὁ πολίτης Θεμισσεύς . Θεμισώνιον , χωρίον Φρυγίας . Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ . τὸ
5747026 Παρακειμενου
ἐὰν τύπτητον Πληθ . ἐὰν τύπτωμεν ἐὰν τύπτητε ἐὰν τύπτωϲι Παρακειμένου καὶ ὑπερϲυντελίκου Ἑν . ἐὰν τετύφω τετύφῃϲ τετύφῃ Δυ
ἔτυπτε Δυ . ἐτύπτετον ἐτυπτέτην Πληθ . ἐτύπτομεν ἐτύπτετε ἔτυπτον Παρακειμένου Ἑν . τέτυφα τέτυφαϲ τέτυφε Δυ . τετύφατον τετύφατον
5746320 Εὐρωπου
βορρᾶν , Θεσσαλίαν δὲ πρὸς νότον . αἱ δὲ τοῦ Εὐρώπου ποταμοῦ πηγαὶ ἐκ τοῦ Τιταρίου ὄρους ἄρχονται , ὅ
δ ' ὑπὸ τῷ Ὀλύμπῳ κεῖνται οὐ πολὺ ἄπωθεν τοῦ Εὐρώπου ποταμοῦ , ὃν ὁ ποιητὴς Τιταρήσιον καλεῖ . Λέγει
5740530 παραμεση
μέσων χρωματική μέση τρίτη συνημμένων παρανήτη συνημμένων χρωματική νήτη συνημμένων παραμέση τρίτη διεζευγμένων παρανήτη διεζευγμένων χρωματική νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων
λιχανός . Ἑρμοῦ δὲ τὸ μεταίχμιον Ἀφροδίτης καὶ Ἡλίου κατέχοντος παραμέση . περὶ ὧν ἀκριβέστερον καὶ μετὰ γραμμικῶν καὶ ἀριθμητικῶν
5738305 λοφειον
θήκην τῶν λόφων . Γ τὴν θήκην τῶν λόφων . λοφεῖον ] τὴν θήκην τοῦ κράνους τοῦ τριλόφου . λεκάνιον
, κομμώτριον , ξυρόν , κάτοπτρον , οὗ τὴν θήκην λοφεῖον καλοῦσι , ψαλίς , παρωπίς , προσωπίς καὶ ὡς
5734129 Κωρυκος
' εὔκολον οὐδ ' εὔσχημον : διὸ παραιτήσεως ἄξιον . Κώρυκος ἐπὶ μὲν τῶν ἀσθενεστέρων ἐμπίπλαται κεγχραμίδων ἢ ἀλεύρων ,
παρὰ τὸ Κωρύκιον ἢ ἀπὸ τοῦ Κωρυκία . ἔστι καὶ Κώρυκος ὄρος ἀρσενικῶς λεγόμενον ὑψηλὸν πλησίον Τέω τῆς Ἰωνίας καὶ
5729884 τεσσερακοντα
δέ σφι ὠχέετο ἡ μήτηρ , σταδίους δὲ πέντε καὶ τεσσεράκοντα διακομίσαντες ἀπίκοντο ἐς τὸ ἱρόν . Ταῦτα δέ σφι
σταδίους εἶναι τοὺς πάντας ἀπὸ θαλάσσης τῆς Ἑλληνικῆς μέχρι Σούσων τεσσεράκοντα καὶ τετρακισχιλίους καὶ μυρίους : οἱ γὰρ ἐξ Ἐφέσου
5727499 Μοψιον
Βοιβηὶς καὶ Ὄσσα καὶ Ὁμόλη καὶ Πήλιον καὶ Μαγνῆτις : Μόψιον δ ' ὠνόμασται οὐκ ἀπὸ Μόψου τοῦ Μαντοῦς τῆς
ἐν [ ᾧ ] Λάρισα καὶ Γυρτώνη καὶ Φεραὶ καὶ Μόψιον καὶ Βοιβηὶς καὶ Ὄσσα καὶ Ὁμόλη καὶ Πήλιον καὶ
5725152 Βρετανια
ρ , ὡς καὶ ἐν τοῖς προλαβοῦσιν , ἐν τῷ Βρετανία , τοῦ μέτρου ἐπιτάξαντος , ἀπεχώρισε τὸ ἓν τ
ἀριστερὰ Σκυθία , Ἀκαρνανία καὶ Ἑλλήσποντος καὶ Λιβυκὸν πέλαγος καὶ Βρετανία καὶ Θούλη νῆσος , κατὰ δὲ τοὺς πόδας Ἀρμενία
5723118 ἰνδικου
καρυοφύλλου , ὕπνου , λαδάνου λιπαροῦ ἀνὰ γοβζʹ . καλάμου ἰνδικοῦ , ναρδοστάχυος , ὀνύχων μεγάλων , βδελλίου , καρποβαλσάμου
ἢ πίσσα . ναρδόσταχυν : ἤτοι νάρδου κελτικῆς . νάρδου ἰνδικοῦ : ἤτοι μαλάβαθρον . νήριον ἤτοι ῥοδοδάφνης ἄνθος .
5720798 Μακρωνας
αὐτοῦ Κτησίας , καὶ Σουΐδας ἐν βʹ περὶ τοὺς λεγομένους Μάκρωνας : ἀκριβέστερον δὲ Ἀγάθων ἐν τῷ τοῦ Πόντου περίπλῳ
θεῷ ἀτάλαντον ἀμοιβαίῃ τέκεν εὐνῇ . Κεῖθεν δ ' αὖ Μάκρωνας ἀπειρεσίην τε Βεχείρων γαῖαν ὑπερφιάλους τε παρεξενέοντο Σάπειρας ,
5719413 θηλεας
ἰδίῃ , πάρεξ τῶν πολεμιστηρίων , οἱ μὲν ἀναβαίνοντες τὰς θηλέας ὀκτακόσιοι , αἱ δὲ βαινόμεναι ἑξακισχίλιαι καὶ μύριαι :
, παραλύεσθαι ἐπελκομένους , οὐκ ὁμοῦ ἀμφοτέρους : τὰς δὲ θηλέας ἀναμιμνησκομένας τῶν ἔλιπον τέκνων ἐνδιδόναι μαλακὸν οὐδέν . Τὸν
5718327 Ϛʹʹ
λιμὴν καὶ πόλις νʹ γοʹʹ μαʹ Ἄθως ὄρος ναʹ μαʹ Ϛʹʹ Ἄθως ἄκρον καὶ πόλις ναʹ δʹʹ μαʹ δʹʹ τὸ
Πλούβιον πόλις λαʹ ∠ ʹʹ λθʹ ιβʹʹ Ἰουλίολα πόλις λαʹ Ϛʹʹ λθʹ Τίβουλα πόλις λʹ γοʹʹ ληʹ ∠ ʹʹγʹʹ Πύργος
5716472 μηʹ
ῥῆμα τό : Τί ἐστι φίλος ; Ἄλλος ἐγώ . μηʹ Προθυμία μὲν οὖν Ἡ μὲν οὖν προθυμία τῶν ἐρώντων
τοῦ Ἀχελῴου ποταμοῦ ἐκβολῆς , ἧς ἡ θέσις ἐπέχει μοίρας μηʹ γʹ ιβʹʹ λζʹ ∠ ʹʹ ἡ δὲ ἀπὸ δύσεως
5715917 Πανδοσια
κατὰ ] Διονύσου μετὰ Δηριάδου στρατευσάμενον , καθὰ Διονύσιος . Πανδοσία , φρούριον Βρεττίων ἐρυμνὸν τρικόρυφον , περὶ ὃ ἐφθάρη
Κασσωπαίων μικρὸν ὑπὲρ τῆς θαλάττης ὄν , καὶ Ἐλάτρια καὶ Πανδοσία καὶ Βατίαι ἐν μεσογαίᾳ , καθήκει δ ' αὐτῶν
5711880 Ἐρυθραι
. νϚ ∠ ʹ λη ∠ ʹδʹ ἐν Ἰκαρίῳ πελάγει Ἐρυθραί . . . . . . . . .
ἢ χίλιοι . κατὰ μέσον δέ που τὸν περίπλουν αἱ Ἐρυθραί , πόλις Ἰωνικὴ λιμένα ἔχουσα καὶ νησῖδας προκειμένας τέτταρας
5711641 Σκυρος
, παρόσον πετρώδης καὶ λυπρὰ καὶ διὰ τοῦτο πενιχρὰ ἡ Σκῦρος , οὐδὲν φέρουσα λόγου ἄξιον . οἱ δὲ ἀπὸ
' αἱ Μυκῆναι γνοῖεν ἡ Σπάρτη θ ' ὅτι χἠ Σκῦρος ἀνδρῶν ἀλκίμων μήτηρ ἔφυ . Εὖ γ ' ,
5710607 Ματιηνων
πόλις Ἀρκαδίας , ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ . Ὑώπη , πόλις Ματιηνῶν , προσεχὴς τοῖς Γορδίοις . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ „ ἐν
, ὁ δὲ Ἡροδότειος οὐ πάνυ : φησὶ γὰρ ἐκ Ματιηνῶν αὐτὸν ῥέοντα εἰς τετταράκοντα ποταμοὺς σχίζεσθαι , μερίζειν δὲ
5710403 Πρωην
Καὶ μὴν οὐ Παντακλέα γε ἐδίδαξεν ὅμως τὸν σκαιότατον . Πρώην γοῦν , ἡνίκ ' ἔπεμπεν , τὸ κράνος πρῶτον
γὰρ εἶναι κρεῖττόν ἐστ ' ἤ γ ' ἁλμάδας . Πρώην ἐρανιστὰς ἑστιῶν ἥψης ' ἔτνος . Ἀλλ ' ἱμάντα
5702340 διεχουσα
τὸ Καινὸν χωρίον προσαγορευθέν , ἐρυμνὴ καὶ ἀπότομος πέτρα , διέχουσα τῶν Καβείρων ἔλαττον ἢ διακοσίους σταδίους : ἔχει δ
μετὰ δὲ ταῦτα Σκάρφεια σταδίοις ὑπερκειμένη τῆς θαλάττης δέκα , διέχουσα δὲ τοῦ Θρονίου τριάκοντα , ἐλάττοσι δὲ μικρῷ .
5698437 Κιος
λιμὴν , ἀκρωτήριον τοῦ Κιανοῦ κόλπου , καὶ ἐν ἀριστερᾷ Κίος πόλις καὶ Κίος ποταμός . Παράπλους δὲ τῆς Μυσίας
καρποῦσθαι τὰς ἐκεῖθεν προσόδους . ἦσαν δὲ αἱ πόλεις αἵδε Κίος Ἐλαία Μύλασα Πάταρα . ὁ μὲν οὖν Ἀλέξανδρος μεγαλοφρόνως
5691864 Παφλαγονια
τῇ δευτέρᾳ Φρυγίᾳ , Καππαδοκία , Ἀρμενία , Γαλατία , Παφλαγονία , Πόντος Πολεμώνιος , Βιθυνία . Χῶραι ιδʹ .
καὶ τῆς Ξενοφῶντος μερίδος . τὰ δὲ ἀπὸ τοῦδε ἤδη Παφλαγονία . ἀπὸ Παρθενίου ἐς Ἄμαστριν πόλιν Ἑλληνίδα στάδιοι ἐνενήκοντα
5687193 Κυλληνη
, Νηίδα νύμφην , ἀφ ' ἧς τὸ ὄρος ἡ Κυλλήνη καλεῖται . ἔπειτα τοὺς ἐκ τούτων γεννηθέντας διεξιὼν καὶ
δυσθηράτους εἶναι σφόδρα ” . ἔστι δὲ καὶ Ἠλείων ἐπίνειον Κυλλήνη . τὸ ἐθνικὸν Κυλληνεύς καὶ Κυλλήνιος : καὶ Κύλλιος
5686432 Ταβαι
δωδεκάτῃ ” εἰσὶ δὲ τοῖς Φρυξὶν ὅμοροι καὶ τῇ Καρίᾳ Τάβαι καὶ Ἴσινδα καὶ Ἄμβλαδα ” . ὁ πολίτης Ἀμβλαδεύς
' ἱπποδάμοισι Γερηνοῖς „ . ἔστι καὶ ἄλλη πόλις Καρίας Τάβαι . καὶ τρίτη τῆς Περαίας , ἣν Ἀλέξανδρος ἐν
5686105 ἀοριϲτου
αʹ τυφθῆναι Μέϲου ἀορίϲτου αʹ τύψαϲθαι Ἀορίϲτου βʹ τυπῆναι Μέϲου ἀορίϲτου βʹ τυπέϲθαι Μέλλοντοϲ αʹ τυφθήϲεϲθαι Μέϲου μέλλοντοϲ αʹ τύψεϲθαι
Δυ . ἐτύπητον ἐτυπήτην Πληθ . ἐτύπημεν ἐτύπητε ἐτύπηϲαν Μέϲου ἀορίϲτου βʹ Ἑν . ἐτυπόμην ἐτύπου ἐτύπετο Δυ . ἐτυπόμεθον
5681474 Ἐπιγενης
. . . . . . . . οὐχὶ καὶ Ἐπιγένης ἐν τῶι Περὶ τῆς Ὀρφέως ποιήσεως τὰ ἰδιάζοντα παρ
Πελίου μὲν ἆθλον , Κάστορος δ ' ἔργον ποδῶν . Ἐπιγένης μὲν οὖν ἀκούει τὸ ἄμφωτον ποτήριον , εἰς ὃ
5679110 λευκω
βουκολέοντι : ἀμφὶ δ ' ἑὸν φίλον υἱὸν ἐχεύατο πήχεε λευκώ , πρόσθε δέ οἱ πέπλοιο φαεινοῦ πτύγμα κάλυψεν ἕρκος
οὐ καταπύθεται ὄμβρῳ : λᾶε δὲ τοῦ ἑκάτερθεν ἐρηρέδαται δύο λευκώ ἐν ξυνοχῇσιν ὁδοῦ : λεῖος δ ' ἱππόδρομος ἀμφίς
5674274 ὑπερκειμενας
φάλαγξ φοβουμένη τοὺς ἱππεῖς ἀπεχώρησεν ἐκ τοῦ πεδίου πρὸς τὰς ὑπερκειμένας δυσχωρίας καὶ τῇ τῶν τόπων ὀχυρότητι τὴν ἀσφάλειαν περιεποιήσατο
. νεάτας δὲ ἄκριας εἴρηκεν τῶν Αἰθιόπων τὰς ἐσχατιὰς ὡς ὑπερκειμένας τῆς οἰκουμένης . οὐκ ὀρθῶς δὲ εἴρηκεν ὑπὲρ ἄκριας
5673658 σξ
τὰ κα ἔτη εἰς μῆνας καὶ γίνονται οἱ πάντες μῆνες σξ , οὓς μερίζω παρὰ τὰς τοῦ ζῳδίου μοίρας λ
ʂ τῆς μείζονος ἰσότητος ποιήσας δκις , καὶ ἔστι Μο σξ # ʂ κδ ἴσ . ⃞ῳ καὶ Μο ξε

Back