δὲ αἱ λέξεις : μίμνω : τέμνω : λίμνη : πρύμνη : σκύμνος : ὕμνος : γύμνος : σεσημείωται τὸ
„ ἀλλ ' ἐκεῖσε θεῖ : δεῖ τοῦτον „ . πρύμνη καὶ πρύμνα , ἀμφότερα . πτέρνα καὶ πτέρνη ,
7279166 πρωρα
τοῦ σκάφους ; „ τοῦ δὲ εἰπόντος , „ ἡ πρώρα ” , ἔφη : ” ἀλλ ' ἔμοιγε οὐκέτι
νεώς , παρὰ τὸ εἰς πέρας καὶ τελευταῖον μέρος μένειν πρώρα δὲ τὸ ἐμπρόσθιον , παρὰ τὸ πρῶτον τοῦ ῥέοντος
6198144 μελανειμων
παρ ' ἀνθρώποις : ἑορτή τε οὐδεμία παρ ' αὐτοῖς μελανείμων ἢ πένθιμος ἄγεται τυπετοὺς ἔχουσα καὶ θρήνους γυναικῶν ἐπὶ
Ἀπάτη . κατόπιν δὲ ἠκολούθει πάνυ πενθικῶς τις ἐσκευασμένη , μελανείμων καὶ κατεσπαραγμένη , Μετάνοια , οἶμαι , αὕτη ἐλέγετο
6178505 ἡφθη
ὅτι ἐπηκολούθησεν αὐτῷ . καὶ δῆλον ὅτι παρὰ τὸ ἕπω ἥφθη ἢ εἵφθη ὤφειλεν εἶναι ὁ ἀόριστος , καὶ κατὰ
ἀπὸ τοῦ ἅπτω , οὗ γίνεται ἀόριστος , φησίν , ἥφθη καὶ ποιητικῶς ἅφθη , προσόδῳ δὲ τοῦ ε ἑάφθη
6125998 ἀφικνεεται
ἔνδοθεν ἀφικνέεται : ἔξωθεν τροφὴ ἐκ τῆς ἐσχάτης ἐπιφανείης ἐνδοτάτω ἀφικνέεται . Ξύῤῥοια μία , ξύμπνοια μία , ξυμπαθέα πάντα
ξυνεστηκότος ἀπόκρισιν , ἐν ᾧ φερόμενα πάντα ἐς τὸ φανερὸν ἀφικνέεται ἕκαστα μοίρῃ πεπρωμένῃ . Ἐν δὲ τούτῳ ἐποιήσατο πυρὸς
6036041 προκοπτει
συνορᾷ : κακῶς ἔχει . συνορῶν οὗτος οὐ κινεῖται οὐδὲ προκόπτει : ἔτι ἀθλιώτερον ἔχει . ἐκτέτμηται τὸ αἰδῆμον αὐτοῦ
κατο - ρούειν καὶ ἀκοντίζειν ἱκανῶς : πάντα γὰρ ταῦτα προκόπτει τι εἰς τὸ μὴ καταφρονεῖσθαι . ἢν δὲ δὴ
6004774 εὐριπος
ἐν Κορίνθῳ τῆς γῆς Ἰσθμός , οὕτω πᾶσα θάλαττα εὐρεῖα εὔριπος , ὀνομαστικῶς δὲ ἡ παρὰ τῇ Εὐβοίᾳ αὐτὴ θάλαττα
ἀκατάστατος , ῥᾴων τῶν κωμάτων τὴν τροπήν , πορθμός , εὔριπος , ἀπαγής , ἀβέβαιος , ἀνερμάτιστος , σαλεύων ,
5979197 Εἰκας
ἐστὶν ἑβδόμη , Ἡ δωδεκάτη πέντε σὺν λοιποῖς δέκα , Εἰκάς τε τρίτη τέσσαρα σὺν εἰκάδι . Αἰγοκέρωτος ἡ δυὰς
ἐσχάτη . Τῶν Ἰχθύων δὲ τὰ δέκα σὺν ἐννέα , Εἰκάς τε σὺν τετράσιν , ἓξ σὺν εἰκάδι , Εἰκάς
5937801 ΕΙΟΝ
πορθμεῖον στοιχεῖον ἀγγεῖον γραφεῖον ᾠδεῖον σημεῖον . Τὰ διὰ τοῦ ΕΙΟΝ ὑπὲρ τρεῖς συλλαβὰς μὴ ὄντα ἐπὶ μηνῶν ἢ κύρια
κύρια ὄντα : Βούδειον Χλούνειον Σίγειον . Τὰ διὰ τοῦ ΕΙΟΝ τρισύλλαβα προπαροξύνονται , εἰ ἡ πρὸ τέλους συλλαβὴ εἰς
5926372 ἐκτρεπεται
, τῆς τύχης ἦν . ὁ δὲ ἵππος ῥύμῃ θέων ἐκτρέπεται τῆς λεωφόρου καὶ ἐς ὕλην ἐπήδησε καὶ εὐθὺς τὸν
εἰς τὴν Ἀραβίαν ἐναντίως εἰσχεόμενον εἰς τέλματα παμμεγέθη καὶ λίμνας ἐκτρέπεται μεγάλας καὶ περιοικουμένας γένεσι πολλοῖς . εἰς δὲ τὴν
5907358 προοδος
ἀντίξουν πρὸς τὴν διάκρισιν , ἧς ἄνευ οὐκ ἂν γένοιτο πρόοδος , καὶ ὅσα ἄν τις ἀπὸ τῶν εἰρημένων ἄλλα
οὔτε τι πρῶτον αὐτοῦ , οὐδὲ ἔσχατον : οὐδὲ γὰρ πρόοδος : οὐδὲ ἄρα θριγκός ἐστι πάντων , οὐδὲ περιέχει
5906185 διειργουσα
φερομένοις ἐπὶ ἀλλήλους οὐ παρέσχεν ἐλθεῖν ἐς χεῖρας ἡ χαράδρα διείργουσα : τὸ δ ' ἱππικὸν καὶ οἱ ψιλοὶ συμμίσγουσι
τὸ πέρας τῆς στοᾶς ὁ Ἑλλανοδικαιών : ἀγυιὰ δὲ ἡ διείργουσα ἀπὸ τῆς ἀγορᾶς ἐστιν αὐτόν . ἐν τούτῳ τῷ
5884254 μορφνος
τοῦ α εἰς η , καὶ μεταθέσει τοῦ π . μόρφνος ὁ ταχὺς καὶ δυνατὸς καταλαβεῖν . οἱ δὲ φασὶ
δὲ τῶν πλοίων τὰ λαίφη . τρίορχος καὶ τριόρχης καὶ μόρφνος καὶ μελανόστης καὶ μέλας καὶ ἁλιαίετος καὶ περκνὸς εἴδη
5873164 καρδιης
τῆς κοιλοτάτης . Δύο γάρ εἰσι κοῖλαι φλέβες ἀπὸ τῆς καρδίης : τῇ μὲν οὔνομα ἀρτηρίη : τῇ δὲ κοίλη
, εἶτ ' ἑαυτόν ἀφῆκεν εἰς βέλεμνον : μέσος δὲ καρδίης μευ ἔδυνε καί μ ' ἔλυσεν . μάτην δ
5872616 διεστως
ὀργάνων . . . . ἀπήορος : ὁ ἀπηρτημένος καὶ διεστώς : παρὰ τὸ ἀείρω ἀερῶ . . . .
. ἀπήορος , , : ἀπήορος : ὁ ἀπηρτισμένος καὶ διεστώς . παρὰ τὸ ἀείρω ἀπάορος καὶ ἀπήορος . Φιλόξενος
5866778 ἀκλιτος
τῆς ἐννοίας λόγον ποιήσομαι . Ἔστιν οὖν ἐπίρρημα μὲν λέξις ἄκλιτος , κατηγοροῦσα τῶν ἐν τοῖς ῥήμασιν ἐγκλίσεων καθόλου ἢ
αἰτιατικὴ νοείσθω ἐκ τοῦ ἔτυψα . ] οὐχὶ οὖν γενήσεται ἄκλιτος ἡ ἐμαυτός κατὰ μὲν τὸ τέλος διὰ τὸ ῥῆμα
5845027 περιπτερος
πρύμναν ἐτέτακτο προστὰς ἐξ ἐναντίου μὲν ἀναπεπταμένη , κύκλῳ δὲ περίπτερος : ἧς ἐν τῷ καταντικρὺ τῆς πρῴρας μέρει προπύλαιον
δὲ ἐπὶ τὴν πρῷραν οἶκος ὑπέκειτο Βακχικὸς , τρισκαιδεκάκλινος , περίπτερος , ἐπίχρυσον ἔχων τὸ γεῖσον ἕως τοῦ περιτρέχοντος ἐπιστυλίου
5820035 βαλβις
λέξιν . βαλβιδῶδες : βαθμῶδες , ὥς φησι Βακχεῖος . βαλβὶς γὰρ ὁ βαθμός . καὶ γάρ ἐστι τὸ κατ
ἀπὸ τῶν περὶ δρόμους ἁμιλλωμένων ἐν τοῖς ἄγωσιν . ΓΘ βαλβὶς δὲ καλεῖται τὸ ἐν τῇ ἀρχῇ τοῦ δρόμου κείμενον
5807691 ϲκελουϲ
δὲ τὸ μέροϲ καταρτίζομεν ἐπὶ κατακειμένου τοῦ κάμνοντοϲ καὶ τοῦ ϲκέλουϲ ἐντεταμένου : καὶ τὰ ἐπινύϲϲοντα δὲ τῶν ὀϲτέων ,
. Περὶ ποδὸϲ ἄκρου . ρϚʹ . Περὶ τῆϲ τοῦ ϲκέλουϲ ἀποθέϲεωϲ . ρζʹ . Περὶ τῶν ἅμα τραύματι ϲυνιϲταμένων
5801821 περιληψις
τοῦ πυρὸς κρύψις τῆς νοερᾶς καὶ τεχνικῆς ἐστι ζωῆς ἀφανὴς περίληψις ἣν ὁ Ζεὺς ἑκὼν πρῶτος δίδωσιδι ' ἧς καὶ
ὅρου ἀοριστίαν : ὅρος γάρ τις καὶ ἡ τῶν πάντων περίληψις . Ἔτι μέντοι καὶ ἡ πρώτη πάντα , ἁπλούστερον
5791328 παραβασις
ἡ εἰσέλευσις εἴσοδος καὶ ἐπήλυσις καὶ ἐπίβασις καὶ πάροδος καὶ παράβασις , εἰσελθὸν οὖν καὶ παραβὰν εἰς τὴν ὀρχήστραν πρὸς
διὰ χοροῦ τινος . ⌈ ὦ θεώμενοι : αὕτη ἡ παράβασις , ἣ καὶ μακρὸν καὶ πνῖγος ⌈ καὶ ἀνάπαιστος
5777761 Φιλιας
ὀξύτονα μέν , οἷον ἀνδριάς , περισπώμενα δέ , οἷον Φιλιᾶς . Ἰστέον δὲ ὅτι πᾶν ὄνομα διὰ τοῦ ιας
ὀξύτονα μέν , οἷον ἀνδριάς , περισπώμενα δέ , οἷον Φιλιᾶς . Ἰστέον δὲ ὅτι πᾶν ὄνομα διὰ τοῦ ιας
5770630 ἐκθλιψει
. , : ὅτι δὲ οὐδὲ τῇ ὑπ ' ἀλλήλων ἐκθλίψει βιαζόμενα κινεῖται , δείκνυσιν ἐφεξῆς . ταύτης δὲ γεγόνασι
βλεφάρων ἀποϲτήματα θεραπευτέον , τὰ μὲν ἐντὸϲ ἀποκορυφοῦντα ἀποτομίᾳ καὶ ἐκθλίψει τοῦ ὑγροῦ . εἶτα ἐγχυματίζειν ἅλμῃ καὶ ἄνωθεν ἐπιθέντα
5770610 ἐμμονος
. σϞαʹ . Ἀρθρῖτις ἐστὶ φλεγμονὴ συνισταμένη περὶ τοῖς ἄρθροις ἔμμονος πόνον ἰσχυρὸν ἐπιφέρουσα πασχόντων νεύρων . σϞβʹ . Ποδάγρα
αὖ πάλιν ὁ λεπτὸς , καὶ γὰρ εὐκίνητος καὶ οὐκ ἔμμονος : ἡ πῆξις δὲ δεῖται χρόνου , ἔτι δὲ
5764643 ἐπεκτασις
ἔστιν αὕτη ἡ τοῦ κάλως κάλωος κλίσις , ἀλλ ' ἐπέκτασις : ἔστι γὰρ ὁ κάλως τοῦ κάλω ἀττικῶς ,
ἀλλὰ τηλικουτοισί καὶ τοιουτοισί : κατὰ πτῶσιν γὰρ γίνεται ἡ ἐπέκτασις , οἷον τοιοῦτοι καὶ τηλικοῦτοι , τοιουτοιΐ καὶ τηλικουτοιΐ
5764242 ἠλεματον
καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ τοῦ γῆ καὶ πέδον γήπεδον , τὸ
εἰσκατέδυνεν . οἱ δέ μιν ἠΰτε γλαῦκα πέρι σπίζαι τερατοῦντο ἠλέματον δεικνύντες , ὁθούνεκεν ὀχλοάρεσκος . οὐ μέγα πρῆγμα ,
5749771 λαρυγξ
. Κυνάγχη ἐστὶ φλεγμονὴ τῶν ἔνδον μυῶν τοῦ λάρυγγος : λάρυγξ δέ ἐστι τὸ στόμα τῆς ἀρτηρίας , ὅθεν ἀναπνέομεν
ἡ μὲν ἔξωθεν λέγεται φάρυγξ , ἡ δὲ ἔσω λέγεται λάρυγξ . Φωνητικὰ ὄργανα ταῦτα : γαργαρεών , λάρυγξ ,
5748010 χοιρας
δὲ κατὰ βραχὺ γυμνούμενα ἀγγεῖα παραστελλέσθω : γυμνωθεῖσα δὲ ἡ χοιρὰς φαίνεται λευκοτέρα τῆς κατὰ φύσιν σαρκός , ὅτε χρὴ
δεῖται ἀγωγῆς . καὶ οἴδημα , καὶ κήλη , καὶ χοιρὰς , καὶ μελικηρὶς , πολλὴν μὲν ὁμοιότητα σώζει πρὸς
5739542 παρατεταται
, τοῖς δ ' ὀκτὼ τοῖς λοιποῖς ἐκ τῶν δεξιῶν παρατέταται , δι ' ἃς εἶπον αἰτίας : ὅταν δὲ
μικρὸν δάκτυλον πέρας αὐτῆς ὀστῷ τινι συναρθροῦται κυβοειδεῖ προσαγορευομένῳ . παρατέταται δ ' ἐκ τῶν ἐντὸς μερῶν τῷ σκαφοειδεῖ ,
5730776 λαιμος
, ἀπλήρωτόν τι καὶ ἀπαραίτητον κακόν . καὶ γὰρ ὁ λαιμὸς ἀπαιτεῖ τὰ ἐκ τοῦ ἔθους καὶ ἀπομανθάνων αὐτὰ ἀγανακτεῖ
γεγονὸς κατὰ ἐναλλαγὴν τοῦ π εἰς μ , καὶ τοῦ λαιμὸς ἀπὸ τοῦ λαύω : καὶ τοῦ δειμὸς , ἀπὸ
5728294 μυλη
ὧν ἤδη διείληπται , φυλάττει τὸ η : οἷον , μύλη , μυλήφατος : κοτύλη , κοτυλήρυτος : βοὴ ,
: ἐὰν δὲ τοιαύτη ᾖ οἷον ὅταν παιδίον ἔχῃ , μύλη θερμή τε καὶ ξηρά ἐστι διὰ τὸ εἴσω τετράφθαι
5719583 ἐντασεως
βάσεως ἤπερ ἐπὶ τῶν στηθῶν τῶν ποδῶν γίνεσθαι μετ ' ἐντάσεως ἰγνυῶν , καὶ κατὰ μὲν τὰς ἀρχὰς ἠρεμαῖον ,
ἀξίαν ἀπονεμητικὸν ἑκάστῳ : καὶ τὸ ἔμπειρον ποῦ μὲν χρεία ἐντάσεως , ποῦ δὲ ἀνέσεως : καὶ τὸ παῦσαι τὰ
5716951 ῥεπει
Θ . ἀσκεῖν ὑγιὲς : Μετέρχεσθαι δίκαιον . Θ . ῥέπει : Φέρεται , ἀποβλέπει , ἐκ μεταφορᾶς τοῦ ζυγοῦ
Μηδικῷ . οὕτω τοῖς ὅλοις φιλάνθρωπος ὢν ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας ῥέπει . Νύμφαις τοίνυν ἀνακραθεὶς πολλὰ δὴ καὶ παντοῖα ἐχόρευσέ
5713457 ἐκπερισπασμος
ἐπὶ τὰ εὐώνυμα μέρη , ὁ δὲ ἐπ ' ἀσπίδα ἐκπερισπασμὸς ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν ἐπὶ τὰ δεξιὰ νεύειν . Ἐὰν
ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν νεύειν κατόπιν , ὁ δὲ ἐπὶ δόρυ ἐκπερισπασμὸς ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν ἐπὶ τὰ εὐώνυμα μέρη , ὁ
5713028 περιοχης
, γλοιώδη , μυξώδη , ἰσχνότης τε τῆς τοῦ σώματος περιοχῆς γίνηται , μάλιστα τῆς γαστρὸς συμπιπτούσης , τοῦ τε
κεῖται ἐν αὐτῷ οὔτε παρατάσεώς τινος κατὰ διάστασιν οὔτε τοπικῆς περιοχῆς οὔτε ἀποδιαλήψεως μεριστῆς οὔτε ἄλλης τοιαύτης ἐν τῇ παρουσίᾳ
5710128 Πλευριτις
χρήσασθαι , καὶ αἰεὶ τὸ ἐξοιγόμενον χρίειν θερμαντηρίῳ φαρμάκῳ . Πλευρῖτις ξηρὴ ἄνευ ῥόου γίνεται ὅταν ὁ πλεύμων λίην ξηρανθῇ
μιν ἔχῃ , μὴ νῆστις ἐὼν τὸ φάρμακον πινέτω . Πλευρῖτις : πλευρῖτις ὅταν λάβῃ , πυρετὸς καὶ ῥῖγος ἔχει
5709485 ἀκλινους
δὲ ὡς ἄνευ τῆς οἰκείας βλάβης προεστώσης τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἀκλινοῦς μενούσης πρὸς τὰ δεύτερα : ἐξ ἀκηράτων γὰρ γενῶν
γὰρ ἡ τῶν στοιχείων μεταβολή , τὸ δ ' ἰσοκρατὲς ἀκλινοῦς βεβαιότητος καὶ ἀσαλεύτου μονῆς αἴτιον . ἅτε μήτε πλεονεκτοῦν
5697333 ἰπωσις
: τῆς δὲ κερκίδος εἰς τὸν ἔμπροσθεν τόπον παρηρθρηκυίας , ἴπωσις καὶ περίσφαλσις δοκιμάζεται , καθὼς ἐδηλώθη , ὅτε κατηρτίζετο
' ἓν μέρος ἐξαρθρήσεως τρεῖς ἐνέργειαι παραλαμβανέσθωσαν , παραγωγή , ἴπωσις , σφάλμα : ἐπὶ δὲ τῆς κατ ' ἀμφότερα
5677439 ἐπεγραφεν
οἷα τυράννου συγγράφων , ἐς μίμημα τῶν Δημοσθένους , Φιλιππικοὺς ἐπέγραφεν . ἔθεον δὲ οἱ μὲν ἐπὶ ἵππων , οἱ
τὴν γραμματικὴν καὶ τὴν ῥητορικήν . ὅθεν κἀν τῷ ἀκροατηρίῳ ἐπέγραφεν : “ ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω ” . τὸ δὲ
5673743 κεασαι
κόσμος κεφαλῆς . κεάσαι σχίσαι : “ διὰ δὲ ξύλα κεάσαι . ” σημαίνει καὶ τὸ καῦσαι . κεδνή σώφρων
καὶ ὀσφύος , καὶ ἀπὸ τοῦ ὀρχέεσθαι καὶ πτίσαι καὶ κεάσαι καὶ δραμεῖν πρὸς ἄναντες χωρίον καὶ πρὸς κάταντες ,
5655827 διαιρεϲιϲ
τὸ πάθοϲ προϲηγόρευϲαν . ἐμπίεϲμα δέ ἐϲτι πολυμερὴϲ τοῦ ὀϲτέου διαίρεϲιϲ μετὰ τοῦ τὰ κατεαγότα ὀϲτάρια ὑποκεχωρηκέναι κάτω πρὸϲ τὴν
χείλη τῆϲ διαιρέϲεωϲ . ἐπιτήδειοϲ δὲ ἡ κατ ' εὐθὺ διαίρεϲιϲ , ἐφ ' ὧν περιτροπὴ τῶν χειλῶν τῆϲ διαιρέϲεωϲ
5640506 κρεμω
ὁμοτονεῖ τοῖς ἰδίοις ὁριστικοῖς : νικῶ ἐγώ νικῶ σύ , κρεμῶ ἐγώ κρεμῶ σύ . τὰ μέντοι τρίτα εἴτε εἰς
ἐπ ' ἄκρων τοῦ δένδρου ὤν , ἢ παρὰ τὸ κρεμῶ ἀκρέμων , ὁ κρεμώμενος , . , , .
5638220 εὐωνυμα
καλεῖ : τῶν γὰρ δεξιῶν ἡ καλὴ ἐργασία . ἢ εὐώνυμα λέγει τὰ πληγώματα αὐτῶν : εὐωνύμως γὰρ ἐπλήγησαν .
ὁ δὲ ἥλιος οὐ τοσοῦτον παραβαίνει ἐπὶ τὰ δεξιὰ καὶ εὐώνυμα , ὅσον οἱ πέντε , ἀλλὰ τῶν τριῶν τούτων
5633634 ἀναντης
ἀτριβής , ἀπρόσμικτος ἀπροσπέλαστος , δύσξενος , δύσβατος δύσπορος , ἀνάντης , ἄγροικος , χαράδρα , φάραγξ , θηρίων μᾶλλον
σπονδύλου καὶ αὐτῆς τῆς κεφαλῆς : ἡ δὲ πυρηνοειδὴς ἀπόφυσις ἀνάντης μέν ἐστιν , ἀπὸ δὲ τῶν προσθίων ἀρχομένη μερῶν
5629765 στενωπος
, προπαροξύνεται , πλὴν τῶν παρὰ τοῦ ΩΠΟΣ , οἷον στενωπός : πυθμένος ἀπύθμενος , λιμένος ἀλίμενος , μηνός δίμηνος
ἄρχονται . τὸ δὲ ἄνθρωπος προσηγορικὸν προπαροξύνεται . τὸ μέντοι στενωπός ὀξύνεται προσηγορικὸν ὂν ἐπὶ θηλυκοῦ μόνου . ἔτι καὶ
5629392 ἀττικη
. Χωρέει δὲ τὰ λοχεῖα τῇ ὑγιηρῇ γυναικὶ ἱκανὸν ὅσον ἀττικὴ κοτύλη καὶ ἡμίσεια τὸ πρῶτον ἢ ὀλίγῳ πλέονα ,
ἐπεὶ δ ' ἐφευρέθησαν οἱ γῆς ἐργάται , ᾔτησεν αὐτοὺς ἀττικὴ γερουσία κώμοις παρ ' αὐτοῖς καὶ πότοις Διονύσου τελουμένοις
5623636 ἀναιρουσα
καρατομηθῆναι μέλλουσα ἢ καρατόμον Ἑλλάδος ἡ ἐν Σκυθίᾳ τοὺς Ἕλληνας ἀναιροῦσα διὰ τὴν ἐν Ταύροις ὑπ ' αὐτῆς ξενοκτονίαν .
ἡ δύναμις δηλαδὴ τοῦ ἡλίου , ἡ τὰ φερόμενα βέλη ἀναιροῦσα . . ἣ δ ' ἄρα . αὕτη δὲ
5620603 γρωνη
δεχομένη τὰ σχοινία πέτρα . . . . . . γρώνη : γρώνη : . . . παρὰ τὸ γῶ
οἷον , φωνή : ὠνή : χώνη : ζώνη : γρώνη : μνώνη : πρόσκειται μὴ ἀπὸ ῥημάτων γινόμενα διὰ
5619605 ἑαφθη
ἐάγη . πῶς οὖν παρὰ τὸ ἕπω καὶ ἥφθη τὸ ἑάφθη δύναται διαιρεῖσθαι ; διὸ ὁ Τυραννίων ἐκδέχεται ἀπὸ τοῦ
ἐκλίνθη δ ' ἑτέρωσε κάρη , ἐπὶ δ ' ἀσπὶς ἑάφθη . . . . Ν : Ἑάφθη : Ἀρίσταρχος
5617627 διμοιριτης
δεκανία καὶ ἐνωμοτία καὶ ἐνωμοτάρχης . Τί ἐστι διμοιρία καὶ διμοιρίτης καὶ τί ἡμιλόχιον καὶ ἡμιλοχίτης . Τί ἐστι πρωτοστάτης
[ ἀγαθοὶ γὰρ ὄντες οὐδὲν ] ἀγαθὸν πράττομεν [ ὁ διμοιρίτης ] φέρων αὐτός ποτε [ ] ον , πήραν
5616650 ἀνδρωνιτιδος
, τὰ γεννητικὰ τῆς ψυχῆς ἐκτετμημένος , μετανάστης μὲν τῆς ἀνδρωνίτιδος , φυγὰς δὲ καὶ τῆς γυναικωνίτιδος , οὔτ '
“ ποῖ καὶ πόθεν ; ” , “ ἐκ τῆς ἀνδρωνίτιδος , ” εἶπεν , “ εἰς τὴν γυναικωνῖτιν .
5610950 κληϊδας
: σῶμα * λαιφάξῃ : λάψῃ , ῥοφήσῃ ῥοφήσῃ καὶ κληΐδας δὲ τὰς σάς , ἤτοι τὰς τοῦ πληττομένου ,
: σῶμα * λαιφάξῃ : λάψῃ , ῥοφήσῃ ῥοφήσῃ καὶ κληΐδας δὲ τὰς σάς , ἤτοι τὰς τοῦ πληττομένου ,
5598675 Στοιχειον
ἕξις διακριτικὴ σωμάτων . Ὀστοῦν μυελὸς ὑπὸ θερμοῦ παγείς . Στοιχεῖον τὸ συνάγον καὶ διαλύον τὰ σύνθετα . Ἀρετὴ διάθεσις
ποιήματος , πρὸς ἔνδειξιν τοῦ σκοποῦ τῆς μετρικῆς παρατιθέμενος . Στοιχεῖον μὲν οὖν ἐστι φωνῆς ἐνάρθρου μέρος ἐλάχιστον : τῶν
5591882 βασιμος
ὅτι μέγα ἐστίν . Ἰσθμός . θάλασσαν ἔχων ἑκατέρωθεν , βάσιμος . ἴσθμια δὲ τὰ βήματα . Ἴφια μῆλα .
πέτρα δὲ κατὰ μέσην ἀνατείνει τοῖς πτηνοῖς [ μόνοις ] βάσιμος : ἐν κύκλῳ δὲ ὕλη δασεῖα καὶ πυκνὴ τοὺς
5591506 φαινεσθω
; παρίημι , ἀρχέτω : μόνον ἀγαθόν τι ποιῶν ὑμᾶς φαινέσθω . ἀλλὰ γὰρ ἐμοὶ μὲν ἀρκεῖ περὶ τούτων τὰ
Μεσσηνίων ἔχει τὴν βαρύτητα Λακεδαιμονίων καὶ τὴν ἐλευθερίαν Θηβαίων : φαινέσθω γὰρ διόλου Μεσσήνιος εὐγνώμων , ἵνα ἀπ ' ἐναντίας
5588052 συνθεουσιν
Θηβῶν . ἀλλ ' ἔνθα ἂν καὶ νῦν φανῇς , συνθέουσιν ἐπὶ σὲ πάντες ὥσπερ ἐπὶ τὴν γλαῦκα τὰ ὄρνεα
, ὦ Δίκη , ἀνεβόησαν , ὡς δὲ καὶ σπουδῇ συνθέουσιν ἕλκοντες ἀλλήλους πρὸς τὸ ἄναντες εὐθὺ τοῦ Ἀρείου πάγου
5587959 διηκουσα
. Εἰ γὰρ μὴ μία τις εἴη , δύναμις ἔμψυχος διήκουσα διὰ τοῦ παντὸς καὶ πάντα συνδοῦσα καὶ συνέχουσα οὔτ
ἰέναι . Ἀλλ ' ἆρα μία τις ψυχὴ διὰ παντὸς διήκουσα περαίνει τὰ πάντα ἑκάστου ταύτῃ κινουμένου ὡς μέρους ,
5583343 παιωνικη
ἄρα πυρός : διπλῆ καὶ ἐν εἰσθέσει περίοδος τοῦ χοροῦ παιωνικὴ ἑπτάκωλος , ἔχουσα τρίρρυθμα πρῶτον , δεύτερον , τρίτον
καὶ μέτριος , καὶ ὁποῖος συγκεκραμένος . ἡ μὲν δὴ παιωνικὴ ἐν τοῖς μεγαλοπρεπέσι σύνθεσις ὧδ ' ἄν πως λαμβάνοιτο
5579673 γεωγραφια
, τοιγαροῦν ἴωμεν ἐπὶ τὴν ἐξήγησιν . Κατὰ τί διαφέρει γεωγραφία χωρογραφίας ; ὅτι ἐν μὲν τῇ γεωγραφίᾳ τὰ καθόλου
, πόλεων καὶ ἄλλων πραγμάτων . περίοδός ἐστι περιφορά , γεωγραφία πάσης τῆς γῆς , ἔχουσα διαγράμματα τῆς ἠπείρου καὶ
5577755 φυστις
: ἡ πεφυρμένη καὶ ἐπὶ γῆς πεσοῦσα . λέγεται καὶ φύστις ἡ ἔκφυσις , γονή . τοῦτο δὲ διὰ μέσου
ἐξ ἀγγελίας μάθησις , οὕτω καὶ ἐκ τοῦ φύω φύσω φύστις ἡ φυὴ καὶ ἡ φύσις . . ἐξέφθινται ]
5573459 Βοιβη
ἐν Κρήτῃ Βοίβη τῆς Γορτυνίδος . καὶ ἐν Μακεδονίᾳ λίμνη Βοίβη . τὸ ἐθνικὸν τῆς Βοίβης Βοιβεύς καὶ Βοιβηίς θηλυκόν
: σεσημείωται βοικία , ἡ θεράπαινα : βοικεῖ γαμήσκει : Βοίβη λίμνη καὶ πόλις ἐν Θεσσαλίᾳ : Βοιωτὸς τὸ ἔθνος
5573281 πεντεταλαντος
. τἀργύριον ] γρ . ἀργυρίων . εἴ σοι γράφοιτο πεντετάλαντός τις δίκη : εἰ κατηγοροίη πέντε σε δυναμένη ζημιῶσαι
] κατὰ σοῦ . γράφοιτο ] κατηγόροιτο , κατηγοροῖ . πεντετάλαντός ] ὅτι ὀφείλεις πρός τινα πέντε τάλαντα , πέντε
5569128 Τοιαυτη
μὴ διαλύεσθαι καὶ γενέσθαι καὶ τοῦ θανάτου κρείττους γίνεσθαι . Τοιαύτη προῆλθεν ἡ ἀνθρώπου ψυχή , οὐσία λογική , ἀεικίνητος
τῆς Λιβύης τὸν πλατὺν αὐτῆς κόλπον ἀμφέλκεται ἢ περισύρεται . Τοιαύτη μὲν τῆς Λιβύης ἡ μορφὴ καὶ τὸ σχῆμά ἐστιν
5562072 ἐκδεξαι
ἀναβαίνεις , τί ὑπακούεις ; εἰ γὰρ σταυρωθῆναι θέλεις , ἔκδεξαι καὶ ἥξει ὁ σταυρός : εἰ δ ' ὑπακοῦσαι
ζῆν , οὕτως ἀνεξέταστον φαντασίαν μὴ παραδέχεσθαι , ἀλλὰ λέγειν ἔκδεξαι , ἄφες ἴδω , τίς εἶ καὶ πόθεν ἔρχῃ
5561037 ἀτραπος
? ? πολυρροθίων ? ? [ ] ὑμεναίων . [ ἀτραπὸς ] [ ] ἐννοσίγαιος ἐπ ' Αἰγυπτησα [ !
σαυτόν . Παῦε , πνιγηρὰν λέγεις . Ἀλλ ' ἔστιν ἀτραπὸς ξύντομος τετριμμένη , ἡ διὰ θυείας . Ἆρα κώνειον
5555912 Χαονια
καὶ Ναξίων ἐν Σικελίηι πόλιν ἔκτισε . . . . Χαονία : μέση τῆς Ἠπείρου . οἱ οἰκήτορες Χάονες :
ἐν Ἠπειρωτικοῖς Ἶρόν φησι Μερμέρου παῖδα . . . : Χαονία , μέση τῆς Ἠπείρου . Οἱ οἰκήτορες Χάονες .
5555605 ἐστραμμενον
σπλὴν ἐν τοῖς ἀριστεροῖς , ἀεὶ τὸ σιμὸν ἑαυτοῦ μέρος ἐστραμμένον ἔχων εἰς τὰ δεξιὰ πρὸς τὸ ἧπάρ τε καὶ
, κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . Ἐὰν μὲν ἄρα πέπερι φέρῃ
5553550 Ἐνταυθ
συνῆγε στρατόπεδον , τὸ δ ' ἐσόμενον ἄδηλον ἦν . Ἐνταῦθ ' ἡμῖν ἀπόδειξιν ποίησαι , Δημόσθενες , τί ποτ
τοῦτο εὐθέως λέγων . Ἀντιδιαπλέκει : ἀντὶ τοῦ ἀντιλέγει . Ἐνταῦθ ' εἰσέρχεται βουλευτὴς εἰς τὸ βουλευτήριον Δημοσθένης , οὔτε
5553237 Καρουρα
τροπῆς ἐφ ' ἑκάτερα μοίρας λε γοʹ . Ἡ δὲ Καροῦρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιγ , καὶ διέστηκεν
τροπῆς ἐφ ' ἑκάτερα μοίρας λε γοʹ . Ἡ δὲ Καροῦρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιγ , καὶ διέστηκεν
5548976 ἀρτηριης
Εὐθεῖα δὲ ἀπὸ τῆς καρδίης πρὸς κληῗδας τείνουσα ἄνωθεν τῆς ἀρτηρίης ἐστὶ , καὶ ἀπὸ ταύτης , ὥσπερ καὶ παρ
ἀμφιβεβηκυῖαι . Ἀρτηρίαι μὲν ἐκ τουτέου ἐκπεφύκασιν ἔνθεν καὶ ἔνθεν ἀρτηρίης τόνον ἔχουσαι . Ταύτῃ δέ πη παλινδρομήσασα ἀπὸ καρδίης
5547756 θετεος
παιδείας ἐπαϊόντων . Οὐκοῦν ἐπὶ τούτοις τῶν μὲν νόμωνὦ Θωμάσιεπρῶτος θετέος αὐτῇ ὑπ ' αὐτῆς τῇ βασιλείᾳ τῆς ἐννόμου χάριν
ἀπὸ τοῦ ἐτὸς ἐτεός , ὡς δοτὸς δοτέος καὶ θετὸς θετέος . . . . . . ἐτώσιον : ἐτώσιον
5547449 πηδᾳν
ἀνατρέχοντα ἄνω . χρεία δ ' ἐκ τῆς πέτρας εὐκόλως πηδᾷν εἰς τὴν ἅλα τὸν ἁλιέα , καὶ ἀπὸ ἐξ
μετ ' ἄλλου γυμνάζεσθαι . Ἀκταίνειν . γαυριᾷν καὶ ἀτάκτως πηδᾷν . Ἀκταίνειν , ἀκολασταίνειν , γαυριᾷν καὶ ἀτάκτως πηδᾷν
5538818 φωτιζομενον
πρὸς τὸ ἐν πυρὸς αὐγῇ , τὸ ἀπὸ τοῦ πυρὸς φωτιζόμενον . . . . ψ ἐν πυρὸς αὐγῇ :
ἄπειρον ἐκπίπτουσα . οἷον ἔστω φωτίζον μὲν τὸ αβ , φωτιζόμενον δὲ τὸ γδ , ἴσα δὲ ἀλλήλοις καὶ σφαιρικά
5535802 πεττεια
χρησιμευούσης . διὸ καὶ τῶν μερῶν τῆς μελοποιίας ἡ καλουμένη πεττεία τὸ χρησιμώτατον ἐν ἐκλογῇ τῶν ἀναγκαιοτάτων φθόγγων ἑκάστοτε θεωρουμένη
καὶ μάχλους . κυβεία , κυβεύτρια κυβευταί , κυβευτήρια . πεττεία ἢ πεσσεία , ὡς Σοφοκλῆς σκιράφια : καὶ τὸν
5531579 βιβημι
ἀναδίπλωσιν ἔχει Ἰωνικήν . Βὰς γὰρ ἦν , ἀπὸ τοῦ βίβημι , εἰς δεύτερον ἀόριστον , ἢ καὶ εἰς παρατατικόν
, τὸ βαίνω , γίνεται παράγωγον βῆμι καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν βίβημι , ἔνθεν τὸ „ ἤϊε μακρὰ βιβάς „ ,
5527893 Παλληνιος
, ἡ δὲ Παλλήνη διὰ τοῦ α τέσσαρα , Παλληνεύς Παλλήνιος Παλληναῖος Παλληνίτης . Πελόπη , κώμη Λυδίας πρὸς τῇ
Εὐξείνῳ πόντῳ , ὡς Ἀρριανός . τὸ ἐθνικὸν Ἀλμήνιος ὡς Παλλήνιος , ἢ Ἀλμηνίτης ὡς Σινωπίτης . Ἄλμος , πόλις
5526169 μυουρος
πλησίον , ἀπολεπτύνεται δὲ εἰς τὴν οὐράν , καί ἐστιν μύουρος . Ἔστι δὲ αὐτοῦ τὸ μὲν χρῶμα οὐκ ἀεὶ
ἀνασπάσθω , καὶ ἐπεζεύχθω κανόνιον , καὶ κρεμάσθω κάμαξ μακρὸς μύουρος ἐκκεκολαμμένος κοιλάσματι ἡμικυκλίῳ , χολέδρᾳ τὸ σχῆμα ὅμοιος ,
5524994 κορωνον
διὰ τὸ μῆκος οὐκ εὐπαρείσδυτον , τὸ δ ' αὖ κορωνόν τε καὶ ὑπερέχον ὑπὲρ τοῦ ζυγώματος : ἅμα τε
μέρος τοῦ πήχεος ὡς † ἐκκρεμνῆναι † τὸν [ ] κορωνόν : εἶτα καὶ σκῦτος ὑποτιθεῖν ἐπὶ τὴν ἄκραν χεῖρα
5524920 δρομεων
. ὕσπληγξ : ἡ πάγη : κυρίως δὲ ἡ τῶν δρομέων ἀφετηρία . ἀπὸ κοινοῦ δὲ τὸ φοβερὸν κακόν .
καὶ αἱ ἐνδρομίδες : οὕτω δ ' ἐκαλοῦντο τὰ τῶν δρομέων ὑποδήματα . Κράτης δ ' ἔφη ἐν Ἥρωσιν ἁλτῆρσι
5524728 ἀμαιμακετος
ῥα Χίμαιραν ἀμαιμακέτην . ἢ παρὰ τὸ μάχη ἀμαιμάχετος καὶ ἀμαιμάκετος . . . . ἀμαλδῦναι : κυρίως μὲν τὸ
ἀμαιμακέτην ἐκέλευσε πεφνέμεν . ἢ παρὰ τὴν μάχην ἀμαιμάχητος καὶ ἀμαιμάκετος καὶ ἀμαιμακέτην . οὕτως Μεθόδιος , . , .
5518351 νυσσα
γραμμὴ καὶ βαλβίς , περὶ δ ' ὃ κάμπτουσι , νύσσα καὶ καμπτήρ : ἵνα δὲ παύονται , τέλος καὶ
περὶ τὴν νύσσαν : ἤτοι πρὸς τὸ προκείμενον ἐπάνηκε . νύσσα δέ ἐστιν ὁ καμπτός , καθ ' ὃν οἱ
5516751 ἐπιτυχης
δὲ τῇ ἐλπίδι , τότε γίγνεται ἡ τῆς ψυχῆς ἀγωνία ἐπιτυχὴς καὶ τελεσιουργὸς καὶ νικηφόρος : ἔστιν δὲ τοῦτο οὐκ
εἰσί τινες πρὸ τῆς ἀποβάσεως ἄκριτοι , οὓς κρίνων μὲν ἐπιτυχὴς παρά γε ἐμοὶ εἶναι δόξεις , μὴ κρίνων δὲ
5516593 αἰσυλος
παροξύνεται : στωμύλος αἱμύλος στρογγύλος ἀγκύλος καμπύλος . τὸ δὲ αἴσυλος προπαροξύνεται ὡς σύνθετον , ἀπὸ τοῦ Α καὶ τοῦ
πέλαγος , τὸ λίαν κεχηνός , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι αἴσυλος , οἱονεὶ ὁ πάνυ συλῶν καὶ ἁμαρτάνων . ἀντὶ
5514890 ὀνοματοποιϊα
ἑλκόμενοι ἦχον ἀποτελοῦσιν , ὡς δοκεῖν καχλάζειν . ὁ τρόπος ὀνοματοποιΐα . καχλάζοντα : ἀντὶ τοῦ ἠχοῦντα . ὁ δὲ
ἐστὶ λέξις κατὰ παραγωγὴν τοῦ καθωμιλημένου ἐξενηνεγμένη , λέγεται δὲ ὀνοματοποιΐα ἑπταχῶς : κατὰ ἐτυμολογίαν , κατὰ ἀναλογίαν , κατὰ
5513707 διαζευξις
περιπατεῖ : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσιν οὔτε ἀκολουθία οὐδεμία οὔτε διάζευξίς τις , οὔτε κατὰ τὴν λέξιν ἐπίκτητος γοῦν ἕνωσίς
περιπατεῖ : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσιν οὔτε ἀκολουθία οὐδεμία οὔτε διάζευξίς τις , οὔτε κατὰ τὴν λέξιν ἐπίκτητος γοῦν ἕνωσίς
5513427 σπορα
ἐναντία , μήτε γῆ βατὴ μήτε θάλασσα πλωτὴ μήτε τέκνων σπορά , τυφλός τε νοῦς καὶ πεπεδημένος ὑπάρχων ἀσχήμονα βίον
ἐπειδὴ τῷ ὄντι ψυχῆς ἐστι θάνατος δόξης αἰσθητῆς καὶ κενῆς σπορά τε καὶ γέννησις . Τί δ ' ; οἱ
5512745 Σικινος
ποιητὴν Ὅμηρον : ἀπὸ δὲ τῆς Ἴου πρὸς ἑσπέραν ἰόντι Σίκινος καὶ Λάγουσα καὶ Φολέγανδρος , ἣν Ἄρατος σιδηρείην ὀνομάζει
καὶ Σικημίτης . τοῦ δὲ Σίκημα τὸ ἐθνικὸν Σίκημοι . Σίκινος , νῆσος περὶ τὴν Κρήτην , ὡς Στράβων δεκάτῃ
5510650 πλεοναζουσα
τῶν ξύλων ἐπιφάνειαν ἐλθεῖν : οὐδὲ ποιεῖ σῆψιν ἡ ὑγρότης πλεονάζουσα , καὶ τότε στερρά ἐστιν ἡ ὕλη μὴ εἴκουσα
μοίρας τινὰς δυνάμεων διακληρωσαμένη μεριστάς , προσθήκαις τε ἄλλαις περιττοτέραις πλεονάζουσα ἀφ ' ἑαυτῆς , καὶ ἄλλοτε ἄλλα εἴδη καὶ
5500778 διχρονου
σχοινία παρὰ τὸ οἴω τὸ κομίζω οἶσα καὶ τροπῇ τοῦ διχρόνου εἰς δίχρονον καὶ ἰωνικῶς οὖσα . ἢ τὰ ἀπὸ
γάρ ἐστιν ὁ λέγων : τὰ εἰς Σ λήγοντα μετὰ διχρόνου ἀποβολῇ τοῦ Σ τὸ οὐδέτερον ποιοῦντα συνεσταλμένον ἔχουσι τὸ
5500352 κεκινημενη
: ὁρμῶσι καὶ ταράσσονται : ὅθεν καὶ θυμός , ἡ κεκινημένη ψυχή , καὶ θύϊα ἡ ἴγδις . χείμαρον ἐξερύσας
προσωτέρω χωρεῖν τὴν Αἰκανῶν καταφρόνησιν , καὶ Τυρρηνία πᾶσα ἠγγέλλετο κεκινημένη καὶ οὐ διὰ μακροῦ χωρήσουσα εἰς πόλεμον . συνήχθη
5500305 στασιωδης
δ ' οὐκ ἔστιν ὅτι μὴ στασιαστικός : ὁ γὰρ στασιώδης καὶ στασιαστὴς ὑπόφαυλα , καὶ τὸ ταραχῶδες εὐτελές ,
γὰρ ἂν εἴη τῷ χρωμένῳ . Τί δέ ; ὅστις στασιώδης τέ ἐστι καὶ θέλων πολλοὺς τοῖς φίλοις ἐχθροὺς παρέχειν
5495565 σεως
ἐκκειμένης σεληνιακῆς ἀνωμαλίας ἐπὶ τῆς κατ ' ἐπίκυκλον ὑποθέ - σεως , δι ' ἣν εἴπομεν αἰτίαν , τὸ μὲν
σοφόν ; μηδένα γὰρ ἀπ ' ἀρχῆς ἀνθρώπων γενέ - σεως ἄχρι τοῦ παρόντος βίου κατὰ τὸ παντελὲς ἀνυπαίτιον νομισθῆναι
5495412 ἀκραιφνως
νοητὴ καὶ νοερὰ ἀπὸ τῶν ἄκρων , ἔστι δὲ οὐδέτερον ἀκραιφνῶς , ἀλλ ' ᾗ διακρίνεται μόνον , ταύτῃ καὶ
τοῦ νεύρου πεπονθότος , ὡς μηκέτ ' ἰσχύος ἔχειν , ἀκραιφνῶς διαπορθμεύειν τὴν ἀπ ' ἐγκεφάλου εἰς ταῦτα ἰοῦσαν δύναμιν
5493821 Ἀγυια
α , ἐπὶ δὲ τοῦ πολὺ κατ ' ἐπίτασιν . Ἀγυιά , ἡ ὁδὸς , παρὰ τὸ ἄγω τὸ πορεύομαι
εἶδος ἀρίστην . οὕτως Ὠρίων ; . , . . Ἀγυιά : ἡ ὁδός : παρὰ τὸ ἄγω , τὸ
5492992 ἀποκοψομεν
μυδίῳ τὸ περιττὸν ἐκπιάϲαντεϲ καὶ πρὸϲ τὸ κάτω μέροϲ ἕλξαντεϲ ἀποκόψομεν ϲταφυλοτόμῳ ἢ ἀναρραφικῷ ϲμιλίῳ . τὰ δὲ μετὰ τὴν
ἄνωθεν μερῶν , ὥστε ὑπερβίαιον γενέσθαι τὴν ἐξολκήν , οὕτως ἀποκόψομεν τὸν κιρσόν : αἴτιος δ ' ἡ βίαιος ἐξολκὴ
5491699 ἀτενιζω
καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ αὖτις ' . . . . ἀτενίζω : τὸ πάνυ βλέπω : τείνω τενῶ τενής καὶ
: τὸ πάνυ βλέπω : τείνω τενῶ τενής καὶ ἀτενής ἀτενίζω , τοῦ α ἐπίτασιν σημαίνοντος , ἵν ' ᾖ
5485347 πλαζω
, τουτέστιν ἐξήνεγκαν τοῦ ὀρθοῦ καὶ φρόνιμον . ἀπὸ τοῦ πλάζω τοῦ πλανῶ τὸ παρέπλαξαν . περὶ τῆς τοῦ φόνου
τὸ πληροῦσθαι ὑπὸ τοῦ ἄξονος . Πλαγγών . παρὰ τὸ πλάζω . πλαγὼν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ , πλαγγών
5481915 διδασκαλικης
εἶχεν , οὐ μόνον ἰατρικῆς ἕνεκα παρασκευῆς , τῆς τε διδασκαλικῆς καὶ τῆς ἐργάτιδος , ἀλλὰ καὶ τῆς ἄλλης ἁπάσης
πειθοῦς εἶναι δημιουργὸν τὴν ῥητορικήν : εἰ δὲ πισιευτικῆς ἢ διδασκαλικῆς οὐ διαφέρομαι τὰ νῦν εἶναι , ἀλλ ' οὖν
5477297 περαντικος
πέρας ἐπιτιθεὶς τοῖς λόγοις . ΓΘ συνερκτικὸς ] συνεργητικός . περαντικός ] ἤγουν πέρας ἐπάγων τοῖς αὑτοῦ λόγοις . Γ
Γ συνερκτικὸς ] συνείρειν τοὺς λόγους καὶ συντιθέναι δυνάμενος . περαντικός ] πέρας ἐπιθεῖναι τοῖς λόγοις δυνάμενος . κρουστικός :
5473161 ἑλμινς
καὶ κλητικήν , οἷον ὁ Τίρυνς ὦ Τίρυνς , ἡ ἕλμινς ὦ ἕλμινς , ὁ μάκαρς ὦ μάκαρς , ἡ
ἑλμίνθων γένεσις . Περὶ πλατείας ἕλμινθος . Καὶ ἡ πλατεῖα ἕλμινς πλεονάζει μὲν ἐπὶ πυρετῶν , γίνεται δὲ καὶ ἐν
5471618 ἀμισθος
ἔρωτος φιλία τέλος , τούτου τοῦ ἔρωτος ἔχθρα τέλος : ἄμισθος ὁ ἔρως ἐκεῖνος , μισθοφόρος ὁ ἔρως οὗτος :
. ἀσύφηλος ὕβρις : ἡ μετὰ ἀμαθίας καὶ ἀτιμίας . ἄμισθος : Σοφοκλῆς ἄμισθος ὁ ξένος πορεύεται . ἄπυρον πινακίσκον

Back