ἐντίμοις , ἁγίαις θοίναις ] εὐωχίαις , θυσίαις ποτινισσομένα ] προσερχομένη βουφόνοις ] μεγάλαις ἢ ταῖς ἐκ βοῶν γινομέναις πατρὸς | ||
τὸ δὲ γένος καὶ αἱ ἄλλαι διαφοραὶ ὕλῃ , καὶ προσερχομένη αὐτὴ καὶ εἶδος ποιοῦσα ἕν τι ποιεῖ τὸν ὁρισμόν |
: ἐὰν προσέχηις τὸν νοῦν , διὰ τούτων παρελθοῦσα ἁ γνώμα μᾶλλον αἰσθησεῖται . δεύτερον δὲ μελετᾶν , αἴ κα | ||
ἐπ ' οἶδμα πόλεις τε βαρβάρους περῶντες κοινᾶι δόξαι : γνώμα δ ' οἷς μὲν ἄκαιρος ὄλβου , τοῖς δ |
χοροῖσι συμπαίζει τε καὶ κλῇδας γάμου φυλάττει . Ἑρμῆν τε νόμιον ἄντομαι καὶ Πᾶνα καὶ Νύμφας φίλας ἐπιγελάσαι προθύμως ταῖς | ||
τοῦτον δὲ διὰ τὸ κτηνοτροφίαν καὶ κυνηγεσίαν εὑρηκέναι ἀγρέα καὶ νόμιον ὠνόμαζον . φαίνεται δὲ ὅτι καὶ τὴν ἐλαιουργίαν καὶ |
ἡ φωνή . , . . , . ἀγαστά : ἀγαστά καὶ ἀγαστός ἐρεῖς καὶ ἐπιρρηματικῶς ἀγαστῶς , ὡς Ξενοφῶν | ||
πόλεμον ἀσκήμασι καὶ ταῖς τοῦ πλούτου ἐπιμελείαις , ταῦτα πάντα ἀγαστά μοι δοκεῖ εἶναι . καὶ γὰρ ὅτι ὀρθῶς ἑκάστου |
αἰδοῖα ἔτεμε τοῦ Κρόνου , ἐν Σικελίᾳ κρύψαι λέγεται . ζάγκλον δὲ παρὰ Σικελοῖς τὸ δρέπανον . μέμνηται δὲ καὶ | ||
δρέπανον . μέμνηται δὲ καὶ Καλλίμαχος ἐν βʹ Αἰτίων . ζάγκλον τὸ δρέπανον , ὥς φησι Καλλίμαχος : κέκρυπται γυνὴ |
ὀστέων ὀδυρτά . Ὁρᾶτε τουτονὶ κενόν . Τήνελλα καλλίνικος . Τήνελλα δῆτ ' , εἴπερ καλεῖς γ ' , ὦ | ||
μοι δι ' ὀστέων ὀδυρτά . Ὁρᾶτε τουτονὶ κενόν . Τήνελλα καλλίνικος . Τήνελλα δῆτ ' , εἴπερ καλεῖς γ |
Ἀνακτόρου καλουμένου πρὸς τῷ ὀρόφῳ Πέλοπος ἅρμα λέγουσιν ἀνακεῖσθαι . Φλιασίοις μὲν δὴ τοσαῦτα λόγου μάλιστα ἦν ἄξια : ἐκ | ||
ἀγορᾶς αἲξ χαλκῆ , τὰ πολλὰ ἐπίχρυσος : παρὰ δὲ Φλιασίοις τιμὰς ἐπὶ τῷδε εἴληφε . τὸ ἄστρον ἣν ὀνομάζουσιν |
διδόντων . Ἀγαθώνειος αὔλησις : ἡ ἡδίστη καὶ εὐφραντή . Ἀνδριὰς σφυρήλατος : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἀγέλαστος πέτρα : | ||
ἐπὶ Αἰθιοπίας , ὅπου καὶ Μέμνων ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ . Ἀνδριὰς γὰρ ἵστατο ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις Μέμνονος , διά |
ἀορίστου τὴν παραλήγουσαν : οἷον , λείβω , ἔλιβον : ἀμείβω , ἤμειβον : πείθω , ἔπιθον : λείπω , | ||
, ὄχος , καὶ ἔξοχος : ἀείδω , ἀοιδή : ἀμείβω , ἀμοιβή : τὰ γοῦν ἀπ ' αὐτῶν συγκείμενα |
τοῦ παχέος , τοῖσι δὲ λεπτοῖσι τὸ ἀνάπαλιν : οἷσι συνεστραμμένοις καὶ τὸ χαλαζῶδες διαχεόμενον , τὸ δ ' αὐτὸ | ||
: χθαμαλῆς ἠδ ' ὅσα πεῦκαι στρόμβοισι ναπαίοις : τοῖς συνεστραμμένοις καὶ βαθέσι κοιλώμασι , τοῖς ἐν ταῖς νάπαις . |
ἀπτοεπές : τινὲς δασύνουσι : καὶ Ἥρη ἁπτοεπής , ὡς καθαπτομένη τοῖς ἔπεσιν . ἐμφατικώτερον δὲ τὸ ψιλοῦν : ἄαπτον | ||
Ἀπτοεπές : Ἥρη ἀπτοεπές . τινὲς δασύνουσι τὸ ἀπτοεπές : καθαπτομένη τοῖς ἔπεσιν : ἐμφατικώτερον δὲ τὸ ψιλοῦν : ἄαπτον |
ἀποκρίσεσι : τιμᾷ δὲ καὶ δώροις αὐτὸν φιλοτίμοις τε καὶ ἐντίμοις , καὶ τέλος πατριάρχην καθίστησι καὶ ἀρχιερέα Χριστιανοῖς πολλαῖς | ||
χαῦνοι εἰς μέσον φέρουσιν αὑτῶν τὴν ἠλιθιότητα , ἐπιχειροῦντες τοῖς ἐντίμοις , ὧν οὐδὲν αὐτοῖς μέτεστι . καὶ γὰρ λέγειν |
, ὅτι φιλῶ σε παραγίνομαι , οὐχ ὅτι φιλῶ σε παραγίνομαι : ἔγραψεν Ἀπολλώνιος , οὐ μὴν ἔγραψεν Ἀπολλώνιος , | ||
. ἢ αὐτὸς ὁ ἱστός . ἵκω : ἱκετεύω . παραγίνομαι . ἱμάς : ὁ λῶρος . τὸ ἐπίσφαιρον . |
δ ' ἄλλος τις : λείπει “ ἀνήρ ” . παρῴδησε δὲ ἐξ Ἀλκήστιδος Εὐριπίδου : ἔχει δὲ οὕτως : | ||
χορδεύοντας , τουτέστιν εἰς πλοκὰς ἐμβάλλοντας τὴν πόλιν . ΓΘ παρῴδησε τὸν ἴαμβον ἐξ Ἡρακλειδῶν Εὐριπίδου . μεταφορικῶς δὲ τοῖς |
καὶ ὑστριχίς , τάχα δὲ καὶ κῴδιον καὶ κῳδάριον καὶ ἀρνακίς , καὶ βακτήριον , καὶ σάκκος , καὶ λυχνίς | ||
περιδέραιον καὶ περιδερὶς ὀνομάζεται : ἔνδοθεν δ ' αὐτῷ ὑπερράφθω ἀρνακίς , ὡς μὴ τρίβοιτο ὑπὸ τοῦ λώρου ἡ δειρὴ |
κράσει νώμη , καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ , γνώμη . Γάμος , δάμος ἐστὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς δ , | ||
. Βώρδων : παρὰ τὸ τὰ βαρέα δονεῖν δύνασθαι . Γάμος : διὰ τὸ τὴν γῆν ἅμα γίνεσθαι . Γῆν |
ὁρμητικὸν πρὸς πόλεμον : ὃς πᾶσι τοῖς θεοῖς ἀντέστη , καταπληκτικαῖς σιαγόσιν ἠχῶν φόνον ἢ φόβον , ἐξ ὀφθαλμῶν δὲ | ||
ὁρμητικὸν πρὸς πόλεμον , ὃς πᾶσι τοῖς θεοῖς ἀντέστη , καταπληκτικαῖς σιαγόσιν ἠχῶν φόνον : ἐξ ὀφθαλμῶν δὲ ἤστραπτε σέλας |
, πατὴρ δὲ ὁμώνυμος , γένος ἀρχαῖον καὶ τῶν οἰκιστῶν ἀνημμένον , πλοῦτος ὑπὲρ τοὺς ἐκεῖ , τὸ δὲ ἔθνος | ||
' ἐπεσπεσὼν πόλιν . ἡμῖν δὲ κῆδος ἐς Κρέοντ ' ἀνημμένον κακὸν μέγιστον , ὡς ἔοικε , γίγνεται . τοὐμοῦ |
ἱέρεια μετέρχεο Κύπριδος ἔργα : δεῦρ ' ἴθι μυστιπόλευε γαμήλια θεσμὰ θεαίνης . παρθένον οὐκ ἐπέοικεν ὑποδρήσσειν Κυθερείῃ , παρθενικαῖς | ||
ἀστός τὸ ἀστίτης . Σοφοκλῆς Ἀλεξάνδρῳ ” οὐ γάρ τι θεσμὰ τοῖσιν ἀστίταις πρέπει „ . καί „ βοτῆρα νικᾶν |
ἀτιμάσας γένῃ ἐγὼ δέ , μισεῖ γάρ μ ' , ἄπειμ ' ἐξ ὀμμάτων ἐξώστρα ἴδριδες σεμέλη ψέλια ? – | ||
οὖν τι δράσω φλαῦρον οὔτε πείσομαι . καὶ νῦν μέν ἄπειμ ' ἐς οἴκους : ἔστι γάρ τις οὐ πρόσω |
δέ μοι δηλοῦν ἀνδρὸς ἀρετὴν πρώτη τε μηνύουσα καὶ τελευταία βεβαιοῦσα ἡ νῦν τῶνδε καταστροφή : τὸν γὰρ ἐν τοῖς | ||
σοῦ , καλὴ μὲν ἡ ἐπιστολή , τὸ δὲ ἔγκλημα βεβαιοῦσα . Ἁρμόνιος οὑτοσὶ χρηστὸς ὢν τὰ τῶν πεπονηρευμένων πάσχει |
, καταλειφθήσεται , ἐναπομείνῃ ἐναπομενεῖ ἄβρωτον , ἐνυπομενεῖ . ⌈ ἀπολῇ [ ἀπολεῖ ] ] μαστιγωθήσῃ . ἀρτίως ] πρὸ | ||
σοι , εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς |
χίμαρον . Οὗτος Φειδόλα ἵππος ἀπ ' εὐρυχόροιο Κορίνθου ἄγκειται Κρονίδᾳ μνᾶμα ποδῶν ἀρετᾶς . Πρηξιδίκη μὲν ἔρεξεν , ἐβούλευσεν | ||
τετυχηκὼς Χαρίτων λέγηται ἐκ διανοίας συνετῆς . τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Διὶ καὶ Νεμέᾳ : ἐμοὶ εἴη ποιῆσαι : |
ἑξῆς , φωτὸς ἀμυνομένου , τουτέστι τοῦ Εὐριπίδου ἀμυνομένου τὰ ἱπποβάμονα ῥήματα τοῦ φρενοτέκτονος ἀνδρός : τουτέστι τοῦ Αἰσχύλου . | ||
σκινδαλάμων τε παραξόνια σμιλευματοεργοῦ φωτὸς ἀμυνομένου φρενοτέκτονος ἀνδρὸς ῥήμαθ ' ἱπποβάμονα . Φρίξας δ ' αὐτοκόμου λοφιᾶς λασιαύχενα χαίταν , |
ἐπινικίοις Πανθείδα φίλον υἱόν . Ἀριστοκάρπου [ ] Σικελίας κρέουσαν Δάματρα [ ] ἰοστέφανόν τε Κούραν ὕμνει , γλυκύδωρε Κλεοῖ | ||
τῷ εἰς τὴν ἐν Ἑρμιόνι Δήμητρα Ὕμνῳ λέγων οὕτως : Δάματρα μέλπω Κόραν τε Κλυμένοι ' ἄλοχον , μελιβόαν ὕμνον |
Γ στερεᾷ γωνίᾳ ἴση ἡ περιεχομένη ὑπὸ τῶν ΒΑΘ , ΘΑΚ , ΚΑΒ , ὥστε ἴσην εἶναι τὴν μὲν ὑπὸ | ||
πρὸς ΑΗ . καὶ ἔτι τὸ μὲν ΕΑΖ πρὸς τὸ ΘΑΚ διπλασίονα λόγον ἔχει ἤπερ τὸ ΓΑΔ πρὸς τὸ ΘΑΚ |
καὶ ἅμα ἀναφωνεῖ τὸ μέλος ἐκεῖνο . ἡ γὰρ κιθάρα κρουομένη τοιοῦτον μέλος ποιεῖ , θρεττανελὸ θρεττανελό . τινὲς ἀγροικικὴν | ||
παρὰ τὰς προπόσεις μινυρίσματα , καὶ ἡ τοῖς ἐλεφαντίνοις δακτύλοις κρουομένη λύρα ἔρρει . κεῖται δὲ ἡ πάσαις μέλουσα Χάρισι |
τὸν ἰσημερινὸν οἰκοῦσιν , ὁ δὲ Κύων προανατέλλειν ἄρχεται τοῦ Πρόκυνος παρὰ τοῖς ὑπὸ τὸν ἰσημερινὸν οἰκοῦσιν , καὶ ἀπ | ||
' ἡμῖν οὐδ ' ὀνομάζεται , καὶ ὁ Κύων τοῦ Πρόκυνος πρότερος ἐπιτέλλων καὶ ὁ Ὠρίων πρὸ τῶν θερινῶν τροπῶν |
κυβόκυβον , δυναμόκυβον . Δυναμοστὸν δὲ ἐπὶ μὲν ἀριθμόν , ἀριθμοστόν , ἐπὶ δὲ κύβον , ἀριθμόν , ἐπὶ δὲ | ||
κληθήσεται παρομοίως τοῖς ἀριθμοῖς : τοῦ μὲν ἀριθμοῦ , τὸ ἀριθμοστόν , τῆς δὲ δυνάμεως , τὸ δυναμοστόν , τοῦ |
ὀρθῶς πρός τε τὴν φύσιν τοῦ πράγματος καὶ τὴν περίστασιν ἁρμοζόμενος : ἐπειδὴ δέ φησι πεποιηκέναι τι , εἰκότως καὶ | ||
οὐ σώματα συμπλέκων , ἀλλ ' εὐφυέσι ψυχαῖς τελείας ἀρετὰς ἁρμοζόμενος . ἐπιβαίνετε οὖν οἱ σοφίας ὀρθοὶ λόγοι πάντες , |
ἐκ θεῶν αὐτῇ μεμοιραμένῃ . οἷοί τε δυσαυχέες : οἱ καυχώμενοι ἀλαζονικῶς ἐν ἑτέρων διαβολαῖς . ἵνα τ ' οὐ | ||
ἂν εἶδες ὄντας ἀνθρώπων λίθους . † Ὅτι πολλοὶ πειρῶνται καυχώμενοι ἐν λόγοις ἀνδρείους ἑαυτοὺς ποιεῖν καὶ μὴ ὄντες . |
τῷ σπείρειν χρήσιμον . τούτοις οὖν ἐπιφωνεῖ εἰκότως τὸ νειὸς ἀλεξιάρη , διότι τὴν πτωχείαν ἀποκωλύει καὶ ἔστι πενίας ἀλεξίκακος | ||
Ἡμέραις : νειὸν δὲ σπείρειν ἔτι κουφίζουσαν ἄρουραν : νειὸς ἀλεξιάρη παίδων εὐκηλήτειρα . εὔχεσθαι Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ ' |
ἀπώλλυτο στρατὸς δαμασθεὶς ναΐοισιν ἐμβολαῖς . ἴυζ ' ἄποτμον δαΐοις δυσαιανῆ βοάν , ὡς πάντᾳ πᾶν κακῶς † ἔθεσαν : | ||
. βόα , θρήνησον . ἄποτμον ] ἀθλίαν . . δυσαιανῆ ] γρ . δυσεανῆ , ἤγουν πολυποίκιλον . . |
δὲ ὄντα τῷ πράγματι , διὰ τὸ οὐδετέρως ἄμφω ἐκφέρεσθαι παραλογιστικῶς ἑρμηνεύῃ ὁ σοφιστὴς ὡς ταὐτὰ ὄντα τῷ πράγματι , | ||
. ” παραβλήδην οἷον ἀπατήδην , ὅ ἐστιν ἐξαπατητικῶς , παραλογιστικῶς : παραβάλλειν γὰρ τὸ ἀπατᾶν ἔλεγον . τῶν ἅπαξ |
καὶ τοὺς κινδύνους ἐγκαταλείπῃ τὸν δῆμον . Τὸν δ ' ὀλιγαρχικὸν πάντα τἀναντία τούτων ἔχειν : τί γὰρ δεῖ πάλιν | ||
οὖν , ἔφη . Ἆρ ' οὖν ὧδε μάλιστα εἰς ὀλιγαρχικὸν ἐκ τοῦ τιμοκρατικοῦ ἐκείνου μεταβάλλει ; Πῶς ; Ὅταν |
ἐν ἑαυτῇ τὴν αἰχμὴν αὐτοφόνῳ κακίᾳ , οὕτω καὶ τὴν κακοθάνατον μύραιναν συμβαίνει δαμασθῆναι ἀγνωσίαις οἰκείαις . θηροφόνων : κυνηγετικῶν | ||
δισώμῳ κακώσας πάλιν ἀνέσφαλεν . ὁ δὲ σὺν Ἄρει μεσουρανῶν κακοθάνατον σημαίνει , ἐὰν μή τις ἀγαθὸς παρῇ τῷ δύνοντι |
τινὰς ἐκφερομυθεῖν τὰ τῆς φιλοσοφίας ἀπόρρητα . , . . Αἰδεσία ταύτης δὲ παῖδες ἀπὸ τοῦ Ἑρμείου νεώτερος μὲν Ἡλιόδωρος | ||
φάναι θεοφιλής , ὥστε πολλῶν ἐπιφανειῶν ἀξιοῦσθαι . ἡ δὲ Αἰδεσία τοιαύτη ἦν καὶ διεβίω πάντα τὸν βίον ὑπὸ θεῶν |
ἤδη αὐτοῖς κλάδοι ἐπεφύκεσαν οἱ δάκτυλοι , καὶ ταῖς ἕλιξι περιπλεκόμενοι ὅσον οὐδέπω καὶ αὐτοὶ καρποφορήσειν ἔμελλον . καταλιπόντες δὲ | ||
τε καὶ γαμεταὶ γυναῖκες , ὑπήντων ἐξιοῦσιν αὐτοῖς μετὰ δακρύων περιπλεκόμενοι καὶ καταφιλοῦντες καὶ ταῖς ἡδίσταις ἕκαστον ἀνακαλούμενοι προσηγορίαις . |
ἀληθεῖ . λακάζειν δὲ λέγεται τὸ ἠχεῖν , ἀπὸ τοῦ λήκω ῥήματος κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς α καὶ κατὰ | ||
ἀληθεῖ . λακάζειν δὲ λέγεται τὸ ἠχεῖν , ἀπὸ τοῦ λήκω ῥήματος κατὰ τροπὴν τοῦ η εἰς α καὶ κατὰ |
βαδίζων , ἀλλὰ μεμοιραμένον ἦν τὸ τὴν Ἴλιον ἁλῶναι τοῖς Ἡρακλείοις τόξοις . οὕτω δ ' Ἱέρωνι θεὸς ὀρθωτὴρ πέλοι | ||
' ἐπεσκιασμένη φρούρουν : ὁρῶ δὲ τὴν γυναῖκα δεμνίοις τοῖς Ἡρακλείοις στρωτὰ βάλλουσαν φάρη . Ὅπως δ ' ἐτέλεσε τοῦτ |
ὑψιπόρων πτερύγων ἀνεκούφισε ταρσὰ συνάπτων , καὶ νοερὰς κροτάφων πυρόεις ἔστεψεν ἐθείρας : ἄλλο δὲ χερσὶν ἄειρε πάλιν στέφος ὑψόθι | ||
νοῦς : καὶ ἡ Νεμέα δέ ποτε νικήσαντα τὸν Καλλίαν ἔστεψεν , ἥτις Νεμέα ἐστὶν ὑπὸ τοῖς συμφύτοις καὶ ἀρχαίοις |
ἐν . Ἦ : ὄντως . λιλαίεται : ἐπιθυμεῖ . Πείθεται : ὑπακούει . ἀΐσθων : ἀναπνέων . Θαλάσσης : | ||
ἥμερον , καὶ χειρουργεῖν εὔκολον , καὶ βαδίζειν ἀσφαλές . Πείθεται ὁ Προμηθεὺς Διί , καὶ ποιεῖ ἀνθρώπους , καὶ |
τε παντοδαπαῖσιν ὥραις , ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ Βρομία χάρις εὐκελάδων τε χορῶν ἐρεθίσματα καὶ μοῦσα βαρύβρομος αὐλῶν . πρὸς | ||
] ἡ γινομένη νηστεία , τέρψις τε καὶ ἡδόνη . εὐκελάδων ] τῶν καλῶς ⌈ καὶ ἐμμελῶς . κελαδούντων . |
ἀνθρώπων ἀπαλλαγῆναι . καὶ αὐτήν φασι γενέσθαι τὸ δένδρον τὸ ἐπικληθὲν ἀπ ' ἐκείνης δάφνην . . : τὴν φιλοχρημοσύνην | ||
διὰ πασῶν καλούμενον ὅπερ ἐξ ἀμφοτέρων ἐκείνων σύνθετόν ἐστιν , ἐπικληθὲν καὶ αὐτὸ οὕτως , ὅτι πάσας ἐμπεριέχει τὰς τὰ |
ἴδιον μὲν δήπου δελφίνων πρὸς τοῖς ἄνω λεχθεῖσι καὶ τὸ φιλόμουσον . Λόγος που διαρρεῖ Τυρρηνὸς ὁ λέγων τοὺς ὗς | ||
δ ' ἐν Κιθαριστῇ περί τινος μουσικευομένου λέγων φησί : φιλόμουσον εἶν ' αὐτὸν πάνυ ἀκούσματ ' εἰς τρυφήν τε |
: οἱ γὰρ Πέρσαι Ἀσσύριοι ἐκαλοῦντο τὸ πρότερον . . δουρικλύτοις δὲ : τοῖς ἐνδόξοις κατὰ τὸ δόρυ , τοῖς | ||
καὶ πολυναύτης , Σύριόν θ ' ἅρμα διώκων , ἐπάγει δουρικλύτοις ἀνδράσι τοξόδαμνον Ἄρη . δόκιμος δ ' οὔτις ὑποστὰς |
κολάσεως τετυχικώς τις ἐπιπαιδείαν . οὕτω Φίλων ἐν τῷ περὶ Ἑλληνισμοῦ . . . . τινὲς δὲ καὶ οὕτω φασὶ | ||
χλαῖναν καὶ χλανίδα διαφέρειν φησὶ Τρύφων ἐν τῷ πέμπτῳ Περὶ Ἑλληνισμοῦ καὶ παρατίθεται Ξενοφῶντα . χλαίνας μὲν γάρ φησι λέγεσθαι |
καὶ πολλὰ κακὰ διὰ γυναῖκας , μιγνύει δὲ καὶ γυναιξὶ λυγραῖς ἢ ἐπιψόγοις ἢ δούλαις , πλὴν ἃς λήψονται γυναῖκας | ||
' ἔκραιν ' Ἀνάγκα , πάντα δὲ Γᾶς εἶκε φραδαῖσι λυγραῖς ἑρπετά , πάνθ ' , ὅς ' ἕρπει δι |
ᾖ τὸ βλάπτον , διὰ τί μὴ μᾶλλον θρίδαξιν ἢ κορίῳ ἐνεπιστεύομεν τὴν ἴασιν ; καὶ λέγομεν ὅτι οὐδὲ πρὸς | ||
, ἐντομὰς πολλὰς καὶ πυκνὰς ἐκ πλαγίων ἔχοντας , προσεμφερῆ κορίῳ , ὑπόπικρα , πολύοζα , γλίσχρα , πολύοδμα , |
χωρία δημεύειν καὶ τὰς οἰκίας καὶ ταῦτ ' ἀπογράφειν , ἔδεις καὶ ὕβριζες πολίτας ἀνθρώπους καὶ τοὺς ταλαιπώρους μετοίκους , | ||
; ἢ κωφῇ λέγω ; ὦ φίλον Οἰδίπου τέκος , ἔδεις ' ἀκού - σασα τὸν ἁρματόκτυπον ὄτοβον ὄτοβον , |
εἴρηται δὲ σχῆμα διὰ τὸ μετασχηματίζεσθαι , ὡς ἐπὶ τῶν ὀρχουμένων ἀνθρώπων ἢ ὡς ἐπὶ τοῦ πηλοῦ τοῦ πλαττομένου καὶ | ||
. . τὸ δ ' ἐξ ἀρίστου ἀνδρῶν , γυμνῶν ὀρχουμένων καὶ ᾀδόντων Θαλητᾶ καὶ Ἀλκμᾶνος ᾄσματα καὶ τοὺς Διονυσοδότου |
ἁρπάζειν , ἐς ὃ Κόροιβος ἐς χάριν Ἀργείοις φονεύει τὴν Ποινήν . φονεύσας δὲοὐ γὰρ ἀνίει σφᾶς δεύτερα ἐπιπεσοῦσα νόσος | ||
καὶ δὴ καὶ ἐπίθημά ἐστι τῷ τάφῳ Κόροιβος φονεύων τὴν Ποινήν . ταῦτα ἀγάλματα παλαιότατα , ὁπόσα λίθου πεποιημένα ἐστὶν |
ἀθλίαν , δυστυχῆ . βοάν ] η . δυσαιανῆ ] δυσθρήνητον : αἰάζω γὰρ τὸ θρηνῶ . δαΐοις ] πολεμικοῖς | ||
κράζε , φώνει . φώνει . δυστυχῆ . δυστυχέστατον . δυσθρήνητον . θρηνητικὴν . πολεμικοῖς . πολεμίοις . διακεκομμένοις ἢ |
ἀλδὼν αὐτὸς ἐν οὔρεσιν [ ? ? ? ] ? χαλᾶι νεβροφόνον ? [ ] πόδα ? [ . μάρπτων | ||
κρίνωσιν ὀνείρους ; [ εἶδον γὰρ βαλιὰν ἔλαφον λύκου αἵμονι χαλᾶι σφαζομέναν , ἀπ ' ἐμῶν γονάτων σπασθεῖσαν ἀνοίκτως . |
λεπτῶν , ἁπαλῶν ἤγουν παρθενικῶν † περισσὸν ἦν ἐνταῦθα τὸ λειβομένα ῥέος πρὸς τὸ τῆς ἀντιστροφῆς κῶλον : διὸ ἐξεβλήθη | ||
τῶν δακρύων . . ῥαδινῶν ] ἁπαλῶν , παρθενικῶν . λειβομένα ῥέος ] στάζουσα ῥεῦμα . . νοτίοις ἔτεγξα πηγαῖς |
† ὑπερεδύοντο ” καὶ τὰ ἑξῆς . κέρνον : τὸ λίκνον , ὅ ἐστι τὸ πτύον . χαίροντα . ἀντὶ | ||
. ἔστι καὶ οὐδέτερον . τὸ ἐθνικὸν Ἀσκλίτης , ὡς λίκνον λικνίτης καὶ ὁπλίτης . Ἄσκρη , πόλις Βοιωτίας , |
Σφὶγξ οὖσα ἐν τῇ ἀσπίδι . ἔξωθεν ] ἡ Σφὶγξ ἐζωγραφημένη . τῷ φέροντι ] αὐτήν . τῷ φέροντι ] | ||
τὸ γένος . πρὸ πόλεως ] ἡ ἐπάνω τῆς πόλεως ἐζωγραφημένη . πρὸ πόλεως ] ἐζωγραφημένη . πρὸ πόλεως ] |
ἄνθρωπος , δύναται εἰς ταὐτὸ συναχθέντα ἄνθρωπον ποιεῖν , μήτε πλεονάσαντα παρὸ ἔστι , μήτε ἐλλιπόντα παρὸ ὑπόκειται , μήτε | ||
Πλατωνικὸν γίνεσθαι λόγον , δύναται καὶ καθ ' αὑτὰ ἕκαστα πλεονάσαντα ποιῆσαί τινα τύπον πανηγυρικόν , οἷον σεμνότης μόνη , |
τὸ γένος , οὗ μνημονεύοι ἂν νῦν ὁ ῥήτωρ . Νίκη Ἀθηνᾶ : Λυκοῦργος ἐν τῷ περὶ τῆς ἱερείας . | ||
τὴν λαμπάδ ' ἡμμένην ὅπως παρὼν ἐμοὶ προσοίσει . Δέσποινα Νίκη , ξυγγενοῦ τῶν τ ' ἐν πόλει γυναικῶν τοῦ |
: ἥσυχος . εἰλαπινάζει : εὐωχεῖται , καὶ συμποσιάζει : εἰλαπινάζει ἐστὶ τὸ ὁμοῦ σὺν ἀλλήλοις εἱλούμενον πίνειν , κυρίως | ||
φιλοτιμήματα . Αὐτάρ : δέ . κεχαρημένος : χαίρων . εἰλαπινάζει : θοινεῖ , ἐσθίει , εὐωχεῖται . Δαῖτα : |
τοῦ τῆς ἐμῆς πατρίδος , τουτέστι τῶν Θηβῶν μήτηρ ἡ Μετώπη ἡ εὐανθής , ἤγουν ἡ φαιδρά , ἡ τῆς | ||
ἀφ ' ἧς ἡ Πινδάρου πατρίς . προσέλκεταί με ἡ Μετώπη ὑμνεῖν σε διὰ τὴν οἰκειότητα : Ἀρκὰς γὰρ , |
. πλεονάζει τοῖς μὲν νέοις τὸ αἷμα , τοῖς δὲ ἀκμάζουσι ξανθὴ χολὴ , τοῖς δὲ μέσοις ἢ παρακμάζουσιν ἡ | ||
τὰς ἐπιστήμας , [ ἀσκοῦσι καὶ νεάζουσιν ] ἐναποματτόμενοι λογισμοὺς ἀκμάζουσι παίδων , ἀλλὰ καὶ τὰ ἀναγκαιότατα τῶν πρὸς αἱρέσεις |
, φησὶ , καὶ φώνει βοὴν δυσαιανῆ καὶ δυσθρήνητον , ἄποτμον καὶ κακόμορον , ἤτοι κακοθάνατον , τοῖς Πέρσαις τοῖς | ||
ἅμιλλα κούραις . ἐγὼ δὲ σᾶι δυστυχίαι δάκρυσιν διοίσω πότμον ἄποτμον . ὦ τάλαινα μᾶτερ , ἔτεκες ἀνόνατα : φεῦ |
ἔην καὶ ἀμήχανα ἔργα γένοντο „ . ἄμμορον : τὸ κακόμορον . ἢ τὴν ἄμοιρον . ἀμύνειν βʹ : τὸ | ||
περιέσχεν . ἀμφασίη ἀφασία , ἀφωνία . ἄμμορον ποτὲ μὲν κακόμορον , “ ἄμμορος ἣ τάχα χήρη σεῦ ἔσομαι : |
πρῶτον μὲν ἀόριστον τὸν παντελῶς ἀορισταίνοντα , δεύτερον δὲ τὸν ὑφειμένον : οὕτως ἔχει καὶ ἐπὶ τῶν μελλόντων , καὶ | ||
ἐχρῆν , ταπεινὸν δὲ οὐδέν , οὔτε ἐπτηχός , οὔτε ὑφειμένον , ἀλλ ' ἐλεύθερόν τι καὶ ἄξιον φιλοσοφίας ; |
. Ἀνταία : ἡ Ῥέα παρὰ τὸ ἀντῶ οὖν γίνεται Ἀνταία . . . . ἄντην : παρὰ τὸ ἄντω | ||
συγκοπήν : ἀνστήτην , . , . . , . Ἀνταία : ἡ Ῥέα ὅτι τοῖς Τελχῖσιν ἐναντία ἐγένετο : |
ἐκείνου πεισθέντες ἀνεδέξαντο . σχῆμά τε οὐ τοῦτο τῇ διανοίᾳ πρεπωδέστατον ἦν , τὸ ἐπιτιμητικόν , ἀλλὰ τὸ παραιτητικόν : | ||
ὅπως ἐν ταῖς ἱερουργίαις συλλειτουργῇ πᾶς ὁ κόσμος αὐτῷ : πρεπωδέστατον δὲ τὸ τὸν ἱερώμενον τῷ τοῦ κόσμου πατρὶ καὶ |
, εὑρήσεις τὸν κατὰ σύνθεσιν τὸν νεʹ . πέμπτον ἡ γονιμωτάτη ἑξὰς ἐφ ' ἑαυτὴν πολυπλασιασθεῖσα δυνάμει ἐπιγεννᾷ τὸν λϚʹ | ||
ἄλλας γοῦν κόπρους μίξει παραμυθεῖσθαι . τρίτη ἡ ὀνεία , γονιμωτάτη τῇ φύσει οὖσα , καὶ πᾶσι τοῖς φυτοῖς μάλιστα |
ἱκεσίου Ζηνὸς κοῦραι Λιταί : ἵξομαι ἤδη ὁπλοτέροις βασιλεῦσι καὶ ἡμιθέοις ἐνάριθμος . Καὶ τότε δὴ λίπον ἄντρον ἐπήρατον ἠδ | ||
τὸ δυσμενὲς καὶ τὸ φίλιον οὐ διέκρινεν οὗτος καὶ αὐτοῖς ἡμιθέοις πρότερον κατὰ τῶν ἰδίων τέκνων ἐξήγειρε πόλεμον , καὶ |
οἷον : εἴπερ φίλανδρός ἐστι , πάντα σοι πεισθήσεται ἡ Γλαύκη : ἃ καλλιστεύεται : ἅπερ προτιμᾶται καὶ κάλλιστα νομίζεται | ||
ἑαυτὴν λέγει . καὶ δὴ , φησὶν , ἡ μὲν Γλαύκη , ὡς εἰκὸς , ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἔχει τὸν |
δὴ καὶ ἐρυσίπτολις καὶ πολιὰς ὠνόμασται , καθάπερ ὁ Ζεὺς πολιεύς : ἐπίσκοποι γὰρ ἀμφότεροι τῶν πόλεων . Παλλὰς δὲ | ||
ὁ φίλιος , ὁ ξένιος , ὁ ἱκέσιος , ὁ πολιεύς , ὁ σωτήρ . Τοῦτον ἂν βουλοίμην ἐγὼ τὸν |
τὸν ΕΖΗΘ κύκλον , οὕτως τὸ ΑΣΒΤΓΥΔΦ πολύγωνον πρὸς τὸ ΕΞΖΟΗΠΘΡ πολύγωνον . ἀλλ ' ὡς μὲν ὁ ΑΒΓΔ κύκλος | ||
Α στερεὸν πρὸς τὴν πυραμίδα τὴν βάσιν μὲν ἔχουσαν τὸ ΕΞΖΟΗΠΘΡ πολύγωνον , κορυφὴν δὲ τὸ Ν σημεῖον . μείζων |
ἤδη χρόνον ἐξεληλαμένον ὡς ὑβρίζον τὸ σχῆμα τῆς πολιτείας , ἀνενεώσατό τε καὶ πάλιν τοῖς ἁπάντων ὀφθαλμοῖς ἔδειξε κρύπτων τὸ | ||
ἤδη χρόνον ἐξεληλαμένον ὡς ὑβρίζον τὸ σχῆμα τῆς πολιτείας , ἀνενεώσατό τε καὶ πάλιν τοῖς ἁπάντων ὀφθαλμοῖς ἔδειξε κρύπτων τὸ |
δὲ ὁ μὲν αἶνος παρὰ τὸ ἰένω τὸ πέμπω καὶ διαχέω . ἰαίνεται γὰρ καὶ διαχέεται ἡ ψυχὴ τῇ διηγήσει | ||
παρὰ τὸ ἰαίνω , τὸ τέρπω , * * * διαχέω , ἴαινος , ὁ διαχέων τὴν ψυχήν , καὶ |
ἐλιννύσαιμι ] βραδύναιμι καὶ ἀμελήσαιμι ὁσίαις ] ἐντίμοις , ἁγίαις θοίναις ] εὐωχίαις , θυσίαις ποτινισσομένα ] προσερχομένη βουφόνοις ] | ||
πάντες Ἐλεοδύται διὰ τὸ τοῖς ἐλεοῖς ὑποδύεσθαι διακονοῦντες ἐν ταῖς θοίναις . ἐλεὸς δ ' ἐστὶν ἡ μαγειρικὴ τράπεζα . |
οὗ συγχωρηθέντος μεγάλα βλάπτοιτ ' ἂν τὸ κοινόν , οὐ φθονοῦσα ὑμῖν , ἀλλὰ τὸ συμφέρον τῆς πόλεως ὁρῶσα , | ||
τῆς μητρὸς αὐτῶν ἔλαβε τὴν Ἰνὼ , ἥτις τοῖς παισὶ φθονοῦσα τοῦ Ἀθάμαντος πρωτοτύπους τοὺς τῆς χώρας πάντας λαβοῦσα καρποὺς |
αἱ μεγάλαι ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν : παρὰ τὸ ἄρχω ἦργμαι ἄργμα καὶ ἄπαργμα : Ὅμηρος : ἄργματα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι | ||
* . Ἄργμα : ἡ ἀπαρχή : ἧ ῥα καὶ ἄργμα θῦσε θεοῖς αἰειγενέτῃσι : παρὰ τὸ ἄρχω ἄργμα , |
. . α . * . . Ἀμφίδρυφοι : ἔστι δρύπτω , τὸ ξαίνω , * * * τὸ ἀμφοτέρωθεν | ||
τε καὶ πλουσίοις ' . . . . ἀμφίδρυφοι : δρύπτω , τὸ σπαράσσω , δρύψω δέδρυφα δρύφος . . |
γὰρ ὀφθαλμοφανοῦς ἔργου πέρας ἐστὶν ἡ ξύνεσις . τὸ γὰρ ἐπιστατοῦν πᾶσι καὶ κρῖνον τοῦτ ' ἔστι : ἢ τὰς | ||
ἰσότιμος ὁ τούτου λαχὼν γίνεται κόσμῳ : ὅτε γὰρ τὸ ἐπιστατοῦν καὶ κηδόμενον ἀμφοῖν ταὐτόν , καὶ τὰ ἐπιτροπευόμενα κατ |
θηλυκοῦ ἀλλὰ τὴν εὐθεῖαν , χάρις γάρ , δηλονότι τὸ χαριτόεις ἀναλογώτερόν ἐστι τοῦ χαρίεις . Παραφυλαττόμεθα δὲ παρὰ τῷ | ||
γὰρ ἄνεμος ἀρσενικόν ἐστιν : εἰ ἄρα οὖν τὸ μὲν χαριτόεις ἀποβολῇ τῆς ει διφθόγγου τὴν γενικὴν τοῦ θηλυκοῦ ποιεῖ |
αὐτῇ στῆναι πρῶτον τῶν ἀδιαφόρων ἓν γέγονεν , οὕτω πλείοσιν ἀδιαφόροις , τουτέστιν εἴδεσιν , ἃ ἐν τοῖς καθ ' | ||
αὐτῶν τᾶς ἀπαθείας ἐκλύει τᾶς ἀρετᾶς τὸ γενναῖον , αἴκα ἀδιαφόροις καὶ μὴ κακοῖς θανάτῳ τε καὶ ἀλγηδόνι καὶ πενίᾳ |
θύγατερ , ϝάδοι Διὸς δόμωι χορὸς ἁμὸς καὶ τοί , ϝάναξ ϝέκατον μὲν Διὸς υἱὸν τάδε Μώσαι κροκόπεπλοι ἦρα τὸν | ||
: ἅδοι Διὸς δόμῳ ὁ χορὸς ἁμὸς καὶ τοί , ϝάναξ . Λέγεται δὲ καὶ τίν καὶ ἔτι μετ ' |
ἐλπίδες ἢ ὁ τῶν ἀμαθῶν πλοῦτος . , Δου . ὁμοφροσύνη φιλίην ποιεῖ . . , Δημοκρίτου . ἀνθρώποις ἁρμόδιον | ||
. καὶ ἐνταῦθα οὖν ἔσται ἡ πρὸς ἀλλήλους συμπεριφορὰ καὶ ὁμοφροσύνη καὶ λυγρῶν ἀρετή ἐστιν , ἐν ἴσῳ τῷ καὶ |
ταῖς γοῦν αἰξὶν αἱ οἶς φίλιαι , περιστερᾷ δὲ πρὸς τρυ - γόνα φιλία , φίλα δὲ ἀλλήλοις νοοῦσι φάτται | ||
ἔχον ἐξ αὑτοῦ ρ καὶ υ ἐπικείμενον τρυβλίον δηλοῖ , τρυ . τὸ δὲ ξ , εἰ μὲν ἔχει ἐπικείμενον |
μόνον περὶ ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ περὶ θεῶν , ὧν καταγγέλλουσιν εὐφώνως μετὰ τιμῶν καὶ ἄθλων , παρ ' αὐτοῖς τραγῳδεῖται | ||
καθ ' ἡμέραν διώκουσιν . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τοῖς εὐφώνως ὑβρίζουσι τὸν θεὸν ἆθλα καὶ τιμὰς τιθέασιν , τοὺς |
τοῖς Ἕλλησιν . ἄτοπα . ἄτοπα νῦν ἃ μὴ ἔστι τοπάσαι , ὅ ἐστιν ὑπονοῆσαι , σημαίνει δὲ καὶ κακὸν | ||
. ” Κατορώρυκται , κατακέχωσται . Καχυπότοπος , καχύποπτος : τοπάσαι γὰρ τὸ ὑπονοῆσαι . Κεκόμψευται . πεπιθάνευται . Κεραμεικοὶ |
τῇ , Λύκων δεκάς : καὶ , Κρωβύλου ζεῦγος . Ἀγαθὴ καὶ μᾶζα μετ ' ἄρτον : ἐπὶ τῶν τὰ | ||
ἐκφορίων τοῦ καρποῦ ταὐτὰ μέτρα τῇ Βαβυλωνίῃ γῇ κατίσταται . Ἀγαθὴ δὲ γῆ καὶ τὴν Εὐεσπερῖται νέμονται : ἐπ ' |
καὶ ἐπιμήκη πρὸς τὰ τοῦ περικλυμένου : θάμνος μέγας , κλήμασιν ὡς διπήχεσιν , ἀφ ' οὗ καυλοὶ σπιθαμιαῖοι : | ||
εἶναι καὶ τὸν γινόμενον καρπὸν ἐν ἄκροις μᾶλλον φύεσθαι τοῖς κλήμασιν . Ἔνιοι δὲ καθόλου περὶ πασῶν διαιροῦσιν οὐκ εἰς |
οὐκ ἐρεῖς , ἀλλὰ μεθυστικός . μέθυσον δὲ γυναῖκα καὶ μεθύσην λέγε . Ἤμην : εἰ καὶ εὑρίσκεται παρὰ τοῖς | ||
ἐκστρέψας τοὺς ἡμετέρους Ἱππέας κακὸς κακῶς , προσθεὶς αὐτῷ γραῦν μεθύσην τοῦ κόρδακος οὕνεχ ' , ἣν Φρύνιχος πάλαι πεπόηχ |
ἦν ξείνοισιν ἀνὴρ ὅδε καὶ φίλος ἀστοῖς , Πίνδαρος , εὐφώνων Πιερίδων πρόπολος . Εἰκόνα πέντε βοῶν μικρὰ λίθος εἶχεν | ||
τῷ θανεῖν ἐξήρχοντο . Χάρης ᾄδων ὄρθιον : ἐπὶ τῶν εὐφώνων : ὁ γὰρ Χάρης αὐλητὴς Θηβαῖος ἦν : ὄρθιος |
ὄντως . ἦν ] ὑπῆρχε . . ὃς πρῶτος ἐν γνώμᾳ ] καὶ καταρχὰς ἐνόησε τοῦτο . . ὡς τὸ | ||
, ὅτι πλείσταισι βˈροτῶν ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις , εὐσεβεῖ γνώμᾳ φυλάσσοντες μακάρων τελετάς . εἰ δ ' ἀριστεύει μὲν |
λόγος ἔργον ἐστὶν αὐτῷ . παρελήφθην δ ' ἐπ ' εὐλογίαις , οὐ κατάραις , ἐγώ . οὐκ ἔσται πόνος | ||
τέθˈμιόν μοι φαμὶ σαφέστατον ἔμμεν τάνδ ' ἐπιστείχοντα νᾶσον ῥαινέμεν εὐλογίαις . μυρίαι δ ' ἔργων καλῶν τέτˈμανθ ' ἑκατόμπεδοι |
. χειμῶνα ] κλύδωνα . ἐλθεῖν ] ἐνταῦθα τὸ δαιμόνων κότωι . τελευτῆσαι ] λῆξαι . δαιμόνων ] τῶν θεῶν | ||
ἔδωκαν ἀθάνατοι ἀνθρώποισι φωναῖς λιγυραῖς ἀεῖσαι : Φοῖβος δέ σε κότωι ἀναιρεῖ , Μοῦσαι δέ σε θρηνέουσιν . † ἐκκορὶ |
ἀμύμονος , ἣν ἀφικάνω : ἦ μέν τοι τάδε πάντα τελείεται ὡς ἀγορεύω . τοῦδ ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθάδ | ||
μὲν ὄνειροι ἀμήχανοι ἀκριτόμυθοι γίνοντ ' , οὐδέ τι πάντα τελείεται ἀνθρώποισι . δοιαὶ γάρ τε πύλαι ἀμενηνῶν εἰσὶν ὀνείρων |
Αἰγιαλὸν χωρίον στάδια ξʹ , μίλια ηʹ . Ἀπὸ δὲ Αἰγιαλοῦ εἰς Κλίμακα κώμην στάδια νʹ , μίλια Ϛʹ , | ||
Φενειός : πόλις Ἀρκαδίας ἀρχαία . ἔμπλην : χωρίς . Αἰγιαλοῦ : Ὅμηρος : Αἰγιαλόν τ ' ἀνὰ πάντα . |
: παρακειμένου τοῦ κεκραγμὸς εἰπεῖν ἐρεῖ τις ἀμαθῶς κραυγασμός . Κορυδαλός : Εὐβούλου τοῦ κωμῳδοποιοῦ δρᾶμα ἐπιγράφεται οὕτως : σὺ | ||
: παρακειμένου τοῦ κεκραγμὸς εἰπεῖν ἐρεῖ τις ἀμαθῶς κραυγασμός . Κορυδαλός : Εὐβούλου τοῦ κωμῳδοποιοῦ δρᾶμα ἐπιγράφεται οὕτως : σὺ |
γνώμας οὐχ ὁσίας , πανυπέρφρονας , ἀλλοπροσάλλας . Ὄμμα Δίκης μέλπω πανδερκέος , ἀγλαομόρφου , ἣ καὶ Ζηνὸς ἄνακτος ἐπὶ | ||
λάμπη Κάλπη σάλπη κάμπη . τὸ μέντοι μολπή ἀπὸ τοῦ μέλπω καὶ πομπή παρὰ τὸ πέμπω ὀξύνεται . τὸ δὲ |
τοῖς δεξιοῖς τοῦ Ἀπόλλωνος . ὦ σεβασμία Ἀγλαΐα καὶ ὦ Εὐφροσύνη φίλη τῶν μολπῶν , θυγατέρες τοῦ κρατίστου τῶν θεῶν | ||
ἢ σβεσθῆναι τὸ πνευμάτιον ἢ μεταστῆναι καὶ ἀλλαχοῦ καταταχθῆναι . Εὐφροσύνη ἀνθρώπου ποιεῖν τὰ ἴδια ἀνθρώπου , ἴδιον δὲ ἀνθρώπου |
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρόγοοι : αἱ ἐντρυφῶσαι τοῖς δάκρυσιν | ||
δὲ ἁπαλαῖς χερσὶν τὸ ὅλον ἀπὸ μέρους ἐδήλωσεν . [ κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς : ἐρείκη δέ ἐστιν εἶδος φυτοῦ εὐσχίστου |
ὑμνήσει χάριν Κηΐας ἀηδόνος . Ἔτι Συρακοσίαν φιλεῖ πόλιν ὁ χρυσοκόμας Ἀπόλλων , ἀστύθεμίν θ ' Ἱέρωνα [ ] γεραίρει | ||
φυλλοκόμου μίλακος ἠχὼ πρὸς Διὸς ἕδρας , ἵν ' ὁ χρυσοκόμας Φοῖβος ἀκούων τοῖς σοῖς ἐλέγοις ἀντιψάλλων ἐλεφαντόδετον φόρμιγγα θεῶν |
, δούλην . δοιὼ δὲ κυβιστῆρε κατ ' αὐτούς μολπῆς ἐξάρχοντος ἐδίνευον κατὰ μέσσους . * ) ὅτι οὐ τὴν | ||
ἁμαρτήματι . οὐ γὰρ ἐξάρχοντες οἱ κυβιστητῆρες , ἀλλ ' ἐξάρχοντος τοῦ ᾠδοῦ πάντως ὠρχοῦντο . τὸ γὰρ ἐξάρχειν τῆς |