ἐκ χοριάμβου , ἰάμβου καὶ συλλαβῆς : τὸ εʹ ἐκ προκελευσματικοῦ , σπονδείου καὶ ἰάμβου : τὸ Ϙʹ δίμετρον ἐξ
. μονόμετρα δὲ τὰ γʹ . τὸ δʹ δὲ ἐκ προκελευσματικοῦ . ποῦ δὲ φίλων ] τροχαϊκὰ Ϛʹ ἑφθημιμερῆ ,
8355777 πενθημιμερες
δίμετρον ἀκατάληκτον παίωνα ἔχον ἀντὶ ἰωνικοῦ : τὸ δʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές : τὸ αὐτὸ δὲ καὶ χοριαμβικὸν δύναται εἶναι δίμετρον
τῆς ἀμφήκης . λάμπων πρόβολος ἐμός ] τὸ ηʹ ἀναπαιστικὸν πενθημιμερές . πρόβολος ] τεῖχος , ἀσφαλὴς προστάτης . πρόβολος
8273790 χορειου
εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον τοῦ δευτέρου ποδὸς χορείου , τοῦ δὲ τρίτου δακτύλου . τὸ ναʹ ἀντισπαστικὸν
ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάττονος δίμετρον καταληκτικόν , ἐξ ἰωνικοῦ καὶ χορείου ἢ ἀναπαίστου διὰ τὴν ἀδιάφορον : τὸ εʹ ὅμοιον
8215920 καταληκτικη
ὑπερκατάληκτος εἰς δισύλλαβον , ὑπερκατάληκτος εἰς συλλαβήν , ἀκατάληκτος , καταληκτικὴ εἰς δισύλλαβον , καταληκτικὴ εἰς συλλαβήν , βραχυκατάληκτος .
ὑπερκατάληκτος εἰς συλλαβήν , ἀκατάληκτος , καταληκτικὴ εἰς δισύλλαβον , καταληκτικὴ εἰς συλλαβήν , βραχυκατάληκτος . Ἐπισημότατον δὲ ἐν αὐτῷ
8196490 ἑπτασημον
ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικήν , ἤτοι ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν ἰωνικὴν ἢ δευτέραν παιωνικήν ,
καὶ τὴν τροχαϊκήν , ὁπόταν προτάττοιτο τῆς ἰωνικῆς , γίνεσθαι ἑπτάσημον [ τροχαϊκήν ] , τὸν καλούμενον δεύτερον ἐπίτριτον :
8171434 ἰθυφαλλικον
παίωνα δεύτερον ἔχει ἀντὶ ἰωνικοῦ . τὸ ηʹ τροχαϊκὸν καθαρὸν ἰθυφαλλικόν . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς τε στροφῆς καὶ ἀντιστροφῆς
ἐκ παίωνος βʹ καὶ χοριάμβου : τὸ δὲ γʹ τροχαϊκὸν ἰθυφαλλικόν : τὸ εʹ ἰαμβικὸν πενθημιμερές : τὸ δὲ ζʹ
8164965 ὑπερκαταληκτον
καὶ μέχρι πενταμέτρου χωρεῖ τὸ προσοδιακόν . Τὸ δʹ δίμετρον ὑπερκατάληκτον προσοδιακὸν ἀπὸ Ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος καὶ χοριάμβου . τοῦτο
ἀπ ' ἐλάττονος καὶ συλλαβῆς . Τὸ εʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον : ἔχει δ ' ἐπιτρίτους δʹ ἀντὶ ἀντισπάστων .
8124600 παιωνικον
ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον τοῦ δευτέρου ποδὸς χορείου . τὸ εʹ παιωνικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ παίωνος δʹ καὶ κρητικοῦ : τὸ
: ζʹ ηʹ θʹ ἐν μὲν τῇ βʹ περικοπῇ ἐστι παιωνικὸν τρίρρυθμόν τε καὶ δίρρυθμα δύο , . . .
8115606 προσοδικον
αὐτό . ἡ ἐπῳδὸς κώλων ἐστὶν ἕνδεκα . τὸ αʹ προσοδικὸν δωδεκάσημον . τὸ βʹ μονόμετρον ἰωνικὸν ἢ ἀναπαιστικόν .
τελευταία ἀπόδοσις ἀναγκάζει δακτυλικὸν γενέσθαι τὸ κῶλον . τὸ δʹ προσοδικὸν δίμετρον ἀπὸ ἰωνικοῦ , καὶ ἐνόπλιον . τὸ εʹ
8093204 ἐπιχοριαμβικον
μεʹ . τὸ δὲ μέτρον καλεῖται εὐπολίδειον : ἔστι δὲ ἐπιχοριαμβικόν , οὗ τὸ τροχαϊκὸν μέρος οὐ κατὰ τάξιν δέχεται
ἀντίστροφος κώλων θʹ . τὸ αʹ τροχαϊκὸν ἐπίτριτον , ἢ ἐπιχοριαμβικόν . τὸ βʹ ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάσσονος , τρίτου
8090953 ἀμφιβραχεος
βʹ . τὸ ηʹ καταληκτικὸν ἐκ διτροχαίου καὶ βακχείου ἢ ἀμφιβράχεος . τὸ θʹ ὅμοιον τῷ βʹ . τὸ ιʹ
. τὸ Ϛʹ ὅμοιον τρίμετρον καταληκτικὸν ἐξ ὁμοίων ποδῶν καὶ ἀμφιβράχεος . ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος . δυσδαίμων σφιν ἡ
8032465 ἑνδεκασυλλαβον
Ἰωνικὸν ἀπ ' ἐλάσσονος τρίμετρον καταληκτικόν . τὸ εʹ Σαπφικὸν ἑνδεκασύλλαβον . τὸ Ϛʹ Ἰωνικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ζʹ
τὰ πυκνότατα παραθησόμεθα . Ἐπιχοριαμβικὸν μὲν οὖν τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον , οἷον Ποικιλόθρον ' ἀθανάτ ' Ἀφρόδιτα : τοῦτο
8024324 χοριαμβικου
ζʹ ἐξ ἀντισπάστου καὶ τροχαϊκῆς κατακλεῖδος . τὸ ηʹ ἐκ χοριαμβικοῦ εἰς ἀντισπαστικόν . τὸ θʹ ἐξ ἰωνικῆς βάσεως καὶ
, ἢ περίοδος . τὸ δʹ προσοδικὸν ἀπὸ ἰωνικοῦ καὶ χοριαμβικοῦ . τὸ εʹ τὸ αὐτὸ τῷ γʹ . τὸ
8016795 Πινδαρικον
ἐστι τῷ ‚ ἑαυτοὺς τρώσητε ‚ , ὥσπερ καὶ τὸ Πινδαρικὸν οἱ περὶ Τρύφωνα ἐσημειοῦντο ἐπί τε τοῦ Ὤτου καὶ
ἀκα - τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον , ἤτοι τρίμετρον καταληκτικόν . σύγκειται
8012975 βραχυκαταληκτον
τὸ ηʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον : ἰδίως δὲ
τὸ βʹ τροχαϊκὸν μονόμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ γʹ Ἰωνικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ δʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ εʹ
8005447 τριμετρον
καὶ πρέπον ἥρωσιν , ἡ κωμῳδία δὲ συνέσταλται εἰς τὸ τρίμετρον ἡ νέα . Τὰ πολλὰ οὖν κώλοις † τριμέτροις
, ὅ ἐστι Φερεκράτειον παρὰ συλλαβήν . τὸ ζʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικόν . ἡ αʹ συζυγία ἰωνική : ἡ βʹ
7983946 διιαμβου
ἐλάττονος δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ παίωνος τετάρτου ἀντὶ ἰωνικοῦ , καὶ διιάμβου διὰ τὴν ἀδιάφορον . τὸ κηʹ ἀντισπαστικὸν ἡμιόλιον ἐξ
καὶ πάλιν χοριάμβου : τὸ εʹ δίμετρον ἐκ χοριάμβου καὶ διιάμβου : τὸ Ϙʹ δίμετρον ἐκ χοριάμβου καὶ βακχείου :
7969012 Φερεκρατειον
καταληκτικοῦ , ὃς γίνεται δάκτυλος . Τὸ γʹ ἀντισπαστικὸν διπλοῦν Φερεκράτειον : σύγκειται γὰρ ἐκ βʹ κώλων Φερεκρατείων , ὧν
τὸ ζʹ τροχαικὸν δίμετρον ὅμοιον τῷ εʹ . τὸ ηʹ Φερεκράτειον λεῖπον μιᾷ συλλαβῇ . τὸ θʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον
7953693 κρητικου
τὸ αʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον καταληκτικὸν ἐκ διιάμβου , διτροχαίου καὶ κρητικοῦ . τὸ βʹ ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἐκ παίωνος δʹ
καὶ δίδου ἐν ἀνέσει # λειότατον πλῆρες , μετὰ γλυκέως κρητικοῦ . Ἐπικαλεῖται δὲ τὸ φάρμακον θεοῦ χείρ . Τοῦτο
7889094 πενθημιμερων
Δεῖ δὲ τὸ ἐλεγεῖον τέμνεσθαι πάντως καθ ' ἕτερον τῶν πενθημιμερῶν : εἰ δὲ μή , ἔσται πεπλημμελημένον , οἷον
λειπούσης συλλαβῆς . τὸ γὰρ ἐγκωμιολογικὸν ἐκ δακτυλικοῦ καὶ ἰαμβικοῦ πενθημιμερῶν σύγκειται . Τὸ εʹ ὅμοιον τῷ βʹ , δακτυλικὸν
7881242 ἰαμβελεγος
ἰαμβέλεγος πλεονάζων συλλαβῇ . τὸ δʹ ἐπιχοριαμβικὸν Πινδαρικὸν , ἢ ἰαμβέλεγος . τὸ εʹ προσοδιακὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . τὸ Ϛʹ
πενθημιμερές . τὸ Ϛʹ τροχαϊκὸν ἢ ἐπίτριτος . τὸ ζʹ ἰαμβέλεγος . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν πενθημιμερές . τὸ θʹ ὅμοιον
7880422 προσοδιακον
τὸ δʹ ἰωνικὸν ἀπὸ μείζονος δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ εʹ προσοδιακὸν δίμετρον ἀπὸ χοριάμβου καὶ ἰωνικοῦ ἀπ ' ἐλάσσονος .
δευτέρῳ . τὸ ιʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιαʹ προσοδιακὸν μιᾷ συλλαβῇ περιττεῦον , ὅμοιον τῷ Ἐρασμονίδη Χαρίλαε .
7878604 ἀκαταληκτον
στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων δέκα . τὸ αʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , ὡς τὸ τίς σὰς παρήειρε φρένας . τὸ
] διὰ τὸ δριμύ . ἰοὺ ἰού ] ἰαμβικὸν μονόμετρον ἀκατάληκτον . ἰοὺ ἰού : ἔκθεσις κορωνίδος ἐκ στίχων ἰαμβικῶν
7863179 τροχαϊκον
δίμετρα ἀκατάληκτα ἃ καλεῖται κρητικὰ δίρρυθμα . τὸ δὲ δʹ τροχαϊκὸν ἑφθημιμερὲς ὃ καλεῖται Εὐριπίδειον ἢ ληκύθιον , ὁ εʹ
ἑξῆς δʹ ἰαμβικὰ δίμετρα ἀκατάληκτα , τὸ δὲ εʹ , τροχαϊκὸν ἑφθημιμερές . ὁ κζʹ ἰαμβικὸς στίχος τρίμετρος ἀκατάληκτος .
7856747 Εὐριπιδειον
τὰ τροχαικά : τὸ βʹ ὅμοιον δίμετρον καταληκτικὸν ἤτοι ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον : τὸ γʹ ὅμοιον τὸν τρίτον ἔχον πόδα ἴαμβον
τούτου λέγουσιν , οὔ μοι δοκεῖ εὔλογα . Τὸ ζʹ Εὐριπίδειον ἢ ληκύθιον : τροχαϊκὸν γάρ ἐστιν ἑφθημιμερές . Τὸ
7847716 χοριαμβος
ιʹ χοριαμβικὸν ἑφθημιμερές . αʹ χορίαμβος δίμετρος ἀκατάληκτος . βʹ χορίαμβος δίμετρος καταληκτικός . γʹ ἴαμβος πενθημιμερής . δʹ ἀπὸ
χοριαμβικὸν † δίμετρον . τὸ ιʹ χοριαμβικὸν ἑφθημιμερές . αʹ χορίαμβος δίμετρος ἀκατάληκτος . βʹ χορίαμβος δίμετρος καταληκτικός . γʹ
7830444 χοριαμβου
. τὸ δʹ ὅμοιον τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἐξ ἐπιτρίτου πρώτου , χοριάμβου καὶ ἰάμβου : τὸ μέντοι κῶλον τῆς ἀντιστροφῆς ἀντὶ
βʹ καὶ Κρητικοῦ . Τὸ γʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου . Τὸ δʹ πολυσχημάτιστον τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ
7816944 διτροχαιου
τρίτον τοῦ πρώτου ποδὸς πεντασυλλάβου καταληκτικόν . τὸ τέταρτον ἐκ διτροχαίου καὶ ἐπιτρίτου τρίτου ἀκατάληκτον . τὸ εʹ ὅμοιον τῷ
Τὸ αʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου καὶ διτροχαίου ἢ ἐπιτρίτου . Τὸ βʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον .
7811480 ὑπερκαταληκτος
ἑφθημιμερὲς ἐκ παιῶνος δʹ καὶ βακχείου : τὸ γʹ τρίμετρος ὑπερκατάληκτος ἐκ διιάμβου , παιῶνος αʹ , ἐπιτρίτου γʹ καὶ
οἶμαί σοι δὲ ταῦτα μεταμελήσειν , ὃς μόνος ἐστὶ τρίμετρος ὑπερκατάληκτος . τί δῆτα ; πότερον : σύστημα κατὰ περικοπὴν
7808022 καταληκτικον
ἢ δακτυλικὸν ὃ καλεῖται Φαλαίκειον . τὸ βʹ τροχαϊκὸν δίμετρον καταληκτικόν , ἤτοι ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον . τὸ γʹ ἰαμβικὸν ἑφθημιμερές
ἀκατάληκτον μετρούμενον ὡς οἱ ἡρωϊκοί , τὸ δεύτερον δὲ ἑξάμετρον καταληκτικόν , τὸ τρίτον πεντάμετρον ἀκατάληκτον , τὸ τέταρτον πεντάμετρον
7777635 ἀσυναρτητον
, διότι μὴ πεφυκὸς ἡνώθη . τὸ δὲ ἐν κώλοις ἀσυνάρτητον τοῦτο ἀντιπαθές , ἐναντίοις ποσὶν ἡνωμένον . Τὸ βʹ
καὶ εʹ ὅμοια τῷ αʹ καὶ βʹ : τὸ Ϛʹ ἀσυνάρτητον ἐκ δύο τροχαικῶν πενθημιμερῶν συγκείμενον . ἐπὶ τῷ τέλει
7752222 ἀντισπαστικον
ὅμοιον εἴη τῷ τῆς ἀντιστροφῆς ἤτοι δίμετρον : τὸ Ϙʹ ἀντισπαστικὸν ἐξ ἀντισπάστου καὶ κρητικοῦ ἤτοι ἀμφιμάκρου : τὸ ζʹ
καταληκτικόν . τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ θʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ ιʹ τὸ αὐτό . τὸ
7750018 ἐγκωμιολογικον
ἐννέα , καὶ ἡ ἐπῳδὸς κώλων ἐννέα . τὸ αʹ ἐγκωμιολογικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ βʹ προσοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ
ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων ὀκτώ . τὸ αʹ Πινδαρικὸν ἐγκωμιολογικὸν , τὴν τελευταίαν συλλαβὴν μεταθὲν εἰς τὴν πρώτην .
7748781 ἑφθημιμερες
δίμετρον καταληκτικὸν ἐκ διτροχαίου καὶ παλιμβακχείου , καὶ ἔστιν [ ἑφθημιμερὲς ] φερεκράτειον : τὸ βʹ “ δι ' ἡμᾶς
τὸ Ϙʹ “ πρᾶγμ ' , ὃ τοῦτον ποιήσει ” ἑφθημιμερὲς [ ἐξ ] ἐπιτρίτου βʹ – ˘ – –
7719657 χοριαμβικον
κατὰ τὸ ἰαμβικόν . τὸ δὲ δʹ ὅμοιον τοῖς πρώτοις χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , τὸ εʹ χοριαμβικὸν καθαρόν , τὸ
βραχυκατάληκτον . τὸ δʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ εʹ χοριαμβικὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον . τὸ Ϛʹ ἀναπαιστικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον .
7714233 ἑξασημον
παρ ' Ἀλκμᾶνι , ὃ τὴν μὲν πρώτην ἔχει ἰαμβικὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὰς δὲ ἑξῆς δύο ἰωνικὰς ἑξασήμους
Ἀφρόδιτα : τοῦτο δὲ τὴν μὲν πρώτην συζυγίαν ἔχει τροχαϊκὴν ἑξάσημον ἢ ἑπτάσημον , τὴν δὲ δευτέραν χοριαμβικήν , τὴν
7709964 βακχειου
τροχαϊκῆς . τὸ εʹ χοριαμβικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἐκ χοριάμβου καὶ βακχείου . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς στροφῆς καὶ ἀντιστροφῆς παράγραφος
παιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικὸν ἐκ παίωνος βʹ , ἐπιτρίτου γʹ καὶ βακχείου . Τὸ Ϛʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐξ ἀντισπάστου ,
7697468 παιωνος
μὲν δοχμιακά , ὧν τὸ μὲν συντίθεται ἐξ ἰάμβου καὶ παίωνος διαγυίου , τὸ δὲ δεύτερον ἐξ ἰάμβου καὶ δακτύλου
γʹ ὅμοιον τῷ αʹ : τὸ δʹ ὅμοιον ἡμιόλιον ἐκ παίωνος : τὸ εʹ δίμετρον ἐκ παλιμβακχείων : τὸ Ϛʹ
7673873 πενθημιμερους
τε διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ τοῦ ἐξ ἰαμβικῆς βάσεως καὶ τροχαϊκοῦ πενθημιμεροῦς . καὶ ἐν ἐκθέσει τὸ σύνηθες διστίχιον . φροντίζειν
τῷ γʹ τῆς ἐπῳδοῦ . τὸ ηʹ μικτὸν ἐκ τροχαίου πενθημιμεροῦς καὶ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦς . τὸ θʹ ἰαμβέλεγος , ὑπερτιθεμένου
7612520 λιτου
ἰδίως δ ' ἐπ ' αὐτῶν παραληψόμεθα ἀντὶ ἐλαίου τοῦ λιτοῦ καὶ ἰρίνου τὸ μήλινον , κατασκευαζόμενον ἐκ μήλων κυδωνίων
πεπωκόϲιν : ἰδίωϲ δὲ ἐπ ' αὐτῶν παραληψόμεθα ἀντὶ τοῦ λιτοῦ ἐλαίου τὸ μήλινον . Λαγωοῦ θαλαττίου ποθέντοϲ παρακολουθεῖ γεῦϲιϲ
7612132 Σαπφικου
βʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον καταληκτικὸν Ἀρχιλόχειον . τὸ γʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ . τὸ δʹ πενθημιμερὲς δακτυλικόν . τὸ εʹ τροχαϊκὸν
τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον , ἤτοι τρίμετρον καταληκτικόν . σύγκειται δὲ ἐκ
7611733 Γλυκωνειον
ἰαμβικήν . Τὸ δʹ ἀντισπαστικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον , ὃ καλεῖται Γλυκώνειον , ἐκ διτροχαίου ἢ ἐπιτρίτου . Τὸ εʹ ἰαμβικὸν
τὸ ιγʹ ἐξ ἀντισπάστου καὶ ἰαμβικοῦ ἑφθημιμεροῦς . τὸ ιδʹ Γλυκώνειον . τὸ ιεʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιϚʹ
7599353 καταληκτικης
συζυγίας τροχαϊκῆς ἤτοι ἐπιτρίτου βʹ , τῆς δὲ βʹ Ἰωνικῆς καταληκτικῆς . Τὸ ιϚʹ , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , ἀναπαιστικόν
τὸ γʹ περίοδος καταληκτική , ἐξ ἰαμβικῆς συζυγίας καὶ τροχαϊκῆς καταληκτικῆς . τὸ δʹ χοριαμβικὸν καθαρὸν ἡμιόλιον . τὸ εʹ
7595842 δωδεκασημον
. ἡ ἐπῳδὸς κώλων ἐστὶν ἕνδεκα . τὸ αʹ προσοδικὸν δωδεκάσημον . τὸ βʹ μονόμετρον ἰωνικὸν ἢ ἀναπαιστικόν . τὸ
. τὸ εʹ τὸ αὐτὸ τῷ γʹ , ἀλλὰ τοῦτο δωδεκάσημον , τὸ δὲ γʹ ἑνδεκάσημον . τὸ Ϛʹ δίμετρον
7591787 ἀναπαιστικος
ὁμοίου . ὁ πέμπτος ὅμοιος τῷ γʹ . ὁ Ϛʹ ἀναπαιστικὸς δίμετρος βραχυκατάληκτος . ὁ ζʹ ἀσυνάρτητος ἐξ ἀναπαιστικῆς βάσεως
ποιητοῦ δὲ ὁ λόγος . κορωνίς : ὁ δὲ στίχος ἀναπαιστικὸς τετράμετρος καταληκτικός . κεκώλισται ἐκ τῶν Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται
7565806 Σαπφικον
, τοῦ βʹ παίωνος γʹ καὶ συλλαβῆς . καλεῖται δὲ Σαπφικὸν ἢ Ἱππωνάκτειον : εὕρημα γάρ ἐστι Σαπφοῦς , ὁ
μετατιθεὶς ἐπὶ τὴν ἄρχουσαν . γεγένηται δὲ καὶ παρὰ τὸ Σαπφικὸν , συστεῖλαν τὴν παρατέλευτον , πλεονάσαν μιᾷ συλλαβῇ .
7552442 ἀκαταληκτος
οἶμαί γε τῶν νεωτέρων τὰς καρδίας ” στίχος τρίμετρος ἰαμβικὸς ἀκατάληκτος : τὸ βʹ “ πηδᾶν ὅ τι λέξει ”
δʹ κῶλα . μεθ ' ὃ ἐν εἰσθέσει ἰαμβικὸς τρίμετρος ἀκατάληκτος . τῆς βʹ περιόδου κῶλα Ϛʹ , ὧν ὁ
7537976 ἐννεασυλλαβον
αὐτό . τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον καταληκτικόν . τὸ ιδʹ ἐννεασύλλαβον Σαπφικὸν πλεονάζον μιᾷ συλλαβῇ τοῦ Γλυκωνείου . τὸ ιεʹ
, ὁ δὲ Ἱππώναξ πολλάκις ἐχρήσατο . ἔστι δ ' ἐννεασύλλαβον . Τὸ βʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικὸν , τοῦ αʹ
7503304 Στησιχορειον
Τὸ ηʹ ὅμοιον τῷ αʹ τῆς στροφῆς . Τὸ θʹ Στησιχόρειον ἐξ ἐπιτρίτων Στησιχόρου εὑρόντος αὐτό : δεύτεροι δὲ οἱ
συλλαβῇ τοῦ Ἀρχιλοχείου ἢ τοῦ Ἐρασμονίδη Χαρίλαε . τὸ ιαʹ Στησιχόρειον . Γέγραφε τὴν ᾠδὴν Ἡροδότῳ τῷ Θηβαίῳ , τινὲς
7464412 ἑφθημιμερων
καλῶς ἐδεσμεύθη . διπλῆ καὶ ἕπεται δυὰς ὁμοία ἐκ στίχων ἑφθημιμερῶν τῇ πρώτῃ . Γ μέλλω γέ τοι θερίδδειν :
ἐξευρήματι καινῷ συμπτύκτοις ἀναπαίστοις . Καὶ τὸ ἐκ τῶν ἰαμβικῶν ἑφθημιμερῶν δικατάληκτον Καλλίμαχος Δήμητρι τῇ πυλαίῃ τῇ τοῦτον οὑκ /
7458511 χοριαμβικα
, ἤτοι ἑφθημιμερῆ καὶ μονόμετρα . τὰ δὲ ἑξῆς ρκαʹ χοριαμβικὰ δίμετρα ἀκατάληκτα καὶ καταληκτικά , ἤτοι ἑφθημιμερῆ καὶ πενθημιμερῆ
εἴτε ἐπιτρίτου τετάρτου , καὶ διιάμβου : τὰ ἑξῆς δύο χοριαμβικὰ δίμετρα βραχυκατάληκτα : τὸ τρισκαιδέκατον ἐκ χοριάμβου καὶ σπονδείου
7441618 τροχαιου
ἕξ : κρητικός , ὃς συνέστηκεν ἐκ τροχαίου θέσεως καὶ τροχαίου ἄρσεως : δάκτυλος κατ ' ἴαμβον , ὃς σύγκειται
προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : ἡ αʹ συζυγία τροχαϊκὴ τοῦ αʹ τροχαίου διαλελυμένου εἰς τρίβραχυν , εἶτα Ἰωνικὸς ἀπὸ μείζονος ,
7440590 Στρεψιαδες
ἐγκωμιάζων αυ [ * * * ] τὸ “ μάκαρ Στρεψίαδες ” ; ὦ Στρεψίαδες ] ἐγκωμιάζων αὐτὸς ἑαυτόν .
φίλοι καὶ οἱ δημόται , τὸ ” ὦ μάκαρ ὦ Στρεψίαδες “ . εἶτ ' ἄνδρα τῶν αὐτοῦ : διπλῆ
7440339 βτερου
τὸ δʹ ἰωνικὸν ἡμιόλιον , ἐκ τροχαϊκῆς συζυγίας ἤτοι ἐπιτρίτου βτέρου καὶ ἰάμβου . τὸ εʹ ὅμοιον καθαρόν , ἐξ
ἀκατάληκτον ὅμοιον τῷ γʹ , ἐκ παίωνος γʹ καὶ ἐπιτρίτου βτέρου ἤτοι τροχαϊκῆς συζυγίας : εἰ δὲ βούλει , ἰαμβικὸν
7431727 βλωσκω
τροπῇ τοῦ μ εἰς τὸ β , ὡς ἐπὶ τοῦ βλώσκω , . * . Βόα : εἴρηται περὶ τούτου
καὶ νοῶ νοΐσκω : ἐκ τούτων δὲ κατὰ κρᾶσιν θρώσκω βλώσκω νώσκω καὶ Αἰολικῶς γνώσκω : Αἰολεῖς γάρ , φησί
7421124 ἐπιωνικον
καὶ ἡμιόλιον . Τὸ θʹ ἰαμβικὸν ἑφθημιμερές . Τὸ ιʹ ἐπιωνικὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον : τῆς γὰρ αʹ συζυγίας οὔσης ἰαμβικῆς
καὶ κατ ' ἀντιπάθειαν μέτρα δύο : ὧν τὸ μὲν ἐπιωνικὸν καλεῖται , ὅτε διποδίας ἰαμβικῆς προκειμένης ἰωνικὴν ἐπιφέρεσθαι συμβαίνει
7414398 μολισκω
σημαίνει δὲ τὸ αὐξάνω . παρὰ τὸ μολῶ γίνεται παράγωγον μολίσκω , ὡς γελῶ γελίσκω καὶ γαμῶ γαμίσκω : καὶ
, καθὰ τελῶ τελίσκω Ἰακῶς καὶ θορῶ θορίσκω καὶ μολῶ μολίσκω , ἐξ ὧν τὸ θρώσκω , ἔτι δὲ καὶ
7404522 παιωνων
διτροχαίου καὶ κρητικοῦ . τὸ μεʹ παιωνικὸν τρίμετρον καταληκτικὸν ἐκ παιώνων τετάρτων δύο καὶ μολοττοῦ . τὸ μϚʹ ὅμοιον τῷ
κώλων ιηʹ . τὸ αʹ παιωνικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον , ἐκ παιώνων τετάρτων : κατὰ μονοπεδίαν γὰρ μετρεῖται τὰ τοιαῦτα μέτρα
7401689 τοὐξημβλωμενον
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ
7387674 συνιζησιν
Τὸ αʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . ἔχει δὲ συνεκφώνησιν ἤτοι συνίζησιν τὸ αʹ κῶλον τῆς αʹ στροφῆς . Τὸ βʹ
τὸ ἕβδομον δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ ὄγδοον χοριαμβικὸν ἡμιόλιον , συνίζησιν ἔχον εἰς τὸ Θρηϊκία , διὰ τὸ ἡμιόλιον εἶναι
7386537 ἰαμβικος
ποιῆσαι πρίν με τὰς πληγὰς λαβεῖν . ὁ ξʹ μέντοι ἰαμβικὸς ἑφθημιμερής . εἶτα κῶλον ἀντισπαστικὸν ἐξ ἐπιτρίτου πρώτου ἡμιόλιον
τοῦ τέλους τῆς ἐπῳδοῦ τὰ σημεῖα , ὡς εἴρηται . ἰαμβικὸς τρίμετρος . τάδ ' αὐτόδηλα : αὐτὰ δὲ ταῦτα
7385747 οἰγω
οὔρουν , αἱ δὲ λοιπαὶ εἰς τὰ οἰκεῖα μεταβάλλονται , οἴγω ᾦγον , αἰσχύνομαι ᾐσχυνόμην . Τὰ μέντοι ἀπὸ προθέσεως
καὶ γνάμπτω γνάμψω ἀνέγναμψαν . . . . ἀνεῳγμένος : οἴγω οἴξω ᾦχα ᾦγμαι καὶ ἀνέῳγμαι , ἡ μετοχὴ ἀνεῳγμένος
7381679 ἀναστρεφομαι
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι ,
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . .
7381049 Μεταληψις
κράτος κάρτος . καλεῖται δὲ καὶ ἐναλλαγὴ καὶ ὑπέρθεσις . Μετάληψις δέ ἐστι στοιχείων μετακίνησις ἐπ ' ἀντίστοιχον ἄλλο ,
ἁπλουστέρας τε καὶ ταῖς λογικαῖς ἃς ἔτι μελετῶμεν ᾠκειωμένης . Μετάληψις τοίνυν ἐστὶ στάσις πολιτικοῦ πράγματος τῶν ἐπὶ μέρους ,
7380667 ταυτοποδια
. ὀκτάχρονος δὲ εἷς , ἐκ τεσσάρων μακρῶν , σπονδειακὴ ταυτοποδία ἢ δισπόνδειος . Ἀκατάληκτα καλεῖται μέτρα , ὅσα τὸν
ἐκ μακρᾶς καὶ βραχείας καὶ μακρᾶς καὶ βραχείας , τροχαϊκὴ ταυτοποδία ἢ διτρόχαιος : ἐκ βραχείας καὶ μακρᾶς καὶ βραχείας
7377421 ἀναβαλλω
. . . ἀμβολάδην : ἀναβολικῶς ἐπίρρημα , ἐκ τοῦ ἀναβάλλω ἀναβολάδην καὶ ἀμβολάδην . . . . ἀμβλυωπία :
δὲ ἀνεβάλλετο ἀντὶ τοῦ ἐπροοιμιάζετο . ἀναβάλλω γʹ σημαίνει : ἀναβάλλω τὸ ἐνδύομαι , ἀναβάλλω τὸ ῥᾳθυμῶ καὶ ἀποστρέφομαι ,
7375906 τιταινω
καταλαβεῖν . . ΕΤΙΤΑΙΝΕΤΟ . Τείνω τὸ ἐξαπλῶ δίφθογγον , τιταίνω δὲ ὃ σημαίνει τὸ αὐτὸ , ι : συστέλλεται
καὶ ἄφαντος , καὶ χραίνω χραντὸς καὶ ἄχραντος , οὕτω τιταίνω ταντὸς , καὶ οὐδέτερον ταντὸν , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
7375104 ἱζω
οὕτω δὲ καὶ τὸ ἕζω , ὅθεν τὸ καθέζομαι , ἵζω λέγουσι διὰ τὸ φύσει ἑπόμενον σ τὸ ἀρκτικὸν τῆς
λεπυθέντα σύκα ἐν τῷ ξηραίνεσθαι . Ἱστία . παρὰ τὸ ἵζω . ἡ δὲ ἑστία παρὰ τὸ ἕζω . τὸ
7371198 βοασομαι
] μάρτυρες . τελευταῖος τῶν τριμέτρων ἰάμβων . # . βοάσομαι : μέλος καὶ κομμάτιον . εἴσθεσις διπλῆς κώλων κʹ
ἐδανειζόμην ; πολλῷ γε μᾶλλον , κἂν παρῶσι χίλιοι . βοάσομαι τἄρα τὰν ὑπέρτονον βοάν . ἰώ , κλάετ '
7368822 δδ
, ὃ δηλοῖ τὸ δαψιλῶς , τινὲς μὲν διὰ δύο δδ ἐκφέρουσιν , ἄλλοι δὲ δι ' ἑνός . ἀδηφάγος
” . οἱ Μεγαρεῖς δὲ τρέπουσι τὸ ζ εἰς δύο δδ . Γ ἀκούετον δή , ποτέχετ ' ἐμὶν τὴν
7368784 ἀφοριζω
δίδωμι , δαμάζω , ἀπατενίζω , πελεκῶ , νουθετῶ , ἀφορίζω , διπλασιάζω , ἀφοσιῶ . α : . ,
: Νίκανδρος : καὶ ἀφόρδια πάντα . εἴρηται παρὰ τὸ ἀφορίζω ἀφορίζιον καὶ ἀφορίδιον καὶ κατὰ συγκοπὴν ἀφόρδιον , τὸ
7367866 ἱκνω
' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . . , : τὸ δὲ ἐρέων ἐστὶ
εἰς ΝΩ μετ ' ἐπιπλοκῆς συμφώνου περισπᾶται : ὑπνῶ πυκνῶ ἱκνῶ τεχνῶ σκιδνῶ ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον ,
7367321 παραμυθουμαι
ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις
χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους
7366621 κοιλαινω
γλωχῖνα , σημαίνει τὴν ἀγωνίαν , παρὰ τὸ γλάπτω τὸ κοιλαίνω : ἢ παρὰ τὸ γλάχω γίνεται γλωχίν . γήπαιδες
γλυκύ . γλαφυρῆς : τὸ βαθὺ ἀπὸ τοῦ γλάφω τὸ κοιλαίνω , κυρίως δὲ τὸ λίαν γλυκύ : γλαφυρῆς :
7358913 κατακλειδα
καταβολὴ κατὰ τῆς ἀριστερᾶς ὠμοπλάτης , εἶτ ' ἐπὶ τὴν κατακλεῖδα φέρεται , καὶ κατὰ τοῦ στήθους ὑπὸ τὴν δεξιὰν
τῆς ἀδιαφόρου . τὸ ιγʹ χοριαμβικὸν δίμετρον καταληκτικὸν εἰς ἰαμβικὴν κατακλεῖδα περαιούμενον , τουτέστιν εἰς ἀμφίβραχυν ἢ βακχεῖον διὰ τὸ
7357586 δακνω
” , ὀφείλω ὄφλω , ἵνα εἴη οὕτω καὶ δαγκάνω δάκνω . αὐτὸς μέντοι ἐκ τοῦ δήκω πεποιῆσθαί φησι τοῦτο
: ὑπνῶ πυκνῶ ἱκνῶ τεχνῶ σκιδνῶ ἰδνῶ . σεσημείωται τὸ δάκνω βαρύτονον , ὅπερ ἀπὸ τοῦ δαγκάνω γέγονε κατὰ συγκοπήν
7356498 τελω
καὶ Λιβάνιος : ” ὡς τὰ αὐτὰ ἐφροντίζομεν “ . τελῶ λέγεται τὸ πληρῶ , ἀφ ' οὗ καὶ τέλος
καὶ τελευτὴ ὁ θάνατος : τελῶ καὶ τὸ γίνομαι , τελῶ καὶ τὸ μυοῦμαι καὶ τὸ διδάσκομαι , ὡς ἐνταῦθα
7345208 γαιω
ω , ἀγριώτης . Ἀγαυός . Ἡρωδιανὸς λέγει παρὰ τὸ γαίω τὸ γαυρίω ἀγαιὸς εἶναι , καὶ τροπῇ τοῦ ι
αἰγιαλός : παρὰ τὸ τὴν ἁλός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ δίκην αἰγὸς
7337407 θρηνητικως
] ἀλλὰ μὴ ἐν θρήνοις καὶ οἰμωγαῖς . φιλοστόνως ] θρηνητικῶς . θΞ φιλοστόνως ] θρηνωδῶς . ματαίοις ] ἀνωφελέσι
. . τοιαῦτα ] οἷα ἐμοῦ ἤκουσας . φιλοστόνως ] θρηνητικῶς . . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . ποιφύγμασιν ] θρήνοις
7336634 ἁμετερον
μέν νυν ἀγάλματ ' ἄειρε κρατί : τὸ δ ' ἁμέτερον χωρήσεται Μούσαισι χόρευμα φίλον . νῦν οἱ πάρος ἁμετέρας
παῖς . ἰὼ ἰώ , δέσποτα δέσποτα , μόλε νυν ἁμέτερον ἐς θίασον , ὦ Βρόμιε Βρόμιε . σεῖε πέδον
7336446 ἀγορω
: παρὰ τὸ ἀγείρω , ἐξ οὗ ἀγορά γίνεται : ἀγορῶ ῥῆμα , ἐξ οὗ ὄνομα θηλυκὸν ἄγορις , καὶ
πρόμαχος καὶ σύμμαχος ἐκ προθέσεων . Τὰ παρὰ τὸ „ ἀγορῶ „ μετὰ προθέσεως σύνθετα προπαροξύνεται : συνήγορος κατήγορος παρήγορος
7322328 ἰαμβικον
τὸ ἰαμβικὸν μέτρον καὶ ἄριστά γε εἰδέναι τί ἐστι τὸ ἰαμβικόν , οὕτως ἔχει καὶ ἐπὶ τῶν μελῳδουμένωνοὐ γὰρ ἀναγκαῖόν
. Καὶ ἀπορήσεις ἐντεῦθεν , πῶς ἐπεὶ καὶ τὸ Δημοσθένης ἰαμβικόν ἐστιν ὄνομα , ἅτε τὴν παραλήγουσαν βραχεῖαν ἔχων ,
7311224 τροχαϊκη
αʹ περίοδος ἐξ ἰαμβικῆς καὶ τροχαϊκῆς συζυγίας : ἡ μέντοι τροχαϊκὴ συζυγία τρίβραχυν ἔχει τὸν πρῶτον πόδα , ἤτοι χορεῖον
τὸ ιαʹ προσοδιακὸν παρὰ τὴν ἰαμβικὴν συζυγίαν . τὸ ιβʹ τροχαϊκὴ διποδία , ὅ ἐστι μονόμετρον . ἡ δὲ ἐπῳδὸς
7308873 Ἐκφαντιδης
Εὔιε κισσοχαῖτ ' ἄναξ , χαῖρ ' , ἔφασκ ' Ἐκφαντίδης πάντα φορητά , πάντα τολμητὰ τῷδε τῷ χορῷ πλὴν
μηδ ' αὖ γέλωτα Μεγαρόθεν κεκλημένον ” . ἀλλὰ καὶ Ἐκφαντίδης παλαιότατος ποιητὴς τῶν ἀρχαίων φησὶ “ Μεγαρικῆς κωμῳδίας †
7306553 εὐωχουμαι
τέσσαρα : δαίω , τὸ κόπτω : δαίω , τὸ εὐωχοῦμαι : δαίω , τὸ καίω : δαίω , τὸ
καὶ ὁ μισθός . ἔνθου ἀπὸ τοῦ θῶ , τὸ εὐωχοῦμαι . ὁ μέλλων θώσω . τὸ ἔνθω ἀφ '
7300880 χεζητιῳην
τῆς κλίνης καὶ ἔξω τῶν ἱματίων , ἵνα ἀποπατήσῃς . χεζητιῴην ] ὑπὸ τῶν πληγῶν δηλονότι . αὐτοῦ ] αὐτόθι
λέγοντα . κεκραγόθ ' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι .
7300588 διμετρου
τὴν βάσιν : οἷον εἰ ἐκκειμένου μὲν ἑνὸς δακτύλου , διμέτρου δὲ ἀναπαιστικοῦ κατὰ μέσον πέσοι σπονδεῖος , ἄδηλον πότερα
δέ ἐστι παρὰ Ἀρχιλόχῳ ἀσυνάρτητον ἐκ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦς καὶ ἰαμβικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου ἀλλά μ ' ὁ λυσιμελής , ὠταῖρε ,
7298940 δακτυλικον
τὸ δὲ βʹ παίων πρῶτος . τὸ δὲ δʹ ἤτοι δακτυλικὸν διπλοῦν ἢ τροχαϊκὸν πενθημιμερὲς εἴη ἄν . τὸ εʹ
αʹ τῆς στροφῆς . τὸ ζʹ ἐγκωμιολογικόν . τὸ ηʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές . τὸ θʹ Στησιχόρειον ὁμοίως τῷ θʹ τῆς
7296616 εὑω
* : Σταθευτός , ἀπὸ τοῦ ἵστημι στήσω καὶ τοῦ εὕω τὸ φλογίζω : ὁ ἐν τῷ ἵστασθαι φλογιζόμενος .
' . . . . αὖσον : τὸ πῦρ : εὕω , τὸ φωτίζω καὶ φλογίζω , εὕσω εὗσον καὶ
7293536 καταληγον
εἰς ΣΣΟΣ ὑπερδισύλλαβα ἔχοντα πρὸ τοῦ τέλους Ι εἰς Σ καταλῆγον μονογενῆ ὄντα προπαροξύνεται : κυπάρισσος νάρκισσος Μέλισσος . τὸ
, χωρὶς εἰ μὴ ὀφθείη πρὸ τοῦ Δ τὸ Ρ καταλῆγον , οἷον : ἡδανός οὐτιδανός ἐλλεδανός ῥιγεδανός Ἀπιδανός .
7293385 τραγῳδω
, ὑμνῶ σοί καὶ ὑμνῶ σέ . κιθαρίζω σοι , τραγῳδῶ σοι , ἀναγινώσκω σοι , φαίνω σοι , κιρνῶ
εἰ παρ ' ὄνομα εἴη , περισπᾶται : κιθαρῳδῶ κωμῳδῶ τραγῳδῶ μεθ ' ὧν καὶ τὸ πηδῶ καὶ αὐδῶ .
7292314 γαυριω
τὸ τὴν ἁλός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ δίκην αἰγὸς ἅλλεσθαι ἐν αὐτῷ
ὡς ναός ναυός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ , γίνεται γαῖος , καὶ τροπῇ τοῦ ι εἰς
7290044 ῥησσω
ἄξω , ὁ μέσος παρακείμενος ἦγα καὶ Ἀττικῶς ἔαγα : ῥήσσω , ὁ μέλλων ῥήξω , ὁ μέσος παρακείμενος ἔρρηγα
τοῦ η εἰς ω , ῥωγός . παρὰ δὲ τὸ ῥήσσω , καὶ ῥωγάδες . Ῥυμός . παρὰ τὸ ἐρύω
7289997 παιωνικος
τετράμετρος βραχυκατάληκτος , τοῦ ἕκτου ποδὸς τριβράχεος . ὁ δεύτερος παιωνικὸς καθαρὸς τετράμετρος καταληκτικός . τὸ τρίτον ὅμοιον , δίμετρον
βʹ : τὸ θʹ ὅμοιον τῷ ζʹ : ὁ ιʹ παιωνικὸς ὅμοιος τῷ γʹ : τὸ ιαʹ τροχαϊκὸν δίμετρον ἀκατάληκτον
7288275 διδημι
ἑτὸς καὶ ἄφετος καὶ δίδωμι δοτὸς καὶ Ἡρόδοτος , οὕτως δίδημι δετὸς καὶ δετή , ἡ ἐκ δεδεμένων δᾴδων λαμπάς
ὀξύτονα ὄντα : οἷον , δετός : ἀπὸ γὰρ τοῦ δίδημι , ὃ δηλοῖ τὸ δεσμεύω : θετὸς ἀπὸ τοῦ
7286467 συστειλαν
ἐσχάτην εἰς θαι καὶ τὴν κατ ' ἀρχὰς κλιτικὴν ἔκτασιν συστεῖλαν ἀπαρέμφατον ποιεῖ : καὶ εἰ μὲν καθαρεύοι τὸ τ
δεχόμενον πρὸ τοῦ μ , τὴν ἐν ἀρχαῖς κλιτικὴν ἔκτασιν συστεῖλαν εὐκτικὸν γίνεται , τύπτομαι τυπτοίμην , ἐτυψάμην τυψαίμην ,
7283261 διαβαλλω
ἐνατενίζω , συνεστιῶμαι , ὑπογογγύζω , συναμιλλῶμαι , καταβοῶ , διαβάλλω αἰτιῶμαι , ἀπορῶ διστάζω , θεωρῶ , κενοῦμαι πτοοῦμαι
σεμνυνόμενος : γαῖσος τὸ ὅπλον : γαίω τὸ κερμῶ καὶ διαβάλλω : τὸ γέα διφορεῖται καὶ κατὰ τὴν γραφὴν καὶ
7280558 ἀναπαιστικης
τροχαϊκῆς βάσεως . ὁ δὲ νεʹ ἐξ ἰαμβικοῦ πενθημιμεροῦς καὶ ἀναπαιστικῆς βάσεως . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνὶς ἐξιόντων τῶν ὑποκριτῶν
ἐν ἐπεισθέσει , ὧν τὸ πρῶτον ἐκ τροχαϊκῆς βάσεως καὶ ἀναπαιστικῆς , καὶ ἑφθημιμερὲς ἢ Ἰωνικόν , ἀπὸ μὲν τριμέτρου
7275895 νηθω
. Πῆμα . παρὰ τὸ πήθω , ὡς παρὰ τὸ νήθω , νήσω , νῆμα . Πηός . κυρίως ,
” . καὶ τὸ πλήθω ὡς ἀπὸ τοῦ νῶ τὸ νήθω . ἐμπλείμην ] ἐμπλησθείην . εὐφημεῖτε ] Δικαιόπολις μέλλων
7272348 ἰωνικον
τὸν δρόμον σου . ἐλάω , ἐλῶ κοινόν , ἐλαύω ἰωνικόν , ἐλαύνω ἀττικόν . ἴσθι δέ , ὅτι τὸ
ἐκ δισπονδείου καὶ ἰωνικοῦ ἀπ ' ἐλάττονος , καὶ ἔστιν ἰωνικόν : τὸ ιεʹ “ σιν καί μ ' ἀπολοῦσιν
7268238 ΒΟΣ
ἀττέλαβος , ὅπερ οἱ Ἀττικοὶ παραλόγως ὀξύνουσι . Τὰ εἰς ΒΟΣ ἐπιθετικὰ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς , εἰ μὴ τῷ Η
λήγοντα καθαρά . Τὸ δὲ ἕκτον ἀρξάμενον ἀπὸ τῶν εἰς ΒΟΣ συμπληροῖ τὰ εἰς ΛΟΣ : κατὰ γὰρ τὴν τῶν

Back