παρὰ τὸ γάλα . εἴδη δέ εἰσιν οἱ γαυλοὶ ἀγγείων ποιμενικῶν . σκαφίδας : ἀγγεῖα , εἰς ἃ κατετίθεσαν τὰς | ||
βουκολικὰ ὑπεγράφησαν καίτοι μὴ ὄντων ὅλων βουκολικῶν , ἀλλὰ καὶ ποιμενικῶν καὶ αἰπολικῶν ; ἐκ τοῦ κρείττονος μέρους ταῦτα τῶν |
ὥραις ἀκολασταινόντων . λύκος ἀετὸν φεύγει : παροιμία ἐπὶ τῶν ἀφύκτων . λύκος ἔχανεν : παροιμία . λέγουσι [ δὲ | ||
τὴν ἐμὴν , ἀλλὰ κατὰ ἀνάγκην ταῦτα ἔπραξας καὶ τῶν ἀφύκτων πόνων ἐξέσωσας τὸ ἐμὸν σῶμα . ἢ οὕτως : |
: πέρπερος εἰσηγησάμην : ἔδειξα λογισμόν : διάνοιαν ἀπεδήδοκεν : κατέφαγεν μαμμάκυθοι : μωροί μελιτίδαι : μωροί μοχθηροτέρους : δυστυχεστάτους | ||
ἡ γῆ καὶ οὓς διεμερίσαντο τὰ θηρία , καὶ οὕσπερ κατέφαγεν τὸ πῦρ διὰ τοὺς ἐμοὺς λόγους : νῦν ἔγνωκα |
, ἐάν πῃ ἄλλῃ νῦν φήσῃς : οὐ γὰρ ἂν θαυμάζοιμι εἰ τότε ἀποπειρώμενός μου ταῦτα ἔλεγες . Ἀλλ ' | ||
τηλικούτων καὶ πάνυ : καὶ λέγω γε ὅτι οὐκ ἂν θαυμάζοιμι εἰ τῶν ἐλλογίμων γένοιο ἀνδρῶν ἐπὶ σοφίᾳ . καὶ |
ἀλλοτρίας ἐπινοίας αὐτοῖς αὐλοῖς ὁρμᾷ καὶ γλωττοκομείῳ . εἰ μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι | ||
μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος , εἰ δ |
καὶ εἰπόντος : „ ὦ Διόγενες , εἰ αὐλὰς τυράννων ἐθεράπευες , οὐκ ἂν ταῦτα ἤσθιες „ , ” σὺ | ||
Πολέμων „ βέλτιστε , ” εἶπεν ” εἰ δὲ βοῦν ἐθεράπευες ; „ Τὸ δὲ μεγαλόγνωμον τοῦτο καὶ φρονηματῶδες ἐκ |
ἴσου ποιήσαντος ἐκλέξασθαι παρῄνει αὐτοῖς . ὁ δὲ λέων ἀγανακτήσας κατεθοινήσατο τὸν ὄνον : εἶτα προσέταξε τῇ ἀλώπεκι μοιράσαι . | ||
εὐπροσώπων ἀπολογιῶν , ἔγωγε μέντοι ἄτροφος οὐ μενῶ ” τοῦτον κατεθοινήσατο . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι ἡ πονηρὰ φύσις |
παιδί ' αὑτὸν ἀπογαλακτιεῖ . * * * * Τότε φάγοις , παράσιθ ' , ὅρα ὡς διασέσυρκε τὴν τέχνην | ||
αὐτοὺς ἀθλίους εἶναι λέγω : οὐκ ἂν θανὼν δήπουθεν ἔγχελυν φάγοις , οὐδ ' ἐν νεκροῖσι πέττεται γαμήλιος . ὁ |
γὰρ ἄλλους νενόμικα ἀνθρωποφάγους ἰχθῦς . τὸ δεῖνα δ ' ἐσθίεις ; τουτι κακόνωτα πλοῖα Κωπᾷδας λέγεις ; ἀγρίως γε | ||
γε μὴν χυλὸν αὐτῶν εἰ παραμιγνύων ἐπτισμένῃ καὶ ἡψημένῃ κρίθῃ ἐσθίεις , ἤ τινι τοιούτῳ ἐδέσματι , μάλιστα δὲ τῷ |
Ἀλεξανδρεινῶν : τοῦ δ ' οἴνου δραχμῆς ὁ μετρητὴς καὶ ἔριφος ὁ μέτριος ὀβολοῦ καὶ λαγώς . τῶν δ ' | ||
καὶ ὁ καιρὸς δίδωσι κατὰ τῶν ἀμεινόνων τὸ θράσος . ἔριφος ἐπί τινος δώματος ἑστὼς ἐπειδὴ λύκον παριόντα εἶδεν , |
[ ] ? ? . φίλος μὲν ἦσθα κἀπ ' ἔριφον κάλην καὶ χοῖρον : οὔτω τοῦτο νομίσδεται . . | ||
Θάσια τέτταρα , μύρον , στεφάνους , τραγήματ ' , ἔριφον , ταινίας , ὄψον , μάγειρον , τὰ μετὰ |
, καὶ τὸ ΚΛΙ βραχύ : ὢ τῆς ἀβελτηρίας τῶν τολμησάντων τοῦτον καλεῖν Ὁμήρου ἀνθάμιλλον , καὶ τῆς ἐσχάτης ἀτοπίας | ||
ὑπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἐπιβάντων κατεποντίσθη , τῶν δὲ διανήχεσθαι τολμησάντων οἱ πλεῖστοι μὲν ὑπὸ τοῦ ῥεύματος παρενεχθέντες διεφθάρησαν , |
ἐφίλησε : καὶ πάλιν Ἐρέβεος Ἐρέβευς , Θ ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα κύνα στυγεροῦ Ἀΐδαο , ἀντὶ τοῦ ἐκ τοῦ Ἐρέβους | ||
λαβὼν χεῖρα , Ν Ἰδομενεῦς μένος , Θ ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα . Ἐγνωσμένης οὖν τῆς κατὰ τὰς διαλέκτους διαφόρου κλίσεως |
εἱστήκει . λύκον δὲ ἰδὼν ἔφη αὐτῷ : „ ὦ λύκε , ἰδοὺ ἐκ πόνου ἀποθνῄσκω καὶ δεῖ με σοῦ | ||
κατεδιώκετο . ἐπιστραφεῖσα δὲ πρὸς αὐτὸν εἶπεν : ” ὦ λύκε , ἐπεὶ πέπεισμαι , ὅτι σὸν βρῶμα γενήσομαι , |
πολλῶν . οὐκ . . . σοῦ ] ἐγκωμιαστικοῦ νοήματος ἐπελάβετο , ἐπεὶ καὶ ὁ ψόγος τῶν ἐγκωμιαστικῶν . παρ | ||
' ἐκεῖνος : ὁ Ἀσκληπιός . . τῆς ῥινὸς οὐκ ἐπελάβετο δηλ . οὐδ ' ἐφρόντισεν : Οὐκ ᾔσθετο . |
εἰϲακοῦϲαι : ἐπὶ μὲν τῷ ἀϲκίτῃ ἰδέειν ὄγκον ἐν τῇϲι λαγόϲι , οἶδοϲ ἀμφὶ τὼ πόδε : πρόϲωπα δὲ καὶ | ||
πάντων τὰ παιδία . Περὶ ὑϲτερικῆϲ πνιγόϲ . Ἐν τῇϲι λαγόϲι τῶν γυναικῶν μέϲῃϲι ἐγκέεται ἡ μήτρη , ϲπλάγχνον γυναικήϊον |
ἐλεαίρων , ἀλλ ' εὖ μοι κατάλεξον , ὅπως ἤντησας ὀπωπῆς . λίσσομαι , εἴ ποτέ τοί τι πατὴρ ἐμός | ||
ἀκουήν . ἀλλ ' ἄγε μοι κατάλεξον , ὅπως ἤντησας ὀπωπῆς . ” τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον |
μετὰ τοῦ μέλιτος καὶ οὕτως ἐπίπαττε τὰ ξηρὰ λεῖα καὶ ἀποτίθει εἰς πυξίδα θαρρῶν : ἔστι γὰρ πολύχρηστον τὸ βοήθημα | ||
ἐν θέρει : ἀλλ ' ἐν θέρει σὺ τὸν σῖτον ἀποτίθει καὶ μὴ λυρίζων ἡδύνῃς ὁδοιπόρους . Ὁ μῦθος δηλοῖ |
εἶτ ' οὐκ οὖν ἂν ” εἰπεῖν τὸν Σέλευκον “ ἐπιδοίης , Ἐρασίστρατε . τῷ ἐμῷ παιδὶ φίλος ὢν τὸν | ||
ἐπιχέοντα προσφέρειν . εἰ δὲ καὶ ἄρτον ἀντὶ τοῦ χόνδρου ἐπιδοίης , τὸ αὐτὸ δύναται . μετρίας δὲ τῆς συγκοπῆς |
αὐτὸς θεασάμενός τινα ὀργιζόμενον καὶ διὰ τῶν λόγων σφοδρῶς χαλεπαίνοντα ὑποτυχὼν ἔφη : ” μὴ τοὺς λόγους δι ' ὀργῆς | ||
αὐτὸν ἄρτῳ τὸ αἷμα ἐκμάξαντα τῷ δακόντι κυνὶ βαλεῖν , ὑποτυχὼν ἔφη : „ ἀλλ ' ἐὰν τοῦτο πράξω , |
τὴν λίμνην τὴν καλουμένην Ἀορατίαν τοῦτο μὲν τὸ θηρίον τὸν κώνωπα ἐπιπολάζειν : ἔρημον δὲ καὶ εἶναι τὸν χῶρον καὶ | ||
, βουλόμενος αὐτὸν εἰς φιλίαν ἀγαγεῖν , προσέπαιζε πολλάκις καὶ κώνωπα ἐκάλει καὶ ἔσκωπτε τοὔνομα σὺν γέλωτι . καὶ οὗτος |
τῶνδ ' ἃ λέγω πεπράξεται . Ἐγὼ δ ' ἵνα θύσω τοῖσι καινοῖσιν θεοῖς , τὸν ἱερέα πέμψοντα τὴν πομπὴν | ||
μᾶλλον ἢ θυμούμενος πρὸς κέντρα λακτίζοιμι θνητὸς ὢν θεῶι . θύσω , φόνον γε θῆλυν , ὥσπερ ἄξιαι , πολὺν |
, τὸ κρέας . τὸ δὲ ἀνύσας Ἀττικὸν ἀντὶ τοῦ ἄνυσον , σπούδασον . Ἀττικοὶ δὲ δασύνουσιν αὐτό . . | ||
“ ἄνοιγε ἀνύσας ” : οὕτως γὰρ ὤφειλεν : “ ἄνυσον ἀνοίξας ” . θᾶττον ] ταχέως . , συντόμως |
Πολέμων ἄνασσα Παλλάς , σθεναρῶν βελῶν κρατοῦσα , ῥοδέοις ὅπλοις ἐλήφθης , ἐδάης μάχην Κυθήρης . Ἐδόκεις κρατεῖν , Ἀθήνη | ||
. ἥμαρτες , ἠράσθης , ἐμοίχευσάς τι , κᾆτ ' ἐλήφθης . ἀπόλωλας : ἀδύνατος γὰρ εἶ λέγειν . ἐμοὶ |
κιμωλίαν . σκορόδου φύσιγγα : τὸ ἔξωθεν λέμμα . σκυλάκια σιαλώδεα : κύνεια κρέα λιπαρά . συνέβησε : συνεβίβασεν . | ||
ἡμέρας ὁκόσας ἂν δοκέῃ καλῶς ἔχειν , καὶ ἐσθιέτω σκυλάκια σιαλώδεα δίεφθα , καὶ πουλύποδα ἐν οἴνῳ ἑφθὸν γλυκυτάτῳ , |
ἤμην . Περὶ ψυχῆς : „ καὶ αὐτὸς οὐκ ἦ μυθολόγος . „ ἢ σὺν τῷ ν . Ἦ γάρ | ||
Χῖος λέγων , πεπιστεύσθω : ἐμοὶ δὲ δεινὸς εἶναι δοκεῖ μυθολόγος καὶ ἐν τούτοις καὶ ἐν ἄλλοις δέ . . |
σώματι καὶ ἠλίθιος . Νικοχάρης Γαλατείᾳ : τί δῆτ ' ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ; περὶ δὲ τοῦ μεγέθους | ||
αὑτῷ λέπτ ' ἔχον καδίσκια κυμινοδόκον τί δῆτ ' ; ἀπαιδευτότερος εἶ Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως ; φέρε νῦν ταχέως χιτῶνα |
ἀξιοῦσι πράττεσθαι ; ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ ἔχω ὅπως σοι πιστεύσω : οἶδα γὰρ ἄνδρα ἕνα Πρωταγόραν πλείω χρήματα κτησάμενον | ||
φίλῳ ; ποίῳ τινί ; ὡς πολίτῃ ; τί σοι πιστεύσω ; εἶτα σκευάριον μὲν εἰ ἦς οὕτως σαπρόν , |
ἐμοῦ . κἀκεῖνος οὔτε ἀκοῦσαι πώποτε ἔφασκεν οὔτε ἀπαγγεῖλαι πρὸς Εὐρυπτόλεμον , καὶ οὐ ταῦτα μόνον , ἀλλ ' οὐδὲ | ||
Γλαύκωνος καὶ τῶν τὰ κοινὰ πραττόντων Ἐπικράτεα τὸν Σακεσφόρον καὶ Εὐρυπτόλεμον καὶ τὼς ἄλλως , ὡς εἰ καὶ Περικλεῖ γε |
δερῶ σε ] ἐκδερῶ σε ὥστε τὸ δέρμα σου ποιῆσαι θύλακον εἰς ὑποδοχὴν κλεμμάτων . διαπατταλευθήσῃ χαμαί : ἐκταθήσῃ χαμαί | ||
πρὸς ἐκεῖνα κοινωνίαν οὐ φέροντα . Πτίσσε πτίσσε τὸν Ἀναξάρχου θύλακον : οὐ γὰρ πτίσσεις Ἀνάξαρχον : οὗτος συσχεθεὶς ὑπὸ |
προτέρου ἐστὶν τὸ γυμνάζω σέβούλομαι γυμνάζειν ἐμαυτόν , δέρω σέβούλομαι δέρειν ἐμαυτόν : τοῦ δὲ δευτέρου ἐστὶ πλουτῶ ἀδιαβίβαστον , | ||
' ὅλην τὴν νύκτα . καττύομαι τοὺς καρκίνους . κύνα δέρειν δεδαρμένην . κάδους ἀνασπῶν ἀβυρτάκην τρίψαντα καὶ Λυδίαν καρύκην |
μὴ διαστολή τις σημαινομένου γένοιτο , οἷον : κύκος Πλάκος πόκος τόκος . σεσημείωται τὸ φακός ὀξύτονον . τὸ δὲ | ||
εἰς ἀδύνατα ἀναβαλλομένων . Ἀπ ' ὄνου γὰρ οὐκ ἔστι πόκος . Ἐς Κυνόσαργες , Ἐς ἀνηλίου πύλας : ἐπὶ |
ἰδὼν ἐν παμμιγεῖ νομῇ καὶ κυάμων χλωρῶν παραπτόμενον , τῷ βουκόλῳ παραστὰς συνεβούλευσεν εἰπεῖν τῷ βοῒ τῶν κυάμων ἀπέχεσθαι . | ||
οὐ μᾶλλόν γε ἢ ποιμένι προβάτων ἢ ἵππων ἱπποκόμῳ ἢ βουκόλῳ βοῶν . πολλῷ γὰρ εἶναι συγγενεστέραν τοῖς ἀρχομένοις ταύτην |
ὄντα με ἰδών , “ τί σύννους ” φησὶ “ Δᾶος ; ” “ τί γάρ ; ” ἐγώ , | ||
πέμπτον δέ τι πρὸς τούτοις εἶναί φασι τὸ ἐπαπορητικὸν οἷον Δᾶος πάρεστι : τί ποτ ' ἀπαγγελῶν ἄρα ; ὅπερ |
ἐπιθεῖναι σπόγγον μαλθακόν : εἶτα καταδῆσαι ὅκως μὴ ἐκπέσῃ ὁ μοτός : ἀφιέναι δὲ χρὴ δυοκαίδεκα ἡμέρας τὸν ὕδρωπα , | ||
. . Ἄμοτον : ἀπλήρωτον : παρὰ τὸ μένω γίνεται μοτός καὶ ἄμοτος καὶ ἄμοτον , οἷον : ἄμοτον μεμαῶτι |
καὶ Μαίονες καὶ Μῄονες : οὐ χρεία δὲ πλεονάζειν . ὑπονοεῖ δὲ καὶ ὁ Σκήψιος τὴν τοῦ ὀνόματος μετάπτωσιν ἐξ | ||
ἀεί εἰμι . ἢ οὕτως : οὐδέποτε ἡ ἐμὴ ψυχὴ ὑπονοεῖ τι καὶ τούτου ἀχώριστος γίνεται . ἢ οὐδέποτε ἀχώριστος |
οἰκία καὶ ἔτρεφεν [ ἐν ] πολλῇ σπουδῇ θέμενος αὐτῷ Μελιτέα ὄνομα , διότι ὑπὸ μελισσῶν ἐτράφη : ὑπῆλθε γὰρ | ||
; Φιλωνίδην δ ' οὐ τέτοκεν ἡ μήτηρ ὄνον τὸν Μελιτέα , κοὐκ ἔπαθεν οὐδέν ; ἐπινέφελον ἴσσα ὅταν δέωμαι |
τυφλός : οὔτε γὰρ πέφυκεν ἔχειν ὀφθαλμούς . τὸ δὲ κυνίδιον λέγεται στέρησιν ἔχειν , ἡνίκα μὴ ἔχει ἐν τῷ | ||
κνισοτηρητής : ὁ κνίσαν καὶ δεῖπνα ἐπιτηρῶν . κυνάριον καὶ κυνίδιον : ἄμφω δόκιμα . καλλιτράπεζος : ὁ καλὴν καὶ |
καταλέξῃ , εἰ δή πού τινα κεῖνος ἐνὶ φρεσὶ μῆτιν ὑφήνας ἐξελθὼν λαοῖσιν ὀδύρεται , οἳ μεμάασιν ὃν καὶ Ὀδυσσῆος | ||
σπάρτων . ὑπὸ σπάρτῃσιν : ὑπὸ σπάρτων καὶ σχοινίων . ὑφήνας : κατασκευάσας , πλέξας . Εὐπαγέως : στερεῶς . |
φακῆν ἥδιστον ὄψων λοιδορεῖς πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ταυτὶ τὰ κρέ ' αὐτῷ παρὰ γυναικός του | ||
αὐτοῦ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ πόθεν ἂν λάβοιμι βύσμα τῷ πρωκτῷ φλέων ; ] Ἄλλως . κύπειρον καὶ φελεὺς εἴδη εἰσὶν |
προείλω , οὐδὲ ἐπειδὴ σαυτῷ βελτίω καιρὸν τῆς τιμῆς ταύτης ἐζήτησας , ἥρπασας εἰς τὸν παῖδα αὐτὴν ἀπειροκάλως , ὥσπερ | ||
δὲ τὸ συντομώτερον τοῦ πρὸ ἡμῶν ἐπειγομένου πεποιήκαμεν , ὥσπερ ἐζήτησας , μετὰ τοῦ σαφεστέρου καὶ εὐσυνόπτου τοῖς πολλοῖς , |
αὐτὸν τρόπον καὶ τοῦτον ὡς καθ ' ἡμῶν ὄντα παντάπασι παύσομεν . εἰ γὰρ ἐπανόρθωμα κακῶν ἅπαντες εὖ ἔχοντες νόμοι | ||
, ὅτι κράτιστον τῶν περὶ αὐτῆς ζητημάτων , τὸν λόγον παύσομεν ὡς ἐπὶ τὴν λογικὴν ψυχὴν καὶ τὸν νοῦν ἐπειγόμενοι |
οὐδενός . θάρρει οὖν , ὦ Ξανθίππη , καὶ μηδὲν καταβάλῃς τῶν Σωκράτους καλῶν , εἰδυῖα ὡς μέγα τι ἡμῖν | ||
οὐκ ἀποπίπτουσιν , εἰ περὶ τὴν ῥίζαν κόψας ἁλὸς χοίνικα καταβάλῃς , καὶ τῇ γῇ καταχώσῃς . Τὰ σῦκα οὐ |
, τὸ ἐπίγραμμα , ὥστε ἐβουλόμην αὐτὸ ἤδη ἐπιγεγράφθαι . Ἰδὼν δέ τις ἐπὶ τῶν σκελῶν αὐτοῦ οἷα τοῖς γέρουσιν | ||
ἁμαρτάνειν , γενναίων δὲ τὸ καὶ ἁμαρτάνοντας αἰσθέσθαι . „ Ἰδὼν δὲ ἐς τὸ ἕδος τὸ ἐν Ὀλυμπίᾳ „ χαῖρε |
κόραιϲ ἐπιϲκοτοῦντα , ῥυπτικωτέρῳ τε ἅμα καὶ λεπτομερεῖ φαρμάκῳ : χρήϲαιτο δ ' ἄν τιϲ καὶ εἰϲ ἄλλα πολλὰ τοιούτῳ | ||
κίνδυνοϲ ἀπαραίτητόϲ ἐϲτιν , εἰ μὴ πολλοῖϲ τιϲ καὶ προϲφόροιϲ χρήϲαιτο τοῖϲ βοηθήμαϲι . λυϲϲῶϲι δὲ οἱ κύνεϲ ὡϲ τὸ |
πικρὸν ὀϊστόν , εὔχετο δ ' Ἀπόλλωνι Λυκηγενέϊ κλυτοτόξῳ ἀρνῶν πρωτογόνων ῥέξειν κλειτὴν ἑκατόμβην οἴκαδε νοστήσας ἱερῆς εἰς ἄστυ Ζελείης | ||
ὄντα τοῦ μέσου ἐν ᾧ τὸ ἔμφυτον θερμόν . * πρωτογόνων δ ' ἐρίφων , ἕως τοῦ ὑετοῦ ἀμφιβάλῃ ἀλέην |
ἐμοί τε ξυμφιλοσοφοίης καὶ τοῖσδε . „ ὁρῶν δὲ τὸν Τιμασίωνα ἐρυθριῶντα καὶ μεταβάλλοντα τὴν ὁρμὴν τοῦ στόματος ἐς τὸ | ||
καὶ ἀγνώστων δαιμόνων βωμοὶ ἵδρυνται . ” τοσαῦτα ἐς τὸν Τιμασίωνα αὐτῷ ἐσπουδάσθη . πλὴν ἀλλὰ Ἱππόλυτόν γε ἐκάλει αὐτὸν |
: πέλας γὰρ δεινὸν ἀνταυγεῖ φόνον . μὴ πέτρος γένηι δέδοικας ὥστε Γοργόν ' εἰσιδών ; μὴ μὲν οὖν νεκρός | ||
οἷς εἴρηκας , οἳ φράσους ' ἐμοί . Κεἰ μὲν δέδοικας , οὐ καλῶς ταρβεῖς , ἐπεὶ τὸ μὴ πυθέσθαι |
' αὐτοῦ καὶ Ἱππῶναξ εἰπών : καὶ Μύσων ὃν Ὡπόλλων ἀνεῖπεν ἀνδρῶν σωφρονέστατον πάντων . Ἀριστόξενος δέ φησιν ἐν τοῖς | ||
Πλάτων δ ' ἀντὶ Περιάνδρου . περὶ αὐτοῦ δὴ τάδε ἀνεῖπεν ὁ Πύθιος : Οἰταῖόν τινα φημὶ Μύσων ' ἐνὶ |
φίλον μακάρεσσι θεοῖσιν , φυλόπιδος λῆξαι , πρίν κεν λύκος οἶν ὑμεναιοῖ . Καὶ πῶς , ὦ κατάρατε , λύκος | ||
' ἀμφέθηκα μυρσίνας . πυρᾶς δ ' ἔπ ' αὐτῆς οἶν μελάγχιμον πόκωι σφάγιον ἐσεῖδον αἷμά τ ' οὐ πάλαι |
κάπηλος καπηλικός , μεταβολεύς μεταβλητικός , ἔμμισθος θηρευτὴς νέων , θηρευτικός , μίσθαρνος μισθοφόρος , κόλαξ κολακευτικός , θώψ , | ||
ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πρᾶγμα φιλοθηρία , φιλοκυνηγέτης , θηρευτικός ἀγρευτικός κυνηγετικός , θηρευτικῶς ἀγρευτικῶς κυνηγετικῶς . θηρᾶν θηρεύειν |
κατὰ τῶν τενόντων κειμένου , καὶ καταξανθέντα τὸ σῶμα ῥάβδοις κατακρημνισθῆναι . Τούτων οὕτω λελεγμένων αἰσθόμενος , κατέφυγεν ἐπὶ τὸ | ||
ὑποδείσαντα δὲ καὶ τὴν τοῦ συὸς ἐκκλίνοντα μάχην ὑπὸ Μελεάγρου κατακρημνισθῆναι . Διὸ καὶ λελωβῆσθαι τὸ σῶμα . Ἀγρίου δὲ |
σὲ τοῦ πάθους : βλάπτεσθαι γὰρ ἐκ τοῦ τοιοῦδε τὸν ἀρρωστοῦντα . ὡς δ ' ἠρρώστεις παῖδες ἔλεγον ἰατρῶν . | ||
ἐνομίζετο , ὥσπερ τὸν λέοντα , ὃν ἐποίησεν Αἴσωπος , ἀρρωστοῦντα ἐν τῷ σπηλαίῳ ἡ κερδὼ ἐρεσχελεῖ εἰσιόντων τὰ ἴχνη |
καλουμένου βασιλίσκου ῥητῶς οὕτω φησίν : ὅταν δὲ ὁ βασιλίσκος δάκῃ , πληγὴ ὑπόχρυσος γίνεται . Τὰ μὲν οὖν ἐν | ||
ἡ πάθη : διψὰϲ δὲ τὸ ἑρπετὸν θηρίον , ἢν δάκῃ τινά , ἄϲχετον δίψοϲ ἐξάπτει , πίνουϲί τε ἄδην |
τι σοι δοκεῖ , τόν τε Λακεδαιμόνιον αὐτόθεν ὅτῳ τρόπῳ σοὐστὶ φίλος : ὡς τόδε τὸ λαρκίδιον οὐ προδώσω ποτέ | ||
λέγειν μόνον ἵνα ἀφῇ τὸν λάρκον . ὅτι τῷ τρόπῳ σοὐστὶ φίλος : ἀντὶ τοῦ εἰπὲ καὶ ὅτῳ τρόπῳ ὁ |
Ἕκτωρ φησί σὲ δέ ⌊ τ ' ⌋ ἐνθάδε γῦπες ἔδονται . ταῦτα γὰρ τὴν ἐν τόπῳ σημασίαν δηλοῖ . | ||
ἱρὴν ὅς κε φύγῃ , πολλοὺς δὲ κύνες καὶ γῦπες ἔδονται Τρώων : αἲ γὰρ δή μοι ἀπ ' οὔατος |
' αὐτός φησι καὶ Χειρίσοφον τὸν Διονυσίου κόλακα ἰδόντα Διονύσιον γελῶντα μετά τινων γνωρίμων συγγελᾶν . ἐπεὶ δ ' ὁ | ||
τε γὰρ τοῖς ὕπνοισιν ἐοῦσιν , εὐθέως ἐπὴν γένωνται , γελῶντα φαίνεται τὰ παιδία καὶ κλαίοντα : ἐγρηγορότα τε αὐτόματα |
τὰ μείζω δοκοῦντα καὶ τὰ σμικρότερα : καὶ εἴτε ἱππικῆς ἐπιτηδεύοι ἀγωνίαν εἴτε μουσικῆς εἴτε γεωργίας ἐπιμελοῖτο εἴτε στρατηγεῖν ἐθέλοι | ||
ἡμετέρων τέκνων ἀνερωτῶν καὶ χαίρων , εἴ τι τῶν καλῶν ἐπιτηδεύοι ; πολλοὶ μάρτυρες ἥξουσιν , ὦ ἄνδρες Ἀντιοχεῖς , |
ἢ βραχύτερά σοι , ἔφη , ἀποκρίνωμαι ἢ δεῖ ; Μηδαμῶς , ἦν δ ' ἐγώ . Ἀλλ ' ὅσα | ||
. Μεγαπένθης ὁ Λακύδου , τύραννος . Ἐπίβαινε σύ . Μηδαμῶς , ὦ δέσποινα Κλωθοῖ , ἀλλά με πρὸς ὀλίγον |
κατασκευάσας καθεύδοντος ἐν τῷ οἴκῳ κατέθηκε καὶ αὐτὸς μὲν ἐπιβὰς ἀκατίου λαθὼν ἔφυγεν , οἱ δὲ φύλακες τὸ εἴδωλον ἐφύλαττον | ||
περιρισσόμενον , ὥστε καὶ συντρίβεσθαι αὐτό . Καὶ Ἰωσὴφ ἐπὶ ἀκατίου φεύγει : χωριζόμεθα δὲ καὶ ἡμεῖς ἐπὶ σανίδων δέκα |
. Εἰ οἱ μὲν εὖ ἡγοῖντο , οἱ δ ' ἕποιντο , ἔτι φήσω τοῦ αὐτοῦ εἶναι συνθώκου τοῦτο , | ||
χοἱ μὲν ἅμα : καὶ οἱ ταῦροι ἅμα ταῖς βουσὶν ἕποιντο ἐπὶ τὰς φυλλάδας . μηδὲν ἀτιμαγελεῦντες : μηδαμῶς καταλείποντες |
ὁ δὲ δεσπότης αὐτοῦ δυσχεράνας κατέκλεισεν αὐτὸν εἰς λάρνακα ξυλίνην πειράζων εἰ σώζουσιν αὐτὸν αἱ Μοῦσαι . δύο δὲ μηνῶν | ||
ἀλκή καὶ μένος ἠύτε θηρὸς ἀέξετο : πῆλε δὲ χεῖρας πειράζων εἴθ ' ὡς πρὶν ἐυτρόχαλοι φορέονται μηδ ' ἄμυδις |
τευτλία οὐκ ἐσθίει . “ πρὸς τὸν ἐπὶ τῇ λεοντῇ θρυπτόμενον , ” παῦσαι , “ ἔφη , ” τὰ | ||
πάτρια ἐχέτω , ὡς ἔχει . „ καλέσας οὖν τὸν θρυπτόμενον ἤρετο αὐτόν , εἰ θεοὺς νενόμικε , τοῦ δ |
ψάμμου μαλθακῆς . Ἐν τῷδε τῷ ἀγρῷ νέμων αἰπόλος , Λάμων τοὔνομα , παιδίον εὗρεν ὑπὸ μιᾶς τῶν αἰγῶν τρεφόμενον | ||
αἵδε ὑμῖν τρισχίλιαι . Μόνον ἴστω τοῦτο μηδείς , μὴ Λάμων αὐτὸς οὑμὸς πατήρ . Ἅμα τε ἐδίδου καὶ περιβαλὼν |
ἀνέγνως ἢ Ἀντίπατρον . εἰ μὲν γὰρ καὶ Ἀρχέδημον , ἀπέχεις ἅπαντα . , . καὶ μὴν ἐγὼ ὑμῖν ἐξηγήσομαι | ||
σὴ χάρις ἡμῖν καὶ ὠφέλεια ; ἀλλὰ σύ γε τοσοῦτον ἀπέχεις τοῦ πράττειν καὶ συγκατορθοῦν ἡμῖν τι τῶν κοινῇ χρησίμων |
καὶ ὑστριχίς , τάχα δὲ καὶ κῴδιον καὶ κῳδάριον καὶ ἀρνακίς , καὶ βακτήριον , καὶ σάκκος , καὶ λυχνίς | ||
περιδέραιον καὶ περιδερὶς ὀνομάζεται : ἔνδοθεν δ ' αὐτῷ ὑπερράφθω ἀρνακίς , ὡς μὴ τρίβοιτο ὑπὸ τοῦ λώρου ἡ δειρὴ |
ὀστᾶ δέοι ἐξελεῖν καὶ νεῦρα ἐνθεῖναι , τὰ γὰρ ὄντα ἀπειρηκέναι : καὶ αὐτὸν μὲν δὴ ἐν παντὶ εἶναι καὶ | ||
καὶ ταύτην ἑταίραν , ὡς ὁ Θεόπομπος ἱστορεῖ , φάσκων ἀπειρηκέναι τὸν Ἅρπαλον μὴ στεφανοῦν ἑαυτόν , εἰ μή τις |
φιλόσοφος τῇ αὔριον μέλλει γυναικὶ συζευχθῆναι . “ ὁ δὲ δρομαίως ἀναβὰς ἀπήγγειλε ταῦτα τῇ τοῦ Ξάνθου γυναικί . ἡ | ||
μέσῳ κείμενον , εἰσελθοῦσα διὰ μέσου αὐτῶν καὶ ἀραμένη τοῦτο δρομαίως ᾤχετο . οἱ δὲ ἰδόντες αὐτὴν καὶ ἀναστῆναι μὴ |
. μίσυος , χαλκίτεως , ἰοῦ , ψιμυθίου , κηκίδων ἀτρήτων , στυπτηρίας σχιστῆς καὶ στρογγύλης , μελαντηρίας ἀνὰ # | ||
, περικόπτοντα μὲν τὸν ὑμένα ἢ τὴν σάρκα ἐπὶ τῶν ἀτρήτων , μαλάσσοντα δὲ καὶ μετασυγκρίνοντα τὴν περιτύλωσιν καὶ τὸν |
ἔλεγεν : Ἐκεῖ ὄρυττε καὶ μὴ παρὰ τὰ ἐμά . Εὐτράπελος χοῖρον κλέψας ἔφευγεν . ἐπεὶ δὲ κατελαμβάνετο , θεὶς | ||
ἐνέπω . ἔπω δὲ ἔπος , ὡς τεύχω τεῦχος . Εὐτράπελος . παρὰ τὸ τρέπω ῥῆμα , οὗ βʹ ἀόριστος |
καὶ μάθε πρῶτον τίνες εἰσίν . οἱ δ ' εἶπον ἐρωτήσαντος ὅτι Μάκρωνες . Ἐρώτα τοίνυν , ἔφη , αὐτοὺς | ||
, τοῦ κατ ' ἐνέργειαν μὲν μὴ ῥηθέντος ὑπὸ τοῦ ἐρωτήσαντος δυνάμει δὲ ἐμπεριεχομένου τῇ ἐρωτήσει , ὡς δηλοῦσιν αἱ |
εἰ Χρύσιππον ἀνέγνως ἢ Ἀντίπατρον . εἰ μὲν γὰρ καὶ Ἀρχέδημον , ἀπέχεις ἅπαντα . , . καὶ μὴν ἐγὼ | ||
αὐτά τ ' ἔσται καὶ πάντα ἃ εἰρήκαμεν ; τὸν Ἀρχέδημον νῦν τε ὀρθῶς ἐποίησας πέμψας , καὶ τὸ λοιπόν |
Λακεδαιμόνιοι προειπόντες ἐς τὴν νῆσον ἐσάγειν σῖτόν τε τὸν βουλόμενον ἀληλεμένον καὶ οἶνον καὶ τυρὸν καὶ εἴ τι ἄλλο βρῶμα | ||
ἂν ἅπαξ τις ἀποθάνῃ . Ἤδη πότ ' ἤκουσας βίον ἀληλεμένον ; ναί . τοῦτ ' ἐκεῖν ' ἔστιν σαφῶς |
οὖν καθεῖναι καὶ μάλα ἐλεγκτικήν φασιν αὐτόν . λάρνακα πληρώσας κεραστῶν ἐμβάλλει τὸ βρέφος , οἱονεὶ πυρὶ τὸν χρυσὸν τεχνίτης | ||
Δείπνῳ φησίν πίνετο νεκτάρεον πῶμ ' ἐν χρυσέαις προτομαῖς ταύρων κεραστῶν , ἔβρεχον δὲ κατὰ μικρόν . Ἀθηναῖοι δὲ καὶ |
θηρίου , τοῦδε τὸ μέλος διασαπῆναι ἀνάγκη πᾶν . οὐκοῦν θηραθέντα αὐτὸν ἐκ τοῦ οὐραίου μέρους ἐξαρτῶσι , καὶ οἷα | ||
καὶ τιμὰς ὁ ἰχθὺς ἔχει ὁ αὐτός . ἀγκίστρῳ δὲ θηραθέντα ἰχθὺν οὐκ ἄν ποτε φάγοιεν οἵδε οἱ ἄνδρες , |
' ἑκάστην ἡμέραν . Στέλλεται : πλέει , πορεύεται , ἀγρεύεται . ἀνίησιν : ἀφίησιν . Δεῖπνα : τροφάς . | ||
ἕρπων ἐσθίει τὰς ῥίζας τῶν φυτῶν καὶ ξηραίνει αὐτά . ἀγρεύεται δὲ δόλῳ καὶ παγίσι . λέγεται δὲ εἶναι Φινεὺς |
. Σὺ δὲ πῶς , ὦ Ἑρμότιμε , δύναιο ἂν ἐπομοσάμενος εἰπεῖν ὅτι εὕρηται πρὸς αὐτῶν ; Ἐγὼ μὲν οὐκ | ||
Ἡφαιστίωνος τάφον . ἀλλ ' ἐκείνῳ μὲν βοηθῆσαι λέγεται Περδίκκας ἐπομοσάμενος κατὰ πάντων θεῶν καὶ κατὰ Ἡφαιστίωνος , ὅτι δὴ |
Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Δάφνις θέοντα μετὰ πολλῶν καὶ βοῶντα Δάφνι , νομίσας ὅτι συλλαβεῖν αὐτὸν βουλόμενος τρέχει , ῥίψας | ||
θυμὸν ἔχοισα , κεἶπε τύ θην τὸν Ἔρωτα κατεύχεο , Δάφνι , λυγιξεῖν : ἦ ῥ ' οὐκ αὐτὸς Ἔρωτος |
αὐτόν , ὦ σαπφόρα , ] ἐπεὶ κρατήσω σε ⌈ κεντῶν τὸν ἵππον τὸν ⌈ ἐμὸν σειραφόρον ⌈ κεντῶν ὑπὸ | ||
, ἀλλὰ καὶ τοῦτο τὸ κακὸν ἐκεῖνος ὁ κηφὴν ἐντίκτει κεντῶν αὐτούς . Κομιδῇ μὲν οὖν . Εἰσαγγελίαι δὴ καὶ |
τῶν Γαλατῶν πόλιν ἑλόντος καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ λαφυροπωλοῦντος , Κράτων τις ὄνομα γεγονὼς φιλορώμαιος καὶ διὰ τοῦτο πολλὰς ὕβρεις | ||
ὥστε ἔμβαινε . καὶ σὺ τὸν πλοῦτον ἀποθέμενος , ὦ Κράτων , καὶ τὴν μαλακίαν δὲ προσέτι καὶ τὴν τρυφὴν |
ἐξοχῇ κλίνας . ὁ δ ' Ἥλιος τὸ πρῶτον ἡδὺς ἐκκύψας ἀνῆκεν αὐτὸν τοῦ δυσηνέμου ψύχους , ἔπειτα δ ' | ||
πρόξενον θλίβων . μικρὸν δ ' ἐπισχὼν εἶτ ' ἔσωθεν ἐκκύψας ψαύειν ἔμελλεν ἰσχάδος Καμειραίης : ἕτερος δ ' ἐπῆλθεν |
, οὐδ ' ἑλκοποιὰ γίγνεται τὰ σήματα : λόφοι δὲ κώδων τ ' οὐ δάκνους ' ἄνευ δορός . καὶ | ||
ὠδῖνας τοὺς κύνας τίκτει τυφλούς . Γ χ ' ἡ κώδων Γ : παρὰ τὸ κραυγαστικὸν † ἡ κύων † |
ἐγκώμια , καὶ τῶν προπυλαίων καὶ τέταρτον ἰσχάδων : τούτων ἐγευσάμην καταπλεύσας εὐθέως καὶ τῶν προπυλαίων ; κοὐδὲν ἦν τούτων | ||
ἢ δεκατεύεις . ἔρημον ἐμβλέπειν οὐκ ἀπήρκει Θησειότριψ θησομύζειν προσεμφερής ἐγευσάμην χορδῆς ὁ δύστηνος τέκνων : πῶς ἐσίδω ῥύγχος περικεκαυμένον |
ταυτὶ δὲ πεπεισμένον ἀφεῖναί τε τὴν ψυχὴν ἐλθεῖν τε εἰς Αἵδου πῶς οὐκ ἂν εὐδαίμονος εἴη ; Ἐν οὖν τῇ | ||
ὅσον ὀδυρμοῖς καὶ δάκρυσιν , ὃν ὀδυρμὸν καὶ παιᾶνα καλεῖ Αἵδου . . ἐχθρὸν ] κακόν : παρόσον ὁ παιὰν |
ᾔδη ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν , εὖτέ μιν εἰς Ἀίδαο πυλάρταο προὔπεμψεν ἐξ Ἐρέβευς ἄξοντα κύνα στυγεροῦ Ἀίδαο , οὐκ ἂν | ||
ὃν προσήκει φιλοσοφίᾳ διακονεῖν , οἴκοι τε ἀκέραιον διαφυλάττει καὶ προὔπεμψεν ὅμως ἐνθάδε καὶ τοῖς διδοῦσιν ἀληθινῶς καὶ τῷ λαμβάνοντι |
τοὺς ἔνδον . . . , . Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων . Τὸ κύμινον , φασί , δεῖ σπείρειν βλασφημοῦντας | ||
καθαίροντος ὄφελός ἐστιν . . , . Ἐκ τῶν Ἀρίστωνος Ὁμοιωμάτων . Οἱ ἄρτι ἐκ φιλοσοφίας , πάντας ἐλέγχοντες καὶ |
Παράγει τινὰ Κλέωνα τὸν καλούμενον Παφλαγόνα καὶ ἔτι βυρσοπώλην πικρότατα κατεσθίοντά πως τὰ κοινὰ χρήματα : ἐν παραλογισμῷ διαφέροντ ' | ||
τινὰ Κλέωνα , τὸν καλούμενον Παφλαγόνα κἄτι βυρσοπώλην πικρότατα , κατεσθίοντά πως τὰ κοινὰ χρήματα , καὶ παραλογισμῷ διαφοροῦντ ' |
οὖν μὴ λαβόμενος εὐπορίας φύγω τὴν τέχνην , καὶ δεῖν ᾠήθης ἐν πενίᾳ με φυλάττειν , ὅπως καὶ αὐτὸς φυλάττοιμι | ||
' ἀνθρώπου πλουτοῦντος αὐτὸς ἴσως δεόμενος , σὺ δ ' ᾠήθης τὸν θεὸν δεκάζεσθαι , τὸν αὐταρκέστατον ἑαυτῷ καὶ μηδενὸς |
τὸν μεγαλαυχῆ δαίμονα Δαρεῖον ἐρχόμενον ἐκ τῶν τοῦ Ἅιδου δόμων αἰνέσατε ἤγουν συναινέσατε καὶ συναρήξατε αὐτῷ ποιῆσαι τοῦτο . τὸν | ||
καὶ συναρήξατε αὐτῷ ποιῆσαι τοῦτο . τὸν καταχθόνιον οὖν Δαρεῖον αἰνέσατε ἐξ Ἅιδου δόμων μολεῖν , τὸν Σουσιγενῆ θεὸν τῶν |
παρ ' ὀφρύν , ἥν ποτ ' ἐν πατρὸς δόμοις νεβρὸν διώκων σοῦ μέθ ' ἡιμάχθη πεσών . πῶς φήις | ||
χοῖρον λαβών . καὶ Ἀνακρέων δέ φησιν : οἷά τε νεβρὸν νεοθηλέα γαλαθηνόν , ὅς τ ' ἐν ὕλῃ κεροέσσης |
φησιν , ὁ τοιοῦτος πλοῦς : ἐὰν οὖν ἐπιτύχῃς , ἅρπασον αὐτόν . χρήματα γάρ : τὰ γὰρ χρήματα τὴν | ||
κἂν ἀποθνῄσκειν μέλλῃς , ἂν μή σοι πωλεῖν θέλῃ , ἅρπασον αὐτόν : ὃν καλέουσι Συρακόσιοι κύνα πίονα : κᾆτα |
. Τὸ δὲ χρῶμα τί λέγεις , ὦ Σώκρατες ; Ὑβριστής γ ' εἶ , ὦ Μένων : ἀνδρὶ πρεσβύτῃ | ||
. Τὸ δὲ χρῶμα τί λέγεις , ὦ Σώκρατες ; Ὑβριστής γ ' εἶ , ὦ Μένων : ἀνδρὶ πρεσβύτηι |
δι ' οἴνου λευκοῦ καὶ λεπτοῦ μεγάλως ὠφελοῦσιν . ἧπαρ λύκου λειοῦται μετ ' ἀκριβείας καὶ δίδοται ⋖ α μετ | ||
, , , ? : Κροκούττας δ ' ἐστὶ μίγμα λύκου καὶ κυνὸς , ὥς φησιν οὗτος . Ἃ δ |
κατεσκευασμένον . , : . . τὰ γὰρ Ἀναξάρχου σιωπῶ πτίσσε ἐπιβοῶντος τὸν Ἀναξάρχου θύλακον : Ἀνάξαρχον γὰρ οὐ πτίσσεις | ||
κατασήπεται , τὴν πρὸς ἐκεῖνα κοινωνίαν οὐ φέροντα . Πτίσσε πτίσσε τὸν Ἀναξάρχου θύλακον : οὐ γὰρ πτίσσεις Ἀνάξαρχον : |
αὐτόν , “ ἐγὼ δέ , ” φησίν , “ Ἀλυάττῃ κελεύω κρόμμυα ἐσθίειν [ ἴσον τῷ κλαίειν ] . | ||
μετὰ δὲ , ἐντυγχάνοντι ἀποκρίνεται , ὅτι πολλοὶ παῖδες εἶεν Ἀλυάττῃ , οἷς πᾶσιν εἰ δεήσοι αὐτὸν ἀργύριον διδόναι , |
, ” ἐπίταττε ἡμῖν , Διόγενες , “ ἀπαγαγὼν αὐτὸν ἡμιωβολίου τυρὸν ἐδίδου φέρειν : ἀρνησαμένου δέ , ” τὴν | ||
ἀντὶ τοῦ , ἕκαστον αὐτῶν ἥμισυ ὀβολοῦ ἦν , ἄξιον ἡμιωβολίου . ζεστὰ , ἡψημένα . ζεστὰ , παρὰ τὸ |
καὶ τὰ τῆς καταπόσεως τά τε τῶν ῥιπτουμένων , ὅσα ἀφεθέντα μετέωρα καὶ ὅσα ἐπὶ γῆς φέρεται , ταύτῃ διωκτέον | ||
παραδοῦναι βασανίζειν τὰς θεραπαίνας , αἳ τελευτῶντος τοῦ πατρὸς μνημονεύουσιν ἀφεθέντα τοῦτον ἐλεύθερον εἶναι τότε . καὶ πρὸς τούτοις ἡ |
ὅτι τὸ θερμὸν ἀραιοῖ τοὺς πόρους . τῶν οὖν πόρων ἀραιουμένων , εἰσάγεται διὰ τούτων ψυχρὸν πνεῦμα . οὕτω γίνεται | ||
ἐκ προδήλου αἰτίαϲ : ἐξ ἀδήλου μὲν ἐκ τοῦ αὐτομάτου ἀραιουμένων τῶν τοπικῶν ἀγγείων καὶ τῆϲ ἐν αὐτοῖϲ ὑδατώδουϲ οὐϲίαϲ |
τὸν τελευταῖον . Ἡ δ ' ἐλθοῦσα πλησίον τούτου , ἔδακεν εὐθὺς τὴν ῥίνα ταύτης , καὶ δακὼν ἀπέκοψεν εἰς | ||
συμμαχούντων ὅτε τὴν ὕδραν ἀνῄρει , ἐκ τῆς λίμνης ἐκπηδήσας ἔδακεν αὐτοῦ τὸν πόδα , καθάπερ φησὶ Πανύασις ἐν Ἡρακλείᾳ |
χεῖρα . ἐροῦσι πολλοί : πολλὰ σαυτὸν ἀσπάζου , ἐπὴν ἔχηις τι : πάντα σοι φίλων πλήρη : πλουτοῦντα γάρ | ||
, μὴ τὰ μαλακὰ μῶσο , μὴ τὰ σκλήρ ' ἔχηις . καὶ πιεῖν ὕδωρ διπλάσιον χλιαρόν , ἡμίνας δύο |
τλάμονα , μή με παρένθῃς , στᾶθι δὲ καὶ βραχὺ κλαῦσον , ἐπισπείσας δὲ τὸ δάκρυ λῦσον τᾶς σχοίνω με | ||
. καὶ νῦν ἄπελθε καὶ ἱκέτευσον ὑπὲρ τοῦ πατρός . κλαῦσον , καταφίλησον , εἰπὲ “ μῆτερ , ὁ πατήρ |