τοιούτων παίδων τε καὶ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν . καθόλου δὲ ποικιλώτατον εἶναι τὸ ἀνθρώπινον γένος κατὰ τὸ τῶν ἐπιθυμιῶν πλῆθος
περιετίθει συναρμόττων σοφῶς ἄλλο ἐπ ' ἄλλῳ , καὶ χρῆμα ποικιλώτατον γίνεται . καὶ ὡς ἧκεν ἐπὶ τὴν κρίσιν ,
6783631 μακροβιον
, τοῦ δὲ γεννηθέντος αὐξομένου μέχρι πηχῶν ἑκκαίδεκα . καὶ μακρόβιον μέν ἐστιν ὡς κατ ' ἄνθρωπον , γλῶτταν δὲ
γὰρ μακροβιώτατον ἐξ αὐτοῦ τούτου ἐπαινέσεις , τόν τε μὴ μακρόβιον ἐν τῷ μὴ μετασχεῖν τῶν νοσημάτων τῶν διὰ τὸ
6521707 Ξενοφαντου
δασυτρίχων . τούτων ] τῶν παρεστώτων ⌈ ἐνταῦθα . τὸν Ξενοφάντου ] ⌈ υἱόν , ὃν [ υἱόν . τοῦτον
οἷόνπερ τὸν Ξενοφάντου : Ἱερώνυμον λέγει τὸν διθυραμβοποιόν , ὃς Ξενοφάντου μὲν ἦν παῖς , περὶ δὲ παῖδας ἄγαν ἐπτόητο
6340305 λατον
τ ' εὔοψον σφόδρα χωρίον ἐστὶ Κάρυστος . τὸν δὲ λάτον τὸν κλεινὸν ἐν Ἰταλίῃ πολυδένδρῳ ὁ Σκυλλαῖος ἔχει πορθμός
τοὺς λάβρακας ἐντερεύων . λάτος . Ἀρχέστρατος : τὸν δὲ λάτον τὸν κλεινὸν ἐν Ἰταλῇ πολυδένδρῳ ὁ Κυλλαῖος ἔχει πορθμός
6181848 Ἀβδηριτην
καὶ πολλὰ δὲ ἔθνη γαλακτοποτοῦντα ζῇ . Δημόκριτον δὲ τὸν Ἀβδηρίτην λόγος ἔχει διὰ γῆρας ἐξάξαι αὑτὸν διεγνωκότα τοῦ ζῆν
. , , , . . . . Δημόκριτον τὸν Ἀβδηρίτην λόγος ἔχει τά τε ἄλλα γενέσθαι σοφὸν καὶ δὴ
6162303 λαγνον
ἐκείνῳ γὰρ μὴ εἶναι παῖδας , ἅτε ῥᾴθυμον βίον καὶ λάγνον τὸν ἐς ἑταίρας καὶ πότους προῃρημένῳ . καὶ ἄλλος
: πεντήκοντα δ ' ἔνορχα παρ ' αὐτόθι . ἢ λάγνον . κνάκωνα φυλάσσεο : λευκὸν ἢ πυρρὸν ἀπὸ τῆς
6151137 μεγαλοψυχον
πρὸς τοὺς ἐν ἀξιώματι καὶ εὐτυχίαις δεῖν μέγαν εἶναι τὸν μεγαλόψυχον , οὐκ ἀξιοῖ ἐν βασιλευομένῃ ὄντα πόλει καὶ ἕνα
εἴκειν ἔχει καλῶς . πρὸς τούτοις δὲ φύσει γενναῖον καὶ μεγαλόψυχον καὶ ἐλεύθερον γενόμενον ὁρᾷ , διότι τῶν περὶ αὐτὸ
6071519 νομεα
θαλλούσας , καὶ κηρυττούσας τὸν πρὶν μὲν οἰκτρόβιον καὶ ἀφανῆ νομέα ποιμνίων , νῦν δὲ ἡμίθεον χρηματίσαντα δι ' ἀρετῆς
καὶ πραΰνειν αὑτοῦ τὸν θυμόν ἐστιν , ὥσπερ κυνὸς γενναίου νομέα , οἵους τοὺς Ἰνδοὺς κύνας φασί . κύων Ἰνδὸς
6040923 ἀμαθη
διατριβή : τὸ δὲ μέγιστον , ὅτι τὸν νυστάζοντα καὶ ἀμαθῆ φύσει ἐγείρει καὶ εὐμαθῆ καὶ μνήμονα καὶ ἀγχίνουν ἀπεργάζεται
Ἑλλάδος : καὶ τοὺς διαλεκτικοὺς πολυφθόρους , Πύρρωνα δ ' ἀμαθῆ καὶ ἀπαίδευτον . Μεμήνασι δ ' οὗτοι . τῷ
6035025 ἐλλειποντ
Καδμείων πόλει . ὑμᾶς δὲ χρὴ νῦν , καὶ τὸν ἐλλείποντ ' ἔτι ἥβης ἀκμαίας καὶ τὸν ἔξηβον χρόνῳ ,
. Ξ χρὴ ] πρέπει . μερισμός . Ξ τὸν ἐλλείποντ ' ] καὶ τὸν νέον καὶ τὸν αὔξοντα τὴν
6033747 παρατηρουντα
δάκετα τῶν ἑρπετῶν , τὸν δ ' ἰχνεύμονα τῶν κροκοδείλων παρατηροῦντα τοὺς γόνους τὰ καταλειφθέντα τῶν ὠιῶν συντρίβειν , καὶ
' ἕκαστον τούτων εὖ πως ἐκλαμβάνειν πειρᾶσθαι τὸν ἀκούοντα μὴ παρατηροῦντα τὸν ἀποδιδόμενον λόγον ἑκάστου αὐτῶν εἴτ ' ἐστὶν ἀκριβὴς
6013222 ἀτυχη
κειμένου , καὶ ὑπεκρύβη τὸν Πτολεμαῖον . ὕστερον δὲ ὡς ἀτυχῆ τοῦτόν τινες διέβαλλον . ἄλλοι δὲ λέγουσιν ὅτι αὐτὸς
δὲ χρημάτων πολλοῖς καὶ διὰ τύχην περιγίνεσθαι . ἔλεγε δὲ ἀτυχῆ εἶναι τὸν ἀτυχίαν μὴ φέροντα : καὶ νόσον ψυχῆς
6009691 θεοφιλη
τε καὶ ἀπέκλυσε ταῦτα . Ὅστις , ἀμπελουργέ , μὴ θεοφιλῆ σε ἡγεῖται σφόδρα , αὐτὸς ἀπήχθηται τοῖς θεοῖς :
καλλίστᾳ δρόσῳ , τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι : Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα
5964574 δεσποζοντα
πολλάκις τὸν κήρυκα τῶν θεῶν τὸν Ἑρμῆν τὸν τῶν ἀγώνων δεσπόζοντα καὶ τὰς μερίδας τῶν ἄθλων κεκληρωμένον , τὸν τὴν
δεσπόζοντα , τὰ δὲ ἥττω καὶ χείρω δοῦλα . τὰ δεσπόζοντα οὖν προτιμητέον τῶν δουλευόντων . οὕτως οὖν τὴν ψυχὴν
5953683 κυβευτην
δεῖ καθαρώτερον εἶναι τοῦ ἡλίου : εἰ δὲ μή , κυβευτὴν ἀνάγκη καὶ ῥᾳδιουργόν , ὅστις ἐνεχόμενός τινι αὐτὸς κακῷ
. ταῦτά ς ' ἀπολώλεκ ' , ὦ πονηρέ ἄγριον κυβευτὴν τὴν ἀλεκτρυόνα δέ μοι δοὺς ᾤχετο . ἀμβλυωπούντων ἀνδρῶν
5934399 ἀθλιωτατον
τῶν ἐπὶ τοῖς λόγοις θορύβων οὔθ ' ὅσοι τῶν ὄντων ἀθλιώτατον ἀπὸ τῶν συνεχῶν δὴ ὀδυνῶν καὶ πόνων , τούτοιν
μετὰ φίλων ἢ μόνος εὐτυχίαν τὴν μεγίστην . ὡς ἐκεῖνον ἀθλιώτατον ἐγὼ κρίνω δικαίως ὃς ἐν μὲν ταῖς συμφοραῖς πλείστους
5920009 εὐτυχουντα
ὧδε λέγων : Τὰ δὲ πολλὰ κατὰ λόγον τοῖς ἀνθρώποις εὐτυχοῦντα ἀσφαλέστερα [ παρὰ δόξαν ] καὶ κακοπραγίαν : εἰώθασι
πατρῴα γῆ θεοί τ ' ἐγχώριοι , δέξασθέ μ ' εὐτυχοῦντα ταῖσδε ταῖς ὁδοῖς , σύ τ ' , ὦ
5919714 ἀτημελητον
† ἤτοι κατὰ στέρησιν τοῦ κομεῖν , ὥστε δηλοῦσθαι τὸν ἀτημέλητον : οἱ δὲ κατὰ στέρησιν τῆς ἰκμάδος : οἱ
σύνθετον κατὰ στέρησιν τοῦ † κοσμεῖν , ὥστε δηλοῦσθαι τὸν ἀτημέλητον : ἢ παρὰ τὴν ἀκτήν , ἥτις σημαίνει τὸν
5916353 δοκεοντα
λέγουσιν : οὐ γὰρ ὑπὸ μαντοσύνῃ ἀλλάσσεσθαι ὁκόσα τῇσι μοίρῃσι δοκέοντα ἐπέρχεται . Ἐγὼ δὲ πρὸς τάδε ἄμφω ἐκεῖνα ἔχω
' ἂν συμβουλευομένου τοῦ ἀστοῦ πολιήτης ἀνὴρ τὰ ἄριστά οἱ δοκέοντα εἶναι ὑποθέοιτο , εἰ μὴ πρόσω ἀρετῆς ἀνήκοι :
5899592 Φιλολαον
γὰρ οὐδὲ τὸ γνωσούμενον ἐσσεῖται πάντων ἀπείρων ἐόντων κατὰ τὸν Φιλόλαον . ἀναγκαίου δὲ ὄντος ἐπιστήμης φύσιν ἐνορᾶσθαι τοῖς οὖσιν
καλεῖται [ . ἡ δεκάς ] , ὅτι κατὰ τὸν Φιλόλαον δεκάδι καὶ τοῖς αὐτῆς μορίοις περὶ τῶν ὄντων οὐ
5897732 γυμναστην
ναύτην τε ἅμα ἔσεσθαι καὶ κυβερνήτην , οὐδὲ τὸν ἰατρὸν γυμναστήν τε καὶ ἰατρόν , ἀλλ ' ἐπιστατεῖν μὲν ἀνάγκη
χρὴ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι αὐτούς . παιδοτρίβην . ἀλειπτήν , γυμναστήν . τί δέ ; σωφροσύνης κτλ . . ὅτι
5886865 κινητικαι
τῶν ψυχικῶν , αἱ μέν εἰσιν αἰσθητικαὶ , αἱ δὲ κινητικαὶ , αἱ δὲ ἡγεμονικαί . καὶ τῶν αἰσθητικῶν ,
ἕτερον αὐτὴν φανῆναι ἢ δημηγορίαν , ἐπειδὴ καὶ παθῶν ὑπερβαλλόντων κινητικαὶ ἀμφότεραι . δημηγορία κτλ . ►ῥητορική τραγῳδία◄ εἶεν :
5856274 ἀκκιπησιον
τὰ δεῖπνα περιφερομένῳ ἐστεφανωμένων καὶ τῶν φερόντων αὐτὸν καλούμενόν τε ἀκκιπήσιον . ἀλλ ' οὗτος μὲν μικρὸς καὶ μακρορυγχότερός ἐστι
τῆς Ἀπικίου τρυφῆς τὸν ἔλοπα καλούμενον τοῦτόν φησιν εἶναι τὸν ἀκκιπήσιον . ἀλλ ' ὅ γε Ἀρχέστρατος περὶ τοῦ Ῥοδιακοῦ
5854512 Λεοντινον
ἐν Θετταλίᾳ μικραὶ καὶ μείζους πόλεις ἐς Γοργίαν ὁρῶσαι τὸν Λεοντῖνον , μετέβαλον δ ' ἂν καὶ ἐς τὸ κριτιάζειν
, ὀλίγωι νεώτερος αὐτοῦ . . , . καὶ τὸν Λεοντῖνον Γοργίαν ἰδεῖν ἔστιν : ἀναθεῖναι δὲ τὴν εἰκόνα ἐς
5848060 Κοσμον
Φυσικῶς δὲ τοὺς μύθους ἔστι θεωρεῖν ὅταν τὰς περὶ τὸν Κόσμον ἐνεργείας λέγῃ τις τῶν Θεῶν : ὥσπερ ἤδη τινὲς
γινομένῳ , ἀσωμάτων δὲ τῶν Θεῶν ὄντων ἐχρῆν καὶ τὸν Κόσμον ἀσώματον εἶναι . Εἰ δὲ τοὺς Θεοὺς σώματα λέγοι
5845586 χειροτερον
τῶν ἄλλων πραγμάτων . Ἀλεγεινότερον : ἐμπαθέστερον , λυπηρότερον , χειρότερον . κύντερον : χαλεπώτερον , ἀθλιώτερον . ὅς κεν
παῖδας , οὐχ ὁμόφρονας , ἀδελφοὺς δὲ , τὸν μὲν χειρότερον , τὸν Ἰφικλέα δηλαδή : τὸν δὲ κατὰ πολὺ
5845252 διηρθρωμενα
μέν ἐστιν ἀτελῆ καὶ ἀδιάρθρωτα καὶ σαρκοειδῆ , τὰ δὲ διηρθρωμένα μέν , ἀσθενῆ δέ : τινὰ δ ' αὐτῶν
πρὸς τὸ φανῆναι τὸ ἀναγκαῖον ἀντὶ τοῦ τὸν σαφῆ καὶ διηρθρωμένα ἔχοντα τὰ λήμματα , ὥστε ἀτελῆ λέγει τὸν προσδεόμενον
5831297 Φαωνα
ἅπαντας , παρ ' ὧν πράττεσθαι μισθὸν ἀμουσίας . τὸν Φάωνα δὲ ἔφη αὐλεῖν οὐχ ἁρμονίαν , ἀλλὰ τὸν Κάδμον
ἐν τῷ καπήλῳ νοῦς ἐνεῖναί μοι δοκεῖ . εἰ γὰρ Φάωνα δεῖσθ ' ἰδεῖν , προτέλεια δεῖ ὑμᾶς ποιῆσαι πολλὰ
5796456 πιστοτατον
ἄνδρα δὲ τὸν Κυθέρηθεν ὃν ἐθρέψαντο τιθῆναι Βάκχου καὶ λωτοῦ πιστότατον ταμίην Μοῦσαι παιδευθέντα Φιλόξενον , οἷα τιναχθεὶς Ὀρτυγίηι ταύτης
τι τοῦ ἀγροῦ ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα : ἐκλεξάμενος οὖν δοῦλόν τινα πιστότατον καὶ εὐάρεστον αὐτῷ , ἀποδημῶν προσεκαλέσατο αὐτὸν καὶ λέγει
5790613 σοφωτατον
λοιπόν . . ἐπαινεῖς ] θαυμάζεις λίαν , εἶναι . σοφώτατόν ] λέγεις . ὢ ] φεῦ . . τί
καὶ τὸ νοῆσαι , ὅτι δεῖ κατὰ καιρὸν σιωπῆσαι , σοφώτατόν ἐστι πρᾶγμα . εἰ δ ' ὄλβον ἢ χειρῶν
5734159 πουν
σὺν αὐτοῖς καὶ πελαργὸν εἰλήφει , ὅστις ἐκθλασθεὶς αὐτοῦ τὸν ποῦν τὸν ἕνα καθικέτευεν αὐτὸν ἀπολυθῆναι , καὶ δὴ πρὸς
ἴχνη γάρ : γνώμη . ἴχνος παρὰ τὸ ἴσχειν τὸν ποῦν , ὅ ἐστι κρατεῖν , ἢ παρὰ τὸ ἀνέχεσθαι
5732879 μεταδιωκομενον
γε τὸν θαυμαστὸν πάλιν ἐκεῖνον ἥκειν αὖ νῦν τέταρτον τὸν μεταδιωκόμενον ὑφ ' ἡμῶν σοφιστήν ; Οὐδὲν ἀλλ ' ἢ
Ἔτι δὴ σκοπῶμεν εἴ τινι τοιῷδε προσέοικεν ἄρα τὸ νῦν μεταδιωκόμενον γένος . Ποίῳ δή ; Τῆς κτητικῆς ἀγωνιστική τι
5704438 δημαγωγον
' ἐξορμεῖς ἐκ τῆς πόλεως . δεῖ δὲ τὸν δίκαιον δημαγωγὸν σωτῆρα ] τῆς [ ἑαυτοῦ ? ? [ πατρίδος
μὲν κοινοῖς ἀνθρώπων ἔθεσιν ἁλίσκονται κατήγορον ἔχοντες τὴν πολιτευομένην καὶ δημαγωγὸν μητέρα συνήθειαν , τοῖς δὲ τῆς φύσεως διασῴζονται συμμάχῳ
5695372 ψευστην
πόρρω “ κάκιστε θηρῶν ” εἶπεν “ ὡς σὺ τὸν ψεύστην ὄνειρον ἄλλως ὄμμασιν πατρὸς δείξας ἔχεις με φρουρῇ περιβαλὼν
σιδήρεον : ἢ τῷ Ὁμήρῳ ἐξακολουθεῖ καὶ ὅπως μὴ αὐτὸν ψεύστην ποιήσῃ εἶπεν ὅτι οὔπω ἦν σίδηρος εὑρημένος . Σέλευκος
5694764 Μονον
κυμβαλίζοντες , ἢ τὰς χεῖρας εὐρύθμως κροτοῦντες , συνάγουσι . Μόνον δὲ τοῦτο τὸ ζῶον ἐπιζητεῖ ἡγεμόνα τὸν ἐπιμελησόμενον τῶν
δέ τινος , τίς αὐτῷ ὅρος εὐδαιμονίας εἶναι δοκεῖ , Μόνον εὐδαίμονα , ἔφη , τὸν ἐλεύθερον : ἐκείνου δὲ
5692610 Καρπαθιος
δ ' αὐτῆς Κρήτη τιμήεσσα „ . ] ὁ οἰκήτωρ Καρπάθιος καὶ Καρπαθία , καὶ Καρπάθιον . Καρπασία , πόλις
ἀλλὰ καμπὰς ἔχοντες . Καρπάθιος τὸν λαγών : παροιμία , Καρπάθιος τὸν λαγών . Διὰ γὰρ τὸ μὴ εἶναι λαγὼς
5683179 Αὐτον
. Ἀνάγκᾳ ] Τῇ ἐκ τῆς νόσου . Φίλον ] Αὐτὸν τὸν Ἱέρωνα . Φίλον ] * Οἱ γράφοντες φίλων
τοὺς ματαίους φόβους καταπαύσωσι τοὺς παρ ' αὑτῷ ἕκαστος . Αὐτὸν δὲ θορυβεῖν νυκτὸς τὸ τῶν ἐναντίων στράτευμα δαμάλεις τὰς
5681950 ἰητρον
θανάτου ἔρανται . χρὴ ὦν μήτε ϲμικρότερόν τι γίγνεϲθαι τὸν ἰητρὸν τοῦ πάθεοϲ μήτε βραδύτερον : ἀλλά , ἢν μὲν
κατασκευάσασθαι : πιθανώτερον δὲ τοῖσι δημότῃσίν ἐστι , καὶ τὸν ἰητρὸν ἀναμαρτητότερον εἶναι , ἢν σωλὴν ὑποκέηται : καίτοι ἀτεχνέστερόν
5669662 ῥηϊτερον
πυώδεα , ἔστι δ ' ὅτε καὶ μέλανα , καὶ ῥηΐτερον ἔσται , καὶ μελεδανθεῖσα ὑγιαίνεται . Γίνεται δὲ καὶ
τόκου . Κυέουσα ἡ γυνὴ , ἢν μὴ λαγνεύηται , ῥηΐτερον ἀπολυθήσεται τοῦ τόκου . Ἡ τὰ δίδυμα κυέουσα τίκτει
5654921 γνωριζω
προσβλέπειν , καὶ μὴ τῷ πόθῳ τῶν παιδικῶν ἀποσχίζεσθαι . γνωρίζω τὸ πάθος , ἐμὴν ἑρμηνεύει [ γνώμην ἡ ποίησις
ὦ ἄριστε , ὡς πηλίνων κἀμοὶ τῶν ἔργων ὄντων , γνωρίζω τὴν εἰκόνα καί φημι ὅμοιος εἶναι αὐτῷ , οὐδ
5652627 Μηναν
οἱ δ ' εἴς τινα τῶν παλαιῶν βασιλέων τὸν ὀνομαζόμενον Μηνᾶν . οἱ δ ' ἱερεῖς εὑρετὴν τῶν μὲν παιδειῶν
. μετὰ τοὺς θεοὺς τοίνυν πρῶτόν φασι βασιλεῦσαι τῆς Αἰγύπτου Μηνᾶν , καὶ καταδεῖξαι τοῖς λαοῖς θεούς τε σέβεσθαι καὶ
5647234 Διποινου
Κλέαρχον δὲ ἄνδρα Ῥηγῖνον τὸ ἄγαλμα ποιῆσαι λέγουσιν , ὃν Διποίνου καὶ Σκύλλιδος , οἱ δὲ αὐτοῦ Δαιδάλου φασὶν εἶναι
ἐστιν ἱερὸν Ἀθηνᾶς , τὸ δὲ ἄγαλμα Σκύλλιδος τέχνη καὶ Διποίνου : μαθητὰς δὲ εἶναι Δαιδάλου σφᾶς , οἱ δὲ
5643296 ἀκαταβλητον
⌈ μοι [ μου ] καὶ τὰ ἑξῆς . τὸν ἀκατάβλητον ] τὸν ἄδικον . διανοεῖ ] διανοῇ . τί
: ταῦτα λέγει ὡς συκοφαντούμενος ὑπ ' αὐτοῦ . τὸν ἀκατάβλητον ] τὸν ἀήττητον , τὸν μηδενὶ καταβαλλόμενον : ἤγουν
5631888 ὀλιγαρχικον
καὶ τοὺς κινδύνους ἐγκαταλείπῃ τὸν δῆμον . Τὸν δ ' ὀλιγαρχικὸν πάντα τἀναντία τούτων ἔχειν : τί γὰρ δεῖ πάλιν
οὖν , ἔφη . Ἆρ ' οὖν ὧδε μάλιστα εἰς ὀλιγαρχικὸν ἐκ τοῦ τιμοκρατικοῦ ἐκείνου μεταβάλλει ; Πῶς ; Ὅταν
5631510 ἐμπειρον
Λυκοῦργον Ἱππίας μὲν ὁ σοφιστὴς πολεμικώτατόν φησι γενέσθαι καὶ πολλῶν ἔμπειρον στρατειῶν : . . . . ὁ δὲ Φαληρεὺς
μήστωρα φόβοιο ἐργάτην φυγῆς : μήσασθαι γὰρ τὸ ἐργάσασθαι . ἔμπειρον οὖν θέλει σημαίνειν τοῦ εἰς φυγὴν τρέπειν τοὺς ἐναντίους
5629089 ϲιελον
ὀρφνώδεϲι καὶ τὸ χεῖλοϲ ϲείοιτο καὶ πολὺν καὶ λεπτὸν παραρρέοι ϲίελον καὶ ναυτίαι ἐνοχλοῦϲαι , τά τε κάτω μέρη τῶν
πρῶτον περὶ τὸν ϲτόμαχον καὶ τὴν κατάποϲιν γίγνεται , ἔπειτα ϲίελον αὐτοῖϲ εἰϲ τὸ ϲτόμα πολὺ ϲυνδοθήϲεται , εἶτα μέροϲ
5607959 ἀνδρειον
, κἂν συνᾴδοντά τις τῷ σχήματι φθέγξηται . οὔτε γὰρ ἀνδρεῖον ἡ λεοντῆ τὸν Ἀριστοφάνους ἐποίει Ξανθίαν οὔτε δειλὸν ἡ
: ναὶ δὴ τὸν μὴ τῷ λόγῳ μὲν ἱκανὸν , ἀνδρεῖον δὲ σῶμα μόνον ἔχοντα , μεγάλη λήθη ἐν τῇ
5598219 ἀλογειν
τὰς ψυχὰς ἐθίζουσιν ἐχθρῶν ἐξαπιναίας ἐφόδους τῷ καρτερῷ τῆς ῥώμης ἀλογεῖν . τοῖς δὲ τὰς φύσεις εἰρηνικοῖς ἔξεστιν , οὐ
τοῖς δὲ εἰς ἀρετὴν ὥσπερ εἰς ἀκαθαίρετον καὶ ἐρυμνότατον τεῖχος ἀλογεῖν βλημάτων , ὧν αἱ ἐφεδρεῖαι τῶν παθῶν βάλλουσι καὶ
5589211 κηφηνα
κισσὸν ὑπὲρ τύμβου ζῶντα Μάχωνι φέροις . οὐ γὰρ ἔχεις κηφῆνα παλίμπλυτον , ἀλλ ' ἄρα τέχνης ἄξιον ἀρχαίης λείψανον
Ἀὴρ διὰ τῶν νεφέων διάπεμψον Ἀντικύραν , ἵνα τόνδε κόριν κηφῆνα ποιήσω . γρυμέα θυροκοπεῖν καὶ θυροκοπία νεκρόν περίδου πολιτοκοπεῖν
5582116 τερατωδη
' ἢ οὕτως , ὥσπερ τὰ μὴ ἐκ συναφείας γινόμενα τερατώδη τινὰ πέφυκε γίνεσθαι , οὕτως ἵνα δηλώσῃ τὸ φοβερὸν
, γενήσεται θῆλυ καὶ ὅμοιον τῷ πατρί . Τὰ δὲ τερατώδη καὶ πλεονάσαντα ἢ ἐλλείποντα τοῖς μορίοις οἷον δακτύλοις ἢ
5581751 Μνευιν
, τὸ ἱερὸν ἔχουσα τοῦ Ἡλίου καὶ τὸν βοῦν τὸν Μνεῦιν ἐν σηκῷ τινι τρεφόμενον , ὃς παρ ' αὐτοῖς
τὸν Ἆπιν τὸν ἐν Μέμφει [ ποικίλον ] καὶ τὸν Μνεῦιν τὸν ἐν Ἡλιουπόλει καὶ τὰ περὶ τὸν τράγον τὸν
5580851 Φθονον
, οὕτω καὶ τὴν μεγάλην παράνοιαν μανίαν αὐτοὺς καλεῖν . Φθόνον δὲ σκοπῶν , ὅ τι εἴη , λύπην μέν
, ἀναπλάσαντες δαίμονά τινα νέον Ζηλοτυπίαν , κρήδεμνον μὲν αὐτῇ Φθόνον προσέθεσαν , ζώνην δ ' αὖ Ἔριν . καὶ
5578035 δανειζοντα
, ὅταν δὲ ληξίφωτος ἔμπαλιν ὁ μὲν Ἥλιος εἰς τὸν δανείζοντα ἐκλαμβάνεται , ἡ δὲ Σελήνη εἰς τὸν δανειζόμενον .
λοιπόν ἐστι , φανερὸν δήπου . γελοῖον γὰρ ἀργύριον μὲν δανείζοντα τοῖς πέλας μὴ ῥᾳδίως ἄν τινα πιστεῦσαι λόγῳ μόνῳ
5576895 Φαλαριν
δ ' ἐν τοῖς περὶ βίων εἰς τοῦτό φησιν ὠμότητος Φάλαριν τὸν τύραννον ἐλάσαι ὡς γαλαθηνὰ θοινᾶσθαι βρέφη . :
τὴν κατέχουσαν φήμην ἐσχηματισμένα καὶ τὸν ταῦτα διέποντα καὶ κοσμοῦντα Φάλαριν οὐδενὸς τῶν σφόδρα ἐπὶ τούτοις θαυμαζομένων δεύτερον . Ἔδειξας
5565638 σκυτεα
, ὡς θαυμαστὸν εἴη τό , εἰ μέν τις βούλοιτο σκυτέα διδάξασθαί τινα ἢ τέκτονα ἢ χαλκέα ἢ ἱππέα ,
οὗτος δὲ τοὐναντίον συνεπεράνατο , τὸ τὸν Σίμωνα ἀγαθὸν ὄντα σκυτέα μοχθηρὸν εἶναι . ἡ δὲ ἀγωγὴ τοῦ σοφίσματος τοιαύτη
5563166 γηρασκοντα
. Καὶ Ξενοφῶντα νεανιευόμενον μὲν ἐν τοῖς ἔργοις φιλῶ , γηράσκοντα δὲ ἐν τοῖς λόγοις ἐπαινῶ . Διίστησιν δὲ ἤδη
. , . * . Ἀγήραον : ἄφθαρτον , μὴ γηράσκοντα : παρὰ τὸ γῆρας , . , . *
5552996 ἐμπαθη
τῷ θνητῷ τὸ ἀπαθές : λείπεται δὴ τὴν δαιμόνων φύσιν ἐμπαθῆ τε εἶναι καὶ ἀθάνατον , ἵνα τοῦ μὲν ἀθανάτου
τὴν Σελήνην κατοπτεύσῃ , ἄτροφα ἢ ὀλιγοχρόνια ἢ σεσινωμένα ἢ ἐμπαθῆ ἢ ἐν ὀρφανίᾳ διατελοῦντα τὰ γεννώμενα ἔσται . Τὸ
5549436 λυπροτητα
ἡ τῆς χώρας φύσις πόλεων ἐπιδεκτικὴ πολλῶν ἐστι διὰ τὴν λυπρότητα ἢ διὰ τὸν ἐκτοπισμὸν καὶ τὸ ἀνήμερον , οὔθ
φησιν ὑπὸ Φείδωνος : ἐμπόριον γὰρ γενέσθαι , διὰ τὴν λυπρότητα τῆς χώρας τῶν ἀνθρώπων θαλαττουργούντων ἐμπορικῶς , ἀφ '
5548378 Ἐφαρμοστον
' ἔσαν χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι : λοιπὸν ὡς πρὸς τὸν Ἐφάρμοστον : ἀπ ' ἐκείνων δὴ ἦσαν οἱ πρόγονοι ὑμῶν
, μετὰ θάῤῥους , τόνδε τὸν ἄνδρα , τουτέστι τὸν Ἐφάρμοστον , ἀπὸ μοίρας δαίμονος γεγονέναι εὔχειρα , ἤγουν γενναῖον
5544892 Ξενοφανην
ἀγροικότεροι , διότι οὐ συνελογίζοντο δεόντως . λέγει δὲ τὸν Ξενοφάνην καὶ τὸν Μέλισσον : καὶ ἐν τῇ Φυσικῇ γὰρ
' αὖ πάλιν τούτοις ἀνθεῖλκον , ὡς οἱ περὶ τὸν Ξενοφάνην τὸν Κολοφώνιον καὶ Παρμενίδην τὸν Ἐλεάτην , οἳ δὴ
5540587 ἐξηβον
ἀκμαίας καὶ ὀξυτάτης , ἤτοι τὸν νεάζοντα : καὶ τὸν ἔξηβον χρόνῳ , ἤτοι τὸν γηραιὸν καὶ παρηβηκότα καὶ παρακμάσαντα
ἐπιτηδείας , ἀλλ ' ἔτι μειράκιον ὄντα . τὸ δὲ ἔξηβον χρόνῳ ἀντὶ τοῦ γέροντα ὄντα . θΞ ἥβης ]
5537150 σπιλοι
καὶ θρήνοισι τοῖς ὁμευνίδων . Ὀφέλτα καὶ μύχουρε χοιράδων Ζάραξ σπίλοι τε κὰτ Τρύχαντα καὶ τραχὺς Νέδων καὶ πάντα Διρφωσσοῖο
ὥστε πολλάκις καὶ σηπόμενα ἀπορρεῖν . Πρῶτον μὲν γὰρ οἱ σπίλοι λευκοὶ φαίνονται κατὰ τὸ σῶμα , εἶτα ἐρυθροί ,
5530582 οἰκουρον
ἤδη Ῥωμαῖον καὶ τὸν Ἴβηρα Ἕλληνα , καὶ τὸν σκηνητὴν οἰκουρόν : καὶ ἕκαστον ἐκ τοῦ πρόσθεν αἴσχους εἰς τὸ
οἰκούρημα τῶν ἐμῶν δεσποτῶν , ὅ ἐστι : τὸν ἀτυχῆ οἰκουρόν : οἰκουρὸς λέγεται ἡ γυνή : γυναῖκες : τὸ
5528959 φιλοπονον
. ἐρεθίζεται γὰρ ἀεὶ ῥᾳδίως ὑπὸ τοῦ φιλονείκου πρὸς τὸ φιλόπονον ἡ ψυχή . διὰ τοῦτο οὐκ ἀποκλείεις τὴν ἀγαθὴν
ἄξων : καὶ Πλάτων μνήμονα δὴ καὶ ἄρρατον καὶ πάντῃ φιλόπονον ζητητέον , οἷον ἄφθαρτος , ὁ μὴ ῥαιόμενος ,
5528476 συμπρακτορα
καὶ κατὰ πρόσωπον τῷ ἀνδρὶ λοιδορήσασθαι ὅτι μὴ καὶ τοῦτον συμπράκτορα ἔσχε τοῦ ἔργου : ὁ δὲ κρατῶν ἠγάσθη τε
τὸν σὸν ] καλεῖ . ἀξιοθάνατον ἢ τὸν σύμμοιρον καὶ συμπράκτορα Τυδέως , ἢ τὸν ἐγγὺς ὄντα θανάτου καὶ σύν
5523314 ἱερογραμματεα
ἀδυνατεῖ τοῦτο δρᾶσαι . Αἰγύπτια δὲ γράμματα δηλοῦντες , ἢ ἱερογραμματέα , ἢ πέρας , μέλαν καὶ κόσκινον καὶ σχοινίον
' αὐτῶν γραμματέας Μωϋσῆν τε καὶ Ἰώσηπον , καὶ τοῦτον ἱερογραμματέα : Αἰγύπτια δ ' αὐτοῖς ὀνόματα εἶναι , τῷ
5517557 αἰχμηεντα
ἑαυτῆς εὐνατῆρα καὶ ἄνδρα ἀποπεμψαμένη ἐν πόθῳ φιλάνδρῳ εἰς τὸν αἰχμήεντα θοῦρον καὶ πολεμικὸν λείπεται αὐτὴ τοῦ λοιποῦ μονόζυξ καὶ
δακρύμασιν : Περσίδες δ ' ἁβροπενθεῖς ἑκάστα πόθῳ φιλάνορι τὸν αἰχμήεντα θοῦρον εὐνατῆρ ' ἀποπεμψαμένα λείπεται μονόζυξ . ἀλλ '
5512946 Ἐλεατην
Πλάτων δὲ γενητόν . Οἱ περὶ Μέλισσον καὶ Ζήνωνα τὸν Ἐλεάτην καὶ Παρμενίδην γένεσιν καὶ φθορὰν ἀνῃρήκασιν ἀκίνητον εἶναι τὸ
εἶδος διηγεῖσθαι . Διαλόγους τοίνυν φασὶ πρῶτον γράψαι Ζήνωνα τὸν Ἐλεάτην : Ἀριστοτέλης δὲ ἐν πρώτῳ Περὶ ποιητῶν Ἀλεξαμενὸν Στυρέα
5508813 ἀσελγαινοντα
γε σωφρόνων τούτοις τε μὴ προσέχειν καὶ ὃν ἂν λάβωσιν ἀσελγαίνοντα κολάζειν . μὴ δὴ τοῦτο λέγειν αὐτὸν ἐᾶτε ,
ἰητρὸν κακοὺς τρόπους ἔχοντα καὶ εἰς ἐμὲ καὶ εἰς Πέρσας ἀσελγαίνοντα . Εἰ δὲ μὴ , γνώσεσθε καὶ τῆς πρώτης
5506797 σοφον
τὰς ἀρχάς , οὐκ ἄδηλον οἶμαι καὶ τοῖς τυχοῦσι . σοφὸν δὲ ἐνταῦθα τὸν θεολόγον φησί , τὸν περὶ τὰ
ἀλεύρων ποίησις ἅμα καὶ τροφὴ καλὴ μὲν καὶ ἀγαθή , σοφὸν δὲ ἄνδρα τελέως οὐκ ἐθελήσει ποτὲ ἀπεργάσασθαι : τοῦτο
5503506 Παιανα
ἀστραφέεσσι πύλῃσιν ἐπ ' αὐτῇσιν βεβαῶτας Ἀΐδεω . Φορμίγγων ἄνακτα Παιᾶνα κληίσω . Ἵκεσθε Περγάμῳ νέοι , Χαῖρ ' ὦ
διὰ τὸν χόλον Ἀρτέμιδος . στρουθῶν ] τῶν ἀετῶν . Παιᾶνα ] ὡς μάντις . τεύξηι ] ὦ Ἄρτεμι .
5499585 πραον
, οὐδ ' εἶδεν αὐτοῦ τὴν ἅλωα Δημήτηρ . Χρὴ πρᾶον εἶναι μηδ ' ἄμετρα θυμοῦσθαι . ἔστιν τις ὀργῆς
ἔλεξε τοιάδε ἀνελθών : „ τῆς μὲν ἐμῆς γνώμης τὸ πρᾶον καὶ πρὸς τὰ μεγάλα τῶν τετολμημένων εὐλαβὲς ἴσως ἐστὶν
5497745 Ἠπειρωτην
, ὧδε καὶ τούτων ἐχόντων , “ ἐκάλει Στράτωνα τὸν Ἠπειρώτην , ὄντα φίλον ἑαυτῷ , καὶ ἐγχειρεῖν ἐκέλευε τῷ
συντεταγμένος εἴρηκε . . . . : Ῥωμαίων πρὸς Πύρρον Ἠπειρώτην πολεμούντων , Αἱμίλιος Παῦλος χρησμὸν ἔλαβε νικῆσαι , βωμὸν
5494866 προσποιουμενον
πονηρὸν θηρίον , ἐπ ' ὀλέθρῳ μὲν τῶν ἀδελφῶν εὔνοιαν προσποιούμενον τοῦ πατρὸς , ἔνθα δὲ μέλλοι κατὰ μόνας ταχέως
καὶ τὸ πλοῖα παρασκευαζόμενον πεζῇ τι πρᾶξαι καὶ τὸ πεζῇ προσποιούμενον ἐπιβουλεύειν κατὰ θάλατταν ἐπιχειρῆσαι . Ἱππαρχικὸν δὲ καὶ τὸ
5494011 αὐλητικη
κατὰ τὸν σὸν λόγον . οὐ γάρ που ἥ γε αὐλητική . Οὐδαμῶς . Οὐδὲ μὴν ἡ κιθαριστική . Οὐ
, αἱ δὲ λέγονται αὐτοσύστατοι , ὡς ἡ ὀρχηστικὴ καὶ αὐλητική . Αὗται γὰρ καθ ' ὃν χρόνον γίνονται ,
5493290 κεφαλον
' ἐκ Γαίσωνος , ὅταν Μίλητον ἵκηαι , κεστρέα τὸν κέφαλον καὶ τὸν θεόπαιδα λάβρακα . εἰσὶ γὰρ ἐνθάδ '
ἀποθανοῦσιν αὐτῶν . ὀπηδεῖ : ἐπακολουθεῖ . Κεστρέα : τὸν κέφαλον . Φέρβειν : ἔχειν , φυλάσσειν . πρηΰτατον :
5488526 Ψαυμιν
οἱ ἐν ταῖς στάσεσι διάγοντες φιλοπόλιδες ὄντες : τὸν οὖν Ψαῦμιν φιλόπολίν φησιν εἶναι πρὸς τῷ καὶ ἥσυχον ὑπάρχειν .
αὐλοὶ γλυκύτεροι καὶ ποικιλώτεροι τῶν ἄλλων εἰσίν . ᾄδων τὸν Ψαῦμιν : * * διὰ τὸ μέτρον . σέ .
5484093 ἀκολαστον
τὸν ἀδικοῦντα λέγειν ὅτι οὐ βούλεται ἄδικος εἶναι ἢ τὸν ἀκόλαστον ὅτι οὐ βούλεται ἀκολασταίνειν : εἰ γὰρ καὶ βουλόμενος
κυβευταὶ συνίασι . καὶ ὁ σκιροφόρος , ὃ σημαίνει τὸν ἀκόλαστον καὶ κυβευτήν , ἀπὸ τῶν ἐν Σκίρῳ διατριβόντων .
5483087 Σκυλλιδος
ἄνδρα Ῥηγῖνον τὸ ἄγαλμα ποιῆσαι λέγουσιν , ὃν Διποίνου καὶ Σκύλλιδος , οἱ δὲ αὐτοῦ Δαιδάλου φασὶν εἶναι μαθητήν .
πόλει . ἐνταῦθά ἐστιν ἱερὸν Ἀθηνᾶς , τὸ δὲ ἄγαλμα Σκύλλιδος τέχνη καὶ Διποίνου : μαθητὰς δὲ εἶναι Δαιδάλου σφᾶς
5482264 ἡβωντα
βούλονται , κατὰ τὸν ἀρχηγέτην αὐτῶν τὸν θεόν , ὃν ἡβῶντα ἀεὶ καὶ νέον ποιηταὶ γραφεῖς τε καὶ πλάσται δεικνύουσιν
ὡς καὶ ἐν Ἰλιάδι „ νέον ἡβώοντα ” τουτέστι νεωστὶ ἡβῶντα . . . . . , α , .
5480913 φθονερον
' ἀλλοτρίας διαὶ γυναικός : τάδε σῖγά τις βαΰζει : φθονερὸν δ ' ὑπ ' ἄλγος ἕρπει προδίκοις Ἀτρείδαις .
μέγα ἀγαθόν . , Βίων ὁ σοφιστὴς , ἰδών τινα φθονερὸν σφόδρα κεκυφότα , εἶπεν ἢ τούτῳ μέγα κακὸν συμβέβηκεν
5475747 Νηπιος
φωτός . ἢ παρὰ τὸ νήφειν . οὕτω Φιλόξενος . Νήπιος . παρὰ τὸ ν στερητικόν : κατὰ στέρησιν τοῦ
ἀλλὰ διδάσκων οὔποτε ποιήσει τὸν κακὸν ἄνδρ ' ἀγαθόν . Νήπιος , ὃς τὸν ἐμὸν μὲν ἔχει νόον ἐν φυλακῆισιν
5474748 ἡπατον
ἡ γαλῆ δέ , φαίης ἂν αὐτὴν εἶναι τὸν καλούμενον ἥπατον . ἰχθὺς δὲ ἔστιν αὕτη βραχύς , καὶ τὼ
λοχαγός φησιν : καὶ λεβίαν λαβέ , Μόσχε , τὸν ἥπατον ἐν περικλύστῳ Δήλῳ καὶ Τήνῳ . ΗΛΑΚΑΤΗΝΕΣ . Μνησίμαχος
5471325 οὐρητικον
ἵππουρις καὶ ἄγρωστις ἔτι μάλα . τὰ δὲ περὶ τὸν οὐρητικὸν πόρον διὰ κοκκίων ἢ τροχίσκων ἀδήκτως ξηραινόντων μᾶλλον ἤπερ
ἔμμηνά τε ἄγει καὶ ἐκφράϲϲει τὰ ϲπλάγχνα . Ϲίον θερμὸν οὐρητικὸν καὶ διαφορητικὸν λίθων τε τῶν ἐν νεφροῖϲ θρυπτικὸν καὶ
5468059 ἱλασκομενοι
, τὴν δ ' ὠμότητα βάρβαροί τε καὶ φονεῖς , ἱλασκόμενοι τὰ θεῖα τοῖς ἀσεβήμασι . Ἡ Ταυρικὴ δὲ χερρόνησος
, τὴν δ ' ὠμότητα βάρβαροί τε καὶ φονεῖς , ἱλασκόμενοι τὰ θεῖα τοῖς ἀσεβήμασιν . ἡ Ταυρικὴ δὲ χερρόνησος
5463899 διεγερτικον
ἀερῶδές ἐστι τὸ ἐν ἡμῖν κινητικόν , καὶ τούτων πάντων διεγερτικὸν τὸ πῦρ . ὥσπερ οὖν ὁ ἐκ τῆς πρώτης
δὲ τῇ χρήϲει ὄξει διαλύων ὑπόχριε τοὺϲ μυκτῆραϲ . Ἄλλο διεγερτικὸν ἐπιληπτικῶν . ἡ χρῆϲιϲ ἐν τοῖϲ παροξυϲμοῖϲ , ποιεῖ
5458972 ϲτρυφνοϲ
ὑγρὸν ξηραίνουϲιν ἰϲχυρῶϲ . Κρανίαϲ τοῦ δένδρου ὁ μὲν καρπὸϲ ϲτρυφνὸϲ ὢν ἐϲθιόμενοϲ ἰϲχυρῶϲ ἐπέχει τὴν γαϲτέρα : καὶ τὰ
, ἔϲτι δὲ οἷον ἀγρία μηλέα : ἧϲ ὁ καρπὸϲ ϲτρυφνὸϲ μέν ἐϲτι , κακοϲτόμαχοϲ δὲ καὶ κεφαλαλγήϲ . Ἐπιτακτίϲ
5458894 ὀρχουμενον
, κατὰ Τιμόθεον , ξυστόν τε βέλος . Οὐχ ὁρᾷς ὀρχούμενον ταῖς χερσὶ τὸν βάκηλον ; οὐδ ' αἰσχύνεται ὁ
σοφῶν ὡς παρὰ δεῖπνον ὀρχούμενον λέγων οὕτως : οὐχ ὁρᾷς ὀρχούμενον ταῖς χερσὶ τὸν βάκηλον ; οὐδ ' αἰσχύνεται ὁ
5458169 αἱματικον
γινομένην ὀδύνην ἐν τοῖς ἄρθροις ἰᾶσθαι δυνατόν . Εἰ μὲν αἱματικὸν ὑπολάβοις εἶναι τὸν συρρεύσαντα χυμὸν εἰς τὰ ἄρθρα ,
καὶ τὴν φύσιν αὐτὴν τοῦ πάθους . εἰ μὲν γὰρ αἱματικὸν εἶναι τὸν χυμὸν ἡ διάγνωσις ὑπαγορεύει σοι τὸν ποιήσαντα
5457641 κηδεμονα
. * . . Ἀκήδεστοι : ἀφρόντιστοι , ἀνελεήμονες , κηδεμόνα μὴ ἔχοντες , . , , . , .
τε ἐς τὴν Πηνελόπην ὕβρεως καὶ τῆς ἐς τὴν Ὀδυσσέως κηδεμόνα θεὸν ἀσεβείας ᾄδει τὰ διὰ τὴν τοῦ Λοκροῦ παρανομίαν
5456923 Πληθει
δέ τι δεινόν συγκύρσηι , παῦροι πιστὸν ἔχουσι νόον . Πλήθει δ ' ἀνθρώπων ἀρετὴ μία γίνεται ἥδε , πλουτεῖν
, μέσος δίκαιος , πρεσβύτερος εὔλογος . Τελεύτα ἀλύπως . Πλήθει ἄρεσκε . Μὴ λάλει πρὸς ἡδονήν . Ὁμολογίαις ἔμμενε
5455210 πολιτευομενον
, ἢ δημοσίᾳ πράττοντά τι τῶν κοινῶν καὶ ἐς δύναμιν πολιτευόμενον ἐπὶ τούτῳ παρὰ βασιλέως μισθοφορεῖν . διελθὼν δὴ καὶ
τοιαῦτα . τούτοις στενοχωρεῖν ἐκεῖνον προσῆκον ἦν , τούτοις πολεμεῖν πολιτευόμενον πένητα τῷ γράφειν ἃ δεῖ , τῷ συμβουλεύειν τὰ
5442422 φιλοπολεμον
καὶ Σεμιράμιδος υἱὸς παραλαβὼν τὴν ἀρχὴν ἦρχεν εἰρηνικῶς , τὸ φιλοπόλεμον καὶ κεκινδυνευμένον τῆς μητρὸς οὐδαμῶς ζηλώσας . πρῶτον μὲν
. ἀλάλαξεν : ὀξὺ ἀνεβόησε . διὰ δὲ τούτου τὸ φιλοπόλεμον τῆς θεοῦ ἐχαρακτήρισεν . ἡ γὰρ ἀλαλαγὴ κυρίως ἐπὶ
5441994 αἰδημονα
μὴ ποιῆσαι ἃ δεῖ : ἀπολέσεις τὸν πιστόν , τὸν αἰδήμονα , τὸν κόσμιον . τούτων ἄλλας βλάβας μείζονας μὴ
πιστότερόν σου : τοῦτόν μοι φύλασσε τοιοῦτον οἷος πέφυκεν , αἰδήμονα , πιστόν , ὑψηλόν , ἀκατάπληκτον , ἀπαθῆ ,
5441098 φιλοψυχον
ἐμάς ; εἰσορῶ : δειλὸν δ ' ὁ πλοῦτος καὶ φιλόψυχον κακόν . κἆιτα σὺν πολλοῖσιν ἦλθες πρὸς τὸν οὐδὲν
: ἦπου τὸν φιλόσοφον ἔδει λιποτάκτην γενέσθαι καὶ λιπόνεων καὶ φιλόψυχον , ῥίψαντα τὴν ἀρετὴν ὡς ἐν πολέμῳ ἀσπίδα .
5440525 Ἀκραγαντινον
ἀέρα τέως ὑγρὸν ὄντα , καθάπερ ποιῆσαί φασιν Ἄκρωνα τὸν Ἀκραγαντῖνον . Οἱ μὲν πλείους τῶν πυρετοῖς ἁλισκομένων τῆς τοῦ
ἐπιγράψομεν ἐλεγεῖον ; ἢ τοῦτο ; ἄκρον ἰατρὸν Ἄκρων ' Ἀκραγαντῖνον πατρὸς Ἄκρου κρύπτει κρημνὸς ἄκρος πατρίδος ἀκροτάτης . “
5423477 πολυμορφον
φασὶν ἀντὶ τῆς ἐκτμηθείσης κεφαλῆς ἀναβλαστάνειν ἄλλην , αἰνιττόμενοι τὸ πολύμορφον καὶ πολύγονον τῆς ἀθανάτου κακίας δυσάλωτον γένος . μηδὲν
βίον ἕνα καὶ τὸν αὐτόν , τὸ δέ ἐστιν χρῆμα πολύμορφον καὶ παντοδαπόν , πολλαῖς μὲν τύχαις , πολλοῖς δὲ
5413222 ἑστιατορα
τὸν χορηγὸν πολλάκις ἐκ Διονύσου γεγενημένον , τὸν ὅλης φυλῆς ἑστιάτορα , τὸν ἐκ παίδων τριήραρχον , τὸν πολλὰς πατράσι
δεσπότην , οἰκέτας , καπήλους , ἀλλαντοπώλας , ὀψοποιούς , ἑστιάτορα , δαιτυμόνας , συμβόλαια γράφοντας , παιδάριον ψελλιζόμενον ,
5409881 Ἀριγνωτον
ΓΓ τούτου γὰρ ἀδελφὸς ⌈ ὁ Γ Ἀριφράδης . ΓΓ Ἀρίγνωτον τὸν κιθαρῳδόν . δῆλον δὲ ἐκ τούτου Ἀριφράδην λέγεσθαι
ἀδελφὸς λέγεται : ὅτι δὲ φίλως ἐῴκει ἔχειν πρὸς τὸν Ἀρίγνωτον , ἐν τοῖς Ἱππεῦσι δῆλον . Γ θυμοσοφικώτατον :
5407275 δειλον
ἡμεῖς γε εἰς τὴν Ῥώμην κατάσκοπον πέμπομεν . οὐδεὶς δὲ δειλὸν κατάσκοπον πέμπει , ἵν ' , ἂν μόνον ἀκούσῃ
αὐτοῖς ἢ βλάβας ἐπεισάγοντες μετανοοῦσι : ἔσθ ' ὅτε δὲ δειλὸν καὶ εὐκαταφρόνητον ἦθος ἀναλαμβάνοντες , ἐγκρατεῖς καὶ ὑποκριτικοὶ καὶ
5402471 Βιον
Τὰ κατὰ Πάνθειαν τὴν Βαβυλωνίαν : Τὰ κατὰ Ἀριάδνην : Βίον Ἀπολλωνίου τοῦ Τυανέως : Πύθωνα ἢ Ἀλεξανδριακόν : καὶ
: ἐπὶ τῶν εὐδαιμονιζόντων ἐπὶ πολυτελεῖ καὶ ἡδεῖ βίῳ . Βίον ἀκανθώδη : τὸν τραχὺν καὶ σκληρόν . Βιβλίον τοὐμὸν

Back