καὶ τὰ κατακαύματα ἐπουλοῦν καὶ κοιλίαν φερομένην ἐπέχειν , εἰ ποθείη . καὶ ὁ τῆϲ πεύκηϲ δὲ φλοιὸϲ ὅμοιοϲ τούτῳ
καὶ παρατρίμματα καταπλασσόμενος ἰᾶσθαι κάλλιστα καὶ κοιλίαν ἐπέχειν , εἰ ποθείη : καὶ κατακαύματα δ ' ἐπουλοῖ . καὶ ὁ
7631214 καυθειη
ὡϲ τὸ τῆϲ ἐλάφου κέραϲ μετὰ τὸ πλυθῆναι , εἰ καυθείη , καὶ δυϲεντερίαν καὶ πτύϲιν αἵματοϲ καὶ τὰϲ καλουμέναϲ
οὐλὴν ἄγει , οἷον σμύρνα , λιθάργυρος , καὶ εἰ καυθείη , ὄστρεον , πίτυος φλοιὸς σὺν κηρωτῇ μυρσίνῃ ,
7480704 πλυθειη
καὶ τὸ ἄνθοϲ καὶ ἡ κεκαυμένη χαλκῖτιϲ . εἰ δὲ πλυθείη τὰ τοιαῦτα , ῥυπτικὰ μὲν ἔτι μένει , τοϲούτῳ
' ἑαυτὸν καὶ ϲὺν ἑτέροιϲ μιγνύμενοϲ . Πομφόλυξ . Εἰ πλυθείη ϲχεδὸν ἁπάντων πρωτεύει , ὅϲα ξηραίνειν ἀδήκτωϲ πέφυκεν ,
7313266 πυρεττοιεν
πυρέττοιεν . Καλῶς προσέθηκε τὸν προσδιορισμόν . εἰ γὰρ μὴ πυρέττοιεν , οὐ παντάπασιν αὐτοὺς εἴρξομεν λούσασθαι , ἀλλ '
τροφῆϲ δὲ αὐτοὺϲ καὶ οἴνου καὶ λουτρῶν παντάπαϲιν εἴργειν εἰ πυρέττοιεν , διδόναι δὲ ποτὸν ὀξύμελι . Περὶ τῶν διά
7230236 ἐμβαλοιϲ
εἰ δὲ ἀντὶ τῆϲ ϲκαμμωνίαϲ κνήκου κόκκων κ τὸ ἐντὸϲ ἐμβάλοιϲ καθαίρει φλέγμα : εἰ δὲ πολυποδίου ⋖ δ τὸν
καθαίρει χολήν . εἰ δὲ κνήκου κόκκων κ τὸ ἐντὸϲ ἐμβάλοιϲ ἀντὶ τῆϲ ϲκαμμωνίαϲ καθαίρει φλέγμα . εἰ δὲ πολυποδίου
7220239 βουλοιο
ἂν διδάξαις : ἢν δὲ ὅταν μὲν ποιήσῃ ὡς ἂν βούλοιο , ἀντιχαρίσῃ τι αὐτῷ , ὅταν δὲ ἀπειθῇ ,
μηδὲν βλαβῆναι . προξενῶν μὲν γὰρ τυγχάνω τῶν Ἡρακλεωτῶν , βούλοιο δ ' ἄν , ὡς οἶμαι ἐγώ , ἐμὲ
6819776 βουληθειης
καὶ κοτυληδόνος . κάλλιον δὲ , εἰ καὶ ψυχρισθέντας ἐπιρρίπτειν βουληθείης τοὺς χυλοὺς καὶ μάλιστα ἐπὶ χιόνος . εἰ δέ
καὶ κακόχυμον . τὸ δὲ ἀρνῶν καὶ ἐρίφων ὁσάκις ἂν βουληθείης . ἀπὸ δὲ τῶν ἐνύδρων ζώων οἱ πετραῖοι καλούμενοι
6724621 ἐπιμενοι
ἐπὶ τὰ ὀπίϲω διὰ κάμψεωϲ ὁμοίωϲ βιαίαϲ . εἰ δὲ ἐπιμένοι τὸ ἐξάρθρημα , καὶ ἰϲχυροτέρᾳ κατατάϲει χρηϲόμεθα : τοιαύτη
κωλύουσιν ἁλίσκεσθαι τῇ διαθέσει τοὺς λιθιῶντας συνεχῶς . εἰ δὲ ἐπιμένοι τὰ τῆς ὀδύνης καὶ ὁ λίθος δυσέκκριτος , ἔρχου
6627462 δεηϲοι
χειρουργίαϲ τοῦ ἀποθραυϲθέντοϲ ἄρϲιν διὰ τῶν ἔξωθεν ϲωμάτων , εἰ δεήϲοι , τοῖϲ δακτύλοιϲ διαπλαττόμενον . ἀκόλουθον δὲ δεῖ ποιεῖϲθαι
ἐλαίῳ χαμαιμηλίνῳ ἢ κυπρίνῳ ἢ ἰρίνῳ : εἰ δὲ μείζονοϲ δεήϲοι , καὶ πεπέρεωϲ ἐπιμικτέον τῷ ἐλαίῳ ἢ κάχρυοϲ ἢ
6576921 παρηγοροιτο
δ ' ὁ κατὰ τὸν πνιγμὸν κίνδυνος ὑπὸ μηδενὸς τούτων παρηγοροῖτο , δριμυτάτῳ κλύσματι κλύσομεν αὐτούς : ἀναβολὴν γὰρ τοῦ
. συνηγοροῖτο δ ' ἂν ἢ καθ ' Ἡρακλείδην εἰπεῖν παρηγοροῖτο τὸ ξερόν καὶ ἀπὸ τοῦ ξέω : εὐφυῶς γὰρ
6571112 προϲλαβοι
φυραθεῖϲα καὶ τριφθεῖϲα μέχρι πλέονοϲ : εἰ δὲ καὶ μέλι προϲλάβοι , θᾶττον ὑπέρχεται . Κρίμνοϲ καὶ πόλτοϲ . Τὸ
γίγνονται ϲφυγμοί : εἰ δὲ καὶ τὸ παρὰ τὴν θέϲιν προϲλάβοι , οἵ τε ϲπαϲμώδειϲ καὶ κλονώδειϲ προϲαγορευόμενοι ϲυνίϲτανται .
6562042 λουοιϲ
καὶ πέψεωϲ ϲημεῖα τῆϲ νόϲου φαίνοιτο , κἂν εἰ πλεονάκιϲ λούοιϲ , οὐκ ἂν ἁμάρτοιϲ . οἴνου δέ , πρὶν
ὕδωρ : ὥϲτε , εἰ καὶ δὶϲ καὶ τρὶϲ αὐτὸν λούοιϲ , ὀνήϲειϲ μειζόνωϲ . ὁ δὲ δὴ τρίτοϲ τῶν
6518513 θελοιμεν
ὠμὴ λύσις δι ' ὀξυμέλιτος . Εἰ δ ' ἐπισχεῖν θέλοιμεν τὰ φερόμενα , συνεμβαλοῦμεν μῆλα κυδώνια , στυπτηρίαν ὑγράν
μετὰ τὴν στροφὴν τοὺς μυξωτῆρας . εἰ δὲ συντονώτερον χρῆσθαι θέλοιμεν , πέπερι καστορίῳ συμπλέξομεν : εἰ δὲ μᾶλλον ,
6363127 ὠφελησεις
μέσου , καὶ λοιπὸν ἐκ τῆς πονηρίας βλάψεις μᾶλλον ἢ ὠφελήσεις . τῆς γὰρ φρονήσεως , ἤτοι τῆς μεσότητος ,
μέγας τοῦ θεοῦ προφήτης Ἡσαΐας τῷ βασιλεῖ Ἐζεκίᾳ : Οὐκ ὠφελήσεις σεαυτὸν οὐδὲν κλαίων καὶ ὀδυρόμενος : δεῖ γὰρ πληρωθῆναι
6334379 τυγχανοιεν
δυσκατάθετοι πρὸς τὰς ἐξωτερικὰς φιλίας ἦσαν , εἰ καὶ βασιλικαὶ τυγχάνοιεν . . . Βριτόμαρτις : Νεάνθης ἐν τῷ πρώτῳ
ὑπὸ τῶν ἄλλων ἑλμίνθων ἐνοχλουμένοιϲ ἄχρηϲτον , εἰ ἀπύρετοι μάλιϲτα τυγχάνοιεν : νίτρου ἐρυθροῦ , πεπέρεωϲ , καρδαμώμου ἴϲον :
6308257 θελοις
εἴπηις τὰ θέληις , ἀκούσαις καί κεν τά κεν οὐ θέλοις : καὶ Ὅμηρος . ὁπποῖόν κ ' εἴπῃσθα ἔπος
ἂν οὐχ ὑπήκοος , τάσσειν δὲ μᾶλλον ἢ ' πιτάσσεσθαι θέλοις . ” ἐπεὶ δὲ καὶ πριαμένου Συλέως εἰς ἀγρὸν
6125594 ἀπυρετοι
φλέγματος ἐγκειμένου περὶ τὸ ἔντερον βάρους συναίσθησις ἐπιγίνεται περὶ αὐτὸ ἀπύρετοί τε διατελοῦσι τό τε κόπριον αὐτοῖς , ἐπειδὰν ἐκκριθῇ
τράγειον διδόναι . ἄλλο . μυρσίνας ἑψήσαντας οἴνῳ , εἰ ἀπύρετοί εἰσιν , ἐνιέναι : εἰ δὲ πυρέττοιεν , ὕδατι
6101036 ἐπιμενοιεν
. καὶ εἰ τὰ τῆς ἀφωνίας καὶ τὰ τῆς ἀναισθησίας ἐπιμένοιεν , λαβόντες ἱμάτιον τῶν πάνυ εὐρώστων καὶ διατείναντες αὐτό
μὲν ἀνωμαλίαϲ αἰϲθάνονται , ἔπειτα δὲ καὶ φρίκηϲ καὶ εἰ ἐπιμένοιεν κενούμενοι ἢ μὴ φθάϲαιεν λαβεῖν ϲιτίων , αὐτίκα πυρέξαιεν
6082076 χημην
χεῖρα πλείην διεῖναι πράσου χυλῷ , καὶ νέτωπον , ὅσον χήμην ἁδρήν : ταῦτα ἐν οἴνῳ δοῦναι πιεῖν τρίψαντα λεῖα
χοίνικα , χν , χοι : εἰ δὲ η , χήμην , χΗ . Τὸ δὲ Κ ϲτοιχεῖον , εἰ
6066512 βλαψεις
γὰρ μὴ καθαρὰ σώματα ὁκόσῳ ἂν μᾶλλον τρέφῃς , μᾶλλον βλάψεις , ὥστε ἐκ τῶν εἰρημένων εὔδηλον ὡς οὗτος ἄριστός
ἔλαιον δ ' εἰ κατ ' ἀχρὰς ἐμβάλλοις , οὐ βλάψεις τὴν ἕψησιν . οὐ μὴν ἄλλο τι χρὴ μιγνύειν
6065425 παρατραπειη
ἀνθρώπου διαιτηθέντος . ἤν γε μὴν εἰς φλεγμονὴν τὸ ἧπαρ παρατραπείη , τῶν μὲν κυρτῶν αὐτοῦ τὸ πάθος καταδεδεγμένων ,
βοήθημα εἰς τε τήρησιν ὑγείας καὶ εἰς ἀνάκτησιν , ὁπότε παρατραπείη : ὠφελεῖ δ ' ἡ ἐγχάραξις καὶ ὀφθαλμοὺς χρονίως
6023131 δυϲεντεριαν
: ἰδίωϲ δὲ Λημνία ϲφραγὶϲ καὶ τὴν ἤδη νεμομένην ἰᾶται δυϲεντερίαν πινομένη τε καὶ ἐνιεμένη προαποκλυϲθέντοϲ τοῦ ἐντέρου μελικράτῳ πρότερον
πολλοῦ κατὰ μόναϲ ἔκκριϲιϲ αἵματοϲ γένηται , τὸ πάθοϲ αἱματηρὰν δυϲεντερίαν λέγουϲιν . ἐκκρίνεται μήν ποτε καὶ αἷμα μελάντερον τοῦ
6012365 θαυμασαιμ
ὡς οὐδαμῶς ἀπόβλητον τὸ εἶναι γεννητικοὺς τῶν δραστικῶν εἰδώλων , θαυμάσαιμ ' ἂν εἴ τις ἀποδέξαιτο τῶν τὰ ἀληθινὰ εἴδη
τῶν Ἀθηναίων κατὰ τὴν ἀποικίαν . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐκεῖνο θαυμάσαιμ ' ἄν , εἰ καὶ ποιήσει χαίρει καὶ τὰ
6005521 βουληθειημεν
καὶ δυϲεντερικαῖϲ διαθέϲεϲιν . ἀλλὰ καὶ ῥωννύναι τι μόριον εἰ βουληθείημεν , ἔκλυτον ὑγρότητι πλέονι γεγενημένον , ἐντίθηϲι τόνον αὐτῷ
δυνάμεθα τιμῆσαι τὸ δαιμόνιον : ὥστε εἰ μὴ κατὰ δύναμιν βουληθείημεν εὐχαριστεῖν , τίνας ἂν ἐλπίδας τοῦ μέλλοντος βίου λαμβάνοιμεν
5977712 ἀψινθατου
τούτου τοῖς ὑδεριῶσι κάλλιον βοήθημα ; τῶν δὲ προπομάτων λαμβανέτωσαν ἀψινθάτου καὶ μάλιστα τοῦ ἔχοντος καὶ ναρδοστάχυος πλείονος ἢ τοῦ
εἰ δὲ ἄρα ἡδέως ἔχοιεν , λαμβανέτωσαν ἢ ῥοσάτου ἢ ἀψινθάτου ψυχρίζοντες ὡσαύτως , καθάπερ εἰώθασι ποιεῖν οἱ Ῥωμαῖοι τὸ
5977164 παρειη
καιροῦ πεντακλίνου τε διεστρώννυτο οὐδέποτε πλεῖον : ὅτε δὲ μὴ παρείη πρεσβεία , τρίκλινον . καὶ πρόσταγμα οὐκ ἐγίνετο δι
ἀναιρεῖν γὰρ καὶ ζῷα ἄλογα καὶ ἀνθρώπους , εἰ μὴ παρείη Λίβυς ἀνήρ , Ψύλλος ὢν τὸ γένος . οὗτος
5966537 ἐγχωροιη
τε νόμους ἀνέγνω , καὶ τὸν χρόνον ἐπέδειξεν ὅτι οὐκ ἐγχωροίη ἀπογράψασθαι καὶ τὰς κλήσεις καλεῖσθαι ὅσας ἔδει , καὶ
τιϲ φθάϲαϲ ἀποχέῃ τοῦ αἵματοϲ : κάλλιον δέ , εἰ ἐγχωροίη , δὶϲ ἀφαιρεῖν ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ , τὸ μὲν
5919441 χρονιζοι
εἰ δὲ διὰ χολώδη χυμὸν ἤ τινα δυϲκραϲίαν ἡ κεφαλαία χρονίζοι , τοῖϲ ἔμπροϲθεν ἐν τῷ περὶ κεφαλαλγίαϲ εἰρημένοιϲ χρηϲτέον
μεθ ' ἣν λύϲαντεϲ ἐμμότῳ θεραπεύϲομεν ἀγωγῇ καί , εἰ χρονίζοι τὸ ὀϲτέον μὴ ϲαρκούμενον , ἐλαφρῶϲ αὐτὸ ξύϲομεν .
5916817 ἐθεραπευες
καὶ εἰπόντος : „ ὦ Διόγενες , εἰ αὐλὰς τυράννων ἐθεράπευες , οὐκ ἂν ταῦτα ἤσθιες „ , ” σὺ
Πολέμων „ βέλτιστε , ” εἶπεν ” εἰ δὲ βοῦν ἐθεράπευες ; „ Τὸ δὲ μεγαλόγνωμον τοῦτο καὶ φρονηματῶδες ἐκ
5916131 ἐπιδοιης
εἶτ ' οὐκ οὖν ἂν ” εἰπεῖν τὸν Σέλευκον “ ἐπιδοίης , Ἐρασίστρατε . τῷ ἐμῷ παιδὶ φίλος ὢν τὸν
ἐπιχέοντα προσφέρειν . εἰ δὲ καὶ ἄρτον ἀντὶ τοῦ χόνδρου ἐπιδοίης , τὸ αὐτὸ δύναται . μετρίας δὲ τῆς συγκοπῆς
5909377 δοιης
: μηδὲν ἀγνόει . ὦ Φοῖβ ' ἀκέστορ , πημάτων δοίης λύσιν . τί χρῆμα ; πρὸς θεῶν ἢ βροτῶν
θείη σατράπην Κιλικίας Σαρδανάπαλλος ὁ δεσπότης , τί ἄν μοι δοίης τῷ εὐαγγελιζομένῳ ; Ὁ δ ' ἀποκρίνεται : Τί
5905086 θελησειας
ὅσα τοιαῦτα . ὅπλα πολλὰ ἐρεῖς , εἰ θεατρικῶς πομπεύειν θελήσειας , εὐτύχημα τοῦτο τῆς πόλεως , τὸ μηδὲ χειροτονῆσαι
Ἀθηνῶν . εἰ δὲ ἐλθεῖν ἐς Ἦλιν διὰ τοῦ πεδίου θελήσειας , σταδίους μὲν εἴκοσι καὶ ἑκατὸν ἐς Λετρίνους ἕξεις
5883367 προσπλεξεις
ἢ ἀνδράχνης ἢ τὰ λευκὰ τῶν ὠῶν καὶ πτισάνης χυλὸν προσπλέξεις . πρὸς δὲ τὰς μὴ πάνυ πυρώδεις δυσκρασίας ἄριστα
χειμῶνος ὄντος : τότε γὰρ εἰ καὶ θερμότερόν τι αὐτοῖς προσπλέξεις , οὐδὲν ἂν βλάψεις , ἀλλὰ καὶ μᾶλλον ὠφελήσεις
5877703 δραϲτικωτερον
τὸ τῆϲ καππάρεωϲ ἱκανῶϲ ὤνηϲεν . τοῦτο δὲ πάντων ἐϲτὶ δραϲτικώτερον : ἐν ὄξει δριμυτάτῳ καθεψήϲαϲ θύμον τε καὶ ὀρίγανον
καθαίρει φλέγμα : εἰ δὲ ἀντὶ τοῦ κνήκου λαθυρίδαϲ ἐμβάλοιϲ δραϲτικώτερον ποιήϲειϲ : εἰ δὲ πολυποδίου ⋖ δ ἐμβάλοιϲ μελαγχολικὸν
5859523 παραληφθεντες
λόγοι μεμενήκασιν ἀναντίρρητοι , οἱ δὲ εἰς τὸ εἶναι ἀπόδειξιν παραληφθέντες λόγοι πάλιν εἰσὶν ἰσχυροί , μήτε ἐκείνοις μήτε τούτοις
παράσπονδος οὗτος : | οἱ δὲ ἐπὶ ταύταις ταῖς ξυνθήκαις παραληφθέντες | , ὡς ὅ τι ἂν δοκῇ τῷ ποιήσαντι
5856215 ἐπιτεινοιτο
τῶν παροξυσμῶν ἱδρωτικοὶ καὶ ὅσοι μεθ ' ἱδρώτων ἐπισημαινόμενοι : ἐπιτείνοιτο γὰρ ἂν αὐτῶν τὰ συμπτώματα , εἰ κατειληθεῖεν ἢ
διηθήσας ἐρεᾷ σφαίρᾳ , πυρία ἐπὶ πολύ . Εἰ δὲ ἐπιτείνοιτο ἡ ὀδύνη , ἐμβιβαστέον αὐτοὺς εἰς ἔλαιον , εἰ
5855245 πλυθηναι
τὸν κηρὸν πλῦνον ἅπαξ ἢ δίς : εἶτα μετὰ τὸ πλυθῆναι ἐν ὕδατι χρῶ . οὕτως ἐπίβαλε ῥοδίνῳ , ἀλλὰ
Ϲαμία ἢ ἀϲτήρ . Ἡ δὲ Ϲαμία γῆ οὐ δεῖται πλυθῆναι , χρώμεθα δὲ αὐτῆϲ μάλιϲτα τῷ ἑτέρῳ τῶν εἰδῶν
5851763 ἀκροται
ὀχημάτων ὄντες , ἀλλὰ γυμνοὶ καθεστηκότες . γρ . καὶ ἀκρόται : ἐξ οὗ ἔσται ἀπὸ τοῦ ἄκρου . εἰ
, ἀλλὰ γυμνοὶ καθεστηκότες . ἀγρόται ] γρ . καὶ ἀκρόται : ἐξ οὗ ἔσται ἀπὸ τοῦ ἄκρου : εἰ
5848263 θαυμασαιμι
τὸ φρόνημα ἔχειν . ταῦτα μὰ τὴν Δήμητρα οὐκ ἂν θαυμάσαιμι εἰ μείζων εἰπόντι μοι γένοιτο παρ ' ὑμῶν βλάβη
, οἷς τότ ' οἱ δυναστεύσαντες ἐν ἑκατέροις ἐχρήσαντο . θαυμάσαιμι δ ' ἄν , εἴ τινες τὰς ἐν τοῖς
5847066 κενωϲεϲιν
ἰᾶται δὲ καὶ οἶνοϲ ὕδατι κεκραμένοϲ τὰϲ ἐπὶ ταῖϲ ἀθρόαιϲ κενώϲεϲιν ἐκλύϲειϲ , εἰ μὴ φλεγμονὴ ϲπλάγχνων ἢ κεφαλῆϲ ἄλγημα
μόνηϲ ἐνοχλούϲηϲ καθαρτέον : ϲυνελθόντων δὲ ἀμφοῖν ἀμφοτέραιϲ χρήϲῃ ταῖϲ κενώϲεϲιν φλεβοτομήϲαϲ πρότερον . εἰ δὲ τούτων γενομένων ἐπιμένοι τὸ
5825588 αἰσθανοιτο
οὗτος ἀεὶ καὶ ἠχῶν , ἡ κίνησις ἂν τὴν κίνησιν αἰσθάνοιτο καὶ οὐχ ὁ ψόφος τὸν ψό - φον :
, οὐδ ' ὅλως σῶμα δοτέον τῇ ψυχῇ , ἵνα αἰσθάνοιτο , ἀλλὰ τῷ σώματι δοτέον ψυχήν , ἵνα ᾖ
5818187 φλεγμαινοι
μὲν ἀφλέγμαντον εἴη τὸ μέροϲ , ξηράν , εἰ δὲ φλεγμαίνοι , ἐλαιοβραχῆ , ὑποβάλλοντα τῇ μαϲχάλῃ ἐπιδεϲμεῖν , διά
ἐπιρρέον πύον , τῇ τρίτῃ . καὶ εἰ μὲν ἔτι φλεγμαίνοι τὰ σώματα , τὰς αὐτὰς ἐμβροχὰς παραληψόμεθα , προκαταντλήσαντές
5815019 καταπλαττομενοϲ
ἵνα ἐκπέϲωϲιν αἱ ἐϲχάραι . καὶ ποταμογείτων μεθ ' ἁλῶν καταπλαττόμενοϲ οὐκ ἐᾷ ἐμπίπτειν τῷ ὑδροφοβικῷ πάθει : χρῶ δὲ
οὐχ ἁρμόττει , τοὺϲ δὲ μᾶλλον ξηραίνεϲθαι χρῄζονταϲ ὠφελεῖ . καταπλαττόμενοϲ δὲ λεῖοϲ ὁ ποτάμιοϲ ϲκόλοπάϲ τε καὶ ἀκίδαϲ ἀναβάλλει
5789409 φησαιεν
τοίνυν ὃ πάντες ἂν εἶναι φαύλων ἀνθρώπων [ ἔργον ] φήσαιεν , ὅσον ἂν χρῆσθε χρόνον , τοσοῦτον ἑκάστου φροντίζειν
ψευδομένους , εἴπερ ἀγαθόν τι ποιῆσαι Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς συμμάχους φήσαιεν . φασὶν οὖν οἱ Πλαταιεῖς , ἀπολογούμενοι ἐπὶ τούτοις
5779789 προσπλεκοντας
Μετὰ δὲ τοὺς κλυσμοὺς ἐνιέναι πηγάνινον ἔλαιον καὶ σικυώνιον , προσπλέκοντας ἐνίοτε καὶ καστορίου βραχὺ , καὶ ἀλείμματα δὲ καὶ
πᾶσαν ὀδύνην ἁρμόζουσα : δυνατὸν γὰρ αὐτὴν καὶ θερμοτέραν ποιῆσαι προσπλέκοντας , εἴ που χρεία , πλέον ἢ ἀλθαίαν ἢ
5761805 προϲγενοιτο
ὅϲον πλεῖϲτον ἔχουϲα ἐν ἑαυτῇ . εἰ δ ' ἐμπνευμάτωϲιϲ προϲγένοιτο , ϲυνεψεῖν δεῖ τῷ ἐλαίῳ κύμινον καὶ πήγανον καὶ
τὸ ϲίελον παραρρεῖ . εἰ δὲ ϲὺν τούτοιϲ καὶ ῥῖγοϲ προϲγένοιτο , τάχιϲτα ἐμεῖται : εἰ δὲ καὶ ϲιτία νεωϲτὶ
5747360 πινοις
τῶν ἐγγύθεν συνεφέλκεται . εἰ δὲ τὸ ἀφέψημα κεράσας οἴνῳ πίνοις , τοῦτο ἰσχυρότερον . ἁρμόζει δὲ τῷ τε ἐφ
μελικράτῳ πιεῖν : ἄμεινον δ ' εἰ μετ ' οἴνου πίνοις . ἐπὶ δὲ τῇ πόσει βραχὺ ἐλαίου ἐπιρροφῆσαι ,
5743100 πολυποδιου
καθαρτήριον . Λαθυρίδων κολοκυνθίδοϲ ἐντεριώνηϲ χαμελαίαϲ φύλλων ξηρῶν ϲκαμμωνίαϲ ἐπιθύμου πολυποδίου ἀνίϲου ἀνὰ ⋖ ι ἑκάϲτου θύμου κορύμβων πεπέρεωϲ μαϲτίχηϲ
κόκκων κ τὸ ἐντὸϲ ἐμβάλοιϲ καθαίρει φλέγμα : εἰ δὲ πολυποδίου ⋖ δ τὸν μελαγχολικὸν χυμὸν κενοῖ . Ζωμοὶ μαλακτικοί
5741592 οὐρητικοι
ἀλλὰ καὶ ῥυπτικῆς τε καὶ τμητικῆς μετειλήφασι δυνάμεως , ὅθεν οὐρητικοί τέ εἰσι καὶ λαμπρύνουσι τὸ σῶμα , καὶ μᾶλλον
δ ' οἱ λευκοί : οἱ δὲ πυρροὶ βρωματώδεις καὶ οὐρητικοί : οἱ δὲ ποικίλοι μέσοι . καὶ τὰ ὠὰ
5729931 κνηκου
ἀπεζεϲμένον μετ ' ἐλαίου καὶ γάρου ϲῦκον μετὰ νίτρου καὶ κνήκου ϲπέρματοϲ τοῦ ἐντόϲ . καὶ πάντα δὲ τὰ προειρημένα
φλέγματοϲ κενωτικόν . ἀνίϲου ϲπέρματοϲ ϲελίνου ἄμμεωϲ πεπέρεωϲ κόκκου κνιδίου κνήκου ϲπέρμα λαθυρίδων ἀνὰ ⋖ δ καϲϲίαϲ ⋖ β μέλιτοϲ
5727668 ταυρειαν
; ὁρᾷς γάρ , ὁπόσοι μὲν αὐτῷ οἱ ὀφθαλμοὶ κυκλοτερεῖς ταυρείαν τὴν ὄψιν ἀποτορνεύοντες καὶ δεινῶς [ ἐς πολὺ ]
φέρει ἐπὶ τῶν ὤμων μύρμηξ . εἴρξεις τοὺς μύρμηκας χολὴν ταυρείαν καὶ πίσσαν μετὰ ἀμόργης μίσγων , καὶ χρίων τὸ
5703592 Πανουργος
ἀντὶ δίας ψακάδος Αἰγύπτου πέδον λευκῆς νοτίζει μελανοσυρμαίῳ λεῷ . Πανοῦργος εἶ νὴ τὴν Ἑκάτην τὴν φωσφόρον . Ἐμοὶ δὲ
οἱ Ὀλύνθιοι ὑπὲρ ἀναστάσεως καὶ ἀνδραποδισμοῦ τῆς πατρίδος πολεμοῦσι . Πανοῦργος λέγεται ὁ εἰς πᾶν ἔργον ἐπιβάλλων , ἤγουν ὁ
5695822 σκευασθῃ
ἂν εὕροις . καὶ διὰ τῆς ἀγχούσης δὲ ἐὰν οὕτω σκευασθῇ , χρησιμωτάτη ἐστὶν , ἐφ ' ὧν ἐστι πυρετὸς
τὰς τῆς τύχης . Ἡ εὐφυΐα καθάπερ χρυσός , ὅταν σκευασθῇ πολυτιμοτέρα γίνεται . Κολάζει τὸν μὲν ἀσεβῆ ἡ ἰδία
5689909 λεγεσθωσαν
προσώπων τῶν ῥημάτων τῶν προστακτικῶν λεγέσθω καὶ νοείσθων ἀντὶ τοῦ λεγέσθωσαν καὶ νοείσθωσαν . Καὶ τὴν γενικὴν τῶν πληθυντικῶν τῆς
τῆς παχυτέρας καὶ μορφωτικῆς τῶν ἐνύλων συντάξεως . ὅμως δὲ λεγέσθωσαν ταύτῃ διαφέρειν . τί οὖν ; οὐχ ἕψεται τὸ
5686169 τριπτην
ἔλαττον ποιήσας πέταλα , ὑπόστρωσον ἐπάνω καὶ κάτω καθμίαν λευκὴν τριπτὴν ἐπιμελῶς τὴν γενομένην ἐν Δελματίᾳ , ἣν χρῶνται οἱ
μύρον , καὶ οἶνον ἀναδεῦσαι καὶ προστιθέναι : ἢ λινόζωστιν τριπτὴν ἐν εἰρίῳ πρόσθες : ἢ ἀρτεμισίην τρίβων ὁμοίως ἐν
5685861 βαρυνοιντο
γίνοιντο , καὶ ὀλίγον αὐτοῖς ἀρκοίη τὸ ποτόν , καὶ βαρύνοιντο τῷ πλείονι καὶ κλύδωνας ἔχοιεν , εἰ ἐπιπολάζοι τὸ
διψώδειϲ γίγνοιντο , καὶ ὀλίγον αὐτοῖϲ ἀρκοίη ποτόν , καὶ βαρύνοιντο τῷ πλείονι καὶ κλύδωναϲ ἴϲχοιεν , εἰ ἐπιπολάζοι τὸ
5680102 ἑψηθῃ
Πρὸς κοιλιακούς . ] Βάλλε καρδαμοσπόρον εἰς καινὸν τζουκάλιον ἕως ἑψηθῇ , καὶ λαβὼν ὠὸν ἔκζεσον χωρὶς καὶ ἐκλέπισον καὶ
ἑψηθέντι καὶ ἀποθεμένῳ τὸ φυσῶδες : ἐὰν γὰρ μὴ καλῶς ἑψηθῇ , φυσᾷ τὰ ὑποχόνδρια καὶ αὐτὴ , καθάπερ καὶ
5678055 ἠλεεις
, καὶ εἰ ἠλέεις ἐμὲ ἠξίους καθυφεῖναι , καὶ εἰ ἠλέεις αὐτῷ παύσασθαι συνεβούλευες . Ἐπίλογοι καταφορικοὶ , ὅτι παραπλήσιος
' ἐπάσχεθ ' ὑμεῖς , καὶ πολὺ μᾶλλον ἂν εἰκότως ἠλέεις τούτους , οἳ δι ' ὑμᾶς , ὦ κατάρατε
5634270 λεκυθους
πρὸς πυρετὸν ἁρμόζεσθαι δεῖ πτισάνης τε χυλὸν αὐτοῖς ἐπιδιδόναι καὶ λεκύθους ὠῶν καὶ μαλάχας ἀποζεσθείσας καὶ θριδακίνας ἴντυβά τε καὶ
ἑψήσας καὶ λειώσας ἐπιμελῶς ἐπίβαλλε τρύγα ὄξους καὶ ὠῶν ἀνέφθων λεκύθους βʹ καὶ ῥοδίνου βραχὺ καὶ μίξας ἅμα πάντα καὶ
5627580 πεφθειη
τὴν σάρκα καὶ διὰ τοῦτο δύσπεπτον : εἴ γε μὴν πεφθείη , τροφιμωτάτην . ὑπάρχει δ ' αὐτοῖς , ὥσπερ
βραχὺν ἐν ἑαυτοῖϲ ἔχοντα τὸν ἁλυκὸν χυμόν . εἰ μέντοι πεφθείη , τροφὴν οὐκ ὀλίγην δίδωϲι τῷ ϲώματι . πλεῖϲτον
5625787 ξηρανθειη
μὲν ἔτι κατὰ τὴν δευτέραν που τάξιν , εἰ δὲ ξηρανθείη , κατὰ τὴν τρίτην . Πτελέας τὰ φύλλα στυπτικὴν
ἀναγκαῖον ἐπὶ πληρώϲει γεγονέναι . εἰ δὲ ἐκ πυρετῶν διακαῶν ξηρανθείη τὸ ὅλον ϲῶμα καὶ τὰ νεῦρα , κἄπειτα διὰ
5614010 ὠφελοι
. χρὴ δ ' ἄνδρα τάσσειν οὗ μάλιστ ' ἂν ὠφελοῖ . καὶ μὴν καθ ' ἡμᾶς τόνδ ' Ἀλέξανδρον
, εἰ μηδὲν ἡμᾶς ὠφελοῖ ἢ εἰ ὠφελοῖ ; Εἰ ὠφελοῖ , ἔφη . Ἆρ ' οὖν ἄν τι ὠφελοῖ
5613058 ἐξαγῃ
τὴν πομπὴν καὶ τὴν πανήγυριν εἶτα , ὅταν ς ' ἐξάγῃ , πορεύεσθαι προσκυνήσας καὶ εὐχαριστήσας ὑπὲρ ὧν ἤκουσας καὶ
αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν βαλάνιον , ἵνα νῷν ἐξάγῃ τὴν κραιπάλην . Εἰ πεύσομαι τὸν ἀηδόνειον ὕπνον ἀποδαρθόντα
5611417 μαλαξαι
διάβροχος ἡ συγκεκαυμένη τῆς ὑποχωρήσεως : ἐὰν δὲ βουλόμενός τις μαλάξαι τὴν ὑποχώρησιν , ἅπαν ἔχοντος τὸ κλύσμα , πλείω
συστρέψαι καὶ συντεῖναι τὸν νοῦν , ἣ δὲ ἀνεῖναι καὶ μαλάξαι , καὶ εἰς πάθος ἐκείνη προαγαγεῖν , εἰς δὲ
5608755 ἀλαζονευονται
εἰ μὴ γέλωτα ποιεῖν ἐθέλοντες ὑπὲρ οὗ λέγουσι ταῦτα καὶ ἀλαζονεύονται ; καὶ ὁ Κῦρος , Εὐφήμει , ἔφη ,
ἕκτον ὅτι τὴν αἰσχύνην δεδιότας χρὴ φυλάσσεσθαι τοὺς ἐρῶντας : ἀλαζονεύονται γὰρ πρὸς τοὺς ἄλλους δεικνύντες ὅτι οὐ μάτην ἐπόνησαν
5606039 ὀνειδισῃς
“ μῆτερ , ὁ πατήρ μου φιλεῖ σε , ” ὀνειδίσῃς δὲ μηδέν . τί λέγεις , παιδαγωγέ ; οὐδεὶς
πλευσείω ⌈ ἀντὶ τοῦ ἐπιθυμῶ πλεῦσαι ) . σκώψῃς ] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς
5605951 λαμβανοιεν
διδομένων αὐτοῖς , χαλεπῶν δὲ καὶ φοβερῶν εἰ μὴ τοσαῦτα λαμβάνοιεν , καὶ ἔτι πλείω τῶν διδομένων αὐτοῖς , οὐχ
συκοφαντῶν ποιεῖν . ἐκεῖνοι μὲν γὰρ παρ ' ὧν χρήματα λαμβάνοιεν ζῆν εἴων , ἡμεῖς δὲ ἀποκτενοῦμεν μηδὲν ἀδικοῦντας ,
5604158 κραιπαλαν
σαπρόν , Θάσιον , Βίβλινον , Μενδαῖον , ὥστε μηδένα κραιπαλᾶν . Ἐπίχαρμος δὲ ἀπό τινων ὀρῶν Βιβλίνων φησὶν αὐτὸν
γέροντι μανθάνειν σοφά . Καλὸν δὲ νήφειν ἢ τὰ πολλὰ κραιπαλᾶν . Καρπὸς δ ' ἀρετῆς δίκαιος εὔτακτος βίος .
5601594 ποτιϲτεον
πτι - ϲάνηϲ ϲὺν ῥοδίνῳ ἢ καὶ χυλῷ λινοϲπέρμου , ποτιϲτέον τε αὐτοὺϲ τὴν διὰ τῆϲ ἀλόηϲ πικρὰν ἀντίδοτον ,
μὴ κωλυούϲηϲ δὲ τῆϲ δυνάμεωϲ καὶ τῆϲ διὰ κωδυῶν αὐτοὺϲ ποτιϲτέον : παρακμῆϲ δὲ γενομένηϲ ἐπὶ λουτρὸν ἀκτέον καὶ ἀνακομιϲτέον
5599691 Σκοροδον
ἐρευνήσωμεν λόγον . Κρανείας ἀκρεμὼν πάρδαλιν ἐς φυγὴν τρέπει . Σκόροδον μετὰ πιμελῆς λέοντος εἰ χρίσαιτό τις τὸ ἑαυτοῦ σῶμα
ἐπάντλει , καὶ θαυμάσεις . [ Πρὸς λειχῆνας . ] Σκόροδον καὶ θεάφην , ὕδωρ καὶ ἔλαιον σμήξας ἄμφω ἄλειφε
5597895 αὐξοιτο
γενόμενος ; Καὶ εἰ τὸ μὲν αὔξοι , τὸ δὲ αὔξοιτο , τὸ αὐξόμενον πάσχειν ; Ἢ μόνον ἐν τῷ
, ὁ δὲ πυθόμενος τὸν Μῆδον παρ ' αὐτῶν ὡς αὔξοιτο , ἐδίδου σφι χρήματα τεῖχος περιβαλέσθαι τὴν πόλιν .
5595626 θηρασας
ἑαυτὸν σοφίᾳ περιέρχεται τὸν θῆρα : τῶν γὰρ ὀρνίθων ὧν θηράσας ἔτυχε προσήγαγε , καὶ προύτεινέν οἱ ξένια ταῦτα καὶ
λυττῶδες τὸ ἐς τὰ ἀφροδίσια κατηγορεῖ ἥδε ἡ ἄγρα . θηράσας ἀνὴρ ἁλιεὺς θῆλυν , καὶ ἐνδήσας καλάμῳ μακρῷ ἢ
5592043 πυριμαχον
Τζουκάλι πυρίμαχον καὶ κύθρους δύο ὡσὰν γαβαγίον : Καὶ πηλὸν πυρίμαχον . Ὡσαύτως χρῄζει ἀρχὴν νερὸν λευκὸν ἅπαξ ἀνασπασθὲν οὐγγ
, καὶ εἰ τόδε μέν ἐστι πυρίμαχον , τόδε προσπλακὲν πυρίμαχον ποιεῖ , οἷον εἰ τὸ ἅλας σμήχει τὸ ἐπάνω
5585418 ἐπονεις
ἔφη πρὸς αὐτόν : ” ὦ κάνθαρε , εἰ τότε ἐπόνεις , ὅτε με μοχθοῦντα ὠνείδιζες , οὐκ ἂν νῦν
τοιοῦτον ποιεῖν . Τούς τε πόνους , οὓς ἔτι ζῶντος ἐπόνεις Ὀλυμπίου χαριζόμενος Ὀλυμπίῳ , πολλάκις ἐπῄνεσα καὶ νῦν περὶ
5582871 ϲυνηθειϲ
μετὰ πλήθουϲ αἵματοϲ ἰϲχυρὰ παρείη δύναμιϲ , φλεβοτομητέον ἢ τὰϲ ϲυνήθειϲ ἐκκρίϲειϲ ἐπεϲχημέναϲ κινητέον , οἷον αἱ - μορροίδαϲ ἐν
κοινὰ καὶ ὕδατοϲ μοχθηροῦ πόϲιϲ ταλαιπωρίαι τε ἄμετροι καὶ πόνοι ϲυνήθειϲ ἐκλείποντεϲ ἔνδειαί τε καὶ πληϲμοναί , λιμοῦ καταϲτάντοϲ καὶ
5576275 ἐπιτειναι
τετράγωνον αὐτοῦ πεποίηται καὶ σφηνοειδὲς τὸ στόμα . ὅταν οὖν ἐπιτεῖναι βούλῃ , περιελόντα δεῖ τὰ καλύμματα θεῖναι τὸ πλινθίον
διπλάσια ἱππάζεσθαι καὶ ὡς τὸν μὴ δυνάμενον ἵππον ἀκολουθεῖν ἀποδοκιμάσει ἐπιτεῖναι ἂν τρέφειν τε ἄμεινον καὶ ἐπιμελεῖσθαι μᾶλλον τῶν ἵππων
5572746 διδαξῃς
ἀλλ ' οὐκ ἐρῶ , ἐὰν μὴ καὶ σύ με διδάξῃς εἰ ἔπινον θερμὸν ὕδωρ ἐν ταῖς εὐωχίαις οἱ ἀρχαῖοι
λῆρα . εἰδῇς ] μάθῃς . ὅπως δὲ τοῦτο μὴ διδάξῃς : ὡς † ἐπὶ τῶν φθονούντων † διδασκάλων .
5558054 ἐζητεις
τὸ ζητοῦντα μὲν λόγους ἥκειν Ἀθήναζε , φανῆναι δὲ οὓς ἐζήτεις ἔχοντα . τὰ δ ' ἐφεξῆς ἅπαντα τῶν λόγων
, τί ποιεῖς ; Ἡ δὲ εἶπε : Τέως σὺ ἐζήτεις , ἵνα πόλιν κτίσῃς , εὗρον . Ἀφ '
5554734 διαμενεις
εἰ μὲν κεναῖς φάσεσι πεπίστευκας , εἰπέ : εἰ δὲ διαμένεις οἷον δεῖ πρὸς ἐμέ , παραγενηθέντος μου μαθήσῃ πάντα
, ” ὦ βασίλεια : βασιλὶς γὰρ εἶ καὶ ἀεὶ διαμένεις . οὐκ εἰς πολεμίων χεῖρας ἐμπέπτωκας , ἀλλὰ τῆς
5548237 γραφοιτο
ἱμὰς περὶ τὸ ἔνδρυον ἐφέλκεται τὸ ἄροτρον . εἰ δὲ γράφοιτο μετὰ τοῦ ν μεσάβων , λέγοι ἂν αὐτὸ τὸ
' ἕτερον αὖ σοι προβαλῶ τι δεξιόν . εἴ σοι γράφοιτο πεντετάλαντός τις δίκη , ὅπως ἂν αὐτὴν ἀφανίσειας εἰπέ
5539583 θερμινου
εἰ δεήϲοι , ταύτην : ἀλόηϲ , ἀψινθίου , ἀλεύρου θερμίνου , ϲερίφου , μελανθίου ἀνὰ γρ . Ϛ ,
, καταπλασσομένην μηκέτι τοῖς κοινοῖς καταπλάσμασιν , ἀλλὰ τοῖς διὰ θερμίνου ἀλεύρου μετὰ χολῆς ταυρείας καὶ ἀψινθίου , καὶ τοῖς
5537127 δεοιμην
πατέρα καί τι καὶ χαίροντα φιλόστοργον προσειπὼν καὶ πᾶν ὅτου δεοίμην ἀσμένως πειθόμενον , τούτοις αὐτὸν προθωπεύσας ὀμωμοκώς τε κατ
σῇ κεῖται χειρί . κατέμεινε δέ , ὅπως ἀεί σου δεοίμην καὶ ἔχοις , ὅ τι χαρίζοιο . καίτοι τοῦτο
5536118 ἐνδυσῃς
πήχεώς γε τῷ θανάτῳ παρίσταται . } Ἐὰν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς ποτέ , οὐδὲν ἐποίησας , ἂν λόγοις ὀνειδίσῃς .
, προσδόκα καὶ μὴ φυγεῖν . ἐὰν ὁρῶν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς , μᾶλλον ἀπέδυσας αὐτόν , ἂν ὀνειδίσῃς . ἀνὴρ
5532470 εἰρημενοιϲ
ἠξίωϲαν καὶ τοῦτο τὸ γένοϲ τῶν ϲφυγμῶν ἕκτον ἐπὶ τοῖϲ εἰρημένοιϲ ϲυγκατατάττειν . τῶν δὲ ἄλλων γενῶν τῶν τε καθ
ἢ ὄξει ἡμέραϲ τρεῖϲ ἔαϲον ἐπικεῖϲθαι , καταβρέχων τοῖϲ ἄνω εἰρημένοιϲ : ἐξόχωϲ γὰρ ποιεῖ καὶ εἰϲ τέλοϲ ἀφυγιάζει .
5521751 ἐσθιοι
, ὥσπερ ἂν εἴ τις , ἔφη , ἑφθὸν τρίβωνα ἐσθίοι . ἐπαινοῦντος δ ' ἄλλου τὰ τῶν θύννων ὑπογάστρια
ἐφ ' ὑστέραν , καὶ τὸ παιδίον , εἰ τοῦτο ἐσθίοι ἡ τιτθή , κίνδυνος ἐπιληπτικὸν γενέ - σθαι ,
5517289 συλληψεται
λύσει δὲ οὐκ ἄνευ τῆς Ἀθηνᾶς . ἡ δὲ Ἀθηνᾶ συλλήψεται καὶ τοῦ δικαίου καὶ ἐμὴν χάριν . ἐνθυμοῦ δέ
καὶ ἐὰν εἰς τὸ στόμα αὐτῆς διαδοθῇ ἡ ὀσμή , συλλήψεται , εἰ δὲ μὴ οὔ . Ἄλλο . Σκόροδα
5514213 χαιροιεν
ὤικηκας , σὺν καὶ Κορωνὶς ἤ ς ' ἔτικτε κὠπόλλων χαίροιεν , ἦς τε χειρὶ δεξιῆι ψαύεις Υγίεια , κὦνπερ
τροφῇ χαίροιεν . εἰ δὲ καὶ ὕδατι καταβρέχοις καὶ τούτῳ χαίροιεν , οὐ κακόν . καμούσῃ δὲ ἐμβάλλειν ἢ ὕδωρ
5512534 σκαμμωνιαν
οὖς , σπασμοὶ συμπεσοῦνται . ζῴου δέ τινος ἐμπεσόντος , σκαμμωνίαν διεὶς ὄξει ἢ ἀψινθίου χυλὸν ἢ πευκέδανον , ἢ
ὕδατος προκεκενωμένῳ : βέλτιον δὲ γίγνεται , εἰ προσλάβοι καὶ σκαμμωνίαν ὀλίγην . Ἄλλο . ῥοιᾶς ὀξείας ῥιζῶν φλοιοῦ ⋖
5500722 ὑπιοι
ἧσσον ἢ εἰ πάνυ χρηστὸν προσφέροις . εἰ δὲ μηδὲν ὑπίοι κάτω , ἐρεθίζειν ἡσυχῇ τῷ μέλιτι ἡψημένῳ πλασθέντι ὡς
δὲ κοιλίαν εὔλυτον ἀεὶ ἔχειν χρὴ καὶ εἰ μὴ αὐτομάτως ὑπίοι , κλύζειν τινὶ τῶν ἁπλουστέρων . Ἐπειδὴ δέ τινες
5499874 εὐξαιο
καὶ τὸν πηλόν , ἐροίμην ἄν σε ποτέρῳ ἂν ὅμοιος εὔξαιο γενέσθαι : οἶδα γὰρ ὡς αὐτίκα ἕλοιο ἂν ἐκ
, οὕτω καὶ τοῦ παθεῖν κακῶς . τοῦτο γὰρ κἂν εὔξαιο τοῖς θεοῖς , λαβεῖν με τιμωρίαν εἰς τὸ σῶμα
5495340 δεδευμενῳ
ξηρῶν τι φαρμάκων , τὸ δ ' ἄλλο μότῳ σκέποντα δεδευμένῳ τῶν ἐπουλωτικῶν τινι φαρμάκων ὑγρῶν τῇ συστάσει . προκοπτούσης
δὲ κοχλιάριον τῆς γεντιανῆς , καὶ ἐγκυκήσαντας ὡς ἐν ἀλφίτῳ δεδευμένῳ , πίνειν ἀπὸ τῆς αʹ ἡμέρας , μέχρι τεσσάρων
5491033 ἐμεμφου
γε κλαίειν ἐπειρώμεθά σε ποιεῖν , σφόδρ ' ἂν ἡμῖν ἐμέμφου , ὥσπερ ἔνιοι καὶ ἐν ᾠδαῖς καὶ ἐν λόγοις
μέμφῃ μοι . εἰ γὰρ μὴ ἐγένετο , οὐκ ἂν ἐμέμφου , ἀλλ ' ἐπῄνεις . ὅθεν ἐπιφέρει πρὸς τὰς
5486935 ἐϲονται
ὡϲ , εἰ μὴ ἐμβληθείη , καὶ ζήϲαντεϲ κυλλοὶ πάντωϲ ἔϲονται , πειραθῶμεν ἀβιάϲτωϲ ποιήϲαϲθαι τὴν ἐγχείρηϲιν κεχρημένοι πρὸϲ εὐχρηϲτίαν
βέλτιον καὶ εὐπρεπεῖϲ εἰϲιν ὁμοχροοῦϲαι τῷ μέρει . τοιαῦται δὲ ἔϲονται , εἰ ἀπὸ τῶν μαλακῶν καὶ ἐμπλαϲϲόντων φαρμάκων ϲυντόμωϲ
5484023 ῥοφᾳν
] Δάφνης φλοιὸν ἀναζέσας ὕδατι συμφύρα καὶ δίδου ἐκ τούτου ῥοφᾷν . ἐνεργεῖ γὰρ λίαν . [ Πρὸς αἷμα οὐροῦντας
τῆς κοιλίης ὑπάγειν τὰ ἐνεόντα κλύσμασιν ἢ βαλάνῳ , καὶ ῥοφᾷν διδόναι καὶ πιεῖν ὅ τι ἂν δοκέῃ σοι ξυνοῖσον
5480531 βαθειϲ
τὴν μᾶλλον ἐπικρατοῦϲαν ποιότητα οὕτωϲ : μόνη μὲν ὑγρότηϲ πλεονάϲαϲα βαθεῖϲ καὶ μακροὺϲ ὕπνουϲ ἐργάζεται , μόνη δὲ ξηρότηϲ πλεονεκτοῦϲα
δεῖ καὶ τὴν αἰτίαν ὑποτέμνεϲθαι . Εἰ δὲ τὸ ἀνάπαλιν βαθεῖϲ τε καὶ καταφορικοὶ γίγνοιντο οἱ ὕπνοι , λουτρῶν τε
5479669 ὑδροροδινῳ
ψυχρῷ . εἰ δὲ μὴ παρείη βαλανεῖον , ὑδρελαίῳ ἢ ὑδροροδίνῳ διαβρέξανταϲ ὅλον τὸ ϲῶμα καὶ προανατρίψανταϲ μαλακαῖϲ χερϲὶν ἐπὶ
. εἰ δὲ διακαίοιντο τὴν γαστέρα μετὰ τὸν ἔμετον , ὑδροροδίνῳ ποτίσας αὖθις ἐμεῖν κέλευε . δίδου δὲ , εἰ
5470619 ἐλλειποι
καὶ διαδοὺς τοῖς ναύταις , ᾠχόμην ἀναγόμενος , ἵνα μηδὲν ἐλλείποι τῷ δήμῳ ὧν προσέταξε τὸ κατ ' ἐμέ .
οὖν ἔφην , τῶν μὲν ἁπλῶν αἰσθητηρίων οὐδὲν ἂν ἡμῖν ἐλλείποι : ἔχομεν δὲ καὶ τὸ σύνθετον ἐκ πλειόνων :
5466269 εἰσεληλυθασιν
ἡμᾶς μὲν οὐδαμῶς ἔπεισαν , τῆς δὲ ὑμετέρας ψήφου ἀποπειράσοντες εἰσεληλύθασιν εἰς τὸ δικαστήριον , καὶ ἐλπίζουσιν ὑμᾶς ἐξαπατήσαντες ἄδειαν
ἀδικήμασι πολλῷ μείζω προσεξημαρτήκασιν , καὶ ὥσπερ ἐπὶ καταγέλωτι ἀντιδικοῦντες εἰσεληλύθασιν , ὡς ἐπ ' αὐτοῖς ἐσόμενον , ἐὰν καταψηφίσησθε
5466192 Τεταχθωσαν
τοὺς δὲ ἀπὸ τοῦ δου τρεῖς ποιεῖν Μο κζ . Τετάχθωσαν οἱ τέσσαρες ʂ α . καὶ ἐὰν ἄρα ἀπὸ
ἀριθμοῦ λόγον ἔχει ὃν ⃞ος ἀριθμὸς πρὸς ⃞ον ἀριθμόν . Τετάχθωσαν οἱ ζητούμενοι ⃞οι , ὃς μὲν ΔΥ α ,
5461559 σωφρονειτε
| , ἡμῶν ἄλλως πως ‖ ἀπολομένων ? [ . σωφρονεῖτε οὖν ] | καὶ ταῖς ἐμαῖς [ βουλαῖς ]
φείδεται , ἀλλὰ τὴν ἐπιμέλειαν αὐτῶν διαβάλλει ; ὥστε εἰ σωφρονεῖτε , καὶ ἀσεβείας ἂν δίκην λάβοιτε παρ ' αὐτῆς
5459413 καταπλαϲμαϲι
ἐκπυήϲεωϲ προϲδοκία , ῥᾳδίωϲ ἰαϲόμεθα πυρίαιϲ δι ' ἅλμηϲ καὶ καταπλάϲμαϲι καὶ φαρμάκοιϲ διαφορητικωτέροιϲ , οἷά ἐϲτιν ἥ τε Μναϲέου
δυνηθείη , ἐγχυματιζέϲθω ὁ ὀφθαλμὸϲ καὶ καταπλαϲϲέϲθω τοῖϲ πρὸϲ φλεγμονὰϲ καταπλάϲμαϲι . μετὰ γάρ τιναϲ ἡμέραϲ πυρωθέντοϲ τοῦ νύγματοϲ ἀναπλεῖ

Back