μέγα ἔρρωγα . . μάκτρας : Σκάφης . . . πιθάκνης : ὑποκοριστικῶς ὡς πολίχνης . . κεράμου ἢ πιθήκου | ||
τὸ ἐκ μέρους ἐπεχόμενον , ὥσπερ ἐπὶ τῆς τοῦ οἴνου πιθάκνης . . ἐντὸς μὲν τοῦ παντὸς μηδὲν εἶναι κενόν |
[ . ] . τινὰ δὲ τῶν ἀντιγράφων , ἀντὶ στάμνου κεραμίου γράφεται . 〛 ἀντὶ δὲ μάκτρας : Ἡ | ||
κεφαλῆς γὰρ φόρημα τὸ κρήδεμνον . ὅτι δὲ ἀπὸ τῆς στάμνου ἢ τοῦ στάμνου καὶ Ζεὺς λέγεται Στάμνιος δηλώσει που |
τεταγμένῳ καὶ παγίῳ συνίστανται , τὸ παραδοξότατον , διὰ τῆς καιρίου μεταβολῆς ἐπιδεικνύμεναι τὴν διαιωνίζουσαν αὑτῶν μονήν . εὖ δ | ||
αὐτοῦ πληγὴν ὁ Ἀλέξανδρος ὑπέθηκε τῇ λαγόνι τὸ ξίφος καὶ καιρίου γενομένου τοῦ τραύματος ὁ μὲν βάρβαρος ἔπεσεν , ὁ |
, ἀντὶ δὲ θράνου στάμνου κεφαλὴν κατεαγότος , ἀντὶ δὲ μάκτρας πιθάκνης πλευρὰν ἐρρωγυῖαν καὶ ταύτην : ἆρά γε πολλῶν | ||
ἦν ὁ Κλεώνυμος καὶ παράσιτος , διασύρει αὐτὸν ὡς ἀποροῦντα μάκτρας καὶ θυείᾳ χρώμενον . μικρὰ γὰρ ἡ θυεία , |
. ἐμφύεται δ ' ὁ μῦς οὗτος εἰς τὸ τοῦ πήχεως ὀστοῦν , ὥσπερ ὁ προειρημένος ὁ μείζων εἰς τὸ | ||
ὁ ἀριστερὸς ὦμος , ὑπολειπόμενος τοῦ μεσημβρινοῦ ὡς δύο μέρη πήχεως καὶ τοῦ Κήτους ὁ ἐπὶ τῆς λοφίας . Δύνει |
: καὶ ἐνταῦθα ἁμάρτημα : οἱ γὰρ παλαιοὶ ἐπὶ τοῦ στρογγύλου τιθέασιν , οἱ δὲ νῦν ἐπὶ τῆς ὑπὸ τῶν | ||
, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὐκτὸς ἐπιστρέφων αὐτὴν διὰ τένοντος ἠρέμα στρογγύλου : ὁ δ ' αὖ πάλιν ἐφεξῆς τῷδε τοῖς |
ἐπιδήϲαϲ ἔαϲον ἡμέραϲ Ϛ , τῇ δὲ ζʹ λύϲαϲ κατακέντηϲον βελόνῃ τὸ ϲτίγμα καὶ ἀποϲπογγίϲαϲ τὸ αἷμα μετ ' ὀλίγον | ||
, ὥστ ' εἰ καθ ' ὁτιοῦν αὐτοῦ μέρος νύξειας βελόνῃ λεπτῇ . πάντως [ ὡς ] τὰ τρία γένη |
καὶ ἀναφλέγον . οὐκοῦν εἰ τὰ ἔνδον καθαρθείη ὑπό τινος ξέειν κέρατα δεινοῦ , καὶ τρία μέτρα ῥᾳδίως αὐτοῖν δέξαιτο | ||
τῇ τοῦ συμβουλεύοντος φέρεσθαι γνώμῃ . Ξίφος . παρὰ τὸ ξέειν . οὕτως εὗρον ἐν Ὑπομνήματι . . . . |
. ταύτας γὰρ ὅταν βούλωνται δοκιμάζειν εἰ χρησταί εἰσιν , ἐπιλαβόμενοι τῇ μὲν δεξιᾷ χειρὶ τῆς λαβῆς , τῇ δὲ | ||
ἀμφοῖν τῶν μορίων διέλθοι τὸ βέλοϲ ἢ τὸ δόρυ , ἐπιλαβόμενοι τοῦτο ἔξωθεν ὥϲπερ καὶ ἐφ ' ἑνὸϲ ἐξελκύϲομεν . |
ἐντὸς τῆς σπείρης * ὑπὸ σπείρης : ἀντὶ τοῦ ἐντὸς ὁλκοῦ ἐν τῷ ἑλιγμῷ καὶ συστροφῇ ψαφαρὸς δὲ ἤγουν αὐχμηρὸς | ||
πέμπτος τετάρτου καὶ ἑτέρων ἕτεροι κατὰ μακρὸν στοῖχον ὑπὸ μιᾶς ὁλκοῦ δυνάμεως συνεχόμενοι , πλὴν οὐ τὸν αὐτὸν τρόπον : |
τῆς πρώτης , καθήσομεν τὸν δάκτυλον ἢ τὸ πλατὺ τῆς μήλης , κἄπειτα διελοῦμεν οὕτως . εἰ δὲ μὴ πλάγιον | ||
χρώμενος , ἐφ ' ὅλου τοῦ ἕλκους ἐπικυλιομένου τοῦ τῆς μήλης πυρῆνος . ἔξωθεν δ ' ἀρκεῖ μότος ἤτοι ξηρὸς |
ἀχρεῖον . Βεβαιότερον δὲ συμφυήσεται τὰ νέα κλήματα ἔχοντα περυσινοῦ κλήματος μέρος . Οὐχ ἅμα δὲ τῷ ἀφαιρεθῆναι τῆς ἀμπέλου | ||
γίνηται , ἐὰν δ ' ὀλίγην καὶ πολὺ τοῦ ἔνου κλήματος ἔχωσιν , ἐλάττω μὲν τὸ πλῆθος μείζω δὲ τὸ |
, τὸν γὰρ ποταμὸν τοῦτον ἡγοῦνται γῆν καὶ ὕδωρ . καλύβης μὲν οὖν ἢ οἰκίας οὐδὲν αὐτοὶ δέονται ζῶντες ὑπαίθριοι | ||
ὁ δὲ κόλαξ τοῦτο τὸ ἔπος κἂν περὶ τῆς συβώτου καλύβης εἴποι , εἰ μόνον τι παρὰ τοῦ συβώτου λαβεῖν |
δὲ διὰ καταρραφὴν ἢ καῦϲιν ἄτεχνον ἐκτρέπεται τὸ βλέφαρον . βελόνην τοίνυν λαβόντεϲ λίνον διπλοῦν ἔχουϲαν διαπείρωμεν τὸ ϲάρκωμα ἀπὸ | ||
' ὑπερβαίνονταϲ ἄμφω τὰ χείλη τοῦ περιτοναίου πάλιν ἀντιϲτρέφειν τὴν βελόνην ἔξωθεν ἔϲω δι ' ἀμφοτέρων τῶν χειλῶν τοῦ περιτοναίου |
, ἐνεργείᾳ δὲ λίθον εἶναι , καὶ τὸ ἥμισυ τῆς γραμμῆς δυνάμει τελείαν γραμμήν , καὶ σῖτον δυνάμει ἁδρὸν τὸν | ||
καὶ ἐπὶ τῶν γεγονότων : ὡς γὰρ ἡ στιγμὴ πέρας γραμμῆς , οὕτω τὸ γεγονὸς πέρας ἐστὶ τῆς γενέσεως . |
θερμαίνει μετρίως , ὑγρότητος δὲ καὶ ξηρότητος μέσον ἐστίν . Λίτρον ξηραίνει καὶ διαφορεῖ , καὶ εἰ εἴσω τοῦ σώματος | ||
, ὡϲ καὶ τῷ κηρῷ χρώμεθα ὥϲπερ ὕλῃ τινί . Λίτρον μεταξὺ τῆϲ ἀφρονίτρου τε καὶ ἁλῶν δυνάμεώϲ ἐϲτι , |
θεραπαινίδων μᾶλλον τὸ ὑπόδημα . Τυρρηνικά : τὸ κάττυμα ξύλινον τετραδάκτυλον , οἱ δὲ ἱμάντες ἐπίχρυσοι : σανδάλιον γὰρ ἦν | ||
δ ' ἄνωθεν καὶ κάτωθεν κηλῖσιν ὑπολεύκοις : καυλὸν δὲ τετραδάκτυλον , γυμνόν , ἐφ ' οὗ ἄνθη ῥοδοειδῆ , |
ἐν τῇ τεκτονικῇ ; καὶ γὰρ ἐκεῖ τέκτονα μὲν ἂν πρίαιο πέντε ἢ ἓξ μνῶν , ἄκρον ἀρχιτέκτονα δὲ οὐδ | ||
εἰ νὴ Δί ' ἀντὶ τῆς κακῆς γλώττης ποθὲν πυροὺς πρίαιο , σωφρονεῖν ἄν μοι δοκεῖς . ” καὶ καταγελᾷς |
ἐπαναφυέντος , ὑπόχυμα μὲν ἐκεῖνο λέγεται καὶ σχολαίτερον θεραπεύεται , πτερύγιον δὲ τὸ ἕτερον καὶ ῥᾷον θεραπευόμενον . Καὶ ταῦτα | ||
ἕλκος , ὑπόσφαγμα , ἀπόστασις , χήμωσις , κοίλωμα , πτερύγιον , φάκωσις , ἴκτερος , πῶρος . περὶ δὲ |
ἐστον τὼ λόφω . Οὐκ ἂν πριαίμην οὐδ ' ἂν ἰσχάδος μιᾶς . Τί δαὶ δεκάμνῳ τῷδε θώρακος κύτει ἐνημμένῳ | ||
, καὶ συκῆς ὀπόν . Τὸ δ ' ἐκ τῆς ἰσχάδος , χαμαιλέων μέλας , χολὴ βοὸς ξηρή : τὰ |
. ὁ κόρυς τοῦ κόρεος , ὡς ὁ πῆχυς τοῦ πήχεος . τήμερον ] σήμερον . . τὸ παρὸν σύστημα | ||
: τοῦ γὰρ βραχίονος τὸ γιγγλυμοειδὲς , ἐν τῇ τοῦ πήχεος βαθμίδι ἐν τουτέῳ τῷ σχήματι ἐρεῖδον , ἰθυωρίην ποιέει |
ἀριστερᾶς χειρὸς τοῦ Κηφέως γράφεσθαι αὐτόν , καὶ διὰ τῆς καμπῆς τοῦ Ὄφεως , καὶ παρὰ τὴν οὐρὰν τῆς Μικρᾶς | ||
ὄρνιθος . Λέγεται δὲ τὸν βίον ἀετὸς καταστρέφεσθαι , τῆς καμπῆς τοῦ ἄνω χείλους πρὸς τὸ κάτω συγκαμψάσης . Ἀράβιος |
πέντε , ῥωγμὴ , ἐγγείσωμα , ἐκπίεσμα , ἀπήχημα , καμάρωσις , διάτασις ῥαφῶν , ὑδροκέφαλον , ἀχῶρες , πιτυρίασις | ||
πέντε , ῥωγμὴ , ἐγγείσωμα , ἐκπίεσμα , ἀπόχημα , καμάρωσις κατὰ δέ τινας ἓξ καὶ τριχίασις , ἡ ἐπιπόλαιος |
φυτείαν τῆς ἐλαίας , τοῦ δὲ καταγῆναι τοῦ φαλακροῦ τὸ κρανίον τὸν ἀετὸν ῥίψαντα τὴν χελώνην , ὅπως τὸ χελώνιον | ||
τῇ παχείᾳ τὸ περικείμενον ἔξωθεν ὀστοῦν , ὃ δὴ καὶ κρανίον ὀνομάζουσι , καθάπερ τι κράνος ἐπίκειται : τὴν μήνιγγα |
δὲ νεῦρον ἢ νευρῶδές τι διατέθλασται , ἐνταῦθα ἐγὼ καὶ πίττης ὑγρᾶς βραχὺ μιγνὺς οἶδα μετρίως λυσιτελὲς ἀποφήνας τὸ ἐπίπλασμα | ||
δὲ κεραμίσιν ἐπεστεγνοῦντο πρὸς τὸ ξύλον , ὑποτιθεμένων ὀθονίων μετὰ πίττης ὡς οὖν τὴν ἐκτὸς ἐπιφάνειαν ἐξειργάσατο , τὴν ἐντὸς |
δυναμένη αὐτὸ ἡ ΖΒ α θ λβ . ἐὰν οὖν λάβης τὸ ἀπὸ τῆς ΒΔ τετράγωνον , ὅπερ ἐστὶ τὸ | ||
ἁπτόμενα , ἐγκείμενα : γράφεται καὶ ὑφειμένα : ἐλεύθερα ὄντα λάβης , ἤτοι ἡπλωμένα ἐν πέτραις πελαγίαις . πετραίῃσι : |
γάλακτος οὐκέτι φαίνεται κάθαρσις , καθάπερ καὶ ἐπὶ τῶν παρηλικεστέρων συστελλομένης τῆς ὑστέρας καὶ οἱ μαστοὶ τρόπῳ τινὶ μαραίνονται καὶ | ||
ί , ἵν ' ἐκταθῇ ἡ παραλήγουσα , τῆς ληγούσης συστελλομένης . . ὙΠΕΡ ΣΑΚΕΩΝ ΠΝΕΙΟΝΤΕΣ . Πολεμικοί . Ὡς |
καλουμένην ϲιδηρίτην , ἥτιϲ παρὰ τὰϲ ὁδοὺϲ φύεται πανταχῇ , ἔχουϲαν πορφυρίζον τὸ ἄνθοϲ καὶ τὰ φύλλα τραχύτερα . ὠνόμαϲται | ||
τῆϲ ἀγγειολογίαϲ καὶ περὶ τῶν ἀνευρυϲμάτων ἐλέγομεν , βελόνην διπλοῦν ἔχουϲαν λίνον διείραντεϲ καὶ κόψαντεϲ τὴν ἀγκύλην τοῦ λίνου κατά |
καλοῦσιν . ὁ δὲ τόνος φιβάλεως προπαροξυτόνως ὡς κορώνεως , πελέκεως . Γ ἔστιν , ὥς φασι , καὶ γένος | ||
τέτυκται : ἐστίν κατεσκεύασται * στειλειῆς : στειλειὴ τρῆμα τοῦ πελέκεως , δι ' οὗ τὸ στειλειὸν ἐνερείδεται τὸ ἐν |
τοῦ ὀμφαλοῦ μετὰ τὴν τρίτην ἢ τὴν τετάρτην ἡμέραν , κογχύλης ὄστρακον κεκαυμένον ἐπίπασσε τῷ τόπῳ λεῖον ἢ ἀστράγαλον χοίρου | ||
ἀνάλειψις τοῦ ἐλαίου . Λαβὼν ἀμιάντου # ιγʹ , αἵματος κογχύλης # θʹ , ὠὰ χρυσοπτέρων ἱεράκων # εʹ , |
] . συμμέτρως οὖν κατακλινέσθω τὸ βρέφος , οἷον κατὰ προσκεφαλαίου πεπληρωμένου κναφάλλων , εἰ δὲ μή , χόρτου ἁπαλοῦ | ||
. ἀλλ ' οὐ δέομαι πανικτὸν ἔχων τὸν πρωκτὸν [ προσκεφαλαίου ] . Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται περὶ πασσαλόφιν |
δίδυμα : οἱ μὲν γὰρ αὐτῶν στεφάνοις μακροῖς καὶ ἐπαλλήλοις ποικίλλονται νῶτα μόνον καὶ τράχηλον ὡς ἔστιν ἰδεῖν ἔχουσιν : | ||
τῷ λογικῷ διακόσμῳ τὴν ἀκρότητα ἔλαχον , ὅμως ἐν ἑαυτοῖς ποικίλλονται καί εἰσιν ἄλλοι ἄλλων θειότεροι . μήνυμα δὲ τῆς |
πρώτην δὲ προηγουμένην αἰτίαν εἶναι καὶ τοῦ πλάνου καὶ τῆς ἕλικος τὴν κατὰ λοξοῦ τοῦ ζῳδιακοῦ κύκλου κίνησιν : καὶ | ||
βουλήσεσιν , ὥς φησι Διονύσιος . Σ . Ο : ἕλικος : Τὸ ἁπλοῦν ἀντὶ συνθέτου , ὡς καὶ Διονύσιός |
ἄφαλσις , καμπτομένων τῶν σκελῶν , ὥστε τὰς πτέρνας τῶν πυγῶν προσάπτεσθαι , ποτὲ μὲν ἐναλλὰξ τῶν σκελῶν ἀναλακτιζόντων , | ||
εἰ ᾠοτοκοῦσιν . ἐνταῦθα δὲ παίζει , οἷον τῶν γυναικείων πυγῶν ἅψομαι λέγων . σκιμαλίσω ] ἐξουθενίσω , χλευάσω , |
ἀπὸ μικρᾶς πράξεως τὸ ἦθος : ὁμοία , Ἐκ τοῦ κρασπέδου τὸ πᾶν ὕφασμα : Ἐκ γεύματος γινώσκεις : Τὸν | ||
τὸ αὐτὸ ἀεὶ συνέβαινε . καὶ οὕτω δὴ ἀπὸ τοῦ κρασπέδου θοἰμάτιον , εἰ δὲ βούλει , τὸν λέοντα ἀπὸ |
βρέγματος ἐπιτιθέναι χρὴ ἡλιοτροπίου τοῦ σκορπιούρου καλουμένου φύλλα , κολοκύνθης ξέσματα , σικύου πέπονος τὸ περικείμενον τῇ σαρκὶ δέρμα , | ||
στόμαχον κύστιν πληρώσας ὕδατος ψυχροῦ ἢ χιόνα ἐπίβαλλε ἢ κολοκύντης ξέσματα . Ἐκκαιομένοις δ ' ἄδιψον καταπότιον : σικύου ἡμέρου |
καὶ παντὶ τῷ κόσμῳ κατὰ τὸν Ἀλέξανδρον ἔσταλτο πλὴν τοῦ διαδήματος : καὶ τοῖς συγγινομένοις οἷος σὺν ἐπιεικείᾳ , καὶ | ||
πολλοὶ δὲ τῶν βασιλέων ἔνδοθεν αὐτὸ φοροῦσιν ἢ ἐντὸς τοῦ διαδήματος ὡς κεστόν , ἵνα μὴ ὑπό τινος ὁραθῇ . |
δίψει πιέζειν , ἐπεχομένην τε τὴν κοιλίαν κενοῦν μὴ δριμεῖ κλυστῆρι , ἵνα μὴ παροξύνῃ τὰς φλεγμονὰς , τροφὴν δὲ | ||
διαφορητικωτέρων τι προσλαμβάνουσιν . Κατ ' ἀρχὰς δεῖ κενοῦν , κλυστῆρι πρῶτον , εἶτα τῷ γάλακτι ἀπέφθῳ συμμέτρως καθαίρειν , |
ἐλαίῳ , ὡς προείρηται ἐν τοῖς βοηθήμασιν , ἢ ὄρνιν ἀνασχίσας , ἐπιτίθει τῷ δήγματι ἔνθερμον καὶ συνεχῶς ἄλλασε . | ||
φυλασσομένων , ὁ δὲ ἐπιτεχνᾶται τοιόνδε . Λαγὸν μηχανησάμενος καὶ ἀνασχίσας τούτου τὴν γαστέρα καὶ οὐδὲν ἀποτίλας , ὡς δὲ |
μαντικῇ καὶ μουσικῇ τὸν σοφώτερον , τὴν αὐτὴν καὶ περὶ τεκτονικῆς καὶ πασῶν βαναύσων τιθέμενοι ψῆφον , ῥητορικὴν δὲ ἐπαινοῦσι | ||
, αἱ δὲ ἠρέμα καὶ ἀκραδάντως κατ ' εἰκόνα τῆς τεκτονικῆς στάθμης . ἀνάπαλιν δὲ τῶν ἐμπνευστῶν αἱ μείζονες κοιλιώσεις |
λευκὸν ἐπρίω τῇ θεῷ εἰς τὰς τριόδους ; τῆς μυρηρᾶς ληκύθου πρὶν κατελάσαι τὴν σπαθίδα , γεύσασθαι μύρου φέρ ' | ||
χορεύων ληκύθιον ἀπώλεσεν . Οἴμοι πεπλήγμεθ ' αὖθις ὑπὸ τῆς ληκύθου . Ἀλλ ' οὐδὲν ἔσται πρᾶγμα : πρὸς γὰρ |
τίς οὖν ἡ αἰτία , παρ ' ἣν τὰ μὲν ἀποτμηθέντα ξηραίνεται , τὰ δὲ ἐπὶ τῶι δένδρει οὐ ξηραίνεται | ||
ξύλῳ τοῦ δένδρου ἀνάλογον τὴν λεγομένην εἶναι γῆν , καὶ ἀποτμηθέντα τὸν λίθον οὕτως ἔχειν , ὡς εἰ ἐκ τοῦ |
ἐρεῖ τις , ὅτι κοινὸν μέτρον ἁπασῶν ὁ χρόνος φορᾶς νεύσεως πτήσεως βαδίσεως αὐξήσεως ψύξεως καὶ τῶν τοιούτων : ἐν | ||
τρίχα τεμεῖν τὴν γωνίαν ἢ περιφέρειαν ἐξέθεντό τινες ἄνευ τῆς νεύσεως . ἔστω δὲ ἐπὶ περιφερείας ὁ λόγος : οὐδὲν |
γὰρ δείκνυται διὰ τοῦ αʹ τοῦ Ϛʹ στοιχείων , τετραγώνου ἀναγραφέντος ἀπὸ τῆς ΕΓ καὶ συμπληρωθέντος τοῦ ἐπὶ τῆς ΑΕ | ||
ἐπιπέδων . ἀπὸ γὰρ τῆς πλευρᾶς τοῦ τριγώνου τοῦ εἰκοσαέδρου ἀναγραφέντος πενταγώνου ἐπιζευχθείσης τῆς ὑπὸ δύο πλευρὰς ὑποτεινούσης τοῦ πενταγώνου |
ὅσον διήκει τὴν πρὸς ἀνατολὴν ἐπειγόμενον , τοσοῦτον τὰ ἐκ πλαγίου ἐφ ' ἑκατέρου μέρους ὑποκείμενα διαφεύγει τῆς γῆς . | ||
καὶ ὁ γνώμων τοῦ τρυπάνου εὐχερῶς ὑπὸ τοῦ κανόνος ἐρείδηται πλαγίου τῇ γῇ ἐπικειμένου ἀντερειδούσῃ . καὶ ἡ κλίσις τῶν |
τοῦ δὲ πτεροῦ τὸ σκληρὸν προεχέτω σμικρὸν ἔξω ἐκ τοῦ εἰρίου : ὅταν δὲ αἷμα φανῇ , ἀφελέσθω . Ἄλλο | ||
αἱμοῤῥοΐδας τὸν αὐτὸν τρόπον διώσεις τῇ βελόνῃ , ὡς παχύτατον εἰρίου οἰσυπηροῦ ῥάμμα καὶ ὡς μέγιστον ἀποδήσας , ἀσφαλεστέρη γὰρ |
ἐμπροσθίου ποδὸς λαμπρὸν αʹ , ἐπὶ ῥάχεως δʹ , ἐπὶ κέρκου αʹ , ὑπὸ τὴν κοιλίαν γʹ , ἐπὶ τοῦ | ||
ἄκρῳ ποδὶ αʹ , ἐπὶ δεξιοῦ ποδὸς αʹ , ἐπὶ κέρκου αʹ , τοὺς πάντας κʹ . Οὗτός ἐστιν ὁ |
τροχίσκοις πρὸς ἕρπητας . μίσυος ὠμοῦ ⋖ η , ἁλὸς ὀρυκτοῦ ⋖ α , κόμμεως ⋖ β . τρῖβε οἴνῳ | ||
, οὐ τοῦ ἐκ τῶν παγετῶν συνισταμένου , ἀλλὰ τοῦ ὀρυκτοῦ . Γεράνων μὲν οὖν πέρι τῶν πτηνῶν ἐν τοῖς |
, εἰς α τρέπεται , ὡς δερῶ ἔδαρον ἐδάρην , ἔπαρον ἐπάρην , ἔφθαρον ἐφθάρην , τὰ δὲ μὴ οὕτως | ||
ἰδοὺ ὑπεροχή . πάλιν ὁ τετράγωνος ἐξ ὑπεροχῆς δυάδος : ἔπαρον οὖν τῶν δ β , ἰδοὺ καταλείπονται β . |
Ταῦτα δὲ ἐπίδεσις κακὰ ποιέει . Ἴησις , ἀλήτῳ ξὺν μάννῃ , ἢ θείῳ ξὺν κηρωτῇ . Αὐτίκα ἀναπλάσεις , | ||
δὲ τὰ κλύσματα μὴ πλέονι κλύζειν . Καὶ σιδίοισι καὶ μάννῃ , ἐν οἴνῳ μέλανι αὐστηρῷ ἑψημένῳ , εἶτα ἀποχέας |
στήσωσι τρία ἐς ἄλληλα κεκλιμένα , περὶ ταῦτα πίλους εἰρινέους περιτείνουσι , συμφράξαντες δὲ ὡς μάλιστα λίθους ἐκ πυρὸς διαφανέας | ||
στερεὸν ὑπάρχειν . Λεύκιππος καὶ Δημόκριτος χιτῶνα κύκλῳ καὶ ὑμένα περιτείνουσι τῷ κόσμῳ . Ἐπίκουρος ἐνίων μὲν κόσμων ἀραιὸν τὸ |
. κράνους ] περικεφαλαίας . κράνους ] τοῦ κασσιδίου . χαίτωμα δὲ ταύτης εἴρηκε διὰ τὸ δίκην χαίτης ἐπικαμπῶς πως | ||
ἔχοντας ἀπὸ τῆς ἐν αὐτοῖς οὔσης ἱππούρεως , ἣν καὶ χαίτωμα καλεῖ , ἐπειδὴ καὶ κράνος εἶπε : χαίτη γὰρ |
χωρίζεται ταῦτα ; ὥστ ' εἴπερ ἀδύνατον ἐξ ἁφῶν ἢ στιγμῶν εἶναι τὰ μεγέθη , ἀνάγκη εἶναι σώματα ἀδιαίρετα καὶ | ||
καὶ ἐξ ὧν τὸ σῶμα μονάδες τῶν ψυχικῶν μονάδων καὶ στιγμῶν , ἑνοῦται δὲ ψυχὴ σώματι , ἀνάγκη καὶ ταύτας |
ὑστεραίῃ , εἰσῆλθον εἰς οἶκον , καὶ τῇ κοιλίῃ , βαλάνου προστεθείσης , οὐχ ὑπῆλθεν , οὔρησε δὲ σμικρὸν , | ||
εἰώθασιν , ὡς Θουκυδίδης πού φησι ” στυρακίῳ ἀκοντίου ἀντὶ βαλάνου χρησάμενος “ εἰς τὸν μοχλόν . ” Στρωτήρ : |
αὐτοῦ τοῦ πληγέντος δήπουθεν πρῶτον ἀέρος φερομένου μέχρι καὶ τοῦ ἀγγείου καὶ πάλιν αὐτοῦ τούτου ἀνακλωμένου μέχρι τοῦ πλήξαντος , | ||
καταστῇ , ὡς τὴν εὔροιαν ἐπακολουθῆσαι , τῆς διαιρέσεως τοῦ ἀγγείου κατ ' εὐθὺ γενομένης τῇ τοῦ δέρματος διαιρέσει . |
τῇ τοῦ πράγματος ποιότητι προσαρμόζειν τὰ προοίμια , οἷον ἵνα ἁρμόζῃ κατὰ παντὸς μέν , εἰ τύχοι , μοιχοῦ , | ||
ὀμφαλοῦ τρήσαντα μέσην , ἐν οἴνῳ χλιήναντα , ἥτις ἂν ἁρμόζῃ μάλιστα , καὶ μή τι κωλύῃ , προστίθει ὡς |
κτήματος , θεοσεβείας , διὰ τριῶν ἐνεχύρων ἢ συμβόλων , δακτυλίου , ὁρμίσκου , ῥάβδου , βεβαιότητα καὶ πίστιν , | ||
, καὶ ἀρτηρίας λαμπρύνει . ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς φλεγμονὴν δακτυλίου καὶ ῥαγάδας καὶ πᾶσαν ὀδύνην ἄκρως . τὸ δὲ |
ἴφιμος εἶναι , ἤγουν στεῤῥὸς χαλινὸς ἀπὸ τοῦ χαλᾶν τὴν ἶνα . Φορβειὰ δὲ τὸ καπίστριον τὸ τῇ φορβῇ τοῦ | ||
ὀξὺν ἔχων πέλεκυν αἰζήϊος ἀνὴρ κόψας ἐξόπιθεν κεράων βοὸς ἀγραύλοιο ἶνα τάμῃ διὰ πᾶσαν , ὃ δὲ προθορὼν ἐρίπῃσιν , |
μέν , ὅτι δεῖ πως εἶναι ἐκεῖνο τὸ γενόμενον καὶ ἀποσῴζειν πολλὰ αὐτοῦ καὶ εἶναι ὁμοιότητα πρὸς αὐτό , ὥσπερ | ||
, τῇ δὲ ποιότητι ἑτέρᾳ τῆς ποσότητος οὔσῃ τὸ ταὐτὸν ἀποσῴζειν δύναταιτί τοίνυν φήσουσιν οἱ τὴν ψυχὴν σῶμα εἶναι λέγοντες |
δὲ τὸ στῆθος ἵππειον ἕνα πάλιν ἀστέρα , ἐπὶ τῆς ῥάχης ἕτερον , εἰς τὴν κοιλίαν δύο , ἐπὶ τῆς | ||
δὲ τοῦ τραχήλου του ἄλλους δύο ἀστέρας , ἐπὶ τῆς ῥάχης ἄλλους τρεῖς , ἐπὶ τὸ στῆθος ἕναν , καὶ |
: ἔπειτα ἐς ἕνα τῶν ποδῶν , τὸν λελυμένον , ἐνθέντα αὐλὸν ἐκ χαλκείου , φῦσαν ἐσαναγκάζειν ἐς τὸν ἀσκόν | ||
αὐτίκα τις παρατύχῃ , εὐέμβολον . Χρὴ δὲ ὀθόνιον σκληρὸν ἐνθέντα πλάγιον ἐς τὴν καμπὴν τοῦ ἀγκῶνος , ἐξαπίνης ξυγκάμψαι |
ταύτῃ τοι καὶ δοκεῖ τὸ ζῷον ἐκ καμήλου τε καὶ παρδάλεως συνεστάναι . τὰ δ ' οὕτως ἐξ ἑτερογενῶν συνελθόντα | ||
ὁ γινόμενος καιομένου ψιμυθίου , φῦκος , στέαρ λέοντος καὶ παρδάλεως καὶ ὑαίνης πάνυ , καστόρειον , σηπέας ὄστρακον , |
τοῦ ἐκκρεμαμένου ἀπωθέοι ἂν τὴν κεφαλὴν τοῦ μηροῦ ἀπὸ τῆς κοτύλης . Τὴν μέντοι ξὺν τῷ ξύλῳ τῷ ὑποτεινομένῳ μόχλευσιν | ||
ἁλὸς ⋖ Ϛ . τὰ ξηρὰ τρίψας καὶ ἐπιχέας ἐλαίου κοτύλης ἥμισυ πάντα ὁμοῦ ἕψει , καὶ γενομένων ἐμπλαστῶν χρῶ |
ἡμέραν κοχλίου ὄϲτρακον κεκαυμένον ἐπιπάϲϲειν τῷ τόπῳ λεῖον ἢ ἀϲτράγαλον χοίρου κεκαυμένον ἢ μόλιβδον κεκαυμένον ἐπίχριε μετ ' οἴνου καὶ | ||
ἐλέφαντα ζωγραφοῦσι μετὰ χοίρου : ἐκεῖνος γάρ , ἀκούων φωνῆς χοίρου , φεύγει . Ἄνθρωπον ὀξὺν μὲν κατὰ τὴν κίνησιν |
μέση . κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ὑπὸ τῇ λαβδοειδεῖ ῥαφῇ τὴν παχεῖαν μήνιγγα θεάσῃ διπλουμένην τε ἅμα καὶ μέχρι | ||
μέντοι καὶ τὸ ῥαφὲν αὐτὸ μετρίωϲ προϲτέλλειν , ἄχριπερ ἀκριβῶϲ ῥαφῇ . τίϲ δ ' ἂν εἴη τρόποϲ ἐπιτήδειοϲ εἰϲ |
ἀντὶ τοῦ φθαρτικὸν θάνατον τῷ φοινικῷ κατασκευάσει δόρατι τῷ ἀπὸ ξύλου τμηθέντι φονευθεὶς ὁ Αἰτωλὸς ἤγουν ὁ Θερσίτης . πιθηκομόρφῳ | ||
, εὐδαιμονήσομεν . Τὸ δὲ „ καὶ ἔφαγες ἀπὸ τοῦ ξύλου οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν „ ἴσον |
πῆχυς ἢ κνήμη , πεπονθὸς ὑποπίπτοι , τρήσαντες τρυπάνῃ μέχρι σήραγγος , οὕτως τοῖς ἐκκοπεῦσιν ἀναβαλοῦμεν τὰ μέσα τῶν περιτρήσεων | ||
τὸ μὲν ἐλαφρὸν καὶ χαῦνον ἐμπλεκόμενον τοῖς ἀραιώμασιν ἀπὸ τῆς σήραγγος ἀναφέρει καὶ ἐκρίπτει , τὸ δὲ ἐμβριθὲς καὶ στίλβον |
τῆς ἀντιστροφῆς ἐλαμβάνομεν , τὴν κεφαλὴν τοῦ ζώου ἢ τοῦ κεφαλωτοῦ λέγοντες καὶ τοῦ πλοίου τὸ πηδάλιον καὶ τῆς ὄρνιθος | ||
ἐπὶ τῶν ἄλλων , οἷον ἡ κεφαλὴ οἰκειοτέρως ἂν ἀποδοθείη κεφαλωτοῦ ἢ ζώου ἀποδιδομένη : οὐ γὰρ ᾗ ζῶον , |
ὄντα τοῦ παντός , ὅθεν φέρουσιν αὐτοῦ καὶ τὴν ψυχὴν ἀρξαμένην διὰ παντὸς ἥκειν τοῦ σώματος τεταμένην ἀπὸ τῶν περάτων | ||
χρῶμα ξυλοειδές , πρὸς δὲ ταῖς γνάθοις ἀπὸ τοῦ στόματος ἀρξαμένην ἀντὶ πώγωνος μακρὰν σάρκα καὶ ἐρυθροτέραν τῶν ὀρνίθων . |
δὲ Μωγαίου ποταμοῦ ἐπὶ Πηλώδη κόλπον λεγόμενον στάδιοι υʹ . Παροικοῦσι δὲ τὸν κόλπον τοῦτον καὶ τοὺς περὶ αὐτὸν τόπους | ||
ξαʹ ∠ ʹʹ Ῥοβόγδιον ἄκρον ιϚʹ γʹʹ ξαʹ ∠ ʹʹ Παροικοῦσι δὲ τὴν πλευρὰν ἀπὸ μὲν δυσμῶν Οὐεννίκνιοι : εἶτα |
ἐξελκύϲωμεν ἄνω τὸν τύλον καὶ δῶμεν πλαγίαν διαίρεϲιν ἀπολύοντεϲ τὴν ἀγκύλην , φεύγοντεϲ δὲ τὴν διὰ βάθουϲ τῶν ϲωμάτων τομήν | ||
ἐὰν μὲν ἡ τοῦ βλεφάρου θρὶξ εἱρχθῇ , ἀναϲπῶμεν τὴν ἀγκύλην , ἐὰν δὲ ἐκπέϲῃ ἢ μία ἢ πλείουϲ , |
προσκυνοῦντες οὕτως ἀπίθανον κολοσσόν , ἡμισταδιαίαν γυναῖκα , γιγάντειόν τι μορμολύκειον . ἐγὼ δὲ ἐνενόουν μεταξὺ οἷοι ὄντες αὐτοὶ νέοις | ||
κωμικά . Γ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ ἀφ ' οὗ κωμῳδικὸν μορμολύκειον ἔγνων . Γ ἀλλ ' ἢ κατεγέλων Γ : |
ὢν πολλαπλάσιός ἐστιν ἁπλῶς , ὁ δὲ ι τοῦ δ διπλασιεφήμισυς ὢν ἐπιδιμερής ἐστιν αὐτοῦ , τὸ δὲ ἐπιδιμερὲς τοῦ | ||
τῇ μικτῇ σχέσει . ἐπεὶ γὰρ ἡμιόλιος ἡ γεννῶσα σχέσις διπλασιεφήμισυς ἡ γεννωμένη , ἐπεὶ δὲ ἐπίτριτος διπλασιεπίτριτος , καὶ |
νεφέλης ἀνὰ μέρος αʹ , λείωσον ἄχρις ἂν καταποθῇ ἡ ὑδράργυρος εἰς ὄξος : καὶ ξηράνας ἀνένεγκαι αἰθάλας ἄχρις ἂν | ||
. Τρίβε οὖν ταῦτα ἕως ὅτου νὰ μηδὲν φαίνεται ὁ ὑδράργυρος . Εἶτα εὑρὼν πινάκια δύο ὥστε στουμπόνεσθαι ἡρμοσμένα , |
ἐφ ' ἃ μὴ δεῖ χύσιν , διὰ δὲ τῆς νάρκης μετεώρου καὶ πεφυσημένου πράγματος , οἰήσεως , συστολή . | ||
δεσμωτήριον . ἡ νάρκη αὐτή . σημείωσαι περὶ τῆς θαλαττίας νάρκης . γιγνώσκεις τετράγωνον . σημείωσαι τὸν παρὰ τῷ Μένωνι |
τὸν μοχλὸν τῆς θύρας ἢ τὸ κόρηθρον ἢ καὶ τὸ ὕπερον περιβαλὼν ἱματίοις ἐπειπών τινα ἐπῳδὴν ἐποίει βαδίζειν , τοῖς | ||
τὴν ὑστεραίαν ἐκείνου τι κατὰ τὴν ἀγορὰν πραγματευομένου λαβὼν τὸ ὕπερον σχηματίσας ὁμοίως , ἐπειπὼν τὰς συλλαβάς , ἐκέλευσα ὑδροφορεῖν |
τῶν λεπτῶν , οὐ συμφύεται . Νεῦρον διακοπὲν , ἢ γνάθου τὸ λεπτὸν , ἢ ἀκροποσθίη , οὐ συμφύεται . | ||
Καρδίῃ , τῷ Μητροδώρου παιδὶ ἐξ ὀδόντος ὀδύνης σφακελισμὸς τῆς γνάθου , καὶ οὔλων ὑπερσάρκωσις : μετρίως ἐξεπύησεν : ἐξέπεσον |
ὀδύνη ἑλκώδης περὶ τὸν τόπον γίνεται , διατείνουσα καὶ μέχρι κλειδός . πολλοῖς μετὰ τοῦ τὴν κοιλίαν ἐκδιδόναι καὶ οὖρα | ||
ὧν ἑκατέρῳ τῶν ὀρθίων ἀνατείνεταί τις τένων πλατὺς ἄχρι τῆς κλειδός , ἔχων τι καὶ σαρκῶδες ἐνταῦθα : διὸ καὶ |
ἐγκαταλιπεῖν , καὶ ταῦτα ὡς σὺ φὴς ἐκ τῶν ὤτων ἀπηρτημένον . Ἐγὼ γὰρ ἐπειδὴ τάχιστα ἐξετάζων τὰ κατὰ τὸν | ||
κάλαμος τοῦ πυροῦ ἢ τῆς κριθῆς , καὶ τὸν στάχυν ἀπηρτημένον ἔχει τοῦ φύλλου μᾶλλον ὁ πυρός . Ἴδιον δὲ |
προσπεφυκότος τῇ σαρκὶ μέρους . τοῦτο δὲ συμπέφυκε τῷ τοῦ κόγχου στόματι χηλὰς ἔχον καὶ νομὴν εἰσφέρον . ὃ δή | ||
διήκει δ ' ἐκ τούτου ἡ σὰρξ μέχρι μέσου τοῦ κόγχου οἱονεὶ ῥίζα , παρ ' ἣν ἡ μαργαρῖτις γεννωμένη |
τοῦ ἀρνητικοῦ μορίου κατάφασιν ποιεῖ , τοῦτο δὲ ἀναιρεθέντος τοῦ ἀρνητικοῦ μορίου ὄνομα μὲν ποιεῖ κατάφασιν δὲ οὐ ποιεῖ , | ||
ὡς δύο λαμβάνεσθαι [ τὸ οὐχ ὑγιαίνει ] , τοῦ ἀρνητικοῦ μορίου τὸ διακεκρίσθαι τὸ κατηγορούμενον ἀπὸ τοῦ ὑποκειμένου ἐμφαίνοντος |
ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ἀναιδῶς ἔδειξε τὴν αἰδῶ αὐτοῦ . τοῦ δακτύλου ] τῆς πόσθης . καὶ γεγηρακότος δηλονότι πάλιν ὁ | ||
αὐτοὶ τῷ μέτρῳ : καὶ τὸ ηʹ γὰρ κῶλον ἀντὶ δακτύλου καὶ ἀναπαίστου προκελευσματικὸν ἔχει καὶ ἀνάπαιστον . ἐπὶ τῷ |
τοῦ στρατηλάτου νεῶν . † ταύτην τοιαύτην εἶπον , ὡς δηχθῇ λεώς , ὅσπερ τέτακται τήνδε κυρῶσαι δίκην . πατρὸς | ||
ῥίζαϲ γεντιανῆϲ ἀποθέϲθαι κεκομμέναϲ καὶ ϲεϲηϲμέναϲ . ὁπόταν δέ τιϲ δηχθῇ ὑπὸ λυϲϲῶντοϲ κυνόϲ , εἰϲ οἴνου ἀκράτου κυάθουϲ τρεῖϲ |
ἀντιπαρώδευεν , ὃ δὲ καὶ ὣς ἐνήδρευε , Νομάδας ἱππέας ὑπολιπών , οἳ τῶν στρατῶν ἀναστάντων τὸν Ἀνιῆνα ἐπέρασαν καὶ | ||
δεῖπνον εὐθὺς ἐς Μεσσήνην περιέπλει , μέρος ἐν ταῖς Μύλαις ὑπολιπών , ἵνα αὐτὸν ὁ Ἀγρίππας ἔτι παρεῖναι νομίζοι . |
γάλακτος αἰγείου τὸ πεντηκοστὸν μέρος τοῦ οἴνου βάλλουσι , καὶ καλύπτουσι τὸν οἶνον ἐπὶ ἡμέρας πέντε , καὶ μετὰ ταῦτα | ||
πάνοιζυς ἑστία , ἰὼ κατασκαφαὶ δόμων . ἀνήλιοι βροτοστυγεῖς δνόφοι καλύπτουσι δόμους δεσποτᾶν θανάτοισι . σέβας δ ' ἄμαχον ἀδάματον |
ἔαρι , ὅτε πολλὴ περὶ τὸ ϲπερμάτιόν ἐϲτι ῥητίνη . λαβόντεϲ γὰρ τοὺϲ κόκκουϲ ἐνθλῶϲιν ἐπ ' ὀλίγον καὶ ϲτήϲαντεϲ | ||
τῇ ὑπὸ τὸ ὀϲτέον ἐφαρμόϲαντεϲ ϲαρκὶ καὶ τὰϲ ἀρχὰϲ κάτω λαβόντεϲ δι ' αὐτοῦ τοῦ τελαμῶνοϲ τὴν ϲάρκα κάτω κελεύϲομεν |
ὁ δὲ Ἀπίων „ φάλος ὁ λαμπρὸς καὶ λευκὸς τῆς περικεφαλαίας ἧλος „ . φηγός Ε . . . . | ||
ὡς ἑξάπηχυ : τῶν δὲ στελεχῶν πάχος τῶν γερανδρύων ὅσον περικεφαλαίας , φλοιὸς δὲ λεῖος λεπτὸς καπυρός : τὸ δὲ |
ῥεῦμα ἐκ τῆς κεφαλῆς : ἐπὶ ῥεύματι διάῤῥοια : ἐπὶ διαῤῥοίῃ σχέσις τῆς ἄνω καθάρσιος : ἐπὶ τῇ σχέσει θάνατος | ||
ψύχεσθαι ἐπαγόμενον . Ὅσα οὖν δεῖ ξηρῆναι ἢ ψῦξαι ἢ διαῤῥοίῃ ἐχόμενον ἢ ἄλλῃ τινὶ θερμασίῃ , ἡ τοιαύτη μᾶζα |
, ἵνα μὴ διολισθαίνῃ τὸ ἅμμα , ἢ τὸ βέλτιον χελωνίοις προσηλωμένοις , ὥστε δίχα ἐγκοπῆς ἑνωθῆναι τὸ ἔργον καὶ | ||
τὸ χελώνιον μεδίμνας χωρεῖν πέντε . ὁ Ἀγαθαρχίδης δὲ τοῖς χελωνίοις χρῆσθαι † πλήοις † ὡς ὀροφώμασι τῶν καλυβῶν . |
ϲύμπαν ὡϲ πρὸϲ φλεγμονὴν τῶν νευρωδῶν , καὶ μάλιϲτα τῶν μηνίγγων , ἁρμοϲόμεθα : εἰ δὲ καὶ τραῦμα γεγονὸϲ εἴη | ||
δέρματος , νεύρων , ἀρτηριῶν , φλεβῶν , ὑμένων , μηνίγγων . καὶ ἔστι τὰ μὲν ὀστᾶ στήριγγες τοῦ σώματος |
κύν ' Ὠρίωνος ἐπίκλησιν καλέουσιν , ” ἐπὶ δὲ τοῦ θαλασσίου “ δελφῖνάς τε κύνας καὶ εἴ ποθι μεῖζον ἕλῃσι | ||
ἐμβαλών ἁλὸς δὲ ἔμπλεα κύμβην : ἀντὶ τοῦ πεπληρωμένον τοῦ θαλασσίου [ κύματος ] ὕδατος τὸ τρυβλίον . μετ ' |
σώφρων . Φριμάξασθαι . φρυάξασθαι , φυσῆσαι . Φορμός . πλέγμα , ὁ κόφινος . Φυλάξαντες . ἐπιτηρήσαντες . Φερέγγυος | ||
μικρὸν ἡ πυτίνη . . ὄρνεον μικρόν . πυτίνη δὲ πλέγμα ἐστίν . . εἶτ ' ἐξ οὐδενὸς μεγάλα πράττει |
θυμὸς ἀνώγει πῆξαι ἀνὰ σκολόπεσσι , ταμόνθ ' ἁπαλῆς ἀπὸ δειρῆς . ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι Ζηνόδοτος γράφει Ἴλιον αἰπὺ | ||
ἐκποιήσι , ἀπιεμένου αὐτοῦ τὴν γονὴν ἡ θήλεα ἅπτεται τῆς δειρῆς καὶ ἐμφῦσα οὐκ ἀνιεῖ πρὶν ἂν διαφάγῃ . Ὁ |
ὅπερ ἔδει δεῖξαι . Ἐὰν χωρίον περιέχηται ὑπὸ ῥητῆς καὶ ἀποτομῆς πέμπτης , ἡ τὸ χωρίον δυναμένη [ ἡ ] | ||
ἐστι καὶ μέσης ἀποτομὴ δευτέρα , καὶ τὸ ἀπὸ μέσης ἀποτομῆς δευτέρας παρὰ ῥητὴν παραβαλλόμενον πλάτος ποιεῖ ἀποτομήν : ὅπερ |
ἐπὶ μὲν οὖν τῶν ὑστερικῶν πνιγμῶν καὶ προπτώσεως καὶ ἀποστροφῶν ὑποθυμιᾶν σμύρναν ἢ λιβανωτὸν ἢ βδέλλιον , εἰ μὲν οὖν | ||
τὰ ἐντοϲθίδια καὶ ξηραίνοντα ἀποτίθεϲθαι , μὴ παρόντων δὲ τούτων ὑποθυμιᾶν τὴν ϲάρκα ξηρὰν ἢ τὸ δέρμα . πολλῶν δὲ |
ἀκρεμόσιν : αἰεὶ δὲ πλείων καὶ βελτίων ἡ εἰς τὸ στέλεχος συρρέουσα τῆς εἰς τοὺς ἀκρεμόνας . Διαφέρουσι δὲ καὶ | ||
μὲν κρανείᾳ : ὁ μὲν Ἴδας κρανείῳ δόρατι τὸ κοῖλον στέλεχος τῆς δρυὸς οὐτάσας τῶν διπτύχων ἤτοι τῶν Διοσκούρωνδίδυμοι * |
ποταμούς , τῆς δὲ Εὐρώπης περὶ τὸν Στρυμόνα , καὶ σιλούρῳ μὲν τὸ εἶδος ὅμοιός ἐστι . πέφυκε δὲ φιλοτεκνότατος | ||
. Βλακὸς ἀχρηστότερος : εἴρηται ἀπὸ ἰχθύος τινός , ὁμοίου σιλούρῳ , ἀχρήστου δὲ οὕτως , ὡς μηδὲ κύνα αὐτῷ |
πλευρὰς καὶ βραχίονος ἐπεγκύκλιοι πάλιν ἐπὶ μασχάλην ἀπαθῆ : ἀπὸ μασχάλης λοξαὶ ἐπὶ ἀκρώμιον πεπονθός : ἀπὸ ἀκρωμίου ὄρθιοι παρὰ | ||
: εἶτα λοξὴ κατὰ στέρνου ὑπὸ μασχάλην ἀπαθῆ , ἀπὸ μασχάλης λοξὴ κατὰ νώτου ἐπὶ κλεῖδα , ὡς μέρη τινὰ |
τὴν σύριγγα μελικράτῳ ἢ οἰνομέλιτι , ἐνίεμεν τὸ φάρμακον καὶ σκεπάσαντες ἐμπλάστρῳ ἐπιδεσμοῦμεν : ἀνακαθαίρει γὰρ ἐνιεμένη καὶ σαρκοῖ καὶ | ||
ἕλοντο : προέκρινον . Παρήπαφεν : ἠπάτησεν . Σκιάσαντες : σκεπάσαντες . πτόρθοισι : κλάδοις . μυρίνης : μυρίκης . |
ἢ ἄρτου . Τοὺς δὲ τὴν ἐπιφάνειαν καυσουμένους ὠφελεῖ , κολοκύνθης ξεσμάτων ὁ χυλὸς μετὰ ῥοδίνου ἢ ὄμφακος χυλὸς ὁμοίως | ||
πυρετόν . ] Πέπονος ἡμέρου ὁ χυλὸς συγχριόμενος , ἢ κολοκύνθης ξυσμάτων ὁ χυλὸς συγχριόμενος καὶ ῥόδα μετ ' ἐλαίου |
λεγόντων μένειν αὐτὴν ἀνεχομένην ὑπὸ τοῦ ὑποκειμένου ἀέρος , ὃν ἐπιπωματίζει πλατεῖα οὖσα καὶ τυμπανοειδὴς ἡ γῆ καὶ οὐ συγχωρεῖ | ||
μέρος ἐστὶ τὸ ὕπερθεν : συμπέφυκε τῷ οἰσοφάγῳ : ἥτις ἐπιπωματίζει τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν διερχομένων τῶν σιτίων . ἀρτηρία δὲ |