. μὴ πολυτελῶς , ἀλλὰ καθαρείως : δασύποδα , ἐὰν περιτύχῃς , ἀγόρασον καὶ νηττία ὁπόσα σὺ βούλει καὶ κίχλας
. μὴ πολυτελῶς , ἀλλὰ καθαρείως , δασύποδα , ἐὰν περιτύχῃς , ἀγόρασον καὶ νηττία , ὁπόσα σὺ βούλει ,
5191651 καθαρειως
φαγοῦσα πρώην σῦκα τῆς μεσημβρίας . Μὴ πολυτελῶς , ἀλλὰ καθαρείως ὅ τι ἂν ᾖ , ὁσίας ἕνεκα , σηπίδι
ἐστι . φράζε δή ποτε . μὴ πολυτελῶς , ἀλλὰ καθαρείως ὅ τι ἂν ᾖ , ὁσίας ἕνεκ ' ,
4945954 δασυποδα
τῆς Μανίας ἄριστα παιζούσης σφόδρα ἀνισταμένης τε πολλάκις , εἰς δασύποδα αὐτὴν ἐπικροῦσαι βουλόμενος πρὸς τῶν θεῶν , μειράκια ,
κυκᾷς , πρὶν τοὺς ἰχθύας ἕλῃς ; Πρότερον χελώνη παραδραμεῖται δασύποδα : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Προβάτων οὐδὲν ὄφελος ,
4781017 ἰχθυδιων
. κατὰ δὲ ἰδιοσυγκρισίας διαφέρομεν ὡς ἐνίους κρέα βόεια πετραίων ἰχθυδίων ῥᾷον πέττειν καὶ ὑπὸ Λεσβίου οἰναρίου εἰς χολέραν περιτρέπεσθαι
καὶ τευθίδια καὶ καρκίνια . ΕΨΗΤΟΣ . ἐπὶ τῶν λεπτῶν ἰχθυδίων . Ἀριστοφάνης ἐν Ἀναγύρῳ : οὐχ ἑψητῶν λοπάς ἐστιν
4739197 κατεαγεν
σὺ δέ μοι τῶν ἐρετμῶν δύο πέμψον , ἐπειδὴ τἀμὰ κατέαγεν . ἀντίδοσις γὰρ [ ἡ ] παρὰ φίλων εἰς
περιερχομένη . ἀντὶ τοῦ εἰς τίνα τὸν νοῦν ἐχούσης σου κατέαγεν ἡ χύτρα . ὡς διὰ τὸ ἐρᾶν μὴ προσεχουσῶν
4738215 ἀνακρινειν
διὰ τὸ συγγενὲς καὶ τικτόμενον τὸ παιδίον ἰδούσας ἐπεδείκνυντο καὶ ἀνακρίνειν ἠξίουν . ὃ δὲ πάντων τεκμήριον ἦν περιφανέστατον ἔκ
καὶ τιμωρεῖσθαι παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , ἀλλὰ τὸ χωρὶς πληγῶν ἀνακρίνειν καὶ δοκιμάζειν καὶ ἐλέγχειν τἀληθὲς διὰ λόγων . βάσανος
4570913 δαπανωντων
μόχθους ἄλλων κατέδονται : ἐπὶ τῶν ἀργῶν καὶ τὰ ἀλλότρια δαπανώντων . Κιλίκιοι τράγοι : ἐπὶ τῶν δασυτάτων καὶ θρασυτάτων
ἔστι πάλιν λαβεῖν , ὡς παρὰ τῶν σωφρόνων , ὧδε δαπανώντων . Ἕως ἂν φοβῇ τὸν τρίβωνα καὶ τὴν πήραν
4517255 ἡδιστα
ἐς τὴν δίαιταν , ὑποδήματα ἄριστα Λακωνικὰ καὶ ἱμάτια φορεῖν ἥδιστα καὶ χρησιμώτατα : κώθων Λακωνικός , ἔκπωμα ἐπιτηδειότατον εἰς
, οἶδα ἔγωγε καὶ σφάττειν καὶ δέρειν καὶ κατακόπτειν , ἥδιστα δὲ τῶν σπλάγχνων αὐτῶν καὶ τῆς καρδίας ἅπτομαι .
4513329 προσφερῃ
ὑγραίνειν , ξηραίνῃ , ἢ ἃ παχύνειν δέοι , μὴ προσφέρῃ ἀφ ' ὧν δεῖ παχύνειν , ἢ ἃ δεῖ
, σὺ μὲν ὡς φάσκοντος ἐμοῦ εἰδέναι περὶ ὧν ἐρωτῶ προσφέρῃ πρός με , καὶ ἐὰν δὴ βούλωμαι , ὁμολογήσοντός
4497519 γευσω
τὰ κατὰ τὴν τέχνην . οὐδὲν Διοδώρου διαφέρω τἀσπενδίου . γεύσω δ ' , ἐὰν βούλῃ , σὲ τῶν εὑρημένων
κατὰ τὴν τέχνην , οὐθὲν Διοδώρου διαφέροντ ' Ἀσπενδίου . γεύσω δ ' , ἐὰν βούλῃ , σὲ τῶν εὑρημένων
4481476 κατεδηδοκως
καὶ ἀτάραχος , ἐὰν δὲ ἡ Ἀφροδίτη ἔσται τρώκτης καὶ κατεδηδοκὼς μὲν τὰ οἰκεῖα , ζητῶν δὲ καταφαγεῖν καὶ τὰ
γονέας , ἄτιμος ἔστω : ἀλλὰ καὶ ὁ τὰ πατρῷα κατεδηδοκὼς ὁμοίως . καὶ ὁ ἀργὸς ὑπεύθυνος ἔστω παντὶ τῷ
4473358 λαχανα
τὰ μὲν δένδρα , τὰ δὲ θάμνοι , τὰ δὲ λάχανα , τὰ δὲ πόα . καὶ γένη δὲ ἀρετῶν
δὴ κάρδαμον καὶ κίχορον , ἄγρια δέ γε ταῦτα τυγχάνει λάχανα , ἔτι μὴν καὶ τὸ λεγόμενον κάρυον περσικόν ,
4458554 ἀνεφθα
αὐτῷ παχεῖϲ χυμούϲ , καὶ δίϲεφθα μὲν ὀλιγότροφά ἐϲτιν , ἄνεφθα δὲ οὐδ ' ὅλωϲ τρέφουϲιν . τό γε μὴν
μηδενός τινος ἐμποδὼν τυγχάνοντος , ὥστε καὶ συμβαίη ἂν ἐντεῦθεν ἄνεφθα τελεῖν τὰ ὄψα ἔτι τὰ ἐν ὑπαίθρῳ οὕτω καύσωνι
4426676 διοικουντων
κακῶς φησι πεπονθέναι ὁ σὸς στρατιώτης παρὰ τῶν τὰ τοῦδε διοικούντων , οἱ δὲ ἀρνοῦνται καὶ καταδύντες που τρέμουσιν ,
τῶν λύσεως χάριν ῥίγους ἢ πυρετῶν ἢ ἐμπνευματουμένων ἢ κακῶς διοικούντων τὴν τροφὴν ὁριστέον κατὰ μὲν τὰς ἀρχὰς τῇ τῶν
4370299 ὀψων
παρασκευὴν θύλακος σάγη ὠνόμασται . καὶ σπυρίδα δὲ ὀψωνιοδόκον πλεκτὴν ὄψων σχοῖνον ἐν Ἀμφιάρεῳ Ἀριστοφάνης ἔφη : ἐν δὲ Ἀχαρνεῦσι
καὶ ἄρτων . τέτλαθι δὴ πενίη καὶ ἀνάσχεο μωρολογούντων : ὄψων γὰρ πλῆθός σε δαμᾷ καὶ λιμὸς ἀτερπής . οὓς
4365834 κιχλας
. . κονιορτὸν ἐκτυφλοῦντα . αὑτὸς δ ' ἀνὴρ πωλεῖ κίχλας , ἀπίους , σχαδόνας , ἐλάας , πυόν ,
μετιοῦσι τὴν νύμφην λέγεις παρέχειν , ἄμητας καὶ λαγῷα καὶ κίχλας . τούτοισι χαίρω , τοῖς δὲ κεκαρυκευμένοις ὄψοισι καὶ
4360065 αἰτῃς
λόγων οὕτως ἔχειν . τῶν δὲ ἐμῶν ὅ τι ἂν αἰτῇς πέμψομεν τοῦ μὴ λυπεῖν . ἄλλως δὲ οὐ πέμψομεν
ἀλλάξαι τι δυνάμενος τῶν ἐπικεκλωσμένων , ὀλίγον αἰτεῖς ὁπόσον ἂν αἰτῇς , εἰ δὲ ὡς δέδοκται τῷ θεῷ πάντα ἔσται
4347840 προσφερειν
ποιέειν , οὔτε ἀκμαζόντων τῶν νουσημάτων καὶ ἐν φλεγμασίῃ ἐόντων προσφέρειν , οὔτε ἐξαπίνης οἷόν τε ὅλῳ τῷ πρήγματι μεταβάλλειν
τὸ ἰσχίον ἔωσιν ἀπεστραμμέναι . Ὅταν ὧδε ἔχῃ , μηδὲν προσφέρειν δεινόν : ἢν γὰρ ἐξελκώσῃς τὸ στόμα , ἐπὴν
4319767 βουλει
ἑξῆς τετράδες , ἔπειτα πεντάδες , καὶ τοῦτο μέχρις οὗ βούλει : οὕτω γὰρ τῆς τούτων ἐκθέσεως θείῳ τινὶ καὶ
μισθοῦ τοῖς Ἕλλησι διηκονοῦντο ἄνθρωποι βάναυσοι καὶ δημόσιοι . Ἀλλὰ βούλει γνῶναι τὴν παρὰ φιλοσοφίας συντέλειαν ; νόμον ἔμψυχον εἶναί
4315980 ἑψηματα
. Διοκλῆς ὁ Καρύστιος ἐν αʹ Ὑγιεινῶν φησιν : ἄγρια ἑψήματα τεῦτλον , μαλάχη , λάπαθον , ἀκαλήφη , ἀνδράφαξυς
τὰ παιδία μετά τινος εὐχερείας ἀδαπάνου καὶ παντελῶς ἀπίστου : ἑψήματα γὰρ αὐτοῖς χορηγοῦσιν ἔκ τινος εὐτελείας ἑτοίμης γινόμενα ,
4299887 τρεφοντα
οὐχὶ σείειν , ἀλλ ' ἀποσείειν αὐτόθεν . τὰ κακῶς τρέφοντα χωρί ' ἀνδρείους ποιεῖ . ᾤμην , εἰ τὸ
ἄνθρωπον οὖν συλλαβὼν ἐπιεικῆ γέροντα γυναικί τε συνοικοῦντα καὶ παιδία τρέφοντα καὶ πυροὺς καθ ' ἡμέραν οὐκ ὀλίγους εἰς ἄρτον
4273869 πιοτερα
μαστοῖς ἐφονεύετο : τούτων δὲ καὶ τὰ ὑπὸ τοῦ γάλακτος πιότερα ἀποκτείνοντες ἔπινόν τε οἱ Γαλάται τοῦ αἵματος καὶ ἥπτοντο
δευτερείων πρεσβύτερα καὶ πρῶτα , ἀντὶ δὲ ἠσθενηκότων ἐρρωμένα καὶ πιότερα : ” ἀπὸ γὰρ τῶν πρωτοτόκων τῶν προβάτων αὐτοῦ
4268918 ὀψον
. καὶ χιόνα μὲν πίνειν παρασκευάζομεν , τὸ δ ' ὄψον ἂν μὴ θερμὸν ᾖ , διασύρομεν . καὶ τὸν
, ἐξ οὗ παιδίον αὐτῷ γεννᾷ , τρεῖς χαλκοῦς εἰς ὄψον δίδωσι καὶ τῷ ψυχρῷ λούεσθαι ἀναγκάζει τῇ τοῦ Ποσειδῶνος
4261056 ὀρχηστυς
ὡς ὁ καλὸς Ὅμηρος ἀπέφηνε : μολπή γάρ πού φησιν ὀρχηστύς τε , τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός .
μαστοῦ τε δραγμὸς καὶ † παρεσκευασμένου † ψαῦσαι χεροῖν λειμῶνος ὀρχηστύς θ ' ἅμα κακῶν τε λῆστις . εἶτ '
4258156 ὀψα
εἰς τὴν οἰκίαν λανθάνων φοιτῴη , ὥσπερ ἀτεχνῶς σῖτα καὶ ὄψα καὶ ποτὰ παρεσκευασμένη , ἃ ἑνὶ μόνῳ καὶ δυοῖν
, πλὴν τὰ σιτία μὴ πολλὰ ἅμα , καὶ τὰ ὄψα μὴ πλέονα ἢ τὰ σιτία , καὶ τῷ οἴνῳ
4253839 ὑγραινοντα
γίνεται τὸ σῶμα , τὰ πυκνοῦντα δηλονότι καὶ θερμαίνοντα καὶ ὑγραίνοντα καὶ ῥωννύντα δεῖ προσάγεσθαι . τινὲς δὲ σπέρμα πολὺ
σῶμα διδόντα , ἀντίσπασιν ποιέεται ἐς τὴν κοιλίην , καὶ ὑγραίνοντα διαχωρέει . Ὁκόσα δὲ διαθερμαίνοντα ξηραίνει ἢ σῖτα ἢ
4252125 δελφακια
ἥμισυ : τὸν δὲ ὗν καὶ τὸν ἔλαφον καὶ τὰ δελφάκια μεταξὺ ὀπτώμενα τὸ ὅμοιον ποιεῖν , ὅπερ Ὅμηρος περὶ
εἴ που κλίβανος ἦν , πολὺ δέλφαξ σιτευτὸς ἔγρυξεν . δελφάκια δὲ Αἰσχίνης εἴρηκεν ἐν Ἀλκιβιάδῃ οὕτως : ὥσπερ αἱ
4251979 πεισθῃς
σαυτοῦ λέγοντος 〚 μὴ 〛 ἀκούσῃς , ἄλλου λέγοντος μὴ πεισθῇς : πῶς οὖν ἐφεκτικὸν τὸ τοιοῦτον λογισόμεθα ; Ἐπειδὴ
ψυχὴ καθαίρεται λόγῳ θεοῦ ὑπὸ σοφοῦ . ἀναίσθητον οὐσίαν μὴ πεισθῇς εἶναί ποτε θεοῦ . ὁ θεὸς καθὸ νοῦς ἐστιν
4251303 ἀναλυθηναι
δὲ διάπυροι , ὥστε τὸ ὀρρῶδες τοῦ γάλακτος διὰ τούτων ἀναλυθῆναι . τοῖς δὲ μὴ θέλουσι λαμβάνειν καθ ' ἑαυτὸ
, ὑγραίνειν τε αὐτοὺς καὶ ἀναλύειν καὶ μὴ ἐᾶν χρονίζειν ἀναλυθῆναι φθάσαντας , ἀλλὰ θέλειν εὐθὺς ὁρμᾶν ἐπὶ κάθαρσιν .
4250290 εὐπεπτα
οὐρητικός : τὰ δὲ πρὸς τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ γλίσχρα , εὔπεπτα , τὰ δὲ σαρκώδη δύσπεπτα , βαρύτερα : ἁπαλώτερον
οὐρητικός . τὰ δὲ πρὸς τῇ κεφαλῇ αὐτοῦ , γλίσχρα εὔπεπτα , τὰ δὲ σαρκώδη δύσπεπτα , βαρύτερα : ἁπαλώτερον
4240689 πετραιων
ἥ γε μὴν σὰρξ τῶν κωβιῶν ὥσπερ σκληροτέρα τῆς τῶν πετραίων ἐστίν , οὕτω μαλακωτέρα τῆς τῶν τριγλῶν : ἀνάλογον
ἀτταγήνων τε καὶ τῶν μικρῶν ϲτρουθίων ἁπάντων , ἔτι τε πετραίων ἰχθύων αἰγιαλείων τε καὶ πελαγίων , κωβιῶν τε καὶ
4239957 συνες
τε πελωριάδες τε μύες τε , γλίσχραι τ ' ἀλλὰ σύνες τε καὶ αὐτῆς φωλεὰ πίνης . καὶ Ἀρχέστρατος δ
] τοῖς στόμασι πνυθείης : ἀντὶ τοῦ πνῦθι , ἤγουν σύνες , γνῶθι : εὐκτικὸν ἀντὶ τοῦ προστακτικοῦ , ἄκουε
4222768 ἐνδεεστερον
χρήματα αἰτεῖσθαι , μὰ τοὺς θεούς , ἀλλ ' ἐμαυτὸν ἐνδεέστερον εὑρίσκω ἢ δεῖ χρηστότητι παιδὸς ὑπηρετεῖν . εἴη μέντοι
τοιούτους . . . αἰνίττεται , οὐδ ' ἐκείνων τοσοῦτον ἐνδεέστερον ἐχόντων πρὸς τοὺς λόγους . . . . :
4176808 ἐσθιε
καὶ ἀφετῆρος τῆς μολόχης ὡρμημένος . οὐ μόνον οὖν μὴ ἔσθιε μηδὲ ἀφάνιζε τὰς τοιαύτας παρατηρήσεις , ἀλλὰ καὶ αὖξε
νῷν . Τί δὲ δὴ ' γώ ; Τὴν Σίβυλλαν ἔσθιε . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ταῦτα κατέδεσθον μόνω ,
4175750 πυρεττοιεν
πυρέττοιεν . Καλῶς προσέθηκε τὸν προσδιορισμόν . εἰ γὰρ μὴ πυρέττοιεν , οὐ παντάπασιν αὐτοὺς εἴρξομεν λούσασθαι , ἀλλ '
τροφῆϲ δὲ αὐτοὺϲ καὶ οἴνου καὶ λουτρῶν παντάπαϲιν εἴργειν εἰ πυρέττοιεν , διδόναι δὲ ποτὸν ὀξύμελι . Περὶ τῶν διά
4165594 κροκοδειλων
. Ἱκανῶν δὲ καὶ ἄλλων ὑπαρχόντων σημείων ἐν τῇ τῶν κροκοδείλων φύσει , αὐτάρκη τὰ δόξαντα ἐν τῷ πρώτῳ συγγράμματι
εἶδος τῆς ἴβιδος καὶ τῶν ἵππων τῶν ποταμίων καὶ τῶν κροκοδείλων τῶν Αἰγυπτίων . πραγμάτων δὲ οἷον [ φράσις ]
4161410 εἰπῃς
κακότητας φαρμακίδων ἀλόχων καὶ βάσκανα φῦλ ' ἀνθρώπων . ἢν εἴπῃς παρ ' ὅτῳ κεῖται , δώσω σοι χρυσέους δέκα
οἴεται , οἰκεῖα λογιζόμενος τὰ πάθη . εἰ δὲ ἐπίσταται εἴπῃς , συντάξεις πρὸς τὸ ὅστις ἔμπορος κυρεῖ : ἔστι
4158616 ἑστιωμενων
διαλύεται τὸ συμπόσιον διὰ μέθην : καὶ γὰρ μεθυόντων τῶν ἑστιωμένων εὐλόγως διαλύεται τὸ συμπόσιον . οὕτως οὖν εὐλόγως τις
ἐπανηγύριζον , διαφερόντως δ ' οἱ περὶ τὰ βασίλεια . ἑστιωμένων οὖν τῶν ἐν τέλει καὶ τῆς θεραπείας εὐωχουμένης ὥσπερ
4157799 παιδαριων
ἔχομεν ἀρρενικὰ σωμάτια , ἀλλὰ τὰ πλείονα ὑπὸ τῶν ἐμῶν παιδαρίων ὑπηρέτησαι . εὐκαίρως σωμάτια κηρύσσονται : παρελθὼν εἰς διακονίαν
ὁ γέρων , καὶ ὁ Ἀγαμέμνων τὸν γέροντα : ὡςπερεὶ παιδαρίων ἐν διδασκαλείῳ ἐπιδεικνυμένων καὶ παραμυθίαν τοῦ διδασκάλου ἀπονέμοντος ,
4151745 θεατρικα
ἡ ἐν πολέμῳ σάλπιγξ τὴν ψυχὴν διεγείρουσα , καὶ τὰ θεατρικὰ δὲ ὄργανα δηλοῦσι τὴν ψυχὴν χαλῶντα διὰ τὸ ποιεῖν
ἀντηλλαγμένη δικαίωσις περιφράσεως ποιητικῆς ἐστιν οἰκειοτέρα . οἷς ἐπιτίθησι τὰ θεατρικὰ σχήματα ταυτί : τόλμα μὲν γὰρ ἀλόγιστος ἀνδρία φιλέταιρος
4150038 λυσιτελεστατα
αὐτὰ δίδοθι μετ ' οἴνου : καὶ γὰρ πινόμενα τυγχάνει λυσιτελέστατα πρὸς ὑγεῖαν . Ἀλλὰ μὴν καὶ ἡ τῶν κλημάτων
μοναρχίας τὰ ἄριστα καὶ κάλλιστα καὶ λέγῃς τὰ πρέποντα καὶ λυσιτελέστατα σαυτῷ τε καὶ τοῖς ἀκουσομένοις . Αἱ μὲν οὖν
4148203 σεμνα
αὐλητὰς κυκλίους καὶ κιθαρῳδίαν , ἐναγώνια ταῦτα καὶ διὰ τοῦτο σεμνὰ προσειπών , φέρε νῦν ἀντεξετάσωμεν τῇ ὀρχήσει ἕκαστον αὐτῶν
, εἰ δὲ περὶ τοὺς λόγους τοῦτο δράσετε , τὰ σεμνὰ ὑμῖν οἰχήσεται ; ἐγὼ μὲν οὐδ ' εἰ πάντας
4134799 νεωνητων
Πρὸς τὸ ἔθος τὸ παρ ' αὐτοῖς : τῶν γὰρ νεωνήτων δούλων τῶν πρώτως εἰσιόντων εἰς τὴν οἰκίαν , ἢ
: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Στεφάνου αʹ . ὅτι τῶν νεωνήτων οἱ δεσπόται τραγήματα κατέχεον Ἀριστοφάνης Πλούτῳ δηλοῖ : ὅτι
4128907 προσφεροιτο
, σκάζων συνεξώδευε τῷ βασιλεῖ . καὶ εἴ ποτε δριμὺ προσφέροιτο τῶν ἐδεσμάτων ὁ Φίλιππος , αὐτὸς συν - έστρεφε
Ὁ δὲ Ἀρμενιακὸς λίθος καλούμενος εἴτε πεπλυμένος εἴτε ἄπλυτος ὢν προσφέροιτο , κεράτια δʹ σταθμὸς , θαυμαστῶς πρὸς ἅπαν εἶδος
4124822 ἀρτον
υἱὸν ἐπαινῶ ἐγκρυφίην . τὸν δ ' εἰς ἀγορὴν ποιεύμενον ἄρτον αἱ κλειναὶ παρέχουσι βροτοῖς κάλλιστον Ἀθῆναι . ἐν δὲ
. γράφε “ τέμνεται ” πραγμάτων ] δυσχερειῶν ψαιστὸν ] ἄρτον ἐλαίῳ βεβρεγμένον . ἔστι δὲ πέμμα ἢ εἶδος πλακοῦντος
4113847 χρεεσθω
, χλιάσματα προστιθέντα πρὸς τὸ πονέον μάλιστα , καὶ ῥοφήματι χρεέσθω ἀλεύρῳ ἑφθῷ , μέλι παραχέας , καὶ τῇ ἄλλῃ
, μετὰ δὲ ταύτας τὰς ἡμέρας σιτίοισιν ὀλίγοισιν ὡς μάλιστα χρεέσθω , κρέασι σκυλακείοισιν ἢ ἀλεκτρυονείοισι θερμοῖσι : ἐζωμεῦσθαι δὲ
4110849 σκοροδα
τῶν λεγόντων ἀσύμφωνα καὶ ἀκατάλληλα . ὁμοία τῇ : Ἐγὼ σκόροδά σοι λέγω , σὺ δὲ κρόμμυ ' ἀποκρίνῃ .
σφοδρῷ γίνεται τὰ καύματα . ἐγὼ δὲ περιελθὼν τὰ ἀρώματα σκόροδά τε εὗρον ἐν αὐτοῖς πεφυκότα καὶ γηπαττάλους τινὰς ἀνορύξας
4108125 ἐδεσματων
, καὶ τοὺς συνδειπνοῦντας τῶν φίλων ἔχειν ἐπίτηδες διαμαρτάνοντας τῶν ἐδεσμάτων , ἵν ' ὑπ ' αὐτοῦ χειραγωγῶνται , καὶ
: γινέσθω δὲ αὐτῶν ὁ ζωμὸς μετά τινος τῶν λεπτυνόντων ἐδεσμάτων . καὶ ὀπτῶν δὲ , μάλιστα εἰ ἡδέως ἔχοιεν
4105821 ἐπιλεγεσθαι
. ” ἀτὰρ οὖν καὶ ἡμᾶς δεῖ φιλίαν σπενδομένους τοιούτους ἐπιλέγεσθαι συμμάχους , οἳ ἐν κινδύνοις παρεῖναι ἡμῖν δύνανται .
εἰς φυλακὴν τοῦ βάνδου ἐπὶ καιρῷ πολέμου . Χρὴ καντάτορα ἐπιλέγεσθαι ἐπιτήδειον . Χρὴ τουλδοφύλακα ἐκ τῶν παλαιωτέρων καὶ τεταγμένων
4104870 ἐσθιοντων
σάρκα κατεδηδεσμένην , περὶ δὲ τὰ σπλάγχνα τοιούτων θηρίων ἑσμοὺς ἐσθιόντων καὶ προσπεφυκότων . οὕτως ὁ Μιθριδάτης ἑπτακαίδεκα ἡμέρας φθειρόμενος
ἀνειμένας ἐῶσιν , ὥστε τὰ στόματα αὐτῶν ἐπικαλύπτεσθαι . διόπερ ἐσθιόντων μὲν αὐτῶν ἐμπλέκονται ταῖς τροφαῖς , πινόντων δὲ καθαπερεὶ
4104576 παρατεθεντων
ἔσῃ ποτὲ ἄξιος τῶν θεῶν συμπότης . ἂν δὲ καὶ παρατεθέντων σοι μὴ λάβῃς , ἀλλ ' ὑπερίδῃς , τότε
ὁ μὲν οὖν Μενέλαος ἐκ τοῦ λουτρῶνος παραγενομένους παρακαλεῖ τῶν παρατεθέντων μεταλαμβάνειν , ἔπειτα προσεπιδίδωσι τῶν παρακειμένων αὐτῷ φιλανθρωπευόμενος .
4091949 κατανοει
ξυμβάλλεο : νόει , πρόσεχε , ἄκουε , σύνες , κατανόει , μάνθανε , ὅρα : ὁ Κρατῆς : ὅταν
ὁ κύριος θᾶττον τελευτήσει καὶ ὁ δραπέτης ἀναχθήσεται . ὁμοίως κατανόει καὶ τὸ μεσουράνημα , καὶ ἐὰν οἱ κακοποιοὶ ἐπ
4083276 σκευαζοντα
πολλά , καὶ τὰ μὲν διδόναι πιεῖν , τὰ δὲ σκευάζοντα προστιθέναι . τὰς δὲ μεμυκυίας ὑστέρας στομοῦν χρὴ προσκλύζοντας
, καὶ τὰ ἄλλα δὲ πάντα δι ' ἐλαίου πολλοῦ σκευάζοντα , μηδὲν αὐστηρὸν ἢ στῦφον ἔχοντα : μετὰ δὲ
4080913 Μοσχιωνα
τοὺς ἐν Κύπρῳ βασιλεῖς , εἰς δὲ Ῥόδον Ἰδομενέα καὶ Μοσχίωνα , Πτολεμαῖον δὲ τὸν ἀδελφιδοῦν μετὰ δυνάμεως εἰς Καππαδοκίαν
καὶ διηγήσαιτο , πᾶν ἐπαφροδισίας καὶ χάριτος ἦν μεστόν . Μοσχίωνα δὲ τὸν παράσιτον παραμασήτην Ἄλεξίς φησιν : ἀλλαχοῦ δ
4072657 θελεις
ἢ τῷ σημαινομένῳ . Δικαίως ταῦτα πάσχεις : μᾶλλον δὴ θέλεις ἀγαθὸς αὔριον γενέσθαι ἢ σήμερον εἶναι . Πράσσω τι
ἐσχάτη ῥίζα τοῦ ἠρυγγίου , ἤγουν ἡ κεφαλή , καὶ θέλεις αὐτὴν εὐλήπτως ἐπιτυχεῖν , ποίει οὕτως : λαβὼν σπέρμα
4072239 παραθω
, Σιμία , πάντων ποιήσω , θρῖον ἂν δείξω μόνον παραθῶ τε δεῖπνον ὄζον αὔρας Ἀττικῆς . ἐξ ἀντλίας ἥκοντα
ἀνήθου τε καὶ ζωμοῦ πίονος . Ἄλεξις : κάνδαυλον ἐὰν παραθῶ σοι , προσκατεδεῖ τοὺς δακτύλους . Νικόστρατος : ὃς
4069194 ποιεις
ὑπὸ γραὸς τρεφόμενον πλουσίας , Ὁ δεῖνα , παράδοξόν γε ποιεῖς πρᾶγμ ' ὅτι ἡ γραῦς ποιεῖ ς ' ἐν
τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ ' οὖν οὐκ εἰδώς γε ποιεῖς „ , ὡς ἱστορεῖ Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου
4067113 βουλοιο
ἂν διδάξαις : ἢν δὲ ὅταν μὲν ποιήσῃ ὡς ἂν βούλοιο , ἀντιχαρίσῃ τι αὐτῷ , ὅταν δὲ ἀπειθῇ ,
μηδὲν βλαβῆναι . προξενῶν μὲν γὰρ τυγχάνω τῶν Ἡρακλεωτῶν , βούλοιο δ ' ἄν , ὡς οἶμαι ἐγώ , ἐμὲ
4065979 πινε
' οὖν ἀκούσας καὶ μαθὼν ἐμοῦ πάρα εὔφραινε σαυτὸν , πίνε , τὸν καθ ' ἡμέραν βίον λογίζου σὸν ,
Ἀγχιάλην ἔδειμεν ἡμέρῃ μιῇ . σὺ δ ' ἔσθιε , πίνε , ὄχευε , ὡς τά γε ἄλλα οὐδὲ τούτου
4056466 δῳς
εἰς τὰς χεῖράς σου , μέχρις ἂν γνῷς , τίνι δῷς . Δευτέρα δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ
τὰ τῆς γλώσσης σημήϊα ἠπιώτερα γένηται , καὶ μήτε φάρμακον δῷς μήτε κλύσῃς ἐς κάθαρσιν , πρὶν αἱ κρίσιες παρέλθωσιν
4054113 ταδι
δὲ πρὸς γονὰς βροτησίους . ταῦτα μὲν οὕτω : καὶ ταδὶ δέ μοι μάθε , ὡς ἡ παλαιὰ συγγραφὴ κωμῳδίας
τὰ καλὰ σέλινα ; ποῦ μοι ταδὶ τὰ ῥόδα , ταδὶ τὰ ἴα , ταδὶ τὰ σέλινα ; ἦν δέ
4041612 ἐρυϲιπελατων
καὶ φλεγμονὰϲ τὰϲ ἤδη ϲκιρρουμέναϲ τε καὶ δυϲλύτουϲ καὶ τῶν ἐρυϲιπελάτων τὰ τοι - αῦτα . καὶ ἐπινυκτίδαϲ δὲ καὶ
καὶ πρόϲφερε τὰ ψύχοντα , οἷϲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἐρυϲιπελάτων χρώμεθα . Καὶ ὁ λήθαργοϲ βλάβη τιϲ ὑπάρχων τοῦ
4035629 ἀλεκτοριδων
, ὡς ἀλέκτωρ , κάτωθεν βηματίζεις μετὰ ὀρνίθων καὶ τῶν ἀλεκτορίδων . Ὅτι κρεῖσσόν ἐστι περίβλεπτόν τινα εἶναι ἐν πενιχρᾷ
. . ἄτοπον γάρ ἐστι κοράκων μὲν λαρυγγισμοῖς καὶ κλωσμοῖς ἀλεκτορίδων καὶ συσὶν ἐπὶ φορυτῶι μαργαινούσαις , ὡς ἔφη Δ
4034406 ζητεις
τῷ κατασκόπῳ τῶν τῆς φύσεως πραγμάτων : τί περὶ ἡλίου ζητεῖς , εἰ ποδιαῖός ἐστιν , εἰ τῆς γῆς μείζων
τῶν μεγάλα ἢ ἀσύμφορα αἰτούντων . Ἄρκτου παρούσης τὰ ἴχνη ζητεῖς : ἐπὶ τῶν δειλῶν κυνηγῶν . Ἀρχαιότερος Ἰβύκου :
4032065 προσεχῃς
ῥῆμα οὐδέν , οὐδὲ χρόνου κανονισμός , ἐὰν οἷσπερ προεῖπον προσέχῃς . Ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τοῦ τύπτω αἱ τῶν χρόνων
ψιθυρίζῃ . ἢν ταῦτα ποῇς ἁγὼ φράζω καὶ πρὸς τούτοις προσέχῃς τὸν νοῦν ἕξεις αἰεὶ στῆθος λιπαρόν , χροιὰν λαμπράν
4026758 χαριζοιο
φίλοι γίγνοιντο καὶ πλεῖστον χρόνον φιλοῖεν καὶ μέγιστα εὐεργετοῖεν . χαρίζοιο δ ' ἂν μάλιστα , εἰ δεομένοις δωροῖο τὰ
πολλοὶ πρὸ ἐμοῦ παρ ' ἐκείνῳ : ὥστε καὶ Νικοκλεῖ χαρίζοιο ἂν πειθόμενός τ ' ἐμοὶ καὶ σπενδόμενος πρὸς τὸν
4021900 ἀπορῃς
λέγε τὸν ψυχῆς ἰατρόν , λέγε τὸν στρατηγόν . Κἂν ἀπορῇς ἀνδρῶν , ἐπὶ τοὺς θεοὺς ἴθι . Ἔρου μὴ
πρὸς τὸν νοσέοντα , τουτέων σοι ἀπηρτισμένων , ἵνα μὴ ἀπορῇς , εὐθέτως ἔχων ἕκαστα πρὸς τὸ ποιησόμενον , ἴσθι
4019412 παρειη
καιροῦ πεντακλίνου τε διεστρώννυτο οὐδέποτε πλεῖον : ὅτε δὲ μὴ παρείη πρεσβεία , τρίκλινον . καὶ πρόσταγμα οὐκ ἐγίνετο δι
ἀναιρεῖν γὰρ καὶ ζῷα ἄλογα καὶ ἀνθρώπους , εἰ μὴ παρείη Λίβυς ἀνήρ , Ψύλλος ὢν τὸ γένος . οὗτος
4015782 σεαυτῳ
τοῦ τοιοῦδε πέρι ; Τίνος δή ; Τοῦ ὑπολαμβάνειν παρὰ σεαυτῷ τὸν μὲν ἀμείνω ἄνδρα , τὸν δὲ χείρω :
Ὁ δὲ [ ἕτερος ] ἀπεφήνατο : Καθὼς οὐ βούλει σεαυτῷ τὰ κακὰ παρεῖναι , μέτοχος δὲ τῶν ἀγαθῶν ὑπάρχειν
4007712 ἐχῃς
περιπατοῦντα κατέλιπον . Μένανδρος : οὐ γαμεῖς , ἂν νοῦν ἔχῃς . γεγάμηκα γὰρ αὐτός . διὰ τοῦτό σοι παραινῶ
δι ' αὐτοῦ καὶ ἀθάνατος ἔσῃ εἰς τὸν αἰῶνα , ἔχῃς δὲ τὸν πόλεμον ὃν ἔθετο ὁ ἐχθρὸς ἐν σοί
4005308 ὀψαριων
κόφινος μακρὸς πυκνὸς ἐντίθεται εἰς τὸ μεστὸν ἀγγεῖον τῶν προειρημένων ὀψαρίων , καὶ εἰσρεῖ τὸ γάρος εἰς τὸν κόφινον ,
ὕδατος , εὐλαβούμενα τὰ μικρὰ ὀψάρια τὴν ἐπιδρομὴν τῶν μεγάλων ὀψαρίων ὑποχωρεῖ . τὰ δὲ μεγάλα ὀψάρια , τῇ φυσικῇ
3998131 διακειμενα
τῇ συνηθείᾳ φαμὲν εὐβόλως διακεῖσθαι τὰ πράγματα ὅταν ᾖ καλῶς διακείμενα : ὥστε τὴν μεταφορὰν ἀπὸ τῶν ἁλιέων εἶναι .
ἀντικαταλλάττεσθαι : ἔστι δέ τινα καὶ παρὰ τὴν συνήθειαν λέξει διακείμενα , παρηλλαγμένως παρὰ Πλάτωνι , οἷον τὸ γελασείειν καὶ
3986765 κτησομεθα
δὲ τοὺς βοηθήσαντας ἂν ἡμῖν νῦν ἐπ ' αὐτὸν ἐχθροὺς κτησόμεθα , οὐχ ἕξομεν συμμάχους . ἐγὼ δὲ τὸ μὲν
σὲ νομιοῦμεν ; καὶ πῶς οὐκ ἄτοπον εὐεργέτας μὲν ὅπως κτησόμεθα πάντα ποιεῖν , ἡμεῖς δὲ καὶ οὓς μὲν ἔχομεν
3971018 κυαμων
καὶ μὴν παρῆν ἀνθράκιον ἡμῖν ἐν μέσῳ σείσων τε καὶ κυάμων μεστός : καὶ γὰρ ὁ σείσων ἀγγεῖον ᾧ κυάμους
σχῆμα καὶ βῆμα τοῦ σχῆμα καὶ τριώβολον . λζ . κυάμων ἀπέχου . λη . μολόχην ἐπιφύτευε μέν , μὴ
3969818 κρεα
καὶ τὰ ἄλλα ὅσα ἄνω προείρηται : καὶ ὠμὰ δὲ κρέα ἐπεχείρησε φαγεῖν , ἀλλ ' οὐ διῴκησεν . κατέλαβέ
. φησί που Εὔβουλος : παρέσται σοι θύννου τέμαχος , κρέα δελφακίων χορδαί τ ' ἐρίφων ἧπαρ τε κάπρου κριοῦ
3967928 κακοχυμων
οὖν αὐτὴν πάντων κακοχύμων καὶ παχυχύμων . ἀλλὰ τῶν μὲν κακοχύμων παράδειγμα , σκόροδα , τῶν δὲ παχυχύμων , κρέα
. Μέϲα πώϲ ἐϲτιν ἐδέϲματα ταῦτα τῶν εὐχύμων τε καὶ κακοχύμων , εὐπέπτων τε καὶ δυϲπέπτων , βραδυπόρων τε καὶ
3967007 ῥυτων
, πιεῖν γέ τι ἁδρότερον ἢ τῶν Ῥοδιακῶν ἢ τῶν ῥυτῶν . ἀλλ ' ὁ πανὸς ὕδατός ἐστι μεστός .
πιεῖν δ ' ἔτι ἁδρότερον ἢ τῶν Ῥοδιακῶν ἢ τῶν ῥυτῶν . Ἐπίνικος δ ' ἐν Ὑποβαλλομέναις : καὶ τῶν
3965524 ποιησεις
αὐτάς τε καθέξεις , καὶ ἄλλας πολλὰς σὺν αὐταῖς ἔρχεσθαι ποιήσεις , ἀγομένας ὑπὸ τῆς ὀσμῆς τοῦ κυμίνου . εἰ
' ἂν ] ὠφελήσειέ σε δηλονότι , ὠφελήσει σε , ποιήσεις δι ' αὐτῆς , ἐκ ταύτης ποιήσῃς . λαβὼν
3958573 χρησῃ
τῶν προειρημένων δι ' εὐφορβίου καὶ τῶν οὕτω δριμέων οὐδενὶ χρήσῃ : γυμνὸν γὰρ ὂν τὸ νεῦρον οὐκ οἴσει τὴν
δ ' ἤδη τῆς νόσου τοῖς ὕπνους ἐμποιεῖν εἰωθόσιν ἐπιβρέγμασι χρήσῃ : καὶ ὀπίῳ δὲ χρῖσον ὦτα καὶ μυκτῆρας εἰς
3956785 ἐγκεντριζειν
δυνατόν , κᾂν ἤδη ὦσι βλαστήσασαι . Τῷ Μαΐῳ μηνὶ ἐγκεντρίζειν ἄμπελον πάνυ ἐπιτηδειότατον εἶναι δοκεῖ , πρὶν βλαστῆσαι .
ἀναπνοήν . Τούτῳ τῷ μηνί , ὡς προείρηται , δυνατὸν ἐγκεντρίζειν ἄμπελον . καὶ ἀρχομένου φύειν τοῦ στελέχους , τὸ
3956699 ἐσθιειν
: ὅσα δὲ παστὰ ἀπέχεσθαι : τὰ δ ' ἄλλα ἐσθίειν . ἐκ δὲ τῶν ὀσπρέων κύαμον καὶ φακῆν καὶ
ἔχοντες . Ἀρχέστρατος δέ φησι Σειρίου ἀντέλλοντος δεῖν τὸν φάγρον ἐσθίειν . Δήλῳ τ ' Εἰρετρίᾳ τε κατ ' εὐλιμένους
3947761 ξηραινοντα
στύφουσι μάλιστα : αἱ δὲ διὰ στόματος ἀναγωγαὶ οὔτε τὰ ξηραίνοντα προσδέχονται οὔτε τὰ εἰρημένα , εὐαρεστοῦσι δὲ τοῖς παρεμπλάσσουσιν
. Οἱ δὲ ἐξ ἀρχῆς πειρώμενοι τῇ ὑστέρᾳ προσάγειν τὰ ξηραίνοντα καὶ ἐπέχοντα , μεγάλως βλάπτουσιν , ἀνατρέχει γὰρ ἐπὶ
3942999 κελυφη
κατάπλαϲϲε τὸ μέτωπον ἢ ἐλελιϲφάκου φύλλα λεῖα πρόϲαγε ἢ ὠῶν κελύφη καύϲαϲ καὶ λεάναϲ , τούτων μὲν ἔμβαλλε μέρη δύο
, ὥσπερ καὶ τριχίας . εἴποις δ ' ἂν ὀστέων κελύφη , καὶ καράβων ὄστρακα , καὶ ἰχθύων λέπη καὶ
3939835 ἀλεξητηρια
ἢ καὶ ἀροτρεύοντι βάλῃ ἔπι λοιγὸν ὀδόντα , τοῖα περιφρασθέντος ἀλεξητήρια νούσων . Ἀλλ ' ἤτοι κακοεργὰ φαλάγγια , σὺν
ἄρθρον ἠπίως , πράως . παιώνια φάρμακα , ἀλεξιφάρμακα , ἀλεξητήρια , λυτήρια , ἐλατήρια τὰ κενοῦντα , ἴσχαιμα .
3935668 στεμφυλα
λεγόμενον πυρίεφθον . εἶτα κρίμνα , μᾶζα , κόλλυρα , στέμφυλα , κυρήβια : τὰ γὰρ φαυλότερα τῶν πυρῶν κυρήβια
. Γλυκύτερα ποιήσεις τὰ σκόρδα , ἐν τῷ φυτεύειν συνεπιβάλλων στέμφυλα τῶν ἐλαΐνων . ἄνοσμα δὲ ἔσται . ἐὰν καὶ
3934365 ὀσπριων
δὲ καρυκεύειν , καὶ μὴ ἀπλήστως . ἐκ δὲ τῶν ὀσπρίων παντοίων ἀπέχεσθαι τῶν ξηρῶν . τὰ δὲ χλωρὰ ἐσθίειν
ἄχυρα γοῦν τὰ τῶν κυάμων , καὶ τὰ τῶν ἄλλων ὀσπρίων ἀντὶ κόπρου ἀρκέσει . ταῦτα γὰρ καὶ πρὸς τοὺς
3929655 ἐριοισι
θερμαίνων καὶ προστιθεὶς , καὶ εἰρίοισι μαλθακοῖσι , καὶ ῥάκεσιν ἐρίοισι , καὶ ὀστρακίνοισιν ἀγγείοισιν ὕδωρ ἐπιχέων , καὶ θυλακίοισι
ἀπολαύειν ἰχθύων ἀληθινῶν , ῥαφανῖδας ἐπιθυμεῖ πρίασθαι , μαίνεται . ἐρίοισι τοὺς τοίχους κύκλῳ Μιλησίοις , ἔπειτ ' ἀλείφειν τῷ
3923103 δυνηθῃς
διάρροια ἐπιγίνεται αὐτῷ : ταῦτα πάντα ἀνερέσθαι χρή , ὅπως δυνηθῇς ὀρθῶς βουλεύεσθαι . αἰσχρὰ γὰρ ἡ ξυμφορὰ φάρμακον δόντα
ἵνα μὴ πάντοτε πονῇς , ἀλλὰ καὶ τῶν πονηθέντων ἀπόνασθαι δυνηθῇς . τοῦτο δὲ ἐνταυθοῖ καταμένων οὐδέποτε εὑρήσεις τοῖς αἰσθητοῖς
3918837 ῥοφηματα
τούτοιϲ ᾠόγαλα τὴν ἀρχὴν ἔϲτω κἄπειτα τὰ διὰ τῶν ϲιτωδῶν ῥοφήματα καθ ' ἑαυτά τε καὶ ϲὺν γάλακτι ἑψόμενα .
εἶτα μαχομέναϲ αὐτῇ ποιῇϲ προϲθέϲειϲ , ὅτε μὴ δύναται μηδὲ ῥοφήματα διοικεῖν ὁ κάμνων , τότε πιέζων τε αὐτὸν καὶ
3918471 κρεων
, δεινὸν εἰργάσω , ὃς πρῶτα μὲν τὴν νομὴν τῶν κρεῶν ἐγχειρισθεὶς οὕτως ἄδικον ἐποιήσω καὶ ἀπατηλήν , ὡς σαυτῷ
καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τὴν τράπεζαν , καταψήσασα φύλλοις ἀπὸ τῶν κρεῶν , ὑποβαλοῦσα καθαρὰν πτερίδα . ἧκον δὲ καὶ οἱ
3912088 λαχανων
μὴ ἀκριβοῦντες διὰ τοῦ π λέγουσιν καὶ ἁπλῶς τὰ τῶν λαχάνων ὄρμενα ἀσπαράγους καλοῦσιν . οὕτως εὗρον ἐν τῷ Λεξικῷ
δυσωδίαν ἔχουσι κατὰ τὴν ἐδωδήν , σῦκα τὰ πέπανα καὶ λαχάνων ἀγρίων ἡ σέρις ὅ τε ἕλειος καὶ ὁ μυακάνθινος
3909859 ἰῃς
ὄφρά μιν αὐτὸς ἐν ὀφθαλμοῖσι νοήσας τῷ πίσυνος ἐπὶ νῆας ἴῃς Δαναῶν ταχυπώλων . εἰ δέ τοι οὐ δώσει ἑὸν
ἕν , πολλαὶ δὲ αἱ ἀποστάσεις . Ἐὰν ἐπὶ Βαβυλῶνα ἴῃς , πλησιαίτερος μὲν τοῦ Ἀρμενίου ὁ Ἀσσύριος : καὶ
3905373 ληφθω
Ἑλλήνων , καὶ ἀπὸ τούτων μαθὼν ἐγὼ οὔτι καὶ οὐδαμῶς ληφθῶ καὶ κρατηθῶ τῷ τῶν Ἑλλήνων δόλῳ . τὸ δὲ
πορείαν . . ματαιοπονεῖν ἐν τῇ ὁδῷ . . . ληφθῶ δόλῳ ] κρατηθῶ δόλῳ τῷ τῶν πολεμίων . .
3903636 πινομενων
λὸν πνεῦμα ἐσιέναι : μετὰ πάντων γὰρ τῶν ἐσθιομένων καὶ πινομένων ἀπέρχεται πνεῦμα ἐς τὸ σῶμα , ἢ πλέον ,
καθόλου δύςκολον , ἐὰν θέλῃς εὑρεῖν σημεῖον δυνάμενόν τι τῶν πινομένων καὶ γενομένων φαρμάκων δηλῶσαι , καὶ μάλισθ ' ὅτι
3901755 τρωκτα
ῥίζης γίνεται , κηρίῳ σφηκῶν ἰδέην ὁμοιότατον : ἐν τούτῳ τρωκτὰ ὅσον τε πυρὴν ἐλαίης ἐγγίνεται συχνά , τρώγεται δὲ
βίον καὶ γάλα καὶ φοίνικας αὐτῷ καὶ τυρὸν προσφέρουσι καὶ τρωκτὰ ὡραῖα καὶ τὰς ἄλλας ἀπαρχὰς τῶν ἐπιχωρίων . Λόγος
3898451 μαγειρων
Ποσείδιππος ἐν Ἀναβλέποντι : ἐγὼ μάγειρον λαμβάνων ἀκήκοα τὰ τῶν μαγείρων πάνθ ' ἃ καθ ' ἑκάστου κακὰ ἀντεργολαβοῦντος ἔλεγον
εἰς τὰ δεῖπνα χορηγίαν : ἐν οἷς στεφανοῦσθαι καὶ τῶν μαγείρων τοὺς ἄριστα τὰ παρατεθέντα διασκευάσαντας . παρὰ Συβαρίταις δ
3898428 ἀπολεις
ἡμῶν πυρπολεῖ τὴν οἰκίαν ; ἐκεῖνος οὗπερ θοἰμάτιον εἰλήφατε . ἀπολεῖς , ἀπολεῖς . τοῦτ ' αὐτὸ γὰρ καὶ βούλομαι
ἐν καταχύτλοις λεκάναισι καὶ πύου τόμοι . Οἴμ ' ὡς ἀπολεῖς μ ' ἐνταῦθα διατρίβους ' ἔτι , παρὸν κολυμβᾶν
3898319 ἀτροφωτερα
ἔστω δὲ τὰ λόγῳ τροφῆς διδόμενα σιτία φύσει ξηρὰ καὶ ἀτροφώτερα , οἷά ἐστιν ὁ τῆς ὀρύζης χυλὸς καὶ ὁ
Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ δὲ ὄστρεα ἀτροφώτερα τε τούτων καὶ πλήσμια , εὐεκκριτώτερα τε τούτων .
3896781 Μικυλλε
τοῦ κολοσσοῦ λέγε . Τί πρῶτον εἴπω σοι , ὦ Μίκυλλε ; τοὺς φόβους καὶ τὰ δείματα καὶ ὑποψίας καὶ
τὰ πορθμεῖα καταβαλεῖν . Τί τοῦτο ; περίμεινον , ὦ Μίκυλλε : οὐ θέμις οὕτω σε διελθεῖν . Καὶ μὴν
3892112 βαλεις
' ἄπωθεν [ ] αὐτόν : οὐ γὰρ ἐγγύθεν [ βαλεῖς : ] γέρων δὲ γραμματεὺς γενοῦ σαφής σύ τοί
εἰ δ ' ἐργάσῃ μὴ ταῦτα , λύπην πᾶσιν Ἀργείοις βαλεῖς : εἰ γὰρ τὰ τοῦδε τόξα μὴ ληφθήσεται ,
3890774 ὑγραινοντων
προσφορὰ βλάψαι τι μέγα δυνήσεται καὶ προσέτι μᾶλλον ὑπὸ τῶν ὑγραινόντων εὔλυτος γενηθήσεται , δυσκίνητος ὢν φύσει καὶ ξηρότερος ,
ἐμέτους καὶ τὰ ἐνέματα πυριᾷν τὸ πάσχον μόριον διὰ τῶν ὑγραινόντων καὶ χαλώντων ἔστ ' ἂν ὁ λίθος ἐν τῷ

Back